Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Σάκος"
μ |
μ (link) |
||
(Μία ενδιάμεση έκδοση από ένα χρήστη δεν εμφανίζεται) | |||
Γραμμή 15: | Γραμμή 15: | ||
[[Κατηγορία:Ιερατικά άμφια]] | [[Κατηγορία:Ιερατικά άμφια]] | ||
[[Κατηγορία:Επισκοπικά άμφια|Σ]] | [[Κατηγορία:Επισκοπικά άμφια|Σ]] | ||
+ | [[en:Sakkos]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 03:06, 26 Μαΐου 2011
Ο αρχιερατικός σάκος είναι άμφιο του επισκόπου στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ετυμολογικά η λέξη αποδίδεται στην εβραϊκή λέξη «σακ» που σημαίνει «το ένδυμα της μετάνοιας και ταπείνωσης».
Αρχικά ο σάκος ήταν επίσημο ένδυμα των Αυτοκρατόρων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ο Οικουμενικός Πατριάρχης αντικατέστησε το πολυσταύριο φαιλόνιο, που ως τότε φορούσαν οι επίσκοποι, με το σάκο, και στη συνέχεια τον ακολούθησαν όλοι οι επίσκοποι της Εκκλησίας. Αυτό έγινε για να καταδειχθεί ότι κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ο Πατριάρχης με την Ιεραρχία συνέχιζαν, ως ένα βαθμό, την πολιτική οργάνωση του υπόδουλου λαού. (Ωμοίως και το αυτοκρατορικό στέμμα έγινε η μίτρα των επισκόπων).
Ο σάκος συμβολίζει τη χλαίνα της ύβρεως του Κυρίου. Φέρει δώδεκα κουδουνάκια, που συμβολίζουν τη διδασκαλία των δώδεκα Αποστόλων, την οποία συνεχίζουν οι επίσκοποι.
Πηγή
Στιχάριον | Πετραχήλι | Σάκος | Ζώνη του Ιερέα | Επιμάνικα | Επιγονάτιο | Ωμοφόριο | | Μίτρα | Ποιμαντορική Ράβδος | Σταυρός | Εγκόλπιο