Γάμος

Από OrthodoxWiki
Αναθεώρηση ως προς 22:09, 16 Ιανουαρίου 2009 από τον Θεοδωρος (Συζήτηση | Συνεισφορά) (Αιρετικές δοξασίες)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Ο Γάμος της Κανά

Γάμος αποκαλείται το μυστήριο της Ορθόδοξης Εκκλησίας κατά το οποίο "συνάπτεται φυσικός δεσμός μεταξύ ανδρός και γυναικός ελεύθερα σε ισόβια κοινωνία και εξαγιαζόμενος προς πλήρη επίτευξη του θείου σκοπού του μυστηρίου αυτού"[1]. Είναι μυστήριο ήδη θεσπισμένο με την ευλογία του Θεού κατά τη δημιουργία, αφού στον περιούσιο λαό θεωρείται μυστήριο που έχει την αρχή του στη δημιουργική πλάση[2] ενώ ομολογείται, όπως και η καταβολή του και από τα λόγια του Ιησού Χριστού[3].

Θεολογία

Το Τριαδικό μυστήριο της ενότητας "εν τη ποικιλία" δε βρίσκει την έκφρασή του μόνο στην εκκλησιολογία, αλλά και τη διδασκαλία του γάμου. Οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν κατ εικόνα της Αγίας Τριάδας, και, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις δεν προορίζονται από το Θεό να ζήσουν μόνοι, αλλά μέσα σε οικογένεια[4]. Όπως υπομνηματίζει ο Μέγας Βασίλειος ο γάμος είναι μυστήριο που αποσκοπεί στην ένωση του άνδρα και της γυναίκας με φυσικό δεσμό και την ευλογία του Θεού[5], εξού και δεν αποβαίνει μία κατάσταση μόνο της φύσεως αλλά και μια κατάσταση χάριτος[6]. Οι πατέρες στην περίπτωση του γάμου, πάντοτε εξάρουν αυτό το φυσικό δεσμό, υπομνηματίζουν τις συνέπειες της απόκτησης παιδιών και συνάμα τονίζουν πως αυτές οι συνέπειες είναι αντίδοτο κατά του θανάτου. Χαρακτηριστικός είναι ο λόγος και του Ιωάννου Δαμασκηνού πως σκοπός αυτής της ευλογημένης ένωσης είναι η καταπολέμηση του έσχατου εχθρού του ανθρώπου, που είναι ο θάνατος[7]. Έτσι ο γάμος στο εκκλησιαστικό σώμα αποτελεί τη βασική λειτουργία συνέχισης και ολοκλήρωσης της ιστορικής πορείας προς τελείωση και γι αυτό το λόγο το μυστήριο αυτό στην εκκλησία του παρακλήτου, αποτελεί ένα ακόμα κομμάτι της τελείωσης αυτής. Χαρακτηριστικό είναι πως ο Απόστολος Παύλος, παραλληλίζει το γάμο ανδρός και γυναικός με την ένωση της νύμφης εκκλησίας με το νυμφίο Χριστό[8], δηλώνοντας ουσιαστικά πως τελικά η σύζευξη είναι δεσμός φυσικός και πνευματικός διαμέσου της ευλογίας του Θεού και του εκκλησιαστικού αγιασμού[9]. Σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται και το μέγεθος τους μυστηρίου. Ο γάμος τελικά δεν είναι απλώς μία συμβολική πράξη αλλά "πραγματική, ουσιαστική και εσωτερική σχέσει μετά του μυστηρίου της ενώσεως του Χριστού και της εκκλησίας...Δεν είναι απλώς σύμβολον τούτου, αλλά μίμησις, προερχόμενη εκ της ενώσεως του Χριστού μετά της Εκκλησίας και κυριαρχούμενη και εμπνεόμενη υπ αυτής"[10].

