Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Μοναχισμός

254 bytes αφαιρέθηκαν, 12:24, 1 Ιουλίου 2007
καμία σύνοψη επεξεργασίας
==Γενικές ιστορικές θεωρήσεις==
Όπως συνέβη και με άλλες θρησκείες στο κίνημα του μοναχισμού συναντήθηκαν [[άνθρωπος|άνθρωποι]] από όλα τα κοινωνικά στρώματα, που εγκατέλειπαν την κοσμική ζωή τους προκειμένου να αποσυρθούν σε κάποιον απομονωμένο τόπο (έρημος) ή σε κάποια μονή, ανάλογα με το πρότυπο μοναχισμού που ακολουθούσαν. Από το κίνημα του μοναχισμού κανείς δεν αποκλειόταν. Αυτοκράτορες, όπως ο Μιχαήλ A' Ραγκαβές (811-813) ή ο Ιωάννης ΣT' Καντακουζηνός (1347-1355) τερμάτισαν τη ζωή τους ως μοναχοί, ενώ ακόμα και πόρνες ή ληστές μπορούσαν να ασπαστούν τον μοναχικό βίο, περνώντας έτσι σε έναν διαφορετικό τρόπο ζωής και θεώρησης του κόσμου.
Οι μαρτυρίες υποδηλώνουν την ύπαρξη αναχωρητών στην Αίγυπτο ήδη από τα μέσα του [[3ος αιώνας|3ου μ.Χ. αιώνα]] και πατέρας του αναχωρητισμού θεωρείται ο [[Μέγας Αντώνιος]] (251- 356), που έζησε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του σε συνθήκες απομόνωσης, [[Προσευχή|προσευχής]] και νηστείας. Ένα μεγάλο μέρος της φήμης του οφείλεται στη βιογραφία του, που αποδίδεται στον [[Μέγας Αθανάσιος|Μ. Αθανάσιο]], επίσκοπο Αλεξάνδρειας και πολέμιο του [[Αρειανισμός|Αρειανισμού]].
Το πρώτο ανώτατο συλλογικό όργανο της Εκκλησίας που ασχολήθηκε με την οργάνωση του μοναχικού βίου, υπήρξε η [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Δ' Οικουμενική Σύνοδος]] το 451. Κανόνες που θεσπίσθηκαν, περιόριζαν τις δραστηριότητες των μοναχών, ώστε να αποκλεισθεί η ανάμιξή τους σε κοσμικά θέματα, ενώ ρύθμιζαν ζητήματα διοίκησης του μοναστηριού και δικαιοδοσίας του [[Ηγούμενος|Ηγουμένου]] ή του [[Επίσκοπος|Επισκόπου]] που ήταν ο μόνος αρμόδιος να εγκρίνει την ίδρυση νέων μονών.
Αντίθετα με άλλα κινήματα αναχωρητισμού που εμφανίστηκαν σε άλλες θρησκείες και περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας και διατήρησαν εν γένει στο σκοτάδι την αληθινή φυσιογνωμία τους, ο χριστιανικός μοναχισμός ανέπτυξε ένα πλήρες (αρχικά προφορικό) σύστημα καταγραφής των διδασκαλιών του και των ατόμων που διαμόρφωσαν σταδιακά το πλήρες σύστημά του. Ως επιφανέστερους ανάμεσα στους ταξιδιώτες και προσκυνητές που κατέγραψαν τις εντυπώσεις τους από τα ασκηταριά και τα μοναστήρια που επισκέφτηκαν θα μπορούσαμε να καταγράψουμε τον [[Παλλάδιος|Παλλάδιο]], επίσκοπο Ελενουπόλεως, που έγραψε τη ''Λαυσαϊκή Ιστορία'' (420 περ.) και τον [[Ιωάννης Μόσχος|Ιωάννη Μόσχο]], που έγραψε το ''Λειμωνάριον'' (620 περ.)
==Αναχωρητικός μοναχισμός==
Η Αίγυπτος είναι ο τόπος στον οποίο γεννήθηκε και από τον οποίο εξαπλώθηκε ο αναχωρητικός μοναχισμός. Δεδομένης της υψηλής θρησκευτικότητας του αιγυπτιακού λαού κατά την αρχαιότητα και της ιδιοτυπίας του τοπίου της ερήμου, η απομόνωση και η ησυχία που πρόσφερε η [[έρημος]] ήταν ένα υψηλό κίνητρο για εκείνον που διακατεχόταν από μεταφυσική αγωνία και ενοχλείτο από τον θόρυβο της κοσμικής ζωής.
Κινούμενοι από υψηλά ή και ταπεινά κίνητρα άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας και κοινωνικής τάξης προσέτρεξαν να κατοικήσουν σε ερημικές περιοχές, ανέγγιχτες από τον πολιτισμό, προκειμένου να αφιερωθούν στις πνευματικές επιδιώξεις τους. Οι αναχωρητές της αιγυπτιακής ερήμου φαίνεται ήταν στην πλειονότητά τους Κόπτες χωρικοί, δηλαδή άνθρωποι λίγο ή πολύ εξοικειωμένοι με τις δυσκολίες του τοπίου όπου τελικά εμόνασαν. Αυτό αντανακλάται ιδιαίτερα στα ονόματα που απαντώνται σε συλλογές όπως τα ''''Αποφθέγματα των αγίων Γερόντων'''' ή η ''[[Λαυσαϊκή Ιστορία]]'' –όπως Αμμούν, Ματώης, Παμβώ, Παφνούτιος, κ.ά.- και είναι στη μεγάλη τους πλειονότητα [[Κοπτική γλώσσα|Κοπτικά]].
Εκτός από την Αίγυπτο, όμως, η φλόγα της αναχώρησης διαδόθηκε στην παρακείμενη Παλαιστίνη και από εκεί στη Συρία. Η περιοχή όπου παρατηρήθηκε μεγάλη συγκέντρωση αναχωρητών στην Παλαιστίνη ήταν η [[έρημος της Ιουδαίας]], στην περιοχή που καθορίζεται γεωγραφικά μεταξύ της Ιερουσαλήμ δυτικά, του ποταμού Ιορδάνη και της [[Νεκρή θάλασσα|Νεκρής θάλασσας]] ανατολικά. Χαρακτηριστικό των αναχωρητών της περιοχής αυτής ήταν η ποικίλη προέλευσή τους. Σε μια μόνον περιοχή γειτονική των [[Άγιοι Τόποι|Αγίων Τόπων]], ήδη από την τρίτη ή τέταρτη δεκαετία του 4ου αιώνα συγκεντρώνεται ένα ετερόκλητο πλήθος αναχωρητών.
Βασικό πρόβλημα του αναχωρητή υπήρξε η ενδιαίτηση. Φαίνεται πως οι κατοικίες των ασκητών διαμορφώνονταν -σύμφωνα με την Δ. Παπαχρυσάνθου- με πρόχειρα υλικά, ικανά να προσφέρουν μια στοιχειώδη προστασία από τις ακραίες θερμοκρασιακές αλλαγές της ερήμου. Στην Άνω Αίγυπτο πιθανώς ένα απλό καλύβι ήταν αρκετό για να αντιμετωπίσει ο αναχωρητής τις θερμοκρασιακές αλλαγές, αλλά στην Κάτω Αίγυπτο με τις συχνότερες βροχοπτώσεις, η ανάγκη για μια καλύτερη και πλέον στέρεη κατοικία ήταν μεγαλύτερη. Ένα από πλέον πρόσφορα καταλύμματα προς αυτή την κατεύθυνση ήταν τα σπήλαια και σε αρκετές περιπτώσεις οι βραχοσκεπές.
Το δεύτερο στοιχείο που διέκρινε τον αναχωρητή από τον πρότερο κοσμικό βίο ήταν το [[''ένδυμα]]'', που υποδήλωνε και τη στροφή του προς τη νέα ζωή. Η απόρριψη του κοσμικού ενδύματος στην ακραία μορφή της ήταν απόρριψη των ενδυμάτων καθ' ολοκληρίαν. Στις πηγές αναφέρονται πολλοί αναχωρητές που έζησαν το υπόλοιπο του μοναστικού βίου τους γυμνοί με μακριά μαλλιά και γενειάδα. Ο γενικός κανόνας, ωστόσο, ήταν η απέκδυση από του κοσμικού ενδύματος και η ένδυση του ''αγγελικού σχήματος'', του μοναχικού δηλαδή ενδύματος, εθιμική προσφορά συνήθως του συνήθως ενός γέροντα προς τον νέο μοναχό. Στο αγγελικό σχήμα, διαμορφωμένο ήδη από τον 4ο αιώνα, περιλαμβανόταν η ''μηλωτή'', η ''ζώνη'', ο ''ανάλαβος'' (επωμίδα, ωμοφόριο) και το ''κουκούλιον''. Μετά την εγκατάσταση πολλών αναχωρητών στις ερήμους της Ανατολής, το αναχωρητικό σχήμα μαζί με την κουρά έγιναν τα βασικά σύμβολα του τελετουργικού εισδοχής στη μοναστική ζωή.
==Κοινοβιακός μοναχισμός==
==Μοναχισμός και πολιτισμός==
Δεν ήταν λίγες οι φορές που στη Δύση προέκυψαν ακαδημαϊκές ενασχολήσεις με το ερώτημα της σχέσης μεταξύ πολιτισμού και [[Εκκλησία]]ς ή ειδικότερα μοναχισμού, επισημαίνοντας με επικριτική στάση την αντίθεση του προς τον πολιτισμό. Για την [[Εκκλησία]], η συζήτηση αυτή, πολλές φορές κρίθηκε περιττή, καθώς εξ ορισμού η ίδια και ο μοναχισμός αμφισβητούν τον πολιτισμό ή έστω συγκεκριμένα κομμάτια του [[Πολιτισμός|πολιτισμού]] του κόσμου αυτού. Για τους εκκλησιαστικούς άνδρες, μια εκκλησία που θα βρίσκεται κατά πάντα σύμφωνη με τον ήδη διαμορφωμένο πολιτισμό και κόσμο, εξάπαντος παρουσιάζει σημάδια αλλοίωσης. Πίστευαν άλλωστε ότι ήταν πάντοτε δείγμα της αληθινής Εκκλησίας το ότι η ίδια διώκεται κυρίως από την [[εξουσία]] και γενικά αμφισβητείται από το "κοσμικό πνεύμα".
Από την πλευρά της, η [[Εκκλησία]] διατύπωνε πάντα τη δική της πρόταση στον άνθρωπο για συμμετοχή στη ζωή του εκκλησιαστικού σώματος, στη διδαχή και τα [[Μυστήριο|μυστήρια]] και διατύπωνε το αίτημα για την "θεραπεία" των πραγμάτων και των ανθρώπων προκειμένου να επιτευχθεί μια ευτυχής πορεία για εκείνον. Ταυτόχρονα όμως, όλη αυτή η πορεία, για την [[εκκλησία]] δεν ήταν τίποτε άλλο παρά παραγωγή πολιτισμού. Αντίθετη από τη γέννησή της προς τη διαρχία, δεν απαίτησε την καταστροφή του "ασθενούς σώματος", αλλά ανέχτηκε τον πολιτισμό αυτό της "πτώσης" τον οποίο και ζητά να θεραπεύσει.
Ο πολιτισμός της [[εκκλησία]]ς και του μοναχισμού, θεωρούν πως είναι ο δρόμος της αναδημιουργίας όπου τα επιτεύγματα του πολιτισμού όχι μόνο δεν λείπουν από μέσα τους, αλλά απλώνονται παντού: στα γράμματα, στη [[τη ζωγραφική]], τη [[μουσική]], στην [[την αρχιτεκτονική]], στην άσκηση και ασφαλώς στον τρόπο ζωής. Η προσαρμογή και ο [[εκσυγχρονισμός]] της εκκλησίας, με τρόπο που να ακολουθεί τις ραγδαίες αλλαγές των ιστορικών πραγμάτων και γεγονότων δεν είναι ο δρόμος ίασης που επιλέγουν για τον εαυτό τους η [[εκκλησία]] και ο μοναχισμός. Αντίθετα, η παράδοση του μοναχισμού, τον θέλει φαινομενικά (και όχι πραγματικά) απομακρυσμένο από τον κόσμο, ταυτόχρονα όμως κοντά σε αυτόν, και να παράγει πολιτισμό που θα αποτελεί ζύμη μεταμορφωτική του κόσμου.<br> Έτσι, σε όλα τα παραπάνω, βασικό ρόλο έχει το είδος της σχέσης που αναπτύσσει η εκκλησία και ο μοναχισμός με τον κόσμο. Και αν στη σχέση αυτή συμβαίνει η πρόσληψη του κόσμου από την Εκκλησία, τότε μέσω της σχέσης αυτής, ο κόσμος γίνεται εκκλησία και θεραπεύεται. Το άλλο είδος της σχέσης, είναι η εκκοσμίκευση, η πρόσληψη δηλ. της Εκκλησίας από τον κόσμο. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση η εκκλησία γίνεται κόσμος. Στο χώρο της πρώτης σχέσης, πορεύεται η ''[[ορθοδοξία]]'' ενώ στο χώρο της δεύτερης, η ''[[αίρεση]]''.
==Προτεινόμενη βιβλιογραφία==
1.166
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης