Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Τερτυλλιανός"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ (Θεός)
(Θεός)
Γραμμή 110: Γραμμή 110:
  
 
Κατά τον Τερτυλλιανό επίσης ο Υιός είναι ομοούσιος με τον [[Θεός Πατήρ|Πατέρα]], όπως άλλωστε και το [[Άγιο Πνεύμα]]<ref>''"Caeterum, qui Filium non aliunde deduco, sed de substantia Patris"''. Adversus Praxeam 4</ref><ref>''"Spiritum non aliunde puto, quam a Patre per Filum"''. Αυτόθι 4</ref>. Τελικά ο ίδιος μας λέγει πως ''"Etsi ubique teneo unam substantiam in tribus cohaerentibus"''<ref>Αυτόθι 205</ref>. Δηλαδή πως στο θεό υπάρχει μία ουσία και τρεις υποστάσεις. Η κοινωνία και η ενότητα των προσώπων όμως δε μειώνει τη διάκριση των υποστάσεων. Αντιθέτως η εξουσία του πατρός είναι εξουσία και των δύο άλλων προσώπων<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 408</ref>. Στο έργο Adversus Praxeam θα λέγαμε τελικά πως ο Τερτυλλιανός καταγράφει με σαφήνεια τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων, αφού διακρίνει τον Πατέρα από το Πρόσωπο του Υιού, όχι όμως και από την Ουσία<ref>Adv. Praxeam 12</ref>.
 
Κατά τον Τερτυλλιανό επίσης ο Υιός είναι ομοούσιος με τον [[Θεός Πατήρ|Πατέρα]], όπως άλλωστε και το [[Άγιο Πνεύμα]]<ref>''"Caeterum, qui Filium non aliunde deduco, sed de substantia Patris"''. Adversus Praxeam 4</ref><ref>''"Spiritum non aliunde puto, quam a Patre per Filum"''. Αυτόθι 4</ref>. Τελικά ο ίδιος μας λέγει πως ''"Etsi ubique teneo unam substantiam in tribus cohaerentibus"''<ref>Αυτόθι 205</ref>. Δηλαδή πως στο θεό υπάρχει μία ουσία και τρεις υποστάσεις. Η κοινωνία και η ενότητα των προσώπων όμως δε μειώνει τη διάκριση των υποστάσεων. Αντιθέτως η εξουσία του πατρός είναι εξουσία και των δύο άλλων προσώπων<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 408</ref>. Στο έργο Adversus Praxeam θα λέγαμε τελικά πως ο Τερτυλλιανός καταγράφει με σαφήνεια τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων, αφού διακρίνει τον Πατέρα από το Πρόσωπο του Υιού, όχι όμως και από την Ουσία<ref>Adv. Praxeam 12</ref>.
 +
 +
Οι αναφορές του σχετικά με το Άγιο Πνεύμα είναι λίγες και περιορισμένες. Τα στοιχεία που μπορεί να δει κάποιος είναι τα εξής: Το Άγιο Πνεύμα είναι Θεός και συναριθμείται μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό, ενώ την ύπαρξή του την έχει από τον Πατέρα<ref>Adversus Praxeam 2</ref>, δια του Υιού<ref>Αυτόθι 4</ref>. Είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας και είναι κατά πάντα τέλειος Θεός<ref>Αυτόθι 30</ref>. Ορισμένες φορές φαίνεται να το συγχέει με το Πνεύμα του Υιού, καθότι ως Πνεύμα ενίοτε αναφέρει τη θεία φύση του Χριστού.
  
 
====Υποταγή (Subordinatio)====
 
====Υποταγή (Subordinatio)====

Αναθεώρηση της 22:09, 24 Νοεμβρίου 2009

Ο Κόιντος Σεπτίμιος Φλορένς Τερτυλλιανός (στη λατινική, Quintus Septimius Florens Tertullianus), ή απλά Τερτυλλιανός (155/160 - 223/240) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της εκκλησίας κατά τα τέλη του 2ου, με αρχές του 3ο αιώνα. Έδρασε στην περιοχή της Β. Αφρικής και η συμβολή του υπήρξε σημαντική, αφενός διότι υπήρξε ο πρώτος θεολόγος που έγραψε στα λατινικά, αφετέρου για την ορολογία την οποία χρησιμοποίησε. Χαρακτηρίζεται ως απολογητής και αντιρρητικός συγγραφέας και υπήρξε φλογερός κήρυκας, οπαδός των ενθουσιαστικών τάσεων και της άκαμπτης ηθικής αυστηρότητας. Τελικώς μεταστράφηκε στο Μοντανισμό, και παρά το θορυβώδη βίο του, πέθανε στην αφάνεια.

Ο βίος του

Το βιογραφικά στοιχεία που διαθέτουμε για τον Τερτυλλιανό είναι λίγα. Γεννήθηκε από εθνικούς γονείς, ενώ σπούδασε και έδρασε στην Καρθαγένη (Καρχηδόνα) της Β. Αφρικής[1]. Η παιδεία του ήταν λατινική και ελληνική, αλλά σε εμάς διασώζονται μόνο τα λατινικά συγγράμματα. Με βάση το έργο του διαφαίνεται ότι είχε πραγματοποιήσει σπουδές στη νομική, τη ρητορική, την ιατρική και τη στωική φιλοσοφία. Ήταν έγγαμος και στα νεανικά του χρόνια διήγαγε άσωτο βίο[2].

Η ζωή του και η δράση του, τοποθετούνται μεταξύ 155/160 και 223[3], ενώ κατά άλλους φτάνει μέχρι και το 240[4]. Η μεταστροφή του στο χριστιανισμό κατά τον ίδιο, προήλθε από τη γενναιότητα που επιδείκνυαν οι χριστιανοί ενώπιον του μαρτυρίου. Δε μπορεί όμως να καθοριστεί με ακρίβεια, αν και τοποθετείται μεταξύ 193-195[5][6]. Έτσι ο βίος του σήμερα διαχωρίζεται σε τρεις περιόδους. Στην καθολική περίοδο (περ. 195-205), την ημι-μοντανιστική περίοδο (205-212) και τη μοντανιστική (212 ως τέλος)[7]. Βασικός στόχος του απέβη να αποστομώσει τους πολεμίους της εκκλησίας, συγγράφοντας έργα, που είδαν το φως μεταξύ των ετών 196 και 212. Ο Τερτυλλιανός μολονότι τελικά δημιούργησε τόσο θόρυβο και προβλήματα στην εποχή του, πέθανε στην αφάνεια, άγνωστο πότε, εκτός εκκλησίας και πιθανώς απογοητευμένος από το μοντανισμό[8].

Ο Τερτυλλιανός εμφανίζεται σε μία εποχή όπου ανθούν σε τέσσερα μεγάλα κέντρα τις εποχής ισάριθμες σπουδαίες προσωπικότητες. Μαζί με αυτόν οι Ειρηναίος Λυώνος, Κλήμης Αλεξανδρείας και Ιππόλυτος Ρώμης, αναλαμβάνουν να θεμελιώσουν το χριστιανικό μήνυμα στα σημαντικότερα κέντρα της εποχής. Εκφράζει μία προσπάθεια ακραίας επιθετικής τακτικής εκμηδενισμού των αντιπάλων της εκκλησίας, φτάνοντας τελικά στο σημείο να καταπολεμήσει και την ίδια την εκκλησία[9]. Εκφράζει επίσης το όραμα μιας τέλειας ηθικής κοινωνίας και της ελεύσεως του παρακλήτου.

Κρίνοντας το έργο του Τερτυλλιανού θα λέγαμε πως δυσκόλεψε ακόμα περισσότερο τη Δύση να βρει τον ορθό θεολογικό δρόμο. Έδωσε όμως τα γλωσσικά όργανα που είχε ανάγκη, τη θεολογική λατινική της ορολογία, η οποία δεν επαρκούσε. Αναμφισβήτητα υπήρξε πληθωρική και σπουδαία μορφή, γι αυτό μπορούμε να ισχυριστούμε πως χάρη στη συμβολή του, η Καρχηδόνα στην εποχή του, γίνεται το σημαντικότερο κέντρο των χριστιανικών γραμμάτων στη Δύση[10]. Άλλωστε υπήρξε διδάσκαλος της κατηχητικής σχολής της περιοχής[11].

Για το βίο του Τερτυλλιανού, πρέπει να ειπωθεί πως υπάρχουν πηγές πλείστες σε μυθικά και υπερβολικά στοιχεία. Νεώτεροι ερευνητές με προεξάρχοντα τον T.D. Barnes απήλλαξαν τελικά τα στοιχεία τα οποία χάλκευαν την προσωπικότητα του μεγάλου συγγραφέα. Έτσι σήμερα αμφισβητείται πως ήταν γιος Ρωμαίου αξιωματούχου, διακεκριμένος νομικός[12] καθώς και πως δημιούργησε δική του ομάδα ακολούθων[13], ενώ γνωρίζουμε πως δε χειροτονήθηκε ιερέας[14].

Το έργο του

Θεώρηση

Η εσωτερική και προσωπική πνευματική πορεία του Τερτυλλιανού μας είναι άγνωστη. Παρόλα αυτά μέσα από το έργο του μπορούμε να δούμε στοιχεία του χαρακτήρα του. Ο Τερτυλλιανός λοιπόν μέσα από το έργο του προβάλλει την τέλεια ζωή, το θάρρος, την αγωνιστικότητα, τη γενναιότητα. Η μεταστροφή του στο χριστιανισμό συνέπεσε δε, με την έκρηξη του προφητικού κινήματος του Μοντανισμού, κάτι που φαίνεται πως τον επηρέασε και γι αυτό τελικά προσχώρησε στις τάξεις του. Γι αυτό φαίνεται πως δε γεύθηκε το ρεαλισμό της εκκλησίας και τη συγχώρηση των βαρέων αμαρτημάτων[15]. Η μετριότητα ήταν ο εχθρός του και η εκκλησία γι αυτόν προφανώς συνιστούσε μία τέτοια κατάσταση.

Το έργο του χαρακτηρίζεται από μερικές βασικές παραμέτρους. Τέτοιες είναι ο πολεμικός χαρακτήρας και η νομική σκέψη, σε ότι αφορά την έκθεση της διδασκαλίας του, αλλά και η ρητορική και η γενικότερη φιλοσοφική κατάρτιση η οποία βοηθά τη δομή της. Ο ίδιος διαφαίνεται ως ένας αντιαιρετικός, διδακτικός και ηθικολόγος διδάσκαλος, ο οποίος με δριμύ και πολεμικό ύφος, ενεργεί εκστρατεία ενάντια στους αντιπάλους του χριστιανισμού με σκοπό να τους αποστομώσει και να τους εξουθενώσει[16]. Χρησιμοποιεί εργαλεία όπως η ειρωνεία, η σοφιστεία, τη δικανική επιχειρηματολογία όντας οξύς και οργισμένος. Όπλα του αποβαίνουν η ρητορεία και ο δικανισμός[17]. Ο Θεός φερ ειπείν κατανοείται ως νομοθέτης, η σωτηρία ως πειθαρχεία, ακόμα και η αποστολική διαδοχή νομιμοποιεί τη συνέχεια της εκκλησίας και κατανοείται υπό το πρίσμα του δικανισμού και όχι τόσο ως ιστορικό και θεολογικό επιχείρημα.

Η δεύτερη σοφιστική είναι το ρητορικό σχήμα που κυρίως χρησιμοποιεί. Αναμφισβήτητα μέσα από το έργο του διακρίνεται η θαυμάσια ρητορική του ικανότητα[18], κάτι που προϋποθέτει ανεπτυγμένο γλωσσικό αισθητήριο. Η φιλοσοφία γενικότερα απορρίπτεται από τον Τερτυλλιανό, καθότι οι φιλόσοφοι έχουν διαστρέψει την αλήθεια. Παρόλα αυτά αναγνωρίζει στην ανθρώπινη δύναμη να σχηματίζει αμυδρή εντύπωση περί θεού. Από τη Στοά μάλιστα δέχτηκε εισήγαγε έννοιες όπως η έννοια της φύσεως, ενώ διακρίνεται και μία σχετική επιρροή από τον μεσο-Πλατωνικό Αλβίνο[19].

Το ύφος του θεωρείται δυνατό, μοναδικό και παλλόμενο[20]. Έχει ενθουσιασμό, οργή και δε χαλιναγωγείται γινόμενο εριστικό και φτάνοντας ακόμα και σε ύβρεις. Αυτοχαρακτηρίζεται ανυπόμονος, παρόλα αυτά είναι διαυγής και διεισδυτικός. Συγγραφικά μάλιστα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ιδιοφυΐα[21].

Γλώσσα

Ο Τερτυλλιανός είναι ο πρώτος συγγραφέας που έγραψε στα λατινικά, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει μεγάλο αριθμό νέων λέξεων[22]. Η θεολογική γλώσσα στα λατινικά στην εποχή του, είναι βέβαιο πως δεν επαρκούσε, εξού και δανείστηκε όρους από τη φιλοσοφία και κυρίως τα νομικά.

Η χρήση της λατινικής γλώσσας τον τοποθετεί ανάμεσα στους κορυφαίους δεξιοτέχνες. Είναι αριστοτεχνικός χειριστής της, συνάμα δε και δημιουργός. Στην ουσία δημιούργησε ως ένα βαθμό τη χριστιανική λατινική ορολογία με τη βοήθεια της καθομιλουμένης και των τύπων των οποίων ο ίδιος έπλαθε[23]. Έτσι δίνει μία ζωντανή γλώσσα στην εκκλησία, με στόχο τη γλωσσική ακρίβεια.

Σε μερικά σημεία η σκέψη του είναι ασαφής και δυσνόητη[24], αν και είναι κάτι που συμβαίνει σπάνια. Το ύφος του είναι σκοτεινό, κάτι που τον οδηγούσε ορισμένες φορές σε ασυνταξίες και έλλειμμα καλλιέπειας.

Ο Τερτυλλιανός χαρακτηρίζεται ως ο δεύτερος μεγαλύτερος πατέρας της δυτικής θεολογίας, μετά τον ιερό Αυγουστίνο. Η αξία του έργου εντοπίζεται ιδιαίτερα σε μεταγενέστερους θεολόγους οι οποίοι υιοθέτησαν την ορολογία του, αλλά και το νομικό πνεύμα του.

Συγγράμματα

Ο Τερτυλλιανός έγραψε πληθώρα συγγραμμάτων τόσο στα ελληνικά όσο και στα λατινικά, με τα ελληνικά όμως να έχουν απολεσθεί. Το εύρος των συγγραμμάτων, αλλά και η ποικιλία των θεμάτων που τον απασχολούν τον συνιστούν ως το μεγαλύτερο λατίνο συγγραφέα μέχρι τα μέσα του Δ΄ αιώνα.

Τα συγγράμματά του θα παρατεθούν χρονολογικά όπως υπό τον Barnes επιχειρήθηκε, με κύριο στόχο να διαφανεί και η πνευματική πορεία και προβληματισμός του συγγραφέα.

  • De spectaculis (Περί θεαμάτων) [196-197]: Σκοπός του έργου είναι η απαγόρευση προς τους χριστιανούς να παρακολουθούν θεάματα
  • De idololatria (Περί ειδωλολατρίας) [196-197]: Πραγματεία που τονίζει την αποφυγή θυσιών στα είδωλα, αλλά και υπηρεσιών προς το κράτος και στρατό.
  • De cultu flaminarum II (Περί στολισμού των γυναικών) [196-197]: Συνετάχθη με σκοπό να καταδικάσει το στολισμό των γυναικών.
  • Ad nationes (Προς τα έθνη) [197]: Απολογητικό σύγγραμμα με σκοπό να απαντήσει στις εξ εθνικών κατηγορίες
  • Adversus Judaeos (Κατά Ιουδαίων) [197]: Σύγγραμμα που έχει ως σκοπό να καταδείξει ότι ο νόμος της ΠΔ διαρκούσε μέχρι την έλευση του Χριστού.
  • Ad martyras (Προς μάρτυρας) [197]: Έργο με στόχο να ενθαρρύνει τους μάρτυρες της πίστεως.
  • Apologeticum (Απολογητικός) [197-198]: Αποτελεί από τα σπουδαιότερα έργα. Είναι απολογητικής φύσεως και κατ ουσίαν επαναλαμβάνει τα επιχειρήματα των απολογητών του β΄ αιώνος. Το έργο αυτό διακρίνεται από δικανικό και λαϊκόφιλοσοφικό πνεύμα
  • De tistomonio animae (Περί μαρτυρίας ψυχής) [198]: Αναπτύσσει την ιδέα ότι η ψυχή είναι από τη φύση της χριστιανική και ομιλεί για την ενότητα του Θεού.
  • De baptismo (Περί βαπτίσματος) [198-203]: Πραγματεία περί του βαπτίσματος και της απαραίτητης τέλεσής του.
  • De oratione (Περί προσευχής) [198-203]: Ερμηνεύει την Κυριακή προσευχή και πραγματοποιεί γενικότερες υποδείξεις περί προσευχής.
  • De poenitentia (Περί μετανοίας) [198-203]: Έργο που υποστηρίζει ότι η μετάνοια είναι μία και προ του βαπτίσματος. Η εκκλησία θα μπορούσε να δεχτεί και μία δεύτερη μετά, εφόσον προηγηθεί δημόσια εξομολόγηση.
  • De patientia (Περί υπομονής) [198-203]: Εκθειάζει την αρετή της υπομονής.
  • Ad uxorem (Προς την σύζυγον) [198-203]: Σύγγραμμα προς τη γυναίκα του ώστε να μείνει χήρα μετά το θάνατό του ή κατελάχιστον να παντρευτεί χριστιανό.
  • De praescriptione haereticum (Περί ενστάσεως κατά των αιρετικών) [203]: Αποτελεί το έργο το οποίο αποτελεί το κορύφωμα της δικανικής σκέψης του Τερτυλλιανού. Βασικές γραμμή του βιβλίου είναι πως μόνοι αληθινοί κήρυκες του ευαγγελίου είναι οι Απόστολοι οι οποίοι εμπιστεύτηκαν τη διδασκαλία τους στις εκκλησίες που ίδρυσαν, ενώ οι αιρετικοί δε νομιμοποιούνται να εγείρουν αξιώσεις στη διδασκαλία του Χριστού και της Αγίας Γραφής. Υπάρχει επίσης κατάλογος 32 αιρέσεων.
  • Scorpiace (Σκορπιακόν) [203-204]: Σύγγραμμα το οποίο τονίζει της αξία του μαρτυρίου που απέρριπταν οι γνωστικοί.
  • Adversus Hermogenum (Καρά Ερμογένους) [204-205]: Καταφέρεται ενάντια στο επιχείρημα του Ερμογένη, που αρνιόταν τη δημιουργία.
  • De pallio (Περί Τρίβωνος) [205]: Μικρό σαρκαστικό έργο κατά των κατηγόρων του, διότι φορούσε φιλοσοφικό τρίβωνα και όχι ρωμαϊκή τήβεννο.
  • De cultu feminarum I (Περί στολισμού των γυναικών) [205-206]: Απορρίπτει το στολισμό της γυναίκας ως δαιμονική ενέργεια.
  • De carne Christi (Περί της σαρκός του Χριστού) [206]: Αναιρεί τη δοκητική πλάνη περί φαινομενικού σώματος του Χριστού.
  • Adversus Valentianos (Κατά βαλεντινιανών) [206-207]: Διακωμωδεί το γνωστικό Βαλεντίνο και τους οπαδούς του, τους περιφορνεί και τους σαρκάζει, δίχως να εισέρχεται σε συστηματική αναίρεση των απόψεών του.
  • De anima (Περί ψυχής) [206-207]: Σύγγραμμα που στοχεύει να αναιρέσει τις γνωστικές αντιλήψεις περί ψυχής.
  • De resurrectione mortuorum (Περί της αναστάσεως των νεκρών) [206-207]: Έργο που έχει στόχο να αποδείξει το αληθές της αναστάσεως των νεκρών.
  • Adversus Marcionem (Κατά Μαρκίωνος) [207-208]: Είναι έργο που αποτελείται από 5 βιβλία και αποτελεί το εκτενέστερο έργο του. Υποστηρίζεται η ταυτότητα του αγαθού και δημιουργού Θεού, η ταυτότητα του Μεσσία της ΠΔ και του Χριστού και καταπολεμεί τις γενικότερες αντιλήψεις του Μαρκίωνα. Αποτελεί εξαντλητική αναίρεση των θέσεών του.
  • De corona militis (Περί στεφάνου στρατιωτών) [208]: Καταδικάζει τη στέψη των στρατιωτών και την υπηρεσία των πιστών στον στρατό.
  • De exhortatione castitatis (Περί προτροπής εις αγνείαν) [208-209]: Σκοπό τους έργου να πείσει ένα χήρο φίλο του να μην παντρευτεί δεύτερη φορά, διότι θα αποτελούσε είδος πορνείας.
  • De fuga in persecutione (Περί φυγής και διωγμών) [208-209]: Ως μοντανιστής, καταδικάζει τη φθγή των μελών της εκκλησίας σε εποχή διωγμών.
  • De virginibus velandis (Περί του καλύμματος των παρθένων) [208-209]: Ηθικιστικό έργο που προσδιορίζει με ποιο τρόπο πρέπει οι γυναίκες να φορούν το κάλυμμα της κεφαλής οι άγαμες νέες, το μήκος, το πλάτος κ.α.
  • Adversus Praxeam (Κατά Πραξέα) [210-211]: Ίσως το σημαντικότερο θεολογικό έργο του. Καταπολεμεί τον μοναρχιανό πατροπασχίτη Πραξέα ως υπαίτιο της καταδίκης του Μοντανού, από τον επίσκοπο Ρώμης. Επιχειρεί είδος τριαδολογίας, που είναι ιδιαίτερα αξιόπιστη.
  • De monogamia (Περί μονογαμίας) [210-211]: Αυστηρά μοντανιστικό έργο που καταδικάζει το δεύτερο γάμο.
  • De jejunio (Περί νηστείας) [210-211]: καταδικάζει τους πιστούς της εκκλησίας που αρνούνται τη νηστεία των μοντανιστών και υπερασπίζεται τη διδασκαλία τους.
  • De pudicitia (Περί αγνείας) [210-211]: Ειρωνεύεται πλέον τη δεύτερη μετάνοια στους κόλπους της εκκλησίας και διαφαίνεται η γενικότερη μεταστροφή των αντιλήψεών τους προς το μοντανισμό.
  • Ad scapulam (Προς Σκαπούλαν) [212]: Αποτελεί είδος επιστολικού φυλλαδίου, που απευθύνεται προς ανθύπατο Αφρικής Σκαπούλα, με σκοπό να τον επιτιμήσει για τους διωγμούς των χριστιανών.

Νόθα, αμφιβαλλόμενα και απολεσθέντα

Τα απολεσθέντα έργα του Τερτυλλιανού ειναι οκτώ: "De spe fidelium", "De paradiso, Adversus Appeleiacos", "De censu animae", "De fato", "Ad amicum philosophorum", "De Aaron vestibus", "De ectasi". Το τελευταίο θεωρείτο το σπουδαιότερο εξ αυτών καθώς υπερασπιζόταν τα εκστατικά φαινόμενα των μοντανιστών. Επίσης στο κώδικα Agobardinus αναφέρονται τα έργα "De carne et anima", "De animae submissione" και "De supertitione saeculi" για τα οποία δε γνωρίζουμε τίποτα.

Στα αμφιβαλλόμενα έργα του ανήκει το "Passio Perpetuae et Felicitatis", που πολλούς ερευνητές το θεωρούν δικό του, αλλά κάτι τέτοιο δεν έχει αποδειχτεί, ενώ νόθα έργα του είναι τα: "De execrandis gentium diis", "Adversus omnes haereses", "Carmen adversus marcionitas", "Carmen ad Flavium de resurrectione mortuorum et de judicio Domini".

Διδασκαλία-Θεολογία

Εισαγωγή

Η θεολογία του Τερτυλλιανού κατά βάση είναι αντιρρητική και προσδιορίζεται από την πολυμάθειά του και το νομική του αντίληψη. Κάτι τέτοιο διαφαίνεται από τη σύνταξη έργων κατά των αιρετικών της εποχής, γνωστικών και μοναρχιανών, αλλά και τη μνεία σε πολλές αιρετικές ομάδες. Στηρίχτηκε στο έργο προγενεστέρων συγγραφέων και ιδίως των απολογητών και του Ειρηναίου[25].

Σταθερή μέριμνά του ήταν η απόδειξη της αλήθειας της εκκλησίας. Το έργο του είναι επηρεασμένο από τον Ειρηναίο, γι αυτό και οι βασικές αρχές που ακολουθεί, καθοδηγούνται από τη σκέψη του. Υποστήριζε λοιπόν κι αυτός τον Κανόνα της Αλήθειας, ο οποίος προσδιοριζόταν από τον ένα και τριαδικό Θεό[26]. Εισάγει τους όρους trinitas και persona, που πλέον θα καθιερωθούν στη δυτική θεολογική ορολογία, ενώ Αγία Γραφή και Ιερά Παράδοση θα αποτελέσουν τα όπλα του στην προάσπιση από τους αιρετικούς. Το ευαγγέλιο, κατά το μοντέλο της Παλαιάς Διαθήκης, αποτελεί το νόμο.

Η περίπτωση του Τερτυλλιανού είναι πολύ σημαντική. Εκφράζει ένα κλίμα το οποίο βρέθηκε μεταξύ Αθηνών και Ρώμης. Ο ίδιος δηλαδή βρίσκεται ανάμεσα σε δύο παραδόσεις και νοοτροπίες, τις οποίες αφομοιώνει στη θεολογία του. Αποτέλεσμα ήταν το δόγμα να διατηρήσει τον Ελληνικό μανδύα του και ως τέτοιο να περάσει και στο λατινικό κόσμο[27]. Η συνείδησή του όμως παραμένει εκκλησιαστική[28], σε σημείο να παρουσιάζει εξαιρετική ιδιομορφία. Η ιδιομορφία έγκειται στο ότι ακόμα και την εποχή που ο Τερτυλλιανός έφυγε από την εκκλησία, δεν εγκατέλειψε ριζικά την εκκλησιαστική θεολογική παράδοση, αφού θεωρούσε αδιαπραγμάτευτες τις θεολογικές βάσεις του χριστιανισμού[29].

Η θεολογία του χαρακτηρίζεται επίσης ως πρακτική και συγκεκριμένη. Δεν θεολόγησε αφηρημένα και στοχαστικά[30] και προσπάθησε να αποκρούσει τις νοθεύσεις του περιβάλλοντος. Δεν θεωρείται διεξοδική, αλλά απέβη εξαιρετικά χρήσιμη για μεταγενέστερες θεολογικές ζυμώσεις[31]. Η παιδεία που είχε λάβει όμως είχε παγιωθεί στη συνείδησή του, με αποτέλεσμα το νομικό πνεύμα να παρεμβαίνει σημαντικά στη θεολογία του. Η πίστη του είναι άδολη και θερμή, ενώ αναγνώριζε πως υπάρχουν πράγματα τα οποία δε μπορεί να προσεγγίσει ο άνθρωπος παρά μόνο με την οδό της θεογνωσίας.

Θεός και Τριαδολογία

Προϋποθέσεις

Η περί του Ενός Τριαδικού Θεού διδασκαλία του Τερτυλλιανού, παρά τις επί μέρους αδυναμίες της εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από την αρχαία εκκλησία και επέδρασε στη διαμόρφωση του δόγματος της Νίκαιας[32]. Όπως ήδη ειπώθηκε ο Τερτυλλιανός ως βάση και αφετηρία της θεολογίας του θέτει την Παράδοση και την πιστότητα σε αυτή, καθώς κινδύνευε σοβαρά η αλήθειά της από τις αιρέσεις. Ο αγώνας που διάγει είναι αμφίπλευρος, αφού οι επιδράσεις προέρχονταν τόσο από το γνωστικισμό, όσο και από το μοναρχιανισμό, αλλά και λογής λογής θεολόγους οι οποίοι ερμήνευαν κατά το δοκούν τη χριστιανική διδασκαλία.

Ο Τερτυλλιανός ως βάση του τριαδικού δόγματος θέτει την εν Χριστώ αποκάλυψη. Ο μόνος λόγος που μπορεί να γίνει για το Θεό είναι στο μέτρο που Αυτός παρουσίασε το Θεό. Η αλήθεια λοιπόν είναι μία και δόθηκε άπαξ δια παντός από τον Χριστό. Γι αυτό και η αληθινή θεολογία είναι αυτή που ανταποκρίνεται με πιστότητα στην αποκάλυψη του Θεού. Ως αποκάλυψη ο Τερτυλλιανός θεωρεί το λόγο της Αγίας Γραφής, ο οποίος δόθηκε στην εκκλησία και η οποία είναι η μόνη που μπορεί να τον ερμηνεύσει. Με τους αιρετικούς, κατά τον Τερτυλλιανό, δε μπορεί να γίνει συζήτηση στη βάση της Αγίας Γραφής, διότι δεν έχουν τις προϋποθέσεις να την κατανοήσουν και να την ερμηνεύσουν[33]. Είναι λοιπόν χαρακτηριστικό πως η Αγία Γραφή δεν απομονώνεται, αλλά εντάσσεται στη συνάφεια της εκκλησιαστικής παραδόσεως. Η Αγία γραφή μπορεί να ερμηνεύεται μόνο σε όσους έχουν τη γνήσια Αποστολική Διαδοχή, διότι όσοι είναι εκτός, δεν είναι κληρονόμοι της αποκαλύψεως όπως η κάθε τοπική εκκλησία.

Η θεολογία του Τερτυλλιανού, πριν αποχωρήσει στην εκκλησία είναι απόλυτα εκκλησιοκεντρική. Γι αυτό και το περιεχόμενο της πίστεως είναι θέμα μόνο της εκκλησίας και όχι των αιρετικών[34]. Στην πραγματικότητα η όλη επιχειρηματολογία του κατέρρευσε όταν ασπάστηκε το Μοντανισμό, αφού πλέον αποσυνέδεσε την ερμηνεία της Γραφής από την εκκλησία.

Θεός

Κατά τον Τερτυλλιανό, ο κανόνας της πίστεως, ο οποίος δόθηκε από το Χριστό, περιείχε την πίστη στον ένα και τριαδικό Θεό, καθώς και το μυστήριο της ένσαρκης οικονομίας[35].

Στο ζήτημα της ενότητας του Θεού, ο Τερτυλλιανός παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι ήταν υποχρεωμένος να απαντήσει στις προκλήσεις της εποχής. Το ζήτημα αυτό το είχαν θέσει ήδη ο Μαρκίων και οι Μοναρχιανοί, οι οποίοι είχαν εμφανιστεί με σκοπό να δώσουν λύση στο εν λόγω θέμα. Έτσι σκοπό του κάνει να αποδείξει πως ενότητα και τριαδικότητα δεν είναι ασυμβίβαστα πράγματα. Η ουσία λοιπόν και τα πρόσωπα μπορούν να διαχωρίζονται, με την ουσία να αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό και ενοποιητικό παράγοντα[36]. Έτσι για τον Αφρικανό συγγραφέα ένας είναι ο θεός, κατά τη φύση και τη δύναμη, και τριαδικός κατά τα πρόσωπα.

Η απόλυτη ενότητα ενότητα του Θεού προκύπτει από το γεγονός ότι είναι πνεύμα. Σε αυτό το σημείο ο Τερτυλλιανός θα εγείρει μία καινοφανή διδασκαλία. Ο Θεός λέει ο Τερτυλλιανός, μπορεί να είναι πνεύμα, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είναι εκτός κάθε αισθήσεως. Είναι μάλιστα σωματικός[37]. Κύριος σκοπός του εν προκειμένω είναι να καταδείξει πως ο Θεός είναι πραγματικός και όχι κάτι το αφηρημένο. Ο όρος σωματικός δε θέλει να καταδείξει την παχυλότητα της ύπαρξης, αλλά ότι δεν είναι φαντασία ή αφηρημένη έννοια. Αυτό συμβαίνει διότι το τελείως ασώματο είναι ανύπαρκτο[38]. Γι αυτό και η σωματικότητα αυτή δεν ομοιάζει με καμία άλλη ύπαρξη.

