Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ιερά Παράδοση"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(επεξ-προσθ)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
'''Ιερά Παράδοσις''', ''Αποστολική Παράδοσις'' ή και απλώς ''Παράδοσις'', στην ορθόδοξη [[θεολογία]] αποκαλείται «''ο ενιαίος της διδαχής τύπος εκ του προφορικού κυρήγματος του Χριστού και των Αποστόλων, αποτελεσθείς ως βίωμα ζων υπό του θείου Πνεύματος, εν ταις καρδίαις των γνησίων μελών της Εκκλησίας''»<ref>Π.Ν.Τρεμπέλα «''Δογματική''», Τόμος Α΄, σελίς 121</ref> και ο οποίος διεχωρήσθη σε γραπτή και προφορική παράδοση όταν βρίσκονταν ήδη εν ζωή οι Απόστολοι. H ''Ιερά Pαράδοσh'' σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας αποτελεί πηγή των αληθειών της χριστιανικής θρησκείας ισότιμη με ''"τω θείω γραπτώ λόγω"''<ref>Αγίου Νεκταρίου, ''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'', 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.</ref>.
+
'''Ιερά Παράδοσις''', ''Αποστολική Παράδοσις'' ή και απλώς ''Παράδοσις'', στην ορθόδοξη [[θεολογία]] αποκαλείται «''ο ενιαίος της διδαχής τύπος εκ του προφορικού κυρήγματος του Χριστού και των Αποστόλων, αποτελεσθείς ως βίωμα ζων υπό του θείου Πνεύματος, εν ταις καρδίαις των γνησίων μελών της Εκκλησίας''»<ref>Π.Ν.Τρεμπέλα «''Δογματική''», Τόμος Α΄, σελίς 121</ref> και ο οποίος διεχωρήσθη σε γραπτή και προφορική παράδοση όταν βρίσκονταν ήδη εν ζωή οι Απόστολοι. H ''Ιερά Παράδοση'', σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, αποτελεί πηγή των αληθειών της χριστιανικής θρησκείας ισότιμη με ''"τω θείω γραπτώ λόγω"''<ref>Αγίου Νεκταρίου, ''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'', 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.</ref>.
  
 +
Το κέντρο της Ιεράς Παραδόσεως είναι ο [[Ιησούς Χριστός|Χριστός]] και η μετ'αυτού κοινωνία και η περί Αυτού μαρτυρία των φίλων Αυτού [[Προφήτες|προφητών]], [[Απόστολοι|αποστόλων]] και [[Άγιος|αγίων]]. Έτσι γίνεται αντιληπτό πως η ''Ιερά Παράδοσις'' αποδίδεται μέσω των θεουμένων ανθρώπων της εκκλησίας δηλ. των αποστόλων, προφητών και Αγίων της εκκλησίας, εν [[Άγιο Πνεύμα|Πνεύματι Αγίω]] και η οποία αποδίδεται είτε μέσα από προφορικό και γραπτό λόγο, είτε μέσω απεικονίσεων.
  
Το κέντρο της είναι ο [[Ιησούς Χριστός|Χριστός]] και η μετ'αυτού κοινωνία και η περί Αυτού μαρτυρία των φίλων Αυτού [[Προφήτες|προφητών]], [[Απόστολοι|αποστόλων]] και [[Άγιος|αγίων]]. Έτσι γίνεται αντιληπτό πως η ''Ιερά Παράδοσις'' αποδίδεται μέσω των θεουμένων ανθρώπων της εκκλησίας ήτις των αποστόλων, προφητών και Αγίων της εκκλησίας, εν [[Άγιο Πνεύμα|Πνεύματι Αγίω]] και η οποία αποδίδεται είτε μέσα από προφορικό και γραπτό λόγο, είτε μέσω απεικονίσεων.
+
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] οι φύλακες και μεταδότες της ''Ιεράς Παραδόσεως'' διαχωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στους αμέσως γνώστες της δόξας της «''βασιλείας των ουρανών''» και γνωστικούς αυτόπτες μάρτυρες και τους «''εν Πνεύματι Αγίω''» αποδεχόμενους φυλάσσοντας και μεταδίδοντας την προφορικήν αγάπη του Θεού, περί την μαρτυρία των θεουμένων. Ο θεούμενος δέχεται, φυλάττει και μεταδίδει δια της θεώσεως ή θεοπτίας ή ενώσεως με τον Χριστό το μυστήριο του [[Σταυρός|Σταυρού]] και της [[Ανάσταση|Αναστάσεως]] και εν αυτώ τον [[Θεός Πατήρ|Πατέρα]], δια του ενσαρκωθέντος Λόγου, εν Πνεύματι Αγίω. Είναι χαρακτηριστικό, πως το μυστήριο του [[Σταυρός|Σταυρού]] και της Ανάσταση|αναστάσεως]] είναι η κατεξοχήν δύναμη και χάρη, η οποία διαμόρφωσε και διαμορφώνει την ''Ιερά Παράδοση'', μέσω της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως πιστών και θεουμένων.
  
