Πρότυπο:Αξιόλογα άρθρα (Αρχείο)

Από OrthodoxWiki
Αναθεώρηση ως προς 17:08, 5 Απριλίου 2012 από τον Papyrus (Συζήτηση | Συνεισφορά) (Ιουστίνος ο Μάρτυς)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Αξιόλογα άρθρα (Αρχείο)

Σε αυτή τη σελίδα περιέχονται όλα τα άρθρα, που έχουν τοποθετηθεί ως αξιόλογα στην αρχική σελίδα, με τη χρονολογική σειρά που τέθηκαν. Η σειρά με την οποία τοποθετούνται, αλλά και ο χρόνος παραμονής τους στην αρχική σελίδα γίνεται με τυχαίο τρόπο. Παρακαλούνται όσοι επιθυμούν να δουν κάποιο αξιόλογο άρθρο στη αρχική σελίδα, που ακόμα δεν έχει τεθεί να απευθυνθούν στη σελίδα συζήτησης της σχετικής σελίδας, ενώ όποιος χρήστης επιθυμεί να δει κάποιο άρθρο ως αξιόλογο, που ακόμα δεν έχει γίνει, να απευθυνθεί στον οικείο τομέα

Απολογητές

Απολογητές
Justin Martyr.jpg

Χριστιανοί απολογητές ή απλώς απολογητές αποκαλείται «αριθμός λογίων χριστιανών οι οποίοι έζησαν τον 2ο αιώνα μ.Χ. και οι οποίοι ανέλαβον ως έργον των αφενός μεν να απολογηθούν ενώπιον των αρμοδίων αρχών υπέρ των αδίκως διωκομένων χριστιανών…αφετέρου δε να καταδείξουν τον χριστιανισμόν ως τη μόνη αληθή και σύμφορον φιλοσοφία». Η ονομασία αυτή τους αποδόθηκε, ένεκα του τύπου της γραμματείας της οποίας υπήρξαν θεμελιωτές. Στόχος των απολογητών καταστάθηκε η απόκρουση των εξωγενών θεολογικών επιδράσεων του φιλοσοφικού και ειδωλολατρικού περιβάλλοντος στη θεολογία της εκκλησίας "οι οποίες πλαστογραφούσαν το μήνυμά της", η διαμαρτυρία κατά της κρατικής εξουσίας λόγω των άδικων διωγμών που υπόκεινταν, η απόκρουση δοξασιών οι οποίες αποδίδονταν σε αυτή και τον εν γένη χριστιανικό βίο, καθώς και η ανάδειξη του χριστιανισμού ως μόνης αλήθειας και συμφέρουσας για τον άνθρωπο φιλοσοφίας. Έτσι κατά βάση απηύθυναν ομολογίες αντιδρώντας στις επιρροές, τις προσμίξεις και τις επιθέσεις σε βάρος του χριστιανισμού, ταυτόχρονα όμως τονώνοντας το ηθικό των διωκόμενων χριστιανών, κερδίζοντας τη συμπάθεια του περιβάλλοντος της εποχής. Τελικά μέσα από το έργο των απολογητών, είναι γενικά αποδεκτό, πως επήλθε μια φάση σύγκλησης με τον ελληνισμό, η οποία προήλθε από την αφομοίωση πολιτισμικών και μορφολογικών στοιχείων της ελληνικής παιδείας και περιβάλλοντος.

Απόστολος Παύλος

Απόστολος Παύλος
Apostle Paul.JPG

Ο Απόστολος Παύλος (Ταρσός, Κιλικία 5-15 μ.Χ. – Ρώμη 66-68 μ.Χ.), ήταν ο συγγραφέας των μισών περίπου από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Ο ίδιος αναγνωρίσθηκε ως ισαπόστολος και άγιος και αποτέλεσε μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της πρώιμης εποχής του χριστιανισμού ως υποστηρικτής της παγκοσμιότητας της διδασκαλίας του Ιησού. Η πολιτική και κοινωνική θεολογία του επηρέασε το συνολικό οικοδόμημα του χριστιανισμού, ενώ το άοκνο διαρκές έργο του, που επιτελέστηκε με 4 μεγάλες περιοδείες και πληθώρα επιστολών, αποτέλεσε την έμπνευση για την εισαγωγή πλήθους πιστών στη νέα θρησκεία, αλλά και το λόγο απηνών διωγμών και φυλακίσεων σε βάρος του. Για τον λόγο αυτό αποκλήθηκε «Απόστολος των εθνών» και των εθνικών, εκείνων δηλαδή που δεν ανήκουν στον λαό και στη θρησκεία των Εβραίων.


