Προς Πολύκαρπον Επιστολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου

Από OrthodoxWiki
Αναθεώρηση ως προς 09:53, 6 Μαρτίου 2008 από τον Θεοδωρος (Συζήτηση | Συνεισφορά) (Το αρχαίο Κείμενο της Επιστολής)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Αυτό το άρθρο ή η ενότητα δεν αναφέρει τις πηγές του ή δεν περιέχει βιβλιογραφία..

Μία πρωτοχριστιανική επιστολή που γράφτηκε μεταξύ 98 και 107 μ.Χ., από τον άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, 2ο Επίσκοπο Αντιοχείας, καθώς βάδιζε προς το μαρτύριό του. Πρόκειται για μία από τις 7 γνήσιες Επιστολές του αγίου Ιγνατίου, που διασώθηκαν ως σήμερα.

Σε αυτή την επιστολή του αγίου Ιγνατίου, βρίσκουμε ντοκουμέντα για την ύπαρξη Επισκοπικού συστήματος στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία. Ειδικά σε αυτή την επιστολή, που απευθύνεται κυρίως προς τον Επίσκοπο Σμυρναίων Πολύκαρπο, βρίσκουμε στοιχεία για τις ευθύνες του Επισκόπου επί της Εκκλησίας. Έτσι ο Επίσκοπος εμφανίζεται ως το κέντρο της ενότητας της Εκκλησίας, ως ο υπεύθυνος της (Χριστιανικής επικράτειας της) περιοχής του, ως αυτός που βαστάζει όλη του την Εκκλησία και τις αμαρτίες της με προσευχές, (που θα πρέπει να είναι αδιάλλειπτες). Ο Επίσκοπος παρομοιάζεται με κυβερνήτη πλοίου, που τα πάντα πρέπει να γίνονται μόνο με τη γνώμη του, ακόμα και οι γάμοι, διαφορετικά δεν είναι κατά Χριστόν. Είναι αυτός που στέλνει ουσιαστικά εκ μέρους της Εκκλησίας του κάποιους Χριστιανούς σε αποστολή, και μαζί του εμφανίζεται και η Ιερά Σύνοδος, η οποία είναι αυτή που αποφασίζει τη χειροτονία για κάποια διακονία.

Ενδιαφέρων είναι επίσης ο τίτλος που αποδίδει στον Επίσκοπο Πολύκαρπο ο Επίσκοπος Ιγνάτιος, ως Θεομακαριστότατο. Πέραν της επισκοπικής διαδοχής, στο κείμενο βρίσκουμε ντοκουμέντα για την πίστη της πρώτης Εκκλησίας, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός μας, (Θεότητα του Κυρίου), και ότι είναι άχρονος, κάτι που αποδεικνύει την πίστη της πρώτης Εκκλησίας, για έναν άναρχο Ιησού, και όχι για ένα κτίσμα με χρονική αρχή, όπως υποστήριξε ο Άρειος στον 4ο αιώνα. Χρήσιμο απολογητικό στοιχείο κατά του Προτεσταντισμού, είναι επίσης η εκούσια αγαμία και αγνότητα που μπορούσε να επιλέξει κάποιος, όπως και σήμερα κάνει η Εκκλησία με τη δυνατότητα επιλογής αγαμίας, ώστε κάποιος να γίνει Ιερομόναχος ή μοναχός.

Το αρχαίο Κείμενο της Επιστολής

ΠΡΟΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΝ ΙΓΝΑΤΙΟΣ

Ιγνάτιος, ο και Θεοφόρος, Πολυκάρπω επισκόπω εκκλησίας Σμυρναίων, μάλλον επισκοπημένω υπό Θεού Πατρός και Κυρίου Ιησού Χριστού, πλείστα χαίρειν.

