Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Υπατία"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
  
 
==Χρονολογία γέννησης==
 
==Χρονολογία γέννησης==
Στη βιβλιογραφία, οι χρονολογίες γέννησης που συναντάμε για την ''Υπατία'' είναι δύο: το έτος 370 και τα έτη 355/360 μ.Χ. Αν και η χρονολογία 370 συναντάται πολύ συχνά, εντούτοις ''"αρκετές ενδείξεις από άλλες πηγές μας οδηγούν να τοποθετήσουμε τη γέννηση της νωρίτερα"''<ref>Dzielska Maria, ''Υπατία η Αλεξανδρινή'', ό.π., σελ. 130.</ref>. Συγκεκριμένα, ο ''Ιωάννης Μαλάλας'' (491-578) αναφέρεται στην ηλικία της ''Υπατίας'' με την έκφραση ''"ην δε παλαιά γυνή"''<ref>''Χρονογραφία'', '''''PG''''' 97,536Α.</ref> και φαίνεται να ''"υποστηρίζει με πειστικότητα ότι, την εποχή του φρικτού θανάτου της, η Υπατία ήταν αρκετά ηλικιωμένη"'', οπότε, ''"βασιζόμενοι στον Μαλάλα, ορισμένοι λόγιοι...σωστά υποστηρίζουν ότι η φιλόσοφος γεννήθηκε γύρω στο 355 και ήταν περίπου 60 ετών όταν πέθανε"''<ref>Dzielska Maria, ''Υπατία η Αλεξανδρινή'', ό.π.</ref>.
+
Στη βιβλιογραφία, οι χρονολογίες γέννησης που συναντάμε για την ''Υπατία'' είναι δύο: το έτος 370 και τα έτη 355/360 μ.Χ. Η χρονολογία 370 προέρχεται από την ερμηνεία της φράσης ''"ήκμασεν επί της βασιλείας Αρκαδίου"''<ref>Bekkeri Immanuelis, ''Suidae Lexicon'', Berolini 1854, σελ. 1069.</ref> την οποία συναντάμε στο λεξικό ''Σούδα'' και η οποία προέρχεται από ένα λεξικό για τους Έλληνες συγγραφείς του ''Ησύχιου της Μιλήτου'' (γνωστού ως ''Επιφανούς''), το οποίο γράφτηκε τον 6ο αιώνα<ref>Dzielska Maria, ''Υπατία η Αλεξανδρινή'', ό.π., σελ. 130.</ref>. Αν δηλαδή είχε γεννηθεί το 370, θα βρισκόταν στην ωριμότητα της γύρω στο 400, που ήταν περίπου το μέσο της βασιλείας του ''Αρκαδίου'' (395-408). Αν και η χρονολογία 370 συναντάται πολύ συχνά, εντούτοις ''"αρκετές ενδείξεις από άλλες πηγές μας οδηγούν να τοποθετήσουμε τη γέννηση της νωρίτερα"''<ref>Dzielska Maria, ''Υπατία η Αλεξανδρινή'', ό.π., σελ. 130.</ref>. Συγκεκριμένα, ο ''Ιωάννης Μαλάλας'' (491-578) αναφέρεται στην ηλικία της ''Υπατίας'' με την έκφραση ''"ην δε παλαιά γυνή"''<ref>''Χρονογραφία'', '''''PG''''' 97,536Α.</ref> και φαίνεται να ''"υποστηρίζει με πειστικότητα ότι, την εποχή του φρικτού θανάτου της, η Υπατία ήταν αρκετά ηλικιωμένη"'', οπότε, ''"βασιζόμενοι στον Μαλάλα, ορισμένοι λόγιοι...σωστά υποστηρίζουν ότι η φιλόσοφος γεννήθηκε γύρω στο 355 και ήταν περίπου 60 ετών όταν πέθανε"''<ref>Dzielska Maria, ''Υπατία η Αλεξανδρινή'', ό.π.</ref>.
  
  

Αναθεώρηση της 14:38, 2 Ιανουαρίου 2010

Η Υπατία ήταν μαθηματικός και νεοπλατωνική φιλόσοφος του 4ου/5ου αι. μ.Χ., κόρη του μαθηματικού και αστρονόμου Θέωνα από την Αλεξάνδρεια. Στην ίδια αυτή πόλη, η ξακουστή φιλόσοφος γεννήθηκε, δίδαξε αλλά και πέθανε στα 415 μ.Χ., στην ηλικία των 45[1] ή 60 ετών[2], δολοφονημένη βίαια από όχλο χριστιανών[3] οι οποίοι την κατέκοψαν με θραύσματα αγγείων[4] ή κοφτερά όστρακα[5] και μετά έκαψαν τα σκορπισμένα και αιμόφυρτα μέλη της[6], ως τραγική κατάληξη μιας σύγκρουσης που "είχε να κάνει με την πολιτική ζωή της Αλεξάνδρειας"[7].

Χρονολογία γέννησης

Στη βιβλιογραφία, οι χρονολογίες γέννησης που συναντάμε για την Υπατία είναι δύο: το έτος 370 και τα έτη 355/360 μ.Χ. Η χρονολογία 370 προέρχεται από την ερμηνεία της φράσης "ήκμασεν επί της βασιλείας Αρκαδίου"[8] την οποία συναντάμε στο λεξικό Σούδα και η οποία προέρχεται από ένα λεξικό για τους Έλληνες συγγραφείς του Ησύχιου της Μιλήτου (γνωστού ως Επιφανούς), το οποίο γράφτηκε τον 6ο αιώνα[9]. Αν δηλαδή είχε γεννηθεί το 370, θα βρισκόταν στην ωριμότητα της γύρω στο 400, που ήταν περίπου το μέσο της βασιλείας του Αρκαδίου (395-408). Αν και η χρονολογία 370 συναντάται πολύ συχνά, εντούτοις "αρκετές ενδείξεις από άλλες πηγές μας οδηγούν να τοποθετήσουμε τη γέννηση της νωρίτερα"[10]. Συγκεκριμένα, ο Ιωάννης Μαλάλας (491-578) αναφέρεται στην ηλικία της Υπατίας με την έκφραση "ην δε παλαιά γυνή"[11] και φαίνεται να "υποστηρίζει με πειστικότητα ότι, την εποχή του φρικτού θανάτου της, η Υπατία ήταν αρκετά ηλικιωμένη", οπότε, "βασιζόμενοι στον Μαλάλα, ορισμένοι λόγιοι...σωστά υποστηρίζουν ότι η φιλόσοφος γεννήθηκε γύρω στο 355 και ήταν περίπου 60 ετών όταν πέθανε"[12].



Μυθιστορηματικές περιγραφές της Υπατίας

Το έτος γέννησης που γίνεται αποδεκτό για την Υπατία, σε κάθε περίπτωση μαρτυρά ότι το έτος 415 "δεν μαρτύρησε ένα παιδί-θαύμα ή μια νεαρή κοπέλα, αλλά μια ώριμη κυρία"[13], αντίθετα με τα όσα περιγράφει ο "καλλιτεχνικά εξωραϊσμένος, αλλά παραμορφωμένος από συναισθήματα και ιδεολογικές προκαταλήψεις" θρύλος, ο οποίος "απέκτησε τεράστια δημοτικότητα επί ολόκληρους αιώνες, παρεμποδίζοντας τις προσπάθειες των μελετητών για μια αντικειμενική παρουσίαση της ζωής της Υπατίας, κάτι που εξακολουθεί να υφίσταται ακόμα και σήμερα"[14] (βλ. π.χ. και σχετική ταινία Agora (2009), και την εικόνα της Υπατίας που επιλέχθηκε η οποία δεν ανταποκρίνεται στις αρχαίες πηγές).

Όπως σημειώνει ο καθ. Στυλιανός Παπαδόπουλος, αν και η μυθιστορία "θέλει νέα και θελκτική την Υπατία", στην πραγματικότητα εκείνη "ήταν τότε εξήντα ετών και ζούσε λιτά, σχεδόν ασκητικά"[15], έχοντας μάλιστα "αρνηθεί τη θηλυκότητα της ως εμπόδιο στην πνευματική της εργασία"[16]. "Η σωφροσύνη της εκδηλωνόταν με την πλήρη σεξουαλική αποχή, την περίφημη αρετή που ενίσχυε τη φήμη της για αγνότητα την οποία διέδιδαν παντού οι μαθητές της. Έμεινε παρθένος μέχρι το τέλος της ζωής της"[17] και μάλιστα, "η παρθενία της Υπατίας τη φέρνει πλησιέστερα προς τις άγιες χριστιανές γυναίκες παρά στις παγανίστριες, που συνήθως παντρεύονταν"[18]. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν κάποτε "ένας από τους μαθητές της την ερωτεύτηκε...αυτή τον αποθάρρυνε πετώντας του ένα χρησιμοποιημένο πανί περιόδου...Αυτό, είπε, ήταν ό,τι αγαπούσε, και όχι κάτι όμορφο: εννοούσε δηλαδή ότι...αντί να στρέφει τον πόθο του στις αμετάβλητες αλήθειες, που μόνο αυτές είναι όμορφες, επέτρεπε στον εαυτό του να περισπάται από τις σωματικές επιθυμίες"[19][20].

Ο Θάνατος της Υπατίας (415 μ.Χ.)

Ο Κύριλλος Αλεξανδρείας και η εμπλοκή του στα τραγικά γεγονότα

Υποσημειώσεις

  1. Η γέννηση της τοποθετείται στα 370 στο: J. M. Rist, Hypatia, Phoenix, τόμ., 19, αρ. 3, (Φθινόπωρο 1965), σελ. 215.
  2. Η γέννηση της τοποθετείται στα 355/360 στο: Καρπόζηλος Απόστολος, Βυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι, τόμ. Α΄ (4ος-7ος αι.), Αθήνα 1997, η αναφορά από το: Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, 3η έκδ., Αρμός, 2003, σελ. 185.
  3. Σωκράτoυς, Εκκλ. Ιστορία, PG 67,769Α.
  4. Μιχάλαγα Δέσποινα, Οι Παραβαλανείς ως φορείς κοινωνικής αντίληψης των πρώτων χριστιανικών χρόνων, ΕΕΘΣΑ, τόμ. 34, Αθήνα 1999, σελ. 549.
  5. Λαμπροπούλου Σταυρούλα, Υπατία, η Αλεξανδρινή φιλόσοφος, περιοδ. Πλάτων, έτος ΚΘ΄, τόμ. 29, τεύχ. 57-58, Αθήνα 1977, σελ. 76.
  6. Ματσούκας Α. Νίκος, Ορθοδοξία και Αίρεση στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς του Δ', Ε', ΣΤ' αιώνα, 2η έκδ., Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 221.
  7. Chuvin Pierre, Οι τελευταίοι εθνικοί. Ένα χρονικό της ήττας του παγανισμού, εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 112.
  8. Bekkeri Immanuelis, Suidae Lexicon, Berolini 1854, σελ. 1069.
  9. Dzielska Maria, Υπατία η Αλεξανδρινή, ό.π., σελ. 130.
  10. Dzielska Maria, Υπατία η Αλεξανδρινή, ό.π., σελ. 130.
  11. Χρονογραφία, PG 97,536Α.
  12. Dzielska Maria, Υπατία η Αλεξανδρινή, ό.π.
  13. Chuvin Pierre, Οι τελευταίοι εθνικοί..., ό.π., σελ. 111.
  14. Dzielska Maria, Υπατία η Αλεξανδρινή, Ενάλιος, Αθήνα 1997, σελ. 17.
  15. Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2004, σελ. 31.
  16. Μαντάς Κώστας, Σύντομη αναδρομή στην ιστορία της γυναικείας εκπαίδευσης, στο περιοδ. Αρχαιολογία και Τέχνες, Ίδρυµα Μελετών Λαµπράκη, τεύχ. 81 (Δεκέμβριος 2001), σελ. 91. Ο Κώστας Μαντάς διευκρινίζει στη συνέχεια ότι "αυτή η απώθηση της ιδιαιτερότητας του φύλου μιας διανοήτριας, έφθασε ως κληρονομιά ως τον 20ό αιώνα, ως τα κείμενα της ίδιας της Σιμόν ντε Μποβουάρ".
  17. Dzielska Maria, Υπατία η Αλεξανδρινή, ό.π., σελ. 105-106.
  18. Dzielska Maria, Υπατία η Αλεξανδρινή, ό.π., σελ. 106, υποσημ. #50.
  19. Clark Gillian, Οι γυναίκες στην όψιμη αρχαιότητα, Παπαδήμας, Αθήνα 1997, σελ. 124
  20. Για τη διήγηση αυτή βλ. και λεξικό Σούδα, στο Bekkeri Immanuelis, Suidae Lexicon, Berolini 1854, σελ. 1069: "το σύμβολον επιδείξασαν της ακαθάρτου γεννέσεως".
    Η ιστορία αυτή που ενσωματώνει η Σούδα, προέρχεται από το έργο του Δαμασκίου, "Ισιδώρου βίος" (Dzielska, Υπατία..., ό.π., σελ. 99).

Βιβλιογραφία

  • Chuvin Pierre, Οι τελευταίοι εθνικοί. Ένα χρονικό της ήττας του παγανισμού, εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 108-112.
  • Cross F. L.-Livingstone E. A., The Oxford dictionary of the Christian Church, 3rd ed., Oxford University Press, New York 1997, σελ. 446.817.
  • Dzielska Maria, Υπατία η Αλεξανδρινή (μτφρ. Κουσουνέλος Γιώργος), Ενάλιος, Αθήνα 1997.
  • Kroh Paul, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 448-449.
  • Michael A. B. Deakin, The Primary Sources for the Life and Work of Hypatia of Alexandria.
  • Philip Schaff, History of the christian church, Vol. 3 (Chapter X, §171. Cyril of alexandria), Wm. B. Eerdmans, Grand Rapids, Michigan 1910, σελ. 943.
  • Rist M.J., Hypatia, Phoenix, τόμ., 19, αρ. 3, (Φθινόπωρο 1965), σελ. 214-225.
  • Ενισλείδης Χρ., Αγία Αικατερίνη, ΘΗΕ τόμ. 1 (1962), στ. 1037-1039.
  • Λαμπροπούλου Σταυρούλα, Υπατία, η Αλεξανδρινή φιλόσοφος, περιοδ. Πλάτων, έτος ΚΘ΄, τόμ. 29, τεύχ. 57-58, Αθήνα 1977, σελ. 65-78.
  • Ματσούκας Α. Νίκος, Ορθοδοξία και Αίρεση στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς του Δ΄, Ε΄, ΣΤ΄ αιώνα, 2η έκδ., Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 221-222.
  • Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, 3η έκδ., Αρμός, 2003, σελ. 138-143 & 175-187.
  • Μιχάλαγα Δέσποινα, Οι Παραβαλανείς ως φορείς κοινωνικής αντίληψης των πρώτων χριστιανικών χρόνων, ΕΕΘΣΑ, τόμ. 34, Αθήνα 1999, σελ. 547-550.
  • Σαββίδης Αλέξης, Τα Χρόνια Σχηματοποίησης του Βυζαντίου, 284-518 μ.Χ., Ιστορικές Εκδόσεις Στέφανος Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα 1983, σελ. 82-83.
  • Σπετσιέρης Κωνσταντίνος, Εικόνες Ελλήνων Φιλόσοφων εις Εκκλησίας, ΕΕΦΣΠΑ, περίοδος Β΄, τόμ. ΙΔ΄, 1963-1964, σελ. 386-458.
  • Σπετσιέρης Κωνσταντίνος, Εικόνες Ελλήνων Φιλόσοφων εις Εκκλησίας (Συμπληρωματικά Στοιχεία), ΕΕΦΣΠΑ, περίοδος Β΄, τόμ. ΚΔ΄, 1973-1974, σελ. 397-436.
  • Υπατία, εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 59, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
  • Φλορόφσκυ Γεώργιος, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 5ου αιώνα, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 456-457.
  • Χρήστου Παναγιώτης, Ελληνική Πατρολογία, τόμ. Δ΄, 2η έκδ., Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 341-342.
  • Χρήστου Παναγιώτης, Κύριλλος Αλεξανδρείας, ΘΗΕ τόμ. 7 (1965), στ. 1162.