Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Βάπτισμα"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ (Βιβλιογραφία: fr)
μ
 
(53 ενδιάμεσες εκδόσεις από 4 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
[[Image:Baptism of Christ.jpg|thumb|250px|right|Η βάπτισις του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό]]
+
'''Βάπτισμα''' αποκαλείται το [[Ιερά Μυστήρια|Ιερό Μυστήριο]] της εκκλησίας κατά το οποίο ο πιστός δια τριπλής καταδύσεως και αναδύσεως εξ ύδατος, και επικλήσεως του ονόματος της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδος]] αναγεννάτε από το [[Άγιο Πνεύμα]], αποθέμενος την φύση της αμαρτίας και εισαγόμενος σε μία νέα αναγεννητική ζωή ως μέλος της εκκλησίας. Το βάπτισμα εξαλείφει τις αμαρτίες του ανθρώπου, συνάμα και το προπατορικό αμάρτημα, δίνοντας τη δυνατότητα στον πιστό να μετέχει των υπολοίπων [[Ιερά Μυστήρια|ιερών μυστηρίων]]. Γι αυτό και αποκαλείται και ''"λουτρό παλιγγενεσίας"''.  
'''Βάπτισμα''' ονομάζεται η ιερή τελετή των [[Χριστιανισμός|Χριστιανικών]] εκκλησιών με χρήση [[Νερό|νερού]] ως συμβόλου εξαγνισμού, η οποία σηματοδοτεί την εισαγωγή του πιστού στο σώμα της [[Εκκλησία|εκκλησίας]]. Η λέξη ''βάπτισμα'' προέρχεται από το ρήμα ''βάπτω''/''βαπτίζω'' που σημαίνει «βυθίζω συχνά ή έντονα,  βουτάω, καταδύω».
 
  
Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη {{Πολυτονικό|«ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ»}}<ref>Ιωάννου Γ΄,5</ref>, ενώ είναι και Κυριακή αποστολική εντολή {{Πολυτονικό|«πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος»}}<ref>Ματθαίου ΚΗ΄,19</ref>.
+
Το βάπτισμα είναι μυστήριο το οποίο συστήθηκε από τον Κύριο αφού ο ίδιος μιλώντας προς τους μαθητές τους ανέφερε ''"πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος"''<ref>Κατά Ματθαίον 28΄, 19</ref>, ενώ και ο [[Ευαγγελιστής Ιωάννης]] αναφέρει πως ''"ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ"''<ref>Ιωάννου 3, 5</ref>.
 +
[[Image:Baptism of Christ.jpg|thumb|210px|right|Η βάπτισις του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό]]
 +
==Θεολογία==
  
==Ιστορική Αναδρομή==
+
Το βάπτισμα εισάγει τους ανθρώπους ως μέλη του σώματος του [[Ιησούς Χριστός|Χριστού]], και για κάθε χριστιανό σημαίνει αναγέννηση στο [[Θάνατος|θάνατο]] και την [[Ανάσταση|ανάστασή]] Του<ref>Νικόλαος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 475</ref>. Αποτελεί εγκεντρισμό στη ζωή και γέννηση σε αυτή<ref>Προς Ρωμαίους 6, 2-4: «''μὴ γένοιτο. οἵτινες ἀπεθάνομεν τῇ ἁμαρτίᾳ, πῶς ἔτι ζήσομεν ἐν αὐτῇ; 3 ἢ ἀγνοεῖτε ὅτι ὅσοι ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστὸν ᾿Ιησοῦν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν; 4 συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν.''»</ref>, που κατά την Κυριακή ρύση<ref>Κατά Ματθαίον 28, 19: «''πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος,''»</ref> στο κέντρο της τοποθετείται το μυστήριο της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]] και τελικώς ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας του. Διαφέρει μάλιστα από το αντίστοιχο βάπτισμα του Ιωάννου<ref>Χρήστος Ανδρούτσος, Δογματική της Ορθοδόξου..., σελ. 319</ref>, το οποίο ήταν βάπτισμα μετανοίας<ref>Κατά Ματαθαίον 3, 11: «''ἐγὼ μὲν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι εἰς μετάνοιαν· ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστίν, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήματα βαστάσαι· αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ καὶ πυρί.''»</ref>, καθότι αυτό αποκαταστά τη φύση του ανθρώπου και απαλείφει το προπατορικό αμάρτημα και τις προσωπικές αμαρτίες του ανθρώπου<ref>ο.π., σελ. 320</ref>, όπως μαρτυρείται από την [[Αγία Γραφή]]<ref>Πράξεις 2, 38: «''Πέτρος δὲ ἔφη πρὸς αὐτούς· μετανοήσατε, καὶ βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπὶ τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, καὶ λήψεσθε τὴν δωρεὰν τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος''»</ref>.
===Ιουδαϊσμός και Παλαιά Διαθήκη===
 
Αν και ο όρος «βάπτισμα» δε χρησιμοποιείται για την περιγραφή ιουδαϊκών ιεροτελεστιών, το τελετουργικό εξαγνισμού (ή ''Μικβά'' - τελετουργική εμβάπτιση) στην [[Ιουδαϊσμός|ιουδαϊκή]] παράδοση έχει κάποιες ομοιότητες με το χριστιανικό βάπτισμα. Στο ''[[Τανάκ]]'' και άλλα ιουδαϊκά κείμενα, η είσοδος ή εμβάπτιση στο νερό για τελετουργικό εξαγνισμό καθιερώθηκε για αποκατάσταση της τελετουργικής αγνότητας σε ιδιαίτερες περιπτώσεις.
 
  
===Καινή Διαθήκη===
+
Δίχως το βάπτισμα το μέλος παραμένει δέσμιο της φθοράς και των δαιμονικών δυνάμεων. Η νοσούσα φύση του ανθρώπου έχει ανάγκη αναγεννήσεως<ref>[[Κύριλλος Αλεξανδρείας]], Εις την Προς Ρωμαίους επιστολή PG 74, 789 AB</ref>, ειδάλλως δεν απελευθερώνεται και δεν αναγεννάτε από τον ''"παλαιό άνθρωπο"''. Γι αυτό από τους πατέρες της εκκλησίας γίνεται διαρκής επισήμανση και διασύνδεση του θεσμού αυτού με το θάνατο του Κυρίου<ref>Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως,4, 9 PG 94, 1117B</ref>, τονίζοντας πως με το βάπτισμα ενδύεται την ''"υπόσταση της θεογεννεσίας"''<ref>Διονυσίου Αρεοπαγίτη, Περί της Εκκλησιαστικής ιεραρχίας 3, 6 PG 3, 433A</ref>. Το νέο μέλος μέσω του μυστηρίου αναγεννά την ύπαρξή του, γίνεται μία επώνυμη προσωπική ετερότητα, εξ αιτίας της χάρης που απορρέει από την κοινωνία και την αγαπητική σχέση με το ζωοδότη Θεό<ref>Χρήστος Γιανναράς, Το αλφαβητάρι της πίστης, σελ. 200</ref>. Παύει ο άνθρωπος να είναι ατομικό απλώς είδος, κρίκος βιολογικής μόνο διαδοχής, μονάδα ενός συνόλου. Εντάσσεται στην κοινωνία των αγίων, την τριαδική πραγματοποίηση της ζωής<ref>ο.π.</ref>. Τα πράγματα όμως ποτέ δεν μπορούν να νοηθούν με ένα μαγικό χαρακτήρα. Όπως ο νεογέννητος αυξάνεται και προκόβει, το ίδιο συμβαίνει και με τη θεογεννεσία. Το βάπτισμα λοιπόν είναι το πρώτο και απαραίτητο στάδιο της ανάπτυξης του νεοεισελθόντα και μάλιστα νοείται ως χάρισμα απολειστικό. Εξ αυτού του λόγου δε συμβάλλει η βούληση στην πραγμάτωση του [[Ιερά Μυστήρια|μυστηρίου]]<ref>Νικόλαος Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. σελ. 477</ref>.
Στην [[Καινή Διαθήκη]] η βάπτιση πρώτη φορά εμφανίζεται από τον Ιωάννη τον Προδρόμο. Αυτή τη βάπτιση την είχαν λάβει οι μαθητές και Απόστολοι του Χριστού αλλά και ο ίδιος ο [[Ιησούς Χριστός]]. Το τελετουργικό ήταν ιδιαίτερα απλό, αφού σε τρεχούμενο ύδωρ, ο [[Ιωάννης ο Πρόδρομος]] βάπτιζε τους πιστούς και τους καλούσε σε μετάνοια. Το βάπτισμα αυτό υπήρξε πρόδρομος του βαπτίσματος της εκκλησίας, αλλά είχε διαφορετικό περιεχόμενο και έννοια σε σχέση με το θεσμοθετημένο βάπτισμα της νεοσύστατης εκκλησίας. Ο σκοπός ήταν η προετοιμασία για τον ερχομό του Μεσσία και η μετάνοια των πιστών Ιουδαίων.
 
  
==Η διαμόρφωση του βαπτίσματος==
+
Το βάπτισμα μέσω της θείας χάριτος επανορθώνει τη φύση του ανθρώπου, το ''"είναι"'' δηλαδή των λογικών πλασμάτων, δίχως τη συνεργία της βούλησης. Το ''"ευ είναι"'' όμως, δηλαδή η πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου, εξαρτάται αφενός μεν από τη θεία χάρη, αφετέρου από τη θέλησή του<ref>[[Νικόλαος Καβάσιλας]], περί της εν Χριστώ ζωής, PG 150, 544B</ref>. Έτσι νοείται ως απαρχή της ανάστασης. Νοείται ως μία προίκα που δίνει ο θεός στα πλάσματά Του με στόχο τα ίδια να την αξιοποιήσουν. Γι αυτό και η μετοχή στη [[Βασιλεία του Θεού|θεία βασιλεία]], η [[Θεογνωσία|όραση του θεού]], η συνύπαρξη με το Χριστό αποτελούν τρυφή της θέλησης<ref>Νικόλαος Καβάσιλας, Περί της εν Χριστώ ζωής, PG 159, 541 C</ref>.  
Κατά τους αποστολικούς χρόνους μια σύντομη ομολογία της πίστεως αρκούσε για την παροχή βαπτίσματος στους πιστεύοντες, χωρίς ιδιαίτερη προγενέστερη κατήχηση ή ειδική προετοιμασία. Κατά τους μεταποστολικούς χρόνους όμως, προηγείτο του βαπτίσματος μια σύντομη κατήχηση με τις θεμελιώδεις αρχές της πίστεως. Το βάπτισμα τελείτο με κατάδυση στο νερό όπως γίνεται φανερό και από τη γραμματεία της εποχής<ref>«{{Πολυτονικό|Περὶ δὲ τοῦ βαπτίσματος, οὕτω βαπτίσατε, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου πνεύματος ἐν ὕδατι ζῶντι. [Ἐὰν δὲ μὴ ἔχῃς ὕδωρ ζῶν, εἰς ἄλλο ὕδωρ βάπτισον· εἰ δ΄ οὐ δύνασαι ἐν ψυχρῷ, ἐν θερμῷ. Ἐὰν δὲ ἀμφότερα μὴ ἔχῃς, ἔκχεον εἰς τὴν κεφαλὴν τρὶς ὕδωρ εἰς ὄνομα πατρὸς καὶ υἱοῦ καῖ ἁγίου πνεύματος. Πρὸ δὲ τοῦ βαπτίσματος προνηστευσάτω ὁ βαπτίζων καὶ ὁ βαπτιζόμενος καὶ εἴ τινες ἄλλοι δύνανται· κελεύεις δὲ νηστεῦσαι τὸν βαπτιζόμενον πρὸ μιᾶς ἢ δύο]}}». ([[s:Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων#7|Διδαχή 7:1-4]]) «{{Πολυτονικό|Ημεῖς μὲν καταβαίνομεν εἰς τὸ ὕδωρ γέμοντες ἁμαρτιῶν καὶ ῥύπου͵ καὶ ἀναβαίνομεν καρποφοροῦντες ἐν τῇ καρδίᾳ τὸν φόβον καὶ τὴν ἐλπίδα εἰς τὸν Ἰησοῦν ἐν τῷ πνεύματι ἔχοντες}}». (''Επιστολή Βαρνάβα'' 11:10, 11) «{{Πολυτονικό|Οὐκ ἐξόν ἐστιν χωρὶς τοῦ ἐπισκόπου οὔτε βαπτίζειν οὔτε ἀγάπην ποιεῖν}}». ([[Ιγνάτιος Αντιοχείας|Ιγνατίου]], ''Επιστολή Προς Σμυρναίους'' 8:2)</ref>. [[Επίσκοπος]] τελούσε το βάπτισμα, ενώ από τον [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]] μαθαίνουμε<ref>De baptismo 17</ref> πως και οι [[Πρεσβύτερος|πρεσβύτεροι]] και οι [[Διάκονος|διάκονοι]] ακόμα και οι λαϊκοί κάτω από προϋποθέσεις ήταν δυνατόν να βαφτίσουν νέα μέλη της χριστιανικής εκκλησίας.
 
  
Πιθανώς η κατήχηση δεν ήταν ιδιαίτερα εκτενής, δηλαδή αποτελούνταν από την εκμάθηση της Κυριακής προσευχής και τη διδασκαλία της εν Χριστώ σωτηρίας. Για τη διδασκαλία της εν Χριστώ σωτηρίας μαθαίνουμε από τον [[Βαρνάβας|Βαρνάβα]] ότι περιείχε στοιχεία και προφητείες της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]], ηθική κατήχηση και τη διδασκαλία περί των δύο οδών. Επίσης προετοιμαζόταν για το τελετουργικό του μυστηρίου. Με το πέρας τής διδασκαλίας και κατά την ετοιμασία του βαπτίσματος επιβαλλόταν διήμερος [[νηστεία]] και ομολογία πίστεως.
+
Κάθε εξωτερικός τύπος και σύμβολο έχει ένα πραγματικό νοητό περιεχόμενο. Όπως μας  αναφέρει ο Άγιος [[Ιωάννης ο Δαμασκηνός]] το νερό καθαρίζει σώμα και το πνεύμα ανακαινίζει την ύπαρξη<ref>Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής..., 4, 9, PG 94, 1121B</ref>. Το βάπτισμα ως εγκεντρισμός των όντων στη θεία ζωή είναι μυστηριακή πράξη από κτίσεως κόσμου, ενώ τα μυστήρια, όπως και το βάπτισμα, αποτελούν εντάξεις στο σώμα της ζωής και διαδραματίζονται στην ίδια την ιστορία<ref>Ν. Ματσούκας, ενθ. αν., σελ. 480</ref>. Χαρακτηριστικός επ αυτού είναι και πάλι ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός ο οποίος απαριθμεί συνολικά οκτώ βαπτίσματα στην ιστορική διαδρομή της εκκλησίας από κτίσεως κόσμου<ref>Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής..., 4, 9, PG 94, 1121A-C. 1) Το βάπτισμα του κατακλυσμού, 2) της εξόδου, 3) το νομικό, 4) του Ιωάννη βαπτιστή, 5) του Κυρίου, 6) της μετανοίας, 7) του αίματος των μαρτύρων, 8) το κολαστήριο, το αναιρετικό της αμαρτίας</ref>. Το βάπτισμα τελικώς αποκαταστά τη φύση, αναιρεί το [[προπατορικό αμάρτημα]], το οποίο λογίζεται ως φθορά και θάνατος, οδηγώντας τον άνθρωπο σε ένα αρραβώνα που γίνεται κτήμα μόνο σε μία τελειωτική πορεία<ref>[[Θεοδώρητος Κύρου]], Αιρετικής κακομυθίας επιτομή 5, 18 PG 83, 512AB</ref>.
  
Το βάπτισμα αρχικά γινόταν σε ανοιχτούς φυσικούς χώρους με τρεχούμενο νερό όπως οι λίμνες και τα ποτάμια ή άλλους ειδικούς χώρους, τα λεγόμενα ''βαπτιστήρια''. Με το πέρασμα του χρόνου η τελετή λάβαινε χώρα στους ναούς. Ο [[Ιουστίνος ο Μάρτυρας|Ιουστίνος]] αναφέρει στο βάπτισμα ευχές για καθαγιασμό του νερού και εξορκιστικές ευχές, ενώ προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να ερμηνευτεί και η [[Νηστεία|νηστεία]] προ του βαπτίσματος. Η προοδευτική ανάπτυξη της διδασκαλίας της εκκλησίας επέφερε αλλαγές και στη κατήχηση των βαπτιζομένων. Η κατήχηση αυξήθηκε ενώ στην ανατολή δημιουργήθηκαν δύο σώματα. Το σώμα των «ακροώμενων» και των «φωτιζομένων». Επίσης επετράπη η παρακολούθηση του διδακτικού μέρους της λειτουργίας, όχι όμως και του μυστηριακού. Η αρχική ομολογία των πρώτων αιώνων ήταν απλή, εν συνεχεία έγινε πιο σύνθετη λόγω των αιρετικών ομάδων. Ένα τέτοιο βαπτιστήριο σύμβολο ομολογίας διατηρήθηκε από ένα απόκρυφο κείμενο που χαρακτηριζόταν ως Επιστολή Αποστόλων και συντάχθηκε κατά το [[160]] με [[170]] σε αιθιοπική γραφή<ref>'''EΡ Πρεσ''':Πιστεύεις εις Θεόν Παντοδύναμον;<br>'''ΑΠ Κατ''': Πιστεύω.<br>'''ΕΡ Πρεσβ''': Πιστεύεις εις Χριστόν Ιησούν, Yιόν Θεού, γεννηθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου και σταυρωθέντα επι Ποντίου Πιλάτου και θανόντα και ταφέντα, και άνέστη την τρίτη ημέρα ζώντα εκ νεκρών και ανέβη εις τους ουρανούς και εκάθισεν εκ δεξια του Πατρός, ελθόντα κρίναι ζώντας και νεκρούς.<br>'''ΑΠ Κατ''':Πιστεύω.<br>'''ΕΡ Πρεσβ''': Πιστεύεις εις το Άγιο Πνεύμα και αγίαν εκκλησίαν και σαρκός ανάστασιν.<br>'''ΑΠ Κατ''':Πιστέυω</ref>.
+
Από μερικούς θεολόγους εγείρεται απορία σχετικά με τη συνέχιση της αμαρτιτικής επιρροής και μετά το βάπτισμα στον άνθρωπο. Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί πως η αμαρτιτική αυτή επιθυμία δεν έγκειται στη φύση του ανθρώπου που αποκαταστάθηκε, αλλά στην βούλησή του και το αυτεξούσιό του. Κατά το βάπτισμα λοιπόν επέρχεται οντολογική καταστροφή της αμαρτίας<ref>Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, Η πίστη των Ορθοδόξων, σελ. 170</ref>. Η ροπή της αμαρτίας παραμένει δεν έχει όμως πλέον τη φύση της αμαρτίας, αλλά συνιστά κίνητρο προς αμαρτία χωρίς να λαμβάνεται ως αμαρτία<ref>ο.π., σελ. 169</ref>. Η φύση δε και ο χαρακτήρας της ροπής της αμαρτίας διαφέρουν ουσιαστικά στο βαπτισμένο μέλος από το μη βαπτισμένο, αφού στο μη βαπτισμένο λογίζεται ως έκφανση της φυσικής διαφθοράς του<ref>Προς Ρωμαίους 7, 15-24</ref>. Η ορμή αυτή τελικά επιτρέπεται από τον Κύριο προς τελείωση του πιστού<ref>Αθ. Δεληκωστόπουλος, ενθ.αν., σελ. 170</ref>.
  
Ως χρόνος τελέσεως του βαπτίσματος καθορίστηκε στη Δύση την προηγούμενη νύχτα των εορτών του [[Πάσχα]] και της [[Πεντηκοστή|Πεντηκοστής]], ενώ στην Ανατολή με τις ίδιες εορτές και αργότερα με την προσθήκη της εορτής των Επιφανείων. Στη Δύση οι βαπτισθέντες επί 8 ημέρες έφεραν λευκό χιτώνιο και για αυτό το λόγο το Σάββατο του Θωμά αποκλήθηκε «Sabbatum in albis», ενώ στην ανατολή «Διακαινίσιμος». Οι [[Μοντανισμός|μοντανιστές]] μάλιστα έδιναν κατά τη βάπτιση [[μέλι]] και [[γάλα]]. Με το βάπτισμα συνδέθηκε τόσο η [[Θεία Ευχαριστία]] όσο και το [[Χρίσμα|χρίσμα]].
+
===Νηπιοβαπτισμός===
  
Σε ό,τι αφορά την τελετουργία, οι κατηχούμενοι που ήσαν επικίνδυνοι να πεθάνουν βαπτίζονταν δια ραντισμού, σε περίπτωση όμως που ζούσαν έπρεπε το βάπτισμα να συμπληρωθεί ειδάλλως θεωρείτο άκυρο, όπως η σύνοδος τη Nεοκαισάρειας αποφάσισε. Επίσης αν πέθαινε ο κατηχούμενος απαγορευόταν η βάπτισή του, κάτι που είχαν στο τυπικό τους οι [[Μαρκίων|Μαρκιωνίτες]]. Οι εμφανίσεις αιρέσεων και θεολογικών ομάδων στο προσκήνιο ιδίως τον [[3ος αιώνας|τρίτο αιώνα]] προκάλεσε εντάσεις στο εσωτερικό της εκκλησίας που διαμόρφωσαν περαιτέρω το τυπικό της εκκλησίας πάνω στο μυστήριο. Αυτά προέκυψαν από το ζήτημα της κύρωσης του βαπτίσματος των μετανοούντων στους κόλπους της εκκλησίας. Αρκετές σύνοδοι ασχολήθηκαν με το ζήτημα και επικράτησε η άποψη πως έγκυρο βάπτισμα θεωρείται το βάπτισμα στο όνομα της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]].
+
Ο νηπιοβαπτισμός είναι μία αρχαία συνήθεια της εκκλησίας, η οποία από κάποιες προτεσταντικές ομολογίες απορρίπτεται. Βέβαια, εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι ενώ η πολεμική κατά του νηπιοβαπτισμού προέρχεται από τον προτεσταντικό χώρο, οι ίδιοι ''"οι θεμελιωτές του προτεσταντισμού, και μάλιστα με μοναδικό κριτήριο την Aγ. Γραφή"'' δήλωναν ότι ''"ο νηπιοβαπτισμός και αρεστός στο Θεό είναι, και αναγκαίος, και σύμφωνος με την Aγ. Γραφή"'' (Λούθηρος) και θεωρούσαν την ''"προάσπιση του νηπιοβαπτισμού ως στοιχείο της καθαρότητας της χριστιανικής πίστεως"'' (Καλβίνος)<ref>Γεωργόπουλος Βασίλειος, "Προτεσταντικές αντιφάσεις στο θέμα του νηπιοβαπτισμού", άρθρο στο περιοδικό ''Εφημέριος'', τεύχ. 11 (ΝΟΕ 2002), Λιβάνης, ΑΘήνα, σελ. 22, όπου και αναλυτική βιβλιογραφία και παραπομπές στα έργα των επιφανών Προτεσταντών.</ref>.
  
===Νηπιοβαπτισμός και θέσπιση του βαπτίσματος δια νόμου===
+
Συνάμα, από τις εν λόγω ομολογίες, αντιμετωπίζεται ως μία διαδικασία κατά την οποία δε θα έπρεπε μέλη τα οποία δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν συνειδητά το μυστήριο να συμμετέχουν. Η Ορθόδοξη θεολογία εξ αρχής κατανόησε με πολύ διαφορετική προοπτική την έννοια του βαπτίσματος. Η μη αναγνώριση αυτής της προοπτικής της πατερικής θεολογίας προκύπτει από την ουσιαστική διαφοροποίηση της θεολογίας των δύο θεολογικών τάσεων. Αυτό διότι η ύστερη προτεσταντική θεολογία (ο [[Λούθηρος]] φερ ειπείν αποδέχεται το νηπιοβαπτισμό<ref>Νίκος Ματσούκας, Ο Προτεσταντισμός, σελ. 66</ref>) κατανοεί τη θεολογία με ηθικούς και [[Δοκητισμός|δοκητικούς]] όρους, απομακρυνόμενη από την έννοια της εκκλησιολογίας και των μυστηρίων της πατερικής παραδόσεως, δίχως να αντιλαμβάνεται την έννοια της ενεργειακής-οντολογικής σχέσης που διέπει κτίστη και κτίσματα κατά την ορθόδοξη παράδοση.  
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που προκάλεσε διχογνωμία κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες ήταν ο νηπιοβαπτισμός. Ο [[Ειρηναίος]] περί το 185 αναφέρεται<ref>Kατα Αιρέσεων 2,22,4</ref> ασαφώς για πρώτη φορά στο ζήτημα αυτό. Ο [[Τερτυλλιανός]] αποδοκίμαζε την πρακτική του βαπτίσματος νηπίων και προάσπισε την άποψη ότι θα έπρεπε να ενηλικιωθούν πρώτα: «Fiant Christiani cum Christum nosse potuerint», δηλαδή «''ας γίνονται Χριστιανοί [δηλ. να βαφτίζονται] τα παιδιά όταν είναι πλέον σε θέση να γνωρίσουν τον Χριστό''»<ref>''De Baptismo'' 18, βλέπε [http://www.tertullian.org/articles/evans_bapt/evans_bapt_text_trans.htm])</ref>. Αντιθέτως ο [[Κυπριανός]], ο οποίος είχε την άποψη ότι «''όλες οι αμαρτίες εξαλείφονται με το βάπτισμα''»<ref>«Omnia delicta in baptismo deponi». (''Testimoniorum Libri Tres Adversus Judaeos'' 3:65, διαθέσιμο [http://www.ccel.org/ccel/schaff/anf05.iv.v.xii.iv.lxvii.html εδώ], υπό Philip Schaff, ''Fathers of the Third Century: Hippolytus, Cyprian, Caius, Novatian'', στον ιστότοπο [http://www.ccel.org/ Christian Classics Ethereal Library]).</ref>, θεωρούσε και τα νήπια ανεξαιρέτως θα έπρεπε να βαφτίζονται<ref>«Όλοι εμείς κρίνουμε μάλλον ότι το έλεος και τη χάρη του Θεού δεν πρέπει να την αρνιόμαστε σε κανέναν γεννημένο από άνθρωπο. [...] Επιπλέον, η πίστη στη θεία Γραφή διακηρύττει σε εμάς, ότι για όλους, είτε νήπια είτε μεγαλύτεροι, υπάρχει η ίδια ισότητα θεϊκής δωρεάς. [...] Διότι σε σύγκριση με την τήρηση της όγδοης ημέρας στην Ιουδαϊκή παράδοση της περιτομής της σάρκας, ένα μυστήριο δόθηκε προηγουμένως ως σκιά και ως πρακτική· αλλά όταν ήρθε ο Χριστός, εκπληρώθηκε με αλήθεια. Διότι καθώς η όγδοη ημέρα, δηλαδή την πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο, επρόκειτο να είναι εκείνη κατά την οποία ο Κύριος θα ανασταινόταν, και θα μας αναζωογονούσε, και θα μας έδινε την περιτομή του πνεύματος, η όγδοη ημέρα, δηλαδή η πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο, και η ημέρα του Κυρίου, προήλθε αντιτυπικά· ο δε τύπος έπαψε όταν ήρθε η αλήθεια, και η πνευματική περιτομή δόθηκε σε εμάς. Για αυτό το λόγο νομίζουμε ότι κανείς δεν πρέπει να παρεμποδίζεται από το να λαβαίνει τη χάρη μέσω αυτού του νόμου που έχει ήδη τεθεί σε ισχύ, και ότι η πνευματική περιτομή δεν θα πρέπει να παρεμποδίζεται από την σαρκική περιτομή, αλλά ότι ο κάθε άνθρωπος ανεξαιρέτως πρέπει να γίνεται δεκτός στη χάρη του Χριστού». (Επιστολή ''Προς Φίδο, Περί Νηπιοβαπτισμού'' 64[63]:2-5, διαθέσιμη στο ίντερνετ [http://www.ccel.org/ccel/schaff/anf05.iv.iv.lviii.html εδώ] (Philip Schaff, ''Fathers of the Third Century: Hippolytus, Cyprian, Caius, Novatian''), στον ιστότοπο [http://www.ccel.org/ Christian Classics Ethereal Library])</ref> ενώ ο [[Ωριγένης]] θεωρούσε το νηπιοβαπτισμό αποστολική παράδοση<ref>Υπομ. Εις Ρωμαίους 5</ref>. Από τον [[3ος αιώνας|3ο αιώνα]] η εκκλησία άρχισε να καθιερώνει το νηπιοβαπτισμό<ref>Τερτυλλιανός, ''De Baptismo'' 18· Κυπριανός, Επιστολή ''Προς Φίδο, Περί Νηπιοβαπτισμού'' 64[63]:2-4</ref>. Εντούτοις, δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία υπέρ του νηπιοβαπτισμού πριν από τον [[3ος αιώνας|3ο αιώνα]] ενώ είναι παρά μόνο αναφορές σχετικά με βαπτιστήριες λειτουργίες που αφορούσαν το βάπτισμα ενηλίκων<ref>«There is no certain evidence of [the baptism of infants] earlier than the 3rd century, and the ancient baptismal liturgies are all intended for adults. The liturgy and the instructions clearly understand the acceptance of baptism as an independent adult decision; without this decision the sacrament cannot be received. The Roman Catholic Church accepts this principle by introducing adults (sponsors, godparents), who make the decision for the infant at the commission of the parents. In Roman law as in modern law, adults are empowered to make decisions for minors. It is expected that the children will accept the decision made for them and will thus supply the adult decision that was presumed». (''Encyclopædia Britannica 2006'', Ultimate Reference Suite, λήμμα «Roman Catholicism: Baptism»)</ref>. Ως τον [[6ος αιώνας|6ο αιώνα]] το αργότερο καθιερώθηκε ευρύτερα το βάπτισμα νηπίων, καθώς και η υποχρέωση ότι το νήπιο θα ακολουθούσε την πίστη, καθώς ένας ενήλικος Χριστιανός, ο λεγόμενος «ανάδοχος», αναλάμβανε εν ονόματι του νηπίου την υποχρέωση να ακολουθήσει ως ενήλικος την χριστιανική πίστη<ref>Κατά τον Τερτυλλιανό, είχε ήδη από τον 3ο αιώνα εισαχθεί στις χριστιανικές πρακτικές. (''De Baptismo'' 18)</ref> και προσωποποιούσε την ευθύνη του όλου σώματος της τοπικής εκκλησίας για την ορθή κατήχηση του νέου μέλους της. Το έθιμο λοιπον του νηπιοβαπτισμού σύντομα μετά τη γέννηση του νηπίου διαδόθηκε ευρύτερα κατά τον [[10ος αιώνας|10ο]] και [[11ος αιώνας|11ο αιώνα]] και έγινε γενικότερα αποδεκτό κατά τον [[13ος αιώνας|13ο αιώνα]]<ref>«From the sixth century on at the latest, the Catholic church permitted the baptism of children, the engagement to follow the faith being taken in their name by adult Christians. The custom of baptizing infants soon after birth became popular in the tenth or eleventh century and was generally accepted by the thirteenth». (''Encyclopedia of Religion'' (Second ed.), 2004, Publ. Macmillan Reference, Τόμ. 2, σελ. 782) «The Christian education of children who were not aristocrats or future clergymen or monks was irregular. Whereas in antiquity catechetical instruction was organized especially for the adult laity, after the 5th century more and more children and then infants received baptism, and, once baptized, a child was not required to receive any particular religious education. His parents and godparents assisted him in learning the minimum, if anything at all. Only by attending church services and listening to sermons did the child acquire his religious culture». (''Encyclopædia Britannica 2006'', Ultimate Reference Suite, λήμμα «Education, history of: From the 5th to the 8th century»)</ref>.
 
  
Ο υποχρεωτικός βαπτισμός —νηπίων και ενηλίκων— αλλά και η υποχρεωτική συμμετοχή ειδωλολατρικών και έτερων χριστιανικών ομάδων ώστε να [[Εκχριστιανισμός|εκχριστιανιστούν]] μέσω βαπτίσματος μαρτυρείται κατά τον [[6ος αιώνας|6ο αιώνα]] στον [[Ιουστινιανός Κώδικας|Ιουστινιανό Κώδικα]] που εκδόθηκε από τον [[Ιουστινιανός Α'|Ιουστινιανό Α']], όπου ορίζονταν δια νόμου ότι «όλα τα μικρά παιδιά πρέπει να δέχονται το σωτήριο βάπτισμα αμέσως και χωρίς καμία αναβολή» <ref>«Θεσπίζουμε δε και νόμο, σύμφωνα με τον οποίο όλα τα μικρά παιδιά πρέπει να δέχονται το σωτήριο βάπτισμα αμέσως και χωρίς καμία αναβολή, ώστε όπως και οι μεγαλύτεροι να μπορούν να εκκλησιάζονται και να κατηχούνται στις θείες γραφές και τους θείους κανόνες. Έτσι θα μπορούν να διαφυλάξουν την αληθινή πίστη των ορθοδόξων χριστιανών και δεν θα επιστρέψουν ξανά στην παλαιά πλάνη. Και όσων έχουν κάποιο στρατιωτικό ή άλλο αξίωμα και περιουσία μεγάλη και για να κρατήσουν τα προσχήματα εβαπτίσθησαν οι ίδιοι ή πρόκειται να βαπτισθούν, αφήνοντας όμως τις συζύγους τους και τα τέκνα τους ή τα άλλα μέλη του οίκου τους μέσα στην Ελληνική πλάνη, διατάσσουμε να δημευθεί η περιουσία τους, να στερηθούν όλων των πολιτικών δικαιωμάτων τους και να τιμωρηθούν όπως τους αξίζει, αφού είναι φανερό ότι έτυχαν του αγίου βαπτίσματος δίχως να έχουν πίστη, και τα ίδια δε θα υφίστανται οι αλιτήριοι Έλληνες και οι Μανιχαίοι, τμήμα των οποίων είναι οι Βορβορίτες. Ανακοινώνουμε σε όλους εκείνους που έχουν γίνει Χριστιανοί και ήδη αξιωθεί το άγιο και σωτήριο βάπτισμα, ότι όποτε εντοπισθούν επιμένοντες στην πλάνη των Ελλήνων θα καταδικασθούν στην εσχάτη των ποινών. Όσοι όμως δεν έχουν αξιωθεί ακόμη το σεβαστό βάπτισμα, θα πρέπει να εμφανισθούν οικειοθελώς στην Βασιλεύουσα ή στις επαρχιακές πόλεις τους και να προσέλθουν στις αγιότατες εκκλησίες μαζί με τις συζύγους τους, τα τέκνα τους και όλα τα υπόλοιπα μέλη του οίκου τους και να κατηχηθούν στην αληθινή πίστη των χριστιανών. Έτσι, αφού κατηχηθούν και αποβάλουν μια για πάντα την πλάνη που τους διακατείχε, θα πρέπει να δεχθούν το σωτήριο βάπτισμα, διαφορετικά δεν θα έχουν κανένα απολύτως πολιτικό δικαίωμα, ούτε θα τους επιτραπεί να είναι ιδιοκτήτες κινητής ή ακινήτου περιουσίας. Θα τους αφαιρεθούν τα πάντα και θα εγκαταλειφθούν οι οικογένειές τους στην εξαθλίωση και επιπλέον οι ίδιοι θα υποβληθούν σε διάφορες ποινές. Απαγορεύουμε δε κάθε διδασκαλία των πασχόντων από την νόσο των ανοσίων Ελλήνων, ώστε να μην μπορούν να διαφθείρουν τις ψυχές των μαθητών τους με δήθεν αλήθειες. Οι περιουσίες αυτών των ανθρώπων θα δημευθούν και οι ίδιοι θα τιμωρηθούν με εξορία. Αν κάποιος στην επικράτειά μας κρύβεται, αλλά συλληφθεί θυσιάζων ή διαπράττων το αδίκημα της ειδωλολατρίας θα τιμωρηθεί με την εσχάτη των ποινών, με την οποία άλλωστε τιμωρούνται δικαίως και οι [[Μανιχαϊσμός|Μανιχαίοι]] και οι Βορβορίτες, γιατί κρίνουμε ότι όλοι αυτοί είναι εξίσου εγκληματίες». (''Ιουστινιάνειος Κώδιξ'' 1.11.10)</ref>.
+
Η ορθόδοξη θεολογία διακρίνει σαφώς μεταξύ βούλησης και φύσης, έτσι ώστε τα μυστήρια να διαφαίνεται σαφώς πως δεν έχουν σχέση με το μαγικό χαρακτήρα των τελετών της Αρχαίας Ελλάδας και της ανατολής<ref>Ν. Ματσούκας, ανθ.αν., σελ. 478</ref>. Η θεία χάρη επανορθώνει τη φύση και το ''"είναι"'' του ανθρώπου, αλλά δίχως τη συνεργία της βούλησης δεν οδηγεί τον άνθρωπο στην τελείωση. Γι αυτό το βάπτισμα που είναι γέννηση, όπως και ανάσταση, ως αναπλαστική δημιουργία με κανένα τρόπο δεν μπορεί να εξαρτάται από την ανθρώπινη ελευθερία<ref>ο.π.</ref>. Και αυτό δεν αποτελεί κανενός είδους μαγική διαδικασία, όπως άλλωστε ως μαγική διαδικασία δεν νοείται η δημιουργία και η γέννηση του ανθρώπου, η οποία πραγματοποιείται δίχως της συμβολή της ελευθερίας του<ref>Ν. Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. 479</ref>. Το βάπτισμα λοιπόν, όπως και η φυσική γέννηση είναι δημιουργικό έργο του Θεού, που σκοπό έχει τη διόρθωση της ανθρώπινης φύσης. Αποτελεί επανόρθωση της φύσης του ανθρώπου με αποτέλεσμα η βούληση να μη διαδραματίζει κανένα απολύτως ρόλο σε αυτή την ανάσταση του ανθρώπου. Τελικά ο άνθρωπος μετέχει στη ζωοποιό δύναμη του Θεού. Άλλωστε, όπως όλοι θα αναστηθούν δίχως την ελεύθερη βούλησή τους, θέλοντας και μη, συμμετέχοντας στη τριαδική ζωή, έτσι ανασταίνονται και ανορθώνονται από τη χάρη που απορρέει από το μυστήριο αυτό<ref>ο.π.</ref>.
  
==Η Θεολογία του Βαπτίσματος==
+
Η ορθόδοξη θεολογία λοιπόν δέχεται τη μακαριότητα των νηπίων, μίας και η βάπτιση αποκαθιστά τη φύση τους, τη στιγμή που αυτή δεν κλίνει προς την αλλοτρίωση (τη φθορά, τη ροπή προς το κακό) και συνάμα δίχως να βιάζει τη βούλησή τους<ref>Γρηγόριος Νύσσης, Περί των νηπίων προ ώρας αφαρπαζομένων PG 46, 179D</ref>. Ο ανάδοχος μάλιστα δεν αντικαθιστά τη βούληση-θέληση του νηπίου, αλλά είναι ο εγγυητής μίας χριστιανικής διαπαιδαγώγησης<ref>Ν. Ματσούκας, Περί των ιερώς κεκοιμημένων..., σελ. 29</ref>.
  
Για την Ορθόδοξη εκκλησία το βάπτισμα αποτελεί ένα απο τα επτά μυστήριά της. Σύμφωνα μάλιστα με το υπόμνημα της Μεγάλης Παρασκευής το βάπτισμα όπως και η Θεία Ευχαριστία εξέρευσαν εκ της τρωθείσης πλευράς του Ιησού Χριστού<ref>Το μεν αίμα δια την των Θείων αγιασμάτων μετάληψην, το δε ύδωρ δια το βάπτισμα. Αυτή γαρ η δακρίνους τω όντι πηγή, το καθ' ημάς συνέχει μυστήριον</ref>. Κατά τον [[Απόστολος Παύλος|Απόστολο Παύλο]] δόθηκε απο τον Κύριο για να λυτρωθεί ο άνθρωπος από το προπατορικό αμάρτημα και από τις προσωπικές αμαρτίες<ref>Προς Τίτον Γ΄,5</ref>. Η τριττή κατάδυση στην ορθόδοξη θεολογία συμβολίζει την τριήμερο ταφή και ανάσταση του Χριστού<ref>Ρωμαίους ΣΤ΄,3,4</ref>. Έτσι πέρα απο μια τελετουργική υποδοχή των πιστών στο σώμα της εκκλησίας, πέρα απο τη λήψη της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος, αποτελεί συμμετοχή στο θάνατο και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού. Ο κάθε νεοφώτιστος με την βάπτιση αποθέτει τον Παλαιόν άνθρωπον και εξέρχεται απο το μυστήριο αναγεννημένος {{Πολυτονικό|ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ}} σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ευαγγελιστή Ιωάννη<ref>Ιωάννου Γ΄,8</ref>.
+
Σε ότι αφορά το ζήτημα περί σωτηρίας των νηπίων το μόνο διασωθέν κείμενο της πατερικής γραμματολογίας είναι το κείμενο του [[Γρηγόριος ο θεολόγος|Γρηγορίου του θεολόγου]]. Κατά το θεοφόρο πατέρα αυτό:
  
Σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση ο νεοφώτιστος πρέπει να καταδύεται πλήρως στο ύδωρ (τριττή κατάδυση), ενώ η δι'επιχύσεως ή ραντίσματος βάπτιση αποτελεί κακοδοξία. Το μυστήριο αυτό τελείται στις 8 ή τις 40 ημέρες από την γέννηση, ενώ υπάρχουν και ομολογίες οι οποίες δέχονται την βάπτιση μόνο μετά την ενηλικίωση. Η βάπτιση εικονίζει την έκχυση του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] στο βαπτιζόμενο άτομο.  
+
:''"Ει κρίνεις φόνου φονικόν εκ μόνου του βούλεσθαι, και δίχα φόνου, βεβάπτισθω σοι και ο θελήσας το βάπτισμα δίχα του βαπτίσματος, ει δε ουκ εκείνο, πως τούτο, συνιδείν ουκ εχω. Ει βούλει δε ούτως, ει αρκεί σοι προς δύναμιν του βαπτίσματος ο πόθος, και δια τούτο δικάζη περί της δόξης, αρκείτω σοι και προς δόξαν η της δόξης επιθυμία. Και τις σοι βλάβη το μη τυχείν ταύτης την έφεσιν έχοντι;"''<ref>Λόγος 40, 23</ref>.
  
Μετά τη βάπτιση, η αμαρτητική επιθυμία και ορμή εξακολουθούν να παραμένουν στο βαπτισθέντα, χωρίς όμως να καταλογίζονται σαν αμαρτία στη φύση πού ελευθερώθηκε από το προπατορικό αμάρτημα. Η μετά το βάπτισμα παρουσία της αμαρτητικής ορμής αποτελεί μέσο της θείας παιδαγωγίας κατά την ορθοδοξία, αποτελούσα κίνητρο αγώνων του αναγεννημένου κατά των παθών και της αμαρτίας και μέσο ηθικής και πνευματικής εμπεδώσεως και τελειώσεως. Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και η λογική του νηπιοβαπτισμού, που εισήχθη από τους πρώτους αιώνες στην πράξη της Εκκλησίας. Εισήχθη για ν' αντιμετωπίσει την ανάγκη στη ζωή του πληρώματος της Εκκλησίας, το ενδεχόμενο να πεθάνει κανείς αβάπτιστος, οπότε αδυνατεί να εισέλθει στη Βασιλεία των ουρανών. Τα νήπια μπορεί να μην έχουν τη δυνατότητα να πιστέψουν, αυτό όμως δεν αποτελεί για την ορθόδοξη εκκλησία λόγο, ώστε να μη μπορούν να δεχθούν τη βαπτισματική χάρη. Είναι βασικό αξίωμα στη θεολογία της ορθοδόξου παραδόσεως, ότι η θεία χάρη ενεργεί λυτρωτικά, εκεί όπου δεν υπάρχει η αμαρτία, η οποία είναι ο μόνος παράγων πού αναστέλλει και ματαιώνει τη λυτρωτική της ενέργεια. Στα νήπια το στοιχείο της προσωπικής αμαρτίας απουσιάζει και συνεπώς ή θεία χάρη μπορεί να επιδράσει ευεργετικά, καταλύοντας από τη φύση τους το σώμα του προπατορικού αμαρτήματος.
+
===Βάπτισμα αιρετικών και "[[Ιεροί Κανόνες|κανονική]]" αποδοχή===
 +
 
 +
Η εμφάνιση και η δημιουργία αιρέσεων στους κόλπους της εκκλησίας καθώς και η δημιουργία ξεχωριστών κοινοτήτων, επέφερε και το ζήτημα της επιστροφής των αιρετικών στους κύκλους της εκκλησίας. Με ερέθισμα λοιπόν την επιστροφή σχισματικών και αιρετικών, ιδίως από τον τρίτο αιώνα και με αφορμή τους [[Μοναρχιανισμός|Μοναρχιανούς]] και τους [[Μοντανισμός|Μοντανιστές]] τέθηκε το ζήτημα της κανονικότητας του βαπτίσματος των αιρέσεων. Εδώ πρέπει να τονιστεί πως υπήρξε ''"ομοφωνία της Εκκλησία ως προς το ανυπόστατο και κατά συνέπειαν ως προς την ακυρότητα του βαπτίσματος των αιρετικών"''<ref>Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελ. 261</ref>.
 +
 
 +
Η εκκλησία λοιπόν δε θεωρεί πως το βάπτισμα των αιρετικών είναι κανονικό. Στην περίπτωση όμως που σχισματικός, αιρετικός ή ετερόδοξος οδηγηθεί στην εκκλησία αφού προηγουμένως υπήρξε μέλος της, η εκκλησία ανάλογα με τις περιστάσεις και κατά περίπτωση θεωρούσε δεκτό το προηγούμενο βάπτισμά του<ref>Παναγιώτης Μπούμης, Κανονικόν Δίκαιον, σελ. 105</ref>. Αυτό συμβαίνει διότι η εκκλησία έχει τη δυνατότητα να προσφέρει και να πληροί μέσω της θείας χάριτος τον τύπο του μυστηρίου που έλαβε χώρα σε μια αιρετική ομάδα, εφόσον ήδη προέρχεται από την [[Ορθόδοξη Εκκλησία]]<ref>ο.π.</ref>. Κανόνες οι οποίοι ασχολούνται με το θέμα αποδοχής αιρετικών και ετεροδόξων στην εκκλησία είναι  [[Σύνοδος Λαοδικείας (κανόνες)|Ζ΄ και Η΄ Λαοδικίας]], [[Βασίλειος ο Μέγας (κανόνες)|Α΄ του Μεγάλου Βασιλείου]], [[Β΄ Οικουμενική Σύνοδος (κανόνες)|Ζ΄  της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου]] και [[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (κανόνες)|ςε΄ της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου]]. Μέσω των κανόνων διακρίνεται πως:
 +
 
 +
* Γίνεται διάκριση «αναβαπτιστέου» (σε εισαγωγικά αφού το πρώτο  βάπτισμα θεωρείται άκυρο) και [[Αίρεση|αιρετικού]]. Η εκκλησία δεχόταν το βάπτισμα που είχε γίνει στο όνομα της Αγίας Τριάδας, αλλά όχι σε αυτούς που την απέρριπταν.
 +
*Η εκκλησια είναι περισσότερο ελαστική στην περίπτωση των σχισματικών. Το βάπτισμά τους κατά κανόνα θεωρείτο έγκυρο, αφού κατά την εισδοχή στην εκκλησία επληρούτο ο τύπος του βαπτίσματος που είχε προηγηθεί.
 +
 
 +
Ειδικώτερα:
 +
 
 +
*Αρμένιοι, Κόπτες και Μονοφυσίτες γίνονται δεκτοί με έγγραφη αποκήρυξη της κακοδοξίας τους
 +
*Οι Ρωμαιοκαθολικοί γίνονται κατά κανόνα δεκτοί με υπογραφή λιβέλλου, ομολογία ορθοδόξου πίστεως και δια επανάληψης του [[Χρίσμα|Χρίσματος]]
 +
*Οι Αγγλικανοί είναι προτιμότερο να αναβαπτίζονται, καθώς θεωρείται πως οι επίσκοποί τους δεν έχουν [[Αποστολική Διαδοχή]]
 +
*Διαμαρτυρόμενοι-προτεστάντες γίνονται δεκτοί κατόπιν κατηχήσεως και τελέσεως βαπτίσματος, λόγω της διακοπής της Αποστολικής διαδοχής.
 +
 
 +
Σε περιπτώσεις ομαδικής προσελεύσεως στην Εκκλησία είναι δυνατόν η εκκλησία να εφαρμόσει επιεικέστερα μέτρα<ref>Π. Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 107</ref>. Για παράδειγμα σε μια περίπτωση προσέλευσης προτεσταντών μπορεί να συμβεί ότι και στη Σαμάρεια κατά το [[Πράξεις των Αποστόλων|Πράξεις]] 8, 14-17:
 +
 
 +
:''"Ακούσαντες δὲ οἱ ἐν ῾Ιεροσολύμοις ἀπόστολοι ὅτι δέδεκται ἡ Σαμάρεια τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀπέστειλαν πρὸς αὐτοὺς τὸν Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην· οἵτινες καταβάντες προσηύξαντο περὶ αὐτῶν ὅπως λάβωσι Πνεῦμα ῞Αγιον· οὔπω γὰρ ἦν ἐπ᾿ οὐδενὶ αὐτῶν ἐπιπεπτωκός, μόνον δὲ βεβαπτισμένοι ὑπῆρχον εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ. τότε ἐπετίθουν τὰς χεῖρας ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ ἐλάμβανον Πνεῦμα ῞Αγιον."''.
 +
 
 +
==Το βάπτισμα μέσα από τις πηγές==
 +
 
 +
===Η θεία σύσταση του μυστηρίου===
 +
 
 +
Το πρώτο βάπτισμα που διακρίνει ο αναγνώστης μέσα από τη μελέτη της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] είναι το βάπτισμα της μετανοίας και της προπαρασκευής του ερχομού του [[Μεσσίας|Μεσσία]]. Ο ίδιος μάλιστα ο [[Ιωάννης ο Πρόδρομος]] διακήρυττε πως το βάπτισμα αυτό ήταν απλό βάπτισμα και πως αργότερα θα ερχόταν βάπτισμα τελειότερο από αυτό. Το ότι το βάπτισμα μάλιστα ''"συνεστήθη υπό του Κυρίου παρουσιάζεται αδιαμφησβήτητον εις τον έχοντα υπόψιν της μετά την Ανάστασιν ρητήν εντολήν αυτού προς τους Αποστόλους όπως «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος»"''<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, Δογματική Γ, σελ. 74</ref>. Ο [[Απόστολος Πέτρος]] μάλιστα αναφέρει πως το βάπτισμα είναι διάφορο πλέον της μετανοίας και αφέει τις αμαρτίες των ανθρώπων, ενώ ο [[Απόστολος Παύλος]] μας αναφέρει πως όσοι βαπτίστηκαν, βαπτίστηκαν στο θάνατο του Χριστού και περιτμήθηκαν περιτομή αχειροποίητη και συνετάφησαν με τον Κύριο<ref>ο.π., σελ. 77</ref>. Έτσι λοιπόν γίνεται ευκόλως αντιληπτό πως το βάπτισμα είναι μυστήριο συσταθέν υπό του Ιησού Χριστού ''"εφ'όσον εξ αρχής από των αποστολικών χρόνων και εν συνεχεία από τους χρόνους των [[Αποστολικοί Πατέρες|Αποστολικών Πατέρων]] και των [[Απολογητές|Απολογητών]] παρείχετο τούτο ως μυστήριον της αναγεννήσεως και ως μέσο χορηγίας του ανακαινιζόντος τας ψυχάς Πνεύματος"''<ref>ο.π., σελ. 79</ref>.
 +
 
 +
===Νηπιοβαπτισμός===
 +
 
 +
====Νηπιοβαπτισμός και Αγία Γραφή====
 +
 
 +
Η άρνηση του νηπιοβαπτισμού από κάποιες προτεσταντικές ομολογίες, παραβλέπει το εξής θεμελιώδες γεγονός: ο [[Απόστολος Παύλος]] χαρακτηρίζει το βάπτισμα ως ''"περιτομή αχειροποίητο"''<ref>Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, ''Αποστόλου Παύλου Επιστολές προς Εφεσίους-Φιλιππισίους-Κολοσσαείς-Φιλήμονα'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 477.</ref> (βλ. ''Κολ. 2,10-12''), η οποία αντικατατέστησε την ιουδαϊκή ''"σαρκικήν περιτομήν"'' που παρεχόταν στα νήπια ''"την ογδόην από της γεννήσεως αυτών ημέραν"''<ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Γ΄, 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 112.</ref>.
 +
 
 +
Αυτή είναι και η ερμηνευτική σύνδεση περιτομής-νηπιοβαπτισμού που κάνει ο ''Γρηγόριος ο Θεολόγος'':
 +
 
 +
:''"Τι δ' αν είποις περί των έτι νηπίων...ή και ταύτα βαπτίσομεν;...Κρείσσον γαρ αναισθήτως αγιασθήναι, η απελθείν ασφράγιστα και ατέλεστα. Και τούτου λόγος ημίν, η οκταήμερος περιτομή, τυπική τις ούσα σφραγίς, και αλογίστοις έτι προσαγομένη"''<ref>Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ''Εις το άγιον Βάπτισμα'', '''''PG''''' 36,400A.</ref><ref>Βλ. και ''"Νηπιοβαπτισμός"'', ''ΘΗΕ'', τόμ. 9 (1966), στ. 444.</ref>.
 +
 
 +
Με βάση αυτή την ερμηνεία, δεν είναι δυνατόν να αποκλειστεί η βάπτιση και των νηπίων, στις περιπτώσεις όπου οι [[Πράξεις των Αποστόλων]] ή και ο [[Απόστολος Παύλος]] κάνουν λόγο ''"περί ολοκλήρων οικογενειών δεξαμένων το βάπτισμα. Ο Κορνήλιος και «πας ο οίκος αυτού», η Λυδία «και ο οίκος αυτής», ο δεσμοφύλαξ των Φιλίππων «και πάντες οι εν τη οικία αυτού», ο Κρίσπος εν Κορίνθω «συν όλω τω οίκω αυτού»"'' και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις<ref>Τρεμπέλας, ''Δογματική...'', Γ΄, ό.π.</ref>. Αντιθέτως, το εδάφιο ''Μαρκ. 16,16'' (''"ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται"''), που επικαλούνται όσοι εκφράζουν αντιρρήσεις για τον νηπιοβαπτισμό, ''"έχει ιεραποστολικό χαρακτήρα και αφορά βάπτισμα ενηλίκων, οι οποίοι πρέπει να μεταστραφούν και να μετανοήσουν για να δεχτούν το κήρυγμα της σωτηρίας"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Γ΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 271, υποσημ. #39.</ref>.
 +
 
 +
Επίσης, ως επιπλέον αντεπιχείρημα στον ισχυρισμό ότι ο νηπιοβαπτισμός στερείται ερείσματος στην Αγ. Γραφή, υπάρχει η χωρίς προϋποθέσεις ηλικίας, ρήση του [[Χριστός|Κυρίου]]: ''"εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού"'' (Ιωάν. 3,5). Επιπλέον, οι αρνητές, ''"δεν προσάγουν καμία απόδειξη, ότι οι τρεις χιλιάδες χριστιανοί που εβαπτίστηκαν μετά την ομιλία του Πέτρου (Πράξ. 2,41) άφησαν τα παιδιά τους αβάπτιστα"''<ref>Γεωργόπουλος, "Προτεσταντικές αντιφάσεις...", ό.π., σελ. 23.</ref>.
 +
 
 +
====Πατέρες της εκκλησίας====
 +
 
 +
Μαρτυρίες περί νηπιοβαπαπτισμού μαρτυρούνται από τα τέλη του δευτέρου αιώνα<ref>Βλ. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελ. 259</ref>. Η πρώτη αναφορά που διασώζεται για το ζήτημα αυτό είναι η μαρτυρία περί το 185 που προέρχεται από τον [[Ειρηναίος Λουγδούνου|Ειρηναίο Λουγδούνου]] (Κατά Αιρέσεων 2, 22, 4). Ο Τερτυλλιανός ήταν πατέρας της εκκλησίας ο οποίος ήταν αντίθετος προς το νηπιοβαπτισμό και ζητούσε επαρκή προετοιμασία ώστε να αποφεύγεται η περίπτωση μελλοντικής αθετήσεώς του<ref>Τερτυλλιανός, De baptismo 18</ref>. Ο [[Ωριγένης]] μας αναφέρει πως ο νηπιοβαπτισμός είναι παράδοση η οποία έχει τις ρίζες της στους αποστόλους<ref>Υπόμνημα Εις Ρωμαίους 5</ref> και ο [[Κυπριανός Καρθαγένης]] αναφέρει πως κάθε παιδί θα έπρεπε το γρηγορότερο δυνατό να προσέρχεται στο μυστήριο του βαπτίσματος<ref>Κυπριανός Καρχηδόνας, Epist 64,2. 5</ref>. Από τις αρχές του τρίτου αιώνα κατά τον Τερτυλλιανό ο νηπιοβαπτισμός στη Βόρειο Αφρική κέρδιζε συνεχώς έδαφος<ref>Τερυλλιανός, De baptismo 18</ref> γι αυτό και η ευθύνη του αναδόχου έγινε έγινε ουσιαστική, αφού το έργο της κατηχήσεως περνούσε πλέον στην ευθύνη του. Λόγος του γεγονότος αυτού αποτέλεσε η αθρόα προσέλευση των πιστών ακόμα και ολόκληρων λαών στην εκκλησία<ref>Παναγιώτης Μπούμης, Κανονικόν Δίκαιον, σελ. 97</ref>. Γι αυτό ανάδοχος στην πράξη της εκκλησίας, προσωποποιούσε την ευθύνη τους σώματος τη εκκλησίας για την ορθή κατήχηση του νέου μέλους.
 +
 
 +
Μία επιπλέον σημαντική μαρτυρία για την κανονικότητα του νηπιοβαπτισμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία προέρχεται από τον 4ο αιώνα και τον ''Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό'':
 +
 
 +
:''"Τι δ' αν είποις περί των έτι νηπίων, και μήτε της ζημίας επαισθανομένων, μήτε της χάριτος; η και ταύτα βαπτίσομεν; Πάνυ γε, είπερ τις επείγοι κίνδυνος. '''Κρείσσον γαρ αναισθήτως αγιασθήναι, η απελθείν ασφράγιστα και ατέλεστα. Και τούτου λόγος ημίν, η οκταήμερος περιτομή''', τυπική τις ούσα σφραγίς, και αλογίστοις έτι προσαγομένη· ως δε και η των φλιών χρίσις, δια των αναισθήτων φυλάττουσα τα πρωτότοκα. Περί δε των άλλων δίδωμι γνώμην, την τριετίαν αναμείναντας, η μικρόν εντός τούτου"''<ref>Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ''Εις το άγιον Βάπτισμα'', '''''PG''''' 36,400A.</ref><ref>Βλ. και ''"Νηπιοβαπτισμός"'', ''ΘΗΕ'', τόμ. 9 (1966), στ. 444.</ref>.
 +
 
 +
Εξάλλου, σύμφωνα με τον ΠΔ΄ (84ο) [[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (κανόνες)|Κανόνα]] της, η [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος]] μαρτυρά ότι στο ζήτημα του νηπιοβαπτισμού, ακολουθεί τους ''"θεσμούς των Πατέρων"'':
 +
 
 +
:''"'''Ακολουθώντας τους θεσμούς των Πατέρων''' που είναι σύμφωνοι με τους κανόνες, ορίζουμε και τα σχετικά με τα νήπια: όσες φορές δε βρίσκονται σίγουροι μάρτυρες που να λένε ότι αυτά χωρίς αμφιβολία είναι βαφτισμένα και επειδή ούτε τα ίδια είναι σε θέση να πουν για τη μυσταγωγία, στην οποία υποβλήθηκαν, εξαιτίας της βρεφικής τους ηλικίας, πρέπει να βαφτίζονται αυτά χωρίς καμιά αντίδραση, '''για να μην τα στερήσει αυτά ποτέ απ' αυτήν την κάθαρση του αγιασμού''' μία τέτοιου είδους αμφιβολία"''<ref>Πρόδρομος Ι. Ακανθόπουλος, ''Κώδικας Ιερών Κανόνων'' (Κείμενο - Ερμηνεία - Σχόλια)', έκδ. 3η, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 155.157.</ref>.
 +
 
 +
Σημαντικές μαρτυρίες επίσης περί της παραδόσεως του νηπιοβαπτισμού, προέρχονται και από τις [[Λουθηρανισμός|Λουθηρανικές]] ομολογίες. Ο νηπιοβαπτισμός κατά το δημιουργό του [[Προτεσταντισμός|προτεσταντισμού]], αλλά και τους ακολούθους του, θεωρείται απαραίτητος<ref>Ν. Ματσούκας, Ο Προτεσταντισμός, σελ. 66</ref>. Οι Λουθηρανοί μάλιστα κρατούσαν σκληρή στάση έναντι των [[Αναβαπτιστές|αναβαπτιστών]], για την άρνηση να παρέχουν νηπιοβαπτισμό, θεωρώντας τους [[Αίρεση|αιρετικούς]], αφού θεμελίωναν το νηπιοβαπτισμό πάνω στις βασικές μεταρρυθμιστικές αρχές τους. Έτσι το βάπτισμα, για τους Λουθηρανούς, μπορούσε να ενεργεί στα νήπια χωρίς τη συγκατάθεσή τους, αφού η πίστη είναι χάρη του Θεού η οποία ενεργοποιείται  με την ελεύθερη αποδοχή. Η αποδοχή αυτή είναι έργο του Αγίου Πνεύματος, που λειτουργεί μέσα στην κοινότητα και δεν φανερώνεται αμέσως<ref>ο.π.</ref>
 +
 
 +
==Ιστορική αναδρομή==
 +
 
 +
Το βάπτισμα στην αρχαία εκκλησία γινόταν κατά πρότυπο της βαπτίσεως του Ιησού Χριστού από τον [[Ιωάννης ο Πρόδρομος|Ιωάννη τον πρόδρομο]]<ref>Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική ιστορία, Τόμος Α΄, σελ. 53</ref>. Σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου οι [[Απόστολοι|απόστολοι]] βάπτιζαν κατ αυτό τον τρόπο τους εισελθόντες στην εκκλησία<ref>Κατά Ματθαίον 28, 19</ref>, τη στιγμή που για την τέλεση του βαπτίσματος απαραίτητη θεωρείτο η συνειδητή αποδοχή του περιεχομένου της πίστης. Το μυστήριο τελείτο στο όνομα του Ιησού Χριστού<ref>Πράξεις Αποστόλων 2, 38. 8, 16 κ.α.</ref>, ενώ κατά τη μεταποστολική εποχή και σύμφωνα με τη [[Διδαχή των Αποστόλων]], το βάπτισμα διενεργείτο στο όνομα της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδος]], σε ύδωρ ''"ζων"''. Ο βαπτιζόμενος θα έπρεπε να νηστεύσει πριν το μυστήριο<ref>Διδαχή των Αποστόλων 6, 1-4</ref>, συνήθως μία ή δύο μέρες μαζί με τον ανάδοχό του. Προ του βαπτίσματος προηγείτο κατήχηση η οποία περιελάμβανε την ιστορία της εν Χριστώ σωτηρίας και την τελετουργική προετοιμασία του πιστού<ref>Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 54</ref>. Το βάπτισμα γινόταν με τριτή κατάδυση, δηλαδή τρεις πλήρεις καταδύσεις, ενώ αν δεν ήταν αδύνατο τελεσθεί σε ρέοντα και ψυχρά ύδατα, γινόταν σε οποιοδήποτε άλλο νερό<ref>Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 256</ref>. Μάλιστα η Διδαχή αναφέρει πως κατ οικονομία τελείτο και δι επιχύσεως και ραντισμού βάπτισμα, αλλά μόνο στην περίπτωση που δεν υπήρχε επαρκές ύδωρ για κάτι τέτοιο ή λόγο σοβαρής ασθενείας<ref>Διδαχή των Αποστόλων 7, 3</ref>. Σε ότι αφορά το τελούντα του μυστηρίου κατά την άμεση μεταποστολική εποχή κύριος υπεύθυνος για το βάπτισμα ήταν ο [[επίσκοπος]]<ref>Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Προς Σμυρν. 8, 2</ref>, χωρίς φυσικά να αποκλείονται οι ιερείς και σε ειδικές περιπτώσεις και οι λαϊκοί<ref>Τερτυλλιανός, De baptismo 17</ref>.
 +
 
 +
Από το δεύτερο αιώνα διαμορφώθηκε ειδική τάξη κατηχουμένων για πληρέστερη προετοιμασία. Η κατήχηση δεν ήταν εκτενής και κυρίως επικεντρωνόταν στην εκμάθηση των [[Βαπτιστήριο σύμβολο|βαπτιστηρίων συμβόλων]], δηλαδή μερικών σύντομων ομολογιών πίστεως και της [[Κυριακή προσευχή|Κυριακής προσευχής]]<ref>Ωριγένης, κατά Κέλσου 3, 51</ref>. Η κατήχηση γινόταν από το ιερατείο συνήθως ή από ειδικούς διδασκάλους. Με τον καιρό μάλιστα συστηματοποιήθηκε και η διαδικασία της διδασκαλίας γι αυτό και στη ανατολή διαχωρίστηκε το σώμα των κατηχουμένων σε ''"ακροώμενους"'' και ''"φωτιζόμενους"'', ενώ επιτράπηκε και η συμμετοχή στη [[Θεία Λειτουργία]], αλλά μόνο στο διδακτικό της μέρος. Κατά τον [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]] μάλιστα η γονυκλισία κυρίως αφορούσε τους κατηχούμενους και τους μετανοούντες, αφού οι πιστοί απαγορευόταν να γονατίζουν κατά τη δημόσια λατρεία<ref>Τερτυλλιανός, De corona 3</ref>. Έτσι οι κατηχούμενοι μετά την ανάγνωση του Ευαγγελικού αναγνώσματος και του κηρύγματος λάμβαναν ευλογία υπό του τελετουργούντως και αποχωρούσαν<ref>Αποστολικαί διαταγαί 8, 6</ref>. Το βάπτισμα τελικά συνδέθηκε με το ναό, ενώ κατά την εποχή του [[Ιουστίνος ο Μάρτυς|Ιουστίνου]] δε φαίνεται να έχει διαμορφωθεί πλήρως το τελετουργικό όπως καθιερώθηκε αργότερα και κατά τον τρίτο αιώνα<ref>Ωριγένης, ομιλία εις τους Αριθμούς 12, 4</ref> με τους εξορκισμούς και τον καθαγιασμό του ύδατος<ref>Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 257</ref>. Αυτή όμως ενυπήρχε ως εσωτερικός τύπος, αφού η μεν νηστεία και γονυκλισία είχαν ως στόχο τον εξορκισμό των δαιμονικών δυνάμεων<ref>Κλήμης Αλεξανδρείας, Εκ Θεοδότου, 84 Migne 9, 697</ref>, ο δε αγιασμός του νερού αρχικώς γινόταν ως εξορκισμός και αργότερα ανέλαβε μορφή εξαγιασμού<ref>Βασίλειος Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 106</ref>. Σε ότι αφορά την τέλεση του μυστηρίου αυτό δε λάμβανε χώρα σε οποιαδήποτε ημερομηνία, όπως σήμερα. Στη Δύση καθιερωμένη ημερομηνία ήταν η προηγούμενη νύχτα των εορτών του [[Πάσχα]] και της [[Πεντηκοστή|Πεντηκοστής]] και στην ανατολή τις ίδιες ημερομηνίες με την προσθήκη των [[Θεοφάνια|Θεοφανίων]]<ref>Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 259</ref>. Στη Δύση μάλιστα οι νεοφώτιστοι έφεραν λευκό χιτώνιο για οκτώ ημέρες, εξού και το Σάββατο του Θώμα, αποκλήθηκε ''Sabbatum in albis''. Στη δε Ανατολή η εβδομάδα μετά Πάσχα ονομάστηκε Διακαινήσιμος εβδομάδα.
 +
 
 +
==Το μυστήριο==
 +
===Τέλεση===
 +
Η τέλεση του μυστηρίου σήμερα κατά κύριο λόγο πραγματοποιείται σε νήπια. Το νήπιο ακολουθούμενο υπό του αναδόχου, οδηγείται στον πρόναο, όπου και διαβάζονται εξορκιστικές ευχές αποταγής των δαιμονικών δυνάμεων. Ο ανάδοχος είναι αυτός που αναλαμβάνει να φέρει σε πέρας την στιχομυθία, αφού ο ίδιος είναι αυτός ο οποίος υπόσχεται τη μελλοντική κατήχηση του νέου μέλους της εκκλησίας. Εν συνεχεία διαβάζονται αγιαστικές ευχές για το ύδωρ της κολυμβήθρας, το οποίο περιέχει και έλαιο. Το νήπιο τότε καταδύεται πλήρως τρεις φορές στο ύδωρ της κολυμβήθρας, όπου γίνεται και η επίκληση του βαπτίσματος στο όνομα της Αγίας Τριάδας.
 +
 
 +
Το μυστήριο του βαπτίσματος δεν μπορεί να τελεσθεί πριν συμπληρωθούν 40 ημέρες από τη γέννηση του παιδιού<ref>Παναγιώτης Μπούμης, Κανονικό Δίκαιο, σελ. 97</ref>, ενώ τελείται τόσο από τον [[επίσκοπος|επίσκοπο]] όσο και από πρεσβύτερο. Σε επείγουσες περιπτώσεις μπορεί να τελεσθεί από [[διάκονος|διάκονο]] ή και από λαϊκό, εφόσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας και μόνο εφόσον το μυστήριο τελεσθεί υπό ορθοδόξου χριστιανού<ref>Κάλλιστος  Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σελ. 441</ref>. Επιπρόσθετα αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας επιτρέπεται κατ οικονομία να μη συμβεί βάπτισμα με πλήρη κατάδυση, αλλά δια ραντισμού. Αν όμως το μέλος επιζήσει, τότε θα πρέπει το βάπτισμα να επαναληφθεί με το καθορισμένο τυπικό της εκκλησίας<ref>Βλ. Φειδάς, ενθα.ν., σελ. 260</ref>.
 +
 
 +
Ως κανόνας της εκκλησίας επίσης εφαρμόζεται η απαγόρευση του αναδόχου να είναι αλλόθρησκος, αιρετικός, σχισματικός ή αφορισμένος, αφού αυτός αναλαμβάνει την ουσιαστική ευθύνη κατήχησης του νεοφώτιστου<ref>Παναγιώτης Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 97</ref>. Ο ανάδοχος δύναται να βαπτίσει περισσότερα από δύο άτομα, απαγορεύεται όμως αυστηρώς να είναι διαφορετικού φύλλου, αφού λόγω της πνευματικής συγγένειας δημιουργείται κώλυμα γάμου<ref>ο.π.</ref>. Κατά την παράσταση δύο αναδόχων  πραγματικός ανάδοχος θεωρείται αυτός που αναδέχεται το νήπιο στην κολυμβήθρα<ref>Μελέτιος Σακκελαρόπουλος, Εκκλησιαστικό Δίκαιον της Ανατολικής Ορθοδόξου εκκλησίας, Αθήνα 1898, σελ. 404</ref>, ενώ σε εξαιρετικές περιπτώσει επιτρέπεται ο βαπτισμός και δίχως ανάδοχο<ref>Παναγιώτης Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 98</ref>.
 +
 
 +
===Ονοματοδοσία===
 +
 
 +
''"Κατά τη λαϊκή αντίληψη το όνομα συνδέεται με το βάπτισμα, το οποίο και θεωρείται κατεξοχήν πράξη ονοματοδοσίας. Η σύγχυση αυτή παραγκωνίζει την υπάρχουσα λειτουργική πράξη της χριστιανικής ονοματοδοσίας κατά την 8η ημέρα με αποτέλεσμα οι πολλοί να θεωρούν ότι το παιδί δεν έχει όνομα μέχρι να βαπτιστεί και ότι το λαμβάνει κατά τη βάπτισή του"''<ref>Γεώργιος Χ. Χρυσοστόμου, Ονοματοδοσία, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 107-108</ref>.
 +
 
 +
Αν το μέλος είναι ενήλικο τότε είναι πιθανό να αλλάξει και όνομα. Πρέπει εδώ να τονιστεί όμως πως ακόμα και αν δε συμβεί αυτό, δεν προκύπτει κανονικό κώλυμα, όπως επιβεβαιώνεται από την εκκλησιαστική τάξη<ref>Παναγιώτης Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 101</ref>. Το όνομα που δίνεται στο χριστιανό οφείλει κατά προτίμηση να θυμίζει κάποιο γεγονός στη ζωη του Κυρίου ή να εκφράζει κάποια αρετή ή να παίρνει το όνομα κάποιου αγίου. Συνίσταται και από τον ιερό Χρυσόστομο μία τέτοια τακτική αφού αυτά χρησιμεύουν  ως πρότυπα προς μίμηση<ref>Π. Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 101</ref> αλλά και ''"περι τους παίδας αυτών επιμέλειας"''<ref>Ιω. Χρυσόστομος, Ομιλία ΚΑ εις της Γένεσιν, PG 53, 179A</ref>.
 +
 
 +
===Αιρετικές δοξασίες===
 +
 
 +
Στην ρωμαιοκαθολική εκκλησία πλέον εφαρμόζεται το δι επιχύσεως του ύδατος βάπτισμα<ref>Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά, σελ. 236</ref>. Η πρακτική αυτή σαφώς και είναι εσφαλμένη κατά την ορθόδοξη θεολογία. Το βάπτισμα πρέπει να τελείται με τριπλή πλήρη κατάδυση, μία πρακτική που μαρτυρείται στην πατερική γραμματολογία, αλλά και στις αποσχιθείσες ανατολικές εκκλησίες<ref>ο.π., σελ. 237</ref>. Μία τέτοια πρακτική στην Ορθόδοξη εκκλησία δεν επιτρέπεται διότι ''"δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία σχετικά με την αληθινή Ορθόδοξη διδασκαλία: η κατάδυση είναι απαραίτητη επειδή αν δεν υπάρξει κατάδυση, τότε χάνεται η αντιστοιχία μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού νοήματος και ανατρέπεται ο συμβολισμός του μυστηρίου. Το βάπτισμα δηλώνει  μυστική ταφή και μία ανάσταση με το Χριστό (Ρωμαίους 6, 4-5 και Κολασ. 2, 12)"''<ref>Κάλλιστος  Ware, ενθ.αν., σελ. 440</ref>.
 +
 
 +
Μία ακόμα διαφωνία ανευρίσκεται και στο ζήτημα του βαπτίσματος της επιθυμίας (''baptismus flanimis'') για το οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει αμφιβολία περί της κονονικότητός του, όπως και η γραμματεία της Δυτικής εκκλησίας κατά τους πρώτους 5 αιώνες<ref>Παναγιώτης Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 100</ref>. Κατ αυτό οι χριστιανοί δύναται να αναβάλλουν το βάπτισμα μέχρι επιθανάτιας κλίνης, αρκούμενοι στο βάπτισμα της επιθυμίας, δηλαδή στη δήλωση ότι όντως θέλουν να βαπτιστούν. Κάτι τέτοιο απορρίπτεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ κατά το [[Νικόδημος Αγιορείτης|Νικόδημο Αγιορείτη]] η περίπτωση των κατηχουμένων διαφέρει σε σχέση με τα έτοιμα μέλη της εκκλησίας<ref>Πηδάλιον, σελ. 143</ref>.
  
 
==Υποσημειώσεις==
 
==Υποσημειώσεις==
<div style="font-size: 85%"><references/></div>
 
  
 +
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div>
  
 
==Βιβλιογραφία==
 
==Βιβλιογραφία==
* Βλασίου Φειδά, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002.
+
 
* Ηλία Μηνιάτη, ''Οι Τρεις περι Πίστεως Λόγοι (Δογματική Ορθοδόξου Εκκλησίας)'', Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήνα.
+
* Νικόλαος Ματσούκας, ''"Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄"'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
* Θεοδώρου Ανδρέας, ''Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά - συμβολικά - ιστορικοδογματικά'', Εκδόσεις Αποστολική Διακονία.
+
* Παναγιώτης Τρεμπέλας, ''"Δογματική"'', Τόμος Γ΄, Σωτήρ, Αθήνα 2003.
* ''The Anchor Bible Dictionary'', Τόμ. 1, 1992, Εκδ. Doubleday.
+
* Κάλλιστος Ware, ''"Η Ορθόδοξη Εκκλησία"'', Ακρίτας, Νέα Σμύρνη 2007.
 +
* Ανδρέας Θεοδώρου, ''"Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά"'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006.
 +
* Βλάσιος Φειδάς, ''"Εκκλησιαστική Ιστορία"'', Τόμος Α΄, Διήγηση, Αθήνα 2002.  
 +
* Χρήστος Ανδρούτσος, ''"Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας"'', Αστήρ, Αθήνα 1956.
 +
* [[Χρήστος Γιανναράς]], ''"Το αλφαβητάρι της Πίστης"'', Δόμος, Αθήνα 1983 (επανεκδ. 2006).
 +
* Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, ''"Η πίστη των Ορθοδόξων"'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1999.
 +
* Παναγιώτης Μπούμης, ''"Κανονικόν Δίκαιον"'', Γρηγόρης, Αθήνα 2008.  
 +
 
 
[[Κατηγορία:Μυστήρια της Εκκλησίας]]
 
[[Κατηγορία:Μυστήρια της Εκκλησίας]]
 +
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Β]]
 +
[[Κατηγορία:Τελετές της Εκκλησίας|Β]]
  
  
Γραμμή 50: Γραμμή 133:
  
 
[[en:Baptism]]
 
[[en:Baptism]]
 +
[[es:Bautismo]]
 
[[fr:Baptême]]
 
[[fr:Baptême]]
 +
[[it:Battesimo]]
 +
[[pt:Batismo]]
 
[[ro:Botez]]
 
[[ro:Botez]]

Τελευταία αναθεώρηση της 19:46, 20 Μαΐου 2023

Βάπτισμα αποκαλείται το Ιερό Μυστήριο της εκκλησίας κατά το οποίο ο πιστός δια τριπλής καταδύσεως και αναδύσεως εξ ύδατος, και επικλήσεως του ονόματος της Αγίας Τριάδος αναγεννάτε από το Άγιο Πνεύμα, αποθέμενος την φύση της αμαρτίας και εισαγόμενος σε μία νέα αναγεννητική ζωή ως μέλος της εκκλησίας. Το βάπτισμα εξαλείφει τις αμαρτίες του ανθρώπου, συνάμα και το προπατορικό αμάρτημα, δίνοντας τη δυνατότητα στον πιστό να μετέχει των υπολοίπων ιερών μυστηρίων. Γι αυτό και αποκαλείται και "λουτρό παλιγγενεσίας".

Το βάπτισμα είναι μυστήριο το οποίο συστήθηκε από τον Κύριο αφού ο ίδιος μιλώντας προς τους μαθητές τους ανέφερε "πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος"[1], ενώ και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει πως "ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ"[2].

Η βάπτισις του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό

Θεολογία

Το βάπτισμα εισάγει τους ανθρώπους ως μέλη του σώματος του Χριστού, και για κάθε χριστιανό σημαίνει αναγέννηση στο θάνατο και την ανάστασή Του[3]. Αποτελεί εγκεντρισμό στη ζωή και γέννηση σε αυτή[4], που κατά την Κυριακή ρύση[5] στο κέντρο της τοποθετείται το μυστήριο της Αγίας Τριάδας και τελικώς ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας του. Διαφέρει μάλιστα από το αντίστοιχο βάπτισμα του Ιωάννου[6], το οποίο ήταν βάπτισμα μετανοίας[7], καθότι αυτό αποκαταστά τη φύση του ανθρώπου και απαλείφει το προπατορικό αμάρτημα και τις προσωπικές αμαρτίες του ανθρώπου[8], όπως μαρτυρείται από την Αγία Γραφή[9].

Δίχως το βάπτισμα το μέλος παραμένει δέσμιο της φθοράς και των δαιμονικών δυνάμεων. Η νοσούσα φύση του ανθρώπου έχει ανάγκη αναγεννήσεως[10], ειδάλλως δεν απελευθερώνεται και δεν αναγεννάτε από τον "παλαιό άνθρωπο". Γι αυτό από τους πατέρες της εκκλησίας γίνεται διαρκής επισήμανση και διασύνδεση του θεσμού αυτού με το θάνατο του Κυρίου[11], τονίζοντας πως με το βάπτισμα ενδύεται την "υπόσταση της θεογεννεσίας"[12]. Το νέο μέλος μέσω του μυστηρίου αναγεννά την ύπαρξή του, γίνεται μία επώνυμη προσωπική ετερότητα, εξ αιτίας της χάρης που απορρέει από την κοινωνία και την αγαπητική σχέση με το ζωοδότη Θεό[13]. Παύει ο άνθρωπος να είναι ατομικό απλώς είδος, κρίκος βιολογικής μόνο διαδοχής, μονάδα ενός συνόλου. Εντάσσεται στην κοινωνία των αγίων, την τριαδική πραγματοποίηση της ζωής[14]. Τα πράγματα όμως ποτέ δεν μπορούν να νοηθούν με ένα μαγικό χαρακτήρα. Όπως ο νεογέννητος αυξάνεται και προκόβει, το ίδιο συμβαίνει και με τη θεογεννεσία. Το βάπτισμα λοιπόν είναι το πρώτο και απαραίτητο στάδιο της ανάπτυξης του νεοεισελθόντα και μάλιστα νοείται ως χάρισμα απολειστικό. Εξ αυτού του λόγου δε συμβάλλει η βούληση στην πραγμάτωση του μυστηρίου[15].

Το βάπτισμα μέσω της θείας χάριτος επανορθώνει τη φύση του ανθρώπου, το "είναι" δηλαδή των λογικών πλασμάτων, δίχως τη συνεργία της βούλησης. Το "ευ είναι" όμως, δηλαδή η πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου, εξαρτάται αφενός μεν από τη θεία χάρη, αφετέρου από τη θέλησή του[16]. Έτσι νοείται ως απαρχή της ανάστασης. Νοείται ως μία προίκα που δίνει ο θεός στα πλάσματά Του με στόχο τα ίδια να την αξιοποιήσουν. Γι αυτό και η μετοχή στη θεία βασιλεία, η όραση του θεού, η συνύπαρξη με το Χριστό αποτελούν τρυφή της θέλησης[17].

Κάθε εξωτερικός τύπος και σύμβολο έχει ένα πραγματικό νοητό περιεχόμενο. Όπως μας αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός το νερό καθαρίζει σώμα και το πνεύμα ανακαινίζει την ύπαρξη[18]. Το βάπτισμα ως εγκεντρισμός των όντων στη θεία ζωή είναι μυστηριακή πράξη από κτίσεως κόσμου, ενώ τα μυστήρια, όπως και το βάπτισμα, αποτελούν εντάξεις στο σώμα της ζωής και διαδραματίζονται στην ίδια την ιστορία[19]. Χαρακτηριστικός επ αυτού είναι και πάλι ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός ο οποίος απαριθμεί συνολικά οκτώ βαπτίσματα στην ιστορική διαδρομή της εκκλησίας από κτίσεως κόσμου[20]. Το βάπτισμα τελικώς αποκαταστά τη φύση, αναιρεί το προπατορικό αμάρτημα, το οποίο λογίζεται ως φθορά και θάνατος, οδηγώντας τον άνθρωπο σε ένα αρραβώνα που γίνεται κτήμα μόνο σε μία τελειωτική πορεία[21].

Από μερικούς θεολόγους εγείρεται απορία σχετικά με τη συνέχιση της αμαρτιτικής επιρροής και μετά το βάπτισμα στον άνθρωπο. Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί πως η αμαρτιτική αυτή επιθυμία δεν έγκειται στη φύση του ανθρώπου που αποκαταστάθηκε, αλλά στην βούλησή του και το αυτεξούσιό του. Κατά το βάπτισμα λοιπόν επέρχεται οντολογική καταστροφή της αμαρτίας[22]. Η ροπή της αμαρτίας παραμένει δεν έχει όμως πλέον τη φύση της αμαρτίας, αλλά συνιστά κίνητρο προς αμαρτία χωρίς να λαμβάνεται ως αμαρτία[23]. Η φύση δε και ο χαρακτήρας της ροπής της αμαρτίας διαφέρουν ουσιαστικά στο βαπτισμένο μέλος από το μη βαπτισμένο, αφού στο μη βαπτισμένο λογίζεται ως έκφανση της φυσικής διαφθοράς του[24]. Η ορμή αυτή τελικά επιτρέπεται από τον Κύριο προς τελείωση του πιστού[25].

Νηπιοβαπτισμός

Ο νηπιοβαπτισμός είναι μία αρχαία συνήθεια της εκκλησίας, η οποία από κάποιες προτεσταντικές ομολογίες απορρίπτεται. Βέβαια, εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι ενώ η πολεμική κατά του νηπιοβαπτισμού προέρχεται από τον προτεσταντικό χώρο, οι ίδιοι "οι θεμελιωτές του προτεσταντισμού, και μάλιστα με μοναδικό κριτήριο την Aγ. Γραφή" δήλωναν ότι "ο νηπιοβαπτισμός και αρεστός στο Θεό είναι, και αναγκαίος, και σύμφωνος με την Aγ. Γραφή" (Λούθηρος) και θεωρούσαν την "προάσπιση του νηπιοβαπτισμού ως στοιχείο της καθαρότητας της χριστιανικής πίστεως" (Καλβίνος)[26].

Συνάμα, από τις εν λόγω ομολογίες, αντιμετωπίζεται ως μία διαδικασία κατά την οποία δε θα έπρεπε μέλη τα οποία δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν συνειδητά το μυστήριο να συμμετέχουν. Η Ορθόδοξη θεολογία εξ αρχής κατανόησε με πολύ διαφορετική προοπτική την έννοια του βαπτίσματος. Η μη αναγνώριση αυτής της προοπτικής της πατερικής θεολογίας προκύπτει από την ουσιαστική διαφοροποίηση της θεολογίας των δύο θεολογικών τάσεων. Αυτό διότι η ύστερη προτεσταντική θεολογία (ο Λούθηρος φερ ειπείν αποδέχεται το νηπιοβαπτισμό[27]) κατανοεί τη θεολογία με ηθικούς και δοκητικούς όρους, απομακρυνόμενη από την έννοια της εκκλησιολογίας και των μυστηρίων της πατερικής παραδόσεως, δίχως να αντιλαμβάνεται την έννοια της ενεργειακής-οντολογικής σχέσης που διέπει κτίστη και κτίσματα κατά την ορθόδοξη παράδοση.

Η ορθόδοξη θεολογία διακρίνει σαφώς μεταξύ βούλησης και φύσης, έτσι ώστε τα μυστήρια να διαφαίνεται σαφώς πως δεν έχουν σχέση με το μαγικό χαρακτήρα των τελετών της Αρχαίας Ελλάδας και της ανατολής[28]. Η θεία χάρη επανορθώνει τη φύση και το "είναι" του ανθρώπου, αλλά δίχως τη συνεργία της βούλησης δεν οδηγεί τον άνθρωπο στην τελείωση. Γι αυτό το βάπτισμα που είναι γέννηση, όπως και ανάσταση, ως αναπλαστική δημιουργία με κανένα τρόπο δεν μπορεί να εξαρτάται από την ανθρώπινη ελευθερία[29]. Και αυτό δεν αποτελεί κανενός είδους μαγική διαδικασία, όπως άλλωστε ως μαγική διαδικασία δεν νοείται η δημιουργία και η γέννηση του ανθρώπου, η οποία πραγματοποιείται δίχως της συμβολή της ελευθερίας του[30]. Το βάπτισμα λοιπόν, όπως και η φυσική γέννηση είναι δημιουργικό έργο του Θεού, που σκοπό έχει τη διόρθωση της ανθρώπινης φύσης. Αποτελεί επανόρθωση της φύσης του ανθρώπου με αποτέλεσμα η βούληση να μη διαδραματίζει κανένα απολύτως ρόλο σε αυτή την ανάσταση του ανθρώπου. Τελικά ο άνθρωπος μετέχει στη ζωοποιό δύναμη του Θεού. Άλλωστε, όπως όλοι θα αναστηθούν δίχως την ελεύθερη βούλησή τους, θέλοντας και μη, συμμετέχοντας στη τριαδική ζωή, έτσι ανασταίνονται και ανορθώνονται από τη χάρη που απορρέει από το μυστήριο αυτό[31].

Η ορθόδοξη θεολογία λοιπόν δέχεται τη μακαριότητα των νηπίων, μίας και η βάπτιση αποκαθιστά τη φύση τους, τη στιγμή που αυτή δεν κλίνει προς την αλλοτρίωση (τη φθορά, τη ροπή προς το κακό) και συνάμα δίχως να βιάζει τη βούλησή τους[32]. Ο ανάδοχος μάλιστα δεν αντικαθιστά τη βούληση-θέληση του νηπίου, αλλά είναι ο εγγυητής μίας χριστιανικής διαπαιδαγώγησης[33].

Σε ότι αφορά το ζήτημα περί σωτηρίας των νηπίων το μόνο διασωθέν κείμενο της πατερικής γραμματολογίας είναι το κείμενο του Γρηγορίου του θεολόγου. Κατά το θεοφόρο πατέρα αυτό:

"Ει κρίνεις φόνου φονικόν εκ μόνου του βούλεσθαι, και δίχα φόνου, βεβάπτισθω σοι και ο θελήσας το βάπτισμα δίχα του βαπτίσματος, ει δε ουκ εκείνο, πως τούτο, συνιδείν ουκ εχω. Ει βούλει δε ούτως, ει αρκεί σοι προς δύναμιν του βαπτίσματος ο πόθος, και δια τούτο δικάζη περί της δόξης, αρκείτω σοι και προς δόξαν η της δόξης επιθυμία. Και τις σοι βλάβη το μη τυχείν ταύτης την έφεσιν έχοντι;"[34].

Βάπτισμα αιρετικών και "κανονική" αποδοχή

Η εμφάνιση και η δημιουργία αιρέσεων στους κόλπους της εκκλησίας καθώς και η δημιουργία ξεχωριστών κοινοτήτων, επέφερε και το ζήτημα της επιστροφής των αιρετικών στους κύκλους της εκκλησίας. Με ερέθισμα λοιπόν την επιστροφή σχισματικών και αιρετικών, ιδίως από τον τρίτο αιώνα και με αφορμή τους Μοναρχιανούς και τους Μοντανιστές τέθηκε το ζήτημα της κανονικότητας του βαπτίσματος των αιρέσεων. Εδώ πρέπει να τονιστεί πως υπήρξε "ομοφωνία της Εκκλησία ως προς το ανυπόστατο και κατά συνέπειαν ως προς την ακυρότητα του βαπτίσματος των αιρετικών"[35].

Η εκκλησία λοιπόν δε θεωρεί πως το βάπτισμα των αιρετικών είναι κανονικό. Στην περίπτωση όμως που σχισματικός, αιρετικός ή ετερόδοξος οδηγηθεί στην εκκλησία αφού προηγουμένως υπήρξε μέλος της, η εκκλησία ανάλογα με τις περιστάσεις και κατά περίπτωση θεωρούσε δεκτό το προηγούμενο βάπτισμά του[36]. Αυτό συμβαίνει διότι η εκκλησία έχει τη δυνατότητα να προσφέρει και να πληροί μέσω της θείας χάριτος τον τύπο του μυστηρίου που έλαβε χώρα σε μια αιρετική ομάδα, εφόσον ήδη προέρχεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία[37]. Κανόνες οι οποίοι ασχολούνται με το θέμα αποδοχής αιρετικών και ετεροδόξων στην εκκλησία είναι Ζ΄ και Η΄ Λαοδικίας, Α΄ του Μεγάλου Βασιλείου, Ζ΄ της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου και ςε΄ της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Μέσω των κανόνων διακρίνεται πως:

  • Γίνεται διάκριση «αναβαπτιστέου» (σε εισαγωγικά αφού το πρώτο βάπτισμα θεωρείται άκυρο) και αιρετικού. Η εκκλησία δεχόταν το βάπτισμα που είχε γίνει στο όνομα της Αγίας Τριάδας, αλλά όχι σε αυτούς που την απέρριπταν.
  • Η εκκλησια είναι περισσότερο ελαστική στην περίπτωση των σχισματικών. Το βάπτισμά τους κατά κανόνα θεωρείτο έγκυρο, αφού κατά την εισδοχή στην εκκλησία επληρούτο ο τύπος του βαπτίσματος που είχε προηγηθεί.

Ειδικώτερα:

  • Αρμένιοι, Κόπτες και Μονοφυσίτες γίνονται δεκτοί με έγγραφη αποκήρυξη της κακοδοξίας τους
  • Οι Ρωμαιοκαθολικοί γίνονται κατά κανόνα δεκτοί με υπογραφή λιβέλλου, ομολογία ορθοδόξου πίστεως και δια επανάληψης του Χρίσματος
  • Οι Αγγλικανοί είναι προτιμότερο να αναβαπτίζονται, καθώς θεωρείται πως οι επίσκοποί τους δεν έχουν Αποστολική Διαδοχή
  • Διαμαρτυρόμενοι-προτεστάντες γίνονται δεκτοί κατόπιν κατηχήσεως και τελέσεως βαπτίσματος, λόγω της διακοπής της Αποστολικής διαδοχής.

Σε περιπτώσεις ομαδικής προσελεύσεως στην Εκκλησία είναι δυνατόν η εκκλησία να εφαρμόσει επιεικέστερα μέτρα[38]. Για παράδειγμα σε μια περίπτωση προσέλευσης προτεσταντών μπορεί να συμβεί ότι και στη Σαμάρεια κατά το Πράξεις 8, 14-17:

"Ακούσαντες δὲ οἱ ἐν ῾Ιεροσολύμοις ἀπόστολοι ὅτι δέδεκται ἡ Σαμάρεια τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀπέστειλαν πρὸς αὐτοὺς τὸν Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην· οἵτινες καταβάντες προσηύξαντο περὶ αὐτῶν ὅπως λάβωσι Πνεῦμα ῞Αγιον· οὔπω γὰρ ἦν ἐπ᾿ οὐδενὶ αὐτῶν ἐπιπεπτωκός, μόνον δὲ βεβαπτισμένοι ὑπῆρχον εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ. τότε ἐπετίθουν τὰς χεῖρας ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ ἐλάμβανον Πνεῦμα ῞Αγιον.".

Το βάπτισμα μέσα από τις πηγές

Η θεία σύσταση του μυστηρίου

Το πρώτο βάπτισμα που διακρίνει ο αναγνώστης μέσα από τη μελέτη της Καινής Διαθήκης είναι το βάπτισμα της μετανοίας και της προπαρασκευής του ερχομού του Μεσσία. Ο ίδιος μάλιστα ο Ιωάννης ο Πρόδρομος διακήρυττε πως το βάπτισμα αυτό ήταν απλό βάπτισμα και πως αργότερα θα ερχόταν βάπτισμα τελειότερο από αυτό. Το ότι το βάπτισμα μάλιστα "συνεστήθη υπό του Κυρίου παρουσιάζεται αδιαμφησβήτητον εις τον έχοντα υπόψιν της μετά την Ανάστασιν ρητήν εντολήν αυτού προς τους Αποστόλους όπως «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος»"[39]. Ο Απόστολος Πέτρος μάλιστα αναφέρει πως το βάπτισμα είναι διάφορο πλέον της μετανοίας και αφέει τις αμαρτίες των ανθρώπων, ενώ ο Απόστολος Παύλος μας αναφέρει πως όσοι βαπτίστηκαν, βαπτίστηκαν στο θάνατο του Χριστού και περιτμήθηκαν περιτομή αχειροποίητη και συνετάφησαν με τον Κύριο[40]. Έτσι λοιπόν γίνεται ευκόλως αντιληπτό πως το βάπτισμα είναι μυστήριο συσταθέν υπό του Ιησού Χριστού "εφ'όσον εξ αρχής από των αποστολικών χρόνων και εν συνεχεία από τους χρόνους των Αποστολικών Πατέρων και των Απολογητών παρείχετο τούτο ως μυστήριον της αναγεννήσεως και ως μέσο χορηγίας του ανακαινιζόντος τας ψυχάς Πνεύματος"[41].

Νηπιοβαπτισμός

Νηπιοβαπτισμός και Αγία Γραφή

Η άρνηση του νηπιοβαπτισμού από κάποιες προτεσταντικές ομολογίες, παραβλέπει το εξής θεμελιώδες γεγονός: ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει το βάπτισμα ως "περιτομή αχειροποίητο"[42] (βλ. Κολ. 2,10-12), η οποία αντικατατέστησε την ιουδαϊκή "σαρκικήν περιτομήν" που παρεχόταν στα νήπια "την ογδόην από της γεννήσεως αυτών ημέραν"[43].

Αυτή είναι και η ερμηνευτική σύνδεση περιτομής-νηπιοβαπτισμού που κάνει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος:

"Τι δ' αν είποις περί των έτι νηπίων...ή και ταύτα βαπτίσομεν;...Κρείσσον γαρ αναισθήτως αγιασθήναι, η απελθείν ασφράγιστα και ατέλεστα. Και τούτου λόγος ημίν, η οκταήμερος περιτομή, τυπική τις ούσα σφραγίς, και αλογίστοις έτι προσαγομένη"[44][45].

Με βάση αυτή την ερμηνεία, δεν είναι δυνατόν να αποκλειστεί η βάπτιση και των νηπίων, στις περιπτώσεις όπου οι Πράξεις των Αποστόλων ή και ο Απόστολος Παύλος κάνουν λόγο "περί ολοκλήρων οικογενειών δεξαμένων το βάπτισμα. Ο Κορνήλιος και «πας ο οίκος αυτού», η Λυδία «και ο οίκος αυτής», ο δεσμοφύλαξ των Φιλίππων «και πάντες οι εν τη οικία αυτού», ο Κρίσπος εν Κορίνθω «συν όλω τω οίκω αυτού»" και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις[46]. Αντιθέτως, το εδάφιο Μαρκ. 16,16 ("ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται"), που επικαλούνται όσοι εκφράζουν αντιρρήσεις για τον νηπιοβαπτισμό, "έχει ιεραποστολικό χαρακτήρα και αφορά βάπτισμα ενηλίκων, οι οποίοι πρέπει να μεταστραφούν και να μετανοήσουν για να δεχτούν το κήρυγμα της σωτηρίας"[47].

Επίσης, ως επιπλέον αντεπιχείρημα στον ισχυρισμό ότι ο νηπιοβαπτισμός στερείται ερείσματος στην Αγ. Γραφή, υπάρχει η χωρίς προϋποθέσεις ηλικίας, ρήση του Κυρίου: "εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού" (Ιωάν. 3,5). Επιπλέον, οι αρνητές, "δεν προσάγουν καμία απόδειξη, ότι οι τρεις χιλιάδες χριστιανοί που εβαπτίστηκαν μετά την ομιλία του Πέτρου (Πράξ. 2,41) άφησαν τα παιδιά τους αβάπτιστα"[48].

Πατέρες της εκκλησίας

Μαρτυρίες περί νηπιοβαπαπτισμού μαρτυρούνται από τα τέλη του δευτέρου αιώνα[49]. Η πρώτη αναφορά που διασώζεται για το ζήτημα αυτό είναι η μαρτυρία περί το 185 που προέρχεται από τον Ειρηναίο Λουγδούνου (Κατά Αιρέσεων 2, 22, 4). Ο Τερτυλλιανός ήταν πατέρας της εκκλησίας ο οποίος ήταν αντίθετος προς το νηπιοβαπτισμό και ζητούσε επαρκή προετοιμασία ώστε να αποφεύγεται η περίπτωση μελλοντικής αθετήσεώς του[50]. Ο Ωριγένης μας αναφέρει πως ο νηπιοβαπτισμός είναι παράδοση η οποία έχει τις ρίζες της στους αποστόλους[51] και ο Κυπριανός Καρθαγένης αναφέρει πως κάθε παιδί θα έπρεπε το γρηγορότερο δυνατό να προσέρχεται στο μυστήριο του βαπτίσματος[52]. Από τις αρχές του τρίτου αιώνα κατά τον Τερτυλλιανό ο νηπιοβαπτισμός στη Βόρειο Αφρική κέρδιζε συνεχώς έδαφος[53] γι αυτό και η ευθύνη του αναδόχου έγινε έγινε ουσιαστική, αφού το έργο της κατηχήσεως περνούσε πλέον στην ευθύνη του. Λόγος του γεγονότος αυτού αποτέλεσε η αθρόα προσέλευση των πιστών ακόμα και ολόκληρων λαών στην εκκλησία[54]. Γι αυτό ανάδοχος στην πράξη της εκκλησίας, προσωποποιούσε την ευθύνη τους σώματος τη εκκλησίας για την ορθή κατήχηση του νέου μέλους.

Μία επιπλέον σημαντική μαρτυρία για την κανονικότητα του νηπιοβαπτισμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία προέρχεται από τον 4ο αιώνα και τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό:

"Τι δ' αν είποις περί των έτι νηπίων, και μήτε της ζημίας επαισθανομένων, μήτε της χάριτος; η και ταύτα βαπτίσομεν; Πάνυ γε, είπερ τις επείγοι κίνδυνος. Κρείσσον γαρ αναισθήτως αγιασθήναι, η απελθείν ασφράγιστα και ατέλεστα. Και τούτου λόγος ημίν, η οκταήμερος περιτομή, τυπική τις ούσα σφραγίς, και αλογίστοις έτι προσαγομένη· ως δε και η των φλιών χρίσις, δια των αναισθήτων φυλάττουσα τα πρωτότοκα. Περί δε των άλλων δίδωμι γνώμην, την τριετίαν αναμείναντας, η μικρόν εντός τούτου"[55][56].

Εξάλλου, σύμφωνα με τον ΠΔ΄ (84ο) Κανόνα της, η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος μαρτυρά ότι στο ζήτημα του νηπιοβαπτισμού, ακολουθεί τους "θεσμούς των Πατέρων":

"Ακολουθώντας τους θεσμούς των Πατέρων που είναι σύμφωνοι με τους κανόνες, ορίζουμε και τα σχετικά με τα νήπια: όσες φορές δε βρίσκονται σίγουροι μάρτυρες που να λένε ότι αυτά χωρίς αμφιβολία είναι βαφτισμένα και επειδή ούτε τα ίδια είναι σε θέση να πουν για τη μυσταγωγία, στην οποία υποβλήθηκαν, εξαιτίας της βρεφικής τους ηλικίας, πρέπει να βαφτίζονται αυτά χωρίς καμιά αντίδραση, για να μην τα στερήσει αυτά ποτέ απ' αυτήν την κάθαρση του αγιασμού μία τέτοιου είδους αμφιβολία"[57].

Σημαντικές μαρτυρίες επίσης περί της παραδόσεως του νηπιοβαπτισμού, προέρχονται και από τις Λουθηρανικές ομολογίες. Ο νηπιοβαπτισμός κατά το δημιουργό του προτεσταντισμού, αλλά και τους ακολούθους του, θεωρείται απαραίτητος[58]. Οι Λουθηρανοί μάλιστα κρατούσαν σκληρή στάση έναντι των αναβαπτιστών, για την άρνηση να παρέχουν νηπιοβαπτισμό, θεωρώντας τους αιρετικούς, αφού θεμελίωναν το νηπιοβαπτισμό πάνω στις βασικές μεταρρυθμιστικές αρχές τους. Έτσι το βάπτισμα, για τους Λουθηρανούς, μπορούσε να ενεργεί στα νήπια χωρίς τη συγκατάθεσή τους, αφού η πίστη είναι χάρη του Θεού η οποία ενεργοποιείται με την ελεύθερη αποδοχή. Η αποδοχή αυτή είναι έργο του Αγίου Πνεύματος, που λειτουργεί μέσα στην κοινότητα και δεν φανερώνεται αμέσως[59]

Ιστορική αναδρομή

Το βάπτισμα στην αρχαία εκκλησία γινόταν κατά πρότυπο της βαπτίσεως του Ιησού Χριστού από τον Ιωάννη τον πρόδρομο[60]. Σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου οι απόστολοι βάπτιζαν κατ αυτό τον τρόπο τους εισελθόντες στην εκκλησία[61], τη στιγμή που για την τέλεση του βαπτίσματος απαραίτητη θεωρείτο η συνειδητή αποδοχή του περιεχομένου της πίστης. Το μυστήριο τελείτο στο όνομα του Ιησού Χριστού[62], ενώ κατά τη μεταποστολική εποχή και σύμφωνα με τη Διδαχή των Αποστόλων, το βάπτισμα διενεργείτο στο όνομα της Αγίας Τριάδος, σε ύδωρ "ζων". Ο βαπτιζόμενος θα έπρεπε να νηστεύσει πριν το μυστήριο[63], συνήθως μία ή δύο μέρες μαζί με τον ανάδοχό του. Προ του βαπτίσματος προηγείτο κατήχηση η οποία περιελάμβανε την ιστορία της εν Χριστώ σωτηρίας και την τελετουργική προετοιμασία του πιστού[64]. Το βάπτισμα γινόταν με τριτή κατάδυση, δηλαδή τρεις πλήρεις καταδύσεις, ενώ αν δεν ήταν αδύνατο τελεσθεί σε ρέοντα και ψυχρά ύδατα, γινόταν σε οποιοδήποτε άλλο νερό[65]. Μάλιστα η Διδαχή αναφέρει πως κατ οικονομία τελείτο και δι επιχύσεως και ραντισμού βάπτισμα, αλλά μόνο στην περίπτωση που δεν υπήρχε επαρκές ύδωρ για κάτι τέτοιο ή λόγο σοβαρής ασθενείας[66]. Σε ότι αφορά το τελούντα του μυστηρίου κατά την άμεση μεταποστολική εποχή κύριος υπεύθυνος για το βάπτισμα ήταν ο επίσκοπος[67], χωρίς φυσικά να αποκλείονται οι ιερείς και σε ειδικές περιπτώσεις και οι λαϊκοί[68].

Από το δεύτερο αιώνα διαμορφώθηκε ειδική τάξη κατηχουμένων για πληρέστερη προετοιμασία. Η κατήχηση δεν ήταν εκτενής και κυρίως επικεντρωνόταν στην εκμάθηση των βαπτιστηρίων συμβόλων, δηλαδή μερικών σύντομων ομολογιών πίστεως και της Κυριακής προσευχής[69]. Η κατήχηση γινόταν από το ιερατείο συνήθως ή από ειδικούς διδασκάλους. Με τον καιρό μάλιστα συστηματοποιήθηκε και η διαδικασία της διδασκαλίας γι αυτό και στη ανατολή διαχωρίστηκε το σώμα των κατηχουμένων σε "ακροώμενους" και "φωτιζόμενους", ενώ επιτράπηκε και η συμμετοχή στη Θεία Λειτουργία, αλλά μόνο στο διδακτικό της μέρος. Κατά τον Τερτυλλιανό μάλιστα η γονυκλισία κυρίως αφορούσε τους κατηχούμενους και τους μετανοούντες, αφού οι πιστοί απαγορευόταν να γονατίζουν κατά τη δημόσια λατρεία[70]. Έτσι οι κατηχούμενοι μετά την ανάγνωση του Ευαγγελικού αναγνώσματος και του κηρύγματος λάμβαναν ευλογία υπό του τελετουργούντως και αποχωρούσαν[71]. Το βάπτισμα τελικά συνδέθηκε με το ναό, ενώ κατά την εποχή του Ιουστίνου δε φαίνεται να έχει διαμορφωθεί πλήρως το τελετουργικό όπως καθιερώθηκε αργότερα και κατά τον τρίτο αιώνα[72] με τους εξορκισμούς και τον καθαγιασμό του ύδατος[73]. Αυτή όμως ενυπήρχε ως εσωτερικός τύπος, αφού η μεν νηστεία και γονυκλισία είχαν ως στόχο τον εξορκισμό των δαιμονικών δυνάμεων[74], ο δε αγιασμός του νερού αρχικώς γινόταν ως εξορκισμός και αργότερα ανέλαβε μορφή εξαγιασμού[75]. Σε ότι αφορά την τέλεση του μυστηρίου αυτό δε λάμβανε χώρα σε οποιαδήποτε ημερομηνία, όπως σήμερα. Στη Δύση καθιερωμένη ημερομηνία ήταν η προηγούμενη νύχτα των εορτών του Πάσχα και της Πεντηκοστής και στην ανατολή τις ίδιες ημερομηνίες με την προσθήκη των Θεοφανίων[76]. Στη Δύση μάλιστα οι νεοφώτιστοι έφεραν λευκό χιτώνιο για οκτώ ημέρες, εξού και το Σάββατο του Θώμα, αποκλήθηκε Sabbatum in albis. Στη δε Ανατολή η εβδομάδα μετά Πάσχα ονομάστηκε Διακαινήσιμος εβδομάδα.

Το μυστήριο

Τέλεση

Η τέλεση του μυστηρίου σήμερα κατά κύριο λόγο πραγματοποιείται σε νήπια. Το νήπιο ακολουθούμενο υπό του αναδόχου, οδηγείται στον πρόναο, όπου και διαβάζονται εξορκιστικές ευχές αποταγής των δαιμονικών δυνάμεων. Ο ανάδοχος είναι αυτός που αναλαμβάνει να φέρει σε πέρας την στιχομυθία, αφού ο ίδιος είναι αυτός ο οποίος υπόσχεται τη μελλοντική κατήχηση του νέου μέλους της εκκλησίας. Εν συνεχεία διαβάζονται αγιαστικές ευχές για το ύδωρ της κολυμβήθρας, το οποίο περιέχει και έλαιο. Το νήπιο τότε καταδύεται πλήρως τρεις φορές στο ύδωρ της κολυμβήθρας, όπου γίνεται και η επίκληση του βαπτίσματος στο όνομα της Αγίας Τριάδας.

Το μυστήριο του βαπτίσματος δεν μπορεί να τελεσθεί πριν συμπληρωθούν 40 ημέρες από τη γέννηση του παιδιού[77], ενώ τελείται τόσο από τον επίσκοπο όσο και από πρεσβύτερο. Σε επείγουσες περιπτώσεις μπορεί να τελεσθεί από διάκονο ή και από λαϊκό, εφόσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας και μόνο εφόσον το μυστήριο τελεσθεί υπό ορθοδόξου χριστιανού[78]. Επιπρόσθετα αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας επιτρέπεται κατ οικονομία να μη συμβεί βάπτισμα με πλήρη κατάδυση, αλλά δια ραντισμού. Αν όμως το μέλος επιζήσει, τότε θα πρέπει το βάπτισμα να επαναληφθεί με το καθορισμένο τυπικό της εκκλησίας[79].

Ως κανόνας της εκκλησίας επίσης εφαρμόζεται η απαγόρευση του αναδόχου να είναι αλλόθρησκος, αιρετικός, σχισματικός ή αφορισμένος, αφού αυτός αναλαμβάνει την ουσιαστική ευθύνη κατήχησης του νεοφώτιστου[80]. Ο ανάδοχος δύναται να βαπτίσει περισσότερα από δύο άτομα, απαγορεύεται όμως αυστηρώς να είναι διαφορετικού φύλλου, αφού λόγω της πνευματικής συγγένειας δημιουργείται κώλυμα γάμου[81]. Κατά την παράσταση δύο αναδόχων πραγματικός ανάδοχος θεωρείται αυτός που αναδέχεται το νήπιο στην κολυμβήθρα[82], ενώ σε εξαιρετικές περιπτώσει επιτρέπεται ο βαπτισμός και δίχως ανάδοχο[83].

Ονοματοδοσία

"Κατά τη λαϊκή αντίληψη το όνομα συνδέεται με το βάπτισμα, το οποίο και θεωρείται κατεξοχήν πράξη ονοματοδοσίας. Η σύγχυση αυτή παραγκωνίζει την υπάρχουσα λειτουργική πράξη της χριστιανικής ονοματοδοσίας κατά την 8η ημέρα με αποτέλεσμα οι πολλοί να θεωρούν ότι το παιδί δεν έχει όνομα μέχρι να βαπτιστεί και ότι το λαμβάνει κατά τη βάπτισή του"[84].

Αν το μέλος είναι ενήλικο τότε είναι πιθανό να αλλάξει και όνομα. Πρέπει εδώ να τονιστεί όμως πως ακόμα και αν δε συμβεί αυτό, δεν προκύπτει κανονικό κώλυμα, όπως επιβεβαιώνεται από την εκκλησιαστική τάξη[85]. Το όνομα που δίνεται στο χριστιανό οφείλει κατά προτίμηση να θυμίζει κάποιο γεγονός στη ζωη του Κυρίου ή να εκφράζει κάποια αρετή ή να παίρνει το όνομα κάποιου αγίου. Συνίσταται και από τον ιερό Χρυσόστομο μία τέτοια τακτική αφού αυτά χρησιμεύουν ως πρότυπα προς μίμηση[86] αλλά και "περι τους παίδας αυτών επιμέλειας"[87].

Αιρετικές δοξασίες

Στην ρωμαιοκαθολική εκκλησία πλέον εφαρμόζεται το δι επιχύσεως του ύδατος βάπτισμα[88]. Η πρακτική αυτή σαφώς και είναι εσφαλμένη κατά την ορθόδοξη θεολογία. Το βάπτισμα πρέπει να τελείται με τριπλή πλήρη κατάδυση, μία πρακτική που μαρτυρείται στην πατερική γραμματολογία, αλλά και στις αποσχιθείσες ανατολικές εκκλησίες[89]. Μία τέτοια πρακτική στην Ορθόδοξη εκκλησία δεν επιτρέπεται διότι "δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία σχετικά με την αληθινή Ορθόδοξη διδασκαλία: η κατάδυση είναι απαραίτητη επειδή αν δεν υπάρξει κατάδυση, τότε χάνεται η αντιστοιχία μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού νοήματος και ανατρέπεται ο συμβολισμός του μυστηρίου. Το βάπτισμα δηλώνει μυστική ταφή και μία ανάσταση με το Χριστό (Ρωμαίους 6, 4-5 και Κολασ. 2, 12)"[90].

Μία ακόμα διαφωνία ανευρίσκεται και στο ζήτημα του βαπτίσματος της επιθυμίας (baptismus flanimis) για το οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει αμφιβολία περί της κονονικότητός του, όπως και η γραμματεία της Δυτικής εκκλησίας κατά τους πρώτους 5 αιώνες[91]. Κατ αυτό οι χριστιανοί δύναται να αναβάλλουν το βάπτισμα μέχρι επιθανάτιας κλίνης, αρκούμενοι στο βάπτισμα της επιθυμίας, δηλαδή στη δήλωση ότι όντως θέλουν να βαπτιστούν. Κάτι τέτοιο απορρίπτεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ κατά το Νικόδημο Αγιορείτη η περίπτωση των κατηχουμένων διαφέρει σε σχέση με τα έτοιμα μέλη της εκκλησίας[92].

Υποσημειώσεις

  1. Κατά Ματθαίον 28΄, 19
  2. Ιωάννου 3, 5
  3. Νικόλαος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 475
  4. Προς Ρωμαίους 6, 2-4: «μὴ γένοιτο. οἵτινες ἀπεθάνομεν τῇ ἁμαρτίᾳ, πῶς ἔτι ζήσομεν ἐν αὐτῇ; 3 ἢ ἀγνοεῖτε ὅτι ὅσοι ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστὸν ᾿Ιησοῦν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν; 4 συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν.»
  5. Κατά Ματθαίον 28, 19: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος,»
  6. Χρήστος Ανδρούτσος, Δογματική της Ορθοδόξου..., σελ. 319
  7. Κατά Ματαθαίον 3, 11: «ἐγὼ μὲν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι εἰς μετάνοιαν· ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστίν, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήματα βαστάσαι· αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ καὶ πυρί.»
  8. ο.π., σελ. 320
  9. Πράξεις 2, 38: «Πέτρος δὲ ἔφη πρὸς αὐτούς· μετανοήσατε, καὶ βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπὶ τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, καὶ λήψεσθε τὴν δωρεὰν τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος»
  10. Κύριλλος Αλεξανδρείας, Εις την Προς Ρωμαίους επιστολή PG 74, 789 AB
  11. Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως,4, 9 PG 94, 1117B
  12. Διονυσίου Αρεοπαγίτη, Περί της Εκκλησιαστικής ιεραρχίας 3, 6 PG 3, 433A
  13. Χρήστος Γιανναράς, Το αλφαβητάρι της πίστης, σελ. 200
  14. ο.π.
  15. Νικόλαος Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. σελ. 477
  16. Νικόλαος Καβάσιλας, περί της εν Χριστώ ζωής, PG 150, 544B
  17. Νικόλαος Καβάσιλας, Περί της εν Χριστώ ζωής, PG 159, 541 C
  18. Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής..., 4, 9, PG 94, 1121B
  19. Ν. Ματσούκας, ενθ. αν., σελ. 480
  20. Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής..., 4, 9, PG 94, 1121A-C. 1) Το βάπτισμα του κατακλυσμού, 2) της εξόδου, 3) το νομικό, 4) του Ιωάννη βαπτιστή, 5) του Κυρίου, 6) της μετανοίας, 7) του αίματος των μαρτύρων, 8) το κολαστήριο, το αναιρετικό της αμαρτίας
  21. Θεοδώρητος Κύρου, Αιρετικής κακομυθίας επιτομή 5, 18 PG 83, 512AB
  22. Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, Η πίστη των Ορθοδόξων, σελ. 170
  23. ο.π., σελ. 169
  24. Προς Ρωμαίους 7, 15-24
  25. Αθ. Δεληκωστόπουλος, ενθ.αν., σελ. 170
  26. Γεωργόπουλος Βασίλειος, "Προτεσταντικές αντιφάσεις στο θέμα του νηπιοβαπτισμού", άρθρο στο περιοδικό Εφημέριος, τεύχ. 11 (ΝΟΕ 2002), Λιβάνης, ΑΘήνα, σελ. 22, όπου και αναλυτική βιβλιογραφία και παραπομπές στα έργα των επιφανών Προτεσταντών.
  27. Νίκος Ματσούκας, Ο Προτεσταντισμός, σελ. 66
  28. Ν. Ματσούκας, ανθ.αν., σελ. 478
  29. ο.π.
  30. Ν. Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. 479
  31. ο.π.
  32. Γρηγόριος Νύσσης, Περί των νηπίων προ ώρας αφαρπαζομένων PG 46, 179D
  33. Ν. Ματσούκας, Περί των ιερώς κεκοιμημένων..., σελ. 29
  34. Λόγος 40, 23
  35. Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελ. 261
  36. Παναγιώτης Μπούμης, Κανονικόν Δίκαιον, σελ. 105
  37. ο.π.
  38. Π. Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 107
  39. Παναγιώτης Τρεμπέλας, Δογματική Γ, σελ. 74
  40. ο.π., σελ. 77
  41. ο.π., σελ. 79
  42. Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, Αποστόλου Παύλου Επιστολές προς Εφεσίους-Φιλιππισίους-Κολοσσαείς-Φιλήμονα, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 477.
  43. Τρεμπέλας Ν. Παν., Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Γ΄, 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 112.
  44. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Εις το άγιον Βάπτισμα, PG 36,400A.
  45. Βλ. και "Νηπιοβαπτισμός", ΘΗΕ, τόμ. 9 (1966), στ. 444.
  46. Τρεμπέλας, Δογματική..., Γ΄, ό.π.
  47. Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Γ΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 271, υποσημ. #39.
  48. Γεωργόπουλος, "Προτεσταντικές αντιφάσεις...", ό.π., σελ. 23.
  49. Βλ. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελ. 259
  50. Τερτυλλιανός, De baptismo 18
  51. Υπόμνημα Εις Ρωμαίους 5
  52. Κυπριανός Καρχηδόνας, Epist 64,2. 5
  53. Τερυλλιανός, De baptismo 18
  54. Παναγιώτης Μπούμης, Κανονικόν Δίκαιον, σελ. 97
  55. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Εις το άγιον Βάπτισμα, PG 36,400A.
  56. Βλ. και "Νηπιοβαπτισμός", ΘΗΕ, τόμ. 9 (1966), στ. 444.
  57. Πρόδρομος Ι. Ακανθόπουλος, Κώδικας Ιερών Κανόνων (Κείμενο - Ερμηνεία - Σχόλια)', έκδ. 3η, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 155.157.
  58. Ν. Ματσούκας, Ο Προτεσταντισμός, σελ. 66
  59. ο.π.
  60. Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική ιστορία, Τόμος Α΄, σελ. 53
  61. Κατά Ματθαίον 28, 19
  62. Πράξεις Αποστόλων 2, 38. 8, 16 κ.α.
  63. Διδαχή των Αποστόλων 6, 1-4
  64. Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 54
  65. Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 256
  66. Διδαχή των Αποστόλων 7, 3
  67. Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Προς Σμυρν. 8, 2
  68. Τερτυλλιανός, De baptismo 17
  69. Ωριγένης, κατά Κέλσου 3, 51
  70. Τερτυλλιανός, De corona 3
  71. Αποστολικαί διαταγαί 8, 6
  72. Ωριγένης, ομιλία εις τους Αριθμούς 12, 4
  73. Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 257
  74. Κλήμης Αλεξανδρείας, Εκ Θεοδότου, 84 Migne 9, 697
  75. Βασίλειος Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 106
  76. Βλ. Φειδάς, ενθ.αν., σελ. 259
  77. Παναγιώτης Μπούμης, Κανονικό Δίκαιο, σελ. 97
  78. Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, σελ. 441
  79. Βλ. Φειδάς, ενθα.ν., σελ. 260
  80. Παναγιώτης Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 97
  81. ο.π.
  82. Μελέτιος Σακκελαρόπουλος, Εκκλησιαστικό Δίκαιον της Ανατολικής Ορθοδόξου εκκλησίας, Αθήνα 1898, σελ. 404
  83. Παναγιώτης Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 98
  84. Γεώργιος Χ. Χρυσοστόμου, Ονοματοδοσία, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 107-108
  85. Παναγιώτης Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 101
  86. Π. Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 101
  87. Ιω. Χρυσόστομος, Ομιλία ΚΑ εις της Γένεσιν, PG 53, 179A
  88. Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά, σελ. 236
  89. ο.π., σελ. 237
  90. Κάλλιστος Ware, ενθ.αν., σελ. 440
  91. Παναγιώτης Μπούμης, ενθ.αν., σελ. 100
  92. Πηδάλιον, σελ. 143

Βιβλιογραφία

  • Νικόλαος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Παναγιώτης Τρεμπέλας, "Δογματική", Τόμος Γ΄, Σωτήρ, Αθήνα 2003.
  • Κάλλιστος Ware, "Η Ορθόδοξη Εκκλησία", Ακρίτας, Νέα Σμύρνη 2007.
  • Ανδρέας Θεοδώρου, "Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά", Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006.
  • Βλάσιος Φειδάς, "Εκκλησιαστική Ιστορία", Τόμος Α΄, Διήγηση, Αθήνα 2002.
  • Χρήστος Ανδρούτσος, "Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας", Αστήρ, Αθήνα 1956.
  • Χρήστος Γιανναράς, "Το αλφαβητάρι της Πίστης", Δόμος, Αθήνα 1983 (επανεκδ. 2006).
  • Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, "Η πίστη των Ορθοδόξων", Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1999.
  • Παναγιώτης Μπούμης, "Κανονικόν Δίκαιον", Γρηγόρης, Αθήνα 2008.