Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Μοναχική κουρά"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ (Το μυστήριο)
μ (Η "κουρά" ως μυστήριο)
 
(2 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται)
Γραμμή 9: Γραμμή 9:
 
==Η "κουρά" ως μυστήριο==
 
==Η "κουρά" ως μυστήριο==
  
''"Κατά την εποχή εκείνην (των πατέρων) υπήρχεν αστάθεια περί της εννοίας και του αριθμού των μυστηρίων"''<ref>Β. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 464</ref> και αυτό διότι, δεν υπήρχε κανενός είδους σχολαστική καταμέτρησή τους. Χαρακτηριστικό είναι πως ο μοναχός [[Ιωβ Ιασίτης]] κατά το 13ο αιώνα αριθμώντας τα μυστήρια της εκκλησίας ανάμεσά τους αναφέρει και τη ''μοναχική κουρά''<ref>Νικ. Ματσούκας, Δογματική και..., σελ. 473</ref>, ενώ ο [[Θεόδωρος ο Στουδίτης]], ακολουθώντας τον [[ψευδο-Διονύσιος Αρεοπαγίτης|ψευδο-Διονύσιο Αρεοπαγίτη]] αναφέρει πως η ''μοναχική κουρά'' ανήκει και αυτή στα μυστήρια της εκκλησίας<ref>Βασ. Στεφανίδης, ο.π.</ref>. Μέσα λοιπόν από την εκκλησιαστική γραμματολογία διαφαίνεται πως στη συνείδηση των θεολόγων των πρώτων 14 αιώνων, μέχρι την αλλοίωση από τη σχολαστική θεολογία, η ''μοναχική κουρά'' εκλαμβανόταν ως μυστήριο και όχι ως  μία απλή τελετή.  
+
Είναι γεγονός πως ''"κατά την εποχή εκείνην (των πατέρων) υπήρχεν αστάθεια περί της εννοίας και του αριθμού των μυστηρίων"''<ref>Β. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 464</ref> και αυτό διότι, δεν υπήρχε κανενός είδους σχολαστική καταμέτρησή τους. Χαρακτηριστικό είναι πως ο μοναχός [[Ιωβ Ιασίτης]] κατά το 13ο αιώνα αριθμώντας τα μυστήρια της εκκλησίας ανάμεσά τους αναφέρει και τη ''μοναχική κουρά''<ref>Νικ. Ματσούκας, Δογματική και..., σελ. 473</ref>, ενώ ο [[Θεόδωρος ο Στουδίτης]], ακολουθώντας τον [[ψευδο-Διονύσιος Αρεοπαγίτης|ψευδο-Διονύσιο Αρεοπαγίτη]] αναφέρει πως η ''μοναχική κουρά'' ανήκει και αυτή στα μυστήρια της εκκλησίας<ref>Βασ. Στεφανίδης, ο.π.</ref>. Μέσα λοιπόν από την εκκλησιαστική γραμματολογία διαφαίνεται πως στη συνείδηση των θεολόγων των πρώτων 14 αιώνων, μέχρι την αλλοίωση από τη σχολαστική θεολογία, η ''μοναχική κουρά'' εκλαμβανόταν ως μυστήριο και όχι ως  μία απλή τελετή.  
  
Η ''μοναχική κουρά'' στην ορθόδοξη παράδοση συνήθως δεν κατατάσσονται στα μυστήρια. Αυτό διότι τα μυστήρια τις περισσότερες φορές εννοούνται σαν απλές τελετές, εξ αιτίας της αρίθμησης των μυστηρίων σε ένα αριθμό κλειστών μυστηριακών τελετών, αποκομένες και απομονωμένες από το συνολικό σώμα της εκκλησίας. Εννοούνται ουσιαστικά ως κάτι το πρόσθετο, το ανεξάρτητο, το αυτοτελές, το μαγικό<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 467</ref>. Μέσα όμως από τα συγγράματα των δογματολόγων πατέρων της εκκλησίας, όπως του [[Ιωάννης Δαμασκηνός|Ιωάννη Δαμασκηνού]], του [[Διονύσιος Αρεοπαγίτης|Διονυσίου Αρεοπαγίτη]], του [[Νικόλαος Καβάσιλας|Νικολάου Καβάσιλα]] αλλά και τα λειτουργικά κείμενα της εκκλησίας, τα μυστήρια δεν αποτελούν απλώς μυστηριακές τελετές σε ένα κλειστό αριθμό, αλλά οργανικά μέλη στο χαρισματικό σώμα της εκκλησίας<ref>Ν. Ματσούκα, Μυστήριον επί των ιερώς κεκοιμημένων, σελ. 15</ref>. Η αντίληψη αυτή (αρίθμηση μυστηρίων) είναι μία θεωρία που πέρασε από τη σχολαστική θεολογία κυρίως μετά το 14ο αιώνα. Χαρακτηριστικό είναι πως μέχρι τον 13ο αιώνα σε κανένα κείμενο πατέρων της εκκλησίας δεν ευρίσκεται καμία απόδειξη περί κλειστού αριθμού, ενώ η πρώτη αναφορά σε επτά κλειστά μυστήρια, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα, προέρχεται από τον ενωτικό [[Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος|Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο]] κατά το 13ο αιώνα, στην ενωτική σύνοδο της Λυών (1274), στην οποία σκοπό είχε να παρευρεθεί και ο πατήρ της σχολαστικής θεολογίας, [[Θωμάς Ακινάτης]]<ref>Ν. Ματσούκας, Μυστήριον επί των ιερώς κεκοιμημένων, σελ. 15</ref>. Στο έργο επίσης, του μεγάλου δογματολόγου της εκκλησίας Ιωάννη Δαμασκηνού, ''"Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως"'' διαφαίνεται σαφώς πως ''"καμία αρίθμηση δεν είναι νοητή, παρά μονάχα η περιγραφή της συνοχής του σώματος δια μέσου των μυστηριακών εκφάνσεων"''<ref>Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, 4, 13 PG 94, 1136BC-1153C</ref>.
+
Η ''μοναχική κουρά'' στην ορθόδοξη παράδοση συνήθως δεν κατατάσσονται στα μυστήρια. Αυτό διότι τα μυστήρια τις περισσότερες φορές εννοούνται σαν απλές τελετές, εξ αιτίας της αρίθμησης των μυστηρίων σε ένα αριθμό κλειστών μυστηριακών τελετών, αποκομμένες και απομονωμένες από το συνολικό σώμα της εκκλησίας. Εννοούνται ουσιαστικά ως κάτι το πρόσθετο, το ανεξάρτητο, το αυτοτελές, το μαγικό<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 467</ref>. Μέσα όμως από τα συγγράμματα των δογματολόγων πατέρων της εκκλησίας, όπως του [[Ιωάννης Δαμασκηνός|Ιωάννη Δαμασκηνού]], του [[Διονύσιος Αρεοπαγίτης|Διονυσίου Αρεοπαγίτη]], του [[Νικόλαος Καβάσιλας|Νικολάου Καβάσιλα]] αλλά και τα λειτουργικά κείμενα της εκκλησίας, τα μυστήρια δεν αποτελούν απλώς μυστηριακές τελετές σε ένα κλειστό αριθμό, αλλά οργανικά μέλη στο χαρισματικό σώμα της εκκλησίας<ref>Ν. Ματσούκα, Μυστήριον επί των ιερώς κεκοιμημένων, σελ. 15</ref>. Η αντίληψη αυτή (αρίθμηση μυστηρίων) είναι μία θεωρία που πέρασε από τη σχολαστική θεολογία κυρίως μετά το 14ο αιώνα. Χαρακτηριστικό είναι πως μέχρι τον 13ο αιώνα σε κανένα κείμενο πατέρων της εκκλησίας δεν ευρίσκεται καμία απόδειξη περί κλειστού αριθμού, ενώ η πρώτη αναφορά σε επτά κλειστά μυστήρια, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα, προέρχεται από τον ενωτικό [[Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος|Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο]] κατά το 13ο αιώνα, στην ενωτική σύνοδο της Λυών (1274), στην οποία σκοπό είχε να παρευρεθεί και ο πατήρ της σχολαστικής θεολογίας, [[Θωμάς Ακινάτης]]<ref>Ν. Ματσούκας, Μυστήριον επί των ιερώς κεκοιμημένων, σελ. 15</ref>. Στο έργο επίσης, του μεγάλου δογματολόγου της εκκλησίας Ιωάννη Δαμασκηνού, ''"Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως"'' διαφαίνεται σαφώς πως ''"καμία αρίθμηση δεν είναι νοητή, παρά μονάχα η περιγραφή της συνοχής του σώματος δια μέσου των μυστηριακών εκφάνσεων"''<ref>Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, 4, 13 PG 94, 1136BC-1153C</ref>.
  
 
==Το μυστήριο==
 
==Το μυστήριο==
Γραμμή 17: Γραμμή 17:
 
Ο υποψήφιος μοναχός αρχικά εντάσσεται δοκιµαστικά σε µια αδελφότητα. Εκεί, υπό την καθοδήγηση του Γέροντα - Ηγουμένου, ακολουθεί ένα πρόγραµµα προσευχής, διακονίας και κατήχησης, που τηρείται για ένα χρόνο ή και περισσότερο.
 
Ο υποψήφιος μοναχός αρχικά εντάσσεται δοκιµαστικά σε µια αδελφότητα. Εκεί, υπό την καθοδήγηση του Γέροντα - Ηγουμένου, ακολουθεί ένα πρόγραµµα προσευχής, διακονίας και κατήχησης, που τηρείται για ένα χρόνο ή και περισσότερο.
  
Ύστερα από απόφαση του ηγουµενοσυµβουλίου ορίζεται η στιγμή της κουράς του υποψήφιου µοναχού. Την ιεροτελεστία θα τελέσει κάποιος ιεροµόναχος, ενώ ο ηγούµενος θα παραστέκεται στον προσερχόµενο µοναχό ως ανάδοχός του. Ο υποψήφιος, φορώντας συνήθως λευκές κάλτσες και λευκή φανέλα, µετά την είσοδο του [[Ευαγγέλιο|ευαγγελίου]] στη [[Θεία Λειτουργία]], οδηγούµενος από τον ηγούμενο, οδηγείται από τη θύρα του ναού, κάτω από τον πολυέλαιο. Αφού βάλει µετάνοια προς τα τέσσερα σηµεία του ορίζοντα, προχωρεί και βάζει τρεις µετάνοιες στις εικόνες του [[Ιησούς Χριστός|Χριστού]], της [[Θεοτόκος|Θεοτόκου]] και του [[Άγιος|αγίου]] που τιµάται το Καθολικό. Έπειτα βάζει µετάνοια, παίρνει την ευχή του [[Ηγούμενος|Ηγουµένου]] και στέκεται στα αριστερά του µε σταυρωµένα τα χέρια.
+
Ύστερα από απόφαση του ηγουµενοσυµβουλίου ορίζεται η στιγμή της κουράς του υποψήφιου µοναχού. Την ιεροτελεστία θα τελέσει κάποιος ιεροµόναχος, ενώ ο ηγούµενος θα παραστέκεται στον προσερχόµενο µοναχό ως ανάδοχός του. Ο υποψήφιος φορώντας συνήθως λευκές κάλτσες και λευκή φανέλα, µετά την είσοδο του [[Ευαγγέλιο|ευαγγελίου]] στη [[Θεία Λειτουργία]], οδηγούµενος από τον ηγούμενο, εισέρχεται από τη θύρα του ναού κάτω από τον πολυέλαιο. Αφού πραγματοποιήσει µετάνοια προς τα τέσσερα σηµεία του ορίζοντα, προχωρεί και επαναλαμβάνει ακόμα τρεις µετάνοιες στις εικόνες του [[Ιησούς Χριστός|Χριστού]], της [[Θεοτόκος|Θεοτόκου]] και του [[Άγιος|αγίου]] που τιµάται το Καθολικό. Έπειτα πραγματοποιεί ακόμα μια µετάνοια και παίρνοντας την ευχή του [[Ηγούμενος|Ηγουµένου]], στέκεται στα αριστερά του µε σταυρωµένα τα χέρια.
  
Μετά την ψαλµωδία των ''"διατεταγµένων απολυτικίων"'', ο ιερέας κατηχεί τον µέλλοντα µοναχό διαβάζοντας την ευχή ''"Άνοιξον τα της καρδίας σου ώτα, Αδελφέ,..."''. Ακολουθούν ερωταποκρίσεις ανάµεσα στον ιερέα και τον υποψήφιο που βεβαιώνουν την εκούσια προσέλευσή του στη µοναχική πολιτεία. Σ' όσες ερωτήσεις απαντά θετικά αποκρίνεται: ''"Ναι, του Θεού συνεργούντος µοι, τίµιε Πάτερ"''. Έν συνεχεία µετά τις ερωταποκρίσεις συνεχίζεται η κατήχηση υπό του ιερέως, όπου έπεται νέα στιχοµυθία. Μετά και το πέρας αυτής της στιχοµυθίας, ο ιερέας απευθύνει ευχή ζητώντας τη βοήθεια του Θεού για τον κειρόµενο µοναχό. Ακολουθεί η εκφώνηση του ονόµατος του µοναχού. Ο ιερέας τότε τρεις φορές θα δώσει στον κειρόµενο µοναχό το ψαλίδι της κουράς του και ο µοναχός άλλες τρεις αντίστοιχα θα αντιδώσει το ψαλίδι διαµέσου του Ηγουµένου στον ιερέα.
+
Μετά την ψαλµωδία των ''"διατεταγµένων απολυτικίων"'', ο ιερέας κατηχεί τον µέλλοντα µοναχό διαβάζοντας την ευχή ''"Άνοιξον τα της καρδίας σου ώτα, Αδελφέ,..."''. Ακολουθούν ερωταποκρίσεις ανάµεσα στον ιερέα και τον υποψήφιο που βεβαιώνουν την εκούσια προσέλευσή του στη µοναχική πολιτεία. Σ' όσες ερωτήσεις απαντά θετικά αποκρίνεται: ''"Ναι, του Θεού συνεργούντος µοι, τίµιε Πάτερ"''. Έν συνεχεία µετά τις ερωταποκρίσεις ολοκληρώνεται η κατήχηση υπό του ιερέως, όπου έπεται νέα στιχοµυθία. Μετά και το πέρας αυτής της στιχοµυθίας, ο ιερέας απευθύνει ευχή ζητώντας τη βοήθεια του Θεού για τον κειρόµενο µοναχό. Ακολουθεί η εκφώνηση του ονόµατος του µοναχού. Ο ιερέας τότε τρεις φορές θα δώσει στον κειρόµενο µοναχό το ψαλίδι της κουράς του και ο µοναχός άλλες τρεις αντίστοιχα θα αντιδώσει το ψαλίδι διαµέσου του Ηγουµένου στον ιερέα.
  
Ο ιερέας κείρει την κόµη του γονυκλινή υποψήφιου στο όνοµα της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδος]], ενώ οι χοροί ψάλλουν τρεις φορές το ''"Κύριε Ελέησον"''. Ο τυπικάρης (µοναχός υπεύθυνος για την τήρηση του τυπικού) στη συνέχεια φέρνει τα µοναχικά ενδύµατα από το [[Ιερό βήµα]] και τα επιδίδει στον ιερέα. Αυτός, αφού τα ευλογήσει τα παραδίδει στον Ηγούµενο, ο οποίος και ντύνει το νέο µοναχό. Έτσι µε τη σειρά του φορά το ''ζωστικό'', το ''αγγελικό σχήµα'', το ''πολυσταύρι'', τη [[ζώνη]], το [[ράσο]], τα ''υποδήµατα'', το [[καλυµµαύχι]], το [[κουκούλι]] και τέλος τον [[μανδύας|µανδύα]]. Συνεχίζεται η Θεία Λειτουργία ψαλλοµένου του ''"Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε.."''. Ακολουθούν τα αναγνώσµατα και ο ιερέας δίδει στο νέο µοναχό [[Σταυρός|σταυρό]], [[κοµποσχοίνι]] και [[λαµπάδα]] αναµµένη. Ο νέος µοναχός θα µεταλάβει πρώτος χωρίς να βγάλει το [[κουκούλι]] του. Αφού µοιραστεί το [[αντίδωρο]], οι άλλοι µοναχοί µε τη σειρά πηγαίνουν στο νέο αδελφό που στέκεται σε στασίδι, ασπάζονται το σταυρό που κρατά και του εύχονται ''"καλό παράδεισο"'' ή άλλες αρµόζουσες ευχές. Ακολουθεί η [[τράπεζα]], όπου ο νεοκαρείς µοναχός κάθεται πλησίον του ηγουµένου.
+
Ο ιερέας κείρει την κόµη του γονυκλινή υποψήφιου στο όνοµα της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδος]], ενώ οι χοροί ψάλλουν τρεις φορές το ''"Κύριε Ελέησον"''. Ο τυπικάρης (µοναχός υπεύθυνος για την τήρηση του τυπικού) στη συνέχεια φέρνει τα µοναχικά ενδύµατα από το [[Ιερό Βήµα]] και τα επιδίδει στον ιερέα. Αυτός, αφού τα ευλογήσει τα παραδίδει στον Ηγούµενο, ο οποίος και ντύνει το νέο µοναχό. Έτσι µε τη σειρά του φορά το ''ζωστικό'', το ''αγγελικό σχήµα'', το ''πολυσταύρι'', τη [[ζώνη]], το [[ράσο]], τα ''υποδήµατα'', το [[καλυµµαύχι]], το [[κουκούλι]] και τέλος τον [[μανδύας|µανδύα]]. Συνεχίζεται η Θεία Λειτουργία ψαλλοµένου του ''"Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε.."''. Ακολουθούν τα αναγνώσµατα και ο ιερέας δίδει στο νέο µοναχό [[Σταυρός|σταυρό]], [[κοµποσχοίνι]] και [[λαµπάδα]] αναµµένη. Ο νέος µοναχός θα µεταλάβει πρώτος χωρίς να βγάλει το [[κουκούλι]] του. Αφού µοιραστεί το [[αντίδωρο]], οι άλλοι µοναχοί µε τη σειρά πηγαίνουν στο νέο αδελφό που στέκεται σε στασίδι, ασπάζονται το σταυρό που κρατά και του εύχονται ''"καλό παράδεισο"'' ή άλλες αρµόζουσες ευχές. Ακολουθεί η [[τράπεζα]], όπου ο νεοκαρείς µοναχός κάθεται πλησίον του ηγουµένου.
  
 
==Υποσημειώσεις==
 
==Υποσημειώσεις==

Τελευταία αναθεώρηση της 13:31, 31 Μαΐου 2009

Μοναχική κουρά αποκαλείται το μυστήριο της Ορθόδοξης Eκκλησίας το οποίο εισάγει το βαπτισμένο μέλος του σώματος της εκκλησίας σε διαρκή μετάνοια και αδιάκοπη μνεία και μνήμη του Θεού[1]. Θεωρείται ως βάπτισμα, όπου το μέλος της εκκλησίας ενδύεται με το αγγελικό σχήμα, συντελώντας ουσιαστικά μία αναγέννηση στο χώρο της θείας δόξας[2]. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως ο Γρηγόριος ο Θεολόγος την κατατάσσει ανάμεσα στις τρεις γεννήσεις του ανθρώπου δηλαδή την εκ σωμάτων, την εκ του βαπτίσματος και την εξ αναστάσεως, η οποία προσιδιάζει στην αγγελική ζωή την οποία γεύεται κατά πρόληψη ο μοναχός[3].

Θεολογία

Στο μυστήριο της μοναχικής κουράς η μέθοδος της τελείωσης γίνεται τεταμένη, ρεαλιστική και συγκεκριμένη, εντάσσοντας το μοναχό στην περιρρέουσα ατμόσφαιρά της νοεράς προσευχής[4]. Ο μοναχός προσηλώνει το νου στη καρδιά και μέσω της νήψης οδηγείται στην μεταμόρφωση[5]. Προηγείται η τεχνική μέθοδος, το κομποσχοίνι, η ευχή, η προσήλωση[6].

Η μοναχική κουρά νοείται μόνο ως χάρισμα. Η παρθενία, αλλά και ειδική κλίση του μοναχισμού, μόνο μέσα σε αυτά τα πλαίσια μπορεί να νοηθεί. Ο μοναχός πλέον παντρεύεται την εκκλησία και εισάγεται ολοκληρωτικά σε αυτή την οικογένεια. Το χάρισμα αυτό όμως, δε νοείται ποτέ σε εγωκεντρικά και ατομικά πλαίσια, αλλά διαχέεται ως φωτισμός και ενίσχυση σε όλα τα μέλη του εκκλησιαστικού σώματος. Κάνει έτσι την ιστορική πορεία της εκκλησίας μπροστά στον κίνδυνο της κατάρρευσης, να πλουτίζεται και να δύναται να σταθεί στα πόδια της[7]. Τελικά η μοναχική άσκηση ανήκει και αυτή στο σώμα του Χριστού, στην εκκλησιαστική κοινότητα.

Η "κουρά" ως μυστήριο

Είναι γεγονός πως "κατά την εποχή εκείνην (των πατέρων) υπήρχεν αστάθεια περί της εννοίας και του αριθμού των μυστηρίων"[8] και αυτό διότι, δεν υπήρχε κανενός είδους σχολαστική καταμέτρησή τους. Χαρακτηριστικό είναι πως ο μοναχός Ιωβ Ιασίτης κατά το 13ο αιώνα αριθμώντας τα μυστήρια της εκκλησίας ανάμεσά τους αναφέρει και τη μοναχική κουρά[9], ενώ ο Θεόδωρος ο Στουδίτης, ακολουθώντας τον ψευδο-Διονύσιο Αρεοπαγίτη αναφέρει πως η μοναχική κουρά ανήκει και αυτή στα μυστήρια της εκκλησίας[10]. Μέσα λοιπόν από την εκκλησιαστική γραμματολογία διαφαίνεται πως στη συνείδηση των θεολόγων των πρώτων 14 αιώνων, μέχρι την αλλοίωση από τη σχολαστική θεολογία, η μοναχική κουρά εκλαμβανόταν ως μυστήριο και όχι ως μία απλή τελετή.

Η μοναχική κουρά στην ορθόδοξη παράδοση συνήθως δεν κατατάσσονται στα μυστήρια. Αυτό διότι τα μυστήρια τις περισσότερες φορές εννοούνται σαν απλές τελετές, εξ αιτίας της αρίθμησης των μυστηρίων σε ένα αριθμό κλειστών μυστηριακών τελετών, αποκομμένες και απομονωμένες από το συνολικό σώμα της εκκλησίας. Εννοούνται ουσιαστικά ως κάτι το πρόσθετο, το ανεξάρτητο, το αυτοτελές, το μαγικό[11]. Μέσα όμως από τα συγγράμματα των δογματολόγων πατέρων της εκκλησίας, όπως του Ιωάννη Δαμασκηνού, του Διονυσίου Αρεοπαγίτη, του Νικολάου Καβάσιλα αλλά και τα λειτουργικά κείμενα της εκκλησίας, τα μυστήρια δεν αποτελούν απλώς μυστηριακές τελετές σε ένα κλειστό αριθμό, αλλά οργανικά μέλη στο χαρισματικό σώμα της εκκλησίας[12]. Η αντίληψη αυτή (αρίθμηση μυστηρίων) είναι μία θεωρία που πέρασε από τη σχολαστική θεολογία κυρίως μετά το 14ο αιώνα. Χαρακτηριστικό είναι πως μέχρι τον 13ο αιώνα σε κανένα κείμενο πατέρων της εκκλησίας δεν ευρίσκεται καμία απόδειξη περί κλειστού αριθμού, ενώ η πρώτη αναφορά σε επτά κλειστά μυστήρια, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα, προέρχεται από τον ενωτικό Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο κατά το 13ο αιώνα, στην ενωτική σύνοδο της Λυών (1274), στην οποία σκοπό είχε να παρευρεθεί και ο πατήρ της σχολαστικής θεολογίας, Θωμάς Ακινάτης[13]. Στο έργο επίσης, του μεγάλου δογματολόγου της εκκλησίας Ιωάννη Δαμασκηνού, "Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως" διαφαίνεται σαφώς πως "καμία αρίθμηση δεν είναι νοητή, παρά μονάχα η περιγραφή της συνοχής του σώματος δια μέσου των μυστηριακών εκφάνσεων"[14].

Το μυστήριο

Ο υποψήφιος μοναχός αρχικά εντάσσεται δοκιµαστικά σε µια αδελφότητα. Εκεί, υπό την καθοδήγηση του Γέροντα - Ηγουμένου, ακολουθεί ένα πρόγραµµα προσευχής, διακονίας και κατήχησης, που τηρείται για ένα χρόνο ή και περισσότερο.

Ύστερα από απόφαση του ηγουµενοσυµβουλίου ορίζεται η στιγμή της κουράς του υποψήφιου µοναχού. Την ιεροτελεστία θα τελέσει κάποιος ιεροµόναχος, ενώ ο ηγούµενος θα παραστέκεται στον προσερχόµενο µοναχό ως ανάδοχός του. Ο υποψήφιος φορώντας συνήθως λευκές κάλτσες και λευκή φανέλα, µετά την είσοδο του ευαγγελίου στη Θεία Λειτουργία, οδηγούµενος από τον ηγούμενο, εισέρχεται από τη θύρα του ναού κάτω από τον πολυέλαιο. Αφού πραγματοποιήσει µετάνοια προς τα τέσσερα σηµεία του ορίζοντα, προχωρεί και επαναλαμβάνει ακόμα τρεις µετάνοιες στις εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου και του αγίου που τιµάται το Καθολικό. Έπειτα πραγματοποιεί ακόμα μια µετάνοια και παίρνοντας την ευχή του Ηγουµένου, στέκεται στα αριστερά του µε σταυρωµένα τα χέρια.

Μετά την ψαλµωδία των "διατεταγµένων απολυτικίων", ο ιερέας κατηχεί τον µέλλοντα µοναχό διαβάζοντας την ευχή "Άνοιξον τα της καρδίας σου ώτα, Αδελφέ,...". Ακολουθούν ερωταποκρίσεις ανάµεσα στον ιερέα και τον υποψήφιο που βεβαιώνουν την εκούσια προσέλευσή του στη µοναχική πολιτεία. Σ' όσες ερωτήσεις απαντά θετικά αποκρίνεται: "Ναι, του Θεού συνεργούντος µοι, τίµιε Πάτερ". Έν συνεχεία µετά τις ερωταποκρίσεις ολοκληρώνεται η κατήχηση υπό του ιερέως, όπου έπεται νέα στιχοµυθία. Μετά και το πέρας αυτής της στιχοµυθίας, ο ιερέας απευθύνει ευχή ζητώντας τη βοήθεια του Θεού για τον κειρόµενο µοναχό. Ακολουθεί η εκφώνηση του ονόµατος του µοναχού. Ο ιερέας τότε τρεις φορές θα δώσει στον κειρόµενο µοναχό το ψαλίδι της κουράς του και ο µοναχός άλλες τρεις αντίστοιχα θα αντιδώσει το ψαλίδι διαµέσου του Ηγουµένου στον ιερέα.

Ο ιερέας κείρει την κόµη του γονυκλινή υποψήφιου στο όνοµα της Αγίας Τριάδος, ενώ οι χοροί ψάλλουν τρεις φορές το "Κύριε Ελέησον". Ο τυπικάρης (µοναχός υπεύθυνος για την τήρηση του τυπικού) στη συνέχεια φέρνει τα µοναχικά ενδύµατα από το Ιερό Βήµα και τα επιδίδει στον ιερέα. Αυτός, αφού τα ευλογήσει τα παραδίδει στον Ηγούµενο, ο οποίος και ντύνει το νέο µοναχό. Έτσι µε τη σειρά του φορά το ζωστικό, το αγγελικό σχήµα, το πολυσταύρι, τη ζώνη, το ράσο, τα υποδήµατα, το καλυµµαύχι, το κουκούλι και τέλος τον µανδύα. Συνεχίζεται η Θεία Λειτουργία ψαλλοµένου του "Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε..". Ακολουθούν τα αναγνώσµατα και ο ιερέας δίδει στο νέο µοναχό σταυρό, κοµποσχοίνι και λαµπάδα αναµµένη. Ο νέος µοναχός θα µεταλάβει πρώτος χωρίς να βγάλει το κουκούλι του. Αφού µοιραστεί το αντίδωρο, οι άλλοι µοναχοί µε τη σειρά πηγαίνουν στο νέο αδελφό που στέκεται σε στασίδι, ασπάζονται το σταυρό που κρατά και του εύχονται "καλό παράδεισο" ή άλλες αρµόζουσες ευχές. Ακολουθεί η τράπεζα, όπου ο νεοκαρείς µοναχός κάθεται πλησίον του ηγουµένου.

Υποσημειώσεις

  1. Νικόλαος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 499
  2. Lennant Ryden, Das leben des Heiligen narren Symeon von Leontios von Neapolis, Upsala 1963, page 131
  3. Γρηγορίου Θεολόγου, Εις το Άγιον Βάπτισμα 2 PG 36, 360C
  4. Νικ. Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Γ΄, σελ. 287
  5. Νικ. ματσούκας, Δογματική και..., σελ. 500
  6. Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, Αθήνα 1978, σελ. 262 κ.ε.
  7. Νικ. Ματσούκας, ο.π., σελ. 500
  8. Β. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 464
  9. Νικ. Ματσούκας, Δογματική και..., σελ. 473
  10. Βασ. Στεφανίδης, ο.π.
  11. Ν. Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 467
  12. Ν. Ματσούκα, Μυστήριον επί των ιερώς κεκοιμημένων, σελ. 15
  13. Ν. Ματσούκας, Μυστήριον επί των ιερώς κεκοιμημένων, σελ. 15
  14. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, 4, 13 PG 94, 1136BC-1153C

Πηγές

  • Νικόλαος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Βασίλειος Στεφανίδης, "Εκκλησιαστική ιστορία", Παπαδημητρίου, Αθήνα 1959.
  • Το τελετουργικό της μύησης