Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ (Αφαίρεση όλου του περιεχομένου από τη σελίδα)
(επαναφορά 1)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
 +
'''Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος''' ή '''Σύνοδος της Χαλκηδόνας''', αποκαλείται η [[Εκκλησιαστική Σύνοδος|εκκλησιαστική σύνοδος]] που διενεργήθηκε στο ομώνυμο προάστιο της Κωνσταντινούπολης, το 451. Συνεκλήθη από τους αυτοκράτορες ''Μαρκιανό'' και ''Πουλχερία'', προήδρευσαν οι παπικοί αντιπρόσωποι και ο ''Κωνσταντινουπόλεως Ανατόλιος'' και ως κύριο στόχο είχε «''την καταδίκη της αντιθέτου προς το [[νεστοριανισμός|νεστοριανισμό]] αιρέσεως του [[μονοφυσιτισμός|μονοφυσιτισμού]]''»<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 157</ref>.
  
 +
Οι χριστολογικές τάσεις των δύο μεγάλων θεολογικών σχολών παρά τη σημαντική συμφωνία στα πλαίσια του «''Όρου των Διαλλαγών''» συνέχιζαν να κινούνται προς αποκλίνουσες κατευθύνσεις. Άλλωστε «''η ασάφεια του Όρου των Διαλλαγών ήταν συνέπεια των διαφορετικών προϋποθέσεων των δύο θεολογικών παραδόσεων, καθώς η επιλεκτική ορολογία του προσφερόταν για ποικίλες θεολογικές αξιολογήσεις''»<ref>Βλασσίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 620</ref>, τη στιγμή που βασικό πρόβλημα παρέμενε η σύγχυση των όρων ''πρόσωπο'' και ''υπόσταση''. Η ''Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος'' μετά από μια ταραχώδη περίοδο ήρθε ως το αναγκαίο επιστέγασμα της διασφάλισης της καθολικής πλειοψηφίας του σώματος των μελών της εκκλησίας ως προς την απόρριψη κάθε μονοφυσιτικής ή ακραίας δυοφυσιτικής ορολογίας, την επικύρωση στην πίστη του [[Σύμβολο της Πίστεως|συμβόλου της Πίστεως]] τόσο της Νίκαιας, όσο και της [[Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)|Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης]], τη θέσπιση του διοικητικού καταστατικού κανόνα της ορθοδόξου εκκλησίας σύμφωνα με το λεγόμενο μητροπολιτικό σύστημα και την οριστική επίλυση του χριστολογικού ζητήματος, το οποίο για περισσότερο από 80 έτη βρέθηκε στο προσκήνιο της θεολογικής διαμάχης στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
 +
{{Οικουμενική σύνοδος
 +
|Όνομα_συνόδου=Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος
 +
|Ημερομηνία_συνοδου=451
 +
|Τόπος=Χαλκηδόνα Κωνσταντινουπόλεως
 +
|Αποδεκτή_από=[[Ορθόδοξη Εκκλησία]], [[Καθολική εκκλησία]], [[Αγγλικανική εκκλησία]], [[Λουθηρανισμός]].
 +
|Προηγούμενη=[[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος (Έφεσος)]]
 +
|Επόμενη=[[Ε΄ Οικουμενική Συνόδος|Ε΄ Οικουμενική Συνόδος (Β΄ Κωνσταντινούπολης)]]
 +
|Συγκλήθηκε_από=[[Μαρκιανός]] και [[Πουλχερία]]
 +
|Προήδρευσε=[[Ανατόλιος Αλεξανδρείας]], αντιπρόσωποι του Πάπα
 +
|Συμμετοχή=Περίπου 630 [[Επίσκοπος|επίσκοποι]].
 +
|Λόγοι_σύγκλησης=[[Νεστοριανισμός]],<br>[[Μονοφυσιτισμός]]<br>Υπόσταση [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]]<br>Διοκητική οργάνωση της Εκκλησίας}}
 +
== Η πορεία προς τη σύνοδο ==
 +
 +
===Εισαγωγή===
 +
 +
Κατά τη [[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο]] αντιμετωπίστηκε συνοδικώς για πρώτη φορά από το σύνολο του εκκλησιαστικού πληρώματος, το πρόβλημα της φύσεως και της ενώσεως θεϊκής και ανθρωπίνης φύσεως, στο πρόσωπο του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]]. Σε αυτή τη σύνοδο η κύρια προσπάθεια των συνοδικών πατέρων ήταν ο ορισμός μιας κοινής θεολογικής διατύπωσης του ''χριστολογικού δόγματος'', διότι οι δύο μεγάλες θεολογικές παραδόσεις, απέκλιναν με βάση τη θεολογική τους προσέγγιση στο ζήτημα της ενώσεως του Λόγου με την ανθρώπινη φύση. Το πρώτο έναυσμα όμως είχε δοθεί από τον ''Απολλινάριο'', ένα σεβαστό [[Επίσκοπος|επίσκοπο]] της εκκλησίας, που είχε διεξάγει σημαντικό αγώνα κατά του [[Αρειανισμός|Αρειανισμού]]. Οι θέσεις του ''Απολλινάριου'' στην προσπάθεια αναίρεσης του ''Αρειανισμού'', δε παρέμειναν στα συνήθως αυστηρά πλαίσια της ''τριαδολογίας'', αλλά επεκτάθηκαν και σε άλλα ζητήματα της αιρετικής διδασκαλίας του Αρείου, όπως τη χριστολογία του, η οποία πέρα από την υποστήριξη της κτιστότητας τού Υιού και την κατωτερότητά του, κερμάτιζε και την ανθρωπότητα τού Ιησού, αφού δε δεχόταν ψυχή στην ενωθείσα υπόστασή Του. Ο ''Απολλινάριος'', όμως στην προσπάθεια αυτή, διατύπωσε την θέση πως ο [[Ιησούς Χριστός|Ιησούς]] έχει μεν ψυχή, αλλά κατά το πλατωνικό τριμερές πρότυπο, όχι ''λογική ψυχή'', που τη θέση της κατέλαβε ο Λόγος. Η εκκλησία καταδίκασε την διδασκαλία αυτή, αντιμετωπίζοντας με ιδιαίτερη ευαισθησία το σεβάσμιο πρόσωπό του, το οποίο δε δέχθηκε προσωπικό αναθεματισμό. Ο [[Απολλιναρισμός]] όμως διετέλεσε τον πρόδρομο του ''μονοφυσιτισμού'', δηλαδή της ακριβώς αντίθετης χριστολογικής προσέγγισης ως προς το νεστοριανισμό στο ζήτημα της εκκλησιαστικής χριστολογίας, αφού δεχόταν πως εφόσον υπάρχουν δύο φύσεις, θα έπρεπε αντιστοίχως να υπάρχουν και δύο πρόσωπα και εφόσον κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, ανθρώπινη φύση αφομοιώθηκε (όχι όμως και απαλείφθηκε) από τη θεϊκή.

Αναθεώρηση της 19:25, 12 Οκτωβρίου 2008

Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος ή Σύνοδος της Χαλκηδόνας, αποκαλείται η εκκλησιαστική σύνοδος που διενεργήθηκε στο ομώνυμο προάστιο της Κωνσταντινούπολης, το 451. Συνεκλήθη από τους αυτοκράτορες Μαρκιανό και Πουλχερία, προήδρευσαν οι παπικοί αντιπρόσωποι και ο Κωνσταντινουπόλεως Ανατόλιος και ως κύριο στόχο είχε «την καταδίκη της αντιθέτου προς το νεστοριανισμό αιρέσεως του μονοφυσιτισμού»[1].

Οι χριστολογικές τάσεις των δύο μεγάλων θεολογικών σχολών παρά τη σημαντική συμφωνία στα πλαίσια του «Όρου των Διαλλαγών» συνέχιζαν να κινούνται προς αποκλίνουσες κατευθύνσεις. Άλλωστε «η ασάφεια του Όρου των Διαλλαγών ήταν συνέπεια των διαφορετικών προϋποθέσεων των δύο θεολογικών παραδόσεων, καθώς η επιλεκτική ορολογία του προσφερόταν για ποικίλες θεολογικές αξιολογήσεις»[2], τη στιγμή που βασικό πρόβλημα παρέμενε η σύγχυση των όρων πρόσωπο και υπόσταση. Η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος μετά από μια ταραχώδη περίοδο ήρθε ως το αναγκαίο επιστέγασμα της διασφάλισης της καθολικής πλειοψηφίας του σώματος των μελών της εκκλησίας ως προς την απόρριψη κάθε μονοφυσιτικής ή ακραίας δυοφυσιτικής ορολογίας, την επικύρωση στην πίστη του συμβόλου της Πίστεως τόσο της Νίκαιας, όσο και της Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης, τη θέσπιση του διοικητικού καταστατικού κανόνα της ορθοδόξου εκκλησίας σύμφωνα με το λεγόμενο μητροπολιτικό σύστημα και την οριστική επίλυση του χριστολογικού ζητήματος, το οποίο για περισσότερο από 80 έτη βρέθηκε στο προσκήνιο της θεολογικής διαμάχης στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος
Ημερομηνία 451
Τόπος Χαλκηδόνα Κωνσταντινουπόλεως
Αποδοχή Ορθόδοξη Εκκλησία, Καθολική εκκλησία, Αγγλικανική εκκλησία, Λουθηρανισμός.
Προηγούμενη Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος (Έφεσος)
Επόμενη Ε΄ Οικουμενική Συνόδος (Β΄ Κωνσταντινούπολης)
Συγκλήθηκε από Μαρκιανός και Πουλχερία
Προήδρευσε Ανατόλιος Αλεξανδρείας, αντιπρόσωποι του Πάπα
Συμμετοχή Περίπου 630 επίσκοποι.
Λόγοι σύγκλησης Νεστοριανισμός,
Μονοφυσιτισμός
Υπόσταση Ιησού Χριστού
Διοκητική οργάνωση της Εκκλησίας



Η πορεία προς τη σύνοδο

Εισαγωγή

Κατά τη Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο αντιμετωπίστηκε συνοδικώς για πρώτη φορά από το σύνολο του εκκλησιαστικού πληρώματος, το πρόβλημα της φύσεως και της ενώσεως θεϊκής και ανθρωπίνης φύσεως, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Σε αυτή τη σύνοδο η κύρια προσπάθεια των συνοδικών πατέρων ήταν ο ορισμός μιας κοινής θεολογικής διατύπωσης του χριστολογικού δόγματος, διότι οι δύο μεγάλες θεολογικές παραδόσεις, απέκλιναν με βάση τη θεολογική τους προσέγγιση στο ζήτημα της ενώσεως του Λόγου με την ανθρώπινη φύση. Το πρώτο έναυσμα όμως είχε δοθεί από τον Απολλινάριο, ένα σεβαστό επίσκοπο της εκκλησίας, που είχε διεξάγει σημαντικό αγώνα κατά του Αρειανισμού. Οι θέσεις του Απολλινάριου στην προσπάθεια αναίρεσης του Αρειανισμού, δε παρέμειναν στα συνήθως αυστηρά πλαίσια της τριαδολογίας, αλλά επεκτάθηκαν και σε άλλα ζητήματα της αιρετικής διδασκαλίας του Αρείου, όπως τη χριστολογία του, η οποία πέρα από την υποστήριξη της κτιστότητας τού Υιού και την κατωτερότητά του, κερμάτιζε και την ανθρωπότητα τού Ιησού, αφού δε δεχόταν ψυχή στην ενωθείσα υπόστασή Του. Ο Απολλινάριος, όμως στην προσπάθεια αυτή, διατύπωσε την θέση πως ο Ιησούς έχει μεν ψυχή, αλλά κατά το πλατωνικό τριμερές πρότυπο, όχι λογική ψυχή, που τη θέση της κατέλαβε ο Λόγος. Η εκκλησία καταδίκασε την διδασκαλία αυτή, αντιμετωπίζοντας με ιδιαίτερη ευαισθησία το σεβάσμιο πρόσωπό του, το οποίο δε δέχθηκε προσωπικό αναθεματισμό. Ο Απολλιναρισμός όμως διετέλεσε τον πρόδρομο του μονοφυσιτισμού, δηλαδή της ακριβώς αντίθετης χριστολογικής προσέγγισης ως προς το νεστοριανισμό στο ζήτημα της εκκλησιαστικής χριστολογίας, αφού δεχόταν πως εφόσον υπάρχουν δύο φύσεις, θα έπρεπε αντιστοίχως να υπάρχουν και δύο πρόσωπα και εφόσον κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, ανθρώπινη φύση αφομοιώθηκε (όχι όμως και απαλείφθηκε) από τη θεϊκή.
  1. Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 157
  2. Βλασσίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 620