12.398
επεξεργασίες
Αλλαγές
μ
→Βίος
Οι θεολογικές ικανότητές του ξεχώριζαν, με αποτέλεσμα να θεωρείται απαραίτητο μέλος για την αποστολή του [[Οικουμενικό Πατριαρχείο|Οικουμενικού Πατριαρχείου]] στην ενωτική σύνοδο ''Φεράρας-Φλωρεντίας (1438-1439)''. Ορίστηκε μάλιστα εκπρόσωπος του [[Πατριαρχείο Αντιοχείας|Πατριαρχείου Αντιοχείας]] και [[Πατριαρχείο Ιεροσολύμων|Ιεροσολύμων]]. Στις συζητήσεις που επηκολούθησαν με τους Λατίνους εκπροσώπους στη σύνοδο, αποδείχθηκε κράτιστος θεολόγος και διαλεκτικότατος ομιλητής. Κύριο στοιχείο της παρουσίας του στη σύνοδο ήταν, σύμφωνα με τα αξιόπιστα σωζόμενα πρακτικά της συνόδου, η μετριοπάθεια των λόγων και η πλούσια πατερική θεμελίωση των επιχειρημάτων.
Η συνήθως υποστηριζόμενη άποψη περί αδιαλλαξίας είναι σκόπιμη και μονομερής ερμηνεία των πρακτικών, οφείλεται δε στην τελική άρνηση του Μάρκου να υπογράψει τον ενωτικό όρο και στις συνέπειες της άρνησης αυτής για τον αγώνα των ανθενωτικών. Η νεώτερη έρευνα, ωστόσο, συνειδητοποιεί προοδευτικά ότι ο μητροπολίτης Εφέσου ήταν αφ' ενός μεν εκπρόσωπος μιας πιο υψηλής θεολογικής μόρφωσης έναντι των Λατίνων συνομιλητών του (''καρδιναλίου Ιουλιανού Καισαρίνι, Λατίνου αρχιεπισκόπου Ρόδου Ανδρέα Χρυσοβέργη, Ιωάννη Τορκουεμάδα ''κ.λπ.), αφ' ετέρου δε υποστηρικτής της ορθής και αμετάθετης αξίωσης των Ανατολικών για την απάλειψη από το Σύμβολο της πίστεως της προσθήκης του ''[[Filloque]]''. Η ελάχιστη αυτή βάση αποτελούσε προφανώς και το κύριο σημείο συμφωνίας των ανθενωτικών και των ενωτικών της αντιπροσωπείας της Ανατολής, γι' αυτό και ο μητροπολίτης Εφέσου αρνήθηκε να υπογράψει τον ενωτικό Όρο της συνόδου χωρίς την απάλειψη της προσθήκης του ''Filloque''. Η εμμονή του στην άρνηση δικαιώθηκε άμεσα και έμμεσα τόσο στον θεολογικό όσο και στον εκκλησιαστικό τομέα. Χαρακτηριστική ήταν η υποδοχή του στην Κωνσταντινούπολη όταν και «''είδε το πλήθος δοξάζον αυτόν ως μη υπογράψαντα, και προσεκύνουν αυτόν οι όχλοι καθάπερ Μωυσεί και Ααρόν και αφήμουν εφήμουν αυτόν και Άγιον εκλάλουν''».
Η άποψη του Ιωάννη Α' Παλαιολόγου να του απαγορεύσει τον λόγο και να τον απομακρύνει από τη θεολογική επιτροπή των Ανατολικών σήμαινε σε τελευταία ανάλυση την κατάργηση του θεολογικού περιεχομένου των συνοδικών συζητήσεων, αφού και ο ''μητροπολίτης Νικαίας Βησσαρίων'' αναγκάστηκε τελικά να προσαρμοστεί στη συμβιβαστική πολιτική του αυτοκράτορα. Το όραμα του μητροπολίτη Εφέσου ήταν μια πραγματική ένωση με απόλυτο την ενότητα της πίστεως υπό το φως της κοινής πατερικής παράδοσης της περιόδου των επτά Οικουμενικών συνόδων. Η νοθεία των πατερικών κειμένων από τους Λατίνους και η εσωτερική λογική ασυνέπεια των διαλεκτικών συλλογισμών των σχολαστικών θεολόγων δεν επέτρεπαν την εξουδετέρωση των σταθερών θεολογικών επιχειρημάτων του μητροπολίτη Εφέσου. Πράγματι, απεδείκνυε με αντιπαράθεση της χειρόγραφης παράδοσης τη νόθευση των πατερικών κειμένων και εξουδετέρωνε τους διαλεκτικούς συλλογισμούς με καθαρώς θεολογικά επιχειρήματα ή και με τη συνδρομή του διαλεκτικότατου Νικαίας Βησσαρίωνος στην πρώτη περίοδο των εργασιών της συνόδου. Υπό το πνεύμα αυτό κατανοούνται η απογοήτευση του πάπα Ευγενίου Δ' για τη μη υπογραφή του ενωτικού Όρου από τον μητροπολίτη Νικαίας, και η περίφημη ρήση του «εποιήσαμεν λοιπόν ουδέν». Η γενική αντίδραση στην Ανατολή εναντίον των αποφάσεων της ενωτικής συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας ανέδειξε τον Μάρκο τον Ευγενικό ως τον κατ' εξοχήν εκπρόσωπο της Ορθοδοξίας της πίστεως, αλλά και στόχο της πολεμικής του αυτοκράτορα και της παράταξης των Ενωτικών. Αρνήθηκε την προσφορά του αυτοκράτορα να ανέλθει στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης και δεν δέχθηκε να συλλειτουργήσει με τον ενωτικό πατριάρχη Μητροφάνη. Το 1440 έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από το ποίμνιο του στην Έφεσο, αλλά ο πόλεμος των Ενωτικών συνεχίστηκε με μεγαλύτερη ένταση. Κατά τη μετάβαση του στο [[Άγιον Όρος]] κρατήθηκε, με εντολή του αυτοκράτορα σε περιορισμό στη νήσο Λήμνο για μια διετία περίπου, έγραψε δε από τη Λήμνο την περίφημη εγκύκλιο επιστολή «''τοις απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένοις ορθοδόξοις χριστιανοίς''». Από τη Λήμνο επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου πέθανε στις 23 Ιουνίου του 1445, αμέσως δε μετά τον θάνατο του τιμήθηκε ως άγιος. Ο πρώτος μετά την άλωση Οικουμενικός πατριάρχης [[Γεννάδιος Σχολάριος]] με συνοδική πράξη όρισε (1456) ως ημέρα εορτασμού της μνήμης του την 19 Ιανουαρίου και συντάχθηκε ειδική ακολουθία. Η απόφαση αυτή επιβεβαιώθηκε και με νεώτερη συνοδική πράξη (1734).