Λαύρα

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Με τον ελληνικό όρο Λαύρα που σημαίνει δρόμος ή σοκάκι, εννοείτο στην πρώιμη χριστιανική εκκλησία εκείνη η συγκέντρωση αναχωρητών, που ζούσαν σε ξεχωριστές κατοικίες ή κελλιά και συναθροίζονταν μόνο τα Σάββατα και τις Κυριακές. Οι πρώτες Λαύρες δημιουργήθηκαν στην Παλαιστίνη περί τον 4ον αιώνα[1]. Υπό τον ίδιο αργότερα απαντάται το όνομα μειζόνων και σημαντικών κοινοβιακών μονών. Ιδιαίτερο παράδειγμα αποτελούν οι Λαύρες της Ρωσικής Εκκλησίας και ο ρόλος τους στη συνοχή και την εκπαίδευση της ρωσικής κοινωνίας, όπως επίσης και η Μεγάλη Λαύρα ή Λαύρα του όρους Άθως που ιδρύθηκε από τον άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη το 962.

Σημειώσεις - παραπομπές

  1. "lavra", The Concise Oxford Dictionary of the Christian Church. Ed. E. A. Livingstone. Oxford University Press, 2006.