Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ιωάννης ο Δαμασκηνός

4 bytes προστέθηκαν, 13:32, 5 Ιουλίου 2008
μ
Χριστολογία
Ο λόγος που Ιησούς Χριστός ενανθρωπίστηκε ήταν η λύτρωση του ανθρωπίνου γένους. Ο Λόγος ενσαρκώθηκε ώστε να υποτάξει το θάνατο και να ανανεώσει την ανθρώπινη φύση, η οποία εφθάρη κατά την πτώση από τον παράδεισο. Ήρθε ουσιαστικά να αναγεννήσει τον άνθρωπο, να μεταμορφώσει την ύλη που προ της ελεύσεώς του ήταν προς κατάκριση. Ο Ιησούς πλέον ανακεφαλαιώνει την ανθρώπινη ιστορία, ανακαινίζει με την πρόσμιξή του με την ανθρώπινη φύση την ύλη και έτσι για παράδειγμα παρατηρούμε πως στη [[Θεία Ευχαριστία]] ο άρτος και ο οίνος, δηλαδή το υλικό, μέσω της θείας χάριτος, προσφέρει σωτηρία, αφού πλέον η φύση του υλικού με αυτή τη χάρη υπερβαίνεται. Ο Λόγος λοιπόν έγινε άνθρωπος και έτσι ύψωσε την ανθρώπινη φύση σε σημείο που ο άνθρωπος υπερβαίνει ακόμη και τους αγγέλους, αφού η υπόστασή Του ενώ περιείχε ανθρώπινη φύση, δεν περιείχε αγγελική. Ο [[Σταυρός]] κατήργησε το θάνατο, συνέτριψε την αμαρτία, οδήγησε στην [[Ανάσταση]] και εξασφάλισε την επιστροφή στην αρχαία μακαριότητα. Έτσι τελικώς ο ''κενώσας'' της θέση στην τριάδα Λόγος, επιστρέφει εκεί δεξιά του Πατρός, υψώνοντας σε τέτοιο σημείο την ανθρώπινη φύση, αφού αυτή πλέον τοποθετείται στο θρόνο του Πατρός.
Ο μεγάλος αυτός θεολόγος επισημαίνει πως η θυσία του Χριστού δεν αποτελεί λύτρο, αν και διατηρεί μερικές απόψεις περί τη θεωρία της θεωρίας αυτής «''ίσως κάτω από την επιδραση του Αγ. Γρηγορίου Νύσσης''»<ref>Γεώργιος Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 6ου, 7ου και 8ου αιώνα, σελίς 427</ref>. Έτσι τελικώς ο θεός γίνεται άνθρωπος για να λυτρώσει, θεώσει και ανανεώσει τον άνθρωπο, λαμβάνοντας σάρκα μέσω του Αγίου Πνεύματος. Με τη σάρκωση όμως ο Λόγος δεν προσλαμβάνει μια αφηρημένη ανθρώπινη φύση, θεωρητική, ούτε προσλαμβάνει ολόκληρη την ανθρώπινη φύση όπως αυτή πραγματώνεται σόλο το ανθρώπινο γένος, αλλά προσλαμβάνει όλη την ανθρωπότητα εξ αδιαιρέτου και όχι καθ εαυτή, χωρίς γνωμικό θέλημα, ενυπάρχοντας όντος και αληθινώς μέσα στην υπόστασή Του. Η ανθρώπινη φύση τελικά πραγματώνεται μόνο δια της θείας υποστάσεως, γι αυτό και προσλαμβάνεται από το σωτήρα μέσω της ανθρωπότητος, μεταδιδόμενη δυναμικά και δυνητικά διαιρούμενη σε όλο το ανθρώπινη γένος. Τελικά η ανθρωπότητα του Λόγου αριθμητικά οριοθετείται από όλες τις υποστάσεις, αλλά λόγω μη εξατομικευμένης ανθρώπινης φύσης ενυποστασιάζεται ώστε να περιορίζεται στα όρια της μίας μοναδικής ανθρώπινης υποστάσεως.
Η υπόσταση του Λόγου είναι σύνθετη και διπλή και το όνομα ''Χριστός'' είναι το μοναδικό και ένα όνομα αυτής, που προσδιορίζει την ένωση (φυσικά δε μιλάει εδώ για ονοματοκρατία). Η ανθρώπινη φύση βρίσκεται ενυποστατικώς στην υπόσταση του Λόγου και οι δύο φύσεις δεν είναι χωριστές αλλά και ούτε αναμεμιγμένες, είναι ''ασύχητες'' και ''αναλλοίωτες'', ''αμοιβαία μεταδιδόμενες'' και ''αμοιβαία περιχωρούμενες''. Έτσι η ανθρώπινη φύση θεώνεται και σε καμία περίπτωση δε μεταβάλλεται, δε μεταμορφώνεται, μεταλλάσσεται ή αναμιγνύεται, λόγω της ένωσή της με τη θεία. Η περιχώρηση αυτών των φύσεων στον ''Ιωάννη το Δαμασκηνό'' και κατά τους πατέρες νοήται μονοπλεύρως από την ανθρώπινη προς τη θεϊκή φύση, αφού η σάρκα δεν μπορεί λόγω κτιστότητας να διεισδύσει στη θεϊκή. Αντίστοιχα και με τη θέληση, δε μπορεί να νοηθεί ως αναμεμιγμένη, αλλά προς μία εναρμόνιση με τη θεία. Η ''θέληση'' και ''ενέργεια'' ανήκουν άλλωστε στη φύση και όχι στην υπόσταση. Είναι λοιπόν διαφορετικό πράγμα το αιρετό-γνωμικό θέλημα, από το φυσικό. Γι αυτό και η ιδιότητα του ''"θέλειν"'' ανήκει στην ανθρώπινη φύση, σε αυτή δε προκηρύσσεται η εικών του θεού, διότι ελευθερία και η θέληση είναι θεϊκά χαρακτηριστικά. Η οριστικοποίηση όμως της θελήσεως δεν ανήκει στη φύση και έτσι η ανθρωπότητα δεν έχει γνώμη στην υπόσταση του Λόγου, διότι ο θεός είναι όν παντογνωστικό. Εφόσον η ψυχή του Κυρίου γνώριζε τα πάντα, η ανθρώπινη επιθυμία δε χωριζόταν από τη θεία θέληση, συνέπιπτε δε με αυτή ελεύθερα και φυσικά χωρίς να καταναγκάζεται, αφού η σάρκα εκινείτο ελευθέρως και όχι όπως στην περίπτωση των προφητών. Έτσι οι θελήσεις μπορεί να διαχωρίζονται μόνο κατά φύση και όχι κατά τη διάθεση, αφού αυτή ήταν πάντα αγαθή και ταυτισμένη.
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης