Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Θεολογία

25 bytes προστέθηκαν, 12:44, 30 Μαΐου 2008
Διάκριση Θεολογίας και Οικονομίας
== Διάκριση Θεολογίας και Οικονομίας ==
Το ερώτημα της σχέσεως της «Οικονομικής» ''Οικονομικής Τριάδος '' προς τη αιώνια Τριάδα συνδέθηκε και με το θέμα του ''Filioque''. Στο σημείο αυτό οι εξής παρατηρήσεις είναι βασικές:
Πρώτα, οι Πατέρες ετόνισαν ότι η ουσία του Θεού είναι εντελώς ασύλληπτη, αδιανόητη, ακατάληπτη –και για τους πατέρες της Ανατολής – και αμέθεκτη, δηλαδή δεν μπορείς να μετάσχεις στην ουσία του Θεού. Για τη Δύση, τους Σχολαστικούς και τον Ακινάτο, υπάρχει δυνατότητα μετοχής στην ουσία του Θεού. Επομένως, απ’ αυτήν την άποψη διακρίνουμε την «θεολογία» από την «οικονομία». Εάν η «θεολογία» επρόκειτο ν’ ασχοληθεί μόνο με την ουσία του Θεού, τότε δεν θα είχαμε πρόβλημα διότι η ουσία του Θεού είναι ακατάληπτη και επομένως δεν έχουμε θεολογία της ουσίας του Θεού.
Ας πάρουμε την Αγάπη του Θεού. Δεν μπορούμε να πούμε ότι η Αγάπη είναι χαρακτηριστικό Ενός μόνο Προσώπου. Πρέπει να πούμε ότι η Αγάπη είναι κοινό χαρακτηριστικό όλων των Προσώπων. Πηγάζει όπως και κάθε ενέργεια του Θεού από τον Πατέρα («Η αγάπη του Θεού και Πατρός») αλλά μετέχει σε αυτήν την ενέργεια, όπως μετέχει στην μία ουσία και στην μία ενέργεια και ο Υιός και το Πνεύμα. Και είναι κοινή η ενέργεια. Πάσα ενέργεια θεόθεν προερχομένη είναι κοινή των Τριών Προσώπων. Μόνο όταν φθάσουμε στο επίπεδο της οικονομίας, τότε αρχίζει αμέσως η διαφοροποίηση. Κατανομή των ιδιοτήτων και των αρμοδιοτήτων. Ενώ στη θεολογία δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό στο επίπεδο του αιωνίου Θεού.
Αυτό είναι σημαντικό και ως προς την ενότητα του Θεού από την άποψη πλέον όχι της ουσίας, για την οποία δεν μπορούμε να πούμε τίποτε αλλά από την άποψη της ενεργείας. Διότι όπως ξέρετε με την ενέργεια του Θεού επικοινωνεί ο Θεός με εμάς κι εμείς επικοινωνούμε μ’ Αυτόν. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς έκανε αυτή τη διάκριση ουσίας και ενεργείας. Είναι βέβαια παλαιότερη, ανάγεται πάλι στους Καππαδόκες, αλλά τη συστηματοποίησε, την εκμεταλλεύτηκε περισσότερο, και ο σκοπός αυτής της διακρίσεως είναι να κρατηθεί η ουσία του Θεού ανεπηρέαστη από την οικονομία. Δηλαδή ο Θεός να διατηρήσει την υπερβατικότητά Του καθ’ ον χρόνον ενεργεί κατά την οικονομία. Αλλά φυσικά δεν είναι η ενέργεια του Θεού κάτι που το αποκτά ο Θεός προκειμένου να κάνει την Οικονομία αυτή, αλλά είναι κάτι που υπάρχει ήδη. Αλλά στην θεολογία, δηλαδή προ της οικονομίας, η ενέργεια αυτή είναι ενιαία. Ενώ στην Οικονομία εκφράζεται διαφοροτρόπως χωρίς να δημιουργεί διαίρεση ή απόσταση ή χωρισμό των Τριών Προσώπων.
Αλλά φυσικά Τα τρία Πρόσωπα στην Οικονομία ενεργούν πάντοτε μαζί αλλά δεν είναι η κάνουν και τα τρία το ίδιο έργο. Η ενέργεια του Θεού κάτι που διαφοροποιείται στο πεδίο της Οικονομίας, χωρίς να επιφέρει χωρισμό των Προσώπων. Όπου ο Πατήρ εκεί και ο Υιός, και το αποκτά Άγιο Πνεύμα. Όπου ο Θεός προκειμένου Υιός εκεί και το Πατήρ και το Πνεύμα. Δεν μπορούν αυτά να χωρίσουν. Αλλά ό,τι κάνει την Οικονομία αυτήο Πατήρ, αλλά δεν είναι κάτι αυτό που υπάρχει ήδηκάνει ο Υιός κ.ο.κ. Αλλά όλες αυτές οι διαφορετικές λειτουργίες, αυτές οι διαφοροποιήσεις της ενεργείας του Θεού στην Οικονομία, δεν αποτελούν προεκτάσεις διαφοροποιήσεων μέσα στην «αιώνια» Τριάδα. Η δυτική θεολογίαέφθασε στο σημείο να συνδέει τις οικονομικές διαφοροποιήσεις με διαφοροποιήσεις μέσα στην «αιώνια» Τριάδα, με οντολογικές διαφοροποιήσεις δηλαδή προ της . Και είναι αυτός ένας από τους λόγους για τους οποίους έχει εγκλωβισθεί και στο Filioque θεολογικά. Η θέση των Ελλήνων Πατέρων δημιουργεί αμέσως μια ριζική διάκριση μεταξύ θεολογίας και οικονομίας, η ενέργεια αυτή την οποία είχε ασφαλώς επισημάνει (και μάλιστα είναι ενιαίααυτός που την εισήγαγε, γιατί προ αυτού δεν έχουμε παρόμοιες διατυπώσεις) ο Μέγας Βασίλειος. Ενώ στην Οικονομία εκφράζεται διαφοροτρόπως χωρίς να δημιουργεί διαίρεση ή απόσταση ή χωρισμό των Τριών ΠροσώπωνΚαι θα αναφέρουμε λίγο το ιστορικό αυτής της υποθέσεως.
Τα τρία Πρόσωπα στην Οικονομία ενεργούν πάντοτε μαζί αλλά δεν κάνουν και τα τρία το ίδιο έργο. Η ενέργεια του Θεού διαφοροποιείται στο πεδίο της Οικονομίας, χωρίς να επιφέρει χωρισμό των Προσώπων. Όπου ο Πατήρ εκεί και ο Υιός, και το Άγιο Πνεύμα. Όπου ο Υιός εκεί και το Πατήρ και το Πνεύμα. Δεν μπορούν αυτά να χωρίσουν. Αλλά ό,τι κάνει ο Πατήρ, δεν είναι αυτό που κάνει ο Υιός κ.ο.κ. Αλλά όλες αυτές οι διαφορετικές λειτουργίες, αυτές οι διαφοροποιήσεις της ενεργείας του Θεού στην Οικονομία, δεν αποτελούν προεκτάσεις διαφοροποιήσεων μέσα στην «αιώνια» Τριάδα. Η δυτική θεολογία έφθασε στο σημείο να συνδέει τις οικονομικές διαφοροποιήσεις με διαφοροποιήσεις μέσα στην «αιώνια» Τριάδα, με οντολογικές διαφοροποιήσεις δηλαδή. Και είναι αυτός ένας από τους λόγους για τους οποίους έχει εγκλωβισθεί και στο Filioque θεολογικά. Η θέση των Ελλήνων Πατέρων δημιουργεί αμέσως μια ριζική διάκριση μεταξύ θεολογίας και οικονομίας, την οποία είχε ασφαλώς επισημάνει (και μάλιστα είναι αυτός που την εισήγαγε, γιατί προ αυτού δεν έχουμε παρόμοιες διατυπώσεις) ο Μέγας Βασίλειος. Και θα αναφέρουμε λίγο το ιστορικό αυτής της υποθέσεως. Στο έργο του «Περί Αγίου Πνεύματος» ο Μέγας Βασίλειος εισάγει μια δοξολογία ή μάλλον εκεί μέσα υπερασπίζει μια δοξολογία, την οποίαν εισήγαγε στην επαρχία του στην Λειτουργία, η οποία ήταν διαφορετική από τη δοξολογία που ήταν τότε γνωστή και ήταν Αλεξανδρινής προελεύσεως. Η Αλεξανδρινή δοξολογία είχε τη μορφή: «Δόξα «''Δόξα τω Πατρί δι’ Υιού εν Αγίω Πνεύματι»Πνεύματι''». Και η δοξολογία του Αγίου Βασιλείου, για την οποία προφανώς κατακρίθηκε και αναγκάσθηκε να απολογηθεί και για την οποία προηγουμένως λέει ότι είναι πολύ αρχαία, ήταν: «Δόξα «''Δόξα τω Πατρί συν Υιώ συν Αγίω Πνεύματι»Πνεύματι''», ή επίσης: «και «''και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι»Πνεύματι''». Δηλαδή αντικαθιστά το «δια» «''δια''» (δι’ Υιού) και το «εν» «''εν''» (Πνεύματι), αυτές τις προθέσεις με το «συν» «''συν''» ή το «και»«''και''».
Έχει θεολογική σκοπιμότητα αυτή η αντικατάσταση, την οποία αναπτύσσει ο ίδιος στο περί Αγίου Πνεύματος. Η σκοπιμότητα είναι ότι με την πρώτη δοξολογία, την Αλεξανδρινή, με τις προθέσεις «δια» και «εν», γίνεται λόγος περί του Θεού με βάση την οικονομία. Διότι στην οικονομία εμφανίζεται ακριβώς ο Θεός σε μας ή εμείς Τον γνωρίζουμε μ’ αυτόν τον τρόπο, δια του Υιού εν Αγίω Πνεύματι. Αυτός ο τρόπος έχει και το στοιχείο της ιεραρχίας, της ιεραρχήσεως. Προηγείται ο Υιός και έπεται το Πνεύμα. Ο Μέγας Βασίλειος γράφει με αφορμή το ότι οι Πνευματομάχοι τους οποίους ήθελε να αντικρούσει, χρησιμοποιούσαν το «εν» (εν Αγίω Πνεύματι) σαν δηλωτικό χώρου για να πουν ότι εφ’ όσον στη δοξολογία μας λέμε «εν Πνεύματι» και το «εν» προϋποθέτει χώρο, επομένως το Πνεύμα είναι μεσ’ τη δημιουργία, μέσα στο χώρο και δεν είναι στη Θεότητα. Είναι αυτή μια αφορμή αλλά στην ουσία ήθελε να πει κάτι πολύ περισσότερο. Έκανε ουσιαστικά αυτή τη διάκριση αυτή, μεταξύ του τρόπου με τον οποίον αναφερόμαστε στον Θεό με βάση την Οικονομία και του τρόπου με τον οποίον αναφερόμαστε στον Θεό με βάση όχι την Οικονομία, αλλά περισσότερο με βάση την Ευχαριστιακή εμπειρία στη Λατρεία. Οπότε το σχήμα αυτό του «δι’ Υιού εν Αγίω Πνεύματι» δεν είναι απαραίτητο για να εκφράσουμε τις σχέσεις Πατρός, Υιού και Πνεύματος. Αυτό είναι ένα σημείο πολύ λεπτό.
Μ’ αυτό τον τρόπο ο Μέγας Βασίλειος κάνει ένα είδος αποφατισμού διότι οι προθέσεις «δια» και «εν» λένε κάτι θετικό για τα Τρία Πρόσωπα ενώ το «συν» και το «και» δεν μας λένε τίποτα θετικό. Μας λένε απλώς ότι το ένα βρίσκεται δίπλα στο άλλο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο την «Θεολογία»(με την ακριβή έννοια του όρου) την απογυμνώνει ο Μέγας Βασίλειος από τις σχέσεις των τριών Προσώπων που παρατηρούμε στην Οικονομία. Και αυτό είναι σημαντικό, διότι ήδη οι Αλεξανδρινοί Πατέρες και κυρίως ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ακριβώς επειδή είχαν ως βάση τη δοξολογία αυτή, είχαν φθάσει ήδη στο σημείο να μεταφέρουν στην αιώνια ύπαρξη του Θεού το Filioque κατά κάποιον τρόπο. Δηλαδή την εξάρτηση του Πνεύματος από τον Υιό, ωσάν και αιωνίως το Πνεύμα να εκφέρεται δια του Υιού. Βεβαίως με πάρα πολλές επεξηγήσεις, που δεν σχετίζονται με το Παπικό Filioque.
Κατά την άποψη του Μεγάλου Βασιλείου, ο λόγος περί Θεού με βάση την Οικονομία, περιλαμβάνει σχέσεις των Προσώπων, οι οποίες δεν είναι κατ’ ανάγκην οι σχέσεις που υπάρχουν στο επίπεδο της Θεολογίας. Γι’ αυτό και κάνει αυτή την αλλαγή των προθέσεων στη δοξολογία. Τις αντικαθιστά με το «συν» και το «και», για να δηλώσει ότι ενώ για την Οικονομία μπορούμε να λέμε το «δια» και το «εν», υπάρχει άλλος τρόπος, αναφερόμενοι στη Θεολογία μόνο, να μη μιλούμε με το «δια» και το «εν». Επομένως κάνει μια βαθιά τομή μεταξύ της «Οικονομικής» και της «Αιωνίου» Τριάδος χωρίς να μιλάει για κάποια άλλη Τριάδα. Το συμπέρασμα, λοιπόν απ’ αυτά, είναι ότι η Αγία Τριάς, την οποία βλέπουμε στην Οικονομία, μας επιτρέπει να δίνουμε θετικό περιεχόμενο στις υποστατικές ιδιότητες. Αλλά ένα θετικό περιεχόμενο το οποίο δεν μπορούμε να επεκτείνουμε μέσα στην «Αιώνια» Τριάδα. 
== Βιβλιογραφία ==
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης