Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Α΄ Οικουμενική Σύνοδος

12 bytes προστέθηκαν, 22:59, 28 Μαΐου 2008
μ
καμία σύνοψη επεξεργασίας
'''Α' Οικουμενική Σύνοδος''' ή '''Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας''' αποκαλείται η [[Σύνοδος|εκκλησιαστική σύνοδος]], που διενεργήθηκε το [[325]] στη [[Νίκαια Βιθυνίας|Νίκαια]] της [[Βιθυνία|Βιθυνίας]], συγκληθήσα και συγκλήθηκε από το Ρωμαίο αυτοκράτορα ''Μέγα Κωνσταντίνο'', με σκοπό την αποκατάσταση της ειρήνης στα εκκλησιαστικά ζητήματα της [[Ρωμαϊκή αυτοκρατορία|Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας]]. Ο κύριος στόχος σύγκλησης της συνόδου ήταν «''η καταδίκη του Αρειανισμού και η θετική διατύπωσις της ορθοδόξου δογματικής διδασκαλίας περί του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος''»<ref>Ιω. Καρμίρης, «''Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου καθολικής Εκκλησίας''», Τόμος Α΄, σελίς 115</ref>.
Η [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Σύνοδος]] καταδίκασε τη διδασκαλία του [[Άρειος|Αρείου]], συνέταξε το [[Σύμβολο της Νίκαιας]] και όρισε την ημερομηνία εορτασμού του [[Πάσχα (εορτή)|Πάσχα]]. Με τη Σύνοδο αυτή η Εκκλησία εισήχθη σε μια νέα περίοδο συνοδικής εκφράσεως της εκκλησιαστικής συνειδήσεως, απαντώντας στο θεμελιώδες ερώτημα της σχέσης Πατέρα και Λόγου.
Ένα από τα πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα της σύγχρονης ιστορικο-θεολογικής έρευνας είναι η προεδρία της Ά Οικουμενικής συνόδου, κάτι που συνέβη λόγω της μη τήρησης πρακτικών, αλλά και των ιστορικών πηγών, οι οποίες δε δίνουν ξεκάθαρη απάντηση στο εν λόγω ζήτημα, παρά μόνο με συνδυασμένη προσπάθεια διασταύρωσης των πηγών.
Η κυρίαρχη άποψη της θεολογικής έρευνας υπό το πρίσμα των δυτικών θεολόγων, άποψη που ενστερνίστηκε και ο Β. Στεφανίδης, είναι οτι η προεδρία της συνόδου ήταν μιά μια συνδυασμένη άσκηση «κοινής προεδρίας», του [[Μέγας Κωνσταντίνος|Μεγάλου Κωνσταντίνου]] αλλά και προέδρων εκ του εκκλησιαστικού σώματος. Η πρόταση αυτή προκρίθηκε καθώς ο Ευσέβιος Καισαρείας<ref>Βίος Κωνσταντίνου 3,13</ref> αναφέρει πως ο Κωνσταντίνος «''παρεδίδου το λόγο τοις προέδροις''» κατά το πέρας της δικής του προσφωνήσεως σε συνδυασμό με την αναφορά του για «''πρωτεύοντα''» δεξιού τάγματος, αλλά και της διαρκούς παρουσίας του Αυτοκράτορα, στην πρόοδο των εργασιών του συνεδρίου.
Οι θέσεις αυτές δείχνουν να αποκρούονται από την πλειοψηφία των ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών θεολόγων, προκρίνοντας πως τελικά μόνο ενας ήταν ο προεδρεύων της συνόδου, αν και πάλι υπάρχει αρκετός σκεπτικισμός σχετικά με το πρόσωπο την άσκησε. Οι προτάσεις που τέθηκαν ήταν πως προήδρευσε ο [[Όσιος Κορδούης]], ο [[Ευσέβιος Νικομήδειας|Νικομηδείας Ευσέβιος]], ο [[Ευσέβιος Καισαρείας]] ή ο [[Ευστάθιος Αντιόχειας|Αντιοχείας Ευστάθιος]], με τον τελεταίο τελευταίο να έχει τις περισσότερες πιθανότητες. Αυτό διότι Όσιος Κορδούης δεν γνώριζε ελληνικά, ενώ κατά την άποψη αυτή οι Αρειανόφρονες, όπως ο Ευσέβιος Καισαρείας, ήσαν υπόλογοι στην σύνοδο με βάση τις αποφάσεις των εν Αντιοχεία και Αλεξανδρείας συνόδων. Οι απόψεις περί μη συλλογικής προεδρίας τεκμηριώνονται με 4 ισχυρά επιχειρήματα:
*Οτι ο Ευσέβιος σε όλη τη γραμματεία του, «προέδρους» αποκαλούσε τους επισκόπους, ήτοις των προεδρευόντων των τοπικών συνόδων των εκκλησιών
*Οτι ο Ευσέβιος μιλάει για «πρωτεύοντα» στο δεξιό τάγμα, με βάση το πως διατάχθηκαν στο συνεδριακό χώρο κάτι που δεν οδηγεί σε αυτονόητη ύπαρξη αντιστοίχου και στο αριστερό
===Συγκρότηση===
Η συγκρότηση της συνόδου, αποτέλεσε θέμα έντονης θεολογικής έρευνας. Την αρχικά εύκολη σε συμπεράσματα περιγραφή του Ευσεβίου για το διαχωρισμό σε δύο «τάγματα» στην αίθουσα τυς της συνόδου, πήρε ο σκεπτικισμός, με βάση το οτι υπάρχει μεγάλη απόσταση από το να θεμελιωθεί κάτι τέτοιο σε σχέση με τις πηγές. Ο Ευσέβιος δηλαδή μπορεί να αναφέρει δύο τάγματα, αλλα η αναφορά του σε «πρωτεύοντα» του δεξιού τάγματος, δεν προδηλώνει με απόλυτη αξιοπιστία τον ισχυρισμό και για αντίστοιχο στο αριστερό, όπως πολλοί θεολόγοι ερμήνευσαν. Αντίθετα η απόλυτη ταύτιση της Ρωμαϊκής διοικητικής ιεραρχίας με βάση τη προκαθορισμένη θέση του καθενός, έστρεψε την έρευνα στην παραδοχή, πως προφανώς δεν αποτέλεσε αντιπαράθεση δύο αντιμαχόμενων πλευρών, κάτι που διαφαίνεται και από τη 2η περίοδο του συνεδρίου, που οι αρειανόφρονες δεν έλαβαν μέρος, αλλά και από στοιχεία όπως αυτά διακρίνονται από την περίπτωση του Ευσεβίου Καισαρείας και την παράδοση ''Λιβέλλου'' πίστεως με την αποδοχή των «ορθοδόξων» θέσεων και την απολογία του στο τοπικό ποίμνιο για τη μεταστροφή του. Έτσι εμφανίζονται οι Νάρκισσος Νερωνιάδος και Θεόδοτος Λαοδικείας να γίνονται δεκτοί ως μέλη της συνόδου μόνο μετά τη μεταστροφή τους. Την ίδια στιγμή μάλιστα ο Ευσέβιος Νικομηδείας παρέδιδε ''Λίβελλο'' πίστης Αρειανικού δόγματος κάτι που προκάλεσε την αγανάκτηση του σώματος των συνέδρων<ref>Θεοδώρηςτος. Εκκλ.Ιστ. 1,7</ref>.
