Προς Μαγνησιείς Επιστολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Αυτό το άρθρο ή η ενότητα δεν αναφέρει τις πηγές του ή δεν περιέχει βιβλιογραφία..

H προς Τραλλιανοίς επιστολή του Αγίου Ιγνατίου, αποτελεί μία από τις 7 γνήσιες επιστολές του, η οποία συνετάχθει μεταξύ 98 και 107 μ.Χ.

Στην επιστολή αυτή, είναι εμφανής ο ρόλος του Επισκόπου, ως κέντρο της ενότητας της Εκκλησίας, στον οποίο πρέπει να υακούουν τα μέλη της τοπικής Εκκλησίας, για να ζουν κατά Ιησούν Χριστόν. Στην επιστολή γίνεται εμφανής ο ρόλος του Επισκόπου, καθημένου εις τόπονκαι τύπον Θεού κατά τη Θεία Ευχαριστία, περιστοιχιζόμενος από το Πρεσβυτέριο. Και ξεκάθαρα κατονομάζεται το Χριστιανικό θυσιαστήριο, όπου προσφέρεται η αναίμακτη θυσία των Χριστιανών, δια του Χριστιανικού ιερατείου.

Κείμενο

ΜΑΓΝΗΣΙΕΥΣΙΝ ΙΓΝΑΤΙΟΣ Iγνάτιος, ο και Θεοφόρος, τη ευλογημένη εν χάριτι θεού πατρός εν Χριστώ Ιησού τω σωτήρι ημών, εν ω ασπάζομαι την εκκλησίαν την ούσαν εν Μαγνησία τη προς Μαιάνδρω και ευχομαι εν θεώ πατρί και εν Ιησού Χριστώ πλείστα χαίρειν.


I (1)

1. Γνούς υμών το πολυεύτακτον της κατά θεόν αγάπης, αγαλλιώμενος προειλόμην εν πίστει Ιησού Χριστού προσλαλήσαι υμίν. 2. καταξιωθείς γαρ ονόματος θεοπρεπεστάτου, εν οίς περιφέρω δεσμοίς ιδών τας εκκλησίας, εν αις ένωσιν εύχομαι σαρκός και πνεύματος Ιησού Χριστού, του δια παντός ημών ζην, πίστεώς τε και αγάπης, ης ουδέν προκέκριται, το δε κυριώτερον Ιησού και πατρός· εν ω υπομένοντες την πάσαν επήρειαν του άρχοντος του αιώνος τούτου και διαφυγόντες, θεού τευξόμεθα.


II (2)

1. Επεί ουν ηξιώθην ιδείν υμάς δια Δαμά του αξιοθέου υμών επισκόπου και πρεσβυτέρων αξίων Βάσσου και Απολλωνίου και του συνδούλου μου διακόνου Ζωτίωνος, ου εγώ οναίμην, ότι υποτάσσεται τω επισκόπω ως χάριτι θεού και τω πρεσβυτερίω ως νόμω Ιησού Χριστού.


III (3)

1. Και υμίν δε πρέπει μη συγχράσθαι τη ηλικία του επισκόπου, αλλά κατά δύναμιν θεού πατρός πάσαν εντροπήν αυτώ απονέμειν, καθώς έγνων και τους αγίους πρεσβυτέρους ου προσειληφότας την φαινομένην νεωτερικήν τάξιν, αλλ’ ως φρονίμους εν θεώ συγχωρούντας αυτώ, ουκ αυτώ δε, αλλά τω πατρί Ιησού Χριστού, τω πάντων επισκόπω. 2. εις τιμήν ουν εκείνου του θελήσαντος ημάς πρέπον εστίν επακούειν κατά μηδεμίαν υπόκρισιν· επεί ουχ ότι τον επίσκοπον τούτον τον βλεπόμενον πλανά τις, αλλά τον αόρατον παραλογίζεται. το δε τοιούτον ου προς σάρκα ο λόγος, αλλά προς θεόν τον τα κρύφια ειδότα.


IV (4)

1. Πρέπον ουν εστιν μη μόνον καλείσθαι Χριστιανούς, αλλά και είναι· ώσπερ και τινες επίσκοπον μεν καλούσιν, χωρίς δε αυτού πάντα πράσσουσιν. οι τοιούτοι δε ουκ ευσυνείδητοί μοι είναι φαίνονται δια το μη βεβαίως κατ’ εντολήν συναθροίζεσθαι.


V (5)

1. Επεί ουν τέλος τα πράγματα έχει και πρόκειται τα δύο ομού, ό τε θάνατος και η ζωή, και έκαστος εις τον ίδιον τόπον μέλλει χωρείν· 2. ώσπερ γαρ εστιν νομίσματα δύο, ό μεν θεού, ό δε κόσμου, και έκαστον αυτών ίδιον χαρακτήρα επικείμενον έχει, οι άπιστοι του κόσμου τούτου, οι δε πιστοί εν αγάπη χαρακτήρα θεού πατρός δια Ιησού Χριστού, δι’ ου εάν μη αυθαιρέτως έχωμεν το αποθανείν εις το αυτού πάθος, το ζήν αυτού ουκ έστιν εν ημίν.


VI (6)

1. Επεί ουν εν τοις προγεγραμμένοις προσώποις το παν πλήθος εθεώρησα εν πίστει και ηγάπησα, παραινώ, εν ομονοία θεού σπουδάζετε πάντα πράσσειν, προκαθημένου του επισκόπου εις τόπον θεού και των πρεσβυτέρων εις τόπον συνεδρίου των αποστόλων, και των διακόνων των εμοί γλυκυτάτων πεπιστευμένων διακονίαν Ιησού Χριστού, ος προ αιώνων παρά πατρί ην και εν τέλει εφάνη. 2. πάντες ουν ομοήθείαν θεού λαβόντες εντρέπεσθε αλληλους και μηδείς κατά σάρκα βλεπέτω τον πλησίον, αλλ’ εν Ιησού Χριστώ αλληλους δια παντός αγαπάτε. μηδέν έστω εν υμίν, ό δυνήσεται υμάς μερίσαι αλλ’ ενώθητε τω επισκόπω και τοις προκαθημένοις εις τύπον και διδαχήν αφθαρσίας.


VII (7)

1. Ώσπερ ουν ο κύριος άνευ του πατρός ουδέν εποίησεν, ηνωμένος ων, ούτε δι’ εαυτού ούτε δια των αποστόλων· ούτως μηδέ υμείς άνευ του επισκόπου και των πρεσβυτέρων μηδέν πράσσετε· μηδέ πειράσητε εύλογόν τι φαίνεσθαι ιδία υμίν, νους, μία ελπίς εν αγάπη, εν τη χαρά τη αμώμω, ό εστιν Ιησούς Χριστός, ου άμεινον ουδέν εστιν. 2. πάντες ως εις ένα ναόν συντρέχετε θεού, ως επί εν θυσιαστήριον, επί ένα Ιησούν Χριστόν, τον αφ’ ενός πατρός προελθόντα και εις ένα όντα και χωρήσαντα.


VIII (8)

1. Μη πλανάσθε ταις ετεροδοξίαις μηδέ μυθεύμασιν τοις παλαιοίς ανωφελέσιν ούσιν. ει γαρ μέχρι νυν κατά Ιουδαϊσμόν ζώμεν, ομολογούμεν χάριν μη ειληφέναι. 2. οι γαρ θειότατοι προφήται κατά Χριστόν Ιησούν έζησαν. δια τούτο και εδιώχθησαν, ενπνεόμενοι υπό της χάριτος αυτού, εις το πληροφρηθήναι τους απειθούντας, ότι εις του υιού αυτού, ος εστιν αυτού λόγος από σιγής προελθών, ος κατά πάντα ευηρέστησεν τω πέμψαντι αυτόν.


IX (9)

1. Ει ουν οι εν παλαιοίς πράγμασιν αναστραφέντες εις καινότητα ελπίδος ήλθον, μηκέτι σαββατίζοντες, αλλά κατά κυριακήν ζώντες, εν ή και η ζωή ημών ανέτειλεν δι’ αυτού και του θανάτου αυτού, ον τινες αρνούνται, δι’ ου μυστηρίου ελάβομεν το πιστεύειν, και δια τούτο υπομένομεν, ίνα ευρεθώμεν μαθηταί Ιησού Χριστού του μόνου διδασκάλου ημών· 2. πως ημείς δυνησόμεθα δήσαι χωρίς αυτού, ου και οι προφήται μαθηταί όντες τω πνεύματι ως διδάσκαλον αυτόν προσεδόκων; και δια τούτο, ον δικαίως ανέμενον, παρών ήγειρεν αυτούς εκ νεκρών.


X (10)

1. Μη ουν αναισθητώμεν της χρηστότητος αυτού. εάν γαρ ημάς μιμήσηται καθά πράσσομεν, ουκέτι εσμέν. δια τούτο, μαθηταί αυτού γενόμενοι, μάθωμεν κατά Χριστιανισμόν ζήν. ος γαρ άλλω ονόματι καλείται πλέον τούτου, ουκ έστιν του θεού. 2. υπέρθεσθε ουν την κακήν ζύμην, την παλαιωθείσαν και ενοξίσασαν, και μεταβάλεσθε εις νέαν ζύμην, ό εστιν Ιησούς Χριστός. αλίσθητε εν αυτώ, ίνα μη διαφθαρή τις εν υμίν, επεί από της της οσμής ελεγχθήσεσθε. 3. άτοπόν εστιν, Ιησούν Χριστόν λαλείν και ιουδαίζειν. ο γαρ χριστιανισμός ουκ εις Χριστιανισμόν, ω πάσα γλώσσα πιστεύσασα εις θεόν συνήχθη.


XI (11)

1. Ταύτα δε, αγαπητοί μου, ουκ επεί έγνων τινάς εξ υμών ούτως έχοντας, αλλ’ ως μικρότερος υμών άγκιστρα της κενοδοξίας, αλλά πεπληροφορήσθαι εν τη γεννήσει και τω πάθει και τη αναστάσει τη γενομένη εν καιρώ της ηγεμονίας Ποντίου Πιλάτου· πραχθέντα αληθώς και βεβαίως υπό Ιησού Χριστού, της ελπίδος ημών, ης εκτραπήναι μηδενί υμών γένοιτο.


XII (12)

1. Οναίμην υμών κατά πάντα, εάνπερ άξιος ω. ει γαρ και δέδεμαι, προς ένα των λελυμένων υμών ουκ ειμί. οίδα ότι ου φυσιούσθε· Ιησούν γαρ Χριστόν έχετε εν εαυτοίς· και μάλλον, όταν επαινώ υμάς, οίδα, ότι εντρέπεσθε, ως γέγραπται, ότι ο δίκαιος εαυτού κατήγορος.


XIII (13)

1. Σπουδάζετε ουν βεβαιωθήναι εν τοις δόγμασιν του κυρίου και των αποστόλων, ίνα πάντα, όσα ποιείτε, κατευοδωθή σαρκί και πνεύματι, εν αρχή και εν τέλει, μετά του αξιοπρεπεστάτου επισκόπου υμών και αξιοπλόκου πνευματικού στεφάνου του πρεσβυτερίου υμών και των κατά θεόν διακόνων. 2. υποτάγητε τω επισκόπω και αλλήλοις, ως Ιησούς Χριστός τω πατρί και οι απόστολοι τω Χριστώ και τω πατρί ίνα ένωσις ή σαρκική τε και πνευματική.


XIV (14)

1. Ειδώς, ότι θεού γέμετε, συντόμως παρεκέλευσα υμάς. μνημονεύετέ μου εν ταις προσευχαίς υμών, ίνα θεού επιτύχω, και της εν Συρία εκκλησίας, όθεν ουκ άξιός ειμι καλείσθαι· επιδέομαι γαρ της ηνωμένης υμών εν θεώ προσευχής και αγάπης, εις το αξιωθήναι την εν Συρία εκκλησίαν δια της εκκλησίας υμών δροσισθήναι.


XV (15)

1. Ασπάζονται υμάς Εφέσιοι από Σμύρνης, όθεν και γράφω υμίν, παρόντες εις δόξαν θεού, ώσπερ και υμείς οί κατά πάντα με ανέπαυσαν άμα Πολυκάρπω, επισκόπω Σμυρναίων. και αι λοιπαί δε εκκλησίαι εν τιμή Ιησού Χριστού ασπάσονται υμάς. έρρωσθε εν ομονοία θεού, κεκτημένοι αδιάκριτον πνεύμα, ος εστιν Ιησούς Χριστός.