https://el.orthodoxwiki.org/api.php?action=feedcontributions&user=EGobi&feedformat=atomOrthodoxWiki - Συνεισφορές χρήστη [el]2024-03-29T05:43:25ZΣυνεισφορές χρήστηMediaWiki 1.30.0https://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%AD%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%8C%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%B7%CF%83%CF%85%CF%87%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%82&diff=20877Πέτρος Όσιος ο ησυχαστής2022-09-15T19:39:58Z<p>EGobi: /* Βιβλιογραφία */</p>
<hr />
<div>Ο [[Όσιος]] '''Πέτρος ο ησυχαστής''' καταγόταν από την περιοχή του ''Πόντου''. Άγνωστο σε ποιά εποχή γεννήθηκε. Μέχρι τη ηλικία των επτά ετών έζησε με τους γονείς του<ref>Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005</ref> και μετά κατέφυγε στην περιοχή της ''Γαλατίας'' του ''Πόντου'', όπου και ασκήθηκε για μερικά χρόνια. Στη συνέχεια μετέβη και προσευχήθηκε στους ''Αγίους Τόπους''<ref>"Μηναίον Νοεμβρίου", εκδ. Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 2002 σελ. 449</ref> και τέλος κατέληξε στην ''Αντιόχεια''. Εκεί πέρασε το υπόλοιπο μέρος της ζωής του με αυστηρότατη άσκηση και προσευχή. Απέκτησε φήμη αγίου ανδρός σε όλη την περιοχή της ''Αντιόχειας''<ref>Aφ’ ου δε επροσευχήθη εκεί εις όλους τους ιερούς και αγίους τόπους, εκατέβη εις Aντιόχειαν. Kαι κλεισθείς μέσα εις ένα κελλίον, επρόσεχεν εις τον εαυτόν του, διαλεγόμενος και συνομιλών με τον Θεόν πάντοτε διά μέσου της ιεράς προσευχής, χωρίς να τρώγη άλλο τι φαγητόν, πάρεξ ένα ολίγον ψωμί ζυγιασμένον, και να πίνη νερόν ολιγοστόν. Kαι ταύτα δε τα ολίγα, έτρωγε, και έπινεν εις κάθε δύω ημέρας. Όθεν διά τας τοιαύτας αρετάς του έλαβε παρά Θεού εξουσίαν κατά δαιμόνων. Διότι αυτός ηλευθέρωσεν από το δαιμόνιον ένα άνθρωπον Δανιήλ ονομαζόμενον, τον οποίον κατηχήσας και διδάξας, έκαμε συνασκητήν του ομόζηλον. Kαι πολλών οφθαλμούς τετυφλωμένους ιάτρευσε. Kαι διαφόρους άλλας ασθενείας εθεράπευσε. Kαι άλλα δε πολλά κατορθώματα άδονται του Oσίου τούτου. Tα οποία, άλλα μεν, είναι γεγραμμένα, άλλα δε, λέγονται εξ ακοής και παραδόσεως μόνης.(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)</ref>. Κοιμήθηκε ειρηνικά σε ηλικία 99 ετών. Η μνήμη του εορτάζεται στις [[:Πρότυπο: 25 Νοέμβριος|25 Νοεμβρίου]].<br />
<br />
==Στίχοι==<br />
<div lang="grc" class="polytonic" style="font-family: Verdana, Arial, Helvetica, sans-serif;"><br />
Hσύχως βίου το πέλαγος ανύσας,<br />
<br />
Προς ησύχιον Πέτρε λιμένα φθάνεις.<br />
</div><br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
* [[Νικόδημος Αγιορείτης|Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου]], ''Συναξαριστής των Δώδεκα μηνών του Ενιαυτού'' , Έκδόσεις ''Δόμος''<br />
* Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1964, στ. 379.<br />
* Μηναίον Νοεμβρίου, εκδ. Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 2002.<br />
[[Κατηγορία:Όσιοι|Π]]<br />
[[category:Μοναχοί|Πετρος]]<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Π]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%BF%CF%81%CF%86%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%9A%CE%B1%CF%85%CF%83%CE%BF%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CF%85%CE%B2%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82&diff=20876Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης2022-09-15T19:39:33Z<p>EGobi: /* Βιβλιογραφία */</p>
<hr />
<div>[[image:São_porfírios.jpg|right|thumb|Ο Αγιος Πορφύριος ο καυσοκαλυβίτης]]<br />
<br />
Ο ''''Αγιος Πορφύριος''' ή '''Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης''' (1906-1991), κατά κόσμον Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης, υπήρξε Έλληνας μοναχός που έδρασε τον 20 αιώνα. Ο ίδιος αποτελεί μέρος μίας σημαντικής ομάδας [[:Κατηγορία:Μοναχοί|μοναχών]], οι οποίοι έδρασαν στον ελλαδικό χώρο και απέκτησαν μεγάλη φήμη ένεκα του οσιακού βίου τους καθώς και των χαρισμάτων των οποίων διέθεταν. Σημαντικό μέρος της ζωής του το έζησε στην Αθήνα, όπου και τελικά εκοιμήθη σε ηλικία 85 ετών το 1991. Η συνείδηση του πληρώματος της εκκλησίας αναμένεται μέσα στα επόμενα έτη, να τον κατατάξει στα δίπτυχα της ελλαδικής εκκλησίας. Ο Πορφύριος αγιοποιήθηκε μετά από απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου της 27 Νοεμβρίου 2013. Η επίσημη τελετή αγιοκατάταξης έγινε στο Ιερό Γυναικείο Ησυχαστήριον “Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος” <ref>Ανωνύμου, [http://agioritikesmnimes.blogspot.gr/2013/11/3915.html Σήμερα, έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο η Αγιοκατάταξη του Γέροντος Πορφυρίου. Ιστοσελίδα "Αγιορείτικες Μνήμες"]</ref><br />
[[Image:Porphyrios.jpg|thumb|200px|right|Ο Αγιος Πορφύριος]]<br />
==Ο βίος του==<br />
===Νεανικός βίος===<br />
<br />
Ο 'Αγιος Πορφύριος γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου του 1906 στο χωριό Άγιος Ιωάννης Καρυστίας Εύβοιας, κοντά στο Αλιβέρι. Άνηκε σε φτωχή οικογένεια ευσεβών χριστιανών και είχε άλλα τέσσερα αδέλφια (Η μεγαλύτερη αδελφή του κοιμήθηκε σε ηλικία 1 έτους, ενώ ο ίδιος ήταν το 4ο από τα 5 παιδιά<ref>Κλείτου Ιωαννίδη, ''"Ο Γέρων Πορφύριος"'', σελ. 25</ref>). <br />
<br />
Στα παιδικά του έτη φοίτησε σε σχολείο μόλις δύο χρόνια, διότι ο πατέρας του λόγω της οικονομικής ανέχειας οδηγήθηκε στον Παναμά, για να εργαστεί στην διώρυγα, με αποτέλεσμα ο ίδιος να αναγκαστεί να εργαστεί για την οικογένειά του. Έτσι σε ηλικία μόλις 8 ετών εργαζόταν, άλλοτε στη φύλαξη ζώων, άλλοτε σε χωράφια. Αργότερα εργάστηκε σε ανθρακωρυχείο, αλλά και σε κάποιο παντοπωλείο στη Χαλκίδα και τον Πειραιά. Σε αυτό τον βοηθούσε η πρόωρη ανάπτυξη που είχε καθώς έδειχνε αρκετά μεγαλύτερος από την ηλικία του.<br />
<br />
===Η μοναστική ζωή===<br />
<br />
Σε ηλικία μεταξύ 12-14 ετών πήρε την απόφαση να μονάσει στο Άγιο Όρος. Ο πνευματικός του γέροντας Παντελεήμονας ήταν αυτός που τον οδήγησε στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και πιο συγκεκριμένα στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου. Στα Καυσοκαλύβια απέκτησε δύο Γέροντες στους οποίους έκανε υπακοή, διακρινόμενος για το σκληρό ασκητικό του πνεύμα. Επίσης επιδόθηκε με ζήλο στη μελέτη ιερών κειμένων, αλλά και τη διαρκή εργασία. Έτσι σε μικρό διάστημα από την εισαγωγή του στο [[Άγιο Όρος]] εκάρη μοναχός με το όνομα Νικήτας. Σύντομα μάλιστα άρχισαν να ενεργούν τα χαρίσματα του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] όπως η διόραση και η ίαση. Εξ αιτίας όμως της σκληρής άσκησης ο Γέροντας ασθένησε, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί να οδηγηθεί σε μοναστήρι εκτός του Αγίου Όρους ώστε να θεραπευτεί. Ο μοναχός Νικήτας τελικά επέλεξε το μοναστήρι του Αγίου Χαραλάμπους στη Εύβοια.<br />
<br />
Το 1927 ο Γέροντας θα χειροτονηθεί [[Διάκονος]] από τον Αρχιεπίσκοπο Σιναίου Πορφύριο Γ΄, στην εορτή της [[Αγία Παρασκευή|Αγίας Παρασκευής]]. Την επόμενη ημέρα, του [[Παντελεήμων, Άγιος|Αγίου Παντελεήμονος]] χειροτονήθηκε ιερέας λαμβάνοντας πλέον το όνομα Πορφύριος, ενώ ένδεκα χρόνια αργότερα έλαβε το [[οφίκιο]] του Αρχιμανδρίτη. Περί το 1938 ο Γέροντας μονάζει στην εγκαταλελειμμένη μονή του Αγίου Νικολάου Άνω Βαθείας Ευβοίας και το 1940 μετακινείται ως εφημέριος στον Άγιο Γεράσιμο της πολυκλινικής Αθηνών, που βρισκόταν δίπλα στην Ομόνοια. Ο λόγος ήταν η θέλησή του να βοηθήσει τους συνανθρώπους του, οι οποίοι μαστίζονταν από την λαίλαπα του Β΄ παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί θα παραμείνει για 33 έτη, ώσπου το 1970 συνταξιοδοτήθηκε, αποχωρώντας από την Πολυκλινική και πηγαίνοντας στον Άγιο Νικόλαο Καλλισίων Πεντέλης. Ήδη μάλιστα η υγεία του είχε αρχίσει να κλονίζεται, καθώς αρχικώς παρουσιάστηκε πάθηση των νεφρών, ενώ το 1978 υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου, όπου νοσηλεύτηκε για 20 ημέρες. Λίγο καιρό αργότερα τυφλώθηκε.<br />
<br />
Παρόλα αυτά ο ίδιος πάντοτε έμενε δραστήριος. Έτσι πέρα από το σημαντικό έργο διακονίας που συντελούσε, αφού πλήθος κόσμου τον επισκεπτόταν στην Πεντέλη, ίδρυσε και ένα γυναικείο ησυχαστήριο στα Τουρκοβούνια, το οποίο αποπερατώθηκε το 1981. Το ησυχαστήριο αυτό ονομάστηκε [[Μεταμόρφωση του Σωτήρος]]. Έτσι πλέον θέλησε να επιστρέψει στο [[Άγιο Όρος]] καθώς η σκήτη του Αγίου Γεωργίου είχε μείνει πλέον ορφανή. Αυτό συνέβη το 1984. <br />
<br />
Στις 2 Δεκεμβρίου του 1991 ο Γέροντας Πορφύριος εκοιμήθη. Ο ίδιος μάλιστα [[Μυστήριο της Μετανοίας|εξομολογήθηκε]] την τελευταία νύκτα της βιοτής του και την επομένη [[Θεία Ευχαριστία|μετέλαβε]]. Οι τελευταίες λέξεις του ήσαν ''"ίνα ώσιν εν"''.<br />
<br />
==Η σκιαγραφία του Γέροντος==<br />
<br />
Κύριο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του Γέροντα Πορφυρίου ήταν η άκρα ταπείνωση που τον διακατείχε<ref>Κλείτου Ιωαννίδη, ''"Ο Γέρων Πορφύριος, σελ. 41</ref>. Η υπακοή, αγάπη, η αγόγγυστη υπομονή στους πόνους και τις κακουχίες, υπήρξαν επίσης σημαντικά χαρίσματα της προσωπικότητάς του. Ο Γέροντας επίσης ήταν ιδιαίτερα φιλομαθής, εργατικός και φιλόπονος, με ύφος γαλήνιο και μακρόθυμο.<br />
<br />
Καθόλη τη διάρκεια του βίου του δεχόταν τους πάντες. Συζητούσε με όλους αδιακρίτως ηλικίας, πίστης και αναγκών. Πάντοτε έδινε ανιδιοτελώς τις συμβουλές του, όντας νηφάλιος, δίχως να θέλει να προκαλεί έριδες. Δίδασκε πάντοτε ότι το μεγάλο μυστήριο της εν Χριστώ ζωής είναι η ενότητα και η ταύτιση με τον συνάνθρωπο. Γνώριζε πως το αδύναμο σημείο του ανθρώπου είναι ο φθόνος και η ζήλεια και γι αυτό προέτασσε πάντοτε αυτή τη διδασκαλία με την οποία ο άνθρωπος θα απέφευγε τα τόσα καθημερινά προβλήματα.<br />
<br />
Ο άνθρωπος και δη χριστιανός πρέπει να πάντοτε δια μέσου της αγάπης, της μακροθυμίας και ταπείνωσης να επιτύχει το δρόμο της σωτηρίας, που είναι δύναμη που δίνει ο Χριστός και η εκκλησία Του. Διότι αγαπώντας τον Χριστό, τότε πραγματικά αγαπούμε και τους συνανθρώπους και αν δεν συμβαίνει αυτό, δε μπορεί πραγματικά να συμβεί και το άλλο, έλεγε χαρακτηριστικά. <br />
<br />
Τελικά ο Γέροντας υπήρξε παράδειγμα υπομονής, καρτερικότητας, ταπείνωσης και αγάπης, στοιχεία που κατατάσσουν ανάμεσα στους πλέον δημοφιλείς σύγχρονους μοναχούς στον Ελλαδικό χώρο.<br />
<br />
==Ἀπολυτίκιον==<br />
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.<br />
<br />
Τῆς Εὐβοίας τὸν γόνον,<br><br />
Πανελλήνων τὸν Γέροντα,<br><br />
τῆς Θεολογίας τὸν μύστην<br><br />
καὶ Χριστοῦ φίλον γνήσιον,<br><br />
Πορφύριον τιμήσωμεν, πιστοί,<br><br />
τὸν πλήρη χαρισμάτων ἐκ παιδός.<br><br />
Δαιμονῶντας γὰρ λυτροῦται,<br><br />
καὶ ἀσθενεῖς ἰᾶται πίστει κράζοντας·<br><br />
δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν,<br><br />
δόξα τῷ σὲ ἁγιάσαντι,<br><br />
δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
*Κλείτου Ιωαννίδη, ''"Ο Γέρων Πορφύριος"'', Ι.Μ. Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος, Αθήνα 2005.<br />
<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί|Πορφύριος]]<br />
<br />
[[en:Porphyrios (Bairaktaris) the Kapsokalivite]]<br />
[[pt:Porfírios de Kafsokalívia]]<br />
[[ro:Porfirie Kavsokalivitul]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%AD%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%8C%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%B7%CF%83%CF%85%CF%87%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%82&diff=20875Πέτρος Όσιος ο ησυχαστής2022-09-15T19:38:15Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>Ο [[Όσιος]] '''Πέτρος ο ησυχαστής''' καταγόταν από την περιοχή του ''Πόντου''. Άγνωστο σε ποιά εποχή γεννήθηκε. Μέχρι τη ηλικία των επτά ετών έζησε με τους γονείς του<ref>Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005</ref> και μετά κατέφυγε στην περιοχή της ''Γαλατίας'' του ''Πόντου'', όπου και ασκήθηκε για μερικά χρόνια. Στη συνέχεια μετέβη και προσευχήθηκε στους ''Αγίους Τόπους''<ref>"Μηναίον Νοεμβρίου", εκδ. Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 2002 σελ. 449</ref> και τέλος κατέληξε στην ''Αντιόχεια''. Εκεί πέρασε το υπόλοιπο μέρος της ζωής του με αυστηρότατη άσκηση και προσευχή. Απέκτησε φήμη αγίου ανδρός σε όλη την περιοχή της ''Αντιόχειας''<ref>Aφ’ ου δε επροσευχήθη εκεί εις όλους τους ιερούς και αγίους τόπους, εκατέβη εις Aντιόχειαν. Kαι κλεισθείς μέσα εις ένα κελλίον, επρόσεχεν εις τον εαυτόν του, διαλεγόμενος και συνομιλών με τον Θεόν πάντοτε διά μέσου της ιεράς προσευχής, χωρίς να τρώγη άλλο τι φαγητόν, πάρεξ ένα ολίγον ψωμί ζυγιασμένον, και να πίνη νερόν ολιγοστόν. Kαι ταύτα δε τα ολίγα, έτρωγε, και έπινεν εις κάθε δύω ημέρας. Όθεν διά τας τοιαύτας αρετάς του έλαβε παρά Θεού εξουσίαν κατά δαιμόνων. Διότι αυτός ηλευθέρωσεν από το δαιμόνιον ένα άνθρωπον Δανιήλ ονομαζόμενον, τον οποίον κατηχήσας και διδάξας, έκαμε συνασκητήν του ομόζηλον. Kαι πολλών οφθαλμούς τετυφλωμένους ιάτρευσε. Kαι διαφόρους άλλας ασθενείας εθεράπευσε. Kαι άλλα δε πολλά κατορθώματα άδονται του Oσίου τούτου. Tα οποία, άλλα μεν, είναι γεγραμμένα, άλλα δε, λέγονται εξ ακοής και παραδόσεως μόνης.(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)</ref>. Κοιμήθηκε ειρηνικά σε ηλικία 99 ετών. Η μνήμη του εορτάζεται στις [[:Πρότυπο: 25 Νοέμβριος|25 Νοεμβρίου]].<br />
<br />
==Στίχοι==<br />
<div lang="grc" class="polytonic" style="font-family: Verdana, Arial, Helvetica, sans-serif;"><br />
Hσύχως βίου το πέλαγος ανύσας,<br />
<br />
Προς ησύχιον Πέτρε λιμένα φθάνεις.<br />
</div><br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
* [[Νικόδημος Αγιορείτης|Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου]], ''Συναξαριστής των Δώδεκα μηνών του Ενιαυτού'' , Έκδόσεις ''Δόμος''<br />
* Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1964, στ. 379.<br />
* Μηναίον Νοεμβρίου, εκδ. Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 2002.<br />
[[Κατηγορία:Όσιοι|Π]]<br />
[[category:Μοναχοί|Πέτρος]]<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Π]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%B1%CE%90%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%92%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CF%84%CF%83%CE%BA%CF%8C%CF%86%CF%83%CE%BA%CF%85&diff=20874Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ2022-09-15T19:37:51Z<p>EGobi: /* Υποσημειώσεις */</p>
<hr />
<div>[[Image:Paisius.jpg|right|thumb|175 px|Άγιος Παΐσιος: πορτραίτο του 18ου αιώνα.]]<br />
Ο '''Άγιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ''' (Паисий Величковский) 1722-1794, είναι από τους σημαντικότερους εκπρόσωπους του ησυχασμού και αναδιοργανωτής του ρουμανικού μοναχικού βίου<ref>"Παντοκράτορος, Μονή, εν Αγίω Όρει", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'', τόμ. 9, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1966, στ. 1154.</ref>.<br />
<br />
Ο κατά κόσμον Πέτρος γεννήθηκε στην Πολτάβα από πατέρα ιερέα. Σε ηλικία 17 ετών [[Μοναχική Κουρά|εκάρη]] [[Μοναχός|μοναχός]] και αργότερα ταξίδεψε στο [[Άγιο Όρος]], όπου γνώρισε και ασκήθηκε στον ησυχασμό. Επί δεκαοκτώ χρόνια (1746-1764) μόνασε στο [[Άγιο Όρος]] στην Σκήτη του ''Προφήτη Ηλία''<ref>Νικοδήμου Αγιορείτου, ''Πηδάλιον'' (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. ε'.</ref>. <br />
<br />
Απέκτησε μεγάλη φήμη, ειδικά όταν ανέλαβε την ανακαίνιση της [[Σιμωνόπετρα|Σιμωνόπετρας]]. Το 1764 ο Παΐσιος, κατόπιν προσκλήσεως του ηγεμόνα της [[Μολδαβία|Μολδαβίας]] [[Γρηγόριος Γ' Γκίκας|Γρηγορίου Γ’ Γκίκα]] μετέβη στο [[Ιάσιο]]. Κατά την παραμονή του στη Μολδαβία ίδρυσε το περίφημο μοναστήρι του [[Νεάμτς]], ενώ, με τη διδασκαλία της [[Νοερά προσευχή|νοεράς προσευχής]] και με τις μεταφράσεις πολλών πατερικών έργων μετέδωσε στους συγχρόνους του Ορθοδόξους Ρώσους και Ρουμάνους την πατερική πνευματικότητα<ref>''Πηδάλιον'', ό.π., σελ. ς'.</ref>. Ανάμεσα στις μεταφράσεις, ήταν και η [[Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών]] στα Παλαιοσλαβικά, κατόπιν πατρακλήσεως του [[Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης|Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου]].<br />
<br />
Μετά το θάνατό του αναγνωρίσθηκε ως άγιος της [[Ρουμανική Εκκλησία|Ρουμανικής Εκκλησίας]], ενώ τιμάται επίσης ιδιαιτέρως στο Άγιο Όρος. Μάλιστα υπάρχει διένεξη μεταξύ [[Ρουμανική Εκκλησία|Ρουμάνων]] και [[Ουκρανική Εκκλησία|Ουκρανών]] σχετικά με την καταγωγή του.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size: 85%"><references/></div><br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί|Παΐσιος Β]]<br />
[[Κατηγορία:18ος αιώνας|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Τουρκοκρατία|Π]]<br />
<br />
[[en:Paisius Velichkovsky]]<br />
[[fr:Païssi Vélitchkovsky]]<br />
[[ro:Paisie de la Neamţ]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%B1%CE%90%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%91%CE%B8%CF%89%CE%BD%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82&diff=20873Παΐσιος ο Αθωνίτης2022-09-15T19:37:02Z<p>EGobi: /* Εξωτερικοί Σύνδεσμοι */</p>
<hr />
<div>[[Image:Γέροντας_Παίσιος.jpg|thumb|right|250px|Ο 'Αγιος Παΐσιος (1924 - 1994)]]<br />
Ο ''''Αγιος Παΐσιος''' (1924-1994) ή '''Παΐσιος ο Αθωνίτης''', κατά κόσμον ''Αρσένιος Εζνεπίδης'', ήταν Έλληνας [[μοναχός|μοναχός]] που έζησε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Η φήμη του ως αγίου στο ορθόδοξο ποίμνιο είναι μεγάλη, λόγω της προσωπικότητάς του και του πλήθους των μαρτυριών από ανθρώπους ορθόδοξων πιστών και μη, για τα χαρίσματα που διέθετε (''χάρισμα προφητικό, θεραπευτικό κλπ''). Ο ίδιος έζησε σε παιδική ηλικία τα δύσκολα χρόνια του Ελληνικού ξεριζωμού, ενώ επέδειξε μοναχική κλίση από την παιδική του ηλικία, με σταθερή προσήλωσή στη μελέτη των Γραφών και την προσευχή. Σήμερα ο ''σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ.κ. Ιερόθεος Βλάχος'', έχει προτείνει την κατάταξη του στα δίπτυχα της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Εκκλησίας]] ως Αγίου.<br />
<br />
==Ο βίος του ==<br />
<br />
===Νεανική ηλικία===<br />
<br />
Ο '''Γέρων Παΐσιος''' γεννήθηκε στα ''Φάρασα της Καππαδοκίας'', στη ''Μικρά Ασία'', στις ''25 Ιουλίου'' του ''1924''. Ο πατέρας του ονομάζονταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των ''Φαράσων'' και η μητέρα του ''Ευλαμπία'', ενώ είχε ακόμα 8 αδέλφια. Στις ''7 Αυγούστου του 1924'', μια εβδομάδα πριν οι κάτοικοι των Φαράσων φύγουν για την ''Ελλάδα'', ο Γέροντας [[βάπτισμα|βαπτίστηκε]] από τον [[Αρσένιος ο Καππαδόκης|Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη]], ο οποίος επέμεινε και του έδωσε το όνομά του ''"για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του"'', όπως χαρακτηριστικά είχε πει. Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις ''14 Σεπτεμβρίου του 1924'' η οικογένεια Εζνεπίδη μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον [[Άγιος Γεώργιος|Άγιο Γεώργιο]] του ''Πειραιά'' και εν συνεχεία πήγε στην ''Κέρκυρα'', όπου και διέμεινε για ενάμιση χρόνο στο Κάστρο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην ''Ηγουμενίτσα'' και κατέληξε στην ''Κόνιτσα''. Εκεί ο μικρός Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του ''"με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο"''. Χαρακτηριστικό όμως είναι ότι από αυτή την ηλικία επεδείκνυε ιδιαίτερη κλίση προς το μοναχισμό, που διακαώς επιθυμούσε.<br />
<br />
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στο στρατό ο Αρσένιος εργάστηκε σαν ξυλουργός και εν συνεχεία, το 1945 κατατάχτηκε στο ''στρατό'' και υπηρέτησε σαν ''ασυρματιστής'' κατά τον ''ελληνικό εμφύλιο''. Το 1949 απολύθηκε.<br />
<br />
===Μοναστικός Βίος===<br />
<br />
====Τα πρώτα χρόνια====<br />
<br />
Ο ''πατέρας Παΐσιος'' πρώτη φορά εισήλθε στο [[Άγιο Όρος]] για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στον κοσμικό βίο για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του και τότε ουσιαστικά εισήχθη στο [[Άγιο Όρος]]. Η πρώτη μονή στην οποία κατευθύνθηκε και παρέμεινε για ένα βράδυ ήταν η [[Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου]] στις [[Καρυές]] και εν συνεχεία κατέλυσε στη [[Ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος|σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος]], στο κελί των ''Εισοδίων της Θεοτόκου''. Εκεί θα γνωρίσει τον ''πατέρα Κύριλλο'' που ήταν ηγούμενος στη μονή και θα τον ακολουθήσει. Λίγο αργότερα αποχωρεί από τη μονή και κατευθύνεται στην [[Ιερά Μονή Εσφιγμένου]]. Εκεί του διαβάστηκε η τελετή της [[Ρασοευχή|ρασοευχής]] και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν '''Αβέρκιος'''. Ο Αβέρκιος, όπως ονομαζόταν πλέον, ξεχώρισε αμέσως για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και κατανόηση που έδειχνε για τους «αδελφούς» του, την πιστή υπακοή στο γέροντά του και τη ταπεινοφροσύνη, θεωρώντας εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην πράξη. Προσευχόταν έντονα και διάβαζε διαρκώς και ιδιαίτερα τον [[Αββάς Ισαάκ|Αββά Ισαάκ]].<br />
<br />
Το 1954 έφυγε από τη ''μονή Εσφιγμένου'' και κατευθύνθηκε προς την [[Ιερά Μονή Φιλόθεου]], που ήταν ''Ιδιόρρυθμο μοναστήρι'' όπου μόναζε και ένας θείος του. Η συνάντησή του όμως με τον ''Γέροντα Συμεών'' θα είναι καταλυτική για την πορεία και διαμόρφωση του μοναχικού χαρακτήρα του Παϊσίου. Μετά από δύο χρόνια, το 1956, χειροθετείται ''Σταυροφόρος'', παίρνει το ''Μικρό Σχήμα'' και μετονομάζεται ''Παΐσιος'' χάρη στο [[Μητροπολίτης|Μητροπολίτη]] [[Καισάρεια|Καισαρείας]] [[Παΐσιος Β΄ Καισαρείας|Παΐσιο το Β΄]]. Το 1958 ύστερα από ''"εσωτερική πληροφόρηση"'' φεύγει για το Στόμιο Κονίτσης, όπου πραγματοποιεί σημαντικό [[Αίρεση|αντιαιρετικό]], ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο, στηρίζοντας τον τοπικό λαό στη δύσκολη εποχή που διένυε, με αιχμή το λόγο του [[Ευαγγέλιο|ευαγγελίου]]. 4 έτη έμεινε στην [[Ιερά Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου]] στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την προσφορά και τον μετριοπαθή χαρακτήρα του. Φεύγοντας, μετακινήθηκε στο [[Όρος Σινά]] στο κελί των ''Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης''. Εκεί εργάστηκε ως ξυλουργός και επέδειξε υψηλό φρόνημα ελεημοσύνης, αφού ότι κέρδιζε από το διακόνημά του τα έδινε σε φιλανθρωπίες στους Βεδουίνους, ιδίως δε, τρόφιμα και φάρμακα.<br />
<br />
====Επιστροφή στο Άγιο Όρος====<br />
<br />
Το 1964 επέστρεψε στο [[Άγιο Όρος]], από όπου δεν ξαναέφυγε ποτέ. Η σκήτη η οποία τον φιλοξένησε ήταν η ''Ιβήρων''. Στο διάστημα που παρέμεινε εκεί, και συγκεκριμένα το 1966 ασθένησε σοβαρά και εισηχθεί στο ''Νοσοκομείο Παπανικολάου''. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο [[Άγιο Όρος]] φιλοξενήθηκε στην [[Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου]] στη ''Σουρωτή''. Επέστρεψε στο [[Άγιο Όρος]] μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μετακινήθηκε στα [[Κατουνάκια]] και συγκεκριμένα στο ''Λαυρεώτικο κελί του Υπάτου''. Από τότε άρχισε να δέχεται πολλές επισκέψεις. Ήδη το όνομά του αυτή την εποχή έχει αρχίσει να γίνεται γνωστό μακριά από το Όρος και κάθε λογής βασανισμένοι άνθρωποι οδηγούνταν σε αυτόν μαθαίνοντας για ένα χαρισματικό μοναχό που ονομάζεται Παΐσιος. Το επόμενο έτος μεταφέρεται στη [[Ιερά Μονή Σταυρονικήτα]], όπου βοηθάει σημαντικά σε χειρωνακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Συχνά μάλιστα βοηθάει ως [[Ψάλτης|ψάλτης]] στη [[Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας |Σκήτη Τιμίου Προδρόμου]] το Γέροντα Τυχώνα. Οι δύο γέροντες ανέπτυξαν δυνατή φιλία η οποία τερματίσθηκε με την κοίμηση του ''Γέρωντα Τυχώνα'' το ''1968''. Ο Παΐσιος έμεινε στο κελί του ''Γέροντα Τυχώνα'' για ένδεκα έτη μετά την κοίμησή του, πράγμα που ήταν επιθυμία του φίλου του λίγο πριν πεθάνει.<br />
<br />
Το 1979 αποχώρησε από την [[Σκήτη Τιμίου Προδρόμου|σκήτη του Τιμίου Προδρόμου]] και κατευθύνθηκε προς την [[Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου]]. Εκεί εισχώρησε στη μοναχική αδελφότητα ως [[εξαρχηματικός μοναχός]]. Η [[Παναγούδα]] ήταν μια σκήτη εγκαταλελειμμένη και ο Παΐσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με ''ομόλογο'', όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην ''Παναγούδα'' πλήθος λαού τον επισκεπτόταν, ενώ γινόταν και αποδέκτης πολλών επιστολών. Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες (ψυχικές ή σωματικές). Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμα του συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Συνέχισε πάντα να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει ανθρώπους, οι οποίοι στο πρόσωπό του έβλεπαν ένα σκεύος εκλογής και αγιότητος, ένα άνθρωπο να μοιραστούν τα βάρη της ζωής.<br />
<br />
====Οι ασθένειες του Γέροντα και η κοίμησή του====<br />
<br />
Το 1966 ο γέροντας νοσηλεύθηκε στο ''Νοσοκομείο Παπανικολάου λόγω βρογχεκτασιών''. Μετά την επέμβαση για την αφαίρεσή τους και λόγω της χρήσης ισχυρών ''αντιβιοτικών'' ο γέροντας παθαίνει ''ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα'', η οποία του αφήνει μόνιμα ''δυσπεπτικά'' προβλήματα. Αργότερα, κάποια στιγμή όταν βρισκόταν στη φάση της πρέσας έπαθε ''βουβωνοκήλη''. Αρνείται να νοσηλευτεί και υπομένει την ασθένεια, η οποία του έδινε φοβερούς πόνους για τέσσερα ή πέντε χρόνια. Κάποια μέρα σε μια επίσκεψή του στη ''Σουρωτή'', κάποιοι γνωστοί του γιατροί κυριολεκτικά τον απήγαγαν και τον οδήγησαν στο ''Θεαγένειο νοσοκομείο'', όπου και χειρουργήθηκε. Παρά την αντίθεση των γιατρών, ο γέροντας συνέχισε την σκληρή ασκητική ζωή και τις χειρωνακτικές εργασίες κάτι που επιδείνωσε και άλλο την κατάσταση της υγείας του.<br />
<br />
Μετά το 1993 άρχισε να παρουσιάζει αιμορραγίες, για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «''όλα θα βολευτούν με το χώμα''». Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Παΐσιος βγαίνει για τελευταία φορά από το Όρος και πηγαίνει στη Σουρωτή, στο [[Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου]] για τη γιορτή του [[Αρσένιος ο Καππαδόκης|Αγίου Αρσενίου]] (10 Νοεμβρίου). Εκεί μένει για λίγες μέρες και ενώ ετοιμάζεται να φύγει ασθενεί και μεταφέρεται στο ''Θεαγένειο'', όπου του γίνεται διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Στις ''4 Φεβρουαρίου του 1994'' ο γέροντας χειρουργείται. Παρότι η ασθένεια δεν σταμάτησε (παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ), ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις [[13 Ιουνίου]]. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει. <br />
<br />
Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοινώνουν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της [[Αγία Ευφημία|Αγίας Ευφημίας]]) ο γέροντας ''κοινώνησε'' για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Τελικά ο Γέροντας Παΐσιος ''κοιμήθηκε'' την ''Τρίτη 12 Ιουλίου 1994'' και ώρα 11:00. Ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του ''Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου'' στη ''Σουρωτή Θεσσαλονίκης''. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην επέτειο κοιμήσεως του Γέροντος, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.<br />
<br />
==Πνευματική Παρακαταθήκη του Γέροντα Παΐσιου==<br />
<br />
===Γενικά===<br />
<br />
Ο Γέρων Παΐσιος ήταν ένας πολύ απλός άνθρωπος, ο οποίος πίστευε στο λόγο του ευαγγελίου κάνοντας τρόπο ζωής τον μοναστικό βίο και τις διδαχές της ορθόδοξης ασκητικής παράδοσης. Παρότι οι εγκύκλιες γνώσεις του, περιορίζονταν σε γνώσεις δημοτικού, ξεχώριζε για την «''χαριτωμένη''» απλότητά του και την έντονη αγωνία που τον διακατείχε για την βοήθεια των συνανθρώπων του, που αναζητούσαν ένα πνευματικό καθοδηγητή. Ο ίδιος αποτελούσε παράδειγμα ανθρώπου αφιερωμένου στον Θεό, αφαιρώντας τις προσωπικές επιδιώξεις και τα προσωπικά θελήματα. Η υπακοή, η άσκηση, η ταπείνωση, η ευσέβεια, το φιλότιμο και πάνω από όλα η αγάπη και η μακροθυμία ήταν ο τρόπος ζωής για τον ίδιο. Οι χαριτωμένες διδαχές του, αποτελούσαν ευαγγελική όαση σε όσους αποζητούσαν ένα λόγο παρηγοριάς και παραμυθίας στους λογής ταλαιπωρημένους ανθρώπους που το επισκέπτονταν.<br />
<br />
===Διδαχές===<br />
<br />
*'''Λογισμοί'': Μεγάλο βάρος έδινε στον λογισμό ο Γέροντας. Πάντα ανέφερε ότι όλα ξεκινούν από τους καλούς λογισμούς, οι οποίοι αποδιώκουν τους κακούς. Να σκεπτόμαστε θετικά για τον συνάνθρωπο και όχι αρνητικά, γιατί αλλιώς εισέρχεται η πονηριά στον άνθρωπο και η ισχυρογνωμοσύνη. Μάλιστα ανέφερε να μην εμπιστευόμαστε και τους δικούς μας λογισμούς και να δίνουμε χώρο στο θέλημα του Θεού, γιατί όποιος κάνει κάτι τέτοιο βγαίνει πάντα κερδισμένος.<br />
<br />
*''Φιλότιμο'': Ο Γέροντας διαρκώς ανέφερε ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν και αρχοντική αγάπη. «''Ότι προσφέρουμε ή κάνουμε''», έλεγε «''πρέπει να γίνεται φιλότιμα και όχι αναγκαστικά και συμφεροντολογικά. Να μην ακολουθούμε από φόβο αλλά να έχουμε θέληση και καλή προαίρεση, όπως και ο Χριστός όταν ήρθε σε αυτόν τον κόσμο''».<br />
<br />
*''Θεία Δικαιοσύνη'': Ανέφερε διαρκώς πως αν ο άνθρωπος θέλει να ομοιάσει στους Αγίους πρέπει να εφαρμόζει την ''Θεία δικαιοσύνη'' και όχι την ανθρώπινη. Η ανθρώπινη δικαιοσύνη κατά τον Γέροντα είναι τυφλή και υπάρχει για να αποτρέπει τους κακούς και πονηρούς ανθρώπους. Η ''Θεία δικαιοσύνη'' όμως στοχεύει να εξυπηρετεί τον αδύναμο άνθρωπο και αυτούς που έχουν ανάγκη. Όταν εφαρμόζουμε την Θεϊκή δικαιοσύνη τότε αποφεύγουμε τις έριδες, τις κατακρίσεις και τις διαφορές με τους συνανθρώπους μας.<br />
<br />
*''Θεία Πρόνοια'': Η ''Θεία πρόνοια'' είναι ανεξιχνίαστη και ανεξερεύνητη, στοχεύει στη σωτηρία του ανθρώπου και την αιώνια ζωή. Επεσήμανε πως δεν πρέπει συνέχεια να μεριμνούμε για τα «''βιοτικά''» πράγματα, γιατί ο Θεός προνοεί έτσι ώστε να μας δίνει αυτό που ποθούμε, πολλές φορές πριν καν το ζητήσουμε, αρκεί το μυαλό μας να βρίσκεται σε Αυτόν και να προσευχόμαστε. Όταν συμβαίνει κάτι άσχημο σε κάποιον είναι παραχώρηση από το Θεό και όχι σταλμένο από αυτόν, έτσι ώστε να εκπαιδεύσει του ανθρώπους ένεκα της οικονομίας Του.<br />
<br />
*''Ταπείνωση'': Η ''ταπείνωση'' για το γέροντα ήταν το θεμελιώδες στοιχείο της σωτηρίας του ανθρώπου και γενικότερα το στοιχείο το οποίο επιφέρει τις καλές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ανέφερε μάλιστα ότι ο Θεός «''αδυνατεί''» να βοηθήσει όταν ο άνθρωπος δεν ταπεινώνεται και προσπαθεί τότε με κάθε τρόπο να επιφέρει την ταπείνωση, μέσω των παθών. Χωρίς ταπείνωση, συνέχιζε «''δεν επέρχεται η Θεία Χάρις, κλείνουμε την καρδιά μας από το Χριστό και ότι αρχικά κερδίζουμε γρήγορα το ξαναχάνουμε''».<br />
<br />
*''Υπακοή'': Η πλήρης υπακοή, σύμφωνα με το γέροντα επιφέρει την ταπείνωση που είναι η αρχή όλων των καλών. «''Να υπακούμε και όταν αδικούμαστε, γιατί ο Θεός ανταποδίδει την υπομονή στην αδικία''» συχνά έλεγε. «''Σήμερα όλοι είναι ανυπόμονοι, οι υπομονετικοί όμως σύμφωνα με το Χριστό θα κερδίσουν την βασιλεία των ουρανών''» κατέληγε.<br />
<br />
*''Προφητείες'': Ο Γέροντας πραγματοποίησε και αρκετές [[Προφητεία|προφητείες]]. Δυστυχώς όμως πολλοί καπηλεύονταν τις διδαχές του γέροντος, λέγοντας πολλά πράγματα, είτε για ίδιον όφελος, είτε για εθνικά φρονήματα, που ο ίδιος ποτέ δεν ανέφερε, κάτι που τον λυπούσε ενώ ήταν ήδη εν ζωή. Οι περισσότερες από αυτές αφορούσαν τα τεκταινόμενα που έχουν να κάνουν με τη [[Κωνσταντινούπολη]], επεξηγήσεις πάνω στις προφητείες του [[Κοσμάς ο Αιτωλός|Κοσμά του Αιτωλού]] αλλά και περί [[Αντίχριστος|Αντιχρίστου]].<br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Ιερομονάχου Χριστοδούλου Αγιορείτου, «''Ο Γέρων Παΐσιος''» , Έκδοση «''Η Παναγία, Η φοβερά προστασία''», Θεσσαλονίκη, 2000.<br />
<br />
==Εξωτερικοί Σύνδεσμοι==<br />
* [http://www.rel.gr/index.php?rpage=paisios&rpage2= Γέροντας Παΐσιος. Βίος - Διδαχές]<br />
* [http://clubs.pathfinder.gr/emmaous/188425?folder=25590 Αποσπάσματα από το βιβλίο του Γέροντα Παϊσίου «ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ» και από άλλα βιβλία.]<br />
* [http://www.orthodoxphotos.com/Orthodox_Elders/Greek/Fr._Paisios/index.shtml Ιστοσελίδα αφιερωμένη στους ορθόδοξους μοναχούς]<br />
* [http://www.pigizois.net/afieromata/paisios/agioritis.htm Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ Αρχιμανδρίτη Γεωργίου]<br />
* [http://www.pigizois.net/afieromata/paisios/simeia_kairon_ger_paisiou_agioritou.pdf Ιδιόγραφο κείμενο του Γέροντος Παισίου "Σημεία των καιρών"]<br />
<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί|Παΐσιος Αθωνίτης]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Π]]<br />
<br />
[[en:Paisios (Eznepidis)]]<br />
[[pt:Paísios do Monte Athos]]<br />
[[ro:Paisie Aghioritul]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%B1%CE%90%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%91%CE%B8%CF%89%CE%BD%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82&diff=20872Παΐσιος ο Αθωνίτης2022-09-15T19:35:30Z<p>EGobi: /* Εξωτερικοί Σύνδεσμοι */</p>
<hr />
<div>[[Image:Γέροντας_Παίσιος.jpg|thumb|right|250px|Ο 'Αγιος Παΐσιος (1924 - 1994)]]<br />
Ο ''''Αγιος Παΐσιος''' (1924-1994) ή '''Παΐσιος ο Αθωνίτης''', κατά κόσμον ''Αρσένιος Εζνεπίδης'', ήταν Έλληνας [[μοναχός|μοναχός]] που έζησε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Η φήμη του ως αγίου στο ορθόδοξο ποίμνιο είναι μεγάλη, λόγω της προσωπικότητάς του και του πλήθους των μαρτυριών από ανθρώπους ορθόδοξων πιστών και μη, για τα χαρίσματα που διέθετε (''χάρισμα προφητικό, θεραπευτικό κλπ''). Ο ίδιος έζησε σε παιδική ηλικία τα δύσκολα χρόνια του Ελληνικού ξεριζωμού, ενώ επέδειξε μοναχική κλίση από την παιδική του ηλικία, με σταθερή προσήλωσή στη μελέτη των Γραφών και την προσευχή. Σήμερα ο ''σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ.κ. Ιερόθεος Βλάχος'', έχει προτείνει την κατάταξη του στα δίπτυχα της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Εκκλησίας]] ως Αγίου.<br />
<br />
==Ο βίος του ==<br />
<br />
===Νεανική ηλικία===<br />
<br />
Ο '''Γέρων Παΐσιος''' γεννήθηκε στα ''Φάρασα της Καππαδοκίας'', στη ''Μικρά Ασία'', στις ''25 Ιουλίου'' του ''1924''. Ο πατέρας του ονομάζονταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των ''Φαράσων'' και η μητέρα του ''Ευλαμπία'', ενώ είχε ακόμα 8 αδέλφια. Στις ''7 Αυγούστου του 1924'', μια εβδομάδα πριν οι κάτοικοι των Φαράσων φύγουν για την ''Ελλάδα'', ο Γέροντας [[βάπτισμα|βαπτίστηκε]] από τον [[Αρσένιος ο Καππαδόκης|Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη]], ο οποίος επέμεινε και του έδωσε το όνομά του ''"για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του"'', όπως χαρακτηριστικά είχε πει. Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις ''14 Σεπτεμβρίου του 1924'' η οικογένεια Εζνεπίδη μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον [[Άγιος Γεώργιος|Άγιο Γεώργιο]] του ''Πειραιά'' και εν συνεχεία πήγε στην ''Κέρκυρα'', όπου και διέμεινε για ενάμιση χρόνο στο Κάστρο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην ''Ηγουμενίτσα'' και κατέληξε στην ''Κόνιτσα''. Εκεί ο μικρός Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του ''"με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο"''. Χαρακτηριστικό όμως είναι ότι από αυτή την ηλικία επεδείκνυε ιδιαίτερη κλίση προς το μοναχισμό, που διακαώς επιθυμούσε.<br />
<br />
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στο στρατό ο Αρσένιος εργάστηκε σαν ξυλουργός και εν συνεχεία, το 1945 κατατάχτηκε στο ''στρατό'' και υπηρέτησε σαν ''ασυρματιστής'' κατά τον ''ελληνικό εμφύλιο''. Το 1949 απολύθηκε.<br />
<br />
===Μοναστικός Βίος===<br />
<br />
====Τα πρώτα χρόνια====<br />
<br />
Ο ''πατέρας Παΐσιος'' πρώτη φορά εισήλθε στο [[Άγιο Όρος]] για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στον κοσμικό βίο για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του και τότε ουσιαστικά εισήχθη στο [[Άγιο Όρος]]. Η πρώτη μονή στην οποία κατευθύνθηκε και παρέμεινε για ένα βράδυ ήταν η [[Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου]] στις [[Καρυές]] και εν συνεχεία κατέλυσε στη [[Ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος|σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος]], στο κελί των ''Εισοδίων της Θεοτόκου''. Εκεί θα γνωρίσει τον ''πατέρα Κύριλλο'' που ήταν ηγούμενος στη μονή και θα τον ακολουθήσει. Λίγο αργότερα αποχωρεί από τη μονή και κατευθύνεται στην [[Ιερά Μονή Εσφιγμένου]]. Εκεί του διαβάστηκε η τελετή της [[Ρασοευχή|ρασοευχής]] και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν '''Αβέρκιος'''. Ο Αβέρκιος, όπως ονομαζόταν πλέον, ξεχώρισε αμέσως για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και κατανόηση που έδειχνε για τους «αδελφούς» του, την πιστή υπακοή στο γέροντά του και τη ταπεινοφροσύνη, θεωρώντας εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην πράξη. Προσευχόταν έντονα και διάβαζε διαρκώς και ιδιαίτερα τον [[Αββάς Ισαάκ|Αββά Ισαάκ]].<br />
<br />
Το 1954 έφυγε από τη ''μονή Εσφιγμένου'' και κατευθύνθηκε προς την [[Ιερά Μονή Φιλόθεου]], που ήταν ''Ιδιόρρυθμο μοναστήρι'' όπου μόναζε και ένας θείος του. Η συνάντησή του όμως με τον ''Γέροντα Συμεών'' θα είναι καταλυτική για την πορεία και διαμόρφωση του μοναχικού χαρακτήρα του Παϊσίου. Μετά από δύο χρόνια, το 1956, χειροθετείται ''Σταυροφόρος'', παίρνει το ''Μικρό Σχήμα'' και μετονομάζεται ''Παΐσιος'' χάρη στο [[Μητροπολίτης|Μητροπολίτη]] [[Καισάρεια|Καισαρείας]] [[Παΐσιος Β΄ Καισαρείας|Παΐσιο το Β΄]]. Το 1958 ύστερα από ''"εσωτερική πληροφόρηση"'' φεύγει για το Στόμιο Κονίτσης, όπου πραγματοποιεί σημαντικό [[Αίρεση|αντιαιρετικό]], ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο, στηρίζοντας τον τοπικό λαό στη δύσκολη εποχή που διένυε, με αιχμή το λόγο του [[Ευαγγέλιο|ευαγγελίου]]. 4 έτη έμεινε στην [[Ιερά Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου]] στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την προσφορά και τον μετριοπαθή χαρακτήρα του. Φεύγοντας, μετακινήθηκε στο [[Όρος Σινά]] στο κελί των ''Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης''. Εκεί εργάστηκε ως ξυλουργός και επέδειξε υψηλό φρόνημα ελεημοσύνης, αφού ότι κέρδιζε από το διακόνημά του τα έδινε σε φιλανθρωπίες στους Βεδουίνους, ιδίως δε, τρόφιμα και φάρμακα.<br />
<br />
====Επιστροφή στο Άγιο Όρος====<br />
<br />
Το 1964 επέστρεψε στο [[Άγιο Όρος]], από όπου δεν ξαναέφυγε ποτέ. Η σκήτη η οποία τον φιλοξένησε ήταν η ''Ιβήρων''. Στο διάστημα που παρέμεινε εκεί, και συγκεκριμένα το 1966 ασθένησε σοβαρά και εισηχθεί στο ''Νοσοκομείο Παπανικολάου''. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο [[Άγιο Όρος]] φιλοξενήθηκε στην [[Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου]] στη ''Σουρωτή''. Επέστρεψε στο [[Άγιο Όρος]] μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μετακινήθηκε στα [[Κατουνάκια]] και συγκεκριμένα στο ''Λαυρεώτικο κελί του Υπάτου''. Από τότε άρχισε να δέχεται πολλές επισκέψεις. Ήδη το όνομά του αυτή την εποχή έχει αρχίσει να γίνεται γνωστό μακριά από το Όρος και κάθε λογής βασανισμένοι άνθρωποι οδηγούνταν σε αυτόν μαθαίνοντας για ένα χαρισματικό μοναχό που ονομάζεται Παΐσιος. Το επόμενο έτος μεταφέρεται στη [[Ιερά Μονή Σταυρονικήτα]], όπου βοηθάει σημαντικά σε χειρωνακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Συχνά μάλιστα βοηθάει ως [[Ψάλτης|ψάλτης]] στη [[Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας |Σκήτη Τιμίου Προδρόμου]] το Γέροντα Τυχώνα. Οι δύο γέροντες ανέπτυξαν δυνατή φιλία η οποία τερματίσθηκε με την κοίμηση του ''Γέρωντα Τυχώνα'' το ''1968''. Ο Παΐσιος έμεινε στο κελί του ''Γέροντα Τυχώνα'' για ένδεκα έτη μετά την κοίμησή του, πράγμα που ήταν επιθυμία του φίλου του λίγο πριν πεθάνει.<br />
<br />
Το 1979 αποχώρησε από την [[Σκήτη Τιμίου Προδρόμου|σκήτη του Τιμίου Προδρόμου]] και κατευθύνθηκε προς την [[Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου]]. Εκεί εισχώρησε στη μοναχική αδελφότητα ως [[εξαρχηματικός μοναχός]]. Η [[Παναγούδα]] ήταν μια σκήτη εγκαταλελειμμένη και ο Παΐσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με ''ομόλογο'', όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην ''Παναγούδα'' πλήθος λαού τον επισκεπτόταν, ενώ γινόταν και αποδέκτης πολλών επιστολών. Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες (ψυχικές ή σωματικές). Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμα του συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Συνέχισε πάντα να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει ανθρώπους, οι οποίοι στο πρόσωπό του έβλεπαν ένα σκεύος εκλογής και αγιότητος, ένα άνθρωπο να μοιραστούν τα βάρη της ζωής.<br />
<br />
====Οι ασθένειες του Γέροντα και η κοίμησή του====<br />
<br />
Το 1966 ο γέροντας νοσηλεύθηκε στο ''Νοσοκομείο Παπανικολάου λόγω βρογχεκτασιών''. Μετά την επέμβαση για την αφαίρεσή τους και λόγω της χρήσης ισχυρών ''αντιβιοτικών'' ο γέροντας παθαίνει ''ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα'', η οποία του αφήνει μόνιμα ''δυσπεπτικά'' προβλήματα. Αργότερα, κάποια στιγμή όταν βρισκόταν στη φάση της πρέσας έπαθε ''βουβωνοκήλη''. Αρνείται να νοσηλευτεί και υπομένει την ασθένεια, η οποία του έδινε φοβερούς πόνους για τέσσερα ή πέντε χρόνια. Κάποια μέρα σε μια επίσκεψή του στη ''Σουρωτή'', κάποιοι γνωστοί του γιατροί κυριολεκτικά τον απήγαγαν και τον οδήγησαν στο ''Θεαγένειο νοσοκομείο'', όπου και χειρουργήθηκε. Παρά την αντίθεση των γιατρών, ο γέροντας συνέχισε την σκληρή ασκητική ζωή και τις χειρωνακτικές εργασίες κάτι που επιδείνωσε και άλλο την κατάσταση της υγείας του.<br />
<br />
Μετά το 1993 άρχισε να παρουσιάζει αιμορραγίες, για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «''όλα θα βολευτούν με το χώμα''». Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Παΐσιος βγαίνει για τελευταία φορά από το Όρος και πηγαίνει στη Σουρωτή, στο [[Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου]] για τη γιορτή του [[Αρσένιος ο Καππαδόκης|Αγίου Αρσενίου]] (10 Νοεμβρίου). Εκεί μένει για λίγες μέρες και ενώ ετοιμάζεται να φύγει ασθενεί και μεταφέρεται στο ''Θεαγένειο'', όπου του γίνεται διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Στις ''4 Φεβρουαρίου του 1994'' ο γέροντας χειρουργείται. Παρότι η ασθένεια δεν σταμάτησε (παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ), ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις [[13 Ιουνίου]]. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει. <br />
<br />
Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοινώνουν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της [[Αγία Ευφημία|Αγίας Ευφημίας]]) ο γέροντας ''κοινώνησε'' για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Τελικά ο Γέροντας Παΐσιος ''κοιμήθηκε'' την ''Τρίτη 12 Ιουλίου 1994'' και ώρα 11:00. Ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του ''Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου'' στη ''Σουρωτή Θεσσαλονίκης''. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην επέτειο κοιμήσεως του Γέροντος, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.<br />
<br />
==Πνευματική Παρακαταθήκη του Γέροντα Παΐσιου==<br />
<br />
===Γενικά===<br />
<br />
Ο Γέρων Παΐσιος ήταν ένας πολύ απλός άνθρωπος, ο οποίος πίστευε στο λόγο του ευαγγελίου κάνοντας τρόπο ζωής τον μοναστικό βίο και τις διδαχές της ορθόδοξης ασκητικής παράδοσης. Παρότι οι εγκύκλιες γνώσεις του, περιορίζονταν σε γνώσεις δημοτικού, ξεχώριζε για την «''χαριτωμένη''» απλότητά του και την έντονη αγωνία που τον διακατείχε για την βοήθεια των συνανθρώπων του, που αναζητούσαν ένα πνευματικό καθοδηγητή. Ο ίδιος αποτελούσε παράδειγμα ανθρώπου αφιερωμένου στον Θεό, αφαιρώντας τις προσωπικές επιδιώξεις και τα προσωπικά θελήματα. Η υπακοή, η άσκηση, η ταπείνωση, η ευσέβεια, το φιλότιμο και πάνω από όλα η αγάπη και η μακροθυμία ήταν ο τρόπος ζωής για τον ίδιο. Οι χαριτωμένες διδαχές του, αποτελούσαν ευαγγελική όαση σε όσους αποζητούσαν ένα λόγο παρηγοριάς και παραμυθίας στους λογής ταλαιπωρημένους ανθρώπους που το επισκέπτονταν.<br />
<br />
===Διδαχές===<br />
<br />
*'''Λογισμοί'': Μεγάλο βάρος έδινε στον λογισμό ο Γέροντας. Πάντα ανέφερε ότι όλα ξεκινούν από τους καλούς λογισμούς, οι οποίοι αποδιώκουν τους κακούς. Να σκεπτόμαστε θετικά για τον συνάνθρωπο και όχι αρνητικά, γιατί αλλιώς εισέρχεται η πονηριά στον άνθρωπο και η ισχυρογνωμοσύνη. Μάλιστα ανέφερε να μην εμπιστευόμαστε και τους δικούς μας λογισμούς και να δίνουμε χώρο στο θέλημα του Θεού, γιατί όποιος κάνει κάτι τέτοιο βγαίνει πάντα κερδισμένος.<br />
<br />
*''Φιλότιμο'': Ο Γέροντας διαρκώς ανέφερε ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν και αρχοντική αγάπη. «''Ότι προσφέρουμε ή κάνουμε''», έλεγε «''πρέπει να γίνεται φιλότιμα και όχι αναγκαστικά και συμφεροντολογικά. Να μην ακολουθούμε από φόβο αλλά να έχουμε θέληση και καλή προαίρεση, όπως και ο Χριστός όταν ήρθε σε αυτόν τον κόσμο''».<br />
<br />
*''Θεία Δικαιοσύνη'': Ανέφερε διαρκώς πως αν ο άνθρωπος θέλει να ομοιάσει στους Αγίους πρέπει να εφαρμόζει την ''Θεία δικαιοσύνη'' και όχι την ανθρώπινη. Η ανθρώπινη δικαιοσύνη κατά τον Γέροντα είναι τυφλή και υπάρχει για να αποτρέπει τους κακούς και πονηρούς ανθρώπους. Η ''Θεία δικαιοσύνη'' όμως στοχεύει να εξυπηρετεί τον αδύναμο άνθρωπο και αυτούς που έχουν ανάγκη. Όταν εφαρμόζουμε την Θεϊκή δικαιοσύνη τότε αποφεύγουμε τις έριδες, τις κατακρίσεις και τις διαφορές με τους συνανθρώπους μας.<br />
<br />
*''Θεία Πρόνοια'': Η ''Θεία πρόνοια'' είναι ανεξιχνίαστη και ανεξερεύνητη, στοχεύει στη σωτηρία του ανθρώπου και την αιώνια ζωή. Επεσήμανε πως δεν πρέπει συνέχεια να μεριμνούμε για τα «''βιοτικά''» πράγματα, γιατί ο Θεός προνοεί έτσι ώστε να μας δίνει αυτό που ποθούμε, πολλές φορές πριν καν το ζητήσουμε, αρκεί το μυαλό μας να βρίσκεται σε Αυτόν και να προσευχόμαστε. Όταν συμβαίνει κάτι άσχημο σε κάποιον είναι παραχώρηση από το Θεό και όχι σταλμένο από αυτόν, έτσι ώστε να εκπαιδεύσει του ανθρώπους ένεκα της οικονομίας Του.<br />
<br />
*''Ταπείνωση'': Η ''ταπείνωση'' για το γέροντα ήταν το θεμελιώδες στοιχείο της σωτηρίας του ανθρώπου και γενικότερα το στοιχείο το οποίο επιφέρει τις καλές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ανέφερε μάλιστα ότι ο Θεός «''αδυνατεί''» να βοηθήσει όταν ο άνθρωπος δεν ταπεινώνεται και προσπαθεί τότε με κάθε τρόπο να επιφέρει την ταπείνωση, μέσω των παθών. Χωρίς ταπείνωση, συνέχιζε «''δεν επέρχεται η Θεία Χάρις, κλείνουμε την καρδιά μας από το Χριστό και ότι αρχικά κερδίζουμε γρήγορα το ξαναχάνουμε''».<br />
<br />
*''Υπακοή'': Η πλήρης υπακοή, σύμφωνα με το γέροντα επιφέρει την ταπείνωση που είναι η αρχή όλων των καλών. «''Να υπακούμε και όταν αδικούμαστε, γιατί ο Θεός ανταποδίδει την υπομονή στην αδικία''» συχνά έλεγε. «''Σήμερα όλοι είναι ανυπόμονοι, οι υπομονετικοί όμως σύμφωνα με το Χριστό θα κερδίσουν την βασιλεία των ουρανών''» κατέληγε.<br />
<br />
*''Προφητείες'': Ο Γέροντας πραγματοποίησε και αρκετές [[Προφητεία|προφητείες]]. Δυστυχώς όμως πολλοί καπηλεύονταν τις διδαχές του γέροντος, λέγοντας πολλά πράγματα, είτε για ίδιον όφελος, είτε για εθνικά φρονήματα, που ο ίδιος ποτέ δεν ανέφερε, κάτι που τον λυπούσε ενώ ήταν ήδη εν ζωή. Οι περισσότερες από αυτές αφορούσαν τα τεκταινόμενα που έχουν να κάνουν με τη [[Κωνσταντινούπολη]], επεξηγήσεις πάνω στις προφητείες του [[Κοσμάς ο Αιτωλός|Κοσμά του Αιτωλού]] αλλά και περί [[Αντίχριστος|Αντιχρίστου]].<br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Ιερομονάχου Χριστοδούλου Αγιορείτου, «''Ο Γέρων Παΐσιος''» , Έκδοση «''Η Παναγία, Η φοβερά προστασία''», Θεσσαλονίκη, 2000.<br />
<br />
==Εξωτερικοί Σύνδεσμοι==<br />
* [http://www.rel.gr/index.php?rpage=paisios&rpage2= Γέροντας Παΐσιος. Βίος - Διδαχές]<br />
* [http://clubs.pathfinder.gr/emmaous/188425?folder=25590 Αποσπάσματα από το βιβλίο του Γέροντα Παϊσίου «ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ» και από άλλα βιβλία.]<br />
* [http://www.orthodoxphotos.com/Orthodox_Elders/Greek/Fr._Paisios/index.shtml Ιστοσελίδα αφιερωμένη στους ορθόδοξους μοναχούς]<br />
* [http://www.pigizois.net/afieromata/paisios/agioritis.htm Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ Αρχιμανδρίτη Γεωργίου]<br />
* [http://www.pigizois.net/afieromata/paisios/simeia_kairon_ger_paisiou_agioritou.pdf Ιδιόγραφο κείμενο του Γέροντος Παισίου "Σημεία των καιρών"]<br />
<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Π]]<br />
<br />
[[en:Paisios (Eznepidis)]]<br />
[[pt:Paísios do Monte Athos]]<br />
[[ro:Paisie Aghioritul]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CF%83%CE%B1%CE%AC%CE%BA%CE%B9%CE%BF%CF%82,_%CE%86%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82&diff=20859Ισαάκιος, Άγιος2022-08-02T02:12:31Z<p>EGobi: Ἀπολυτίκιον</p>
<hr />
<div>[[Image:0530isaacdalmatian.jpg|right|thumb|200px|Άγιος Ισαάκιος]]<br />
Ο [[Όσιος]] '''Ισαάκιος''', ιδρυτής της Μονής των Δαλματών, έζησε στα μέσα του 4ου αιώνα και έδρασε κυρίως στην [[Κωνσταντινούπολη]]. Ως μοναχός, κατά την παράδοση, επέκρινε δημόσια τον αυτοκράτορα Ουάλη για την προτίμησή του προς την αίρεση του [[Αρειανισμός|Αρειανισμού]] και γι' αυτό φυλακίστηκε. Έγινε γνωστός όταν προέβλεψε το θάνατο του αιρετικού αυτοκράτορα και γι' αυτό ο διάδοχός του Θεοδόσιος τον απελευθέρωσε, αποκατέστησε την Ορθοδοξία και απαγόρευσε τον Αρειανισμό. <br />
<br />
Η προφητεία αυτή έγινε ευρέως γνωστή και αύξησε τη φήμη του οσίου, με αποτέλεσμα, όταν ετοιμάστηκε να φύγει προς την Ανατολή, κόσμος πολύς τον παρακάλεσε να μείνει στην [[Κωνσταντινούπολη]], όπου του έχτισαν ένα μικρό κελί για να μείνει. Εξαιτίας όμως της ακτινοβολίας της αγιότητάς του, συγκεντρώθηκε πλήθος μοναχών, και με τη συνδρομή αρχόντων και λαού, ιδρύθηκε η πρώτη Μονή στην ''Πόλη'', η γνωστή ως [[Μονή των Δαλματών]]. Εκεί έζησε το υπόλοιπο της ζωής του και πέθανε ''"την κοίμησιν αυτού προγνωρίσας εκ θεού"''<ref>Νικόδημος Αγιορείτης, ''Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού'', τόμ. Β', Αθήνησι 1868, σελ. 175Β.</ref>. Η κοίμηση του Ισαακίου, αν και προσδιοριζόταν στις [[:Πρότυπο: 30 Μαΐου|30 Μαΐου]] του 383, από τη νεώτερη έρευνα, τοποθετείται πολύ αργότερα, μάλλον περί το 424 ή 425.<br />
<br />
== Ύμνοι ==<br />
=== Ἀπολυτίκιον ===<br />
: ''Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.''<br />
Τὴν τρίστιχον χορείαν τῶν Ὅσιων τιμήσωμεν, Φαῦστον Ἰσαάκιον ἅμα, καὶ Δαλμάτιον τὸν ἔνδοξον ὡς τρίφωτος λαμπὰς γὰρ ἀρετῶν, σκεδάζουσι τὴν νύκτα τῶν παθῶν, καὶ ταὶς θείαις καταυγάζουσι δωρεαίς, τοὺς πόθω ἀνακράζοντας, δόξα τῷ θαυμαστώσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ μεγαλύναντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι' ὑμῶν, πάσιν ἰάματα.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size: 85%"><references/></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
*"Όσιος Ισαάκιος", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'', τόμ. 6, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 1006-1007.<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Ισαάκιος]]<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί|Ισαάκιος]]<br />
[[Κατηγορία:5ος αιώνας|Ι]]<br />
<br />
[[en:Isaac the Confessor]]<br />
[[pt:Isaque, Dalmácio e Fausto de Constantinopla]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%86%CE%BD%CE%BD%CE%B1,_%CE%91%CE%B3%CE%AF%CE%B1&diff=20851Άννα, Αγία2020-05-30T21:34:03Z<p>EGobi: +ru</p>
<hr />
<div>[[image:Joachimanna.jpg|right|thumb|Οι δίκαιοι Ιωακείμ και Άννα, κρατώντας στην αγκαλιά του τη Θεοτόκο Μαρία]]<br />
Η '''Αγία Άννα''' είναι η μητέρα της [[Παναγία|Θεοτόκου Μαρίας]]. Το όνομά της δεν κατονομάζεται στο βιβλίο της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] και οι όποιες πληροφορίες σχετικά με τη ζωή της προκύπτουν από τα [[απόκρυφα]] κείμενα τα οποία διασώθηκαν<ref>Κυρίως το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ιακώβου και το βιβλίο περί νηπιότητος του Σωτήρος</ref>. Η Εκκλησία δέχεται τα γεγραμμένα σε αυτά ως αληθή γεγονότα, καθώς περιέχουν πολλά αληθή στοιχεία<ref>ΘΗΕ, τ. 2, σελ. 834</ref>. <br />
<br />
Σύμφωνα με τις περιγραφές, καταγόταν από τη φυλή του Λευί και ο πατέρας της ήταν ο ιερέας Ματθάν. Η μητέρα της ονομαζόταν και αυτή Μαρία και είχε δύο αδελφές, την Μαρία και τη Σοβήν. Η Αγία Άννα είχε νυμφευτεί τον δίκαιο [[Ιωακείμ ο δίκαιος|Ιωακείμ]], όπου τελικά αξιώθηκαν να αποκτήσουν ένα παιδί, μετά από πολλές θλίψεις και προσευχές, εξ αιτίας του ότι δεν είχαν είχαν αποκτήσει παιδί, κάτι που για την εποχή τους αποτελούσε όνειδος. Τελικά [[άγγελος]] Κυρίου, αποκάλυψε στην Αγία Άννα, ότι θα αποκτήσει κόρη, όντς σε ηλικία 70 ετών. Αυτή ήταν η Υπεραγία Θεοτόκος, που έμελλε να φέρει στον κόσμο τον θεάνθρωπο Χριστό, ο οποίος ήταν ο προφητευμένος από την [[Παλαιά Διαθήκη]], [[Χριστός|Υιός του Θεού]]. <br />
<br />
Η Αγία Άννα μεγάλωσε τη Μαρία, που ήταν μοναχοκόρη της, μέσα σε κλίμα θρησκευτικής κατανύξεως, αφού την είχε αφιερώσει στο Θεό. Έζησε βίο μέσα σε [[νηστεία]] και [[προσευχή]] και παρέδωσε τελικά ειρηνικά το πνεύμα της, σε ηλικία 83 ετών. Η κοίμηση της Αγίας Άννας, τιμάται στις [[Πρότυπο:25 Ιουλίου|25 Ιουλίου]], ενώ επίσης εορτάζεται στις [[Πρότυπο:8 Δεκέμβριος|8 Δεκεμβρίου]], όπου τιμάται η σύλληψή της, αλλά και στις [[Πρότυπο:9 Σεπτέμβριος|9 Σεπτεμβρίου]], μαζί με τον άνδρα της Ιωακείμ.<br />
<br />
== Υποσημειώσεις ==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001. <br />
*Λήμμα Άννα, ΘΗΕ, Μαρτίνος, Αθήνα, 1962-1968.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Α]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Α]]<br />
<br />
[[en:Joachim and Anna]]<br />
[[fr:Joachim et Anne]]<br />
[[pt:Joaquim e Ana, os Justos]]<br />
[[ro:Ioachim și Ana]]<br />
[[ru:Иоаким и Анна]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CF%89%CE%B1%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BC_%CE%BF_%CE%B4%CE%AF%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CE%BF%CF%82&diff=20850Ιωακείμ ο δίκαιος2020-05-30T21:33:37Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>[[image:Joachimanna.jpg|right|thumb|Οι δίκαιοι Ιωακείμ και Άννα, κρατώντας στην αγκαλιά του τη Θεοτόκο Μαρία]]<br />
Ο '''Άγιος Ιωακείμ ο δίκαιος''', είναι ο πατέρας της [[Θεοτόκος|Θεοτόκου]] Μαρίας. Το όνομά του δε μας γνωστοποιείται μέσω της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], αλλά μέσω του [[Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου|Πρωτευεγγελίου του Ιακώβου]]<ref>ΘΗΕ, τ. 6, σελ. 1091</ref>, ενώ τα περισσότερα στοιχεία που γνωρίζουμε γι αυτόν στηρίζονται σε [[απόκρυφα]] κείμενα. Η μνήμη εορτάζεται στις [[Πρότυπο:9 Σεπτέμβριος|9 Σεπτεμεβρίου]] των Αγίων δικαίων θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, μία ημέρα μετά το γενέθλιο της Θεοτόκου καθώς και στις [[Πρότυπο:25 Ιουλίου|25 Ιουλίου]], κατά την κοίμηση της [[Άννα, Αγία|Αγίας Άννας]].<br />
<br />
Σύμφωνα τώρα με τα απόκρυφα κείμενα, ο Ιωακείμ ήταν πλούσιος ευγενής, υιός του Ελιακείμ, από τη φυλή του Ιούδα και απόγονος του [[Δαβίδ]]. Ήταν έκπτωτος θρόνου και διέμενε στην περιοχή της Ιουδαίας, αλλά κυρίως στην Ιερουσαλήμ. Νυμφεύτηκε την Αγία Άννα, επισης από τη φυλή του Ιούδα. Ο ίδιος εκοιμήθη ειρηνικώς σε ηλικία 92 ετών, 8 έτη μετά τα [[Εισόδια της Θεοτόκου]], ενώ η Αγία Άννα 11 μήνες αργότερα σε ηλικία 83 ετών. Τη Θεοτόκο την απέκτησαν θαυματουργικώς σε ηλικία 80 και 70 ετών αντίστοιχα.<br />
<br />
== Υποσημειώσεις ==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001. <br />
*Λήμμα Ιωακείμ, ΘΗΕ, Αθήνα, 1962-1968.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Ι]]<br />
<br />
[[en:Joachim and Anna]]<br />
[[fr:Joachim et Anne]]<br />
[[pt:Joaquim e Ana, os Justos]]<br />
[[ro:Ioachim și Ana]]<br />
[[ru:Иоаким и Анна]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CF%89%CE%B1%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BC_%CE%BF_%CE%B4%CE%AF%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CE%BF%CF%82&diff=20849Ιωακείμ ο δίκαιος2020-05-30T21:29:45Z<p>EGobi: +pt,ru</p>
<hr />
<div>[[image:Joachimanna.jpg|right|thumb|Οι δίκαιοι Ιωακείμ και Άννα, κρατώντας στην αγκαλιά του τη Θεοτόκο Μαρία]]<br />
Ο '''Άγιος Ιωακείμ ο δίκαιος''', είναι ο πατέρας της [[Θεοτόκος|Θεοτόκου]] Μαρίας. Το όνομά του δε μας γνωστοποιείται μέσω της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], αλλά μέσω του [[Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου|Πρωτευεγγελίου του Ιακώβου]]<ref>ΘΗΕ, τ. 6, σελ. 1091</ref>, ενώ τα περισσότερα στοιχεία που γνωρίζουμε γι αυτόν στηρίζονται σε [[απόκρυφα]] κείμενα. Η μνήμη εορτάζεται στις [[Πρότυπο:9 Σεπτέμβριος|9 Σεπτεμεβρίου]] των Αγίων δικαίων θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, μία ημέρα μετά το γενέθλιο της Θεοτόκου καθώς και στις [[Πρότυπο:25 Ιουλίου|25 Ιουλίου]], κατά την κοίμηση της [[Άννα, Αγία|Αγίας Άννας]].<br />
<br />
Σύμφωνα τώρα με τα απόκρυφα κείμενα, ο Ιωακείμ ήταν πλούσιος ευγενής, υιός του Ελιακείμ, από τη φυλή του Ιούδα και απόγονος του [[Δαβίδ]]. Ήταν έκπτωτος θρόνου και διέμενε στην περιοχή της Ιουδαίας, αλλά κυρίως στην Ιερουσαλήμ. Νυμφεύτηκε την Αγία Άννα, επισης από τη φυλή του Ιούδα. Ο ίδιος εκοιμήθη ειρηνικώς σε ηλικία 92 ετών, 8 έτη μετά τα [[Εισόδια της Θεοτόκου]], ενώ η Αγία Άννα 11 μήνες αργότερα σε ηλικία 83 ετών. Τη Θεοτόκο την απέκτησαν θαυματουργικώς σε ηλικία 80 και 70 ετών αντίστοιχα.<br />
<br />
== Υποσημειώσεις ==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001. <br />
*Λήμμα Ιωακείμ, ΘΗΕ, Αθήνα, 1962-1968.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Ι]]<br />
<br />
[[en:Joachim and Anna]]<br />
[[fr:Joachim et Anne]]<br />
[[pt:Joaquim e Ana, os Justos]]<br />
[[ro:Ioachim şi Ana]]<br />
[[ru:Иоаким и Анна]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%86%CE%BD%CE%BD%CE%B1,_%CE%91%CE%B3%CE%AF%CE%B1&diff=20848Άννα, Αγία2020-05-30T21:27:46Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>[[image:Joachimanna.jpg|right|thumb|Οι δίκαιοι Ιωακείμ και Άννα, κρατώντας στην αγκαλιά του τη Θεοτόκο Μαρία]]<br />
Η '''Αγία Άννα''' είναι η μητέρα της [[Παναγία|Θεοτόκου Μαρίας]]. Το όνομά της δεν κατονομάζεται στο βιβλίο της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] και οι όποιες πληροφορίες σχετικά με τη ζωή της προκύπτουν από τα [[απόκρυφα]] κείμενα τα οποία διασώθηκαν<ref>Κυρίως το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ιακώβου και το βιβλίο περί νηπιότητος του Σωτήρος</ref>. Η Εκκλησία δέχεται τα γεγραμμένα σε αυτά ως αληθή γεγονότα, καθώς περιέχουν πολλά αληθή στοιχεία<ref>ΘΗΕ, τ. 2, σελ. 834</ref>. <br />
<br />
Σύμφωνα με τις περιγραφές, καταγόταν από τη φυλή του Λευί και ο πατέρας της ήταν ο ιερέας Ματθάν. Η μητέρα της ονομαζόταν και αυτή Μαρία και είχε δύο αδελφές, την Μαρία και τη Σοβήν. Η Αγία Άννα είχε νυμφευτεί τον δίκαιο [[Ιωακείμ ο δίκαιος|Ιωακείμ]], όπου τελικά αξιώθηκαν να αποκτήσουν ένα παιδί, μετά από πολλές θλίψεις και προσευχές, εξ αιτίας του ότι δεν είχαν είχαν αποκτήσει παιδί, κάτι που για την εποχή τους αποτελούσε όνειδος. Τελικά [[άγγελος]] Κυρίου, αποκάλυψε στην Αγία Άννα, ότι θα αποκτήσει κόρη, όντς σε ηλικία 70 ετών. Αυτή ήταν η Υπεραγία Θεοτόκος, που έμελλε να φέρει στον κόσμο τον θεάνθρωπο Χριστό, ο οποίος ήταν ο προφητευμένος από την [[Παλαιά Διαθήκη]], [[Χριστός|Υιός του Θεού]]. <br />
<br />
Η Αγία Άννα μεγάλωσε τη Μαρία, που ήταν μοναχοκόρη της, μέσα σε κλίμα θρησκευτικής κατανύξεως, αφού την είχε αφιερώσει στο Θεό. Έζησε βίο μέσα σε [[νηστεία]] και [[προσευχή]] και παρέδωσε τελικά ειρηνικά το πνεύμα της, σε ηλικία 83 ετών. Η κοίμηση της Αγίας Άννας, τιμάται στις [[Πρότυπο:25 Ιουλίου|25 Ιουλίου]], ενώ επίσης εορτάζεται στις [[Πρότυπο:8 Δεκέμβριος|8 Δεκεμβρίου]], όπου τιμάται η σύλληψή της, αλλά και στις [[Πρότυπο:9 Σεπτέμβριος|9 Σεπτεμβρίου]], μαζί με τον άνδρα της Ιωακείμ.<br />
<br />
== Υποσημειώσεις ==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001. <br />
*Λήμμα Άννα, ΘΗΕ, Μαρτίνος, Αθήνα, 1962-1968.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Α]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Α]]<br />
<br />
[[en:Joachim and Anna]]<br />
[[fr:Joachim et Anne]]<br />
[[pt:Joaquim e Ana, os Justos]]<br />
[[ro:Ioachim şi Ana]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CF%89%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82_%CE%BF_%CE%A7%CF%81%CF%85%CF%83%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CF%82&diff=20847Ιωάννης ο Χρυσόστομος2020-05-14T23:44:01Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>Ο '''Ιωάννης ο Χρυσόστομος''', γνωστός και ως '''Ιωάννης της Αντιόχειας''', είναι [[Άγιος]], Πατέρας και ιεράρχης της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθοδόξου Εκκλησίας]]. Γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Μικράς Ασίας μεταξύ 344 και 354. Έδρασε στην ίδια πόλη, αλλά και την Κωνσταντινούπολη και τελικά εκοιμήθη εκδιωγμένος από την αυτοκρατορική αυλή το 407, λόγω του αυστηρού ελέγχου που της ασκούσε. Ο ίδιος συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, ένεκα του αξεπέραστου χαρίσματός του στην ομιλία. Διετέλεσε επίσης επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, όπου διακρίθηκε για το σπουδαίο ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο που διενήργησε. Τελικά αναδείχτηκε ως ένας από τους πλέον λαοφιλείς ιεράρχες, εξ ου και σήμερα κατατάσσεται στους μεγάλους πατέρες της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης]] και της [[Καθολική Εκκλησία|Καθολικής Εκκλησίας]], αφήνοντας πίσω σπουδαίο, ανεκτίμητο και διαχρονικό συγγραφικό έργο, που αγκαλιάζει όλο το φάσμα των ποιμαντικών και θεολογικών ζητημάτων της εκκλησίας.<br />
<br />
{{Άγιος<br />
| Όνομα = Ιωάννης ο Χρυσόστομος<br />
| Εικόνα = [[Εικόνα:John Chrysostom.jpg|200px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = Πιθανώς το 349, ''Αντιόχεια''<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = 14 Σεπτεμβρίου 407, ''Κόμανα του Πόντου''<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = 27 Ιανουαρίου: Ανακομιδή λειψάνων<br>13 Νοεμβρίου: Μνήμη Ιωάννη Χρυσοστόμου<br>30 Ιανουαρίου: Τριών Ιεραρχών<br />
| Ημερομηνίες = [[διάκονος]] 381<br>[[πρεσβύτερος]] 386<br>[[επίσκοπος]] 398<br>εξορία 404<br />
| Τίτλος = [[Επίσκοπος]]<br />
}}<br />
==Ο βίος Του==<br />
<br />
===Η μόρφωση του Χρυσοστόμου===<br />
<br />
Γεννήθηκε στην Αντιόχεια μεταξύ 344 και 354, με πιθανότερη ημερομηνία κοντά στο 349. Γονείς του ήταν ο στρατηγός ''Σεκούνδος'' και μητέρα του η ''Ανθούσα''. Η μητέρα του μάλιστα χήρεψε μόλις στα 20 της χρόνια, όταν ο Ιωάννης ήταν μόλις λίγων μηνών, ήταν δε γυναίκα που ξεχώριζε για το ζήλο που επεδείκνυε για την ανατροφή του Ιωάννη, ώστε πολλοί αξιοσέβαστοι άνδρες της εποχής, όπως ο Λιβάνιος<ref> Ο Λιβάνιος στο λόγο '''Προς νεωτέρα χειρεύουσα''' (PG 48,601) αναφέρει για την Ανθούσα «Οίαι γυναίκες παρά Χριστιανοίς εισί»</ref>, εξήραν το ήθος της.<br />
<br />
Τα πρώτα γράμματα τα διδάχθηκε από την ίδια. Εν συνεχεία σπούδασε στη σχολή του Λιβάνιου, δάσκαλου και πολυγραφότατου συγγραφέα, στην Αντιόχεια ρητορική και του Ανδραγαθίου φιλοσοφία. Από την εποχή αυτή μάλιστα διαφάνηκε το ταλέντο της ρητορικής του ικανότητος σε σημείο ο δάσκαλός του Λιβάνιος, να θελήσει να τον κάνει συνεχιστή του έργου του στη σχολή. Η χριστιανική του ανατροφή όμως εμπόδιζε τα σχέδιά του. Επίσης ακολούθησε θεολογικές σπουδές δίπλα στον Καρτέριο και το [[Διόδωρο Ταρσού]], στο λεγόμενο ''Ασκητήριο'', τη μεγάλη θεολογική σχολή της Αντιόχειας, ενώ σπούδασε και ως συνήγορος, εξασκώντας το επάγγελμα για λίγους μήνες. Εν τέλει εγκατέλειψε την δικηγορία και βαπτίστηκε Χριστιανός και σύντομα, όταν έφυγε από τη ζωή η μητέρα του (372 μ.Χ.), αποφάσισε να αποσυρθεί από την κοσμική ζωή ακολουθώντας το [[Μοναχισμός|μοναχισμό]].<br />
<br />
===Το έργο του στην Αντιόχεια===<br />
<br />
Ο Χρυσόστομος το 371 χειροθετήθηκε [[Αναγνώστης|αναγνώστης]], ξεκινώντας διδακτικό και κατηχητικό έργο, το οποίο μας δείχνει τη γνώση που ήδη είχε πάνω στις γραφές. Εν συνεχεία θα διάγει έξι χρόνια μοναστικής ζωής στην Αντιόχεια και συγκεκριμένα στην περιοχή του Σιλπίου (4 δίπλα σε γέροντα ασκητή και 2 μόνος του, σε σπήλαιο), όπου θα μυηθεί στο μοναχικό ιδεώδες και τη νηπτική ζωή, πριν επιστρέψει και πάλι στην πόλη της Αντιόχειας. Η ζωή του αυτή την εποχή χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με τον Παλλάδιο, από σκληρή άσκηση. Τρεφόταν και κοιμόταν ελάχιστα, σκληραγωγείτο, ζώντας βίο φιλοπονίας<ref>(Παλλάδιος Ελενοπόλεως, Διάλογος, Ε΄ PG 47,18) «...Κακεί διατρίψας τρις οκτώ μήνας, άυπνος διετέλει το πλείστον, εκμανθάνον τα του Χριστού Διαθήκας προς εξοστρακισμόν της άγνοιας. '''Μη αναπεσών''' δε τον διετίας χρόνο, μη νύκτωρ, μη μεθ'ημέραν, νεκρούται τα υπό γαστέρα πληγείς από του κρύους τας περι τους νεφρούς δυνάμεις.»</ref>, προσευχόμενος και μελετώντας κάτω από αντίξοες συνθήκες, με αποτέλεσμα να κλονιστεί σοβαρά η υγεία του<ref>Σοβαρή ασθένεια των νεφρών</ref>. Κατά την επιστροφή του, το 381, χειροτονείται [[Διάκονος|διάκονος]] από τον αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας [[Μελέτιος Α΄ Αντιοχείας|Μελέτιο]] και το 386 [[πρεσβύτερος]] από το διάδοχό του, [[Φλαβιανός Αντιοχείας|Φλαβιανό]], μέχρι και το 397, όταν και του προτάθηκε η θέση του επισκόπου. Η φήμη για το ζήλο και την ευγλωττία του, τον έκανε γρήγορα γνωστό στην Αυτοκρατορία, φθάνοντας μέχρι και την Αυλή του αυτοκράτορα, γεγονός που τον οδήγησε τελικά και στη θέση του [[Αρχιεπίσκοπος|Αρχιεπισκόπου]] Κωνσταντινουπόλεως.<br />
<br />
Ως [[Πρεσβύτερος|πρεσβύτερος]] ήδη αρχίζει να αναπτύσσει έντονη συγγραφική και ποιμαντική δράση, με σκοπό να καταπολεμήσει τους [[αίρεση|αιρετικούς]] της εποχής ([[Αρειανισμός|Αρειανούς]], ευνομοιανούς), τους ''Ιουδαίους'' οι οποίοι προσεταιρίζονταν τους Χριστιανούς, τους πλούσιους και τους φορείς που ήταν υπεύθυνοι για την ηθική παρακμή της πόλεως. Ιδρύει επίσης ευαγή ιδρύματα, όπως πτωχοκομεία και γηροκομεία και καθιερώνει συσσίτιο. Η φήμη για την ρητορική και ποιμαντική του ικανότητα εκτοξεύεται το 387<ref>Με τις ομιλίες του '''Εις Αδριάντας'''</ref>, όταν μετά από στάση των Αντιόχεων κατά του βασιλέως, επιτυγχάνει να οδηγήσει τον Αρκάδιο σε ήπια αντίδραση κατά των στασιαστών και του λαού της περιοχής. Η αγάπη και ο σεβασμός μάλιστα προς το πρόσωπο του Χρυσοστόμου ήταν τόση, ώστε όταν προτάθηκε για την επισκοπή στην [[Κωνσταντινούπολη]], προετοιμάστηκε κατάλληλο σχέδιο ώστε να μην προκληθούν αντιδράσεις από το λαό της Αντιόχειας<ref> O Ευτρόπιος οργάνωσε το πως θα αποσπασθεί από την Αντιόχεια ώστε να προκληθούν, οι λιγότερες δυνατές αντιδράσεις</ref>.<br />
<br />
===Εκλογή στον επισκοπικό θρόνο===<br />
<br />
Το έργο που ανέπτυξε ήταν πολυσχιδές και περιελάμβανε έντονη κηρυκτική, αντιαιρετική, φιλανθρωπική, συγγραφική και κοινωνική δράση. Η ρητορική του δεινότητα σαγηνεύει τα πλήθη, χριστιανούς και μη, ενώ η φήμη του φθάνει ως τα αυτιά της Αυτοκρατορικής αυλής. Το 397, οπότε και πεθαίνει ο [[Αρχιεπίσκοπος]] [[Κωνσταντινούπολη|Κωνσταντινουπόλεως]] [[Νεκτάριος Κωνσταντινουπόλεως|Νεκτάριος]], οι άνθρωποι της Αυλής τον φέρνουν στην Κωνσταντινούπολη για να διαδεχθεί το [[Νεκτάριος Κωνσταντινουπόλεως|Νεκτάριο]]. Μάλιστα την υποψηφιότητά του την στήριξε ο ίδιος ο αυτοκράτορας, μετά από υπόδειξη του πανίσχυρου και σκανδαλοποιού ευνούχου Ευτροπίου, ο οποίος τον είχε γνωρίσει και είχε εντυπωσιαστεί από τις ικανότητές του. Έτσι το Φεβρουάριο του 398, με σύμφωνη γνώμη κλήρου και λαού, χειροτονείται από τον [[Θεόφιλος Αλεξανδρείας|Θεόφιλο Αλεξανδρείας]], παρότι ο ίδιος διατίθετο εχθρικά σε βάρος του Ιωάννη, καθότι ήθελε να επιβάλει δικό του επίσκοπο<ref>Σύμφωνα με το '''Σοζωμενό''' (Εκκλ.Ιστορία,7,2) ο Θεόφιλος αντέδρασε στην εκλογή του Χρυσοστόμου « Ως δε εκ πόλει αφίκετο (Χρυσόστομος) και οι κληθένετς ιερείς συνεληλύθησαν, εμποδών εγένετο τη χειροτονία Θεόφιλος, Ισιδώρω σπουδάζων...Τελευταίον συνένησε τοις επι Ιωάννη δεδογμένοις...»<br>Κατά το ιστορικό '''Σωκράτη''' (Εκκλ.Ιστορία,7,2)ο Θεόφιλος «σπουδήν ετίθετο διασύραι μεν την Ιωάννου δόξαν, Ισίδωρον δε υπ'αυτόν πρεσβύτερον προς την επισκοπήν προχειρίσασθαι»<br>Κατά τον '''Παλλάδιο Ελενοπόλεως''' υπήρχε εξ'αρχής εχθρότητα κατά του Ιωάννη (Διάλογος, 5 P.G.47,19) «απ'αρχής ουν ο Θεόφιλος...,προσχών αυτή τη καταστάση τω ανεπιλήπτω της παρρησίας ηψυχώθει προς την χειροτονίαν»</ref>, [[Αρχιεπίσκοπος]].<br />
<br />
===Το έργο του στην Κωνσταντινούπολη===<br />
<br />
Από τη νέα θέση ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναπτύσσει ευρύτατο ποιμαντικό, κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο. Κύριο μέλημα του είναι η ηθική καλλιέργεια του ποιμνίου, όμως δεν περιορίζεται μόνο σε αυτό, αλλά ιδρύει και σειρά ευαγών ιδρυμάτων με σκοπό την ανακούφιση των φτωχών, ορφανών, ξένων και αρρώστων. Οργανώνει ημερήσιο συσσίτιο με το οποίο θρέφει 7000 απόρους της Πόλης. Καταργεί κάθε πολυτέλεια στην εκκλησία, περιορίζει στο ελάχιστο τα έξοδα διατροφής του κλήρου, εκποιεί διάφορα πολύτιμα σκεύη και τιμαλφή που δεν ήταν απαραίτητα και δίνει τα χρήματα σε έργα αγάπης. Επιπρόσθετα ως γνήσιος διάδοχος των Αποστόλων και ως άριστος πνευματικός επιτελάρχης οργάνωσε ιεραποστολές στην Περσία, την Κελτική, την Φοινίκη,τη Σκυθία και την Γοτθία. <br />
<br />
Αυτό όμως που αποτελεί μεγάλο του προσόν, είναι το άφθαστο χάρισμα του λόγου. Στο πρόσωπο του η χριστιανική ρητορική τέχνη επρόκειτο να βρει τον μεγαλύτερο θεράποντα της. Μιλάει στις περίφημες ομιλίες του για το λόγο του [[Ευαγγέλιο|Ευαγγελίου]], τη μετάνοια, τη μεταστροφή στο Θεό. Θεολογεί, εμβαθύνει στα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης και στα καθημερινά προβλήματα της κοινωνίας. Κοινωνιολογεί, ψυχολογεί και ηθικολογεί. Στηλιτεύει την ανηθικότητα και τη διαφθορά, καταγγέλλει την κοινωνική αδικία, στιγματίζει τη σπατάλη, την επίδειξη των πλουσίων και των αρχόντων, καταδικάζει τις αυθαιρεσίες του πολιτικού συστήματος, στρέφεται σε βάρος του διεφθαρμένου κλήρου, πάντα με παρρησία και χωρίς να κατονομάζει ώστε να μην κηλιδώνονται προσωπικότητες αλλά να στιγματίζονται οι πράξεις. Στέκεται δίπλα στους αδυνάτους, τους ταπεινούς, τους αδικημένους, τους απλούς καθημερινούς ανώνυμους συνανθρώπους του, που η υπεροψία και η αδικία των δυνατών συχνά καταδυνάστευε.<br />
<br />
Ο ίδιος υπήρξε θερμός ''ζηλωτής'' της Χριστιανικής πίστεως, αυστηρός ασκητής στην προσωπική του ζωή, υπόδειγμα θυσίας και αυταπαρνήσεων. Αυτό ήταν που τον οδήγησε στο να μη δύναται να ανεχθεί παρουσία ιδιοτελών ανθρώπων στην Εκκλησία και σκανδαλοποιών κληρικών. Αυτό ήταν που τον έφερε σε ρήξη και με μεγάλο μέρος του κλήρου, που δεν άντεχε την σκληρή κριτική του μεγάλου αυτού άνδρα.<br />
Ο Ιωάννης αγωνίστηκε για την εξυγίανση των εκκλησιαστικών πραγμάτων που βρισκόταν τότε σε μεγάλη κατάπτωση και διαφθορά. Έλαβε δραστικά μέτρα εναντίον: α) των «''βαλαντιοσκόπων''», των κληρικών δηλαδή εκείνων που πλούτιζαν από την ιερατική τους ιδιότητα, β) των «''κολάκων και παρασίτων''», όσων κληρικών δηλαδή απολάμβαναν την κοσμική ζωή, γ) των «''κοιλιοδούλων''», όσων δηλαδή ζούσαν αργόσχολα, με έμφαση στις απολαύσεις και δ) εκείνων που ζούσαν με «''συνεισάκτους''», δηλαδή τους μοναχούς ή επισκόπους που συζούσαν με τις θεωρούμενες «αδελφές» τους. Έλαβε μέτρα, επίσης, για την ηθική κάθαρση των ταγμάτων των χηρών και των διακονισσών. Έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην καθαρότητα του βίου και ήταν αμείλικτος με τους ιερείς, διακόνους και μοναχούς που αποδεικνύονταν ανάξιοι, ενώ τους αδιόρθωτους τους [[Θρησκευτικές ποινές|απέβαλε παντελώς]] από τις τάξεις του κλήρου. Μάλιστα, δεν δίστασε να καταργήσει 13 επισκόπους ως «[[Σιμωνία|σιμωνιακούς]]» και ανάξιους και να τους αντικαταστήσει με ικανούς και ευσεβείς, υποστηρίζοντας ότι «εάν ο κλήρος που είναι το άλας της γης, παρουσιάζει έκλυτο βίο, πώς θα ζητήσουμε από το ποίμνιο να ζει άγιο και κατά Χριστόν βίο;»<br />
<br />
===Οι διωγμοί του Χρυσοστόμου===<br />
<br />
Μπορεί να κατέκτησε τις καρδιές του λαού, σύντομα όμως προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων εκ μέρους εκείνων που θίγονταν από το ελεγκτικό του κήρυγμα. Έτσι δημιουργήθηκε ένα έντονο και ασφυκτικό αντι-Χρυσοστομικό κλίμα. Ιδιαίτερα δε, εξόργισε το περιβάλλον της Αυτοκράτειρας Ευδοξίας. Το αποκορύφωμα ώστε να ανάψει η θρυαλλίδα της συσσωρευμένης αντιπάθειας σε βάρος του, τόσο εκ μέρους των αρχόντων και πολιτικών, όσο και των εκκλησιαστικών παραγόντων της εποχής, ήταν ο έλεγχος στην Αυτοκράτειρα [[Ευδοξία|Ευδοξία]], η οποία παρανόμως οικειοποιήθηκε το χωράφι μιας φτωχής χήρας<ref>O Χρυσόστομος παρακάλεσε επιμονετικά την αυτοκράτειρα να επιστρέψει το κτήμα ή έστω να δώσει κάποια αποζημίωση καθώς αποτελούσε το μοναδικό έσοδο της χήρας. Η ίδια όμως αρνήθηκε (Marc le diacre, Vie de Pophyre, eveque de Gazza.AB97[1979] 131-147)</ref>. Επιπρόσθετα διάφορες τάξεις οι οποίες θίγονταν από το κήρυγμά του, έψαχναν αφορμές, διαρκώς να συκοφαντήσουν τον επίσκοπο, αλλά και να διατυμπανίζουν στην Αυλή, αυτή την υποβόσκουσα δυσαρέσκεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του γεγονότος αυτού ήταν η ανέγερση ενός λεπροκομείου και η επίθεση που δέχτηκε από τη νομενκλατούρα της Πόλεως, εξαιτίας της οικονομικής ζημίας που θα απολάμβαναν τα κτήματά τους<ref>(Ψευδό Μαρτύριος ΑΒ [1979] 149-153,95[1977] 396-398)</ref>. Επίσης πολλοί ήταν εκείνοι που αποσκοπούσαν στο θρόνο του. Πρωτεργάτες της δυσαρέσκειας υπήρξαν ο ''Ευτρόπιος'' και ο Γάιος που ήταν αρχηγός των Γότθων στην [[Κωνσταντινούπολη]], ενώ από εκκλησιαστικής πλευράς, ο ''Σεβηριανός Γαβάλων'', ο ''Ακάκιος Βεροίας'' και ο ''Αντίοχος Πτολεμαΐδας''. Ο κορυφαίος όμως διώκτης του Αγίου ο οποίος συνύφανε τις σαθρές κατηγορίες σε βάρος του και συνήσπισε τους αντιχρυσοστομιστές για να τον αποπέμψουν, ήταν ο [[Θεόφιλος Αλεξανδρείας]]. Ο Θεόφιλος ήταν αυτός ο οποίος κατάφερε να πείσει την Αυτοκράτειρα, ότι όταν ο Ιωάννης αναφερόταν σε ομιλίες στην ''Ιεζάβελ'', φωτογράφιζε αυτή, κάτι που συνεπάγετο ενοχή για εσχάτη προδοσία<ref>Η απόκληση ως Ιεζάβελ συνιστούσε '''έγκλημα καθοσιώσεως''' με βάση τον συσχετισμό της ιστορίας με την ασεβή βασίλισσα. Μάλιστα κρίθηκε ένοχος αλλά η ποινή εξ αιτίας των αντιδράσεων, δεν εφαρμόστηκε ποτέ. (Παλλάδιος Ελενοπόλεως PG 47,30)</ref>. Δηλαδή είχε ως στόχο, όχι μόνο την απομάκρυνσή του αλλά και την εξόντωσή του. Τελικά συνήλθε σύνοδος παρωδία<ref>Περίληψη της «επί Δρυν» συνόδου διέσωσε ο '''Ιερός Φώτιος''' (P.G. 103,105-113) όπως και οι '''Σωκράτης''' (Εκκλ. Ιστορία 6,15 κεξ), '''Σοζωμενός''' (Εκκλ.Ιστορία 8,17κεξ), '''Παλλάδιος Ελενοπόλεως''' (P.G. 47,48 κεξ) όπου διαφαίνεται η αντικανονικότητα της συνόδου αλλά και της λήψης αποφάσεων. Αναφέρουν ότι παραβρέθηκαν μόλις 36 επίσκοποι, ενώ οι υπόλοιποι 40 αρνήθηκαν να μετάσχουν σε αυτή. Ο '''Ιννοκέντιος Α΄''' πάπας Ρώμης αποδοκίμασε αυτή την απόφαση θεωρώντας τη άκυρη και διακόπτοντας κοινωνία με τις εκκλησίες που δέχθηκαν την απόφαση</ref>, στην οποία παρευρέθησαν οι μισοί Επίσκοποι και τον εξόρισαν. Ο ίδιος μάλιστα δεν παρέστη, ενώ ανάμεσα στους κατηγόρους, ήταν και κληρικοί που είχαν αποπεμφθεί λόγω [[Σιμωνία|σιμωνίας]]. Προεξάρχων ήταν ο Θεόφιλος, κατηγορούμενος επίσης για αντιεκκλησιαστική συμπεριφορά<ref>O Θεόφιλος κατηγορείτο για ξυλοδαρμό και ίσως τη δολοφονία «μακρών μοναχών» οι οποίοι δεν απέδιδαν σε αυτόν τα χρήματα που έβγαζαν αλλά τα έδιναν σε φιλανθρωπίες.(Παλλαδίου Διάλογος ΣΤ΄ PG 47,22-23). Τότε αυτοί κατέφυγαν στον Χρυσόστομο, που όμως δεν είχε καμιά δικαιοδοσία στο ζήτημα(PG 47,23-24). Ο Θεόφιλος το εξέλαβε αρνητικά. Οι μακροί μοναχοί απευθύνθηκαν και ζήτησαν διευθέτηση από τον Αυτοκράτορα. Ο ίδιος όμως έχρισε το Θεόφιλο υπόδικο του Χρυσοστόμου(PG 47,26). Καταλαβαίνοντας ότι με τις ήδη υπάρχουσες συνθήκες θα καθαιρεθεί (συκοφαντίες κατά Χρυσοστόμου, κατηγορίες μοναχών), εξύφανε κατηγορίες και οργάνωσε σχέδιο σε βάρος του Χρυσοστόμου, περνώντας σε δεύτερη μοίρα την δίκη του. Μάλιστα εν συνεχεία αφού πέθανε ο ηγούμενος Ισίδωρος, το ζήτημα διευθετήθηκε χωρίς καμία επίπτωση για το Θεόφιλο.</ref>, για την οποία ποτέ δεν δικάσθηκε.<br />
<br />
Σύντομα, όμως, ο Ιωάννης επανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο λόγω του φόβου που προκάλεσε στην αυλή η αντίδραση του λαού, ενός μεγάλου κακού στο οικογενειακό περιβάλλον της Ευδοξίας και συνάμα ενός σεισμού, που συνέβη, ενώ ο Ιωάννης ταξίδευε για τη εξορία, που εξελήφθη ως θεϊκό σημείο. Μετά από λίγο ήρθε και η ώρα της δεύτερης και μόνιμης εξορίας, του Αγίου. Αυτό συνέβη διότι ο Ιωάννης και πάλι δεν έπαψε το φλογερό κήρυγμα του. Υπήρξε ασυμβίβαστος προς τη ανηθικότητα, την ειδωλολατρεία, τον κοσμικό έκλυτο βίο. Αποκορύφωμα υπήρξε η νέα δριμεία κριτική που άσκησε ο Χρυσόστομος στην Ευδοξία για ένα άγαλμα της, το οποίο ανήγειρε στον περίβολο του ναού της Αγίας Σοφίας, στο οποίο τελούνταν και διάφορες Διονυσιακού τύπου εκδηλώσεις. Αυτή τη φορά, πάλι σύμφωνα με τους αντιπάλους του, εκφώνησε λόγους όπου αποκαλούσε την Ευδοξία [[Ηρωδιάς|Ηρωδιάδα]]<ref>Ο λόγος που φέρεται να εκφώνησε ο Χρυσόστομος διασώθηκε από τον Ιστορικό Σωκράτη (Εκκλ. Ιστορία, Η΄ 20, 1-5 ή PG 59,485-490) « '''Πάλιν Ηρωδιάς μαίνεται, πάλιν ορχείται, πάλιν Ιωάννου την κεφαλήν επί πίνακος σπουδάζει'''». Η ιστορική έρευνα όμως από τον 19ο αιώνα θεωρεί το κείμενο νόθο. Μάλιστα σύγχρονοι μελετητές θεωρούν πως εσκεμμένα χαλκεύτηκε (Αldama No 381),ώστε να εξυπηρετηθούν σκοπιμότητες από τους αντιπάλους του Χρυσοστόμου. Από την ίδια έρευνα προέκυψε ότι οι πρώτοι ιστορικοί που περιέγραψαν το γεγονός δεν αναφέρουν κανενός είδους τέτοια ομιλία, με αποτέλεσμα να θεωρείται μεταγενέστερη. </ref>, κάτι που τον έθεσε άμεσα στο στόχαστρο της αυτοκράτειρας, που τον εξόρισε οριστικά, με τη βοήθεια της συνόδου. Ο Ιωάννης όμως αρνήθηκε να φύγει παρά τη θέλησή του [[Αρκάδιος|Αρκαδίου]]. Μάλιστα τις παραμονές της οριστικής του εξορίας, αποπειράθηκαν να τον δολοφονήσουν δύο φορές<ref>(Παλλάδιος Ελενοπόλεως (Κ΄PG 47,72) και Σοζωμενός (Εκκλ.Ιστορία Η΄ 21-5-8))</ref>. Όμως ούτε και τότε τελείωσε ο διωγμός του. Αυτό φάνηκε από τα γεγονότα του [[Πάσχα]] του 404, όταν το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου μετά από ψευδή καταγγελία του [[Θεόφιλος Αλεξανδρείας|Θεοφίλου]] στον [[Αρκάδιος|Αρκάδιο]], οι στρατιώτες του αυτοκράτορα επιτέθηκαν την ώρα της Λειτουργίας στο συναχθέν πλήθος, με την αιτιολογία ότι ήταν σύναξη οπαδών του Χρυσοστόμου. Ακολούθησαν βαρβαρότητες εκείνη την νύχτα καθώς και την επόμενη ημέρα από το στρατό και τους υπερασπιστές του Ιωάννη, που αποκλήθηκαν ''Ιωαννίται''.<br />
<br />
===Η εξορία και το τέλος της ζωής του===<br />
<br />
Ο Ιερός Χρυσόστομος το μόνο που πάντα ζητούσε ήταν να ακροασθεί από [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενική σύνοδο]]. Αυτό όμως προσέκρουε στα συμφέροντα των αντιπάλων του, οι οποίοι γνώριζαν τη αντικανονικότητα της ''Εν Δρύ'' συνόδου, με αποτέλεσμα να μην δέχονται το αίτημά του<ref>Αυτό τελικά είχε ως αποτέλεσμα να συμβεί [[Σχίσμα]] στο εκκλησιαστικό σώμα της Εκκλησίας, όταν ο ''Ιννοκέντιος Α΄'' θεώρησε αντικανονική την απόφαση και διέκοψε κοινωνία με τις εκκλησίες που δέχθηκαν την απόφαση. Η αποκατάσταση συνέβη επί ''Κυρίλλου Αλεξανδρείας'' όταν και δέχθηκε την επανεγγραφή του Χρυσοστόμου στα δίπτυχα της Εκκλησίας</ref>. Το βαρύ αυτό κλίμα τον υποχρέωσε σε εγκλεισμό στο επισκοπείο του για δύο μήνες. Όμως αυτό δεν αρκούσε στους αντιπάλους του, ήθελαν πάση θυσία το διωγμό του. Έτσι ο ανώτερος κλήρος με επικεφαλής τον [[Ακάκιος Βεροίας|Ακάκιο]], άσκησαν έντονη πίεση στον [[Αρκάδιος|Αρκάδιο]] και τον έθεσαν προ των ευθυνών του σε περίπτωση ταραχών. Εν τέλει εκδίδεται διάταγμα εξορίας του Ιωάννη, περί τις 20 Ιουνίου. Το κλίμα ήταν βαρύ. Οι υποστηρικτές του ήταν έτοιμοι να τον υπερασπιστούν, ενώ στρατιώτες είχαν εντολές να τον συλλάβουν και αν υπάρξουν αντιδράσεις, να κατασταλούν άμεσα. Τελικά παραδίδεται αφού εμφανίζεται στους υποστηρικτές του επισκόπους, ώστε με ειρηνικό τρόπο να τους αποχαιρετίσει και να εξέλθει κρυφά, ώστε να μην προκληθούν νέες αιματοχυσίες. Η διαθήκη του ήταν να διατηρήσουν ενωμένη την εκκλησία ώστε να μην προκληθεί ''σχίσμα''.<br />
<br />
Ο εξόριστος επίσκοπος φτάνει στη Νίκαια της Βιθυνίας και εν συνεχεία οδηγήθηκε στο χωριό ''Κουκουσός'', στα σύνορα [[Καππαδοκία|Καππαδοκίας]] και Αρμενίας. Από εκεί συνεχίζει το ποιμαντικό του έργο. Γράφει πλήθος επιστολών, συμβουλεύει, κατευθύνει, ενισχύει, παρηγορεί και τονώνει πολλούς Χριστιανούς. Όπως μαθαίνουμε από το πλήθος επιστολών του, είναι ένα ταξίδι θριάμβου, πόνου, απογοητεύσεων και διωγμών. Όπου εμφανίζεται, πλήθος λαού και κλήρου τον υποδέχεται με θέρμη. Αντιθέτως σε πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς δέχεται επιθέσεις από φιλο-Θεοκλητικούς και αντι-Χρυσοστομικούς επισκόπους. Κάθε μέρα περπατεί πολλά χιλιόμετρα περνώντας πλήθος κακουχιών. Οι συνοδοί του είχαν εντολή πως αν πέθαινε θα έπαιρναν και πρόσθετο μισθό γι'αυτό του φέρονταν πολλές φορές βάναυσα. Στην Κουκουσό φθάνει μετά από ταξίδι επτά μηνών, σχεδόν ημιθανής.<br />
<br />
Αφού συνήλθε, το μέρος της εξορίας του, γίνεται πόλος έλξης πολλών πιστών. Αυτό το γεγονός όμως εξοργίζει περισσότερο το περιβάλλον του Αυτοκράτορα, το οποίο έβλεπε να αναπτύσσεται ένα ευρύτατο ενδιαφέρον υπέρ του εξορίστου επισκόπου. Ο Αρκάδιος - η Ευδοξία είχε πεθάνει- αποφασίζει περαιτέρω απομάκρυνση του στη Πιτυούντα, παρά τις προσπάθειες του [[Πάπας|Πάπα]] [[Ιννοκέντιος Α΄|Ιννοκέντιου]] να επιστρέψει πίσω ώστε να ακροασθεί από σύνοδο. Οδοιπορεί για τρεις μήνες προς τον τόπο της εξορίας του, υπό αυστηρή επιτήρηση, αλλά τελικά ποτέ δεν θα φθάσει, γιατί θα τον προλάβει ο θάνατος. Κουρασμένος από τις πολλές κακουχίες, την έντονη ασκητική ζωή και βαριά άρρωστος εκοιμήθη στις 14 Σεπτεμβρίου του [[407]] μ.Χ στα ''Κόμανα'' του [[Πόντος|Πόντου]].<br />
<br />
Ο Άγιος παρέμεινε όμως ιδιαίτερα δημοφιλής και μετά το πέρας της ζωής του. Έτσι όταν το 434 [[Πατριάρχης]] εξελέγη ο μαθητής του [[Πατριάρχης Πρόκλος|Άγιος Πρόκλος]], παρεκάλεσε τον αυτοκράτορα ''Θεοδόσιο Β΄'' να ενεργήσει τα δέοντα, ώστε το λείψανο του μεγάλου αυτού πατέρα της Εκκλησίας να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Και πράγματι, τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 27 Ιανουαρίου του 438 η λάρνακα με το λείψανο του αγίου μεταφέρθηκε με λαμπρή και συγκινητική πομπή στην βασιλεύουσα και τοποθετήθηκε στο Άγιο Βήμα του ναού των Αγίων Αποστόλων, ενώ ο λαός έμπλεος χαράς αναβοούσε: «''Απόλαβε του θρόνου σου Άγιε''»<ref>(Σωκράτους Εκκ.Ιστορία Ζ, 25)</ref>.<br />
<br />
<br />
<br />
{{Διαδοχή|[[Κατάλογος Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως|Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως]]<br>[[21 Φεβρουαρίου]] [[398]] &ndash; [[21 Ιουνίου]] [[404]]<br />
|[[Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νεκτάριος|Νεκτάριος]]|[[Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αρσάκιος|Αρσάκιος]]}}<br />
<br />
==Η μορφή του==<br />
<br />
Από ιστορικές πηγές που διαθέτουμε<ref>(BHG II No 870 - 881):Πρόκειται για κείμενα τα οποία έχουν μορφή διηγήσεων ή περιγραφής του βίου του Ιωάννη Χρυσοστόμου και δεν προέρχονται από τις γνωστές ιστορικές πηγές της εποχής. Κάποια από αυτά εκδόθηκαν στο Βουκουρέστι το 1932. </ref>, αντλούμε στοιχεία για την εμφάνιση του Ιωάννη Χρυσοστόμου. Έτσι μαθαίνουμε ότι ήταν πολύ μικρόσωμος, με μεγάλο κεφάλι αιωρούμενο στους ώμους του. Ήταν υπερβολικά λεπτόσαρκος, είχε μακριά μύτη και πλατιά ρουθούνια. Ήταν πολύ ωχρός και λευκός μαζί, είχε βαθουλωτές τις κόγχες των ματιών και μεγάλους τούς βολβούς. Εξαιτίας αυτού, συνέβαινε να παρουσιάζει με τα μάτια του πιό χαρούμενη όψη, αν και με τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του φανέρωνε άτομο βασανισμένο. Το μέτωπό του ήταν μεγάλο, χωρίς τρίχες και χαραγμένο με πολλές ρυτίδες. Είχε μεγάλα αυτιά, γένια μικρά, πολύ αραιά και λευκά. Τέλος, τα μάγουλά του, ήταν βαθουλωμένα στο έπακρο εξαιτίας τής νηστείας.<br />
<br />
==Το συγγραφικό του έργο==<br />
<br />
===Εισαγωγή===<br />
<br />
Ο ιερός Χρυσόστομος άφησε ογκωδέστατο συγγραφικό έργο, το οποίο καλύπτει 18 τόμους στην [[Πατρολογία|Patrologia Graeca]] του [[Migne]]. Τα έργα του μάλιστα, διαβάζονταν και αντιγράφονταν συνεχώς, με αποτέλεσμα να σωθούν σε χιλιάδες χειρόγραφα, αλλά και να αυξηθούν. Αυτό συνέβη λόγω της ενσυνείδητης ψευδωνυμίας μερικών αφανών συγγραφέων ώστε να διαβαστούν τα έργα τους. Ιδιάζουσα περίπτωση αποτελεί ο [[Σεβηριανός Γαβάλων]], που υπήρξε δεινός ρήτορας της εποχής και ο οποίος υπέγραφε τους λόγους ως Χρυσοστομικούς, φοβούμενος ότι οι οπαδοί του Χρυσοστόμου θα τους καταστρέψουν, αφού τον θεωρούσαν υπεύθυνο για το διωγμό του. Επίσης μεγάλη ευθύνη φέρουν συγγραφείς, αντιγραφείς και συλλέκτες, οι οποίοι παρότι βρίσκονταν ενώπιον αμφιβόλου προελεύσεως συγγράματα τα έχριζαν Χρυσοστομικά. Μεγάλο μέρος ομιλιών του έχουν χαθεί, ενώ γνωρίζουμε ότι είχαν δοθεί πολλές επιστολές του προς έκδοση αν και ο ίδιος δεν το επιθυμούσε.<br />
<br />
===Κατηγοριοποίηση===<br />
<br />
Το έργο του διακρίνεται σε πραγματείες (ασκητικές, ηθικοπαιδαγωγικές, ποιμαντικές, απολογητικές), λόγους (δογματικούς, σε διάφορες ιστορικές περιστάσεις, ηθικοδιδακτικούς, εορταστικούς, εγκωμιαστικόύς, ερμηνευτικούς) και επιστολές. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος υπήρξε λαμπρός σχολιαστής των [[Αγία Γραφή|Άγιων Γραφών]]. Με το κήρυγμά του έκανε διαδοχικές εξηγήσεις της [[Βίβλος|Βίβλου]]. Έχουν διαφυλαχθεί περίπου 600 λόγοι του Ιωάννη σε ποικίλα θέματα. Απ’ αυτούς 67 είναι για τη [[Γένεσις|Γένεση]], 59 για τους [[Ψαλμοί|Ψαλμούς]], 90 για το [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|Ευαγγέλιο του Ματθαίου]], 88 για το [[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον|Ευαγγέλιο του Ιωάννη]], 55 για τις [[Πράξεις των Αποστόλων]], 34 για την [[Προς Εβραίους Επιστολή]] κλπ. Ο αναγνώστης κάθε εποχής μελετώντας το έργο του, διαπιστώνει τη συναρπαστική ρητορική του δεινότητα, την παιδαγωγική ευελιξία, τη σπάνια βιβλική κατάρτιση, την ψυχοδιαγνωστική του ικανότητα, την ποιμαντική του αγωνία και την ορθόδοξη θεολογία.<br />
<br />
===Φιλολογική και ιστορικογραμματική έρευνα===<br />
<br />
Το έργο του κατά τα πρώιμα έτη της ποιμαντικής - συγγραφικής περιόδου διακρίνονται για την μεγάλη φιλολογική φροντίδα και εφαρμόζουν πιστά στους νόμους και τα σχήματα της ρητορικής τέχνης γενικά και της δεύτερης σοφιστικής ειδικότερα, όπως την διδάχθηκε από τον τον γνωστό αττικιστή ρητοριοδιδάσκαλο ''Λιβάνιο'', μολονότι τα στοιχεία φιλολογικής παιδείας, της ηθικής των στωικών και τα σχήματα των ρητόρων, δεν τα λησμόνησε ποτέ στα έτη της ομιλητικής και συγγραφικής του δράσης.<br />
<br />
===Οι ομιλίες του===<br />
<br />
[[Image:479px-Chrysostom37.jpg|thumb|right|150px|Κώδικας 8, Ιωάννη Χρυσοστόμου Λόγοι, 10ος αι.]]<br />
Οι ομιλίες του είχαν ως βάση και σημείο εκκίνησης βιβλικά χωρία, τα οποία είχε ασφαλώς επεξεργαστεί και ως [[αναγνώστης]] και [[Διάκονος|διάκονος]]. Οι ομιλίες καταγράφονταν από ταχογράφους, που εν συνεχεία δέχονταν κάποιες παρεμβάσεις με αποτέλεσμα να μην είμαστε τελείως βέβαιοι ότι απαγγέλθηκαν ακριβώς με τη σημερινή μορφή που γνωρίζουμε. Οι ομιλίες του είναι φανερό ότι προϋποθέτουν όχι μόνο μακρά και επίπονη έρευνα αλλά και διδακτικό - εξηγητικό έργο, μεγαλύτερο από αυτό που προσδιοριζόταν από τις σωζόμενες ομιλίες του. Οι ομιλίες δεν μπορούν να ενταχθούν στο πλαίσιο μιας οργανωμένης ανώτερης σχολής, διότι είναι συνήθως σύντομες περίπου 15 λεπτών. Άλλες πάλι ξεπερνούν και τα 45, ανάλογα με το ερμηνευόμενο [[Ευαγγέλιο|Ευαγγελικό]] χωρίο.<br />
<br />
==Η ρητορική του δεινότητα==<br />
<br />
<br />
===Η ρητορική στην Αντιόχεια===<br />
<br />
Ο Χρυσόστομος μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον έντονα ανταγωνιστικό από ρητορικής απόψεως. Πολλοί ζούσαν από το επάγγελμα του ρήτορα, ενώ στην εποχή του πολλοί μορφωμένοι παρακολουθούσαν απολαυστικά ρήτορες, τους οποίους έκριναν αυστηρά κάθε στιγμή. Άλλοτε επευφημούσαν αν κάποιος καινοτομούσε και εντυπωσίαζε, ενώ αποδοκίμαζαν τα επαναληπτικά σχήματα ή παλαιότερες ρητορείες. Έτσι αν ο Χρυσόστομος δεν επιδιδόταν σε αυτή την υψηλή ρητορεία είναι βέβαιο, ότι ουδείς θα ασχολείτο μαζί του, ούτε καν οι αμόρφωτοι Χριστιανοί που ήταν εμποτισμένοι με την κρατούσα γλωσσική ιδεολογία. Έτσι παίρνουμε και μία απάντηση γιατί οι πατέρες εκείνης της εποχής, χρησιμοποιούσαν σύνθετα γλωσσικά σχήματα σε σχέση με τη γλώσσα της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]]. Αντιληπτό ακόμα γίνεται γιατί ασκούσαν λεπτολόγο θεολογία με βαθιές τομές και ευρύτατες αναλύσεις αν και οι αμόρφωτοι αδυνατούσαν να παρακολουθήσουν ικανοποιητικά τη διδασκαλία τους. Πάντα βέβαια πίστευαν σε μελλοντική καλλιέργεια και ευρύτερη κατανόηση των μεταγενεστέρων. <br />
<br />
Την επικρατούσα αντίληψη της εποχής τελικά, έρχεται ο Χρυσόστομος να την ανατρέψει. Παρά τη μανία του κοινού για ρητορικές επιδείξεις και παρότι ο ίδιος δεν παύει να συνεχίζει να εκτιμά το λόγο και τη δύναμή του και να κοπιάζει για την οργάνωση του, τους προτρέπει να ακολουθούν το περιεχόμενο κυρίως και όχι τα στομφώδη - πομπώδη σχήματα, ώστε να μη χάνετε το νόημα. Ριζικός επίσης υπήρξε και για τους ρήτορες της εποχής και όχι μόνο για τους εκκλησιαστικούς. Οι τελευταίοι πάντως έπρεπε πλέον να αψηφήσουν τις αδυναμίες και τις επιθυμίες του κοινού, οδηγώντας το στις ορθές θέσεις και όχι το ανάποδο. Τους καλεί τέλος να μην αναμένουν επαίνους, ώστε να επικεντρώνονται στην ουσία.<br />
<br />
===Χαρακτηριστικά και καινοτομίες της ρητορικής του===<br />
<br />
Εν αρχή μιλάει για λόγο διαφορετικών προϋποθέσεων από την κοινή ρητορεία των ''εθνικών''. Στρέφει δηλαδή στο ''περιεχόμενο'' του λόγου και όχι στη ''μορφή''. Παρόλα αυτά θέτει ένα άρτιο τεχνικά λόγο, με ορθή χρήση πολλών σχημάτων, προσδίδοντας πρωτοφανή ρωμαλεότητα, που προέκυπτε από τη δυναμική του νέου λόγου και το χαρακτήρα του, με σκοπό να κάνει «''μέσο''» των μηνυμάτων του, τη ρητορεία. Αντιλαμβάνεται την ανάγκη ενός λόγου, που πρέπει να έχει τόση τεχνική, ώστε να διευκολύνει την κατανόηση του μηνύματος και του νοήματός, από κάθε κοινωνική και μορφωτική τάξη. ''Απαλλάσει'' το λόγο από τον έντονο ''στόμφο'' και τα πολλά ψιμύθια, που μειώνουν την ενέργειά του, χωρίς να μειώνει την καλλιέπειά του, να αδιαφορεί και να φροντίζει για την μορφή του. Προσέχει τη δομή του, αλλά με διαφορετικό ύφος, προσδίδοντας ''ζωντάνια'' στην αλήθεια των κηρυγμάτων του, ανατρέποντας τις κακοδοξίες των εθνικών και των Ιουδαίων.<br />
<br />
Η μορφή του Χρυσοστομικού λόγου έχει διακυμάνσεις, ενίοτε μεγάλες. Στα πρώιμα κείμενα η μορφή και η δομή διακρίνονται για την αυστηρότητα της εφαρμογής των ρητορικών κανόνων και την αδρότερη δόμησή τους. Με το πέρασμα των ετών και την ωρίμανσή του, δεν το δεσμεύουν πλέον οι κανόνες της ρητορικής και της Δευτέρας Σοφιστικής, που είχε στόμφο και πολλά γλωσσικά ψιμύθια, αλλά της έλλειπε η ζωντάνια, η ενάργεια και η πνευματική ρωμαλεότητα. Αυτό που έλειπε ακριβώς προσέφερε η ρητορική του Χρυσοστόμου, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει δικό του ύφος, ξεπερνώντας τη ''Δεύτερη Σοφιστική'' σχολή. Ακόμα ο λόγος του διέπεται από ''πληθωρικότητα'' , απουσία ''Δωρικότητος'', με εμφάνιση εντυπωσιακών ''ερωταποκρίσεων'', ''αντιθέσεων'', ''μεταφορών'', ''παραλληλισμών'', ''αναστροφών'' και ''παραστατικών εικόνων''.<br />
<br />
===Ρυθμός και ποιητικότητα===<br />
<br />
Το εκπληκτικότερο όμως εύρημα της έρευνας στην ρητορική του, είναι ότι πέρα από την ''καλλιέπεια'' και την οργανωμένη και απαράμιλλη επιχειρηματολογία, πολλές φορές παρατηρείται και ρυθμικότητα που αγγίζει τον ποιητικό ρυθμό. Στον προφορικό λόγο μπορεί πολλά να επιτευχθούν, όπως ενάργεια, το οποίο διέθετε ο Ιερός Χρυσόστομος, όμως ο ρυθμός και η ποιητικότητα απαιτούν ιδιαίτερες ικανότητες. Η δυσκολία έγκειται στον χρόνο που απαιτείται, την άσκηση και το ταλέντο. Στην περίπτωση του Χρυσόστομου όμως θα πρέπει να αναλογιστούμε ότι τις περισσότερες φορές, για να ομιλήσει ανέμενε τη σύνθεση του ακροατηρίου και τη διάθεση με του πλήθος των συνηγμένων, για να αποφασίσει τον τρόπο, το ύφος και το είδος της ομιλίας που πολλές φορές επέβαλλαν αλλαγές της στιγμής ακόμα και μεσούσης της ομιλίας. Από τα στοιχεία αυτά μπορούμε να αντιληφθούμε το μέγεθος της δυσκολίας και της επιτυχίας του επιχειρήματος, αλλά και της ρητορικής δεινότητας του μεγάλου άνδρα, εξού και η προσωνυμία ως σήμερα ''"Χρυσόστομος"''.<br />
<br />
==Η διδασκαλία του==<br />
<br />
<br />
===Εισαγωγή===<br />
<br />
H θεολογία του στρέφεται κυρίως γύρω από το ''ακατάληπτο'' και ''απρόσιτο'' της ''θείας φύσεως'', το απολυτρωτικό έργο του [[Χριστός|Χριστού]], τα χαρίσματα του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]], το μυστήριο της Εκκλησίας, την αξία του ανθρώπου ως υπάρξεως προορισμένης για την αιωνιότητα, τη μέλλουσα κρίση. Οι πρώτιστοι όμως στόχοι είναι κυρίως ηθικοδιδακτικοί και ποιμαντικοί.<br />
<br />
Η φιλολογική έρευνα αποκαλύπτει στα συγγράμματα του Χρυσοστόμου, άφθονα ''Καππαδοκικά'' στοιχεία, πολλά εκ των οποίων είναι και εκ πρώτης όψεως εμφανή. Μολονότι έχει βεβαίως δική του σκέψη και δικό του τρόπο εκφράσεως, ο οποίος είναι ανεπανάληπτος, πολύ συχνά ενεπνέετο από τους Καππαδόκες στην εκλογή και παρουσίαση των θεμάτων.<br />
<br />
Επί του προκειμένου θέματος ο Χρυσόστομος χαρακτηρίζεται θεολογικά από πολλούς δυτικούς ερευνητές συνήθως ως γνήσιος [[Αντιοχειανή Θεολογική Σχολή|Αντιοχειανός]], αν και μετά από πρόσφατες έρευνες κατεβλήθη προσπάθεια να χαρακτηρισθεί ως Αλεξανδρινός. Αντίθετα οι περισσότεροι ερευνητές της ανατολικής σχολής κρίνουν πως δεν είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο, διότι συνδυάζων τους δύο όρους — ένωση και συνάφεια — ακολουθεί δική του γραμμή «''τή γάρ ενώσει και τη συναφεία έν εστιν ο Θεος Λόγος και ή σάρξ, ου συγχύσεως γενομένης τών ουσιών, αλλά ενώσεως άρρητον τινός και αφράστου''». Στην [[Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Δ' οικουμενική σύνοδο]] της Χαλκηδόνος 451 το χωρίο αυτό μαζί με κείμενα άλλων πατέρων προσήχθη ως απόδειξη της ''ομοουσιότητος'' του Χριστού ταυτοχρόνως και με τον Πατέρα και με τους ανθρώπους.<br />
<br />
Είναι χαρακτηριστικό ότι παρότι ζούσε σε μια ταραγμένη και ετερόκλητη εποχή μπορεί να σημειώσει κανείς ότι πολλά μεταγενέστερα αντι-Γραφικά στοιχεία ενώ δεν γνωρίζει την τροπή που θα λάβουν, παίρνει σαφή θέση. Όπως την κατ’ιδίαν εξομολόγηση σε ιερέα, την προσφώνηση της Παρθένου Μαρίας ως Θεοτόκου, την απόδοση τιμής στα λείψανα, τη διενέργεια θαυμάτων από εικόνες και άλλα όπως το πρωτείο του Πάπα και ο αριθμός των μυστηρίων.<br />
<br />
===Χρυσόστομος και Ελληνική Φιλοσοφία===<br />
<br />
Ο Ιερός Χρυσόστομος από την αρχή της συγγραφικής του δράσης μέχρι και το τέλος, είχε διασαφηνίσει τη στάση του απέναντι στην Ελληνική φιλοσοφία, σύρωντας διαρκώς μία διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον τρόπο σκέψης των φιλοσόφων και της Εκκλησίας. Αυτό έγινε αναγκαίο αφενός διότι φιλοσοφικές θεωρίες ενεπλέκονταν με τα Εκκλησιαστικά [[Δόγμα|δόγματα]], δημιουργώντας [[Αίρεση|αιρέσεις]], αφετέρου διότι η Ελληνική φιλοσοφική σκέψη επηρέαζε πολλούς Χριστιανούς στον τρόπο ζωής, αφαιρώντας τη δυνατότητα να κερδίσουν την ''"βασιλεία των ουρανών"'' όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. Ουσιαστικά ο Χρυσόστομος δεν ασχολείται με το πρόβλημα της αξίας, της ωραιότητας ή της δυνάμεως της φιλοσοφίας, τα οποία σιωπηρώς δέχεται, αφού τη χρησιμοποιεί, αλλά με την ουσία της, που οδηγεί στην ''απώλεια''. Ο ίδιος επίσης απορρίπτει ξεκάθαρα τις απόψεις των αρχαίων Ελλήνων περί Θεού, κόσμου, ανθρώπου και ηθικής, που είναι ξένες και ασυμβίβαστες με την διδασκαλία της Εκκλησίας. Εν τούτοις ο Χρυσόστομος επαινεί πολλές φορές φιλοσόφους όπως ο [[Σωκράτης]] και άλλους ελάσσονες φιλοσόφους όπως το [[Θηβαίος Κράτης|Θηβαίο Κράτη]] και τον [[Κυνικός Διογένης|Κυνικό Διογένη]], όταν διαπιστώνει στην ζωή τους ηθική συμπεριφορά ή περιφρόνηση προς τα υλικά αγαθά, ποτέ όμως και για τις μεταφυσικές τους αντιλήψεις. Καυτηριάζει τον [[Πλάτωνας|Πλάτωνα]] διότι κατά την άποψή του το πνεύμα του Έλληνα φιλοσόφου είναι φιλόυλο και αντικρούει τον [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]] για το θέμα της προσιτότητος προς τον Θεό, αφού ο Θεός απρόσιτος και ακατάληπτος.<br />
<br />
Μερίδα σύγχρονων ερευνητών πιστεύει ότι γενικά οι Πατέρες της Εκκλησίας επεδίωξαν σύζευξη και εναρμόνιση [[Χριστιανισμός|χριστιανισμού]] και [[Ελληνισμός|ελληνισμού]]. Ψάχνοντας χωρία που να το αποδεικνύουν, ανακαλύπτουν το Χρυσόστομο να καταφάσκει τους φιλοσόφους και το έργο τους<ref>Α «'''Τί ούν; κατασκάψωμεν τα διδασκαλία φησίν; ού τούτο λέγω...προσλάβοι ποτέ'''» (Πρός πιστόν πατέρα 11 PG 47, 367) και «'''Ανάγνωθι ει βούλει... και που τελευτά'''» (Εις τη β΄Θεσσαλονικείς, Ομιλία Α΄2 PG 62, 47)</ref>. Ο ίδιος λοιπόν είναι σαφές πως αρνείται το περιεχόμενο και τις ιδέες των Ελλήνων φιλοσόφων, όχι όμως και την ελληνική παιδεία σε ότι έχει να κάνει με την εκμάθηση της τέχνης του λόγου, της ρητορικής, των επιστημών και τον παραδειγματισμό από γεγονότα και πρόσωπα ποιητικών και άλλων κειμένων της αρχαιότητας. <br />
<br />
Η αιτία που τηρεί αρνητική στάση έναντι της ελληνικής φιλοσοφίας έχει ριζική αφορμή, την οποίο εξηγεί στο υπόμνημά του στην ''Προς Ρωμαίους Επιστολή''<ref>(Oμιλία Γ΄ 1-3)</ref>. Οι άνθρωποι έλαβαν από το Θεό τη γνώση και την αλήθεια αλλά την κατακάλυψαν με ξύλα και λίθους, ώστε προήλθε ανατροπή. Αφορμή είναι η φράση του [[Απόστολος Παύλος|Αποστολου Παύλου]] ''"το γνωστόν του θεού φανερόν εστίν εν αυτοίς..."''<ref>(Ρωμαίους α΄19)</ref>, το οποίο κατά τον Χρυσόστομο σημαίνει ότι ο Θεός φανέρωσε τον εαυτό του μέσω της κτίσεως και της αρμονίας της. Για την κατανόηση αυτή ο Θεός έδωσε ''"νουν και διάνοια"''»<ref>(PG 60, 415)</ref>, δυνάμεις που άνθρωποι δε χρησιμοποιούν προς σωτηρίαν, συνάμα δε τις έστρεψαν σε αντίθετη κατεύθυνση μέσω της φιλοσοφίας τους, μη αναγνωρίζοντας την κτίση και την αΐδια δύναμη και θειότητα.<br />
<br />
====Ηθικολογία στωικών;====<br />
<br />
Μολονότι αυτές υπήρξαν οι απόψεις του Χρυσοστόμου για την Ελληνική φιλοσοφία γενικά και την παιδεία ειδικά, σ'ένα σύντομο κείμενο στο τέλος της ζωής του <ref>(Ο τι εαυτό μή αδικούντα ουδείς παραβλάψαι δύναται PG 52,459-480)</ref> ανέπτυξε με βάση κυρίως πλατωνική και [[Στωικοί|στωική]] ηθικολογία την ιδέα ότι τον ενάρετο και ηθικό δεν μπορεί κανείς να τον βλάψει, διότι τις αδικίες τις αντιμετωπίζει γενναία και τις εκμεταλλεύεται για την τελείωση του.<br />
<br />
===Δογματική διδασκαλία===<br />
<br />
<br />
Ο Χρυσόστομος έζησε σε μια εποχή που τα μεγάλα κινήματα αιρέσεων είχαν καταπολεμηθεί απο τον [[Μέγας Βασίλειος|Μέγα Βασίλειο]], το [[Μέγας Αθανάσιος|Μέγα Αθανάσιο]], το [[Γρηγόριος Ναζιανζηνός|Γρηγόριο Θεολόγο]], το [[Γρηγόριος Νύσσης|Γρηγόριο Νύσσης]] με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε ύφεση. Παρ'όλα αυτά το πνευματικό κλίμα της [[Αντιόχεια|Αντιόχειας]] παρέμενε ιδιαίτερα διαφοροποιημένο από τις απόψεις της [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος|Α΄ Οικουμενικής συνόδου]] της [[Νίκαια|Νίκαιας]], της οποίας ακόλουθος και πιστός τηρητής υπήρξε ο Χρυσόστομος. Γι'αυτό το λόγο δε θεολογεί τόσο όσο οι άλλοι [[Τρεις Ιεράρχες|Ιεράρχες]] περί Θεότητος και [[Αγία Τριάδα|Τριαδικότητος]], αφού θα λέγαμε πως ήταν απορροφημένος στα ποιμαντικά καθήκοντα της εποχής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν κάνει σαφείς αναφορές, αφού αισθανόταν ενιαία τη Γραφή και την παράδοση.<br />
<br />
Στα συγγράματα του χρησιμοποιεί, για τον [[Χριστός|Χριστό]], λιγότερο συχνά το σαφή συνοδικό όρο «''Ομοούσιος''» και προτιμά προσφιλείς στους ημιαρειανούς και Αντιοχειανούς όρους, όπως «''όμοιος κατά πάντα'' ή «''απαράλλακτο έχοντα''» ή «''όμοιος κατά την ουσία''», προσπαθώντας να μην προκαλέσει νέες εντάσεις, μεγαλύτερη σύγχυση, προσελκύοντας τους κακόδοξους. Αυτές οι επιλογές δεν εκλαμβάνονται ως απόδειξη της μη αποδοχής του περί ομοουσιότητος, καθότι είναι σαφής στην ομιλία του ''Εις Ιωαννη'' «''Τη γαρ ενώσει και τη συνάφεια εν εστιν ο Θεός, Λόγος και Σαρξ...και αφράστου''»<ref>(Ομιλία 1α, 2 PG 59, 80)</ref>, η οποία χρησιμοποιήθηκε στη Δ΄ Οικουμενική σύνοδο ως κείμενο δηλωτικό της ορθής υποστάσεως.<br />
<br />
Η ανάγκη να προβεί σε αυτή την θέση, εξηγείται από τις κακοδοξίες όχι μόνο Φιλοσόφων αλλά και κληρικών ([[Διόδωρος Ταρσού]], [[Θεόδωρος Μοψουεστίας]]), περί της φύσεως του Χριστού. Υιοθετώντας χριστολογικές απόψεις του [[Μέγας Αθανάσιος|Μεγάλου Αθανασίου]] και Καππαδοκών θεολόγων υπερβαίνει το Αντιοχειανό κλίμα και ιδίως των κακοδοξούντων ([[Άρειος|Αρειανός]], [[Απολλινάριος]], [[Διόδωρος Ταρσού]] κλπ). Αναφέρει διαρκώς τον όρο «''συνάφεια''» και «''ένωση''» για τον ενσαρκωμένο Λόγο, ώστε να αποκλείει ''τροπή'' και ''σύγχυση''. Η πρώτη σημαίνει ότι η θεία φύση τρέπεται σε ανθρώπινη και η δεύτερη ότι η ανθρώπινη χάνεται, απορροφάται από την θεία, με την οποία και συγχέεται, αποκλείοντας τα άκρα δηλαδή ότι ο λόγος γίνεται άνθρωπος. <br />
<br />
Ο Χρυσόστομος εμφανίζεται κάθετος και στο θέμα της «''αναμαρτησίας''» του Χριστού. Στην ''Εις Ρωμαίους'' ομιλία αναφέρει ότι η αναμαρτησία της προσληφθείσας από το θείο Λόγο ανθρωπότητα, σκοπό είχε να παραμείνει αναμάρτητη και προοριζόταν να μείνει αναμάρτητη από τους πρωτόπλαστους, κάτι που τελικά απέτυχε να συμβεί. Τώρα όμως με την ενανθρώπηση και την ανάσταση του Κυρίου η σάρκα-ανθρωπότητα φτάνει στο σκοπό της στην αναμαρτησία και την αθανασία.<br />
<br />
Η ελεύθερη προαίρεση και βούληση των ανθρώπων έγινε αντικείμενο ιδιαίτερης διδασκαλίας και ανώτερης θεολογίας απο τον Χρυσόστομο. Ο ίδιος λέει οτι μετά την πτώση ο Θεός δίδει ελεύθερη βούληση στα πλάσματά του, μια ιδιότητα η οποία προκύπτει όχι από τη σάρκα αλλά απο την προαίρεση του ανθρώπου. Εφόσον η θέληση είναι αυτή που κινεί σε αμαρτία, τότε το σώμα δεν είναι απο τη φύση του κακό.<br />
<br />
====Σύγχρονες δογματικές επιρροές====<br />
<br />
<br />
Οι ομιλίες και τα ζητήματα που πραγματεύτηκε ο Ιερός Χρυσόστομος σε δογματικό επίπεδο, υπήρξαν θέμα έντονης έρευνας και προβληματισμού από τη σύγχρονη θεολογία. Αυτό συμβαίνει διότι υπάρχουν κείμενα τα οποία διασώζονται (η αυθεντικότητα τους είναι επιβεβαιωμένη), και φαίνεται να εκφράζει απόψεις περί ''σχίσματος'' των εκκλησιών και ''πρωτείων'' των Αποστόλων. Επίσης όπως όλοι οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας είναι σαφής για την φύση του προσώπου του Ιησού Χριστού.<br />
<br />
Αυτό το οποίο τονίζει είναι ότι προέχει η ενότητα της πίστης και του δόγματος, διότι διαρκώς κινδυνεύει αυτή να διασπαστεί από κακοδοξίες<ref>(Εις Α΄Κορινθ. Ομιλια Α΄1 PG 61,13_</ref>. Η ένωση αυτή συντελείται από την συμμετοχή όλων στην [[Θεία Ευχαριστία]], και τη συμμετοχή όλων στον ίδιο «''άρτο''»<ref>( PG 61, 100 )</ref>. Πρέπει, αναφέρει, όλα τα μέλη των κατά τόπους εκκλησιών, από τις Ινδίες μέχρι και την Ρώμη<ref>( PG 59, 361-2 )</ref> να αισθάνονται «''έν σώμα και πνεύμα''» και ότι έχουν την ίδια πίστη και να μην ενδίδουν στις κακοδοξίες και τις αιρέσεις που διασπούν την αληθινή ταυτότητα της μίας και μοναδικής αληθινής εκκλησίας<ref>( Απ. Παύλος, Προς Κορινθίους )</ref>, διότι η αληθινή θεία χάρη υπάρχει «''μόνο''» όταν και όπου όλοι στηρίζονται στο αυτό «''θεμέλιο''» και αυτή «''πίστη''»<ref>( PG 61, 72 )</ref>, όταν «''δειχθώμεν πάντες μία πίστιν έχοντες''»<ref>( PG 62, 83 )</ref>. Η πίστη σε αίρεση και σαθρό δόγμα δεν μπορεί να μεταστραφεί προς νίκης της αιωνίου ζωής ακόμα και αν «''μαρτυρίου αίμα''» παραδοθεί, χαρακτηριστικά λέγει.<ref>( PG 62, 85 )</ref>.<br />
<br />
Το άλλο ζήτημα στο οποίο λαμβάνει θέση είναι το ''πρωτείο''. Ο Χρυσόστομος αναφέρει σαφώς την υπεροχικότητα έναντι των υπολοίπων Αποστόλων λόγω πίστεως και πνευματικού επιπέδου του Αποστόλου Πέτρου<ref>(Εις Ρωμαίους, Ομιλία ΛΑ 4 G 60,672)</ref>. Είναι σαφής όμως και στα πιστεύω περί πρωτείου, σε σχέση με την έννοια που του αποδίδει η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, όπως αυτό εκφράζεται από τις ομιλίες του<ref>(Εις Γαλάτας Ομιλία Β΄3 PG 61, 63 και Γαλάτας, κεφ. Α΄11 PG 61, 631-2 ). Αναφέρει (...Μετά τοσαύτα και τοιαύτα κατορθώματα (Παύλος), μηδέν Πέτρου δεόμενος, μηδέ τίς εκείνου φωνής, αλλ'ισότιμος ών αυτώ, όμως απέρχεται είς Πέτρον...)</ref>, αφού χαρακτηρίζει τους Αποστόλους «''ομότιμους''» και εξηγεί την συμπεριφορά του [[Απόστολος Παύλος|Παύλου]] προς τον [[Απόστολος Πέτρος|Πέτρο]], όταν πρώτος τον επισκέπτεται στα [[Ιεροσόλυμα]], λέγοντας ότι δεν είναι κατώτερος αλλά τουλάχιστον «''ισότιμος''». Ένα ακόμα στοιχείο που παραθέτει μιλώντας για τη μη ύπαρξη Πρωτείου είναι ότι όταν ο [[Χριστός|Xριστός]] ανέφερε ότι θα οικοδομήσει πάνω στον Πέτρο την Εκκλησία, το ανέφερε για την ομολογία του και όχι για το πρόσωπο. «''Τώ γούν Πέτρω ειπών "μακάριος ει Σίμων Βάρ Iωννά" και επαγειλάμενος τα θεμέλια της Εκκλησίας, επί της '''ομολογίας''' αυτού καταθήσεται''»<ref>( Εις Γαλάτας, Ομιλία Α΄1 G 61, 611 )</ref>. Τέλος σε ότι αφορά το Πρωτείο αναφέρει ότι οι Απόστολοι χειροτονήθηκαν άρχοντες της Οικουμένης και όχι ενός τόπου ή Έθνους<ref>(Ο τι χρήσιμος η τών Γραφών ανάγνωσις, Γ 4 PG 51,93)</ref> και διερωτάται γιατί δεν «''έλαβε''» τον θρόνο των [[Ιεροσόλυμα|Ιεροσολύμων]] ο Πέτρος αλλά ο [[Ιάκωβος ο αδελφόθεος|Ιάκωβος]], εξηγώντας πως ο ίδιος εχρίσθη «''της οικουμένης διδάσκαλος»<ref>( Εις Ιωαννη Ομιλία ΠΗ 1 PG 59.480)</ref>.<br />
<br />
===Το ''Κεκρυμμένο βάθος'' των γραφών===<br />
<br />
<br />
Αυτό που πάντα κηρύσσει και γι'αυτό το λόγο διεξάγει μεγάλη συγγραφική προσπάθεια είναι ότι οι γραφές περιέχουν βάθος και αλήθειες οι οποίες είναι κρυμμένες πίσω από δηλωτικό των σημαινόμενων λέξεων. Αυτό όμως πάντα, σύμφωνα με το Χρυσόστομο, γίνεται μέσω του φωτισμού του Αγίου Πνεύματος. Ο Χρυσόστομος ισχυριζόταν ότι η [[Παλαιά Διαθήκη]] αποτελούσε τον τύπο και όχι την αλήθεια, γι'αυτό το λόγο έχουμε γραπτές εντολές, ενώ στην [[Καινή Διαθήκη]] έχουμε νόμο γραμμένο στις καρδιές των ανθρώπων, υπονοώντας ξεκάθαρα τη λειτουργία του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] ως «''παρακλήτου''» και βοηθού στην ερμηνεία του νόμου του Θεού.<br />
<br />
Πιο συγκεκριμένα ο Χρυσόστομος εισάγει την έννοια «''συγκατάβασις''», δηλαδή ότι η γλώσσα και η γραφή δεν είναι ανάλογα προς τη φύση του Θεού, αλλά προς τα πεπερασμένα όρια του ανθρώπου. Έτσι εξηγεί την ποικιλία βιβλικών σχημάτων, τη ανάγκη «''θεοπρεπούς''» κατανοήσεως αυτών, μέσω του κεκρυμμένου βάθους που περιέχεται σε λέξεις και φράσεις. Μάλιστα στην ομιλία ''Εις Τίτον'' φαίνεται, ότι η συγκατάβαση αυτή αποφασίζεται από το Θεό, αλλά το σχήμα που θα λάβει έγκειται από το συντάκτη και την «''αδυναμία''» των παραληπτών προς κατανόηση. Έτσι δίνει απάντηση σε όλους εκείνους που θεωρούσαν τη γλώσσα «''μυθική''», ότι δηλαδή δε ανταποκρίνεται σε αληθινά γεγονότα, ο ίδιος όμως απέκρουε κάθε παρόμοιο ισχυρισμό. Ο λόγος, που δινόταν αυτή η «''συγκατάβαση''» κατά το Χρυσόστομο, συντελείτε ένεκα της «''Θείας Οικονομίας''», που προϋποθέτει την αδυναμία του ανθρώπου να δεχθεί χωρίς προετοιμασία την αποκαλυπτόμενη αλήθεια, έτσι εξηγεί και την ασάφεια των «''Κυριακων''» λόγων, να δηλώσει στους Ιουδαίους την ισότητα προς τον πατέρα και δικαιολογεί την μερικότητα της αποκαλυπτόμενης αλήθειας.<br />
<br />
Ένας ακόμα από τους ισχυρισμούς του είναι, ότι οι Γραφές όχι μόνο είναι θεόπνευστες αφού το «''χέρι του Θεού''» καθοδηγεί τους συγγραφείς τους να γράψουν, αλλά και ότι τα βιβλικά χωρία, περιέχουν το απόλυτα αναγκαίο και κατεπείγον. Δηλαδή περιγράφουν τόσα από τη δράση του Κυρίου κι εξηγούν την αλήθεια τόσο, ώστε να δίνει αυτό που είναι απαραίτητο για τη σωτηρία των ψυχών. Ακόμα τονίζει ότι το «''σημαίνον''» δεν ταυτίζεται με το «''σημαινόμενον''», όπως η αναλυτική φιλοσοφία θέλει, αλλά το σημαίνον είναι στη θεολογία μόνο δηλωτικό της αλήθειας. Επίσης αναφέρει ότι η «λέξη» είναι σημαντική και δηλωτική της αλήθειας αλλά όχι περιεκτική, μιας και το βάθος της είναι ανεξάντλητο.<br />
<br />
===Ηθική κατά Χρυσόστομο===<br />
<br />
<br />
Ο στόχος του ήταν να οικοδομήσει νέα θεμέλια στη ζωή των Χριστιανών και εί δυνατόν και σε ευρύτερες ομάδες κατοίκων. Αντιλαμβανόταν την ανάγκη για μια αναμορφωτική προσπάθεια που θα επέφερε ηθική ανύψωση. Η αναμόρφωση της κοινωνίας και η οικοδόμηση της πάνω στο ευαγγέλιο προϋποθέτουν καταπολέμηση φαινομένων ακολασίας κι κοινωνικοοικονομικής αδικίας. Η ασέλγεια, ο γυμνισμός, η εκπόρνευση στα θέατρα και η παντός είδους εκμετάλλευση έπρεπε να παραμερισθούν. Αυτό ήταν δυνατό να γίνει αν αποφάσιζαν οι άνθρωποι να ζήσουν διαφορετικά. Αυτής της αλλαγής φορέας προσπάθησε να γίνει και ο Χρυσόστομος δίδοντας τα θεσμικά θεμέλια. Γι' αυτο μολονότι περισσότερο από κάθε τι, ενδιαφέρεται και μιλάει για τα ζητήματα ήθους και ηθικής, δεν αποβαίνει ηθικολόγος και ηθικιστής. Έτσι αποβαίνει ο κατ'εξοχήν θεολόγος του καθημερινού βίου του πιστού. Η ευρεία έκλυση των ηθών, η κοινωνική αδικία την εποχής βρίσκουν κατά Χρυσόστομο ένα ισχυρό αντίποδα, την οσιακή - ασκητική ζωή, ενώ τονίζει πως η προέλευση του κακού κατά οφείλεται στο φρόνημα της σαρκός και στην προς το κακό κίνηση της προαιρέσεως - βουλήσεως και όχι στην ουσία - υπόσταση καθεαυτήν του ανθρώπου<ref>(PG 60, 516)</ref>.<br />
<br />
Ενδεικτικό της ηθικής της Εκκλησίας, που φορέας της υπήρξε ο Χρυσόστομος και που θα ήθελε να εφαρμοστεί, είναι τα πιστεύω του περί γάμου, εγκρατείας και παρθενίας. Πίστευε ότι οι πιστοί θα θεμελιωθούν πράγματι στους κόλπους της εκκλησίας αν εγκαταλείψουν τις υπάρχουσες θεσμοθετημένες μορφές κοινωνικής ζωής. Προσπάθησε μέσα από το γάμο και την ηθικοοικονομική του διδασκαλία να ανυψώσει το επίπεδο της ηθικής ζωής από το επίπεδο των εθνικών στο χριστιανικό επίπεδο, μέσω ενάρετου βίου στα πλαίσια της οικογένειας και του μοναχισμού. Εξ'ου και χαρακτηρίζει την παρθενία «''αγγελικό''» βίο, αλλά από την άλλη λέγει πως ο έγγαμος βίος είναι κάτι δυσκολότερο και περιέχει μεγαλύτερο «μισθό». Ο γάμος πληροφορεί ότι είναι το αντίδοτο στα πάθη και την πορνεία, ενώ στην εγκράτεια βρίσκεται η λύση της αποκοπής των κακών προαιρέσεων.<br />
<br />
Το επίπεδο που θέτει τον πήχη ο Χρυσόστομος φαίνεται καθαρά από την ενστέρνηση του «''Κυριακού''» λόγου, ότι παρθενία δεν είναι μόνο η μη συνεύρεση αλλά ακόμα και η σκέψη μπορεί να χαρακτηρηστεί «''συνουσία''». Δηλαδή η παρθενία δεν περιορίζεται μόνο σε σαρκική μίξη. Χαρακτηριστικό της ευαισθησίας του είναι τα κηρύγματα περί ελεημοσύνης, στα οποία αναφέρει ξεκάθαρα ότι οι άσπλαχνοι και ανελεήμονες δεν θα δουν την «''βασιλεία των ουρανών''» καθότι και αυτοί με βάση την ευαγγελική περικοπή<ref>(κατα Ματθαίον , Μακαρισμοί)</ref>, δε θα ελεηθούν. Ένα ακόμα θέμα το οποίο έθετε ήταν η ισότητα των φύλων. Θεωρούσε εσφαλμένη την αντίληψη ανωτερότητας του ανδρικού φύλου, χρησιμοποώντας όρους όπως «''ισότητα''», «''ομότιμος''», «''εκ της ουσίας''». Πάντα όμως τόνιζε τη διαφορά των ρόλων ένεκα της ειρηνικής συμβίωσης τους.<br />
<br />
===Κατά Ιουδαίων===<br />
<br />
<br />
====Γενικά====<br />
<br />
<br />
Η κριτική του Χρυσοστόμου, κατά των [[Ιουδαίοι|Ιουδαίων]], προκάλεσε έντονη αντίδραση σε μερίδα συγγραφέων, ο οποίοι θεωρούσαν τον Χρυσόστομο σκληρό αντισημίτη. Βέβαια ο Χρυσόστομος συνεχίζει μια παράδοση από αρχής του Χριστιανισμού, με επιθέσεις κατά των Ιουδαίων με κυριότερους εκφραστές τον [[Ιουστίνος|Ιουστίνο]], [[Απελλής|Απελλή]], [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]], τον [[Μέγας Αθανάσιος|Μέγα Αθανάσιο]] και τους Καππαδόκες ιεράρχες. Ο Χρυσόστομος αναφέρεται κατά των Ιουδαίων σε 8 ομιλίες του και καταφέρεται σε βάρος τους με σκληρές εκφράσεις και ασκεί έντονη κριτική των τελετών, των εθίμων και του λατρευτικής τους ακολουθίας. Η κριτική αυτή θεωρείται εφάμιλλη σε σκληρότητα με τη συμπεριφορά των [[Προφήτες|προφητών]] και του [[Χριστός|Χριστού]] κατά των [[Ιουδαίοι|Ιουδαίων]].<br />
<br />
====Οι λόγοι====<br />
<br />
Η κριτική του Χρυσοστόμου, κατά των [[Ιουδαίοι|Ιουδαίων]], προκάλεσε έντονη αντίδραση σε μερίδα συγγραφέων, ο οποίοι θεωρούσαν τον Χρυσόστομο σκληρό αντισημίτη. Βέβαια ο Χρυσόστομος συνεχίζει μια παράδοση από αρχής του Χριστιανισμού, με επιθέσεις κατά των Ιουδαίων με κυριότερους εκφραστές τον [[Ιουστίνος|Ιουστίνο]], [[Απελλής|Απελλή]], [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]], το [[Μέγας Αθανάσιος|Μεγάλο Αθανάσιο]] και τους Καππαδόκες ιεράρχες. Ο Χρυσόστομος αναφέρεται κατά των Ιουδαίων σε 8 ομιλίες του και καταφέρεται σε βάρος τους με σκληρές εκφράσεις και ασκεί έντονη κριτική των τελετών, των εθίμων και του λατρευτικής τους ακολουθίας. <br />
<br />
Η κριτική αυτή θεωρείται εφάμιλλη σε σκληρότητα με τη συμπεριφορά των [[Προφήτες|προφητών]] και του [[Χριστός|Χριστού]] κατά των [[Ιουδαίοι|Ιουδαίων]] και ο Χρυσόστομος έχει κατηγορηθεί για εκφράσεις κατά των Ιουδαίων όπως ''"οχιές"'', ''"δαίμονες"'', ''"σκυλιά"'', και παραλληλισμούς των συναγωγών με ''"πορνεία''"<ref>{{cite book |author=Bratton, Susan |title=Environmental values in Christian art |publisher=State University of New York Press |location=Albany, N.Y |year=2008 |pages=162 |isbn=0-7914-7265-5 |oclc= |doi= |accessdate=}}</ref><ref>{{cite book |author=Fisher, Eugene J. |title=Interwoven destinies: Jews and Christians through the ages |publisher=Paulist Press |location=New York, NY |year=1993 |pages=68 |isbn=0-8091-3363-6 |oclc= |doi= |accessdate=}}</ref>. <br />
<br />
Στην πραγματικότητα, ο Χρυσόστομος το δηλώνει, ότι υπενθυμίζει τις κρίσεις κατά του Ισραήλ από τον προφήτη Ιερεμία (''"όψις πόρνης εγένετό σοι, απηναισχύντησας προς πάντας"'', Ιερ. 3,3) ο οποίος, μιλώντας για την πνευματική πορνεία του λαού του θεού, τους καλεί ταυτόχρονα σε μετάνοια για τις ειδωλολατρικές εκτροπές τους<ref>Κολιτσάρας Θ. Ιωάννης, ''Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Εβδομήκοντα'', τόμ. 5, 'Η Ζωή', 3η έκδ., Αθήνα 1991, σελ. 173 (Ιερ. 3,1-9).</ref>: ''"Από προφήτου παράγω την μαρτυρίαν· Ουκ εισίν Ιουδαίοι των προφητών αξιοπιστότεροι. Τι ουν ο προφήτης φησίν; Όψις πόρνης εγένετό σοι, απηναισχύντησας προς πάντας"''<ref>Οι παρακάτω φράσεις προέρχονται από την ''PG'' 48,847.</ref>. Και συνεχίζει: :''"Ένθα δε πόρνη έστηκεν, πορνείον έστιν ο τόπος· μάλλον δε ουχί πορνείον και θέατρον μόνον εστίν η συναγωγή"''. Βεβαίως γνωρίζει ότι κάποιοι εναντιώνονται στα λόγια του, και γι αυτό επιχειρηματολογεί λέγοντας πως, αν όσα λέει είναι δικά του λόγια, ας τον κρίνουν, όμως δεν είναι δικά του: ''"Ει μεν γαρ οίκοθεν αποφαίνομαι, κατάγνωθι, ει δε του προφήτου λέγω τα ρήματα, δέξαι την απόφασιν"''. Χαρακτηριστικοί επίσης είναι οι λόγοι του Ιησού Χριστού που χρησιμοποιεί ο Χρυσόστομος, ο οποίος αποκαλούσε τους ομοεθνείς του ''"γεννήματα εχιδνών (οχιών)"''<ref>Κατά Ματθαίον 3, 7</ref> και ''"κύνες (σκύλους)"''<ref>Κατά Ματθαίον 15, 26</ref>.<br />
<br />
Οι λόγοι που οδήγησαν τον ιερό Χρυσόστομο και τους άλλους ιεράρχες να ασκήσουν τόσο σκληρή κριτική κατά των [[Ιουδαίοι|Ιουδαίων]], αφορά την έντονη προσπάθεια εναγκαλισμού σε επίπεδο λατρευτικό - θρησκευτικό, που θεωρούσε ότι είχε στόχο προσηλυτιστικό και τελικά οδηγούσε στην απομάκρυνση από τον αληθινό Θεό και το σωτήριο μήνυμα του Χριστού. Παρατηρούμε στις ομιλίες του, ότι σημαντικός λόγος κριτικής για τον Χρυσόστομο, αποβαίνουν οι εορτές των Ιουδαίων, στις οποίες συμπαρέσυραν και τους Χριστιανούς να τελούν, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να διαχωρίσουν τη μεγάλη αντίθεση του μηνύματος των δυο θρησκειών<ref>Κατά Ιουδαίων Α΄ 1 PG 48, 844</ref>. Άλλος λόγος κριτικής ήταν ο πλάγιος τρόπος που πολλές φορές χρησιμοποιούσαν για να προσελκύσουν Χριστιανούς. Οι [[Ιουδαίοι|Ιουδαίοι]] στην [[Αντιόχεια]] είχαν μεγάλη δύναμη, η οποία ήταν απόρροια της οικονομικής δύναμης αλλά και της εισχώρησης σε κρατικούς μηχανισμούς της Αυτοκρατορίας. Κατείχαν πολλές θέσεις δικαστών και δίκαζαν υποθέσεις χριστιανών, οι οποίοι για να μην πέφτουν θύματα αδικιών, υπέκυπταν στις διαθέσεις των Ιουδαίων με αποτέλεσμα να ρυθμίζουν και την θρησκευτική έκφανση της ζωής τους. <br />
<br />
Ο κυριότερος λόγος όμως αντίθεσής του με τους Ιουδαίους, είναι ερμηνεία της ''"θείας οικονομίας"'', δηλαδή το κατά πόσον οι γραφές εκπληρώνονται στην ύπαρξη του Ιησού Χριστού<ref>( Κατά Ιουδαίων Α΄ 1 PG 48, 845-846 )</ref>. Κρίνει ο Χρυσόστομος ότι αυτή εκπληρώνεται στο πρόσωπο του [[Χριστός|Χριστού]] και άρα αυτοί είναι παραβάτες της θείας οικονομίας και εκτός χάριτος του Θεού. Μάλιστα επισημαίνει ότι τα ίδια έπραξαν και με τους προφήτες που απέκτειναν ενώ ήταν απεσταλμένοι Θεού κατά τον Κυριακό λόγο<ref>(Κατά Ματθαίον Κεφ.23)</ref>. Επίσης είναι γεγονός ότι οι Ιουδαίοι συνέπραξαν στους μεγάλους διωγμούς των Χριστιανών τους πρώτους αιώνες της εκκλησιαστικής ζωής τους και έτσι γίνεται αντιληπτό ότι οι Χριστιανοί είχαν βιώσει δύσκολες καταστάσεις από τους Ιουδαίους και η φήμη των διωκτών των Χριστιανών ακόμα παρέμενε.<br />
<br />
Στην πραγματικότητα ο ''Χρυσόστομος'' ''"εξεφώνησε κατά των Ιουδαίων πέντε λόγους...όχι από αντιπάθεια προς τον ιουδαϊσμό, αλλά επειδή οι Ιουδαίοι μαζί με τους Εθνικούς επιδρούσαν επί των Ελλήνων χριστιανών της Αντιόχειας. Ήταν καθήκον του ιερού Χρυσοστόμου ν' αποκρούσει τις επιδράσεις αυτές"''<ref>Φούγιας Γ. Μεθόδιος, ''Ελληνισμός & Ιουδαϊσμός'', έκδ. 2η, Λιβάνης, Αθήνα 1995, σελ. 222-223.</ref>.<br />
<br />
====Συμπεράσματα====<br />
<br />
<br />
Για το γεγονός όμως της χρήσης αποσπασμάτων από τις ομιλίες του για άλλους σκοπούς δεν ευθύνεται ο Χρυσόστομος. Καταρχάς οι ομιλίες αυτές δεν ήταν στην πραγματικότητα κατά των εβραίων, αλλά κατά των ιουδαϊζόντων χριστιανών οι οποίοι είχαν παρασυρθεί σε σημείο που να συμμετέχουν σε εορτασμούς στις συναγωγές<ref>''"...his eight sermons—traditionally called Against the Jews—are not really addressed to the Jews, but to these Christian “Judaizers”...these Christians took part in the Jewish festival celebrations in the synagogue"'' (Oskar Skarsaune, ''In the Shadow of the Temple - Jewish Influences on Early Christianity'', Downers Grove, InterVarsity Press, 2002, σελ. 436-437).</ref>. Επίσης, είχαν θρησκευτικό-τυπολογικό περιεχόμενο και όχι φυλετικό-ρατσιστικό<ref>''"In my view, the patristic texts that appear to modern readers to be anti-Semitic in most cases have a typological reference and are based on a specific approach to the interpretation of Scripture—the analogy of faith—which assesses each particular text in relation to the whole trend of the history of revelation and which views the difference between Jew and Gentile under christological assumptions and not merely as a matter of genetics or race. Even in their harshest strictures against Judaizing threats to the gospel, they did not consider Jews as racially or genetically inferior people, as modern anti-Semites are prone to do"'' ("On Misogyny and Anti-Semitism", ''ACCS Introduction and Bibliographic Information'' (Ancient Christian commentary on Scripture), Downers Grove, InterVarsity Press, 2005, σελ. xxv.</ref> ενώ, επιπλέον, ο Χρυσόστομος ''"δεν συνιστούσε το μίσος και την προσωπική αποστροφή"'' και άρα ''"δεν διαπνεόταν από κανένα είδος αντισημιτισμού, όπως τον κατηγορούν"''<ref>Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, ''Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;'', 3η έκδ., Αρμός, 2003, σελ. 82.</ref>. Μιλάει, ''"όχι διότι έχει προγραμματική ιδεολογική αντίθεση προς τους ιουδαίους, άλλα μόλις προκύπτει το ποιμαντικό πρόβλημα στο γεγονός που δείχνει ότι αιτία των Ομιλιών του δεν είναι ο αντισημιτισμός"''<ref>Μεταλληνός, ό.π.</ref>.<br />
<br />
Παρά το γεγονός ότι ο Χρυσόστομος αναφερόταν με αυτόν τον τρόπο στους Εβραίους επίσης δεν συνάγεται ότι τους μισούσε, αλλά χρησιμοποιούσε ενα ρητορικό σχήμα της εποχής, το λεγόμενο ψόγο, που σε καθε περίπτωση ήταν διαδεδομένος<ref>{{cite book |author=Lindemann, Albert S. |title=Esau's Tears: Modern Anti-Semitism and the Rise of the Jews |publisher=Cambridge University Press |location=Cambridge, UK |year=2000 |pages=33-34 |isbn=0-521-79538-9 |oclc= |doi= |accessdate=}}</ref>. Με την προσεκτική μελέτη των κειμένων του Χρυσοστόμου, γίνεται αντιληπτό ότι η επιθετική αυτή συμπεριφορά έχει να κάνει όχι με κάποια εγκατεστημένη ιδεοληψία του Χρυσοστόμου, αλλά με τον κατεξοχήν στόχο που θέτει ο [[Χριστός]]<ref>Στυλιανός Παπαδόπουλος (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Β, σελίδα 254</ref>. Τη σωτηρία του ανθρώπου. Έτσι στο ''Κατά Ιουδαίων''<ref>(Kατά Ιουδαίων Α΄ 1 PG 48, 884)</ref> γίνεται εμφανές ότι μιλά με τέτοιο τρόπο για να προστατέψει. Οι σκληρές εκφράσεις όπως ''"άθλιοι"'', ''"δείλαιοι"'', ''"άρπαγες"'', ''"πλεονέκτες"''<ref>( Κατά Ιουδαίων Δ΄ 1 PG 48, 871 )</ref> έχει να κάνει με τη συμπεριφορά απέναντι στο [[Χριστός|Χριστό]] ο οποίος τους αποκαλύφθηκε και αυτοί του συμπεριφέρθηκαν το γνωστό τροπο. Και αναρωτιέται: «τι αθλιότερον τούτου;». <br />
<br />
Όμως ''"ποτέ δεν συνέστησε στους χριστιανούς να μη συναλλάσσονται ή να μη χαιρετούν τους ιουδαίους. Πολύ περισσότερο δεν συνέστησε να τους μισούν ή να τους καταδιώκουν. Αυτό που ζητούσε και συνιστούσε μόνο ήταν να μη συμμερίζονται την θρησκευτική ζωή τους"''<ref>Μεταλληνός, στο ίδιο.</ref>. Επίσης είναι αληθές ότι κατά γενική ομολογία η γλώσσα του Χρυσοστόμου ήταν σκληρή αντίστοιχα και για τους [[Αρειανισμός|Αρειανούς]], τους [[Ανόμοιοι|ανομοίους]], τους [[Γνωστικοί|γνωστικούς]] αλλά και τους πλουσίους και άρχοντες που έκαναν έκλυτο, προκλητικό βίο, τους οποίους μάλιστα ονόμαζε ''"λύκους"''<ref>"Ιωάννης ο Χρυσόστομος", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'', τόμ. 6, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 1189.</ref>.<br />
<br />
Κατ' αυτό τον τρόπο, οι Ιουδαίοι δεν φαίνεται να χρίζουν ειδικής «μεταχείρισης» όπως ισχυρίζονται κάποιοι συγγραφείς, αλλά σε κάθε ομάδα ή έτερη δογματική αντίληψη η οποία αντιτίθεται στο «νόμο του Θεού» δείχνει παρόμοια αντιμετώπιση. Άλλωστε είναι χαρακτηριστική η προσφώνηση του Γεωργίου Φλορόφσκι ως ''"προφήτη της καθολικής αγάπης"''<ref>[[Γεώργιος Φλορόφσκι]], Οι Ανατολικοί πατέρες του 4ου αιώνα, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2006, σελίδα 378</ref>. Είναι χαρακτηριστικό πως ''"όσοι μέμφονται το Χρυσόστομο για αντιιουδαϊσμό και αντισημιτισμό αποφεύγουν να μελετήσουν τη θεολογική θεμελίωση των απόψεών του για τους Ιουδαίους"''<ref>ο.π.</ref>. Χαρακτηριστικό είναι άλλωστε το χωρίο "Κατά Ιουδαίων Α΄ 1""''... όπου αναφέρει:<br />
<br />
:''"Μηδέ θαυμάσητε, ει αθλίους εκάλεσα τους Ιουδαίους. Όντως γαρ άθλιοι και ταλαίπωροι, τοσαύτα από των ουρανών αγαθά εις τας χείρας αυτών ελθόντα απωσάμενοι και ρίψαντες μετά πολλής της σπουδής. Ανέτειλεν εκείνοις πρώιμος ο της δικαιοσύνης ήλιος, κακείνοι μεν απώσαντο την ακτίνα και εν σκότει κάθηνται...Εκείνοι της ρίζης της αγίας ήσαν κλάδοι, αλλ εξεκλάσθησαν. Εκείνοι τους προφήτας ανέγνωσαν εκ πρώτης ηλικίας και τον προφητευθέντα εσταύρωσαν...Δια τούτο άθλιοι, ότι τα πεμφθέντα αυτοίς αγαθά αρπαζόντωνν έτερων και προς εαυτούς επισπωμένων, αυτοί διεκρούσαντο"''.<br />
<br />
Ο Χρυσόστομος υπερασπίστηκε δυναμικά τους χριστιανούς, και δεν ανεχόταν τον προσυλητισμό από τους Ιουδαίους<ref>Κατά Ιουδαίων Δ΄ 1: PG 48, 871</ref>, απειλή που ήταν μεγαλύτερη εξαιτίας της ισχυρής εβραϊκής κοινότητας που υπήρχε την εποχή εκείνη στην Αντιόχεια. Γι αυτό και ο λόγος του ήταν οξύς, σε αντίθεση με τα πιο ήπια κηρύγματα που έκανε στην [[Κωνσταντινούπολη|Κων/πολη]], όπου η απειλή για τους χριστιανούς ήταν μικρότερη<ref>''"Much of the patristic anti-Jewish material, however, was a response to the threat Judaism posed as an attractive alternative to Christianity. Thus, John Chrysostom’s anti-Jewish sentiments were expressed with greatest virulence in sermons that he delivered in CE 386 to 387 in Antioch—the home of a large, vibrant, and thriving Jewish community at this time (Wilken 1983; Harkins 1979). Sermons that Chrysostom delivered in Constantinople, which did not have a large Jewish community, were less virulent in tone (Grissom 1978: 217)"'' (Barbara Geller Nathanson, "Jews, Christians, and the Gallus Revolt in Fourth-Century Palestine", ''Biblical Archaeologist'', τεύχ. 49, American Schools of Oriental Research, 1986).</ref>.<br />
<br />
===Περί εξουσίας, αρχόντων και πλούτου===<br />
<br />
====Εξουσία====<br />
<br />
Το φαινόμενο της εξουσίας, πολιτικής - κοσμικής αλλά και ιερατικής, εξηγείται εύκολα στο πλαίσιο της όλης θεολογικής σκέψης του Χρυσοστόμου. Συνιστά και αυτή, όπως ο γάμος αποτέλεσμα της πτώσεως. Η εξουσία αποβαίνει πρόβλημα εφόσον προϋποθέτει άρχοντα, τον οποίο εκμαυλίζει η αίσθηση της υπεροχής, και αρχόμενο που δυσανασχετεί για την υποταγή του. Άρα πρόβλημα είναι όχι η αφηρημένη έννοια της υποταγής, αλλά ο άνθρωπος που έχει την ευθύνη να άρχει ή που οφείλει να υποτάσσεται. Σύμφωνα με τις γραπτές πηγές που διαθέτουμε, πιστεύει ότι η απομάκρυνση των πρωτοπλάστων από τον Θεό προκάλεσε την «''πνευματική διάσπαση''», «''την εσωτερική αντινομία''», που εκδηλώνεται μεταξύ ανθρώπων με ''αντιπαλότητα'', ''διαμάχες'' και ''πολέμους''. Η αντιπαλότητα οδηγεί στην επιβολή του ενός στον άλλο, διότι λησμονείται ένεκα της αμαρτίας, ότι οι άνθρωποι είναι όλοι ομότιμοι μεταξύ τους<ref>( Εις Ρωμαίους, ομιλία ΚΓ 1, PG 60, 615 )</ref>. Στο ίδιο ζήτημα επίσης τονίζει με κάθε τρόπο ότι η ''φυσική'' και ''θεία τάξη'', στην οποία είναι θεμιτό το ''άρχειν'' και το ''άρχεσθαι'', δεν αναιρεί την ''ομοτιμία'' μεταξύ των ανθρώπων. Το να υπακούει ο πολίτης τον πολιτικό άρχοντα ή ο διάκονος τον Πρεσβύτερο δεν σημαίνει ότι ενώπιον Θεού κάποιος είναι κατώτερος από τον άλλο<ref>( PG 62, 531. PG 49, 82 )</ref>.<br />
<br />
====Άρχοντες====<br />
<br />
Στα κοινωνικά ζητήματα ο Xρυσόστομος δεν είναι ποτέ αιθεροβάμων. Ενώ εξηγεί με επιχειρήματα, ότι το ''άρχειν'' και το ''άρχεσθαι'' αποτελεί θεία τάξη, γνωρίζει ότι πολλοί άρχοντες είναι ανάξιοι και μάλιστα τύραννοι. Kανένας εκκλησιαστικός συγγραφέας δεν μαστίγωσε τόσο πολύ τους παντός είδους ελλειμματικούς και τυραννικούς άρχοντες όσο ο Χρυσόστομος<ref>( PG 52,54 - 56,42 - 60,365 - 63,232 )</ref>. Γι' αυτό το λόγο ξεκαθαρίζει άμεσα ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του ''άρχειν'', που είναι ''θέλημα Θεού'', και της εκλογής, που ανήκει στην ευθύνη των ανθρώπων. Αρνείται ότι ο κάθε άρχοντας είναι «''ελέω Θεού''» και δεν «''χειροτονείται''» - ''εκλέγεται'' από το Θεό, ο οποίος έθεσε μόνο την τάξην του ''άρχεσθαι''.<ref>( Εις Ρωμαίους , Ομιλία ΚΓ΄ 1 PG 60,615 ).</ref><br />
<br />
====Πλούτος και εργασία====<br />
<br />
Τα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα στην ''Αντιόχεια'' και στην ''Κωνσταντινούπολη'', δημιουργούσαν πολλά διλήμματα στα στους Χριστιανούς. Αυτοί γνώριζαν γενικά ότι πρέπει να ζήσουν σύμφωνα με το [[Ευαγγέλιο]], που όμως απαιτούσε υπέρβαση των δομών της κοινωνίας και του τρόπου σκέψης της εποχής, κάτι που ήταν εξαιρετικά δύσκολο και προϋπέθετε βαθιά πίστη, τόλμη και γνώση. Η υπερτίμηση των υλικών αγαθών και ο ονειδισμός της εργασίας αποτελούσαν κυρίαρχη αντίληψη, σε μία πόλη 500.000 κατοίκων, που περιείχε 100.000 χριστιανούς, πολλοί από τους οποίους ήταν ευκατάστατοι. Μέλημά του ήταν να δείξει ότι η εργασία δεν είναι «''όνειδος''»<ref>( Εις το ασπάσθαι Πρισκίλλαν... Α΄5 PG 51, 193 )</ref>. Έτσι αναζητάει το βαθύτερο λόγο της εργασίας και δίνει κίνητρα αναφέροντας ότι η εργασία όχι μόνο δεν είναι αρνητικό, δεν είναι όνειδος, αλλά είναι θετικό και συνιστά «''νουθεσία''», «''σωφρονισμό''» και «''φάρμακο''»<ref>( Εις το ασπάσθαι Πρισκίλλαν... Α΄5 PG 51,194 )</ref> για τα ''τραύματα'' που προκαλεί η ''αμαρτία''. Αναφέρει ακόμα ως παράδειγμα τον Παύλο που εργαζόταν χειρωνακτικά ημέρα και νύχτα<ref>(Παύλου, Α΄Θεσαλονικείς)</ref>. Επίσης ο άνθρωπος αποφεύγει την αχρείωση του, καλλιεργεί πνευματικά τον εαυτό του και γίνεται χρήσιμος στο πλησίον του.<br />
<br />
Ο Χρυσόστομος υπερβαίνοντας οποιοδήποτε άλλον εκκλησιαστικό συγγραφέα, καινοτομεί, στην προσπάθεια για σωτηρία και των πλουσίων αλλά και την ανακούφιση των φτωχών. Θεωρεί ότι ο πλούτος είναι πράγμα άψυχο και άρα από τη φύση του ούτε κακό, ούτε καλό και τον τελικό χαρακτήρα δίνει ο άνθρωπος, που τα κατέχει με βάση τη χρήση τους<ref>( PG 58,707 )</ref>. Σε άλλο χωρίο επιμένει ότι δεν είναι ο Θεός αυτός ο οποίος κάνει πλούσιο ή φτωχό ένα άνθρωπο<ref>(PG 61, 293 και 51,22)</ref>. Η γη του Θεού είναι εξίσου για όλους. Από αυτούς όμως κάποιοι κοπίασαν πολύ και απόκτησαν πλούτη, ενώ άλλοι έγιναν πλούσιοι με αδικίες και αρπαγές, άρα σύμφωνα με την κακή προαίρεσή τους ( που δεν μπορεί να είναι θέλημα Θεού ). Γι ' αυτό προχωράει ακόμα περισσότερο λέγοντας ότι ο άνθρωπος με πλούτη πρέπει να είναι ο διαχειριστής των αγαθών που κατέχει και όχι ο κάτοχος<ref>( PG 61,86 )</ref>.<br />
<br />
Οι απόψεις του Χρυσοστόμου όμως δεν εξαντλούνται εδώ. Ο κάτοχος των υλικών αγαθών και χρημάτων «''δικαιούται''» να χρησιμοποιεί από αυτά όσα χρειάζεται. Να τρώγει και να πίνει χωρίς υπερβολές, ώστε να μην φθάνει στην αμαρτία<ref>( PG 56,147 - 48,974 - 50,663 )</ref>. Εάν δεν λειτουργήσει έτσι, σημαίνει ότι υποδουλώθηκε στα αγαθά του, με αποτέλεσμα να καταντήσουν γι'αυτόν τύραννος, τον οποίο αδυνατεί να ελευθερωθεί<ref>( PG 61, 112-114 )</ref>. Γίνεται δηλαδή υποχείριος των χρημάτων και αντιστρέφει τη θεϊκή τάξη, η οποία ορίζει τον άνθρωπο να ενδιαφέρεται πρώτιστα για την «''''βασιλεία του θεού''''»<ref>( Προς εγκαταλείψεως σύναξιν 2 PG 51,69 - 62, 259-260 )</ref>. Φτάνει δε σε σημείο να πει, ότι τελικά ο πραγματικός και χειρότερος ζητιάνος γίνεται ο πλούσιος, σε σχέση με το φτωχό που διαρκώς ζητάει για την επιβίωση του.<ref>( Eις τον Λάζαρον , Ομιλία Β΄1 G 48, 982-983)</ref>. Η κατακλείδα των επισημάνσεων του είναι ότι ο κατά κόσμον πλούσιος δεν είναι και ενώπιον Θεού. Ενώπιον Θεού πλούσιοι είναι οι ''ενάρετοι'', διότι στην επόμενη ζωή το μόνο που μπορούν να πάρουν μαζί τους είναι οι καλές πράξεις και όχι τα υλικά αγαθά, και ότι οι πλούσιοι κατά κόσμον, θα κριθούν με αυστηρότερο κριτήριο από το Θεό.<br />
<br />
===Χρυσοστομική παιδαγωγία===<br />
<br />
====Γενικά====<br />
<br />
O Χρυσόστομος ως ένας εκ των [[Τρεις Ιεράρχες|Τριών Ιεραρχών]] θεωρείται από την [[Ορθόδοξη Εκκλησία|ορθόδοξη εκκλησία]] ως προστάτης των γραμμάτων και παιδαγωγός. H παιδαγωγική του άποψη περιλαμβάνεται στο παιδαγωγικό έργο του Χρυσοστόμου «''Περί κενοδοξίας και όπως δει τους γονέας ανατρέφει τα τέκνα''». Σε αυτό το έργο, που αμφισβητείται η γνησιότητά του, χαρακτηρίζεται από πολλούς «''ως η πρώτη συστηματική και πληρέστερη έκθεση για τη χριστιανική διαπαιδαγώγηση των νέων''». Περιλαμβάνονται αρχές για την αγωγή των νέων και οδηγίες για τις ενδεδειγμένες μεθόδους διδασκαλίας.<ref>( Κεφάλαια 39 – 52 )</ref>. Επίσης παρουσιάζονται τρόποι για την ιστόρηση των βιβλικών διηγήσεων στα παιδιά. Ανεξάρτητα από τις ελλείψεις και τις υπερβολές, η συγγραφή διακρίνετε για: α) Την ακρίβεια και τις ψυχολογικές και παιδαγωγικές παρατηρήσεις, β) την πολυμερή γνώση της παιδικής ψυχολογίας, γ) την ορθότητα με βάση το σημερινό πρότυπο των διδακτικών και παιδαγωγικών μεθόδων.<br />
<br />
====Οι απόψεις του====<br />
<br />
Η παιδεία είναι κατ’εξοχήν συναντησιακή σχέση αγάπης και κατ’επέκταση πράξη θάρρους, όπως συναντάται στη πραγματεία του παιδαγωγού Χρυσοστόμου. Αναφέρει «''Της τέχνης ταύτης ουκ έστι άλλη μείζων τι γάρ ίσον του ρυθμίσαι ψυχήν και διαπλάσαι νέου διανοίαν''»<ref>(P.G. 58,584)</ref>, επίσης «''Ουδέν γάρ ίδιον προς διδασκαλίαν επαγωγόν ως το φιλείν και φιλείσθαι''»<ref>(P.G. 62, 529)</ref>. Η αγάπη για το Χρυσόστομο είναι το βασικό γνώρισμα του παιδαγωγού. «''Ας γινόμεθα λοιπόν στοργικοί προς τους μαθητές μας. Αυτό είναι η αρχή του δικού μας τρόπου ζωής, από γνώρισμα, δηλαδή το να μη φροντίζουμε μόνο για τα δικά μας πράγματα και τις υποθέσεις, αλλά και τα μέλη μας τα άρρωστα και να τα διορθώνουμε και να τα θεραπεύουμε αυτό είναι το μέγιστο της πίστεως''»<ref>(P.G. 54,623)</ref>. Η αγάπη κατά Χρυσόστομο δε, είναι το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα του Χριστιανισμού «''Πολλά είναι εκείνα που χαρακτηρίζουν το Χριστιανισμό, σπουδαιότερο όμως και ανώτερο από όλα είναι η αγάπη και η ειρήνη μεταξύ των χριστιανών''»<ref>(P.G. 63, 213)</ref>.<br />
<br />
Η γνώμη του Ιερού Χρυσοστόμου για την αγωγή και παιδεία «''εν Χριστώ''» των νέων παρουσιάζεται πολύμορφη. Τον απασχόλησε ο σκοπός της αγωγής, η προσωπικότητα του παιδαγωγού, οι μέθοδοι διδασκαλίας, η ελκυστικότητα του μαθήματος, οι αντιληπτικές ικανότητες των μαθητών. Σημειώνει ότι ο μαθητής δεν πρέπει να δέχεται παθητικά την προσφερόμενη ύλη, αλλά να συμμετέχει ενεργητικά και να διατυπώνει απορίες και γνώμες. Αναγνωρίζει ότι η αγωγή στην νηπιακή ηλικία είναι πολύ αποτελεσματική για αν εγγραφεί στην ψυχή αγαθές έξεις. «''Αν τοίνυν άνωθεν και εκ πρώτης ηλικίας αυτή πήξωμεν καλούς, ου δεησόμεθα πολλών μετά ταύτα πόνων, αλλ’ η συνήθεια νόμος αυτοίς έσται λοιπόν''» <ref>(P.G. 62, 546)</ref>. Κάνει λόγο για τη λιτότητα και την αποφυγή καταχρήσεων ώστε να εξασφαλίζεται η ψυχοσωματική υγεία<ref>(P.G. 49, 190)</ref>. Ομιλεί για την επίδραση της γυμναστικής, την επενέργεια της μουσικής. Υπογραμμίζει ότι ο παιδαγωγός πρέπει να έχει επιστημονικό οπλισμό και είναι ηθικά ακέραιος. Επιβάλλεται ο παιδαγωγός ν’ αποσκοπεί στη διαμόρφωση του παιδιού σε εικόνα Θεού και «''το καθ’ ομοίωσιν αποδιδούς''»<ref>(P.G. 62, 144)</ref>. Γι’ αυτό οι ιδιότητες του Θεού πρέπει να γίνουν κτήμα του παιδιού όπως είναι: η αγαθότητα, το αόργητο, το αμνησίκακο, το ευεργετικό, το φιλάνθρωπο. Η άσκηση της αγωγής να γίνεται έτσι ώστε ο παιδαγωγούμενος να διαπλαστεί «''εις τέλειον Χριστιανόν και πραγματικόν φιλόσοφον''»<ref>(P.G. 62, 149)</ref>. Μια τέτοια αγωγή αποβλέπει να καταστήσει τους νέους άξιους «''της άνω πολιτείας''» δηλαδή της βασιλείας των ουρανών. Για την απόλαυση «''δε των επιγείων αγαθών απαιτείται να εμπνέουμε στα παιδιά τη χρηστότητα και την αρετή''»<ref>(P.G. 62, 547)</ref>. Το κοινωνικό αγαθό της αγωγής για τον Ιερό Χρυσόστομο θεωρείται πρώτιστο μέλημα και με την ευρύτερη έννοια «''παιδεία μετάληψις αγιότητός εστι''»<ref>(P.G. 64, 713, και A. Danassis Johannes Crysostomos, Bonn 1971, σ. 31)</ref> και «''δια πάντων εις θεογνωσίαν κελεύων αγείν αυτούς''» (τους παίδας) <ref>(P.G. 47, 355)</ref>.<br />
<br />
==Η επιρροή του Χρυσοστόμου στην Ορθόδοξη Εκκλησία==<br />
<br />
===Γενικά===<br />
<br />
Απο τους σημερινούς μελετητές ο Χρυσόστομος θεωρείται ως μια από τις σημαντικές προσωπικότητες που διαδραμάτισαν ρόλο στη διαμόρφωση των τεκταινομένων της εκκλησίας. Η δημοφιλία του στους κόλπους του απλού κλήρου και του λαού ήταν καταλυτικοί παράγοντες σε αυτή τη διαμόρφωση αλλά και οι σημαντικές καινοτομίες που προσέθεσε τόσο στη λειτουργική, όσο και στην ποιμαντική ζωή της Ανατολικής εκκλησίας δεν μπορούσαν να μη ληφθούν υπόψη αφού διευκόλυναν αρκετά το λατρευτικό βίο αλλά και την ποιμαντική προσέγγιση του λαού. Κατά γενική ομολογία ο Χρυσόστομος διείδε τα οργανωτικά αδιέξοδα, αλλά και τους θεσμούς οι οποίοι υπήρξαν κατά τα πρωταποστολικά έτη πυρήνας και αιχμή του πνευματικού βίου της εκκλησίας και ως άνθρωπος με ιδιαίτερες επιτελικές ικανότητες διενήργησε αλλαγές δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση σε σημεία που επέφεραν νέα ώθηση στην εκκλησιαστικό βίο.<br />
<br />
===Βυζαντινή εποχή===<br />
<br />
*''Θεία Λειτουργία''. Το κορυφαίο γεγονός της πληρότητας και της ενότητας της πίστεως μεταξύ του πληρώματος της εκκλησίας, αναμφίβολα υπήρξε η λατρευτική αναφορά της Θείας Λειτουργίας η οποία κορυφωνόταν με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Ο Χρυσόστομος ήταν ο κύριος διαμορφωτής της Θεία Λειτουργίας, που στην εποχή του επεξεργάστηκε και εισήγαγε, με νέο τρόπο δόμησης στην Κωνσταντινούπολη και εν συνεχεία επεκράτησε σε όλη την Ανατολική Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η σημαντικότητα αυτού του εγχειρήματος έγκειται στο ότι η απλοποίηση του Λαυτρευτικού γεγονότος των πιστών, απαλλάχτηκε από το παλαιότερο λατρευτικό κατεστημένο, που πέρα από την ανισομέρειά του γινόταν κουραστικό λόγω της διάρκειάς του. Έτσι χάρη σε αυτή την καινοτομία που εισήγαγε έκανε πιο κατανοητή τη Θεία Λειτουργία στους πιστούς με χαμηλότερο πνευματικό επίπεδο, ενώ έδωσε τη δυνατότητα στα νέα ή υποψήφια μέλη της εκκλησίας, να μπορούν ευκολότερα να παρακολουθήσουν και να κατανοήσουν το λατρευτικό γεγονός που αποτελούσε τον πυρήνα της πίστης της εκκλησίας.<br><br />
*''Οργάνωση''. Ο Χρυσόστομος αντιλήφθηκε από τον καιρό που ακόμα ζούσε στην Αντιόχεια, ότι η εκκλησία στην εποχή του είχε αμετακλήτως περάσει στο λεγόμενο Μητροπολιτικό σύστημα. Καίτοι ακόμα δεν είχε εφαρμοστεί πλήρως, σίγουρα η οργανωτική προσπάθεια που κατέβαλε άμα τη αφίξη του στην Κωνσταντινούπολη δείχνει την κατανόησή του για το πως έπρεπε να δομηθεί το εκκλησιαστικό σύστημα γα την ευρύτερη εξυπηρέτηση του ποιμνίου. Αυτή η οργανωτική προσπάθεια διαμορφώθηκε σε δυο επίπεδα. Στην οργάνωση του ανθρώπινου δυναμικού και την οργάνωση του ποιμαντικού έργου. Στην προσπάθεια για καλύτερη εξυπηρέτηση του ποιμνίου συντάσσει και οργανώνει το τάγμα των χηρών και των διακονισσών σε μια προσπάθεια ευρύτερης προσέγγισης του γυναικείου ποιμνίου το οποίο βρισκόταν σε μειονεκτική θέση. Επίσης οργανώνει το ιερατικό σώμα με τέτοιο τρόπο ώστε οι ιερείς να γίνονται υπηρέτες του λαού και όχι έμμισθοι επαγγελματίες οι οποίοι έβλεπαν καθαρά με κοσμικό μάτι την οργάνωση της εκκλησίας. Βέβαια αυτή η οργάνωση δε θα μπορούσε , όπως και το ευρύ ιεραποστολικό έργο που διενήργησε, να θεωρηθεί κάτι καινοτόμο, όμως οι θεσμοί αυτοί είχαν ατονήσει ιδιαίτερα την εποχή που ανέλαβε ο Χρυσόστομος τον επισκοπικό θρόνο, με αποτέλεσμα να δώσει νέα ώθηση και να γίνει παράδειγμα και τύπος καθόλη τη βυζαντινή περίοδο η οργάνωση της εκκλησίας. Σε ότι αφορά το ποιμαντικό έργο, ο Χρυσόστομος οργάνωσε σε πιο τακτά χρονικά διαστήματα τη λατρεία της εκκλησίας, έδωσε ιδιαίτερο βάρος στην ποίμανση μέσω των ομιλιών, οι οποίες είχαν διακοπεί κατά την περίοδο του Νεκταρίου. Θα λέγαμε πως ο Χρυσόστομος έδωσε νέο νόημα στην έννοια κατήχηση μέσω της χρήσης των ομιλιών που παραμένει μέχρι σήμερα πρότυπο ποιμαντικής διακονίας.<br><br />
*''Το ζήτημα της μετανοίας''. Η αντιμετώπιση που ο Χρυσόστομος εφήρμοσε σχετικά με τους αμαρτωλούς και την αμαρτία ήταν σαφής. Επίθεση και κατάκριση στην αμαρτία, επιείκεια στον άνθρωπο. Μάλιστα στις ομιλίες διενεργεί σημαντική προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση<ref>(PG 47, 277-350 -[9 Λόγοι Περί Μετανοίας(Ομιλία Ζ)]) Ο τι αυστηρός Ο Θεός στους δικαίους, επιεικής στους αμαρτωλούς</ref>. Αυτή ήταν μια νέα καινοτομία η οποία κατά τους επικριτές του, αλλά και τους πιο αυστηρούς ζηλωτές έδειχνε αδυναμία και υποχώρηση στα αποστολικά δεδομένα. Η πραγματικότητα όμως ήταν ότι αυτή η τακτική είχε σημαντικά αποτελέσματα καθώς μπόρεσε η εκκλησία να εισάγει στους κόλπους της αρκετούς ετερόδοξους οι οποίοι είχαν εισέλθει σε έτερα δόγματα, με αποτέλεσμα εν συνεχεία να γίνει θεσμός και να θεωρηθεί ως η ασφαλέστερη μέθοδος προσέγγισης για την εκκλησία. Οι υποστηρικτές του υπερασπίζοντάς τον, ανέφεραν πως κάθε εποχή έχει το δικό της τρόπο προσέγγισης με βάση τις διαμορφωμένες συνθήκες.<br />
<br />
===Σύγχρονες επιρροές===<br />
<br />
==Η Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου==<br />
<br />
:''Κύριο άρθρο: [[Η Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου]]''<br />
Η Θεία Λειτουργία της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας]] που έχει επικρατήσει, είναι αυτή που φέρει το όνομα του Χρυσοστόμου με μερικές τροποποιήσεις. Τελείται κάθε Κυριακή και εορτή στις Εκκλησίες με εξαίρεση 2 φορές το χρόνο που τελείται η Λειτουργία του [[Ιάκωβος ο αδελφόθεος|Ιακώβου Αδελφοθέου]], του [[Βασίλειος Καισαρείας|Μεγάλου Βασιλείου]] και τις «''προηγιασμένες''».<br />
<br />
Από αρχαία χειρόγραφα ο Barb.gr 360 προσγράφει στον Χρυσόστομο μόνο τις ευχές κατηχουμένου και την προσκομιδή, ενώ ο Σεβαστινιάνοφ [[414]] μ.Χ. και την «''οπισθάμβωνον''». Η σύγχρονη έρευνα όμως καταδεικνύει ότι μεγάλος αριθμός χωρίων και διατυπώσεων έχουν αντιστοιχία με γνήσια έργα του Χρυσοστόμου. Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι επενέβη προσθετικά στη Θεία Λειτουργία, για αυτό το λόγο του αποδόθηκε αργότερα εξ'ολοκλήρου. Η Λειτουργία αυτή άρχισε να επικρατεί από την εποχή που ο ίδιος έγινε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, με αποτέλεσμα να εκτοπισθούν οι υπόλοιπες όπως του Μεγάλου Βασιλείου, που είχε και αυτή πυρήνα την Αποστολική Θεία Λειτουργία.<br />
<br />
==Υμνογραφία==<br />
<br />
Σύμφωνα με το στοιχείο που παραθέτει ο μαθητής του Χρυσοστόμου [[Θεοδώρητος ο Κύρου|Θεοδώρητος]], ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος καθιέρωσε στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως έναν ειδικό τύπο ψαλμωδίας, που τηρήθηκε σ' αυτή και μετά τον θάνατό του. Επίσης είναι γνωστό ότι το ''[[Κοντάκιο]]'', ο τύπος που γνωρίζουμε ως ψαλμωδία στη Θεία Λειτουργία, έχει πρόδρομο του, τον Χρυσόστομο. Αρχικά ήταν κείμενο που απαγγελόταν εμμελώς και εν συνεχεία καθιερώθηκε με τον τύπο που σήμερα γνωρίζουμε.<br />
<br />
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι επίσης πολύ γνωστός για τις προσευχές τις οποίες συνέταξε. Σήμερα, εκτός της Θείας Λειτουργίας, διασώζονται πολλές προσευχές που χρησιμοπιούνται απο την Ορθόδοξη εκκλησία σε πολλά τυπικά λατρευτικά γεγονότα, όπως στον [[Όρθρος|Όρθρο]], την [[Ανάσταση|αναστάσιμη]] [[Η Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου|Θεία Λειτουργία]], διάφορους παρακλητικούς κανόνες κ.α.<br />
<br />
==Αγιογραφία==<br />
[[Image:John Chrysostom enthroned.jpg|150px|right|thumb|Μεγαλοπρεπής απεικόνιση του Αγίου]]<br />
<br />
Η συνήθης απεικόνιση του Αγίου εμφανίζεται σε δύο μορφές. Είτε μεταξύ των μεγάλων πατέρων της Εκκλησίας και των [[Τρεις Ιεράρχες|Τριών Ιεραρχών]], [[Μέγας Βασίλειος|Μεγάλου Βασιλείου]], [[Γρηγόριος Ναζιανζηνός|Γρηγορίου του Θεολόγου]] που πολλές φορές μαζί τους παρευρίσκεται και ο [[Μέγας Αθανάσιος]], στο εσωτερικό της κόγχης του [[Ιερό Βήμα|Ιερού Βήματος]], στην παράσταση '''μελισμού''' είτε σε κατ' ενώπιον απεικόνιση σε φορητές εικόνες.<br />
<br />
Στην πρώτη περίπτωση, όπως και οι άλλοι Ιεράρχες, φέρει πλήρη Λειτουργική αμφίεση ([[στιχάριον]], [[πετραχήλι|επιτραχήλιο]], [[φαιλόνιο]], [[ωμοφόριο]] και [[επιμάνικα]]). Είναι ελαφρώς στραμμένος προς το κέντρο της κόγχης, σε στάση δεήσεως, με ελαφρά κάμψη της κεφαλής. Στα χέρια κρατάει [[ειλητάριο]], στο οποίο αναγράφονται αποσπάσματα από Λειτουργικές ευχές.<br />
<br />
Στις κατ' ενώπιον εικόνες απεικονίζεται μετρίου αναστήματος, με λεπτό ασκητικό σώμα. Πρόσωπο ασκητικό, μάλλον γλυκό και ωραίο χρώμα. Επίσης εμφανίζεται στο αριστερό χέρι να κρατάει το [[Ευαγγέλιο]] και με το δεξί να ευλογεί.<br />
<br />
==Εορτή==<br />
<br />
Τιμάται ως [[Άγιος]] από την [[Ορθόδοξη Εκκλησία]]. Η λειτουργία που έγραψε και φέρει το όνομά του ([[Η Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου|Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου]]) τελείται στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] κάθε Κυριακή μέχρι και σήμερα, αλλά και σε καθολικές εκκλησίες όπως το εξαρχικό (ελληνόρυθμο) μοναστήρι της Παναγίας της Κρυπτοφέρρης κοντά στη [[Ρώμη]].<br />
<br />
Εορτάζεται:<br />
<br />
Από την [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] στις εξής ημέρες:<br />
*''13 Νοεμβρίου'': μνήμη Ιωάννη του Χρυσοστόμου (η 14η Σεπτεμβρίου είναι η εορτή Υψώσεως του Σταυρού και έτσι η εορτή μετατέθηκε).<br />
*''30 Ιανουαρίου'': των [[Τρεις Ιεράρχες|Τριών Ιεραρχών]], μαζί με τον [[Βασίλειος Καισαρείας|Μέγα Βασίλειο]] και τον [[Γρηγόριος Ναζιανζηνός|Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο]]<br />
<br />
<br />
*''15 Δεκεμβρίου'': χειροτονία του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.<br />
*''27 Ιανουαρίου'': ανακομιδή των λειψάνων του το 438 από τον [[Πατριάρχης Πρόκλος|Πατριάρχη Πρόκλο]]<br />
*''26 Φεβρουαρίου'': η χειροτονία του σε πρεσβύτερο.<br />
<br />
Από την [[Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία]] και την [[Αγγλικανική Εκκλησία]]:<br />
*''13 Σεπτεμβρίου'': μνήμη Ιωάννη του Χρυσοστόμου<br />
<br />
==Οστά==<br />
[[Image:John-Chrysostom-right-hand.jpg|left|thumb|150px|Η δεξιά χείρα του Αγίου]]<br />
Τα οστά του βρίσκονταν στην ''Κωνσταντινούπολη'' μέχρι το 1204. Μετά την πτώση της στους σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας μεταφέρθηκαν στη Ρώμη, αλλά επιστράφηκαν στο [[Οικουμενικό Πατριαρχείο]] 800 χρόνια μετά, στις 27 Νοεμβρίου 2004 από τον [[Πάπας Ιωάννης Παύλος Β'|Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄]].<br />
<br />
Η [http://www.rel.gr/photo/displayimage.php?album=9&pos=20 κάρα] του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου βρίσκεται στο [[Άγιο Όρος]], στην [[Ιερά Μονή Βατοπεδίου]]. Μάλιστα το αριστερό αυτί του παραμένει αναλλοίωτο στους αιώνες. Η Εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει ότι αυτό ήταν το αυτί που ο μαθητής του Χρυσοστόμου [[Πατριάρχης Πρόκλος|Πρόκλος]] έβλεπε τον [[Απόστολος Παύλος|Απόστολο Παύλο]] να υπαγορεύει την ερμηνεία των αποστολικών χωρίων και των Γραφών προς τον Χρυσόστομο. Η δεξιά του χείρα φυλάσσεται αναλλοίωτη στο Επισκοπικό Μουσείο της πόλεως ''Regensburg'' Γερμανίας, της οποίας Επίσκοπος υπήρξε και ο νύν [[Πάπας Βενέδικτος 16ος]] (κατα κόσμον ''Joseph Ratzinger'').<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
<br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
* Στυλιανός Παππαδόπουλος, «''Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος''», Τόμοι Α΄ και Β΄, Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1999/2006.<br />
* Φώτιος Ι. Μάλαινος, «''Οι Εννέα Λόγοι Περι Μετανοίας''», Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1998/2002<br />
* Βλασίος Φειδάς, «''Εκκλησιαστική Ιστορία''», Τόμος Α΄, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα 2002.<br />
<br />
==Εξωτερικοί σύνδεσμοι==<br />
* [http://patrologia.ct.aegean.gr/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/ Τα έργα του Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην Πατρολογία του Migne από το Παν/μιο Αιγαίου]<br />
* [http://www.chrysostom.org/ Ιστιοσελίδα του Ιωάννη Χρυσοστόμου στα αγγλικά]<br />
* [http://el.wikiquote.org/wiki/%CE%99%CF%89%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82_%CE%BF_%CE%A7%CF%81%CF%85%CF%83%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CF%82 Γνωστές ρήσεις του Ιωάννη Χρυσοστόμου]<br />
<br />
<br />
{{Αξιόλογο Άρθρο}}<br />
<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Πατέρες|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Επίσκοποι|Επίσκοποι]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Πατέρες|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Οικουμενικοί Πατριάρχες|Δ]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:5ος αιώνας|Ι]]<br />
<br />
[[ar:يوحنا الذهبي الفم]]<br />
[[en:John Chrysostom]]<br />
[[fr:Jean Chrysostome]]<br />
[[mk:Свети Јован Златоуст]]<br />
[[pt:João, o Crisóstomo]]<br />
[[ro:Ioan Gură de Aur]]<br />
[[ru:Иоанн Златоуст]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CF%89%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82_%CE%BF_%CE%94%CE%B1%CE%BC%CE%B1%CF%83%CE%BA%CE%B7%CE%BD%CF%8C%CF%82&diff=20846Ιωάννης ο Δαμασκηνός2020-05-14T23:10:11Z<p>EGobi: +mk</p>
<hr />
<div>{{Άγιος<br />
| Όνομα = Ιωάννης Δαμασκηνός<br />
| Εικόνα = [[Εικόνα:John of Damascus4.jpg|150px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = Μεταξύ 645 και 680, ''Δαμασκός''<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = Μεταξύ 749 και 787, ''Ιεροσόλυμα''<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = [[Πρότυπο:4 Δεκέμβριος|4 Δεκεμβρίου]]<br />
| Ημερομηνίες = <br />
| Τίτλος = [[Πρεσβύτερος]], [[Μοναχός]], [[Άγιος]]<br />
}}<br />
Ο '''Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός''' (645/680 - 749/787) αποτελεί [[Άγιος|Άγιο]] της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Εκκλησίας]] και έναν από τους πλέον πολυμαθείς και πολύπλευρους θεολόγους της, ο οποίος καλλιέργησε με επιτυχία όλους τους κλάδους της [[Θεολογία|θεολογίας]], διακρινόμενος ως μεγάλος ερμηνευτής της ορθοδόξου πατερικής θεολογίας. Υπήρξε πολυγραφότατος, με έντονο ασκητικό φρόνημα, ενώ η συμβολή του κατά την περίοδο της [[Εικονομαχία|εικονομαχίας]] τον έθεσε και ως μία από τις σπουδαιότερες ιστορικές φυσιογνωμίες της εκκλησίας. Η αντιαιρετική διδασκαλία, η ελληνική αριστοτελική λογική<ref>Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος, Ελληνικός στοχασμός και χριστιανική διανόηση - Η φιλοσοφία των πατέρων, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1993, σελ. 239</ref> και η ακριβής διατύπωση της θεολογικής διδασκαλίας οκτώ αιώνων σε σαφείς και περιεκτικές προτάσεις, συνάμα με την κατεξοχήν πρωτότυπη δημιουργική και αφομοιωτική ικανότητα των περιβαλλόντων στοιχείων, τον ανέδειξε όχι μόνο ως μία από τις κορυφαίες θεολογικές προσωπικότητες της εποχής του, αλλά και ως μία από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες της βυζαντινής διανόησης.<br />
<br />
== Ο βίος του ==<br />
<br />
===Νεανική Ηλικία===<br />
<br />
Αν και θεωρείται σχεδόν αδύνατο να μη συνετάχθησαν βιογραφίες μετά το θάνατό του<ref>Π. Χρήστου, «''Ελληνική Πατρολογία''», Τόμος Ε΄, σελίς 312</ref>, οι πληροφορίες για το βίο του Αγίου Ιωάννη από σύγχρονους συγγραφείς είναι περιορισμένες και ουσιαστικά περιλαμβάνονται σε συναξάρια<ref>PG 94, 501-504</ref>. Έτσι οι πρώτες ολοκληρωμένες βιογραφίες του ανάγονται στο 10ο αιώνα, αλλά είναι αρκετά δύσκολο να διακριθεί ανάμεσα σε αυτές τι είναι αυθεντικό και τι αμφισβητήσιμο<ref>Γεώργιος Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 6ου, 7ου και 8ου αιώνα, σελίς 403</ref>. Το πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Ιωάννης αποτέλεσε θέμα ερεύνης διότι οι σωζόμενες βιογραφίες του σε αυτό το σημείο αντιφάσκουν. Με βάση τις Αραβικές πηγές ο ''Ιωάννης'' γεννήθηκε περί το 645, αλλά κάτι τέτοιο φαντάζει απίθανο λόγω των χρονολογικών δεδομένων<ref>Θεωρείται αδύνατο ο Ιωάννης να επιδεικνύει κινητικότητα ωρίμου ανδρός σε ηλικία 90 ετών κατά το 730-734</ref>. Σύμφωνα λοιπόν με τον Βίο του Στεφάνου, ανηψιού του Ιωάννη Δαμασκηνού, ο Ιωάννης πέθανε το 749<ref>Θ. Δετοράκης, Ο Κοσμάς ο Μελωδός, Θεσσαλονίκη 1979</ref> και αν υποθέσουμε ότι γεννήθηκε το 645 τότε πέθανε σε ηλικία 104 ετών, κάτι που συμφωνούν και νεώτερα συναξάρια. Σύμφωνα όμως με το ''Σιναϊτικό κώδικα'' ο Ιωάννης πέθανε σε ηλικία 70 ετών, κάτι που φαίνεται πιο ορθό και άρα πρέπει να γεννήθηκε περί το 680. Παρόλα αυτά πολλοί ερευνητές ''"τοποθετούσαν το θάνατό του λίγο πριν την εικονομαχική σύνοδο της Ιέρειας του 754. Σήμερα θεωρείται βέβαιο ότι πέθανε πολύ αργότερα, λίγο πριν τη σύγκληση της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου"''<ref>Ιωάννου Δαμασκηνού, «Ι. Κατα Μανιχαίων Διάλογος. ΙΙ. Προς τους Διαβάλλοντας...», (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Εισαγωγή, σχόλιο 3</ref>, κάτι που επιτείνει ακόμα περισσότερα τη σύγχηση περί των χρονολογικών δεδομένων, γέννησης, θανάτου και ηλικίας που απεβίωσε.<br />
<br />
Ο Ιωάννης γεννήθηκε στη ''Δαμασκό'' και προήρχετο από επιφανή οικογένεια της πόλεως. Ο παππούς του (''Μανσούρ'', ήτοι Νικηφόρος) ήταν διοικητής της βυζαντινής φρουράς της Δαμασκού, όταν οι Άραβες το 634 εισήλθαν στην πόλη και την κατέλαβαν, ο δε πατέρας του ήταν ή των «''πραγμάτων επίτροπος''» ή «''λογοθέτης''», της κυβέρνησης ''Αβδ-ελ-Μελέκ'' (''Αβιμελέχ'' 685-907), θέση που αντιστοιχεί προς αυτή του υπουργού του υποδούλου χριστιανισμού, με κυρίως οικονομικά καθήκοντα. Μάλιστα από την ίδια οικογένεια προέρχονταν και οι πατριάρχες ''Σέργιος Α΄'' και ''Ηλίας Γ΄''. Ο Ιωάννης τις εγκύκλιες γνώσεις του τις απέκτησε δίπλα στο μοναχό ''Κοσμά το Μελωδό'', ενώ υπάρχουν και άλλες ανεκδοτολογικού χαρακτήρος περιγραφές για το πώς ο πατέρας του βρήκε αυτό το δάσκαλο για τον Ιωάννη<ref>Ιεροσολυμίτικος Βίος 8 εε</ref>. Μετά το θάνατο τού πατέρα του ο ''Δαμασκηνός'' εισήλθε στην υπηρεσία του χαλιφάτου (επί Ουαλίδ) και λέγεται πως κατέλαβε το αξίωμα του ''πρωτοσυμβούλου'', ενώ αργότερα, άγνωστο πότε, αναχώρησε για τη μονή του Αγίου Σάββα, όπου εκάρη μοναχός και παρέμεινε μέχρι το θάνατό του. Κατά την παράδοση εισήλθε στη μονή εξαιτίας των συγκρούσεων του με τον Αυτοκράτορα ''Λέοντα το Γ΄'', λόγω της εικονομαχικής έριδας. Έτσι ο Αυτοκράτορας διέταξε να αποσταλεί επιστολή δήθεν του Ιωάννη στο χαλίφη του, που με βάση το περιεχόμενό της ο Ιωάννης διαφαινόταν ως προδότης, με αποτέλεσμα να του αποκόψει το χέρι, το οποίο θαυματουργικώς απεκαταστάθη. Κάτι τέτοιο όμως δε φαίνεται να είναι ορθό όπως συνάγεται από την 6η πράξη της [[Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου]]<ref>Μansi, 13, 357</ref>, ενώ πιθανότερο είναι ότι αναχώρησε προ της εικονομαχικής έριδος<ref>Γεώργιος Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 6ου, 7ου και 8ου αιώνα, σελίς 403</ref>.<br />
<br />
=== Ο μοναχικός βίος ===<br />
<br />
Στο [[Μοναστήρι του Αγίου Σάββα Ιεροσολύμων|Μοναστήρι του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα]] ο Ιωάννης τέθηκε υπό την επίβλεψη ενός πολύ αυστηρού γέροντος, ο οποίος στόχο είχε να καταπολεμήσει τον εγωισμό του, αφού υπέθετε πως η παιδεία και το κοσμικό φρόνημα μέσα στο οποίο ανδρώθηκε, θα είχε επηρεάσει και τη διαπαιδαγώγησή του. Χαρακτηριστικό είναι ότι του είχε απαγορεύσει να γράφει και επί μακρόν να ομιλεί. Πέραν τούτου ο γέροντας του επέβαλλε και διαφόρων ειδών άλλα, και πολλές φορές σκληρά [[επιτίμια]], με στόχο την ταπείνωση του φρονήματός του. Όταν πείστηκε για την επιτυχή έκβαση των μεθόδων του, του επέτρεψε τόσο τη συγγραφή, όσο και την ομιλία. Μάλιστα χειροτονήθηκε και πρεσβύτερος από τον πατριάρχη ''Ιεροσολύμων Ιωάννη Ε΄'' (706-735), αλλά ο ίδιος παρέμενε πάντα πιστός στη σκληρή άσκηση και τη συγγραφή. Εκοιμήθη τελικώς εν μέσω της μεγάλης περί των εικόνων έριδος, στην οποία υπήρξε ο μεγάλος υπέρμαχος της ορθόδοξης παράδοσης. Η μνήμη του τιμάται στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] στις [[:Πρότυπο:4 Δεκέμβριος|4 Δεκεμβρίου]].<br />
<br />
==Το θεολογικό σύστημα του Ιωάννη του Δαμασκηνού==<br />
===Εισαγωγή===<br />
<br />
Ο ''Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός'' ως θεολόγος υπήρξε συλλέκτης του υλικού των πατέρων, αφού αυτούς διείδε ως ''Θεόπνευστους'' διδασκάλους και ''θεοφόρους'' πατέρες. Κατά τον Ιωάννη, μεταξύ τους δε μπορεί να υπάρχει αντίφαση, ''"αφού ο ένας πατήρ δεν αντιμάχεται κατά των άλλων πατέρων, γιατί όλοι τους ήσαν κοινωνοί τους ενός και μοναδικού Αγίου Πνεύματος"''. Παρόλα αυτά είναι σαφής στο ότι ''"μία προσωπική γνώμη δεν είναι νόμος για την εκκλησία"'' και πως ''"μία γνώμη δεν ανατρέχει την παράδοση της εκκλησίας από το ένα άκρο της γης ως το άλλο"''. Έτσι μέσα από τα έργα του τονίζει πως κάθε τι που μας έδωσε η παράδοση είναι ορθό. Πρώτο θεμέλιο της παραδόσεως αυτής είναι η [[Αγία Γραφή]], αλλά η διατύπωση της αληθείας δεν ολοκληρώνεται σε αυτή, διότι οι αυτόπτες μάρτυρες της αληθείας την παρέδωσαν αγράφως και εν συνεχεία παρεδόθη από τους θεοφόρους πατέρες που είναι κοινωνοί του διαρκώς ζώντος, μέσα στην εκκλησία, Αγίου Πνεύματος<ref>Αθ. Δεληκωστόπουλος, μν. ερ., σελ. 241</ref>. Γι αυτό και ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, τόσο ο ίδιος επιμένει πως δεν εκφράζει προσωπικές απόψεις, αλλά την πατερική παράδοση. Θα λέγαμε δε, ότι είναι ότι πιο κοντά στους Καππαδόκες πατέρες, ενώ στη χριστολογία επαναλαμβάνει το [[Λεόντιος Βυζάντιος|Λεόντιο Βυζάντιο]] και το [[Μάξιμος Ομολογητής|Μάξιμο τον Ομολογητή]].<br />
<br />
===Τριαδολογία===<br />
<br />
Για τον ''Άγιο Ιωάννη το Δαμασκηνό'', ο [[Θεός]] είναι αδύνατο να ερευνηθεί από τον άνθρωπο. Είναι αδύνατο να νοηθεί η [[ουσία]] του, αλλά ο άνθρωπος δύναται να γνωρίζει στοιχεία με αναφορά τη φύση του, όπως το αγαθό αυτής και το σοφό. Γι'αυτό η ουσία δύναται να νοηθεί μόνο αποφατικά, αντιθέτως με τις άκτιστες ενέργειες Αυτού, που μπορεί να νοηθούν με καταφατικό τρόπο. Η αλήθεια της Θείας Μονάδας βρίσκεται στην τριάδα, αλλά η προσέγγιση του μυστηρίου του τρισυποστάτου αυτής αν προσεγγισθεί με την έρευνα της φυσικής και πεπερασμένης σκέψης του ανθρώπου οδηγεί σε αντιφάσεις, ανάμεσα στον πολυθεϊσμό και το στατικό [[Μοναρχιανισμός|μοναρχιανισμό]] των Ιουδαίων. Έτσι οι τρεις αυτές υποστάσεις είναι αχωρίστως χωρισμένες, δίνοντας στην ανθρώπινη αίσθηση την ασύμμετρη διαφορά θείας υπάρξεως και κτίσεως.<br />
<br />
Ο Θεός πάντα εμφανίζεται ως Ένας, και η διάκριση των υποστάσεων είναι ένα απλώς νοητικό σχήμα των ανθρώπων, για αντιληφθούν την αδύνατη με τη φυσική σκέψη διαφορά αφού στη σχέση τους δεν ισχύει χωρισμός ή μία διαίρεση, διότι πρόκειται για ''αχωρίστως άμικτες'' εικόνες της αιωνίου υπάρξεως. Έτσι οι υποστάσεις για τον ανθρώπινο νου διαχωρίζονται κατ'επίνοιαν, χωρίς αυτό να μειώνει το οντολογικό τους αναλλοίωτο. Έτσι η [[ενέργεια]], η [[ουσία]], η [[θέληση]] ορίζονται ως ταυτότητα κοινών θελήσεων, όχι σε 3 όμοιες θελήσεις, αλλά μία και την αυτή, αφού ποτέ δε γίνεται κάτι τέτοιο να φτάσει μέχρι σημείου διαχωρισμού. Μάλιστα οι υποστάσεις δεν είναι μόνο όμοιες, αλλά απαράλλακτες εικόνες κατά την ουσία της Θεότητος, η δε ενότητα δε μπορεί να νοηθεί ως σύνθεση των τριών υποστάσεων, αλλά ότι αυτή ενυπάρχει σε τρεις υποστάσεις. Έτσι κάθε πρόσωπο έχει τέλεια υπόσταση, έχει πληρότητα υπάρξεως, δεν αποτελεί απλώς μέρος, γιατί αλλιώς θα επέρχετο σύνθεση, τη στιγμή που η ουσία του Θεού είναι απλή. Έτσι μέσα από το θεολογικό σύστημα των πατέρων γίνεται αντιληπτό ότι η μονάδα δεν αποτελείται από υποστάσεις, αλλά περιέχεται εξίσου και απαράλλακτη στην πληρότητα της θείας φύσεως. Η δε πηγή στην [[Αγία Τριάδα]], δεν επιφέρει διαίρεση ή μερισμό, αφού ο [[Θεός Πατήρ|Πατήρ]] δεν εξαντλεί τον εαυτό του στον Υιό και το [[Άγιο Πνεύμα|Πνεύμα]], αλλά ότι έχουν το κατέχουν κοινώς.<br />
<br />
Ο Άγιος Ιωάννης καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια πάντα για να δώσει στον αναγνώστη, ερευνητή και θεολόγο κάθε εποχής πως η έννοια του κτιστού, πρέπει να αποσυνδέεται παντελώς από την έννοια του Θεού. Έτσι η σχέση των υποστάσεων δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με την έννοια των κτιστών πραγμάτων και όντων και γι αυτό αναφέρει πως ότι προέρχεται φυσικώς στη τριάδα (γεννάν, εκπορεύειν) δε γίνεται κατ'ανάγκην όπως στο φυσικό κόσμο. Προχωρώντας ένα βήμα περισσότερο μας λέει πως η έννοια της τριάδας είναι η μόνη που δύναται να μας αποκαλύψει το μυστήριο της θείας ζωής, αφού η μοναρχία θα στερείτο αγάπης. Βασικό σημείο της τριαδολογικής διδασκαλίας του Αγίου επίσης είναι αρκετά σημεία σημεία της Παλαιάς Διαθήκης όπως το «''Τω λόγω του Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν και τω πνεύματι του στόματος αυτού η '''δύναμις αυτών'''''»<ref>Ψαλμοί 32, 6</ref>, για να καταδείξει πως ήδη από την [[Παλαιά Διαθήκη]] διαφαινόταν αυτό που πλήρως αποκαλύφθηκε στη [[Καινή Διαθήκη|Καινή]]. Έτσι ο Λόγος και το Άγιο Πνεύμα λαμβάνουν αρχή ''άμα'', δηλαδή ταυτόχρονα.<br />
<br />
Η πατρότητα, η υιότητα, το εκπορευτό είναι σχετικά ονόματα. Γι αυτό το λόγο το Πνεύμα δεν είναι Υιός του Πατρός, αλλά εκπορεύεται εκ του Πατρός, αφού δε γεννάται κατά την εικόνα του Υιού, κάτι που όμως είναι αδύνατο να γίνει αντιληπτό από την ανθρώπινη νόηση. Ο Πατήρ είναι φυσικά η πρώτη αρχική υπόσταση, η αρχή του ενός Θεού, η ρίζα και η πηγή της, έτσι ώστε να σταθμίζεται η αρχική σχέση. Ο Πατήρ είναι άναρχος και ορίζεται ως η φυσική αιτία στη ζωή της τριάδος, αλλά αυτό δεν πρέπει να νοήται επ ουδενί ως σημείο ανωτερότητος και υποταγής των άλλων υποστάσεων, αφού και οι έτερες υποστάσεις, άμα την πρώτη υπάρχουν, ενώ τίποτα το πρώτο ή δεύτερο δεν υπάρχει μέσα σε αυτή. Το όνομα της δεύτερης υποστάσεως είναι Υιός διότι προέρχεται υπαρκτικώς εκ της ουσίας του πατρός.<br />
<br />
Ο ''Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός'' χρησιμοποιεί στην τριαδολογία του τη χρήση του όρου «''εκ πατρός δι Υιού''». Η έννοια που λαμβάνει και στη γραμματεία του είναι σαφής. Το ''εκ'' δηλώνει τη σχέση στη θεολογική τριάδα, το ''δι'' απευθύνεται στην οικονομική Τριάδα. Άλλωστε θα τονίσει με έμφαση πως «''το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται εκ πατρός δι Υιού, αλλά όχι υιικώς''». Έτσι η πρόθεση ''δι'', δεν εκφράζει αιτία, αλλά διατηρεί τη μοναδικότητα της τριάδος αφού με κανένα τρόπο δε μπορεί η πρόσθεση αυτή να νοηθεί ως αιτιώδης παράγοντας. Έτσι και το ''Πνεύμα το Άγιο'' είναι εικών του πατρός. Η οικονομική τριάδα, τρόπο τινά, κατά τον ''Ιωάννη το Δαμασκηνό'', αντανακλά οντολογικά την τάξη της ''Αγίας Τριάδος''. Το Άγιο Πνεύμα μέσα σε αυτή την τάξη είναι η τελειοποιούσα δύναμη, που ολοκληρώνει ότι δημιουργείται από το Λόγο και δίνει ζωή, διότι το ίδιο είναι ζωή. Ο ίδιος μάλιστα ως αυθεντικός ερμηνευτής της ανατολικής παραδόσεως επισημαίνει με εμφατικό τρόπο ότι το Άγιο Πνεύμα «''ανεκφράστως εκπορεύεται κατ'ουσίαν εκ του Πατρός δια του γεννηθέντος Υιού''». Έτσι στο θεολογικό τριαδολογικό του σύστημα, το Άγιο Πνεύμα στην τάξη της αποκαλύψεως είναι η ''τελειοποιός δύναμη'' και αποτελεί όχι μία δευτερεύουσα δύναμη, αλλά είναι ο ''ζωοποιόν Κύριος'', το ''κυριαρχικό πνεύμα'', που επιτυγχάνει τα πάντα και είναι ''πανίσχυρο'', ο ''Δημιουργός'', ο ''Τελειοποιών'', και ο ''Παντοκράτωρ'', «''που δημιουργησε και έκανε δια του εαυτού του τα πάντα χωρίς εξαίρεση''», ο ''Φωτίζον'' και ''Συντηρών''. Το Άγιο Πνεύμα τελικά, ολοκληρώνει ότι δημιουργείται από το Λόγο και δίνει ζωή, γιατί αυτό είναι η ζωή.<br />
<br />
===Χριστολογία===<br />
[[Image:John of Damascus2.jpg|left|thumb|200px|Η σύνοψη της δογματικής πατερικής θεολογίας, τον ανήγαγε στους μεγάλους δογματολόγους της εκκλησίας]]<br />
Ο λόγος που Ιησούς Χριστός ενανθρωπίστηκε ήταν η λύτρωση του ανθρωπίνου γένους. Ο Λόγος ενσαρκώθηκε ώστε να υποτάξει το θάνατο και να ανανεώσει την ανθρώπινη φύση, η οποία εφθάρη κατά την πτώση από τον παράδεισο. Ήρθε ουσιαστικά να αναγεννήσει τον άνθρωπο, να μεταμορφώσει την ύλη που προ της ελεύσεώς του ήταν προς κατάκριση. Ο Ιησούς πλέον ανακεφαλαιώνει την ανθρώπινη ιστορία, ανακαινίζει με την πρόσμιξή του με την ανθρώπινη φύση την ύλη και έτσι για παράδειγμα παρατηρούμε πως στη [[Θεία Ευχαριστία]] ο άρτος και ο οίνος, δηλαδή το υλικό, μέσω της θείας χάριτος, προσφέρει σωτηρία, αφού πλέον η φύση του υλικού με αυτή τη χάρη υπερβαίνεται. Ο Λόγος λοιπόν έγινε άνθρωπος και έτσι ύψωσε την ανθρώπινη φύση σε σημείο που ο άνθρωπος υπερβαίνει ακόμη και τους αγγέλους, αφού η υπόστασή Του ενώ περιείχε ανθρώπινη φύση, δεν περιείχε αγγελική. Ο [[Σταυρός]] κατήργησε το θάνατο, συνέτριψε την αμαρτία, οδήγησε στην [[Ανάσταση]] και εξασφάλισε την επιστροφή στην αρχαία μακαριότητα. Έτσι τελικώς ο ''κενώσας'' της θέση στην τριάδα Λόγος, επιστρέφει εκεί δεξιά του Πατρός, υψώνοντας σε τέτοιο σημείο την ανθρώπινη φύση, αφού αυτή πλέον τοποθετείται στο θρόνο του Πατρός. <br />
<br />
Ο μεγάλος αυτός θεολόγος επισημαίνει πως η θυσία του Χριστού δεν αποτελεί λύτρο, αν και διατηρεί μερικές απόψεις περί της θεωρίας αυτής «''ίσως κάτω από την επίδραση του Αγ. Γρηγορίου Νύσσης''»<ref>Γεώργιος Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 6ου, 7ου και 8ου αιώνα, σελίς 427</ref>. Έτσι τελικώς ο θεός γίνεται άνθρωπος για να λυτρώσει, θεώσει και ανανεώσει τον άνθρωπο, λαμβάνοντας σάρκα μέσω του ''Αγίου Πνεύματος''. Με τη σάρκωση όμως ο Λόγος δεν προσλαμβάνει μια αφηρημένη ανθρώπινη φύση, θεωρητική, ούτε προσλαμβάνει ολόκληρη την ανθρώπινη φύση όπως αυτή πραγματώνεται σε όλο το ανθρώπινο γένος, αλλά προσλαμβάνει όλη την ανθρωπότητα εξ αδιαιρέτου και όχι καθ εαυτή, χωρίς γνωμικό θέλημα, ενυπάρχοντας όντος και αληθινώς μέσα στην υπόστασή Του. Η ανθρώπινη φύση τελικά πραγματώνεται μόνο δια της θείας υποστάσεως, γι αυτό και προσλαμβάνεται από το σωτήρα μέσω της ανθρωπότητος, μεταδιδόμενη δυναμικά και δυνητικά διαιρούμενη σε όλο το ανθρώπινο γένος. Τελικά η ανθρωπότητα του Λόγου αριθμητικά οριοθετείται από όλες τις υποστάσεις, αλλά λόγω μη εξατομικευμένης ανθρώπινης φύσης ενυποστασιάζεται ώστε να περιορίζεται στα όρια της μίας μοναδικής ανθρώπινης υποστάσεως.<br />
<br />
Η υπόσταση του Λόγου είναι σύνθετη και διπλή και το όνομα ''Χριστός'' είναι το μοναδικό και ένα όνομα αυτής, που προσδιορίζει την ένωση (φυσικά δε μιλάει εδώ για πραγματοκρατία). Η ανθρώπινη φύση βρίσκεται ενυποστατικώς στην υπόσταση του Λόγου και οι δύο φύσεις δεν είναι χωριστές αλλά και ούτε αναμεμιγμένες, είναι ''ασύχητες'' και ''αναλλοίωτες'', ''αμοιβαία μεταδιδόμενες'' και ''αμοιβαία περιχωρούμενες''. Έτσι η ανθρώπινη φύση θεώνεται και σε καμία περίπτωση δε μεταβάλλεται, δε μεταμορφώνεται, μεταλλάσσεται ή αναμιγνύεται, λόγω της ένωσής της με τη θεία. Η περιχώρηση αυτών των φύσεων στον ''Ιωάννη το Δαμασκηνό'' και κατά τους πατέρες νοήται μονοπλεύρως από την ανθρώπινη προς τη θεϊκή φύση, αφού η σάρκα δεν μπορεί λόγω κτιστότητας να διεισδύσει στη θεϊκή. Αντίστοιχα και με τη θέληση, δε μπορεί να νοηθεί ως αναμεμιγμένη, αλλά προς μία εναρμόνιση με τη θεία. Η ''θέληση'' και η ''ενέργεια'' ανήκουν άλλωστε στη φύση και όχι στην υπόσταση. Είναι λοιπόν διαφορετικό πράγμα το αιρετό-γνωμικό θέλημα, από το φυσικό. Γι αυτό και η ιδιότητα του ''"θέλειν"'' ανήκει στην ανθρώπινη φύση, σε αυτή δε προκηρύσσεται η εικών του θεού, διότι ελευθερία και η θέληση είναι θεϊκά χαρακτηριστικά. Η οριστικοποίηση όμως της θελήσεως δεν ανήκει στη φύση και έτσι η ανθρωπότητα δεν έχει γνώμη στην υπόσταση του Λόγου, διότι ο Θεός είναι όν παντογνωστικό. Εφόσον η ψυχή του Κυρίου γνώριζε τα πάντα, η ανθρώπινη επιθυμία δε χωριζόταν από τη θεία θέληση, συνέπιπτε δε με αυτή ελεύθερα και φυσικά χωρίς να καταναγκάζεται, αφού η σάρκα εκινείτο ελευθέρως και όχι όπως στην περίπτωση των προφητών. Έτσι οι θελήσεις μπορεί να διαχωρίζονται μόνο κατά φύση και όχι κατά τη διάθεση, αφού αυτή ήταν πάντα αγαθή και ταυτισμένη.<br />
<br />
Ο [[Ιησούς Χριστός]] δεν ήταν απλός άνθρωπος, αλλά ενισχυμένος με τη θεότητα, όπως και δεν τελούσε όλα τα έργα της θεότητας διότι μετριαζόταν από την ανθρώπινη φύση. Πέρα αυτών τονίζει ιδιαιτέρως πως ο Ιησούς είχε δύο νόες και μέσω του ανθρωπίνου νου ενώθηκε ο θεϊκός Λόγος με τη σάρκα, όχι με ενοίκηση, αλλά με εγκατοίκηση. Αποδεχόμενος οικειοθελώς δε αυτό ο Ιησούς πάντοτε σκεπτόταν ως άνθρωπος, μετέχοντας όμως της κυρίαρχης δραστηριότητας του Λόγου, διαθέτοντας τα πάντα όχι ως φυσικός ανθρώπινος νους, αλλά ως νους υποστατικά ενωμένος με το Θεό. Χαρακτηριστικό σημείο της υποστάσεως του Ιησού είναι ο υπομνηματισμός πάνω στο ευαγγελικό χωρίο της προσευχής Του στη Γεθσημανή, τονίζοντας πως ο Ιησούς δεν είχε ανάγκη την προσευχή, έπραξε όμως κάτι τέτοιο, διότι είχε προσλάβει την ανθρώπινη φύση και έτσι μιμήθηκε για εμάς, ότι ήταν πρέπων για εμάς, πληρώνοντας έτσι κάθε συνήθεια για εμάς. Γι αυτό άλλωστε δέχθηκε τα πάντα από την ανθρώπινη φύση ακόμα και αυτά τα ''αδιάβλητα πάθη'', τα οποία ήταν κατά φύση και υπέρ φύση εκουσίως ηθελημένα, επηρεάζοντάς τον όμως εξωτερικά και όχι εσωτερικά, δηλαδή μόνο την ανθρώπινη φύση και ποτέ τη θεϊκή. Με την εκούσια πρόσληψη αυτών των παθών, ο Κύριος καταργεί τη δουλικότητα της ανθρωπίνης φύσεως προς την αμαρτία, λαμβάνοντας ο ίδιος μορφή δούλου για να ελευθερώσει από τη δουλεία. Τελικώς θανατώνεται εκουσίως διότι ο θάνατος είναι ο μισθός της αμαρτίας και γι αυτό αποκαλείται ο θάνατος αυτός θυσία, η οποία δε συμβαίνει για να ικανοποιήσει το Πατέρα, αλλά τελικά για να καταργήσει αυτό που προήλθε κατά την πτώση και την αμαρτία.<br />
<br />
Ο ''Ιωάννης ο Δαμασκηνός'' εν τέλει καταλήγει πως στη Γεσθημανή δεν εγκαταλείφθηκε ο Χριστός, αλλά ο άνθρωπος, και ουσιαστικά αγνοήθηκε μέσω αυτού του γεγονότος η ανθρωπότητα. Μετά το θάνατο η υπόσταση του Χριστού δε διαιρέθηκε, αφού καμία εκ των δύο φύσεων δεν ήταν στην υπόσταση του Χριστού αυθύπαρκτη, αλλά παρέμειναν άρρηκτα συνδεδεμένες, τη στιγμή που η θεωμένη [[ψυχή]] κατέρχεται στον [[Άδης|Άδη]], ελευθερώνοντας τους αιχμαλώτους του θανάτου. Ανασταίνεται εκ νεκρών θεοποιείται και τελειοποιείται διατηρώντας την ανθρώπινη φύση και σωματικώς με το νέο και ανακαινισμένο σώμα τοποθετείται στα δεξιά του Πατρός, όπως και εν δόξη θα εμφανισθεί κατά τη [[Δευτέρα Παρουσία]].<br />
<br />
===Δημιουργία και κτισιολογία===<br />
<br />
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός μιλά λίγο και αποσπασματικά για τη δημιουργία και την κτίση. Πάντα όμως να παραμένει πιστός στην πατερική θεολογία. Η Δημιουργία λοιπόν είναι πράξη της θείας βουλήσεως. Ο Θεός δε, δημιουργεί με τη σκέψη, η οποία συμπληρωμένη από το Λόγο, τελειώνεται από το Άγιο Πνεύμα. Ο Θεός, δημιουργεί λόγω της άπειρης αγαθότητός του και οι «''εικόνες και το σχέδιο''», υπήρχαν προαιωνίως στη βουλή Του ("Λόγοι των όντων"). Η βουλή άλλωστε του Θεού είναι αιώνια, χωρίς αρχή και αμετάβλητη.<br />
<br />
Οι Άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν τον άνθρωπο, κάτι που όμως κατ'επίνοιαν εννοείται διότι η ουσιαστική διαφορά τους είναι οντολογική και όχι χρονική. Είναι και αυτοί δημιουργήματα κατ'εικόνα του Θεού, αλλά δε γνωρίζουν την ουσία του Θεού. Είναι ασώματοι σε σχέση με τους ανθρώπους και την ψυχή αυτών, αλλά σε σχέση με το Θεό θεωρούνται υλικοί και χονδροειδείς. Δημιουργήθηκαν εκ του Λόγου και τελειώθηκαν παγιώνοντας την αγαθότητά τους, δια του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]].<br />
<br />
Ο άνθρωπος αποτελείται από δύο φύσεις. Τη λογική (ψυχική) και τη σαρκική και αποτελεί το σύνδεσμο του ορατού και του αοράτου, είναι εικόνα του Θεού και τείνει προς ομοίωση Αυτού. Ο άνθρωπος προικίσθηκε με νου και ελευθερία, τα οποία αποτελούν εικόνες του Θεού και τα οποία στόχο έχουν να τον αναβιβάσουν στην αρετή και εξ αυτού στην ομοίωση με το Δημιουργό του. Ο άνθρωπος όμως με την πτώση του απωλεί τη εικόνα αυτή. Με τη δημιουργία όμως ο Θεός έδωσε όχι μόνο ύπαρξη αλλά και μακαριότητα, περιβάλλοντας τον άνθρωπο με τη χάρη Του, ώστε να παραμένει σε συνεχή ενότητα με το Θεό, αν αυτό επιθυμεί. Έτσι ο άνθρωπος είναι κατά βάση είδος νέου αγγέλου, ο οποίος ''βασιλεύει'' πάνω στη γη και κινείται προς τον ουρανό, δηλαδή προς το Θεό, που είναι και ο τελικός σκοπός του μυστηρίου της Δημιουργίας. Στον παράδεισο ο άνθρωπος δημιουργήθηκε εν ''απαθεία'', ''αθάνατος'', με ''ζωή μακάρια'' και όμοια των αγγέλων, με τη χάρη της αρχέγονης δικαιοσύνης να τον περιβάλλει, θεωρώντας, ακολουθώντας και δοξολογώντας ελεύθερα το Θεό, πράγματα τα οποία έπρεπε να αφομοιωθούν ελεύθερα από αυτόν. Έτσι η πτώση ήταν θέλημα του και ελεύθερη επιλογή του και ακριβώς σε αυτά βλέπει και ο πατήρ της εκκλησίας την αρχή του [[Κακό|κακού]] και όχι στη φύση. Η κακία έτσι είναι το ''"μη όν"'', κάτι το αφύσικο το οποίο ζώντας προσαρμόζεται στη φύση. Έτσι με την πτώση, από το πνευματικό πλέον κλίνει προς το υλικό και σαρκικό, τίθεται ανάμεσα στη φύση και το Θεό και ως θνητός υποτάσσεται προς τα πάθη και τρέπεται προς το κακό. Χαρακτηριστικό είναι πως ο άνθρωπος για να πολλαπλασιαστεί χρειάζεται πόνο και σαρκική μίξη, μα αν παρέμενε στον παράδεισο κάτι τέτοιο δε θα χρειαζόταν.<br />
<br />
== Η συμβολή του στην εικονομαχική έριδα ==<br />
[[Image:John of Damascus.jpg|200px|right|thumb|Η συμβολή του στην εικονομαχία, υπήρξε ανεκτίμητη]]<br />
Η εικονομαχική έριδα ήταν μια διαμάχη η οποία ξέσπασε στις αρχές του 8ου αιώνα στη Ρωμαϊκή/Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Οι αυτοκράτορες θέλησαν σε μια μεταρρυθμιστική προσπάθειά τους να διακόψουν τη προσκύνηση των εικόνων, με θεολογικό πρόσχημα, ότι κάτι τέτοιο αποτελεί [[ειδωλολατρία]]. Ο ''Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός'' σε αυτή τη διαμάχη συνέβαλε μέσα από το συγγραφικό του έργο, στην επικράτηση και διατήρηση του καθεστώτος της προσκύνησης των εικόνων. Θα λέγαμε δε, πως υπήρξε όχι απλώς υπερασπιστής των εικόνων, αλλά και ο πρωτοπόρος της θεολογίας της εικονομαχικής έριδος.<br />
<br />
Ο Ιωάννης στήριξε τη δυνατότητα προσκύνησης των εικόνων πάνω σε μια σχέση «''μεταξύ του πνευματικού και του υλικού, μεταξύ του αοράτου και του ορατού, όπως αυτό μας αποκαλύφθηκε μέσα στο φως της ενανθρωπήσεως''»<ref>Γεώργιος Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 6ου, 7ου και 8ου αιώνα, σελίς 443</ref>. Έτσι ουσιαστικά θεωρεί πως η εικονομαχία είναι μια στάση «''δοκητισμού, μια αναισθησία του μυστηρίου του Θε-ανθρώπου, και κατά μία έννοια, ένα είδος προ χριστιανικής νοοτροπίας''»<ref>ενθ.αν.</ref>. Ο ίδιος δεν αρνείται την ακαταληψία του [[Θεός|Θεού]], ούτε το απερίγραπτό του, επισημαίνει όμως πως όλοι οι [[Προφήτης|προφήτες]] στην [[Παλαιά Διαθήκη]] είδαν κάποια εικόνα του Θεού, όχι την αληθινή του ουσία. Έτσι για παράδειγμα η φλεγόμενη βάτος είναι μία εικόνα του Θεού, μια συμβολική μορφή. Η επιχειρηματολογία του όμως δε σταματάει εκεί, εξού και συμφωνεί με το [[Μέγας Βασίλειος|Μέγα Βασίλειο]], ότι η εικόνα αποτελεί ότι και οι λέξεις για τους αγράμματους και τους αδαείς. Αλλά και ο Θεός δημιουργεί εικόνες. Γεννά τον Υιό του το Μονογενή που είναι η ζωντανή και φυσική εικόνα του Πατρός, δημιουργεί τον άνθρωπο ως κατ’εικόνα Αυτού. Έτσι λοιπόν η σχέση ορατού και αοράτου, μεταβάλλεται οριστικά. Ο Υιός του Θεού από αόρατος και άυλος γίνεται ορατός. Τότε δε μπορούσε να απεικονιστεί, τώρα όμως μπορεί απεικονίζοντάς τον, όχι απλώς συμβολικά ή σε ένα πρότυπο, «''αλλά με μια άμεση αίσθηση μιας άμεσης περιγραφικής αναπαραγωγής τού ότι ήταν''»<ref>Γεώργιος Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 6ου, 7ου και 8ου αιώνα, σελίς 445</ref>. Έτσι αναφέρει, δεν απεικονίζω τον αόρατο Θεό στην εικόνα, αλλά τη σάρκα που ήταν ορατή. Στο Ισραήλ δε μπορούσαν να απεικονίσουν αυτό που δεν είδαν, εμείς όμως μπορούμε διότι Τον είδαμε. Άρα η απεικόνιση του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού]], βασίζεται πάντα πάνω στο μυστήριο της ενανθρώπησης, πάνω στο γεγονός του ιστορικού [[Ευαγγέλιο|ευαγγελίου]]. Γι αυτό και η εικόνα είναι τα γράμματα των αγραμμάτων, είναι ένα υπόμνημα, είναι ότι η λέξη στο αυτί και εικόνα για το μάτι, μια πνευματική ένωση που φωτίζει τις αισθήσεις μας. Άλλωστε και οι [[Αγία Γραφή|Γραφές]] ουσιαστικά είναι ένα είδος λεκτικής απεικονίσεως. Έτσι η απαγόρευση της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]] για τη δημιουργία ομοιωμάτων, για τον ''Ιωάννη το Δαμασκηνό'', έχει χρονική σημασία και ισχύ, καθώς είχε παιδαγωγικό χαρακτήρα με στόχο να ανακόψει την έφεση προς την ειδωλολατρία, όμως τώρα αυτή η εκπαίδευση έχει πάψει, έχει εκλεπτυνθεί, δε διατηρεί άλλωστε αυτός ο Νόμος την ίδια ισχύ μέσα στη βασιλεία της χάριτος. Αυτό καταστρατηγήθηκε από τη στιγμή που ασώματος απέκτησε σώμα, έγινε άνθρωπος. Αλλά μήπως και ο Υιός του Θεού δεν ενσαρκώθηκε και η θεότητα του δεν ενώθηκε με το κτιστό και ορατό σώμα, όπως το υλικό που ενώνεται με τη φωτιά και γίνεται φωτιά, ερωτά ο Δαμασκηνός. Έτσι και η υπόσταση του ενσαρκωμένου ανθρώπου ήταν και αυτή θεϊκή και γνήσια απεικόνιση του Θεού η οποία αποκτά έννοια λόγω του μυστηρίου της ενσαρκώσεως, όχι ως απλό σώμα, αλλά ως Θεός.<br />
<br />
Ο ''Ιωάννης'' όμως επιχειρηματολογεί εξόχως και περί της προσκυνήσεως. Η εικών του Θεού, ο σαρκωθείς [[Λόγος]], φωτίζει τη σάρκα. Γι αυτό άλλωστε και οι προσκυνούντες τον Ιησού, δεν προσκυνούν το σώμα, δεν προσκυνούν τη σάρκα, αλλά το θεοποιημένο σώμα, τη θεοποίησή της από τον ίδιο το Θεό. Έτσι δεν προσκυνώ την ύλη όταν προσκυνώ την εικόνα, αλλά προσκυνώ τον κτίστη της ύλης, ο οποίος έγινε υλικός για τη σωτηρία μας και οποίος ηργάσθη δια της ύλης, όντας υλικός για τη λύτρωσή μας. Γι αυτό αναφέρει πως δε θα παύσει να προσκυνεί αυτό μέσω του οποίου επετεύχθη η σωτηρία των ανθρώπων. Το σημείο αυτό της νίκης αποτελούν και οι εικόνες, διότι η φύση μας δοξάστηκε και προχώρησε στην αφθαρσία. Έτσι η σημαντικότητα για τον ''Άγιο Ιωάννη το Δαμασκηνό'' έχει βάση χριστολογική, η απόδοση αποδίδεται στον πλαστουργό και ανακαινιστή της ύλης και όχι στην καθεαυτή ύλη και η άρνηση προσκυνήσεως στην εικόνα αποτελεί μια ουσιαστική απόρριψη της αγιαστικής μετάδοσης της χάριτος του Θεού, η οποία προ της ενανθρωπήσεως, ως ανθρώπινη και συνεπώς ως κτιστή φύση ήταν υπό κατάκριση. Τώρα πια όμως, όποιος αρνείται την προσκύνηση παραμένει αρνητής της ανανέωσης και της ανακεφαλαίωσης, η οποία επήλθε δια μέσω Αυτού.<br />
<br />
==Επίδραση==<br />
<br />
Η επίδραση του ''Ιωάννη του Δαμασκηνού'' στην εκκλησία ήταν και παραμένει πολύπλευρη. Χαρακτηριστικό είναι ότι το θεολογικό του έργο επεκτείνεται σε τρεις τομείς. Την υμνολογία, τη δογματική και την περί εικόνων απολογία, ενώ σημαντικό έργο παρήγαγε από άποψη ποιμαντικής θεολογίας (ονομάστηκε άλλωστε και ''χρυσορρόας'') και στη συνάντηση του ελληνικού πνεύματος με το Χριστιανισμό. Η θεολογία του περί των εικόνων επηρέασε βαθύτατα την εκκλησία, με αποτέλεσμα να τεθεί ως βάση του όρου της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, αλλά και στη συνολική αντιμετώπιση του ζητήματος της εικονομαχίας. Σε ότι αφορά τη λατρεία το όνομά του κοσμεί τα λειτουργικά βιβλία της εκκλησίας, ως συντάκτης πλήθους κανόνων, τροπαρίων, αλλά και ιδίως λόγω της διαμόρφωσης της βυζαντινής μουσικής και ιδιαιτέρως του οκτωήχου συστήματος αυτής. Δυστυχώς σήμερα είναι αδύνατο να συμπεράνουμε τα μελωδικά στοιχεία που προσέθεσε ή διαμόρφωσε ο ίδιος «''αν και υποπετευόμεθα ότι θα ήσαν σημαντικά''»<ref>Π. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Ε΄, σελίς 334</ref>. Μάλιστα η συμβολή του στην εκκλησιαστική μουσική κρίνεται σημαντική διότι θεωρείται και ο διασώστης της εκκλησιαστικής μουσικής παραδόσεως, αφού συντήρησε και διέσωσε γραπτώς την εκκλησιαστική μουσική, η οποία για ορισμένο χρονικό διάστημα είχε υποχρεωτικώς διακοπεί στους ναούς, μετά από εντολή των Ισαύρων.<br />
<br />
Όμως ο ''Δαμασκηνός'' αναγνωρίζεται και ως κατεξοχήν δογματικός πατήρ της εκκλησίας. Τα δογματικά έργα του μάλιστα φαίνεται πως δεν έγιναν άμεσα γνωστά στην εκκλησιαστική παράδοση, αφού δε φαίνονται να μνημονεύονται μέχρι τον 9ο αιώνα, κάτι το οποίο οφείλεται πιθανώς στο ότι όπως ο ίδιος δήλωσε «''ότι δε θα ειπή τίποτε ιδικόν του, αλλά θα μεταφέρει εις τα έργα του, παν ότι καλόν και ορθόν έχουν διδάξει οι παλαιοί πατέρες, οι δε μετέπειτα θεολόγοι παρετήρουν ότι πράγματι αυτός ανακεφαλαίωνε τα λεχθέντα παλαιοτέρων''»<ref>Π. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Ε΄, σελίς 335</ref>. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι ο ''Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός'' δεν υπήρξε ένα απλός αντιγραφέας ή συλλογέας, αλλά «''αρμοστής και εναρμονιστής του δόγματος της διδασκαλίας των Πατέρων''»<ref>Π. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Ε΄, σελίς 335</ref>. Έτσι το έργο του [[Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως]], απέκτησε από ύστερους θεολόγους μεγάλη φήμη και η αξία του έργου αυτού του απέδωσε τα προσωνύμια του «''στοιχειωτή του δόγματος''»<ref>Α. Δημητρακοπούλου, Εκκλησιαστική βιβλιοθήκη σελίς 70, Σχόλιο του Ευστρατίου Νικαίας</ref> και του «''ακριβούς εικονίσματος των τριών ιεραρχών''»<ref>Κωνσταντίνος Ακροπολίτης</ref>. Το δε έργο αυτό, κατέστη κανών και αποτέλεσε την πλέον συστηματική μέθοδο έκθεσης της δογματικής διδασκαλίας της εκκλησίας, ενώ έγινε ιδιαίτερα γνωστό κατά την εποχή των σταυροφοριών και στη Δύση, όπου χρησιμοποιήθηκε αρκετά από τους Λατίνους θεολόγους.<br />
<br />
==Το συγγραφικό του έργο==<br />
<br />
===Εισαγωγή===<br />
Τα έργα του Ιωάννη Δαμασκηνού εξ αιτίας της καθολικής αποδοχής του από την εκκλησιαστική κοινότητα, τόσο κατά την εποχή του, όσο και σε μεταγενέστερες εποχές, διασώθηκαν και μάλιστα σε αρκετούς κώδικες. Ο ίδιος φαίνεται πως «''έγραφεν ανέτως και ταχέως, αντλών από τον πλούτον των γνώσεών του και από πλήθος συγγραμμάτων κλασσικών και χριστιανικών, συχνάκις δε και από σειράν εγχειριδίων και ανθολογιών''»<ref>Π. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Ε΄, σελίς 316</ref>. Η ταχύτητα αυτή προσδίδει σε μερικά έργα του μια σχετική προχειρότητα κάτι που μάλιστα τον οδήγησε πολλές φορές σε αναθεωρήσεις ώστε να διορθώσει, να προσδώσει μεγαλύτερη ακρίβεια ή να προσθέσει πληροφορίες. Τα έργα διακρίνονται για την αυστηρή διαίρεσή τους, προσφέροντάς τα σε μικρές ενότητες, ενώ η έκφρασή του ποικίλλει και είναι διαρκώς ανανεούμενη. Το ύφος χαρακτηρίζεται λαμπρό στα ποιητικά κείμενά του, κυρίως ξηρό στα πεζογραφήματά του, τη στιγμή που σε άλλα διατηρεί διατηρεί πλήρως την ανθηρότητά του.<br />
<br />
Ο διαχωρισμός του συγγραφικού του έργου, διακρίνεται σε 4 κύριες κατηγορίες που είναι τα ''μελίρρυτα άσματα'', τους «''Εις φαιδράς πανηγύρεως λόγους''», την ''Ιερά βίβλο'' και τη «''θεοχάρακτον πλάκα''» ή «''πηγή γνώσεως''» συγχρόνως με τις περί των εικόνων πραγματείες.<br />
<br />
===Τα έργα του===<br />
<br />
:'''Δογματικά'''<br />
<div style="font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*''Πηγή Γνώσεως''<br />
*''Φιλοσοφικά Κεφάλαια''<br />
*''Περί Αιρέσεων''<br />
*''Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως''<br />
*''Λίβελλος περί Ορθού Φρονήματος''<br />
*''Εισαγωγή δογμάτων στοιχειώδης''<br />
*''Έκθεσις και δήλωσις της πίστεως'' (αμφιβαλλόμενο)<br />
*''Περί των εν πίστει κεκοιμημένων'' (αμφιβαλλόμενο)<br />
*''Περί Αγίας Τριάδος'' (νόθο)<br />
*''Περί εξομολογήσεως'' (νόθο)<br />
*''Περί αζύμων'' (νόθο)<br />
*''Περί αχράντου σώματος'' (νόθο)<br />
*''Λίβελλος Ορθοδοξίας'' (νόθο)<br />
*''Περί φύσεως Χριστού'' (νόθο)<br />
*''Περί θεολογίας'' (νόθο)<br />
*''Περί μερών ψυχής'' (νόθο)<br />
*''Περί φύσεως ανθρώπου'' (νόθο)<br />
*''Περί δικαιοσύνης'' (νόθο - ανέκδοτο)<br />
*''Περί υποσταστικής ενώσεως'' (νόθο - ανέκδοτο)<br />
*''Περί ορθοδόξους πίστεως'' (νόθο - ανέκδοτο)<br />
*''Περί Θεοτόκου'' (νόθο - ανέκδοτο)<br />
*''Περί Προνοίας'' (νόθο - ανέκδοτο)<br />
</div><br />
<br />
:'''Αντιρρητικά'''<br />
<div style="font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Κατά της Αιρέσεως των Νεστοριανών<br />
*Περί πίστεως κατά Νεστοριανών<br />
*Περί συνθέτου φύσεως κατά ακεφάλων<br />
*Κατά Ιακωβιτών<br />
*Περί του τρισαγίου Ύμνου<br />
*Περί των εν Χριστώ δύο θελημάτων και ενεργειών και λοιπών φυσικών ιδιωμάτων<br />
*Περί μονοφυσιτών και μονοθελητών (ανέκδοτο)<br />
*Περί των εικόνων [3] <br />
*Κατά Σεβήρου (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Περί της εικονίσεως Θεού (νόθο)<br />
*Λόγος αποδεικτικός περί των Αγίων εικόνων (νόθο)<br />
*Κατά εικονοκλαστών διάλογος στηλιτευτικός (νόθο)<br />
*Επιστολής προς Θεόφιλον (νόθο)<br />
</div><br />
<br />
:'''Απολογητικά'''<br />
<div style="font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Διάλογος κατά Μανιχαίων<br />
*Διάλεξις Χριστιανού και Σαρακηνού<br />
*Αναίρεσις Σαρακηνών (ανέκδοτο)<br />
*Αποκρίσεις προς Ιουδαίους (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Διάλεξις Ιωάννου Ορθοδόξου προς Μανιχαίους (αμφιβαλλόμενο)<br />
</div><br />
<br />
:'''Ηθικά'''<br />
<div style="font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Ιερά Παράλληλα<br />
*Περί των Αγίων νηστειών<br />
*Περί των οκτώ πονηρίας πνευμάτων (νόθο)<br />
*Περί αρετών και κακιών (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Περί νήψεως ψυχής (αμφιβαλλόμενο - ανέκδοτο)<br />
*Περί προσευχής Κυρίου (αμφιβαλλόμενο - ανέκδοτο)<br />
*Περί παρθενίας (αμφιβαλλόμενο - ανέκδοτο)<br />
</div><br />
<br />
:'''Ομιλίαι'''<br />
<div style="font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου [3]<br />
*Εις το Γενέσιον της Θεοτόκου<br />
*Εις τον ευαγγελισμόν<br />
*Εις την Μεταμόρφωσην του Κυρίου<br />
*Εις την ξηρανθήσαν συκήν<br />
*Εις το Μέγα Σάββατον<br />
*Εις την Χριστού Γέννησιν<br />
*Εις την Υπαπαντήν<br />
*Εις την Τεσσαρακοστήν (αμφιβαλλόμενο - ανέκδοτο)<br />
*Εις την παρουσίαν (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Εις το θαύμα Μιχαήλ εν Χώνοις (αμφιβαλλόμενο - ανέκδοτο)<br />
*Εις τον Σταυρόν (αμφιβαλλόμενο - ανέκδοτο)<br />
*εις την παρουσίαν (αμφιβαλλόμενο - ανέκδοτο)<br />
*Εις την Μεγάλην Παρασκευήν (νόθο)<br />
*Εις την σύλληψην της Άννης (νόθο)<br />
*Εις τα νήπια (νόθο)<br />
*Εις το Γενέσιον της Θεοτόκου (νόθο)<br />
*Εις τη μετακομιδήν της χειρός του Βαπτιστού (νόθο)<br />
*Είς την κρίσιν (νόθο)<br />
</div><br />
<br />
:'''Ερμηνευτικά'''<br />
<div style="font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Εις τας επιστολάς του Παύλου <br />
*Ομιλίαι εις την εξαήμερον (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Σύνοψις της Παλαιάς Διαθήκης (νόθο - ανέκδοτο)<br />
</div><br />
<br />
:'''Αγιολογικά'''<br />
<div style="font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Εγκώμιον εις τον Ιωάννην τον Χρυσόστομον<br />
*Εγκώμιον εις την Αγίαν Βαρβάραν<br />
*Μαρτύριον Αγίας Αικατερίνης<br />
*Υπόμνημα εις τον Άγιον Αρτέμιον<br />
*Ιστορία ψυχοφελής (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Εγκώμιον εις την Αγίαν Αναστασίαν (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Εγκώμιον εις τον Μελέτιον Αντιοχείας (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Μαρτύριον Αγίας Παρασκευής (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Μαρτύριον Αγίου Πέτρου Καπιτωλίας (αμφιβαλλόμενο)<br />
*Μαρτύριον Ιωάννου Καλυβίτου (νόθο)<br />
*Μαρτύριον των Εξήκοντα (νόθο)<br />
</div><br />
<br />
:'''Ποικίλα κείμενα'''<br />
<div style="font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Πασχαλινός κανών<br />
*Περί δρακόντων (νόθο)<br />
*Περί στριγγών (νόθο)<br />
*Περί γενέσεως ανθώπου (νόθο)<br />
</div><br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references/></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
*Παναγιώτη Χρήστου, «''Ελληνική Πατρολογία''», Τόμος E΄, Εκδόσεις Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005.<br />
*[[Γεώργιος Φλορόφσκι]], «''Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 6ου, 7ου και 8ου αιώνα''», Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007<br />
*Ιωάννου Δαμασκηνού, «''Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως''» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007.<br />
*Δημητρίου Τσάμη, «''Εκκλησιαστική Γραμματολογία''», Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2001<br />
<br />
<br />
{{Αξιόλογο Άρθρο}}<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς|Ι]]<br />
[[Category:Εκκλησιαστικοί Πατέρες|Ι]]<br />
[[Category:Υμνογράφοι|Ι]]<br />
[[Category:Μοναχοί|Ι]]<br />
[[Category:Άγιοι|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:8ος αιώνας|Ι]]<br />
<br />
[[ar:يوحنا الدمشقي]]<br />
[[bg:Йоан Дамаскин]]<br />
[[en:John of Damascus]]<br />
[[es:Juan Damasceno]]<br />
[[fr:Jean Damascène]]<br />
[[mk:Свети Јован Дамаскин]]<br />
[[ro:Ioan Damaschin]]<br />
[[ru:Иоанн Дамаскин]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CE%AC%CE%BA%CF%89%CE%B2%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%9D%CE%B9%CF%83%CE%B9%CE%B2%CE%B7%CE%BD%CF%8C%CF%82&diff=20845Ιάκωβος ο Νισιβηνός2020-05-14T23:00:22Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>[[Image:Jacob of Nisibis.jpg|right|thumb|Ο [[Όσιος]] Ιάκωβος ο Νισιβηνός.]]<br />
Ο [[Όσιος]] '''Ιάκωβος ο Νισιβηνός''' ([[Επίσκοπος]] Ἀντιοχείας τῆς Μυγδονίας, ποὺ ὀνομάζεται καὶ Νίσιβις), αποκαλούμενος και «Μέγας», υπήρξε γέννημα και θρέμμα της πόλεως Νισίβεως της Μεσοποταμίας τον 4ο αιώνα μ.Χ. Αγάπησε όμως την ζωή της ερημίας και της ησυχίας. Για τον λόγο αυτό έφυγε από την πόλη και πήγε στις υψηλότατες κορυφές των όρεων της περιοχής, όπου και διέμενε. Εκεί αντιμετώπιζε με γενναιότητα και καρτερία τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και τον καταταλαιπωρούσαν, τον υπερβολικό δηλαδή καύσωνα του καλοκαιριού και τον παγετό του χειμώνα.<br />
<br />
Όπως αναφέρεται στο [[Συναξάρι]] του, ο Όσιος για τροφή του χρησιμοποιούσε αγριόχορτα και λίγο νερό. Για ενδυμασία του είχε ένα απλό και μοναδικό χιτώνα. Και με αυτή, λοιπόν, την λιτή ασκητική ζωή εξασθένιζε βέβαια το σώμα του, προσέφερε όμως συνεχώς πνευματική τροφή στην ψυχή του.<br />
<br />
Τα αποτελέσματα της ασκητικής του ζωής υπήρξαν πλούσια. Πρώτα ο Όσιος απέκτησε την παρρησία προς τον [[Θεός|Θεό]]. Έπειτα, με την δύναμη και την χάρη του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]], έλαβε την ικανότητα να προβλέπει τα μέλλοντα και να επιτελεί [[Θαύμα|θαύματα]], όπως το ακόλουθο: Κάποτε, ενώ διερχόταν από έναν τόπο, είδε σε κάποια πηγή μερικές νέες γυναίκες να κάνουν την εργασία τους με αναιδή και άσεμνη εμφάνιση. Ο Όσιος δεν ανέχθηκε αυτήν την κατάσταση. Έτσι, με τρόπο θαυματουργικό, από την μια μεριά αποξήρανε την πηγή, ενώ από την άλλη έκαμε να γίνουν ολόλευκα από μαύρα τα μαλλιά των αναίσχυντων γυναικών. Και βέβαια, ύστερα από παράκληση των Χριστιανών, προσευχήθηκε και η πηγή έβγαλε πάλι νερό. Τις γυναίκες όμως, τις άφησε να μείνουν με λευκά τα μαλλιά για σωφρονισμό και διόρθωση πνευματική.<br />
<br />
Ο Όσιος Ιάκωβος για τις πολλές [[Αρετή|αρετές]] του έγινε [[Επίσκοπος]] της πατρίδος του, της Νισίβεως. Ως Επίσκοπος έλαβε μέρος στην [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος|Α’ Οικουμενική Σύνοδο]], που έγινε το 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας. Η Σύνοδος αυτή καθαίρεσε τον [[Άρειος|Άρειο]], ο οποίος δίδασκε πως ο [[Χριστός]] δεν είναι Θεός, αλλά κτίσμα του Θεού. Ο Άρειος όμως, παρά την καθαίρεσή του, ετοιμαζόταν να εισέλθει σε ένα ναό, για αν λειτουργήσει. Τότε συνέβη το εξής θαυμαστό γεγονός: Ύστερα από προσευχή του Οσίου Ιακώβου, ο βλάσφημος Άρειος δεν πρόφθασε να πάει στο ναό, αφού πέθανε από διάλυση των σπλάχνων του.<br />
<br />
Όμως ο όσιος μαζί με την ακοίμητη ευσέβειά του διαφλεγόταν και από θερμότατη φιλοπατρία. Όταν οι Πέρσες πολιόρκησαν την Νίσιβη, ο Όσιος συνετέλεσε τα μέγιστα διά της δυνάμεως της πίστεώς του και της ηθικής επιροής του στην απόκρουση των εχθρών και τη διάλυση της πολιορκίας. Διαπρέποντας σε τούτα τα μέγιστα μεγαλουργήματα ο Άγιος Ιάκωβος, αφού έφθασε σε βαθύτατο γήρας, κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη. <br />
<br />
Η μνήμη του επαναλαμβάνεται την [[31 Οκτωβρίου|31η Οκτωβρίου]] και την [[13 Ιανουαρίου]].<br />
<br />
==Στίχοι==<br />
Τὸν Ἰάκωβον θνητὸν ὄντα τῇ φύσει,<br><br />
Θνητοῖς ὁμοίως μὴ θανεῖν οὐκ ἦν πρέπον.<br />
<br />
==Πηγές==<br />
* Ορθόδοξος Συναξαριστής. [http://www.saint.gr/1412/saint.aspx Όσιος Ιάκωβος Επίσκοπος Νισίβεως].<br />
* ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ. [http://www.synaxarion.gr/gr/sid/1052/sxsaintinfo.aspx Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος Ἐπίσκοπος Μυγδονίας].<br />
* [http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%99%CE%AC%CE%BA%CF%89%CE%B2%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%9D%CE%B9%CF%83%CE%B9%CE%B2%CE%B7%CE%BD%CF%8C%CF%82 Ιάκωβος ο Νισιβηνός], Βικιπαίδεια.<br />
<br />
{{DEFAULTSORT:Ιακωβος ο Νισιβηνος}}<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι]]<br />
[[Κατηγορία:Όσιοι]]<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Πατέρες]]<br />
[[Κατηγορία:Επίσκοποι]]<br />
[[Κατηγορία:4ος αιώνας]]<br />
<br />
[[en:Jacob of Nisibis]]<br />
[[ro:Iacov de Nisibe]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%98%CE%B5%CE%BF%CF%84%CF%8C%CE%BA%CE%BF%CF%82&diff=20844Θεοτόκος2020-05-14T22:52:21Z<p>EGobi: +ar,pt</p>
<hr />
<div>{{ΟρθόδοξοςΧριστιανισμός}}<br />
«''Θεοτόκος''»<ref>Ωριγ. ''PG'' 17,321Α.</ref> και «''Παναγία''» »<ref>Ωριγ. ''PG'' 17,329C.</ref>, «''Θεομήτωρ''»<ref>Γρηγ. Νύσσης ''PG'' 46,1176B.</ref> ή «''Μήτηρ Θεού''»<ref>Εφραίμ Σύρου, ''Ευχαί'', στο ''Οσίου Εφραίμ του Σύρου έργα'', τόμ. 6, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 351.</ref>, «''Υπέραγνη Δέσποινα''»<ref>Ιω. Χρυσοστ. ''PG'' 61,724.</ref> και «''αγία Μαρία η αειπάρθενος''» <ref>Επιφαν. Πανάριον, Αίρεσις οη΄, 5.</ref>, είναι μερικές από τις προσωνυμίες της ''Μαρίας'', της μητέρας του [[Χριστός|Ιησού Χριστού]], της ''"λαμπρότερης μορφής στo [[Αγιολογία|αγιολόγιο]] και εορτολόγιο της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας]]"''<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 113.</ref>.<br />
<br />
Ο Ορθόδοξος κόσμος, ''"την τιμά ως το γλυκύτερο και υψηλότερο δημιούργημα τού Θεού, της οποίας τη δόξα τοποθετεί πιο πάνω από τη δόξα των αγγέλων, την ψάλλει ως «τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ»"''<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ό.π.</ref>, αλλά και ως ''"θεία Πύλη και μήτηρ της όντως ζωής<ref>Κοντάκιον, στα προεόρτια γεννήσεως θεοτόκου, στο ''Μέγας και Ιερός Συνέκδημος Ορθοδόξου Χριστιανού'', έκδ. ΙΓ', Παπαδημητρίου, Αθήνα 2001, σελ. 488.</ref>,...του μονογενούς Υιού του Θεού, ην διελθών...πάσιν ανθρώποις σωτηρίαν απειργάσατο"''<ref>Στιχηρά Ιδιόμελα σε ήχο πλ. Β', εις το Γενέθλιον της υπεραγίας δεσποίνης ημών Θεοτόκου, στο ''Μέγας και Ιερός Συνέκδημος Ορθοδόξου Χριστιανού'', έκδ. ΙΓ', Παπαδημητρίου, Αθήνα 2001, σελ. 489.</ref>. Η ευλάβεια προς το πρόσωπό της ''"δεν φαίνεται μόνο από την επίκληση της για βοήθεια και συμπαράσταση, αλλά και από το πλήθος των ναών και μονών που είναι αφιερωμένοι σ' αυτήν"'', ''"τις εικονογραφικές παραστάσεις"'', ''"τους εκκλησιαστικούς ύμνους"'' και τα ''"εγκωμιαστικά έργα"'' τα οποία έχουν γραφτεί προς τιμή της<ref>Τσάμης Γ. Δημητρίος, ''Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 57.</ref>.<br />
<br />
Η τιμή προς τη ''Θεοτόκο'', ''"έχει τις ρίζες της στην αρχαιότατη παράδοση της Εκκλησίας"''<ref> «''Θεοτόκος''», ''e-δομή'' (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ''ΔΟΜΗ''), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].</ref>, από την οποία προσαγορεύεται έτσι, επειδή έτεκε (=γέννησε) τον ενανθρωπήσαντα θείο Λόγο<ref> «''Θεοτόκος''», εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 27, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.</ref> και Υιό του [[Θεός Πατήρ|Θεού]]. Γι αυτό ψάλλεται ως «''Κλίμαξ επουράνιος''»<ref>''Ακάθιστος Ύμνος'', Α΄ στάσις, «''Μέγας και Ιερός Συνέκδημος Ορθοδόξου Χριστιανού''», έκδ. ΙΓ', Παπαδημητρίου, Αθήνα 2001, σελ. 107.</ref>, δια της οποίας ήρθε στη γη και σαρκώθηκε, ως τέλειος άνθρωπος ο [[Χριστός]]-Λόγος και έτσι, η ίδια, αφού ελεύθερα υπάκουσε στο θέλημα του Θεού και συνεργάστηκε<ref>Φλορόφσκυ Γεώργιος, ''Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας'', 2η έκδ., Άρτος Ζωής, Αθήνα 1989, σελ. 133.</ref>, κατέστη η της «''προμήτορος Εύας το σφάλμα ανορθώσασα''»<ref>Ιω. Δαμασκ. ''PG'' 96,656Α.</ref>.<br />
<br />
==Η Θεοτόκος ως ιστορικό πρόσωπο==<br />
[[Image:Joachimanna.jpg|thumb|right|Ο Ιωακείμ και η Άννα, γονείς της Θεοτόκου Μαρίας]]<br />
Είναι αλήθεια ότι τα ίδια τα κείμενα της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] ''"δεν μας αναφέρουν τίποτε σχετικό με τους γονείς της Παρθένου Μαριάμ, την παιδική της ηλικία και άλλα συναφή γεγονότα με την προσωπική της ζωή"''<ref>Πατρώνος Π. Γεώργιος, ''Η Ιστορική Πορεία του Ιησού'', Δόμος, Αθήνα 1991, σελ. 90.</ref>. Όπως φαίνεται από τις επιλογές των συγγραφέων της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], προφανώς θεωρούσαν σημαντικό ν' ανταποκριθούν πρώτα στα πιο επείγοντα ζητήματα της αποστολής τους, και ήταν έτσι φυσικό, ακόμη και οι αφηγήσεις για την παιδική ηλικία του Ιησού να εμφανιστούν αργότερα<ref>"Μαρία", ''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'' (μτφρ. από τα Γαλλικά με εποπτεία Σάββα Αγουρίδη, Σταύρου Βαρτανιάν), Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980, στ. 627.</ref>. Καταρχάς, ο [[Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον|ευαγγελιστής Μάρκος]] αγνοεί τις διηγήσεις αυτές, ο [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|Ματθαίος]] τις εξιστορεί με επίκεντρο τον Ιωσήφ, ενώ με τις διηγήσεις του [[Ευαγγελιστής Λουκάς|Λουκά]] έρχεται στο προσκήνιο η Μητέρα του [[Χριστός|Χριστού]]<ref>''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'', ό.π., στ. 628.</ref> όχι μόνο ως ιστορικό πρόσωπο, αλλά και ως ιστορική πηγή των σημαντικών γεγονότων της Θείας Γέννησης<ref>Holzner Joseph, ''Παύλος'', έκδ. 8η, Δαμασκός, Αθήνα 1972, σελ. 389.</ref>, γεγονότα τα οποία ''"κρατούσε όλα στην καρδιά της και τα σκεπτόταν"''<ref>''Λουκ. 2,19'': Δεληκωστόπουλος Αθανάσιος, ''Η Καινή Διαθήκη σε Νεοελληνική Απόδοση'', 7η έκδ., Αθήνα 2003, σελ. 171.</ref>. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο ''Joseph Holzner'':<br />
<br />
:''"Πόσα ταξίδια να έκανε'' [ο Λουκάς] ''απ' την Καισαρεία στην Παλαιστίνη, στα Ιεροσόλυμα για τον Ιάκωβο, στην Βηθλεέμ και στην Ναζαρέτ για τους συγγενείς και τους ομηλίκους του Ιησού, προ πάντων όμως για την μητέρα του Ιησού, όσο ζούσε, που τώρα ήταν γερόντισσα ογδόντα ετών. Ποιος μπορούσε να του διηγηθή την θαυμαστή εκείνη ιστορία των Χριστουγέννων, με τέτοιο τρόπο, παρά η πιστή ανάμνησις μιας μητέρας που αγαπά;"''<ref>Holzner Joseph, ''Παύλος'', ό.π.</ref>.<br />
<br />
Πάντως, οι αρχαιότερες μαρτυρίες της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] για την κατά σάρκα προέλευση του [[Χριστός|Ιησού]] είναι του [[Απόστολος Παύλος|Αποστόλου Παύλου]] στα εδάφια ''Γαλ. 4,4'' και ''Ρωμ. 9,5'' όπου δεν αναφέρεται μεν το όνομα της ''Μαρίας'', όμως ξεκαθαρίζεται η ιστορικότητα της και τονίζεται η σπουδαιότητα και βεβαιότητα της ενανθρωπήσεως με τη συμμετοχή μητέρας από το γένος των ανθρώπων<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 650.</ref>. Επιπλέον, το γεγονός ότι ο ''Παύλος'' παρουσιάζεται να γνωρίζει γενικότερα τα της οικογένειας του ''Ιησού'' και των "αδελφών" Του (''Α΄Κορ. 9,5''. ''Γαλ. 1,19'') καθιστά λογικό να γνώριζε και το όνομα της ''Θεοτόκου''<ref>''ΘΗΕ'', ό.π.</ref>.<br />
<br />
Από το εδάφιο ''Λουκ. 1,27'', φαίνεται ότι η ''Μαρία'' ''"καταγόταν από το γένος του Δαυίδ"''<ref>Δεληκωστόπουλος, ''Η Καινή Διαθήκη...'', ό.π., σελ. 167.</ref> (''Λουκ. 1,27''). Ακόμη όμως κι αν η φράση ''εξ οίκου Δαυίδ'' θεωρηθεί ότι αναφέρεται στον [[Ιωσήφ]], υπάρχουν εδάφια τα οποία έμμεσα αναφέρονται στην καταγωγή της, όπως τα ''Λουκ. 1,32. 2,4-5. Ρωμ. 1,3'' αλλά επίσης, υπάρχει και η βεβαιότητα της [[Ιερά Παράδοση|Παράδοσης]], από τα μέσα του 2ου αιώνα<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 655.</ref>. Όπως θα μπορούσαμε ιστορικά να συμπεράνουμε, ζούσε όπως και οι άλλες κοπέλες της ηλικίας της, ασχολούμενη ή βοηθώντας στις γυναικείες καθημερινές εργασίες, τις οποίες επέβαλλαν οι συνθήκες ζωής μιας οικογένειας στη μικρή [[Ναζαρέτ]]: την οικογενειακή χειροτεχνία (όπως υφάσματα που τα έγνεθαν και τα ύφαιναν στο σπίτι), την προπαρασκευή του ψωμιού (άλεσμα σε μικρό οικιακό μύλο που είχε κάθε σπίτι), το ζύμωμα και το ψήσιμο του ή την παρασκευή άλλων φαγητών, την προμήθεια νερού από τη βρύση και άλλες παρόμοιες εργασίες του σπιτιού<ref>Ροπς Ντανιέλ, ''Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού'' (μτφρ. Έλλης Αγγέλου), 2η έκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 1990, σελ. 154.</ref>. Επίσης όμως, είχε και τις πνευματικές ενασχολήσεις, οι οποίες απέρρεαν από το τυπικό της θρησκείας της φυλής τους: την προσευχή σε διάφορες ώρες της ημέρας, τη συμμετοχή στις λατρευτικές εκδηλώσεις της [[Συναγωγή|Συναγωγής]], τη μελέτη των [[Αγία Γραφή|Γραφών]]<ref>Πατρώνος, ''Ιστορική Πορεία...'', ό.π., σελ. 90.</ref>, γεγονός που επιβεβαιώνει και ο ''ύμνος της Μαρίας'' (''Λουκ. 1,46-56'') ο οποίος δείχνει ''"τόσες πολλές βιβλικές θύμησες"''<ref>Ροπς, ''Η καθημερινή...'', ό.π., σελ. 133.</ref>.<br />
<br />
Ο [[γάμος]], ήταν ένας ακόμη κοινωνικός θεσμός αλλά και επιταγή του βιβλικού ''Νόμου'', ο οποίος αποτελούσε καθήκον και ταυτόχρονα υποχρέωση για κάθε Ιουδαίο πολίτη όπως και η τεκνογονία, και γι' αυτό βλέπουμε ότι η ''Μαρία'' είχε προχωρήσει στις διαδικασίες του γάμου όντας μνηστευμένη με τον [[Ιωσήφ]]<ref>Πατρώνος, ''Ιστορική Πορεία...'', ό.π., σελ. 101.</ref>. Ο έγγαμος βίος ήταν μια καταξιωμένη μορφή ζωής για κάθε άνθρωπο ενώ η αγαμία ήταν ένα σπάνιο φαινόμενο, το οποίο θα μπορούσαμε να συναντήσουμε σε ελάχιστους μόνο [[Ραββί]]<ref>Πατρώνος, ''Ιστορική Πορεία...'', ό.π., σελ. 101-102.</ref> (''βλ. και λήμμα: [http://el.orthodoxwiki.org/%CE%A0%CF%81%CF%8C%CF%84%CF%85%CF%80%CE%BF:%CE%A1%CE%B1 Ραβί]''). Σε κάθε εβραϊκή οικογένεια η γέννηση ενός παιδιού έφερνε μεγάλη χαρά και τότε, σύμφωνα με το παλιό έθιμο, θα καλούσαν τους συγγενείς, τους φίλους και τους γείτονες να γλεντήσουν<ref>Ροπς, ''Η καθημερινή ζωή...'', ό.π., σελ. 121.</ref>. ''"Ιδού, κληρονομιά παρά του Κυρίου είναι τα τέκνα μισθός αυτού, ο καρπός της κοιλίας"'' έλεγε για τα παιδιά ένας [[Ψαλμοί|Ψαλμός]]<ref>''Ψαλμ. 126,3''.</ref> ενώ, σύμφωνα με τα λόγια της [[Ελισάβετ]], της μητέρας του [[Ιωάννης Βαπτιστής|Ιωάννη του Βαπτιστή]], η στειρότητα ήταν πραγματικό όνειδος<ref>''Λουκ. 1,25'': ''"Έτσι μου έχει κάνει τό καλό αυτό ο Κύριος κατά τις μέρες (της γεροντικής μου ηλικίας) κατά τις οποίες επέβλεψε να μου αφαιρέσει τη ντροπή της ατεκνίας μου μεταξύ των ανθρώπων"'' (Δεληκωστόπουλος Αθανάσιος, ''Η Καινή Διαθήκη σε Νεοελληνική Απόδοση'', 7η έκδ., Αθήνα 2003, σελ. 166).</ref>.<br />
<br />
===Ο Ευαγγελισμός===<br />
<div style="font-family: Palatino Linotype;"><br />
::(''Επειδή πολλά στοιχεία για τον ιστορικό βίο της ''Μαρίας'' συνδέονται με τα γεγονότα του ''[[Ευαγγελισμός της Θεοτόκου|Ευαγγελισμού]]'', περισσότερες πληροφορίες παρατίθενται στο κύριο άρθρο:<br>[[Ευαγγελισμός της Θεοτόκου]]'').</div><br />
Γνωρίζουμε ότι το σπίτι της ''Μαρίας'' ήταν στην [[Ναζαρέτ]] και εκεί βρισκόταν, όντας αρραβωνιασμένη με τον [[Ιωσήφ]]<ref>Βλ. ''Λουκ. 1,26-28''.</ref>, πριν ακόμη μεταφερθεί στο δικό του σπίτι<ref>"Μαρία" ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 656.</ref>. Εκεί, στην άσημη και περιφρονημένη (''Ιω. 1,46'') [[Ναζαρέτ]], την επισκέφτηκε ο αρχάγγελος [[Γαβριήλ]] και εκεί δέχθηκε τον [[Ευαγγελισμός της Θεοτόκου|Ευαγγελισμό]], δηλαδή τη χαρμόσυνη είδηση της γέννησης του Κυρίου ημών [[Χριστός|Ιησού Χριστού]], του Μεσσία και Σωτήρα<ref>''Λουκ. 1,26-35''.</ref>. Αυτή η ευαγγελική διήγηση, συνδέεται άρρηκτα με το μέγα μυστήριο της σαρκώσεως, την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, ο οποίος σκήνωσε στην κοιλία της κοσμημένης με βαθύτατη ευσέβεια, ταπεινοφροσύνη και αθωότητα Παρθένου, και έτσι προσέλαβε και θέωσε την ανθρώπινη φύση<ref>«Θεοτόκος», εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα', τόμ. 27, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.</ref>.<br />
<br />
===Ο μνήστωρ Ιωσήφ===<br />
''Βλ. το κύριο άρθρο: [[Ιωσήφ]]''<br />
<br />
===Η Μαρία επισκέπτεται την Ελισάβετ===<br />
Σύμφωνα με την διήγηση του [[Ευαγγελισμός της Θεοτόκου|Ευαγγελισμού]], ο [[Γαβριήλ]] αποκάλυψε στην ''Μαρία'' ότι η γηραιά συγγενής της [[Ελισάβετ]], θα γεννήσει γιο (τον [[Ιωάννης ο Πρόδρομος|Ιωάννη τον Πρόδρομο]]), και μάλιστα ότι βρισκόταν στον έκτο μήνα της κύησης (''Λουκ. 1,36''). Η ''Μαρία'', εσπευσμένα (''"μετά σπουδής"''), πήγε στην ορεινή περιοχή της Ιουδαίας, στο σπίτι του [[Ζαχαρίας|Ζαχαρία]] και όταν χαιρέτησε την [[Ελισάβετ]], το βρέφος στην κοιλιά της σκίρτησε, όχι κατά τον συνηθισμένο στις εγκύους τρόπο, αλλά εξαιτίας του προφητικού χαρίσματος το οποίο αξιώθηκε ο ''Ιωάννης'' από τον Θεό<ref>Ερμηνεία του [[Θεοφύλακτος|θεοφύλακτου]], στο Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Υπόμνημα εις το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον'', 3η έκδ., 'Ο Σωτήρ', Αθήνα 1983, σελ. 60.</ref>. Κατόπιν, η [[Ελισάβετ]], επλήσθη [[Άγιο Πνεύμα|Πνεύματος Αγίου]] (''Λουκ. 1,41''), ονόμασε την ''Παρθένο'' ευλογημένη ανάμεσα στις γυναίκες και κατ' αυτή τη ''"χαρακτηριστική διατύπωση της Ελισάβετ...η 'ευλογία'...αυτή έχει άμεση σχέση, ασφαλώς, με τον 'ευλογημένον καρπόν της κοιλίας' της"''<ref>Πατρώνος, ''Η Ιστορική Πορεία...'', ό.π., σελ. 113.</ref>. Αμέσως μετά, η ''Ελισάβετ'' ρωτά προφητικά<ref>"Ελισάβετ", ''ΘΗΕ'', τόμ. 5(1964), στ. 585.</ref>: ''"πως μου έγινε τέτοια μεγάλη τιμή, να έρθει σε μένα η μητέρα του Κυρίου μου;"''<ref>π. Μάξιμος Μόσχος, ''Ευαγγέλιον Ιησού Χριστού'', Άγιον Όρος - Άθως 1992, σελ. 14.</ref>. Τότε η ''Μαρία'', συνέθεσε την ωδή δοξολογίας προς το Θεό<ref>"Μαρία η Θεοτόκος", Κολιτσάρας Θ. Ιωάννης, ''Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν της Αγίας Γραφής'', 'Η Ζωή', 2η έκδ., Αθήναι 1998, σελ. 220.</ref>, η οποία αρχίζει με τη φράση ''"μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον..."'' (''Λουκ. 1,39-56''). Η φρασεολογία του ύμνου αυτού θυμίζει ψαλμικούς στίχους της Παλαιάς Διαθήκης και είναι μια ''"ποιητική σύνθεση"'' γεμάτη λυρισμό και ''"θεολογικά στοιχεία, ιδιαίτερα προς την κατεύθυνση μιας εκκλησιολογικής κατανόησης του περιεχομένου του"''<ref>Πατρώνος, ''Η Ιστορική Πορεία...'', ό.π., σελ. 113-114.</ref>.<br />
<br />
===Επιστροφή της Μαρίας στη Ναζαρέτ===<br />
Συνολικά, η ''Μαρία'' έμεινε κοντά στην [[Ελισάβετ]] περίπου τρεις μήνες (''"ωσεί μήνας τρεις"'', Λουκ. 1,56), και έπειτα επέστρεψε και πάλι στη [[Ναζαρέτ]]. Δεν γνωρίζουμε αν έμεινε μέχρι να γεννήσει η ''Ελισάβετ''. Οι [[Πατρολογία|Πατέρες]] της ανατολής, όπως ο [[Θεοφύλακτος]] και ο [[Ευθύμιος Ζιγαβηνός]], γνωρίζοντας τις επικρατούσες συνήθειες, διδάσκουν ότι η ''Παρθένος'' δεν έμεινε στην γέννηση αφήνοντας την πρωτοβουλία στους κοντινούς της Ελισάβετ ανθρώπους, σύμφωνα με το έθιμο<ref>Τρεμπέλας, ''...εις το Κατά Λουκάν...'', ό.π., , σελ. 70.</ref>. Στην επιστροφή, την ''Θεοτόκο'' ανέμεναν τα γεγονότα που περιγράφονται στο ''Ματθ. 1,18'' και εξής<ref>Κωνσταντίνου Γ., ''Ερμηνεία Συνοπτική και Εκλεκτική των Ευαγγελίων'', τόμ. Β΄, εν Αθήναις 1876, σελ. 21.</ref>. Το διάστημα απουσίας της ''Μαρίας'' στην ορεινή Ιουδαία, ήταν αρκετό ώστε να γίνουν ''"έκδηλα τα σημεία της εγκυμοσύνης της"'' και είχε ως συνέπεια να ταραχθεί ο [[Ιωσήφ]] νομίζοντας ότι ήταν αποτέλεσμα απιστίας<ref>"Μαρία η Θεοτόκος", Κολιτσάρας, ''...Λεξικόν...'', ό.π., σελ. 220.</ref>. Αν και στην πραγματικότητα δεν ήταν ποτέ άνδρας-σύζυγος της ''Μαρίας'', αλλά απλά υπόλογος γι' αυτήν απέναντι του Νόμου, αποδείχτηκε ένας πολύ συνεπής προστάτης: ακόμη και όταν πληροφορήθηκε τα περί της εγκυμοσύνης της παρθένου ''Μαρίας'', και πίστευε ότι απατήθηκε απ' αυτήν (αφού ''"ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον"'', ''Ματθ. 1,25''), εκείνος, όντας δίκαιος, δεν θέλησε να φανερώσει το γεγονός το οποίο υποπτευόταν και να τη διαπομπεύσει για δημόσιο παραδειγματισμό, αλλά σκέφτηκε να την αφήσει κρυφά (''Ματθ. 1,19'') και να της δώσει μυστικά διαζύγιο<ref>Φίλης Χαρ. Λουκάς, ''Η Αξία των Καταλόγων του Γενεαλογικού Δένδρου του Ιησού Χριστού'', Αθήνα 1978, σελ. 19-20.</ref>. Tελικά όμως, στο όνειρό του, έλαβε αποκαλύψεις μέσω αγγέλου σχετικά με την Παρθένο και το θείο βρέφος και έμαθε την αλήθεια (''Ματθ. 1,20-23''. ''6,13.19''. ''Λουκ. 4,4-7''. ''6,33'')<ref>"Ιωσήφ ο Δίκαιος", Κολιτσάρας Θ. Ιωάννης, ''Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν της Αγίας Γραφής'', εκδ. Η Ζωή, 2η έκδ., Αθήναι 1998, σελ. 178.</ref>. Οταν σηκώθηκε απ' τον ύπνο ο Ιωσήφ, έκανε όπως τον πρόσταξε ο άγγελος και παρέλαβε στο σπίτι του τη ''Μαρία'' και δεν ήρθε σέ συζυγική σχέση μαζί της ποτέ<ref>Απόδοση του ''Ματθ. 1,24-25'' στο: π. Μάξιμος Μόσχος, ''Ευαγγέλιον Ιησού Χριστού'', Άγιον Όρος - Άθως 1992, σελ. 16. Για την ερμηνεία της λέξης ''ποτέ'', βλ. την διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας για την [http://el.orthodoxwiki.org/%CE%98%CE%B5%CE%BF%CF%84%CF%8C%CE%BA%CE%BF%CF%82#.CE.97_.CE.B1.CE.B5.CE.B9.CF.80.CE.B1.CF.81.CE.B8.CE.B5.CE.BD.CE.AF.CE.B1_.CF.84.CE.B7.CF.82_.CE.98.CE.B5.CE.BF.CF.84.CF.8C.CE.BA.CE.BF.CF.85 αειπαρθενία της Θεοτόκου] καθώς και την παράγραφο για τις [http://el.orthodoxwiki.org/%CE%98%CE%B5%CE%BF%CF%84%CF%8C%CE%BA%CE%BF%CF%82#.CE.9A.CE.B1.CE.BA.CE.BF.CE.B4.CE.BF.CE.BE.CE.AF.CE.B5.CF.82_.CF.80.CE.B5.CF.81.CE.AF_.CF.84.CE.BF.CF.85_.CE.91.CE.B5.CE.B9.CF.80.CE.AC.CF.81.CE.B8.CE.B5.CE.BD.CE.BF.CF.85_.CF.84.CE.B7.CF.82_.CE.98.CE.B5.CE.BF.CF.84.CF.8C.CE.BA.CE.BF.CF.85 κακοδοξίες περί του Αειπάρθενου] όπου και η ερμηνεία του ''έως ου'' που υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο του ''Ματθ. 1,25''.</ref>.<br />
<br />
===Ο Ιωσήφ και η Μαρία στη Βηθλεέμ για την απογραφή===<br />
:''Για το ζήτημα της ιστορικότητας της απογραφής, βλ. κύριο άρθρο [[Κυρήνιος]]''<br />
<br />
Σύμφωνα με τον [[Ευαγγελιστής Λουκάς|ευαγγελιστή Λουκά]], ''"κατά τις μέρες εκείνες συνέβη να βγει διάταγμα από το ρωμαίο αυτοκράτορα Αύγουστο για να γίνει απογραφή των κατοίκων όλης της οικουμένης. Η απογραφή αυτή ήταν η πρώτη που έγινε όταν ο ηγεμόνας της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος. Και πήγαιναν όλοι να απογραφούν, ο καθένας στην πόλη του. Ανέβηκε δε και ο Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας στην Ιουδαία, στην πόλη του Δαυίδ, που ονομάζεται Βηθλεέμ επειδή καταγόταν από την οικογένεια και το γένος του Δαυίδ, για να απογραφεί μαζί με τη Μαριάμ, τη γυναίκα τη μνηστευμένη μ' αυτόν, η οποία ήταν έγκυος"'' (''Λουκ. 2,2-5'')<ref>Δεληκωστόπουλος Αθανάσιος, ''Η Καινή Διαθήκη σε Νεοελληνική Απόδοση'', 7η έκδ., Αθήνα 2003, σελ. 170.</ref>. Όπως φαίνεται από το κείμενο, μια γενική απογραφή διατάχτηκε από τον ''Αύγουστο Οκταβιανό'', η οποία ανάγκασε τον [[Ιωσήφ]] και την οικογένεια του να πάνε στη [[Βηθλεέμ]] για να απογραφούν. Κατά τους χρόνους της ρωμαϊκής δημοκρατίας, σκοπός μιας απογραφής ήταν να πραγματοποιηθεί από τις Αρχές η εγγραφή των πολιτών σε δημόσιους καταλόγους, όπου θα αναγραφόταν το όνομα, το επάγγελμα, η ηλικία, η οικογένεια και η περιουσία του πολίτη. Με τον τρόπο αυτό μπορούσε να εξακριβωθεί ο πληθυσμός του κράτους και να συγκεντρωθούν τα απαραίτητα στοιχεία για την στρατολογία και τη φορολογία<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 2 (1963), στ. 1064.</ref>.<br />
<br />
===Η Γέννηση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού===<br />
Καταρχάς, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η γνωστή εικόνα που θέλει τον [[Ιωσήφ]] και τη ''Μαρία'' να αναζητούν απεγνωσμένα τόπο στη [[Βηθλεέμ]] για να διαμείνουν και καταλήγουν, μη έχοντας άλλη λύση, σε ένα σταύλο, δεν βασίζεται στα ιερά κείμενα. Σύμφωνα με τον [[Ευαγγελιστής Λουκάς|Λουκά]] (2,1-7), η αγία οικογένεια έφτασε στη [[Βηθλεέμ]], έμεινε σε κάποιο κατάλυμα (στ. 7) και εκεί ήρθε η ώρα της ''Μαρίας'' να γεννήσει (στ. 6). Έχει επισημανθεί ότι ο ''Λουκάς'' όταν θέλει να αναφερθεί σε πανδοχείο, χρησιμοποιεί αυτή ακριβώς τη λέξη: ''"...ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον..."'' (Λουκ. 10,34). Κατά συνέπεια, γράφοντας ''κατάλυμα'' είναι πιθανό να αναφέρεται σε δωμάτιο φιλοξενίας κάποιας, συγγενικής ίσως, οικίας, λόγω όμως της μαζικής μετάβασης των μελών της οικογένειας του [[Ιωσήφ]] στη [[Βηθλεέμ]] για την απογραφή, όταν γεννήθηκε ο μικρός [[Χριστός|Ιησούς]], είτε δεν υπήρχε πλέον χώρος για την φιλοξενία του βρέφους, είτε η ''Μαρία'' θεώρησε καλύτερο ή πιο ασφαλές για το παιδί να μεταβεί ''σπαργανωμένο'' (τυλιγμένο με λωρίδες υφάσματος<ref>Λήμμα: 49.6 "σπαργανόω", Johannes P. Louw And Eugene A. Nida, ''Greek-English Lexicon of The New Testament'' (Based On Semantic Domains), 2nd Edition, United Bible Societies, New York 1989, τόμ. 1, σελ. 525.</ref>) στη ''φάτνη''<ref>John Nolland, ''Word Biblical Commentary'', vol. 35A (Luke 1:1-9:20), Word Books, Dallas 1989, σελ. 105.</ref><ref>Craig S. Keener and InterVarsity Press, ''The IVP Bible Background Commentary: New Testament'', Downers Grove, Ill.: InterVarsity Press, 1993, Lk 2:6.</ref><ref>Δαμαλάς Νικόλαος, ''Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην'', τόμ. Β΄, εν Αθήναις 1892, σελ. 131.</ref>. Εδώ, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο [[Ευαγγελιστής Λουκάς|Λουκάς]] δεν μιλά αόριστα για μια οποιαδήποτε ''φάτνη'' αλλά αναφέρεται ''στη φάτνη'' (''"ανέκλινεν αυτόν εν '''τή''' φάτνη"'', Λουκ. 2,7) και ο [[Ιωήλ Γιαννακόπουλος]], θεωρεί ότι πρόκειται για τον σταύλο του καταλύματος στο οποίο διέμεναν (διατυπώνει βέβαια την άποψη, όπως κι ο ''Τρεμπέλας''<ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Υπόμνημα εις το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον'', 3η έκδ., 'Ο Σωτήρ', Αθήνα 1983, σελ. 87β.</ref>, ότι το κατάλυμα ήταν πανδοχείο)<ref>Γιαννακόπουλος Ιωήλ (Αρχιμ.), ''Η Ζωή του Χριστού'', τόμ. 1, εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, θεσσαλονίκη 1978, σελ. 52.</ref>. Το γεγονός ότι ο [[Ιουστίνος]] και ο [[Ωριγένης]] κάνουν λόγο για ''σπήλαιο''<ref>Βλ. Τρεμπέλας, ''...εις το Κατά Λουκάν...'', ό.π., σελ. 88α.</ref>, μπορεί να συνδυαστεί με τις πληροφορίες που έχουμε για τα σπίτια της εποχής: ''"Στην επαρχία...το σπίτι ήταν υποτυπώδες...στο εσωτερικό είχε τις πιο πολλές φορές ένα μόνο δωμάτιο, χωρισμένο στα δύο, το μισό για τα ζωντανά και το άλλο μισό για την οικογένεια. Μερικά...χρησιμοποιούσαν για κατοικία παλιές σπηλιές χωμένες στο βράχο..."''<ref>Ροπς Ντανιέλ, ''Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού'' (μτφρ. Έλλης Αγγέλου), 2η έκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 1990, σελ. 263.</ref>. Μέσα εκεί, στο τμήμα που λειτουργούσε ως στάβλος, τα ζώα ταΐζονταν από μια φάτνη<ref>Ροπς, ''Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη...'', ό.π., σελ. 35.</ref>.<br />
<br />
Κατόπιν, η διήγηση του ''Λουκά'' αναφέρεται στους αγίους Ποιμένες (η μνήμη τους τιμάται στις 25 Δεκεμβρίου<ref>"Ποιμένες", ''ΘΗΕ'', τόμ. 10 (1967), στ. 488.</ref>) οι οποίοι είδαν και προσκύνησαν τον [[Χριστός|Χριστό]] αμέσως μόλις το πληροφορήθηκαν από τον άγγελο (''Λουκ. 2,8'') και είδαν το πλήθος ''της ουράνιας στρατιάς'' το οποίο δοξολογούσε το Θεό (''Λουκ. 2,13-14''). Κινήθηκαν βιαστικά, βρήκαν το Θείο βρέφος στη φάτνη μαζί με τη ''Μαρία'' και τον [[Ιωσήφ]] και τους διηγήθηκαν τα θαυμάσια που είδαν και άκουσαν σχετικά με αυτό το παιδί. Η ''Μαρία'', από τότε διατηρούσε έντονα στη μνήμη και την καρδιά της όλα αυτά τα λόγια των ποιμένων (''Λουκ. 2,17-19'').<br />
<br />
Συνήθως, εδώ εγείρεται άλλο ένα ζήτημα ιστορικής ακρίβειας<ref>Οι αναλύσεις που ακολουθούν στα: Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Υπόμνημα εις το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον'', 3η έκδ., 'Ο Σωτήρ', Αθήνα 1983, σελ. 88-89 και Δαμαλάς Νικόλαος, ''Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην'', τόμ. Β΄, εν Αθήναις 1892, σελ. 132-134.</ref> το οποίο σχετίζεται με την παρουσία ποιμένων στην ύπαιθρο και μάλιστα κατά τη νύχτα (''ποιμένες...αγραυλούντες και φυλάσσοντες φυλακάς της νυκτός..."'', ''Λουκ. 2,8''), δεδομένου ότι η γέννηση του [[Χριστός|Χριστού]] εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου. Τα κοπάδια στις περιοχές αυτές έμεναν στην ύπαιθρο κατά το διάστημα από τον μήνα Μάρτιο μέχρι, το πολύ, τα μέσα Νοεμβρίου ή αρχές Δεκεμβρίου ενώ μετά, λόγω έναρξης και των βροχοπτώσεων, οδηγούνταν σε σταύλους. Κατά συνέπεια, δεν ήταν δυνατό να συνδυαστούν αυτά τα στοιχεία με την 25η Δεκεμβρίου (ασφαλώς όμως, βροχοπτώσεις και φαινόμενα μεταβολών της θερμοκρασίας δεν μπορεί να θεωρούνται απόλυτα, καθώς μπορεί κάποιο έτος να υπάρξουν και εξαιρέσεις). Γνωρίζουμε όμως ότι πιθανότατα, ο καθορισμός της 25ης Δεκεμβρίου ως ημερομηνία εορτασμού των [[Χριστούγεννα|Χριστουγέννων]] δεν σχετίζεται απαραίτητα με ιστορικά κριτήρια, αλλά αναφέρεται στην επιθυμία του [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμού]] να εξοβελίσει σημαντικές παγανιστικές (μη χριστιανικές) γιορτές που τηρούνταν την ίδια περίοδο κατά τον 4ο αιώνα (''βλ. άρθρο [[Χριστούγεννα]]'').<br />
<br />
===Η Περιτομή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού===<br />
Σύμφωνα με τον [[Μωϋσής|Μωσαϊκό]] Νόμο, η γυναίκα που θα γεννούσε αρσενικό παιδί ήταν αυστηρά ακάθαρτη για επτά ημέρες, και μετά την περιτομή του παιδιού η οποία γινόταν την όγδοη ημέρα, παρέμενε ακάθαρτη τριάντα τρεις ακόμη ημέρες. Αυτές τις 40 ημέρες δεν επιτρεπόταν να έλθει σε επαφή με κάθε τι που θεωρούνταν άγιο, ούτε και να μπει στον Ναό<ref>"Υπαπαντή", ''ΘΗΕ'' τόμ. 11 (1967), στ. 952.</ref>. Μετά τη συμπλήρωση του χρονικού αυτού διαστήματος έπρεπε να προσφέρει ως θυσία ''"ζεύγος τρυγόνων ή δύο νεοσσούς περιστερών"'' (''Λουκ. 2,24'') ώστε να γίνει η ιερουργία καθαρισμού της από τον ιερέα. Ο καθαρισμός αυτός δεν ήταν σωματικός αλλά νομικός και δια μέσω αυτού γινόταν υπόμνηση της αμαρτωλότητας του ανθρώπου και ''"η διά της γεννήσεως μετάδοσις του προπατορικού αμαρτήματος"''<ref>Γιαννακόπουλος Ιωήλ (Αρχιμ.), ''Η Ζωή του Χριστού'', τόμ. 1, εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, θεσσαλονίκη 1978, σελ. 68.</ref>.<br />
