Άνοιγμα κυρίως μενού

OrthodoxWiki β

Ο "εθνομάρτυς" Χρυσόστομος

Ο Χρυσόστομος Καλαφάτης (1867-1922), αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μορφές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, Άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και εθνομάρτυρας. Αποτέλεσε Μητροπολίτης Δράμας και Σμύρνης και θανατώθηκε με μαρτυρικό τρόπο κατά την Καταστροφή της Σμύρνης. Γεννήθηκε στην Τρίγλια[1] της Βιθυνίας, στην Προποντίδα.

Ήταν γιος του Νικολάου Καλαφάτη και της Καλλιόπης Λεμωνίδου και παιδί 8μελούς οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν νομομαθής και αντιπροσώπευε συμπολίτες του ενώπιον των τουρκικών δικαστηρίων και φρόντισε για την καλή μόρφωσή του από μικρή ηλικία. Σπούδασε στη Θεολογική σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το 1901, ενώ παράλληλα είχε χειροτονηθεί διάκονος στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το 1897 κατέλαβε το αξίωμα του Μεγάλου Πρωτοσύγκελου, προσφέροντας σημαντική υπηρεσία από τη θέση αυτή και το 1902 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Δράμας, ξεκινώντας ευρύ ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο. Η ποιμαντορία του στην πόλη αυτή συνέπεσε με τον Μακεδονικό αγώνα (1904-1908) και αγωνίστηκε κατά της βουλγαρικής βίας και προπαγάνδας, για την παλινόρθωση και στήριξη του Ελληνικού στοιχείου. Ο ίδιος ανέλαβε προσωπικό αγώνα στην περιοχή κατά των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Στη Δράμα, εκτός των άλλων, ανέπτυξε αξιόλογη κοινωνική και φιλανθρωπική δράση και ίδρυσε ορφανοτροφείο και γηροκομείο, ανήγειρε μεγάλο ναό, έκτισε εργατικές κατοικίες για τους καπνεργάτες, μέγαρο για τη Μητρόπολη, Σχολή αρρένων και θηλέων, νοσοκομείο και γυμναστήριο. Οι δραστηριότητές του όμως προκάλεσαν ανησυχία στην τουρκική διοίκηση και γι’ αυτό απομακρύνθηκε δυο φορές από τη θέση του.

Το 1910 έγινε μητροπολίτης Σμύρνης[2] και άμεσα κάλεσε τους ομοεθνείς χριστιανούς να εργαστούν με ομόνοια και αγάπη για την επίτευξη των κοινών τους στόχων. Η δράση του και εδώ υπήρξε ανάλογη με εκείνη στη Δράμα. Έκτισε μέγαρο για τη Μητρόπολη και το κτίριο του «Ομηρείου Παρθεναγωγείου», ίδρυσε γυμναστήριο, οργάνωσε συσσίτια για τους πτωχούς και άσυλα για τους αστέγους και βοήθησε στην ανοικοδόμηση της Ευαγγελικής Σχολής. Επίσης, εξέδιδε το περιοδικό «Ιερός Πολύκαρπος».

Εθνική δράση

Η εθνική του δράση αρχίζει το 1914, όταν διωκόμενοι Έλληνες από τις γύρω περιοχές συνέρρεαν στη Σμύρνη αναζητώντας καταφύγιο. Με πρωτοβουλία του περιθάλπονταν χιλιάδες πρόσφυγες, με αποτέλεσμα ο ευρωπαϊκός Τύπος να τον αποκαλέσει «ομηρικό ήρωα».[3] Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου απομακρύνθηκε από τη θέση του (1914-1918) και μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε συνοδικός στο Πατριαρχείο. Τότε έγραψε το βιβλίο «Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας και η Νέα Τουρκία», όπου και κατέγραψε με λεπτομέρειες τους διωγμούς των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από τους Νεότουρκους (1908 κ.ε.).

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι αυτή την εποχή με υπόμνημά του παρακινούσε τον τότε βασιλιά γερμανόφιλο Κωνσταντίνο Α΄ να ταχθεί με το μέρος των συμμάχων, εγκαταλείποντας την πολιτική της ουδετερότητας και τασσόμενος υπέρ της πολιτικής του Βενιζέλου[4].

Κατόπιν επανήλθε στη Σμύρνη, όπου έγινε δεκτός από το λαό με ενθουσιασμό. Κατόρθωσε τότε να απομακρύνει από τη θέση του τον Τούρκο στρατηγό Νουρεδίν ( Nuredin Paşa) [5], κύριο υπεύθυνο των διωγμών. Στις 2 Μαΐου 1919 ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας και ο Χρυσόστομος υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό τον ελληνικό απελευθερωτικό στρατό. Αργότερα, ύστερα από τις πολιτικές ενέργειες των κυβερνώντων, υποχρεώθηκε εκ νέου να περιθάλψει χιλιάδες πρόσφυγες, που συνέρρεαν στη Σμύρνη τον Αύγουστο 1922. Το τέλος για το Χρυσόστομο πλησίαζε. Παρά το γεγονός ότι του δόθηκε η δυνατότητα να εγκαταλείψει τη Σμύρνη και να σωθεί, δεν το έπραξε. Στις 27 Αυγούστου συνελήφθη και οδηγήθηκε ενώπιον του στρατηγού Νουρεδίν, ο οποίος τον ράπισε και τον παρέδωσε στο πλήθος. Ο φανατισμένος όχλος των Τούρκων, αφού τον κακοποίησε στους δρόμους της Σμύρνης, τον κατακρεούργησε.

Το μαρτύριο του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου

Το απόγευμα της 27ης Αυγούστου του 1922, ενώ ο Τουρκικός Στρατός ήλεγχε πλήρως την Σμύρνη, ένας Ιταλός καθολικός ιερέας ενημέρωσε τους Γάλλους σχετικά με τον θανάσιμο κίνδυνο που διέτρεχε ο Χρυσόστομος. Πολύ σύντομα μια γαλλική περίπολος, αποτελούμενη από 20 ναύτες, κατέφθασε στην Μητρόπολη, την Αγία Φωτεινή, με σκοπό να φυγαδεύσει τον Χρυσόστομο. Οι Γάλλοι ζήτησαν από τον Μητροπολίτη να τους ακολουθήσει, είτε στο προξενείο τους, είτε στην καθολική εκκλησία της Sacre Coeur (Καρδιά του Ιησού). Εκείνος όμως αρνήθηκε τονίζοντάς τους ότι το καθήκον του υπαγόρευε να παραμείνει με το ποίμνιό του, «ως καλός ποιμένας», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε.

Λίγο αργότερα, κατά τις 19.30, κατέφθασε ένας Τούρκος αξιωματικός, ο οποίος συνοδευόταν από δύο στρατιώτες. Οδήγησαν τον Χρυσόστομο στην πλατεία Διοικητηρίου, μαζί με δύο από τα πλέον εξέχοντα πρόσωπα της Σμύρνης, τον δημογέροντα Γεώργιο Κλιμάνογλου και τον νομικό Νικόλαο Τσουρουκτσόγλου, εκδότη της γαλλόφωνης εφημερίδας «La Reforme». Η γαλλική περίπολος ακολούθησε τον μητροπολίτη, ο οποίος βρισκόταν ήδη ενώπιον του Νουρεντίν πασά. Ο τελευταίος έδωσε εντολή να εκτελεστούν οι δύο δημογέροντες. Ακολούθως απευθύνθηκε στον Χρυσόστομο λέγοντάς του: «Εμείς, θα τα βρούμε μαζί»,[6] και συνέχισε, εξυβρίζοντάς τον χυδαία και κατηγορώντας τον για την φιλελληνική του στάση και τις ενέργειές του εναντίον του Τουρκικού έθνους. Κατόπιν του ανακοίνωσε ότι το "Επαναστατικό Δικαστήριο της Ανεξαρτησίας", στην Άγκυρα, είχε ήδη αποφασίσει την καταδίκη του σε θάνατο. Ο Τούρκος αξιωματούχος κατευθύνθηκε προς το μπαλκόνι του κτηρίου, από όπου αντίκρισε στην πλατεία Διοικητηρίου, τη θέα μαινόμενου πλήθους Τούρκων, στους οποίους απηύθυνε τα παρακάτω λόγια:

"Αν σας έκανε καλό, να του το ανταποδώσετε, αν σας έκανε κακό, να του κάνετε και σεις κακό!".

Ο όχλος άρπαξε χωρίς χρονοτριβή το μητροπολίτη και τον οδήγησε λίγο πιο πέρα, μπροστά στο κομμωτήριο του Ismail ενός Ιταλού προστατευόμενου, εκεί σταμάτησαν και τον έντυσαν με μια άσπρη μπλούζα που πήραν από τον κομμωτή, άρχισαν αμέσως να τον χτυπούν λυσσασμένα με γροθιές και με ξύλα, και να τον φτύνουν στο πρόσωπο, του τρύπησαν με μαχαιριές το σώμα, του ξερίζωσαν τη γενειάδα, του έβγαλαν τα μάτια, του έκοψαν τη μύτη και τα αυτιά[7]. Σύμφωνα με μια εκδοχή, ένας Τούρκος πυροβόλησε τον μητροπολίτη δύο φορές στο κεφάλι, δίνοντας τέλος στο μαρτύριό του.

Ο Ρενέ Πυώ στο βιβλίο του Ο Θάνατος της Σμύρνης, αναφέρει μια σειρά από αυτόπτες μάρτυρες που είδαν με τα μάτια τους αυτό αλλά και όλα τα υπόλοιπα εγκλήματα: "Γυναίκες ατιμάζονταν μπροστά στα μάτια των γονιών και των συζύγων τους. Ένας Έλληνας είδε τη σφαγή τού πατέρα του και τον βιασμό της κόρης του. Ένας Λεβαντίνος που είδε παρόμοια σκηνή αυτοκτόνησε. Και ακόμη, ντοπαρισμένοι Τούρκοι στρατιώτες αρπάζουν από τις αγκαλιές μητέρων τα παιδιά τους, τα ξεκοιλιάζουν και τα πετάνε μισοπεθαμένα στα πόδια τους."[8].

Τραγικό υπήρξε και το τέλος των δυο δημογερόντων που τον συνόδευαν. Ο Γεώργιος Κλιμάνογλου απαγχονίσθηκε, ενώ ο Νικόλαος Τσουρούκτσογλου, αφού τον έδεσαν από τα πόδια σε ένα αυτοκίνητο, τον περιέφεραν στο κέντρο της Σμύρνης, ενώ το κεφάλι του συρόταν στα λιθόστρωτα καλντερίμια[9].

Άγιος και Εθνομάρτυρας

Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ανακηρύξει το Χρυσόστομο, Άγιο και εθνομάρτυρα. Η μνήμη του "Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης" και των συν αυτώ αγίων αρχιερέων[10] Γρηγορίου Κυδωνιών, Αμβροσίου Μοσχονησίων, Προκοπίου Ικονίου, Ευθυμίου Ζήλων καθώς και των κληρικών και λαϊκών που σφαγιάσθηκαν κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή» εορτάζεται την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, στις 27 Αυγούστου.[11].

Σύμφωνα με Απολυτίκιο, που συνέθεσε ο ιδιαίτερος Γραμματεύς του Αγίου Χρυσοστόμου και μετέπειτα Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Λεωνίδας Φιλιππίδης,[12] ο Άγιος Χρυσόστομος, περιεβλήθη τον φωτοστέφανον του Εθνομάρτυρος και Ιερομάρτυρος, αφού "γενναίως αθλήσας υπέμεινε υπέρ Πίστεως και Πατρίδος θάνατον".

Υποσημειώσεις

  1. Οι περίοδοι που βρέθηκε στη πόλη που γεννήθηκε, είναι συνοπτικά τα χρόνια των δύο εξοριών που υπέστη ως Μητροπολίτης Δράμας. Δηλαδή είναι τα διαστήματα από τον Αύγουστο του 1907 ως τον Αύγουστο του 1908 και από τον Ιανουάριο του 1909 ως τον Μάιο του 1910. Στη Τρίγλια, και κατά τη διάρκεια της δεύτερης εξορίας μαθαίνει και την εκλογή του από το Πατριαρχείο ως Μητροπολίτης Σμύρνης και θα αναχωρήσει για τη μεγάλη Ιωνική πόλη στις 10 Μαΐου 1910 ("Χρυσόστομος ο Καλαφάτης", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 413-414).
  2. Κατά το 19o αι. η Σμύρνη αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του ελληνισμού, και ο ελληνικός πληθυσμός της το 1922, πριν από την καταστροφή της, έφτανε τις 165.000 έναντι μόνο 65.000 Τούρκων, γι’ αυτό και οι Τούρκοι την ονόμαζαν «Γκιαούρ Ισμίρ» (άπιστη Σμύρνη). Εκτός από το ότι ολόκληρη η οικονομική και πνευματική ζωή της Σμύρνης βρισκόταν στα χέρια των Ελλήνων, ο ελληνισμός της διέθετε περίφημες σχολές, μεγάλα φιλανθρωπικά ιδρύματα, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία κλπ. και πλήθος από ναούς. ("Σμύρνη", e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM]). Αυτή η σπουδαία πόλη, ήταν όμως ταυτόχρονα και το μήλο της έριδας μεταξύ των Συμμάχων των Ελλήνων (Καψής Π. Γιάννης, Χαμένες Πατρίδες, Λιβάνης, Αθήνα 1989, σελ. 16). Από την άλλη πλευρά, οι Τούρκοι είχαν ως στόχο τους τη Σμύρνη και τον διωγμό των Ελλήνων της Μ. Ασίας, καθώς όνειρο τους ήταν να διακόψουν την ελληνική εθνική συνέχεια στα εδάφη αυτά (βλ. αφιέρωμα "Μικρασιατική Τραγωδία" στο Ιστορία Εικονογραφημένη, εκδ. Πάπυρος, τεύχ. 447 (2005), σελ. 52).
  3. Οδυσσέας Κουμαδωράκης, «Άργος τo πολυδίψιον», σελ. 520
  4. Γράφει σχετικά ο Σαράντος Ι. Καργάκος:"Συγκλονιστική είναι η επιστολή που ο Εθνάρχης έστειλε στις 25 Αυγούστου (δύο ημέρες προ του θανάτου του) στο Βενιζέλο με τον κυβερνήτη του αντιτορπυλικού «Λήμνος». Αντιγράφουμε μερικές ενδεικτικές φράσεις που μοιάζουν με έκρηξη ήφαιστείου:
    «Ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας, το Ελληνικόν κράτος, αλλά και σύμπαν το Ελληνικόν Έθνος καταβαίνει εις τον Άδην, από του οποίου καμμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθή να το αναβιβάση και το σώση . Της αφαντάστου ταύτης καταστροφής, βεβαίως αίτιοι είναι οι πολιτικοί και προσωπικοί Σας εχθροί, πλην και Υμείς φέρετε μέγιστον της ευθύνης βάρος, διά δύο πράξεις σας. Πρώτον, διότι απεστείλατε εις Μ. Ασίαν ως Ύπατον Αρμοστήν ένα τουτ' αυτό παράφρονα και εγωιστήν, φλύαρον, απερροφημένον εν τω αυτοθαυμασμώ και καταφρονούντα και υβρίζοντα και δέροντα και εξορίζοντα και φυλακίζοντα όλα τα υγιή και σώφρονα στοιχεία του τόπου, διότι εν τω φρενοκομείω του βεβαίως δεν είχον τόπον, και εις το τέλος αποδώσαντα αυτούς τους αγλαούς καρπούς της τελείας του Μικρασιαστικού λαού καταστροφής, τους οποίους νυν θερίζομεν. Και δεύτερον, διότι πριν αποπερατώσητε το έργον Σας και θέσητε την κορωνίδα και το επιστέγασμα επί του αναγερθέντος αφαντάστως ωραίου και μεγαλοπρεπούς δημιουργήματός Σας, της καταθέσεως των θεμελίων της περικλεεστάτης ποτέ Βυζαντινης μας Αυτοκρατορίας, είχατε την ατυχή και ένοχον έμπνευσιν να διατάξητε εκλογάς κατ' αυτάς ακριβώς τας παραμονάς της εισόδου Σας εις Κωνσταντινούπολιν και της καταλήψεως αυτής υπό του Ελληνικού Στρατού προς εκτέλεσιν των όρων της -οίμοι- δια παντός καταστραφείσης συνθήκης των Σεβρών».
    Ο Χρυσόστομος με λόγους συγκινητικούς καλεί τον Βενιζέλο ν' αναδραστηριοποιηθεί και να σώσει ό,τι είναι δυνατόν νά σωθεί. Όσο για τον εαυτό του προβλέπει:
    «Ζήτημα είναι εάν, όταν το παρόν γράμμα αναγιγνώσκεται υφ' Υμών, ημείς πλέον υπάρχωμεν εν ζωή, προοριζόμενοι -τις οίδε- εις θυσίαν και μαρτύριον»." (στο διαδίκτυο: Σαράντος Ι. Καργάκος, «Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Μητροπολίτης Σμύρνης, ο "Περίβλεπτος"» - Οι εκλογές του 1920). Ο Ύπατος Αρμοστής στον οποίο αναφέρεται η επιστολή είναι ο Αριστείδης Στεργιάδης, νομομαθής και πολιτικός (1861 – 1950) στον οποίο ο Ελ. Βενιζέλος ανέθεσε τη σύνταξη βασικών νομοσχεδίων για την αναδιάρθρωση του κράτους. Διορίστηκε ύπατος αρμοστής της περιοχής με μεγάλες αρμοδιότητες και παρέμεινε στο αξίωμα αυτό έως τη Μικρασιατική καταστροφή (1922), οπότε εγκατάλειψε τη Σμύρνη και εγκαταστάθηκε στη Γαλλία. Ο Στεργιάδης συχνά κατηγορήθηκε για την πολιτική του ως ύπατος αρμοστής, ιδιαίτερα την τελευταία περίοδο της θητείας του, η οποία θεωρήθηκε τελείως αντίθετη προς τα εθνικά ελληνικά συμφέροντα. Για το λόγο αυτό απέφυγε να γυρίσει στην Ελλάδα και προτίμησε να εγκατασταθεί στο εξωτερικό («Στεργιάδης, Αριστείδης», e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM]).
  5. Οδυσσέας Κουμαδωράκης, «Άργος τo πολυδίψιον», σελ. 520.
  6. Αφιέρωμα "Χαμένες Πατρίδες" στο Ιστορία Εικονογραφημένη, εκδ. Πάπυρος, τεύχ. 338 (1996), σελ. 68.
  7. Στο διαδίκτυο: Σαράντος Ι. Καργάκος, «Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Μητροπολίτης Σμύρνης, ο "Περίβλεπτος"» - Η μαρτυρiα του Rene Ρuaux.
  8. Αφιέρωμα "Μικρασιατική Τραγωδία" στο Ιστορία Εικονογραφημένη, εκδ. Πάπυρος, τεύχ. 447 (2005), σελ. 45.
  9. Σαράντος Ι. Καργάκος, στο διαδίκτυο ό.π.
  10. "Οπως γράφει σχετικώς ο Χρ. Σολομωνίδης στο βιβλίο του "Ο Σμύρνης Χρυσόστομος", από τους 459 ιερείς της Επαρχίας Σμύρνης, οι 347 βρήκαν τραγικό θάνατο. Από τους Ιεράρχες, εκτός από τον Άγιο Χρυσόστομο, μαρτύρησαν ο Μοσχονησίων Αμβρόσιος Πλειανθείδης, που πεταλώθη, ο Κυδωνιών Γρηγόριος, που ετάφη ζών και ο Ικονίου Ζήλων, που εσφάγη. Τον Αρχιερατικό Επίτροπο του Μουτζά Αρχαντζικάκη, εσούβλισαν, τον διάκονο Γρηγόριο του Ιερού Ναού της Αγίας Αννης του Κορδελιού στραγγάλισαν, τον ιερέα της Αγίας Μαρίνης του Κοκαρκιαλί περιέλουσαν με ζεματιστό λάδι και τον διάκονο Μελέτιο του Ιερού Ναού της Ευαγγελιστρίας, τον εκάρφωσαν σε ένα πεύκο. Επίσης, όλοι οι Αρμένιοι κληρικοί θανατώθηκαν, αφού προηγουμένως, υπεβλήθησαν σε φρικτά βασανιστήρια. Ο ίδιος συγγραφέας, σε άλλο σημείο του ανωτέρω βιβλίου του, αναφέρει ότι: "Από τις 46 Εκκλησίες της Σμύρνης και των προαστείων της, τρείς μόνον διασώθηκαν εντός της Σμύρνης: Του Αγίου Βουκόλου, του Αγίου Κωνσταντίνου και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου" (Κωνσταντίνος Β. Χιώλος, «Ο μαρτυρικός θάνατος του Μητροπολίτου Σμύρνης», στο διαδίκτυο, Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σερρών).
  11. Εγκύκλιος 2556 της 5ης Ιουλίου 1993 της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος
  12. Ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ἀθηνών Λεωνίδας Φιλιππίδης, υπήρξε ἰδιαίτερος γραμματεύς του Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου και καθηγητής του “Κεντρικού Παρθεναγωγείου” και του Ομηρείου Παρθεναγωγείου” Σμύρνης.

Πηγές και Βιβλιογραφία