Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλώνιους"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Υποσημειώσεις)
Γραμμή 58: Γραμμή 58:
  
 
== Υποσημειώσεις ==
 
== Υποσημειώσεις ==
<div style="font-size: 85%"><references/></div>
+
 
 +
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div>
  
 
== Εξωτερικοί δεσμοί ==
 
== Εξωτερικοί δεσμοί ==

Αναθεώρηση της 16:47, 12 Μαρτίου 2008

Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ είναι το ιστορικό γεγονός που περιγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη και σήμερα γνωρίζουμε πως ιστορικά συνέβη το 587 π.Χ., απο τη Βαβυλωνιακή Δυναστεία επί βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα, την εποχή που στην Ιερουσαλήμ βασίλευε ο Σεδεκίας.

Τα γεγονότα

Η εποχή πριν την Καταστροφή

Η εποχή των συμβάντων οριοθετούσε το τέλος της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας, και την αρχή της Βαβυλωνιακής κυριαρχίας στην περιοχή. Δηλαδή την περίοδο που ονομάζουμε Νέο-Βαβυλωνιακή περίοδο. Με το τέλος της Ασσυριακής αυτοκρατορίας τόσο οι Αιγύπτιοι, όσο και οι Βαβυλώνιοι έριζαν, για τη διαδοχή ως ηγέτιδες δυνάμεις της προνομιούχου αυτής περιοχής της Μέσης Ανατολής. Κατά τον καιρό της Ασσυριακής κυριαρχίας στην περιοχή, οι Ισραηλίτες ήταν διαιρεμένοι σε δύο βασίλεια, λόγω εσωτερικών ταραχών και συγκρούσεων. Στο Βόρειο Βασίλειο των 10 φυλών, που ονομαζόταν «Ισραήλ» και είχε πρωτεύουσα τη Σαμάρεια, και στο Νότιο Βασίλειο του Ιούδα, των δύο φυλών, που είχε πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ. Ήδη κατά τον καιρό εκείνο, το Βόρειο Βασίλειο του Ισραήλ είχε καταλυθεί και στην περιοχή είχαν εγκατασταθεί ξένοι λαοί, οι λεγόμενοι Σαμαρείτες. Ισραηλιτικό ήταν πλέον μόνο το Νότιο Βασίλειο του Ιούδα, αλλά και αυτό υπό την εξουσία της Ασσυριακής δύναμης.

Από τα ιστορικά ντοκουμέντα γνωρίζουμε, πως η Ασσυρία καταλύθηκε κατά την εκστρατεία των Μηδών, από τον Οκτώβριο του 610 π.Χ. ως τον Μάρτιο του 609 π.Χ.[1]. Το χρονικό αναφέρει πως στο δέκατο έκτο έτος του Ναβοπολασσάρ, στο μήνα Μαρχεσβάν, οι Ουμάν-Μάντα (οι Μήδοι), που είχαν έρθει με σκοπό να βοηθήσουν το βασιλιά της Ακκάδ, συνένωσαν τα στρατεύματά τους και βάδισαν κατά της Χαρράν. Ο βασιλιάς της Ακκάδ έφθασε στη Χαρράν και κυρίεψε την πόλη. Αφαίρεσε τα πολλά λάφυρα της πόλης και του ναού. Η στήλη του Ναβονίδη [2] παρέχει την ίδια πληροφορία. Όταν στο δέκατο όγδοο έτος του Ναβοπολασσάρ, βασιλιά της Βαβυλώνας, ο βασιλιάς των θεών Σιν θύμωσε με την πόλη και με το ναό του και ανέβηκε στον ουρανό, η πόλη και ο λαός μέσα σ’ αυτήν αφανίστηκαν.

Η Αγία Γραφή μας πληροφορεί, ότι την ίδια χρονιά (609 π.Χ.), σκοτώνεται στον πόλεμο ο βασιλιάς του Ιούδα Ιωσίας στη Μεγιδδώ από τον Φαραώ Νεχαώ, όταν συμμετείχε στον πόλεμο μαζί του, στη διάρκεια της εκστρατεία του τελευταίου στην περιοχή. Τότε, χρίστηκε βασιλιάς ο 23χρονος Ιωάχαζ ο γιος του, ο οποίος όμως βασίλεψε μόνο για 3 μήνες, γιατί ο Φαραώ Νεχαώ τον φυλάκισε. Στη θέση του, o Φαραώ ορίζει βασιλιά, τον 25χρονο Ιωακείμ, ο οποίος βασίλεψε για 11 συναπτά έτη[3]. Την ίδια όμως χρονιά το 609 π.Χ., η Αίγυπτος αποσύρεται από την περιοχή, καθώς η Βαβυλώνα μπήκε στη διεκδίκηση των κτήσεων της αδύναμης πλέον Ασσυρίας, στο 18ο έτος της βασιλείας του Ναβοπολασσάρ βασιλιά της Βαβυλώνος. Έτσι ξεκίνησε η Νέο-Βαβυλωνιακή περίοδος, που κυριάρχησε στην περιοχή για 70 έτη[4].

Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ

Ο Ναβοπολασσάρ τελικά δεν παρέμεινε για πολλά έτη ακόμα την εξουσία. Από το Νεοβαβυλωνιακό χρονικό[5] πληροφορούμαστε πως ο Ναβοπολασσάρ βασίλεψε στη Βαβυλώνα επί είκοσι ένα έτη, όπως αναφέρεται και στον Κανόνα του Πτολεμαίου. Στον κανόνα αναφαίρεται χαρακτηριστικά πως «Επί είκοσι ένα χρόνια, ο Ναβοπολασσάρ κυβέρνησε τη Βαβυλώνα. Την όγδοη μέρα του μήνα Αβ πέθανε. Το μήνα Ελούλ ο Ναβουχοδονόσορ (ΙΙ) επέστρεψε στη Βαβυλώνα και την πρώτη μέρα του μήνα ανέβηκε στο βασιλικό θρόνο στη Βαβυλώνα». Ο Ναβουχοδονόσορας συνέχισε το έργο του πατέρα του.

Το 605 π.Χ., κατά το 3ο έτος του Ιωακείμ βασιλιά του Ιούδα, (4ο έτος αν συνυπολογίσουμε και το έτος ενθρόνισής του), ο Φαραώ Νεχαώ ηττάται από τον Ναβουχοδονόσορα βασιλιά της Βαβυλώνας, κατά το έτος ενθρόνισης του τελευταίου, και δεν παραμένει στην Αίγυπτο, αναγνωρίζοντας ότι η Βαβυλώνα είναι πλέον ο κυρίαρχος της περιοχής[6]. Την ίδια χρονιά, το 605 π.Χ. που ήταν και το έτος ενθρόνισής του, ο Ναβουχοδονόσορας επιτίθεται για πρώτη φορά στο βασίλειο του Ιούδα, και επιτυγχάνει να θέσει τον βασιλιά Ιωακείμ της Ιερουσαλήμ, υποτελή του. Επίσης λεηλατεί μέρος των θησαυρών της Ιερουσαλήμ, και ως νέο-ενθρονισμένος βασιλιάς, κάνει μια πρώτη μετοικεσία της «ελίτ» της Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα, με το πρόσχημα να επιτελέσουν τους συμβούλους του. Είναι μια μικρή πρώτη μετοικεσία Ιουδαίων, στην οποία μάλιστα συμμετέχει και ο γνωστός (νεαρός τότε), προφήτης Δανιήλ[7].

Τρία έτη αργότερα, το 602 π.Χ. κατά το 6ο έτος βασιλείας του Ιωακείμ, αυτός επαναστάτησε εναντίον του Ναβουχοδονόσορα[8]. Στο διάστημα των επομένων ετών, οι Βαβυλώνιοι δεν προέβηκαν σε επιθετικές ενέργειες σε βάρος των των Ισραηλιτών. Εν τέλει, Ιωακείμ πέθανε κατά το 11ο έτος της βασιλείας του, και τον διαδέχθηκε ο Ιωαχείν ο γιος του, σε ηλικία 18 ετών, το 597 π.Χ., ο οποίος όμως βασίλεψε μόνο 3 μήνες και 10 ημέρες[9]. Στο έτος της βασιλείας του Ιωαχείν, ο Ναβουχοδονόσορας επιτέθηκε για δεύτερη φορά στην Ιερουσαλήμ (8ο έτος της βασιλείας του), για να ανακτήσει τον έλεγχο της πόλης. Συνέλαβε τον Ιωαχείν, λεηλάτησε όλους τους υπόλοιπους θησαυρούς της Ιερουσαλήμ που είχε αφήσει την προηγούμενη φορά, και έκανε μια δεύτερη μετοικεσία κατοίκων της Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα. Πήρε μαζί του όλους τους άρχοντες και τον δυνάμενο στρατιωτικό πληθυσμό, συλλαμβάνοντας συνολικά 10.000 αιχμαλώτους, και μαζί με αυτούς όλους τους τεχνίτες, τους ξυλουργούς και σιδηρουργούς, αφήνοντας στην Ιερουσαλήμ μόνο τα ασθενέστερα και φτωχότερα στρώματα του λαού. Αυτό συνέβη κατά το «τέλος του ενιαυτού» (της χρονιάς), δηλαδή τέλος Αδάρ ή αρχή Νισσάν.

Την άνοιξη του 597 π.Χ. ο Ιωαχείν μεταφέρθηκε στη Βαβυλώνα μαζί με την οικογένειά του. Στη θέση του Ιωαχείν, ο Ναβουχοδονόσορ έθεσε τον αδελφό του Ματθανία, αλλάζοντάς του το όνομα σε Σεδεκία. Έτσι ο Σεδεκίας σε ηλικία 21 ετών, ανέλαβε το θρόνο οπου και βασίλεψε συνολικά για 11 έτη. Ο Σεδεκίας έμμελλε να είναι και ο τελευταίος βασιλιάς της Ιερουσαλήμ πριν την ολοσχερή καταστροφή της[10]. Αυτό συνέβει διότι ο Σεδεκίας επαναστάτησε εναντίον του Ναβουχοδονόσορα βασιλιά της Βαβυλώνος, με αποτέλεσμα κατά το 9ο έτος της Βασιλείας του, το 10ο μήνα και τη 10η ημέρα, (Ιανουάριος του 589 π.Χ.), η Ιερουσαλήμ να πολιορκηθεί από τους Βαβυλώνιους, για περίοδο 2,5 ετών, ως την πτώση της. Τότε, κατά τον προφήτη Ζαχαρία, ξεκίνησε περίοδος 70 ετών οργής του Θεού εναντίον της Ιερουσαλήμ, ως την επιστροφή των Ιουδαίων από τη Βαβυλώνα πίσω στην Ιερουσαλήμ[11].

Το 587 π.Χ., κατά το 11ο έτος βασιλείας του Σεδεκία, τον 4ο μήνα, 9η ημέρα, που ήταν το 18ο έτος του Ναβοχοδονόσορα (19ο αν υπολογίσουμε και το έτος ενθρόνισης), η πόλη δεν άντεξε άλλο την πολιορκία, και έπεσε[12] «Και την ένατη ημέρα τού τέταρτου μήνα, η πείνα υπερίσχυσε στην πόλη, και δεν υπήρχε ψωμί για τον λαό τού τόπου. Και η πόλη εκπορθήθηκε, και όλοι οι άνδρες τού πολέμου έφυγαν τη νύχτα, διαμέσου τού δρόμου τής πύλης, που ήταν ανάμεσα στα δύο τείχη, η οποία ήταν κοντά στον βασιλικό κήπο• (και οι Χαλδαίοι ήσαν κοντά στην πόλη, ολόγυρα)• και ο βασιλιάς πήγε προς τον δρόμο τής πεδιάδας. Και ο στρατός των Χαλδαίων καταδίωξε πίσω από τον βασιλιά, και τον έφτασαν στις πεδιάδες τής Ιεριχώ• και ολόκληρος ο στρατός του διασκορπίστηκε από κοντά του. Και συνέλαβαν τον βασιλιά, και τον έφεραν στον βασιλιά τής Βαβυλώνας, στη Ριβλά• και πρόφεραν καταδίκη εναντίον του. Και έσφαξαν τους γιους τού Σεδεκία μπροστά στα μάτια του, και έβγαλαν τα μάτια τού Σεδεκία, και αφού τον έδεσαν με δύο χάλκινες αλυσίδες, τον έφεραν στη Βαβυλώνα.»[13].

Η Παλαιά Διαθήκη, συνεχίζει την αφήγηση των γεγονότων της καταστροφής της Ιερουσαλήμ ως εξής:

«Και στον πέμπτο μήνα, την έβδομη ημέρα τού μήνα, του 19ου χρόνου τής βασιλείας τού Ναβουχοδονόσορα, του βασιλιά τής Βαβυλώνας, ήρθε στην Ιερουσαλήμ ο Νεβουζαραδάν, ο αρχισωματοφύλακας, ο δούλος τού βασιλιά τής Βαβυλώνας• και κατέκαψε τον οίκο τού Κυρίου, και το παλάτι τού βασιλιά, και όλα τα σπίτια τής Ιερουσαλήμ, και κάθε μεγάλο σπίτι το κατέκαψε με φωτιά. Και ολόκληρος ο στρατός των Χαλδαίων, που ήταν μαζί με τον αρχισωματοφύλακα, καταγκρέμισε τα τείχη τής Ιερουσαλήμ, ολόγυρα.Και το υπόλοιπο του λαού, που είχε απομείνει στην πόλη, κι εκείνους που έφυγαν, οι οποίοι είχαν καταφύγει στον βασιλιά τής Βαβυλώνας, και εκείνο το τμήμα που εναπέμεινε από το πλήθος, ο Νεβουζαραδάν, ο αρχισωματοφύλακας, το μετοίκισε. Από τους φτωχούς τής γης, όμως, ο αρχισωματοφύλακας άφησε, για αμπελουργούς και γεωργούς»[14], συνιστώντας την Τρίτη Μετοικεσία στη Βαβυλώνα, του λαού τη Ιερουσαλήμ».
«Και τους χάλκινους στύλους, που ήσαν στον οίκο τού Κυρίου, και τις βάσεις, και τη χάλκινη θάλασσα, που ήταν στον οίκο τού Κυρίου, οι Χαλδαίοι την κατέκοψαν, και μετακόμισαν τον χαλκό τους στη Βαβυλώνα. Και πήραν τα καζάνια, και τα φτυάρια, και τα λυχνοψάλιδα, και τα θυμιατήρια, και όλα τα χάλκινα σκεύη, με τα οποία γινόταν η υπηρεσία. Ακόμα, ο αρχισωματοφύλακας πήρε και τα πυροδοχεία, και τις φιάλες, ό,τι ήταν χρυσό, και ό,τι ήταν ασημένιο• τους δύο στύλους, τη μία θάλασσα, και τις βάσεις που ο Σολομώντας είχε κάνει για τον οίκο τού Κυρίου• ο χαλκός όλων αυτών των σκευών ήταν αζύγιστος. Τό ύψος τού ενός στύλου ήταν 18 πήχες, και το κιονόκρανο που ήταν επάνω του, το χάλκινο• και το ύψος τού κιονόκρανου ήταν τρεις πήχες• και το διχτυωτό, και τα ρόδια επάνω στο κιονόκρανο, ολόγυρα, όλα ήσαν χάλκινα• τα ίδια είχε και ο δεύτερος στύλος, μαζί με το διχτυωτό. Και ο αρχισωματοφύλακας πήρε τον Σεραΐα, τον πρώτο ιερέα, και τον Σοφονία, τον δεύτερο ιερέα, και τους τρεις θυρωρούς• και από την πόλη πήρε έναν ευνούχο, που ήταν επιστάτης στους άνδρες των πολεμιστών, και πέντε άνδρες από τους παριστάμενους μπροστά στον βασιλιά, που είχαν βρεθεί στην πόλη, και τον γραμματέα, τον άρχοντα των στρατευμάτων, που έκανε τη στρατολογία τού λαού τής γης, και 60 άνδρες από τον λαό τής γης, που είχαν βρεθεί στην πόλη. Και αφού ο Νεβουζαραδάν, ο αρχισωματοφύλακας, τους πήρε, τους έφερε στον βασιλιά τής Βαβυλώνας, στη Ριβλά. Και ο βασιλιάς τής Βαβυλώνας τούς πάταξε, και τους θανάτωσε, στη Ριβλά, στη γη Αιμάθ. Έτσι μετοικίστηκε ο Ιούδας από τη γη του»[15].

Μετά από την καταστροφή, ο Ναβουχοδονόσορας κατέστησε έναν νέο κυβερνήτη στην πόλη, όχι όμως βασιλιά, όπως μας διασώζει το ιστορικό υπόμνηματης Αγίας Γραφής:

«Και για τον λαό που είχε εναπομείνει στη γη Ιούδα, τους οποίους ο βασιλιάς τής Βαβυλώνας, ο Ναβουχοδονόσορας, είχε αφήσει, κατέστησε επάνω τους τον Γεδαλία, τον γιο τού Αχικάμ, γιου τού Σαφάν. …Και ο Γεδαλίας ορκίστηκε σ' αυτούς, και στους άνδρες τους, και τους είπε: Μη φοβάστε να είστε δούλοι των Χαλδαίων• κατοικήστε στη γη, και δουλεύετε τον βασιλιά τής Βαβυλώνας• και θα είναι σε σας καλό»[16].

Προφανώς αυτή η στάση του Γεδαλία θεωρήθηκε «προδοσία», και αρπαγή της εξουσίας, γιατί η αφήγηση μας διηγείται ότι αμέσως μετά από αυτό, ο Γεδαλίας δολοφονήθηκε από συγγενείς του εκθρονισμένου βασιλιά Σεδεκία:

«Και στον έβδομο μήνα, ο Ισμαήλ, ο γιος τού Νεθανία, γιου τού Ελισαμά, από το βασιλικό σπέρμα, ήρθε, έχοντας μαζί του δέκα άνδρες, και πάταξαν τον Γεδαλία, ώστε πέθανε, και τους Ιουδαίους και τους Χαλδαίους, εκείνους που ήσαν μαζί του στη Μισπά. Και σηκώθηκε ολόκληρος ο λαός, από μικρόν μέχρι μεγάλον, και οι άρχοντες των στρατευμάτων, και ήρθαν στην Αίγυπτο• επειδή, φοβήθηκαν από το πρόσωπο των Χαλδαίων»[17], με αποτέλεσμα ο λαός της Ιερουσαλήμ έφυγε, και η πόλη έμεινε σχεδόν έρημη.

Το 582 π.Χ., πέντε χρόνια αργότερα, το 23ο έτος του Ναβουχοδονόσορα, ο Ναβουζαραδάν ο αρχισωματοφύλακας του Ναβουχοδονόσορα, επανήλθε στην Ιερουσαλήμ, και έκανε και τέταρτη μετοικεσία των κατοίκων της, άλλους 745 ανθρώπους που είχαν απομείνει εκεί, ώστε η Ιερουσαλήμ ερημώθηκε τελείως[18].

Η επιστροφή του «Ισραήλ»

Είκοσι χρόνια αργότερα, το 562 π.Χ., ο Ναβουχοδονόσορας πέθανε, και στη θέση του βασίλεψε ο Νεριγλισσάρ (Ευείλ Μεροδάχ), κατά το 37ο έτος της μετοικεσίας του Ιωαχείν τον Οκτώβριος του 562 π.Χ.[19]. Ενώ το επόμενο έτος, το 581 π.Χ., ο Ιωαχείν, πρώην βασιλιάς της Ιερουσαλήμ αποφυλακίσθηκε[20].

Η καταστροφή της Βαβυλώνας από τους Μηδοπέρσες, το 539 π.Χ., από τον Κύρο, κατά το 17ο έτος του Ναβονίδη, (5/6 Οκτωβρίου), έθεσε τέρμα στην Νέο-Βαβυλωνιακή περίοδο, και άνοιξε το δρόμο για την επιστροφή των Ιουδαίων στην Ιερουσαλήμ, και την ανοικοδόμηση του Ναού τους[21]. Έτσι με διάταγμα του Κύρου, του βασιλιά της Μηδοπερσίας, κατά το πρώτο του έτος (538 – 537 π.Χ.), οι Ιουδαίοι άρχισαν την επιστροφή τους για την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ και του Ναού τους[22].

Σημασία της καταστροφής της Ιερουσαλήμ για τους Εβραίους

Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ, αποτελούσε τη μεγαλύτερη τιμωρία που ήταν δυνατό να συμβεί στον Ισραηλιτικό λαό, καθώς τα πάντα στη ζωή τους καθορίζονταν από τους Ιερείς και τη λειτουργία του Ναού τους, σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο, που καταγράφεται στην Πεντάτευχο (Παλαιά Διαθήκη). Γι'αυτό και θέλησαν άμεσα, να ξαναχτιστεί η Ιερουσαλήμ. Παράλληλα με την καταστροφή αυτή άρχισε η εβραϊκή διασπορά, που από τότε είναι έντονη σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα πολλοί Εβραίοι μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο (ιδιαίτερα στη νήσο Ελεφαντίνη) όπου αργότερα έγινε και η μετάφραση των Εβδομήκοντα.