Σε ότι δε αφορά το αδιάλυτο του γάμου, αυτό έχει καθαρά Ρωμαιοκαθολική επίδραση και μάλιστα μαγική[11]. Η εντολή του Ιησού να μη χωρίζουν οι άνθρωποι εφόσον μετέχουν του μυστηρίου του γάμου δε σημαίνει μαγική προσκόλληση. Όπως σε κάθε μυστήριο πλην του βαπτίσματος χρειάζεται η ελεύθερη αποδοχή του μέλους και "η συμμετοχή της βουλητικής συνεργίας του ανθρώπου"[12], έτσι και στο μυστήριο του γάμου και κατά διάρκεια της σύζευξης απαιτείται διαρκής διάθεση και βούληση γι αυτή την ένωση. Στην ορθόδοξη θεολογία η προστακτική αυτή εντολή από τον Κύριο έχει τη λογική του "ου φονεύσεις". Και στις δύο περιπτώσεις "ελεύθερα οι άνθρωποι μπορούν και να διαλύσουν το γάμο τους και να φονεύσουν το συνάνθρωπό τους. Και στις δύο περιπτώσεις διαπράττουν βαριά αμαρτήματα"[13]. Τέλος πρέπει να επισημανθεί πως στην Ορθόδοξη εκκλησία επιτρέπονται ως τρεις γάμοι και απαγορεύεται αυστηρά τέταρτος, ενώ ο μόνος λόγος που επιτρέπεται χωρισμός κατά το Ματθαίος 19, 9 είναι η περίπτωση μοιχείας (απιστία) ενός συζύγου.

Ο γάμος μέσα από τις ιστορικές πηγές

Ο θεσμός του μυστηρίου του γάμου εξ αρχής διαφαίνεται μέσα από τις βιβλικές περιγραφές. Είναι χαρακτηριστικό πως ο ίδιος ο Θεός ευλογεί τους πρωτοπλάστους και παραγγέλλει αύξηση και πλήθυνση[14]. Στην Καινή Διαθήκη ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός επιβεβαιώνει πως το μυστήριο αυτό ευλογήθηκε κατά τη δημιουργία του ανθρώπου[15], ενώ σε άλλο σημείο παραγγέλλει να μην χωρίζονται οι συζευγμένοι και πως μάλιστα μία τέτοια ενέργεια πλέον θα είναι παρά φύση και παρά νόμον, αφού πλέον θα διατμηθεί η μία αυτή σάρκα[16]. Ο Κύριος επίσης ήταν Αυτός που ευλόγησε το γάμο στην Κανά, τελώντας και σημείο δια της μετατροπής του ύδατος σε οίνο, ενώ ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή προς Εφεσίους, καταδεικνύει τη μεγάλη σημασία του μυστηρίου αυτού, κηρύττοντας δεσμό αδιάλυτο και τονίζοντας πως περιπτώσεις αθέτησης των υποσχεθέντων ενώπιον του Θεού μυστηρίου είναι αμάρτημα, ως μοιχεία[17].

Ο Απόστολος Παύλος, θέλοντας επίσης να τονίσει το μεγαλειώδες σημείο του μυστηρίου αναφέρει πως γάμος ανδρός και γυναικός είναι εικόνα του γάμου της νύμφης εκκλησίας και του Κυρίου[18]. Αυτή, μάλιστα, η περικοπή "είναι κατ’ εξοχήν ενδεικτική της όλης ιδιαζούσης χριστιανικής θεωρήσεως του γάμου κατά την ουσίαν και την σύναψιν αυτού. Αφ’ ετέρου και η μετέπειτα εκκλησιαστική παράδοσις υποδεικνύει εμμέσως ότι ο γάμος ως μυστηριακή πράξις έχει αποστολικήν την προέλευσιν"[19]. Άλλωστε η Εκκλησία "θεωρεί την παρουσία του Χριστού στον γάμο της Κανά ως σημείο εξυψώσεως του γάμου, από τον ίδιο τον Χριστό, σε μυστήριο. Γι’ αυτό ανέκαθεν...τελούσε τον γάμο με ιερολογία, ως το μυστήριο με το οποίο μεταδιδόταν η Θεία Χάρη όπως μαρτυρούν τα αρχαία Ευχολόγια και οι Πατέρες"[20].

Αρχικά, οι ακολουθίες του Βαπτίσματος και του Γάμου ήταν συνδεδεμένες "μετά του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας"[21] και "η ένταξη της ευλογίας του γάμου στο πλαίσιο της θ. ευχαριστίας περιόρισε την ανάπτυξη των ιδιαίτερων στοιχείων μιας ειδικής ακολουθίας του μυστηρίου του γάμου, η οποία καλυπτόταν τόσο από τις ειδικές ευχές για τον αγιασμό της εγγάμου σχέσεως, όσο και από την όλη ακολουθία της Θείας Λειτουργίας. Βεβαίως, οι πρώτες απλές μορφές ευλογίας και αγιασμού της εγγάμου σχέσεως αναπτύχθηκαν με την αξιοποίηση σχετικών στοιχείων από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη"[22].

Οι σχετικές μαρτυρίες για ιερολογία στον γάμο ξεκινούν από πολύ νωρίς. Ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, ήδη στις αρχές του 2ου αιώνα αναφέρει:

"τοις γαμούσι και ταις γαμουμένες μετά γνώμης του επισκόπου την ένωσιν ποιείσθαι, ίνα ο γάμος η κατά Θεόν και μη κατ' επιθυμίαν"[23]

Ο Τερτυλλιανός επίσης το 2ο αιώνα σημειώνει ότι τον γάμο τον συνάπτει η Εκκλησία...και τον επισφραγίζει η ευλογία:

"matrimonii quod ecclesia conciliat…et consignat benedictio"[24]

Αργότερα, και ο άγ. Αμβρόσιος (4ος αι.) αναφέρεται στην ιερατική ευλογία ("Cum ipsum conjugium sacerdotali et benedictione sanctificari oporteat"', PL 16, 984C), όπως και ο Μ. Βασίλειος στα μέσα του 4ου αιώνα:

"Οι άνδρες αγαπάτε τας γυναίκας...προς κοινωνίας γάμου συνέλθητε, ο της φύσεως δεσμός, ο δια της ευλογίας ζυγός, ένωσις έστω των διεστώτων"[25].

Το ίδιο καταδεινύει και ο ΙΑ΄ κανόνας του Τιμοθέου Αλεξανδρείας (+385) με οικουμενικό κύρος, (αφού επικυρώθηκε ως ιερός κανόνας από την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο)

"εάν τις καλέση κληρικόν εις το ζεύξαι γάμον, ακούση δε τον γάμον παράνομον...".

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αφήνει να εννοηθεί ότι "εις την χριστιανικήν Ανατολήν η ιερατική ευλογία παρείχετο ήδη και κατά την μνηστείαν, επαναλαμβανόμενη πάντως και κατά την τέλεσιν του γάμου"[26] και γράφει στα μέσα του 5ου αιώνα:

"τι τα σεμνά του γάμου εκπομπεύεις μυστήρια;...ιερέας καλείν και δι ευχών και ευλογιών την ομόνοιαν του συνοικεσίου συσφίγγειν"[27].

