Άνοιγμα κυρίως μενού

OrthodoxWiki β

Ιερά Μονή Βατοπαιδίου
Vatopedi Monastery.JPG
Η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου
Τοποθεσία Άγιο Όρος (Άθως)
Ίδρυση 10ος αιώνας
Ιδρυτής Οι μοναχοί Αθανάσιος, Αντώνιος και Νικόλαος (ηγούμενος της Μονής στα 985)
Τύπος Μοναστηριού Κοινόβιο
Ημερομηνία εορτής 25 Μαρτίου
Καθολικό Ευαγγελισμός της Θεοτόκου


Η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα μοναστήρια της εκκλησιαστικής ιστορίας της Ελλάδος, που διατηρούνται ως σήμερα. Είναι κτισμένο στην ομώνυμη ακτή του της χερσονήσου του Άθω, που σήμερα αποκαλείται Άγιο Όρος. Καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση στην ιεραρχία των μονών του Αγίου Όρους και κατά γενική ομολογία αποτελεί την ομορφότερη μονή του Άθω και μία από τις ομορφότερες μονές στον Ελλαδικό χώρο. Κτίστηκε τον 10ο αιώνα και συνέβαλε στις δύσκολες εποχές της τουρκοκρατίας, συμμετέχοντας τόσο ενεργά στη διαδικασία διατήρησης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης με τη δημιουργία παιδαγωγικών κέντρων της εποχής όπως την Αθωνιάδα σχολή, όσο και στον εθνικό αγώνα συμβάλλοντας οικονομικά και αποτελώντας κέντρο εξόρμησης και καταφύγιο για τους αγωνιστές. Σήμερα προσφέρει σημαντικό φιλανθρωπικό έργο, ιδίως στη βόρεια Ελλάδα, συντηρώντας πληθώρα ιδρυμάτων, ενώ στη διάθεσή της κατέχει πλειάδα μετοχιών.

Το ιστορικό της Μονής

Σύμφωνα με την παράδοση, στην τοποθεσία που βρίσκεται σήμερα η Μονή Βατοπαιδίου, είχε κτισθεί κατά τον 4ο αιώνα ένα εκκλησάκι από το Μέγα Κωνσταντίνο. Το εκκλησάκι αυτό καταστράφηκε λίγα έτη αργότερα από τον Ιουλιανό τον Παραβάτη για να αναστυλωθεί από το Μέγα Θεοδόσιο, όταν ο γυιός του Αρκάδιος διασώθηκε θαυματουργικώς από την Υπεραγία Θεοτόκο μετά από ναυάγιο. Κατά την παράδοση, η θάλασσα τον έβγαλε στο σημείο που είναι σήμερα η μονή Βατοπαιδίου με θαυματουργικό τρόπο, όπου και τελικά ανιχνεύθηκε κοιμώμενος δίπλα σε μία βάτο, εξού και η ονομασία βατο-παίδι. Βέβαια πολλοί αποδίδουν και την ονομασία βατο-πέδι, η οποία δεν απορρίπτεται, αφού η ερμηνεία ως πεδιάδα με βάτους, συμφωνεί με τη γεωλογία και χλωρίδα της περιοχής.

Κατά το 10 αιώνα, σύμφωνα με το βιογράφο του Αθανασίου του Αθωνίτη, τρεις άρχοντες από την Αδριανούπολη, θέλησαν να συνεισφέρουν οικονομικά, προσφέροντας 9.000 χρυσά νομίσματα στη Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας. Ο ίδιος ο Αθανάσιος τους προέτρεψε να ιδρύσουν ένα νέο μοναστήρι, υποδεικνύοντας τη θέση της σημερινής μονής. Έτσι από έγγραφο του Πρώτου Θωμά, που χρονολογείται στο έτος 985, μας είναι σήμερα γνωστό πως ήδη στα τέλη του 10ου αιώνα, υπήρχε ηγούμενος στη μονή με το όνομα Νικόλαος, κάτι που αποτελεί και την αρχαιότερη επίσημη γραπτή μαρτυρία περί της ιδρύσεως της Μονής Βατοπαιδίου.

 
Άγιο Όρος

Μεταξύ των ετών 999 και 1002 μαθαίνουμε για τη φιλονικία μεταξύ της μονής Βατοπαιδίου και Φιλαδέλφου, όταν η δεύτερη κτίσθηκε κοντά στη μονή Βατοπαιδίου επιζητώντας την κυριότητα αυτής. Μέσα από την επιστολογραφία διαπιστώνεται ο ισχυρισμός του ηγουμένου πως η μονή Βατοπαιδίου δεν κτίσθηκε από τους τρεις άρχοντες, αλλά πως ανακαινίσθηκε από αυτούς. Λίγα έτη αργότερα θα λάβει τη δεύτερη θέση στην ιεραρχία μεταξύ των μονών του Αγίου Όρους, όπου και παραμένει ως σήμερα, και θα αρχίσει να γνωρίζει μεγάλη άνθιση αφού σταδιακά αναπτύσσεται και εκτός Αγίου Όρους. Έτσι προσαρτώνται στη μονή μικρότερα μοναστήρια όπως η Ιεροπάτωρος, Βερροιώτου, Καλέντζη, Τριπολίτου, Χαλκέως κ.α. αλλά και προσαρτά και μετόχια όπως της Προσφορίου, Περιθερίου, Χρυσουπόλεως και Αγίου Δημητρίου. Προσελκύει επίσης το ενδιαφέρον αυτοκρατόρων οι οποίοι αφιερώνουν χρήματα στη μονή, αλλά κατά την εποχή του Αλεξίου Κομνηνού η μονή χάνει μεγάλο μέρος των μετοχιών και των μοναστηριών της εξ αιτίας των συχνών πολέμων. Στα τέλη του 12ου αιώνα όμως η μονή δεν έχει χάσει την αίγλη της και σε αυτή μονάζουν ο πρώην Σέρβος ηγεμόνας Συμεών Νεμάνια και ο γιός του Σάββας, μετέπειτα πρώτος αρχιεπίσκοπος και εθνάρχης των Σέρβων. Αυτή μάλιστα είναι και η εποχή της μεγαλύτερης ακμής της μονής η οποία αριθμούσε 800 μοναχούς. Ιδρύει επίσης ακόμα και τη μονή Χελανδαρίου ή Χιλιανδαρίου, η οποία σήμερα αποτελεί μία ξεχωριστή μονή.

Στην περίοδο της Φραγκοκρατίας η μονή λεηλατείται από τους Καταλανούς επιδρομείς, οι οποίοι της αποσπούν πολύτιμα κειμήλια. Λίγα έτη αργότερα οι εξοργισμένοι ενωτικοί λατίνοι επιτίθενται και πάλι στο μοναστήρι, μετά τις άκαρπες διαπραγματεύσεις στην Κωνσταντινούπολη (1271). Οι μοναχοί μάλιστα αρνήθηκαν να ασπασθούν τα ενωτικά φρονήματα των φράγκων με αποτέλεσμα να κακοποιηθούν, ενώ 12 μοναχοί θανατώθηκαν δια πνιγμού και ο ηγούμενος Ευθύμιος απαγχονίστηκε. Η μονή τον επόμενο αιώνα μετά από συνδρομές των Παλαιολόγων θα συνέλθει, αλλά μετά από νέες επιδρομές Καταλανών και Τούρκων θα ερημωθούν όλες οι διεσπαρμένες σκήτες της, συρρικνώμενη στο κεντρικό μοναστήρι της Βατοπαιδίου, το οποίο πλέον είχε αποκτήσει μεγάλα τείχη και πύργους ώστε να μπορεί να ανθίσταται στις επιδρομές. Το 14ο αιώνα η μονή ενισχύεται από τον Ιωάννη Καντακουζηνό, ο οποίος μάλιστα λίγα έτη αργότερα θα μονάσει εκεί, ενώ τον 15ο αιώνα θα μονάσουν επίσης οι Ανδρόνικός Παλαιολόγος, Ακάκιος Θεσσαλονίκης, Γαβριήλ Παλαιολόγος, αλλά και μεγάλος Γρηγόριος Παλαμάς και ο Πατριάρχης του υποδούλου γένους Γεννάδιος Σχολάριος. Η μονή τελικά λόγω των πολλών επιθέσεων που θα υποστεί σε αυτό το διάστημα, θα υποχρεωθεί να μετατραπεί σε ιδιόρρυθμη, τηρώντας όμως το θεσμό του Ηγουμένου. Έτσι την περίοδο της Τουρκοκρατίας θα χάσει τη συντριπτική πλειοψηφία των μετοχιών της και των γαιών της, ενώ της επιβάλλεται δυσβάσταχτη φορολογία την οποία αδυνατεί να αποπληρώσει. Όμως η διεθνής διπλωματία της μονής έχει αποδώσει καρπούς με αποτέλεσμα να αποκομίσει φίλους από διάφορα μέρη της Ευρώπης όπως την Ισπανία και τη Βενετία και τη Μολδοβλαχία, οι οποίοι ενισχύουν τη μονή, ώστε να μην κατασχεθεί από τους Τούρκους. Σημαντική επίσης συμβολή γίνεται από τσάρους και Έλληνες της διασποράς.

Το 1748 η Μονή Βατοπαιδίου ιδρύει την Αθωνιάδα σχολή, την κατασκευή, λειτουργία και επάνδρωση της οποία ανέλαβε η ίδια, αν και αντιμετώπιζε μεγάλα οικονομικά προβλήματα λόγω της βαριάς φορολογίας, με αποτέλεσμα να δεχθεί και συγχαρητήρια από τον Αδαμάντιο Κοραή γι αυτή την προσπάθεια[1]. Η Αθωνιάδα αποτέλεσε τη μεγαλύτερη Ελληνική σχολή στον υπόδουλο ελληνικό χώρο αριθμώντας περισσότερους από 200 μαθητές ανά εποχή, από την οποία διδάσκαλοι απετέλεσαν αλλά και μαθήτευσαν οι Ευγένιος Βούλγαρης, Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, Νικόλαος Τζερτζούλης, Παναγιώτης Παλαμάς, Κοσμάς Αιτωλός, Ρήγας Φερραίος, Σέργιος Μακραίος, Αθανάσιος Πάριος, Νικόδημος Αγιορείτης, Αδαμάντιος Κοραής κ.α.

Το 1820 η μονή προσπαθεί να επανέλθει σε κατάσταση κοινοβίου, η κήρυξη όμως της επανάστασης ματαιώνει την προσπάθεια αυτή, ενώ από το 1830 η μονή περνάει σε νέα φάση δεινών. Η ίδια αυτή την εποχή προσφέρει καταφύγιο σε αγωνιστές, ενώ δίνει τα χαλκουργεία της για την κατασκευή πυρομαχικών και όπλων. Επίσης ενισχύει με τρόφιμα αγωνιστές, ναυλώνοντας πλοία για το σκοπό αυτό. Την ίδια εποχή ο κίνδυνος είναι πλέον ορατός για την αγιορείτικη αδελφότητα να καταστραφεί από τον Τουρκικό στόλο και ο ηγούμενος της μονής προτρέπει να σταλεί αντιπροσωπεία ώστε να συνθηκολογήσουν με τον πασά Αβδούλ Ρουμπούτ. Ο ίδιος πείθεται, ζητώντας αποζημίωση 1.500.000 γροσίων. Το ποσό ήταν αδύνατο να καλυφθεί όμως, και έτσι ζήτησαν να δοθεί προκαταβολικά ένα ποσό και εν συνεχεία μέσα σε προκαθορισμένες ημερομηνίες να παραδοθεί και το υπόλοιπο. O Ρουμπούτ δέχεται, κρατάει όμως ως ομήρους τους προϊσταμένους των μονών, εκ των οποίων οι περισσότεροι πέθαναν από τις κακουχίες των Τούρκων στρατιωτών. Ο πασάς επίσης αποστέλλει και 3.000 στρατιώτες στο Άγιο Όρος, ώστε να αφοπλίσουν τις μονές, να συλλέξουν πυρομαχικά και να συλλάβουν τους επαναστάτες. Η Μονή Βατοπαιδίου σε αυτή τη περίσταση συνέβαλλε τα μέγιστα καθώς ουσιαστικά συντήρησε τις άλλες μονές, δίνοντάς τους τροφή. Τα επόμενα χρόνια η μονή υποχρεωτικά πουλάει μεγάλο μέρος του εναπομείναντος μέρους της περιουσίας της, διότι αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες της και τη βαριά φορολογία. Συνεχίζει όμως παράλληλα το φιλανθρωπικό της έργο, ενισχύοντας τη μεγάλη του Γένους Σχολή, τη θεολογική σχολή της Χάλκης και ενισχύοντας του Έλληνες στις δύσκολες εποχές που περνούσαν. Ενισχύει επίσης του Θεσσαλονικείς μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917, ενισχύει το γαλλικό Ερυθρό σταυρό, εξαγοράζει δύο χωρία από Τούρκο αγά (Βραστά και Σταυρό Χαλκιδικής), ανεγείρει σχολεία στη Κύπρο κ.α.

Η μονή τελικώς το 1989 επέστρεψε πάλι στον κοινοβιακό τύπο λειτουργίας, ηγούμενος της οποίας εξελέγη ο αρχιμανδρίτης Εφραίμ.

H μονή

Η μονή συχνά αποκαλείται και Ιερά μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου[2]. Ο λόγος είναι ότι η μονή αποτελεί το μεγαλύτερο σε όγκο κτιριακό συγκρότημα του Αγίου Όρους.

Η μονή εξωτερικά εμφανίζει πολυγωνικό σχήμα, με ψηλά τείχη και πύργους, κατάλοιπο του αμυντικού χαρακτήρα που προσπάθησαν να δώσουν κτήτορες της μονής λόγω των συχνών επιδρομών. Σήμερα έχει υποστεί ανακαινίσεις, αν και μεγάλο μέρος της μονής παρουσιάζει μορφή εγκατάλειψης. Το μοναστήρι δεν είχε πάντοτε την ίδια έκταση, καθώς σταδιακά έφτασε στο σημερινό μέγεθός του, ένεκα των αναγκών που προέκυπταν σε κάθε εποχή. Έτσι για παράδειγμα η βορεινή πλευρά, δηλαδή ο τείχος ο οποίος είναι παράλληλος προς την θάλασσα κτίστηκε το 1654, όπου σήμερα βρίσκονται το ηγουμενείο, το συνοδικό, η γραμματεία, η παλαιά βιβλιοθήκη, μερικά κελιά μοναχών και το σημερινό αρχονταρίκι (βλέπε φωτό). Το 1818 η μονή επεκτάθηκε ώστε να καλύψει επιπρόσθετες ανάγκες όπως να στεγάσει νοσοκομείο, γηροκομείο και το ιερό του καθολικού. Στο κάτω άκρο βρίσκεται η είσοδος, δηλαδή στη δυτική πλευρά της μονής. Η είσοδος ανοίγει κατά την ανατολή του ηλίου και κλείνει κατά τη δύση της. Περνώντας από την είσοδο ο επισκέπτης συναντά μια μεγάλη πλακόστρωτη αυλή, όπου οδηγεί στην τράπεζα, στα δεξιά του ευρίσκει το εκκλησάκι της "Αγίας Ζώνης της Θεοτόκου", οπού βρίσκεται ενώπιον του αρχονταρικιού και των ξενώνων, που με τη σειρά τους οδηγούν σε κελιά μοναχών, σε ξεχωριστό κτίριο της βορεινής πλευράς. Απέναντι από την τράπεζα βρίσκεται το "λαδαριό", ενώ πίσω από την τράπεζα το καθολικό, δηλαδή ο μεγάλος κεντρικός ναός, ο οποίος είναι αφιερωμένος στον "Ευαγγελισμό της Θεοτόκου". Μαζί με το καθολικό βρίσκεται το καμπαναριό της μονής, το ρολόι, η φιάλη, ενώ στα δυτικά της το αρτοποιείο και η κρήνη.

Το καθολικό

 
Το καθολικό της Μονής

Το καθολικό της Μονής Βατοπαιδίου κτίστηκε κατά την αρχική δημιουργία της Μονής, τον 10ο αιώνα, και ακολουθεί τον τύπο του καθολικού της Μεγίστης Λαύρας με μερικές τροποποιήσεις. Αντιστοιχεί με το καθολικό της Μονής Φιλοθέου, η οποία επίσης χρονολογείται στην ίδια εποχή, ίσως και λίγο μεταγενέστερα. Ο ναός αυτός είναι αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Περιέχει τον "εξωνάρθηκα", που συνδέεται με μία σκάλα τη βόρεια πτέρυγα της μονής, καθώς και το παρεκκλήσιο της "Παναγίας Παραμυθίας" με την αντίστοιχη θαυματουργή εικόνα. Ο "εξωνάρθηκας" είναι διώροφος και η εικονογραφία του αποτελείται από τους 24 οίκους του Ακαθίστου Ύμνου, στρατιωτικούς Αγίους και της Δευτέρας Παρουσίας. Περιέχει 3 θύρες, μία κεντρική και δύο παράπλευρες που οδηγούν στο νάρθηκα και στα παρεκκλήσια του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Δημητρίου. Προχωρώντας φτάνουμε στον "εσωνάρθηκα" ή "λιτή", που αποτελεί μέρος του ναού και συναντάται μόνο σε μοναστήρια για να καλύπτονται οι λειτουργικές ανάγκες των μοναχών. Ο μοναχός εισέρχεται από την κεντρική πύλη και συναντά το ψηφιδωτό του "Ευαγγελισμού της Θεοτόκου" και της "Δεήσεως", που αποτελούν και τα μοναδικά εντοιχισμένα ψηφιδωτά σε ολόκληρο το Άγιο Όρος. Στο βάθος του "εσωνάρθηκα" βρίσκεται η εικόνα της "Παναγίας της Εσφαγμένης". Εν συνεχεία, μέρος του νάρθηκα θεωρείται το "μεσονυκτικό". Το "μεσονυκτικό" διαχωρίζεται από τον "εσωνάρθηκα" με τοίχο και συνδέεται με αυτό με τρεις θύρες. Αποκαλείται "μεσονυκτικό" διότι πάντα εκεί τελείται η ακολουθία του "μεσονυκτικού" (προ του Όρθρου). Στα δεξιά του βρισκεται εντοιχισμένος βυζαντινός τάφος όπου φυλάσσονται τα λείψανα των κτητόρων του ναού Αθανασίου, Αντωνίου και Νικολάου. Στα αριστερά βρισκεται η θαυματουργή εικόνα της "Παναγίας της Αντιφωνήτριας". Πρέπει να σημειώσουμε πως ο τρόπος διαμόρφωσης του "μεσονυκτικού" είναι μοναδικός στο Άγιο Όρος. Τέλος οδηγούμαστε στον "Κυρίως Ναό", ο οποίος αποτελεί δείγμα βυζαντινής μεγαλοπρέπειας και καλαισθησίας. Διακρίνονται κίονες από πορφυρίτη, τοιχογραφίες υψηλής βυζαντινής τέχνης, ψηφιδωτά, επιχρυσωμένο ξυλόγλυπτο εικονοστάσι, ασημένια και επίχρυσα κανδήλια και μεγαλοπρεπείς πολυέλαιοι. Στο "Ιερό Βήμα" διασώζεται η κτητορική εικόνα της "Παναγίας Βηματάρισσας", ενώ βρίσκεται και ο σταυρός του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Στο "Ιερό Βήμα" επίσης βρίσκονται λείψανα των Αγίων Ιωάννου Χρυσοστόμου, Γρηγορίου Θεολόγου, Θεοδώρου Στρατηλάτου, Αγίας Παρασκευής και Παντελεήμονος, ξύλο από τον "Τίμιο Σταυρό", καθώς και ξύλο από την κάλαμο του μαρτυρίου του Ιησού Χριστού, καθώς και η Αγία Ζώνη που έφερε σε όλη της ζωής της η Θεοτόκος.

Τράπεζα - Παρεκκλήσια - Βιβλιοθήκη

 
Ο Παλίμψηστος Κώδικας του Ιωάννου Χρυσοστόμου

Απέναντι από την είσοδο του καθολικού βρίσκεται η μεγαλοπρεπής τράπεζα (χώρος όπου τρώνε οι μοναχοί), σε σχήμα σταυρού. Μέχρι σήμερα έχει ανακαινισθεί τρεις φορές τον 14ο, 16ο και 18ο αιώνα, ενώ η αγιογράφηση έγινε το 1786. Περιέχει 30 πεταλόσχημα μαρμάρινα τραπέζια, τα οποία κατά την παράδοση, προέρχονται από τη Μονή Στουδίου, της Κωνσταντινουπόλεως. Στο βάθος βρίσκεται η τράπεζα του ηγουμένου, κάτω από μία τοιχογραφημένη αψίδα με την Πλατυτέρα.

Σε ότι αφορά τα παρεκκλήσια της Μονής, αυτά αριθμούν τα 31, με τα 19 να βρίσκονται εντός του καθολικού και 12 πέριξ. Τα πλέον αξιόλογα είναι των Αγίων Αναργύρων και της Αγίας Ζώνης, τα οποία βρίσκονται στον περίβολο της αυλής. Ο πύργος της βιβλιοθήκης βρίσκεται στο βορειοανατολικό σημείο της μονής, όπου και φυλάσσονται και τα αρχεία της μονής. Στον πρώτο όροφο του Πύργου υπάρχει και το παρεκκλήσιο του "Γεννεσίου της Θεοτόκου", ενώ στους επόμενους τρεις ορόφους στεγάζεται η βιβλιοθήκη, η οποία μεταφέρθηκε εκεί κατά τον 20ο αιώνα, λόγο του όγκου των βιβλίων και των κωδίκων, αφού η παλαιά θέση δεν ενδείκνυντο πλέον για κάτι τέτοιο. Το αρχείο περιέχει χρυσόβουλα βυζαντινών αυτοκρατόρων, σηγίλια, κηρόβουλα, έγγραφα βασιλέων και ηγεμόνων, τσαρικά έγγραφα, φιρμάνια των σουλτάνων κ.α. Μεγάλος θησαυρός για τη μονή είναι η "Γεωγραφία του Πτολεμαίου" (κωδ. 655) του 13ου αιώνα, το "Ψαλτήρι του Δαυϊδ" (κωδ. 761) του 11ου αιώνα, η "Οκτάτευχος" (κωδ. 602) του 13ου αιώνα, σπαράγματα τετραευαγγελίων του 6ου και 8ου αιώνα, ο "παλίμψηστος κώδικας" του 8ου μέχρι 13ου αιώνα, με τις ομιλίες του Ιωάννου Χρυσοστόμου.

Σκήτες και μετόχια

Η Μονή Βατοπαιδίου έχει πολυάριθμα εξαρτήματα. Κυριότερες σκήτες της μονής είναι του Αγίου Ανδρέα και του Αγίου Δημητρίου, με την δεύτερη να μαρτυρείται ήδη κατά τον 10ο αιώνα και την παράδοση να θέλει ως κτήτορές της συγγενείς του Αγίου. Η σκήτη είναι ιδιόρρυθμη, περιλαμβάνει 21 καλύβες, με την πλειάδα αυτών να είναι ερειπωμένες. Η σκήτη του Αγίου Ανδρέα είναι ρωσική (αλλιώς και Σεράι), ανακηρύχθηκε ως σκήτη το 1849 και το "Κυριακό" της εγκαινιάστηκε το 1900. Λειτουργεί από κτήσεώς της κοινοβιακά και στην ακμή της μόναζαν 800 μοναχοί. Η μεγάλη πυρκαγιά του 1956 ερήμωσε τη σκήτη, αν και σήμερα λειτουργεί στις εγκαταστάσεις της η Αθωνιάδα σχολή. Η μονή επίσης κατέχει 27 κελλιά γύρω από το κυρίως σώμα της, ενώ περιέχει και πάρα πολλά μετόχια τα οποία κατακλύζουν τον ελλαδικό χώρο και επεκτείνονται ακόμα και σε βαλκανικές χώρες.

Ιερά κειμήλια

Στη μονή βρίσκονται μεγάλης αξίας κειμήλια, με σημαντικότερο όλων την Αγία Ζώνη. Η Αγία Ζώνη ήταν η ζώνη που φορούσε η Θεοτόκος σε όλη της ζωή και η οποία σήμερα έχει διαιρεθεί σε τρία κομμάτια, ένα εκ των οποίων βρίσκεται στο μοναστήρι. Δωρητής της Ζώνης ήταν ο Αυτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός (1143-1180).

Εικόνες

Στη Μονή Βατοπαιδίου, βρίσκονται μερικές από τις κομψότερες εικόνες της βυζαντινής τέχνης. Είναι γνωστό πως το Άγιο Όρος είναι αφιερωμένο στην Παναγία και όπως είναι λογικό οι περισσότερες εικόνες απεικονίζουν την Θεοτόκο. Μέσα όμως στη Μονή Βατοπαιδίου βρίσκονται επτά θαυματουργές εικόνες, οι οποίες καλούνται έτσι όχι μόνο διότι βοηθούν τους πιστούς σε πολλά προβλήματά τους, αλλά διότι πολλές από αυτές έχουν ιστορία παραδόξων φαινομένων.

