Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Αίρεση"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Η αίρεση στην ορθόδοξη θεολογία)
μ
 
(16 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Ως '''Αίρεση''' ορίζεται το θεολογικό δόγμα ή σύστημα, το οποίο έχει απορριφθεί από την εκκλησία, διοτι σφάλει ως προς την δογματική του πίστη<ref>Εγκυκλοπαίδεια ''Britannica'', λήμα [http://www.britannica.com/eb/article-9040137/heresy heresy]</ref>. Έτσι για την ορθόδοξη θεολογία ως ''αίρεση'' νοήται «''ανατροπή της πίστεως, εκτροπή από την αποκαλυφθείσα αλήθεια, αστοχία περί την αλήθεια, ναυάγιο περί την πίστη, ψευδοδιδασκαλία, ψευδοπροφητεία, βλασφημία, ξένη και αλλοτρία βοτάνη''»<ref>Δ.Θ.Κόκορη, «''Ορθοδοξία και κακοδοξία''», Β΄ Έκδοση, σελίς 12</ref>, ενώ κατά τον [[Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης|Νικόδημο Αγιορείτη]], στην αίρεση «''η διαφορά φαίνεται παρευθύς και αμέσως περί την της εις Θεόν πίστεως''», ενώ οι αιρετικοί είναι «''οι κατά την πίστιν και τα δόγματα χωρισμένοι από την τους ορθοδόξους και παντελώς απομεμμακρυσμένοι''»<ref>Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, σελίς 588</ref>. Στην [[Καινή Διαθήκη]] αναφέρεται πως «''Επί πλείον γαρ προκόψουσιν ασεβείας και ο λόγος αυτών ως γάγγραινα νομήν έξει, ών εστίν Υμεναίος και Φίλητος, οίτινες περί την αλήθειαν ηστόχησαν, λέγοντες την ανάστασην ήδη γεγονέναι, και ανατρέπουσιν την τινών πίστην''»<ref>B΄ Τιμόθεον β΄,18</ref>. Θα πρέπει να τονιστεί πως η αίρεση διαφέρει από το [[Σχίσμα]], το οποίο, δεν αφορά απαραίτητα δογματικές διαφορές, αλλά και άλλους εκκλησιαστικούς λόγους.
+
'''Αίρεση''' στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] αποκαλείται το θεολογικό [[δόγμα]] ή σύστημα, το οποίο έχει απορριφθεί από την εκκλησία, διότι σφάλει ως προς την Αλήθεια, η οποία αποτελεί εμπειρική βίωση και όραση του Θείου<ref>Χ. Γιανναράς, το Αλφαβητάρι της Πίστης, σελ. 31</ref>. Έτσι για την ορθόδοξη θεολογία ως ''αίρεση'' νοήται η ''"ανατροπή της πίστεως, η εκτροπή από την αποκαλυφθείσα αλήθεια, η αστοχία περί την αλήθεια, το ναυάγιο περί την [[πίστη]], ψευδοδιδασκαλία, ψευδοπροφητεία, βλασφημία, ξένη και αλλοτρία βοτάνη"''<ref>Δ.Θ.Κόκορη, «''Ορθοδοξία και κακοδοξία''», Β΄ Έκδοση, σελίς 12</ref>, ενώ κατά τον [[Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης|Νικόδημο Αγιορείτη]], στην αίρεση ''"η διαφορά φαίνεται παρευθύς και αμέσως περί την της εις Θεόν πίστεως"''. Οι αιρετικοί επίσης κατά την Ορθόδοξη Θεολογία αποτελούν τους ''"κατά την πίστιν και τα δόγματα χωρισμένους από την τους ορθοδόξους και παντελώς απομεμμακρυσμένους"''<ref>Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, σελίς 588</ref>. Σύμφωνα μάλιστα με την [[Καινή Διαθήκη]] η αίρεση οδηγεί  ''"Επί πλείον γαρ προκόψουσιν ασεβείας και ο λόγος αυτών ως γάγγραινα νομήν έξει...οίτινες περί την αλήθειαν ηστόχησαν, λέγοντες την ανάστασην ήδη γεγονέναι, και ανατρέπουσιν την τινών πίστην"'' (''B΄ Τιμόθεον β΄,18''). Θα πρέπει να τονιστεί πως η αίρεση διαφέρει από το [[Σχίσμα]].
  
 
== Ετυμολογία και ιστορική χρήση ==
 
== Ετυμολογία και ιστορική χρήση ==
  
Ως '''αίρεσις''' στην [[Ελληνική γλώσσα]], αποδίδεται η έννοια της κατάκτησης και της κατάληψης, εφόσον η λέξη ετυμολογείται από το ρήμα ''αιρέω''. Αν ετυμολογείται από το ''αιρέομαι'', τότε στα πλαίσια της [[αρχαία ελληνική γραμματεία|αρχαίας ελληνικής γραμματείας]] σημαίνει το ''εκλέγειν'', το δικαίωμα εκλογής, την ελέυθερη σκέψη, την ελεύθερη βούληση την ελεύθερη επιλογή, τη [[Φιλοσοφία|φιλοσοφική]] και τη [[Θρησκεία|θρησκευτική]] αίρεση. Ως ''αιρετικός'' νοείται εκείνος που είναι ικανός να εκλέγει, που δεν υιοθετεί τις παρεδομένες αντιλήψεις και ιδέες. Σύμφωνα με τη σύγχρονη έννοια του όρου -εκείνος δηλαδή που στην αρχαιότητα αποκαλείτο ''αιρετιστής''- είναι ο οπαδός, μιμητής ή εκείνος που ανήκει κυρίως σε θρησκευτική και δευτερευόντως σε ό,τι έχει χαρακτηρισθεί ως επιστημονική αίρεση. Οι αιρέσεις ως παρεκκλίσεις, αποσχίσεις από την βασική αρχή είναι δυνατόν να ταξινομηθούν σε [[Επιστήμη|επιστημονικές]], ιδεολογικές και θρησκευτικές.
+
Ως ''αίρεσις'' στην Ελληνική γλώσσα, αποδίδεται η έννοια της κατάκτησης και της κατάληψης, εφόσον η λέξη ετυμολογείται από το ρήμα ''αιρέω''. Αν ετυμολογείται από το ''αιρέομαι'', τότε στα πλαίσια της ''αρχαίας ελληνικής γραμματείας'' σημαίνει το ''εκλέγειν'', το δικαίωμα εκλογής, την ελεύθερη σκέψη, την ελεύθερη βούληση την ελεύθερη επιλογή, τη [[Φιλοσοφία|φιλοσοφική]] και τη [[Θρησκεία|θρησκευτική]] αίρεση. Ως ''αιρετικός'' νοείται εκείνος που είναι ικανός να εκλέγει, που δεν υιοθετεί τις παραδεδομένες αντιλήψεις και ιδέες. Σύμφωνα με τη σύγχρονη έννοια του όρου -εκείνος δηλαδή που στην αρχαιότητα αποκαλείτο ''αιρετιστής''- είναι ο οπαδός, μιμητής ή εκείνος που ανήκει κυρίως σε θρησκευτική και δευτερευόντως σε ό,τι έχει χαρακτηρισθεί ως επιστημονική αίρεση. Οι αιρέσεις ως παρεκκλίσεις, αποσχίσεις από την βασική αρχή είναι δυνατόν να ταξινομηθούν σε [[Επιστήμη|επιστημονικές]], ιδεολογικές και θρησκευτικές.
  
Η αρχική χρήση της λέξης ''αίρεσις'', αναμφιβόλως δεν είχε αρνητική χρειά στην αρχαιότητα. Έτσι χρησιμοποιήθηκε για να καταδείξει τις τάσεις των διαφόρων φιλοσοφικών ρευμάτων ή συστημάτων. Σταδιακά η λέξη απέκτησε τη σημερινή αρνητική χρειά, λόγω του χρωματισμού της έννοιας που αποδόθηκε από την ''εκκλησία'', ώστε να διαχωρίσει την ορθή πίστη, από τις διάφορες αναφυούσες χριστιανικές ομολογίες. Ο αρνητικός χρωματισμός της σημερινής έννοιας της λέξεως αίρεση, δε διαφαίνεται στα ευαγγέλια, αν και την εποχή του Χριστού, οι [[Φαρισαίοι]], οι [[Σαδδουκαίοι]] και οι [[Εσσαίοι]] αποτελούσαν αιρέσεις του Ιουδαϊσμού. Κατά το δεύτερο αιώνα όμως λόγω της αύξησης του χριστιανικού ποιμνίου και την εμφάνισης πολλών δογματικών αποκλίσεων, οι αποστολικοί πατέρες, αλλά και απολογητές σταδιακά χρησιμοποίησαν τον όρο αυτό ώστε να καταδείξουν το στρεβλό και λάθος δογματικό προσδιορισμό, άλλων δογματικών προσεγγίσεων.
+
Η αρχική χρήση της λέξης ''αίρεσις'', αναμφιβόλως δεν είχε αρνητική χρειά στην αρχαιότητα. Η ''αίρεση'' αρχικά αναφερόταν σε «''μία γνώμη, θεωρητική ή φιλοσοφική που έπαιρνε κάποιος προς ένα θέμα''»<ref>Ιω. Ζηζιούλα, «''Ελληνισμός και Χριστιανισμός''», Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2003, σελίς 146</ref> με αποτέλεσμα να χρησιμοποιήται για να καταδείξει τις τάσεις των διαφόρων φιλοσοφικών ρευμάτων ή συστημάτων. Μάλιστα «''η έκφραση γνώμης και η δημιουργία σχολών σκέψεως ήταν κάτι που καλλιεργούσε ιδιαίτερα ο Ελληνισμός και που αρχικά δε δημιουργούσε καμία δυσκολία στις σχέσεις του προς τον Χριστιανισμό''»<ref>ενθ.αν.</ref>. Σταδιακά όμως η λέξη απέκτησε τη σημερινή αρνητική χρειά, λόγω του χρωματισμού της έννοιας που αποδόθηκε από την ''εκκλησία'', ώστε να διαχωρίσει την ορθή πίστη, από τις διάφορες αναφυούσες χριστιανικές ομολογίες. Ουσιαστικά αυτό συμβαίνει από την εποχή που η λέξη ''αίρεσις'' εκλαμβάνεται ως τεχνικός όρος. Γιαυτό το λόγο ο αρνητικός χρωματισμός της σημερινής έννοιας της λέξεως, δε διαφαίνεται στα ευαγγέλια, αν και την εποχή του Χριστού, οι [[Φαρισαίοι]], οι [[Σαδδουκαίοι]] και οι [[Εσσαίοι]] αποτελούσαν αιρέσεις του Ιουδαϊσμού. Κατά το δεύτερο αιώνα όμως λόγω της αύξησης του χριστιανικού ποιμνίου και την εμφάνισης πολλών δογματικών αποκλίσεων, οι αποστολικοί πατέρες, αλλά και απολογητές σταδιακά χρησιμοποίησαν τον όρο αυτό ώστε να καταδείξουν το στρεβλό και λάθος δογματικό προσδιορισμό, άλλων δογματικών προσεγγίσεων.
  
 
== Η αίρεση στην ορθόδοξη θεολογία ==
 
== Η αίρεση στην ορθόδοξη θεολογία ==
  
Κατά το [[Μέγας Βασίλειος|Μέγα Βασίλειο]], αίρεση αποτελεί κάθε εναντίωση στο [[ευαγγέλιο]] και στην «''υγιαίνουσα διδασκαλία''». Η αίρεση αποτελεί καινοτομία «''περί την πίστην''», η οποία και τελικά τραυματίζει την εκκλησιαστική συνοχή. Άρα οι αιρετικοί εξ αμαρτάνουν «''εις την αλήθειαν του ευαγγελίου''», γι αυτό και υπάρχει μια συγγένεια όλων των αιρέσεων, οι οποία απαντά στην άρνηση και παραχάραξη της διδασκαλίας του Ευαγγελίου<ref>Επιστολή 207, Αταρβίω</ref>.
+
Κατά τους τρεις πρώτους αιώνες της ιστορικής της πορείας, η εκκλησία δεν παρουσιάζει συντεταγμένα σε όρους θεωρητικά σχήματα (δόγματα), με σκοπό να καθορίσουν και να περιφρουρήσουν την πίστη της. Υπάρχει όμως η αποσπασματική προσπάθεια των πρώτων χριστιανών συγγραφέων, να αντιμετωπίσουν τις παραχαράξεις, οι οποίες αλλοιώνουν την εμπειρικά βιωμένη ζωή της κοινότητας. Οπωσδήποτε υπάρχει ήδη από τα πρώτα χρόνια μία προσπάθεια να εκφραστούν θεωρητικώς οι αλήθειες που βιώνονται από το σώμα της εκκλησίας, η γλώσσα αυτή όμως παρουσιάζει ποικιλομορφία, αφού κάθε φορά πρέπει να προσαρμοστεί στη γλωσσική, φιλοσοφική και διδακτική διδασκαλία της αίρεσης που αντιμετωπίζει.
  
