Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ιερά Μονή Χιλανδαρίου"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ
Γραμμή 13: Γραμμή 13:
  
 
==Ιστορικά στοιχεία==
 
==Ιστορικά στοιχεία==
 +
Η ίδρυση του μοναστηριού, με τη σημερινή μορφή της χρονολογείται από το 1197<ref>Χατζηφώτης Μ.Ι., ''Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος'', Παπαδήμας, Αθήνα 1999, σελ. 41.</ref> ή 1198<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 122.</ref> και οφείλεται στον ηγεμόνα της ''Σερβίας'' ''Στέφανο Νεμάνια'' και τον γιο του ''Ράστκο''. Ο δεύτερος, αν και ήταν πρίγκιπας και υποψήφιος διάδοχος του θρόνου, προτίμησε τον μοναστικό βίο, ήρθε κρυφά στο ''Άγιο Όρος'' και έγινε μοναχός με το όνομα ''Σάββας''. Κάποια στιγμή εγκαταστάθηκε στο [[Ιερά Μονή Βατοπαιδίου|Βατοπέδι]] και λίγο διάστημα μετά τον ακολούθησε και ο πατέρας του ''Στέφανος Νεμάνια'', που είχε γίνει κιόλας μοναχός σε μονή της ''Σερβίας'' με το όνομα ''Συμεών''. Οι δύο άνδρες παρέμειναν στη Μονή [[Ιερά Μονή Βατοπαιδίου|Βατοπεδίου]] μέχρις ότου τους παραχωρηθεί, ύστερα από παράκληση του νέου ηγεμόνα των Σέρβων ''Στεφάνου Β΄ Νεμάνια'' (αδελφός του ''Σάββα''), το μικρό και ερειπωμένο τότε κτίσμα του ''Χιλανδαρίου''. Η παραχώρηση επικυρώθηκε με ''χρυσόβουλλο'' του βυζαντινού αυτοκράτορα ''Αλεξίου Γ΄'' του Αγγέλου, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε το Χιλανδάρι ''"όπως είναι τοις Σέρβοις δώρον αιώνιον"''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 122.</ref>. Καθώς ο πρώην ηγεμόνας ''Συμεών'' και ο γιος του ''Σάββας'' φρόντισαν για την ανοικοδόμηση και την επέκταση της μονής, δικαίως θεωρούνται οι πρώτοι κτήτορες και ιδρυτές του μοναστηριού. Μάλιστα, ο ''Συμεών'' (πρ. Στέφανος) εξαιτίας της οσιακής ζωής του, αναγνωρίστηκε και διακηρύχθηκε ως άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και εορτάζεται η μνήμη του στις 13 Φεβρουαρίου<ref>Τσολακίδης Δ. Χρήστος, Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας, έκδ. 2η, εκδ. Χ.Δ. Τσολακίδη, Αθήνα 2001, σελ. 168. Βλ. και ''Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας'', τόμ. Β΄. Φεβρουάριος, έκδ. 8η, Αθήναι 2004, σελ. 334.</ref>.
 +
 +
Για την ονομασία πάντως του μοναστηριού υπάρχουν διάφορες εκδοχές: για τη μορφή ''Χ'''ε'''λανδαρίου'', πιστεύεται ότι προέρχεται από παλαιότερη εποχή, κατά πάσα πιθανότητα από τον ιδρυτή του πρώτου κτίσματος στο χώρο αυτό ο οποίος λεγόταν ''Χελανδάριος'' ή ''Χελανδάρις'', όνομα που βρίσκουμε σε μια γραπτή μαρτυρία του 10ου κιόλας αιώνα: ''"Έγράψαμε διά Γεωργίου του λεγομένου Χελανδάρι"''<ref>Καδάς Σωτήρης, ''Το Άγιον Όρος. Τα μοναστήρια και οι θησαυροί τους'', Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995, σελ. 57.</ref>. Είναι πιθανόν το όνομα αυτο να προέρχεται από την ιδιοκτησία ενός βυζαντινού τύπου εμπορικού πλοίου το οποίο ονομαζόταν ''Χελάνδιον'': ''"εκ του χελάνδιον το Χελανδάρις, εκ τούτου δε το Χελανδάριον"''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 122.</ref>. Για τη μορφή ''Χ'''ι'''λανδαρίου'', ερευνητές υποστηρίζουν ότι ετυμολογείται είτε από το ''χίλιοι'' και ''αντάρα'' (ομίχλη), ή από το ''χίλιοι'' και ''άνδρες'', δηλαδή από τον αριθμό των πειρατών που, σύμφωνα με την παράδοση, επιτέθηκαν κάποτε με ληστρικές διαθέσεις εναντίον του μοναστηριού χωρισμένοι σε δύο ομάδες και που αλληλοεξοντώθηκαν λόγω της πυκνής ομίχλης, γιατί ήταν αδύνατο να καταλάβουν ποιοι ήταν οι δικοί τους και ποιοι οι ξένοι<ref>Καδάς, ''Το Άγιον Όρος...'', ό.π.</ref>.
  
 
==Υποσημειώσεις==
 
==Υποσημειώσεις==

Αναθεώρηση της 18:37, 21 Ιουλίου 2009

Ιερά Μονή Χιλανδαρίου
Hilan2.jpg
Η Ιερά Μονή Χιλανδαρίου
Τοποθεσία Άγιο Όρος (Άθως)
Ίδρυση τέλη 12ου αιώνα
Ιδρυτής Όσιος Συμεών (Στέφανος Νεμάνια)
Τύπος Μοναστηριού Ιδιόρρυθμο
Ημερομηνία εορτής 21 Νοεμβρίου
Καθολικό Εισόδια της Θεοτόκου


Η Ιερά Μονή Χιλανδαρίου (ή Χελανδαρίου) είναι μία από τις είκοσι Μονές του Αγίου Όρους, της αυτόνομης μοναστικής πολιτείας που βρίσκεται στη Β. Ελλάδα και στο νότιο τμήμα της χερσονήσου του Άθω, της ανατολικότερης από τις τρεις χερσονήσους της Χαλκιδικής. Η Μονή Χιλανδαρίου είναι σερβική, ιδιόρρυθμη[1] και γιορτάζει τα Εισόδια της Θεοτόκου, στις 21 Νοεμβρίου. Είναι η πρώτη στη σειρά των μονών της ΒΑ. παραλίας και βρίσκεται κοντά στη Μονή Εσφιγμένου, μισή ώρα περίπου από τη θάλασσα, όπου βρίσκεται μόνο ο αρσανάς[2] του.

Ιστορικά στοιχεία

Η ίδρυση του μοναστηριού, με τη σημερινή μορφή της χρονολογείται από το 1197[3] ή 1198[4] και οφείλεται στον ηγεμόνα της Σερβίας Στέφανο Νεμάνια και τον γιο του Ράστκο. Ο δεύτερος, αν και ήταν πρίγκιπας και υποψήφιος διάδοχος του θρόνου, προτίμησε τον μοναστικό βίο, ήρθε κρυφά στο Άγιο Όρος και έγινε μοναχός με το όνομα Σάββας. Κάποια στιγμή εγκαταστάθηκε στο Βατοπέδι και λίγο διάστημα μετά τον ακολούθησε και ο πατέρας του Στέφανος Νεμάνια, που είχε γίνει κιόλας μοναχός σε μονή της Σερβίας με το όνομα Συμεών. Οι δύο άνδρες παρέμειναν στη Μονή Βατοπεδίου μέχρις ότου τους παραχωρηθεί, ύστερα από παράκληση του νέου ηγεμόνα των Σέρβων Στεφάνου Β΄ Νεμάνια (αδελφός του Σάββα), το μικρό και ερειπωμένο τότε κτίσμα του Χιλανδαρίου. Η παραχώρηση επικυρώθηκε με χρυσόβουλλο του βυζαντινού αυτοκράτορα Αλεξίου Γ΄ του Αγγέλου, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε το Χιλανδάρι "όπως είναι τοις Σέρβοις δώρον αιώνιον"[5]. Καθώς ο πρώην ηγεμόνας Συμεών και ο γιος του Σάββας φρόντισαν για την ανοικοδόμηση και την επέκταση της μονής, δικαίως θεωρούνται οι πρώτοι κτήτορες και ιδρυτές του μοναστηριού. Μάλιστα, ο Συμεών (πρ. Στέφανος) εξαιτίας της οσιακής ζωής του, αναγνωρίστηκε και διακηρύχθηκε ως άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και εορτάζεται η μνήμη του στις 13 Φεβρουαρίου[6].

Για την ονομασία πάντως του μοναστηριού υπάρχουν διάφορες εκδοχές: για τη μορφή Χελανδαρίου, πιστεύεται ότι προέρχεται από παλαιότερη εποχή, κατά πάσα πιθανότητα από τον ιδρυτή του πρώτου κτίσματος στο χώρο αυτό ο οποίος λεγόταν Χελανδάριος ή Χελανδάρις, όνομα που βρίσκουμε σε μια γραπτή μαρτυρία του 10ου κιόλας αιώνα: "Έγράψαμε διά Γεωργίου του λεγομένου Χελανδάρι"[7]. Είναι πιθανόν το όνομα αυτο να προέρχεται από την ιδιοκτησία ενός βυζαντινού τύπου εμπορικού πλοίου το οποίο ονομαζόταν Χελάνδιον: "εκ του χελάνδιον το Χελανδάρις, εκ τούτου δε το Χελανδάριον"[8]. Για τη μορφή Χιλανδαρίου, ερευνητές υποστηρίζουν ότι ετυμολογείται είτε από το χίλιοι και αντάρα (ομίχλη), ή από το χίλιοι και άνδρες, δηλαδή από τον αριθμό των πειρατών που, σύμφωνα με την παράδοση, επιτέθηκαν κάποτε με ληστρικές διαθέσεις εναντίον του μοναστηριού χωρισμένοι σε δύο ομάδες και που αλληλοεξοντώθηκαν λόγω της πυκνής ομίχλης, γιατί ήταν αδύνατο να καταλάβουν ποιοι ήταν οι δικοί τους και ποιοι οι ξένοι[9].

Υποσημειώσεις

  1. Ιδιόρρυθμο ονομάζεται το μοναστήρι που δεν είναι κοινόβιο, έχει δικό του τρόπο ζωής, ρυθμό (Βεργωτής Γεώργιος, Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων, 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 108). Στα μοναστήρια αυτά, κοινά για τους μοναχούς παραμένουν "η διοίκηση, η προσευχή και τροφή τις Κυριακές ή τις μεγάλες Εορτές, η εργασία και η ενδυμασία. Η διατροφή των άλλων ημερών είναι ατομική μέριμνα του κάθε Μοναχού" (Μαλαβάκης Νίκος, Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Θρησκευτικών όρων, Αστήρ, Αθήνα 1999, σελ. 65).
  2. Αρσανάς ή Ταρσανάς ονομάζεται το παράλιο οίκημα μιας Μονής το οποίο χρησιμεύει ως σταθμός των πλοιαρίων που προορίζονται για την Μονή και επίσης περιλαμβάνει αποθήκες εμπορευμάτων (1. Βεργωτής Γεώργιος, Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων, 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 43-43. 2. "Αρσανάς", ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟ της Ελληνικής Γλώσσας, εκδοτικός οργανισμός Πάπυρος, Αθήνα 2005 [CD-ROM]).
  3. Χατζηφώτης Μ.Ι., Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος, Παπαδήμας, Αθήνα 1999, σελ. 41.
  4. ΘΗΕ, τόμ. 12 (1968), στ. 122.
  5. ΘΗΕ, τόμ. 12 (1968), στ. 122.
  6. Τσολακίδης Δ. Χρήστος, Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας, έκδ. 2η, εκδ. Χ.Δ. Τσολακίδη, Αθήνα 2001, σελ. 168. Βλ. και Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμ. Β΄. Φεβρουάριος, έκδ. 8η, Αθήναι 2004, σελ. 334.
  7. Καδάς Σωτήρης, Το Άγιον Όρος. Τα μοναστήρια και οι θησαυροί τους, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995, σελ. 57.
  8. ΘΗΕ, τόμ. 12 (1968), στ. 122.
  9. Καδάς, Το Άγιον Όρος..., ό.π.

Βιβλιογραφία

  • "Άθως" > "Περιγραφή των κυρίαρχων Μονών", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 4, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
  • Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 1-12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1962-1968 (τα σχετικά με τις Μονές άρθρα).
  • Καδάς Σωτήρης, Το Άγιον Όρος. Τα μοναστήρια και οι θησαυροί τους, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995.
  • Χαριτόπουλος Ευστάθιος, Άγιον Όρος. Οι άγιοι τόποι της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2002.
  • Χατζηφώτης Μ.Ι., Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος, Παπαδήμας, Αθήνα 1999.

Σύνδεσμοι