Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Πίστευε και μη ερεύνα"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ
μ
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
 
:''"Aτυχώς...επιστήμονες ή περί τα πράγματα της πίστης ασχολούμενοι, εξαιτίας ελαττωματικής και ατροφικής γνώσης των χριστιανικών αληθειών, νομίζουν ότι πίστη σημαίνει μια αδύναμη αφέλεια ή ότι η Αγία Γραφή διδάσκει το πίστευε και μη ερεύνα"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 154.</ref>.
 
:''"Aτυχώς...επιστήμονες ή περί τα πράγματα της πίστης ασχολούμενοι, εξαιτίας ελαττωματικής και ατροφικής γνώσης των χριστιανικών αληθειών, νομίζουν ότι πίστη σημαίνει μια αδύναμη αφέλεια ή ότι η Αγία Γραφή διδάσκει το πίστευε και μη ερεύνα"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 154.</ref>.
  
Αντιθέτως, για τους Ορθοδόξους, η πίστη είναι κάτι δυναμικό, ένα προϊόν αγώνα ''"συνδεδεμένο με συγκεκριμένες μορφές ζωής"'' όπως ''"δείχνει και η γλωσσική διαμόρφωση...όρων"'' απ' αυτή τη λέξη, όπως ''"αξιόπιστο, αυτόπιστο, απιστία, πίστωση κ.λπ."''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Γ', ό.π..</ref>. Κατά συνέπεια, το λογικό του ανθρώπου ''"δεν αποτυφλούται"'' ούτε υποδουλώνεται από την πίστη<ref>Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 141.</ref>. Οι άνθρωποι, ''"εφόσον μετέχουν στό κοινωνικό σώμα της Εκκλησίας"'', ''"διά της βιώσεως...του περιεχομένου...της πίστεως"''<ref>Τρεμπέλας, ό.π..</ref>, ζουν (πάντα σε μια ιστορική συνέχεια) πράγματα και γεγονότα, και έτσι κατανοούν ''"όσα του Θεού μπορούν να γίνουν γνωστά"''<ref>ό.π., σελ. 153-154.</ref>. Δεν τα ανιχνεύουν απλώς διαλεκτικά ή συλλογιστικά, αλλά ''"οι συλλογισμοί ακολουθούν, μετά την πείρα των συμβάντων και συμβαινόντων"''<ref>ό.π..</ref> και έτσι το λογικό είναι αυτό που μπορεί να προετοιμάσει τον άνθρωπο ώστε να οδηγηθεί στην ''"διά πίστεως αποδοχήν"'' εκείνου του περιεχομένου της [[Θεολογία|Θεολογίας]] που είναι ακατάληπτο<ref>Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 140-141.</ref>. Θα μπορούσε π.χ. ο άνθρωπος να ελέγξει την αξιοπιστία των κομιστών του ευαγγελικού μηνύματος<ref>Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 141.</ref> πράγμα σημαντικό αφού με τις θεοφάνειες συντελείται ''"θεογνωσία...μέσω της δράσης της θείας δόξας"'' και αφορά γνώση όχι θεωρητική αλλά ''"άμεση και πείρα ζωής"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 286.</ref>.
+
Αντιθέτως, για τους Ορθοδόξους, η πίστη είναι κάτι δυναμικό, ένα προϊόν αγώνα ''"συνδεδεμένο με συγκεκριμένες μορφές ζωής"'' όπως ''"δείχνει και η γλωσσική διαμόρφωση...όρων"'' απ' αυτή τη λέξη, όπως ''"αξιόπιστο, αυτόπιστο, απιστία, πίστωση κ.λπ."''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Γ', ό.π..</ref>. Κατά συνέπεια, το λογικό του ανθρώπου ''"δεν αποτυφλούται"'' ούτε υποδουλώνεται από την πίστη<ref>Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 141.</ref>. Οι άνθρωποι, ''"εφόσον μετέχουν στό κοινωνικό σώμα της Εκκλησίας"''<ref>Ματσούκας, ό.π., σελ. 153-154.</ref>, ''"διά της βιώσεως...του περιεχομένου...της πίστεως"''<ref>Τρεμπέλας, ό.π..</ref>, ζουν (πάντα σε μια ιστορική συνέχεια) πράγματα και γεγονότα, και έτσι κατανοούν ''"όσα του Θεού μπορούν να γίνουν γνωστά"''<ref>Ματσούκας, στο ίδιο.</ref>. Δεν τα ανιχνεύουν διαλεκτικά ή συλλογιστικά, αλλά αντιθέτως ''"οι συλλογισμοί ακολουθούν, μετά την πείρα των συμβάντων και συμβαινόντων"''<ref>ό.π..</ref> και έτσι το λογικό είναι αυτό που μπορεί να προετοιμάσει τον άνθρωπο ώστε να οδηγηθεί στην ''"διά πίστεως αποδοχήν"'' εκείνου του περιεχομένου της [[Θεολογία|Θεολογίας]] που είναι ακατάληπτο<ref>Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 140-141.</ref>. Θα μπορούσε π.χ. ο άνθρωπος να ελέγξει την αξιοπιστία των κομιστών του ευαγγελικού μηνύματος<ref>Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 141.</ref> πράγμα σημαντικό αφού με τις θεοφάνειες συντελείται ''"θεογνωσία...μέσω της δράσης της θείας δόξας"'' και αφορά γνώση όχι θεωρητική αλλά ''"άμεση και πείρα ζωής"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 286.</ref>.
  