Ο [[Ιγνάτιος Αντιοχείας]], από τη μεριά του αποκαλεί τις αιρέσεις «''ουκ εισί φυτεία πατρός''»<ref>[[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|Ματθαίου ΙΕ΄, 13]]</ref>, «καρπόν θανατηφόρον ου εάν γεύσηταί τις πάραυτα αποθνήσκει''»<ref>[[Προς Τραλλιανοίς Επιστολή Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου|Πρός Τραλλιανοίς]], 11</ref> και «αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτος εστίν αίρεσις''»<ref>Πρός Τραλλιανοίς, 6</ref>
+
Έτσι ότι ονομάζεται σήμερα δόγμα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από την προσπάθεια κατοχύρωσης της εμπειρίας της εκκλησίας, όταν προέκυψε η ιστορική απειλή της παραχάραξης τη αλήθειας, που αποτελεί διαστροφή τη ορθής βίωσης και σχέσης με το Θεό. Η λέξη αίρεση κατά βάση σημαίνει την επιλογή, αλλά στην ορθόδοξη εκκλησία περισσότερο εξέλαβε την έννοια του αντιθέτου τη καθολικότητας. Εξου και οι αιρετικοί κατά βάση απολυτοποιούν μία πτυχή της βιωματικής βεβαιότητας της εκκλησίας, σχετικοποιώντας τις υπόλοιπες<ref>Χ. Γιανναράς, Το αλφαβητάρι της Πίστης, σελ. 32</ref>. Η απολυτοποίηση αυτή είναι πάντοτε διανοητική-θεωρητική προτίμηση που συνήθως απλουστεύει και σχηματοποιεί την κατανόηση της εκκλησιαστικής αλήθειας, με τη βάση της να βρίσκεται στον εγωκεντρισμό και την παρά φύση κοινωνική κατάσταση του αιρεσιάρχη. Γι αυτό και κατά το [[Μέγας Βασίλειος|Μέγα Βασίλειο]], η αίρεση αποτελεί εναντίωση στο [[ευαγγέλιο]] και στην ''"υγιαίνουσα διδασκαλία"'', καινοτομία ''"περί την πίστην"'', η οποία τραυματίζει την εκκλησιαστική συνοχή<ref>Με την έννοια παρά φύση κοινωνικότητα, οι πατέρες καταδεικνύουν την έλλειψη προτεραιότητας να βρεθεί η λύση μέσα στην εκκλησία και την εμμονή του αιρεσιάρχη σε ένα διαφορετικό δρόμο</ref>.
 
 
 
 
 
 
 
 
'''ΑΙΡΕΣΕΙΣ: Η ΠΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ'''
 
 
 
[ Οι καιροί μας ειδικεύονται στις αιρέσεις παραφρόνων. Δεν είναι μόνο η αίρεση της « Υπέρτατης Αλήθειας » που επιτέθηκε με το νευροπαραλυτικό αέριο σαρίν στους σταθμούς του Τόκιο , είναι οι νεοφανείς αιρέσεις που φέρνουν στο φως παρανοϊκοί έμποροι της πίστεως. Στη φρικαλέα πραμάτειά τους βρίσκει κανείς « τα πάντα ». « Συνάντηση » με το Θεό μέσα από τη γιόγκα, την αρμονία με τη φύση κ.λ.π. Η μάχη του καλού με το κακό γίνεται σχετική. Εναλλακτικές θεραπείες ,εναλλακτική διατροφή, εναλλακτικός τρόπος ζωής. Ένα σύνολο δυστυχισμένων εγκλωβισμένων στα πλοκάμια των αιρέσεων, αποζητά μάτια τη « σωτηρία » και την « ελευθερία του » από τα δεινά της ζωής του χωρίς να γνωρίζει πως όλο και περισσότερο εμπλέκεται και βυθίζεται σε αβυσσαλέο σκοτάδι.
 
« Οι αιρέσεις είναι ένα νέο φαινόμενο- σημειώνει ο Alain Vivien, Πρόεδρος παρά τω Πρωθυπουργώ της Γαλλίας Διυπουργικής Αποστολής Αγώνος κατά των αιρέσεων, πρώην υπουργός – που αποκαλείται κοινωνικό, όχι λόγω της φύσης του, αιρέσεις πάντοτε υπήρχαν, αλλά λόγω των διαστάσεων που προσλαμβάνει και της συστηματικής χρήσης νέων τεχνικών επηρεασμού του μυαλού που αποδεικνύονται σήμερα πολύ πιο αποτελεσματικοί από ό,τι στο παρελθόν… Σήμερα η ανθρώπινη ελευθερία βρίσκεται υπό απειλή. Ο σημερινός αγώνας προστίθεται στον κατάλογο των παλιότερων αγώνων για ελευθερία σκέψης, πεποίθησης και έκφρασης ενάντια στις νέες ακόμη πιο καταστροφικές μορφές σκοταδισμού ,αφού οι στόχοι τους συγκαλύπτονται πίσω από το προσωπείο των θρησκευτικών πεποιθήσεων » .
 
Ήδη τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια ευρωπαϊκών κρατών έχουν συστήσει επιτροπές για την παρακολούθηση της δράσεως των παραθρησκευτικών ομάδων. Το σκηνικό των αιρέσεων και παραθρησκειών έχει απλωθεί σε χώρους όχι μόνο της κοινωνικής ζωής αλλά και της πολιτικής. Η Σαϊεντολογία προβαίνει σε παρακολουθήσεις προσώπων που μάχονται ενάντια στη στυγνή τυραννία των συνειδήσεων.  
 
Χρειάζεται ορθόδοξο φρόνημα και διεισδυτικότητα στη φύση του προβλήματος . Τότε κανείς δε θα μπορέσει να εισβάλλει στη ζωή μας και να μας υποδουλώσει.
 
 
 
'''ΓΙΑΤΙ ΣΗΜΕΡΑ'''
 
 
 
Η εμφάνιση των « νέων εναλλακτικών θρησκειών » σήμερα δικαιολογείται αν την αναζητήσουμε στη βαθύτερη κρίση του πολιτισμού, στο τέλος των ιδεολογιών και στη δημιουργία παρασιτογόνων χώρων που είναι μάνες και θυγατέρες δεινών. Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται σήμερα περιφρόνηση σε αρχέγονους θεσμούς, θεωρώντας τους υπεύθυνους για το κατάντημα των κοινωνιών. Επιπλέον οι νέες εναλλακτικές θεωρίες- θρησκείες έχουν ως κοινή βάση τον συγκρητισμό. Αξίζει να σημειώσουμε πως ο όρος συγκρητισμός επεκράτησε από τη διαγωγή των Κρητών που λησμονούσαν τις διαφορές μεταξύ τους, αλλά και τις έριδες και ενώνονταν κατά του κοινού Εχθρού. Οι νέοι αυτοί χώροι, ανοικτοί σε όλα, δεν απαγορεύουν τίποτε, δεν περιορίζουν κανένα, δεν θέτουν όρους.
 
Όλοι σχεδόν οι αρχηγοί αυτών των τρόπων ζωής μένουν στην Αμερική. Γενικά το κλίμα των Δυτικών κοινωνιών είναι κατάλληλο για τη διάδοση τέτοιων κινήσεων ,αφού είναι γνωστό πως υφίσταται η σκέψη του θανάτου του Θεού. Όχι βέβαια ότι πέθανε ο Θεός, αλλά ότι οι άνθρωποι νιώθουν κενοί και άγευστοι της χάριτος του Θεού.
 
Μια επικίνδυνη παράμετρος που πρέπει να συμπεριληφθεί στα αίτια που εμφανίζονται αυτές οι καταστροφικές ομάδες ,είναι τα εμπόρια γαλήνης που μονοπωλούν την εσωτερική βελτίωση και ηρεμία, την εξαφάνιση του άγχους κ.λ.π. Η διάδοση αυτών των θεωριών εξυπηρετεί πολλαπλούς σκοπούς ,καθώς επιχειρηματικοί εγκέφαλοι αξιοποιούν εμπορικά παλαιότερες μεθόδους ελέγχου του άγχους, υποσχόμενοι το πολυπόθητο αποτέλεσμα της ηρεμίας. Εκτός από τα συγκεκριμένα κέντρα χαλάρωσης, αυτόκλητοι « σωτήρες » χρίζονται διάφοροι γκουρού ανατολικών και new age οργανώσεων.
 
Σταχυολογώντας μερικές απόψεις ανθρώπων που περνούν από τέτοιους χώρους ας σταθούμε σε μερικές:
 
« Η κρίση ήρθε για πρώτη φορά στην εφηβεία μου. Ήταν σαν να έπεσε απότομα η πίεσή μου και να αυξήθηκαν οι ρυθμοί της καρδιάς. Ο γιατρός πρότεινε ψυχοφάρμακα. Τότε στη δουλειά κάποιος μου μίλησε για τη γιόγκα » .
 
« Καθένας διαλέγει το δρόμο του ανάλογα με τις εμπειρίες που είχε στη ζωή του. Μεγάλωσα σε ένα συντηρητικό περιβάλλον . Ο συντηρητισμός είναι ένας καλός λόγος για να επαναστατείς εναντίον του κατεστημένου » .
 
« Το διαζύγιό μου ήταν δυνατό σοκ. Με έκανε να ευαισθητοποιηθώ. Θέλησα να γνωρίσω τον εαυτό μου καλύτερα. Να καταλάβω τι είναι η ζωή, πως κάνουμε τις επιλογές » .
 
« Συνείδηση απέκτησα πρώτη φορά σε ένα ταξίδι του LSD ,τον καιρό που πειραματιζόμουν ακόμη με ψυχεδελικά χάπια. Πέρασα από διάφορα κινήματα μέχρι που διάβασα τη Σούτρα της καρδιάς » .
 
Βλέπουμε προσωπικές ή άλλες τραγωδίες να γίνονται αιτίες ή κάποτε και αφορμές για την είσοδο και μύηση στους χώρους των υπερβατικών διαλογισμών. Αυτό βέβαια χρεώνει και τους χριστιανούς που δεν στέκονται δίπλα στους ανθρώπους αυτούς όσο θα έπρεπε τις ώρες της υπομονής και της ανάγκης.
 
 
 
'''ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ-ΜΕΘΟΔΟΙ'''  
 
 
 
Παρόλο που οι σύγχρονες « θρησκευτικές » κινήσεις παρουσιάζουν πολλές εναλλαγές στους τρόπους που προσεγγίζουν ή που οδηγούν τους οπαδούς τους, εμφανίζουν μερικά κοινά σημεία που πρέπει να διακρίνουμε.
 
Ένα κοινό χαρακτηριστικό είναι όπως είπαμε αυτό του συγκρητισμού. Αποδοχή παλαιών και συγχρόνων αρχών μεταλλαγμένων για τις ανάγκες της εποχής. Πρέπει να θυμίσουμε πως όλες αυτές οι ανατολικού τύπου φιλοσοφίες μας έρχονται μέσω κυρίως της Αμερικής, αφού έχουν πάρει τη σφραγίδα παρανοϊκών και επίδοξων « σωτήρων » του κόσμου.
 
Θα μπορούσαμε ακόμη να μιλήσουμε για τον κοινό παρονομαστή που παρουσιάζουν οι κινήσεις αυτές στο θέμα της λυτρώσεως ή καλύτερα της αυτολυτρώσεως. Ο άνθρωπος μη έχοντας ανάγκη κανέναν Θεό « αυτοελευθερώνεται », « αυτολυτρώνεται ».
 
Η τεχνική για να γίνει αυτό ,παρόλο που παρουσιάζει σε κάθε χώρο αρκετές ιδιαιτερότητες ,έχει κυρίως άμεση σχέση με το διαλογισμό. Διαλογισμός είναι ο τρόπος αυτοσυγκέντρωσης ,ο οποίος μπορεί να φτάσει μέχρι την υπνωτική έκσταση ως μέσο για την πλήρη απομόνωση της ψυχής από την ύλη. Μπορεί ακόμη να συνίσταται στη ρυθμική επανάληψη κάποιων συγκεκριμένων λέξεων ή μιας λέξης της επιλογής του διαλογιζομένου στην προσπάθεια της απόλυτης μη σκέψεως ή της προσήλωσης της σκέψεως σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο.
 
Οι στάσεις του σώματος είναι συχνά ίδιες . Διαφορές μπορεί να παρουσιάζονται στη σειρά ή τη διάρκεια. Πρόκειται για ασκήσεις που δεν έχουν σχέση με τη γυμναστική. Στην πραγματικότητα πρόκειται για συγχρονισμό των αναπνοών με τη βοήθεια κάποιας συγκεκριμένης στάσης του σώματος ,μερικές από τις οποίες είναι ακροβατικές.
 
Όμως η γιόγκα και οι χιλιάδες των παραλλαγών της καθώς και άλλα προγράμματα ανατολικής προελεύσεως σχετίζονται άμεσα και με τη μελέτη κειμένων όπως οι Βέδδες ή τα Θιβετιανά μυστικιστικά κείμενα όπου οι απόκρυφες διδασκαλίες του βουδιστικού μοναχισμού υπόσχονται να αποκαταστήσουν τη « διαταραγμένη ισορροπία με το Σύμπαν » και να εξασφαλίσουν σε όσους ακολουθούν την οδό τους ,την « προαιώνια γνώση ».
 
 
 
Από το βιβλίο « Αιρέσεις: Οι παγίδες του θανάτου »
 
 
 
Σειρά « Μικρά και ωφέλιμα »
 
 
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
 
  
 
== Υποσημειώσεις ==
 
== Υποσημειώσεις ==
Γραμμή 56: Γραμμή 19:
 
== Πηγές ==
 
== Πηγές ==
  
* [http://www.britannica.com/eb/article-9040137/heresy Εγκυκλοπαίδεια ''Britannica'']
+
* Κωνσταντίνου Σκουτέρη, ''"Ιστορία των Δογμάτων"'', Αθήνα 2004.
* [http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%AF%CF%81%CE%B5%CF%83%CE%B7 Ελληνική Βικιπαίδεια]
+
* Χρήστος Γιανναράς, ''"Το αλφαβητάρι της Πίστης"'', Δόμος, Αθήνα 2006.
* Κωνσταντίνου Σκουτέρη, «''Ιστορία των Δογμάτων''», Αθήνα, 2004
 
  
 
[[Κατηγορία:Αιρέσεις|*]]
 
[[Κατηγορία:Αιρέσεις|*]]
 
[[Κατηγορία:Θρησκευτικές πίστεις, παραδόσεις και κινήματα]]
 
[[Κατηγορία:Θρησκευτικές πίστεις, παραδόσεις και κινήματα]]
 +
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Α]]
 +
 
[[en:Heresy]]
 
[[en:Heresy]]
 
[[ro:Erezie]]
 
[[ro:Erezie]]

Τελευταία αναθεώρηση της 23:22, 29 Ιανουαρίου 2011

Αίρεση στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποκαλείται το θεολογικό δόγμα ή σύστημα, το οποίο έχει απορριφθεί από την εκκλησία, διότι σφάλει ως προς την Αλήθεια, η οποία αποτελεί εμπειρική βίωση και όραση του Θείου[1]. Έτσι για την ορθόδοξη θεολογία ως αίρεση νοήται η "ανατροπή της πίστεως, η εκτροπή από την αποκαλυφθείσα αλήθεια, η αστοχία περί την αλήθεια, το ναυάγιο περί την πίστη, ψευδοδιδασκαλία, ψευδοπροφητεία, βλασφημία, ξένη και αλλοτρία βοτάνη"[2], ενώ κατά τον Νικόδημο Αγιορείτη, στην αίρεση "η διαφορά φαίνεται παρευθύς και αμέσως περί την της εις Θεόν πίστεως". Οι αιρετικοί επίσης κατά την Ορθόδοξη Θεολογία αποτελούν τους "κατά την πίστιν και τα δόγματα χωρισμένους από την τους ορθοδόξους και παντελώς απομεμμακρυσμένους"[3]. Σύμφωνα μάλιστα με την Καινή Διαθήκη η αίρεση οδηγεί "Επί πλείον γαρ προκόψουσιν ασεβείας και ο λόγος αυτών ως γάγγραινα νομήν έξει...οίτινες περί την αλήθειαν ηστόχησαν, λέγοντες την ανάστασην ήδη γεγονέναι, και ανατρέπουσιν την τινών πίστην" (B΄ Τιμόθεον β΄,18). Θα πρέπει να τονιστεί πως η αίρεση διαφέρει από το Σχίσμα.

Ετυμολογία και ιστορική χρήση

Ως αίρεσις στην Ελληνική γλώσσα, αποδίδεται η έννοια της κατάκτησης και της κατάληψης, εφόσον η λέξη ετυμολογείται από το ρήμα αιρέω. Αν ετυμολογείται από το αιρέομαι, τότε στα πλαίσια της αρχαίας ελληνικής γραμματείας σημαίνει το εκλέγειν, το δικαίωμα εκλογής, την ελεύθερη σκέψη, την ελεύθερη βούληση την ελεύθερη επιλογή, τη φιλοσοφική και τη θρησκευτική αίρεση. Ως αιρετικός νοείται εκείνος που είναι ικανός να εκλέγει, που δεν υιοθετεί τις παραδεδομένες αντιλήψεις και ιδέες. Σύμφωνα με τη σύγχρονη έννοια του όρου -εκείνος δηλαδή που στην αρχαιότητα αποκαλείτο αιρετιστής- είναι ο οπαδός, μιμητής ή εκείνος που ανήκει κυρίως σε θρησκευτική και δευτερευόντως σε ό,τι έχει χαρακτηρισθεί ως επιστημονική αίρεση. Οι αιρέσεις ως παρεκκλίσεις, αποσχίσεις από την βασική αρχή είναι δυνατόν να ταξινομηθούν σε επιστημονικές, ιδεολογικές και θρησκευτικές.

Η αρχική χρήση της λέξης αίρεσις, αναμφιβόλως δεν είχε αρνητική χρειά στην αρχαιότητα. Η αίρεση αρχικά αναφερόταν σε «μία γνώμη, θεωρητική ή φιλοσοφική που έπαιρνε κάποιος προς ένα θέμα»[4] με αποτέλεσμα να χρησιμοποιήται για να καταδείξει τις τάσεις των διαφόρων φιλοσοφικών ρευμάτων ή συστημάτων. Μάλιστα «η έκφραση γνώμης και η δημιουργία σχολών σκέψεως ήταν κάτι που καλλιεργούσε ιδιαίτερα ο Ελληνισμός και που αρχικά δε δημιουργούσε καμία δυσκολία στις σχέσεις του προς τον Χριστιανισμό»[5]. Σταδιακά όμως η λέξη απέκτησε τη σημερινή αρνητική χρειά, λόγω του χρωματισμού της έννοιας που αποδόθηκε από την εκκλησία, ώστε να διαχωρίσει την ορθή πίστη, από τις διάφορες αναφυούσες χριστιανικές ομολογίες. Ουσιαστικά αυτό συμβαίνει από την εποχή που η λέξη αίρεσις εκλαμβάνεται ως τεχνικός όρος. Γιαυτό το λόγο ο αρνητικός χρωματισμός της σημερινής έννοιας της λέξεως, δε διαφαίνεται στα ευαγγέλια, αν και την εποχή του Χριστού, οι Φαρισαίοι, οι Σαδδουκαίοι και οι Εσσαίοι αποτελούσαν αιρέσεις του Ιουδαϊσμού. Κατά το δεύτερο αιώνα όμως λόγω της αύξησης του χριστιανικού ποιμνίου και την εμφάνισης πολλών δογματικών αποκλίσεων, οι αποστολικοί πατέρες, αλλά και απολογητές σταδιακά χρησιμοποίησαν τον όρο αυτό ώστε να καταδείξουν το στρεβλό και λάθος δογματικό προσδιορισμό, άλλων δογματικών προσεγγίσεων.

