Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Θεία Λειτουργία"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Υποσημειώσεις)
Γραμμή 40: Γραμμή 40:
 
Επίσης περιλαμβάνεται και [[κήρυγμα]] είτε μετά το Ευαγγέλιο, είτε πριν την Θεία Ευχαριστία.
 
Επίσης περιλαμβάνεται και [[κήρυγμα]] είτε μετά το Ευαγγέλιο, είτε πριν την Θεία Ευχαριστία.
  
== Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας ==
 
 
Ο Ιησούς Χριστός, είπε για τη Θεία Κοινωνία: "Τούτε ποιείτε, οσάκις αν πίνητε, εις την εμήν ανάμνησιν"<ref>Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 25</ref>. Εδώ ο Κύριος, αν και δεν μας προσδιόρισε πότε πρέπει να γίνεται, χρησιμοποίησε τη λέξη: "οσάκις". Αυτό σημαίνει ότι δεν έθεσε περιορισμούς στο χρόνο τέλεσής της.
 
 
 
Οι απόστολοι τελούσαν την "κλάση τού άρτου" από πολύ νωρίς, κατά την εντολή τού Κυρίου να την τελούν σε ανάμνησή Του. Ήδ σε άλλη μελέτη αποδείχθηκε{{πηγή}} την έννοια τής φράσης "κλάση τού άρτου", ότι σημαίνει τη Θεία Ευχαριστία. Με τη βοήθεια αυτής τής φράσης λοιπόν, θα δούμε τη συχνότητα με την οποία τελούσε η πρώτη Εκκλησία τη Θεία Ευχαριστία.
 
 
Στις Πράξεις <ref>2/β΄ 42</ref>, αναφέρεται ότι οι πρώτοι Χριστιανοί "ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή τών αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει τού άρτου και ταις προσευχαίς". Και λίγα εδάφια πιο κάτω, στο εδάφιο 46, προσθέτει ότι "καθ' ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντές τε κατ' οίκον άρτον μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας". Η κλάσις τού άρτου λοιπόν, γινόταν '''κάθε μέρα'''.
 
 
Στις Πράξεις 20/κ΄ 7-11, Παρουσιάζονται οι μαθηταί στην "μία τών Σαββάτων", (δηλαδή την πρώτη από τα Σάββατα που είχαν αργία, την Κυριακή), "τού κλάσαι άρτον". Μαζεύτηκαν δηλαδή για την "κλάση τού άρτου" την Κυριακή. Γιατί οι πρώτοι Χριστιανοί, την "πρώτη ημέρα" τής εβδομάδος κατά την οποία αναστήθηκε ο Κύριος, την αφιέρωσαν σ' Αυτόν, και την ονόμασαν από τότε ως σήμερα: "Κυριακή". Και εκτός από τις άλλες ημέρες, ειδικά και την Κυριακή τελούσαν την κλάση τού άρτου.
 
 
Πράγματι η "πρώτη τών Σαββάτων", η ημέρα στην οποία αναστήθηκε ο Κύριος, από τους Χριστιανούς εξυψώθηκε ως "τύπος" τής μελλούσης ημέρας τού Κυρίου και τού μέλλοντος αιώνος, και από τότε ονομάστηκε Κυριακή. Αυτό φαίνεται στην Αποκάλυψη<ref>1/α΄ 10</ref>: "εγενόμην εν πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρα..." Εκεί φαίνεται καθαρά, ότι ο Ιωάννης έλαβε την Αποκάλυψη, την Κυριακή.
 
 
Μερικοί λένε ότι εκεί εννοεί ότι ο Ιωάννης δήθεν μεταφέρθηκε σε όραμα στην "ημέρα τού Κυρίου", όπου θα έβλεπε προφητικά την Αποκάλυψη. Κάτι τέτοιο όμως, είναι λάθος για τους εξής λόγους:
 
 
# Η ημέρα τού Κυρίου ήταν τότε (και είναι ακόμα) μελλοντική <ref>Β΄ Θεσσαλονικείς 2/β΄ 2</ref>.
 
# Πουθενά αλλού η Αγία Γραφή δεν χρησιμοποιεί τη λέξη: "Κυριακή" για την ημέρα τού Κυρίου, ώστε να υποθέσουμε ότι η έννοια ταυτίζεται και εδώ. Παντού χρησιμοποιεί τη φράση: "ημέρα τού Κυρίου", και όχι "Κυριακή".
 
#Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι ο Ιωάννης πιθανόν να μιλούσε για την ημέρα τού Κυρίου, η διατύπωσή του είναι η εξής: "εγενόμην εν πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρα".<ref>Αποκάλυψις 1/α΄ 10</ref>. Η λέξη "εν", σημαίνει ότι "μέσα", "κατά τη διάρκεια" τής Κυριακής ημέρας "έγινε εν πνεύματι", δηλαδή είχε αυτή την εμπειρία. Δεν λέει ότι μεταφέρθηκε στην Κυριακή ημέρα, ούτε ότι είδε την Κυριακή ημέρα, ώστε να εννοείται εδώ δήθεν η ημέρα τού Κυρίου. Βρισκόταν ΗΔΗ στην Κυριακή ημέρα, όταν του δόθηκε η Αποκάλυψη.
 
 
Εκτός απ' όλα αυτά όμως, υπάρχουν και ιστορικές πηγές. Έχουμε άλλες αρχαίες μαρτυρίες τής πρώτης Εκκλησίας, για την έννοια τής ημέρας Κυριακής, και τη σχέση της με τη Θεία Κοινωνία.Το αρχαιότατο σύγγραμμα: "Διδαχή τών Αποστόλων", που γράφτηκε '''ενώ ακόμα ζούσαν στη γη οι απόστολοι''', μεταξύ τού 70 και 100 μ.Χ. μας λέει το εξής γι' αυτό: «Κατά Κυριακήν δε Κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε»<ref>14/ιδ΄ 1</ref>. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας (100-165 μ.Χ.) επίσης, γράφει τα εξής για το τι έκαναν οι Χριστιανοί την Κυριακή, την οποία οι Εθνικοί την ονόμαζαν "ημέρα τού ήλιου": Και τη τού ηλίου λεγομένη ημέρα, πάντων κατά πόλεις ή αγρούς μενόντων επί το αυτό συνέλευσις γίνεται,... και ο προεστώς ευχάς ομοίως και ευχαριστίας, όση δύναμις αυτώ, αναπέμπει, και ο λαός επευφημεί λέγων το "αμήν" και η διάδοσις και η μετάληψις από τών ευχαριστηθέντων εκάστω γίνεται, και τοις ου παρούσι δια τών διακόνων πέμπεται<ref>Απολογία Α΄ 67, 3,5</ref>.
 
 
Ο άγιος Ιγνάτιος, μαθητής τού αποστόλου Ιωάννη και επίσκοπος Αντιοχείας, γύρω στο 110 μ.Χ., γράφει σε επιστολή του προς τους Εφεσίους λίγο πριν μαρτυρήσει στους διωγμούς τού Τραϊανού: «Σπουδάζετε ουν πυκνότερον συνέρχεσθε εις ευχαριστίαν Θεού και εις δόξαν. Όταν γαρ πυκνώς επί το αυτό γίνεσθε, καθαιρούνται αι δυνάμεις τού σατανά....»<ref>Εφεσίους 13/ιγ΄</ref>. Είναι δυνατόν να μη γνώριζε ως επίσκοπος ο Ιγνάτιος τι συνήθιζαν οι Χριστιανοί, και τι τον είχε διδάξει ο δάσκαλός του ο Ιωάννης για τη Θεία Ευχαριστία; Αν οι πρώτοι Χριστιανοί γιόρταζαν μόνο μια φορά το χρόνο όπως κακώς λένε κάποιοι, θα έλεγε ο άγιος Ιγνάτιος για "πυκνότερη" Κοινωνία;
 
 
Αυτές οι αρχαιότατες μαρτυρίες, αποδεικνύουν το λαθασμένο ισχυρισμό, ότι η λέξη: "Κυριακή" δεν αναφέρεται σε ονομασία ημέρας, και ότι είναι λάθος η αραιή μετάληψη ορισμένων κάθε χρόνο, αλλά επίσης αποδεικνύουν σωστές και αποστολικές τις συχνότατες Θείες Ευχαριστίες τής σημερινής Εκκλησίας τού Κυρίου. Όχι μόνο στην καθιερωμένη μετάληψη κάθε Κυριακή, αλλά και ενδιάμεσα στην εβδομάδα.
 
 
Στο ίδιο πνεύμα, ο απόστολος Παύλος, στην Α΄ Κορινθίους<ref>11/ια΄ 20</ref>, μιλάει για "Κυριακό δείπνο", όχι επειδή ονομάζεται: "δείπνος" η Θεία Ευχαριστία, αλλά επειδή τότε γινόταν στα πλαίσια "δείπνου", όπως έγινε την πρώτη φορά από τον Χριστό. Οι Χριστιανοί τότε, μαζί με τη Θεία Μετάληψη, τελούσαν και τις "Αγάπες". Οι Αγάπες, ήταν αυτό το δείπνο, όπου ο κάθε Χριστιανός έφερνε μαζί του φαγητό από το σπίτι του, και ενώ δειπνούσαν, τελούσαν και τη Θεία Ευχαριστία. Έτσι, καταλαβαίνουμε ότι αποτελεί παρανόηση, το ότι κάποιες αιρέσεις σήμερα αποκαλούν τη Θεία Ευχαριστία "Δείπνο τού Κυρίου".
 
 
Στην Α΄ Κορινθίους<ref>11/ια΄ 20-28</ref>, περιγράφεται από τον Παύλο, το πώς τελείτο, ενώ επικρίνει τον τρόπο τών Κορινθίων για τα έκτροπα που συνέβαιναν σε αυτές τις Αγάπες, καθώς σε αυτές τελείτο και η Θεία Ευχαριστία. (Λόγω τών εκτρόπων αυτών που συνέβαιναν και αλλού, αργότερα η Εκκλησία κατάργησε τις Αγάπες, και έκτοτε η Θεία Λειτουργία τελείται μόνη της). Ως τότε όμως, που τα λέει αυτά ο Παύλος, τελούνταν μαζί.
 
 
Ο λόγος που τα αναφέρουμε αυτά τα παραπάνω, είναι ο εξής: Αν ο Παύλος, επικρίνοντας τους Κορινθίους, αναφερόταν σε μία μόνο σύναξη κάθε χρόνο, (όπως υποστηρίζουν κάποιοι σήμερα, που νομίζουν ότι πρέπει η Κλάση τού Άρτου να τελείται μία φορά το χρόνο), τότε τα λόγια του δεν θα είχαν νόημα. Αν αναφερόταν σε μία μόνο σύναξη στις πάνω από 50 τού έτους, θα χειριζόταν το θέμα αυτό ως "εξαίρεση". Όμως εδώ, ο Παύλος το χειρίζεται ως "συνήθες". Αναφέρει για παράδειγμα στο εδάφιο 18: "συνερχομένων υμών εν Εκκλησία". Και με τη φράση αυτή, δείχνει ότι οι παρακάτω επικρίσεις του, αναφέρονται σε '''κάθε''' Εκκλησιαστική σύναξη. Και αυτό επιβεβαιώνεται και στο εδάφιο 20, καθώς συνεχίζοντας λέει: «συνερχομένων ουν υμών επί το αυτό, ουκ έστιν Κυριακόν δείπνον φαγείν...». Η λέξη: "ουν", δηλαδή "λοιπόν", δείχνει ότι αυτά που αναφέρει, αφορούν τα ίδια που ανέφερε πιο πάνω, δηλαδή τη «σύναξη εν Εκκλησία», καθώς το Σώμα τού Κυρίου, η Εκκλησία, γίνεται φανερό στη Θεία Κοινωνία. Τέτοια θέματα λοιπόν, υπήρχαν σε όλες τις συναθροίσεις τους, και οι συναθροίσεις τους αυτές, συμπεριελάμβαναν τον "Κυριακό Δείπνο".
 
 
Ο απόστολος Παύλος, ίδρυσε την Εκκλησία τής Κορίνθου, το 51-52 μ.Χ., και έμεινε εκεί 18 μήνες. Αν είχε κάνει Θεία Ευχαριστία ο Παύλος εκεί, και ήταν ετήσιο γεγονός, προλάβαινε να την τελέσει μόνο μία φορά μαζί τους. Την επιστολή του αυτή που εξετάζουμε εδώ, την Α΄ Κορινθίους, την έστειλε το 55 μ.Χ. Έτσι, αν η Θεία Ευχαριστία γινόταν μόνο μία φορά το χρόνο, οι Κορίνθιοι είχαν το πολύ 3 φορές ευκαιρία να την τελέσουν. Πώς λοιπόν πρόλαβαν σε 3 φορές μόνο να δημιουργήσουν τέτοιο πρόβλημα, αν τελούσαν τη Θεία Ευχαριστία μόνο μία φορά το χρόνο; Αυτό δείχνει ότι ήταν κάτι σύνηθες, εκείνο στο οποίο αναφερόταν ο Παύλος.
 
 
Σε αυτό συνηγορεί και η λέξη: "συνερχομένων", που χρησιμοποιεί ο Παύλος στο εδάφιο 20, που είναι μετοχή Ενεστώτα, και συνεπώς χρησιμοποιείται για γεγονότα που λάμβαναν χώραν συνεχώς και κατά συνήθειαν, και όχι διακεκομένα και σποραδικά, σαν να γίνονταν κατ' εξαίρεσιν μία φορά το χρόνο.
 
 
Στην Α΄ Κορινθίους 4/δ΄ 17, λέει ο Παύλος: "δια τούτο έπεμψα υμίν Τιμόθεον... ος υμάς αναμνήσει τας οδούς μου τας εν Χριστώ..." Αν ο Παύλος είχε στείλει τον Τιμόθεο, (είναι εμφανές ότι ήδη τον είχε στείλει όταν έγραφε την επιστολή αυτή), δεν θα χρειαζόταν να τους τα λέει όλα αυτά άμεσα για τον "Κυριακό Δείπνο" και τα προβλήματα που είχαν σε αυτόν. Το ότι όμως παρά την αποστολή τού Τιμοθέου, σπεύδει να τους τα γράψει, δείχνει ότι το γεγονός δεν ήταν ετήσιο, αλλά ΠΟΛΥ ΣΥΧΝΟΤΕΡΟ, κάτι που ήθελε να προλάβει. Διαφορετικά δεν θα βιαζόταν για κάτι που γινόταν μία μόνο φορά το χρόνο.
 
 
Επίσης, ο Παύλος πήγε στην Κόρινθο την επόμενη ακριβώς χρονιά, (και από εκεί έγραψε και την προς Ρωμαίους επιστολή του), το έτος 56 μ.Χ. Αν λοιπόν επρόκειτο να τους τα πει αυτά για ένα ετήσιο γεγονός, δεν θα χρειαζόταν πάλι να τους τα γράψει αυτά στην επιστολή του. Και ο Παύλος δεν πήγε απρογραμμάτιστα, ώστε να μην το ξέρει. Το είχε προγραμματίσει, όπως φαίνεται στο εδάφιο Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 33: "ει τις πεινά, εν οίκω εσθιέτω, ίνα μη εις κρίμα συνέρχησθε, τα δε λοιπά ως αν έλθω διατάξομαι". Να λοιπόν, που το γεγονός αυτό ήταν συχνότατο, και γι' αυτό ο Παύλος, παρά το ότι θα πήγαινε σε ένα έτος, και ο Τιμόθεος ακόμα ενωρίτερα, σπεύδει να τους γράψει.
 
 
 
== Η Αγιογραφική ορολογία της Θείας Ευχαριστίας ως "Κλάση του Άρτου" ==
 
 
Στην Αγία Γραφή η Θεία Ευχαριστία αναφέρεται και ως "Κλάση του Άρτου". Στη συνέχεια θα δούμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα εφαρμογής αυτής της ορολογίας στην Αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες.
 
 
=== Η "κλάση τού άρτου" από τον Χριστό ===
 
 
Σε 4 χωρία της Καινής Διαθήκης, έχουμε αναφορά, για την «κλάση του άρτου», ως κάτι που παρέδωσε ο Κύριος να τελεί η Εκκλησία:
 
 
Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς άρτον και ευλογήσας έκλασε και δους τοις μαθηταίς είπε: «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων: «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γαρ εστι το αίμα μου της διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Λέγω δε υμίν, ου μη πίω απ’ άρτι εκ τούτου του γενήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω μεθ’ υμών καινόν εν τη βασιλεία του Πατρός μου». - Ματθαίος 26/κς΄ 26-29.
 
