Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Δοκητισμός

2.120 bytes προστέθηκαν, 22:48, 18 Φεβρουαρίου 2011
=Φιλοσοφική και θεολογική προσέγγιση στο φαινόμενο του δοκητισμού
Ο κόσμος κατά τους δοκητές είναι προϊόν ανενδεούς νοητής φύσεως, που χαρακτηρίζεται ως φως. Το φως αυτό δεν είναι άμορφο<ref>Η αμορφία στα συστήματα των γνωστικών δηλώνουν την ανυπαρξία συνήθως</ref> και αργό, αλλά έχει άπειρες ιδέες ζώων και αρχετύπων, μορφοποιούμενο εκ του τρίτου αιώνος. Από τις ιδέες του μάλιστα, που ήσαν κατειλημμένες από το υποκείμενο σκότος, εξήλθε ο μέγας Άρχων, δηλαδή ο δημιουργός της [[Παλαιάς Διαθήκης]]. Ο Μέγας Άρχων είναι ανυπόστατος, είναι δε πύρινος Θεός, που νομοθετεί και συμπολιτεύεται, εμφανίζοντας τον εαυτό του ποικιλοτρόπως<ref>Ιππολύτου, ο.π., 8, 9</ref>. Σύμφωνα με τον [[Ιππόλυτος Ρώμης|Ιππόλυτο]], η διδασκαλία των δοκητών χαρακτηρίζεται ως πολύπλοκο και ασύστατο σύστημα, ιδίως για τις ανεδαφικές περί ύλης απόψεις τους, οι οποίες τη χαρακτήριζαν ως άβατο και ακατάληπτον, αλλά και γιατί το [[δόγμα]] των δοκητών δηλώνει αδυναμία της θέας της αλήθειας, που προέρχεται από ''"δοκόν εν οφθαλμώ φερομένην"''<ref>Ιππολύτου, ο.π., 8, 11</ref>.
===Φιλοσοφική και θεολογική προσέγγιση στο φαινόμενο του δοκητισμού==
Κρίνοντας το δοκητισμό σε όλες τις εποχές, αυτό που κατανοείτε είναι πως σε όλες τους τις μορφές του, ερμηνεύεται σα μία λογική προσπάθεια εξηγήσεως του σχεδίου της θείας οικονομίας, γεννώντας τελικώς πληθώρα χριστολογικών αιρέσεων, μέσω πλατωνικών, νεοπλατωνικών, αλλά και συγκριτιστικών τάσεων<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 151</ref>. Το ουσιαστικό δηλαδή πρόβλημα των δοκητών ήταν το κατά πόσο πράγματι μπορεί αληθώς να λάβει σάρκα ο Θεός και κατά πόσο μπορεί να υπάρξει πραγματική ένωση θεϊκής και ανθρώπινης φύσεως, πνευματικής και υλικής<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. πατρολογία, σελ. 166</ref>, δίχως συνέπειες για τη δεύτερη. Έτσι ο δοκητισμός καταπολεμήθηκε από την εκκλησία, καθώς δίδασκε τη μη πραγματική σάρκωση του Χριστού, αλλά μια φαινομενική, μειώνοντας ή και εξαλείφοντας το απολυτρωτικό έργο της παρουσίας Του επί γης. Ο δοκητισμός στη βάση του έχει μια καθαρή ελληνική αντίληψη των πραγμάτων για την ασυμβατότητα νοητού και αισθητού κόσμου, η οποία δεν ανέχεται τέτοιου είδους προσέγγιση<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική και..., σελ. 227</ref>. Οι δοκητές δε μπορούν να δουν την πραγματική σχέση υλικού και νοητού, καθώς το πρώτο λαμβάνει τη θέση του κακού στοιχείου. Ο Δοκητισμός αποφαίνεται πως μία τέτοια μίξη είναι αδύνατη, επομένως θεωρεί άμεσα τη βιβλική Χριστολογία και θεολογία ως εσφαλμένη, καθώς η βασική τους προϋπόθεση αποκλείει ριζικά την ίδια τη βιβλική θεολογία, η οποία αντιμετωπίζει ψυχή και σώμα, ως κτιστή πραγματικότητα που διέπεται από τις ίδιες τις συνέπειες κτιστότητας και αποτελούν ένα κοινά αγαθό προϊόν της δημιουργίας. Η σωτηρία λοιπόν για τους δοκητές, όπως και την ελληνική σκέψη, δε μπορεί να έχει σχέση ούτε με το σώμα, ούτε τελικά και με την ψυχή με βάση τη χριστιανική θεώρηση και σωτηριολογία, αφού αφενός η διαρχία στα όρια του ιεραρχικού σώματος μεσάζουσων θεοτήτων και αφετέρου η αναγκαιότητα της σωστικής γνώσης του σύμπαντος, είναι ικανή να σώσει την ψυχή και μόνο από το βυθό της υλικής αγνωσίας<ref>Ν. ματσούκας, ο.π., σελ. 228</ref> και όχι η ένωση με τη θεία φύση.
==Υποσημειώσεις==
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης