Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Θεία Ευχαριστία"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Αποστολικοί και Μεταποστολικοί χρόνοι)
μ (fr)
 
(59 ενδιάμεσες εκδόσεις από 6 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Η '''Θεία Ευχαριστία''', '''Θεία Κοινωνία''', '''Αγία Κοινωνία''' ή '''Θεία Μετάληψη''' αποτελεί μυστήριο πολλών Χριστιανικών εκκλησιών. Κατά την παράδοση αποτελεί μυστήριο διότι ο ιδρυτής της εκκλησίας [[Χριστός]], στο μυστικό δείπνο προεικόνισε το μυστήριο<ref>Ματθαίον ΚΣΤ΄ 26-28</ref>. Η Θεία Κοινωνία μεταλαμβάνεται συνήθως μετα άρτου και οίνου, τα οποία μεταβάλλονται κατά την ορθοδοξία ή μετουσιώνονται κατά τον Δυτικό τρόπο σκέψης σε σώμα και αίμα Κυρίου. Ο μεταλαμβάνων τη Θεία Ευχαριστία συμμετέχοντας στο μυστήριο, συμμετέχει στο κοινό σώμα της εκάστοτε εκκλησίας.
+
'''Θεία Ευχαριστία''', ''θεία κοινωνία'', ''Αγία Κοινωνία'' ή ''θεία μετάληψη'' αποκαλείται το θεοσύστατο μυστήριο της [[Εκκλησία|εκκλησίας]], το οποίο εις ανάμνηση του σωτήριου πάθους του Κυρίου και προς άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον τελείται κατά τη [[Θεία Λειτουργία]]. Η Θεία Ευχαριστία είναι το μυστήριο το οποίο ικανώνει τα μέλη της εκκλησίας να παραμένουν ενωμένα και να υπερνικούν τις αλλοιωτικές δαιμονικές δυνάμεις. Ο Κύριος σε αυτό το μυστήριο εν αντιθέσει με τα υπόλοιπα, παρίσταται υποστατικώς και ουσιωδώς και όχι απλώς ενεργητικώς. Γι αυτό η Θεία Ευχαριστία τελικά ''"αποτελεί συνέχεια και επέκταση του μυστηρίου της ενανθρωπήσεως και αποτελεί μαζί με το δόγμα της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]] και της ενσαρκώσεως, το ύψιστο μυστήριο της χριστιανικής θρησκείας"''<ref>Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, Η Πίστης των Ορθοδόξων, σελ. 177</ref>.
  
 +
Το μυστήριο αυτό αποκαλείται ευχαριστία αφενός διότι κατά τους Κυριακούς λόγους ''"λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευχαριστήσας έκλασε...λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκε"''<ref>Ματθαίος κστ΄, 26-27</ref>, αφετέρου για την προσφερόμενη από εμάς ευχαριστία, για την εκδήλωση της αγάπης και του ελέους Του προς την ανθρωπότητα<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, Δογματική Γ΄, σελ. 144</ref>.
 +
[[Image:Covered Vessels 2.jpg|right|thumb|250px|Το Άγιο Ποτήριο]]
 +
==Θεολογία==
  
==Ιστορική Αναδρομή==
+
Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι μυστήριο κατά το οποίο μέσω της αναίμακτης παράστασης της σταυρικής θυσίας του Ιησού Χριστού συντελείται η ενότητα και η κοινωνία των μελών της εκκλησιαστικής σύναξης. Στο μυστήριο αυτό, υπάρχει πραγματική παρουσία του Ιησού Χριστού, ο οποίος ως θύμα και θύτης προσφέρει τω [[Θεός Πατήρ|Πατρί]] το σώμα και το αίμα αυτού, υπό τα είδη του άρτου και του οίνου<ref>Χρήστος Ανδρούτσος, Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, σελ. 367</ref> ως ανάμνηση του σταυρικού θανάτου, για την απολύτρωση του ανθρωπίνου γένους<ref>ο.π., σελ. 370-371</ref> και εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον<ref>Ιωάννης στ΄, 54: ''"ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ. "''</ref>.
  
===Εμφάνιση και ρόλος στη Χριστιανική κοινότητα===
+
Το μυστήριο της ''"Θείας Ευχαριστίας"'' είναι το μυστήριο το οποίο διενεργεί την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος και συγχρόνως τρέφει διαρκώς τα μέλη μέχρι την [[ανάσταση]]<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 484</ref>. Έτσι η ''"Θεία Ευχαριστία"'', που αποτελεί τον τύπο της θυσίας του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]], συντελεί την ίδια τη διάσταση του ζωντανού σώματος της εκκλησίας, σε μία [[Εσχατολογία|εσχατολογική]] προοπτική. Λειτουργεί ως μέσο αθανασίας και φάρμακο που συμβάλλει στην ενοποίηση και ζωοποίηση των μελών του σώματος καθαιρώντας τις διαβρωτικές επιρροές. Τελικά μέσω της Θείας Κοινωνίας το σώμα της σύναξης γίνεται ο λαός του Θεού<ref>Ιγνατίου, Προς Εφεσίους 13, 1 PG 5, 656Α</ref>. Η χαρακτηριστική σημασία μάλιστα του ευχαριστιακού γεγονότος διαφαίνεται με εμφατικό τρόπο στα λόγια του Κυρίου ([[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον]]), όπου ο Κύριος αναφέρει πως όποιος συμμετέχει στο ευχαριστιακό Δείπνο του Κυρίου θα έχει ζωή αιώνιο<ref>Ιωάννης στ΄, 54: ''"ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ."''</ref>. Γι αυτό παρατηρείται η διαρκής υπόμνηση του γεγονότος αυτού προς το γεγονός της αναστάσεως. Γι αυτό και το μυστήριο νοείται λειτουργικά, σε διαστάσεις κοινωνικές, αφού πέραν την ενοποιητικής και αγαπητικής δύναμης που παρέχει, τρέφει, οικοδομεί και δίνει κινητήριο δύναμη προς τα έσχατα<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική..., σελ. 486</ref>.
  
Στη χριστιανική εκκλησία του [[1ος αιώνας|1ου αιώνα]] ο όρος εὐχαριστία'' δεν είχε την ειδική έννοια που του αποδόθηκε αργότερα αλλά σήμαινε «απόδοση ευχαριστιών, ευγνωμοσύνη» αλλά και ευχαριστήρια [[προσευχή]] προς τον Θεό. <ref>[[s:Κατά Ματθαίον#ιε'|Ματθ. 15:36]]· [[s:Πράξεις των Αποστόλων#24|Πράξ. 24:3]]</ref> Στην [[Καινή Διαθήκη]] χρησιμοποιούνται οι όροι «κυριακόν δείπνον» και «κλάση του άρτου» για να περιγράψουν το τελετουργικό γεύμα που ο Ιησούς Χριστός έδωσε εντολή στους μαθητές του να τηρούν  λέγοντας: «Τούτο ποιείτε είς τήνν εμήν ανάμνησιν». <ref>[[s:Προς Κορινθίους Α'#11|1 Κορ. 11:20]]· [[s:Κατά Λουκάν#κβ'|Λουκ. 22:19]]· [[s:Κατά Λουκάν#κδ'|24:35]]· [[s:Πράξεις των Αποστόλων#2|Πράξ. 2:46]]</ref> Από τα τέλη του 1ου αιώνα, σύμφωνα με τη [[Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων]], φαίνεται ότι άρχισε να καθιερώνεται η ονομασία «ευχαριστία» με την τεχνική αυτή σημασία. <ref>[[s:Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων#9|Διδαχή 9:1, 5]]</ref> Προφανώς αυτό συνέβη καθώς οι προσευχές πριν από το αναμνηστικό δείπνο άρχιζαν συνήθως με τα λόγια: «Ευχαριστούμέν σοι, πάτερ ημών». <ref>[[s:Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων#9|Διδαχή 9:2, 3]]</ref>.  
+
Η ''"Θεία Ευχαριστία"'' δεν αποτελεί μία απλή ανάμνηση, ούτε μία φανταστική αναπαράσταση της θυσίας του Χριστού, αλλά μια πραγματική θυσία<ref>Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σελ. 453</ref>. Ταυτόγχρονα όμως δεν αποτελεί και μία νέα θυσία, αφού η θυσία του Κυρίου συντελέστηκε ''"άπαξ δια παντός"''. Έτσι δεν έχουμε επανάληψη των γεγονότων του Δείπνου, του πάθους, της ανάστασης, αλλά αυτά καθίστανται παρόντα<ref>ο.π., 453</ref>. Όπως ο ''P. Evdokimov'' υπομνηματίζει ''"Όλα τα Άγια Δείπνα της εκκλησίας δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα αιώνιο και μοναδικό δείπνο, το Δείπνο του Χριστού στο Υπερώο. Η ίδια θεία πράξη λαμβάνει χώρα ταυτόχρονα σε μία συγκεκριμένη στιγμή της ιστορίας, και προσφέρεται πάντοτε με το μυστήριο"''<ref>Paul Evdokimov, L'Orthodoxie, σελ. 241</ref>. Οι πιστοί τελικά μεταλαμβάνοντας των αχράντων μυστηρίων, ''"ενώνονται με αυτόν μυστικώς καθιστάμενοι κοινωνοί της θείας φύσεως"''<ref>Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, Η Πίστη των Ορθοδόξων, σελ. 176</ref>.  
  
Κατά τα πρώτα αποστολικά χρόνια η Θεία Ευχαριστία αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Με αυτή συνδέονταν όλες οι άλλες λατρευτικές και πνευματικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Στη Θεία Ευχαριστία συμμετείχαν όσοι ήσαν [[Βάπτισμα (Χριστιανισμός)|βαπτισμένοι]], ενώ συνδυαζόταν με κοινή εστίαση των πιστών, τις λεγόμενες «αγάπες». Με βάση την [[Καινή Διαθήκη]]<ref>Πράξεις 12,12,17-21,18-Προς Ρωμαίους 16,5,23-Α΄Κορινθίους 16,19 κ.α.</ref> η Θεία Ευχαριστία τελείτο συνήθως σε ιδιωτικές κατοικίες. Το  εκκλησιαστικό γεγονός τελούνταν με συμμετοχή όλων των πιστών της εκάστοτε τοπικής εκκλησίας, με εξαίρεση ορισμένων ιουδιαοχριστιανικών ομάδων τις Μικράς Ασίας. Η Θεία Ευχαριστία περιείχε «κλάση» του άρτου, την «ευλογία» του ποτηρίου αλλά και κατήχηση με ανάγνωση γραφών, προφητείες, προσευχές και ύμνους. Οι αγάπες κατά το β΄ αιώνα διαχωρίστηκαν απο την Θεία Ευχαριστία λόγω καταχρήσεων που παρουσιάστηκαν.
+
Η Θεία Ευχαριστία κατά την ορθόδοξη πατερική παράδοση διατηρεί τρισσό χαρακτήρα. Την ιλαστήριο φύση, η οποία εξιλεώνει τις ανθρώπινες αμαρτίες, τον ευχαριστιακό χαρακτήρα, δηλαδή την απόδοση ευγνωμοσύνης προς το ζωοδότη, την ικετήριο μορφή, για παροχή ζωής και πνευματικών αγαθών<ref>Χρ. Ανδρούτσος, ενθ.αν., σελ. 374-375</ref>. Η θυσία αυτή προσφέρεται και υπέρ τεθνεώτων, ενώ η ενέργειά της ποτέ δε μπορεί να νοηθεί με μηχανικούς ή μαγικούς τρόπους. Η συνέργεια του ανθρώπου, η θέληση δηλαδή και βούλησή του, συνάμα με την καθαρότητα και την προετοιμασία του, είναι αυτή που αποδίδει καρπούς από το ''"φρικτό"'' αυτό μυστήριο.
  
Αρχικά τελείτο καθημερινώς τις απογευματινές ώρες. Ήδη όμως κατά τον 1ο αιώνα ξεχώριζε η τελούμενη Θεία Ευχαριστία της Κυριακής. Μάλιστα κατα την Κυριακή τελούνταν δύο συνάξεις μια «εωθινή» και μια «εσπερινή» κατά την οποία και τελείτο η Θεία Ευχαριστία. Ο λόγος για τον οποίο όμως μεταφέρθηκε πρωί η σύναξη, σήμερα δε βρίσκει πειστικές εξηγήσεις. Επικράτησε η άποψη πως η κατηγορία του [[Πλίνιος|Πλινίου]] κατά των Χριστιανών ως «μυστική εταιρία» και ο διωγμός που εξαπέλυσε οδήγησε την εκκλησία να μεταθέσει στην «εωθινή» σύναξη της Κυριακής τη Θεία Ευχαριστία και εν συνεχεία να καθιερωθεί. Αυτό όμως τελικά δε φαίνεται αρκετά πειστικό, αφού αυτή η μεταφορά τελικά δεν απάλλασε απο τις όποιες υποψίες τους χριστιανούς, που συνέχισαν την τέλεσή της.
+
Συνάμα όμως αποδίδει σε κάθε πιστό ιδιότητες που συγκεφαλαιώθηκαν στο Χριστό, δηλαδή το βασιλικό και το ιερατικό ήθος. Το βασιλικό ήθος αποδίδεται στον άνθρωπο έτσι ώστε ο άνθρωπος να αποκαταστήσει την κυριαρχία του ανθρώπινου προσώπου πάνω στη [[φύση]], να υπερνικήσει το θέλημα της φύσης και να την αναδείξει σε δυνατότητα προσωπικής ζωής, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μην είναι πια δούλος των απαιτήσεων και των αναγκών της, αλλά κύριος και άρχοντας πάνω στα πράγματα της φυσικής και προσωπικής δημιουργίας, πρώτιστα δε στην προσωπική του υπόσταση, με αποτέλεσμα να ανακλά τη δόξα της εικόνας του τριαδικού Θεού<ref>Χ. Γιανναράς, Η ελευθερία του Ήθους, σελ. 136</ref>. Το ιερατικό ήθος αναφέρεται στο γεφύρωμα της κτιστής πραγματικότητας με τη θεία. Είναι δηλαδή ο φυσικός δεσμός που ενοποιεί την κτιστή φύση με τις θείες ενέργειες, που βοηθά τον άνθρωπο να υπερβεί την προσκόληση από τα γήινα ώστε αυτά να γίνουν μέσο συνάντησης του ανθρώπου με το Θεό, των ενεργειών του ανθρωπίνου προσώπου και τελικά με τις θείες ενέργειες της υποστατικής ένωσης κτιστού και άκτιστου που οδηγούν στην αγιότητα<ref>Χ. Γιανναράς, Η ελευθερία του Ήθους, σελ. 140</ref>.
  
===Το λειτουργικό πλαίσιο της Θείας Ευχαριστίας===
+
==Σύσταση και αγιογραφική θεμελίωση==
  
Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας κατά τον πρώτο αιώνα παραμένει σήμερα σχεδόν άγνωστος λόγω κυρίως «απόρρητης πειθαρχίας» (disciplina arcani) που επικρατούσε στους εκκλησιαστικούς κύκλους της εποχής, που είχαν μάλιστα οδηγήσει τους αντιπάλους και πολέμιους του χριστιανισμού σε δαιμονοποίηση του Ευχαριστιακού γεγονότος. Οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε έχουν έμμεσο χαρακτήρα αναφορών, όπως οτι η λειτουργία που τελείτο είχε μέρη διδακτικό και μυστηριακό, εξού και οι κατηχούμενοι απαγορευόταν να παρακολουθήσουν. Σε μια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση μάλιστα ο H.Lietzmann<ref>Messe und Herrenmahl,Bohn</ref> θεωρεί πως πρέπει να γίνει μια διάκριση του Κυριακού δείπνου σε δύο τύπους, εκ των οποίων ο ένας ήταν δείπνος συναδελφώσεως και ενότητας των χριστιανών μεταξύ τους και προς τον Κύριο, ο δε άλλος ήταν μυστηριακός δείπνος σε ανάμνηση της θυσίας του Κυρίου. Έτσι ο πρωτος ταυτιζόταν προς τη συνεστίαση του Χριστού με του μαθητές του, που τελείτο απο την πρώτη χριστιανική κοινότητα της Παλαιστίνης, ενώ ο δεύτερος με το μυστικό δείπνο και τελείτο απο τις Ελληνικές κοινότητες των χριστιανών.  
+
Πως το μυστήριο της Ευχαριστίας έχει σταθερή [[Αγία Γραφή|αγιογραφική]] βάση και σύσταση, δε χωρά αμφισβητήσεως<ref>Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 151</ref>. Εν αρχή και προ του Μυστικού Δείπνου, είναι χαρακτηριστικό πως ο ίδιος είχε προειδοποιήσει τους μαθητές του, πως θα παρέδιδε ένα νέο [[Πάσχα]]<ref>Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 151</ref>. Η προαναγγελία μάλιστα του γεγονότος αυτού έγινε μετά το θαύμα της διατροφής των πεντάκις χιλίων.
  