I (1)

1. Αποδεχόμενός σου την εν θεώ γνώμην ηδρασμένην ως επί πέτραν ακίνητον, υπερδοξάζω, καταξιωθείς του προσώπου σου του αμώμου, ου οναίμην εν θεώ. 2. παρακαλώ σε εν χάριτι ή ενδέδυσαι, προσθείναι τω δρόμω σου και πάντας παρακαλείν, ίνα σώζωνται. εκδίκει σου τον τόπον εν πάση επιμελεία σαρκική τε και πνευματική· της ενώσεως φρόντιζε, ης ουδέν άμεινον. πάντας βάσταζε, ως και σε ο κύριος· πάντων ανέχου εν αγάπη, ώσπερ και ποιείς. 3. προσευχαίς σχόλαζε αδιαλείπτοις· αιτού σύνεσιν πλείονα ης έχεις· γρηγόρει ακοίμητον πνεύμα κεκτημένος. τοις κατ’ άνδρα κατά ομοήθειαν θεού λάλει· πάντων τας νόσους βάσταζε ως τέλειος αθλητής. όπου πλείων κόπος, πολύ κέρδος.


II (2)

1. Καλούς μαθητάς εάν φιλής, χάρις σοι ουκ έστιν· μάλλον τους λοιμοτέρους εν πραότητι υπότασσε. ου παν τραύμα τη αυτή εμπλάστρω θεραπεύεται. τους παροξυσμούς εμβροχαίς παύε. 2. φρόνιμος γίνου ως ο όφις εν άπασιν και ακέραιος εις αεί ως η περιστερά. δια τούτο σαρκικός ει και πνευματικός, ίνα τα φαινόμενά σου εις πρόσωπον κολακεύης· τα δε αόρατα αίτει ίνα σοι φανερωθή, όπως μηδενός λείπη και παντός χαρίσματος περισσεύης. 3. ο καιρός απαιτεί σε, ως κυβερνήται ανέμους και ως χειμαζόμενος λιμένα, εις το θεού επιτυχείν. νήφε, ως θεού αθλητής· το θέμα αφθαρσία και ζωή αιώνιος, περί ης και συ πέπεισαι. κατά πάντα σου αντίψυχον εγώ και τα δεσμά μου, α ηγάπησας.


III (3)

1. Οι δοκούντες αξιόπιστοι είναι και ετεροδιδασκαλούντες μη σε καταπλησσέτωσαν. στήθι εδραίος ως άκμων τυπτόμενος. μεγάλου εστιν αθλητού το δέρεσθαι και νικάν. μάλιστα δε ένεκεν θεού πάντα υπομένειν ημάς δεί, ίνα και αυτός ημάς υπομένη. 2. πλέον σπουδαίος γίνου ου ει. τους καιρούς καταμάνθανε. τον υπέρ καιρόν προσδόκα, τον άχρονον, τον αόρατον, τον δι’ ημάς ορατόν, τον αψηλάφητον, τον απαθή, τον δι’ ημάς παθητόν, τον κατά πάντα τρόπον δι’ ημάς υπομείναντα.


IV (4)

1. Χήραι μη αμελείσθωσαν· μετά τον κύριον συ αυτών φροντιστής έσο. μηδέν άνευ γνώμης σου γινέσθω μηδέ συ άνευ θεού τι πράσσε, όπερ ουδέ πράσσεις· 2. πυκνότερον συναγωγαί γινέσθωσαν· εξ ονόματος πάντας ζήτει. 3. δούλους και δούλας μη υπερηφάνει· αλλά μηδέ αυτοί φυσιούσθωσαν, αλλ’ εις δόξαν θεού πλέον δουλευέτωσαν, ίνα κρείττονος ελευθερίας από θεού τύχωσιν. μη εράτωσαν από του κοινού ελευθερούσθαι, ίνα μη δούλοι ευρεθώσιν επιθυμίας.


V (5)

1. Τας κακοτεχνίας φεύγε, μάλλον δε περί τούτων ομιλίαν ποιού. ταις αδελφαίς μου προσλάλει, αγαπάν τον κύριον και τοις συμβίοις αρκείσθαι σαρκί και πνεύματι. ομοίως και τοις αδελφοίς μου παράγγελλε εν ονόματι Ιησού Χριστού, αγαπάν τας συμβίους ως ο κύριος την εκκλησίαν. 2. ει τις δύναται εν αγνεία μένειν εις τιμήν της σαρκός του κυρίου, εν ακαυχησία μενέτω. εάν καυχήσηται, απώλετο, και εάν γνωσθή πλέον του επισκόπου, έφθαρται. πρέπει δε τοις γαμούσι και ταις γαμουμέναις μετά γνώμης του επισκόπου την ένωσιν ποιείσθαι, ίνα ο γάμος ή κατά κύριον και μη κατ’ επιθυμίαν. πάντα εις τιμήν θεού γινέσθω.