Γιαχβέ

Γιαχβέ
Tetragrammaton scripts.png

Με τη λέξη Γιαχβέ αναφερόμαστε στο Θείο Όνομα το λεγόμενο και Τετραγράμματο, που χρησιμοποιείται στην εβραϊκή Βίβλο περίπου 6.823 φορές, και αποκαλύφθηκε από τον Θεό στο Μωϋσή, κατά την ίδρυση των νέων σχέσεων του με τον λαό Ισραήλ, στη διαθήκη του Σινά. Σύμφωνα με τους Πατέρες, στο συμβάν της βιβλικής διήγησης όπου το όνομα αυτό απεκάλυψε ο ίδιος ο Θεός, ο Τριαδικός Θεός στον Μωϋσή κατά τη θεοφάνεια της φλεγόμενης βάτου, μιλά η μία εκ των τριών υποστάσεων, ο Υιός, ο άσαρκος Χριστός ή αλλιώς ο Γιαχβέ-Λόγος και συντελείται μία εκ "των αποκαλύψεων του Θεού, διά του Λόγου εν Αγίω Πνεύματι" καθώς, για την Ορθόδοξη Εκκλησία, "όταν ο Λόγος αποκαλύπτει τον Πατέρα, αποκαλύπτει κατ' ανάγκην την Τριάδα· και όταν αποκαλύπτει την Τριάδα, αποκαλύπτει τον Πατέρα". Κατά συνέπεια, "το όνομα Γιαχβέ οιονεί αναλύεται εις το "Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα". Ούτω Γιαχβέ ο Πατήρ, Γιαχβέ ο Υιός, Γιαχβέ το Άγιον Πνεύμα. Πλην δεν υπάρχουν τρεις Γιαχβέ, αλλ' εις Γιαχβέ (Δευτ. 6: 4), διότι υπάρχει μία θεία ουσία. Επειδή δε έκαστον των τριών προσώπων έχει όλόκληρον την θείαν ουσίαν...δυνάμεθα να λέγωμεν, ου μόνον ότι ο Υιός είνε Γιαχβέ, αλλά και ότι είνε ο Γιαχβέ (ενάρθρως), ο όλος δηλαδή θεός.

Δόγμα

Δόγμα
Basil2.jpg

Ο όρος Δόγμα παράγεται από το ρήμα δοκέω-δοκώ και σημαίνει στο πολιτικό πεδίο διάταγμα, διαταγή, ψήφισμα, νόμο ενώ στο θεωρητικό και φιλοσοφικό πεδίο ιδέα, γνώμη, δοξασία, θεμελιώδη αρχή ή αξίωμα φιλοσοφικής σχολής[1] ή αίρεσης[2]. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, εφόσον γίνεται αποδεκτό ότι ο Θεός αποκαλύφθηκε στους ανθρώπους διά του σαρκωθέντα Υιού και Λόγου του, είναι φανερό ότι η μόνη, κύρια και απόλυτη πηγή του χριστιανικού δόγματος είναι η Θεία Αποκάλυψη εν Χριστώ[3]. Κατά συνέπεια, στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωή και σκέψη, Δόγμα σημαίνει την επί μέρους αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας, η οποία αναφέρεται στην αλήθεια της εν Χριστώ Αποκαλύψεως, αλλά και τη γενική δομή της διδασκαλίας περί του περιεχομένου της Αποκαλύψεως αυτής[4].



Θεοτόκος

Θεοτόκος
Theotokos Agia-Sofia.jpg

«Θεοτόκος» και «Παναγία», «Θεομήτωρ» ή «Μήτηρ Θεού», «Υπέραγνη Δέσποινα» και «αγία Μαρία η αειπάρθενος», είναι μερικές από τις προσωνυμίες της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού Χριστού, της "λαμπρότερης μορφής στo αγιολόγιο και εορτολόγιο της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας". Ο Ορθόδοξος κόσμος, "την τιμά ως το γλυκύτερο και υψηλότερο δημιούργημα τού Θεού, της οποίας τη δόξα τοποθετεί πιο πάνω από τη δόξα των αγγέλων, την ψάλλει ως «τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ»", αλλά και ως "θεία Πύλη και μήτηρ της όντως ζωής,...του μονογενούς Υιού του Θεού, ην διελθών...πάσιν ανθρώποις σωτηρίαν απειργάσατο". Η ευλάβεια προς το πρόσωπό της "δεν φαίνεται μόνο από την επίκληση της για βοήθεια και συμπαράσταση, αλλά και από το πλήθος των ναών και μονών που είναι αφιερωμένοι σ' αυτήν", "τις εικονογραφικές παραστάσεις", "τους εκκλησιαστικούς ύμνους" και τα "εγκωμιαστικά έργα" τα οποία έχουν γραφτεί προς τιμή της. Η τιμή προς τη Θεοτόκο, "έχει τις ρίζες της στην αρχαιότατη παράδοση της Εκκλησίας", από την οποία προσαγορεύεται έτσι, επειδή έτεκε (=γέννησε) τον ενανθρωπήσαντα θείο Λόγο και Υιό του Θεού. Γι αυτό ψάλλεται ως «Κλίμαξ επουράνιος», δια της οποίας ήρθε στη γη και σαρκώθηκε, ως τέλειος άνθρωπος ο Χριστός-Λόγος και έτσι, η ίδια, αφού ελεύθερα υπάκουσε στο θέλημα του Θεού και συνεργάστηκε, κατέστη η της «προμήτορος Εύας το σφάλμα ανορθώσασα».


Ιουστίνος ο Μάρτυς

Ιουστίνος ο Μάρτυς
Justin Martyr.jpg
Ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς (περ. 110-περ. 165), αποτελεί μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της πρωτοχριστιανικής ιστορίας. Ήταν ο απολογητής ο οποίος "έδωσεν εις τον χριστιανισμόν αφθωνότερα από πάντα άλλον τα μέσα δια να επεκταθή ευρέως εις τας τάξις των διανοούμενων του ελληνορωμαϊκού κόσμου", ενώ το έργο του εκτιμάται για τη δυναμική σύνθεση του Ελληνικού πνεύματος και της χριστιανικής διδασκαλίας. Ο Ιουστίνος ήταν φιλόσοφος που διατήρησε τον φιλοσοφικό τήβεννο και μετά τη μεταστροφή του στο χριστιανισμό, ενώ άνοιξε σχολή η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η πρώτη Ορθόδοξη χριστιανική Σχολή. Αν και η σχολή του απέκτησε σημαντική φήμη, ο Ιουστίνος ήρθε σε σύγκρουση με άλλους φιλοσόφους, οι οποίοι τον διέβαλαν προς τον φιλόσοφο-αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο, με αποτέλεσμα να αποκεφαλιστεί το 165 μαζί με μια ομάδα μαθητών του.

Ιωάννης ο Δαμασκηνός

Ιωάννης ο Δαμασκηνός
John of Damascus4.jpg

Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (645/680 - 749/787) αποτελεί Άγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας και έναν από τους πλέον πολυμαθείς και πολύπλευρους θεολόγους της, ο οποίος καλλιέργησε με επιτυχία όλους τους κλάδους της θεολογίας και κυρίως διακρίθηκε ως μεγάλος ερμηνευτής της ορθοδόξου πατερικής θεολογίας. Υπήρξε πολυγραφότατος, με έντονο ασκητικό φρόνημα, ενώ η συμβολή του κατά την περίοδο της εικονομαχίας τον έθεσε και ως μία από τις σπουδαιότερες ιστορικές φυσιογνωμίες της εκκλησίας. Η αντιαιρετική διδασκαλία, η ελληνική αριστοτελική λογική και η ακριβής διατύπωση της θεολογικής διδασκαλίας οκτώ αιώνων σε σαφείς και περιεκτικές προτάσεις συνάμα με την την κατεξοχήν πρωτότυπη δημιουργική και αφομοιωτική ικανότητα των περιβαλλόντων στοιχείων, τον ανέδειξε ως μία από τις σπουδαιότερες όχι μόνο θεολογικές προσωπικότητες, αλλά και ως μία από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες της παγκόσμιας διανόησης.

Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ιωάννης ο Χρυσόστομος
John Chrysostom.jpg

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, υπήρξε αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και ένας από τους πιο λαοφιλείς ιεράρχες της εκκλησίας. Η ρητορική, οι επιτελικές ικανότητές, το πρότυπο ποιμαντικής διακονίας και το εκτενές θεολογικό του έργο, τον κατέδειξαν ως ένα από τους μεγάλους πατέρες της ορθοδόξου εκκλησίας. Ο ίδιος γεννήθηκε πιθανότατα το 349 στην Αντιόχεια της Συρίας από ευσεβείς γονείς, και εκοιμήθη το 407, σε εξορία στην Κουκουσό της Αρμενίας, κάτω από βάρβαρη μεταχείριση βασιλικών στρατιωτών.


Ουγκαριτικά θρησκευτικά κείμενα

Ουγκαριτικά θρησκευτικά κείμενα
Ugarit 01.jpg

Με την ονομασία Ουγκαριτικά κείμενα, χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους οι γραπτές μαρτυρίες που ήρθαν στο φως από Γάλλους αρχαιολόγους, με ανασκαφές που ξεκίνησαν το 1929 επάνω στο λόφο Ρας Σάμρα (=κεφαλή μαράθου) (Ra’s Shamrah ή Ras Shamra) στη βόρεια Συρία. Όπως αποδείχτηκε, ο λόφος αυτός περιέκλειε τα ερείπια της αρχαίας πόλης Ουγκαρίτ (Ugarit), που βρισκόταν σε απόσταση 10 χιλιομέτρων βόρεια της αλ Λαντικίγια (Λατάκιας ή Λαοδίκειας). Στα ερείπια της πόλης αυτής, που ήταν ένα σημαντικό εμπορικό και κοσμοπολίτικο κέντρο, κρύβονταν εκτός άλλων, ένας σημαντικός αριθμός κειμένων θρησκευτικών και μη, που χρονολογούνται από το 14ο έως το 12ο αι. π.Χ. και η μελέτη τους μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τη θρησκευτικότητα της Χαναάν καθώς και για το μυθολογικό και ιστορικό πλαίσιο της περιοχής. Είναι βέβαιο ότι ειδικά τα ουγκαριτικά θρησκευτικά κείμενα, μαζί με εκείνα του Ναγκ Χαμαντί και τα Χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας, άνοιξαν νέους ορίζοντες στην επιστήμη της Βιβλικής Αρχαιολογίας.


Οικουμενική Σύνοδος

Οικουμενική Σύνοδος
Katholikotis.jpg

Με τον τίτλο Οικουμενική Σύνοδος, αποκαλείται «η δια προσταγής Βασιλικής συναχθείσα, η περί πίστεως όρον δογματικόν εκθεμένη, η ευσεβή, και ορθόδοξα, και σύμφωνα ταις αγίαις Γραφαίς, η ταις προλαβούσαις Οικουμενικαίς διορίζουσα, ην η συμφωνία απάντων των της καθολικής Εκκλησίας Πατριαρχών και Αρχιερέων απεδέξατο, είτε δια αυτοπροσώπου παρουσίας, είτε δια τοποτηρητών ή και τούτων απόντων, δια γραμμάτων και υπογραφών αυτών». Έτσι ως Οικουμενικές Σύνοδοι χαρακτηρίζονται μεγάλες συνελεύσεις επισκόπων της Εκκλησίας απ' όλη τη χριστιανική οικουμένη, με σκοπό την κοινή συνδιάσκεψη και απόφανση επί σοβαρών δογματικών και άλλων εκκλησιαστικών ζητημάτων, κατά τις οποίες η υποχρεωτική συμμετοχή όλων των επισκόπων δεν κρίνεται σκόπιμη, αφού ανέκαθεν, μια τέτοια συμμετοχή δεν θεωρήθηκε "νομικώς αναγκαία και απαραίτητος"· Αρκούσε μόνο το να εκπροσωπούνται, οπωσδήποτε επαρκώς, "τα Πατριαρχεία και αι διάφοροι εκκλησιαστικαί διοικήσεις" και περιφέρειες.