Κατά το 2ο αιώνα υπάρχει σχετική γραμματεία η οποία συνδυασμένα μας δίνει κάποιες πληροφορίες. Κατά το πρώτο μέρος απαγέλλονταν αναγνώσματα απο προφητικά βιβλία της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]] ή τους [[Ψαλμός|ψαλμούς]], πραγμοτοποιείτο κύρηγμα του προεστώτος αλλά και η ανάγνωση ευχών. Ο [[Τερτυλλιανός]]<ref>De anima 9</ref> υπαινίσσεται και απαγγελία ψαλμών και ύμνων. Στο μυστηριακό μέρος κατά τον [[Ιουστίνος ο Μάρτυρας|Ιουστίνο]], έχουμε ασπασμό ειρήνης, προσφορά τιμίων δώρων και ολοκληρονώταν με την Θεία Ευχαριστία. Το «σώμα» το προσέφερε ο [[Επίσκοπος|επίσκοπος]], ενώ το «αίμα» με το Άγιο ποτήριο ο [[Διάκονος|διάκονος]]. Το «σώμα» Κυρίου δύνατο να ληφθεί και μετά το πέρας της συνάξεως, όπως δύνατο να το λάβουν και όσοι δεν παρεβρίσκονταν στην ευχαριστιακή σύναξη. Επίσης ο Ιουστίνος αναφέρει «κράση» δηλαδή ανάμιξη ύδατος και οίνου. Οι πιστοί όταν λάμβαναν τον άρτο ήσαν ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε να μην πέσουν ψυχία, ενώ τηρείτο συγκεκριμένη στάση των χειρών κατά τη παράδοση, ήτοις το αριστερό χέρι σφιχτά κάτω απο το δεξί.
+
Αλλά ο [[Ιησούς Χριστός|Ιησούς]] στην Καπερναούμ διακηρύσσει εαυτόν ως άρτον ζωής, από τον οποίο οι τρεφόμενοι, ουδέποτε θα πεινάσουν. Ο άρτος είναι η σάρξ του, που θα δοθεί υπέρ του κόσμου:
  
==Η Θεολογία της Θείας Ευχαριστίας==
+
:''"ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς. οἱ πατέρες ὑμῶν ἔφαγον τὸ μάννα ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ ἀπέθανον· οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων, ἵνα τις ἐξ αὐτοῦ φάγῃ καὶ μὴ ἀποθάνῃ. ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς."'' Συνάμα βεβαιώνει πως η σαρξ αυτού αληθώς εστί βρώση και το αίμα αυτού πόσις<ref>Ιωάννης στ΄ 48-51</ref>.
  
 +
Ο άρτος αυτός επίσης θα παρέχει ζωή αιώνιο:
  
Η Θεία Ευχαριστία αποτελεί το σπουδαιότερο μυστήριο της Εκκλησίας. Θεωρείται ότι αποτελεί πρόγευση των εσχάτων, της Βασιλείας του Θεού. Στο παρελθόν όλα τα υπόλοιπα μυστήρια τελούνταν μέσα στη Θεία Ευχαριστία, από τον 12ο αιώνα και μετά όμως άρχισαν να τελούνται χωριστά<ref>[http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/ST2d.htm#11 Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου Ιω. Ζηζιούλα, Εκκλησιολογία]</ref>.
+
:''"οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, οὐ καθὼς ἔφαγον οἱ πατέρες ὑμῶν τὸ μάννα καὶ ἀπέθανον· ὁ τρώγων τοῦτον τὸν ἄρτον ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα"''<ref>Ιωάννης στ΄ 58</ref>,
  
Στη Θεία Ευχαριστία ο άρτος και ο οίνος, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μετατρέπονται-μεταβάλλονται σε «σώμα» και «αίμα» Κυρίου. Κατά τον [[Ιγνάτιος Φιλαδελφείας|Ιγνάτιο Φιλαδελεφείας]] αποτελεί «φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του μη αποθανείν αλλά ζην εν Χριστώ Ιησού δια παντός». Επίσης αναφέρει «την ευχαριστίαν σάρκα είναι του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπερ ημών των αμαρτιών παθούσαν, εν τη χρηστότητι ο Πατήρ έγειρε». Ο μεταλαμβάνων την θεία Ευχαριστία ενώνεται μυστικώς με τον ίδιο τον Ιησού Χριστό<ref>Κύριλλος Ιεροσολύμων, Κατήχησις Δ, 3</ref>. Ο λόγος που καλείται Θεία Ευχαριστία προκύπτει απο δύο λόγους, αφενώς διότι ο Ιησούς Χριστός πρωτού τα παραδόσει Ευχαρίστησε τον Πατέρα και αφετέρου διότι είναι Ευχαριστία και εκ μέρους των πιστών <ref>Ιωάννης Χρυσόστομος. Ευχή αναφοράς της Θείας Λειτουργίας</ref>. Η Θεία Ευχαριστία κατά το ρηθέν του Ευαγγελιστή Ιωάννη αποτελεί για ένα ορθόδοξο το κέντρον της ζωής του<ref>Iωάννου ΣΤ΄, 53</ref>. Αυτή η λεγόμενη και «αναίμακτη» θυσία, προσφέρεται ως ιλαστήριος, ικετήριος, ευχαρίστήριος θυσία προς την πραγματική αναίμακτον σταυρική θυσία του Χριστού, υπέρ πάντων των Αγίων, εξαιρέτως υπέρ της Υπεραγίας Θεοτόκου, των κεκοιμημένων και ζώντων και εν ασθενείες, των οδοιπορούντων, υπέρ πάντων και πασών. Ο [[Ιωάννης ο Δαμασκηνός]] δε, χαρακτηρίζει τη μεταβολή ως ανερμήνευτον και ανεξερεύνητον<ref>Έκδοσις Ορθοδόξου Πίστεως Δ΄,13</ref>. Ο κάθε ορθόδοξος δε δύναται να μετέχει κατά βούληση αν δεν έχει προηγηθεί κάθαρση. Ο  [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος|ιερός Χρυσόστομος]] αναφέρει «...ο μεν γαρ εναγείς και ακάθαρτος ουδέ εν εορτή δίκαιος...ο δε καθαρός και δια μετανοίας ακριβούς αποσμηξάμενος και πλημελλήματα και εν εορτή και αεί δίκαιος...». Έτσι προ του «φοβερού βήματος του Χριστού» απαιτείται εξομολόγηση, μετάνοια και νηστεία.
+
ενώ διαβεβαιώνει πως η σάρκα του αληθινά είναι τροφή και πως όποιος τη γευτεί θα ζει με τον Κύριο ενωμένος:
  
== Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας ==
+
:''"ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις. ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ"''<ref>Ιωάννης στ΄ 55-56</ref>.
  
=== Εισαγωγή ===
+
Χαρακτηριστικό εδώ είναι μάλιστα πως οι μαθητές του Κυρίου θεώρησαν το λόγο αυτό πολύ σκληρό:
[[Image:Chalice.jpg|right|150px|thumb|Το Άγιο Ποτήριον]]Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας στη χριστιανική πίστης εποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό λόγο θεολογικής διαμάχης κατά το 17ο αιώνα. Μέχρι τότε η ολοένα αυξανόμενη επιρροή των ροτεσταντικών και δυτικών χριστιανικών θεολογικών τάσεων, είχε σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική θεολογική προσέγγιση στο θέμα της συχνότητας της Θείας Ευχαριστίας. Σε αυτή τη δύσκολη και ταραγμένη περίοδο οπού η ελλαδική εκκλησία και έθνος βρισκόταν σε υποδούλωση και η προσυλητιστικές τάσεις και προσμίξεις διαφόρων αιρετικών αποχρώσεων, γ μορφή των κολυβάδων πατέρων προσηλωμένη στην πατερική φιλοκαλική παράδοση της ανατολής και των μεγάλων πατέρων της, έδωσε μια μεγάλη θεολογική μάχη στον επίμαχο τομέα. Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης μέσα από την απόδειξη της αδιάκοπης και αυθεντικής έκφρασης της αποστολικής παραδόσεως της ορθοδόξου πίστεως, τελικά επικράτησε μέσα από την απόδειξη τόσο των ευαγγελικών και αποστολικών λόγων, όσο και των πατερικών κειμένων, παρά τις διώξεις, τις στερήσεις και τη διαρκή διαπόμπευση. Η αναγκαιότητα της διαρκούς πνευματικής ετοιμασίας και της ανάγκης συχνής μεταλήψεως του σωτήριου μυστηρίου που παρέδωσε ο Ιησούς Χριστός εις ανάμνησην της θυσίας Του, μέσα από τη θεολογική τεκμηρίωσή της, επικράτησε στον ορθόδοξο βίο, ως  απαραίτητο σωτηριώδες βήμα, στο χριστιανικό βίο και πράξη.   
 
  
=== Καινή Διαθήκη ===
+
:''"Πολλοὶ οὖν ἀκούσαντες ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἶπον· σκληρός ἐστιν οὗτος ὁ λόγος· τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;"''<ref>Ιωάννης στ΄, 60</ref>.
  
Ο Ιησούς Χριστός, είπε για τη Θεία Κοινωνία: "Τούτε ποιείτε, οσάκις αν πίνητε, εις την εμήν ανάμνησιν"<ref>Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 25</ref>. Εδώ ο Κύριος, αν και δεν μας προσδιόρισε πότε πρέπει να γίνεται, χρησιμοποίησε τη λέξη: "οσάκις". Αυτό σημαίνει ότι δεν έθεσε περιορισμούς στο χρόνο τέλεσής της.
 
  
 +
Αλλά η σύσταση του ιδίου του Μυστήριου υπάρχει και στις τέσσερις περιγραφές των ευαγγελιστών, περιγράφοντας τα γεγονότα του Μυστικού Δείπνου. Σύμφωνα με το [[Ευαγγελιστής Μάρκος|Μάρκο]]:
  
Οι απόστολοι τελούσαν την "κλάση τού άρτου" από πολύ νωρίς, κατά την εντολή τού Κυρίου να την τελούν σε ανάμνησή Του. Ήδη σε άλλη μελέτη έχει αποδειχθεί οτι η έννοια της φράσης "κλάση τού άρτου", σημαίνει τη Θεία Ευχαριστία. Με τη βοήθεια αυτής της φράσης λοιπόν, θα δούμε τη συχνότητα με την οποία τελούσε η πρώτη Εκκλησία τη Θεία Ευχαριστία.
+
:''"Καὶ ἐσθιόντων αὐτῶν λαβὼν ὁ ᾿Ιησοῦς ἄρτον εὐλογήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου. καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς, καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτό ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον"''<ref>Μάρκος 22-24</ref>.
  
Στις Πράξεις <ref>2/β΄ 42</ref>, αναφέρεται ότι οι πρώτοι Χριστιανοί "ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή τών αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει τού άρτου και ταις προσευχαίς". Και λίγα εδάφια πιο κάτω, στο εδάφιο 46, προσθέτει ότι "καθ' ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντές τε κατ' οίκον άρτον μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας". Η κλάσις τού άρτου λοιπόν, γινόταν '''κάθε μέρα'''.
+
Κατά το [[Απόστολος Ματθαίος|Ματθαίο]]:
  
Στις Πράξεις 20/κ΄ 7-11, Παρουσιάζονται οι μαθηταί στην "μία τών Σαββάτων", (δηλαδή την πρώτη από τα Σάββατα που είχαν αργία, την Κυριακή), "τού κλάσαι άρτον". Μαζεύτηκαν δηλαδή για την "κλάση τού άρτου" την Κυριακή. Γιατί οι πρώτοι Χριστιανοί, την "πρώτη ημέρα" τής εβδομάδος κατά την οποία αναστήθηκε ο Κύριος, την αφιέρωσαν σ' Αυτόν, και την ονόμασαν από τότε ως σήμερα: "Κυριακή". Και εκτός από τις άλλες ημέρες, ειδικά και την Κυριακή τελούσαν την κλάση τού άρτου.
+
:''"᾿Εσθιόντων δὲ αὐτῶν λαβὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου· καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον καὶ εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν."''<ref>Κατά Ματθαίον κστ΄, 26-28</ref>.
  
Πράγματι η "πρώτη τών Σαββάτων", η ημέρα στην οποία αναστήθηκε ο Κύριος, από τους Χριστιανούς εξυψώθηκε ως "τύπος" τής μελλούσης ημέρας τού Κυρίου και τού μέλλοντος αιώνος, και από τότε ονομάστηκε Κυριακή. Αυτό φαίνεται στην Αποκάλυψη<ref>1/α΄ 10</ref>: "εγενόμην εν πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρα..." Εκεί φαίνεται καθαρά, ότι ο Ιωάννης έλαβε την Αποκάλυψη, την Κυριακή.
+
Σύμφωνα με το [[Ευαγγελιστής Λουκάς|Λουκά]]:
  
Μερικοί λένε ότι εκεί εννοεί ότι ο Ιωάννης δήθεν μεταφέρθηκε σε όραμα στην "ημέρα τού Κυρίου", όπου θα έβλεπε προφητικά την Αποκάλυψη. Κάτι τέτοιο όμως, είναι λάθος για τους εξής λόγους:
+
:''"καὶ λαβὼν ἄρτον εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν διδόμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ αἵματί μου, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν ἐκχυνόμενον."''<ref>Λουκάς κβ΄, 19-20</ref>.
  
# Η ημέρα τού Κυρίου ήταν τότε (και είναι ακόμα) μελλοντική <ref>Β΄ Θεσσαλονικείς 2/β΄ 2</ref>.
+
Ο [[Απόστολος Παύλος]], όχι απλώς τονίζει τα τεκταινόμενα του παραληφθέντος [[Ιερά Μυστήρια|μυστηρίου]] από της συστάσεώς του κατά το Μυστικό Δείπνο, αλλά θέτει προ των ευθυνών το ποίμνιο σε περίπτωση που μεταλαμβάνει αναξίως:
# Πουθενά αλλού η Αγία Γραφή δεν χρησιμοποιεί τη λέξη: "Κυριακή" για την ημέρα τού Κυρίου, ώστε να υποθέσουμε ότι η έννοια ταυτίζεται και εδώ. Παντού χρησιμοποιεί τη φράση: "ημέρα τού Κυρίου", και όχι "Κυριακή".
 
#Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι ο Ιωάννης πιθανόν να μιλούσε για την ημέρα τού Κυρίου, η διατύπωσή του είναι η εξής: "εγενόμην εν πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρα".<ref>Αποκάλυψις 1/α΄ 10</ref>. Η λέξη "εν", σημαίνει ότι "μέσα", "κατά τη διάρκεια" τής Κυριακής ημέρας "έγινε εν πνεύματι", δηλαδή είχε αυτή την εμπειρία. Δεν λέει ότι μεταφέρθηκε στην Κυριακή ημέρα, ούτε ότι είδε την Κυριακή ημέρα, ώστε να εννοείται εδώ δήθεν η ημέρα τού Κυρίου. Βρισκόταν ΗΔΗ στην Κυριακή ημέρα, όταν του δόθηκε η Αποκάλυψη.
 
  
=== Αποστολικά έτη ===
+
:''"ἐγὼ γὰρ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου ὃ καὶ παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος ᾿Ιησοῦς ἐν τῇ νυκτί ᾗ παρεδίδοτο ἔλαβεν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τὸ σῶμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐστὶν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι· τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἂν πίνητε, εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἂν ἔλθῃ. ὥστε ὃς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πίνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου. δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω· ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου."''<ref>Προς Κορινθίους Α΄, ια΄, 23-29</ref>.
  
Στο ίδιο πνεύμα, ο απόστολος Παύλος, στην Α΄ Κορινθίους<ref>11/ια΄ 20</ref>, μιλάει για "Κυριακό δείπνο", όχι επειδή ονομάζεται: "δείπνος" η Θεία Ευχαριστία, αλλά επειδή τότε γινόταν στα πλαίσια "δείπνου", όπως έγινε την πρώτη φορά από τον Χριστό. Οι Χριστιανοί τότε, μαζί με τη Θεία Μετάληψη, τελούσαν και τις "Αγάπες". Οι Αγάπες, ήταν αυτό το δείπνο, όπου ο κάθε Χριστιανός έφερνε μαζί του φαγητό από το σπίτι του, και ενώ δειπνούσαν, τελούσαν και τη Θεία Ευχαριστία. Έτσι, καταλαβαίνουμε ότι αποτελεί παρανόηση, το ότι κάποιες αιρέσεις σήμερα αποκαλούν τη Θεία Ευχαριστία "Δείπνο τού Κυρίου".
+
Τέλος χαρακτηριστική είναι η προφητική ρήση του μυστηρίου ήδη από την [[Παλαιά Διαθήκη]]. Μάλιστα είναι γεγονός πως αρκετοί πατέρες της εκκλησίας υπομνηματίζουν το χωρίο αυτό. Έτσι στο βιβλίο του [[Μαλαχίας|Μαλαχία]] (1, 11) αναφέρεται:
  
Στην Α΄ Κορινθίους<ref>11/ια΄ 20-28</ref>, περιγράφεται από τον Παύλο, το πώς τελείτο, ενώ επικρίνει τον τρόπο τών Κορινθίων για τα έκτροπα που συνέβαιναν σε αυτές τις Αγάπες, καθώς σε αυτές τελείτο και η Θεία Ευχαριστία. (Λόγω τών εκτρόπων αυτών που συνέβαιναν και αλλού, αργότερα η Εκκλησία κατάργησε τις Αγάπες, και έκτοτε η Θεία Λειτουργία τελείται μόνη της). Ως τότε όμως, που τα λέει αυτά ο Παύλος, τελούνταν μαζί.
+
:''"διότι ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου ἕως δυσμῶν τὸ ὄνομά μου δεδόξασται ἐν τοῖς ἔθνεσι, '''καὶ ἐν παντὶ τόπῳ θυμίαμα προσάγεται τῷ ὀνόματί μου καὶ θυσία καθαρά''', διότι μέγα τὸ ὄνομά μου ἐν τοῖς ἔθνεσι, λέγει Κύριος παντοκράτωρ"''.
  
Ο λόγος που τα αναφέρουμε αυτά τα παραπάνω, είναι ο εξής: Αν ο Παύλος, επικρίνοντας τους Κορινθίους, αναφερόταν σε μία μόνο σύναξη κάθε χρόνο, (όπως υποστηρίζουν κάποιοι σήμερα, που νομίζουν ότι πρέπει η Κλάση τού Άρτου να τελείται μία φορά το χρόνο), τότε τα λόγια του δεν θα είχαν νόημα. Αν αναφερόταν σε μία μόνο σύναξη στις πάνω από 50 τού έτους, θα χειριζόταν το θέμα αυτό ως "εξαίρεση". Όμως εδώ, ο Παύλος το χειρίζεται ως "συνήθες". Αναφέρει για παράδειγμα στο εδάφιο 18: "συνερχομένων υμών εν Εκκλησία". Και με τη φράση αυτή, δείχνει ότι οι παρακάτω επικρίσεις του, αναφέρονται σε '''κάθε''' Εκκλησιαστική σύναξη. Και αυτό επιβεβαιώνεται και στο εδάφιο 20, καθώς συνεχίζοντας λέει: «συνερχομένων ουν υμών επί το αυτό, ουκ έστιν Κυριακόν δείπνον φαγείν...». Η λέξη: "ουν", δηλαδή "λοιπόν", δείχνει ότι αυτά που αναφέρει, αφορούν τα ίδια που ανέφερε πιο πάνω, δηλαδή τη «σύναξη εν Εκκλησία», καθώς το Σώμα τού Κυρίου, η Εκκλησία, γίνεται φανερό στη Θεία Κοινωνία. Τέτοια θέματα λοιπόν, υπήρχαν σε όλες τις συναθροίσεις τους, και οι συναθροίσεις τους αυτές, συμπεριελάμβαναν τον "Κυριακό Δείπνο".
+
==Ιστορική αναδρομή==
  
Ο απόστολος Παύλος, ίδρυσε την Εκκλησία τής Κορίνθου, το 51-52 μ.Χ., και έμεινε εκεί 18 μήνες. Αν είχε κάνει Θεία Ευχαριστία ο Παύλος εκεί, και ήταν ετήσιο γεγονός, προλάβαινε να την τελέσει μόνο μία φορά μαζί τους. Την επιστολή του αυτή που εξετάζουμε εδώ, την Α΄ Κορινθίους, την έστειλε το 55 μ.Χ. Έτσι, αν η Θεία Ευχαριστία γινόταν μόνο μία φορά το χρόνο, οι Κορίνθιοι είχαν το πολύ 3 φορές ευκαιρία να την τελέσουν. Πώς λοιπόν πρόλαβαν σε 3 φορές μόνο να δημιουργήσουν τέτοιο πρόβλημα, αν τελούσαν τη Θεία Ευχαριστία μόνο μία φορά το χρόνο; Αυτό δείχνει ότι ήταν κάτι σύνηθες, εκείνο στο οποίο αναφερόταν ο Παύλος.
+
Κατά τα πρώτα αποστολικά χρόνια η Θεία Ευχαριστία αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Με αυτή συνδέονταν όλες οι άλλες λατρευτικές και πνευματικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Η ευχαριστιακή σύναξη προς ''"κλάση του άρτου"'', υπεμφαίνεται στις [[Πράξεις των Αποστόλων]] πως τελείτο καθημερινά (Πράξεις 2,46)<ref>Πράξεις 2, 46: ''"καθ᾿ ἡμέραν τε προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἱερῷ, κλῶντές τε κατ᾿ οἶκον ἄρτον, μετελάμβανον τροφῆς ἐν ἀγαλλιάσει καὶ ἀφελότητι καρδίας,"''</ref>, ενώ θεωρείται βέβαιο πως τελείτο κάθε Σάββατο βράδυ προς Κυριακή (Πράξεις 20,7)<ref>Πράξεις 20,7 :''"7 ᾿Εν δὲ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων συνηγμένων τῶν μαθητῶν κλάσαι ἄρτον, ὁ Παῦλος διελέγετο αὐτοῖς, μέλλων ἐξιέναι τῇ ἐπαύριον, παρέτεινέ τε τὸν λόγον μέχρι μεσονυκτίου.
 +
"''</ref>, ως ανάμνηση του μεσσιανικού δείπνου του Χριστού. Ταυτιζόταν δε με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και περιείχε σαφή λειτουργική έννοια περιλαμβάνοντας διδαχή, προσευχή, κοινωνία, ευλογία και δείπνο<ref>Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική ιστορία, σελ. 36</ref>. Κατά τον ''H. Lietzmann'' μάλιστα πρέπει να γίνει σαφής διαχωρισμός μεταξύ του δείπνου που τελείτο και του μυστηρίου<ref>H. Lietzmann, Messe und Herrenmahl, Bonn 1926, 238-263</ref>. Έτσι είναι γενικά αποδεκτό πως ''"δεν είναι δυνατόν να ταυτίσουμε την απλή συνεστίαση προς την ''"κλάσιν του άρτου"'' των μαρτυριών των Πράξεων"''<ref>Βλάσιος Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 37</ref>. Το πότε λάμβανε χώρα το ευχαριστιακό δείπνο, δηλ. πριν ή μετά το μυστήριο, δεν υπάρχει κάποια σαφής ένδειξη, αλλά το βέβαιο είναι πως επικράτησε η πρόταξη του μυστηρίου από το Δείπνο. Από την άλλη μεριά το Δείπνο αυτό στην πρωτοχριστιανική εκκλησία δεν πρέπει να ταυτίζεται με τις [[αγάπες]], οι οποίες κατά βάση μαρτυρούνται το β΄ αιώνα. Εν πάση περιπτώσει περί το 150 σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ιουστίνου, το δείπνο είχε αποχωριστεί από το μυστήριο, διατήρησε όμως μερικά εξωτερικά χαρακτηριστικά, όπως την κλάση του άρτου και την ευλογία του ποτηρίου, δίχως να εννοούνται όμως ως ευχαριστία<ref>Βασ. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 102</ref>. Κατά τον 7ο πλέον αιώνα, η κλάσις του άρτου απέκτησε άλλη μορφή, σε ιδιαίτερο τελετουργικό και διατηρώντας το όνομά της (η λεγόμενη αρτοκλασία)<ref>ο.π.</ref>.
  
Σε αυτό συνηγορεί και η λέξη: "συνερχομένων", που χρησιμοποιεί ο Παύλος στο εδάφιο 20, που είναι μετοχή Ενεστώτα, και συνεπώς χρησιμοποιείται για γεγονότα που λάμβαναν χώραν συνεχώς και κατά συνήθειαν, και όχι διακεκομένα και σποραδικά, σαν να γίνονταν κατ' εξαίρεσιν μία φορά το χρόνο.
+
Κατά την αρχαία συνήθεια της πρώτης εκκλησίας η Θεία ευχαριστία τελείτο σε ιδιωτικές κατοικίες, όπως μαρτυρείται μέσα από την [[Καινή Διαθήκη]] (Πράξεις 12,12,17. 21,18 κ.α.)<ref>Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 54</ref>. Στο μυστήριο συμμετείχαν κατά βάση τα μέλη της τοπικής εκκλησίας, ενώ σε μερικές περιπτώσεις κυρίως στη Μ. Ασία επιτρεπόταν και η συμμετοχή εξ εθνών χριστιανών. Ο χρόνος τέλεσής του ήταν Σάββατο εσπέρα, αλλά εδώ θα πρέπει να τονιστεί πως με βάση τον τρόπο αλλαγής της ημέρας, θεωρείτο ήδη Κυριακή, αφού η αλλαγή της ημέρας για την εποχή γινόταν τις εσπερινές ώρες, της προηγούμενης ημέρας. Το Κυριακό Δείπνο αργότερα αποχωρίστηκε από το μυστήριο και καθιερώθηκαν οι αγάπες, λόγω καταχρήσεων που παρατηρήθηκαν<ref>Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 264</ref>. Παράλληλα με την εσπερινή σύναξη, τελείτο και την Κυριακή το πρωί μία εωθινή, η οποία όμως δεν περιείχε τέλεση του Μυστηρίου. Αργότερα όμως μεταφέρθηκε η τέλεση κατά την πρωινή σύναξη, χωρίς να μπορούμε να εξακριβώσουμε την αφορμή. Πιθανότερη εκδοχή θεωρείται ο διωγμός του Πλινίου του νεωτέρου, που είχε όμως τοπική ισχύ, γι αυτό ισχυρά ερείσματα βρίσκει και η πιθανότητα να ήταν θέλημα των χριστιανών, ώστε να μην παρατείνεται η ολοτελής νηστεία για μεγάλο χρονικό διάστημα<ref>ο.π.</ref>. Υπεύθυνος για τη τέλεση του μυστηρίου ήταν συνήθως ο επίσκοπος, ενώ κάθε ένα μέλος έφερε δικό του ποτήριο με οίνο, το οποίο καθαγιαζόταν για το σκοπό του μυστηρίου<ref>Βασ. Στεφανίδης, ενθ.αν., σελ. 102</ref>.
  
Στην Α΄ Κορινθίους 4/δ΄ 17, λέει ο Παύλος: "δια τούτο έπεμψα υμίν Τιμόθεον... ος υμάς αναμνήσει τας οδούς μου τας εν Χριστώ..." Αν ο Παύλος είχε στείλει τον Τιμόθεο, (είναι εμφανές ότι ήδη τον είχε στείλει όταν έγραφε την επιστολή αυτή), δεν θα χρειαζόταν να τους τα λέει όλα αυτά άμεσα για τον "Κυριακό Δείπνο" και τα προβλήματα που είχαν σε αυτόν. Το ότι όμως παρά την αποστολή τού Τιμοθέου, σπεύδει να τους τα γράψει, δείχνει ότι το γεγονός δεν ήταν ετήσιο, αλλά ΠΟΛΥ ΣΥΧΝΟΤΕΡΟ, κάτι που ήθελε να προλάβει. Διαφορετικά δεν θα βιαζόταν για κάτι που γινόταν μία μόνο φορά το χρόνο.
+
Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί και μία ακόμα αρχαία συνήθεια της εκκλησίας. Τα Τίμια Δώρα τηρούμενα στην εκκλησία, αποστέλλονταν από τους διακόνους στα σπίτια των ασθενών και των αιχμαλώτων ή παραλαμβάνονταν από ασκητές ή πιστούς προς ιδιαίτερη μετάληψη και οδοιπορία<ref>Κυπριανός Καρθαγένης, de laps, 26. Τερτυλλιανός ad uxor II, 5</ref>. Το έθος αυτό μάλιστα διατηρήθηκε μέχρι και το 12ο αιώνα. Επίσης τα Τίμια Δώρα προσκυνούνταν υπό τον πιστών, μετά από γονυκλισία, στη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας και κατά την είσοδο των προηγιασμένων δώρων. Μια τέτοια προσκύνηση φυσικά ανήκει στον αληθινά παρόντα σωματικώς Ιησού Χριστό, που ευρίσκεται στα [[Τίμια Δώρα]] και όχι στην ύλη ή τη νοητή παρουσία του<ref>Χρ. Ανδρούτσος, Δογματική..., ενθ.αν., σελ. 356</ref>.
  
Επίσης, ο Παύλος πήγε στην Κόρινθο την επόμενη ακριβώς χρονιά, (και από εκεί έγραψε και την προς Ρωμαίους επιστολή του), το έτος 56 μ.Χ. Αν λοιπόν επρόκειτο να τους τα πει αυτά για ένα ετήσιο γεγονός, δεν θα χρειαζόταν πάλι να τους τα γράψει αυτά στην επιστολή του. Και ο Παύλος δεν πήγε απρογραμμάτιστα, ώστε να μην το ξέρει. Το είχε προγραμματίσει, όπως φαίνεται στο εδάφιο Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 33: "ει τις πεινά, εν οίκω εσθιέτω, ίνα μη εις κρίμα συνέρχησθε, τα δε λοιπά ως αν έλθω διατάξομαι". Να λοιπόν, που το γεγονός αυτό ήταν συχνότατο, και γι' αυτό ο Παύλος, παρά το ότι θα πήγαινε σε ένα έτος, και ο Τιμόθεος ακόμα ενωρίτερα, σπεύδει να τους γράψει.
+
Ο μυστηριακός χαρακτήρας της Θείας Ευχαριστίας είναι σαφής και μέσα από τους πρώτους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Ο [[Ιγνάτιος ο Θεοφόρος]] (περ. + 120) είναι χαρακτηριστικό πως αναφέρει ότι η Θεία Κοινωνία είναι ''"φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Χριστώ Ιησού διαπαντός"''<ref>Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Προς Φιλαδελφείς, ΙV, 1 κεξ</ref>, ενώ ομολογεί πως ''"ευχαριστίαν σάρκαν είναι του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπέρ των αμαρτιών παθούσαν, ην τη χρηστότητι ο Πατηρ έγειρε"''<ref>Ιγνατίου, Προς Σμυρνείς, VII, 1</ref>. Ο δε [[Ιουστίνος ο Μάρτυς|Ιουστίνος]] (περ. + 150) αναφέρει ''"Και τροφήν αύτη καλείται παρ ημίν ευχριστία...ου γαρ ως κοινόν άρτον, ουδέ κοινόν πόμα ταύτα λαμβάνομεν...αλλ' ον τρόπον δια λόγου θεού σαρκοποιηθείς Ιησούς Χριστός...εξής αίμα και σάρκες κατά μεταβολήν τρέφονται ημών..."''<ref>Ιουστίνος, Α΄ Απολογία, 66</ref>. Ο [[Ειρηναίος Λουγδούνου]] αναφέρει συμπληρώνοντας συνάμα: ''"ως γαρ από της γης άρτος, προσλαβόμενος την επίκλησιν του θεού, ουκέτι κοινός άρτος εστίν, αλλ ευχαρίστία δύο πραγμάτων συνεστηκυία, επιγείου τε και ουρανίου, ούτως και σώματα ημών, μεταλαμβάνοντα της ευχαριστίας, μηκέτι είναι φθαρτά, την ελπίδα της εις αιώνα αναστάσεως έχοντα"''<ref>Ειρηναίος, Κατά Αιρέσεων, IV, 18</ref>.
  
=== Πρώτα μεταποστολικά έτη ===
+
Είναι λοιπόν φανερό πως η Θεία Ευχαριστία ήδη στα αποστολικά, αλλά και από τα άμεσα μεταποστολικά έτη ήταν κέντρο της λατρευτικής, αλλά και της πνευματικής ζωής των πιστών<ref>Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 266</ref>. Παρόλα αυτά λίγες πληροφορίες διασώθηκαν για την αναπαράσταση της τέλεσή της. Προφανώς όμως δεν πρέπει να επήλθαν ουσιώδεις διαφορές για την τέλεση του μυστηρίου<ref>ο.π.</ref>. Κύριος λόγος του γεγονότος πρέπει να ήταν η ''"απόρρητη πειθαρχία"'' (disciplina arcani) που είχε επιβληθεί στους χριστιανούς, λόγω του μυστηριακού χαρακτήρα του γεγονότος (σε σημείο οι κατηχούμενοι να αποχωρούν), αλλά και λόγω των διαφόρων διαβολών και ψευδών κατηγοριών από την πλευρά των εθνικών, περί θυεστείων δείπνων, κανιβαλισμού κ.α..
  
Εκτός απ' όλα αυτά όμως, υπάρχουν και ιστορικές πηγές. Έχουμε άλλες αρχαίες μαρτυρίες τής πρώτης Εκκλησίας, για την έννοια τής ημέρας Κυριακής, και τη σχέση της με τη Θεία Κοινωνία.Το αρχαιότατο σύγγραμμα: "Διδαχή τών Αποστόλων", που γράφτηκε '''ενώ ακόμα ζούσαν στη γη οι απόστολοι''', μεταξύ τού 70 και 100 μ.Χ. μας λέει το εξής γι' αυτό: «Κατά Κυριακήν δε Κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε»<ref>14/ιδ΄ 1</ref>. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας (100-165 μ.Χ.) επίσης, γράφει τα εξής για το τι έκαναν οι Χριστιανοί την Κυριακή, την οποία οι Εθνικοί την ονόμαζαν "ημέρα τού ήλιου": Και τη τού ηλίου λεγομένη ημέρα, πάντων κατά πόλεις ή αγρούς μενόντων επί το αυτό συνέλευσις γίνεται,... και ο προεστώς ευχάς ομοίως και ευχαριστίας, όση δύναμις αυτώ, αναπέμπει, και ο λαός επευφημεί λέγων το "αμήν" και η διάδοσις και η μετάληψις από τών ευχαριστηθέντων εκάστω γίνεται, και τοις ου παρούσι δια τών διακόνων πέμπεται<ref>Απολογία Α΄ 67, 3,5</ref>.
+
==Θεολογικές αποκλίσεις==
 +
===Μετουσίωση===
  
Ο άγιος Ιγνάτιος, μαθητής τού αποστόλου Ιωάννη και επίσκοπος Αντιοχείας, γύρω στο 110 μ.Χ., γράφει σε επιστολή του προς τους Εφεσίους λίγο πριν μαρτυρήσει στους διωγμούς τού Τραϊανού: «Σπουδάζετε ουν πυκνότερον συνέρχεσθε εις ευχαριστίαν Θεού και εις δόξαν. Όταν γαρ πυκνώς επί το αυτό γίνεσθε, καθαιρούνται αι δυνάμεις τού σατανά....»<ref>Εφεσίους 13/ιγ΄</ref>. Είναι δυνατόν να μη γνώριζε ως επίσκοπος ο Ιγνάτιος τι συνήθιζαν οι Χριστιανοί, και τι τον είχε διδάξει ο δάσκαλός του ο Ιωάννης για τη Θεία Ευχαριστία; Αν οι πρώτοι Χριστιανοί γιόρταζαν μόνο μια φορά το χρόνο όπως κακώς λένε κάποιοι, θα έλεγε ο άγιος Ιγνάτιος για "πυκνότερη" Κοινωνία;
+
Η ορθόδοξη παράδοση ουδέποτε προσπάθησε επιστημονικά να προσδιορίσει τη μεταβολή ή τη μεταποίηση του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική..., σελ. 486</ref>. Άλλωστε κατά την ορθόδοξη πατερική διδασκαλία η επιστήμη ασχολείτο με το [[Κτιστό]], ενώ η χαρισματική θεολογία περί του [[Άκτιστο|ακτίστου]]. Αυτό διότι το έργο της άκτιστης ενέργειας δεν μπορεί να εξεταστεί ως προς τον τρόπο τέλεσής της επιστημονικά. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί μόνο ως μετοχή, που τελικά οδηγεί στη γνώση<ref>ο.π.</ref>. Σε αντίθεση τελικά με αυτή τη μέθοδο, η σχολαστική θεολογία χρησιμοποιώντας τη διαλεκτική μέθοδο (η αποδεικτική είναι η οδός της πατερικής θεολογίας) επιχείρησε την έρευνα περί του τρόπου μεταβολής, επινοώντας τη λεγόμενη ''"μετουσίωση"'' (''transubstantiatio''). Κατ αυτή τη θεώρηση η οποία είναι επηρεασμένη από την αριστοτελική φιλοσοφία, τα πράγματα έχουν ύλη και είδος, ήτοι ορατό και αόρατο. Κατά τη μεταβολή λοιπόν σύμφωνα με την [[Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία]] μεταποιείται το είδος, δηλ. το αόρατο μέρος, ενώ η ουσία (ορατό) μένει η ίδια. Κατά την ορθόδοξη όμως πατερική παράδοση, και σύμφωνα με τον [[Ιωάννης ο Δαμασκηνός|Ιωάννη Δαμασκηνό]], αρκεί μονάχα η πληροφορία ότι γίνεται διαμέσου των ενεργειών του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] και τίποτε περισσότερο<ref>Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως 4, 13</ref>. Σε κάθε περίπτωση όμως, τα σύμβολα του οίνου και του άρτου, μεταβάλλονται πραγματικά σε σώμα και αίμα Χριστού<ref>Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σελ. 448</ref>. Μέσα λοιπόν στην ορθόδοξη θεολογία παραμένει η οδός του αποφατισμού σε ότι αφορά την λειτουργία των ακτίστων ενεργειών.
  
Αυτές οι αρχαιότατες μαρτυρίες, αποδεικνύουν το λαθασμένο ισχυρισμό, ότι η λέξη: "Κυριακή" δεν αναφέρεται σε ονομασία ημέρας, και ότι είναι λάθος η αραιή μετάληψη ορισμένων κάθε χρόνο, αλλά επίσης αποδεικνύουν σωστές και αποστολικές τις συχνότατες Θείες Ευχαριστίες τής σημερινής Εκκλησίας τού Κυρίου. Όχι μόνο στην καθιερωμένη μετάληψη κάθε Κυριακή, αλλά και ενδιάμεσα στην εβδομάδα.
+
Εδώ πρέπει να τονιστεί πως οι Προτεστάντες θέλοντας να ανατρέψουν την έννοια της μετουσίωσης υιοθέτησαν κάποιες άλλες απόψεις. Έτσι ο Λούθηρος μίλησε για την πανταχού παρουσία του σώματος του Κυρίου (''ubiquitas''), ο Καλβίνος δέχτηκε την επενέργεια της δυνάμεως του Χριστού απορρίπτοντας την αληθινή παρουσία του, ενώ τέλος ο Ζβίγγλιος δέχτηκε τη Θεία Ευχαριστία ως απλό και γυμνό σύμβολο. Έτσι λοιπόν πρέπει να γίνει κατανοητό πως η Ορθόδοξη Εκκλησία δε δέχεται κάποια επιστημονική εξήγηση περί μεταβολής και μετουσίωσης, αφού αυτή γίνεται με υπερφυή άκτιστο τρόπο<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική..., ενθ.αν., σελ. 488</ref>.
  
== Η Αγιογραφική ορολογία της Θείας Ευχαριστίας ως «Κλάση του Άρτου» ==
+
===Άζυμος άρτος===
  
Στην Αγία Γραφή η Θεία Ευχαριστία αναφέρεται και ως "Κλάση του Άρτου". Στη συνέχεια θα δούμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα εφαρμογής αυτής της ορολογίας στην Αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες.
+
Η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία κατά της διαδικασία της Θείας Μεταλήψεως, αντικατέστησε τον άρτο από άζυμο άρτο, αποκαλούμενο Όστια, συνάμα καταργώντας τη μετάληψη οίνου στους πιστούς. Με αυτές τις πράξεις η [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] διαφώνησε μένοντας πιστή στην αρχαία τάξη της εκκλησίας.
  
=== Η «κλάση τού άρτου» από τον Χριστό ===
+
Είναι χαρακτηριστικό εξ αρχής να ειπωθεί πως ιστορικώς αποδεικνύεται, πως η χρήση αζύμων γινόταν κατά το Ιουδαϊκό Πάσχα όχι κατά την Παρασκευή ή το Σάββατο, αλλά κατά τη 15η του μήνα Νισσάν, εξού και εκ της Γραφής μαθαίνουμε ότι δεν εισήλθαν οι Ιουδαίοι στο Πραιτόριο την Παρασκευή, ώστε να φάνε το Πάσχα (Ιωάννης 18, 28)<ref>Ιωάννης 18, 28: ''"28 ῎Αγουσιν οὖν τὸν ᾿Ιησοῦν ἀπὸ τοῦ Καϊάφα εἰς τὸ πραιτώριον· ἦν δὲ πρωΐ· καὶ αὐτοὶ οὐκ εἰσῆλθον εἰς τὸ πραιτώριον, ἵνα μὴ μιανθῶσιν, ἀλλ' ἵνα φάγωσι τὸ πάσχα."''</ref><ref>Χρ. Ανδρούτσος, Δογματική..., σελ. 363</ref>. Ακόμα και αν, κατά τους ισχυρισμούς των Ρωμαιοκαθολικών, έτρωγαν κατά την εσπέρα της Παρασκευής άζυμο άρτο και πάλι αυτό δεν αρκεί αφού ο Κύριος συνέφαγε με τους Μαθητές του Πέμπτη. Όμως κάθε τέτοιου είδους ισχυρισμός καταρρίπτεται ενώπιον της [[Ιερά Παράδοση|παράδοσης]] της εκκλησίας και της ιστορικής πραγματικότητος<ref>Χρ. Ανδρούτσος, Δογματική..., σελ. 363</ref>, αφού ουδείς εκ των αρχαίων εκκλησιαστικών συγγραφέων δεν αναφέρεται σε κάτι τέτοιο<ref>Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 154</ref>, ενώ η χρήση του δε δύναται να αποδειχθεί πριν του 8ου αιώνα<ref>Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 156</ref>.
  
Σε 4 χωρία της Καινής Διαθήκης, έχουμε αναφορά, για την «κλάση του άρτου», ως κάτι που παρέδωσε ο Κύριος να τελεί η Εκκλησία:
+
===Απαγόρευση οίνου στους πιστούς===
  
Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς άρτον και ευλογήσας έκλασε και δους τοις μαθηταίς είπε: «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων: «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γαρ εστι το αίμα μου της διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Λέγω δε υμίν, ου μη πίω απ’ άρτι εκ τούτου του γενήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω μεθ’ υμών καινόν εν τη βασιλεία του Πατρός μου»<ref>Ματθαίος 26/κς΄ 26-29</ref>.
+
Σε ότι αφορά την απαγόρευση του οίνου στους πιστούς θα λέγαμε πως αυτό έχει μία αντιβιβλική θεώρηση. Κατά τον Κυριακό λόγο, ''"Πίετε εξ αυτού πάντες"'', ο Κύριος ζήτησε χωρίς εξαιρέσεις τη συμμετοχή στην πόση οίνου. Είναι χαρακτηριστικό δε πως μέχρι το 12ο αιώνα, ουδέποτε είχε θεσμοθετηθεί μία τέτοια πρακτική ούτε από τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία<ref>Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά, σελ. 260</ref>. Μάλιστα παρότι κατά το παρελθόν υπήρξαν αιρετικές αποκλίσεις, όπως των Εβιωνιτών ή των υδροπαραστατών, ουδέποτε αποκλειόταν το υγρό στοιχείο κατά θεία μετάληψη, αλλά απλώς αντικαθίστατο από άλλο υγρό στοιχείο, κατά κανόνα ύδωρ. Κατά τη μαρτυρία δε των πατέρων όπως του Ιουστίνου και του Ειρηναίου, η εκκλησία από αρχαιοτάτων χρόνων χρησιμοποιεί τον οίνο στη θεία ευχαριστία<ref>Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 157</ref>, ενώ ο Πάπας Λέων ο Μέγας κατέκρινε όσους μεταλάμβαναν τον άρτο, αλλά όχι τον οίνο, χαρακτηρίζοντας την πράξη ιερόσυλο υποκρισία<ref>Ομιλία 14, De Quadrag. 5</ref>. Κατά την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία όμως, όπου είναι το σώμα εκεί θα βρίσκεται και το αίμα του Κυρίου<ref>Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 173</ref>. Πάντως κατά μερικούς θεολόγους κάτι τέτοιο είναι απλή πρόφαση. Η κίνηση αυτή είχε σα στόχο της έξαρση και την εξύψωση του κλήρου σε σχέση με το λαό<ref>ο.π.</ref>.
  
 +
===Η Μετάληψη των νηπίων===
  
Και εσθιόντων αυτών λαβών άρτον ευλογήσας έκλασε και έδωκεν αυτοίς και είπε: «Λάβετε, τούτο εστι το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς και έπιον εξ αυτού πάντες. Και είπεν αυτοίς, «τούτο εστι το αίμα μου της διαθήκης, το εκχυνόμενον υπέρ πολλών. Αμήν λέγω υμίν: ουκέτι ου μη πίω εκ του γεννήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω καινόν εν τη βασιλεία του Θεού»<ref>Μάρκος 14/ιδ΄ 21-25</ref>.
+
Κατά τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία τα βαπτισμένα νήπια αποκλείονται από τη Θεία Ευχαριστία. Μια τέτοια πρακτική είναι ενάντια τόσο στη διδασκαλία της εκκλησίας, όσο και την ιστορική πραγματικότητα<ref>Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 171</ref>. Σύμφωνα λοιπόν με τη διδασκαλία της εκκλησίας, κάθε μέλος της που δεν κωλύεται από σοβαρά αμαρτήματα, δύναται να προσέρχεται στο μυστήριο, δηλαδή σε κοινωνία με το ζωοδότη Θεάνθρωπο και την εκκλησια του. Εξ αυτού του λόγου ούτε τα νήπια κωλύονται από αυτή τη διαδικασία και γι αυτό η κίνηση της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας χαρακτηρίζεται με βάση και την παράδοση της εκκλησίας αδικαιολόγητη<ref>Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 171</ref>. Είναι χαρακτηριστικό πως ήδη υπό του Κυπριανού<ref>Κυπριανού, De lapsis 25</ref> μαρτυρείται η συμμετοχή νηπίων στη θεία ευχαριστία, αλλά και στις [[Αποστολικές Διαταγές]]<ref>Αποστολικαί Διαταγαί 8, 13, 14</ref>.
  
Και δεξάμενος ποτήριο ευχαριστήσας είπε: «Λάβετε τούτο και διαμερίσατε εις εαυτούς. Λέγω γαρ υμίν, ου μη πίω από του γεννήματος της αμπέλου έως ου η βασιλεία του Θεού έλθη». Και λαβών άρτον ευχαριστήσας έκλασεν και έδωκεν αυτοίς λέγων: «Τούτο εστι το σώμα μου [το υπέρ υμών διδόμενον. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Και το ποτήριον ωσαύτως μετά το δειπνήσαι λέγων: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου το υπέρ υμών εκχυνόμενον»].<ref>Λουκάς 21/κα΄ 17-20</ref>.
+
Η πρακτική αυτή υιοθετήθηκε από τους Ρωμαιοκαθολικούς το 12ο αιώνα<ref>Π. Τρεμπέλας παρ. Bartmann, ενθ.αν., σελ. 171</ref>, με τη λογική ότι ο πιστός πρέπει να βρίσκεται σε ηλικία ικανής κρίσεως περί της συμμετοχής του στο μυστήριο. Κατά τα παλαιότερα έτη, σύμφωνα με την Δυτική εκκλησία πρέπει ο πιστός να βρίσκεται τουλάχιστον μεταξύ 10ου και 12ου έτος της ηλικίας του, ενώ από το 1910 και την απόφαση του Πάπα Πίου Χ, στο 7ο.
  
 +
==Η Θεία Μετάληψη==
  
Εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου, ό και παρέδωκα υμίν. Ότι ο Κύριος Ιησούς εν τη νυκτί ή παρεδίδετο έλαβεν άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και είπε: «Τούτο μου εστι το σώμα το υπέρ υμών. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Ωσαύτως και το ποτήριον μετά το διεπνήσαι λέγον: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εστίν εν τω εμώ αίματι. Τούτο ποιείτε, οσάκις εάν πίνητε εις την εμήν ανάμνησιν»<ref>Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 23-25</ref>.
+
===Προετοιμασία===
  
Σύμφωνα λοιπόν με τα κείμενα αυτά, παρατηρούμε τα εξής:
+
Προ της Θείας μεταλήψεως απαιτείται κατάλληλη προετοιμασία, ενώ η συμμετοχή στο μυστήριο επιτρέπεται μόνο στα βαπτισμένα μέλη της εκκλησίας<ref>Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 169</ref>. Ο πιστός λοιπόν πρέπει να προπαρασκευάσει τον εαυτό του, μετανοώντας για τις αμαρτίες του και [[Μυστήριο της Μετανοίας|εξομολογούμενος]], αφού ο αναξίως μετέχοντας ''"κρίμα εν εαυτώ εσθίει και πίνει μη διακρίνων το σώμα και το αίμα του Κυρίου"''<ref>Αθ. Δεληκωστόπουλος, ενθ.αν., σελ. 180</ref>. Ο [[Απόστολος Παύλος]] είναι επίσης σαφής αναφέροντας (Α΄ Κορινθίους ια΄, 7) πως: ''"Δοκιμαζέτω δε άνθρωπος εαυτόν, και ούτως εκ του άρτου εσθιέτω, και εκ του ποτηρίου πινέτω"''. Πέραν τούτου απαιτείται πολλές φορές και νηστεία, αλλά αυτό είναι κάτι που αποφασίζει ο πιστός σε συνεργία με τον πνευματικό του. Χαρακτηριστικό είναι πως πριν τη Θεία Κοινωνία απαγορεύεται οι πιστοί να φάνε ή να πιουν κάτι. Σε μεγάλο μέρος του πληρώματος της εκκλησίας, παρατηρείται επίσης αραιή προσέλευση στο Μυστήριο. Χαρακτηριστικές έμειναν στη σύγχρονη εκκλησιαστική ιστορία οι μάχες των [[Κολυβάδες|Κολυβάδων]] περί της συχνής Θείας Μεταλήψεως, μία παράδοση που φαίνεται πως αρχίζει και πάλι να επιστρέφει στην αρχαία συνήθεια της εκκλησίας<ref>Κάλλιστος Ware, ενθ.αν., σελ. 454</ref>.
  
Αυτό το «μυστήριο» (=μύηση), το παρέδωσε ο Κύριος, κατά τη διάρκεια του «μυστικού» (=μυστηριακού) δείπνου, ζητώντας από τους μαθητές του να συνεχίσουν να το επαναλαμβάνουν στην ανάμνησή Του. Σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου Παύλου, ήταν κάτι που «παρέλαβε», και που το «παρέδωσε» και στους Κορινθίους να το τελούν. Πρόκειται λοιπόν για υποχρέωση των Χριστιανών, που συμπεριλαμβάνεται στις παραδόσεις των αποστόλων<ref>Β΄ Θεσσαλονικείς 2/β΄ 15</ref>.
+
===Λειτουργικό και μετάληψη===
  
Εξ’ αρχής συνδέθηκε με «ευλογία» και «ευχαριστία» του Θεού. Η διαδικασία λοιπόν, δεν είναι κοινή τροφή, αλλά συνδέεται με προσευχή.
+
Θα πρέπει αρχικώς να τονιστεί πως η [[Θεία Λειτουργία]] ουσιαστικά είναι το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, με το λειτουργικό που καθιέρωσε η εκκλησία. Έτσι γίνεται εύκολα αντιληπτό πως το σημαντικότερο γεγονός της εκκλησιαστικής ζωής, η σύναξη του σώματος της Εκκλησίας όπου συντελείται η ενότητα του πληρώματος και η βίωση της αλήθειας, εκφράζεται μέσα από το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
  
Ο άρτος αυτός, ο οποίος τεμαχίστηκε, διαμοιράσθηκε στους μαθητές, με τη διαβεβαίωση ότι αυτό «είναι το σώμα» του Κυρίου.
+
Κατά την προετοιμασία της Θείας Ευχαριστίας, καθαγιάζονται τα προσφερόμενα δώρα. Οι πιστοί προσφέρουν πρόσφορο, δηλαδή ψωμί με ειδική σφραγίδα, το οποίο καθαγιάζεται. Εν συνεχεία θερμαίνεται ύδωρ, το λεγόμενο ''"ζέον ύδωρ"'', το οποίο ρίχνεται μέσα στο ποτήριο της Θείας Κοινωνίας. Το ύδωρ αυτό συμβολίζει το ύδωρ το οποίο εξέτρεξε τη κεντημένη πλευρά του Κυρίου, ενώ είναι ζεστό για να δώσει την αίσθηση πως κοινωνούμε από τη ζωοποιό πλευρά του Χριστού<ref>Ευθυμίου Στυλίου, παρ. Συμεών Θεσσαλονίκης, Μικρό Χριστιανικό Λεξικό, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1998, σελ. 84</ref>. Η μεταβολή των Τιμίων Δώρων σε σώμα και αίμα γίνεται κατά την προσφώνηση του ιερέως ''"Τα σα εκ των σων..."''<ref>Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά, σελ. 262</ref>, ενώ κατά το κλείσιμο της Ωραίας Πύλης γίνεται η απαραίτητη προετοιμασία της ''"Θείας Μεταλήψεως"''.
  
=== Η «κλάση τού άρτου» από τους Αποστόλους ===
+
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]], κλήρος και λαός μεταλαμβάνουν σώμα και αίμα Κυρίου, εν αντιθέσει με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία η οποία στους πιστούς δίδει μόνο τη λεγόμενη Όστια, ένα άζυμο άρτο που συμβολίζει το σώμα του Κυρίου. Η Θεία Κοινωνία παρέχεται στους πιστούς με ένα κοχλιάριο (λαβίδα), το οποίο περιέχει το σώμα (άρτο) και το αίμα (οίνο), ενώπιον της Ωραίας Πύλης. Οι ιερείς μεταλαμβάνουν μέσα στο [[Ιερό Βήμα]] (κοινώς ιερό), αρχικώς μεταλαμβάνοντας σώμα και εν συνεχεία πίνοντας από το ποτήριο κατά την αρχαία συνήθεια. Κατά τη μετάληψη των αχράντων μυστηρίων, ο Θεάνθρωπος ''"του μερισμού είνε παρών εν εκάστω τμήματι των τιμίων δώρων"''<ref>Χρήστος Ανδρούτσος, Δογματική..., σελ. 357</ref>, αφού όπως υπομνηματίζει και ο [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος|ιερός Χρυσόστομος]], [[ψυχή]] και σώματι παρευρίσκεται ο Κύριος στα Τίμια Δώρα<ref>Ιω. Χρυσόστομος, Ομιλία 3. Εις την Εφεσίους επιστολή</ref>. Οι πιστοί μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας προσέρχονται και πάλι ενώπιον της Ωραίας Πύλης για να λάβουν το [[αντίδωρο]], δηλαδή ένα μικρό καθαγιασμένο κομμάτι άρτου, το οποίο αποτελεί έκφραση αγάπης και αλληλεγγύης μεταξύ των πιστών του εκκλησιαστικού σώματος<ref>Κάλλιστος Ware, ενθ.αν., σελ. 455</ref>.
  
Από τις Πράξεις των αποστόλων, γίνεται σαφές, ότι η πρώτη Χριστιανική κοινότητα, ακολούθησε την εντολή του Κυρίου κατά παράδοσιν των αποστόλων, για την τήρηση του μυστηρίου αυτού:
+
Στους ναούς το Μυστήριο φυλάσσεται συνήθως στο Αρτοφόριο, πάνω στη [[Αγία Τράπεζα]], χωρίς όμως να υπάρχει ένας σαφής κανονισμός περί φύλαξής του. Τα έτοιμα δώρα, φυλάσσονται για τη μετάληψη βαριά ασθενών. Εν αντιθέσει με τη Λουθηρανική προτεσταντική ομολογία, τα Τίμια Δώρα ουδέποτε χάνουν την αξία τους, κάτι που αποδεικνύεται και από την ιστορική χρήση αυτών και εκτός εκκλησίας<ref>Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 200</ref>, όπως προαναφέρθηκε. Επιπρόσθετα το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας μπορεί να τελεστεί μόνο μία φορά στο ίδιο θυσιαστήριο (Αγία Τράπεζα) και μόνο αν υπάρχει παρουσία λαού, εν αντιθέσει με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία<ref>Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά, σελ. 251</ref>. Οι ιερείς επίσης δύναται να τελέσουν το μυστήριο μόνο μία φορά την ημέρα<ref>ο.π.</ref>.
  
Στις Πράξεις<ref>2/β΄ 42</ref>, μαθαίνουμε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί, «ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς». Και λίγο πιο κάτω, στο εδάφιο 46 προσθέτει ότι «καθ’ ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντες τε κατ’ οίκον άρτον μετελέμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας».
+
===Η Θεία Μετάληψη στα νήπια===
  
Είναι αναμφισβήτητο ότι οι αναφορές για «κλάση του άρτου» στα παραπάνω χωρία, αναφέρεται όχι σε κοινή τροφή, αλλά σε ζητήματα πίστης, δηλαδή στο μυστήριο που παρέδωσε ο Χριστός δια των αποστόλων στην Εκκλησία. Αυτό φαίνεται από το ότι η σχετική αναφορά, γίνεται εν μέσω άλλων λατρευτικών ενεργειών, όπως η διδαχή των αποστόλων, η κοινωνία μεταξύ τους και οι προσευχές. Αν μιλούσε για απλή διατροφική διαδικασία, δεν θα είχε καμία θέση ανάμεσα στις υπόλοιπες αναφορές.
+
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]], των αχράντων μυστηρίων κοινωνούν ανεξαίρετα όλοι οι πιστοί, συμπεριλαμβανομένων και των μικρών παιδιών<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Πιστεύω εις ένα Θεόν'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2007, σελ. 189.</ref>, και αυτή ''"είναι πράξη...της αρχαίας Εκκλησίας...αναγόμενη στους αποστολικούς χρόνους"''<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 261.</ref>. Τα βαπτισμένα νήπια, ως κανονικά μέλη της Εκκλησίας, έχουν ανάγκη, όπως και οι ενήλικες, της θείας ευχαριστίας για να έχουν μέσα τους ζωή, σύμφωνα με τους λόγους του [[Χριστός|Χριστού]]: ''"εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου, και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς"'' (''Ιω. 6,53'')<ref>Θεοδώρου, ''...Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά'', ό.π.</ref>.  
  
Επίσης, είναι σημαντικό ότι υπάρχει εκεί και το οριστικό άρθρο, κάτι που σημαίνει ότι μιλάει για κάτι συγκεκριμένο, για έναν όρο που δηλώνει κάτι λατρευτικό.
+
Απομακρυνόμενη από την αρχαία παράδοση, ''"στο θέμα αυτό καινοτόμησε...η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η οποία δεν παρέχει στα βαπτισθέντα νήπια το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας"''<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, 'Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά', 3η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 169.</ref>, στην Ορθόδοξη Εκκλησία όμως, ''"στα βαπτισμένα νήπια δίνεται το χρίσμα και η μετάληψη της Θείας Κοινωνίας, επειδή έτσι κι αλλιώς τα μυστήρια θεραπεύουν τη φύση του ανθρώπου, και τα δώρα αυτά παρέχονται ως προίκα για τη μελλοντική ενεργοποίηση της χαρισματικής ζωής"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Γ΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 271, υποσημ. #39.</ref>.
  
Ένα ακόμα σημείο, είναι η φράση: «μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει…». Εδώ φαίνεται ότι πρόκειται περί κλάσεως του άρτου που είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, και που τελείτο κάθε μέρα, σε συνδυασμό με κάποιο δείπνο, στον οποίο συμμετείχαν οι Χριστιανοί με πνευματική αγαλλίαση και ειρήνη.
+
Την αρχαιοτάτη συνήθεια<ref>Βλ. Χρυσόστομος Παπαθανασίου (αρχιμ.), "Θ. Ευχαριστία. Ερωτήσεις και αποκρίσεις διά των Ι. Κανόνων", στο ''Εφημέριος'', τεύχ. 10 (2003), Αθήνα, Λιβάνης, σελ. 7-9.</ref> της συμμετοχής των νηπίων στη θεία Κοινωνία, βρίσκουμε διατυπωμένη με σαφήνεια στις [[Αποστολικές Διαταγές]], οι οποίες ''"απηχούν πρωτοχριστιανικάς παραδόσεις"''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 1040.</ref>:
  
Ένα τελευταίο χωρίο που θα παρουσιάσουμε από την Αγία Γραφή, όσον αφορά τη φράση αυτή, βρίσκεται στις Πράξεις 20/κ΄ 7-11:
+
:''"...μεταλαμβανέτω ο επίσκοπος, έπειτα οι πρεσβύτεροι και οι διάκονοι και οι υποδιάκονοι και οι αναγνώσται και οι ψάλται και οι ασκηταί, και εν ταις γυναιξίν αι διάκονοι και αι παρθένοι και αι χήραι, είτα τα παιδία, και τότε πας ο λαός κατά τάξιν μετά αιδούς και εύλαβείας άνευ θορύβου"''<ref> ''PG'' 1,1109A.</ref>.
  
«Εν δε τη μια των Σαββάτων συνηγμένων ημών κλάσαι άρτον, ο Παύλος διελέγετο αυτοίς, μέλλων εξιέναι τη επαύριον, παρέτεινέν τε τον λόγον μέχρι μεσονυκτίου. Ήσαν δε λαμπάδες ικαναί εν τω υπερώω ου ήμεν συνηγμένοι… αναβάς δε και κλάσας τον άρτον και γευσάμενος, εφ’ ικανόν τε ομιλήσας άχρι αυγής ούτως εξήλθεν».
+
Μεταγενέστερα, αρκετοί θεολόγοι της Εκκλησίας αναφέρθηκαν στο θέμα, ειδικά όταν η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία διαφοροποιήθηκε, όπως ο [[Ιωσήφ Βρυέννιος]] (14ος αι.<ref>Ιωαννίδης Νικόλαος (αρχιμ.), ''Θεολογία και Γραμματεία από τον Θ΄ αιώνα και εξής'', εκδ. Π. Κυριακίδη Α.Ε., Αθήνα 2007, σελ. 177-178.</ref>), ο οποίος σημειώνει: ''"διά του βαπτίσματος ελυτρώθη της πλάνης το βαπτισθέν ούτω και τη αγία μεταλήψει αυτώ ενωθή τω Θεώ..."''<ref>Το απόσπασμα από το: Μιλόσεβιτς Νενάντς, ''Η Θεία Ευχαριστία ως κέντρον της Θείας Λατρείας. Η Σύνδεσις των Μυστηρίων μετά της Θείας Ευχαριστίας'' (διδακτ. διατριβή), Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 75.</ref>.
  
Το σημαντικότατο αυτό χωρίο, δείχνει ότι οι Χριστιανοί την Κυριακή εκείνη (την μίαν, δηλαδή την πρώτη των Σαββάτων), είχαν μαζευτεί '''ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΤΟΥ'''. Το ότι ο σκοπός της σύναξης ήταν η «κλάση του άρτου», φανερώνει ότι δεν είναι δυνατόν να μαζεύτηκαν για να φάνε απλώς ψωμί, αλλά ότι η συνάντησή τους αυτή είχε λατρευτική χροιά. Πολύ περισσότερο, επειδή επρόκειτο να φύγει ο Παύλος, και θα τον αποχαιρετούσαν. Αν λοιπόν υπήρχε κάποιο τόσο σημαντικό γεγονός, δεν θα έλεγε ότι μαζεύτηκαν για να φάνε ψωμί, αλλά για να αποχαιρετήσουν τον Παύλο, που ήταν σπουδαιότερο από το φαγοπότι. Εκτός και αν η «κλάση του άρτου», ήταν κάτι πολύ σπουδαιότερο από το να φάνε απλώς, ακόμα και από το να αποχαιρετήσουν τον Παύλο!
+
Ο Άγιος [[Συμεών Θεσσαλονίκης]] († 1429<ref>''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'', τόμ. 11, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 545.</ref>), στο έργο του ''"Περί των ιερών τελετών"'', αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο (κεφ. 69 (ΞΘ΄), ''PG'' 155,236C: ''"Κατά λατίνων, ότι ου δει αφιστάν τα βρέφη της κοινωνίας"'') όπου ''"αναφέρεται στον εκ μέρους των Λατίνων χωρισμό της θείας Ευχαριστίας από το Βάπτισμα και τη χορήγηση της αργότερα, μετά την ενηλικίωση των βαπτισθέντων βρεφών"''<ref>Διονύσιος Μητρ. Δράμας, ''Ο  Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης και η Δύση'' (διδακτ. διατριβή), Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 21.</ref>.
  
Μάλιστα, στο εδάφιο 11, φαίνεται ότι δεν πήγαν για να φάνε εκεί, επειδή λέει για τον Παύλο: «αναβάς δε και κλάσας τον άρτον και γευσάμενος…» Αν είχαν πάει να φάνε, δεν θα έλεγε: «γευσάμενος», αλλά κάτι άλλο. Γιατί «γευσάμενος», σημαίνει ότι απλώς έβαλε λίγο ψωμί στο στόμα του ο Παύλος, και δεν έφαγε. Άρα, δεν πήγαν για να φάνε, αλλά για να τελέσουν το μυστήριο της κλάσης του άρτου.
+
Ομοίως, σύμφωνα με την ''Ομολογία Πίστεως'' του Πατριάρχη Αλεξανδρείας [[Μητροφάνης Κριτόπουλος|Μητροφάνη Κριτοπούλου]] (1625), ένα κείμενο που ''"κατέχει πρωτεύουσαν θέσιν μεταξύ των ορθοδόξων δογματικοσυμβολικών μνημείων"''<ref>Καρμίρης Ιωάννης, ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Β΄, Αθήνα 1953, σελ. 489.</ref>: ''"Και αυτά τά βρέφη, αρξάμενα ευθύς από του αγίου βαπτίσματος, μετέχει του λοιπού, οσάκις οι γονείς βούλονται. Ει δε τις ημίν μέμφεται μεταδιδούσι τοις βρέφεσι του κυριακού δείπνου, ραδίως αυτόν επιστομίζομεν (σ.σ. αποστομώνουμε)..."''<ref>Καρμίρης, ''Τα δογματικά...'', ό.π., τόμ. Β΄, σελ. 536.</ref> και συνεχίζει δίνοντας τις απαραίτητες θεολογικές και αγιογραφικές απαντήσεις.
  
=== Η «κλάση τού άρτου» στην μετα-Αποστολική εποχή ===
+
Επίσης, ο άγιος [[Νικόδημος ο Αγιορείτης|Νικόδημος Αγιορείτης]] αναφέρει: ''"Ο ιερεύς...να βαπτίζη το παιδίον και μετά το βάπτισμα να αρχινά την θείαν λειτουργίαν και εν τω τέλει αυτής να μεταλαμβάνη το βαπτισθέν βρέφος"'' ώστε αυτό να λαμβάνει ''"τροφήν πνευματικήν"''<ref>Νικοδήμου Αγιορείτου, ''Πηδάλιον'' (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 247 (Σημείωση στον ΛΑ΄ Κανόνα της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου).</ref>.
  
Από την πρώιμη αυτή εποχή στα τέλη του 1ου και τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ., θα χρησιμοποιήσουμε εδώ δύο σημαντικότατες αρχαίες μαρτυρίες, για το πώς τελούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί την «κλάση του άρτου», και πώς χρησιμοποιούσαν τον όρο αυτό. Πρόκειται για δύο Χριστιανικές πηγές. Είναι οι επιστολές του αγίου Ιγνατίου, που μαρτύρησε επί Τραϊανού (100 – 117 μ.Χ.), και η Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων (Γράφτηκε μεταξύ 70 και 100 μ.Χ.).
+
==Υποσημειώσεις==
  
'''Επιστολές Ιγνατίου (100 – 117 μ.Χ.)'''
+
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div>
  
Ο θεοφόρος Ιγνάτιος γράφει: «οι κατ’ άνδρα κοινή πάντες εν χάριτι εξ ονόματος συνέρχεσθε… ένα άρτον κλώντες, ός εστι φάρμακον αθανασίας αντίδοτος του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Χριστώ διαπαντός» - Ιγνατίου επιστολή προς Εφεσίους κεφ. 20.
+
==Βιβλιογραφία==
  
Φυσικά δεν είναι δυνατόν, τα παραπάνω λόγια να εφαρμόζονται σε απλό «φαγοπότι». Η κλάση του άρτου είναι σαφές ότι έχει λατρευτική σημασία, εφ’ όσον κατά τους πρώτους Χριστιανούς δίνει αθανασία.
+
* Νικόλαος Ματσούκας, ''"Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄"'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
 +
* Χρήστος Ανδρούτσος, ''"Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας"'', Αστήρ, Αθήνα 1956.
 +
* Κάλλιστος Ware, ''"Η Ορθόδοξη Εκκλησία"'', Ακρίτας, Νέα Σμύρνη 2007.
 +
* Ανδρέας Θεοδώρου, ''"Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά"'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006.
 +
* Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, ''"Η πίστη των Ορθοδόξων"'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1999.
 +
* Βλάσιος Φειδάς, ''"Εκκλησιαστική Ιστορία"'', Τόμος Α΄, Διήγηση, Αθήνα 2002.
 +
* Βασίλειος Στεφανίδης, ''"Εκκλησιαστική Ιστορία"'', Παπαδημητρίου, Θεσσαλονίκη 1959.
 +
* Παναγιώτης Τρεμπέλας, ''"Δογματική"'', Τόμος Γ΄, Σωτήρ, Αθήνα 2003.
 +
* Ιωάννης Ζηζιούλας, ''"Η ενότης της Εκκλησίας εν τη Θεία Ευχαριστία και τω επισκόπω, κατά τους τρεις πρώτους αιώνας"'', Γρηγόρης, Αθήνα 1990 (Έκδοση Β΄).
  
'''Διδαχή των Αποστόλων (70-100 μ.Χ.)'''
 
  
«Κατά Κυριακήν δε Κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα υμών, όπως καθαρά η θυσία υμών ή.»<ref>Διδαχή κεφ. 14</ref>.
+
[[Κατηγορία:Μυστήρια της Εκκλησίας|Ε]]
 +
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ε]]
  
Και πάλι συναντάμε την «κλάση του άρτου», ως ένα μυστήριο που γινόταν κυρίως την Κυριακή.
 
  
«Περί δε τής ευχαριστίας, ούτως ευχαριστήσατε. Πρώτον περί του ποτηρίου: Ευχαριστούμεν σοι, Πάτερ ημών, υπέρ της αγίας αμπέλου Δαβίδ του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας.
+
{{Μυστήρια}}
  
Περί δε του κλάσματος: Ευχαριστούμεν σοι Πάτερ ημών, υπέρ της ζωής και γνώσεως ης εγνώρισας ημίν δια Ιησού του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας.
+
[[en:Eucharist]]
 
+
[[fr:Eucharistie]]
Ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο έν, ούτω συναχθήτω σου η Εκκλησία από των περάτων της γης εις την βασιλείαν, ότι σου εστίν η δόξα και η δύναμις δια Ιησού Χριστού εις αιώνας…»  -Διδαχή κεφ. 9.
+
[[mk:Света Евхаристија]]
 
+
[[ro:Euharistie]]
==Υποσημειώσεις==
 
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div>
 
 
 
==Bιβλιογραφία==
 
 
 
* Βλάσιος Φειδάς, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002.
 
* Ηλία Μηνιάτη, ''Οι Τρεις περι Πίστεως Λόγοι'' (Δογματική Ορθοδόξου Εκκλησίας), Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήνα.
 
* ''The Anchor Bible Dictionary'', Τόμος 4, 1992, Doubleday.
 
* Γ. Κωνσταντίνου, ''Λεξικόν των Αγίων Γραφών'', Εν Αθήναις, 1973/1999.
 
* Β. Στεφανίδη, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', 6η έκδ., 1959/1998, Εκδ. Παπαδημητρίου.
 
* E.W. Bullinger, ''A Critical Lexicon and Concordance to the English and Greek New Testament'', 1999, Kregel Publications.
 
* [http://www.oodegr.com/oode/orthod/klasis2.htm Η συχνότητα τής "κλάσεως τού άρτου" στην Καινή Διαθήκη]
 
 
 
 
 
 
 
[[Κατηγορία:Μυστήρια της Εκκλησίας|Ε]]
 

Τελευταία αναθεώρηση της 01:13, 18 Δεκεμβρίου 2012

Θεία Ευχαριστία, θεία κοινωνία, Αγία Κοινωνία ή θεία μετάληψη αποκαλείται το θεοσύστατο μυστήριο της εκκλησίας, το οποίο εις ανάμνηση του σωτήριου πάθους του Κυρίου και προς άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον τελείται κατά τη Θεία Λειτουργία. Η Θεία Ευχαριστία είναι το μυστήριο το οποίο ικανώνει τα μέλη της εκκλησίας να παραμένουν ενωμένα και να υπερνικούν τις αλλοιωτικές δαιμονικές δυνάμεις. Ο Κύριος σε αυτό το μυστήριο εν αντιθέσει με τα υπόλοιπα, παρίσταται υποστατικώς και ουσιωδώς και όχι απλώς ενεργητικώς. Γι αυτό η Θεία Ευχαριστία τελικά "αποτελεί συνέχεια και επέκταση του μυστηρίου της ενανθρωπήσεως και αποτελεί μαζί με το δόγμα της Αγίας Τριάδας και της ενσαρκώσεως, το ύψιστο μυστήριο της χριστιανικής θρησκείας"[1].

Το μυστήριο αυτό αποκαλείται ευχαριστία αφενός διότι κατά τους Κυριακούς λόγους "λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευχαριστήσας έκλασε...λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκε"[2], αφετέρου για την προσφερόμενη από εμάς ευχαριστία, για την εκδήλωση της αγάπης και του ελέους Του προς την ανθρωπότητα[3].

Το Άγιο Ποτήριο

Θεολογία

Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι μυστήριο κατά το οποίο μέσω της αναίμακτης παράστασης της σταυρικής θυσίας του Ιησού Χριστού συντελείται η ενότητα και η κοινωνία των μελών της εκκλησιαστικής σύναξης. Στο μυστήριο αυτό, υπάρχει πραγματική παρουσία του Ιησού Χριστού, ο οποίος ως θύμα και θύτης προσφέρει τω Πατρί το σώμα και το αίμα αυτού, υπό τα είδη του άρτου και του οίνου[4] ως ανάμνηση του σταυρικού θανάτου, για την απολύτρωση του ανθρωπίνου γένους[5] και εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον[6].

Το μυστήριο της "Θείας Ευχαριστίας" είναι το μυστήριο το οποίο διενεργεί την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος και συγχρόνως τρέφει διαρκώς τα μέλη μέχρι την ανάσταση[7]. Έτσι η "Θεία Ευχαριστία", που αποτελεί τον τύπο της θυσίας του Ιησού Χριστού, συντελεί την ίδια τη διάσταση του ζωντανού σώματος της εκκλησίας, σε μία εσχατολογική προοπτική. Λειτουργεί ως μέσο αθανασίας και φάρμακο που συμβάλλει στην ενοποίηση και ζωοποίηση των μελών του σώματος καθαιρώντας τις διαβρωτικές επιρροές. Τελικά μέσω της Θείας Κοινωνίας το σώμα της σύναξης γίνεται ο λαός του Θεού[8]. Η χαρακτηριστική σημασία μάλιστα του ευχαριστιακού γεγονότος διαφαίνεται με εμφατικό τρόπο στα λόγια του Κυρίου (Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον), όπου ο Κύριος αναφέρει πως όποιος συμμετέχει στο ευχαριστιακό Δείπνο του Κυρίου θα έχει ζωή αιώνιο[9]. Γι αυτό παρατηρείται η διαρκής υπόμνηση του γεγονότος αυτού προς το γεγονός της αναστάσεως. Γι αυτό και το μυστήριο νοείται λειτουργικά, σε διαστάσεις κοινωνικές, αφού πέραν την ενοποιητικής και αγαπητικής δύναμης που παρέχει, τρέφει, οικοδομεί και δίνει κινητήριο δύναμη προς τα έσχατα[10].

Η "Θεία Ευχαριστία" δεν αποτελεί μία απλή ανάμνηση, ούτε μία φανταστική αναπαράσταση της θυσίας του Χριστού, αλλά μια πραγματική θυσία[11]. Ταυτόγχρονα όμως δεν αποτελεί και μία νέα θυσία, αφού η θυσία του Κυρίου συντελέστηκε "άπαξ δια παντός". Έτσι δεν έχουμε επανάληψη των γεγονότων του Δείπνου, του πάθους, της ανάστασης, αλλά αυτά καθίστανται παρόντα[12]. Όπως ο P. Evdokimov υπομνηματίζει "Όλα τα Άγια Δείπνα της εκκλησίας δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα αιώνιο και μοναδικό δείπνο, το Δείπνο του Χριστού στο Υπερώο. Η ίδια θεία πράξη λαμβάνει χώρα ταυτόχρονα σε μία συγκεκριμένη στιγμή της ιστορίας, και προσφέρεται πάντοτε με το μυστήριο"[13]. Οι πιστοί τελικά μεταλαμβάνοντας των αχράντων μυστηρίων, "ενώνονται με αυτόν μυστικώς καθιστάμενοι κοινωνοί της θείας φύσεως"[14].

Η Θεία Ευχαριστία κατά την ορθόδοξη πατερική παράδοση διατηρεί τρισσό χαρακτήρα. Την ιλαστήριο φύση, η οποία εξιλεώνει τις ανθρώπινες αμαρτίες, τον ευχαριστιακό χαρακτήρα, δηλαδή την απόδοση ευγνωμοσύνης προς το ζωοδότη, την ικετήριο μορφή, για παροχή ζωής και πνευματικών αγαθών[15]. Η θυσία αυτή προσφέρεται και υπέρ τεθνεώτων, ενώ η ενέργειά της ποτέ δε μπορεί να νοηθεί με μηχανικούς ή μαγικούς τρόπους. Η συνέργεια του ανθρώπου, η θέληση δηλαδή και βούλησή του, συνάμα με την καθαρότητα και την προετοιμασία του, είναι αυτή που αποδίδει καρπούς από το "φρικτό" αυτό μυστήριο.

Συνάμα όμως αποδίδει σε κάθε πιστό ιδιότητες που συγκεφαλαιώθηκαν στο Χριστό, δηλαδή το βασιλικό και το ιερατικό ήθος. Το βασιλικό ήθος αποδίδεται στον άνθρωπο έτσι ώστε ο άνθρωπος να αποκαταστήσει την κυριαρχία του ανθρώπινου προσώπου πάνω στη φύση, να υπερνικήσει το θέλημα της φύσης και να την αναδείξει σε δυνατότητα προσωπικής ζωής, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μην είναι πια δούλος των απαιτήσεων και των αναγκών της, αλλά κύριος και άρχοντας πάνω στα πράγματα της φυσικής και προσωπικής δημιουργίας, πρώτιστα δε στην προσωπική του υπόσταση, με αποτέλεσμα να ανακλά τη δόξα της εικόνας του τριαδικού Θεού[16]. Το ιερατικό ήθος αναφέρεται στο γεφύρωμα της κτιστής πραγματικότητας με τη θεία. Είναι δηλαδή ο φυσικός δεσμός που ενοποιεί την κτιστή φύση με τις θείες ενέργειες, που βοηθά τον άνθρωπο να υπερβεί την προσκόληση από τα γήινα ώστε αυτά να γίνουν μέσο συνάντησης του ανθρώπου με το Θεό, των ενεργειών του ανθρωπίνου προσώπου και τελικά με τις θείες ενέργειες της υποστατικής ένωσης κτιστού και άκτιστου που οδηγούν στην αγιότητα[17].

Σύσταση και αγιογραφική θεμελίωση

Πως το μυστήριο της Ευχαριστίας έχει σταθερή αγιογραφική βάση και σύσταση, δε χωρά αμφισβητήσεως[18]. Εν αρχή και προ του Μυστικού Δείπνου, είναι χαρακτηριστικό πως ο ίδιος είχε προειδοποιήσει τους μαθητές του, πως θα παρέδιδε ένα νέο Πάσχα[19]. Η προαναγγελία μάλιστα του γεγονότος αυτού έγινε μετά το θαύμα της διατροφής των πεντάκις χιλίων.

Αλλά ο Ιησούς στην Καπερναούμ διακηρύσσει εαυτόν ως άρτον ζωής, από τον οποίο οι τρεφόμενοι, ουδέποτε θα πεινάσουν. Ο άρτος είναι η σάρξ του, που θα δοθεί υπέρ του κόσμου:

"ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς. οἱ πατέρες ὑμῶν ἔφαγον τὸ μάννα ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ ἀπέθανον· οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων, ἵνα τις ἐξ αὐτοῦ φάγῃ καὶ μὴ ἀποθάνῃ. ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς." Συνάμα βεβαιώνει πως η σαρξ αυτού αληθώς εστί βρώση και το αίμα αυτού πόσις[20].

Ο άρτος αυτός επίσης θα παρέχει ζωή αιώνιο:

"οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, οὐ καθὼς ἔφαγον οἱ πατέρες ὑμῶν τὸ μάννα καὶ ἀπέθανον· ὁ τρώγων τοῦτον τὸν ἄρτον ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα"[21],

ενώ διαβεβαιώνει πως η σάρκα του αληθινά είναι τροφή και πως όποιος τη γευτεί θα ζει με τον Κύριο ενωμένος:

"ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις. ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ"[22].

Χαρακτηριστικό εδώ είναι μάλιστα πως οι μαθητές του Κυρίου θεώρησαν το λόγο αυτό πολύ σκληρό:

"Πολλοὶ οὖν ἀκούσαντες ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἶπον· σκληρός ἐστιν οὗτος ὁ λόγος· τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;"[23].


Αλλά η σύσταση του ιδίου του Μυστήριου υπάρχει και στις τέσσερις περιγραφές των ευαγγελιστών, περιγράφοντας τα γεγονότα του Μυστικού Δείπνου. Σύμφωνα με το Μάρκο:

"Καὶ ἐσθιόντων αὐτῶν λαβὼν ὁ ᾿Ιησοῦς ἄρτον εὐλογήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου. καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς, καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτό ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον"[24].

Κατά το Ματθαίο:

"᾿Εσθιόντων δὲ αὐτῶν λαβὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου· καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον καὶ εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν."[25].

Σύμφωνα με το Λουκά:

"καὶ λαβὼν ἄρτον εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν διδόμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ αἵματί μου, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν ἐκχυνόμενον."[26].

Ο Απόστολος Παύλος, όχι απλώς τονίζει τα τεκταινόμενα του παραληφθέντος μυστηρίου από της συστάσεώς του κατά το Μυστικό Δείπνο, αλλά θέτει προ των ευθυνών το ποίμνιο σε περίπτωση που μεταλαμβάνει αναξίως:

"ἐγὼ γὰρ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου ὃ καὶ παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος ᾿Ιησοῦς ἐν τῇ νυκτί ᾗ παρεδίδοτο ἔλαβεν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τὸ σῶμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐστὶν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι· τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἂν πίνητε, εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἂν ἔλθῃ. ὥστε ὃς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πίνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου. δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω· ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου."[27].

Τέλος χαρακτηριστική είναι η προφητική ρήση του μυστηρίου ήδη από την Παλαιά Διαθήκη. Μάλιστα είναι γεγονός πως αρκετοί πατέρες της εκκλησίας υπομνηματίζουν το χωρίο αυτό. Έτσι στο βιβλίο του Μαλαχία (1, 11) αναφέρεται:

"διότι ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου ἕως δυσμῶν τὸ ὄνομά μου δεδόξασται ἐν τοῖς ἔθνεσι, καὶ ἐν παντὶ τόπῳ θυμίαμα προσάγεται τῷ ὀνόματί μου καὶ θυσία καθαρά, διότι μέγα τὸ ὄνομά μου ἐν τοῖς ἔθνεσι, λέγει Κύριος παντοκράτωρ".

Ιστορική αναδρομή

Κατά τα πρώτα αποστολικά χρόνια η Θεία Ευχαριστία αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Με αυτή συνδέονταν όλες οι άλλες λατρευτικές και πνευματικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Η ευχαριστιακή σύναξη προς "κλάση του άρτου", υπεμφαίνεται στις Πράξεις των Αποστόλων πως τελείτο καθημερινά (Πράξεις 2,46)[28], ενώ θεωρείται βέβαιο πως τελείτο κάθε Σάββατο βράδυ προς Κυριακή (Πράξεις 20,7)[29], ως ανάμνηση του μεσσιανικού δείπνου του Χριστού. Ταυτιζόταν δε με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και περιείχε σαφή λειτουργική έννοια περιλαμβάνοντας διδαχή, προσευχή, κοινωνία, ευλογία και δείπνο[30]. Κατά τον H. Lietzmann μάλιστα πρέπει να γίνει σαφής διαχωρισμός μεταξύ του δείπνου που τελείτο και του μυστηρίου[31]. Έτσι είναι γενικά αποδεκτό πως "δεν είναι δυνατόν να ταυτίσουμε την απλή συνεστίαση προς την "κλάσιν του άρτου" των μαρτυριών των Πράξεων"[32]. Το πότε λάμβανε χώρα το ευχαριστιακό δείπνο, δηλ. πριν ή μετά το μυστήριο, δεν υπάρχει κάποια σαφής ένδειξη, αλλά το βέβαιο είναι πως επικράτησε η πρόταξη του μυστηρίου από το Δείπνο. Από την άλλη μεριά το Δείπνο αυτό στην πρωτοχριστιανική εκκλησία δεν πρέπει να ταυτίζεται με τις αγάπες, οι οποίες κατά βάση μαρτυρούνται το β΄ αιώνα. Εν πάση περιπτώσει περί το 150 σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ιουστίνου, το δείπνο είχε αποχωριστεί από το μυστήριο, διατήρησε όμως μερικά εξωτερικά χαρακτηριστικά, όπως την κλάση του άρτου και την ευλογία του ποτηρίου, δίχως να εννοούνται όμως ως ευχαριστία[33]. Κατά τον 7ο πλέον αιώνα, η κλάσις του άρτου απέκτησε άλλη μορφή, σε ιδιαίτερο τελετουργικό και διατηρώντας το όνομά της (η λεγόμενη αρτοκλασία)[34].

Κατά την αρχαία συνήθεια της πρώτης εκκλησίας η Θεία ευχαριστία τελείτο σε ιδιωτικές κατοικίες, όπως μαρτυρείται μέσα από την Καινή Διαθήκη (Πράξεις 12,12,17. 21,18 κ.α.)[35]. Στο μυστήριο συμμετείχαν κατά βάση τα μέλη της τοπικής εκκλησίας, ενώ σε μερικές περιπτώσεις κυρίως στη Μ. Ασία επιτρεπόταν και η συμμετοχή εξ εθνών χριστιανών. Ο χρόνος τέλεσής του ήταν Σάββατο εσπέρα, αλλά εδώ θα πρέπει να τονιστεί πως με βάση τον τρόπο αλλαγής της ημέρας, θεωρείτο ήδη Κυριακή, αφού η αλλαγή της ημέρας για την εποχή γινόταν τις εσπερινές ώρες, της προηγούμενης ημέρας. Το Κυριακό Δείπνο αργότερα αποχωρίστηκε από το μυστήριο και καθιερώθηκαν οι αγάπες, λόγω καταχρήσεων που παρατηρήθηκαν[36]. Παράλληλα με την εσπερινή σύναξη, τελείτο και την Κυριακή το πρωί μία εωθινή, η οποία όμως δεν περιείχε τέλεση του Μυστηρίου. Αργότερα όμως μεταφέρθηκε η τέλεση κατά την πρωινή σύναξη, χωρίς να μπορούμε να εξακριβώσουμε την αφορμή. Πιθανότερη εκδοχή θεωρείται ο διωγμός του Πλινίου του νεωτέρου, που είχε όμως τοπική ισχύ, γι αυτό ισχυρά ερείσματα βρίσκει και η πιθανότητα να ήταν θέλημα των χριστιανών, ώστε να μην παρατείνεται η ολοτελής νηστεία για μεγάλο χρονικό διάστημα[37]. Υπεύθυνος για τη τέλεση του μυστηρίου ήταν συνήθως ο επίσκοπος, ενώ κάθε ένα μέλος έφερε δικό του ποτήριο με οίνο, το οποίο καθαγιαζόταν για το σκοπό του μυστηρίου[38].

Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί και μία ακόμα αρχαία συνήθεια της εκκλησίας. Τα Τίμια Δώρα τηρούμενα στην εκκλησία, αποστέλλονταν από τους διακόνους στα σπίτια των ασθενών και των αιχμαλώτων ή παραλαμβάνονταν από ασκητές ή πιστούς προς ιδιαίτερη μετάληψη και οδοιπορία[39]. Το έθος αυτό μάλιστα διατηρήθηκε μέχρι και το 12ο αιώνα. Επίσης τα Τίμια Δώρα προσκυνούνταν υπό τον πιστών, μετά από γονυκλισία, στη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας και κατά την είσοδο των προηγιασμένων δώρων. Μια τέτοια προσκύνηση φυσικά ανήκει στον αληθινά παρόντα σωματικώς Ιησού Χριστό, που ευρίσκεται στα Τίμια Δώρα και όχι στην ύλη ή τη νοητή παρουσία του[40].

Ο μυστηριακός χαρακτήρας της Θείας Ευχαριστίας είναι σαφής και μέσα από τους πρώτους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (περ. + 120) είναι χαρακτηριστικό πως αναφέρει ότι η Θεία Κοινωνία είναι "φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Χριστώ Ιησού διαπαντός"[41], ενώ ομολογεί πως "ευχαριστίαν σάρκαν είναι του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπέρ των αμαρτιών παθούσαν, ην τη χρηστότητι ο Πατηρ έγειρε"[42]. Ο δε Ιουστίνος (περ. + 150) αναφέρει "Και τροφήν αύτη καλείται παρ ημίν ευχριστία...ου γαρ ως κοινόν άρτον, ουδέ κοινόν πόμα ταύτα λαμβάνομεν...αλλ' ον τρόπον δια λόγου θεού σαρκοποιηθείς Ιησούς Χριστός...εξής αίμα και σάρκες κατά μεταβολήν τρέφονται ημών..."[43]. Ο Ειρηναίος Λουγδούνου αναφέρει συμπληρώνοντας συνάμα: "ως γαρ από της γης άρτος, προσλαβόμενος την επίκλησιν του θεού, ουκέτι κοινός άρτος εστίν, αλλ ευχαρίστία δύο πραγμάτων συνεστηκυία, επιγείου τε και ουρανίου, ούτως και σώματα ημών, μεταλαμβάνοντα της ευχαριστίας, μηκέτι είναι φθαρτά, την ελπίδα της εις αιώνα αναστάσεως έχοντα"[44].

Είναι λοιπόν φανερό πως η Θεία Ευχαριστία ήδη στα αποστολικά, αλλά και από τα άμεσα μεταποστολικά έτη ήταν κέντρο της λατρευτικής, αλλά και της πνευματικής ζωής των πιστών[45]. Παρόλα αυτά λίγες πληροφορίες διασώθηκαν για την αναπαράσταση της τέλεσή της. Προφανώς όμως δεν πρέπει να επήλθαν ουσιώδεις διαφορές για την τέλεση του μυστηρίου[46]. Κύριος λόγος του γεγονότος πρέπει να ήταν η "απόρρητη πειθαρχία" (disciplina arcani) που είχε επιβληθεί στους χριστιανούς, λόγω του μυστηριακού χαρακτήρα του γεγονότος (σε σημείο οι κατηχούμενοι να αποχωρούν), αλλά και λόγω των διαφόρων διαβολών και ψευδών κατηγοριών από την πλευρά των εθνικών, περί θυεστείων δείπνων, κανιβαλισμού κ.α..

Θεολογικές αποκλίσεις

Μετουσίωση

Η ορθόδοξη παράδοση ουδέποτε προσπάθησε επιστημονικά να προσδιορίσει τη μεταβολή ή τη μεταποίηση του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα[47]. Άλλωστε κατά την ορθόδοξη πατερική διδασκαλία η επιστήμη ασχολείτο με το Κτιστό, ενώ η χαρισματική θεολογία περί του ακτίστου. Αυτό διότι το έργο της άκτιστης ενέργειας δεν μπορεί να εξεταστεί ως προς τον τρόπο τέλεσής της επιστημονικά. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί μόνο ως μετοχή, που τελικά οδηγεί στη γνώση[48]. Σε αντίθεση τελικά με αυτή τη μέθοδο, η σχολαστική θεολογία χρησιμοποιώντας τη διαλεκτική μέθοδο (η αποδεικτική είναι η οδός της πατερικής θεολογίας) επιχείρησε την έρευνα περί του τρόπου μεταβολής, επινοώντας τη λεγόμενη "μετουσίωση" (transubstantiatio). Κατ αυτή τη θεώρηση η οποία είναι επηρεασμένη από την αριστοτελική φιλοσοφία, τα πράγματα έχουν ύλη και είδος, ήτοι ορατό και αόρατο. Κατά τη μεταβολή λοιπόν σύμφωνα με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μεταποιείται το είδος, δηλ. το αόρατο μέρος, ενώ η ουσία (ορατό) μένει η ίδια. Κατά την ορθόδοξη όμως πατερική παράδοση, και σύμφωνα με τον Ιωάννη Δαμασκηνό, αρκεί μονάχα η πληροφορία ότι γίνεται διαμέσου των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος και τίποτε περισσότερο[49]. Σε κάθε περίπτωση όμως, τα σύμβολα του οίνου και του άρτου, μεταβάλλονται πραγματικά σε σώμα και αίμα Χριστού[50]. Μέσα λοιπόν στην ορθόδοξη θεολογία παραμένει η οδός του αποφατισμού σε ότι αφορά την λειτουργία των ακτίστων ενεργειών.

Εδώ πρέπει να τονιστεί πως οι Προτεστάντες θέλοντας να ανατρέψουν την έννοια της μετουσίωσης υιοθέτησαν κάποιες άλλες απόψεις. Έτσι ο Λούθηρος μίλησε για την πανταχού παρουσία του σώματος του Κυρίου (ubiquitas), ο Καλβίνος δέχτηκε την επενέργεια της δυνάμεως του Χριστού απορρίπτοντας την αληθινή παρουσία του, ενώ τέλος ο Ζβίγγλιος δέχτηκε τη Θεία Ευχαριστία ως απλό και γυμνό σύμβολο. Έτσι λοιπόν πρέπει να γίνει κατανοητό πως η Ορθόδοξη Εκκλησία δε δέχεται κάποια επιστημονική εξήγηση περί μεταβολής και μετουσίωσης, αφού αυτή γίνεται με υπερφυή άκτιστο τρόπο[51].

Άζυμος άρτος

Η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία κατά της διαδικασία της Θείας Μεταλήψεως, αντικατέστησε τον άρτο από άζυμο άρτο, αποκαλούμενο Όστια, συνάμα καταργώντας τη μετάληψη οίνου στους πιστούς. Με αυτές τις πράξεις η Ορθόδοξη Εκκλησία διαφώνησε μένοντας πιστή στην αρχαία τάξη της εκκλησίας.

Είναι χαρακτηριστικό εξ αρχής να ειπωθεί πως ιστορικώς αποδεικνύεται, πως η χρήση αζύμων γινόταν κατά το Ιουδαϊκό Πάσχα όχι κατά την Παρασκευή ή το Σάββατο, αλλά κατά τη 15η του μήνα Νισσάν, εξού και εκ της Γραφής μαθαίνουμε ότι δεν εισήλθαν οι Ιουδαίοι στο Πραιτόριο την Παρασκευή, ώστε να φάνε το Πάσχα (Ιωάννης 18, 28)[52][53]. Ακόμα και αν, κατά τους ισχυρισμούς των Ρωμαιοκαθολικών, έτρωγαν κατά την εσπέρα της Παρασκευής άζυμο άρτο και πάλι αυτό δεν αρκεί αφού ο Κύριος συνέφαγε με τους Μαθητές του Πέμπτη. Όμως κάθε τέτοιου είδους ισχυρισμός καταρρίπτεται ενώπιον της παράδοσης της εκκλησίας και της ιστορικής πραγματικότητος[54], αφού ουδείς εκ των αρχαίων εκκλησιαστικών συγγραφέων δεν αναφέρεται σε κάτι τέτοιο[55], ενώ η χρήση του δε δύναται να αποδειχθεί πριν του 8ου αιώνα[56].

Απαγόρευση οίνου στους πιστούς

Σε ότι αφορά την απαγόρευση του οίνου στους πιστούς θα λέγαμε πως αυτό έχει μία αντιβιβλική θεώρηση. Κατά τον Κυριακό λόγο, "Πίετε εξ αυτού πάντες", ο Κύριος ζήτησε χωρίς εξαιρέσεις τη συμμετοχή στην πόση οίνου. Είναι χαρακτηριστικό δε πως μέχρι το 12ο αιώνα, ουδέποτε είχε θεσμοθετηθεί μία τέτοια πρακτική ούτε από τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία[57]. Μάλιστα παρότι κατά το παρελθόν υπήρξαν αιρετικές αποκλίσεις, όπως των Εβιωνιτών ή των υδροπαραστατών, ουδέποτε αποκλειόταν το υγρό στοιχείο κατά θεία μετάληψη, αλλά απλώς αντικαθίστατο από άλλο υγρό στοιχείο, κατά κανόνα ύδωρ. Κατά τη μαρτυρία δε των πατέρων όπως του Ιουστίνου και του Ειρηναίου, η εκκλησία από αρχαιοτάτων χρόνων χρησιμοποιεί τον οίνο στη θεία ευχαριστία[58], ενώ ο Πάπας Λέων ο Μέγας κατέκρινε όσους μεταλάμβαναν τον άρτο, αλλά όχι τον οίνο, χαρακτηρίζοντας την πράξη ιερόσυλο υποκρισία[59]. Κατά την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία όμως, όπου είναι το σώμα εκεί θα βρίσκεται και το αίμα του Κυρίου[60]. Πάντως κατά μερικούς θεολόγους κάτι τέτοιο είναι απλή πρόφαση. Η κίνηση αυτή είχε σα στόχο της έξαρση και την εξύψωση του κλήρου σε σχέση με το λαό[61].

Η Μετάληψη των νηπίων

Κατά τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία τα βαπτισμένα νήπια αποκλείονται από τη Θεία Ευχαριστία. Μια τέτοια πρακτική είναι ενάντια τόσο στη διδασκαλία της εκκλησίας, όσο και την ιστορική πραγματικότητα[62]. Σύμφωνα λοιπόν με τη διδασκαλία της εκκλησίας, κάθε μέλος της που δεν κωλύεται από σοβαρά αμαρτήματα, δύναται να προσέρχεται στο μυστήριο, δηλαδή σε κοινωνία με το ζωοδότη Θεάνθρωπο και την εκκλησια του. Εξ αυτού του λόγου ούτε τα νήπια κωλύονται από αυτή τη διαδικασία και γι αυτό η κίνηση της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας χαρακτηρίζεται με βάση και την παράδοση της εκκλησίας αδικαιολόγητη[63]. Είναι χαρακτηριστικό πως ήδη υπό του Κυπριανού[64] μαρτυρείται η συμμετοχή νηπίων στη θεία ευχαριστία, αλλά και στις Αποστολικές Διαταγές[65].

Η πρακτική αυτή υιοθετήθηκε από τους Ρωμαιοκαθολικούς το 12ο αιώνα[66], με τη λογική ότι ο πιστός πρέπει να βρίσκεται σε ηλικία ικανής κρίσεως περί της συμμετοχής του στο μυστήριο. Κατά τα παλαιότερα έτη, σύμφωνα με την Δυτική εκκλησία πρέπει ο πιστός να βρίσκεται τουλάχιστον μεταξύ 10ου και 12ου έτος της ηλικίας του, ενώ από το 1910 και την απόφαση του Πάπα Πίου Χ, στο 7ο.

Η Θεία Μετάληψη

Προετοιμασία

Προ της Θείας μεταλήψεως απαιτείται κατάλληλη προετοιμασία, ενώ η συμμετοχή στο μυστήριο επιτρέπεται μόνο στα βαπτισμένα μέλη της εκκλησίας[67]. Ο πιστός λοιπόν πρέπει να προπαρασκευάσει τον εαυτό του, μετανοώντας για τις αμαρτίες του και εξομολογούμενος, αφού ο αναξίως μετέχοντας "κρίμα εν εαυτώ εσθίει και πίνει μη διακρίνων το σώμα και το αίμα του Κυρίου"[68]. Ο Απόστολος Παύλος είναι επίσης σαφής αναφέροντας (Α΄ Κορινθίους ια΄, 7) πως: "Δοκιμαζέτω δε άνθρωπος εαυτόν, και ούτως εκ του άρτου εσθιέτω, και εκ του ποτηρίου πινέτω". Πέραν τούτου απαιτείται πολλές φορές και νηστεία, αλλά αυτό είναι κάτι που αποφασίζει ο πιστός σε συνεργία με τον πνευματικό του. Χαρακτηριστικό είναι πως πριν τη Θεία Κοινωνία απαγορεύεται οι πιστοί να φάνε ή να πιουν κάτι. Σε μεγάλο μέρος του πληρώματος της εκκλησίας, παρατηρείται επίσης αραιή προσέλευση στο Μυστήριο. Χαρακτηριστικές έμειναν στη σύγχρονη εκκλησιαστική ιστορία οι μάχες των Κολυβάδων περί της συχνής Θείας Μεταλήψεως, μία παράδοση που φαίνεται πως αρχίζει και πάλι να επιστρέφει στην αρχαία συνήθεια της εκκλησίας[69].