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] οι φύλακες και μεταδότες της ''Ιεράς Παραδόσεως'' διαχωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στους αμέσως γνώστες της δόξας της «''βασιλείας των ουρανών''» και γνωστικούς αυτόπτες μάρτυρες και τους «''εν Πνεύματι Αγίω''» αποδεχόμενους φυλάσσοντας και μεταδίδοντας την προφορικήν αγάπη του Θεού, περί την μαρτυρία των θεουμένων. Ο θεούμενος δέχεται, φυλάττει και μεταδίδει δια της θεώσεως ή θεοπτίας ή ενώσεως μετά του Χριστού το μυστήριον του [[Σταυρός|Σταυρού]] και της [[Ανάσταση|Αναστάσεως]] και εν αυτώ τον [[Θεός Πατήρ|Πατέρα]], δια του ενσαρκωθέντος Λόγου, εν Πνεύματι Αγίω. Χαρακτηριστικό δε είναι, πως το μυστήριο του Σταυρού και της αναστάσεως είναι η κατεξοχήν δύναμη και χάρη, η οποία εμόρφωσε και μορφοί την ''Ιερά Παράδοση'', δια της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως πιστών και θεουμένων.
+
Πρέπει να τονιστεί πως η ''Ιερά Παράδοση'' της εκκλησίας αποτελεί αλάθητη έκφραση των ενεργειών του [[Θεός|Θεού]], και δεν είναι διάφορη και ανεξάρτητη από την [[Αγία Γραφή]], η οποία αποτελεί μέρος αυτής και καμμία αντίθεση δεν ενυπάρχει στη διδασκαλία τους. Στην πραγματικότητα μάλιστα, η ''"διάκριση Αγίας Γραφής και Παράδοσης ως δύο πηγών...του περιεχομένου της πίστης"'' είναι ''"συμβατική"'' καθώς ''"η Εκκλησία ποτέ δεν ξεχώρισε με τέτοια έμφαση αυτές τις δύο πηγές"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 151.</ref>. Ορθότερα θα λέγαμε ότι ''"η Εκκλησία γνωρίζει μία παράδοση, που νοείται μονάχα σε ιστορική συνέχεια, οπότε και τα βιβλία της Αγίας Γραφής αποτελούν το πιο εκλεκτό, θα έλεγε κανείς, κομμάτι αυτής της παράδοσης"''<ref>ό.π..</ref>.  
  
Πρέπει να τονιστεί πως η ''Ιερά Παράδοσις'' της εκκλησίας είναι αλάθητες εκφράσεις της ενεργείας του [[Θεός|Θεού]], ενώ η «''παρακαταθήκη''» της ''Ιεράς παραδόσεως'' δεν είναι διάφορη και ανεξάρτητη από τη [[Αγία Γραφή]], η οποία αποτελεί μέρος αυτής και ουδεμία αντίθεση στη διδασκαλία τους ενυπάρχει. Η «''παρακαταθήκη''» ήτοι η εκκλησία και η ''Ιερά παράδοσις'' είναι ταυτόν και αλήθεια, διότι εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού παρατεταμένο στους αιώνες και ο Ιησούς Χριστός, φύση η αλήθεια. Τέλος η «''παρακαταθήκη''» και η ''Ιερά Παράδοση'' είναι ο χώρος της «''καθαρτικής, φωτιστικής και θεωτικής ενέργειας του Θεού''».
+
Κατά συνέπεια, η ''Ιερά παράδοση'' περιέχεται στην [[Αγία Γραφή]] και στις άλλες πηγές της Ιεράς Παραδόσεως. Τέτοιες είναι πρωτίστως οι δογματικές αποφάνσεις των [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενικών Συνόδων]] (συμπεριλαμβανομένου του [[Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)|Συμβόλου της πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως]] και των αποφάσεων της [[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος|Πενθέκτης]] εν Τρούλλω Οικουμενικής Συνόδου (691/2) ως συμπληρωματικής των Ε' και ΣΤ'). Δευτερευόντως, σημαντικές πηγές αποτελούν τα Σύμβολα [[Σύμβολο των Αποστόλων|Αποστολικό]] και [[Σύμβολο του αγίου Αθανασίου|Αθανασιανό]], τα συγγράμματα των αρχαίων μεγάλων Πατέρων και ιδιαιτέρως εκείνα τα σημεία όπου ''"διακριβούται συμφωνία των Πατέρων"''<ref>Νικ. Μητσόπουλος, "Παράδοσις Ιερά", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 26.</ref> και η [[Θεία Λειτουργία]] ''"ως εκφράζουσα την πίστιν της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας"''<ref>Θ.Η.Ε., ό.π..</ref>. Επίσης, φορείς της Ιεράς Παραδόσεως είναι και τα μεταγενέστερα δογματικοσυμβολικά μνημεία και η υμνολογία της Εκκλησίας θα πρέπει όμως να χρησιμοποιούνται βοηθητικά και ''"μετά μεγίστης προσοχής"''<ref>στο ίδιο.</ref> καθώς στα μεν πρώτα υπάρχουν ετερόδοξες επιδράσεις (αν και εξωτερικές και όχι ουσιαστικές), ενώ στην υμνογραφία υπάρχουν συχνά ποιητικές και εικονικές εκφράσεις ''"μη διακρινομένας επί δογματική ακριβεία"''<ref>ό.π..</ref>.  
  