Ο αριθμός των μελών της συνόδου, με βάση τις πηγές που διαθέτουμε, δεν μπορεί να επαληθευτεί ακόμα και σήμερα. Ο αριθμός που επικράτησε από μεταγενέστερες πηγές ιστορικών<ref>Επιφάνιος, Σωκράτης,ΣωζομενόςΘεοδώρητος,Αμβρόσιος</ref> ήταν ο αριθμός 318, κάτι που γνωρίζουμε σήμερα οτι δεν είναι αξιόπιστος, καθότι οι εν βίω ιστορικοί, μιλούν για ένα αριθμό περί τους 300<ref>Μ.Αθανάσιος,Περί της εν νικαία Συνόδου, 37</ref>. Οι επισκοπικοί δε κατάλογοι που διασώζονται σήμερα δεν μπορουν να κριθούν απολύτως αξιόπιστοι είτε γιατί έχουν δεχθεί εκ των υστέρων παρεμβάσεις<ref>Επισκοπικός Κατάλογος Βατικανού</ref>, είτε γιατί υπολοίπονται αρκετά με βάση τε δεδομένη πραγματικότητα, αφούν αφού αποτελούσαν μετάφραση άλλων<ref>Συριακοί, Κοπτικοί κατάλογοι</ref>. Τα συμπεράσματα της συνόδου βεβαίως υπογράφηκαν από περισσότερους από 318, ενώ ο αριθμός αυτός επικράτησε για συμβολικούς λόγους<ref>Σωκράτης Εκκλ.Ιστορ. 4,12 «ουδέ γαρ ταυτομάτου, αλλά θείω νεύματι ο των τοσούτων αριθμός επισκόπων συνεκροτήθη κατά της Αρείου μανίας, αλλ'εν όσω αριθμώ ο μακάριος Αβραάμ, τοσαύτας χιλιάδας δια πίστεως κατεστρέψατο»</ref>.
==Οι αποφάσεις της συνόδου==
===Τα ζητήματα που αντιμετωπίστηκαν===
Ο βασικός λόγος σύγκλησης της Α΄ Οικουμενικής συνόδου ήταν η αντιμετώπιση των αναφυέντων εκκλησιαστικών ζητημάτων, από το σύνολο του πληρώματος της εκκλησίας, εξού και η παράσταση πλήν πλην του ιερού και κλήρου και λαϊκών, με κύριο ρόλο τη συμβουλή, σε ζητήματα θεολογικού περιεχομένου. Επί τη ευκαιρία όμως της σύγκλησης της συνόδου, αντιμετωπίστηκαν πληθώρα ζητήματωνζητημάτων, τα οποία υπήρχαν στο εσωτερικό της εκκλησίας, που άλλοτε δημιούργησαν έριδες ή υπήρχαν δυνατότητες στο μέλλον να δημιουργήσουν νέα προβλήματα. Πρώτο μέλημα ήταν «''το κατά την ασέβειαν Αρείου, επί του θεοφιλεστάτου βασιλέως ημών Κωνσταντίνου, και παμψηφεί έδοξεν αναθεματισθήναι την ασεβή αυτού δόξαν και τα νοήματα αυτού τα βλάσφημα''»<ref>Θεοδώρητος, Εκκλ. Ιστορία, Ι, 7</ref>. Πλήν του ζητήματος του αρειανισμού αντιμετωπίστηκαν και το [[Κολλουθιανό Σχίσμα|Κολλουθιανό]] και [[Μελιτιανισμός|Μελιτιανό σχίσμα]], το ζήτημα των [[Νοβατιανισμός|Νοβατιανών]] και γενικότερα το ζήτημα της [[Μετάνοια|μετάνοιας]], οπου πάρθηκαν αυστηρότερα ποιοτικά μέτρα. Αντιμετωπίστηκαν επίσης ζητήματα όπως η διδασκαλία των Σαμοσατιανών και η έριδα περί της ημερομηνίας εορτής του [[Πάσχα]], η οποία πλέον ορίστηκε με σαφήνεια πότε θα τελείται, ενώ σημαντικό βήμα επιτελέστηκε σχετικά με τη διοικητική οργάνωση της εκκλησίας σε οικουμενικό επίπεδο με την εισαγωγή του μητροπολιτικού συστήματος. Το σημαντικότερο όμως βήμα της συνόδου ήταν το [[Σύμβολο της Νίκαιας]], ένα σύντομο κείμενο που βασίστηκε στο βαπτιστήριο σύμβολο της εκκλησίας των [[Ιεροσόλυμα|Ιεροσολύμων]], με ορισμένες τροποποιήσεις που στηρίχθηκαν πάνω στην αντιμετώπιση των αρειανικών δογμάτων.
===Συνοπτική παράθεση των ιερών Κανόνων===
* '''Κανών Α΄''': Καταδικάζει τη συνήθεια του οικοιοθελούς οικειοθελούς [[Ευνουχισμός|ευνουχισμού]] και απαγορεύει τη [[Χειροτονία|χειροτονία]] ευνουχισμένων, πλην όσων για ιατρικούς λόγους ή λόγω βασανιστηρίων εξετμήθησαν.
* '''Κανών Β''': Απαγορεύει τη χειροτονία ως κληρικών στα νέα μέλη (νεόφυτοι) της εκκλησίας.
Το ''Σύμβολο της Νίκαιας'' ή «''Έκθεσις της καθολικής πίστεως, εκτεθείσης υπό της εν Νικαία Συνόδου, επί του θεοφιλεστάτου βασιλέως Κωνσταντίνου, εν υπατία Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπρών, έτους χλστ΄, εν μηνί Δεσίω τη προ 13 Καλάνδρων Ιουλίου, εν Νικαία μητροπόλει της Βιθυνίας''»<ref>Γελασίου Κυζίκου, MPG 85, 1252 σελ.</ref>, αποτέλεσε την επιτομή των ενεργειών αντιμετώπισης του αρειανισμού, στην προσπάθεια σύνταξης της αυθεντικά βιούμενης πίστης και της διαχρονικής συνειδήσεως για την περιφρούρηση της αποστολικής παραδόσεως της εκκλησίας και ουσιαστικά απετέλεσε «''το πρώτον κυριωδέστατον έργον της Α΄ οικουμενικής Συνόδου''»<ref>Ιω. Καρμίρης, «Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου καθολικής Εκκλησίας», Τόμος Α΄, σελίς 118-119</ref>. Το σύμβολο της Νίκαιας κατά βάση ήταν ένα σύντομο κείμενο βαπτιστήριου συμβόλου, το οποίο προσαρμόστηκε στα δεδομένα της αντιμετώπισης της Αρειανικής διδασκαλίας. Η συνείδηση αυτή σε κάθε εκκλησία αντικατοπτριζόταν από το εκάστοτε τοπικό βαπτιστήριο σύμβολο και έτσι το Σύμβολο της Νίκαιας στόχο είχε να εκφράσει το φρόνημα όλων των ανά την οικουμένη τοπικών εκκλησιών, με κύρια όμως βάση την οριοθέτηση της αποστολικής ορθοδοξίας έναντι των κακοδοξιών της αρειανικής διδασκαλίας. Το βαπτιστήριο σύμβολο όμως που επιλέχθηκε αποτέλεσε θέμα έρευνας και αντικρουόμενων απόψεων. Έτσι οι ''F.Hort'', ''A.E.Burn'' και ''Α.von Harnack'' υποστήριξαν, με ισχυρά επιχειρήματα, πως βάση του συμβόλου ήταν το βαπτιστήριο σύμβολο της Καισαρείας, το οποίο ο [[Ευσέβιος Καισαρείας|Ευσέβιος Παμφίλου]] έθεσε ενώπιον των επισκόπων για να δείξει τη μεταμέλειά του. Η δεύτερη που προβλήθηκε από τον ''H.Lietzmann'', αλλά και τον ''Β.Στεφανίδη'' ήταν πως βάση αποτέλεσε το χαμένο βαπτιστήριο σύμβολο της εκκλησίας των [[Ιεροσόλυμα|Ιεροσολύμων]] που την ακριβή μορφή του δε γνωρίζουμε, αλλά είχε παρεμφερή με της παράθεση του [[Κύριλλος Ιεροσολύμων|Κυρίλλου Ιεροσολύμων]]. Επίσης μερίδα θεολόγων υποστήριξε πως είναι μια σύνθεση βαπτιστηρίων συμβόλων, όπως ο ''Ιω.Καρμίρης''.
Το κρίσιμο σημείο, που εστιάζεται στο σύμβολο, αναμφισβήτητα είναι ο όρος ''ομοούσιος''. Ο Ευσέβιος αποδίδει μάλιστα τον όρο αυτό στον [[Μέγας Κωνσταντίνος|Κωνσταντίνο]], που συνάγεται οτι η πρόταση αυτή προήλθε από τον σύμβουλό του [[Όσιος Κορδούης|Όσιο Κορδούης]]. Αναμφιβολα Αναμφίβολα ο Κορδούης έπαιξε σημαντικό ρόλο στην καταδίκη του αρειανισμού, αλλά σήμερα κρίνεται αδύνατο να θεωρηθεί ως ο εισηγητής του όρου. Ο Φιλοστόργιος, υποδεικνύει τον [[Αλέξανδρος Αλεξάνδρειας|Αλέξανδρο Αλεξανδρείας]]<ref>Εκκλ.Ιστ.1,7</ref>, μια περιγραφή που αποδίδει βεβαίως τα προσυνοδικά δεδομένα. Παρά όμως τις σημαντικές πρωτοβουλίες του Αλεξάνδρου, δύσκολα θα μπορούσε να επιβάλει στο σύνολο του σώματος των επισκόπων όσα οι αρειανόφρονες του απέδωσαν, χωρίς όμως ο ίδιος να απέχει από την καθοριστική συμβολή στον ορισμό του ''ομοουσίου''. Η πραγματικότητα όμως φαίνεται να βρίσκεται στη γραμματεία του Ευσεβίου. Οτι η απόφαση προφανώς αποτέλεσε καρπό μακράς θεολογικής συζητήσεως, όχι μόνο κατά τη διάρκεια της συνόδου, με την επίκληση παλαιοτέρων πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων, όπως του Ωριγένη, αλλά και παλαιότερης προβληματικής της θεολογικής έρευνας. Σε αυτήν την προσπάθεια όμως ο μόνος πραγματικά ικανός για την πρόταση και την ορθή θεμελίωση αυτή, λόγω της διάθεσης του σχετικού υλικού, φαίνεται πως ήταν ο [[Αλέξανδρος Αλεξανδρείας]].
Οι Αρειανόφρονες, θεολογικώς διαφωνούσαν προς τον όρο ''ομοούσιος'' ο οποίος ταυτιζόταν με καταδικασθήσα καταδικασθείσα διδασκαλία του ''Σαβελίου''. Οι πατέρες της Συνόδου όμως, απέρριψαν τις αιτιάσεις αυτές διότι ο Σαβέλιος δε διαχώριζε, την [[ουσία]] από τις [[υπόσταση|υποστάσεις]], αλλά ταυτοποιούσε τις έννοιες, με αποτέλεσμα να θεωρεί «''εν ον και εν πρόσωπον''». Ταυτόχρονα διαμαρτύρονταν, διότι ο όρος ήταν ''άγραφος'', δηλαδή μη βιβλικός. Ο [[Μέγας Αθανάσιος]] αντιμετωπίζοντας την κριτική αυτή ανέφερε «''ο γογγυσμός αυτών, οτι ότι άγραφοι εισίν αι λέξεις, ελέγχεται παρ' αυτών μάταιος, αξ αγράφων γαρ ασεβήσαντες (άγραφα δε τα «''εξ ούκ όντων''» και «''ην ποτέ ουκ ήν'') αιτιώντα, διότι εξ αγράφων μετ'ευσεβείας νοουμένων λέξεων κατεκρίθησαν''», ενώ συνεχίζει λεγοντας λέγοντας «''Οι επίσκοποι, ουχ εαυτοίς ευρόντες τας λέξεις, αλλ'εκ των πατέρων έχοντες μαρτυρίαν, ούτως έγραψαν''»<ref>Ιω.Καρμίρης, «Τα Δογματικά και Συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», Τόμος Α΄, σελίς 52-53</ref>, διότι «''σημαιούμεναι αγιογραφικαί λέξεις και φράσεις οι αρειανίζοντες παρερμήνευσαν εν πνεύματι αρειανικώ''»<ref>ενθ.αν. Μέγας Αθανάσιος παρά Εκκλ. Ιστορ. Θεοδώρητος</ref>. Ο ιστορικός Θεοδώρητος βεβαιώνει δε οτι, «''ου καινή της ομοουσίου πρόσρησις, ουδέ υπό των τότε συναθροισθέντων Πατέρων εξευρεθείσα, αλλ'ανωθεν εκ προγώνων εις εγγονούς καταγομένη''»<ref>ενθ.αν.</ref>.
====Το σύμβολο====
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης