Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ιεροσύνη

1.041 bytes προστέθηκαν, 23:25, 19 Φεβρουαρίου 2009
Οι βαθμοί
Μαρτυρίες περί των βαθμών της ιεροσύνης διασώζονται σε πηγές των αμέσως επομένων αποστολικών ετών. Χαρακτηριστική είναι η επιστολή του [[Κλήμης Ρώμης|Κλήμεντα Ρώμης]] περί το 100, για την ένταση στην εκκλησία της Κορίνθου, η [[Διδαχή των Αποστόλων]] και ειδικώς οι επιστολές του [[Ιγνάτιος ο Θεοφόρος|Αγίου Ιγνατίου]], μέσω των οποίων διασώζεται και η μετάβαση της εξουσίας στον εκκλησιαστικό θεσμό του επισκόπου, συνταχθείσες το αργότερο μέχρι το 120. Χαρακτηριστική αναφορά εν προκειμένω γίνεται στην ενότητα του σώματος στον επίσκοπο, δια μέσου της ευχαριστιακής συνάξεως. Ο μεγάλος απολογητής [[Ιουστίνος ο Μάρτυς|Ιουστίνος]], κάνει αναφορές επανειλημμένως περί ''"του προεστώτως των αδελφών"''<ref>Ιουστίνου, Α΄ Απολογ. 65, 3 και 67, 4</ref>. Ύστερες μαρτυρίες είναι οι του [[Κλήμης Αλεξανδρείας|Κλήμεντος Αλεξανδρείας]] και του [[Ωριγένης|Ωριγένους]] οι οποίοι ρητώς κατονομάζουν τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης<ref>Κλήμης Αλεξανδρείας, Παιδαγωγός 3 Μ 8, 677. Στρωματείς Γ΄, 12 Μ 8, 1180</ref>. Από τον τρίτο αιώνα και ύστερα έχουμε πλειάδα αναφορών και λόγων περί ιεροσύνης.
===Οι βαθμοίτης ιεροσύνης===
Στο σημερινό εκκλησιαστικό σύστημα οι βαθμοί της ιεροσύνης είναι τρεις. Ο βαθμός του διακόνου, του πρεσβυτέρου και του επισκόπου. Η εκκλησία όμως από νωρίς δημιούργησε και θεσμούς κατωτέρου κλήρου ''"δια χειροθεσίας απλής έξω του βήματος ευλογούμενος και μη κοινωνών του μυστηρίου της ιερωσύνης"''<ref>Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 291</ref>. Στον κατώτερο κλήρο ανήκαν τα αξιώματα του υποδιακόνου, αναγνώστου, ψάλτη, ωδού, κηροφόρου, δεσποτάτου ή πυλωρού. Στη δυτική εκκλησία επιπρόσθετα υπήρχαν και θεσμοί του εξορκιστή και του ακολούθου<ref>Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 291</ref>. Στη σημερινή πράξη της εκκλησίας ισχύουν ακόμα οι θεσμοί του υποδιακόνου, του αναγνώστου και του ψάλτη.
Ο επίσκοπος χειροτονεί, χειροθετεί, ευλογεί, δύναται να καθαιρέσει κληρικό, πλην επισκόπου σύμφωνα με το κείμενο των αποστολικών διαταγών. Είναι ουσιαστικά ο μόνος αρμόδιος για την τέλεση του ''"μυστηρίου της ιεροσύνης"''. Όπως διαφαίνεται μέσα από την επιστολή προς Τιμόθεο<ref>Τιμόθ. 1, 6</ref>, ο Τιμόθεος κατεστάθη ανώτερος λειτουργός της εκκλησίας, καθιστώντας κατά πόλη πρεσβυτέρους ή επισκόπους (με την καινοδιαθηκική έννοια). Κατά τον ίδιο τρόπο και ο μαθητής των Αποστόλων Τίτος<ref>Τίτον 1, 5</ref>. Οι μαθητές αυτοί λοιπόν όπως προλέχθη, καθίσταντο ήδη εν ζωή η τρίτη βαθμίδα ιεροσύνης και εν συνεχεία, όπως διαβλέπουμε στις επιστολές Ιγνάτιου, παρέδωσαν τις αρμοδιότητές τους στο σώμα των επισκόπων το οποίο πλέον διαχωρίστηκε από την έννοια του πρεσβυτερίου. Ο επίσκοπος από τον 6ο ή 7ο αιώνα πρέπει να είναι άγαμος, ενώ τουλάχιστον από το 14ο έπρεπε να είναι και μοναχός<ref>Κάλλιστος ware, ενθ.αν., σελ. 461</ref>.
 
Αν κάποιος κληρικός αποφασίσει να εισέλθει στο σχήμα του κλήρου άγαμος, δεν επιτρέπεται εν συνεχεία να παντρευτεί. Επίσης αν κάποιος λάβει το ιερατικό σχήμα, δεν μπορεί εν συνεχεία να επανέλθει στο κοσμικό σχήμα. Φυσικά ουδέποτε η εκκλησία υποχρεώνει κάποιον σε τελεσίδικες αποφάσεις, αλλά αυτό αποτελεί βαρύτατο παράπτωμα, αφού είναι καταπάτηση της υπόσχεσης του ανθρώπου ενώπιον του Θεού<ref>Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά, σελ. 276</ref>. Τέλος η χάρη του σχήματος είναι ανεξάληπτη, δηλαδή δεν επιτρέπεται αναχειροτόνηση<ref>ενθ.αν.</ref>.
===Οι γυναίκες===
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης