Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Θεία Ευχαριστία"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Ιστορική Αναδρομή)
μ (Ανάκληση των αλλαγών Gkou (επιστροφή στην προηγούμενη αναθεώρηση Θεοδωρος))
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
  
 
==Ιστορική Αναδρομή==
 
==Ιστορική Αναδρομή==
 
'''Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας
 
'''
 
 
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
 
 
ΕΡΓΟ της θείας Λειτουργίας είναι η μεταβολή των δώρων που προσφέρουν οι πιστοί – του άρτου και του οίνου – σε σώμα και αίμα Χριστού. Και σκοπός της είναι ο αγιασμός των πιστών ,οι οποίοι με τη θεία μετάληψη αποκομίζουν την άφεση των αμαρτιών τους ,την κληρονομία της βασιλείας των ουρανών και κάθε πνευματικό αγαθό. Σε αυτό το έργο και το σκοπό συμβάλλουν οι προσευχές , οι ψαλμωδίες, τα αγιογραφικά αναγνώσματα και όλα εκείνα που τελούνται και λέγονται στη διάρκεια της Λειτουργίας. Μέσα σε αυτά είναι σαν να βλέπουμε σε ένα πίνακα ζωγραφισμένη ολόκληρη τη ζωή του Χριστού , από την αρχή ως το τέλος της. Γιατί ο καθαγιασμός των δώρων, η ίδια δηλαδή η θυσία, διακηρύσσει το θάνατο , την ανάσταση και την ανάληψή Του, καθώς τα δώρα αυτά μεταβάλλονται στο ίδιο το σώμα του Κυρίου ,δηλαδή την έλευσή Του στον κόσμο, τη δημόσια εμφάνισή Του ,τα θαύματα και τη διδασκαλία Του. Κι εκείνα που έπονται της θυσίας, συμβολίζουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους , την επιστροφή των ανθρώπων στο Θεό και την κοινωνία τους μαζί Του.
 
Οι πιστοί που εκκλησιάζονται και συμμετέχουν σε όλα αυτά με προσηλωμένο το νου, γίνονται πιο σταθεροί στην πίστη, πιο θερμοί στην ευλάβεια και την αγάπη τους προς τον Θεό. Με τέτοιες λοιπόν διαθέσεις αξιώνονται να πλησιάσουν και τη φωτιά των μυστηρίων και να μεταλάβουν με κάθε ασφάλεια και οικειότητα.
 
Αυτό είναι συνοπτικά το νόημα της Θείας Λειτουργίας . Ας την εξετάσουμε τώρα όσο μπορούμε λεπτομερέστερα , αρχίζοντας με εκείνα που τελούνται στην Αγία Πρόθεση.
 
 
Η ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ
 
 
Τα τίμια δώρα. Το ψωμί και το κρασί που προσφέρουν οι πιστοί για τη λειτουργία ,και τα οποία συμβολίζουν το σώμα και το αίμα του Κυρίου ,δεν τοποθετούνται από την αρχή στο Θυσιαστήριο για τη θυσία , αλλά πρώτα τοποθετούνται στην αγία Πρόθεση και αφιερώνονται στο Θεό σαν δώρα τίμια – αυτή είναι πλέον και η ονομασία τους.
 
Προσφέρουμε στο Θεό ψωμί και κρασί ,γιατί αυτά αποτελούν τροφή αποκλειστικά ανθρώπινη ,με την οποία συντηρείται και εκδηλώνεται η ζωή μας. Για αυτό και πιστεύεται πως , όταν προσφέρει κανείς τροφή, είναι σαν να προσφέρει την ίδια τη ζωή. Επειδή λοιπόν με τα μυστήρια ο Θεός μας χαρίζει την ανθρώπινη ζωή ,ήταν φυσικό και το δικό μας δώρο να είναι κατά κάποιο τρόπο ζωή, για να μην είναι αταίριαστη η προσφορά μας με την ανταπόδοση του Θεού ,αλλά να έχει κάτι συγγενικό . Άλλωστε ο Κύριος παρήγγειλε να Του προσφέρουμε ψωμί και κρασί, κι Αυτός πάλι μας ανταποδίδει « άρτον ουράνιον » και « ποτήριον ζωής ». Θέλησε να Του προσφέρουμε εμείς εφόδια της πρόσκαιρης ζωής ,κι Εκείνος να μας αντιπροσφέρει την αιώνια ζωή. Για να φανούν έτσι η χάρη Του σαν αμοιβή και το αμέτρητο έλεός Του σαν πράξη δικαιοσύνης.
 
 
Ανάμνηση της σταυρικής θυσίας
 
 
 
 
Ο ιερέας αφού πάρει στα χέρια του τον άρτο, από τον οποίο θα κόψει το ιερό τμήμα που θα μεταβληθεί σε σώμα Χριστού, λέει: « Εις ανάμνησιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού ». Τα λόγια αυτά αναφέρονται σε όλη τη λειτουργία και ανταποκρίνονται στην παραγγελία που άφησε ο Χριστός όταν παρέδωσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας: « Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν » ( Λουκ. 22: 19 ) .
 
 
Αλλά ποια είναι αυτή η ανάμνηση ; Πώς θα θυμηθούμε τον Κύριο στη Λειτουργία και τι θα διηγηθούμε για Αυτόν; Μήπως εκείνα που Τον απέδειξαν Θεό παντοδύναμο; ότι δηλαδή ανέστησε νεκρούς ,χάρισε το φως σε τυφλούς , πρόσταξε τους ανέμους να κοπάσουν, χόρτασε χιλιάδες ανθρώπους με λίγα ψωμιά; Όχι , ο Χριστός δεν ζήτησε να τα θυμόμαστε αυτά, αλλά μάλλον εκείνα που φανερώνουν αδυναμία, δηλαδή τη σταύρωση, το πάθος, το θάνατο. Γιατί τα πάθη ήταν πιο αναγκαία από τα θαύματα. Τα πάθη του Χριστού μας προξενούν τη σωτηρία και την ανάσταση , ενώ τα θαύματα Του αποδεικνύουν μόνο ότι Αυτός είναι ο αληθινός Σωτήρας.
 
 
Αφού λοιπόν ο ιερέας πει , « Εις ανάμνησιν του Κυρίου… » , προσθέτει εκείνα που δηλώνουν τη σταύρωση και το θάνατο. Τεμαχίζει δηλαδή με το μαχαίρι τον άρτο, λέγοντας την προφητεία: « Σαν πρόβατο οδηγήθηκε στην σφαγή. Και σαν αρνί αμώμητο ,που παραμένει άφωνο μπροστά σε αυτόν που το κουρεύει, έτσι κι Αυτός δεν ανοίγει το στόμα Του. Καταδικάστηκε σε ταπεινωτικό θάνατο και Του αρνήθηκαν δίκαιη κρίση. Και ποιος μπορεί να μας μιλήσει για την καταγωγή του; Γιατί εξαλείφθηκε η ζωή Του από το πρόσωπο της γης » ( Ης. 53 : 7-8 ) . Κι αφού εναποθέσει στο άγιο Δισκάριο το ιερό τμήμα που έκοψε ( Αμνό ) ,προσθέτει τα λόγια: « Θυσιάζεται ο Αμνός του Θεού ,που παίρνει επάνω Του την αμαρτία των ανθρώπων » ( πρβλ. Ιω 1:29 ). Μετά χαράζει πάνω στον Αμνό το σημείο του σταυρού ,δείχνοντας έτσι τον τρόπο που έγινε η θυσία: με το σταυρό. Ύστερα ,με το μαχαίρι που έχει σχήμα λόγχης ,κεντάει τον Αμνό στο δεξί μέρος και λέει: « Ένας από τους στρατιώτες Του τρύπησε την πλευρά με τη λόγχη ». Και χύνοντας μέσα στο άγιο Ποτήριο κρασί και νερό, συμπληρώνει: « κι αμέσως βγήκε αίμα και νερό » ( Ιω. 19:34 ) .
 
 
Μνημονεύσεις των ονομάτων
 
 
 
 
Ο Ιερέας συνεχίζει την Προσκομιδή. Αφαιρεί τώρα μικρά κομματάκια ( μερίδες ) από τους υπόλοιπους άρτους, και σαν δώρα ιερά τα τοποθετεί στο άγιο Δισκάριο ,λέγοντας για το καθένα :
 
 
« Εις δόξαν της Παναγίας του Θεού Μητρός » ,η « Εις πρεσβείαν του τάδε Αγίου » ή « Εις άφεσιν αμαρτιών των τάδε ζώντων ή των τάδε τεθνεώτων » .
 
 
Τι σημαίνουν αυτά; Ευχαριστία στο Θεό και ικεσία. Γιατί με τα δώρα μας είτε ανταποδίδουμε στον ευεργέτη την ευεργεσία που μας έκανε είτε καλοπιάνουμε κάποιον για να μας ευεργετήσει. Έτσι και εδώ. Η Εκκλησία , με τα δώρα που προσφέρει στο Θεό ,Τον ευχαριστεί γιατί στα πρόσωπα των Αγίων της της δόθηκαν η άφεση των αμαρτιών και η βασιλεία των ουρανών. Και Τον ικετεύει να δοθούν αυτά τα αγαθά και στα παιδιά της που ακόμα ζουν και το τέλος τους είναι αβέβαιο ,καθώς επίσης και σε εκείνα που έχουν πεθάνει ,αλλά με ελπίδες όχι τόσο καλές και σίγουρες. Για αυτό λοιπόν μνημονεύει ονομαστικά πρώτα τους Αγίους, έπειτα τους ζώντες και τέλος τους κεκοιμημένους. Και για τους Αγίους ευχαριστεί, ενώ για τους άλλους ικετεύει.
 
 
 
 
Κάλυψη των τιμίων δώρων.
 
 
 
 
Τα όσα ειπώθηκαν και έγιναν πάνω στον Αμνό, για να συμβολίσουν το θάνατο του Κυρίου , είναι απλές περιγραφές και σύμβολα. Ο Αμνός παρέμεινε άρτος ,μόνο που τώρα έγινε δώρο αφιερωμένο στο Θεό, και συμβολίζει το σώμα του Χριστού στην πρώτη Του ηλικία. Για αυτό ο ιερέας αναπαριστά τα θαύματα που έγιναν στον νεογέννητο Κύριο στη φάτνη. Βάζει πάνω στον άρτο τον λεγόμενο Αστερίσκο και λέει : « Και να, το αστέρι ήρθε και στάθηκε πάνων από τον τόπο, όπου ήταν το Παιδί. ( Ματθ. 2 :9 ) . Ύστερα σκεπάζει το Δισκάριο και το Ποτήριο με πολυτελή καλύμματα και θυμιάζει. Γιατί αρχικά ήταν συγκαλυμμένη η δύναμη του Χριστού ,μέχρι τον καιρό που Αυτός άρχισε να θαυματουργεί, και ο Θεός Πατέρας έδινε τη μαρτυρία Του από τον ουρανό.
 
 
Αφού λοιπόν ολοκληρωθεί η Προσκομιδή , ο λειτουργός έρχεται στο Θυσιαστήριο, στέκεται μπροστά στην αγία Τράπεζα και αρχίζει τη Λειτουργία.
 
 
'''Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ'''
 
 
 
 
Δοξολογία
 
 
« Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος… » . Με αυτή τη δοξολογία αρχίζει ο ιερέας τη Λειτουργία. Γιατί και οι ευγνώμονες δούλοι το ίδιο κάνουν όταν παρουσιάζονται στον κύριό τους. Πρώτα –πρώτα δηλαδή τον εγκωμιάζουν ,κι έπειτα τον παρακαλούν για τις δικές τους υποθέσεις.
 
 
 
 
Ειρηνικά
 
 
Και ποια είναι η πρώτη αίτηση του ιερέα; « Υπέρ της άνωθεν ειρήνης και της σωτηρίας των ψυχών ημών » . Λέγοντας ειρήνη ,δεν εννοεί μόνο τη μεταξύ μας ειρήνη ,όταν δηλαδή δεν μνησικακούμε εναντίον κανενός ,αλλά και την ειρήνη προς τους εαυτούς μας ,όταν δηλαδή η καρδιά μας δεν μας κατηγορεί για τίποτα. Την αρετή της ειρήνης ,βέβαια, την έχουμε πάντοτε ανάγκη , μα ιδιαίτερα την ώρα της προσευχής, γιατί χωρίς αυτήν κανείς δεν μπορεί να προσευχηθεί σωστά και να απολαύσει κάποιο καλό από την προσευχή του.
 
 
Στη συνέχεια παρακαλούμε για την Εκκλησία, για το κράτος και τους άρχοντες, για όσους βρίσκονται σε κινδύνους , για όλους γενικά τους ανθρώπους. Και δεν προσευχόμαστε μόνο για ό,τι ενδιαφέρει την ψυχή ,αλλά και για τα αναγκαία υλικά αγαθά – « υπέρ ευκρασίας αέρων, ευφορίας των καρπών της γης… ». Γιατί ο Θεός είναι ο αίτιος και χορηγός όλων, και σε Αυτόν μόνο πρέπει να έχουμε στραμμένα τα βλέμματά μας.
 
 
Σε όλες τις αιτήσεις οι πιστοί επαναλαμβάνουν μια μόνο φράση ,το « Κύριε ελέησον ». Το να ζητάμε το έλεος του Θεού ισοδυναμεί με το να ζητάμε τη βασιλεία Του. Για αυτό και οι πιστοί αρκούνται σε αυτή τη δέηση ,γιατί αυτή τα περιλαμβάνει όλα.
 
 
Αντίφωνα
 
 
Έπειτα αρχίζουν οι ψαλμωδίες που περιέχουν θεόπνευστα λόγια από τους Προφήτες. Τα αντίφωνα – έτσι λέγονται – μας αγιάζουν και μας προπαρασκευάζουν για το μυστήριο. Ταυτόχρονα όμως μας θυμίζουν τα πρώτα χρόνια της παρουσίας του Χριστού στη γη, τότε που Εκείνος δεν φαινόταν ακόμα στον πολύ κόσμο, και για αυτό ήταν απαραίτητα τα προφητικά λόγια. Όταν αργότερα εμφανίστηκε ο Ίδιος ,δεν υπήρχε πλέον ανάγκη των Προφητών, αφού Τον έδειχνε παρόντα ο βαπτιστής Ιωάννης.
 
 
Μικρή είσοδος
 
Την ώρα που ψάλλεται το τρίτο αντίφωνο ,γίνεται η είσοδος του Ευαγγελίου με τη συνοδεία λαμπάδων. Το Ευαγγέλιο το κρατάει ο διάκονος, ή αν δεν υπάρχει διάκονος, ο ιερέας. Ενώ λοιπόν αυτός πρόκειται να εισέλθει στο Ιερό, στέκεται σε μικρή απόσταση από την Ωραία Πύλη και παρακαλεί τον Θεό να τον συνοδεύσουν άγιοι άγγελοι ,για να γίνουν συμμέτοχοί του στην ιερουργία και τη δοξολογία. Στη συνέχεια σηκώνει ψηλά το Ευαγγέλιο ,το δείχνει στους πιστούς και ,αφού εισέλθει στο Θυσιαστήριο ,το αποθέτει στην αγία Τράπεζα.
 
Η ύψωση του Ευαγγελίου συμβολίζει την ανάδειξη του Κυρίου όταν άρχισε να εμφανίζεται στα πλήθη. Γιατί με το Ευαγγέλιο δηλώνεται ο ίδιος ο Χριστός. Τώρα λοιπόν που φανερώνεται ο Χριστός ,κανείς δεν προσέχει τα λόγια των Προφητών, για αυτό, μετά τη μικρή Είσοδο, ψάλλουμε ό,τι έχει σχέση με την καινούρια ζωή που έφερε ο Χριστός. Υμνούμε τον ίδιο τον Χριστό για όσα έκανε για μας. Εγκωμιάζουμε επίσης την Παναγία ή άλλους Αγίους ,ανάλογα με την εορτή ή τον Άγιο που τιμά η Εκκλησία κάθε φορά.
 
 
Τρισάγιος ύμνος
 
Ανυμνούμε τέλος τον ίδιο τον Τριαδικό Θεό, ψάλλοντας: « Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός ,άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς». Το « Άγιος ,άγιος, άγιος… » αποτελεί τον ύμνο των αγγέλων ( Ης. 6:3 ) . Και τα « Θεός », « ισχυρός » και « αθάνατος » είναι λόγια του προφήτη Δαβίδ: « Εδίψησεν η ψυχή μου προς τον Θεόν, τον ισχυρόν, τον ζώντα » ( Ψαλμ. 41 : 3 ) .
 
Ψάλλουμε τον Τρισάγιο Ύμνο μετά την είσοδο του Ευαγγελίου ,για να διακηρύξουμε πως με την έλευση του Χριστού άγγελοι και άνθρωποι ενώθηκαν και αποτελούν πλέον μια Εκκλησία.
 
 
Αναγνώσματα
 
 
Αμέσως μετά ο ιερέας παραγγέλλει σε όλους να μη στέκονται με οκνηρία, αλλά να έχουν προσηλωμένο το νου τους σε εκείνα που θα ακολουθήσουν. Αυτό σημαίνει το « Πρόσχωμεν ». Και με το « Σοφία » υπενθυμίζει στους πιστούς τη σοφία με την οποία πρέπει να συμμετέχουν στη Λειτουργία. Αυτή είναι οι καλοί λογισμοί που έχουν όσοι είναι πλούσιοι σε πίστη και ξένοι από καθετί ανθρώπινο. Είναι πράγματι ανάγκη να παρακολουθούμε τη Λειτουργία με τους πρέποντες λογισμούς ,αν βέβαια θέλουμε να μην χάνουμε άδικα τον καιρό μας. Επειδή όμως κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο ,χρειάζεται και η δική μας προσοχή και η εξωτερική υπενθύμιση, ώστε να ξανασυγκεντρώνουμε το νου μας ,που συνεχώς ξεχνιέται και παρασύρεται σε μάταιες φροντίδες.
 
 
Επίσης και η εκφώνηση « Ορθοί » περιέχει παραίνεση. Θέλει μπροστά στο Θεό να στεκόμαστε πρόθυμοι, με ευλάβεια και ζήλο πολύ. Και πρώτο σημάδι αυτού του ζήλου είναι η όρθια στάση του σώματός μας. Ύστερα από αυτές τις εκφωνήσεις ,διαβάζονται το Αποστολικό και το Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Αυτά δηλώνουν τη φανέρωση του Κυρίου, όπως γινόταν σιγά-σιγά μετά την πρώτη Του εμφάνιση στους ανθρώπους. Στη μικρή Είσοδο το Ευαγγέλιο ήταν κλειστό και συμβόλιζε το διάστημα των τριάντα πρώτων ετών του Κυρίου, τότε που ο Ίδιος ακόμα σιωπούσε. Τώρα όμως που διαβάζονται τα αναγνώσματα ,έχουμε την πληρέστερη αποκάλυψή Του ,με όσα ο Ίδιος δίδασκε δημόσια κι με όσα πρόσταζε τους Αποστόλους να κηρύσσουν.
 
 
 
 
Μεγάλη Είσοδος
 
 
Σε λίγο ο λειτουργός θα προχωρήσει πλέον στη θυσία , και πρέπει τα δώρα που πρόκειται να θυσιαστούν, να τοποθετηθούν στην αγία Τράπεζα . Για αυτό έρχεται τώρα στην Πρόθεση, παίρνει τα τίμια δώρα ,τα κρατάει στο ύψος του κεφαλιού του και βγαίνει από το Ιερό. Προχωρώντας με πολλή κοσμιότητα και με βήμα αργό, τα περιφέρει στο ναό, ανάμεσα στο πλήθος ,συνοδευόμενος από λαμπάδες και θυμιάματα. Τελικά εισέρχεται στο θυσιαστήριο και τα αποθέτει στην αγία Τράπεζα.
 
 
Στο πέρασμα του ιερέα οι πιστοί ψάλλουν και προσκυνούν με κάθε σεβασμό παρακαλώντας να τους μνημονεύει την ώρα που θα προσφέρει στο Θεό τα τίμια δώρα. Γιατί ξέρουν πως δεν υπάρχει αποτελεσματικότερη ικεσία από τούτη τη φρικτή θυσία, που καθάρισε δωρεάν όλες τις αμαρτίες του κόσμου.
 
 
Η μεγάλη Είσοδος συμβολίζει την πορεία του Χριστού προς την Ιερουσαλήμ, όπου έπρεπε να θυσιαστεί. Καθισμένος τότε πάνω σε ζώο, έμπαινε στην Αγία Πόλη ,συνοδευόμενος και υμνούμενος από τα πλήθη.
 
 
Σύμβολο της πίστεως
 
 
 
 
Ο ιερέας καλεί τώρα τους πιστούς να προσευχηθούν « υπέρ των προτεθέντων τιμίων δώρων » : Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να αγιαστούν τα τίμια δώρα που είναι μπροστά μας ,ώστε να εκπληρωθεί έτσι ο αρχικός μας σκοπός.
 
 
Ύστερα ,αφού προσθέσει και άλλες αιτήσεις, παρακινεί όλους να έχουν μεταξύ τους ειρήνη ( « Ειρήνη πάσι » ) και αγάπη ( «Αγαπήσωμεν αλλήλους… » ) . Κι επειδή τη μεταξύ μας αγάπη ακολουθεί η αγάπη στο Θεό και η τέλεια και ζωντανή μας πίστη σε Αυτόν , για αυτό, αμέσως μετά ομολογούμε τον αληθινό Θεό: « Πατέρα, Υιόν και άγιον Πνεύμα ,Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον » .
 
 
«Τας θύρας ,τας θύρας εν σοφία πρόσχωμεν », συμπληρώνει ο λειτουργός. Με αυτό θέλει να πει: « Ανοίξτε διάπλατα όλες τις πόρτες, δηλαδή τα στόματα και τα αυτιά σας, στην αληθινή σοφία, δηλαδή σε όσα υψηλά μάθατε και πιστεύετε για το Θεό. Αυτά συνεχώς να λέτε και να ακούτε, και μάλιστα με ζήλο και προσοχή ».
 