Η σπουδαιότητα του γάμου διαφαίνεται και από τις προσπάθειες της εκκλησίας να αντιμετωπίσει αιρετικές δοξασίες οι οποίες τον υποτιμούσαν. Αυτές καταγράφονται στους κανόνες της εν Γάγγρα συνόδου (μέσα 4ου αιώνα):

  • "Ει τις τόν γάμον μέμφοιτο, και την καθεύδουσαν μετά του ανδρός αυτής, ούσαν πιστήν και ευλαβή, βδελύσσοιτο ή μέμφοιτο, ως αν μη δυναμένην εις βασιλείαν εισελθείν, ανάθεμα έστω" (κανόνας α΄)[28].
  • "Ει τις παρθενεύοι ή εγκρατεύοιτο, ώς αν βδελυκτών των γάμων αναχωρήσας, καί μή δι’ αυτό το καλόν καί άγιον τής παρθενίας, ανάθεμα έστω" (κανόνας θ΄)[29]

Επίσης, ο άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, στην ερμηνεία του στον ι΄ κανόνα της ίδιας συνόδου, σημειώνει ότι "ούτος ο κανών αναθεματίζει εκείνους όπου παρθενεύουν μεν διά την αγάπην του Κυρίου, υπερηφανεύονται δε εναντίον εις τους έχοντας νόμιμον γάμον"[30].

Περί γάμου

Αιρετικές δοξασίες

Στη μακραίωνη ιστορική πορεία της εκκλησίας, υπήρξαν αποκλίσεις, δοξασίες και πλάνες περί του μυστηρίου. Αυτές προέκυπταν είτε από "από τις περί κακού Δημιουργού προκαταλήψεις αυτών [γνωστικών], είτε εξ υπερτιμήσεως της αγαμίας, ωθησάσης αυτούς μέχρι να θεωρώσι τον γάμον ακάθαρτον τι και μολυσματικόν"[31]. Στη βάση λοιπόν των περισσοτέρων κακοδοξιών κατά του γάμου εναντιώθηκαν διάφορες γνωστικές ομάδες, ιδίως δε Εγκρατίτες. Χαρακτηριστικοί είναι οι λόγοι του Σατορνίλου ότι "το γαμείν και το γεννάν εκ του Σατανά υπάρχει". Την ίδια γραμμή ακολουθούσε και ο Μαρκίων, ενώ τις ίδιες απόψεις επαναλάμβαναν και οι Εγκρατίτες, μία έντονα ασκητική γνωστική ομάδα. Χαρακτηριστική περίπτωση εγκρατιτισμού είναι ο Τατιανός ο Σύρος, ο οποίος κήρυττε το γάμο ως φθορά και πορνεία. Οι απόψεις αυτές καταπολεμήθηκαν σθεναρά από την εκκλησία, η οποία αντέταξε το μήνυμα των γραφών καθώς τους λόγους του Ιησού και των Αποστόλων.

Ο γάμος ως επινόηση μετά την πτώση

Στην ορθόδοξη θεολογία συχνά επισημαίνεται πως ο γάμος δεν υπήρχε προ της πτώσεως και πως αυτός επινοήθηκε μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, προς παιδοποιία και πλήθυνση, ώστε να μην αναλωθεί από το θάνατο το ανθρώπινο γένος[32][33]. Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί πως αυτές οι απόψεις των πατέρων δε λαμβάνουν δογματική αξία, δεν είναι δηλαδή δόγμα[34] και συνάμα "η μη αναγκαιότητα του γάμου πριν την εισβολή του θανάτου δε σημαίνει παρθενία ασκητικής ή ηθικής φύσης...απλώς μιλάνε για μια οντολογία με την παρασιτική δύναμη του θανάτου"[35]. Έτσι σε καμία περίπτωση δε μειώνεται η αξία του γάμου, αφού τόσο ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, όσο και οι Ιωάννης Δαμασκηνός και γενικότερα η πατερική θεολογία τονίζει πως ο γάμος είναι καλός, ευλογημένος και αμίαντος[36]. Σε ότι δε αφορά τη συνήθη διάκριση παρθενίας και γάμου είναι σαφές κατά τις ρήσεις του Αποστόλου Παύλου πως η πρώτη είναι κρείττων του γάμου[37] αλλά σαφώς και η εκκλησία μέσω των πατέρων και των Αποστόλων διακηρύσσει πως "και παρθενίαν δοξάζει και γάμον σεμνόν τιμά και δέχεται" και πως "ταύταις δε ταις τάξεσιν ακολούθως ο σεμνός γάμος εν μεγάλη τιμή, ο εν μονογαμία μάλιστα και παραφυλακή ενταλμάτων"[38].