Η ιστορική και θρησκευτική σημασία της χρονολογίας

Το 587 π.Χ. ως ημερομηνία καταστροφής της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλώνιους, είναι μια σημαντική ιστορική χρονολογία, η οποία συμπλέκει μεταξύ τους διαφορετικές ιστορικές χρονολογικές γραμμές, και οδηγεί τους αρχαιολόγους σε εντοπισμό διαφόρων γεγονότων της ιστορίας που συνέβησαν την ίδια περίοδο. Επειδή είναι ιστορικά τεκμηριωμένη, αποτελεί σημείο αναφοράς για πολλές άλλες χρονολογήσεις της Νεοβαβυλωνιακής περιόδου.

Η πτώση της Ιερουσαλήμ είναι ένα σημαντικό γεγονός που αναφέρεται στην Αγία Γραφή εκτενώς και αποτελεί σημαντικό ιστορικό χρονικό για ιστορική τεκμηρίωση γεγονότων για τους Χριστιανούς. Γι' αυτό και οι σοβαρότερες έρευνες για την ιστορία αυτής της περιόδου, εκπονήθηκαν από ανθρώπους που προέρχονταν από εσχατολογικές αιρέσεις.

Η χρονολογική τεκμηρίωση της περιόδου αυτής, εκτός από την κατανόηση των κειμένων της Αγίας Γραφής στην οποία οδηγεί, είναι για τους Χριστιανούς και μία από τις αποδείξεις της ιστορικής αξιοπιστίας της Αγίας Γραφής, δεδομένου ότι η ίδια η Αγία Γραφή, μέσα από το βιβλίο του Ζαχαρία, είναι η μία από τις ανεξάρτητες γραμμές χρονολόγησης, που τεκμηριώνουν την περίοδο αυτή.

Υποσημειώσεις

  1. Βαβυλωνιακό χρονικό Β.Μ. 21901 και επιγραφή της Χαρράν Nabon Η 1,Β
  2. Η 1, Β
  3. Β΄ Βασιλέων 23/κγ΄ 31, 34. Β΄ Χρονικών 34/λδ: 1, 35/λε: 20. 36/λς΄ 1-3,5)
  4. Β΄ Βασιλέων 23/κγ΄ 31- 24/κδ΄ 1. Β΄ Χρονικών 36/λς΄ 4-6
  5. Β.Μ. 21946
  6. (Ιερεμίας 46/μς΄ 2)
  7. Δανιήλ 1/α΄ 1-4. 2/β΄ 1 - Β΄ Χρονικών 36/λς΄ 6 - Β΄ Βασιλέων 24/κδ΄ 1,7 - Ιερεμίας 35/λε΄ 1,1
  8. Β΄ Βασιλέων 24/κδ΄ 1
  9. Β΄ Χρονικών 36/λς΄ 9
  10. Β΄ Χρονικών 36/λς΄ 10,11. Ιερεμίας 52/νβ΄ 28. Β΄ Βασιλέων 24/κδ΄ 10-17 και Βασιλική επιγραφή (Μπέργκερ ΑΟΑΤ 4: 1, Σελ. 108)
  11. Ιερεμίας 39/λθ΄1. Ιερεμίας 52/νβ΄ 4,5. Β΄ Βασιλέων 25/κε΄ 1. Ιερεμίας 21/κα΄2. Ιεζεκιήλ 24/κδ΄ 1. Ζαχαρίας 1/α΄ 7,12
  12. (Ιερεμίας 32/λβ΄ 1-3. 39/λθ΄ 2,8-10. 52/νβ΄ 5-14,29. 41/μα΄ 1-3,10. Ζαχαρίας 7/ζ΄ 1-5.)
  13. Β΄ Βασιλέων 25/κε΄ 2-7
  14. Β΄ Βασιλέων 25/κε΄ 8-12
  15. Β΄ Βασιλέων 25/κε΄ 13-22)
  16. Β΄ Βασιλέων 25/κε΄ 23-24
  17. Β΄ Βασιλέων 25/κε΄ 25,26
  18. Ιερεμίας 52/νβ: 30
  19. Β΄ Βασιλέων 25/κε΄ 27. Ιερεμίας 52/νβ΄ 31
  20. Β΄ Βασιλέων 25/κε΄ 27. Ιερεμίας 52/νβ΄ 31
  21. Ιερεμίας 25/κε΄ 11,12. 29/κθ΄ 10. Β΄ Χρονικών 36/λς΄ 21
  22. Β΄ Χρονικών 26/λς΄ 22. Έσδρας 1/α΄ 1

Εξωτερικοί δεσμοί