12.426
επεξεργασίες
Αλλαγές
→Προς Αυτόλυκον
Όπως προαναφέρθηκε, από τα κείμενα που συνέγραψε ο Θεόφιλος, μόλις τρία διασώθηκαν δια του ''Codex Marc. 496'' του ενδεκάτου αιώνος. Ανευρέθη στη βιβλιοθήκη του Βησαρρίωνος και φέρει την επιγραφή ''"Θεοφίλου προς Αυτόλυκον"'', στον πίνακα δε των περιεχομένων υπάρχει πιο σαφής αναφορά στο Θεόφιλο, αφού αναφέρεται ως πατριάρχης Αντιοχείας και έτσι συνδυαστικά και με την αναφορά του Ευσεβίου για τρεις λόγους προς Αυτόλυκον του οικείου επισκόπου, η θεολογική έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όντος του ανήκουν.
Στο έργο ο Αυτόλυκος εμφανίζεται ως εθνικός ο οποίος δυσανασχετεί με τη χριστιανική διδασκαλία και με την προσχώρηση του Θεόφιλου σε αυτήν. Αν όντως είναι υπαρκτό πρόσωπο δεν μπορεί να διασταυρωθεί, αλλά ήταν μία συνήθης τακτική της εποχής, οι μετακινούμενοι εθνικοί στο χριστιανισμό να γίνονται δεκτοί από φίλους τους εθνικούς ώστε να απολογούνται<ref>Π. Χρήστου, ενθ.αν., 589</ref>. Το γεγονός βέβαια ότι ο Αυτόλυκος δεν προσχωρεί τελικά στο χριστιανισμό, συμβάλλει στην πεποίθηση ότι ίσως είναι αληθινό γεγονός, αλλά ο προτρεπτικός χαρακτήρας του έργου το ανάποδο<ref>Π. Χρήστου, ενθ.αν., 589</ref>. Κατά την άποψη του πατρολόγου ''Παναγιώτη Χρήστου'' κάτι τέτοιο δε συμβαίνει καθώς δεν εξάγεται ενότητα των τριών βιβλίων μέσω της σχετικής κριτικής φιλολογικής έρευνας, ούτε από την πληροφορία του [[Λακτάντιος|Λακτάντιου]]<ref>Institutiones divinae 1, 23</ref>, που αναφέρει ότι ο Θεόφιλος είχε συγγράψει αυτοτελές έργο. Προβλήματα επίσης εσωτερικής δομής οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα, με αποτέλεσμα το πρώτο βιβλίο προφανώς να απευθύνεται σε κάποιο έτερο εθνικό, αφού δεν αναφέρεται το όνομα του Αυτόλυκου, ενώ στα επόμενα να δύο να παρατηρούνται όλες οι αντίστοιχες δομές και εσωτερικές προϋποθέσεις ώστε αυτά να αποτελούν δύο συνεχή κείμενα, προς τον Αυτόλυκο<ref>Π. Χρήστου, ενθ.αν., 589-591</ref>. Κατά τον Στ. Παπαδόπουλο, το πρόσωπο είναι εικονικό, όμως τα τρία βιβλία συνιστούν τη αυτή μία ενότητα<ref>Στ. Παπαδόπουλος, ενθ. αν., 283</ref>. Μέσω της γραμματείας των τριών βιβλίων επίσης παρατηρείται πως ο Θεόφιλος χρησιμοποιεί κατά βάση προϋπάρχον κατηχητικό υλικό<ref>Στ. Παπαδόπουλος, ενθ. αν., 283</ref>, κάνοντας σύνθεση αυτής και όχι απλή παράθεση.
Στο πρώτο βιβλίο, διακρίνεται η διαλεκτική αντιπαράθεση ενός εθνικού με το Θεόφιλο. Ο πρώτος εξαίροντας την υπερβατικότητα του θεού και με μία αγνωστικιστική (ως προς την προσιτότητα και όχι την ύπαρξη) διάθεση προβαίνει σε μία προσπάθεια να παρουσιάσει τις αδυναμίες της χριστιανικής διδασκαλίας, αφού ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει το Θεό. Ο Θεόφιλος απαντά ότι αυτό μπορεί να συμβεί μέσω της καθαρότητας της καρδιάς και προχωρεί σε σύγκριση των κτιστών θεών, με το άκτιστο της δόξης του χριστιανικού Θεού. Χαρακτηριστικά λέγει ότι ο βασιλιάς δεν πρέπει να προσκυνάτε, αλλά να απλώς τιμάται. Έτσι κέντρο του βιβλίου καταστάται η θεογνωσία<ref>Π. Χρήστου, ενθ.αν., 591</ref>. Ο συνομιλητής κατά τη διάρκεια του έργου χλευάζει τους χριστιανούς και την αποκρουστική πίστη τους. Καταλήγει δε χλευάζοντας και τη θεωρία της ανάστασης, ζητώντας να δει ένα αναστημένο. Ο Θεόφιλος απαντά με τη γνωστή κοσμολογική ένδειξη περί εναλλαγής ημέρας και νύχτας, αναστάσεως και δύσεως της σελήνης για να καταλήξει ''"επειδή προσεθηκας ώ εταίρε, δείξον μοι τον Θεό σου, ούτος μου Θεός, και συμβουλεύω σοι φοβείσθαι αυτόν και πιστεύειν αυτώ"''<ref>Προς Αυτόλυκον 14</ref>.
Τα επόμενα δύο βιβλία αποτελούν μία ενότητα. Ο συγγραφέας φαίνεται πως συνέταξε μία πραγματεία, την οποία λόγω εκτάσεως τη χώρισε σε δύο μέρη<ref>Π. Χρήστου, ενθ. αν. 592</ref>. Το γενικό περιεχόμενο του έργου είναι μία σύγκριση χριστιανικής και εθνικής γραμματείας και το απευθύνει προς κάποιο Αυτόλυκο, με τον οποίο πιθανόν κάποτε είχε διεξάγει σχετικές συζητήσεις<ref>Π. Χρήστου, ενθ.αν., 592</ref>. Στο δεύτερο λοιπόν βιβλίο ο Θεόφιλος αντιδιαστέλλει την άποψη του Αυτολύκου, ότι ο χριστιανισμός είναι μωρία. Αναφέρει πως μωρία είναι η εθνική πίστη, και παραθέτει τις χριστιανικές γραφές έναντι των φιλοσόφων σε σημεία όπως η δημιουργία, η ηθική, η ανθρωπολογία, την διδασκαλία των προφητών. Τελικώς τον προτρέπει να αναζητήσει την αλήθεια μέσω του Θεού του ζώντος. Στο τρίτο βιβλίο παρατηρούμε μια αραγή αρραγή συνέχεια ως προς τη θεματολογία και τον τρόπο παράθεσης. Κατά τον ''Vermander'' μάλιστα, το βιβλίο αυτό πιθανώς είναι έμμεση απάντηση κατά του Κέλσου. Ο Θεόφιλος εδώ επισημαίνει και πάλι την υπεροχή των χριστιανικών γραφών έναντι των εθνικών συγγραμμάτων στην περί της αληθείας πραγματικότητα. Εδώ όμως θα προβάλλει και την παλαιότητα της πίστεως του χριστιανισμού και των γραφών αυτού, καθότι ο συνομιλητής θα προσάψει στο χριστιανισμό νεοφανή διδασκαλία και σύνταξη συγγραμμάτων. Ο Θεόφιλος επισημαίνει ότι η ανθρώπινη σοφία δεν μπορεί να συγκριθεί με τη θεϊκή, που ενέχεται στα χριστιανικά συγγράμματα, ενώ σκοπός αυτών είναι η ηθική επιμόρφωση, περί φιλανθρωπίας, ευσεβείας, δικαιοσύνης, σεμνότητος, εγκράτειας. Τέλος προσδιορίζει ως [[Έτος Κόσμου|έτος κόσμου]] το 5515 προ του Χριστού.
==Θεολογία==