Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Θεία Ευχαριστία"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Καινή Διαθήκη)
(Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας)
Γραμμή 30: Γραμμή 30:
 
[[Image:Chalice.jpg|right|150px|thumb|Το Άγιο Ποτήριον]]
 
[[Image:Chalice.jpg|right|150px|thumb|Το Άγιο Ποτήριον]]
 
Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας στη χριστιανική πίστη αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό αίτιο θεολογικής διαμάχης κατά το 17ο αιώνα. Μέχρι τότε η ολοένα αυξανόμενη επιρροή των [[Προστεσταντισμός|Προτεσταντικών]] και δυτικών χριστιανικών θεολογικών τάσεων, είχε σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική θεολογική προσέγγιση στο θέμα της συχνότητας της Θείας Ευχαριστίας. Σε αυτή τη δύσκολη και ταραγμένη περίοδο οπού η ελλαδική εκκλησία και έθνος βρισκόταν σε υποδούλωση και οι προσυλητιστικές τάσεις και προσμίξεις διαφόρων αιρετικών αποχρώσεων εισέρχονταν και επηρέαζαν ολοένα και περισσότερο την ορθόδοξη θεολογική παράδοση, η μορφή των κολυβάδων πατέρων, προσηλωμένη στην [[Πατέρες της Εκκλησίας|πατερική]] [[Φιλοκαλία|φιλοκαλική]] παράδοση της ανατολής και τη θεολογία των μεγάλων πατέρων της, έδωσε μεγάλη μάχη στον επίμαχο τομέα. Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης, μέσα από την απόδειξη της αδιάκοπης και αυθεντικής έκφρασης της αποστολικής παραδόσεως της ορθοδόξου πίστεως, τελικά επικράτησε μέσα από την τεκμηρίωση τόσο των ευαγγελικών και αποστολικών λόγων, όσο και των πατερικών κειμένων, παρά τις διώξεις, τις στερήσεις και τη διαρκή διαπόμπευση των υποστηρικτών της. Οι [[Κολυβάδες]] πατέρες προέταξαν την αναγκαιότητα της διαρκούς πνευματικής ετοιμασίας και της ανάγκης συχνής μεταλήψεως του σωτήριου μυστηρίου που παρέδωσε ο Ιησούς Χριστός εις ανάμνησην της θυσίας Του και τελικά επικράτησε στον ορθόδοξο βίο και πράξη, ως το απαραίτητο σωτηριώδες βήμα.
 
Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας στη χριστιανική πίστη αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό αίτιο θεολογικής διαμάχης κατά το 17ο αιώνα. Μέχρι τότε η ολοένα αυξανόμενη επιρροή των [[Προστεσταντισμός|Προτεσταντικών]] και δυτικών χριστιανικών θεολογικών τάσεων, είχε σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική θεολογική προσέγγιση στο θέμα της συχνότητας της Θείας Ευχαριστίας. Σε αυτή τη δύσκολη και ταραγμένη περίοδο οπού η ελλαδική εκκλησία και έθνος βρισκόταν σε υποδούλωση και οι προσυλητιστικές τάσεις και προσμίξεις διαφόρων αιρετικών αποχρώσεων εισέρχονταν και επηρέαζαν ολοένα και περισσότερο την ορθόδοξη θεολογική παράδοση, η μορφή των κολυβάδων πατέρων, προσηλωμένη στην [[Πατέρες της Εκκλησίας|πατερική]] [[Φιλοκαλία|φιλοκαλική]] παράδοση της ανατολής και τη θεολογία των μεγάλων πατέρων της, έδωσε μεγάλη μάχη στον επίμαχο τομέα. Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης, μέσα από την απόδειξη της αδιάκοπης και αυθεντικής έκφρασης της αποστολικής παραδόσεως της ορθοδόξου πίστεως, τελικά επικράτησε μέσα από την τεκμηρίωση τόσο των ευαγγελικών και αποστολικών λόγων, όσο και των πατερικών κειμένων, παρά τις διώξεις, τις στερήσεις και τη διαρκή διαπόμπευση των υποστηρικτών της. Οι [[Κολυβάδες]] πατέρες προέταξαν την αναγκαιότητα της διαρκούς πνευματικής ετοιμασίας και της ανάγκης συχνής μεταλήψεως του σωτήριου μυστηρίου που παρέδωσε ο Ιησούς Χριστός εις ανάμνησην της θυσίας Του και τελικά επικράτησε στον ορθόδοξο βίο και πράξη, ως το απαραίτητο σωτηριώδες βήμα.
 
=== Καινή Διαθήκη ===
 
 
Οι λόγοι του Ιησού Χριστού στο μυστικό δείπνο ανέφεραν «''Τούτε ποιείτε, οσάκις αν πίνητε, εις την εμήν ανάμνησιν''»<ref>Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 25</ref>. Πα΄ροτι στο ευαγγείκό χωρίο ο Ιησούς δεν προσδιορίζει πότε πρέπει να τελείτε, χρησιμοποιεί χαρακτηριστικά τη λέξη «''οσάκις''», κάτι που από πολλούς θεολόγους δείχνει πως ο ίδιος δεν θέτει περιορισμούς σε ότι αφορά το χρόνο τέλεσής της. Στις [[Πράξεις των Αποστόλων]] <ref>2/β΄ 42</ref>, αναφέρεται ότι οι πρώτοι Χριστιανοί «''ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή τών αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει τού άρτου και ταις προσευχαίς''», ενώ στο εδάφιο 46, προστίθεται η πληροφορία πως «''καθ' ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντές τε κατ' οίκον άρτον μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας''», κα΄τι που ενισχύει την 'αποψη πως όχι μόνο συνέβαινε συχνή τέλεση του μυστηρίου, αλλά η «''κλάσις τού άρτου''» τελείτο καθημερινώς.
 
