Αθανάσιος ο Αθωνίτης

Από OrthodoxWiki
Αναθεώρηση ως προς 02:22, 6 Ιουλίου 2019 από τον EGobi (Συζήτηση | Συνεισφορά) (+pt)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Αθανάσιος ο Αθωνίτης
Ο Όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης είναι μια σημαντική ασκητική και πνευματική μορφή του ορθόδοξου μοναχισμού, "Καθηγητής της Ερήμου", μέλος της χορείας "των ασκητικών Πατέρων της Ανατολικής Εκκλησίας"[1], αναδιοργανωτής της Αθωνικής μοναστικής πολιτείας (Άγιο Όρος)[2] και ιδρυτής της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας.

Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα το 930 από γονείς ευσεβείς, οι οποίοι, έχοντας προλάβει να τον βαπτίσουν, δίνοντας του το όνομα Αβραάμιος, πέθαναν όταν ήταν ακόμη μικρός, με αποτέλεσμα να περάσει υπό την προστασία μιας ευσεβούς μοναχής. Κατόπιν, σε ηλικία επτά ετών ανέλαβε την κηδεμονία του ένας συγγενής του, στρατηγός, ο οποίος του παρείχε όλα τα απαραίτητα αλλά και τη μόρφωσή του. Καθώς μεγάλωνε, ήταν φανερό ότι αν και είχε όλα τα μέσα που θα του προσέφεραν μια άνετη ζωή, ο Αθανάσιος προτιμούσε την "ασκητική κακοπαθεία" ζώντας σαν Μοναχός. Έχοντας κλίση στα γράμματα, δέχτηκε να γίνει δάσκαλος στην Κωνσταντινούπολη, αρχίζοντας σταδιακά να αποκτά φήμη για τη σοφία αλλά και την αγιότητα του βίου του[3].

Στην Κωνσταντινούπολη γνώρισε τον ονομαστό κοινοβιάρχη Μιχαήλ Μαλεΐνο, που ήταν θείος του στρατηγού και μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά και μόναζε σε μονή του όρους Κυμινά της Βιθυνίας. Η γνωριμία αυτή ήταν αποφασιστική για τον Αβραάμιο, που αποφάσισε να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο και να μονάσει κοντά στον Μιχαήλ Μαλεΐνο, από τον οποίο έλαβε τη μοναχική κουρά και ονομάστηκε Αθανάσιος[4].

Κατά το διάστημα αυτό, γνωρίζει και συνδέεται με φιλία με τον Νικηφόρο Φωκά και τον αδελφό του Λέοντα Φωκά, των οποίων αργότερα έγινε ο πνευματικός οδηγός. Τότε, ο Νικηφόρος αποκάλυψε στον Αθανάσιο την επιθυμία του να μονάσει, γεγονός ιδιαίτερης σημασίας για τα μεταγενέστερα γεγονότα.

Κάποια στιγμή, ο Αθανάσιος, επιθυμώντας μια πιο ήσυχη και ασκητική ζωή, παίρνει την ευλογία του γέροντά του Μιχαήλ, και αναχωρεί για το Άγιο Όρος χωρίς να αποκαλύψει σε κανέναν την ταυτότητά του. Εκεί ο Αθανάσιος θαύμαζε την ασκητικότητα και τις στερήσεις των γερόντων, όμως στην Κων/πολη υπήρξε αναστάτωση εξαιτίας της αναχώρησης του. Ο Νικηφόρος Φωκάς είχε υποψιαστεί ότι ο πνευματικός του βρισκόταν στον Αθω και τελικά ο αδελφός του Λέοντας τον βρήκε κοντά σε έναν γέροντα ασκητή. Τότε, οι αθωνίτες ανακάλυψαν ότι έμενε κοντά τους ένα σημαντικό πνευματικό πρόσωπο και παρακάλεσαν τον Αθανάσιο να μεσολαβήσει για την ανέγερση ναού. Πράγματι, ο Λέοντας με την παράκληση του Αθανασίου, βοήθησε για την ανέγερση της περίφημης Βασιλικής του Πρωτάτου των Καρυών.

Κατόπιν, ο Αθανάσιος συνόδευσε τον Νικηφόρο Φωκά στη νικηφόρα εκστρατεία εναντίον των Σαρακηνών της Κρήτης (961) και συμφώνησε μαζί του για την ανέγερση κοινοβιακής μονής στον Άθω, όπου θα ασκήτευε και ο ίδιος αλλά και ο Νικηφόρος. Για το έργο αυτό ωστόσο, συνάντησε τις αντιδράσεις αθωνιτών ασκητών, οι οποίοι θεωρούσαν ότι ο Αθανάσιος με το μεγαλοπρεπές αυτό έργο εισήγαγε καινοτομίες[5].

Ενώ το έργο προχωρούσε, ξαφνικά ο Αθανάσιος μαθαίνει ότι ο Νικηφόρος Φωκάς ανέβηκε στον θρόνο της αυτοκρατορίας, και το γεγονός αυτό τον λύπησε πολύ. Έστειλε επιτιμιτικά γράμματα στον νέο βασιλιά για το γεγονός ότι αθέτησε την υπόσχεση του να μονάσει, άφησε την συνέχιση του έργου στην αδελφότητα που είχε αρχίσει να σχηματίζεται, και αναχώρησε από το Άγιο Όρος. Ο Νικηφόρος, μετανιωμένος και πικραμένος από το γεγονός ότι αθέτησε την υπόσχεσή του και ήταν η αιτία για την αναχώρηση του πνευματικού του πατέρα, τον αναζήτησε. Μετά από τις αμοιβαίες εξηγήσεις που δόθηκαν κατά τη συνάντηση τους στην Κωνσταντινούπολη, και αφού ο Νικηφόρος τον διαβεβαίωσε ότι μετά από κάποιο διάστημα θα τον ακολουθούσε στο Άγιο Όρος, ο Αθανάσιος τον συγχώρεσε και επέστρεψε για να συνεχίση την αποπεράτωση του έργου.

Δυστυχώς, μετά τη δολοφονία του Νικηφόρου Φωκά (969), αθωνίτες ασκητές κατήγγειλαν τον Αθανάσιο στον νέο αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή (969-976) ότι με τα κτίσματα που δημιούργησε κατέλυσε "τους αρχαίους τύπους και τα έθιμα". Ο Ιωάννης Τσιμισκής κάλεσε σε απολογία τον Αθανάσιο, αλλά πείστηκε για το επιτελούμενο πνευματικό έργο και επανέλαβε τις δωρεές τού προκατόχου του, ανέθεσε στον ηγούμενο της μονής Στουδίου να συντάξει Τυπικό, το οποίο κυρώθηκε το έτος 972 και είναι γνωστό με την ονομασία "Τράγος", από το δέρμα τράγου πάνω στο οποίο γράφτηκε. Το Τυπικό αυτό φυλάσσεται σήμερα στο αρχείο της Ιεράς Κοινότητας.

Το έργο που είχε αναλάβει ο Αθανάσιος είχε πια τελειώσει. Ο Θεός, φανέρωσε στον όσιο ότι ήταν η ώρα της αναχώρησής του από την εδώ ζωή και του αποκάλυψε και τον τρόπο του θανάτου του. Ο Αθανάσιος, μάζεψε την αδελφότητα, τους κατήχησε, και αφού τους φανέρωσε με αινιγματικό τρόπο τον ερχομό του τέλους, έλαβε τη Θεία Κοινωνία και ανέβηκε με τη συνοδεία έξι μαθητών του στην κόγχη του ιερού του καθολικού Ναού για να επιθεωρήσει τις εργασίες που είχαν γίνει. Το κτίσμα τότε υποχώρησε, και ο άγιος με τους μαθητές του βρέθηκε κάτω από τα ερείπια[6].

Στον άγιο Αθανάσιο αναγνωρίζεται η δημιουργία του οργανωμένου μοναχισμού στο Άγιο Όρος αλλά και η μεγάλη πνευματική του ακτινοβολία η οποία συντέλεσε στο να γίνει η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας ο πυρήνας της ίδρυσης των λοιπών μονών του Άθω. Μάλιστα, είναι τόσο ριζωμένη η βεβαιότητα ότι η ύπαρξη του Αγίου Όρους συνδέεται άρρηκτα με τη μεγάλη μορφή του οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη, ώστε θεωρήθηκε απαραίτητο, με τον εορτασμό της χιλιετηρίδας από την ίδρυση της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας το 1963, να συνεορτασθεί και η χιλιετηρίδα από την οργάνωση του Ορθόδοξου μοναχισμού στον Άθω[7].

Η μνήμη του οσίου εορτάζεται την 5η Ιουλίου.

Απολυτίκιο (Ήχος γ΄. Την ωραιότητα)

Την εν σαρκί ζωήν σου κατεπλάγησαν, Αγγέλων τάγματα,
πως μετά σώματος, προς αοράτους συμπλοκάς, εχώρησας
αοίδιμε, και κατετραυμάτισας, των δαιμόνων τας φάλαγγας.
Όθεν Αθανάσιε, ο Χριστός σε ημείψατο πλουσίαις δωρεαίς.
Διό Πάτερ πρέσβευε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Υποσημειώσεις

  1. ΘΗΕ, τόμ. 1 (1962), στ. 509.
  2. "Αθανάσιος Αθωνίτης", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 3, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
  3. ΘΗΕ, τόμ. 1 (1962), στ. 510.
  4. "Αθανάσιος Αθωνίτης", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 3, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
  5. ΘΗΕ, τόμ. 1 (1962), στ. 513.
  6. ΘΗΕ, τόμ. 1 (1962), στ. 514.
  7. ΘΗΕ, τόμ. 1 (1962), στ. 515.

Βιβλιογραφία

  • "Αθανάσιος Αθωνίτης", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 3, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
  • "Αθανάσιος Αθωνίτης", ΘΗΕ, τόμ. 1 (1962), στ. 509-515.
  • Ευστρατιάδης Σωφρόνιος (Μητρ. Λεοντοπόλεως), Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1935, σελ. 14-15.
  • Τσολακίδης Δ. Χρήστος, Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας, έκδ. 2η, εκδ. Χ.Δ. Τσολακίδη, Αθήνα 2001, σελ. 597.