 
Τότε οι πιστοί απαγγέλλουν δυνατά το Σύμβολο της Πίστεως ( « Πιστεύω εις έναν Θεόν… » ) .
 
 
Αγία αναφορά
 
« Στώμεν καλώς. Στώμεν μετά φόβου. Πρόσχωμεν την αγίαν αναφοράν εν ειρήνη προσφέρειν », προτρέπει πάλι ο ιερέας. Δηλαδή: « Ας σταθούμε γερά σε όσα ομολογήσαμε με το « Πιστεύω… », χωρίς να κλονιζόμαστε από τους αιρετικούς. Ας σταθούμε με φόβο ,γιατί είναι μεγάλος ο κίνδυνος να πλανηθούμε. Όταν έτσι σταθεροί παραμένουμε στην πίστη, τότε ας προσφέρουμε τα δώρα μας στο Θεό με ειρήνη » .
 
Στο σημείο αυτό οι πιστοί πρέπει να έχουν στο νου τους και τα λόγια του Κυρίου : « Αν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και θυμηθείς ότι κάποιος κάτι έχει εναντίον σου ,συμφιλιώσου πρώτα μαζί του ,και μετά έλα να προσφέρεις το δώρο σου » ( Ματθ. 5 : 23 -24 ) .
 
Αφού λοιπόν ο ιερέας ανυψώσει τις ψυχές και τα φρονήματα των πιστών από τα επίγεια προς τα ουράνια, αρχίζει την ευχαριστήρια προσευχή. Μιμείται έτσι τον πρώτο Ιερέα, το Χριστό, που ευχαρίστησε το Θεό Πατέρα προτού παραδώσει το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
 
Τον δοξολογεί τώρα κι αυτός και Τον υμνεί μαζί με τους αγγέλους. Τον ευγνωμονεί για όλες τις ευχαριστίες που μας έκανε από την αρχή της δημιουργίας. Τον ευχαριστεί ιδιαίτερα για την έλευση του Μονογενούς Του Υιού στον κόσμο και για την παράδοση του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. Διηγείται μάλιστα και τα σχετικά με τον Μυστικό Δείπνο ,επαναλαμβάνοντας τα ίδια τα λόγια του Κυρίου : « Λάβετε, φάγετε … Πίετε εξ αυτού πάντες… » ( Ματθ. 26 : 26 – 27 ) .
 
Ο ιερέας αφού πει , « Έχοντας λοιπόν στο νου μας αυτή τη σωτήρια εντολή και όλα όσα έχουν γίνει για μας, δηλαδή τη σταύρωση, την ταφή , την τριήμερη ανάσταση ,την ανάληψη στους ουρανούς, την ενθρόνιση στα δεξιά του Πατέρα, τη δεύτερη και ένδοξη πάλι παρουσία » , καταλήγει με την εκφώνηση : « Τα σα εκ των σων σοι προσφέροντες κατά πάντα και δια πάντα, σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοι ευχαριστούμεν , Κύριε, και δεόμεθά σου, ο Θεός ημών » .
 
Με τούτα τα λόγια είναι σαν να λέει στον ουράνιο Πατέρα: « Σου προσφέρουμε την ίδια εκείνη προσφορά που ο ίδιος ο Μονογενής Σου Υιός πρόσφερε σε Εσένα ,το Θεό και Πατέρα. Και προσφέροντάς την , Σε ευχαριστούμε ,γιατί κι Εκείνος προσφέροντάς την Σε ευχαριστούσε. Τίποτα δικό μας δεν προσθέτουμε σε αυτή την προσφορά των δώρων . γιατί δεν είναι δικά μας έργα τούτα τα δώρα, αλλά δικά Σου δημιουργήματα. Ούτε και δική μας επινόηση είναι αυτός ο τρόπος της λατρείας ,αλλά Εσύ μας τον δίδαξες κι Εσύ μας παρακίνησες να Σε λατρεύουμε με αυτόν τον τρόπο. Για αυτό , όσα Σου προσφέρουμε ,είναι εξ ’ ολοκλήρου δικά Σου … » .
 
Την ίδια στιγμή ο ιερέας προσπίπτει και ικετεύει θερμά το Θεό. Παρακαλεί για τα δώρα που έχει μπροστά του , ώστε να δεχτούν το πανάγιο και παντοδύναμο Πνεύμα Του και να μεταβληθούν ο μεν άρτος στο ίδιο το άγιο σώμα του Χριστού ,ο δε οίνος στο ίδιο το άχραντο αίμα Του.
 
Μετά από αυτές τις ευχές, η θεία ιερουργία ολοκληρώθηκε. Τα δώρα αγιάστηκαν! Η θυσία πραγματοποιήθηκε ! Το μεγάλο θύμα και σφάγιο, που θυσιάστηκε για χάρη του κόσμου, βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, πάνω στην αγία Τράπεζα! Γιατί ο άρτος δεν είναι πλέον τύπος του Δεσποτικού σώματος . Είναι το ίδιο το πανάγιο σώμα του Κυρίου που δέχτηκε όλες εκείνες τις προσβολές, τα ραπίσματα, τα φτυσίματα, τις πληγές, τη χολή, τη σταύρωση. Και ο οίνος είναι το ίδιο το αίμα που ξεπήδησε όταν σφαζόταν το σώμα. Αυτό είναι το σώμα ,αυτό είναι το αίμα που έλαβε σύσταση από το Άγιο Πνεύμα ,που γεννήθηκε από τον Παρθένο Μαρία ,που θάφτηκε ,αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, ανέβηκε στους ουρανούς και κάθησε στα δεξιά του Πατέρα.
 
Και πιστεύουμε πως έτσι είναι , γιατί ο ίδιος ο Κύριος είπε:
 
« Τούτο εστί το σώμά μου… τούτο εστί το αίμα μου » ( Μαρκ. 14 : 22,24 ) . Και γιατί ο ίδιος παρήγγειλε στους Αποστόλους και σε όλη την Εκκλησία : « Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν » ( Λουκ. 22 : 19 ) . Δεν θα πρόσταζε να επαναλαμβάνουν αυτό το μυστήριο ,αν δεν είχε σκοπό να τους δώσει δύναμη να το επιτελούν. Και ποια είναι η δύναμη; Το Άγιο Πνεύμα . Αυτό είναι που με το χέρι και τη γλώσσα των ιερέων τελεσιουργεί τα μυστήρια. Ο λειτουργός είναι υπηρέτης της χάριτος του αγίου Πνεύματος ,χωρίς να προσφέρει τίποτε από τον εαυτό του. Για αυτό και δεν έχει σημασία αν τύχει να είναι ο ίδιος γεμάτος αμαρτίες. Κάτι τέτοιο δεν νοθεύει την προσφορά των δώρων ,τα οποία είναι πάντοτε ευάρεστα στο Θεό. Όπως κι ένα φάρμακο που κατασκευάστηκε από άνθρωπο άσχετο με την ιατρική επιστήμη, δεν χάνει τη θεραπευτική του δράση, αρκεί μόνο να κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού.
 
Αφού λοιπόν συμπληρωθεί η θυσία ,ο ιερέας , βλέποντας μπροστά του το ενέχυρο της θείας φιλανθρωπίας , τον Αμνό του Θεού, ευχαριστεί και ικετεύει. Ευχαριστεί το Θεό για όλους τους Αγίους, γιατί στο πρόσωπό τους η Εκκλησία βρήκε εκείνο που ζητεί ,τη βασιλεία των ουρανών. Ιδιαίτερα – « εξαιρέτως » - ευχαριστεί για την υπερευλογημένη Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, γιατί αυτή υπερβαίνει κάθε αγιωσύνη. Και ικετεύει ο ιερέας για όλους τους πιστούς – τους κεκοιμημένους και τους ζώντες - γιατί αυτοί δεν έφτασαν στην τελειότητα ακόμα κι έχουν ανάγκη από προσευχή.
 
 
Θεία Κοινωνία
 
Σε λίγο ο λειτουργός θα κοινωνήσει ο ίδιος και θα προσκαλέσει και τους πιστούς στα θεία μυστήρια. Επειδή όμως δεν επιτρέπεται σε όλους ανεξαίρετα η θεία μετάληψη, ο ιερέας, υψώνοντας τον ζωοποιό Άρτο και δείχνοντας Τον, εκφωνεί: « Τα άγια τοις αγίοις ». Είναι σαν να λέει: « Να ο Άρτος της ζωής! Τον βλέπετε. Λοιπόν, τρέξτε να μεταλάβετε. Όχι όμως όλοι, αλλά όποιος είναι άγιος. Γιατί τα άγια επιτρέπονται μόνο στους αγίους » .
 
Αγίους εδώ εννοεί όχι μόνο εκείνους που έφτασαν στην τελειότητα της αρετής ,αλλά κι εκείνους που αγωνίζονται να φτάσουν σε αυτήν, έστω κι αν ακόμα υστερούν. Για αυτό οι χριστιανοί, αν δεν πέφτουν σε θανάσιμα αμαρτήματα που τους εμποδίζουν από το Χριστό και τους νεκρώνουν πνευματικά, δεν έχουν κανένα εμπόδιο να κοινωνούν ».
 
Στην εκφώνηση του ιερέως, « Τα άγια τοις αγίοις », οι πιστοί αποκρίνονται δυνατά: « Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός » . Γιατί κανείς δεν έχει την αγιότητα από μόνος του , ούτε είναι και κατόρθωμα της ανθρώπινης αρετής, αλλά, όλοι από τον Χριστό την αντλούν. Και όπως, αν κάτω από τον ήλιο τοποθετηθούν πολλοί καθρέφτες, όλοι ακτινοβολούν ,και νομίζεις ότι βλέπεις πολλούς ήλιους ,ενώ στην πραγματικότητα ένας είναι ο ήλιος που αστράφτει σε όλους τους καθρέφτες, έτσι και ο μόνος Άγιος , ο Χριστός, καθώς διαχέεται με τη μετάληψη μέσα στους πιστούς ,φαίνεται σε πολλές ψυχές και παρουσιάζει πολλούς ως αγίους. Αυτός όμως είναι ο ένας και μοναδικός Άγιος.
 
Αφού λοιπόν με αυτόν τον τρόπο συγκαλέσει ο λειτουργός τους πιστούς στο ιερό δείπνο, μεταλαμβάνει πρώτα ο ίδιος και οι άλλοι κληρικοί που βρίσκονται στο άγιο Βήμα. Προηγουμένως όμως χύνει θερμό νερό μέσα στο άγιο Ποτήριο, πράγμα που υποδηλώνει την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία. Γιατί αυτό το ζεστό νερό, επειδή και νερό είναι αλλά και φωτιά έχει μέσα του λόγω του βρασμού, φανερώνει το Άγιο Πνεύμα ,το οποίο με « ύδωρ ζων » ( Ιω. 7 : 38 ) το παρομοίασε ο Κύριος ,και με τη μορφή της φωτιάς κατέβηκε στους Αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής.
 
Στη συνέχεια ο ιερέας στρέφεται προς το εκκλησίασμα και , δείχνοντας τα Άγια ,προσκαλεί όσους θέλουν να κοινωνήσουν , να προσέλθουν « μετά φόβου Θεού και πίστεως ». Να μην καταφρονήσουν δηλαδή την ταπεινή εμφάνιση που έχουν το σώμα και το αίμα του Κυρίου , αλλά να πλησιάσουν έχοντας επίγνωση της αξίας των μυστηρίων και πιστεύοντας ότι αυτά προξενούν την αιώνια ζωή σε εκείνους που μεταλαμβάνουν.
 
Το σώμα και το αίμα του Χριστού είναι αληθινή τροφή και αληθινό ποτό. Και όταν τα μεταλαμβάνει κανείς, δεν μετατρέπονται αυτά σε ανθρώπινο σώμα, όπως γίνεται με τις συνηθισμένες τροφές, αλλά το ανθρώπινο σώμα μεταβάλλεται σε εκείνα. Όπως και το σίδερο ,όταν έρθει σε επαφή με τη φωτιά, γίνεται κι αυτό φωτιά. Δεν κάνει τη φωτιά σίδερο.
 
Τη θεία Κοινωνία τη δεχόμαστε βέβαια με το στόμα, αλλά αυτή εισέρχεται πρώτα στην ψυχή κι εκεί πραγματοποιείται η ένωσή μας με το Χριστό, όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος: « Εκείνος που ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται ένα πνεύμα με Αυτόν » ( Α ’ Κορ. 6 : 17 ) . Χωρίς την ένωσή του με το Χριστό, ο άνθρωπος ,από μόνος του ,είναι ο παλαιός άνθρωπος ,ο άνθρωπος που δεν έχει τίποτα κοινό με το Θεό.
 
Ποια όμως είναι εκείνα που ζητάει από εμάς ο Χριστός για να μας αγιάσει με τα θεία μυστήρια; Είναι η κάθαρση της ψυχής, η πίστη και η αγάπη στο Θεό, ο διακαής πόθος και η λαχτάρα μας για τη θεία Κοινωνία. Αυτά ελκύουν τον αγιασμό, κι έτσι πρέπει να κοινωνούμε. Γιατί πολλοί είναι εκείνοι που προσέρχονται στα μυστήρια, και όχι μόνο δεν ωφελούνται καθόλου, αλλά φεύγουν χρεωμένοι με αμέτρητες αμαρτίες.
 
 
Από το « Φωνή των Πατέρων »
 
23
 
Αγίου Νικολάου
 
Του Καβάσιλα
 
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
 
ΕΚΔΟΣΗ ΙΒ ’
 
130η χιλιάδα
 
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
 
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
 
 
 
 
 
 
  
 
===Εμφάνιση και ρόλος στη Χριστιανική κοινότητα===
 
===Εμφάνιση και ρόλος στη Χριστιανική κοινότητα===

Αναθεώρηση της 16:26, 25 Μαρτίου 2008

Η Θεία Ευχαριστία, Θεία Κοινωνία, Αγία Κοινωνία ή Θεία Μετάληψη αποτελεί μυστήριο πολλών Χριστιανικών εκκλησιών. Κατά την παράδοση αποτελεί μυστήριο διότι ο ιδρυτής της εκκλησίας Χριστός, στο μυστικό δείπνο προεικόνισε το μυστήριο[1]. Η Θεία Κοινωνία μεταλαμβάνεται συνήθως μετα άρτου και οίνου, τα οποία μεταβάλλονται κατά την ορθοδοξία ή μετουσιώνονται κατά τον Δυτικό τρόπο σκέψης σε σώμα και αίμα Κυρίου. Ο μεταλαμβάνων τη Θεία Ευχαριστία συμμετέχοντας στο μυστήριο, συμμετέχει στο κοινό σώμα της εκάστοτε εκκλησίας.

Covered Vessels 2.jpg

Ιστορική Αναδρομή

Εμφάνιση και ρόλος στη Χριστιανική κοινότητα

Στη χριστιανική εκκλησία του 1ου αιώνα ο όρος εὐχαριστία δεν είχε την ειδική έννοια που του αποδόθηκε αργότερα αλλά σήμαινε «απόδοση ευχαριστιών, ευγνωμοσύνη» αλλά και ευχαριστήρια προσευχή προς τον Θεό. [2] Στην Καινή Διαθήκη χρησιμοποιούνται οι όροι «κυριακόν δείπνον» και «κλάση του άρτου» για να περιγράψουν το τελετουργικό γεύμα που ο Ιησούς Χριστός έδωσε εντολή στους μαθητές του να τηρούν λέγοντας: «Τούτο ποιείτε είς τήνν εμήν ανάμνησιν». [3] Από τα τέλη του 1ου αιώνα, σύμφωνα με τη Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων, φαίνεται ότι άρχισε να καθιερώνεται η ονομασία «ευχαριστία» με την τεχνική αυτή σημασία. [4] Προφανώς αυτό συνέβη καθώς οι προσευχές πριν από το αναμνηστικό δείπνο άρχιζαν συνήθως με τα λόγια: «Ευχαριστούμέν σοι, πάτερ ημών». [5].

Κατά τα πρώτα αποστολικά χρόνια η Θεία Ευχαριστία αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Με αυτή συνδέονταν όλες οι άλλες λατρευτικές και πνευματικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Στη Θεία Ευχαριστία συμμετείχαν όσοι ήσαν βαπτισμένοι, ενώ συνδυαζόταν με κοινή εστίαση των πιστών, τις λεγόμενες «αγάπες». Με βάση την Καινή Διαθήκη[6] η Θεία Ευχαριστία τελείτο συνήθως σε ιδιωτικές κατοικίες. Το εκκλησιαστικό γεγονός τελούνταν με συμμετοχή όλων των πιστών της εκάστοτε τοπικής εκκλησίας, με εξαίρεση ορισμένων ιουδιαοχριστιανικών ομάδων τις Μικράς Ασίας. Η Θεία Ευχαριστία περιείχε «κλάση» του άρτου, την «ευλογία» του ποτηρίου αλλά και κατήχηση με ανάγνωση γραφών, προφητείες, προσευχές και ύμνους. Οι αγάπες κατά το β΄ αιώνα διαχωρίστηκαν απο την Θεία Ευχαριστία λόγω καταχρήσεων που παρουσιάστηκαν.

Αρχικά τελείτο καθημερινώς τις απογευματινές ώρες. Ήδη όμως κατά τον 1ο αιώνα ξεχώριζε η τελούμενη Θεία Ευχαριστία της Κυριακής. Μάλιστα κατα την Κυριακή τελούνταν δύο συνάξεις μια «εωθινή» και μια «εσπερινή» κατά την οποία και τελείτο η Θεία Ευχαριστία. Ο λόγος για τον οποίο όμως μεταφέρθηκε πρωί η σύναξη, σήμερα δε βρίσκει πειστικές εξηγήσεις. Επικράτησε η άποψη πως η κατηγορία του Πλινίου κατά των Χριστιανών ως «μυστική εταιρία» και ο διωγμός που εξαπέλυσε οδήγησε την εκκλησία να μεταθέσει στην «εωθινή» σύναξη της Κυριακής τη Θεία Ευχαριστία και εν συνεχεία να καθιερωθεί. Αυτό όμως τελικά δε φαίνεται αρκετά πειστικό, αφού αυτή η μεταφορά τελικά δεν απάλλασε απο τις όποιες υποψίες τους χριστιανούς, που συνέχισαν την τέλεσή της.

Το λειτουργικό πλαίσιο της Θείας Ευχαριστίας

Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας κατά τον πρώτο αιώνα παραμένει σήμερα σχεδόν άγνωστος λόγω κυρίως «απόρρητης πειθαρχίας» (disciplina arcani) που επικρατούσε στους εκκλησιαστικούς κύκλους της εποχής, που είχαν μάλιστα οδηγήσει τους αντιπάλους και πολέμιους του χριστιανισμού σε δαιμονοποίηση του Ευχαριστιακού γεγονότος. Οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε έχουν έμμεσο χαρακτήρα αναφορών, όπως οτι η λειτουργία που τελείτο είχε μέρη διδακτικό και μυστηριακό, εξού και οι κατηχούμενοι απαγορευόταν να παρακολουθήσουν. Σε μια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση μάλιστα ο H.Lietzmann[7] θεωρεί πως πρέπει να γίνει μια διάκριση του Κυριακού δείπνου σε δύο τύπους, εκ των οποίων ο ένας ήταν δείπνος συναδελφώσεως και ενότητας των χριστιανών μεταξύ τους και προς τον Κύριο, ο δε άλλος ήταν μυστηριακός δείπνος σε ανάμνηση της θυσίας του Κυρίου. Έτσι ο πρωτος ταυτιζόταν προς τη συνεστίαση του Χριστού με του μαθητές του, που τελείτο απο την πρώτη χριστιανική κοινότητα της Παλαιστίνης, ενώ ο δεύτερος με το μυστικό δείπνο και τελείτο απο τις Ελληνικές κοινότητες των χριστιανών.

Κατά το 2ο αιώνα υπάρχει σχετική γραμματεία η οποία συνδυασμένα μας δίνει κάποιες πληροφορίες. Κατά το πρώτο μέρος απαγέλλονταν αναγνώσματα απο προφητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης ή τους ψαλμούς, πραγμοτοποιείτο κύρηγμα του προεστώτος αλλά και η ανάγνωση ευχών. Ο Τερτυλλιανός[8] υπαινίσσεται και απαγγελία ψαλμών και ύμνων. Στο μυστηριακό μέρος κατά τον Ιουστίνο, έχουμε ασπασμό ειρήνης, προσφορά τιμίων δώρων και ολοκληρονώταν με την Θεία Ευχαριστία. Το «σώμα» το προσέφερε ο επίσκοπος, ενώ το «αίμα» με το Άγιο ποτήριο ο διάκονος. Το «σώμα» Κυρίου δύνατο να ληφθεί και μετά το πέρας της συνάξεως, όπως δύνατο να το λάβουν και όσοι δεν παρεβρίσκονταν στην ευχαριστιακή σύναξη. Επίσης ο Ιουστίνος αναφέρει «κράση» δηλαδή ανάμιξη ύδατος και οίνου. Οι πιστοί όταν λάμβαναν τον άρτο ήσαν ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε να μην πέσουν ψυχία, ενώ τηρείτο συγκεκριμένη στάση των χειρών κατά τη παράδοση, ήτοις το αριστερό χέρι σφιχτά κάτω απο το δεξί.

Η Θεολογία της Θείας Ευχαριστίας

Η Θεία Ευχαριστία αποτελεί το σπουδαιότερο μυστήριο της Εκκλησίας. Θεωρείται ότι αποτελεί πρόγευση των εσχάτων, της Βασιλείας του Θεού. Στο παρελθόν όλα τα υπόλοιπα μυστήρια τελούνταν μέσα στη Θεία Ευχαριστία, από τον 12ο αιώνα και μετά όμως άρχισαν να τελούνται χωριστά[9].

Στη Θεία Ευχαριστία ο άρτος και ο οίνος, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μετατρέπονται-μεταβάλλονται σε «σώμα» και «αίμα» Κυρίου. Κατά τον Ιγνάτιο Φιλαδελεφείας αποτελεί «φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του μη αποθανείν αλλά ζην εν Χριστώ Ιησού δια παντός». Επίσης αναφέρει «την ευχαριστίαν σάρκα είναι του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπερ ημών των αμαρτιών παθούσαν, εν τη χρηστότητι ο Πατήρ έγειρε». Ο μεταλαμβάνων την θεία Ευχαριστία ενώνεται μυστικώς με τον ίδιο τον Ιησού Χριστό[10]. Ο λόγος που καλείται Θεία Ευχαριστία προκύπτει απο δύο λόγους, αφενώς διότι ο Ιησούς Χριστός πρωτού τα παραδόσει Ευχαρίστησε τον Πατέρα και αφετέρου διότι είναι Ευχαριστία και εκ μέρους των πιστών [11]. Η Θεία Ευχαριστία κατά το ρηθέν του Ευαγγελιστή Ιωάννη αποτελεί για ένα ορθόδοξο το κέντρον της ζωής του[12]. Αυτή η λεγόμενη και «αναίμακτη» θυσία, προσφέρεται ως ιλαστήριος, ικετήριος, ευχαρίστήριος θυσία προς την πραγματική αναίμακτον σταυρική θυσία του Χριστού, υπέρ πάντων των Αγίων, εξαιρέτως υπέρ της Υπεραγίας Θεοτόκου, των κεκοιμημένων και ζώντων και εν ασθενείες, των οδοιπορούντων, υπέρ πάντων και πασών. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός δε, χαρακτηρίζει τη μεταβολή ως ανερμήνευτον και ανεξερεύνητον[13]. Ο κάθε ορθόδοξος δε δύναται να μετέχει κατά βούληση αν δεν έχει προηγηθεί κάθαρση. Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει «...ο μεν γαρ εναγείς και ακάθαρτος ουδέ εν εορτή δίκαιος...ο δε καθαρός και δια μετανοίας ακριβούς αποσμηξάμενος και πλημελλήματα και εν εορτή και αεί δίκαιος...». Έτσι προ του «φοβερού βήματος του Χριστού» απαιτείται εξομολόγηση, μετάνοια και νηστεία.

Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας

Το Άγιο Ποτήριον

Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας στη χριστιανική πίστη αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό αίτιο θεολογικής διαμάχης κατά το 17ο αιώνα. Μέχρι τότε η ολοένα αυξανόμενη επιρροή των Προτεσταντικών και δυτικών χριστιανικών θεολογικών τάσεων, είχε σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική θεολογική προσέγγιση στο θέμα της συχνότητας της Θείας Ευχαριστίας. Σε αυτή τη δύσκολη και ταραγμένη περίοδο οπού η ελλαδική εκκλησία και έθνος βρισκόταν υπό καθεστώς υποδούλωσης και οι προσυλητιστικές τάσεις και προσμίξεις διαφόρων αιρετικών αποχρώσεων εισέρχονταν και επηρέαζαν ολοένα και περισσότερο την ορθόδοξη θεολογική παράδοση, η μορφή των κολυβάδων πατέρων, προσηλωμένη στην πατερική φιλοκαλική παράδοση της ανατολής και τη θεολογία των μεγάλων πατέρων της, έδωσε μεγάλη μάχη στον επίμαχο τομέα. Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης, μέσα από την απόδειξη της αδιάκοπης και αυθεντικής έκφρασης της αποστολικής παραδόσεως της ορθοδόξου πίστεως, τελικά επικράτησε μέσα από την τεκμηρίωση τόσο των ευαγγελικών και αποστολικών λόγων, όσο και των πατερικών κειμένων, παρά τις διώξεις, τις στερήσεις και τη διαρκή διαπόμπευση των υποστηρικτών της. Οι Κολυβάδες πατέρες προέταξαν την αναγκαιότητα της διαρκούς πνευματικής ετοιμασίας και της ανάγκης συχνής μεταλήψεως του σωτήριου μυστηρίου που παρέδωσε ο Ιησούς Χριστός εις ανάμνησην της θυσίας Του και τελικά επικράτησε στον ορθόδοξο βίο και πράξη, ως το απαραίτητο σωτηριώδες βήμα.

Η Αγιογραφική ορολογία της Θείας Ευχαριστίας ως «Κλάση του Άρτου»

Κάποιες αιρετικές δοξασίες, με αιχμή τις δοξασίες που προσκείνται στην προτεσταντική εκκλησιαστική προσέγγιση, διαρκώς αμφισβητούν το κύρος του θεσμού της Θείας Ευχαριστίας, πως αυτό δεν αποτελεί μυστήριο, αλλά απλά μια αναμνηστική πράξη αγάπης, η οποία μάλιστα δε δύναται να αποχωρισθεί από τις αγάπες, δηλαδή ένα ευλογημένο καθιερωμένο γεύμα, μεταξύ των πιστών, σε αντιστοιχία με το μυστικό δείπνο. Η ορθόδοξη παράδοση βεβαίως, όπως και η καθολική απορρίπτει μια τέτοια ερμηνεία, ενώ στηρίζει μέσα από τος γραφές αλλά και την ιστορική και θεολογική παράδοση τον αρχαιότατο θεσμό αυτό. Χαρακτηριστική είναι η πραγματεία του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα «Η ενότης της Εκκλησίας εν τη Θεία Ευχαριστία και τω Επισκόπω κατά τους τρεις πρώτους αιώνας» η οποία καταδεικνύει με σαφή τρόπο, τις απόψεις που η ορθόδοξη εκκλησία ισχυρίζεται, πως ο όρος «κλάση του άρτου», σαφώς υπαινείσσεται την τέλεση Θείας Ευχαριστίας, ως κάτι το διάφορο από τις αγάπες, οι οποίες μάλιστα από τον 2ο αιώνα ήδη είχαν διαχωρισθεί από το λατρευτικό γεγονός της Θείας Λειτουργίας, που αποτελούσε το αυτό μυστήριο της Θείας Μεταλήψεως, ενεδυμένο με αινετικό χαρακτήρα.

Η «κλάση τού άρτου» από τον Χριστό

Σε τέσερα χωρία της Καινής Διαθήκης, έχουμε αναφορά, για την «κλάση του άρτου», αυτά είναι:

«Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς άρτον και ευλογήσας έκλασε και δους τοις μαθηταίς είπε: «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων: «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γαρ εστι το αίμα μου της διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Λέγω δε υμίν, ου μη πίω απ’ άρτι εκ τούτου του γενήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω μεθ’ υμών καινόν εν τη βασιλεία του Πατρός μου»[14].
«Και εσθιόντων αυτών λαβών άρτον ευλογήσας έκλασε και έδωκεν αυτοίς και είπε: «Λάβετε, τούτο εστι το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς και έπιον εξ αυτού πάντες. Και είπεν αυτοίς, «τούτο εστι το αίμα μου της διαθήκης, το εκχυνόμενον υπέρ πολλών. Αμήν λέγω υμίν: ουκέτι ου μη πίω εκ του γεννήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω καινόν εν τη βασιλεία του Θεού»[15].
«Και δεξάμενος ποτήριο ευχαριστήσας είπε: «Λάβετε τούτο και διαμερίσατε εις εαυτούς. Λέγω γαρ υμίν, ου μη πίω από του γεννήματος της αμπέλου έως ου η βασιλεία του Θεού έλθη». Και λαβών άρτον ευχαριστήσας έκλασεν και έδωκεν αυτοίς λέγων: «Τούτο εστι το σώμα μου [το υπέρ υμών διδόμενον. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Και το ποτήριον ωσαύτως μετά το δειπνήσαι λέγων: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου το υπέρ υμών εκχυνόμενον»].[16].
«Εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου, ό και παρέδωκα υμίν. Ότι ο Κύριος Ιησούς εν τη νυκτί ή παρεδίδετο έλαβεν άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και είπε: «Τούτο μου εστι το σώμα το υπέρ υμών. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Ωσαύτως και το ποτήριον μετά το διεπνήσαι λέγον: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εστίν εν τω εμώ αίματι. Τούτο ποιείτε, οσάκις εάν πίνητε εις την εμήν ανάμνησιν»[17].

Μέσα από τα κείμενα αυτά, παρατηρούμε πως το μυστήριο το παραδόθηκε από τον Κύριο, κατά τη διάρκεια του «μυστικού» δείπνου, ζητώντας από τους μαθητές του να συνεχίσουν να το επαναλαμβάνουν στην ανάμνησή Του. Σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου Παύλου, ήταν κάτι που «παρέλαβε», και που το «παρέδωσε» και στους Κορινθίους να το τελούν. Πρόκειται λοιπόν για υποχρέωση των Χριστιανών, που συμπεριλαμβάνεται στις παραδόσεις των αποστόλων[18]. Τέλος ο άρτος αυτός, ο οποίος τεμαχίστηκε και διαμοιράσθηκε στους μαθητές, διαβεβαιούτε πως είναι το σώμα του Κυρίου.

Η «κλάση τού άρτου» από τους Αποστόλους

Από τις Πράξεις των Aποστόλων, γίνεται αντιληπτό πως η πρώτη Χριστιανική κοινότητα, ακολούθησε την εντολή του Κυρίου κατά παράδοσιν των αποστόλων, για την τήρηση του μυστηρίου αυτού. Και πράγματι:

«ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς»[19]
«καθ’ ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντες τε κατ’ οίκον άρτον μετελέμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας»[20].

Οι αναφορές για «κλάση του άρτου» στα παραπάνω χωρία, δε φέρνεται να αναφέρεται σε κοινή τροφή, αλλά σε ζητήματα πίστης, δηλαδή στο μυστήριο που παρέδωσε ο Χριστός δια των αποστόλων στην Εκκλησία. Αυτό προκύπτει από το ότι η σχετική αναφορά, γίνεται εν μέσω άλλων λατρευτικών ενεργειών, όπως η διδαχή των αποστόλων, η κοινωνία μεταξύ τους και οι προσευχές. Επίσης, είναι σημαντικό να ε[ισημανθεί το οριστικό άρθρο, κάτι που σημαίνει ότι προφανλως μιλάει για κάτι συγκεκριμένο, για έναν όρο που δηλώνει κάτι λατρευτικό.

Η «κλάση τού άρτου» στην μετα-Αποστολική εποχή

Από την πρώιμη αυτή εποχή στα τέλη του 1ου και τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ., υπάρχουν δύο σημαντικές αρχαίες μαρτυρίες, για το πώς τελούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί την «κλάση του άρτου», και πώς χρησιμοποιούσαν τον όρο αυτό.Αυτές είναι οι επιστολές του αγίου Ιγνατίου, που μαρτύρησε επί Τραϊανού (100 – 117 μ.Χ.), και η ιδαχή των Δώδεκα Αποστόλων που συνεγράφη μεταξύ 70 και 100 μ.Χ.

Στις επιστολές Ιγνατίου αναφέρετα,

«οι κατ’ άνδρα κοινή πάντες εν χάριτι εξ ονόματος συνέρχεσθε… ένα άρτον κλώντες, ός εστι φάρμακον αθανασίας αντίδοτος του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Χριστώ διαπαντό»[21]

Η αραδο΄χη αυτή δύο σημαντικά σκέλη. Αφενώς τα λεγόμενα, τα οποία φυσικώς δε σύναται λεχούν για ένα απλό γεύμα ενότητας, αλλά και από ποιόν αναφέρονται. Αναφέρονται από ένα εξέχοντα επίσκοπο της εποχής, ο οποίος μάλιστα είχε γνωρίσει και Αποστόλους και τους Προφήτες, από την Τάξη των Προφητών, καθώς και την αποστολική διδασκαλία και παράδοση αυτών. Έτσι ο Ιγνάτιος ο οποίος ήταν άνδρας με μεγάλο εκκλησιαστικό κύρος στην εποχή του, επιβεβαιώνει με σαφή μαρτυρία, πως αυτός ο άρτος και ο οίνος αποτελεί φάρμακο αθανασίας και εν Χριστώ ζωής.

Η Διδαχή των Αποστόλων επίσης (70-100 μ.Χ.) αναφέρει,

«Κατά Κυριακήν δε Κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα υμών, όπως καθαρά η θυσία υμών»[22].
«Περί δε τής ευχαριστίας, ούτως ευχαριστήσατε. Πρώτον περί του ποτηρίου: Ευχαριστούμεν σοι, Πάτερ ημών, υπέρ της αγίας αμπέλου Δαβίδ του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας».
«Ευχαριστούμεν σοι Πάτερ ημών, υπέρ της ζωής και γνώσεως ης εγνώρισας ημίν δια Ιησού του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας».
«Ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο έν, ούτω συναχθήτω σου η Εκκλησία από των περάτων της γης εις την βασιλείαν, ότι σου εστίν η δόξα και η δύναμις δια Ιησού Χριστού εις αιώνας…»[23]

Υποσημειώσεις

  1. Ματθαίον ΚΣΤ΄ 26-28
  2. Ματθ. 15:36· Πράξ. 24:3
  3. 1 Κορ. 11:20· Λουκ. 22:19· 24:35· Πράξ. 2:46
  4. Διδαχή 9:1, 5
  5. Διδαχή 9:2, 3
  6. Πράξεις 12,12,17-21,18-Προς Ρωμαίους 16,5,23-Α΄Κορινθίους 16,19 κ.α.
  7. Messe und Herrenmahl,Bohn
  8. De anima 9
  9. Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου Ιω. Ζηζιούλα, Εκκλησιολογία
  10. Κύριλλος Ιεροσολύμων, Κατήχησις Δ, 3
  11. Ιωάννης Χρυσόστομος. Ευχή αναφοράς της Θείας Λειτουργίας
  12. Iωάννου ΣΤ΄, 53
  13. Έκδοσις Ορθοδόξου Πίστεως Δ΄,13
  14. Ματθαίος 26/κς΄ 26-29
  15. Μάρκος 14/ιδ΄ 21-25
  16. Λουκάς 21/κα΄ 17-20
  17. Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 23-25
  18. Β΄ Θεσσαλονικείς 2/β΄ 15
  19. Πράξεις 2/β΄ 42
  20. Πράξεις 2/β΄ 46
  21. Ιγνατίου επιστολή προς Εφεσίους κεφ. 20.
  22. Διδαχή κεφ. 14
  23. Διδαχή κεφ. 9

Bιβλιογραφία

  • Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002.
  • Ηλία Μηνιάτη, Οι Τρεις περι Πίστεως Λόγοι (Δογματική Ορθοδόξου Εκκλησίας), Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήνα.
  • The Anchor Bible Dictionary, Τόμος 4, 1992, Doubleday.
  • Γ. Κωνσταντίνου, Λεξικόν των Αγίων Γραφών, Εν Αθήναις, 1973/1999.
  • Β. Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 6η έκδ., 1959/1998, Εκδ. Παπαδημητρίου.
  • E.W. Bullinger, A Critical Lexicon and Concordance to the English and Greek New Testament, 1999, Kregel Publications.
  • Η συχνότητα τής "κλάσεως τού άρτου" στην Καινή Διαθήκη