Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας

Από OrthodoxWiki
Αναθεώρηση ως προς 14:38, 22 Νοεμβρίου 2012 από τον Maglavites (Συζήτηση | Συνεισφορά)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας
800px-Megisti Lavra 1998 1 Maetes II.jpg
Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας
Τοποθεσία Άγιο Όρος (Άθως)
Ίδρυση 10ος αιώνας
Ιδρυτής Αθανάσιος ο Αθωνίτης
Τύπος Μοναστηριού Κοινόβιο
Ημερομηνία εορτής 5 Ιουλίου
Καθολικό Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης


Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας είναι μία από τις είκοσι Μονές του Αγίου Όρους, της αυτόνομης μοναστικής πολιτείας που βρίσκεται στη Β. Ελλάδα και στο νότιο τμήμα της χερσονήσου του Άθω, της ανατολικότερης από τις τρεις χερσονήσους της Χαλκιδικής. Η Μονή Μεγίστης Λαύρας είναι ελληνική, κοινόβια[1] και γιορτάζει στις 5 Ιουλίου την Κοίμηση του οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη. Είναι το μεγαλύτερο μοναστήρι του Αγίου Όρους και βρίσκεται στους ΝΑ. πρόποδες του Άθω, σε υψόμετρο 160 και σε απόσταση 20' από την παραλία.

Ιστορικά στοιχεία

Άγιο Όρος

Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας (λαύρα σημαίνει μεγάλο μοναστήρι, με σημαντικό αριθμό μοναχών και οικημάτων) είναι το αρχαιότερο μοναστήρι του Άθω, ιδρυμένο το 963 από τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη που θα φτάσει στο Άγιο Όρος ως μοναχός από τη Μονή Κυμινά του όρους Όλυμπος της Βιθυνίας της Μικράς Ασίας[2]. Τον καιρό που ηγούμενος του ήταν ο Μιχαήλ Μαλεΐνος, θείος του Νικηφόρου Φωκά, συνδέθηκε με στενή φιλία με τον μετέπειτα αυτοκράτορα, η οικονομική ενίσχυση του οποίου καθώς και εκείνη του Ιωάννη Τσιμισκή, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ίδρυση και ανάπτυξη της Μονής. Οι ίδιοι αυτοκράτορες παραχώρησαν επίσης στη Λαύρα πλούσια μετόχια, γεγονός που επέτρεψε την αύξηση των μοναχών από 80 σε 120, ενώ οι σημαντικές χορηγίες διευκόλυναν τις εκτεταμένες εργασίες οχύρωσης του περίβολου, του Καθολικού (κεντρικός ναός του μοναστηριού) και των κελιών, τακτική αναγκαία, λόγω των κινδύνων που απειλούσαν τότε τις μονές του Αγίου Όρους[3].

Η ιστορία της μονής, όπως και των άλλων αθωνικών μοναστηριών, παρουσιάζει περιόδους ακμής αλλά και περιόδους παρακμής, σε σημείο να καταστεί σχεδόν έρημη. Από τα μέσα του 11ου αιώνα, οπότε είχε 700 περίπου μοναχούς, μέχρι τον 14ο, περνά μια καλή περίοδο, από εκεί και πέρα όμως, εξαιτίας των καταστροφών από τις διάφορες πειρατικές επιδρομές, ανακόπηκε η ακμή της και ο αριθμός των Λαυριωτών άρχισε να μειώνεται αισθητά με αποτέλεσμα στις αρχές του 17ου αιώνα να διαθέτει μόνο 5 ή 6 μοναχούς, ενώ από οικονομική άποψη βρισκόταν σε τραγική κατάσταση σχεδόν μέχρι το 1655, οπότε ενισχύθηκε οικονομικά από τον πατριάρχη Διονύσιο Γ΄[4]. Η Μονή μετείχε στον αγώνα του 1821 και υπέστη πολλές ζημιές[5].

Μέσα στη Λαύρα βρίσκονται συνολικά 17 παρεκκλήσια, ενώ, έξω από τη μονή, υπάρχουν 19 παρεκκλήσια, 5 καθίσματα, 10 κελιά στις Καρυές και τα εξής εξαρτήματα: 1. Η Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, 2. Η Σκήτη των Καυσοκαλυβίων, 3. Η Σκήτη της Αγίας Άννης, 4. Η Έρημος (τόπος άγριος, γεμάτος από απόκρημνους βράχους με απομονωμένες καλύβες που αποτελούν οικισμούς όπως τη Μικρή Αγία Άννα, τα Καντουνάκια και τα Καρούλια).

Πνευματική κίνηση - Τέχνη - Κειμήλια

Η Μεγίστη Λαύρα αποτελούσε πάντα φυτώριο παιδείας και ανέδειξε πρόσωπα που διακρίθηκαν στην εκκλησιαστική μουσική και τα γράμματα. Η βιβλιοθήκη της μονής είναι πλουσιωτάτη σε χειρόγραφα και έντυπα, ενώ το αρχείο της είναι πλούσιο σε έγγραφα. Στα κειμήλια της μονής περιλαμβάνονται πλήθος έργων τέχνης, εικόνων, σκευών κ.ά.[6].

Το Καθολικό, που είναι αφιερωμένο στον Άγιο Αθανάσιο, είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα της βυζαντινής εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής. Οι τοιχογραφίες του Καθολικού είναι έργο του ζωγράφου Θεοφάνη, της Κρητικής Σχολής, και χρονολογούνται από το 1535.

Υποσημειώσεις

  1. Κοινόβιο ονομάζεται το μοναστήρι όπου ο βίος των Μοναχών είναι κοινός ως προς την εργασία, τα έσοδα, την ενδυμασία, τις δαπάνες, την τραπεζαρία, την προσευχή (Μαλαβάκης Νίκος, Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Θρησκευτικών όρων, Αστήρ, Αθήνα 1999, σελ. 78-79). Οι μοναχοί στερούνται κάθε είδους περιουσίας και διατρέφονται από περιουσιακά στοιχεία της μονής που διαχειρίζεται το ηγουμενοσυμβούλιο (Βεργωτής Γεώργιος, Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων, 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 126).
  2. Χαριτόπουλος Ευστάθιος, Άγιον Όρος. Οι άγιοι τόποι της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 32.
  3. "Άθως" > "Περιγραφή των κυρίαρχων Μονών", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 4, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
  4. Καδάς Σωτήρης, Το Άγιον Όρος. Τα μοναστήρια και οι θησαυροί τους, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995, σελ. 36.
  5. ΘΗΕ, τόμ. 8 (1966), στ. 884.
  6. ΘΗΕ, τόμ. 8 (1966), στ. 885.

Βιβλιογραφία

  • "Άθως" > "Περιγραφή των κυρίαρχων Μονών", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 4, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
  • Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 1-12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1962-1968 (τα σχετικά με τις Μονές άρθρα).
  • Καδάς Σωτήρης, Το Άγιον Όρος. Τα μοναστήρια και οι θησαυροί τους, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995.
  • Χαριτόπουλος Ευστάθιος, Άγιον Όρος. Οι άγιοι τόποι της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2002.
  • Χατζηφώτης Μ.Ι., Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος, Παπαδήμας, Αθήνα 1999.

Σύνδεσμοι