12.398
επεξεργασίες
Αλλαγές
Θαύμα
,καμία σύνοψη επεξεργασίας
Κατά την πατερική και ορθόδοξη παράδοση, υπάρχει μία τελείως διαφορετική θεώρηση. Θαύμα είναι οι ίδιοι οι νόμοι, ενώ κάθε νέα δημιουργική επέμβαση του Θεού είναι μια από τις άπειρες θείες δυνατότητες να δημιουργεί νόμους. Σύμφωνα λοιπόν με την πατερική θεώρηση θαύμα είναι η δομή ολόκληρης της δημιουργίας, μια και τη συνέχει και την διατηρεί σε αρμονία ο δημιουργικός λόγος του Θεού. Νόμοι και θεία δύναμη βρίσκονται σε μία άρρηκτη και δυναμική σχέση, αφού η κτίση διατηρείται και συνέχεται από το δημιουργό της. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την ιστορία, γι' αυτό και το θαύμα ακουμπά και τη δομή του ιστορικού γίγνεσθαι. Είναι χαρακτηριστικό πως όποτε η [[Αγία Γραφή]] αναφέρει ένα θαύμα, ουδέποτε τίθεται θέμα σύγκρουσης με τους φυσικούς νόμους. Αντιθέτως εξιστορείται ως μία νέα φυσική διεργασία, που αποτελεί μια νέα νομοτέλεια μέσα στη δομή του σύμπαντος και της ιστορίας, ουσιαστικά ως μια προέκταση της υπάρχουσας νομοτέλειας<ref>ο.π.</ref>. Έτσι αντιλαμβανόμαστε τη διαφορά του ειδωλολατρικού θαύματος και της χριστιανικής ορθόδοξης διδασκαλίας. Από τη μια μιλάμε για κατάλυση της γνωστής συμπαντικής πραγματικότητας, από την ορθόδοξη οπτική όμως μιλάμε για μία επέκταση της ενιαίας συμπαντικής νομοτέλειας, που καθορίζεται από το δημιουργό.
Το θαύμα στην ορθόδοξη παράδοση, πρώτιστα εντάσσεται ως συνολική έκφραση στη δομή της δημιουργίας, γι αυτό και κάθε επιμέρους θαύμα εντάσσεται πρώτα στο σύνολο, αφού σκοπός του είναι να εξυπηρετήσει τη καθολικότητα του σχεδίου της θείας οικονομίας, μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι<ref>ο.π.</ref>. Γι αυτό και δε το θεωρούμε θεωρείται ως κάτι παράξενο, τυχαίο ή ανατρεπτικό της φυσικής και ιστορικής τάξης το οποίο δεν μπορεί να εξηγηθεί ορθολογικά. Αντιθέτως. Κάθε "αλογοποίηση" του θαύματος το μετατρέπει σε ειδωλολατρικό και μαγικό φαινόμενο<ref>ο.π., σελ. 71</ref>. Γι αυτό τελικά το παράδοξο και το θαύμα γίνεται με ένα τρόπο, που η έρευνα δεν αποκλείεται και η γνώση της αλήθειας αυτής, όπως μας υπομνηματίζει ο [[Μέγας Βασίλειος]]<ref>Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία εις την εξαήμερον PG 29, 25A</ref>, σε τίποτα δε μειώνει το θαυμασμό και την πίστη μας στο Θεό<ref>ο.π., σελ. 72</ref>.
Βασική προϋπόθεση στην ορθόδοξη θεολογία περί του θαύματος, είναι να μην αυτονομείται και απομονώνεται από την εκκλησιαστική διάσταση του γεγονότος. Αντιθέτως είναι φανερό μέσω της Αγίας Γραφής πως το θαύμα εντάσσεται στην όλη πορεία της ιστορίας της θείας οικονομίας, σε σημείο πολλές φορές να μη διαφαίνεται η ιδιαιτερότητά του μέσα στην ιστορία και τη ζωή της κοινότητας<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 161</ref>. Έτσι παρατηρούμε πως στην [[Αγία Γραφή]], όταν ένας συγγραφέας αναφέρει ένα θαύμα, το εκθέτει σαν ένα ιστορικό γεγονός δίχως να προσπαθεί να πείσει τον αναγνώστη<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 161</ref>. Το θαύμα πάντοτε αποτελεί φανέρωση της «θείας δόξας», αποτελεί φανέρωση της [[Βασιλεία του Θεού|θείας βασιλείας]] και επομένως κάθε θαύμα εντάσσεται σε καθολικές και κοινωνικές διαστάσεις, με σκοπό να εξυπηρετήσει ολόκληρη την κοινότητα. Θαύμα για την προσωπική ευτυχία ενός ανθρώπου δεν εννοείται, παρά μόνο ως ειδωλολατρεία<ref>Νίκος Ματσούκας, Ορθοδοξία και Αίρεση, σελ. 316</ref>. Κάθε φορά δε που που ερμηνεύεται έτσι, έχουμε σοβαρή παρερμηνεία και εκτροπή της αποκάλυψης του Θεού στον κόσμο, σε σημείο να παραμορφώνεται η ίδια η ζωή της κοινότητας και να οδηγείται σε εσφαλμένη θεωρητική διδασκαλία<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 166</ref>. Το οποιοδήποτε λοιπόν θαύμα νοείται μόνο ως τελείωση και εξασφαλίζεται μέσα σε καθολικά και κοινωνικά πλαίσια. Γι αυτό και ποτέ δεν αποσκοπεί στην κατάπληξη ή την πειθώ, αλλά στην εκπλήρωση του νοήματος της εκκλησίας ως κοινωνίας<ref>Νίκος Ματσούκας, Ορθοδοξία και Αίρεση, σελ. 316</ref> και τελικά την εξέλιξη και την τελείωση<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 164</ref>.