Η αίρεση στην ορθόδοξη θεολογία

Κατά τους τρεις πρώτους αιώνες της ιστορικής της πορείας, η εκκλησία δεν παρουσιάζει συντεταγμένα σε όρους θεωρητικά σχήματα (δόγματα), με σκοπό να καθορίσουν και να περιφρουρήσουν την πίστη της. Υπάρχει όμως η αποσπασματική προσπάθεια των πρώτων χριστιανών συγγραφέων, να αντιμετωπίσουν τις παραχαράξεις, οι οποίες αλλοιώνουν την εμπειρικά βιωμένη ζωή της κοινότητας. Οπωσδήποτε υπάρχει ήδη από τα πρώτα χρόνια μία προσπάθεια να εκφραστούν θεωρητικώς οι αλήθειες που βιώνονται από το σώμα της εκκλησίας, η γλώσσα αυτή όμως παρουσιάζει ποικιλομορφία, αφού κάθε φορά πρέπει να προσαρμοστεί στη γλωσσική, φιλοσοφική και διδακτική διδασκαλία της αίρεσης που αντιμετωπίζει.

Έτσι ότι ονομάζεται σήμερα δόγμα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από την προσπάθεια κατοχύρωσης της εμπειρίας της εκκλησίας, όταν προέκυψε η ιστορική απειλή της παραχάραξης τη αλήθειας, που αποτελεί διαστροφή τη ορθής βίωσης και σχέσης με το Θεό. Η λέξη αίρεση κατά βάση σημαίνει την επιλογή, αλλά στην ορθόδοξη εκκλησία περισσότερο εξέλαβε την έννοια του αντιθέτου τη καθολικότητας. Εξου και οι αιρετικοί κατά βάση απολυτοποιούν μία πτυχή της βιωματικής βεβαιότητας της εκκλησίας, σχετικοποιώντας τις υπόλοιπες[6]. Η απολυτοποίηση αυτή είναι πάντοτε διανοητική-θεωρητική προτίμηση που συνήθως απλουστεύει και σχηματοποιεί την κατανόηση της εκκλησιαστικής αλήθειας, με τη βάση της να βρίσκεται στον εγωκεντρισμό και την παρά φύση κοινωνική κατάσταση του αιρεσιάρχη. Γι αυτό και κατά το Μέγα Βασίλειο, η αίρεση αποτελεί εναντίωση στο ευαγγέλιο και στην "υγιαίνουσα διδασκαλία", καινοτομία "περί την πίστην", η οποία τραυματίζει την εκκλησιαστική συνοχή[7].

Υποσημειώσεις

  1. Χ. Γιανναράς, το Αλφαβητάρι της Πίστης, σελ. 31
  2. Δ.Θ.Κόκορη, «Ορθοδοξία και κακοδοξία», Β΄ Έκδοση, σελίς 12
  3. Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, σελίς 588
  4. Ιω. Ζηζιούλα, «Ελληνισμός και Χριστιανισμός», Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2003, σελίς 146
  5. ενθ.αν.
  6. Χ. Γιανναράς, Το αλφαβητάρι της Πίστης, σελ. 32
  7. Με την έννοια παρά φύση κοινωνικότητα, οι πατέρες καταδεικνύουν την έλλειψη προτεραιότητας να βρεθεί η λύση μέσα στην εκκλησία και την εμμονή του αιρεσιάρχη σε ένα διαφορετικό δρόμο

Πηγές

  • Κωνσταντίνου Σκουτέρη, "Ιστορία των Δογμάτων", Αθήνα 2004.
  • Χρήστος Γιανναράς, "Το αλφαβητάρι της Πίστης", Δόμος, Αθήνα 2006.