 
Η Παναγία Παραμυθία
  • Παναγία Βηματάρισσα ή Κτιτόρισσα: Είναι εικόνα που χειροτεχνήθηκε τον 10ο αιώνα. Η εικόνα αυτή κατά την επιδρομή των Αράβων, απεκρύβη από τον Σάββα τον βηματάρη σε ένα πηγάδι, μαζί με το σταυρό του Μεγάλου Κωνσταντίνου και μία λαμπάδα. Δυστυχώς για το Σάββα όμως πιάστηκε και αυτός αιχμάλωτος, με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να επιστρέψει πίσω. Όταν ελευθερώθηκε μετά από 70 έτη υπέδειξε το μέρος το οποίο είχε κρύψει τα κειμήλια και όταν ανοίχτηκε το πηγάδι βρήκαν την εικόνα και το σταυρό πάνω από νερό του πηγαδιού και τη λαμπάδα ακόμα αναμμένη.
  • Παναγία Παραμυθία: Η Παναγία Παραμυθία είναι τοιχογραφία του 14ου αιώνα, η οποία εν συνεχεία μεταφέρθηκε σε προσκυνητάρι. Η εικόνα αυτή φέρει το παράδοξο, ότι η Θεοτόκος κρατεί τη χείρα του Ιησού. Η παράδοση αναφέρει πως κάποτε ενώ ο ηγούμενος έδινε τα κλειδιά στο θυρωρό, άκουσε μία φωνή να του λέει "Μην ανοίξετε τις πύλες, αλλά ανεβείτε στα τοίχοι και διώξτε τους πειρατές". Απορώντας ο ηγούμενος έριξε μία πιο κοντινή ματιά και είδε τη Θεοτόκο μέσω της εικόνας να επαναλαμβάνει το ίδιο μήνυμα. Τότε το "θείο βρέφος" απήντησε "Μη μεριμνάς Μητέρα γι αυτούς τους αμαρτωλούς", προσπαθώντας να σκεπάσει το στόμα της μητέρας του. Η ίδια όμως κρατώντας το χέρι Του, επανέλαβε το μήνυμα, με αποτέλεσμα οι μοναχοί να υπερασπιστούν τη μονή τους και να διασωθούν.
  • Παναγία Εσφαγμένη: Η Παναγία Εσφαγμένη είναι τοιχογραφία του 14ου αιώνος. Το όνομά της το πήρε όταν κάποιος οξύθυμος μοναχός εκκλησιάρχης, αργοπόρησε στην τράπεζα, με αποτέλεσμα ο τραπεζάρης να μη του δώσει φαγητό. Οργισμένος τότε ο μοναχός με ένα μαχαίρι κάρφωσε στο πρόσωπο την εικόνα της Παναγίας, απευθυνόμενος βλάσφημα προς αυτή. Ξαφνικά όμως η εικόνα άρχισε να αναβλύζει αίμα από το σημείο που τρυπήθηκε. Ο ίδιος ο εκκλησιάρχης το υπόλοιπο της ζωής του το πέρασε σε βαθιά μετάνοια. Μάλιστα όταν έγινε η εκταφή του, ενώ όλο το σώμα του είχε λιώσει, το χέρι έμεινε αναλλοίωτο και διατηρείται μέχρι και σήμερα.
  • Παναγία Αντιφωνήτρια: Πρόκειται για μία ακόμα τοιχογραφία, που βρίσκεται στο "μεσονυκτικό". Ονομάζεται έτσι διότι όταν επισκέφτηκε τη μονή η κόρη του Μ. Θεοδοσίου, άκουσε φωνή από την εικόνα η οποία της απαγόρευσε να εισέλθει, διότι τόλμησε να παραβιάσει το άβατο του Αγίου Όρους.
 
Η Παναγία Παντάνασσα
  • Παναγία Ελεούσα: Στον ίδιο χώρο με την εικόνα της Αντιφωνήτριας βρίσκεται και αυτή η εικόνα. Χρονολογείται από τον 15ο αιώνα και προέρχεται από τη σκήτη του Αγίου Ανδρέα. Η εικόνα αυτή σύμφωνα με το Γεράσιμο Σμυρνάκη παλαιότερα ήταν εντοιχισμένη σε τζαμί της Κωνσταντινούπολης, όταν χριστιανοί τεχνίτες της ανακάλυψαν μετά από επισκευές στο οικείο τζαμί, όπου και την πούλησαν το 1893 στον οικονόμο της μονής Σωφρόνιο.
  • Παναγία Ελαιοβρύτισσα: Είναι και αυτή εικόνα, φορητή, του 14ου αιώνα και βρίσκεται στο "δοχείο" ή "λαδαριό" της μονής. Μετακινήται από εκεί μόνο την παρασκευή της Διακαινισίμου. Η παράδοση αναφέρει πως όταν κάποτε τελείωνε το λάδι στη μονή ξέσπασε διαμάχη μεταξύ του δοχειάρη και του μάγειρα, διότι ο πρώτος δεν έδινε λάδι για να μαγειρέψει. Ο δοχειάρης μετά τη φιλονικία αυτή αποφάσισε να δίνει όσο του ζητήσει ο μάγειρας και ενώ μία μέρα τελείωσε το λάδι, την επομένη βρέθηκαν όλα τα δοχεία γεμάτα, με ένα εξ αυτών να υπερχειλίζει.
  • Παναγία Πυροβοληθείσα: Η εικόνα αυτή ονομάστηκε έτσι διότι το 1882 μία ομάδα Τούρκων οπλιτών εισήλθε στη μονή. Ένας εξ αυτών πυροβόλησε την εικόνα με αποτέλεσμα να την τρυπήσει στο σημείο του χεριού. Μετά το γεγονός αυτός ο οπλίτης παραφρόνησε και βλέποντας το γεγονός αυτό οι υπόλοιποι, φοβήθηκαν και έφυγαν από τη μονή.
  • Παναγία Παντάνασσα: Η Παναγία η Παντάνασσα είναι μία φορητή εικόνα μεγάλου μεγέθους, που αγιογραφήθηκε τον 17ο αιώνα. Το θαυμαστό γεγονός με αυτή την εικόνα είναι πως κάποτε κάποιος μοναχός πήγε να την προσκυνήσει και ξαφνικά είδε την εικόνα να αστράφτει, με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος. Ο ίδιος ο μοναχός μετά από λίγο ομολόγησε πως ασχολείτο με τη μαγεία, καίτοι μοναχός.