Περί μικτών γάμων

Οι μικτοί γάμοι είναι γάμοι μεταξύ ορθοδόξων και ετεροδόξων. Οι γάμοι αυτοί επιτρέπονται στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά μόνο κατ' οικονομία και εξ ανάγκης[39]. Χαρακτηριστικό της κατ οικονομίας και κατ εξαιρέσεως επιτροπής του γεγονότος αυτού είναι ότι σειρά κανόνων σημαντικών συνόδων όπως ο 10ος της Λαοδικείας και ο 21ος της Καρθαγένης απαγορεύουν ρητώς το γάμο μεταξύ ετεροδόξων και αιρετικών, όπως και ο 72ος κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου.

Οι γάμοι αυτοί προκύπτουν συνήθως από τις κοινωνικές ανάγκες, ιδίως δε όταν κάποιος ορθόδοξος ζει σε μία χώρα όπου ο πληθυσμός δεν είναι ορθόδοξος. Η εκκλησία σε αυτή την περίπτωση επιτρέπει και επικυρώνει ένα τέτοιο γάμο, με την προϋπόθεση όμως ότι το μυστήριο θα τελεστεί σε ορθόδοξο ναό και με το ορθόδοξο λειτουργικό τυπικό, τα δε παιδιά να βαπτιστούν και θα γαλουχηθούν ορθόδοξα[40]. Την ίδια τακτική ακολουθούν και οι Ρωμαιοκαθολικοί, αντιθέτως με πολλές προτεσταντικές ομολογίες που στο ζήτημα αυτό λειτουργούν ελεύθερα[41]. Εδώ πρέπει να τονιστεί πως αυτός ο γάμος δεν υπολείπεται σε τίποτα ενός γάμου από δύο ορθόδοξα μέλη. Χρακτηριστικοί άλλωστε είναι οι λόγοι του Αποστόλου Παύλου ο συνιστά να μη διαλύονται οι γάμοι μεταξύ ετεροδόξων, εφόσον κάτι τέτοιο δεν επιθυμούν και τα μη χριστιανά μέλη του γάμου αφού "ηγίασται ανήρ ο άπιστος εν τη γυναικί και ηγίασται η γυνή ή άπιστος εν τω ανδρί"[42].

Το μυστήριο

Η ακολουθία του γάμου στην αρχαία παράδοση της εκκλησίας διέφερε σε σχέση με σήμερα. Όπως ανωτέρω ήδη τονίστηκε, ήταν μέρος του λειτουργικού της Θείας Ευχαριστίας, ενώ ταυτόχρονα τελείτο σε δύο μέρη, που ήταν η ακολουθία του αρραβώνος και η ακολουθία του γάμου. Σήμερα και τα δύο αυτά μέρη σήμερα τελούνται στο αυτό ένα μέρος της ακολουθίας του γάμου. Η διαδικασία του αρραβώνος είναι η ευλογία και ανταλλαγή δακτυλίων, κάτι που προτύπωνε την ελεύθερη θέληση και αμοιβαία συναίνεση των μελλονύμφων[43]. Το δεύτερο μέρος αποτελείται από την τελετή της στέψης. Στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία συνήθως τα στέφανα φτιάχνοντας από φύλλα και λουλούδια, στη δε Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία από χρυσό και άργυρο. Τα στέφανα συμβολίζουν την χάρη του Αγίου Πνεύματος που επέρχεται κατά το μυστήριο στο ζευγάρι. Τα στέφανα επίσης κατά την ορθόδοξη παράδοση, συμβόλιζαν τόσο τα στέφανα του μαρτυρίου, αφού κάθε γάμος προϋποθέτει αυτοθυσία, αλλά και στέφανα χαράς[44]. Στο τέλος οι σύζυγοι πίνουν κρασί από κοινό ποτήριο, ως ενθύμηση του θαύματος της Κανά[45].