 
Και εσθιόντων αυτών λαβών άρτον ευλογήσας έκλασε και έδωκεν αυτοίς και είπε: «Λάβετε, τούτο εστι το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς και έπιον εξ αυτού πάντες. Και είπεν αυτοίς, «τούτο εστι το αίμα μου της διαθήκης, το εκχυνόμενον υπέρ πολλών. Αμήν λέγω υμίν: ουκέτι ου μη πίω εκ του γεννήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω καινόν εν τη βασιλεία του Θεού». – Μάρκος 14/ιδ΄ 21-25.
 
 
Και δεξάμενος ποτήριο ευχαριστήσας είπε: «Λάβετε τούτο και διαμερίσατε εις εαυτούς. Λέγω γαρ υμίν, ου μη πίω από του γεννήματος της αμπέλου έως ου η βασιλεία του Θεού έλθη». Και λαβών άρτον ευχαριστήσας έκλασεν και έδωκεν αυτοίς λέγων: «Τούτο εστι το σώμα μου [το υπέρ υμών διδόμενον. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Και το ποτήριον ωσαύτως μετά το δειπνήσαι λέγων: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου το υπέρ υμών εκχυνόμενον»]. –Λουκάς 21/κα΄ 17-20.
 
 
Εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου, ό και παρέδωκα υμίν. Ότι ο Κύριος Ιησούς εν τη νυκτί ή παρεδίδετο έλαβεν άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και είπε: «Τούτο μου εστι το σώμα το υπέρ υμών. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Ωσαύτως και το ποτήριον μετά το διεπνήσαι λέγον: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εστίν εν τω εμώ αίματι. Τούτο ποιείτε, οσάκις εάν πίνητε εις την εμήν ανάμνησιν». –Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 23-25.
 
 
Σύμφωνα λοιπόν με τα κείμενα αυτά, παρατηρούμε τα εξής:
 
 
Αυτό το «μυστήριο» (=μύηση), το παρέδωσε ο Κύριος, κατά τη διάρκεια του «μυστικού» (=μυστηριακού) δείπνου, ζητώντας από τους μαθητές του να συνεχίσουν να το επαναλαμβάνουν στην ανάμνησή Του. Σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου Παύλου, ήταν κάτι που «παρέλαβε», και που το «παρέδωσε» και στους Κορινθίους να το τελούν. Πρόκειται λοιπόν για υποχρέωση των Χριστιανών, που συμπεριλαμβάνεται στις παραδόσεις των αποστόλων (Β΄ Θεσσαλονικείς 2/β΄ 15).
 
 
Εξ’ αρχής συνδέθηκε με «ευλογία» και «ευχαριστία» του Θεού. Η διαδικασία λοιπόν, δεν είναι κοινή τροφή, αλλά συνδέεται με προσευχή.
 
 
Ο άρτος αυτός, ο οποίος τεμαχίστηκε, διαμοιράσθηκε στους μαθητές, με τη διαβεβαίωση ότι αυτό «είναι το σώμα» του Κυρίου.
 
 
=== Η "κλάση τού άρτου" από τους Αποστόλους ===
 
 
Από τις Πράξεις των αποστόλων, γίνεται σαφές, ότι η πρώτη Χριστιανική κοινότητα, ακολούθησε την εντολή του Κυρίου κατά παράδοσιν των αποστόλων, για την τήρηση του μυστηρίου αυτού:
 
 
Στις Πράξεις 2/β΄ 42, μαθαίνουμε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί, «ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς». Και λίγο πιο κάτω, στο εδάφιο 46 προσθέτει ότι «καθ’ ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντες τε κατ’ οίκον άρτον μετελέμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας».
 
 
Είναι αναμφισβήτητο ότι οι αναφορές για «κλάση του άρτου» στα παραπάνω χωρία, αναφέρεται όχι σε κοινή τροφή, αλλά σε ζητήματα πίστης, δηλαδή στο μυστήριο που παρέδωσε ο Χριστός δια των αποστόλων στην Εκκλησία. Αυτό φαίνεται από το ότι η σχετική αναφορά, γίνεται εν μέσω άλλων λατρευτικών ενεργειών, όπως η διδαχή των αποστόλων, η κοινωνία μεταξύ τους και οι προσευχές. Αν μιλούσε για απλή διατροφική διαδικασία, δεν θα είχε καμία θέση ανάμεσα στις υπόλοιπες αναφορές.
 
 
Επίσης, είναι σημαντικό ότι υπάρχει εκεί και το οριστικό άρθρο, κάτι που σημαίνει ότι μιλάει για κάτι συγκεκριμένο, για έναν όρο που δηλώνει κάτι λατρευτικό.
 
 
Ένα ακόμα σημείο, είναι η φράση: «μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει…». Εδώ φαίνεται ότι πρόκειται περί κλάσεως του άρτου που είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, και που τελείτο κάθε μέρα,  σε συνδυασμό με κάποιο δείπνο, στον οποίο συμμετείχαν οι Χριστιανοί με πνευματική αγαλλίαση και ειρήνη.
 
 
Ένα τελευταίο χωρίο που θα παρουσιάσουμε από την Αγία Γραφή, όσον αφορά τη φράση αυτή, βρίσκεται στις Πράξεις 20/κ΄ 7-11:
 
 
«Εν δε τη μια των Σαββάτων συνηγμένων ημών κλάσαι άρτον, ο Παύλος διελέγετο αυτοίς, μέλλων εξιέναι τη επαύριον, παρέτεινέν τε τον λόγον μέχρι μεσονυκτίου. Ήσαν δε λαμπάδες ικαναί εν τω υπερώω ου ήμεν συνηγμένοι… αναβάς δε και κλάσας τον άρτον και γευσάμενος, εφ’ ικανόν τε ομιλήσας άχρι αυγής ούτως εξήλθεν».
 
 
Το σημαντικότατο αυτό χωρίο, δείχνει ότι οι Χριστιανοί την Κυριακή εκείνη (την μίαν, δηλαδή την πρώτη των Σαββάτων), είχαν μαζευτεί ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΤΟΥ. Το ότι ο σκοπός της σύναξης ήταν η «κλάση του άρτου», φανερώνει ότι δεν είναι δυνατόν να μαζεύτηκαν για να φάνε απλώς ψωμί, αλλά ότι η συνάντησή τους αυτή είχε λατρευτική χροιά. Πολύ περισσότερο, επειδή επρόκειτο να φύγει ο Παύλος, και θα τον αποχαιρετούσαν. Αν λοιπόν υπήρχε κάποιο τόσο σημαντικό γεγονός, δεν θα έλεγε ότι μαζεύτηκαν για να φάνε ψωμί, αλλά για να αποχαιρετήσουν τον Παύλο, που ήταν σπουδαιότερο από το φαγοπότι. Εκτός και αν η «κλάση του άρτου», ήταν κάτι πολύ σπουδαιότερο από το να φάνε απλώς, ακόμα και από το να αποχαιρετήσουν τον Παύλο!
 
 
Μάλιστα, στο εδάφιο 11, φαίνεται ότι δεν πήγαν για να φάνε εκεί, επειδή λέει για τον Παύλο: «αναβάς δε και κλάσας τον άρτον και γευσάμενος…» Αν είχαν πάει να φάνε, δεν θα έλεγε: «γευσάμενος», αλλά κάτι άλλο. Γιατί «γευσάμενος», σημαίνει ότι απλώς έβαλε λίγο ψωμί στο στόμα του ο Παύλος, και δεν έφαγε. Άρα, δεν πήγαν για να φάνε, αλλά για να τελέσουν το μυστήριο της κλάσης του άρτου.
 
 
=== Η "κλάση τού άρτου" στην μετα-Αποστολική εποχή ===
 
 
Από την πρώιμη αυτή εποχή στα τέλη του 1ου και τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ., θα χρησιμοποιήσουμε εδώ δύο σημαντικότατες αρχαίες μαρτυρίες, για το πώς τελούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί την «κλάση του άρτου», και πώς χρησιμοποιούσαν τον όρο αυτό. Πρόκειται για δύο Χριστιανικές πηγές. Είναι οι επιστολές του αγίου Ιγνατίου, που μαρτύρησε επί Τραϊανού (100 – 117 μ.Χ.), και η Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων (Γράφτηκε μεταξύ 70 και 100 μ.Χ.).
 
 
'''Επιστολές Ιγνατίου (100 – 117 μ.Χ.)'''
 
