Φώτιος Α΄ ο Μέγας

Από OrthodoxWiki
Αναθεώρηση ως προς 20:37, 22 Οκτωβρίου 2008 από τον Papyrus (Συζήτηση | Συνεισφορά) (Σύγκρουση Ρώμης-Κων/πόλεως και Φώτειο σχίσμα)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Ο Μέγας Φώτιος

O Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος (πρώτη πατριαρχία: 858-867, δεύτερη πατριαρχία: 878-886[1]), ο επονομαζόμενος και Μέγας, ήταν η σημαντικότερη εκκλησιαστική και πνευματική προσωπικότητα των μεσο-βυζαντινών χρόνων[2] (γέν. Κωνσταντινούπολη 820; – κοίμ. Μονή Αρμ(ε)ινιανών[3] 6η Φεβρουαρίου 891)[4], αλλά και μεγάλη ιστορική μορφή της Πολιτείας και των Γραμμάτων, και άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας[5]. Ο Μέγας Φώτιος, εξέχων λόγιος, διδάσκαλος, κρατικός λειτουργός, Ιεράρχης, πρεσβευτής, διπλωμάτης, ιεραπόστολος, συγγραφέας εκκλησιαστικός αλλά και της "θύραθεν" γραμματείας του 9ου αιώνα[6], συνέδεσε το όνομά του με το πρώτο ρήγμα μεταξύ των Εκκλησιών Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως[7] (Φώτειο σχίσμα, 863-867), αλλά και με την "αξιοποίηση του ανεξάντλητου πλούτου της κλασικής ελληνικής σοφίας"[8] που οδήγησε σε άνθηση των ελληνικών γραμμάτων[9].

Βίος

Ο Μέγας Φώτιος γεννήθηκε περί το 820 στην Κωνσταντινούπολη, από πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια η οποία διατηρούσε δεσμούς τόσο με το παλάτι όσο και με τον πατριαρχικό θρόνο. Ο πατέρας του ονομαζόταν Σέργιος, άνδρας γνήσια Ορθόδοξος όπως λέει ο ίδιος ο Φώτιος και η μητέρα του Ειρήνη, μια γυναίκα "φιλόθεος τε και φιλάρετος"[10]. Ο αδελφός της μητέρας του είχε παντρευτεί την αδελφή της εικονόφιλης αυτοκράτειρας Θεοδώρας († 867), ενώ ο πατέρας του, ήταν αδελφός του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Ταρασίου († 806)[11]. Ο ίδιος ο Φώτιος έλαβε αξιόλογη μόρφωση και αφιερώθηκε στην μελέτη της κλασικής ελληνικής και της πατερικής γραμματείας των οκτώ πρώτων αιώνων. Υπερείχε όλων των συγχρόνων του σε ευρύτητα παιδείας και ήταν γενικός ο θαυμασμός προς το πρόσωπο του. Είναι πολύ χαρακτηριστικοί οι λόγοι του σφοδρού πολεμίου του Φωτίου, Νικήτα Παφλαγόνα, ο οποίος ήταν και βιογράφος του Πατριάρχη Ιγνατίου[12]:

"Ην δε ούτος ο Φώτιος ου των αγενών τε και ανωνύμων, αλλά και των ευγενών κατά σάρκα και περιφανών σοφία τε κοσμική, συνέσει των εν τη Πολιτεία στρεφομένων ευδοκιμώτατος πάντων ενομίζετο. Γραμματικής γε μεν γαρ και ποιήσεως, ρητορικής τε και φιλοσοφίας και δη ιατρικής και πάσης ολίγου δειν επιστήμης των θύραθεν τοιούτον εαυτώ το περιόν [= η υπεροχή], ως μη μόνον σχεδόν φάναι των κατά την αυτού γενεάν διενεγκείν, ήδη δε και προς τους παλαιούς αυτόν διαμιλλάσθαι. Πάντα γαρ συνέτρεχεν επ αυτώ, η επιτηδειότης της φύσεως, η σπουδή, ο πλούτος, δι' ον και βίβλος επ' αυτόν έρρει πάσα"[13].

Κατά την δεύτερη περίοδο της Εικονομαχίας (815-843), η οικογένεια του Φωτίου υπέστη διώξεις για τα εικονοφιλικά της φρονήματα, ενώ ο ίδιος ο Φώτιος αφορίστηκε για την προσήλωσή του στην τιμή των εικόνων. Μετά όμως τον θρίαμβο τής Ορθοδοξίας (843) και την οριστική αναστήλωση των εικόνων, αποκαταστάθηκε στην εκκλησιαστική κοινωνία και στα χρόνια του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (842-867) πήρε διάφορα αυλικά αξιώματα, φέροντας εις πέρας δύσκολες και υπεύθυνες αποστολές[14].

Παρά όμως τα αυξημένα του καθήκοντα ως ανώτερος δημόσιος λειτουργός, αγαπούσε ιδιαίτερα τη μελέτη και τις πνευματικές αναζητήσεις. Η φήμη της λογιότητάς του φαίνεται ότι προσέλκυε πολλούς φιλομαθείς νέους και ο Φώτιος διατηρούσε εκλεκτό κύκλο μαθητών τους οποίους δίδασκε κατ' οίκον[15]. Θεωρείται μάλιστα πιθανό να δίδαξε και στο "πανεπιστήμιον της Βασιλευούσης"[16] αν και ο Paul Lemerle πιστεύει, ότι δεν είναι καθόλου βέβαιο κάτι τέτοιο: "όσα κι αν λέγονται και επαναλαμβάνονται για το αντίθετο δεν στηρίζονται πουθενά, και μου φαίνεται ότι αν ο Φώτιος είχε, έστω και για ένα διάστημα, διδάξει επαγγελματικά, θα σωζόταν τουλάχιστον κάποια μαρτυρία"[17]. Εκτός από τη διδασκαλία και την απασχόλησή του στο παλάτι, ο Φώτιος εύρισκε πάντα χρόνο για έρευνα και συγγραφή. Η Λέξεων Συναγωγή είναι ένα από τα πρώτα του έργα με το οποίο απέβλεπε στην αναπλήρωση δυσεύρετων ή απολεσθέντων λεξικών. "Η δε Βιβλιοθήκη του, η "Μυριόβιβλος", είναι καθρέπτης των αναλυομένων μετά των μαθητών του και αξιολογουμένων συγγραμμάτων της κλασσικής και μεσαιωνικής περιόδου"[18]. Η Μυριόβιβλος ή αλλιώς Βιβλιοθήκη, παρέχει πληροφορίες για 280 συγγράμματα της χριστιανικής και της θύραθεν λογοτεχνίας, στα οποία πολύ συχνά παραθέτει σύντομες ή εκτεταμένες περιλήψεις, κριτικές παρατηρήσεις και βιογραφικές σημειώσεις για τους συγγραφείς[19]. Καθώς μάλιστα πολλά των μνημονευομένων συγγραμμάτων χάθηκαν, η αξία του έργου του αναδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντική και είναι ο λόγος για τον οποίο το όνομα του Φωτίου έγινε γνωστό στον διεθνή φιλολογικό κόσμο[20]. Την συνέχεια, πάντως, της Βιβλιοθήκης, ανέκοψε η άνοδος του Φωτίου στον πατριαρχικό θρόνο.

Η Εκλογή του Φωτίου στον Πατριαρχικό θρόνο

Από το έτος 847, στον πατριαρχικό θρόνο είχε αναβιβασθεί ο Ιγνάτιος (γιος του Μιχαήλ Ραγκαβέ, πρώην αυτοκράτορα στο διάστημα 811-813), ο οποίος μετά την ανατροπή του πατέρα του είχε ευνουχιστεί και στη συνέχεια υποχρεώθηκε να δεχθεί το μοναχικό σχήμα σε μικρή ηλικία[21]. Η εκλογή του Ιγνατίου η οποία έγινε επί αυτοκράτειρας Θεοδώρας († 867), ικανοποίησε τους ισχυρούς Στουδίτες μοναχούς, γιατί ο Ιγνάτιος, ως μοναχός κι εκείνος, είχε παρόμοιες απόψεις[22]. Όταν όμως αργότερα άλλαξε το πολιτικό καθεστώς με την προώθηση του στρατηγού Βάρδα (αδελφός της Θεοδώρας) στο αξίωμα του καίσαρα και την ανάληψη πρωτοβουλιών από τον Μιχαήλ Γ΄ που είχε ενηλικιωθεί (γιος της Θεοδώρας και ανεψιός του Βάρδα), τότε η συνεργασία της πολιτικής ηγεσίας με τον πατριάρχη έγινε δύσκολη, ιδιαίτερα επειδή ο Βάρδας υποστήριζε την αντίπαλη του Ιγνατίου παράταξη, η οποία θεωρούσε ότι η εκλογή του, αν και αποδεκτή, έγινε με τη βοήθεια της Θεοδώρας[23]. Η οριστική ρίξη ήλθε όταν ο πατριάρχης Ιγνάτιος κινήθηκε βεβιασμένα και δέχθηκε τις συκοφαντίες εναντίον του Βάρδα (για ανήθικες σχέσεις με τη χήρα του γιου του), με συνέπεια να του απαγορεύσει τη Θεία Κοινωνία[24]. Η ανοιχτή αυτή σύγκρουση ήρθε σε μια στιγμή που η ενηλικίωση του νεαρού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ είχε ισχυροποιήσει τον Βάρδα ο οποίος σε μια κατάλληλη ευκαιρία, κατηγόρησε τον Ιγνάτιο για οργάνωση συνωμοσίας αναγκάζοντάς τον να παραιτηθεί από τον πατριαρχικό θρόνο[25].

Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα, αναζητήθηκε ο νέος πατριάρχης και ως καταλληλότερος θεωρήθηκε ο Φώτιος, ο δυνατότερος νους της εποχής εκείνης, έξοχος πολιτικός και ικανότατος διπλωμάτης[26], ο οποίος ύστερα από πολλούς δισταγμούς δέχθηκε, και από λαϊκός σε πέντε μέρες πέρασε απ' όλους τους ιερατικούς βαθμούς και αναγορεύθηκε πατριάρχης στις 25 Δεκεμβρίου του 858[27]. Στην πραγματικότητα, τέτοιες "αθρόον", όπως λέγονται, χειροτονίες "είχαν γίνει πολλές φορές στην Ανατολή, αφού ο αντίθετος κανόνας 10 της συνόδου της Σαρδικής (343), όπως και οι άλλοι κανόνες της δυτικής αυτής συνόδου, μολονότι επικυρώθηκαν από την Πενθέκτη σύνοδο του Τρούλλου (691), δεν εφαρμόσθηκαν στην Ανατολή, ως αναφερόμενοι σαφώς μόνο στις ιδιόμορφες συνθήκες των αρειανικών ερίδων του Δ΄ αι."[28].

Πάντως, οι διαμαρτυρίες των οπαδών του Ιγνατίου ήταν έντονες και συνολικά, οι πολιτικές και εκκλησιαστικές διαστάσεις της εκθρόνισης του Ιγνατίου ήταν μεγάλες. Όσο ο φανατισμός των Ιγνατιανών αύξανε, τόσο αύξανε και η σκληρότητα των εναντίον τους διωγμών, παρά τις επίμονες παραινέσεις του Φωτίου προς τον Βάρδα για φιλάνθρωπη μετριοπάθεια. Η κατάσταση ήταν εύθραυστη εξαιτίας των συνεχών προκλήσεων προς το πρόσωπο του Φωτίου από την πλευρά των Ιγνατιανών. Μέσα στη γενικότερη διαμάχη, κατέστη επίκεντρο η κανονικότητα της εκλογής του Φωτίου[29]. Τότε, οι οπαδοί του πρώην πατριάρχη, με επικεφαλής τους μοναχούς της μονής Στουδίου, ζήτησαν την παρέμβαση του πάπα Νικολάου, ο οποίος με τη σειρά του εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία αυτή για να λύσει οριστικά υπέρ της Δυτικής Εκκλησίας ζητήματα εκκλησιαστικής επιρροής[30].

Σύγκρουση Ρώμης-Κων/πόλεως και Φώτειο σχίσμα

Όταν στο θρόνο της Κων/πόλεως ανερχόταν ο Φώτιος, στον παπικό θρόνο είχε μόλις ανέλθει ο πάπας Νικόλαος Α΄ (858-867) άνθρωπος φιλόδοξος[31] ο οποίος φρόντιζε να προβάλλει το Παπικό πρωτείο ακόμη και με χρήση χαλκευμένων κειμένων (βλ. άρθρο Παπικό πρωτείο). Στην περίπτωση του Φωτίου, ο προηγούμενος Πατριάρχης, Ιγνάτιος, είχε εξοριστεί από τον Αυτοκράτορα και οντάς στην εξορία αναγκάστηκε να παραιτηθεί υπό πίεση. Οι υποστηρικτές του Ιγνατίου, αρνούμενοι να δεχτούν ως νόμιμη αυτή την παραίτηση, θεωρούσαν τον Φώτιο ως σφετεριστή. Ο Νικόλαος θεώρησε την ευκαιρία μοναδική για να καταστεί ρυθμιστής των εσωτερικών αντιθέσεων της Ανατολής, και να επιβάλει τα απορρέοντα από το διεκδικούμενο παπικό πρωτείο δικαιώματα στους πατριάρχες της Ανατολής[32]. Επιπλέον, θα μπορούσε να λύσει το ζήτημα της εκκλησιαστικής (και έμμεσα της πολιτικής) εξάρτησης της Καλαβρίας, της Σικελίας και του Ιλλυρικού (δυτικής Βαλκανικής), που πριν ενάμιση σχεδόν αιώνα είχαν αποσπαστεί από τη σφαίρα επιρροής της Ρώμης[33].

Όταν ο Φώτιος έστειλε μια επιστολή στον Πάπα για να του γνωστοποιήσει την ανάρρηση του, ο Νικόλαος αποφάσισε πως πριν αναγνωρίσει τον Φώτιο θα ήθελε να παρακολουθήσει καλύτερα τη διαμάχη μεταξύ του νέου Πατριάρχη και του κύκλου του Ιγνατίου[34]. Γι' αυτό το 861 έστειλε αντιπροσώπους του στην Κωνσταντινούπολη. Ο Φώτιος που δεν ήθελε νέες διαμάχες, υποδέχτηκε με σεβασμό τους αντιπροσώπους (λεγάτους), προσκαλώντας τους μάλιστα να προεδρεύσουν στη Σύνοδο που συνεκλήθη στην Κωνσταντινούπολη για να ρυθμίσει το θέμα που ανέκυψε μεταξύ αυτού και του Ιγνατίου. Οι λεγάτοι συμφώνησαν και μαζί με την υπόλοιπη Σύνοδο αποφάσισαν πως ο Φώτιος ήταν ο νόμιμος Πατριάρχης. Οταν όμως οι λεγάτοι επέστρεψαν στη Ρώμη, ο Νικόλαος διακήρυξε πως είχαν υπερβεί την εξουσία που διέθεταν και γι' αυτό αποκήρυξε την απόφαση τους.

Ήταν προφανές πως ο Νικόλαος υπολόγιζε ότι το καθεστώς του Ιγνατίου θα ήταν ευνοϊκότερο και ασθενέστερο σε σχέση με του Φωτίου και θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα σχέδιά του. Έτσι, δύο χρόνια μετά (863) μία σύνοδος που συνήλθε στη Ρώμη αθώωσε τον Ιγνάτιο και κατεδίκασε τον Φώτιο, σε μία ανήκουστη επέμβαση της Δυτικής στα διοικητικά της Ανατολικής Εκκλησίας[35]. Το πλήγμα αυτό, μαζί με την όξυνση των διεκδικήσεων του Πάπα στη Βουλγαρία, ανάγκασε τον Φώτιο ν' ανταποδώσει: δεν μπορούσε βεβαίως να αμφισβήτηση την εκλογή του Νικολάου ως μή αρμόδιος, οπότε έπρεπε να μετακίνηση το όλο θέμα στον δογματικό τομέα, το οποίο ήταν κυρίος το μέγα ζήτημα του Filioque (Φιλιόκβε)[36].

Υποσημειώσεις

  1. Στεφανίδης Βασ. (Αρχιμ.), Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι σήμερον, 6η έκδ. (ανατύπωση της β' έκδοσης του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 797.
  2. Φειδάς Βλ., «Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας», εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  3. "Άγνωστον που κειμένην" αναφέρεται στη ΘΗΕ, τ. 12, στ. 27. Προσπάθεια προσδιορισμού της περιοχής όπου βρισκόταν η Μονή κάνει ο Πέτρος Ζάνος, στο Φώτιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης, εν Κωνσταντινουπόλει 1864, σελ. 55-58 και γράφει ότι δεν βρισκόταν στην Αρμενία, ούτε "εν ταις εσχατιαίς του Κράτους, αλλ'...εγγυτάτω της Κωνσταντινουπόλεως".
  4. «Φώτιος Α΄», e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM] / ΘΗΕ, ό.π., στ. 21.27.
  5. Τωμαδάκης Ν.Β., «Φώτιος ο Α΄», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 21.
  6. ΘΗΕ, ό.π., στ. 21.
  7. Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 93.
  8. Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 272.
  9. ΘΗΕ, ό.π.
  10. ΘΗΕ, ό.π., στ. 22.
  11. ΘΗΕ, ό.π.
  12. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  13. PG 105,509ΑΒ.
  14. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  15. e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), ό.π.
  16. ΘΗΕ, ό.π., στ. 23
  17. Lemerle Paul, Ο πρώτος βυζαντινός ουμανισμός, εκπαίδευση και παιδεία στο Βυζάντιο από τις αρχές ως τον 10ο αιώνα, 3η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001, σελ. 160.
  18. ΘΗΕ, ό.π.
  19. Στεφανίδης Βασ. (Αρχιμ.), Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι σήμερον, 6η έκδ. (ανατύπωση της β' έκδοσης του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 468.
  20. Στεφανίδης, ό.π.
  21. Ζαχαρόπουλος Νίκος, Επίτομο Ιστορικό-Θεολογικό Λεξικό, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 448.
  22. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο...Λεξικό, ό.π.
  23. "Ιγνάτιος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 29, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  24. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  25. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  26. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο...Λεξικό, ό.π.
  27. Τσάμης Γ. Δημητρίος, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, (ανατύπωση Α' έκδ. 1983), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 211.
  28. Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 101.
  29. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', ό.π., σελ. 102.
  30. "Φώτιος Α΄", e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].
  31. Θεοδώρου Ανδρέας, Η Ουσία της Ορθοδοξίας, 2η έκδ. βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 298.
  32. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', ό.π., σελ. 103.104.
  33. e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), ό.π.
  34. Για όλα τα επόμενα γεγονότα που οδήγησαν στο πρώτο Φώτειο Σχίσμα βλ. Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 92-98.
  35. ΘΗΕ, ό.π., στ. 24.
  36. ΘΗΕ, στο ίδιο.

Βιβλιογραφία

  • Ζαχαρόπουλος Νίκος, Επίτομο Ιστορικό-Θεολογικό Λεξικό, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 446-448.
  • Τσάμης Γ. Δημητρίος, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, (ανατύπωση Α' έκδ. 1983), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 211-212.
  • Τωμαδάκης Ν.Β., «Φώτιος ο Α΄», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 21-31.
  • Φειδάς Βλ., «Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας», εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  • «Φώτιος Α΄», e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].
  • Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 91-98.