 
Στις Πράξεις επίσης<ref>20/κ΄ 7-11</ref>, παρουσιάζονται οι μαθηταί στη «''μία τών Σαββάτων''», (δηλαδή την πρώτη από τα Σάββατα που είχαν αργία, την Κυριακή), «''τού κλάσαι άρτον''». οτι προφανώς δηλαδή συνάχθηκαν για την«''κλάση τού άρτου''» την Κυριακή. Και πράγματι η «''μία τών Σαββάτων''», η ημέρα στην οποία αναστήθηκε ο Κύριος, από τους πρώτπυς Χριστιανούς θεωρήθηκε ως «''τύπος''» τής μελλούσης ημέρας τού Κυρίου και τού μέλλοντος αιώνος, και από τότε ονομάστηκε Κυριακή. Αυτό φαίνεται άλλωστε και στην Αποκάλυψη<ref>1/α΄ 10</ref> όπου «''εγενόμην εν πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρα...''».
 
 
=== Αποστολικά έτη ===
 
 
Στο ίδιο πνεύμα, ο απόστολος Παύλος, στην Α΄ Κορινθίους<ref>11/ια΄ 20</ref>, μιλάει για "Κυριακό δείπνο", όχι επειδή ονομάζεται: "δείπνος" η Θεία Ευχαριστία, αλλά επειδή τότε γινόταν στα πλαίσια "δείπνου", όπως έγινε την πρώτη φορά από τον Χριστό. Οι Χριστιανοί τότε, μαζί με τη Θεία Μετάληψη, τελούσαν και τις "Αγάπες". Οι Αγάπες, ήταν αυτό το δείπνο, όπου ο κάθε Χριστιανός έφερνε μαζί του φαγητό από το σπίτι του, και ενώ δειπνούσαν, τελούσαν και τη Θεία Ευχαριστία. Έτσι, καταλαβαίνουμε ότι αποτελεί παρανόηση, το ότι κάποιες αιρέσεις σήμερα αποκαλούν τη Θεία Ευχαριστία "Δείπνο τού Κυρίου".
 
 
Στην Α΄ Κορινθίους<ref>11/ια΄ 20-28</ref>, περιγράφεται από τον Παύλο, το πώς τελείτο, ενώ επικρίνει τον τρόπο τών Κορινθίων για τα έκτροπα που συνέβαιναν σε αυτές τις Αγάπες, καθώς σε αυτές τελείτο και η Θεία Ευχαριστία. (Λόγω τών εκτρόπων αυτών που συνέβαιναν και αλλού, αργότερα η Εκκλησία κατάργησε τις Αγάπες, και έκτοτε η Θεία Λειτουργία τελείται μόνη της). Ως τότε όμως, που τα λέει αυτά ο Παύλος, τελούνταν μαζί.
 
 
Ο λόγος που τα αναφέρουμε αυτά τα παραπάνω, είναι ο εξής: Αν ο Παύλος, επικρίνοντας τους Κορινθίους, αναφερόταν σε μία μόνο σύναξη κάθε χρόνο, (όπως υποστηρίζουν κάποιοι σήμερα, που νομίζουν ότι πρέπει η Κλάση τού Άρτου να τελείται μία φορά το χρόνο), τότε τα λόγια του δεν θα είχαν νόημα. Αν αναφερόταν σε μία μόνο σύναξη στις πάνω από 50 τού έτους, θα χειριζόταν το θέμα αυτό ως "εξαίρεση". Όμως εδώ, ο Παύλος το χειρίζεται ως "συνήθες". Αναφέρει για παράδειγμα στο εδάφιο 18: "συνερχομένων υμών εν Εκκλησία". Και με τη φράση αυτή, δείχνει ότι οι παρακάτω επικρίσεις του, αναφέρονται σε '''κάθε''' Εκκλησιαστική σύναξη. Και αυτό επιβεβαιώνεται και στο εδάφιο 20, καθώς συνεχίζοντας λέει: «συνερχομένων ουν υμών επί το αυτό, ουκ έστιν Κυριακόν δείπνον φαγείν...». Η λέξη: "ουν", δηλαδή "λοιπόν", δείχνει ότι αυτά που αναφέρει, αφορούν τα ίδια που ανέφερε πιο πάνω, δηλαδή τη «σύναξη εν Εκκλησία», καθώς το Σώμα τού Κυρίου, η Εκκλησία, γίνεται φανερό στη Θεία Κοινωνία. Τέτοια θέματα λοιπόν, υπήρχαν σε όλες τις συναθροίσεις τους, και οι συναθροίσεις τους αυτές, συμπεριελάμβαναν τον "Κυριακό Δείπνο".
 
 
Ο απόστολος Παύλος, ίδρυσε την Εκκλησία τής Κορίνθου, το 51-52 μ.Χ., και έμεινε εκεί 18 μήνες. Αν είχε κάνει Θεία Ευχαριστία ο Παύλος εκεί, και ήταν ετήσιο γεγονός, προλάβαινε να την τελέσει μόνο μία φορά μαζί τους. Την επιστολή του αυτή που εξετάζουμε εδώ, την Α΄ Κορινθίους, την έστειλε το 55 μ.Χ. Έτσι, αν η Θεία Ευχαριστία γινόταν μόνο μία φορά το χρόνο, οι Κορίνθιοι είχαν το πολύ 3 φορές ευκαιρία να την τελέσουν. Πώς λοιπόν πρόλαβαν σε 3 φορές μόνο να δημιουργήσουν τέτοιο πρόβλημα, αν τελούσαν τη Θεία Ευχαριστία μόνο μία φορά το χρόνο; Αυτό δείχνει ότι ήταν κάτι σύνηθες, εκείνο στο οποίο αναφερόταν ο Παύλος.
 
 
Σε αυτό συνηγορεί και η λέξη: "συνερχομένων", που χρησιμοποιεί ο Παύλος στο εδάφιο 20, που είναι μετοχή Ενεστώτα, και συνεπώς χρησιμοποιείται για γεγονότα που λάμβαναν χώραν συνεχώς και κατά συνήθειαν, και όχι διακεκομένα και σποραδικά, σαν να γίνονταν κατ' εξαίρεσιν μία φορά το χρόνο.
 
 
Στην Α΄ Κορινθίους 4/δ΄ 17, λέει ο Παύλος: "δια τούτο έπεμψα υμίν Τιμόθεον... ος υμάς αναμνήσει τας οδούς μου τας εν Χριστώ..." Αν ο Παύλος είχε στείλει τον Τιμόθεο, (είναι εμφανές ότι ήδη τον είχε στείλει όταν έγραφε την επιστολή αυτή), δεν θα χρειαζόταν να τους τα λέει όλα αυτά άμεσα για τον "Κυριακό Δείπνο" και τα προβλήματα που είχαν σε αυτόν. Το ότι όμως παρά την αποστολή τού Τιμοθέου, σπεύδει να τους τα γράψει, δείχνει ότι το γεγονός δεν ήταν ετήσιο, αλλά ΠΟΛΥ ΣΥΧΝΟΤΕΡΟ, κάτι που ήθελε να προλάβει. Διαφορετικά δεν θα βιαζόταν για κάτι που γινόταν μία μόνο φορά το χρόνο.
 
 
Επίσης, ο Παύλος πήγε στην Κόρινθο την επόμενη ακριβώς χρονιά, (και από εκεί έγραψε και την προς Ρωμαίους επιστολή του), το έτος 56 μ.Χ. Αν λοιπόν επρόκειτο να τους τα πει αυτά για ένα ετήσιο γεγονός, δεν θα χρειαζόταν πάλι να τους τα γράψει αυτά στην επιστολή του. Και ο Παύλος δεν πήγε απρογραμμάτιστα, ώστε να μην το ξέρει. Το είχε προγραμματίσει, όπως φαίνεται στο εδάφιο Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 33: "ει τις πεινά, εν οίκω εσθιέτω, ίνα μη εις κρίμα συνέρχησθε, τα δε λοιπά ως αν έλθω διατάξομαι". Να λοιπόν, που το γεγονός αυτό ήταν συχνότατο, και γι' αυτό ο Παύλος, παρά το ότι θα πήγαινε σε ένα έτος, και ο Τιμόθεος ακόμα ενωρίτερα, σπεύδει να τους γράψει.
 
 
=== Πρώτα μεταποστολικά έτη ===
 
 
Εκτός απ' όλα αυτά όμως, υπάρχουν και ιστορικές πηγές. Έχουμε άλλες αρχαίες μαρτυρίες τής πρώτης Εκκλησίας, για την έννοια τής ημέρας Κυριακής, και τη σχέση της με τη Θεία Κοινωνία.Το αρχαιότατο σύγγραμμα: "Διδαχή τών Αποστόλων", που γράφτηκε '''ενώ ακόμα ζούσαν στη γη οι απόστολοι''', μεταξύ τού 70 και 100 μ.Χ. μας λέει το εξής γι' αυτό: «Κατά Κυριακήν δε Κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε»<ref>14/ιδ΄ 1</ref>. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας (100-165 μ.Χ.) επίσης, γράφει τα εξής για το τι έκαναν οι Χριστιανοί την Κυριακή, την οποία οι Εθνικοί την ονόμαζαν "ημέρα τού ήλιου": Και τη τού ηλίου λεγομένη ημέρα, πάντων κατά πόλεις ή αγρούς μενόντων επί το αυτό συνέλευσις γίνεται,... και ο προεστώς ευχάς ομοίως και ευχαριστίας, όση δύναμις αυτώ, αναπέμπει, και ο λαός επευφημεί λέγων το "αμήν" και η διάδοσις και η μετάληψις από τών ευχαριστηθέντων εκάστω γίνεται, και τοις ου παρούσι δια τών διακόνων πέμπεται<ref>Απολογία Α΄ 67, 3,5</ref>.
 
 
Ο άγιος Ιγνάτιος, μαθητής τού αποστόλου Ιωάννη και επίσκοπος Αντιοχείας, γύρω στο 110 μ.Χ., γράφει σε επιστολή του προς τους Εφεσίους λίγο πριν μαρτυρήσει στους διωγμούς τού Τραϊανού: «Σπουδάζετε ουν πυκνότερον συνέρχεσθε εις ευχαριστίαν Θεού και εις δόξαν. Όταν γαρ πυκνώς επί το αυτό γίνεσθε, καθαιρούνται αι δυνάμεις τού σατανά....»<ref>Εφεσίους 13/ιγ΄</ref>. Είναι δυνατόν να μη γνώριζε ως επίσκοπος ο Ιγνάτιος τι συνήθιζαν οι Χριστιανοί, και τι τον είχε διδάξει ο δάσκαλός του ο Ιωάννης για τη Θεία Ευχαριστία; Αν οι πρώτοι Χριστιανοί γιόρταζαν μόνο μια φορά το χρόνο όπως κακώς λένε κάποιοι, θα έλεγε ο άγιος Ιγνάτιος για "πυκνότερη" Κοινωνία;
 
 
Αυτές οι αρχαιότατες μαρτυρίες, αποδεικνύουν το λαθασμένο ισχυρισμό, ότι η λέξη: "Κυριακή" δεν αναφέρεται σε ονομασία ημέρας, και ότι είναι λάθος η αραιή μετάληψη ορισμένων κάθε χρόνο, αλλά επίσης αποδεικνύουν σωστές και αποστολικές τις συχνότατες Θείες Ευχαριστίες τής σημερινής Εκκλησίας τού Κυρίου. Όχι μόνο στην καθιερωμένη μετάληψη κάθε Κυριακή, αλλά και ενδιάμεσα στην εβδομάδα.
 
  
 
== Η Αγιογραφική ορολογία της Θείας Ευχαριστίας ως «Κλάση του Άρτου» ==
 
== Η Αγιογραφική ορολογία της Θείας Ευχαριστίας ως «Κλάση του Άρτου» ==

Αναθεώρηση της 18:49, 18 Φεβρουαρίου 2008

Η Θεία Ευχαριστία, Θεία Κοινωνία, Αγία Κοινωνία ή Θεία Μετάληψη αποτελεί μυστήριο πολλών Χριστιανικών εκκλησιών. Κατά την παράδοση αποτελεί μυστήριο διότι ο ιδρυτής της εκκλησίας Χριστός, στο μυστικό δείπνο προεικόνισε το μυστήριο[1]. Η Θεία Κοινωνία μεταλαμβάνεται συνήθως μετα άρτου και οίνου, τα οποία μεταβάλλονται κατά την ορθοδοξία ή μετουσιώνονται κατά τον Δυτικό τρόπο σκέψης σε σώμα και αίμα Κυρίου. Ο μεταλαμβάνων τη Θεία Ευχαριστία συμμετέχοντας στο μυστήριο, συμμετέχει στο κοινό σώμα της εκάστοτε εκκλησίας.


Ιστορική Αναδρομή

Εμφάνιση και ρόλος στη Χριστιανική κοινότητα

Στη χριστιανική εκκλησία του 1ου αιώνα ο όρος εὐχαριστία δεν είχε την ειδική έννοια που του αποδόθηκε αργότερα αλλά σήμαινε «απόδοση ευχαριστιών, ευγνωμοσύνη» αλλά και ευχαριστήρια προσευχή προς τον Θεό. [2] Στην Καινή Διαθήκη χρησιμοποιούνται οι όροι «κυριακόν δείπνον» και «κλάση του άρτου» για να περιγράψουν το τελετουργικό γεύμα που ο Ιησούς Χριστός έδωσε εντολή στους μαθητές του να τηρούν λέγοντας: «Τούτο ποιείτε είς τήνν εμήν ανάμνησιν». [3] Από τα τέλη του 1ου αιώνα, σύμφωνα με τη Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων, φαίνεται ότι άρχισε να καθιερώνεται η ονομασία «ευχαριστία» με την τεχνική αυτή σημασία. [4] Προφανώς αυτό συνέβη καθώς οι προσευχές πριν από το αναμνηστικό δείπνο άρχιζαν συνήθως με τα λόγια: «Ευχαριστούμέν σοι, πάτερ ημών». [5].

Κατά τα πρώτα αποστολικά χρόνια η Θεία Ευχαριστία αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Με αυτή συνδέονταν όλες οι άλλες λατρευτικές και πνευματικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Στη Θεία Ευχαριστία συμμετείχαν όσοι ήσαν βαπτισμένοι, ενώ συνδυαζόταν με κοινή εστίαση των πιστών, τις λεγόμενες «αγάπες». Με βάση την Καινή Διαθήκη[6] η Θεία Ευχαριστία τελείτο συνήθως σε ιδιωτικές κατοικίες. Το εκκλησιαστικό γεγονός τελούνταν με συμμετοχή όλων των πιστών της εκάστοτε τοπικής εκκλησίας, με εξαίρεση ορισμένων ιουδιαοχριστιανικών ομάδων τις Μικράς Ασίας. Η Θεία Ευχαριστία περιείχε «κλάση» του άρτου, την «ευλογία» του ποτηρίου αλλά και κατήχηση με ανάγνωση γραφών, προφητείες, προσευχές και ύμνους. Οι αγάπες κατά το β΄ αιώνα διαχωρίστηκαν απο την Θεία Ευχαριστία λόγω καταχρήσεων που παρουσιάστηκαν.

Αρχικά τελείτο καθημερινώς τις απογευματινές ώρες. Ήδη όμως κατά τον 1ο αιώνα ξεχώριζε η τελούμενη Θεία Ευχαριστία της Κυριακής. Μάλιστα κατα την Κυριακή τελούνταν δύο συνάξεις μια «εωθινή» και μια «εσπερινή» κατά την οποία και τελείτο η Θεία Ευχαριστία. Ο λόγος για τον οποίο όμως μεταφέρθηκε πρωί η σύναξη, σήμερα δε βρίσκει πειστικές εξηγήσεις. Επικράτησε η άποψη πως η κατηγορία του Πλινίου κατά των Χριστιανών ως «μυστική εταιρία» και ο διωγμός που εξαπέλυσε οδήγησε την εκκλησία να μεταθέσει στην «εωθινή» σύναξη της Κυριακής τη Θεία Ευχαριστία και εν συνεχεία να καθιερωθεί. Αυτό όμως τελικά δε φαίνεται αρκετά πειστικό, αφού αυτή η μεταφορά τελικά δεν απάλλασε απο τις όποιες υποψίες τους χριστιανούς, που συνέχισαν την τέλεσή της.

Το λειτουργικό πλαίσιο της Θείας Ευχαριστίας

Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας κατά τον πρώτο αιώνα παραμένει σήμερα σχεδόν άγνωστος λόγω κυρίως «απόρρητης πειθαρχίας» (disciplina arcani) που επικρατούσε στους εκκλησιαστικούς κύκλους της εποχής, που είχαν μάλιστα οδηγήσει τους αντιπάλους και πολέμιους του χριστιανισμού σε δαιμονοποίηση του Ευχαριστιακού γεγονότος. Οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε έχουν έμμεσο χαρακτήρα αναφορών, όπως οτι η λειτουργία που τελείτο είχε μέρη διδακτικό και μυστηριακό, εξού και οι κατηχούμενοι απαγορευόταν να παρακολουθήσουν. Σε μια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση μάλιστα ο H.Lietzmann[7] θεωρεί πως πρέπει να γίνει μια διάκριση του Κυριακού δείπνου σε δύο τύπους, εκ των οποίων ο ένας ήταν δείπνος συναδελφώσεως και ενότητας των χριστιανών μεταξύ τους και προς τον Κύριο, ο δε άλλος ήταν μυστηριακός δείπνος σε ανάμνηση της θυσίας του Κυρίου. Έτσι ο πρωτος ταυτιζόταν προς τη συνεστίαση του Χριστού με του μαθητές του, που τελείτο απο την πρώτη χριστιανική κοινότητα της Παλαιστίνης, ενώ ο δεύτερος με το μυστικό δείπνο και τελείτο απο τις Ελληνικές κοινότητες των χριστιανών.

Κατά το 2ο αιώνα υπάρχει σχετική γραμματεία η οποία συνδυασμένα μας δίνει κάποιες πληροφορίες. Κατά το πρώτο μέρος απαγέλλονταν αναγνώσματα απο προφητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης ή τους ψαλμούς, πραγμοτοποιείτο κύρηγμα του προεστώτος αλλά και η ανάγνωση ευχών. Ο Τερτυλλιανός[8] υπαινίσσεται και απαγγελία ψαλμών και ύμνων. Στο μυστηριακό μέρος κατά τον Ιουστίνο, έχουμε ασπασμό ειρήνης, προσφορά τιμίων δώρων και ολοκληρονώταν με την Θεία Ευχαριστία. Το «σώμα» το προσέφερε ο επίσκοπος, ενώ το «αίμα» με το Άγιο ποτήριο ο διάκονος. Το «σώμα» Κυρίου δύνατο να ληφθεί και μετά το πέρας της συνάξεως, όπως δύνατο να το λάβουν και όσοι δεν παρεβρίσκονταν στην ευχαριστιακή σύναξη. Επίσης ο Ιουστίνος αναφέρει «κράση» δηλαδή ανάμιξη ύδατος και οίνου. Οι πιστοί όταν λάμβαναν τον άρτο ήσαν ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε να μην πέσουν ψυχία, ενώ τηρείτο συγκεκριμένη στάση των χειρών κατά τη παράδοση, ήτοις το αριστερό χέρι σφιχτά κάτω απο το δεξί.

Η Θεολογία της Θείας Ευχαριστίας

Η Θεία Ευχαριστία αποτελεί το σπουδαιότερο μυστήριο της Εκκλησίας. Θεωρείται ότι αποτελεί πρόγευση των εσχάτων, της Βασιλείας του Θεού. Στο παρελθόν όλα τα υπόλοιπα μυστήρια τελούνταν μέσα στη Θεία Ευχαριστία, από τον 12ο αιώνα και μετά όμως άρχισαν να τελούνται χωριστά[9].

Στη Θεία Ευχαριστία ο άρτος και ο οίνος, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μετατρέπονται-μεταβάλλονται σε «σώμα» και «αίμα» Κυρίου. Κατά τον Ιγνάτιο Φιλαδελεφείας αποτελεί «φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του μη αποθανείν αλλά ζην εν Χριστώ Ιησού δια παντός». Επίσης αναφέρει «την ευχαριστίαν σάρκα είναι του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπερ ημών των αμαρτιών παθούσαν, εν τη χρηστότητι ο Πατήρ έγειρε». Ο μεταλαμβάνων την θεία Ευχαριστία ενώνεται μυστικώς με τον ίδιο τον Ιησού Χριστό[10]. Ο λόγος που καλείται Θεία Ευχαριστία προκύπτει απο δύο λόγους, αφενώς διότι ο Ιησούς Χριστός πρωτού τα παραδόσει Ευχαρίστησε τον Πατέρα και αφετέρου διότι είναι Ευχαριστία και εκ μέρους των πιστών [11]. Η Θεία Ευχαριστία κατά το ρηθέν του Ευαγγελιστή Ιωάννη αποτελεί για ένα ορθόδοξο το κέντρον της ζωής του[12]. Αυτή η λεγόμενη και «αναίμακτη» θυσία, προσφέρεται ως ιλαστήριος, ικετήριος, ευχαρίστήριος θυσία προς την πραγματική αναίμακτον σταυρική θυσία του Χριστού, υπέρ πάντων των Αγίων, εξαιρέτως υπέρ της Υπεραγίας Θεοτόκου, των κεκοιμημένων και ζώντων και εν ασθενείες, των οδοιπορούντων, υπέρ πάντων και πασών. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός δε, χαρακτηρίζει τη μεταβολή ως ανερμήνευτον και ανεξερεύνητον[13]. Ο κάθε ορθόδοξος δε δύναται να μετέχει κατά βούληση αν δεν έχει προηγηθεί κάθαρση. Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει «...ο μεν γαρ εναγείς και ακάθαρτος ουδέ εν εορτή δίκαιος...ο δε καθαρός και δια μετανοίας ακριβούς αποσμηξάμενος και πλημελλήματα και εν εορτή και αεί δίκαιος...». Έτσι προ του «φοβερού βήματος του Χριστού» απαιτείται εξομολόγηση, μετάνοια και νηστεία.

Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας

Εισαγωγή

Το Άγιο Ποτήριον

Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας στη χριστιανική πίστη αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό αίτιο θεολογικής διαμάχης κατά το 17ο αιώνα. Μέχρι τότε η ολοένα αυξανόμενη επιρροή των Προτεσταντικών και δυτικών χριστιανικών θεολογικών τάσεων, είχε σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική θεολογική προσέγγιση στο θέμα της συχνότητας της Θείας Ευχαριστίας. Σε αυτή τη δύσκολη και ταραγμένη περίοδο οπού η ελλαδική εκκλησία και έθνος βρισκόταν σε υποδούλωση και οι προσυλητιστικές τάσεις και προσμίξεις διαφόρων αιρετικών αποχρώσεων εισέρχονταν και επηρέαζαν ολοένα και περισσότερο την ορθόδοξη θεολογική παράδοση, η μορφή των κολυβάδων πατέρων, προσηλωμένη στην πατερική φιλοκαλική παράδοση της ανατολής και τη θεολογία των μεγάλων πατέρων της, έδωσε μεγάλη μάχη στον επίμαχο τομέα. Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης, μέσα από την απόδειξη της αδιάκοπης και αυθεντικής έκφρασης της αποστολικής παραδόσεως της ορθοδόξου πίστεως, τελικά επικράτησε μέσα από την τεκμηρίωση τόσο των ευαγγελικών και αποστολικών λόγων, όσο και των πατερικών κειμένων, παρά τις διώξεις, τις στερήσεις και τη διαρκή διαπόμπευση των υποστηρικτών της. Οι Κολυβάδες πατέρες προέταξαν την αναγκαιότητα της διαρκούς πνευματικής ετοιμασίας και της ανάγκης συχνής μεταλήψεως του σωτήριου μυστηρίου που παρέδωσε ο Ιησούς Χριστός εις ανάμνησην της θυσίας Του και τελικά επικράτησε στον ορθόδοξο βίο και πράξη, ως το απαραίτητο σωτηριώδες βήμα.

Η Αγιογραφική ορολογία της Θείας Ευχαριστίας ως «Κλάση του Άρτου»

Στην Αγία Γραφή η Θεία Ευχαριστία αναφέρεται και ως "Κλάση του Άρτου". Στη συνέχεια θα δούμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα εφαρμογής αυτής της ορολογίας στην Αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες.

Η «κλάση τού άρτου» από τον Χριστό

Σε 4 χωρία της Καινής Διαθήκης, έχουμε αναφορά, για την «κλάση του άρτου», ως κάτι που παρέδωσε ο Κύριος να τελεί η Εκκλησία:

Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς άρτον και ευλογήσας έκλασε και δους τοις μαθηταίς είπε: «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων: «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γαρ εστι το αίμα μου της διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Λέγω δε υμίν, ου μη πίω απ’ άρτι εκ τούτου του γενήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω μεθ’ υμών καινόν εν τη βασιλεία του Πατρός μου»[14].


Και εσθιόντων αυτών λαβών άρτον ευλογήσας έκλασε και έδωκεν αυτοίς και είπε: «Λάβετε, τούτο εστι το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς και έπιον εξ αυτού πάντες. Και είπεν αυτοίς, «τούτο εστι το αίμα μου της διαθήκης, το εκχυνόμενον υπέρ πολλών. Αμήν λέγω υμίν: ουκέτι ου μη πίω εκ του γεννήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω καινόν εν τη βασιλεία του Θεού»[15].

Και δεξάμενος ποτήριο ευχαριστήσας είπε: «Λάβετε τούτο και διαμερίσατε εις εαυτούς. Λέγω γαρ υμίν, ου μη πίω από του γεννήματος της αμπέλου έως ου η βασιλεία του Θεού έλθη». Και λαβών άρτον ευχαριστήσας έκλασεν και έδωκεν αυτοίς λέγων: «Τούτο εστι το σώμα μου [το υπέρ υμών διδόμενον. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Και το ποτήριον ωσαύτως μετά το δειπνήσαι λέγων: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου το υπέρ υμών εκχυνόμενον»].[16].


Εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου, ό και παρέδωκα υμίν. Ότι ο Κύριος Ιησούς εν τη νυκτί ή παρεδίδετο έλαβεν άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και είπε: «Τούτο μου εστι το σώμα το υπέρ υμών. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Ωσαύτως και το ποτήριον μετά το διεπνήσαι λέγον: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εστίν εν τω εμώ αίματι. Τούτο ποιείτε, οσάκις εάν πίνητε εις την εμήν ανάμνησιν»[17].

Σύμφωνα λοιπόν με τα κείμενα αυτά, παρατηρούμε τα εξής:

Αυτό το «μυστήριο» (=μύηση), το παρέδωσε ο Κύριος, κατά τη διάρκεια του «μυστικού» (=μυστηριακού) δείπνου, ζητώντας από τους μαθητές του να συνεχίσουν να το επαναλαμβάνουν στην ανάμνησή Του. Σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου Παύλου, ήταν κάτι που «παρέλαβε», και που το «παρέδωσε» και στους Κορινθίους να το τελούν. Πρόκειται λοιπόν για υποχρέωση των Χριστιανών, που συμπεριλαμβάνεται στις παραδόσεις των αποστόλων[18].

Εξ’ αρχής συνδέθηκε με «ευλογία» και «ευχαριστία» του Θεού. Η διαδικασία λοιπόν, δεν είναι κοινή τροφή, αλλά συνδέεται με προσευχή.

Ο άρτος αυτός, ο οποίος τεμαχίστηκε, διαμοιράσθηκε στους μαθητές, με τη διαβεβαίωση ότι αυτό «είναι το σώμα» του Κυρίου.

Η «κλάση τού άρτου» από τους Αποστόλους

Από τις Πράξεις των αποστόλων, γίνεται σαφές, ότι η πρώτη Χριστιανική κοινότητα, ακολούθησε την εντολή του Κυρίου κατά παράδοσιν των αποστόλων, για την τήρηση του μυστηρίου αυτού:

Στις Πράξεις[19], μαθαίνουμε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί, «ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς». Και λίγο πιο κάτω, στο εδάφιο 46 προσθέτει ότι «καθ’ ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντες τε κατ’ οίκον άρτον μετελέμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας».

Είναι αναμφισβήτητο ότι οι αναφορές για «κλάση του άρτου» στα παραπάνω χωρία, αναφέρεται όχι σε κοινή τροφή, αλλά σε ζητήματα πίστης, δηλαδή στο μυστήριο που παρέδωσε ο Χριστός δια των αποστόλων στην Εκκλησία. Αυτό φαίνεται από το ότι η σχετική αναφορά, γίνεται εν μέσω άλλων λατρευτικών ενεργειών, όπως η διδαχή των αποστόλων, η κοινωνία μεταξύ τους και οι προσευχές. Αν μιλούσε για απλή διατροφική διαδικασία, δεν θα είχε καμία θέση ανάμεσα στις υπόλοιπες αναφορές.

Επίσης, είναι σημαντικό ότι υπάρχει εκεί και το οριστικό άρθρο, κάτι που σημαίνει ότι μιλάει για κάτι συγκεκριμένο, για έναν όρο που δηλώνει κάτι λατρευτικό.

Ένα ακόμα σημείο, είναι η φράση: «μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει…». Εδώ φαίνεται ότι πρόκειται περί κλάσεως του άρτου που είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, και που τελείτο κάθε μέρα, σε συνδυασμό με κάποιο δείπνο, στον οποίο συμμετείχαν οι Χριστιανοί με πνευματική αγαλλίαση και ειρήνη.

Ένα τελευταίο χωρίο που θα παρουσιάσουμε από την Αγία Γραφή, όσον αφορά τη φράση αυτή, βρίσκεται στις Πράξεις 20/κ΄ 7-11:

«Εν δε τη μια των Σαββάτων συνηγμένων ημών κλάσαι άρτον, ο Παύλος διελέγετο αυτοίς, μέλλων εξιέναι τη επαύριον, παρέτεινέν τε τον λόγον μέχρι μεσονυκτίου. Ήσαν δε λαμπάδες ικαναί εν τω υπερώω ου ήμεν συνηγμένοι… αναβάς δε και κλάσας τον άρτον και γευσάμενος, εφ’ ικανόν τε ομιλήσας άχρι αυγής ούτως εξήλθεν».

Το σημαντικότατο αυτό χωρίο, δείχνει ότι οι Χριστιανοί την Κυριακή εκείνη (την μίαν, δηλαδή την πρώτη των Σαββάτων), είχαν μαζευτεί ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΤΟΥ. Το ότι ο σκοπός της σύναξης ήταν η «κλάση του άρτου», φανερώνει ότι δεν είναι δυνατόν να μαζεύτηκαν για να φάνε απλώς ψωμί, αλλά ότι η συνάντησή τους αυτή είχε λατρευτική χροιά. Πολύ περισσότερο, επειδή επρόκειτο να φύγει ο Παύλος, και θα τον αποχαιρετούσαν. Αν λοιπόν υπήρχε κάποιο τόσο σημαντικό γεγονός, δεν θα έλεγε ότι μαζεύτηκαν για να φάνε ψωμί, αλλά για να αποχαιρετήσουν τον Παύλο, που ήταν σπουδαιότερο από το φαγοπότι. Εκτός και αν η «κλάση του άρτου», ήταν κάτι πολύ σπουδαιότερο από το να φάνε απλώς, ακόμα και από το να αποχαιρετήσουν τον Παύλο!

Μάλιστα, στο εδάφιο 11, φαίνεται ότι δεν πήγαν για να φάνε εκεί, επειδή λέει για τον Παύλο: «αναβάς δε και κλάσας τον άρτον και γευσάμενος…» Αν είχαν πάει να φάνε, δεν θα έλεγε: «γευσάμενος», αλλά κάτι άλλο. Γιατί «γευσάμενος», σημαίνει ότι απλώς έβαλε λίγο ψωμί στο στόμα του ο Παύλος, και δεν έφαγε. Άρα, δεν πήγαν για να φάνε, αλλά για να τελέσουν το μυστήριο της κλάσης του άρτου.

Η «κλάση τού άρτου» στην μετα-Αποστολική εποχή

Από την πρώιμη αυτή εποχή στα τέλη του 1ου και τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ., θα χρησιμοποιήσουμε εδώ δύο σημαντικότατες αρχαίες μαρτυρίες, για το πώς τελούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί την «κλάση του άρτου», και πώς χρησιμοποιούσαν τον όρο αυτό. Πρόκειται για δύο Χριστιανικές πηγές. Είναι οι επιστολές του αγίου Ιγνατίου, που μαρτύρησε επί Τραϊανού (100 – 117 μ.Χ.), και η Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων (Γράφτηκε μεταξύ 70 και 100 μ.Χ.).

Επιστολές Ιγνατίου (100 – 117 μ.Χ.)

Ο θεοφόρος Ιγνάτιος γράφει: «οι κατ’ άνδρα κοινή πάντες εν χάριτι εξ ονόματος συνέρχεσθε… ένα άρτον κλώντες, ός εστι φάρμακον αθανασίας αντίδοτος του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Χριστώ διαπαντός» - Ιγνατίου επιστολή προς Εφεσίους κεφ. 20.

Φυσικά δεν είναι δυνατόν, τα παραπάνω λόγια να εφαρμόζονται σε απλό «φαγοπότι». Η κλάση του άρτου είναι σαφές ότι έχει λατρευτική σημασία, εφ’ όσον κατά τους πρώτους Χριστιανούς δίνει αθανασία.

Διδαχή των Αποστόλων (70-100 μ.Χ.)

«Κατά Κυριακήν δε Κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα υμών, όπως καθαρά η θυσία υμών ή.»[20].

Και πάλι συναντάμε την «κλάση του άρτου», ως ένα μυστήριο που γινόταν κυρίως την Κυριακή.

«Περί δε τής ευχαριστίας, ούτως ευχαριστήσατε. Πρώτον περί του ποτηρίου: Ευχαριστούμεν σοι, Πάτερ ημών, υπέρ της αγίας αμπέλου Δαβίδ του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας.

Περί δε του κλάσματος: Ευχαριστούμεν σοι Πάτερ ημών, υπέρ της ζωής και γνώσεως ης εγνώρισας ημίν δια Ιησού του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας.

Ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο έν, ούτω συναχθήτω σου η Εκκλησία από των περάτων της γης εις την βασιλείαν, ότι σου εστίν η δόξα και η δύναμις δια Ιησού Χριστού εις αιώνας…» -Διδαχή κεφ. 9.

Υποσημειώσεις

  1. Ματθαίον ΚΣΤ΄ 26-28
  2. Ματθ. 15:36· Πράξ. 24:3
  3. 1 Κορ. 11:20· Λουκ. 22:19· 24:35· Πράξ. 2:46
  4. Διδαχή 9:1, 5
  5. Διδαχή 9:2, 3
  6. Πράξεις 12,12,17-21,18-Προς Ρωμαίους 16,5,23-Α΄Κορινθίους 16,19 κ.α.
  7. Messe und Herrenmahl,Bohn
  8. De anima 9
  9. Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου Ιω. Ζηζιούλα, Εκκλησιολογία
  10. Κύριλλος Ιεροσολύμων, Κατήχησις Δ, 3
  11. Ιωάννης Χρυσόστομος. Ευχή αναφοράς της Θείας Λειτουργίας
  12. Iωάννου ΣΤ΄, 53
  13. Έκδοσις Ορθοδόξου Πίστεως Δ΄,13
  14. Ματθαίος 26/κς΄ 26-29
  15. Μάρκος 14/ιδ΄ 21-25
  16. Λουκάς 21/κα΄ 17-20
  17. Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 23-25
  18. Β΄ Θεσσαλονικείς 2/β΄ 15
  19. 2/β΄ 42
  20. Διδαχή κεφ. 14

Bιβλιογραφία

  • Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002.
  • Ηλία Μηνιάτη, Οι Τρεις περι Πίστεως Λόγοι (Δογματική Ορθοδόξου Εκκλησίας), Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήνα.
  • The Anchor Bible Dictionary, Τόμος 4, 1992, Doubleday.
  • Γ. Κωνσταντίνου, Λεξικόν των Αγίων Γραφών, Εν Αθήναις, 1973/1999.
  • Β. Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 6η έκδ., 1959/1998, Εκδ. Παπαδημητρίου.
  • E.W. Bullinger, A Critical Lexicon and Concordance to the English and Greek New Testament, 1999, Kregel Publications.
  • Η συχνότητα τής "κλάσεως τού άρτου" στην Καινή Διαθήκη