Ο Θεός κατά τον Τερτυλλιανό χαρακτηρίζεται ως απλός, αγαθός, προαιώνιος και δημιουργός του κόσμου. Η πραγματικότητά του δε μπορεί να συγκριθεί με οτιδήποτε άλλο[39]. Η βάση μάλιστα πάνω στην οποία εισέρχεται κάποιος στο μυστήριο αυτό, είναι το βάπτισμα.

Κατά τον Τερτυλλιανό επίσης ο Υιός είναι ομοούσιος με τον Πατέρα, όπως άλλωστε και το Άγιο Πνεύμα[40][41]. Τελικά ο ίδιος μας λέγει πως "Etsi ubique teneo unam substantiam in tribus cohaerentibus"[42]. Δηλαδή πως στο θεό υπάρχει μία ουσία και τρεις υποστάσεις. Η κοινωνία και η ενότητα των προσώπων όμως δε μειώνει τη διάκριση των υποστάσεων. Αντιθέτως η εξουσία του πατρός είναι εξουσία και των δύο άλλων προσώπων[43]. Στο έργο Adversus Praxeam θα λέγαμε τελικά πως ο Τερτυλλιανός καταγράφει με σαφήνεια τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων, αφού διακρίνει τον Πατέρα από το Πρόσωπο του Υιού, όχι όμως και από την Ουσία[44].

Οι αναφορές του σχετικά με το Άγιο Πνεύμα είναι λίγες και περιορισμένες. Τα στοιχεία που μπορεί να δει κάποιος είναι τα εξής: Το Άγιο Πνεύμα είναι Θεός και συναριθμείται μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό, ενώ την ύπαρξή του την έχει από τον Πατέρα[45], δια του Υιού[46]. Είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας και είναι κατά πάντα τέλειος Θεός[47]. Ορισμένες φορές φαίνεται να το συγχέει με το Πνεύμα του Υιού, καθότι ως Πνεύμα ενίοτε αναφέρει τη θεία φύση του Χριστού.

Υποταγή (Subordinatio)

Χριστολογία

Εκκλησιολογία

Εσχατολογία

Υποσημειώσεις

  1. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 362
  2. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 186
  3. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 399
  4. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 362
  5. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 186
  6. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 399
  7. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 188
  8. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 362
  9. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 357
  10. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 356
  11. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 188
  12. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 363
  13. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 362
  14. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 399
  15. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 358
  16. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 358
  17. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 358-359
  18. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 359
  19. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 360
  20. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 188
  21. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 189
  22. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 189
  23. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 361
  24. Α. Θεοδώρου, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 205
  25. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 360
  26. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 400
  27. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 401
  28. ο.π.
  29. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 361
  30. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 400
  31. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 360
  32. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 402
  33. De resurrectione Carnis 3, 1
  34. Liber de Praescriptionibus Adversus haerticos 37
  35. Liber de Praescriptionibus Adversus haerticos 13
  36. "Trinitas unius divinitatis, Pater et Filius et Spiritus Sanctus". De pudicita 21
  37. Adversus Praxeam 7
  38. De carne Christi 11
  39. Adversus Marcionem 3
  40. "Caeterum, qui Filium non aliunde deduco, sed de substantia Patris". Adversus Praxeam 4
  41. "Spiritum non aliunde puto, quam a Patre per Filum". Αυτόθι 4
  42. Αυτόθι 205
  43. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 408
  44. Adv. Praxeam 12
  45. Adversus Praxeam 2
  46. Αυτόθι 4
  47. Αυτόθι 30

Βιβλιογραφία

  • Στυλιανός Παπαδόπουλος, "Πατρολογία", τ. Α΄, Αθήνα 2000.
  • Κωνσταντίνος Σκουτέρης, "Ιστορία των Δογμάτων", τ. Α΄, Αθήνα 1998.
  • Ανδρέας Θεοδώρου, "Ιστορία των Δογμάτων", τ. Α΄-μέρος β΄, Γρηγόρης, Αθήνα 1977
  • Γεώργιος Φλορόφσκι, "Οι Βυζαντινοί και ασκητικοί πατέρες του 5ου αιώνα", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.

Βλέπε επίσης

  • The Tertullian Project: Τα έργα του Τερτυλλιανού σε πρωτότυπο και μεταφράσεις.