Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Θεογνωσία"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Νέα σελίδα: '''Θεογνωσία''', '''θεοπτία''', '''όραση του Θεού''' ή '''θέα του Θεού''' στην ορθόδοξη θεολογία, αποκαλείτα...)
 
μ
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
'''Θεογνωσία''', '''θεοπτία''', '''όραση του Θεού''' ή '''θέα του Θεού''' στην ορθόδοξη θεολογία, αποκαλείται η δυνατότητα του ανθρώπου να μετέχει στην αλήθεια του θείου όντος. Στη σημερινή μέση θεολογική σκέψη η θεογνωσία πραγματοποιείται (κατά πρότυπα της Καντιανής φιλοσοφίας) σε ένα υποκειμενικό προσωπικό επίπεδο, που ο νους του ανθρώπου δεν μπορεί να μετέχει σε μία τέτοια διαδικασία, καθώς  δύναται να ερευνήσει μόνο τη λογική πραγματικότητα. Παρόμοια αντίληψη μπορούμε να βρούμε στην Προτεσταντική θεολογία, ενώ χαρακτηριστική έμεινε η διαμάχη του Γρηγορίου Παλαμά με τους σχολαστικούς Ακίνδυνο και Βαρλαάμ, καθώς πίστευαν ότι ο άνθρωπος δύναται μέσω της καλλιέργειας του νου να ανέλθει στη γνώση του Θείου όντος και μάλιστα να γνωρίσει ακόμα και την ίδια την ουσία του. Η ορθόδοξη θεολογία πιστή στην πατερική θεολογία περί θεογνωσίας, απέρριψε τόσο την υπαρξιακή διάσπαση της καντιανής φιλοσοφίας, που είναι ένα αποτέλεσμα του διαφωτιστικού ορθολογισμού, όσο και την υπαρξιακή διάσπαση που οδήγησε η προτεσταντική θεολογία, με την αυτονόμηση τους θείας αποκάλυψης από τη φυσική, ως μόνο μέσω της ατομοκρατικής γνώσης του Θεού. Συνάμα η διαμάχη με τους σχολαστικούς έμεινε σα μία μεγάλη νίκη του ορθόδοξου πατερικού πνεύματος, απέναντι στην καταδυνάστευση της λογοκρατίας.
+
'''Θεογνωσία''', '''θεοπτία''', '''όραση του Θεού''' ή '''θέα του Θεού''' στην ορθόδοξη θεολογία, αποκαλείται η δυνατότητα του ανθρώπου να μετέχει στην αλήθεια του θείου όντος. Στη σημερινή μέση θεολογική σκέψη η θεογνωσία πραγματοποιείται (κατά πρότυπα της Καντιανής φιλοσοφίας) σε ένα υποκειμενικό προσωπικό επίπεδο, που ο νους του ανθρώπου δεν μπορεί να μετέχει σε μία τέτοια διαδικασία, καθώς  δύναται να ερευνήσει μόνο τη λογική πραγματικότητα. Παρόμοια αντίληψη μπορούμε να βρούμε στην Προτεσταντική θεολογία, ενώ χαρακτηριστική έμεινε η διαμάχη του [[Γρηγόριος Παλαμάς|Γρηγορίου Παλαμά]] με τους [[Σχολαστικισμός|σχολαστικούς]] Ακίνδυνο και [[Βαρλαάμ Καλαβρός|Βαρλαάμ]], καθώς πίστευαν ότι ο άνθρωπος δύναται μέσω της καλλιέργειας του νου να ανέλθει στη γνώση του Θείου όντος και μάλιστα να γνωρίσει ακόμα και την ίδια την ουσία του. Η ορθόδοξη θεολογία πιστή στην πατερική θεολογία περί θεογνωσίας, απέρριψε τόσο την υπαρξιακή διάσπαση της καντιανής φιλοσοφίας, που είναι ένα αποτέλεσμα του διαφωτιστικού ορθολογισμού, όσο και την υπαρξιακή διάσπαση που οδήγησε η προτεσταντική θεολογία, με την αυτονόμηση τους θείας [[Αποκάλυψη|αποκάλυψης]] από τη φυσική, ως μόνο μέσω της ατομοκρατικής γνώσης του Θεού. Συνάμα η διαμάχη με τους σχολαστικούς έμεινε σα μία μεγάλη νίκη του ορθόδοξου πατερικού πνεύματος, απέναντι στην καταδυνάστευση της λογοκρατίας.
  
 
==Η γνώση του Θεού==
 
==Η γνώση του Θεού==

Αναθεώρηση της 19:15, 5 Αυγούστου 2009

Θεογνωσία, θεοπτία, όραση του Θεού ή θέα του Θεού στην ορθόδοξη θεολογία, αποκαλείται η δυνατότητα του ανθρώπου να μετέχει στην αλήθεια του θείου όντος. Στη σημερινή μέση θεολογική σκέψη η θεογνωσία πραγματοποιείται (κατά πρότυπα της Καντιανής φιλοσοφίας) σε ένα υποκειμενικό προσωπικό επίπεδο, που ο νους του ανθρώπου δεν μπορεί να μετέχει σε μία τέτοια διαδικασία, καθώς δύναται να ερευνήσει μόνο τη λογική πραγματικότητα. Παρόμοια αντίληψη μπορούμε να βρούμε στην Προτεσταντική θεολογία, ενώ χαρακτηριστική έμεινε η διαμάχη του Γρηγορίου Παλαμά με τους σχολαστικούς Ακίνδυνο και Βαρλαάμ, καθώς πίστευαν ότι ο άνθρωπος δύναται μέσω της καλλιέργειας του νου να ανέλθει στη γνώση του Θείου όντος και μάλιστα να γνωρίσει ακόμα και την ίδια την ουσία του. Η ορθόδοξη θεολογία πιστή στην πατερική θεολογία περί θεογνωσίας, απέρριψε τόσο την υπαρξιακή διάσπαση της καντιανής φιλοσοφίας, που είναι ένα αποτέλεσμα του διαφωτιστικού ορθολογισμού, όσο και την υπαρξιακή διάσπαση που οδήγησε η προτεσταντική θεολογία, με την αυτονόμηση τους θείας αποκάλυψης από τη φυσική, ως μόνο μέσω της ατομοκρατικής γνώσης του Θεού. Συνάμα η διαμάχη με τους σχολαστικούς έμεινε σα μία μεγάλη νίκη του ορθόδοξου πατερικού πνεύματος, απέναντι στην καταδυνάστευση της λογοκρατίας.

Η γνώση του Θεού

Κατά την Ορθόδοξη πατερική αντίληψη, η οποία πηγάζει μέσα από τη βιβλική θεώρηση, η γνώση του όντος (Θεού), δύναται να συμβεί με το λόγο και το νου. Η ίδια η ψυχή του ανθρώπου, που με το λόγο ερευνά τη φύση, καλείται με τις ίδιες γνωστικές δυνάμεις να λάβει με μία φιλόπονη εξεταστική έρευνα τη γνώση του Θεού. Απαραίτητη προϋπόθεση σε μία τέτοια περίπτωση είναι η κάθαρση της ψυχής από τα πάθη[1]. Η γνώση μάλιστα των θείων πραγμάτων δε μπορεί να νοηθεί μάλιστα με κανένα άλλο μέσο παρά μόνο με το νου, ο οποίος συνεργεία της χάριτος του Θεού, καθαίρεται ανεβαίνοντας σε υψηλότερες βαθμίδες και θεωρώντας το θείο. Ο νους λοιπόν που είναι η πιο οξεία λειτουργία του λόγου, στην κατάσταση της κάθαρσης γνωρίζει τόσο τα αισθητά (με την επιστημονική έρευνα), όσο όμως και τα νοητά (με την κάθαρση, τη χάρη και τη δεκτικότητα). Τα όρια όμως αυτής της δυνατότητας θεογνωσίας είναι πεπερασμένα, καθώς ο νους παραμένει κτιστός. Σύμφωνα με το Μέγα Βασίλειο η κατάκτηση της γνώσης εκκινά από τις αισθήσεις και ανέρχεται σε υψηλοτερες βαθμίδες έως ότου ο χαριτωμένος νους σταματήσει στα κτιστά όριά του, που είναι η αδυναμία να προσπελάσει τη γνώση της θείας ουσίας[2].

Ο λόγος και ο νους είναι τα μοναδικά όργανα που μπορούν τελικά νοήσουν το μυστήριο της φύσης του Θεού, έτσι ο νους που κάνει επιστήμη και φιλοσοφία, φτάνει σε ένα σημείο θεογνωσίας δια μέσου της κτίσης και εν συνεχεία της ανέλιξής του σε ψηλότερες βαθμίδες θεογνωσίας[3]. Η ψυχή δηλαδή δια των αισθήσεων, του λόγου και του νου μπορεί να οδηγηθεί στη γνώση του Θεού, στη μετοχή των θείων ενεργειών[4] και όχι της ουσίας Του, καθαρμένος από τα πάθη και τελικά μέσω της όλης ύπαρξης[5]. Εδώ όμως τίθεται ένα ερώτημα. Είναι δυνατόν να ψηλαφήσει ο νους στο ίδιος επίπεδο τα αισθητά και νοητά πράγματα; Κατά την πατερική θεολογία τα μυστήρια της θεογνωσίας ξεπερνούν τα μυστήρια των φυσικών δεδομένων, αλλά δεν δέχεται πως ο νους δε μπορεί να μετάσχει σε αυτή την υπαρξιακή εμπειρία. Αυτό διότι ύπαρξη δίχως νου και λόγο δε νοείται. Αυτή λοιπόν η γνώση επιτυγχάνεται με την ανάλογη δεκτικότητα του ανθρώπου να δεχτεί τις θείες αλήθειες και φυσικά με ένα ξεδίπλωμα και άπλωμα του νου, πέρα από τα γνωστά όρια[6]. Σε αυτή την περίπτωση ο άνθρωπος έχει ένα άλλο σημείο εκκίνησης, μία διαφορετική μέθοδο και δρόμο για να φτάσει στο σκοπό του σε σχέση με την προσπάθειά του να ερευνήσει το φυσικό και ιστορικό επιστητό[7]. Βασική όμως σε κάθε περίπτωση είναι η υπαρξιακή ενότητα του ανθρώπου, όπως συνάμα απαραίτητη είναι η διευκρίνηση πως αυτή η βιωματική εμπειρία αν οδηγηθεί σε μία διάσπαση της ύπαρξης, του σώματος, της ψυχής ή των νοητικών λειτουργιών ως μια αυτονομημένη περιοχή, οδηγεί σε αρνητικές και φθοροποιητικές καταστάσεις. Τις αμαρτιτικές καταστάσεις[8] και τελικά σε αδυναμία κάθαρσης και εύρεσης του Θείου.

