Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Απόστολος Παύλος"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Ο Παύλος ως διώκτης του Χριστιανισμού)
(Στο αποστολικό έργο)
Γραμμή 224: Γραμμή 224:
  
 
Σε μια λειτουργική σύναξη στην Αντιόχεια, ο Βαρνάβας και ο Παύλος ''"αφωρίσθησαν"'' και ''"απελύθησαν"'' από τη χριστιανική κοινότητα για ένα σημαντικό αποστολικό έργο μεταξύ των εθνικών.
 
Σε μια λειτουργική σύναξη στην Αντιόχεια, ο Βαρνάβας και ο Παύλος ''"αφωρίσθησαν"'' και ''"απελύθησαν"'' από τη χριστιανική κοινότητα για ένα σημαντικό αποστολικό έργο μεταξύ των εθνικών.
 +
 +
==Η πρώτη αποστολική περιοδεία==
 +
 +
Τα γεγονότα της πρώτης αποστολικής περιοδείας που αποτελεί την πρώτη μεγάλη εξόρμηση του χριστιανισμού έξω από τα όρια της Παλαιστίνης, περιλαμβάνονται στα κεφ. 13 και 14 των ''Πράξεων των Αποστόλων'' και περιγράφουν πώς ο Παύλος και ο [[Απόστολος Βαρνάβας]], συνοδευόμενοι από τον ''ανεψιό'' του Βαρνάβα, [[Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον#Η παράδοση του Ευαγγελίου και του Ευαγγελιστή|Ιωάννη-Μάρκο]] (ο συγγραφέας του ''Κατά Μάρκον Ευαγγελίου''), ξεκινούν για την δύσκολη αποστολή. Στην Πέργη, ο Ιωάννης Μάρκος, για άγνωστους λόγους εγκατέλειψε την περιοδεία.
 +
 +
Το ταξίδι αυτό αρχίζει από την Αντιόχεια και περιλαμβάνει την Κύπρο, την Πέργη της Παμφυλίας, την Αντιόχεια της Πισιδίας και πόλεις της Λυκαονίας (ή Νότιας Γαλατίας), όπως το Ικόνιο, τα Λύστρα και τη Δέρβη. Μάλιστα στην περιοχή της Γαλατίας, οι κοινότητες που ιδρύονται περιλαμβάνουν χριστιανούς εξ Ιουδαίων και εξ εθνικών, οι οποίοι αρχικά συνυπάρχουν και συζούν αρμονικά, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.
 +
 +
Η μέθοδος που ακολούθησαν ήταν να απευθύνονται πρώτα στους Ιουδαίους στις συναγωγές. Όπως ήταν φυσικό, οι ομιλίες άρχιζαν πάντοτε από την [[Παλαιά Διαθήκη]] και τονιζόταν ότι οι προφητείες για την έλευση του Μεσσία πραγματοποιήθηκαν πλέον στο πρόσωπο του Ιησού, τον οποίο όμως η ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία των Ιεροσολύμων παρεξήγησε και καταδίκασε σε  [[Σταυρός|σταυρικό]] θάνατο με τη συνεργασία των ρωμαίων. Όμως ο Χριστός αναστήθηκε, εμφανίστηκε στους μαθητές του, και τους έδωσε εντολή να κηρύξουν τα γεγονότα αυτά σε όλα τα έθνη, ξεκινώντας από τους ιουδαίους.
 +
 +
Μετά από την εχθρότητα που συνάντησαν από μέρους των ιουδαίων, στράφηκαν προς τους εθνικούς, συνήθως μέσω των εθνικών που ήταν προσύλητοι στον Ιουδαϊσμό. Σε όλη την πορεία του ο Παύλος είχε αρκετούς συνεργάτες που προέρχονταν από Ελληνικές πόλεις ή ήταν ελληνιστές Ιουδαίοι:
 +
 +
* ο Τιμόθεος, από μητέρα ''"Ιουδαία πιστή"'' και Έλληνα πατέρα (''Πράξ. 16:1'')
 +
* ο Τίτος, πιθανώς Έλληνας της Αντιόχειας (''Γαλ. 2:3'')
 +
* ο Τρόφιμος (''Πράξ. 21:29'')
 +
* ο Φιλήμων (''Φιλήμ. 1'')
 +
* ο Σώπατρος (''Πράξ. 20:4'') ή Σωσίπατρος (''Ρωμ. 16:20'')
 +
* ο Γάιος (''Πράξ. 19:29'')
 +
* ο Αρίσταρχος (''Πράξ. 19:29'')
 +
* ο Σεκούνδος (''Πράξ. 20:4'')
 +
* ο Ονήσιμος (''Φιλήμ. 10'')
 +
* ο Στεφανάς (''Α' Κορ. 1:16'')
 +
* ο Επαφρόδιτος, (''Φιλ. 2:25'')
 +
 +
και φυσικά ο Ευαγγελιστής [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκάς]] (''Κολ. 4:24'').
 +
 +
Αν και δεν έγινε δυνατό να δημιουργηθούν πολλές κοινότητες κατά το πρότυπο της Εκκλησίας της Αντιόχειας, όπου η πλειοψηφία των πιστών ήταν ιουδαίοι, δημιουργήθηκαν όμως χριστιανικές κοινότητες αποτελούμενες κατά το  μεγαλύτερο μέρος από εθνικούς. Από την άποψη αυτή, η περιοδεία στέφθηκε από επιτυχία. Πολλές Εκκλησίες οργανώθηκαν (''Πράξ. 14:23''), αν και αυτό έγινε κάτω από διωγμούς και αρκετούς κινδύνους των Αποστόλων (''Β' Τιμ. 3:11'').
 +
 +
Ασφαλώς, η δημιουργία Εκκλησιών με τη συμμετοχή πολλών εθνικών αποτελεί σπουδαία επιτυχία της αποστολής του Παύλου, αποτέλεσε όμως και αιτία αναταραχής από την μεριά κάποιων ιουδαϊζόντων, οι οποίοι απαιτούσαν από τους εξ εθνών προσήλυτους να [[Περιτομή|περιτέμνονται]] πριν ενταχθούν στην Εκκλησία.
 +
 +
Αυτή η αναταραχή οδήγησε στην πρώτη ''Αποστολική Σύνοδο''.
 +
 +
===Η Αποστολική Σύνοδος===
 +
 +
Μετά την αποστολή του Βαρνάβα και του Παύλου από την εκκλησία της Αντιόχειας στην πρώτη αποστολική περιοδεία, επέστρεψαν και πάλι στο Ιεραποστολικό τους κέντρο την Αντιόχεια και αφού συγκέντρωσαν την εκκλησία, τους διηγήθηκαν όσα έκανε ο Θεός μ' αυτούς και ότι άνοιξε και στους εθνικούς την πόρτα της πίστεως.
 +
 +
:Ο Παύλος και ο [[Απόστολος Βαρνάβας|Βαρνάβας]] παρέμειναν στην Αντιόχεια για αρκετό καιρό με τους άλλους χριστιανούς (''Πράξ. 13:1 - 14,28''). Αυτή την περίοδο ήρθαν από την Ιουδαία στην Αντιόχεια μερικοί χριστιανοί που δίδασκαν τους πιστούς πως αν δεν περιτέμνονται, όπως ακριβώς προστάζει ο νόμος του Μωυσή, δεν μπορούν να σωθούν. Μια τέτοια διδασκαλία των ιουδαϊζόντων προκάλεσε την αντίδραση του Παύλου και του Βαρνάβα και έτσι δημιουργήθηκε αναστάτωση και συζήτηση μεγάλη ανάμεσα στις δύο μερίδες.
 +
 +
Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης ήταν να ανέβουν ο Παύλος και ο Βαρνάβας και μερικοί άλλοι από τους χριστιανούς της Αντιόχειας στα [[Ιεροσόλυμα]], για να λύσουν το ζήτημα που δημιουργήθηκε με τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους:
 +
 +
:''"γενομένης δε στάσεως και ζητήσεως ουκ ολίγης τω Παύλω και τω Βαρνάβα προς αυτούς, έταξαν αναβαίνειν Παύλον και Βαρναβάν και τινας άλλους εξ αυτών προς τους αποστόλους και πρεσβυτέρους εις Ιερουσαλήμ περί του ζητήματος τούτου"'' (''Πράξ. 15:2'').
 +
 +
Αναχώρησαν έτσι από την εκκλησία της Αντιόχειας και όταν έφθασαν στην Ιερουσαλήμ ''"παρεδέχθησαν από της εκκλησίας και των αποστόλων και των πρεσβυτέρων"'' (''Πράξ. 15:4''), και μετά την υποδοχή, συγκροτήθηκε η ''Σύνοδος των Ιεροσολύμων'', η γνωστή ως '''Αποστολική Σύνοδος'''.
 +
 +
Σημαντικά πρόσωπα στη συζήτηση της Συνόδου ήταν οι [[Απόστολος Πέτρος|Πέτρος]], [[Απόστολος Βαρνάβας|Βαρνάβας]], Παύλος και [[Απόστολος Ιάκωβος|Ιάκωβος]]. Στην [[Επιστολή προς Γαλάτες|προς Γαλατάς επιστολή]] (''2:1-14''), ο Παύλος μάλιστα αναφέρεται στις κατ' ιδίαν διαβουλεύσεις που είχε με τους [[Απόστολοι|αποστόλους]], όπου τόνισε την απ' ευθείας κλήση του στο αποστολικό αξίωμα από τον Χριστό και τόνισε ότι ''"ουδέ Τίτος ο σύν εμοί, Έλλην ών, ηναγκάσθη περιτμηθήναι"''.
 +
 +
Ο πρόδεδρος της Συνόδου, Ιάκωβος (ο ''Αδελφόθεος''), συμφωνώντας με τους Πέτρο, Βαρνάβα και Παύλο, και βασισμένος στην προφητεία [[Βιβλίο Αμώς|Αμώς]] ''9:11-12'', πρότεινε ''"μη παρενοχλείν τοις από των εθνών επιστρέφουσιν επί τον Θεόν"'' (''Πράξ. 15:19'') και τη λήψη σχετικής αποφάσεως. Η απόφαση της Συνόδου συνιστά να μην επιβληθεί κανένα άλλο βάρος στους εξ εθνών χριστιανούς παρά:
 +
 +
:''"απέχεσθαι ειδωλοθύτων καί αίματος καί πνικτού καί πορνείας"'' (''Πράξ. 15:28-29'')
 +
 +
Αποφασίστηκε να διαβιβάσουν την απόφαση με επιστολή στους εξ εθνών χριστιανούς της Αντιόχειας, της Συρίας και της Κιλικίας, και η μεταφορά της ανατέθηκε ''"τώ Παύλω καί Βαρνάβα, Ιούδαν τον επικαλούμενον Βαρσαββάν καί Σίλαν, άνδρας ηγουμένους εν τοίς αδελφοίς"'' (''Πράξ. 15:22''), από τους οποίους οι δύο τελευταίοι είχαν εντολή να μεταφέρουν όσα συζητήθηκαν και ''"διά λόγου"'' (''Πράξ. 15:27'').
 +
 +
==Η δεύτερη αποστολική περιοδεία==
 +
 +
H δεύτερη περιοδεία του Παύλου, πραγματοποιείται μετά την Αποστολική Σύνοδο και συμπίπτει με τη νέα εποχή που αρχίζει στις σχέσεις Ελληνισμού και [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμού]]. Αρχίζει από την Αντιόχεια με τη συνοδεία του Σίλα και όχι του [[Απόστολος Βαρνάβας|Βαρνάβα]] τη φορά αυτή, ο οποίος με τον ανεψιό του Ιωάννη Μάρκο αναλαμβάνει νέα αποστολή στην [[Κύπρος|Κύπρο]].
 +
 +
Μετά από επίσκεψη στις Εκκλησίες της Λυκαονίας με την προσθήκη στη συνοδεία του [[Απόστολος Τιμόθεος|Τιμοθέου]], που τον παραλαμβάνει στα Λύστρα, πηγαίνει στη Φρυγία και στη Γαλατική χώρα και στη συνέχεια στην Τρωάδα, από όπου ύστερα από ένα όραμα έρχεται στη [[Μακεδονία]]:
 +
 +
:''"Και στον Παύλο φάνηκε κατά τη νύχτα ένα όραμα: Ένας άνδρας Μακεδόνας στεκόταν όρθιος, παρακαλώντας τον και λέγοντας: Διάβα στη Μακεδονία, και βοήθησέ μας."'' (''Πράξ. 16:9'') 
 +
 +
Στο σημείο αυτό προστίθεται στη συνοδεία και ο [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκάς]], ο οποίος στη διήγηση των [[Πράξεις των ΑΠοστόλων|Πράξεων]] περιγράφει από το σημείο αυτό και εξής τα γεγονότα σε πρώτο πρόσωπο πληθυντικού αριθμού (τα λεγόμενα [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον#Η παράδοση και το περιεχόμενο του Ευαγγελίου|ημείς εδάφια]] των [[Πράξεις των Αποστόλων|Πράξεων]]).
 +
 +
Καθώς ο Παύλος ήθελε να ιδρύσει Εκκλησίες σε μεγάλα κέντρα επιρροής, σχεδίαζε να επισκεφθεί την Έφεσο, εμποδίστηκε όμως ''"από το Άγιο Πνεύμα"''. Έτσι κατευθύνθηκε προς τις μεγάλες πόλεις της Βιθυνίας στον Βορρά. Πιθανώς οι εξ εθνών Εκκλησίες της βόρειας Γαλατίας, στις οποίες απηύθυνε την [[Επιστολή προς Γαλάτες|Προς Γαλατάς Επιστολή]], να ιδρύθηκαν καθ' οδόν. Τα σχέδια του εμποδίστηκαν άλλη μία φορά και κατευθύνθηκε βορειοανατολικά προς την Τρωάδα, από την οποία, έπειτα από ένα όραμα, πέρασε διά θαλάσσης στην Μακεδονία.
 +
 +
Ο Παύλος φτάνει δια μέσου της Αμφιπόλεως και της Απολλωνίας στη [[Θεσσαλονίκη]], την οποία αναγκάζεται λόγω των διωγμών να εγκατάλειψει γρήγορα, για να μεταβεί στη [[Βέροια]] (όπου μένει για μικρό χρονικό διάστημα, πάλι για τους ίδιους λόγους). Ίδρυσε όμως τις Εκκλησίες των Φιλίππων, της Θεσσαλονίκης και της Βέροιας και έτσι, στους Φιλίππους της [[Μακεδονία]]ς ιδρύεται η πρώτη επί ευρωπαϊκού εδάφους [[Εκκλησία]] που, όπως φαίνεται από τις επιστολές του Παύλου, του είναι ιδιαίτερα προσφιλής.
 +
 +
Κατόπιν, από τη Βέροια αναγκάστηκε να φύγει για την [[Αθήνα]]. Ο συγγραφέας των ''Πράξεων'' παραθέτει ομιλία του Παύλου στην [[Πνύκα]] και αναφέρει δύο ονόματα, τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη και τη Δάμαρι μεταξύ των πενιχρών καρπών της επισκέψεως αυτής. H ιεραποστολική δράση του Παύλου στην Αθήνα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιτυχία. Το αντίθετο θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς. Ο Λουκάς έχει συνείδηση των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν εκεί και των δυσχερειών που περικλείει το θέμα Ευαγγέλιο - Ελληνισμός. Γενικά παρατηρεί, ότι οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν τον Παύλο με [[Σκεπτικισμός|σκεπτικισμό]] και με τη φράση ''"ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου"''. Το κήρυγμα περί της αναστάσεως των νεκρών φαίνεται να υπήρξε, κατά τον Λουκά, η κύρια πέτρα του σκανδάλου για τους Αθηναίους [[Φιλοσοφία|φιλοσόφους]]. Στην ομιλία του όπως παραδίδεται στις Πράξεις, ο Παύλος προσπάθησε να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός ακροατηρίου με φιλοσοφική παιδεία, τελικά όμως, στην Αθήνα δεν ιδρύθηκε Εκκλησία.
 +
 +
Ο επόμενος σταθμός της περιοδείας είναι η εμπορική πόλη της [[Κόρινθος|Κορίνθου]] όπου γνώρισε τον [[Ακύλας και Πρίσκιλλα|Ακύλα]] και την [[Ακύλας και Πρίσκιλλα|Πρίσκιλλα]], ένα ανδρόγυνο Εβραίων, οι οποίοι ήταν επίσης σκηνοποιοί. Είχαν φθάσει πρόσφατα στην Κόρινθο από την [[Ρώμη]], έπειτα από ένα διάταγμα του αυτοκράτορα Κλαυδίου, με το οποίο απελάθηκαν οι Εβραίοι από την πρωτεύουσα. Στην Κόρινθο ο Παύλος παρέμεινε ενάμιση χρόνο κοντά στους Ακύλα και Πρίσκιλλα και έγραψε τις δύο [[επιστολές προς Θεσσαλονικείς]].
 +
 +
Στις Πράξεις αναφέρεται ένα επεισόδιο, κατά το οποίο ο Παύλος παρουσιάστηκε στον ανθύπατο Γαλλίωνα. Το στοιχείο αυτό είναι σημαντικό για την χρονολόγηση του βίου του Παύλου, διότι βάσει μιας επιγραφής, η οποία ανακαλύφθηκε στους [[Δελφοί|Δελφούς]], ο Γαλλίων ανέλαβε αυτό το αξίωμα το [[51]] μ.Χ.
 +
 +
Από την Κόρινθο μαζί με τον [[Ακύλας|Ακύλα]] και την Πρίσκιλλα φεύγουν για την Έφεσο, από την οποία επισκέπτεται την Καισαρεία της [[Παλαιστίνη]]ς και ίσως για λίγο και τα Ιεροσόλυμα, για να ξαναγυρίσει στην [[Αντιόχεια]], όπου δεν μένει πολύ και ούτε επανέρχεται.
 +
 +
==Η τρίτη αποστολική περιοδεία==
 +
 +
Ο Παύλος την εποχή αυτή είχε πλέον ιδρύσει Εκκλησίες στην Μικρά Ασία και στην Ελλάδα με ένα σημαντικό κέντρο στην Κόρινθο και είχε αρχίσει να εργάζεται στην επίσης σημαντική Έφεσο. Ακολούθησε μια περίοδος σταθεροποίησης.
 +
 +
Μετά την επιστροφή του στην Αντιόχεια και αφού παρέμεινε εκεί ένα διάστημα, ο Παύλος έφυγε για τη Γαλατική χώρα και τη Φρυγία για να στηρίξει τις εκκλησίες που είχε ιδρύσει κατά την προηγούμενη περιοδεία του. Κατόπιν, περιόδευσε στη δυτική περιοχή της Βιθυνίας και κατέληξε στην Έφεσο, το ορμητήριο της τρίτης περιοδείας του, στην οποία έφτασε διά ξηράς μέσω της περιοχής της Φρυγίας. Την εποχή αυτή πρέπει να ίδρυσε Εκκλησίες στις Κολοσσές, στην Ιεράπολη και στην Λαοδίκεια.
 +
 +
Από την Έφεσο, ο Παύλος επισκέπτεται τη Μικρά Ασία και την Ελλάδα. Κατά το διάστημα αυτό γράφονται πιθανώτατα στην Έφεσο, όπου φυλακίζεται ο Παύλος, όλες ή μερικές από τις λεγόμενες "επιστολές της αιχμαλωσίας" (προς Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα, Εφεσίους), αν και η παράδοση τις τοποθετεί στο χρονικό διάστημα της φυλακίσεως του Παύλου στη Ρώμη μετά μια πενταετία.
 +
 +
Για όλη την περιοδο αυτή οι ''Πράξεις'' δίνουν ελλιπείς πληροφορίες, τις οποίες τελικά αντλούμε από τις επιστολές του Παύλου. Για παράδειγμα, δεν αναφέρονται στις ''Πράξεις'' οι κίνδυνοι που πέρασε ο Παύλος και μαρτυρούνται στα ''Α' Κορ. 15:32'' ή ''Β' Κορ. 1:8-10'' και η σωτηρία του από βέβαιο θάνατο με την αυτοθυσία των [[Ακύλας και Πρίσκιλλα|Ακύλα και Πρίσκιλλας]] (''Ρωμ. 16:3-4''). Τα περιστατικά που περιγράφονται (''"εθηριομάχησα"'', ''"το απάκριμα του θανάτου"'', ''"τον εαυτών τράχηλον υπέθηκαν"'') ίσως σημαίνουν σημαίνουν, μία ή και δύο φυλακίσεις του Παύλου στην Έφεσο.
 +
 +
Αναφέρονται πάντως κάποια σημαντικά γεγονότα όπως η ύπαρξη κάποιων αιρέσεων στην Έφεσο, όπως οι αγνοούντες το [[Άγιο Πνεύμα]] πρώην οπαδοί του [[Ιωάννης βαπτιστής|Ιωάννη του Βαπτιστή]] (''Πράξ. 19:2''), οι ιουδαίοι που έκαναν εξορκισμούς στο όνομα του Ιησού (''19:13''), όπως και μια αναταραχή που προκλήθηκε από κάποιον αργυροχόο που λεγόταν Δημήτριος, επειδή πολλοί μεταστρέφονταν από τα κυρήγματα του Παύλου και έτσι υπήρχε κίνδυνος να μείνουν χωρίς δουλειά οι τεχνίτες που ζούσαν από τις πωλήσεις ομοιωμάτων του ναού της Άρτεμης στην Έφεσο (''Πράξ. 19:23-41'').
 +
 +
Από τη δραστηριότητα του Παύλου κατά το διάστημα της περιοδείας αυτής ξεχωρίζουν οι σχέσεις του με την Εκκλησία της Κορίνθου, που προκαλούν τα επανειλημμένα του ταξίδια εκεί και την αλληλογραφία (Α και Β επιστολές προς Κορινθίους).
 +
 +
Η αλληλογραφία του με την Κόρινθο αποκαλύπτει τις μεγάλες δυσκολίες οι οποίες μπορούσαν να ανακύψουν. Ο Παύλος είχε την πρόθεση να κηρύξει στην Τρωάδα, αλλά είχε τόση αγωνία για την Κόρινθο, ώστε έφυγε για την Μακεδονία, ελπίζοντας να συναντηθεί με τον Τίτο κατά την επιστροφή του. Τον συναντά τελικά μάλλον στους Φιλίππους καθώς εκείνος επέστρεφε φέρνοντας καλά νέα και ότι η επιστολή είχε θετικά αποτελέσματα. Με αισθήματα μεγάλης ανακούφισης ο Παύλος έγραψε την Β' επιστολή προς Κορινθίους η οποία διαπνέεται από το θέμα της συμφιλίωσης. Ένα άλλο θέμα της [[Επιστολές προς Κορινθίους|Β' προς Κορινθίους]] είναι ο έρανος για τους φτωχούς της Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ ως ένα δώρο το οποίο ο Παύλος θεωρούσε σύμβολο τής ενότητας μεταξύ τών εξ Ιουδαίων και των εξ εθνών Εκκλησιών. Ήταν άλλωστε πραγματικότητα, το συνεχιζόμενο πρόβλημα που δημιουργούσε μια ομάδα η οποία υποστήριζε πως οι εξ εθνών χριστιανοί της Γαλατίας έπρεπε να περιτμηθούν και να τηρούν τον Νόμο. Το πρόβλημα αυτό προβάλλεται στην [[Επιστολή προς Γαλάτες|Προς Γαλατάς Επιστολή]].
 +
 +
Από τις προϋποθέσεις και το περιεχόμενο των επιστολών ''προς Κορινθίους'', διαφαίνεται η φύση των προβλημάτων που προκάλεσε στον εκεί Ελληνισμό το κήρυγμα του Χριστιανισμού. Η ατομοκρατία που χαρακτηρίζει τους Έλληνες στην ιστορική τους ζωή δημιουργεί προβλήματα στην ενότητα της Εκκλησίας της Κορίνθου με τις διαιρέσεις πού παρουσιάζονται εκεί. Η ροπή προς τη "γνώση" και τη "σοφία" συνδυασμένη με την ατομοκρατία υποχρεώνει τον Παύλο να τονίσει τη "μωρία του σταυρού", να αντιπαράταξει στην ανθρωποκεντρική ελληνική σοφία τη "σοφία του Θεού" και να θέσει την αγάπη που "οικοδομεί" παραπάνω από τη γνώση που "φυσιοί".
 +
 +
Όλα αυτά μαζί με μια ηθική εμπνευσμένη από την ιδέα του "σώματος", στην εκκλησιολογική του σημασία, και της αναστάσεως των νεκρών απηχούν την πρώτη προσπάθεια του Χριστιανισμού να προσαρμόσει τον Ελληνισμό σε μια θρησκεία ιουδαϊκής προελεύσεως και τις δυσκολίες πού είχε η προσπάθεια αυτή.
 +
 +
Κατά το χρονικό αυτό διάστημα και μάλιστα κατά την τρίτη επίσκεψη του Παύλου στην Κόρινθο όπου έμεινε τρεις μήνες, γράφεται και η [[Επιστολή προς Ρωμαίους|Προς Ρωμαίους επιστολή]], ένα βαθύτατα θεολογικό κείμενο, που αποκαλύπτει μεταξύ άλλων την τοποθέτηση του Παύλου στο ζήτημα της ακριβούς θέσεως των εθνικών στον κορμό του Χριστιανισμού. Από την άποψη αυτή το κείμενο ενδιαφέρει άμεσα τη σχέση Χριστιανισμού και Ελληνισμού στους πρώτους χρόνους. Ίσως ο Παύλος επεδίωκε να δημιουργήσει κάποιο έρισμα που θα του επέτρεπε να χρησιμοποίηση τη Ρώμη ως βάση για μια εξόρμηση προς δυσμάς.
 +
 +
Κατόπιν και ενώ είχε σκοπό να αναχωρήσει με πλοίο για την Ιερουσαλήμ, την τελευταία στιγμή αποκαλύφθηκε σχέδιο δολοφονίας του Παύλου, από τους Ιουδαίους και έτσι αποφασίσθηκε η μετάβαση στην Ιερουσαλήμ ''"διά Μακεδονίας"'' (''Πράξ. 20:3''). Πριν φτάσει στην Ιερουσαλήμ έμεινε μερικές ημέρες στην Καισάρεια όπου κάποιος προφήτης που λεγόταν ''Άγαβος'', προέβλεψε τη σύλληψη του Παύλου στα Ιεροσόλυμα, όπου τελικά πήγε ο Παύλος συνοδευόμενος από χριστιανούς της Καισάρειας και έτσι έληξε η τρίτη αποστολική περιοδεία.

Αναθεώρηση της 13:57, 5 Αυγούστου 2008

Ο Απόστολος Παύλος (Ταρσός, Κιλικία αρχές 1ου αι. (5-15 μ.Χ.) – Ρώμη 66-68; μ.Χ.), συγγραφέας των μισών περίπου από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, αναγνωρίσθηκε ως ισαπόστολος και άγιος, και ήταν μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της πρώιμης εποχής του χριστιανισμού, υποστηρικτής της παγκοσμιότητας της διδασκαλίας του Ιησού. Για τον λόγο αυτό πήρε το όνομα "Απόστολος των εθνών" και των εθνικών, εκείνων δηλαδή που δεν ανήκουν στον λαό και στη θρησκεία των Εβραίων.

Λεγόταν και Σαύλος (Σαούλ) (βλ. Πράξ. 7:58, 8:1 κ.ά.) κατα τη γνωστή τότε συνήθεια των Ιουδαίων της διασποράς να φέρουν εκτός από το ιουδαϊκό όνομα και ένα ομόηχο ελληνικό ή ρωμαϊκό.

Απόστολος Παύλος
Apostle Paul.JPG
Ο Απόστολος Παύλος σε στάση δέησης
Γέννηση 5-15 μ. Χ., Ταρσός, Κιλικίας
Κοίμηση 66-68 μ.Χ., Ρώμη
Εορτασμός 29 Ιουνίου: Αποστόλων Πέτρου και Παύλου
Σημαντικές ημερομηνίες Μεταστροφή 34
Πρώτη περιοδεία 44-45
Δεύτερη περιοδεία 49-52
Τρίτη περιοδεία 53-57
Τετάρτη περιοδεία 63-65
Τίτλος Απόστολος


Καταγωγή και παιδεία

Εκτός από την Καινή Διαθήκη, δεν υπάρχουν άλλες αξιόπιστες πηγές για τον βίο του Παύλου. Μέσα από διάφορα χωρία, είναι δυνατόν να εξάγουμε συμπέρασμα για το περίγραμμα του βίου του Αποστόλου Παύλου πριν από τη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό:

"Άνθρωπος ειμί Ιουδαίος Ταρσεύς" (Πράξ. 21:39), "γεγεννημένος εν Ταρσώ της Κιλικίας, ανατεθραμμένος δε εν τη πόλει ταύτη (Ιερουσαλήμ) παρά τους πόδας Γαμαλιήλ, πεπαιδευμένος κατά ακρίβειαν του πατρώου νόμου, ζηλωτής υπάρχων του Θεού" (Πράξ. 22:3), "ω λατρεύω από προγόνων εν καθαρά συνειδήσει" (Β' Τιμ. 1:3).
"Περιτομή οκταήμερος, εκ γένους Ισραήλ, φυλής Βενιαμίν, Εβραίος εξ Εβραίων", "Φαρισαίος υιός Φαρισαίου", "κατά ζήλον διώκων την εκκλησίαν, κατά δικαιοσύνην την εν νόμω γενόμενος άμεμπτος" (Φιλιπ. 3:5.6, Πράξ. 23:6, πρβλ. και Β' Κορ. 11:22, Ρωμ. 11:1).
"Και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων" (Γαλ. 1:14).
Και "την βίωσίν μου την εκ νεότητος την απ' αρχής γενομένην εν τω έθνει μου εν Ιεροσολύμοις ίσασι πάντες Ιουδαίοι, προγινώσκοντές με άνωθεν, ότι κατά την ακριβεστάτην αίρεσιν της ημετέρας θρησκείας έζησα Φαρισαίος" (Πράξ. 26:4.5) και "ότι καθ' υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και επόρθουν αυτήν" (Γαλ. 1:13).
Επιπλέον, λέει, Ρωμαίος "εγώ δε και γεγέννημαι" (Πράξ. 22:28), καθώς κληρονόμησε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη από τον πατέρα του.

Έτσι, ο Απόστολος Παύλος, όπως ο ίδιος λέει, γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας, από γονείς Ιουδαίους της φυλής Βενιαμίν (Ρωμ. 16:1, Φιλιππ. 3:5). Ο πατέρας του ήταν Ρωμαίος πολίτης το οποίο μπορεί να σημαίνει ότι προερχόταν από τα ανώτερα στρώματα του πληθυσμού της Κιλικίας και ίσως ήταν Φαρισαίος ως προς τις θρησκευτικές προτιμήσεις.

Αν λάβουμε υπόψη ότι στο Πράξ. 7:58, κατά τον λιθοβολισμό του πρωτομάρτυρα διακόνου Στεφάνου, αναφέρεται ως "νεανίας", ενώ στην Φιλήμ. 9 η οποία γράφτηκε περί το τέλος του 61 με αρχές του 62 μ.Χ. (ή έστω στα 52-55 μ.Χ.), αυτοαποκαλείται "πρεσβύτης", είναι δυνατόν να υπολογίσουμε ότι το έτος γέννησής του ήταν κάπου ανάμεσα στο 5-15 μ.Χ.

Το εβραϊκό όνομα του αποστόλου, ήταν Σαούλ (Σαύλος) αλλά για τους συμπολίτες του εκτός της Συναγωγής ήταν ο Παύλος (Paulus).

Η εκπαίδευση και η ανατροφή του υπήρξε αυστηρά ραββινική και εβραϊκή. Η κοινή Εβραϊκή ήταν η γλώσσα που μιλούσαν στο σπίτι του και γι αυτό μετέπειτα στην Ιερουσαλήμ μιλά "τη Εβραΐδι διαλέκτω" (Πράξ. 22:2). Αλλά και οι παραθέσεις που κάνει στις επιστολές του, μολονότι βασίζονται στην μετάφραση των Εβδομήκοντα, δείχνουν γνώση και του Εβραϊκού κειμένου, άρα και της αρχαίας Εβραϊκής.

Από το χωρίο Πράξ. 23:16 ("ακούσας δέ ο υιός τής αδελφής Παύλου [...]"), μαθαίνουμε περί ενός ανιψιού του Παύλου, γιου της αδελφής του. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ίσως η αδελφή του ήταν εγκατεστημένη στην Ιερουσαλήμ και έτσι είχε έναν επιπλέον λόγο να μεταβεί εκεί όπου έγινε τελικά μαθητής του Γαμαλιήλ.

Καθώς μαθήτευσε κοντά στον σημαντικό αυτό διδάσκαλο, έγινε κάτοχος, όσο λίγοι, της Ιουδαϊκής θεολογίας, ενώ το ύφος του, η θεολογική του μέθοδος και η χρήση της Γραφής παρουσιάζουν τον Παύλο ως αυστηρό αλλά και αγνό, ραββίνο, γνώστη όλων των επίμαχων ζητημάτων του ιουδαϊκού Νόμου και ικανό χειριστή της ραββινικής διαλεκτικής. Ο ίδιος ομολογεί αργότερα ότι υπήρξε πολύ επιμελής και μάλιστα "περισσότερος ζηλωτής των πατρικών παραδόσεων" και διέπρεπε μεταξύ των συνομηλίκων (Γαλ. 1:14, Πράξ. 26:4). Αναφερόταν συχνά στα προνόμια και τη θεία κλήση του Ισραήλ (Ρωμ. 3:1.2, 9:4.5, 15:8) και αρκετά νωρίς απόκτησε βαθιά συνείδηση της διαφοράς ανάμεσα στον ιουδαϊκό και τον εθνικό κόσμο, ενώ απόκτησε αντίληψη για τη σημασία του Νόμου για τη ζωή του Ισραηλίτη και την απολύτρωση του Ισραήλ.

Όλα αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι ο Απόστολος Παύλος δεν γνώριζε τη θρησκευτικότητα και τη θρησκεία των εθνικών, ή τη Μυθολογία τους και τις δημόσιες θρησκευτικές γιορτές του ελληνορωμαϊκοϋ κόσμου.

Ο Στράβων μας πληροφορεί ότι η Ταρσός στα χρόνια του Παύλου ήταν ανώτερη από την Αθήνα και την Αλεξάνδρεια στα γράμματα, και ήταν έδρα πολλών στωικών φιλοσόφων. Στην πόλη αυτή ο Παύλος διδάχθηκε την ελληνική γλώσσα και ήρθε σε επαφή με τη σκέψη και τη ζωή του ελληνισμού.

Αν και δεν είναι δυνατόν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για την γνώση του επάνω στους εθνικούς ποιητές, εντούτοις υπάρχουν 3 αποσπάσματα τα οποία ο ίδιος παραθέτει:

  • "φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί" (Α' Κορ. 15:33), στίχος από τη Θαΐδα του Μενάνδρου, του Αθηναίου κωμικού ποιητή του 3ου αιώνα π.Χ.
  • "Κρήτες αεί ψεύσται, κακά θηρία, γαστέρες αργαί" (Τίτ. 1:12), χωρίο που πιθανόν προέρχεται από το "Περί χρησμών" απολεσθέν σύγγραμμα του Επιμενίδη (7ος π.Χ. αιώνας) και επανέλαβε αργότερα ο Καλλίμαχος (3ος π.Χ. αιώνας) στον ύμνο του προς τον Δία.
  • "Του γαρ και γένος εσμέν" (Πράξ. 17:28), τμήμα από στίχο που έγραψε ο Άρατος ο Σολεύς από την Κιλικία (3ος π.Χ. αιώνας).

Είναι πάντως πιθανό, οι δύο πρώτες παραθέσεις να είχαν τον χαρακτήρα παροιμίας στην εποχή του Παύλου. Η τρίτη παράθεση όμως, είναι δυνατόν να αποτελέσει τεκμήριο κάποιας, περιορισμένης έστω, γνώσης των "θύραθεν" ποιητών. Επιπλέον όμως, καθώς ο Παύλος μαθήτευσε στον Γαμαλιήλ για τον οποίο το Ταλμούδ αναφέρει ότι ήταν γνώστης της ελληνικής φιλολογίας, και καθώς ο Παύλος μετά τη στροφή του προς το Χριστιανισμό επέστρεψε στην Ταρσό (Πράξ. 9:30, 11:25, Γαλ. 1:21), σε αυτή την περίοδο μπορεί να απέκτησε κάποιες γνώσεις επάνω στην ελληνική φιλολογία και φιλοσοφία.

Εκτός από τη θεωρητική μόρφωση που έλαβε, έμαθε και την τέχνη του σκηνοποιού ώστε να εξασφαλίζει τα προς το ζην με ένα χειρωνακτικό επάγγελμα όπως και οι περισσότεροι ραββίνοι. Πιθανόν δηλ. να έπλεκε ύφασμα που χρησίμευε για σκηνοποιία καθώς η Ταρσός όπως και όλη η Κιλικία, όπως μαρτυρά ο λατινικός όρος Cilicium (=ύφασμα από τρίχα κατσίκας), ήταν τόπος κατασκευής τέτοιων υφασμάτων.

Εξωτερική περιγραφή

Όπως ο ίδιος ο Παύλος αναφέρει, ενώ τα πλήθη αναγνώριζαν το μέγεθος και τις ικανότητες του πνεύματός του:

"ότι αι μέν επιστολαί, φησί, βαρείαι καί ισχυραί" (Β' Κορ. 10:10) και "ην ο ηγούμενος του λόγου" (Πράξ. 14:2),

εν τούτοις η εξωτερική του εμφάνιση υπολείπετο:

"η δέ παρουσία του σώματος ασθενής" (Β' Κορ. 10:10)

Ώς προς τη σωματική υγεία του αποστόλου, έχουμε τις εξής αναφορές:

  • "εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί" (Β' Κορ. 12:7)
  • "η γάρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται" (Β' Κορ. 12:9) και
  • "οίδατε δέ ότι δι' ασθένειαν τής σαρκός ευηγγελισάμην υμίν τό πρότερον" (Γαλ. 4:13).

Η ασθένειά του πρέπει να ήταν μάλλον επώδυνη ώστε ο απόστολος να παραδεχθεί:

"Περί τούτου τρίς παρεκάλεσα τον Κύριον διά να απομακρυνθή απ' εμού" (Β' Κορ. 12:8)

Κάποιοι υποστήριξαν πως ίσως ο "σκόλοψ" να σχετίζεται με χρόνια ασθένεια των ματιών, στηρίζοντας την εικασία τους στο:

"ότι ει δυνατόν τούς οφθαλμούς υμών εξορύξαντες άν εδώκατέ μοι" (Γαλ. 4:15)

Άλλοι πάλι αναζήτησαν την ασθένειά του ανάμεσα σε εκείνες που ήταν δυνατό να δημιουργούν αποστροφή προς τρίτους (π.χ. δερματικά έλκη και πυόρροια), στηριγμένοι στο:

"καί τόν πειρασμόν μου τόν εν τή σαρκί μου ουκ εξουθενήσατε ουδέ εξεπτύσατε" (Γαλ. 4:14)

Είναι όμως γενονός ότι τα στηρίγματα για μια σοβαρή διερεύνηση του προβλήματος του Παύλου είναι μάλλον ασθενή.

Ένα άλλο ζήτημα που έθεσαν διάφοροι ερευνητές ήδη από τους αρχαίους χρόνους ήταν το θέμα της αγαμίας του Παύλου. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρείας και ο Ευσέβιος υποστήριξαν ότι ο Παύλος είχε παντρευτεί και ίσως ήταν σε χηρεία, στηριγμένοι στα Α' Κορ. 7:7-8:

"θέλω δέ πάντας ανθρώπους είναι ως καί εμαυτόν• αλλ' έκαστος ίδιον χάρισμα έχει εκ Θεού, ός μέν ούτως, ός δέ ούτως. Λέγω δέ τοίς αγάμοις καί ταίς χήραις, καλόν αυτοίς εστιν εάν μείνωσιν ως καγώ."

Πάντως η έκφραση "έκαστος ίδιον χάρισμα έχει" ταιριάζει περισσότερο σε άγαμο παρά σε κάποιον που βρισκόταν σε χηρεία.

Ο Παύλος ως διώκτης του Χριστιανισμού

Ούτε οι επιστολές, ούτε οι Πράξεις μας βεβαιώνουν ότι ο Παύλος είχε συναντήσει τον Ιησού κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του. Η δήλωση στο Β' Κορ. 5:16:

"ει δέ καί εγνώκαμεν κατά σάρκα Χριστόν αλλά νύν ουκέτι γινώσκομεν"

δεν φαίνεται να στηρίζει μια τέτοια άποψη. Οι ερμηνείες που έχουν δοθεί επάνω στο χωρίο αυτό είναι αρκετές. Για τη λύση της αναφοράς "εγνώκαμεν κατά σάρκα [...] αλλά νύν ουκέτι γινώσκομεν", έχουν προταθεί τα εξής:

  • Είτε αναφέρεται στο "εγνώκαμεν" το παθητό σώμα του Χριστού το οποίο πλέον δεν είναι έτσι στον Χριστό ως Σωτήρα (ανθρωπότητα-θεότητα, για τους Χριστιανούς που δέχονται ως Θεό τον Ιησού Χριστό)
  • Είτε αναφέρεται ο Παύλος στα προ της μεταστροφής του γεγονότα, οπότε αναγνώριζε τον Σωτήρα μόνο ως Ιησού Ναζωραίο και όχι ως Χριστό.
  • Είτε αποδοκιμάζει τη λαναθασμένη πίστη ότι ο Χριστός ήταν σωτήρας μόνο του Ισραήλ λόγω της "κατά σάρκα" συγγένειας με τους ιουδαίους, ενώ δεν θα έπρεπε να είναι έτσι.

Ξεκινώντας πάντως από το γεγονός ότι αναφέρει, όχι "Ιησούν" αλλά "Χριστόν", κάνει πιθανότερο η αναφορά αυτή να γίνεται στο πρόσωπο του Χριστού ως Σωτήρα και όχι ως ανθρώπου τον οποίο γνώρισε σε κάποια κατ' ιδίαν συνάντηση.

Πάντως αυτό δεν σημαίνει και απουσία του Παύλου από τα Ιεροσόλυμα κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του Ιησού Χριστού (το 30-33 μ.Χ.). Αντιθέτως, κατά το διάστημα αυτό, ο "νεανίας" Παύλος (Πράξ. 7:58) βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, όπου είχε συνάψει στενές σχέσεις με την ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία και μάλιστα με τον ίδιο τον αρχιερέα - πρόεδρο του Μεγάλου Ιουδαϊκού Συνεδρίου (Πράξ. 9:1), λαμβάνοντας ενεργό ρόλο στο διωγμό εναντίον των ιουδαίων χριστιανών.

Τον μετά μανίας διωγμό των χριστιανών από τον Παύλο ομολογεί ο ίδιος (Γαλ. 1:13, Α'Κορ. 15:9, Φιλιπ. 3:5 εξ.), ενώ το επιβεβαιώνει και ο Λουκάς στις Πράξεις (8:3, 9:1-2, 26:9-11), ο οποίος μάλιστα αναφέρει ότι δεν αρκέσθηκε μόνο στο διωγμό των χριστιανών της Ιουδαίας, αλλά ζήτησε την άδεια και την βοήθεια του αρχιερέα, για να μεταβεί στη Δαμασκό με σκοπό να συλλάβει και τους εκεί μεταστραφέντες ιουδαίους και να τους οδηγήσει στην Ιερουσαλήμ ώστε να δικασθούν και να τιμωρηθούν (Πράξ. 9:1-2).

Το μίσος του Παύλου εναντίον των ομοεθνών του χριστιανών πήγαζε, αφ' ενός μεν από τον μέχρι φανατισμού ζήλο του υπέρ της ιουδαϊκής θρησκείας (Φιλιπ. 3:5-6, Πράξ. 26:4 εξ., Γαλ. 1:13 εξ.) αφ' ετέρου δε από την αγάπη του προς το ιουδαϊκό έθνος, το οποίο είχε επιλεγεί από τον Θεό να επιτέλεσει σπουδαίο έργο στην ιστορία της Θείας Οικονομίας (Ρωμ. 9-11). Επιπλέον, σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι ο Ιησούς είχε καταδικασθεί σε σταυρικό θάνατο ως σφετεριστής του μεσσιανικού αξιώματος, ενώ κατέλυσε διάφορες διατάξεις του μωσαϊκού νόμου και προέβλεψε την καταστροφή του ναού.

Χρονολογικός πίνακας

Γεγονός Χρόνος
Μεταστροφή στη Δαμασκό 34 μ.Χ.
Παραμονή στην Αραβία 35-37 μ.Χ.
Απόδραση από τη Δαμασκό επί Αρέτα Δ' 37-38 μ.Χ.
Πρώτη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα τέλος 37-αρχές 38 μ.Χ.
Δεύτερη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα την εποχή του λιμού τέλος 43-αρχές 44 μ.Χ.
Πρώτη αποστολική περιοδεία: Αντιόχεια, Σελεύκεια, Κύπρος, Πέργη Παμφυλίας, Αντιόχεια Πισιδίας, Ικόνιο, Λύστρα, Δέρβη Λυκαονίας, Λύστρα, Ικόνιο, Αντιόχεια Πισιδίας, Πέργη Παμφυλίας, Αττάλεια, Αντιόχεια Συρίας αρχές 44-τέλος 45 μ.Χ. (κατ' άλλους 46-48 μ.Χ.)
Συνάντηση και αντίθεση Παύλου και Πέτρου στην Αντιόχεια τέλος 45 μ.Χ.
Ιεραποστολική δράση Παύλου και Βαρνάβα στην Αντιόχεια (Πράξ. 14:28) 46-48 μ.Χ.
Τρίτη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα - Αποστολική Σύνοδος 48 μ.Χ.
Δεύτερη αποστολική περιοδεία: Αντιόχεια, περιοχές Συρίας και Κιλικίας, Δέρβη, Λύστρα, Φρυγία, Γαλατία, Μυσία, Τρωάδα, Σαμοθράκη, Νεάπολη, Φίλιπποι, Αμφίπολη, Απολλωνιάδα, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Αθήνα, Κόρινθος, Έφεσος, Καισαρεία, Ιεροσόλυμα, Αντιόχεια 49-52 μ.Χ.
Τετάρτη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα 52 μ.Χ.
Τρίτη αποστολική περιοδεία: Αντιόχεια, Γαλατία, δυτική Βιθυνία, Φρυγία, Έφεσος (3ετής παραμονή), Τρωάδα, Μακεδονία, Δαλματία, Κόρινθος, Φίλιπποι, Τρωάδα, Άσσος, Μιτυλήνη, Σάμος, Μίλητος, Κως, Ρόδος, Πάταρα, Τύρος, Πτολεμαΐδα, Καισαρεία, Ιεροσόλυμα 52 ή 53-57 μ.Χ.
Πέμπτη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα - Σύλληψη μέσα 57 μ.Χ.
Φυλάκιση στην Καισάρεια Παλαιστίνης μέσα 57 - 59 μ.Χ.
Αναχώρηση για τη Ρώμη Τέλη 59 μ.Χ.
Άφιξη στη Ρώμη αρχές 60 μ.Χ.
Φυλάκιση στη Ρώμη "ιδίω μισθώματι" 60-μέσα 62 μ.Χ.
Τετάρτη Αποστολική περιοδεία: Ρώμη, Ν. Γαλλία, Ισπανία, Ρώμη, Κρήτη, Έφεσος, Μακεδονία (Φιλίππους), Νικόπολη, Δαλματία, Μακεδονία (Φιλίππους), Τρωάδα - Δεύτερη σύλληψη από τις ρωμαϊκές αρχές επί Νέρωνα 63 - 65 ή 66 μ.Χ.
Μεταφορά στη Ρώμη, δεύτερη φυλάκιση 66 μ.Χ.
Μαρτύριο Παύλου 66-68 μ.Χ.

Μεταστροφή στο Χριστιανισμό

Για το γεγονός της μεταστροφής του Παύλου προς το Χριστιανισμό, εκτός από τις αναφορές στις επιστολές (Γαλάτ. 1:13 εξ., Α' Κορ. 11:1, 15:8, Φιλιππ. 3:12, Έφεσ. 3:3), υπάρχουν και τρεις παράλληλες διηγήσεις στις Πράξεις (9:1-29, 22:3-21, 26:9-21).

Σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες που μάλλον έχουν πηγή τον ίδιο τον Παύλο, έγινε χριστιανός όχι από την πειθώ κάποιου Αποστόλου ή κήρυκα της νέας πίστης, αλλ' απ' ευθείας, από τον ίδιο τον Χριστό ο οποίος τον κάλεσε στο ευαγγελικό έργο και στο αποστολικό αξίωμα.

Ο ίδιος ομολογεί (Γαλ. 1:15) ότι, ο Θεός τον προόριζε για απόστολο του Ευαγγελίου "εκ κοιλίας μητρός του", και μετέτρεψε το ζήλο του για τον Νόμο, σε ζήλο για τη διάδοση του Ευαγγελίου.

Στην Προς Γαλάτες Επιστολή του ο Παύλος επιβεβαιώνει την εντύπωση που δημιουργείται από το αντίστοιχο χωρίο στις Πράξεις των Αποστόλων, ότι δηλαδή μεταστράφηκε έπειτα από μία εμφάνιση του Χριστού καθ' οδόν προς την Δαμασκό. Η δική του αφήγηση είναι πραγματικά σύντομη:

"ότε δε ευδόκησεν ο Θεός, ο άφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού, αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν έμοί ίνα εύαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν" (Γαλ. 1:15-16).

Η περιγραφή του γεγονότος αυτού γίνεται με εκτενέστερο τρόπο στα τρία σημεία των Πράξεων που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Αν και είναι αδύνατον να διασαφηνιστεί τι ακριβώς συνέβει, επίκεντρο του γεγονότος ήταν ασφαλώς το όραμα του Ιησού εν δόξη. Αυτό έπεισε τον Παύλο ότι ο Ιησούς ανέστη εκ νεκρών και ανελήφθη ως Κύριος στους ουρανούς. Ήταν επίσης απόδειξη για τον Παύλο ότι κακώς είχε σταυρωθεί και κατά συνέπειαν δεν ίσχυε η κατά τον Νόμο κατάρα του Θεού.

Το γεγονός της μεταστροφής Πράξ. 9:3-18
3. Και καθώς πορευόταν, πλησίαζε στη Δαμασκό, και ξαφνικά άστραψε γύρω του φως από τον ουρανό•
4. και πέφτοντας κάτω στη γη, άκουσε μια φωνή να του λέει: Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις;
5. Και είπε: Ποιος είσαι, Κύριε; Και ο Κύριος είπε: Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις•
6. Εκείνος δε τρέμοντας, και ενώ έγινε έκθαμβος, είπε: Κύριε, τι θέλεις να κάνω; Και ο Κύριος του είπε: Σήκω, και μπες μέσα στην πόλη, και θα σου λαληθεί τι πρέπει να κάνεις.
[...]
8. Και ο Σαύλος σηκώθηκε από τη γη• και είχε ανοιχτά μάτια του, όμως δεν έβλεπε κανέναν• και χειραγωγώντας τον, τον έφεραν μέσα στη Δαμασκό.
[...]
10. Υπήρχε δε κάποιος μαθητής στη Δαμασκό, που ονομαζόταν Ανανίας [...]
[...]
13. Και ο Ανανίας αποκρίθηκε: Κύριε, από πολλούς άκουσα γι' αυτόν τον άνδρα, όσα κακά έκανε στους αγίους σου στην Ιερουσαλήμ•
14. κι εδώ έχει εξουσία από τους αρχιερείς να δέσει όλους όσους επικαλούνται το όνομά σου.
15. Και ο Κύριος του είπε: Πήγαινε, δεδομένου ότι αυτός είναι ένα εκλεκτό σκεύος σε μένα, για να βαστάξει το όνομά μου μπροστά σε έθνη και βασιλιάδες, και τους γιους Ισραήλ•
[...]
17. Και ο Ανανίας πήγε και μπήκε μέσα στο σπίτι• και αφού έβαλε επάνω του τα χέρια, είπε: Σαούλ, αδελφέ, ο Κύριος, ο Ιησούς που φάνηκε σε σένα στον δρόμο, στον οποίο ερχόσουν, με απέστειλε για να ξαναδείς, και να γίνεις πλήρης Πνεύματος Αγίου.
18. Κι αμέσως έπεσαν από τα μάτια του κάτι σαν λέπια, και ξαναείδε αμέσως• και καθώς σηκώθηκε, βαπτίστηκε.

Η κλήση του Παύλου από τον Χριστό έγινε στην πλέον απρόσμενη στιγμή της ζωής του, κατά την εποχή που εδίωκε την Εκκλησία. Για το λόγο αυτό είναι δύσκολο να βρεθούν ορθολογικές αιτίες που να στηρίζουν τη μεταστροφή του αποστόλου. Ασφαλώς, στα κείμενα της Καινής Διαθήκης οι Ιουδαίοι όπως ο Παύλος, δικαίως θεωρούνται περισσότερο προετοιμασμένοι για την αποδοχή του Ευαγγελίου από τους εθνικούς. Κι όμως, αυτοί ήταν που σταύρωσαν τον Μεσσία και δίωξαν τους Αποστόλους ενώ και οι εθνικοί δεν υστέρησαν καθόλου σε διωγμούς κατά της Εκκλησίας. Είναι έτσι δύσκολο να στηριχτεί η μεταστροφή του Παύλου σε μια σταδιακή προετοιμασία του κόσμου για το Ευαγγέλιο, σε μια εποχή μάλιστα, που ο Παύλος μιλά για "έχθρα" του κόσμου απέναντί του.

Μετά το γεγονός της κλήσης του, ο Παύλος οδηγήθηκε στη Δαμασκό και στο σπίτι του Ανανία, ο οποίος ειδοποιήθηκε από τον Χριστό και θεράπευσε τον Παύλο από την τύφλωσή του. Ακολούθησε η βάπτιση του από τον Ανανία και κατόπιν ξεκινά η ιεραποστολική δράση του.

Ασυμφωνίες των διηγήσεων της μεταστροφής

Στο Α' Κορ. 9:1 ο Παύλος δηλώνει ότι "Ιησούν τον κύριον ημών εώρακα", αλλά στο Πράξ. 9:3-4 ο Λουκάς αναφέρει ότι είδε μόνο φως και άκουσε τη φωνή του, γεγονός που για κάποιους εγείρει θέμα αξιοπιστίας της διηγήσεως. Από την άλλη, το άκουσμα της φωνής σε συνδυασμό με το υπέρκοσμο φως (Πράξ. 26:13) θα μπορούσε, ίσως, να δημιουργήσει την αίσθηση του "εώρακα".

Επίσης το ιεραποστολικό έργο του Παύλου στην παραπάνω διήγηση ορίζεται καί προς τους εθνικούς καί προς τους ιουδαίους, ενώ στο Πράξ. 26:17 και Γαλ. 1:16, το έργο του περιορίζεται μόνον μεταξύ των εθνικών. Για κάποιους το γεγονός αυτό προκάλεσε δυσπιστία σχετικά με την αξιοπιστία των διηγήσεων. Εξετάζοντας βέβαια τα λεγόμενα στα εδάφια Πράξ. 13:46-47, 17:4-5 και 18:6 (π.χ. "αφού ξετίναξε τα ιμάτιά του, τους είπε: Το αίμα σας επάνω στο κεφάλι σας• εγώ είμαι καθαρός• από τώρα και στο εξής θα πάω στα έθνη.") συμπεραίνουμε πως το νόημα είναι ότι αφού οι ιουδαίοι, ως εθνικό σύνολο, απέρριψαν το Ευαγγέλιο, οι εθνικοί παραμένουν πλέον οι μόνοι ακροατές του αποστολικού κηρύγματος.

Η εμφάνιση του Χριστού στον Παύλο

Ασφαλώς τα ζητήματα πίστης σε θαύματα δεν μπορούν να βρουν λύση ανάμεσα σε ανθρώπους που τα αποδέχονται και σε εκείνους που δεν τα αποδέχονται. Στην προσπάθεια πάντως να εξηγηθεί αυτό που είδε ο Παύλος στο δρόμο για τη Δαμασκό, δεν υπάρχει άλλο δρόμος παρά να μελετήσουμε τις εσωτερικές μαρτυρίες του κειμένου.

Έτσι, το επιχείρημα ότι ο Παύλος είδε κάποια εσωτερική οπτασία, ο ίδιος δεν το αποδέχεται. Για εκείνον δεν επρόκειτο για μια υποκειμενική αντίληψη, αλλά για γεγονός ιστορικό και αντικειμενικό και αυτό συνάγεται από τα χαρακτηριστικά και τη σημασία, τα οποία αποδίδει σε αυτό. Διακρίνει την εμφάνιση εκείνη από άλλες αποκαλύψεις και οπτασίες που του συνέβησαν, ακόμα και από αυτή την αρπαγή του μέχρι τον τρίτο ουρανό, για την οποία αμφιβάλλει, αν ήταν με το σώμα ή χωρίς αυτό (Β' Κορ. 12:2). Και είναι βέβαιος ότι στο δρόμο για τη Δαμασκό υπήρξε σωματική εμφάνιση του αναστημένου Χριστού αφού την συναριθμεί με τις υπόλοιπες που έγιναν στους αποστόλους πριν από την Ανάληψη (Α' Κορ. 15:5-8).

Στο αποστολικό έργο

Μετά τη μεταστροφή του, τη βάπτιση και την κατήχησή του από τον Ανανία στη Δαμασκό, ο Παύλος "ευθέως εν ταις συναγωγαίς εκήρυσσεν τον Ιησούν ότι ούτος εστίν ο υιός του Θεού" (Πράξ. 9:20), πράγμα το οποίο προκάλεσε την έντονη αντίδραση των ιουδαίων της Δαμασκού, οι οποίοι μετά "ικανάς ημέρας [...] συνεβουλεύσαντο ανελείν αυτόν" (στ. 23). Οι ιουδαίοι χριστιανοί όμως φυγάδευσαν τον Παύλο. Δεν επιστρέφει τότε στην Ιερουσαλήμ, αλλ' αναχωρεί για την Αραβία και το βασίλειο των Ναβαταίων, νότια της Δαμασκού, πιθανώς δια λόγους ασφαλείας, και κατόπιν επέστρεψε στη Δαμασκό, όπου άσκησε το αποστολικό του έργο για τρία χρόνια.

Σύμφωνα με τις Πράξεις, η εχθρότητα των Ιουδαίων τον ανάγκασε να εγκατάλειψει την πόλη (9:23-25), αν και στην περίπτωση αυτή, στη δίωξή του έλαβε ενεργά μέρος και ο εθνάρχης ΑρέταςΑρέθας), βασιλιάς των Ναβαταίων (Β' Κόρ. 11:32-33).

Μετά την τριετή παραμονή του στην περιοχή της Δαμασκού, ο Παύλος έρχεται στην Ιερουσαλήμ για να γνωρίσει τον Πέτρο (Γαλάτ. 1:18). Εκεί συναντά και τον Ιάκωβο, "τον αδελφόν του Κυρίου". Οι Πράξεις επίσης μας πληροφορούν ότι ο Βαρνάβας συνόδευσε τον Παύλο κατά τη γνωριμία του με τους χριστιανικούς κύκλους της Ιερουσαλήμ, επείδή όπως ήταν φυσικό, υπήρχαν επιφυλάξεις για τον νέο προσήλυτο.

Σε 15 ημέρες εγκαταλείπει την Ιερουσαλήμ, αφού η γενική επιφυλακτικότητα κυρίως εκ μέρους των ελληνιστών, ιουδαίων χριστιανών, τους οποίους καταδίωξε πριν από τη μεταστροφή του ο Παύλος, ανάγκασε τους χριστιανούς των Ιεροσολύμων να τον φυγαδεύσουν, και πιθανόν μέσω της Καισάρειας, επιστρέφει στην πατρίδα του την Ταρσό οπού και έμεινε (Πράξ. 9:26-30). Πράγματι, ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να φανταστεί ποια έκπληξη θα δημιούργησε στο συγγενικό του περιβάλλον αυτή η τεράστια αλλαγή του Παύλου, ο οποίος πήγε στην Ιερουσαλήμ για να σπουδάσει και επέστρεψε ως χριστιανός.

Δυστυχώς, η περίοδος δράσης του Αποστόλου "εις τα κλίματα της Συρίας και Κιλικίας" (Γαλάτ. 1:21) μας είναι τελείως άγνωστη.

Αργότερα στην Ταρσό, τον αναζήτησε ο Βαρνάβας και τον έφερε στην Αντιόχεια για να ενίσχυσει το έργο της εκεί Εκκλησίας. Οι Πράξεις (11:30, 12:25) μνημονεύουν ένα ταξίδι του Παύλου και του Βαρνάβα στα Ιεροσόλυμα προκειμένου να φέρουν βοήθεια από την Εκκλησίας της Αντιόχειας προς τους χριστιανούς της Ιουδαίας, κατά την περίοδο του λιμού που "εγένετο επί Κλαυδίου Καίσαρος".

Σε μια λειτουργική σύναξη στην Αντιόχεια, ο Βαρνάβας και ο Παύλος "αφωρίσθησαν" και "απελύθησαν" από τη χριστιανική κοινότητα για ένα σημαντικό αποστολικό έργο μεταξύ των εθνικών.

Η πρώτη αποστολική περιοδεία

Τα γεγονότα της πρώτης αποστολικής περιοδείας που αποτελεί την πρώτη μεγάλη εξόρμηση του χριστιανισμού έξω από τα όρια της Παλαιστίνης, περιλαμβάνονται στα κεφ. 13 και 14 των Πράξεων των Αποστόλων και περιγράφουν πώς ο Παύλος και ο Απόστολος Βαρνάβας, συνοδευόμενοι από τον ανεψιό του Βαρνάβα, Ιωάννη-Μάρκο (ο συγγραφέας του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου), ξεκινούν για την δύσκολη αποστολή. Στην Πέργη, ο Ιωάννης Μάρκος, για άγνωστους λόγους εγκατέλειψε την περιοδεία.

Το ταξίδι αυτό αρχίζει από την Αντιόχεια και περιλαμβάνει την Κύπρο, την Πέργη της Παμφυλίας, την Αντιόχεια της Πισιδίας και πόλεις της Λυκαονίας (ή Νότιας Γαλατίας), όπως το Ικόνιο, τα Λύστρα και τη Δέρβη. Μάλιστα στην περιοχή της Γαλατίας, οι κοινότητες που ιδρύονται περιλαμβάνουν χριστιανούς εξ Ιουδαίων και εξ εθνικών, οι οποίοι αρχικά συνυπάρχουν και συζούν αρμονικά, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.

Η μέθοδος που ακολούθησαν ήταν να απευθύνονται πρώτα στους Ιουδαίους στις συναγωγές. Όπως ήταν φυσικό, οι ομιλίες άρχιζαν πάντοτε από την Παλαιά Διαθήκη και τονιζόταν ότι οι προφητείες για την έλευση του Μεσσία πραγματοποιήθηκαν πλέον στο πρόσωπο του Ιησού, τον οποίο όμως η ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία των Ιεροσολύμων παρεξήγησε και καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο με τη συνεργασία των ρωμαίων. Όμως ο Χριστός αναστήθηκε, εμφανίστηκε στους μαθητές του, και τους έδωσε εντολή να κηρύξουν τα γεγονότα αυτά σε όλα τα έθνη, ξεκινώντας από τους ιουδαίους.

Μετά από την εχθρότητα που συνάντησαν από μέρους των ιουδαίων, στράφηκαν προς τους εθνικούς, συνήθως μέσω των εθνικών που ήταν προσύλητοι στον Ιουδαϊσμό. Σε όλη την πορεία του ο Παύλος είχε αρκετούς συνεργάτες που προέρχονταν από Ελληνικές πόλεις ή ήταν ελληνιστές Ιουδαίοι:

  • ο Τιμόθεος, από μητέρα "Ιουδαία πιστή" και Έλληνα πατέρα (Πράξ. 16:1)
  • ο Τίτος, πιθανώς Έλληνας της Αντιόχειας (Γαλ. 2:3)
  • ο Τρόφιμος (Πράξ. 21:29)
  • ο Φιλήμων (Φιλήμ. 1)
  • ο Σώπατρος (Πράξ. 20:4) ή Σωσίπατρος (Ρωμ. 16:20)
  • ο Γάιος (Πράξ. 19:29)
  • ο Αρίσταρχος (Πράξ. 19:29)
  • ο Σεκούνδος (Πράξ. 20:4)
  • ο Ονήσιμος (Φιλήμ. 10)
  • ο Στεφανάς (Α' Κορ. 1:16)
  • ο Επαφρόδιτος, (Φιλ. 2:25)

και φυσικά ο Ευαγγελιστής Λουκάς (Κολ. 4:24).

Αν και δεν έγινε δυνατό να δημιουργηθούν πολλές κοινότητες κατά το πρότυπο της Εκκλησίας της Αντιόχειας, όπου η πλειοψηφία των πιστών ήταν ιουδαίοι, δημιουργήθηκαν όμως χριστιανικές κοινότητες αποτελούμενες κατά το μεγαλύτερο μέρος από εθνικούς. Από την άποψη αυτή, η περιοδεία στέφθηκε από επιτυχία. Πολλές Εκκλησίες οργανώθηκαν (Πράξ. 14:23), αν και αυτό έγινε κάτω από διωγμούς και αρκετούς κινδύνους των Αποστόλων (Β' Τιμ. 3:11).

Ασφαλώς, η δημιουργία Εκκλησιών με τη συμμετοχή πολλών εθνικών αποτελεί σπουδαία επιτυχία της αποστολής του Παύλου, αποτέλεσε όμως και αιτία αναταραχής από την μεριά κάποιων ιουδαϊζόντων, οι οποίοι απαιτούσαν από τους εξ εθνών προσήλυτους να περιτέμνονται πριν ενταχθούν στην Εκκλησία.

Αυτή η αναταραχή οδήγησε στην πρώτη Αποστολική Σύνοδο.

Η Αποστολική Σύνοδος

Μετά την αποστολή του Βαρνάβα και του Παύλου από την εκκλησία της Αντιόχειας στην πρώτη αποστολική περιοδεία, επέστρεψαν και πάλι στο Ιεραποστολικό τους κέντρο την Αντιόχεια και αφού συγκέντρωσαν την εκκλησία, τους διηγήθηκαν όσα έκανε ο Θεός μ' αυτούς και ότι άνοιξε και στους εθνικούς την πόρτα της πίστεως.

Ο Παύλος και ο Βαρνάβας παρέμειναν στην Αντιόχεια για αρκετό καιρό με τους άλλους χριστιανούς (Πράξ. 13:1 - 14,28). Αυτή την περίοδο ήρθαν από την Ιουδαία στην Αντιόχεια μερικοί χριστιανοί που δίδασκαν τους πιστούς πως αν δεν περιτέμνονται, όπως ακριβώς προστάζει ο νόμος του Μωυσή, δεν μπορούν να σωθούν. Μια τέτοια διδασκαλία των ιουδαϊζόντων προκάλεσε την αντίδραση του Παύλου και του Βαρνάβα και έτσι δημιουργήθηκε αναστάτωση και συζήτηση μεγάλη ανάμεσα στις δύο μερίδες.

Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης ήταν να ανέβουν ο Παύλος και ο Βαρνάβας και μερικοί άλλοι από τους χριστιανούς της Αντιόχειας στα Ιεροσόλυμα, για να λύσουν το ζήτημα που δημιουργήθηκε με τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους:

"γενομένης δε στάσεως και ζητήσεως ουκ ολίγης τω Παύλω και τω Βαρνάβα προς αυτούς, έταξαν αναβαίνειν Παύλον και Βαρναβάν και τινας άλλους εξ αυτών προς τους αποστόλους και πρεσβυτέρους εις Ιερουσαλήμ περί του ζητήματος τούτου" (Πράξ. 15:2).

Αναχώρησαν έτσι από την εκκλησία της Αντιόχειας και όταν έφθασαν στην Ιερουσαλήμ "παρεδέχθησαν από της εκκλησίας και των αποστόλων και των πρεσβυτέρων" (Πράξ. 15:4), και μετά την υποδοχή, συγκροτήθηκε η Σύνοδος των Ιεροσολύμων, η γνωστή ως Αποστολική Σύνοδος.

Σημαντικά πρόσωπα στη συζήτηση της Συνόδου ήταν οι Πέτρος, Βαρνάβας, Παύλος και Ιάκωβος. Στην προς Γαλατάς επιστολή (2:1-14), ο Παύλος μάλιστα αναφέρεται στις κατ' ιδίαν διαβουλεύσεις που είχε με τους αποστόλους, όπου τόνισε την απ' ευθείας κλήση του στο αποστολικό αξίωμα από τον Χριστό και τόνισε ότι "ουδέ Τίτος ο σύν εμοί, Έλλην ών, ηναγκάσθη περιτμηθήναι".

Ο πρόδεδρος της Συνόδου, Ιάκωβος (ο Αδελφόθεος), συμφωνώντας με τους Πέτρο, Βαρνάβα και Παύλο, και βασισμένος στην προφητεία Αμώς 9:11-12, πρότεινε "μη παρενοχλείν τοις από των εθνών επιστρέφουσιν επί τον Θεόν" (Πράξ. 15:19) και τη λήψη σχετικής αποφάσεως. Η απόφαση της Συνόδου συνιστά να μην επιβληθεί κανένα άλλο βάρος στους εξ εθνών χριστιανούς παρά:

"απέχεσθαι ειδωλοθύτων καί αίματος καί πνικτού καί πορνείας" (Πράξ. 15:28-29)

Αποφασίστηκε να διαβιβάσουν την απόφαση με επιστολή στους εξ εθνών χριστιανούς της Αντιόχειας, της Συρίας και της Κιλικίας, και η μεταφορά της ανατέθηκε "τώ Παύλω καί Βαρνάβα, Ιούδαν τον επικαλούμενον Βαρσαββάν καί Σίλαν, άνδρας ηγουμένους εν τοίς αδελφοίς" (Πράξ. 15:22), από τους οποίους οι δύο τελευταίοι είχαν εντολή να μεταφέρουν όσα συζητήθηκαν και "διά λόγου" (Πράξ. 15:27).

Η δεύτερη αποστολική περιοδεία

H δεύτερη περιοδεία του Παύλου, πραγματοποιείται μετά την Αποστολική Σύνοδο και συμπίπτει με τη νέα εποχή που αρχίζει στις σχέσεις Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Αρχίζει από την Αντιόχεια με τη συνοδεία του Σίλα και όχι του Βαρνάβα τη φορά αυτή, ο οποίος με τον ανεψιό του Ιωάννη Μάρκο αναλαμβάνει νέα αποστολή στην Κύπρο.

Μετά από επίσκεψη στις Εκκλησίες της Λυκαονίας με την προσθήκη στη συνοδεία του Τιμοθέου, που τον παραλαμβάνει στα Λύστρα, πηγαίνει στη Φρυγία και στη Γαλατική χώρα και στη συνέχεια στην Τρωάδα, από όπου ύστερα από ένα όραμα έρχεται στη Μακεδονία:

"Και στον Παύλο φάνηκε κατά τη νύχτα ένα όραμα: Ένας άνδρας Μακεδόνας στεκόταν όρθιος, παρακαλώντας τον και λέγοντας: Διάβα στη Μακεδονία, και βοήθησέ μας." (Πράξ. 16:9)

Στο σημείο αυτό προστίθεται στη συνοδεία και ο Λουκάς, ο οποίος στη διήγηση των Πράξεων περιγράφει από το σημείο αυτό και εξής τα γεγονότα σε πρώτο πρόσωπο πληθυντικού αριθμού (τα λεγόμενα ημείς εδάφια των Πράξεων).

Καθώς ο Παύλος ήθελε να ιδρύσει Εκκλησίες σε μεγάλα κέντρα επιρροής, σχεδίαζε να επισκεφθεί την Έφεσο, εμποδίστηκε όμως "από το Άγιο Πνεύμα". Έτσι κατευθύνθηκε προς τις μεγάλες πόλεις της Βιθυνίας στον Βορρά. Πιθανώς οι εξ εθνών Εκκλησίες της βόρειας Γαλατίας, στις οποίες απηύθυνε την Προς Γαλατάς Επιστολή, να ιδρύθηκαν καθ' οδόν. Τα σχέδια του εμποδίστηκαν άλλη μία φορά και κατευθύνθηκε βορειοανατολικά προς την Τρωάδα, από την οποία, έπειτα από ένα όραμα, πέρασε διά θαλάσσης στην Μακεδονία.

Ο Παύλος φτάνει δια μέσου της Αμφιπόλεως και της Απολλωνίας στη Θεσσαλονίκη, την οποία αναγκάζεται λόγω των διωγμών να εγκατάλειψει γρήγορα, για να μεταβεί στη Βέροια (όπου μένει για μικρό χρονικό διάστημα, πάλι για τους ίδιους λόγους). Ίδρυσε όμως τις Εκκλησίες των Φιλίππων, της Θεσσαλονίκης και της Βέροιας και έτσι, στους Φιλίππους της Μακεδονίας ιδρύεται η πρώτη επί ευρωπαϊκού εδάφους Εκκλησία που, όπως φαίνεται από τις επιστολές του Παύλου, του είναι ιδιαίτερα προσφιλής.