Η ''Ιερά παράδοσις'' δύναται να ανευρεθεί στην [[Αγία Γραφή]] και στις άλλες γραπτές πηγές της Ιεράς Παραδόσεως. Τέτοιες είναι πρωτίστως οι δογματικές αποφάνσεις των [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενικών Συνόδων]] (συμπεριλαμβανομένου του [[Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)|Συμβόλου της πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως]] και των αποφάσεων της [[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος|Πενθέκτης]] εν Τρούλλω Οικουμενικής Συνόδου (691/2) ως συμπληρωματικής των Ε' και ΣΤ'). Δευτερευόντως, σημαντικές πηγές αποτελούν τα Σύμβολα [[Σύμβολο των Αποστόλων|Αποστολικό]] και [[Σύμβολο του αγίου Αθανασίου|Αθανασιανό]], τα συγγράμματα των αρχαίων μεγάλων Πατέρων και ιδιαιτέρως εκείνα τα σημεία όπου ''"διακριβούται συμφωνία των Πατέρων"''<ref>Νικ. Μητσόπουλος, "Παράδοσις Ιερά", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 26.</ref> και η [[Θεία Λειτουργία]] ''"ως εκφράζουσα την πίστιν της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας"''<ref>Θ.Η.Ε., ό.π..</ref>. Επίσης, φορείς της Ιεράς Παραδόσεως είναι και τα μεταγενέστερα δογματικοσυμβολικά μνημεία και η υμνολογία της Εκκλησίας θα πρέπει όμως να χρησιμοποιούνται βοηθητικά και ''"μετά μεγίστης προσοχής"''<ref>στο ίδιο.</ref> καθώς στα μεν πρώτα υπάρχουν ετερόδοξες επιδράσεις (αν και εξωτερικές και όχι ουσιαστικές), ενώ στην υμνογραφία υπάρχουν συχνά ποιητικές και εικονικές εκφράσεις ''"μη διακρινομένας επί δογματική ακριβεία"''<ref>ό.π..</ref>. Για τους Ορθοδόξους, η πράξη και η διδασκαλία [[Καθολικισμός|Ρωμαιοκαθολικών]] και [[Προτεσταντισμός|Προτεσταντών]] επειδή δε βασίζονται στην επί της παραδόσεως της θεώσεως πράξη, βρίσκονται εκτός ''Ιεράς Παραδόσεως''.
+
Ιστορικά, ο διαχωρισμός της Ιεράς Παραδόσεως σε δύο κομμάτια, ''Γραφή'' και ''Παράδοση'', πηγάζει από την ''"Μεταρρύθμιση του Προτεσταντισμού, από το 16° αιώνα και εφεξής"'' που ''"εξαίροντας σχεδόν τη μοναδικότητα της Αγίας Γραφής (sola scriptura), ως πηγής του λόγου του Θεού, ανάγκασε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στη σύνοδο του Τριδέντου (1545-1563) να ανακηρύξει με έμφαση Αγία Γραφή και Παράδοση ως δύο Ισότιμες και Ισόκυρες πηγές του περιεχομένου της πίστης"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Γ', ό.π..</ref>. Ο ίδιος ο [[Απόστολος Παύλος]] θεωρεί τη διδασκαλία ως καρπό της παράδοσης, πράγμα που σημαίνει ότι ''"η παράδοση κάνει τις Επιστολές του, και όχι αυτές την παράδοση"''<ref>στο ίδιο.</ref>.
 +
 
 +
Για τους Ορθοδόξους, η πράξη και η διδασκαλία [[Καθολικισμός|Ρωμαιοκαθολικών]] και [[Προτεσταντισμός|Προτεσταντών]] επειδή δε βασίζονται στην επί της παραδόσεως της θεώσεως πράξη, βρίσκονται εκτός ''Ιεράς Παραδόσεως''.
  
 
==Υποσημειώσεις==
 
==Υποσημειώσεις==
Γραμμή 19: Γραμμή 22:
 
*Νικ. Μητσόπουλος, «''Παράδοσις Ιερά''», ''[[Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια]]'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 24-27
 
*Νικ. Μητσόπουλος, «''Παράδοσις Ιερά''», ''[[Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια]]'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 24-27
 
*Αγίου Νεκταρίου, «''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις''», 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899)
 
*Αγίου Νεκταρίου, «''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις''», 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899)
 +
*Ματσούκας Α. Νίκος, «''Δογματική και Συμβολική θεολογία''», τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997
  
 
[[Κατηγορία:Θεολογία]]
 
[[Κατηγορία:Θεολογία]]

Αναθεώρηση της 18:53, 29 Μαρτίου 2008

Ιερά Παράδοσις, Αποστολική Παράδοσις ή και απλώς Παράδοσις, στην ορθόδοξη θεολογία αποκαλείται «ο ενιαίος της διδαχής τύπος εκ του προφορικού κυρήγματος του Χριστού και των Αποστόλων, αποτελεσθείς ως βίωμα ζων υπό του θείου Πνεύματος, εν ταις καρδίαις των γνησίων μελών της Εκκλησίας»[1] και ο οποίος διεχωρήσθη σε γραπτή και προφορική παράδοση όταν βρίσκονταν ήδη εν ζωή οι Απόστολοι. H Ιερά Παράδοση, σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, αποτελεί πηγή των αληθειών της χριστιανικής θρησκείας ισότιμη με "τω θείω γραπτώ λόγω"[2].

Το κέντρο της Ιεράς Παραδόσεως είναι ο Χριστός και η μετ'αυτού κοινωνία και η περί Αυτού μαρτυρία των φίλων Αυτού προφητών, αποστόλων και αγίων. Έτσι γίνεται αντιληπτό πως η Ιερά Παράδοσις αποδίδεται μέσω των θεουμένων ανθρώπων της εκκλησίας δηλ. των αποστόλων, προφητών και Αγίων της εκκλησίας, εν Πνεύματι Αγίω και η οποία αποδίδεται είτε μέσα από προφορικό και γραπτό λόγο, είτε μέσω απεικονίσεων.

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία οι φύλακες και μεταδότες της Ιεράς Παραδόσεως διαχωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στους αμέσως γνώστες της δόξας της «βασιλείας των ουρανών» και γνωστικούς αυτόπτες μάρτυρες και τους «εν Πνεύματι Αγίω» αποδεχόμενους φυλάσσοντας και μεταδίδοντας την προφορικήν αγάπη του Θεού, περί την μαρτυρία των θεουμένων. Ο θεούμενος δέχεται, φυλάττει και μεταδίδει δια της θεώσεως ή θεοπτίας ή ενώσεως με τον Χριστό το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως και εν αυτώ τον Πατέρα, δια του ενσαρκωθέντος Λόγου, εν Πνεύματι Αγίω. Είναι χαρακτηριστικό, πως το μυστήριο του Σταυρού και της Ανάσταση|αναστάσεως]] είναι η κατεξοχήν δύναμη και χάρη, η οποία διαμόρφωσε και διαμορφώνει την Ιερά Παράδοση, μέσω της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως πιστών και θεουμένων.

Πρέπει να τονιστεί πως η Ιερά Παράδοση της εκκλησίας αποτελεί αλάθητη έκφραση των ενεργειών του Θεού, και δεν είναι διάφορη και ανεξάρτητη από την Αγία Γραφή, η οποία αποτελεί μέρος αυτής και καμμία αντίθεση δεν ενυπάρχει στη διδασκαλία τους. Στην πραγματικότητα μάλιστα, η "διάκριση Αγίας Γραφής και Παράδοσης ως δύο πηγών...του περιεχομένου της πίστης" είναι "συμβατική" καθώς "η Εκκλησία ποτέ δεν ξεχώρισε με τέτοια έμφαση αυτές τις δύο πηγές"[3]. Ορθότερα θα λέγαμε ότι "η Εκκλησία γνωρίζει μία παράδοση, που νοείται μονάχα σε ιστορική συνέχεια, οπότε και τα βιβλία της Αγίας Γραφής αποτελούν το πιο εκλεκτό, θα έλεγε κανείς, κομμάτι αυτής της παράδοσης"[4].

Κατά συνέπεια, η Ιερά παράδοση περιέχεται στην Αγία Γραφή και στις άλλες πηγές της Ιεράς Παραδόσεως. Τέτοιες είναι πρωτίστως οι δογματικές αποφάνσεις των Οικουμενικών Συνόδων (συμπεριλαμβανομένου του Συμβόλου της πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως και των αποφάσεων της Πενθέκτης εν Τρούλλω Οικουμενικής Συνόδου (691/2) ως συμπληρωματικής των Ε' και ΣΤ'). Δευτερευόντως, σημαντικές πηγές αποτελούν τα Σύμβολα Αποστολικό και Αθανασιανό, τα συγγράμματα των αρχαίων μεγάλων Πατέρων και ιδιαιτέρως εκείνα τα σημεία όπου "διακριβούται συμφωνία των Πατέρων"[5] και η Θεία Λειτουργία "ως εκφράζουσα την πίστιν της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας"[6]. Επίσης, φορείς της Ιεράς Παραδόσεως είναι και τα μεταγενέστερα δογματικοσυμβολικά μνημεία και η υμνολογία της Εκκλησίας θα πρέπει όμως να χρησιμοποιούνται βοηθητικά και "μετά μεγίστης προσοχής"[7] καθώς στα μεν πρώτα υπάρχουν ετερόδοξες επιδράσεις (αν και εξωτερικές και όχι ουσιαστικές), ενώ στην υμνογραφία υπάρχουν συχνά ποιητικές και εικονικές εκφράσεις "μη διακρινομένας επί δογματική ακριβεία"[8].

Ιστορικά, ο διαχωρισμός της Ιεράς Παραδόσεως σε δύο κομμάτια, Γραφή και Παράδοση, πηγάζει από την "Μεταρρύθμιση του Προτεσταντισμού, από το 16° αιώνα και εφεξής" που "εξαίροντας σχεδόν τη μοναδικότητα της Αγίας Γραφής (sola scriptura), ως πηγής του λόγου του Θεού, ανάγκασε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στη σύνοδο του Τριδέντου (1545-1563) να ανακηρύξει με έμφαση Αγία Γραφή και Παράδοση ως δύο Ισότιμες και Ισόκυρες πηγές του περιεχομένου της πίστης"[9]. Ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος θεωρεί τη διδασκαλία ως καρπό της παράδοσης, πράγμα που σημαίνει ότι "η παράδοση κάνει τις Επιστολές του, και όχι αυτές την παράδοση"[10].

Για τους Ορθοδόξους, η πράξη και η διδασκαλία Ρωμαιοκαθολικών και Προτεσταντών επειδή δε βασίζονται στην επί της παραδόσεως της θεώσεως πράξη, βρίσκονται εκτός Ιεράς Παραδόσεως.

Υποσημειώσεις

  1. Π.Ν.Τρεμπέλα «Δογματική», Τόμος Α΄, σελίς 121
  2. Αγίου Νεκταρίου, Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις, 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.
  3. Ματσούκας Α. Νίκος, Δογματική και Συμβολική θεολογία, τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 151.
  4. ό.π..
  5. Νικ. Μητσόπουλος, "Παράδοσις Ιερά", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 26.
  6. Θ.Η.Ε., ό.π..
  7. στο ίδιο.
  8. ό.π..
  9. Ματσούκας, Δογματική..., Γ', ό.π..
  10. στο ίδιο.

Βιβλιογραφία

  • Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα, «Δογματική», Τόμος Α΄, Εκδόσεις Σωτήρ, Αθήνα, 1997
  • Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου, «Δογματική και Συμβολική Θεολογία», Τόμος Α΄, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονική, 1999.
  • Νικ. Μητσόπουλος, «Παράδοσις Ιερά», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 24-27
  • Αγίου Νεκταρίου, «Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις», 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899)
  • Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997