 
Από μία άλλη όμως πλευρά, το περιεχόμενο της φράσης '''Πίστευε και μή ερεύνα''' απαντάται στην ορθόδοξη παράδοση ως μέρος όμως της [[Αποφατισμός|Αποφατικής Θεολογίας]]:
 
Από μία άλλη όμως πλευρά, το περιεχόμενο της φράσης '''Πίστευε και μή ερεύνα''' απαντάται στην ορθόδοξη παράδοση ως μέρος όμως της [[Αποφατισμός|Αποφατικής Θεολογίας]]:

Αναθεώρηση της 18:41, 6 Απριλίου 2008

Το απόφθεγμα Πίστευε και μή ερεύνα, είναι μία έκφραση που αποδίδεται κυρίως με αρνητικό περιεχόμενο, προσπαθώντας να δηλώσει ότι "η υπό της θεολογίας εκζητουμένη πίστις...ταυτίζεται προς την ευπιστίαν"[1]. Με ένα τέτοιο νόημα όμως, δεν μπορεί να αποτελεί "αξίωμα ευαγγελικόν"[2] και η Ορθόδοξη Θεολογία σαφώς εναντιώνεται σ' αυτό το περιεχόμενο. Όπως σημειώνει ο δογματολόγος Ν. Ματσούκας:

"Aτυχώς...επιστήμονες ή περί τα πράγματα της πίστης ασχολούμενοι, εξαιτίας ελαττωματικής και ατροφικής γνώσης των χριστιανικών αληθειών, νομίζουν ότι πίστη σημαίνει μια αδύναμη αφέλεια ή ότι η Αγία Γραφή διδάσκει το πίστευε και μη ερεύνα"[3].

Αντιθέτως, για τους Ορθοδόξους, η πίστη είναι κάτι δυναμικό, ένα προϊόν αγώνα "συνδεδεμένο με συγκεκριμένες μορφές ζωής" όπως "δείχνει και η γλωσσική διαμόρφωση...όρων" απ' αυτή τη λέξη, όπως "αξιόπιστο, αυτόπιστο, απιστία, πίστωση κ.λπ."[4]. Κατά συνέπεια, το λογικό του ανθρώπου "δεν αποτυφλούται" ούτε υποδουλώνεται από την πίστη[5]. Οι άνθρωποι, "εφόσον μετέχουν στό κοινωνικό σώμα της Εκκλησίας"[6], "διά της βιώσεως...του περιεχομένου...της πίστεως"[7], ζουν (πάντα σε μια ιστορική συνέχεια) πράγματα και γεγονότα, και έτσι κατανοούν "όσα του Θεού μπορούν να γίνουν γνωστά"[8]. Δεν τα ανιχνεύουν διαλεκτικά ή συλλογιστικά, αλλά αντιθέτως "οι συλλογισμοί ακολουθούν, μετά την πείρα των συμβάντων και συμβαινόντων"[9] και έτσι το λογικό είναι αυτό που μπορεί να προετοιμάσει τον άνθρωπο ώστε να οδηγηθεί στην "διά πίστεως αποδοχήν" εκείνου του περιεχομένου της Θεολογίας που είναι ακατάληπτο[10]. Θα μπορούσε π.χ. ο άνθρωπος να ελέγξει την αξιοπιστία των κομιστών του ευαγγελικού μηνύματος[11] πράγμα σημαντικό αφού με τις θεοφάνειες συντελείται "θεογνωσία...μέσω της δράσης της θείας δόξας" και αφορά γνώση όχι θεωρητική αλλά "άμεση και πείρα ζωής"[12].

Από μία άλλη όμως πλευρά, το περιεχόμενο της φράσης Πίστευε και μή ερεύνα απαντάται στην ορθόδοξη παράδοση ως μέρος όμως της Αποφατικής Θεολογίας:

  • Ο Μ. Αθανάσιος Θεολόγος αναφέρει:
"...αλλά πίστευε είς πατέρα, μη ερευνήσεις δε το πράγμα. Προσκύνει τον Υιόν, μη πολυπράγμων την αυτού γέννησιν. Ανυμνεί το πνεύμα το Άγιον, μη εκζητών το της Αγίας Τριάδος μυστήριον"[13].
  • O άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος επίσης:
"Πιστεύω εις ένα Θεόν Πατέρα παντοκράτορα. Πιστεύω, ουκ ερευνώ...ού διώκω το ακατάληπτον...ού μετρώ το αμέτρητον"[14].
  • Και ο Εφραίμ ο Σύρος, παρομοίως:
"...πίστευε, μή ερευνών...ο Θεός ο Πατήρ έπεμψε τόν μονογενή Υιόν...εσαρκώθη εν μήτρα τής αγίας Παρθένου, καί ετέχθη εξ αυτής εκ Πνεύματος Αγίου, έχε πληροφορίαν εις τήν καρδίαν σου...θεωρών ειλικρινώς εν οφθαλμοίς πίστεως αυτά τά πεπραγμένα καί ίδε τόν Κύριον εν οφθαλμοίς καρδίας..."[15].

Κατά συνέπεια, και σύμφωνα με το αποφατικό περιεχόμενο του αποφθέγματος, η θεολογία των Πατέρων μας παροτρύνει "ν' αποφύγουμε τους μεταφυσικούς μετεωρισμούς του νου για την αναγωγή στο Θεό, και να στραφούμε στις θεοφάνειες, που συντελούνται στην κτίση και την ιστορία"[16], στη "ζωή της Εκκλησίας, τη διδαχή, τα μυστήρια, την άσκηση και την κατάφαση του κόσμου και της ζωής"[17].

Υποσημειώσεις

  1. Τρεμπέλας Ν. Παν., Εγκυκλοπαίδεια της θεολογίας, έκδ. 5η, Ο Σωτήρ, Αθήναι 2000, σελ. 141.
  2. ό.π., σελ. 140
  3. Ματσούκας Α. Νίκος, Δογματική και Συμβολική θεολογία, τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 154.
  4. Ματσούκας, Δογματική..., Γ', ό.π..
  5. Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 141.
  6. Ματσούκας, ό.π., σελ. 153-154.
  7. Τρεμπέλας, ό.π..
  8. Ματσούκας, στο ίδιο.
  9. ό.π..
  10. Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 140-141.
  11. Τρεμπέλας, ό.π., σελ. 141.
  12. Ματσούκας Α. Νίκος, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 286.
  13. M. Αθανασίου, "Προς Αντίοχον άρχοντα", PG 28,600.
  14. Ι. Χρυσοστόμου, "Εις την παραβολήν περί συκής", PG 59,584.
  15. Εφραίμ Σύρου, "Περί τούς καταζητούντας του Υιού την φύσιν", 205.
  16. Ματσούκας Α. Νίκος, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 290.
  17. ό.π., σελ. 289.