Η θεογνωσία είναι μετοχή του ανθρώπου στις θείες ενέργειες. Εδώ όμως δε συντελείται μόνο μια κίνηση του ανθρώπου προς το Θεό, αλλά πρώτιστα του Θεού προς τον άνθρωπο. Ενώ σχεδόν σε όλα τα φιλοσοφικά και θρησκευτικά κινήματα έχουμε μία προσπάθεια του ανθρώπου να προσπελάσει τη θεία πραγματικότητα, στην ορθόδοξη εμπειρία έχουμε τη φανέρωση του Θεού, στην οποία ο άνθρωπος καλείται να γίνει μέτοχος και τελικά να οδηγηθεί στη θεογνωσία. Η διαδικασία λοιπόν που αναφέρθηκε αποτελεί τη βουλητική διάθεση του ανθρώπου να ανέλθει στο θείο. Συνάμα όμως ο Θεός, αποκαλύπτει τον εαυτό του στην κτίση και την ιστορία, όχι μέσω της ουσίας του, που είναι απροσπέλαστη από τον άνθρωπο, αλλά μέσω των ενεργειών του. Αυτό αποκαλείται θεοφάνεια[9].Η αποκάλυψη λοιπόν του Θεού, η Θεοφάνειά Του, παρέχεται διαρκώς στην κτίση για να τη συντηρεί και να την πλουτίζει, συνάμα όμως και τον άνθρωπο σε μετοχή στη θεία δόξα για τη γνώση του αληθινού όντος. Αυτή η γνώση δεν πρέπει λοιπόν ποτέ να νοηθεί ως μία ηθική πραγμάτωση, αλλά ως μια οντολογική κατάσταση. Ο Θεός παρέχει και ο άνθρωπος λαμβάνει, σε μια ενεργειακή σχέση[10]. Αυτή είναι η μυστηριακή σχέση ανθρώπου και Θεού. Αυτή η μυστηριακή σχέση δε συντελείται σε μία θεωρητική σφαίρα, αλλά μέσω τω μυστηρίων[11]. Τα μυστήρια λοιπόν αποτελούν τον ιστορικό καρπό της κοινότητας, ως απαραίτητες λειτουργίες του εκκλησιαστικού σώματος για να προκόψουν τα μέλη, να τελειωθούν και να οδηγηθούν στη θεογνωσία[12]. Τα μυστήρια είναι που συντελούν στην διόρθωση της βούλησης και τη φύσης που είναι η απαραίτητη οδός της θεογνωσίας. Στην ορθόδοξη πατερική διδασκαλία τελικά δεν υπάρχουν σχολαστικοί ορισμοί για τη γνώση του πράγματος ή θεωρητικές συλλήψεις, του όντος (του Θεού), αλλά η μετοχή σε αυτό, που οδηγεί στη γνώση[13].

Η θεογνωσία στην Ορθόδοξη παράδοση επίσης, διατηρεί μια πολύ βασική διαφοροποίηση. Ως μετοχή στις θείες ενέργειες κι ως φωτισμός, που γίνεται μέσω του νου και του λόγου, που είναι λειτουργίες της ψυχής, δεν εννοείται ποτέ ξεκομμένη από τη ορθή φυσιολογία και ζωή του ανθρώπου. Δεν εννοείται δηλαδή ως κάποια διατάραξη της ανθρώπινης αρμονίας, ή παραμερισμό κάποια άλλης λειτουργίας. Εννοείται μόνο μέσα σε υγιή πλαίσια, δίχως άλογους συναισθηματισμούς, βουλησιαρχικές ορμές η εκστατικές καταστάσεις. Εννοείται μόνο ως μια μεταμόρφωση των ανθρωπίνων λειτουργιών προς μια φυσιολογία, που η ψυχή νοεί κατά θεωρία και λογίζεται κατά πράξη[14], δίχως αποσπάσεις από το ιστορικό πεδίο, δίχως αποδράσεις από τη φυσική πραγματικότητα.

Τα Παλαμικά

Υποσημειώσεις

  1. Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου Βασιλείου, σελ. 170
  2. Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 171
  3. Μέγας Βασίλειος, Ομιλίες εις την εξαήμερον PG 29, 16BC
  4. Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 120
  5. Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 173-174
  6. Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 174
  7. Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 175
  8. Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 175
  9. Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 120
  10. Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 465
  11. Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 465
  12. Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 465
  13. Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 486
  14. Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 502-504

Βιβλιογραφία

  • Νικόλαος Ματσούκας, "Επιστήμη, φιλοσοφία και θεολογία στην εξαήμερο του Μεγάλου Βασιλείου", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1990.
  • Νικόλαος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική θεολογία Α΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Νικόλαος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική θεολογία Α΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007