Βατοπαιδινοί Άγιοι

Η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου στο πέρασμα των αιώνων, έχει αναδείξει πλειάδα αγίων. Σε αυτή την υπερχιλιόχρονη πορεία της, οι άγιοί της απετέλεσαν τα λαμπρότερα μέλη αυτής της μονής και σήμερα τιμώνται με ιδιαίτερες τιμές, ως οι νικητές του θανάτου και ως πρόδρομοι της αιωνίου βασιλείας, που περιμένει κάθε πιστό και δη μοναχό, μέσα από το σκληρό ασκητικό βίο και την αφιέρωση στο Θεό.

  • Σάββας, ιεροδιάκονος και βηματάρης (10ος αι.).
  • Αθανάσιος, Νικόλαος και Αντώνιος, Κτίτορες της Μονής (10ος αι.), 17 Δεκεμβρίου.
  • Σάββας, Αρχιεπίσκοπος Σερβίας (1169-1235), 14 Ιανουαρίου.
  • Συμεών, Πατήρ του Αγίου Σάββα (1200), 8 Φεβρουαρίου.
  • Ευθύμιος, ηγούμενος (+12 οσιομάρτυρες - 1285), 4 Ιανουαρίου.
  • Κοσμάς, Πρώτος (1285), 5 Δεκεμβρίου.
  • Γεννάδιος, ηγούμενος (14ος αι.), 20 Ιανουαρίου.
  • Αγάπιος και Νικόδημος, υποτακτικοί Γενναδίου (14ος αι.).
  • Σάββας δια τον Χριστόν σαλός (1280-1349).
  • Νικόδημος, διδάσκαλος Γρηγορίου Παλαμά (130ς αιώνας), 11 Ιουλίου.
  • Γρηγόριος Παλαμάς, αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (1269-1359), 14 Νοεμβρίου.
  • Θεοφάνης, Μητροπολίτης Περιθερίου (14ος αιώνας).
  • Ιωάσαφ Μετεωρίτης (1349-1401), 20 Απριλίου.
  • Μακάριος Μακρής (1391-131), 8 Ιανουαρίου.
  • Μάξιμος Γραικός (1470-1556), 21 Ιανουαρίου.
  • Μακάριος οσιομάρτυρας (1527), 14 Σεπτεμβρίου.
  • Θεοφάνης οσιομάρτυρας (1559), 8 Ιουνίου.
  • Αθανάσιος Γ΄ Κωνσταντινουπόλεως (1656), 2 Μαΐου.
  • Αγάπιος, από σκήτη Κολλιτσού, 1 Μαρτίου.
  • Διονύσιος οσιομάρτυρας (1822).
  • Ευδόκιμος ο νεοφανής (1840), 5 Οκτωβρίου.
  • Ιωακείμ Παπουλάκης (1786-1867), 2 Μαρτίου.

Υποσημειώσεις

  1. Παράλληλοι Βίοι Πλουτάρχου, τ. Α2, σελίς 937
  2. Συναντάται ήδη με αυτή την επιγραφή από τον 14ου αιώνα

Πηγές

  • «Προσκυνητάριο Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου», Εκδόσεις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιος Όρος 2004

Σύνδεσμοι