Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Αρειανισμός

44 bytes αφαιρέθηκαν, 07:28, 26 Απριλίου 2008
μ
Η διδασκαλία του
Η διδασκαλία του Αρείου αποτελούσε μέρος της ευρύτερης προβληματικής σχετικά με την θειότητα του Υιού και τη σχέση με το Πατέρα που απασχολούσε τις χριστιανικές εκκλησίες κατά τον [[2ος αιώνας|2ο]] και [[3ος αιώνας|3ο αιώνα]]. Ο Άρειος όμως ουσιαστικά συνέδεσε τα ακραία στοιχεία της [[Αντιοχειανή Θεολογική Σχολή|αντιοχειανής θεολογίας]], με βάση την Αλεξανδρινή-Ωριγενιστική ερμηνευτική θεολογία. Δηλαδή τη διάκριση Υιού από το Λόγο του Θεού, με τάσεις αποδοχής ως «απρόσωπη» και «ανυπόστατη» δύναμη του Θεού (Αντιοχειανή) και την υποταγή του Υιού προς το Λόγο, που ταύτιζε η Αλεξανδρινή. Και πράγματι, ενώ η αλεξανδρινή θεολογία απέφευγε τον χωρισμό του Λόγου από τον Υιό, η αντειοχιανή θεολογία επέμενε σε μια διαίρεση του Λόγου προς τον Υιό. Τελικά η νέα αυτή δογματική αντίληψη, αλλοίωσε και τις δύο θεολογικές προσεγγίσεις προβάλλοντας αυτή τη διάκριση στην αρχή του χρόνου. Έτσι, ο Αρειανισμός αποτέλεσε μια σύνθεση της αντειοχειανής και αλεξανδρινής θεολογικής ερμηνευτικής θεολογίας, με έμφαση στην ερμηνευτική του [[Λουκιανός ο Αποσυνάγωγος|Λουκιανού του Αποσυναγώγου]], παρότι ο ίδιος ουδέποτε υπήρξε υπέρμαχος αυτών των απόψεων, αφού το προτεινόμενο σύμβολό του, δεν περιείχε παρόμοιες ακραίες θέσεις. Ο συνθετικός δε χαρακτήρας της θεολογικής προσέγγισης ήταν και ο λόγος πιθανότατα, της ευρείας απήχησης που βρήκε, περιλαμβανομένων και χριστιανών που αποδέχονταν τις θέσεις του Λουκιανού και του [[Ωριγένης|Ωριγένη]].
Τo σημείo στo οποίo επικεντρώθηκε η απολογητική τακτική των πατέρων και βάση η οποία προσπάθησαν να καταρρίψουν την Αρειανική θεολογία, ήταν πέρα από την αγιογραφική θεμελίωση των εμφανίσεων του Λόγου στην [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιά]] και τη [[Καινή Διαθήκη]], τα σημεία στα οποία περιέπεσαν σε αντιφάσεις. Εν αρχή «''Ενώ οι Αρειανοί ετόνιζον τόσον πολύ το κατά πάντα άγνωστον της ουσίας του Θεού, ώστε να μη την γνωρίζη ούτε ο προ των αιώνων γεννηθείς Λόγος, παρά ταύτα ισχυριζόμενοι ότι το κατ' ουσίαν σημαίνει κατ' ανάγκην, κατήντουν αυτοί αντί του Λόγου να γνωρίζουν την θείαν ουσίαν''»<ref>Ιωάννου Ρωμανίδου, «Συμβολική και Δογματική Θεολογία», Τόμος Α΄, σελίς 237</ref>. Οι πατέρες μάλιστα προσπάθησαν να αποδείξουν οτι το φύσει γεννάν, δεν είναι αναγκαίως, όπως οι αρειανοί θεολογούσαν. Οι αρειανόφορνες άλλωστε, με αυτή τη διαπίστωσή τους, ουσιαστικα εισήγαγαν είδος Αριστοτελικής φιλοσοφίας<ref>Αριστοτέλους, Μετά τα Φυσικά Α, 5,1015a 20-1015b 15</ref>, θέτοντας περιορισμό στη Θεία φύση, εφ'όσον αυτή, «''αναγκαζόταν από κάτι''» και δεν ήταν υπερβατική κατά πάσα αρχή ενέργεια. , είτε φυσικώς, είτε ενεργητικώς. Για αυτό το λόγο, ο [[Μέγας Αθανάσιος]] ερωτά χαρακτηριστικά, «''«Και τις ο την ανάγκην επιβαλών αυτώ, πονηρότατοι;''»<ref>Βλ. Μ. Αθανασίου, Κατά Αρειανών 3, 62, PG 26, 453ΑΒ</ref> και συνεχίζει με ένα ακόμα ερώτημα, ώστε να αποδείξει την ορθότητα των επιχειρημάτων της εκκλησίας. Το να είναι ο Θεός αγαθός και οικτίρμων, είναι ιδιότητα που την έχει ο Θεός με τη θέλησή του ή χωρίς τη θέλησή του; Αν δεχτούμε ότι την ιδιότητα αυτή την έχει με τη θέλησή του, αυτό σημαίνει ότι άρχισε κάποτε να είναι αγαθός και ότι θα μπορούσε, εφόσον το ήθελε, να είναι και κακός. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν ενδεχόμενο μόνον εφόσον θα σκεφτόταν και θα αποφάσιζε για την αγαθότητα του, πράγμα τελείως άτοπο και απαράδεκτο για τον Θεό. Αν δεχτούμε επίσης ότι είναι αγαθός και οικτίρμων χωρίς τη θέλησή του, τότε σύμφωνα με το σκεπτικό των Αρειανών έχει την αγαθότητά του κατ' ανάγκην και χωρίς να το θέλει. Ποιος όμως του επέβαλε αυτή την ανάγκη; Όπως λοιπόν ο Θεός είναι πάντοτε «''φύσει''» αγαθός, χωρίς να έχει την αγαθότητά του δεδομένη κατ' ανάγκην, έτσι και κατά μείζονα λόγο είναι ως Πατήρ «''αεί γεννητικός τη φύσει''», δηλαδή «''φύσει''» Πατήρ του Υιού του και όχι «εκ βουλήσεως''»<ref>PG 26, 453C-456A</ref>.
==Αρειανή διαμάχη==
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης