Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Αγνωστικισμός"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Εξωτερικοί δεσμοί)
 
(8 ενδιάμεσες εκδόσεις από 3 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Η λέξη αγνωστικιστής προέρχεται από το Ελληνικό στερητικό "α", και "γνώσις", και σημαίνει την ιδεολογία εκείνη, της οποίας ο οπαδός δηλώνει ότι δεν γνωρίζει αν υπάρχει Θεός.
+
Με τον όρο '''Αγνωστικισμός'''<ref>''"Απόδοση στα Ελληνικά του αγγλικού όρου agnosticism...από το επίθ. agnostic"'' (λήμμ. "Αγνωστικισμός", ''Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας'', εκδ. Πάπυρος, ΑΘήνα 2005), από το ''"αρχ. αγνωσία (<α στερητ. + γνώσις )= η έλλειψη γνώσης"'' (λήμμ. "αγνωσία", ''Μείζον  Ελληνικό Λεξικό'', Φυτράκης, ΑΘήνα 2002).</ref> στο πλαίσιο της [[Θρησκειολογία|Θρησκειολογίας]], περιγράφεται η θεωρία σύμφωνα με την οποία η ύπαρξη ή η φύση του θεού είναι άγνωστη και κατά συνέπεια δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για να υποστηρίξει κανείς είτε ότι υπάρχει είτε ότι δεν υπάρχει<ref>λήμμ. "Αγνωστικισμός", ''Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας'', εκδ. Πάπυρος, ΑΘήνα 2005, βλ. και Μπέγζος Μάριος, ''Φαινομενολογία της Θρησκείας'', Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 162-163.</ref>. Ο όρος αυτός είναι δημιούργημα του άγγλου φυσιολόγου και φιλόσοφου, οπαδού των θεωριών του [[Δαρβίνος|Δαρβίνου]], ''Τόμας Χένρι Χάξλεϊ'' (Thomas Henry Huxley, Έρλινγκ, Λονδίνο 1825 – Ίστμπερν 1895)<ref>λήμμ. "Χάξλεϊ, Τόμας Χένρι", εγκυκλοπαίδεια ''ΔΟΜΗ'', τόμ. 32, Αθήνα 2004.</ref>. Αυτή η άρνηση της δυνατότητας να καταστεί γνωστός ο Θεός και να αποδειχθεί με επιστημονικά κριτήρια η ύπαρξη του συνιστά τον αγνωστικισμό<ref>Μπέγζος Μάριος, ''Φαινομενολογία της Θρησκείας'', Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 158.</ref>, ο οποίος τοποθετείται μεταξύ [[Θεϊσμός|θεϊσμού]] και [[Αθεϊσμός|αθεϊσμού]]<ref>ό.π., σελ. 162.</ref> όπου στη θεϊστική βεβαιότητα αντιπαρατίθεται η αβεβαιότητα του αγνωστικιστή ενώ το θεολογικά έγκυρο για το θρήσκο μένει επιστημολογικά μετέωρο για τον αγνωστικιστή<ref>στο ίδιο, σελ. 163.</ref>.  
  
Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα, η λέξη Αγνωστικισμός λέχθηκε δημόσια για πρώτη φορά το 1869 σε μια συνεδρίαση της μεταφυσικής κοινωνίας στο Λονδίνο από τον Sir Thomas H. Huxley, έναν Βρετανό βιολόγο και πρωτοπόρο της Δαρβίνιας θεωρίας της εξέλιξης. Δημιούργησε τον όρο ως κατάλληλη ετικέτα για τη θέση του. "Μπήκε στο κεφάλι μου ως αντιθετικός όρος στους Γνωστικούς της ιστορίας των εκκλησιών που δήλωναν φανερά πως ξέρουν τόσο μεγάλο μέρος για τα ίδια τα πράγματα των οποίων ήμουν ανίδεος." Όρισε ως: "Αγνωστικιστή", αυτόν που δεν δέχεται ούτε τον θεϊσμό, ούτε τον αθεϊσμό, θεωρώντας τους ακραίους, και που πιστεύει ότι το ερώτημα για το αν υπάρχει κάποια ανώτερη, πέρα και πάνω από την Φύση δύναμη, παραμένει άνευ απάντησης, και ότι δεν είναι δυνατόν να το γνωρίσουμε. Μάλιστα ορισμένοι Αγνωστικιστές, υποστηρίζουν ότι ούτε θα μπορέσουμε ποτέ να μάθουμε αν υπάρχει Θεός.  
+
Σε κάθε περίπτωση, ο ''"θρησκειολογικός αγνωστικισμός"'' δεν πρέπει νά συγχέεται με το ''"θεολογικό αγνωστικισμό"'' π.χ. του ιουδαϊσμού όπου ''"απαγορεύεται η εικονική παράσταση του Θεού ως ειδωλοποίηση του απεριχώρητου και ασύλληπτου (Έξ. 20:4)"''<ref>ό.π., σελ. 164.</ref>. Επίσης, στην Ορθόδοξη πατερική θεολογία, όπου ισχύει ο [[Αποφατισμός]], δεν πρέπει αυτός να συγχέεται με κάποιου είδους ''"αγνωστικισμό ή σκοταδισμό ή την ανάγκη μιας αφελούς πίστης χωρίς έρευνα"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 288.</ref>. Αντιθέτως, επειδή η [[Πατρολογία|πατερική]] [[Θεολογία]] κάνει διάκριση [[Κτιστό|κτιστού]] και [[Άκτιστο|ακτίστου]] και έτσι ''"δεν δέχεται κατά κανένα τρόπο...φυσική συγγένεια Θεού και ανθρώπου"''<ref>ό.π., σελ. 289.</ref>, o oρθόδοξος αποφατισμός μας παροτρύνει ''"ν' αποφύγουμε τους μεταφυσικούς μετεωρισμούς του νου για την αναγωγή στο Θεό, και να στραφούμε στις θεοφάνειες, που συντελούνται στην κτίση και την ιστορία"''<ref>στο ίδιο, σελ. 290.</ref>, στη ''"ζωή της Εκκλησίας, τη διδαχή, τα μυστήρια, την άσκηση και την κατάφαση του κόσμου και της ζωής"''<ref>ό.π., σελ. 289.</ref>.
  
Υπάρχουν δύο ειδών Αγνωστικιστές:
+
==Υποσημειώσεις==
 +
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div>
  
'''α. Οι Εμπειρικοί Αγνωστικιστές''', είναι αυτοί που δεν αποκλείουν κάποια στιγμή να βρεθούν αποδείξεις για τον Θεό, και
+
[[Κατηγορία:Θρησκευτικές πίστεις, παραδόσεις και κινήματα]]
 
 
'''β. Οι Απόλυτοι Αγνωστικιστές''', είναι αυτοί που πιστεύουν ότι ΠΟΤΕ δεν θα μπορέσουν να βρεθούν αποδείξεις για τον Θεό.
 
 
 
Η πρώτη ομάδα, (αν και η δεύτερη έχει δίκιο, ότι "ποτέ δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί ο Θεός"), είναι συνεπής με αυτό που πρεσβεύει. Όμως είναι λάθος το ενδεχόμενο για "αποδείξεις" περί Θεού.
 
 
 
Η δεύτερη ομάδα, αν και έχει δίκιο, είναι ασυνεπής προς τον αγνωστικισμό της! Γιατί εφόσον δεν δέχονται τις θεϊστικές λογικεύσεις, δεν είναι δυνατόν δια τού αγνωστικισμού να καταλήξουν σε ένα τέτοιο συμπέρασμα. Το συμπέρασμα λοιπόν ότι "ποτέ δεν θα μπορέσουμε να βρούμε αποδείξεις για τον Θεό", αποτελεί ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ, κάτι που καθιστά τη θέση τους "θρησκευτική".
 
  
Παρατηρούμε λοιπόν, ότι και οι δύο μορφές Αγνωστικισμού, πάσχουν από κάποια μικρή αντιφατικότητα. Παρ' όλα αυτά, είναι θα λέγαμε συνεπέστεροι απ' ό,τι ο [[Αθεϊσμός]].
+
[[en:Agnosticism]]
 
+
[[es:Agnosticismo]]
 
 
== Εξωτερικοί δεσμοί ==
 
 
 
[http://www.oodegr.com/oode/a8eismos/agnwstik1.htm]
 
 
 
 
 
 
 
[[Κατηγορία:Θρησκευτικές πίστεις, παραδόσεις και κινήματα]]
 

Τελευταία αναθεώρηση της 21:27, 10 Ιουνίου 2008

Με τον όρο Αγνωστικισμός[1] στο πλαίσιο της Θρησκειολογίας, περιγράφεται η θεωρία σύμφωνα με την οποία η ύπαρξη ή η φύση του θεού είναι άγνωστη και κατά συνέπεια δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για να υποστηρίξει κανείς είτε ότι υπάρχει είτε ότι δεν υπάρχει[2]. Ο όρος αυτός είναι δημιούργημα του άγγλου φυσιολόγου και φιλόσοφου, οπαδού των θεωριών του Δαρβίνου, Τόμας Χένρι Χάξλεϊ (Thomas Henry Huxley, Έρλινγκ, Λονδίνο 1825 – Ίστμπερν 1895)[3]. Αυτή η άρνηση της δυνατότητας να καταστεί γνωστός ο Θεός και να αποδειχθεί με επιστημονικά κριτήρια η ύπαρξη του συνιστά τον αγνωστικισμό[4], ο οποίος τοποθετείται μεταξύ θεϊσμού και αθεϊσμού[5] όπου στη θεϊστική βεβαιότητα αντιπαρατίθεται η αβεβαιότητα του αγνωστικιστή ενώ το θεολογικά έγκυρο για το θρήσκο μένει επιστημολογικά μετέωρο για τον αγνωστικιστή[6].

Σε κάθε περίπτωση, ο "θρησκειολογικός αγνωστικισμός" δεν πρέπει νά συγχέεται με το "θεολογικό αγνωστικισμό" π.χ. του ιουδαϊσμού όπου "απαγορεύεται η εικονική παράσταση του Θεού ως ειδωλοποίηση του απεριχώρητου και ασύλληπτου (Έξ. 20:4)"[7]. Επίσης, στην Ορθόδοξη πατερική θεολογία, όπου ισχύει ο Αποφατισμός, δεν πρέπει αυτός να συγχέεται με κάποιου είδους "αγνωστικισμό ή σκοταδισμό ή την ανάγκη μιας αφελούς πίστης χωρίς έρευνα"[8]. Αντιθέτως, επειδή η πατερική Θεολογία κάνει διάκριση κτιστού και ακτίστου και έτσι "δεν δέχεται κατά κανένα τρόπο...φυσική συγγένεια Θεού και ανθρώπου"[9], o oρθόδοξος αποφατισμός μας παροτρύνει "ν' αποφύγουμε τους μεταφυσικούς μετεωρισμούς του νου για την αναγωγή στο Θεό, και να στραφούμε στις θεοφάνειες, που συντελούνται στην κτίση και την ιστορία"[10], στη "ζωή της Εκκλησίας, τη διδαχή, τα μυστήρια, την άσκηση και την κατάφαση του κόσμου και της ζωής"[11].

Υποσημειώσεις

  1. "Απόδοση στα Ελληνικά του αγγλικού όρου agnosticism...από το επίθ. agnostic" (λήμμ. "Αγνωστικισμός", Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, εκδ. Πάπυρος, ΑΘήνα 2005), από το "αρχ. αγνωσία (<α στερητ. + γνώσις )= η έλλειψη γνώσης" (λήμμ. "αγνωσία", Μείζον Ελληνικό Λεξικό, Φυτράκης, ΑΘήνα 2002).
  2. λήμμ. "Αγνωστικισμός", Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, εκδ. Πάπυρος, ΑΘήνα 2005, βλ. και Μπέγζος Μάριος, Φαινομενολογία της Θρησκείας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 162-163.
  3. λήμμ. "Χάξλεϊ, Τόμας Χένρι", εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, τόμ. 32, Αθήνα 2004.
  4. Μπέγζος Μάριος, Φαινομενολογία της Θρησκείας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 158.
  5. ό.π., σελ. 162.
  6. στο ίδιο, σελ. 163.
  7. ό.π., σελ. 164.
  8. Ματσούκας Α. Νίκος, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 288.
  9. ό.π., σελ. 289.
  10. στο ίδιο, σελ. 290.
  11. ό.π., σελ. 289.