Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Πρότυπο:Featured"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ
μ
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
 
<div style="float:left;margin-right:0.9em;">
 
<div style="float:left;margin-right:0.9em;">
[[Image:Basil2.jpg|80px|right]]
+
[[Image:Basil2.jpg|100px|right]]
 
Ο όρος '''Δόγμα''' παράγεται από το ρήμα ''δοκέω''-''δοκώ'' και σημαίνει στο πολιτικό πεδίο ''διάταγμα'', ''διαταγή'', ''ψήφισμα'', ''νόμο'' ενώ στο θεωρητικό και φιλοσοφικό πεδίο ''ιδέα'', ''γνώμη'', ''δοξασία'', ''θεμελιώδη αρχή'' ή ''αξίωμα'' φιλοσοφικής σχολής<ref>''Δογματίζω σημαίνει θεσπίζω δόγματα, όπως νομοθετώ σημαίνει θεσπίζω νόμους. Όταν λέμε δόγματα εννοούμε τόσο αυτό για το οποίο διατυπώνουμε μια άποψη όσο και την ίδια την άποψη"'' (Διογένης Λαέρτιος, ''Πλάτων'', 3,51. Στο: Διογένης Λαέρτιος, ''Άπαντα #2, βιβλία 3-4-5'' (σειρά 'Οι Έλληνες' #304), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 50.</ref> ή αίρεσης<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Η Ουσία της Ορθοδοξίας'', 2η έκδ. βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 33.</ref>. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, εφόσον γίνεται αποδεκτό ότι ο Θεός αποκαλύφθηκε στους ανθρώπους διά του σαρκωθέντα Υιού και Λόγου του, είναι φανερό ότι η μόνη, κύρια και απόλυτη πηγή του χριστιανικού δόγματος είναι η Θεία Αποκάλυψη εν Χριστώ<ref>Θεοδώρου, ''Η Ουσία...'', ό.π.</ref>. Κατά συνέπεια, στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωή και σκέψη, '''Δόγμα''' σημαίνει την επί μέρους αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας, η οποία αναφέρεται στην αλήθεια της εν Χριστώ Αποκαλύψεως, αλλά και τη γενική δομή της διδασκαλίας περί του περιεχομένου της Αποκαλύψεως αυτής<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Γένεσις και ουσία του Ορθοδόξου Δόγματος'' (σειρά ''Ανάλεκτα Βλατάδων'' #2), Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1969, σελ. 29, υποσημ. #1.</ref>.
 
Ο όρος '''Δόγμα''' παράγεται από το ρήμα ''δοκέω''-''δοκώ'' και σημαίνει στο πολιτικό πεδίο ''διάταγμα'', ''διαταγή'', ''ψήφισμα'', ''νόμο'' ενώ στο θεωρητικό και φιλοσοφικό πεδίο ''ιδέα'', ''γνώμη'', ''δοξασία'', ''θεμελιώδη αρχή'' ή ''αξίωμα'' φιλοσοφικής σχολής<ref>''Δογματίζω σημαίνει θεσπίζω δόγματα, όπως νομοθετώ σημαίνει θεσπίζω νόμους. Όταν λέμε δόγματα εννοούμε τόσο αυτό για το οποίο διατυπώνουμε μια άποψη όσο και την ίδια την άποψη"'' (Διογένης Λαέρτιος, ''Πλάτων'', 3,51. Στο: Διογένης Λαέρτιος, ''Άπαντα #2, βιβλία 3-4-5'' (σειρά 'Οι Έλληνες' #304), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 50.</ref> ή αίρεσης<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Η Ουσία της Ορθοδοξίας'', 2η έκδ. βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 33.</ref>. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, εφόσον γίνεται αποδεκτό ότι ο Θεός αποκαλύφθηκε στους ανθρώπους διά του σαρκωθέντα Υιού και Λόγου του, είναι φανερό ότι η μόνη, κύρια και απόλυτη πηγή του χριστιανικού δόγματος είναι η Θεία Αποκάλυψη εν Χριστώ<ref>Θεοδώρου, ''Η Ουσία...'', ό.π.</ref>. Κατά συνέπεια, στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωή και σκέψη, '''Δόγμα''' σημαίνει την επί μέρους αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας, η οποία αναφέρεται στην αλήθεια της εν Χριστώ Αποκαλύψεως, αλλά και τη γενική δομή της διδασκαλίας περί του περιεχομένου της Αποκαλύψεως αυτής<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Γένεσις και ουσία του Ορθοδόξου Δόγματος'' (σειρά ''Ανάλεκτα Βλατάδων'' #2), Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1969, σελ. 29, υποσημ. #1.</ref>.
 
</div>
 
</div>

Αναθεώρηση της 17:18, 24 Αυγούστου 2009

Basil2.jpg

Ο όρος Δόγμα παράγεται από το ρήμα δοκέω-δοκώ και σημαίνει στο πολιτικό πεδίο διάταγμα, διαταγή, ψήφισμα, νόμο ενώ στο θεωρητικό και φιλοσοφικό πεδίο ιδέα, γνώμη, δοξασία, θεμελιώδη αρχή ή αξίωμα φιλοσοφικής σχολής[1] ή αίρεσης[2]. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, εφόσον γίνεται αποδεκτό ότι ο Θεός αποκαλύφθηκε στους ανθρώπους διά του σαρκωθέντα Υιού και Λόγου του, είναι φανερό ότι η μόνη, κύρια και απόλυτη πηγή του χριστιανικού δόγματος είναι η Θεία Αποκάλυψη εν Χριστώ[3]. Κατά συνέπεια, στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωή και σκέψη, Δόγμα σημαίνει την επί μέρους αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας, η οποία αναφέρεται στην αλήθεια της εν Χριστώ Αποκαλύψεως, αλλά και τη γενική δομή της διδασκαλίας περί του περιεχομένου της Αποκαλύψεως αυτής[4].

Περισσότερα · Αρχείο
  1. Δογματίζω σημαίνει θεσπίζω δόγματα, όπως νομοθετώ σημαίνει θεσπίζω νόμους. Όταν λέμε δόγματα εννοούμε τόσο αυτό για το οποίο διατυπώνουμε μια άποψη όσο και την ίδια την άποψη" (Διογένης Λαέρτιος, Πλάτων, 3,51. Στο: Διογένης Λαέρτιος, Άπαντα #2, βιβλία 3-4-5 (σειρά 'Οι Έλληνες' #304), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 50.
  2. Θεοδώρου Ανδρέας, Η Ουσία της Ορθοδοξίας, 2η έκδ. βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 33.
  3. Θεοδώρου, Η Ουσία..., ό.π.
  4. Ματσούκας Α. Νίκος, Γένεσις και ουσία του Ορθοδόξου Δόγματος (σειρά Ανάλεκτα Βλατάδων #2), Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1969, σελ. 29, υποσημ. #1.