Λειτουργικό και μετάληψη

Θα πρέπει αρχικώς να τονιστεί πως η Θεία Λειτουργία ουσιαστικά είναι το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, με το λειτουργικό που καθιέρωσε η εκκλησία. Έτσι γίνεται εύκολα αντιληπτό πως το σημαντικότερο γεγονός της εκκλησιαστικής ζωής, η σύναξη του σώματος της Εκκλησίας όπου συντελείται η ενότητα του πληρώματος και η βίωση της αλήθειας, εκφράζεται μέσα από το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Κατά την προετοιμασία της Θείας Ευχαριστίας, καθαγιάζονται τα προσφερόμενα δώρα. Οι πιστοί προσφέρουν πρόσφορο, δηλαδή ψωμί με ειδική σφραγίδα, το οποίο καθαγιάζεται. Εν συνεχεία θερμαίνεται ύδωρ, το λεγόμενο "ζέον ύδωρ", το οποίο ρίχνεται μέσα στο ποτήριο της Θείας Κοινωνίας. Το ύδωρ αυτό συμβολίζει το ύδωρ το οποίο εξέτρεξε τη κεντημένη πλευρά του Κυρίου, ενώ είναι ζεστό για να δώσει την αίσθηση πως κοινωνούμε από τη ζωοποιό πλευρά του Χριστού[70]. Η μεταβολή των Τιμίων Δώρων σε σώμα και αίμα γίνεται κατά την προσφώνηση του ιερέως "Τα σα εκ των σων..."[71], ενώ κατά το κλείσιμο της Ωραίας Πύλης γίνεται η απαραίτητη προετοιμασία της "Θείας Μεταλήψεως".

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, κλήρος και λαός μεταλαμβάνουν σώμα και αίμα Κυρίου, εν αντιθέσει με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία η οποία στους πιστούς δίδει μόνο τη λεγόμενη Όστια, ένα άζυμο άρτο που συμβολίζει το σώμα του Κυρίου. Η Θεία Κοινωνία παρέχεται στους πιστούς με ένα κοχλιάριο (λαβίδα), το οποίο περιέχει το σώμα (άρτο) και το αίμα (οίνο), ενώπιον της Ωραίας Πύλης. Οι ιερείς μεταλαμβάνουν μέσα στο Ιερό Βήμα (κοινώς ιερό), αρχικώς μεταλαμβάνοντας σώμα και εν συνεχεία πίνοντας από το ποτήριο κατά την αρχαία συνήθεια. Κατά τη μετάληψη των αχράντων μυστηρίων, ο Θεάνθρωπος "του μερισμού είνε παρών εν εκάστω τμήματι των τιμίων δώρων"[72], αφού όπως υπομνηματίζει και ο ιερός Χρυσόστομος, ψυχή και σώματι παρευρίσκεται ο Κύριος στα Τίμια Δώρα[73]. Οι πιστοί μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας προσέρχονται και πάλι ενώπιον της Ωραίας Πύλης για να λάβουν το αντίδωρο, δηλαδή ένα μικρό καθαγιασμένο κομμάτι άρτου, το οποίο αποτελεί έκφραση αγάπης και αλληλεγγύης μεταξύ των πιστών του εκκλησιαστικού σώματος[74].

Στους ναούς το Μυστήριο φυλάσσεται συνήθως στο Αρτοφόριο, πάνω στη Αγία Τράπεζα, χωρίς όμως να υπάρχει ένας σαφής κανονισμός περί φύλαξής του. Τα έτοιμα δώρα, φυλάσσονται για τη μετάληψη βαριά ασθενών. Εν αντιθέσει με τη Λουθηρανική προτεσταντική ομολογία, τα Τίμια Δώρα ουδέποτε χάνουν την αξία τους, κάτι που αποδεικνύεται και από την ιστορική χρήση αυτών και εκτός εκκλησίας[75], όπως προαναφέρθηκε. Επιπρόσθετα το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας μπορεί να τελεστεί μόνο μία φορά στο ίδιο θυσιαστήριο (Αγία Τράπεζα) και μόνο αν υπάρχει παρουσία λαού, εν αντιθέσει με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία[76]. Οι ιερείς επίσης δύναται να τελέσουν το μυστήριο μόνο μία φορά την ημέρα[77].

Η Θεία Μετάληψη στα νήπια

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, των αχράντων μυστηρίων κοινωνούν ανεξαίρετα όλοι οι πιστοί, συμπεριλαμβανομένων και των μικρών παιδιών[78], και αυτή "είναι πράξη...της αρχαίας Εκκλησίας...αναγόμενη στους αποστολικούς χρόνους"[79]. Τα βαπτισμένα νήπια, ως κανονικά μέλη της Εκκλησίας, έχουν ανάγκη, όπως και οι ενήλικες, της θείας ευχαριστίας για να έχουν μέσα τους ζωή, σύμφωνα με τους λόγους του Χριστού: "εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου, και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς" (Ιω. 6,53)[80].

Απομακρυνόμενη από την αρχαία παράδοση, "στο θέμα αυτό καινοτόμησε...η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η οποία δεν παρέχει στα βαπτισθέντα νήπια το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας"[81], στην Ορθόδοξη Εκκλησία όμως, "στα βαπτισμένα νήπια δίνεται το χρίσμα και η μετάληψη της Θείας Κοινωνίας, επειδή έτσι κι αλλιώς τα μυστήρια θεραπεύουν τη φύση του ανθρώπου, και τα δώρα αυτά παρέχονται ως προίκα για τη μελλοντική ενεργοποίηση της χαρισματικής ζωής"[82].

Την αρχαιοτάτη συνήθεια[83] της συμμετοχής των νηπίων στη θεία Κοινωνία, βρίσκουμε διατυπωμένη με σαφήνεια στις Αποστολικές Διαταγές, οι οποίες "απηχούν πρωτοχριστιανικάς παραδόσεις"[84]:

"...μεταλαμβανέτω ο επίσκοπος, έπειτα οι πρεσβύτεροι και οι διάκονοι και οι υποδιάκονοι και οι αναγνώσται και οι ψάλται και οι ασκηταί, και εν ταις γυναιξίν αι διάκονοι και αι παρθένοι και αι χήραι, είτα τα παιδία, και τότε πας ο λαός κατά τάξιν μετά αιδούς και εύλαβείας άνευ θορύβου"[85].

Μεταγενέστερα, αρκετοί θεολόγοι της Εκκλησίας αναφέρθηκαν στο θέμα, ειδικά όταν η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία διαφοροποιήθηκε, όπως ο Ιωσήφ Βρυέννιος (14ος αι.[86]), ο οποίος σημειώνει: "διά του βαπτίσματος ελυτρώθη της πλάνης το βαπτισθέν ούτω και τη αγία μεταλήψει αυτώ ενωθή τω Θεώ..."[87].

Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης († 1429[88]), στο έργο του "Περί των ιερών τελετών", αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο (κεφ. 69 (ΞΘ΄), PG 155,236C: "Κατά λατίνων, ότι ου δει αφιστάν τα βρέφη της κοινωνίας") όπου "αναφέρεται στον εκ μέρους των Λατίνων χωρισμό της θείας Ευχαριστίας από το Βάπτισμα και τη χορήγηση της αργότερα, μετά την ενηλικίωση των βαπτισθέντων βρεφών"[89].

Ομοίως, σύμφωνα με την Ομολογία Πίστεως του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Μητροφάνη Κριτοπούλου (1625), ένα κείμενο που "κατέχει πρωτεύουσαν θέσιν μεταξύ των ορθοδόξων δογματικοσυμβολικών μνημείων"[90]: "Και αυτά τά βρέφη, αρξάμενα ευθύς από του αγίου βαπτίσματος, μετέχει του λοιπού, οσάκις οι γονείς βούλονται. Ει δε τις ημίν μέμφεται μεταδιδούσι τοις βρέφεσι του κυριακού δείπνου, ραδίως αυτόν επιστομίζομεν (σ.σ. αποστομώνουμε)..."[91] και συνεχίζει δίνοντας τις απαραίτητες θεολογικές και αγιογραφικές απαντήσεις.

Επίσης, ο άγιος Νικόδημος Αγιορείτης αναφέρει: "Ο ιερεύς...να βαπτίζη το παιδίον και μετά το βάπτισμα να αρχινά την θείαν λειτουργίαν και εν τω τέλει αυτής να μεταλαμβάνη το βαπτισθέν βρέφος" ώστε αυτό να λαμβάνει "τροφήν πνευματικήν"[92].

Υποσημειώσεις

  1. Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, Η Πίστης των Ορθοδόξων, σελ. 177
  2. Ματθαίος κστ΄, 26-27
  3. Παναγιώτης Τρεμπέλας, Δογματική Γ΄, σελ. 144
  4. Χρήστος Ανδρούτσος, Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, σελ. 367
  5. ο.π., σελ. 370-371
  6. Ιωάννης στ΄, 54: "ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ. "
  7. Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 484
  8. Ιγνατίου, Προς Εφεσίους 13, 1 PG 5, 656Α
  9. Ιωάννης στ΄, 54: "ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ."
  10. Ν. Ματσούκας, Δογματική..., σελ. 486
  11. Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σελ. 453
  12. ο.π., 453
  13. Paul Evdokimov, L'Orthodoxie, σελ. 241
  14. Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, Η Πίστη των Ορθοδόξων, σελ. 176
  15. Χρ. Ανδρούτσος, ενθ.αν., σελ. 374-375
  16. Χ. Γιανναράς, Η ελευθερία του Ήθους, σελ. 136
  17. Χ. Γιανναράς, Η ελευθερία του Ήθους, σελ. 140
  18. Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 151
  19. Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 151
  20. Ιωάννης στ΄ 48-51
  21. Ιωάννης στ΄ 58
  22. Ιωάννης στ΄ 55-56
  23. Ιωάννης στ΄, 60
  24. Μάρκος 22-24
  25. Κατά Ματθαίον κστ΄, 26-28
  26. Λουκάς κβ΄, 19-20
  27. Προς Κορινθίους Α΄, ια΄, 23-29
  28. Πράξεις 2, 46: "καθ᾿ ἡμέραν τε προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἱερῷ, κλῶντές τε κατ᾿ οἶκον ἄρτον, μετελάμβανον τροφῆς ἐν ἀγαλλιάσει καὶ ἀφελότητι καρδίας,"
  29. Πράξεις 20,7 :"7 ᾿Εν δὲ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων συνηγμένων τῶν μαθητῶν κλάσαι ἄρτον, ὁ Παῦλος διελέγετο αὐτοῖς, μέλλων ἐξιέναι τῇ ἐπαύριον, παρέτεινέ τε τὸν λόγον μέχρι μεσονυκτίου. "
  30. Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική ιστορία, σελ. 36
  31. H. Lietzmann, Messe und Herrenmahl, Bonn 1926, 238-263
  32. Βλάσιος Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 37
  33. Βασ. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 102
  34. ο.π.
  35. Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 54
  36. Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 264
  37. ο.π.
  38. Βασ. Στεφανίδης, ενθ.αν., σελ. 102
  39. Κυπριανός Καρθαγένης, de laps, 26. Τερτυλλιανός ad uxor II, 5
  40. Χρ. Ανδρούτσος, Δογματική..., ενθ.αν., σελ. 356
  41. Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Προς Φιλαδελφείς, ΙV, 1 κεξ
  42. Ιγνατίου, Προς Σμυρνείς, VII, 1
  43. Ιουστίνος, Α΄ Απολογία, 66
  44. Ειρηναίος, Κατά Αιρέσεων, IV, 18
  45. Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 266
  46. ο.π.
  47. Ν. Ματσούκας, Δογματική..., σελ. 486
  48. ο.π.
  49. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως 4, 13
  50. Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σελ. 448
  51. Ν. Ματσούκας, Δογματική..., ενθ.αν., σελ. 488
  52. Ιωάννης 18, 28: "28 ῎Αγουσιν οὖν τὸν ᾿Ιησοῦν ἀπὸ τοῦ Καϊάφα εἰς τὸ πραιτώριον· ἦν δὲ πρωΐ· καὶ αὐτοὶ οὐκ εἰσῆλθον εἰς τὸ πραιτώριον, ἵνα μὴ μιανθῶσιν, ἀλλ' ἵνα φάγωσι τὸ πάσχα."
  53. Χρ. Ανδρούτσος, Δογματική..., σελ. 363
  54. Χρ. Ανδρούτσος, Δογματική..., σελ. 363
  55. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 154
  56. Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 156
  57. Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά, σελ. 260
  58. Π. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 157
  59. Ομιλία 14, De Quadrag. 5
  60. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 173
  61. ο.π.
  62. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 171
  63. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 171
  64. Κυπριανού, De lapsis 25
  65. Αποστολικαί Διαταγαί 8, 13, 14
  66. Π. Τρεμπέλας παρ. Bartmann, ενθ.αν., σελ. 171
  67. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 169
  68. Αθ. Δεληκωστόπουλος, ενθ.αν., σελ. 180
  69. Κάλλιστος Ware, ενθ.αν., σελ. 454
  70. Ευθυμίου Στυλίου, παρ. Συμεών Θεσσαλονίκης, Μικρό Χριστιανικό Λεξικό, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1998, σελ. 84
  71. Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά, σελ. 262
  72. Χρήστος Ανδρούτσος, Δογματική..., σελ. 357
  73. Ιω. Χρυσόστομος, Ομιλία 3. Εις την Εφεσίους επιστολή
  74. Κάλλιστος Ware, ενθ.αν., σελ. 455
  75. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., σελ. 200
  76. Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά, σελ. 251
  77. ο.π.
  78. Θεοδώρου Ανδρέας, Βασική Δογματική Διδασκαλία - Πιστεύω εις ένα Θεόν, 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2007, σελ. 189.
  79. Θεοδώρου Ανδρέας, Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 261.
  80. Θεοδώρου, ...Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, ό.π.
  81. Θεοδώρου Ανδρέας, 'Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά', 3η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 169.
  82. Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Γ΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 271, υποσημ. #39.
  83. Βλ. Χρυσόστομος Παπαθανασίου (αρχιμ.), "Θ. Ευχαριστία. Ερωτήσεις και αποκρίσεις διά των Ι. Κανόνων", στο Εφημέριος, τεύχ. 10 (2003), Αθήνα, Λιβάνης, σελ. 7-9.
  84. ΘΗΕ, τόμ. 8 (1966), στ. 1040.
  85. PG 1,1109A.
  86. Ιωαννίδης Νικόλαος (αρχιμ.), Θεολογία και Γραμματεία από τον Θ΄ αιώνα και εξής, εκδ. Π. Κυριακίδη Α.Ε., Αθήνα 2007, σελ. 177-178.
  87. Το απόσπασμα από το: Μιλόσεβιτς Νενάντς, Η Θεία Ευχαριστία ως κέντρον της Θείας Λατρείας. Η Σύνδεσις των Μυστηρίων μετά της Θείας Ευχαριστίας (διδακτ. διατριβή), Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 75.
  88. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 11, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 545.
  89. Διονύσιος Μητρ. Δράμας, Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης και η Δύση (διδακτ. διατριβή), Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 21.
  90. Καρμίρης Ιωάννης, Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Β΄, Αθήνα 1953, σελ. 489.
  91. Καρμίρης, Τα δογματικά..., ό.π., τόμ. Β΄, σελ. 536.
  92. Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 247 (Σημείωση στον ΛΑ΄ Κανόνα της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου).

Βιβλιογραφία

  • Νικόλαος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Χρήστος Ανδρούτσος, "Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας", Αστήρ, Αθήνα 1956.
  • Κάλλιστος Ware, "Η Ορθόδοξη Εκκλησία", Ακρίτας, Νέα Σμύρνη 2007.
  • Ανδρέας Θεοδώρου, "Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά", Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006.
  • Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, "Η πίστη των Ορθοδόξων", Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1999.
  • Βλάσιος Φειδάς, "Εκκλησιαστική Ιστορία", Τόμος Α΄, Διήγηση, Αθήνα 2002.
  • Βασίλειος Στεφανίδης, "Εκκλησιαστική Ιστορία", Παπαδημητρίου, Θεσσαλονίκη 1959.
  • Παναγιώτης Τρεμπέλας, "Δογματική", Τόμος Γ΄, Σωτήρ, Αθήνα 2003.
  • Ιωάννης Ζηζιούλας, "Η ενότης της Εκκλησίας εν τη Θεία Ευχαριστία και τω επισκόπω, κατά τους τρεις πρώτους αιώνας", Γρηγόρης, Αθήνα 1990 (Έκδοση Β΄).