Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Κακό"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Το κακό ως έλλειψη τελειότητας)
μ (Το κακό ως «μη ον»)
 
(26 ενδιάμεσες εκδόσεις από 4 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Το κακό στην Ορθόδοξη πίστη είναι "μη ον", δηλαδή "ανύπαρκτο", επειδή πρόκειται για στέρηση του καλού, που είναι το "ον", το "υπαρκτό".
+
Το '''κακό''' είναι έννοια που νοείται πάντοτε σε συσχετισμό προς το αγαθό<ref>λήμμ. "Κακό, το", εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 31, εκδ. Δίας, Αθήνα 2004.</ref> και τις σημασίες που αποδίδονται στο αντίθετό του, "το καλό"<ref>λήμμ. "Κακό", εγκυκλοπαίδεια ''ΔΟΜΗ'', τόμ. 14, Αθήνα 2004.</ref> προς το οποίο και αντιτίθεται ριζικά<ref>''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', ό.π..</ref>. Σύμφωνα με την [[Πατρολογία|πατερική]] γραμματεία ''"τίποτε άλλο δεν είναι το κακό παρά στέρηση του αγαθού, όπως και το σκότος είναι στέρηση του φωτός. Το αγαθό είναι φως νοητό, όπως και το κακό είναι σκότος νοητό"''<ref>Ιωάννης Δαμασκηνός, ''Περί διαβόλου και δαιμόνων'' στο ''Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως'' (μτφρ. Ν. Ματσούκα), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 107.</ref>. Κατά μία έννοια, '''"κακό"''' είναι κάθε τι που η κρίση μας απαξιώνει, θεωρεί ότι θα έπρεπε να εκλείπει, κάθε τι που διεγείρει την αποστροφή μας<ref>λήμμ. "Κακόν", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 07, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 198.</ref>.
  
Ο ορισμός αυτός, από μόνος του λύνει το μεγάλο πρόβλημα της ύπαρξης του κακού στον κόσμο, γιατί μαρτυρά ότι ο Θεός δεν έπλασε στον κόσμο το κακό, εφ' όσον το "μη ον" δεν πλάθεται ως ανύπαρκτο.
+
==Το κακό ως «''μη ον''»==
  
 +
Είναι γεγονός, ότι η ''"η χριστιανική διδασκαλία"'' είναι ''"πέρα για πέρα αντίθετη προς τη [[διαρχία]]"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Το πρόβλημα του κακού - Δοκίμιο πατερικής θεολογίας'', 3η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 273.</ref> και κατά συνέπεια διδάσκει ότι ''"δεν μπορεί να νοηθεί κανένα στοιχείο που να μην είναι δημιούργημα του Θεού"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 376.</ref>. Εντούτοις, συχνά χρησιμοποιεί την εικόνα της σύγκρουσης ''"θεϊκών και δαιμονικών δυνάμεων"'', στην περίπτωση αυτή όμως ''"δανείζεται μονάχα το σχήμα της πάλης του καλού και του κακού"'', με το '"κακό" να παραμένει ανύπαρκτο ''"ως πράγμα"'' και να ''"εννοείται μονάχα ως διαβρωμένη...αγαθή πραγματικότητα"''<ref>Ματσούκας, ''Το πρόβλημα του κακού'', ό.π..</ref>. Κατά συνέπεια το κακό ''"είναι μη ον...δεν έχει...υπόσταση...αλλά...παρυπόσταση"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Β' (Έκθεση της ορθόδοξης πίστης σε αντιπαράθεση με τη δυτική Χριστιανοσύνη), 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 211.</ref>, ''"κλέβει"'' δηλαδή ''"την υπόσταση του αγαθού και επομένως αποτελεί παραμόρφωση"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', τόμ. Γ', ό.π..</ref>. Άρα ''"ανυπόστατον το κακόν"''<ref>Μάξιμος Ομολογητής, ''Σχόλια'', PG 4,53A.</ref> και όπως σημειώνει ο [[Διονύσιος Αρεοπαγίτης]] ''"ούτε υπόστασιν έχει...αλλά παρυπόστασιν, του αγαθού ένεκα και ουχ εαυτού γινόμενου"''<ref>Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ''Περί θείων ονομάτων'', PG 3,732C.</ref>.
  
