Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Αντίδωρο"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ
(image)
 
(6 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
[[Αντίδωρο]] ονομάζεται το κομμάτι άρτου που προήλθε από τα [[Πρόσφορο|πρόσφορα]] που χρησιμοποιήθηκαν για την τέλεση της [[Θεία Λειτουργία|Θείας Λειτουργίας]] και αγιάσθηκε κατά την ακολουθία της [[Προσκομιδή|Προσκομιδής]].
+
[[Image:Antidoron.jpg|thumb|right|200px|Αντίδωρο]]
 +
[[Αντίδωρο]] ονομάζεται κομμάτι άρτου το οποίο προήλθε από το [[Πρόσφορο]] που χρησιμοποιήθηκε για την τέλεση της [[Θεία Λειτουργία|Θείας Λειτουργίας]] και αγιάσθηκε κατά την ακολουθία της [[Προσκομιδή|Προσκομιδής]].
  
 
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]], η [[Θεία Ευχαριστία]] τελείται με άρτο ο οποίος προσφέρεται από τους πιστούς και ο οποίος, πριν ψηθεί, σφραγίζεται με ειδική σφραγίδα που φέρει θρησκευτικές συμβολικές παραστάσεις<ref>Μαλαβάκης Νίκος, ''Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Θρησκευτικών όρων'', Αστήρ, Αθήνα 1999, σελ. 121.</ref>. Ο άρτος αυτός, το ''"πρόσφορο"'' όπως λέγεται<ref>Μαλαβάκης, ''Βυζαντινολόγιο...'', ό.π.</ref>, τεμαχίζεται από τον [[Ιεροσύνη|ιερέα]] κατά την [[Προσκομιδή]] (ακολουθία που γίνεται κατά τη διάρκεια του [[Όρθρος|Όρθρου]]<ref>Στύλιος Κ. Ευθύμιος Επίσκοπος, ''Μικρό Χριστιανικό Λεξικό'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1998, σελ. 164.</ref>), και όσα μέρη προορίζονται για τους πιστούς ονομάζονται '''αντίδωρα'''.  
 
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]], η [[Θεία Ευχαριστία]] τελείται με άρτο ο οποίος προσφέρεται από τους πιστούς και ο οποίος, πριν ψηθεί, σφραγίζεται με ειδική σφραγίδα που φέρει θρησκευτικές συμβολικές παραστάσεις<ref>Μαλαβάκης Νίκος, ''Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Θρησκευτικών όρων'', Αστήρ, Αθήνα 1999, σελ. 121.</ref>. Ο άρτος αυτός, το ''"πρόσφορο"'' όπως λέγεται<ref>Μαλαβάκης, ''Βυζαντινολόγιο...'', ό.π.</ref>, τεμαχίζεται από τον [[Ιεροσύνη|ιερέα]] κατά την [[Προσκομιδή]] (ακολουθία που γίνεται κατά τη διάρκεια του [[Όρθρος|Όρθρου]]<ref>Στύλιος Κ. Ευθύμιος Επίσκοπος, ''Μικρό Χριστιανικό Λεξικό'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1998, σελ. 164.</ref>), και όσα μέρη προορίζονται για τους πιστούς ονομάζονται '''αντίδωρα'''.  
  
Η ονομασία ''Αντίδωρο'' προήλθε από το γεγονός ότι αρχικά προσφερόταν αντί των ''τιμίων Δώρων'' (δηλ. της ''θείας κοινωνίας'') σε όσους δεν μπόρεσαν να συμμετάσχουν στη ''θεία μετάληψη'' ''"εις αγιασμόν και ευλογίαν"''<ref>Γεωργιάδης Βαρθολομαίος (Αρχιεπισκ. Κορινθίας), ''Επιτομή Λειτουργικής'', εκδ. 4η, εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου,  1995 (c1909), σελ. 155.</ref>, ενώ μεταγενέστερα επικράτησε η συνήθεια να διανέμεται σε όλους τους παρόντες, ''"ανεξαρτήτως αν ούτοι εκοινώνησαν ή μη"''<ref>"Αντίδωρο", ''ΘΗΕ'', τόμ. 2, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1963, στ. 863.</ref>.  
+
Η ονομασία ''Αντίδωρο'' προήλθε από το γεγονός ότι αρχικά προσφερόταν ''"εις αγιασμόν και ευλογίαν"''<ref>Γεωργιάδης Βαρθολομαίος (Αρχιεπισκ. Κορινθίας), ''Επιτομή Λειτουργικής'', εκδ. 4η, εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου,  1995 (c1909), σελ. 155.</ref> αντί των ''τιμίων Δώρων'' (δηλ. της ''θείας κοινωνίας'') σε όσους δεν μπόρεσαν να συμμετάσχουν στη ''θεία μετάληψη'', ενώ μεταγενέστερα επικράτησε η συνήθεια να διανέμεται σε όλους τους παρόντες, ''"ανεξαρτήτως αν ούτοι εκοινώνησαν ή μη"''<ref>"Αντίδωρο", ''ΘΗΕ'', τόμ. 2, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1963, στ. 863.</ref>. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι, από δογματική άποψη, το αντίδωρο δεν είναι δυνατόν σε καμμία περίπτωση να θεωρηθεί ''"ως ισάξιον προς την θείαν κοινωνίαν"''<ref>''ΘΗΕ'', ό.π., στ. 865.</ref>.
  
Η διανομή του ''αντίδωρου'' γίνεται από τον ιερέα μετά το τέλος της [[Θεία Λειτουργία|Θείας Λειτουργίας]] ο οποίος στέκεται μπροστά από την [[Ωραία Πύλη]] (αν ο λειτουργός είναι [[Επίσκοπος]], βρίσκεται στον επισκοπικό θρόνο) και οι πιστοί, σύμφωνα με τον [[Νικόλαος Καβάσιλας|Νικόλαο Καβάσιλα]] (14ος αι.) ασπάζονται το δεξί χέρι του λειτουργού επειδή αυτό ήρθε σε επαφή με το ''πανάγιο Σώμα του Χριστού Σωτήρος'' ώστε να δεχθούν την ευλογία<ref>Παρατίθεται στο: Γεωργιάδης, ''Επιτομή Λειτουργικής'', ό.π.</ref>.
+
Η διανομή του ''αντίδωρου'' γίνεται μετά το τέλος της [[Θεία Λειτουργία|Θείας Λειτουργίας]] από τον ιερέα ο οποίος στέκεται μπροστά από την [[Ωραία Πύλη]] (αν ο λειτουργός είναι [[Επίσκοπος]], βρίσκεται στον επισκοπικό θρόνο), και οι πιστοί, σύμφωνα με τον [[Νικόλαος Καβάσιλας|Νικόλαο Καβάσιλα]] (14ος αι.) ασπάζονται το δεξί χέρι του λειτουργού, επειδή αυτό ήρθε σε επαφή με το ''πανάγιο Σώμα του Χριστού Σωτήρος'', ώστε να δεχθούν την ευλογία<ref>Παρατίθεται στο: Γεωργιάδης, ''Επιτομή Λειτουργικής'', ό.π.</ref>.
  
 
==Υποσημειώσεις==
 
==Υποσημειώσεις==
Γραμμή 16: Γραμμή 17:
  
 
[[Κατηγορία:Λειτουργική|Α]]
 
[[Κατηγορία:Λειτουργική|Α]]
 +
 +
[[en:Antidoron]]
 +
[[ro:Anafură]]

Τελευταία αναθεώρηση της 00:37, 3 Απριλίου 2011

Αντίδωρο

Αντίδωρο ονομάζεται κομμάτι άρτου το οποίο προήλθε από το Πρόσφορο που χρησιμοποιήθηκε για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας και αγιάσθηκε κατά την ακολουθία της Προσκομιδής.

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η Θεία Ευχαριστία τελείται με άρτο ο οποίος προσφέρεται από τους πιστούς και ο οποίος, πριν ψηθεί, σφραγίζεται με ειδική σφραγίδα που φέρει θρησκευτικές συμβολικές παραστάσεις[1]. Ο άρτος αυτός, το "πρόσφορο" όπως λέγεται[2], τεμαχίζεται από τον ιερέα κατά την Προσκομιδή (ακολουθία που γίνεται κατά τη διάρκεια του Όρθρου[3]), και όσα μέρη προορίζονται για τους πιστούς ονομάζονται αντίδωρα.

Η ονομασία Αντίδωρο προήλθε από το γεγονός ότι αρχικά προσφερόταν "εις αγιασμόν και ευλογίαν"[4] αντί των τιμίων Δώρων (δηλ. της θείας κοινωνίας) σε όσους δεν μπόρεσαν να συμμετάσχουν στη θεία μετάληψη, ενώ μεταγενέστερα επικράτησε η συνήθεια να διανέμεται σε όλους τους παρόντες, "ανεξαρτήτως αν ούτοι εκοινώνησαν ή μη"[5]. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι, από δογματική άποψη, το αντίδωρο δεν είναι δυνατόν σε καμμία περίπτωση να θεωρηθεί "ως ισάξιον προς την θείαν κοινωνίαν"[6].

Η διανομή του αντίδωρου γίνεται μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας από τον ιερέα ο οποίος στέκεται μπροστά από την Ωραία Πύλη (αν ο λειτουργός είναι Επίσκοπος, βρίσκεται στον επισκοπικό θρόνο), και οι πιστοί, σύμφωνα με τον Νικόλαο Καβάσιλα (14ος αι.) ασπάζονται το δεξί χέρι του λειτουργού, επειδή αυτό ήρθε σε επαφή με το πανάγιο Σώμα του Χριστού Σωτήρος, ώστε να δεχθούν την ευλογία[7].

Υποσημειώσεις

  1. Μαλαβάκης Νίκος, Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Θρησκευτικών όρων, Αστήρ, Αθήνα 1999, σελ. 121.
  2. Μαλαβάκης, Βυζαντινολόγιο..., ό.π.
  3. Στύλιος Κ. Ευθύμιος Επίσκοπος, Μικρό Χριστιανικό Λεξικό, 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1998, σελ. 164.
  4. Γεωργιάδης Βαρθολομαίος (Αρχιεπισκ. Κορινθίας), Επιτομή Λειτουργικής, εκδ. 4η, εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, 1995 (c1909), σελ. 155.
  5. "Αντίδωρο", ΘΗΕ, τόμ. 2, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1963, στ. 863.
  6. ΘΗΕ, ό.π., στ. 865.
  7. Παρατίθεται στο: Γεωργιάδης, Επιτομή Λειτουργικής, ό.π.

Βιβλιογραφία

  • "Αντίδωρο", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 2, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1963, στ. 863-866.
  • Γεωργιάδης Βαρθολομαίος (Αρχιεπισκ. Κορινθίας), Επιτομή Λειτουργικής, εκδ. 4η, εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, 1995 (c1909), σελ. 155.
  • "Αντίδωρον", Βεργωτής Γεώργιος, Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων, 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 33.