VI (6)

1. Τω επισκόπω προσέχετε, ίνα και ο θεός υμίν. αντίψυχον εγώ των υποτασσομένων τω επισκόπω, πρεσβυτέροις, διακόνοις· και μετ’ αυτών μοι το μέρος γένοιτο σχείν εν θεώ. συγκοπιάτε, αλλήλοις, συναθλείτε, συντρέχετε, συμπάσχετε, συγκοιμάσθε, συνεγείρεσθε ως θεού οικονόμοι και πάρεδροι και υπηρέται. 2. αρέσκετε ω στρατεύεσθε, αφ’ ου και τα οψώνια κομίζεσθε· μη τις υμών δεσέρτωρ ευρεθή. το βάπτισμα υμών μενέτω ως όπλα, η πίστις ως περικεφαλαία, η αγάπη ως δόρυ, η υπομονή ως πανοπλία. τα δεπόσιτα υμών τα έργα υμών, ίνα τα άκκεπτα υμών άξια κομίσησθε. μακροθυμήσατε ουν μετ’ αλλήλων εν πραότητι, ως ο θεός μεθ’ υμών. οναίμην υμών δια παντός.


VII (7)

1. Επειδή η εκκλησία η εν Αντιοχεία της Συρίας ειρηνεύει, ως εδηλώθη μοι, δια την προσευχήν υμών, καγώ ευθυμότερος εγενόμην εν αμεριμνία θεού, εάνπερ δια του παθείν θεού επιτύχω, εις το ευρεθήναί με εν τη αναστάσει υμών μαθητήν. 2. πρέπει, Πολύκαρπε, θεομακαριστότατε, συμβούλιον, αγαγείν θεοπρεπέστατον και χειροτονήσαί τινα, ον αγαπητόν λίαν έχετε και άοκνον, ος δυνήσεται θεοδρόμος καλείσθαι· τούτον καταξιούσθαι, ίνα πορευθείς εις Συρίαν δοξάση υμών την άοκνον αγάπην εις δόξαν θεού· 3. Χριστιανός εαυτού εξουσίαν ουκ έχει, αλλά θεώ σχολάζει. τούτο το έργον θεού εστιν και υμών, όταν αυτό απαρτίσητε. πιστεύω γαρ τη χάριτι, ότι έτοιμοί εστε εις ευποιίαν θεώ ανήκουσαν. ειδώς υμών το σύντονον της αληθείας, δι’ ολίγων υμάς γραμμάτων παρεκάλεσα.


VIII (8)

1. Επεί πάσαις ταις εκκλησίαις ουκ ηδυνήθην γράψαι δια το εξαίφνης πλείν με από Τρωάδος εις Νεάπολιν, ως το θέλημα προστάσσει, γράψεις ταις έμπροσθεν εκκλησίαις, ως θεού γνώμην κεκτημένος, εις το και αυτούς το αυτό ποιήσαι, οι μεν δυνάμενοι πεζούς πέμψαι, οι δε επιστολάς δια των υπό σου πεμπομένων, ίνα δοξασθήτε αιωνίω έργω, ως άξιος ων. 2. ασπάζομαι πάντας εξ ονόματος και την του Επιτρόπου συν όλω τω οίκω αυτής και των τέκνων. ασπάζομαι Άτταλον τον αγαπητόν μου. ασπάζομαι τον μέλλοντα καταξιούσθαι του εις Συρίαν πορεύεσθαι, έσται η χάρις μετ’ αυτού δια παντός και του πέμποντος αυτόν Πολυκάρπου. 3. ερρώσθαι υμάς δια παντός εν θεώ ημών Ιησού Χριστώ εύχομαι, εν ω διαμείνητε εν ενότητι θεού και επισκοπή. ασπάζομαι Άλκην, το ποθητόν μοι όνομα. έρρωσθε εν κυρίω.