== Το κακό ως "μη ον" ==
+
Στην Ορθόδοξη θεολογία νοούνται μόνο δύο καταστάσεις. Η θεότητα που είναι το άκτιστο και η δημιουργία που είναι η κτίση, προερχόμενη από το ''"μη ον"''. Και τα δύο αυτά πράγματα είναι αγαθά, ''"το κακό όμως ως παρυπόσταση και στέρηση και συνάμα διάβρωση του κάθε όντος, αφορά μόνο κτιστά πράγματα. Επομένως κακό δεν είναι τίποτα άλλο παρά η δυνατή και η συντελούμενη (όπου συντελείται) διάβρωση ενός κτιστού και πάντοτε αγαθού όντος"''<ref>Ιωάννου Δαμασκηνού, «Ι. Κατα Μανιχαίων Διάλογος. ΙΙ. Προς τους Διαβάλλοντας...», (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), σελίς 14</ref>. Γι αυτό το λόγο το κακό ως ανύπαρκτο, μπορεί να νοηθεί μόνο ως έκπτωση, μερική ή ολική της αγαθής πραγματικότητας, εξού και είναι υστερογενές, αφού πάντα προηγείται το αγαθό κτίσμα και έπεται η διάβρωση<ref>ο.π. 15</ref>. Έτσι το κακό υφίσταται επειδή υπάρχει το αγαθό, ειδάλλως δε θα υπήρχε<ref>B. Kotter, Die Schriften des Johannes von Damascos, IV, Berlin 1981, σελ. 340</ref>, οι δε βασικές προϋποθέσεις ύπαρξης του κακού είναι η τρεπτότητα των όντων, δηλαδή ο ερχομός στο ''"είναι"'' ενός όντος από την ανυπαρξία και το αυτεξούσιο.
  
Το κακό, είναι το εντελώς αντίθετο τού καλού. Συνεπώς αν καλό είναι: η ύπαρξη, η γνώση, η κατοχή, η αφθαρσία, η αϊδιότητα, η κίνηση, το φως, η λογική, η παντοδυναμία, κ.λ.π., τότε κακό είναι τα ακριβώς αντίθετα: η ανυπαρξία, η άγνοια, η έλειψη, η φθορά, η προσωρινότητα, η ακινησία, το σκοτάδι, ο παραλογισμός, η αδυναμία. Το φως είναι κάτι υπαρκτό, και αποτελείται από φωτόνια. Το σκοτάδι όμως, ΔΕΝ αποτελείται από "σκοτόνια", αλλά είναι η έλλειψη φωτονίων, δηλαδή η έλλειψη του φωτός!
+
==Το κακό ως έλλειψη τελειότητας==
  
Παρατηρούμε λοιπόν, πως κακό είναι η στέρηση τού καλού. Επειδή, το σκοτάδι είναι η έλειψη φωτός, και η άγνοια έλειψη γνώσης. Η έλειψη είναι η μη κατοχή, και η ακινησία η έλειψη κίνησης. Και συνεπώς, αν το καλό είναι η αιωνιότητα η παντοδυναμία και το υπαρκτό, το κακό είναι η προσωρινότητα η αδυναμία και η ανυπαρξία!
+
Από τη στιγμή που ο Θεός είναι η ''Πρώτη Αιτία'' των πάντων, ''Παντοδύναμος'', ''Παντογνώστης'', ''Πανταχού παρών'' και ''Άπειρος'', ως κακό ορίζουμε την έλλειψη αυτών των χαρακτηριστικών. Γιατί δεν μπορεί παρά η Πρώτη και Μοναδική Αιτία των πάντων, να αποτελεί το σημείο αναφοράς της κάθε έννοιας του υπαρκτού. Όμως εφ' όσον μόνο η Πρώτη Αιτία αυτή, μόνο ο Θεός, μπορεί να έχει τις ανωτέρω ιδιότητες, κατ' ανάγκην όλα τα κτίσματα τις στερούνται στον απόλυτο αυτό βαθμό. Γιατί όσα και αν γνωρίζει κάποιος, δεν μπορεί να είναι παντογνώστης, ούτε παντοδύναμος, ούτε πανταχού παρών, ούτε άπειρος. Η ''ομοιότητα'' του [[κτιστό|κτιστού]] με τον Άκτιστο Θεό, κατ' ανάγκην υπολείπεται του Θεού και θα υπολείπεται πάντα, όσο και αν τον προσεγγίσει. Έτσι η έλλειψη του καλού, νοείται ως κακό. Γι' αυτό και στο βιβλίο της [[Γένεσις|Γενέσεως]], η [[κτιστό|κτίση]] δεν αναφέρεται ως ''τέλεια'', αλλά ''λίαν καλή''. Γιατί το ''λίαν καλό'', υπολείπεται του ''τελείου''. Αυτή η θεώρηση, δίνει και τη λύση, στο γιατί στον κόσμο του καλού Θεού υπάρχει το κακό, δηλαδή το ''ατελές''. Επειδή τίποτα δεν μπορεί να περιέχει το πλήρες και το τέλειο, εκτός μόνο του Θεού.
  
Δεν μπορεί λοιπόν το κακό να είναι ούτε παντοδύναμο, ούτε αιώνιο, ούτε καν υπαρκτό!
+
==Η προέλευση του ηθικού κακού==
  
 +
Εν αρχή πρέπει να ξεκαθαριστεί οτι ''"στην βιβλική και θεολογική άποψη δεν μπορεί να γίνει δεκτή η διάκριση του κακού σε φυσικό και  ηθικό"''<ref>Ιωάννου Δαμασκηνού, «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Κεφάλαιο B, σχόλιο 57.</ref>. Αυτό συμβαίνει διότι αν μιλούσαμε για φυσικό και ηθικό κακό, ουσιαστικά θα εισάγαμε στη θεολογία μορφή διαρχίας, μεταξύ σώματος και πνεύματος. Έτσι ουσιαστικά ''"φυσικό κακό δεν υπάρχει, αλλά φθορά της μηδενιζόμενης κτιστής πραγματικότητας με την ελεύθερη επανάσταση των λογικών όντων κατά της ζωοποιός χάριτος"''<ref>Ιωάννου Δαμασκηνού, «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Κεφάλαιο B, σχόλιο 57.</ref>.
  
== Το κακό ως έλλειψη τελειότητας ==
+
Έτσι το ηθικό κακό, δηλαδή το κακό που εξαρτάται και γίνεται από κάποια νοήμονα οντότητα, βρίσκει την εξήγησή του, στην πορεία των κτισμάτων προς το ''καθ' ομοίωσιν'' του Θεού. Για να ομοιάσει κάποιος με τον Θεό, πρέπει κατ' ανάγκην να το επιλέξει αυτό ελεύθερα, όπως Ελεύθερος είναι ο Θεός, και ελεύθερα βουλήθηκε να είναι αυτό που είναι. Ομοίως, μόνο εν ελευθερία μπορεί κάποιος να επιλέξει την ομοίωσή του με τον ελεύθερο Θεό. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να δημιουργήσει ο Θεός όντα αναγκασμένα να ακολουθήσουν αυτή την πορεία, αλλά έπρεπε τα όντα αυτά, να επιλέξουν την πορεία αυτή, ή την αντίθετη.
  
Από τη στιγμή που δεχόμαστε τον Θεό ως την Πρώτη Αιτία των πάντων, ως Παντοδύναμο, Παντογνώστη, Πανταχού παρόντα και Άπειρο, κατά συνέπειαν, ως κακό ορίζουμε την έλλειψη αυτών των χαρακτηριστικών! Γιατί δεν μπορεί παρά η Πρώτη και Μοναδική Αιτία των πάντων, να αποτελεί το σημείο αναφοράς της κάθε έννοιας του υπαρκτού.
+
Η αντίθετη επιλογή κάποιων νοημόνων κτισμάτων, από την πορεία προς το [[καθ' ομοίωσιν]], οδηγεί σε στέρηση της ομοίωσης αυτής, κάτι που είναι κατ' ουσίαν κακό και οδηγεί σε αυτό που λέμε ηθικό κακό. Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του ηθικού κακού και αρχηγός των αποστατών από την πορεία αυτή, είναι το πνευματικό πλάσμα που γνωρίζουμε με το όνομα [[Διάβολος]] ή Σατανάς. Μαζί του και ένας μεγάλος αριθμός άλλων πνευματικών όντων, που έπεσαν πριν ακόμα από την πτώση του [[Αδάμ]]. Οι φορείς του ηθικού κακού λοιπόν, είναι κτίσματα που πλάσθηκαν σε αθωότητα από τον Θεό, και με τη δυνατότητα να ομοιάσουν σ' Αυτόν, ή να επιλέξουν τον δικό τους δρόμο, αλλά επέλεξαν τον λάθος δρόμο, που απομακρύνει από τον Θεό. Ο Θεός δεν πλάθει κτίσματα κακά, αλλά κτίσματα αθώα και ελεύθερα, που τα ίδια τα κτίσματα επιλέγουν την πορεία τους και τον τρόπο που θα πολιτευθούν στην κτίση του Θεού.
  
Όμως εφ' όσον μόνο η Πρώτη Αιτία αυτή, μόνο ο Θεός, μπορεί να έχει τις ανωτέρω ιδιότητες, κατ' ανάγκην όλα τα κτίσματα τις στερούνται στον απόλυτο αυτό βαθμό. Γιατί όσα και αν γνωρίζει κάποιος, δεν μπορεί να είναι παντογνώστης, ούτε παντοδύναμος, ούτε πανταχού παρών, ούτε άπειρος. Η "ομοιότητα" (αν μπορεί να χαρακτηρισθεί έτσι χάριν συζήτησης) του κτιστού με τον Άκτιστο Θεό, κατ' ανάγκην υπολείπεται του Θεού, και θα υπολείπεται πάντα, όσο και αν τον προσεγγίσει.
+
==Υποσημειώσεις==
 +
<div style="font-size: 85%"><references/></div>
  
Όπως είπαμε όμως, η έλλειψη του καλού, νοείται ως κακό. Και όμοια, το να υπολείπεται το κτιστό του Ακτίστου, μόνο ως "κακό" μπορεί να θεωρηθεί. Γι' αυτό και στη Γένεση της Αγίας Γραφής, η κτίση του Θεού, δεν αναφέρεται ως "τέλεια", αλλά "λίαν καλή". Γιατί το "λίαν καλό", υπολείπεται του "τελείου". Και τη λέξη "τελειότητα", όσον αφορά την κτίση, μόνο με σχετικό και συγκριτικό τρόπο προς τα άλλα κτίσματα μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε, και όχι σε σύγκριση με τον άπειρο, και όντως Τέλειο Θεό.
 
  
Αυτή η θεώρηση, δίνει και τη λύση, στο γιατί στον κόσμο του καλού Θεού, υπάρχει το κακό, δηλαδή το "ατελές". Επειδή τίποτα δεν μπορεί να περιέχει το πλήρες και το τέλειο, εκτός μόνο του Θεού. Και εξηγεί την ύπαρξη της κτίσεως ως "πορεία", από το λιγότερο καλό προς το Καλό. Αυτή η θεώρηση δίνει και το στόχο της πορείας της κτίσεως προς την αφθαρσία και το καθ' ομοίωσιν του Θεού, ως μία πορεία απελευθέρωσης από το "μη ον", προς το "Ον", που όμως είναι ατέρμονη, καθώς κινείται προς Τον Άπειρο Θεό.
+
[[Κατηγορία:Ορθόδοξη ποιμαντική διδασκαλία|Κακό]]
 +
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Κ]]

Τελευταία αναθεώρηση της 14:21, 23 Οκτωβρίου 2008

Το κακό είναι έννοια που νοείται πάντοτε σε συσχετισμό προς το αγαθό[1] και τις σημασίες που αποδίδονται στο αντίθετό του, "το καλό"[2] προς το οποίο και αντιτίθεται ριζικά[3]. Σύμφωνα με την πατερική γραμματεία "τίποτε άλλο δεν είναι το κακό παρά στέρηση του αγαθού, όπως και το σκότος είναι στέρηση του φωτός. Το αγαθό είναι φως νοητό, όπως και το κακό είναι σκότος νοητό"[4]. Κατά μία έννοια, "κακό" είναι κάθε τι που η κρίση μας απαξιώνει, θεωρεί ότι θα έπρεπε να εκλείπει, κάθε τι που διεγείρει την αποστροφή μας[5].

Το κακό ως «μη ον»

Είναι γεγονός, ότι η "η χριστιανική διδασκαλία" είναι "πέρα για πέρα αντίθετη προς τη διαρχία"[6] και κατά συνέπεια διδάσκει ότι "δεν μπορεί να νοηθεί κανένα στοιχείο που να μην είναι δημιούργημα του Θεού"[7]. Εντούτοις, συχνά χρησιμοποιεί την εικόνα της σύγκρουσης "θεϊκών και δαιμονικών δυνάμεων", στην περίπτωση αυτή όμως "δανείζεται μονάχα το σχήμα της πάλης του καλού και του κακού", με το '"κακό" να παραμένει ανύπαρκτο "ως πράγμα" και να "εννοείται μονάχα ως διαβρωμένη...αγαθή πραγματικότητα"[8]. Κατά συνέπεια το κακό "είναι μη ον...δεν έχει...υπόσταση...αλλά...παρυπόσταση"[9], "κλέβει" δηλαδή "την υπόσταση του αγαθού και επομένως αποτελεί παραμόρφωση"[10]. Άρα "ανυπόστατον το κακόν"[11] και όπως σημειώνει ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης "ούτε υπόστασιν έχει...αλλά παρυπόστασιν, του αγαθού ένεκα και ουχ εαυτού γινόμενου"[12].

Στην Ορθόδοξη θεολογία νοούνται μόνο δύο καταστάσεις. Η θεότητα που είναι το άκτιστο και η δημιουργία που είναι η κτίση, προερχόμενη από το "μη ον". Και τα δύο αυτά πράγματα είναι αγαθά, "το κακό όμως ως παρυπόσταση και στέρηση και συνάμα διάβρωση του κάθε όντος, αφορά μόνο κτιστά πράγματα. Επομένως κακό δεν είναι τίποτα άλλο παρά η δυνατή και η συντελούμενη (όπου συντελείται) διάβρωση ενός κτιστού και πάντοτε αγαθού όντος"[13]. Γι αυτό το λόγο το κακό ως ανύπαρκτο, μπορεί να νοηθεί μόνο ως έκπτωση, μερική ή ολική της αγαθής πραγματικότητας, εξού και είναι υστερογενές, αφού πάντα προηγείται το αγαθό κτίσμα και έπεται η διάβρωση[14]. Έτσι το κακό υφίσταται επειδή υπάρχει το αγαθό, ειδάλλως δε θα υπήρχε[15], οι δε βασικές προϋποθέσεις ύπαρξης του κακού είναι η τρεπτότητα των όντων, δηλαδή ο ερχομός στο "είναι" ενός όντος από την ανυπαρξία και το αυτεξούσιο.

Το κακό ως έλλειψη τελειότητας

Από τη στιγμή που ο Θεός είναι η Πρώτη Αιτία των πάντων, Παντοδύναμος, Παντογνώστης, Πανταχού παρών και Άπειρος, ως κακό ορίζουμε την έλλειψη αυτών των χαρακτηριστικών. Γιατί δεν μπορεί παρά η Πρώτη και Μοναδική Αιτία των πάντων, να αποτελεί το σημείο αναφοράς της κάθε έννοιας του υπαρκτού. Όμως εφ' όσον μόνο η Πρώτη Αιτία αυτή, μόνο ο Θεός, μπορεί να έχει τις ανωτέρω ιδιότητες, κατ' ανάγκην όλα τα κτίσματα τις στερούνται στον απόλυτο αυτό βαθμό. Γιατί όσα και αν γνωρίζει κάποιος, δεν μπορεί να είναι παντογνώστης, ούτε παντοδύναμος, ούτε πανταχού παρών, ούτε άπειρος. Η ομοιότητα του κτιστού με τον Άκτιστο Θεό, κατ' ανάγκην υπολείπεται του Θεού και θα υπολείπεται πάντα, όσο και αν τον προσεγγίσει. Έτσι η έλλειψη του καλού, νοείται ως κακό. Γι' αυτό και στο βιβλίο της Γενέσεως, η κτίση δεν αναφέρεται ως τέλεια, αλλά λίαν καλή. Γιατί το λίαν καλό, υπολείπεται του τελείου. Αυτή η θεώρηση, δίνει και τη λύση, στο γιατί στον κόσμο του καλού Θεού υπάρχει το κακό, δηλαδή το ατελές. Επειδή τίποτα δεν μπορεί να περιέχει το πλήρες και το τέλειο, εκτός μόνο του Θεού.

Η προέλευση του ηθικού κακού

Εν αρχή πρέπει να ξεκαθαριστεί οτι "στην βιβλική και θεολογική άποψη δεν μπορεί να γίνει δεκτή η διάκριση του κακού σε φυσικό και ηθικό"[16]. Αυτό συμβαίνει διότι αν μιλούσαμε για φυσικό και ηθικό κακό, ουσιαστικά θα εισάγαμε στη θεολογία μορφή διαρχίας, μεταξύ σώματος και πνεύματος. Έτσι ουσιαστικά "φυσικό κακό δεν υπάρχει, αλλά φθορά της μηδενιζόμενης κτιστής πραγματικότητας με την ελεύθερη επανάσταση των λογικών όντων κατά της ζωοποιός χάριτος"[17].

Έτσι το ηθικό κακό, δηλαδή το κακό που εξαρτάται και γίνεται από κάποια νοήμονα οντότητα, βρίσκει την εξήγησή του, στην πορεία των κτισμάτων προς το καθ' ομοίωσιν του Θεού. Για να ομοιάσει κάποιος με τον Θεό, πρέπει κατ' ανάγκην να το επιλέξει αυτό ελεύθερα, όπως Ελεύθερος είναι ο Θεός, και ελεύθερα βουλήθηκε να είναι αυτό που είναι. Ομοίως, μόνο εν ελευθερία μπορεί κάποιος να επιλέξει την ομοίωσή του με τον ελεύθερο Θεό. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να δημιουργήσει ο Θεός όντα αναγκασμένα να ακολουθήσουν αυτή την πορεία, αλλά έπρεπε τα όντα αυτά, να επιλέξουν την πορεία αυτή, ή την αντίθετη.

Η αντίθετη επιλογή κάποιων νοημόνων κτισμάτων, από την πορεία προς το καθ' ομοίωσιν, οδηγεί σε στέρηση της ομοίωσης αυτής, κάτι που είναι κατ' ουσίαν κακό και οδηγεί σε αυτό που λέμε ηθικό κακό. Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του ηθικού κακού και αρχηγός των αποστατών από την πορεία αυτή, είναι το πνευματικό πλάσμα που γνωρίζουμε με το όνομα Διάβολος ή Σατανάς. Μαζί του και ένας μεγάλος αριθμός άλλων πνευματικών όντων, που έπεσαν πριν ακόμα από την πτώση του Αδάμ. Οι φορείς του ηθικού κακού λοιπόν, είναι κτίσματα που πλάσθηκαν σε αθωότητα από τον Θεό, και με τη δυνατότητα να ομοιάσουν σ' Αυτόν, ή να επιλέξουν τον δικό τους δρόμο, αλλά επέλεξαν τον λάθος δρόμο, που απομακρύνει από τον Θεό. Ο Θεός δεν πλάθει κτίσματα κακά, αλλά κτίσματα αθώα και ελεύθερα, που τα ίδια τα κτίσματα επιλέγουν την πορεία τους και τον τρόπο που θα πολιτευθούν στην κτίση του Θεού.

Υποσημειώσεις

  1. λήμμ. "Κακό, το", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 31, εκδ. Δίας, Αθήνα 2004.
  2. λήμμ. "Κακό", εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, τόμ. 14, Αθήνα 2004.
  3. Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π..
  4. Ιωάννης Δαμασκηνός, Περί διαβόλου και δαιμόνων στο Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως (μτφρ. Ν. Ματσούκα), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 107.
  5. λήμμ. "Κακόν", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (Θ.Η.Ε.), τόμ. 07, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 198.
  6. Ματσούκας Α. Νίκος, Το πρόβλημα του κακού - Δοκίμιο πατερικής θεολογίας, 3η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 273.
  7. Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 376.
  8. Ματσούκας, Το πρόβλημα του κακού, ό.π..
  9. Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Β' (Έκθεση της ορθόδοξης πίστης σε αντιπαράθεση με τη δυτική Χριστιανοσύνη), 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 211.
  10. Ματσούκας, Δογματική..., τόμ. Γ', ό.π..
  11. Μάξιμος Ομολογητής, Σχόλια, PG 4,53A.
  12. Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων, PG 3,732C.
  13. Ιωάννου Δαμασκηνού, «Ι. Κατα Μανιχαίων Διάλογος. ΙΙ. Προς τους Διαβάλλοντας...», (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), σελίς 14
  14. ο.π. 15
  15. B. Kotter, Die Schriften des Johannes von Damascos, IV, Berlin 1981, σελ. 340
  16. Ιωάννου Δαμασκηνού, «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Κεφάλαιο B, σχόλιο 57.
  17. Ιωάννου Δαμασκηνού, «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Κεφάλαιο B, σχόλιο 57.