Κατόπιν, από τη Βέροια αναγκάστηκε να φύγει για την Αθήνα. Ο συγγραφέας των Πράξεων παραθέτει ομιλία του Παύλου στην Πνύκα και αναφέρει δύο ονόματα, τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη και τη Δάμαρι μεταξύ των πενιχρών καρπών της επισκέψεως αυτής. H ιεραποστολική δράση του Παύλου στην Αθήνα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιτυχία. Το αντίθετο θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς. Ο Λουκάς έχει συνείδηση των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν εκεί και των δυσχερειών που περικλείει το θέμα Ευαγγέλιο - Ελληνισμός. Γενικά παρατηρεί, ότι οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν τον Παύλο με σκεπτικισμό και με τη φράση "ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου". Το κήρυγμα περί της αναστάσεως των νεκρών φαίνεται να υπήρξε, κατά τον Λουκά, η κύρια πέτρα του σκανδάλου για τους Αθηναίους φιλοσόφους. Στην ομιλία του όπως παραδίδεται στις Πράξεις, ο Παύλος προσπάθησε να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός ακροατηρίου με φιλοσοφική παιδεία, τελικά όμως, στην Αθήνα δεν ιδρύθηκε Εκκλησία.

Ο επόμενος σταθμός της περιοδείας είναι η εμπορική πόλη της Κορίνθου όπου γνώρισε τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, ένα ανδρόγυνο Εβραίων, οι οποίοι ήταν επίσης σκηνοποιοί. Είχαν φθάσει πρόσφατα στην Κόρινθο από την Ρώμη, έπειτα από ένα διάταγμα του αυτοκράτορα Κλαυδίου, με το οποίο απελάθηκαν οι Εβραίοι από την πρωτεύουσα. Στην Κόρινθο ο Παύλος παρέμεινε ενάμιση χρόνο κοντά στους Ακύλα και Πρίσκιλλα και έγραψε τις δύο επιστολές προς Θεσσαλονικείς.

Στις Πράξεις αναφέρεται ένα επεισόδιο, κατά το οποίο ο Παύλος παρουσιάστηκε στον ανθύπατο Γαλλίωνα. Το στοιχείο αυτό είναι σημαντικό για την χρονολόγηση του βίου του Παύλου, διότι βάσει μιας επιγραφής, η οποία ανακαλύφθηκε στους Δελφούς, ο Γαλλίων ανέλαβε αυτό το αξίωμα το 51 μ.Χ.

Από την Κόρινθο μαζί με τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα φεύγουν για την Έφεσο, από την οποία επισκέπτεται την Καισαρεία της Παλαιστίνης και ίσως για λίγο και τα Ιεροσόλυμα, για να ξαναγυρίσει στην Αντιόχεια, όπου δεν μένει πολύ και ούτε επανέρχεται.

Η τρίτη αποστολική περιοδεία

Ο Παύλος την εποχή αυτή είχε πλέον ιδρύσει Εκκλησίες στην Μικρά Ασία και στην Ελλάδα με ένα σημαντικό κέντρο στην Κόρινθο και είχε αρχίσει να εργάζεται στην επίσης σημαντική Έφεσο. Ακολούθησε μια περίοδος σταθεροποίησης.

Μετά την επιστροφή του στην Αντιόχεια και αφού παρέμεινε εκεί ένα διάστημα, ο Παύλος έφυγε για τη Γαλατική χώρα και τη Φρυγία για να στηρίξει τις εκκλησίες που είχε ιδρύσει κατά την προηγούμενη περιοδεία του. Κατόπιν, περιόδευσε στη δυτική περιοχή της Βιθυνίας και κατέληξε στην Έφεσο, το ορμητήριο της τρίτης περιοδείας του, στην οποία έφτασε διά ξηράς μέσω της περιοχής της Φρυγίας. Την εποχή αυτή πρέπει να ίδρυσε Εκκλησίες στις Κολοσσές, στην Ιεράπολη και στην Λαοδίκεια.

Από την Έφεσο, ο Παύλος επισκέπτεται τη Μικρά Ασία και την Ελλάδα. Κατά το διάστημα αυτό γράφονται πιθανώτατα στην Έφεσο, όπου φυλακίζεται ο Παύλος, όλες ή μερικές από τις λεγόμενες "επιστολές της αιχμαλωσίας" (προς Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα, Εφεσίους), αν και η παράδοση τις τοποθετεί στο χρονικό διάστημα της φυλακίσεως του Παύλου στη Ρώμη μετά μια πενταετία.

Για όλη την περιοδο αυτή οι Πράξεις δίνουν ελλιπείς πληροφορίες, τις οποίες τελικά αντλούμε από τις επιστολές του Παύλου. Για παράδειγμα, δεν αναφέρονται στις Πράξεις οι κίνδυνοι που πέρασε ο Παύλος και μαρτυρούνται στα Α' Κορ. 15:32 ή Β' Κορ. 1:8-10 και η σωτηρία του από βέβαιο θάνατο με την αυτοθυσία των Ακύλα και Πρίσκιλλας (Ρωμ. 16:3-4). Τα περιστατικά που περιγράφονται ("εθηριομάχησα", "το απάκριμα του θανάτου", "τον εαυτών τράχηλον υπέθηκαν") ίσως σημαίνουν σημαίνουν, μία ή και δύο φυλακίσεις του Παύλου στην Έφεσο.

Αναφέρονται πάντως κάποια σημαντικά γεγονότα όπως η ύπαρξη κάποιων αιρέσεων στην Έφεσο, όπως οι αγνοούντες το Άγιο Πνεύμα πρώην οπαδοί του Ιωάννη του Βαπτιστή (Πράξ. 19:2), οι ιουδαίοι που έκαναν εξορκισμούς στο όνομα του Ιησού (19:13), όπως και μια αναταραχή που προκλήθηκε από κάποιον αργυροχόο που λεγόταν Δημήτριος, επειδή πολλοί μεταστρέφονταν από τα κυρήγματα του Παύλου και έτσι υπήρχε κίνδυνος να μείνουν χωρίς δουλειά οι τεχνίτες που ζούσαν από τις πωλήσεις ομοιωμάτων του ναού της Άρτεμης στην Έφεσο (Πράξ. 19:23-41).

Από τη δραστηριότητα του Παύλου κατά το διάστημα της περιοδείας αυτής ξεχωρίζουν οι σχέσεις του με την Εκκλησία της Κορίνθου, που προκαλούν τα επανειλημμένα του ταξίδια εκεί και την αλληλογραφία (Α και Β επιστολές προς Κορινθίους).

Η αλληλογραφία του με την Κόρινθο αποκαλύπτει τις μεγάλες δυσκολίες οι οποίες μπορούσαν να ανακύψουν. Ο Παύλος είχε την πρόθεση να κηρύξει στην Τρωάδα, αλλά είχε τόση αγωνία για την Κόρινθο, ώστε έφυγε για την Μακεδονία, ελπίζοντας να συναντηθεί με τον Τίτο κατά την επιστροφή του. Τον συναντά τελικά μάλλον στους Φιλίππους καθώς εκείνος επέστρεφε φέρνοντας καλά νέα και ότι η επιστολή είχε θετικά αποτελέσματα. Με αισθήματα μεγάλης ανακούφισης ο Παύλος έγραψε την Β' επιστολή προς Κορινθίους η οποία διαπνέεται από το θέμα της συμφιλίωσης. Ένα άλλο θέμα της Β' προς Κορινθίους είναι ο έρανος για τους φτωχούς της Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ ως ένα δώρο το οποίο ο Παύλος θεωρούσε σύμβολο τής ενότητας μεταξύ τών εξ Ιουδαίων και των εξ εθνών Εκκλησιών. Ήταν άλλωστε πραγματικότητα, το συνεχιζόμενο πρόβλημα που δημιουργούσε μια ομάδα η οποία υποστήριζε πως οι εξ εθνών χριστιανοί της Γαλατίας έπρεπε να περιτμηθούν και να τηρούν τον Νόμο. Το πρόβλημα αυτό προβάλλεται στην Προς Γαλατάς Επιστολή.

Από τις προϋποθέσεις και το περιεχόμενο των επιστολών προς Κορινθίους, διαφαίνεται η φύση των προβλημάτων που προκάλεσε στον εκεί Ελληνισμό το κήρυγμα του Χριστιανισμού. Η ατομοκρατία που χαρακτηρίζει τους Έλληνες στην ιστορική τους ζωή δημιουργεί προβλήματα στην ενότητα της Εκκλησίας της Κορίνθου με τις διαιρέσεις πού παρουσιάζονται εκεί. Η ροπή προς τη "γνώση" και τη "σοφία" συνδυασμένη με την ατομοκρατία υποχρεώνει τον Παύλο να τονίσει τη "μωρία του σταυρού", να αντιπαράταξει στην ανθρωποκεντρική ελληνική σοφία τη "σοφία του Θεού" και να θέσει την αγάπη που "οικοδομεί" παραπάνω από τη γνώση που "φυσιοί".

Όλα αυτά μαζί με μια ηθική εμπνευσμένη από την ιδέα του "σώματος", στην εκκλησιολογική του σημασία, και της αναστάσεως των νεκρών απηχούν την πρώτη προσπάθεια του Χριστιανισμού να προσαρμόσει τον Ελληνισμό σε μια θρησκεία ιουδαϊκής προελεύσεως και τις δυσκολίες πού είχε η προσπάθεια αυτή.

Κατά το χρονικό αυτό διάστημα και μάλιστα κατά την τρίτη επίσκεψη του Παύλου στην Κόρινθο όπου έμεινε τρεις μήνες, γράφεται και η Προς Ρωμαίους επιστολή, ένα βαθύτατα θεολογικό κείμενο, που αποκαλύπτει μεταξύ άλλων την τοποθέτηση του Παύλου στο ζήτημα της ακριβούς θέσεως των εθνικών στον κορμό του Χριστιανισμού. Από την άποψη αυτή το κείμενο ενδιαφέρει άμεσα τη σχέση Χριστιανισμού και Ελληνισμού στους πρώτους χρόνους. Ίσως ο Παύλος επεδίωκε να δημιουργήσει κάποιο έρισμα που θα του επέτρεπε να χρησιμοποίηση τη Ρώμη ως βάση για μια εξόρμηση προς δυσμάς.

Κατόπιν και ενώ είχε σκοπό να αναχωρήσει με πλοίο για την Ιερουσαλήμ, την τελευταία στιγμή αποκαλύφθηκε σχέδιο δολοφονίας του Παύλου, από τους Ιουδαίους και έτσι αποφασίσθηκε η μετάβαση στην Ιερουσαλήμ "διά Μακεδονίας" (Πράξ. 20:3). Πριν φτάσει στην Ιερουσαλήμ έμεινε μερικές ημέρες στην Καισάρεια όπου κάποιος προφήτης που λεγόταν Άγαβος, προέβλεψε τη σύλληψη του Παύλου στα Ιεροσόλυμα, όπου τελικά πήγε ο Παύλος συνοδευόμενος από χριστιανούς της Καισάρειας και έτσι έληξε η τρίτη αποστολική περιοδεία.