Σε ότι αφορά το τελετουργικό των διαζευγμένων και επανανυμφευμένων, η ακολουθία στην ορθόδοξη πρακτική διαφέρει. Έτσι δεν διαβάζονται μερικές χαρμόσυνες ευχές, ενώ στη θέση τους διαβάζονται ευχές μετανοίας. Σήμερα όμως συνήθως δεν τελείται το τελετουργικό αυτό.

Υποσημειώσεις

  1. Παν. Τρεμπέλας. Δογματική, Τόμος Γ΄, σελίδα 320
  2. Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄, 495
  3. Κατά Μάρκον 10, 6-8
  4. Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σελίδα 465
  5. Εις την Εξαήμερον, PG 29, 160BC
  6. Κάλλιστος Ware, ενθ.αν.
  7. Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως 4, 24
  8. Προς Εφεσίους 5, 22-23
  9. Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., 497
  10. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., υποσ. 10, σελίδα 325
  11. Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., 497
  12. Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., 497
  13. Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., 497
  14. Γένεσις Α΄, 27, 28
  15. Κατά Ματθαίον 19, 3
  16. παρ. Παν. Τρεμπέλα, ενθ.αν., 323
  17. Προς Εφεσίους, 5, 21-33
  18. Ανδρούτσος Χρήστος, Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, Αστήρ, Αθήνα 1956 (c1907), σελ. 397.
  19. "Γάμος", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ.4, στ. 210.
  20. "Γάμος", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 16, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  21. ΘΗΕ, τόμ. 4, στ. 217.
  22. Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι την Εικονομαχία, τόμ. Α', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 271.
  23. Επιστολή προς Πολύκαρπον V, 2
  24. PL 1, 1302A.
  25. PG 29,160.
  26. ΘΗΕ, τόμ.4, στ. 213-214.
  27. PG 54,443.
  28. Δηλ. "Αν κάποιος μέμφεται το γάμο και αποστρέφεται ή ψέγει τη γυναίκα που κοιμάται με τον άντρα της και είναι πιστή και ευσεβής, γιατί τάχα δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία των ουρανών, να αναθεματίζεται".
  29. Δηλ.: "Αν κάποιος μένει παρθένος ή εγκρατεύεται αποφεύγοντας το γάμο επειδή τον αποστρέφεται και όχι γι’ αυτήν καθαυτήν την ωραιότητα και την αγιότητα της παρθενίας, να αναθεματίζεται".
  30. Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 400.
  31. Παναγιώτης Τρεμπέλας, ενθ.αν., 328
  32. Γρηγόριος Νύσσης, Περί κατασκευής ανθρώπου 17
  33. Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως 4, 24
  34. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., 330
  35. Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Γ΄, σελίδα 208-209 [υποσημείωση 59]
  36. Παν. Τρεμπέλας, ενθ.αν., 331
  37. Προς Κορινθίους Α΄, ζ, 8, 12 και 38
  38. παρ.Παναγιώτη Τρεμπέλα, ενθ.αν., 331
  39. Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, σελίδα 281
  40. Αν. Θεοδώρου, ενθ.αν.
  41. Αν. Θεοδώρου, ενθ.ν.
  42. Προς Κορινθίους Α΄, 7, 14
  43. Κάλλιστος Ware, ενθ.αν., 466
  44. ο.π.
  45. ο.π.

Βιβλιογραφία

  • Νικόλαος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Παναγιώτης Τρεμπέλας, "Δογματική", Τόμος Γ΄, Σωτήρ, Αθήνα 2003.
  • Κάλλιστος Ware, "Η Ορθόδοξη Εκκλησία", Ακρίτας, Νέα Σμύρνη 2007.
  • Ανδρέας θεοδώρου, "Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά", Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006.