Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Αγιολογία"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Γραμμή 18: Γραμμή 18:
  
 
:*''Αγιολογικές συλλογές'' (συλλογές με αγιολογικά έργα που οι τοπικές εκκλησίες χρησιμοποιούσαν για λειτουργικούς και διδακτικούς σκοπούς, συγκεντρωμένες σε ομοιογενείς ομάδες).
 
:*''Αγιολογικές συλλογές'' (συλλογές με αγιολογικά έργα που οι τοπικές εκκλησίες χρησιμοποιούσαν για λειτουργικούς και διδακτικούς σκοπούς, συγκεντρωμένες σε ομοιογενείς ομάδες).
 +
 +
Τα αγιολογικά κείμενα αποτελούν σπουδαιότατη πηγή όχι μόνο για τη ζωή των Αγίων, αλλά και για τη γνώση του λαϊκού βίου, των κοινωνικών σχέσεων, του πολιτισμού γενικότερα: ορισμένοι Βίοι Αγίων δίνουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την κρατική οργάνωση, τις σχέσεις Εκκλησίας καί Πολιτείας, την αγροτική οικονομία, τις εμπορικές σχέσεις, το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας, ακόμη και για πολεμικά γεγονότα, αποτελώντας σημαντική πηγή για την πολιτική και την εκκλησιαστική ιστορία ακόμα<ref>Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, ''Πηγές Εκκλησιαστικής Ιστορίας'', Αρμός, Αθήνα 1989, σελ. 142.</ref>. Εν τούτοις τα κείμενα αυτά παρουσιάζουν πολλά επιστημονικά προβλήματα, περισσότερα ίσως από κάθε άλλο κλάδο της βυζαντινής και μεταβυζαντινής φιλολογίας και χρειάζεται η κριτική επιστημονική ματιά προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως ιστορικές πηγές<ref>ό.π..</ref>.
  
 
==Υποσημειώσεις==
 
==Υποσημειώσεις==

Αναθεώρηση της 21:51, 9 Μαΐου 2008

Με τον όρο Αγιολογία αναφερόμαστε στον ιστορικό κλάδο της θεολογικής επιστήμης, που μελετά τους βίους των αγίων και την τιμή που τους αποδίδει η Εκκλησία και ερευνά διάφορα γενικότερα θέματα (θεολογικά, ιστορικά, φιλολογικά, κοινωνιολογικά, αρχαιολογικά κ.ά.), που σχετίζονται με τους αγίους[1]. Η Αγιολογία αποτελούσε κλάδο της Εκκλησιαστικής Ιστορίας μέχρι την περίοδο που οι Βολλανδιστές[2] άρχισαν να περισυλλέγουν και να δημοσιεύουν τους δεκάδες ογκώδεις τόμους με Βίους Αγίων υπό την επιγραφή Acta Sanctorum (από το 1643[3]) οπότε και διαμορφώθηκε ως ξεχωριστό αντικείμενο[4].

Τα αγιολογικά κείμενα υπήρξαν ένα από τα σπουδαιότερα και δημοφιλέστερα είδη της βυζαντινής γραμματείας καθώς βρισκόταν στην πρώτη σειρά των προτιμήσεων του κοινού όλων των τάξεων και των κοινωνικών στρωμάτων[5]. Τα σπουδαιότερα συγγράφονται τον 4ο-5ο και 14ο αιώνα, ενώ αξιόλογη ακμή αγιολογικών κειμένων παρατηρείται και από τον 9ο μέχρι τον 11ο αιώνα. Κυρίαρχες μορφές είναι οι Μάρτυρες της εποχής των διωγμών, οι Ασκητές και οι εκκλησιαστικές προσωπικότητες, που καταπολέμησαν τις αιρέσεις[6]. Με βάση το περιεχόμενο τους, τα αγιολογικά κείμενα μπορούν να ενταχθούν στις εξής κατηγορίες[7]:

  • Πράξεις Μαρτύρων (κείμενα που περιγράφουν τις δίκες των Χριστιανών σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά).
  • Μαρτύρια (περιγραφές που περιγράφουν τη διαδικασία, το ψυχικό σθένος του Μάρτυρα και τα βασανιστήρια του από αυτήκοους και αυτόπτες μάρτυρες ή σύγχρονους συγγράφεις).
  • Μαρτυρολόγια (συλλογές από Πράξεις και Μαρτύρια, που συνετάγησαν αρκετό χρόνο μετά τους διωγμούς).
  • Αποφθέγματα και Διηγήσεις Πατέρων (ανθολογίες[8] με αποφθέγματα, διηγήσεις, θαύματα και αναφορά στις αρετές[9] των ασκητών ή Πατέρων της ερήμου ή Γερόντων ή Αββάδων, που ερμηνεύουν το χριστιανικό μήνυμα μ' έναν απλό και βιωματικό τρόπο).
  • Βίοι Αγίων (γραμματολογικό είδος που αναπτύχθηκε μετά τους διωγμούς με το οποίο η Εκκλησία περιγράφει κάθε αξιομνημόνευτη πράξη κληρικών, ασκητών, μοναχών και λαϊκών, που διακρίθηκαν για τις αρετές και την αγιότητα τους).
  • Συναξάρια και Μηνολόγια (κείμενο που αναγινώσκεται στις λατρευτικές συνάξεις, συνήθως μετά την έκτη ωδή των κανόνων του Όρθρου, και αναφέρεται με συντομία στον βίο του εορταζόμενου αγίου ή στο περιεχόμενο της εορτής. Τα Συναξάρια ουσιαστικά ταυτίζονται με τα Μηνολόγια, που επίσης κατά ημερολογιακή σειρά παραθέτουν κείμενα σχετικά με τις εορτές και τους αγίους).
  • Αγιολογικά μυθιστορήματα (μυθιστόρημα επηρεασμένο ως προς τη μορφή από τα ελληνιστικά πρότυπα και τα ανατολικά μοτίβα. Χωρίζεται σε Ιστορικό και Φανταστικό. Το πρώτο είναι σύνθεση ορισμένων πραγματικών στοιχείων, που εντάσσονται όμως σ' ένα φανταστικό πλαίσιο, ενώ στο δεύτερο απουσιάζει η ιστορική πλαισίωση και τα πρόσωπα είναι επινόηση του συγγραφέα).
  • Αγιολογικές συλλογές (συλλογές με αγιολογικά έργα που οι τοπικές εκκλησίες χρησιμοποιούσαν για λειτουργικούς και διδακτικούς σκοπούς, συγκεντρωμένες σε ομοιογενείς ομάδες).

Τα αγιολογικά κείμενα αποτελούν σπουδαιότατη πηγή όχι μόνο για τη ζωή των Αγίων, αλλά και για τη γνώση του λαϊκού βίου, των κοινωνικών σχέσεων, του πολιτισμού γενικότερα: ορισμένοι Βίοι Αγίων δίνουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την κρατική οργάνωση, τις σχέσεις Εκκλησίας καί Πολιτείας, την αγροτική οικονομία, τις εμπορικές σχέσεις, το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας, ακόμη και για πολεμικά γεγονότα, αποτελώντας σημαντική πηγή για την πολιτική και την εκκλησιαστική ιστορία ακόμα[10]. Εν τούτοις τα κείμενα αυτά παρουσιάζουν πολλά επιστημονικά προβλήματα, περισσότερα ίσως από κάθε άλλο κλάδο της βυζαντινής και μεταβυζαντινής φιλολογίας και χρειάζεται η κριτική επιστημονική ματιά προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως ιστορικές πηγές[11].

Υποσημειώσεις

  1. Τσάμης Γ. Δημητρίος, Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 17.
  2. Ονομασία Βέλγων Ρωμαιοκαθολικών κληρικών, μελών του θρησκευτικού τάγματος των Ιησουϊτών, που εκδίδουν για πάνω από τρεις αιώνες τα Acta Sanctorum (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (Θ.Η.Ε.), τόμ. 3, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1963, στ. 951).
  3. λήμμ. "Αγιολογία", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 01, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  4. Τρεμπέλας Ν. Παν., Εγκυκλοπαίδεια της θεολογίας, έκδ. 5η, Ο Σωτήρ, Αθήναι 2000, σελ. 307.
  5. Σοφιανός Ζ. Δημήτριος, Οι βυζαντινοί άγιοι του ελλαδικού χώρου μέσα από τις πηγές και τα κείμενα, 2η έκδ., Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα 1998, σελ. 9.
  6. Τσάμης Γ. Δημητρίος, ό.π., σελ. 19.
  7. Τσάμης Γ. Δημητρίος, στο ίδιο, σελ. 20.21.23-28.29-31.32.34.35.
  8. Με διάφορες ονομασίες: Γεροντικόν, Πατερικόν, Ψυχωφελείς διηγήσεις κ.ά..
  9. Όπως π.χ. η ησυχία, η κατάνυξη, η εγκράτεια, η ακτημοσύνη, η υπομονή, η διάκριση, η προσευχή, η υπακοή, η ταπεινοφροσύνη, η αγάπη, η νήψη κ.ά..
  10. Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, Πηγές Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Αρμός, Αθήνα 1989, σελ. 142.
  11. ό.π..