 
Ο θεοφόρος Ιγνάτιος γράφει: «οι κατ’ άνδρα κοινή πάντες εν χάριτι εξ ονόματος συνέρχεσθε… ένα άρτον κλώντες, ός εστι φάρμακον αθανασίας αντίδοτος του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Χριστώ διαπαντός» - Ιγνατίου επιστολή προς Εφεσίους κεφ. 20.
 
 
Φυσικά δεν είναι δυνατόν, τα παραπάνω λόγια να εφαρμόζονται σε απλό «φαγοπότι». Η κλάση του άρτου είναι σαφές ότι έχει λατρευτική σημασία, εφ’ όσον κατά τους πρώτους Χριστιανούς δίνει αθανασία.
 
 
'''Διδαχή των Αποστόλων (70-100 μ.Χ.)'''
 
 
«Κατά Κυριακήν δε Κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα υμών, όπως καθαρά η θυσία υμών ή.» -Διδαχή κεφ. 14.
 
 
Και πάλι συναντάμε την «κλάση του άρτου», ως ένα μυστήριο που γινόταν κυρίως την Κυριακή.
 
 
«Περί δε τής ευχαριστίας, ούτως ευχαριστήσατε. Πρώτον περί του ποτηρίου: Ευχαριστούμεν σοι, Πάτερ ημών, υπέρ της αγίας αμπέλου Δαβίδ του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας.
 
 
Περί δε του κλάσματος: Ευχαριστούμεν σοι Πάτερ ημών, υπέρ της ζωής και γνώσεως ης εγνώρισας ημίν δια Ιησού του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας.
 
 
Ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο έν, ούτω συναχθήτω σου η Εκκλησία από των περάτων της γης εις την βασιλείαν, ότι σου εστίν η δόξα και η δύναμις δια Ιησού Χριστού εις αιώνας…»  -Διδαχή κεφ. 9.
 
  
  

Αναθεώρηση της 17:20, 7 Αυγούστου 2007

Η Θεία Λειτουργία αποτελεί το κορυφαίο λατρευτικό γεγονός της Ορθόδοξης εκκλησίας και των περισσοτέρων ανατολικών ομολογιών, το οποίο κορυφώνεται με την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Ουσιαστικά αποτελεί το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, με τη διαμόρφωση που όρισε η Εκκλησία. Η Θεία Λειτουργία για τις ομολογίες που την τελούν, δεν αποτελεί απλώς μια κοινή προσευχή, αλλά μια Θεόδοτη απόδοση τιμών, ευχαριστιών και παρακλήσεων, με τη συμμετοχή των πιστών και των λειτουργικών πνευμάτων. Η Θεία Λειτουργία είναι το κέντρο της λατρείας της Εκκλησίας, και αποτελεί τον παράγοντα ενότητας της Εκκλησίας εις τύπον των επουρανίων, όπου ο λαός συγκεντρώνεται πλησίον του Επισκόπου, όπως οι άγιοι πλησίον του Θεού, μαζί με τους πρεσβυτέρους και τους διακόνους, εις τύπον των αγγέλων.

Τύποι Λειτουργιών

Σήμερα τελούνται 4 τύποι Θείων Λειτουργιών στην Ορθόδοξη εκκλησία:

  • Η Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου. Η Λειτουργική διαμόρφωση στηρίχτηκε στην αποστολική Θεία Λειτουργία, που αποδίδεται στον Ιάκωβο τον αδελφόθεο, αλλά αποτελεί και μια συνοπτικότερη απόδοση της Θείας Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου. Τελείται κατά κανόνα όλο το χρόνο με εξαίρεση τις ημέρες που έχουν οριστεί να τελούνται οι άλλες Θείες Λειτουργίες.

Λειτουργική διαίρεση

Η Λειτουργική διαίρεση που σήμερα επικρατεί σε όλους τους τύπους Θείας Λειτουργίας ήταν μια διαμόρφωση η οποία προέκυψε κατά τη διάρκεια των πρώτων αιώνων της Εκκλησίας. Ο κύριος στόχος ήταν η κατάλληλη προετοιμασία των «νεοφώτιστων - κατηχουμένων» πιστών για το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Έτσι η Λειτουργική διαμόρφωση διαχωρίζεται σε 3 μέρη:

Προσκομιδή ή πρόθεση

Η προσκομιδή ή πρόθεση, αποτελεί το πρώτο κομμάτι της Θείας Λειτουργίας, την προετοιμασία και εισαγωγή και συμβολίζει τα χρόνια του Χριστού-Λόγου πριν την ενσάρκωσή του. Αυτή η ονομασία έχει δοθεί λόγω του μέρους (κόγχη του Αγίου Βήματος προς τα αριστερά της Αγίας Τράπεζας) επάνω στον οποίο προετοιμάζονται τα προσκομιζόμενα δώρα για το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στην προσκομιδή λαμβάνουν χώρα:

  • Η είσοδος του Λειτουργού και η ενέδυση των αμφίων του με τελετουργικό τρόπο
  • Λειτουργική προετοιμασία. Ο Λειτουργός με το διάκονο ετοιμάζουν τον Άρτο και τον Οίνο της Θείας Ευχαριστίας
  • Καιρός — Προκαταρκτικός διάλογος μεταξύ Λειτουργού και διακόνου

Λειτουργία των Κατηχουμένων

Αποτελεί το δημόσιο μέρος της Θείας λειτουργίας και συμβολίζει τη την ζωή του Κυρίου μεταξύ της ενσαρκώσεως και των παθών, όπως φαίνεται στους ψαλλόμενους ύμνους, τις ευχές και τις περικοπές της Αγίας Γραφής. Αποτελούνται από τα Άγια, μέσω των οποίων θα ανέβουν κατά την Λειτουργία των πιστών, στα Άγια των Αγίων, δηλαδή από την παρούσα ζωή, στην αιώνιο. Η ονομασία της Λειτουργίας των κατηχουμένων σήμερα ουσιαστικά εκλείπει, καθώς οι θύρες μετά την προσφώνηση του ιερέως δεν κλείνουν και επαφίεται στην θέληση του μη βαπτισμένου μέλους η παραμονή, αν και κάτι τέτοιο δεν επιτρέπεται.

Αρχή της Λειτουργίας είναι η εκφώνηση «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» και πέρας αυτής οι ευχές υπέρ των κατηχουμένων. Επίσης περιέχει τη μικρή είσοδο, τα αντίφωνα και τα ειρηνικά. Ενώ προς την περαίωσή της τα αναγνώσματα Αποστόλου και Ευαγγελίου, το κήρυγμα και την εκτενή δέηση.

Η σειρά τέλεσης της λειτουργίας των κατηχουμένων είναι: Ευλογημένη η Βασιλεία, Ειρηνικά ή Μικρά Συναπτή, Τριπλό Αίτημα Ειρήνης, Αντίφωνα, Μακαρισμοί, Μικρή Είσοδος, Τρισάγιον, Προκείμενον Αποστόλου, Θυμίαμα, Απόστολος, Ευαγγέλιον.

Λειτουργία των Πιστών

Η Λειτουργία των πιστών παριστάνει τον Μυστικό Δείπνο, τα πάθη του Κυρίου και την εκ νεκρών ένδοξή του ανάσταση και την ανάληψή του στους ουρανούς. Αυτό το μέρος είναι το πιο σπουδαίο διότι περιλαμβάνει και τη Θεία Ευχαριστία, δηλαδή το Μέγα και φρικτό μυστήριο της εκκλησίας.

Η Λειτουργία των πιστών ξεκινά με τους χερουβικούς ύμνους ή χερουβικά και τελειώνει με τη απόλυση. Η τέλεση κατά σειρά περιέχει, Χερουβικά, Μεγάλη Είσοδος, Αιτήσεις, Αγαπήσομεν Αλλήλους, Πιστεύω, Αήρ, Τον Επινίκιων Ύμνον, Λάβετε Φάγετε, Πίετε Εξ Αυτού Πάντες, Τα Σα Εκ Των Σων, Δίπτυχα, Κυριακή προσευχή, Πρόσχωμεν Τα Άγια Τοις Αγίοις, Κοινωνικό, Μετά Φόβου (πρόσκληση προς τέλεσην της Θείας Ευχαριστίας), Σώσον ο Θεός, Οπισθάμβωνος Ευχή, απόλυσις.

Επίσης περιλαμβάνεται και κήρυγμα είτε μετά το Ευαγγέλιο, είτε πριν την Θεία Ευχαριστία.


Υποσημειώσεις

Πηγές