Οικουμενική Σύνοδος, Β΄

Β΄ Οικουμενική Σύνοδος
Nicea.jpg

Η Πρώτη σύνοδος της Κωνσταντινούπολης, γνωστή ως Β΄ Οικουμενική Σύνοδος, ήταν η Εκκλησιαστική Σύνοδος που διενεργήθηκε το 381 και συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο, μετά από προτροπή του Μελετίου Αντιοχείας. Στόχος της ήταν η εκκλησιαστική ειρήνευση, αλλά και η «επίλυση των αναφυέντων εν τη εκκλησία κρίσιμων θεολογικών και διοικητικών προβλημάτων». Κύρια εστία εντάσεων μετά την Α΄ Οικουμενική σύνοδο, αποδείχτηκε ο προσδιορισμός της υπόστασης του Αγίου Πνεύματος, αλλά και η συνεχιζόμενη αμφισβήτηση της ομοουσίου υποστάσεως του Υιού με τον Πατέρα. Η σύνοδος επελήφθη του εν λογω προβλήματος και αποτέλεσε κατ’ουσίαν το κύκνειο άσμα της αρειανικής διαμάχης στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αφού μετά τη σύνοδο του 383 στη Κωνσταντινούπολη, καμία άλλη σύνοδος δεν ασχολήθηκε ξανά με το ζήτημα αυτό, ενώ έδρασε καταλυτικά και στη δυτική επαρχία της αυτοκρατορίας, όχι όμως και στην υπόλοιπη Δύση, που λόγω της ισχυρής Γοτθικής παρουσίας συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια ακόμα.

Οικουμενική Σύνοδος, Γ΄

Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος
0118cyril-alexandria.jpg

Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος ή Πρώτη Σύνοδος της Εφέσου, ονομάζεται η Eκκλησιαστική Σύνοδος η οποία διενεργήθηκε το 431 στην Έφεσο της Μικράς Ασίας και συγκλήθηκε από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄, μετά από προτροπή του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου. Εργασίες εκτέλεσε υπό την προεδρία του Πατριάρχη Αλεξανδρείας, Κυρίλλου και κύριος στόχος της ήταν «η καταδίκη της αιρέσεως του Νεστοριανισμού»[5] και του Πελαγιανισμού. Η Σύνοδος αυτή, καταδίκασε το Νεστοριανισμό, αναθεμάτισε τις κακοδοξίες και είχε σαν αποτέλεσμα θεολογικών συζητήσεων που διενεργήθηκαν μετά το πέρας της Συνόδου, τον «Όρο των Διαλλαγών», μία σπουδαιότατη Έκθεση Πίστεως, περί της υποστάτικής φύσης του Ιησού Χριστού, αλλά και τη θέσπιση ενός σπουδαίου Κανόνα, ο οποίος απαγόρευε οποιαδήποτε προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστης της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου

Οικουμενική Σύνοδος, Δ΄

Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος
Leo.jpg

Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος ή Σύνοδος της Χαλκηδόνας, αποκαλείται η εκκλησιαστική σύνοδος που διενεργήθηκε στο ομώνυμο προάστιο της Κωνσταντινούπολης, το 451. Συνεκλήθη από τους αυτοκράτορες Μαρκιανό και Πουλχερία, προήδρευσαν οι παπικοί αντιπρόσωποι και ο Κωνσταντινουπόλεως Ανατόλιος και ως κύριο στόχο είχε «την καταδίκη της αντιθέτου προς το νεστοριανισμό αιρέσεως του μονοφυσιτισμού». Η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος μετά από μια ταραχώδη περίοδο ήρθε ως το αναγκαίο επιστέγασμα της διασφάλισης της καθολικής πλειοψηφίας του σώματος των μελών της εκκλησίας ως προς την απόρριψη κάθε μονοφυσιτικής ή ακραίας δυοφυσιτικής ορολογίας, την επικύρωση στην πίστη του συμβόλου της Πίστεως τόσο της Νίκαιας, όσο και της Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης, τη θέσπιση του διοικητικού καταστατικού κανόνα της ορθοδόξου εκκλησίας σύμφωνα με το λεγόμενο μητροπολιτικό σύστημα και την οριστική επίλυση του χριστολογικού ζητήματος, το οποίο για περισσότερο από 80 έτη βρέθηκε στο προσκήνιο της θεολογικής διαμάχης στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Σταυρός

Σταυρός
478px-Meister des Reliquienkreuzes von Cosenza 002.jpg

Σταυρός ονομάζεται το κυριότερο σύμβολο της Ορθόδοξης Εκκλησίας αλλά και της χριστιανικής θρησκείας γενικότερα, το οποίο υπενθυμίζει την Σταύρωση του Ιησού Χριστού και την σωτηρία των ανθρώπων μέσω του Πάθους και του θανάτου Του. Συμβολίζει επομένως τόσο τον ίδιο τον Χριστό όσο και την πίστη των χριστιανών. Ο σταυρός υπήρξε επίσης μέσο βασανισμού και θανατικής εκτελέσεως στους Ασσυρίους, Πέρσες, Καρχηδονίους, Αιγυπτίους, Έλληνες και Ρωμαίους. Εκτός από το ξύλινο όργανο εκτέλεσης πάνω στο οποίο θανατώθηκε ο Ιησούς Χριστός, με τη λέξη σταυρός αναφερόμαστε σε: α) (εκκλ.) Σχήμα σε μορφή [] ως σύμβολο του χριστιανισμού, β) (αρχ.) Τον ορθιο πάσσαλο, παλούκι, συνήθως ξύλινο, γ) Το οργανο θανατικής εκτέλεσης που χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα και αποτελούνταν είτε από μία μυτερή κάθετη δοκό, είτε από δύο δοκούς συνδεδεμένες σε ορθή γωνία ή και σε σχήμα "Τ", στο οποίο δενόταν ή καρφωνόταν ο κατάδικος, δ) Το σχήμα που διαγράφουν οι χριστιανοί με τη κίνηση του χεριού τους κατά την προσευχή και ε) Το σύνολο θρησκευτικών ή πολιτικών συμβόλων ή έργων τέχνης.

Συγχωροχάρτι

Συγχωροχάρτι
Indulgence San Luigi dei Francesi.jpg

Το συγχωροχάρτι, ήταν έγγραφο το οποίο βεβαίωνε άφεση αμαρτιών και το οποίο χορηγούνταν έναντι χρημάτων, υποσχέσεων ή άλλων παραχωρήσεων από εκκλησιαστική αρχή. Θεολογικό έρεισμα των συγχωροχαρτιών αποτελούσε η αντίληψη της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, ότι η εξομολόγηση δεν αρκεί για να άρει όλες τις συνέπειες της αμαρτίας, αλλά ότι κάποιες από αυτές παρέμεναν και μετά, μπορούσαν όμως να αντισταθμιστούν από το «πλεόνασμα» καλοσύνης των αγίων, το οποίο διαχειριζόταν ο Πάπας. Η πρακτική της πώλησης συγχωροχαρτιών βρήκε ευρεία εφαρμογή στη Δύση και παρότι καταδικάστηκε, η πρακτική αυτή μαρτυρείται στην πράξη έως και τον 20ό αιώνα. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, έντυπες ή χειρόγραφες ευχές υπέρ ζώντων και κεκοιμημένων, συχνά με την ονομασία συγχωροχάρτια ή συγχωρητικές ευχές ή και μετριότητες, εμφανίστηκαν σποραδικά, με διαφορετικό όμως σκοπό και θεολογικό περιεχόμενο από εκείνα της Καθολικής Εκκλησίας και χωρίς να επιφέρουν οποιαδήποτε αλλαγή στους θεσμούς της μετάνοιας, της εξομολόγησης, της άρσης και λύσης του αφορισμού ή των επιτιμίων, μέσω Οικουμενικής ή έστω τοπικής συνοδικής απόφασης

Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)

Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)
Basil.jpg

Το Σύμβολο της Πίστης της συνόδου της Κωνσταντινούπολης (Β΄ Οικουμενική Σύνοδος) αποτελεί το κατεξοχήν δογματικό σύμβολο της Αληθείας για την Ορθόδοξη Εκκλησία και την επιτομή της σαφούς σχέσεως μεταξύ των προσώπων της Αγίας Τριάδος. Διαμορφώθηκε από τις δύο πρώτες Οικουμενικές Συνόδους, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι αιρέσεις των Αρειανιστών, με τους διαφόρους εκπροσώπους της, καθώς και των Πνευματομάχων, οι οποίοι αρνούνταν της φυσική θειότητα του Λόγου και του Αγίου Πνεύματος. Έτσι αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της Εκκλησίας, στο οποίο αποτυπώνεται με τρόπο περιεκτικό, η ορθόδοξη πίστη στον Άγιο Τριαδικό Θεό, την Ενανθρώπιση του Θεού Λόγου και την Θεία Οικονομία.Το σύμβολο της Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης, απαρτίζεται εκ των πρώτων πέντε άρθρων από το δογματικό σύμβολο της Νίκαιας, ενώ τα υπόλοιπα επτά προέρχονται εκ της συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως. Επικυρώθηκε από από τη Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, αλλά και υπό των τριών τελευταίων και απέβη «σεπτόν τε και οικουμενικόν της Πίστεως Σύμβολον» και ο «αυθεντικότατος και επισημότατος όρος πίσεως και το αλάθητον κριτήριον και ο απλανής και ακριβής γνώμων της Ορθοδοξίας».

Φώτιος Α΄ ο Μέγας

Φώτιος Α΄ ο Μέγας
Photios the Great.jpg

O Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος (πρώτη πατριαρχία: 858-867, δεύτερη πατριαρχία: 878-886), ο επονομαζόμενος και Μέγας, ήταν η σημαντικότερη εκκλησιαστική και πνευματική προσωπικότητα των μεσο-βυζαντινών χρόνων (γέν. Κωνσταντινούπολη 820; – κοίμ. Μονή Αρμ(ε)ινιανών 6η Φεβρουαρίου 891/2/3), αλλά και μεγάλη ιστορική μορφή της Πολιτείας και των Γραμμάτων, και άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο Μέγας Φώτιος, εξέχων λόγιος, διδάσκαλος, κρατικός λειτουργός, Ιεράρχης, πρεσβευτής, διπλωμάτης, ιεραπόστολος, συγγραφέας εκκλησιαστικός αλλά και της "θύραθεν" γραμματείας του 9ου αιώνα, συνέδεσε το όνομά του με το πρώτο ρήγμα μεταξύ των Εκκλησιών Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως (Φώτειο σχίσμα, 863-867), αλλά και με την "αξιοποίηση του ανεξάντλητου πλούτου της κλασικής ελληνικής σοφίας" που οδήγησε σε άνθηση των ελληνικών γραμμάτων.


  1. Δογματίζω σημαίνει θεσπίζω δόγματα, όπως νομοθετώ σημαίνει θεσπίζω νόμους. Όταν λέμε δόγματα εννοούμε τόσο αυτό για το οποίο διατυπώνουμε μια άποψη όσο και την ίδια την άποψη" (Διογένης Λαέρτιος, Πλάτων, 3,51. Στο: Διογένης Λαέρτιος, Άπαντα #2, βιβλία 3-4-5 (σειρά 'Οι Έλληνες' #304), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 50.
  2. Θεοδώρου Ανδρέας, Η Ουσία της Ορθοδοξίας, 2η έκδ. βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 33.
  3. Θεοδώρου, Η Ουσία..., ό.π.
  4. Ματσούκας Α. Νίκος, Γένεσις και ουσία του Ορθοδόξου Δόγματος (σειρά Ανάλεκτα Βλατάδων #2), Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1969, σελ. 29, υποσημ. #1.
  5. Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 135