<br />
Ο [[Ιωσήφ]] και η ''Μαρία'', τήρησαν κατά γράμμα τις εντολές αυτές και έτσι την όγδοη μέρα πήγαν στα [[Ιερουσαλήμ|Ιεροσόλυμα]] όπου έγινε η ονοματοδοσία του ''Ιησού'' μαζί με την [[Περιτομή]], την οποία υπέμεινε καθώς ''"ώφειλε κατά πάντα τοίς αδελφοίς ομοιωθήναι"'' (''Εβρ. 2,17'')<ref>Τρεμπέλας, ''...εις το Κατά Λουκάν...'', ό.π., σελ. 99.</ref>. Σύμφωνα με τον [[Ευθύμιο Ζιγαβηνό]], εκτός άλλων, η διδασκαλία του [[Χριστός|Χριστού]] δεν θα έβρισκε ακροατές, αφού χωρίς περιτομή θα θεωρούνταν αλλόφυλος<ref>''PG'' 129,888B.</ref>. Η συνήθεια να συνδυάζεται η επίθεση του ονόματος στο νήπιο με την περιτομή, ίσως προήλθε από το γεγονός ότι ο ''Αβράμ'' μετονομάσθηκε σε [[Αβραάμ]] όταν ταυτόχρονα περιετμήθη (''Γεν. 17,11.15'')<ref>Βέλλας Βασίλειος, ''Θρησκευτικαί προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης'', τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήναι 1957, σελ. 27-28.</ref><ref>"Ονοματοθεσία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 9 (1966), στ. 927.</ref>.<br />
<br />
Εκεί στο Ναό, με την καθοδήγηση του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] πήγε και ο ενάρετος [[Συμεών]], ο οποίος πήρε τον ''Ιησού'' στην αγκαλιά του, δόξασε τον Θεό προφητεύοντας την [[Μεσσίας|μεσσιανική]] αποστολή Του. Ο [[Ιωσήφ]] και η ''Μαρία'' θαύμαζαν για τα λόγια του Συμεών, δεχόμενοι την ευλογία του (''Λουκ. 2,21-35'').<br />
<br />
===Η φυγή στην Αίγυπτο και επιστροφή στη Ναζαρέτ===<br />
Σύμφωνα με τον [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|ευαγγελιστή Ματθαίο]], τα γεγονότα της προσκύνησης των [[Τρεις μάγοι|Μάγων]] βρίσκουν την αγία οικογένεια ''"εις την οικίαν"'' (''Ματθ. 2,11''). Πιθανόν, μετά τη λήξη της απογραφής και την επιστροφή των επισκεπτών στους τόπους της μόνιμης διαμονής τους, η οικογένεια του Ιωσήφ θα εγκατέλειψε τον σταύλο για ένα καταλληλότερο σπίτι<ref>Πατρώνος, ''Η Ιστορική Πορεία...'', ό.π., σελ. 154.</ref>, ή σύμφωνα με τα παραπάνω, μεταφέρθηκε ξανά στο αρχικό ''κατάλυμα'' στο οποίο ανήκε και ο σταύλος<ref>Δαμαλάς, ''Ερμηνεία...'', Β΄, ό.π., σελ. 238.</ref>. Οι ''Μάγοι της Ανατολής'' επισκέφθηκαν εκεί τον ''Ιησού'' δύο ή τρεις μήνες μετά τη γέννηση Του, όσο θα διαρκούσε το ταξίδι τους μέχρι να φτάσουν στην [[Παλαιστίνη]] από τη [[Μεσοποταμία]]<ref>Πατρώνος, ''Η Ιστορική Πορεία...'', ό.π., σελ. 153.</ref>. Εκείνη την περίοδο βασίλευε στην Ιουδαία ο Ηρώδης, ο οποίος μαθαίνοντας ότι οι ''Μάγοι'' αναζητούν κάποιον νεογέννητο ''βασιλιά των Ιουδαίων'' ταράχτηκε, συμβουλεύτηκε τους αρχιερείς και τους [[Γραμματείς]] και αποφάσισε ότι έπρεπε να βρει το παιδί και να το θανατώσει (''Ματθ. 2,1-13''). Τότε, ο [[Ιωσήφ]], για να αποφύγει τη φονική μανία του [[Ηρώδης|Ηρώδη]], πήγε με τη ''Θεοτόκο'' και τον [[Χριστός|Ιησού]] στην Αίγυπτο, και σύμφωνα με τις διηγήσεις του [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκά]], ήταν αυτή μία από τις περίπτώσεις κατά τις οποίες ο [[Ιωσήφ]] έδειξε αληθινά πατρικό ενδιαφέρον για τον Χριστό (''Λουκ. 2,41.48.51'')<ref>"Ιωσήφ", Μουστάκης Βασίλειος, ''Λεξικό της Αγίας Γραφής'', Αθήναι 1955, σελ. 92.</ref>. Η αγία οικογένεια έμεινε στην Αίγυπτο μέχρι που πέθανε ο Ηρώδης. Τότε, άγγελος φάνηκε στο όνειρο του [[Ιωσήφ]] στην Αίγυπτο και του είπε ότι πέθαναν εκείνοι που ζητούσαν τη ζωή του παιδιού. Τελικά, λόγω και του γεγονότος ότι στην Ιουδαία βασίλευε ο γιος του Ηρώδη, ο [[Αρχέλαος]], [[Ιωσήφ]] με τη ''Μαρία'' και το παιδί αποφάσισαν να πάνε και να κατοικήσουν στη [[Ναζαρέτ]] (''Ματθ. 2,19-23'').<br />
<br />
===Η Παναγία και ο Ιησούς δωδεκαετής στα Ιεροσόλυμα===<br />
Εκεί στη [[Ναζαρέτ]] όπου διέμεναν, ο μικρός ''Ιησούς'' μεγάλωνε και δυνάμωνε πνευματικά με τη χάρη του Θεού (''Λουκ. 2,40''). Οι γονείς του, κάθε χρόνο πήγαιναν στην Ιερουσαλήμ για την γιορτή [[Πάσχα]]. Έτσι έκαναν και όταν ο ''Ιησούς'' ήταν δώδεκα ετών. Αφού ταξίδεψαν με ένα μεγάλο πλήθος φίλων και συγγενών<ref>Mark C. Black, ''College Press NIV commentary - Luke'', College Press Pub., 1996 (Luke 2:43).</ref>, έφτασαν στην Ιερουσαλήμ και εκεί γιόρτασαν το [[Πάσχα]]. Όμως, μετά το τέλος της γιορτής, και ενώ ξεκίνησαν το ταξίδι της επιστροφής, ο [[Ιωσήφ]] και η ''Μαρία'' δεν είχαν καταλάβει πως ο ''Ιησούς'' είχε παραμείνει στην Ιερουσαλήμ. Αυτό, όπως ερμηνεύει ο ''Ζιγαβηνός'', έγινε με θεία επέμβαση, γιατί διαφορετικά ο [[Ιωσήφ]] και η ''Μαρία'' θα εμπόδιζαν τον Ιησού να πράξει όσα έπραξε κατόπιν<ref>''PG'' 129, 897Α.</ref>. Σύμφωνα με άλλους ερμηνευτές, το γεγονός ότι ο ''Ιησούς'' ξέφυγε της προσοχής τους εξηγείται από τον τρόπο με τον οποίο ταξίδευαν εκείνη την εποχή. Ήταν συνηθισμένο, οι προσκυνητές της Ιερουσαλήμ να δημιουργούν καραβάνια για την καλύτερη προστασία τους από ληστές και άλλους κινδύνους, έχοντας ως καθήκον να προσέχουν από κοινού τα παιδιά της αποστολής. Καθώς υπήρχαν μικρότερα σε ηλικία παιδιά για να έχουν στραμένη την προσοχή τους, ανέμεναν πως ο ήδη δωδεκαετής ''Ιησούς'' ήταν αρκετά μεγάλος για να γνωρίζει ότι θα πρέπει να τους ακολουθεί διαρκώς<ref>Craig S. Keener and InterVarsity Press, ''The IVP Bible Background Commentary - New Testament'', Downers Grove, Ill., InterVarsity Press, 1993 (Lk 2:43).</ref>. Έτσι προχώρησαν και στην πρώτη στάση του καραβανιού, ο [[Ιωσήφ]] και η ''Μαρία'' αναζήτησαν τον μικρό ''Ιησού''<ref>Δαμαλάς, ''Ερμηνεία...'', Β΄, ό.π., σελ. 178.</ref>. Η αγωνιώδης αναζήτηση Του επί τρεις ημέρες, αμέσως μόλις αντιλήφθηκαν την απουσία του και ο τρόπος με τον οποίο ζητούν εξηγήσεις από τον μικρό ''Ιησού'', δείχνουν ότι ο ''Λουκάς'' κάθε άλλο παρά για αδιαφορία των γονιών μιλά (''Λουκ. 2,44-46.48''). Η ήρεμη απάντηση του [[Χριστός|Ιησού]] ''"γιατί ανησυχούσατε; δέν ξέρατε ότι πρέπει να είμαι στα οικήματα του πατέρα μου;"'' και αυτά που τους είπε, τους έκαναν εντύπωση και η ''Μαρία'', όλα τα χρόνια που το παιδί ζούσε μαζί τους στη [[Ναζαρέτ]] κάνοντας υπακοή, ''"διατηρούσε στην καρδιά της όλα αυτά τα λόγια"''<ref>Μτφρ. από π. Μάξιμος Μόσχος, ''Ευαγγέλιον Ιησού Χριστού'', Άγιον Όρος - Άθως 1992, σελ. 21.</ref>. Ο ''Λουκάς'' μας λέει ότι ο [[Ιωσήφ]] και η ''Μαρία'' δεν κατάλαβαν τα λόγια του ''Χριστού'', και πράγματι, από τα λόγια του αγγέλου κατά τον ευαγγελισμό, ότι το παιδί ''"θα ονομαστεί Υιός τού Υψίστου"'' (''Λουκ. 1,32''), δεν ήταν δυνατό να κατανοήσει η ''Μαρία'' την φυσική θεϊκή υιότητα του [[Χριστός|Χριστού]], ενώ από τη φράση ''"ο Θεός θα του δώσει τον θρόνο του Δαβίδ του πατέρα του"'' (''Λουκ. 1,32'') ήταν λογικό να υποθέσουν ότι η θέση Του ήταν στα ανάκτορα και όχι μέσα στον Ναό<ref>Βλ. Τρεμπέλας, ''...εις το Κατά Λουκάν...'', ό.π., σελ. 121.</ref>.<br />
<br />
Μετά τη μνημόνευσή του [[Ιωσήφ]] από τα [[Ευαγγέλιο|Ευαγγέλια]], μαζί με τη ''Θεοτόκο'' στα γεγονότα της κατά το [[Πάσχα]] επισκέψεως στο Ναό με τον [[Χριστός|Ιησού]] δωδεκαετή, σταματά κάθε αναφορά στο πρόσωπό του<ref>"Ιωσήφ", Κωνσταντίνου Γ., ''Λεξικόν των Αγίων Γραφών'', Γρηγόρης, Αθήνα 1973 (c1888), σελ. 499.</ref>.<br />
<br />
===Ο γάμος στην Κανά===<br />
Η [[Κανά]] ήταν μια πόλη που βρισκόταν προφανώς σε μικρή απόσταση από τη [[Ναζαρέτ]]. Ταυτίζεται με το σημερινό χωριό ''Κεφρ-Κανά''<ref>"Κανά", εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 31, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.</ref> το οποίο απέχει περίπου 5 χλμ. από τη [[Ναζαρέτ]]<ref>David Noel Freedman, ''The Anchor Bible Dictionary'', Doubleday, New York 1992, τόμ. 1, σελ. 827.</ref> ή με το ''Κιρμπέτ-Κανά''<ref>"Cana", Avraham Negev, ''The Archaeological Encyclopedia of the Holy Land'' (3rd ed.), New York, Prentice Hall Press, 1990.</ref>, 14 χλμ. από τη [[Ναζαρέτ]]<ref>David Noel Freedman, ''The Anchor Bible Dictionary'', ό.π.</ref>. Επίσης, η ''Κανά'' ήταν ο τόπος καταγωγής του αποστόλου [[Ναθαναήλ]] (''Ιω. 21,2''). <br />
<br />
Η κοντινή απόσταση βοήθησε ώστε αρκετός κόσμος να πάει από τη ''Ναζαρέτ'' στον γάμο, όπου οι καλεσμένοι ήπιαν πολύ κρασί, έτσι που γρήγορα έλλειψε ο οίνος. Η ''Θεοτόκος'' τότε, έμμεσα προέτρεψε τον ''Ιησού'' να αναπληρώσει την έλλειψη και μολονότι ο ''Ιησούς'' απαντά ''"δεν ήρθε ακόμη η ώρα μου"'', εντούτοις η ''Μαρία'' κατάλαβε ότι δεν ήταν αρνητικός σε κάτι τέτοιο και λέει στους υπηρέτες ''"ό,τι σας πει να το κάνετε"''<ref>Κολιτσάρας, ''Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν...'', ό.π., σελ. 221.</ref>. Στο σημείο αυτό, η φράση που χρησιμοποίησε ο [[Χριστός|Ιησούς]] ''"Τί εμοί και σοί, γύναι;"'' (''Ιω. 2,4'') δηλώνει το τέλος της περιόδου κατά την οποία υπερείχε το μητρικό κύρος της ''Μαρίας'' (δεν την αποκαλεί ''μητέρα'') και εκφράζει όχι αυθάδεια ασφαλώς, όπως λέει ο ''Χρυσόστομος'', αλλά υποδεικνύει τη νέα σχέση τους, όπου υπερτερεί η αποστολή του ως [[Μεσσίας]]<ref>Βλ. σχετικά Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον'', 4η έκδ., 'Ο Σωτήρ', Αθήνα 1990, σελ. 88.</ref>. Αυτό επιβεβαιώνει και με τα λεγόμενά του στο ''Ματθ. 12,48''.<br />
<br />
Τελικά, στο γνωστό θαύμα στην ''Κανά'', ο [[Χριστός]] μετατρέπει τις έξι υδρίες νερού σε κρασί και στους στίχους 8-10 εισάγεται ο αρχιτρίκλινος ο οποίος ''"επιβεβαιώνει έκπληκτος όχι μόνο για το ότι εξευρέθηκε κρασί για να συνεχιστεί το γλέντι, αλλά, επίσης, για το ότι το δεύτερο ήταν υπέρτερης ποιότητας σε σύγκριση με το αρχικό"''<ref>Αγουρίδης Σάββας, ''Το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο'', τόμ. Α΄, Πουρναράς, θεσσαλονίκη 2005, σελ. 247.</ref>.<br />
<br />
===Η Θεοτόκος στις περιοδείες με τον Ιησού===<br />
Μετά από αρκετά μεγάλο διάστημα, οι ευαγγελιστές αναφέρονται και πάλι στην μητέρα του [[Χριστός|Ιησού]] η οποία είναι πιθανόν, να τον συνόδευε σε μερικές, τουλάχιστον, περιοδείες<ref>Κολιτσάρας, ''Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν...'', ό.π., σελ. 221.</ref>, όπως και άλλες ευσεβείς μαθήτριές Του (''Λουκ. 8, 2-3''). Η σκηνή την οποία περιγράφουν και οι τρεις [[Συνοπτικά Ευαγγέλια|Συνοπτικοί]], αναφέρεται σε ένα γεγονός, όπου μαζεύτηκαν πολλοί να ακούσουν τον ''Ιησού'', και εκεί τον ζήτησαν η ''Μαρία'' και οι "αδελφοί" του αλλά λόγω του πλήθους δεν μπορούσαν να πλησιάσουν, οπότε κάποιος είπε ότι έξω είναι οι συγγενείς Του και θέλουν να του μιλήσουν. Τότε ο [[Χριστός|Ιησούς]] απάντησε ότι μητέρα και αδελφοί του είναι όσοι ακούνε το λόγο του και κάνουν πράξη το θέλημα του ουράνιου Πατέρα (''Ματθ. 12,46-50''. ''Μαρκ. 3,31-35''. ''Λουκ. 8,19-21''). Πρόκειται για ένα διδακτικό συμβάν, όπου προκρίνεται η πνευματική συγγένεια έναντι της εξ αίματος<ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Υπόμνημα εις το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον'', 3η έκδ., 'Ο Σωτήρ', Αθήνα 1983, σελ. 255.</ref><ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Υπόμνημα εις το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον'', 4η έκδ., 'Ο Σωτήρ', Αθήνα 1989, σελ. 247-248.</ref><ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Υπόμνημα εις το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον'', 4η έκδ., 'Ο Σωτήρ', Αθήνα 1993, σελ. 67-68.</ref><ref>Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, ''Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 156-157.</ref>.<br />
<br />
===Η Παναγία στη Σταύρωση του Χριστού===<br />
Μία από τις τελευταίες παρουσίες της ''Θεοτόκου'' στις ευαγγελικές διηγήσεις, είναι την οδυνηρή εκείνη ημέρα, όπου ευρισκόμενη κοντά στο [[Σταυρός|Σταυρό]], παρακολουθεί το μαρτύριο του Υιού της στον [[Γολγοθάς|Γολγοθά]]. Εκεί έστεκαν ακόμα η αδελφή της ''Παναγίας'', η [[Μαρία Μαγδαληνή]], και η ''Μαρία του Κλωπά'' (''Ιω. 19,25'') και ο [[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον|ευαγγελιστής Ιωάννης]], ο μαθητής ''"ον ηγάπα"'' ο Ιησούς (''Ιω. 19,26''). Κάποια στιγμή, ο [[Χριστός]], όταν είδε κοντά του την ''Μαρία'' και τον ''Ιωάννη'', λέει στη μητέρα του ''"αυτός από τώρα θα είναι ο γυιός σου"'' και έπειτα λέει στον μαθητή του ''"να η μητέρα σου"'' αναθέτοντας στοργικά, τη φροντίδα της ''Θεοτόκου'' σε 'κείνον<ref>Κολιτσάρας, ''Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν...'', ό.π., σελ. 221.</ref>. Αποφεύγει μάλιστα να την ονομάσει ''μητέρα'', είτε επειδή από καιρό είχε διαχωρίσει το [[Μεσσίας|μεσσιανικό]] του ρόλο από τις εξ αίματος σχέσεις, είτε, κατ' άλλους, επειδή δεν ήθελε να αυξήσει την συγκίνησή της<ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''...εις το Κατά Ιωάννην...'', ό.π., σελ. 672-674.</ref>. Σύμφωνα με τον καθηγητή Σάββα Αγουρίδη: ''"Ο Ιησούς, αναχωρών σωματικώς εκ του κόσμου τούτου, εμπιστεύθηκε τη μητέρα του στο μαθητή εκείνο, ο οποίος είχε εισχωρήσει βαθύτερα στο νόημα του έργου του και της διδασκαλίας του. Ο αγαπημένος μαθητής διαδέχεται τον Ιησού στη φροντίδα της μητέρας του. Μεγάλη τιμή αλλά και κύρος προσδίδεται κατά τον τρόπο αυτό στον αγαπημένο μαθητή! Αν ο Ιησούς τον αναγνώρισε ως τον κατάλληλο προστάτη της μητέρας του, ασφαλώς τον αναγνώρισε και ως τον πιο πιστό φύλακα της πίστης του"''<ref>Αγουρίδης, ''...κατά Ιωάννην...'', ό.π., σελ. 265-266.</ref>.<br />
<br />
===Η Θεοτόκος κατά την Πεντηκοστή===<br />
Μία ακόμη μαρτυρία για την ''Θεοτόκο'' αντλούμε από τις [[Πράξεις των Αποστόλων]] όπου οι μαθητές ''"κοίταζαν που αυτός ανέβαινε στον ουρανό'' [ενν. ο Χριστός]...''γύρισαν στην Ιερουσαλήμ από το όρος που λεγόταν των Ελαιών...και όταν μπήκαν στην πόλη, ανέβηκαν στό επάνω πάτωμα του σπιτιού όπου συναντιόντουσαν...Όλοι αυτοί με μιά ψυχή προσκαρτερούσαν προσευχόμενοι και δεόμενοι στο Θεό μαζί με μερικές γυναίκες και τη Μαρία, τη μητέρα του Ιησού και τους άλλους αδελφούς του"'' (''Πραξ. 1, 10-14'')<ref>Μτφρ. Δεληκωστόπουλος, ''Η Καινή Διαθήκη...'', ό.π., σελ. 313-314.</ref>. Σύμφωνα με τον Βλάσιο Φειδά, η μαρτυρία των ''Πράξεων Αποστόλων'' στο εδάφιο ''1,14'', δείχνει ότι η ''Θεοτόκος'' ''"προσκαρτερούσε με τους αποστόλους την αποστολή του αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή'' [και] ''υποδηλώνει ότι έγινε κοινωνός όλων των συγκλονιστικών γεγονότων, τα οποία συντελέστηκαν από την Ανάληψη ως την Πεντηκοστή, όπως και στη συνέχεια της αποστολικής δραστηριότητας των μαθητών του Ιησού"''<br />
<ref>Φειδάς Ιω. Βλάσιος, "Μαρία, η Θεοτόκος", εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 40, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.</ref>.<br />
<br />
==Οι Προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης σχετικά με την ''Παρθένο Μαρία''==<br />
Η Ορθόδοξη ερμηνεία της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]], συχνά αναφέρεται σε προφητείες, στις οποίες βλέπει να προτυπώνεται η συνέργεια της ''Θεοτόκου'' στο μυστήριο της σαρκώσεως του [[Χριστός|Λόγου]] του [[Θεός Πατήρ|Θεού]] και στην οικονομία της [[Σωτηρία|Σωτηρίας]] ως ''"η κατεξοχήν 'εκλελεγμένη' και 'υπήκοος' του Θεού"''<ref>Παπαδόπουλος Αντώνιος, ''Αγιολογία'', τόμ. Ι - Θέματα γενικά, ειδικά και εορτολογίου, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 91.</ref>.<br />
<br />
Από τις προφητείες της Π. Διαθήκης, τις σχετικές με την ''Παρθένο Μαρία'', ιδιαίτερα αξιομνημόνευτες είναι οι εξής<ref>Για τις προφητείες που ακολουθούν, βλ. Παπαδόπουλος, ''Αγιολογία'', ό.π., σελ. 92.</ref>.:<br />
<br />
#'''''Γεν. 3,15''''': ''"Έχθρα θα βάλω ανάμεσα σ' εσένα και στη γυναίκα, κι ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της. Εκείνος θα σου συντρίψει το κεφάλι κι εσύ θα του πληγώσεις τη φτέρνα"''<ref>Οι μεταφράσεις των εδαφίων με τις προφητείες για τη θεοτόκο από το: ''Η Αγία Γραφή - Μετάφραση από τα Πρωτότυπα κείμενα'', Βιβλική Εταιρεία, Αθήνα 1997.</ref>. Εδώ γίνεται λόγος για τη συντριβή του διαβόλου από τον [[Χριστός|Χριστό]], ο οποίος θα γεννηθεί από την ''Παρθένο Μαρία''. Πρόκειται για το γνωστό ''"πρωτευαγγέλιο"''.<br />
#'''''Ησ. 7,14''''': ''"Γι αυτό ο ίδιος ο Κύριος θα σας δώσει ένα σημείο: η παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει γιο, ο οποίος θα ονομαστεί 'Εμμανουήλ' (ο θεός μαζί μας)"''. Η προφητεία αναφέρεται στη γέννηση του [[Χριστός|Χριστού]] από την ''Παρθένο Μαρία''.<br />
#'''''Ιεζ. 44,2''''': ''"Ο Κύριος μου είπε: 'Αυτή η πύλη θα παραμείνει κλείστη κανείς δε θα περάσει ποτέ απ' αυτήν, γιατί έχω μπεί απ' αυτήν εγώ, ο Κύριος ο Θεός του Ισραήλ. Γι αυτό θα μείνει κλειστή."''. Η προφητεία αυτή αναφέρεται στην αειπαρθενία της ''Θεοτόκου'' και αναγινώσκεται στον εσπερινό όλων των θεομητορικών εορτών.<br />
#'''''Δανιήλ 2,34''''': ''"...ένα λιθάρι κόπηκε από κάποιο βουνό, χωρίς να το αγγίξει ανθρώπινο χέρι..."''. Το χωρίο αυτό αναφέρεται στο 'αλατόμητον όρος', που αποκόπηκε και έπεσε μόνο του 'άνευ χειρός'. Ο λίθος είναι ο Χριστός, που γεννήθηκε από την ''Παρθένο Μαρία'' χωρίς άνδρα.<br />
<br />
==Η Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία για τη Θεοτόκο==<br />
<br />
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] δεν υπάρχει στην πραγματικότητα ''"Θεοτοκολογία"'' ή ''"Μαριολογία"'', ως μια ανεξάρτητη περιοχή διδασκαλίας, αφού κέντρο της [[Πατρολογία|πατερικής]] διδαχής είναι πρωτίστως η [[Θεολογία]], η [[Χριστολογία]] και η [[Εκκλησιολογία]], από τα οποία απορρέουν και οι υπόλοιπες θεωρήσεις<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Β΄, 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 295.</ref>. Για το λόγο αυτό, σε όλες τις σχετικές αναφορές, το πρόσωπο της ''Μαρίας'' εξαίρεται σε αρραγή ενότητα με το [[Χριστολογία|Χριστολογικό]] δόγμα και όχι ως αυτόνομη προσωπικότητα όπως για παράδειγμα υφίσταται στην περίπτωση της Ρωμαιοκαθολικής θεολογίας<ref>Ματσούκας, ό.π., σελ. 295-296.</ref>.<br />
<br />
===Δογματική αξία του όρου "Θεοτόκος"===<br />
[[Image:Theotokos Agia-Sofia.jpg|thumb|right|200px|Η Θεοτόκος κρατώντας τον Υιό της. Ψηφιδωτό στο ναό της Αγίας Σοφίας]]<br />
Ο όρος ''Θεοτόκος'', για την Ορθόδοξη Εκκλησία, ''"είναι κάτι παραπάνω από ένα όνομα ή ένα τιμητικό τίτλο. Είναι μάλλον ένας δογματικός ορισμός σε μια μονάχα λέξι"'' και ''"διακριτικό σημάδι της Ορθοδοξίας ακόμη και πριν από τη [[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|σύνοδο της Εφέσου]]"'' (431)<ref>Φλορόφσκυ Γεώργιος, ''Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας'', 2η έκδ., Άρτος Ζωής, Αθήνα 1989, σελ. 125.</ref>. Ήδη από τον 4ο αιώνα, ο άγ. [[Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός]] προειδοποιεί: ''"Εάν ένας δεν αναγνωρίζη τη Μαρία σαν Θεοτόκο είναι αποξενωμένος απ' το Θεό"''<ref>Μεταφρασμένο παράθεμα από την ''Επιστολή'' #101, στο Φλορόφσκυ, ''Θέματα...'', ό.π.</ref>. Ασφαλώς, από πλευράς [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενικής επικυρώσεως]], ''"πρώτη η εν Εφέσω Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος...κατακρίνασα το φρόνημα του Νεστορίου, κατά το οποίον η αγία Παρθένος υπήρξεν ανθρωποτόκος...ανεκήρυξε «την αγίαν Παρθένον Θεοτόκον...»"'' και την ''"ονομασίαν ταύτην της μητρός του Κυρίου επανέλαβεν...και η εν Χαλκηδόνι Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος"''<ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Β', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 205.</ref> (βλ. περισσότερα στα άρθρα: [[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος]] και [[Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος]]).<br />
<br />
Ο [[Νεστόριος]], από τη στιγμή που απέρριπτε την έννοια της ''Θεοτοκίας'', αυτομάτως θεωρούσε πως η ένωση των δύο φύσεων του [[Χριστός|Χριστού]] συνέβαινε σε ένα βουλητικό-ηθικό επίπεδο και όχι ουσιαστικό. Δεν πίστευε στην πλήρη ένωση της ανθρώπινης φύσης με την θεία, αλλά θεωρούσε ότι ο Λόγος πήγε και ενοίκησε σε μια ανθρώπινη υπόσταση<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ορθοδοξία και Αίρεση στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς του Δ', Ε', ΣΤ' αιώνα'', 2η έκδ., Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 291.</ref>. Όμως, η διδασκαλία αυτή ουσιαστικά θα καθιστούσε ''"ανώφελη"'' την ενανθρώπηση του Λόγου, αφού κανένα εχέγγυο δε θα δινόταν για την ανάσταση καθώς δεν εξασφαλίζεται η θεραπεία της [[κτιστό|κτιστής]] ανθρώπινης φύσης<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Β΄, ό.π., σελ. 267.</ref>. Αντίθετα, η πρόσληψη της φθαρτής φύσης μας από τον Χριστό-Λόγο<ref>Ματσούκας, ''Ορθοδοξία και Αίρεση...'', ό.π., σελ. 293.</ref>, η ''"ουσιαστική ένωση των δύο φύσεων του Χριστού και η διατήρηση της ετερότητας τους σημαίνουν ότι η θεότητα παρέχει τον αγιασμό και την αφθαρσία στην κτιστή ανθρώπινη φύση"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Β΄, ό.π., σελ. 266.</ref>. Έτσι, η ''Μαρία'', λαμβάνει τον τίτλο της ''Θεοτόκου'' επειδή ''"γεννάει τον σαρκωμένο Θεό και όχι θεοφόρο άνθρωπο"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Β΄, ό.π., σελ. 293.</ref> και λαμβάνει την υψηλότερη θέση ανάμεσα στα κτιστά όντα όχι διότι προηγείται η εξουσία κάποιας "θεάς" ή κάποιας αυτοδύναμης φυσικής θεότητας, αλλά διότι ένας άνθρωπος γίνεται το όργανο για την επιτέλεση του σχεδίου της θείας οικονομίας, που είναι η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Β΄, ό.π., σελ. 294.</ref>.<br />
<br />
Στο παραπάνω πλαίσιο, εντάσσεται και η λεγόμενη περί ''Ανακεφαλαιώσεως διδασκαλία'' η οποία αναπτύχθηκε από την αρχαία εκκλησία και εξής. Πρόκειται για τον αντιθετικό παραλληλισμό ανάμεσα στην ανυπάκουη παρθένο την [[Εύα]], και την ''Μαρία'' η οποία εξάλειψε την ανυπακοή, της «''προμήτορος Εύας το σφάλμα ανορθώσασα''»<ref>Ιω. Δαμασκ. ''PG'' 96,656Α.</ref>, και ανάμεσα στον [[Αδάμ]] από τον οποίο εισήλθε η φθορά στην ανθρώπινη φύση και τον [[Χριστός|Χριστό]] ο οποίος προσλαμβάνει και θεραπεύει την φθαρτότητα<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 668-669.</ref>. Η διδασκαλία αυτή, η οποία διατυπώνεται από τους [[Ιγνάτιος ο Θεοφόρος|Ιγνάτιο]] και [[Ειρηναίος Λουγδούνου|Ειρηναίο]], παραλαμβάνεται κατόπιν από τον [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]]. Παρόμοιες ιδέες αναπτύσσει και ο [[Επιφάνιος]] και αργότερα ο [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος]] ο οποίος παραλληλίζει πλέον την [[Εύα]] με την Εκκλησία, λέγοντας ότι από τον [[Αδάμ]] προήλθε η [[Εύα]] και από τον [[Χριστός|Χριστό]] η Εκκλησία<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 669.</ref>.<br />
<br />
Ο όρος ''Θεοτόκος'' χρησιμοποιήθηκε από τους εκπροσώπους της εκκλησιαστικής συνειδήσεως αρκετά νωρίς, μαρτυρούμενος κατά το πρώτο μισό του 3ου αιώνα ''"υπό του Ωριγένους και του Ιππολύτου Ρώμης ως όρος ήδη της παραδόσεως"''<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 671.</ref>. Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε ''"πλατειά από τους Πατέρες του τετάρτου αιώνος"'' όταν καταφέρονταν ενάντια στον [[Νεστόριος|Νεστόριο]] και τους οπαδούς του, οι οποίοι δίδασκαν ενάντια στην [[Ιερά Παράδοση]]<ref>Φλορόφσκυ, ό.π.</ref> χρησιμοποιώντας για τη ''Μαρία'' τους όρους ''ανθρωποτόκος'' και ''χριστοτόκος''<ref>Τρεμπέλας, ''Δογματική...'', Β', ό.π., σελ. 205.</ref>. Αν και η λέξη ''Θεοτόκος'' δεν υπάρχει μέσα στην [[Αγία Γραφή]], αυτό δεν σημαίνει ότι η Εκκλησία καινοτόμησε και επέβαλλε ένα νέο άρθρο πίστεως, αλλά αντιθέτως, εξέφρασε και προστάτευσε ''"μια εκ παραδόσεως πίστι και μια κοινή πεποίθησι αιώνων"''<ref>Φλορόφσκυ, στο ίδιο.</ref>: μόλις τον 1ο αιώνα, ο [[Ιγνάτιος ο Θεοφόρος]] ''"ομολογεί...ότι «ο θεός ημών Ιησούς Χριστός εκυοφορήθη υπό Μαρίας κατ' οικονομίαν Θεού»"'' και μιλάει ''"περί του Ιησού Χριστού...«εκ Μαρίας, ος αληθώς εγεννήθη...»"'', όπου με τη λέξη ''αληθώς'' εκφράζεται ενάντια στην [[αίρεση]] του [[Δοκητισμός|Δοκητισμού]] η οποία πρέσβευε ότι ο [[Χριστός]] μόνο φαινομενικά, και όχι πραγματικά, γεννήθηκε, έπαθε κ.λπ.<ref>"Μαρία", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 8, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1966, στ. 667.</ref>.<br />
<br />
===Ποιον γέννησε η Μαρία;===<br />
Ο όρος ''Θεοτόκος'', τονίζει ακριβώς το γεγονός, ότι το Βρέφος που γέννησε η ''Μαρία'' δεν ήταν ένας απλός άνθρωπος (''"ψιλός"'' όπως έλεγε ο αιρετικός [[Νεστόριος]]), αλλά ο μονογενής [[Χριστός|Υιός]] του [[Θεός Πατήρ|Θεού]], ο Ένας εκ της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]], αλλά Σαρκωθείς<ref>Φλορόφσκυ, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 126.</ref>, δηλ. ''"άνθρωπος ενωμένος στενά με τη θεότητα ήδη από την πρώτη στιγμή της συλλήψεως"'' ή αλλιώς ''"Θεάνθρωπος"''<ref>-Η Θεοτόκος-, Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 114.</ref>. Η [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] δίνει έμφαση ''"στην απόλυτη ταυτότητα του Προσώπου...Δεν υπάρχει παρά ένας Υιός: ο μόνος γεννηθείς εκ της Παρθένου Μαρίας είναι στην πιο πλήρη έννοια της λέξεως ο Υιός του Θεού. Όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, η αγία Παρθένος δεν εβάστασε «ένα κοινό άνθρωπο αλλά τον αληθινό θεό», όμως «όχι γυμνό από σάρκα αλλά σαρκωθέντα»"''<ref>Φλορόφσκυ, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 127.</ref>.<br />
Για το γεγονός ότι η ''Μαρία'' υπήρξε πράγματι και αληθινά και όχι φαινομενικά<ref>Για παράδειγμα, οι Γνωστικοί δίδασκαν ότι ο Χριστός γεννήθηκε «per virginem» δηλαδή '''''διά''' της Παρθένου'' (''"ως διά σωλήνος"'': Φειδάς Ιω. Βλάσιος, ''Εκκλησιαστική Ιστορία - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση'', τόμ. Β', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 307) και όχι «ex virgine δηλαδή '''''εκ''' της παρθένου'' όπως είναι η Ορθόδοξη διατύπωση (βλ. Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Β', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 206).</ref> Μητέρα του Χριστού, μαρτυρείται σε πολλά σημεία της [[Αγία Γραφή|Αγίας Γραφής]], είτε στα σημεία όπου την ονομάζει μητέρα του [[Χριστός|Ιησού]]<ref>''Ματθ. 1,18''. ''13,55''. ''Μάρκ. 3,31-32''. ''Λουκ. 2,33'' κ.ά.</ref>, είτε όταν βεβαιώνεται ότι ''"συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν"''<ref>''Λουκ. 1,31''.</ref> και στον Ιωσήφ δίνεται η πληροφορία, ότι ''"το γάρ εν αυτή γεννηθέν εκ πνεύματός εστιν αγίου"''<ref>''Ματθ. 1,20''.</ref>, όπως και όταν ομολογείται από την Ελισάβετ ως ''"μήτηρ τού Κυρίου μου"''<ref>''Λουκ. 1,43''. Η παραπάνω αγιογραφική επιχειρηματολογία βρίσκεται στο: Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Β', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 205-206.</ref>. Η [[Πατρολογία|Πατερική]] υπεράσπιση της πραγματικής μητρότητας της ''Μαρίας'' σε σχέση με τον [[Χριστός|Χριστό]], ξεκινά ήδη με τον [[Ιγνάτιος ο Θεοφόρος|Ιγνάτιο]], όπως προείπαμε, και συνεχίζει με τον [[Ειρηναίο Λουγδούνου|Ειρηναίο]] († 202;), τον [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]] († 225/240), τον [[Ωριγένης|Ωριγένη]] († 254/255), αλλά και αργότερα, με τον [[Αθανάσιος Αλεξανδρείας|Μέγα Αθανάσιο]] († 373), τον [[Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός|Γρηγόριο τον Θεολόγο]] († 389), τον [[Κύριλλος Αλεξανδρείας|Κύριλλο Αλεξανδρείας]] († 444) κ.ά.<ref>Τρεμπέλας, ''Δογματική...'', Β', ό.π., σελ. 206.</ref>. Όπως σαφώς διατυπώνει ο όρος πίστεως της [[ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος|ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου]], η ''Μαρία'' γέννησε ''"κατά την ανθρωπότητα"'', τον ''"ένα και τον αυτόν Χριστόν"'', ''"τον προ αιώνων...εκ Πατρός γεννηθέντα κατά την θεότητα"'', τον ''"υιόν, κύριον, μονογενή, εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αχωρίστως, αδιαιρέτως γνωριζόμενον"''<ref>Κοντοστεργίου Δέσποινα, ''Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 185.</ref>. Κατά συνέπεια, η ''Θεοτόκος'', με τη θέλησή της προσφέρθηκε ώστε μέσα στο σώμα της να διαμορφωθεί και να δημιουργηθεί η ανθρώπινη φύση του θεανθρώπου, και έτσι να κυοφορήσει και να γεννήσει το δεύτερο πρόσωπο της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]], όχι κατά τη θεία του φύση, αλλά κατά την ανθρώπινη. Αυτή ''"η ένωση των δύο φύσεων έγινε στη μήτρα της Παναγίας Παρθένου, όπου η δύναμη του Θεού εμόρφωσε το έμβρυο, με το οποίο ενώθηκε αμέσως ο Λόγος του Θεού, χωρίς η ανθρώπινη φύση να υπάρξει στη ζωή έστω και μία χρονική στιγμή εκτός ενώσεως, ως πρόσωπο ξεχωριστό<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 93-94.</ref>.<br />
<br />
===Η αειπαρθενία της Θεοτόκου===<br />
====Η σημασία της Παρθενίας στην Ορθόδοξη διδασκαλία====<br />
Η σημασία της [[Παρθενία|παρθενίας]] στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] δεν σχετίζεται με κάποιον ηθικισμό ή πουριτανισμό, αλλά έχει οντολογικό περιεχόμενο<ref>Δαμασκηνός Ιωάννης, ''Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως'' (μτφρ. Ν. Ματσούκα), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 496 (υποσημ. #297).</ref> καθώς ο [[Ιωάννης Δαμασκηνός]] λέει ότι ''"η παρθενία είναι το πολίτευμα των αγγέλων, το ιδίωμα κάθε ασώματης φύσεως"''<ref>Δαμασκηνός, ''Έκδοσις...'', ό.π., σελ. 435.</ref>, πράγμα που σημαίνει ότι αποτελεί ''"το χάρισμα εκείνο που ακεραιώνει την ανθρώπινη φύση"'' με αποτέλεσμα μια πραγματικά παρθενική ζωή να οδηγεί γρηγορότερα στην οντολογική ολοκλήρωση<ref>Δαμασκηνός, ''Έκδοσις...'', ό.π., σελ. 496 (υποσημ. #297).</ref> αφού έτσι, ομοιάζει προς την κατάσταση της αιώνιας ζωής όπου ''"υπάρχει παρθενία, γιατί δεν υπάρχει θάνατος"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Το πρόβλημα του κακού - Δοκίμιο πατερικής θεολογίας'', 3η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 157.</ref>. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι σύμφωνα με τους [[Πατρολογία|Πατέρες]] της Εκκλησίας, αξία στην σωματική παρθενία υπάρχει με την προϋπόθεση ότι αυτή είναι αποτέλεσμα πνευματικής παρθενίας. Όπως αναφέρει ο άγ. [[Κασσιανός Ρωμαίος|Κασσιανός ο Ρωμαίος]], ''"και γυναίκα δε γνωρίζω και παρθένος δεν είμαι"'', αφού ''"το δώρο της παρθενίας δεν κατορθώνεται μόνο με αποχή...όσο με την αγιοσύνη της ψυχής και την καθαρότητα"''<ref>''Περί των 8 λογισμών της κακίας'', στο ''Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών'' (μτφρ. Αντώνιος Γ. Γαλίτης), τόμ. 1ος, εκδ. Ε', εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 95.</ref>. Και σημειώνει ο [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος]]: ''"ο γαρ λέγων, Παρθένος ειμί τω σώματι, τη δε ψυχή φθονεί τω αδελφώ, ούτος ουκ εστι παρθένος· την γαρ παρθενίαν αυτού διέφθειρεν η του φθόνου μίξις"''<ref>''PG'' 49,303.</ref>. Και ο ίδιος πάλι, ερμηνεύοντας το εδάφιο της επιστολής ''Β΄ Κορ. 11,2'', αναφέρει για την Παρθενία: ''"Η γαρ άφθορος ψυχήν παρθένος εστι καν άνδρα έχη·...αύτη γαρ η του σώματος, εκείνης εστίν επακολούθημα και σκιά, η δε αληθής παρθενία εκείνη εστί"''<ref>''PG'' 63,202.</ref>. Και αλλού, σημειώνει: ''"Παρ' ημίν η ούσα παρθένος, γαμουμένη, ουκ έστι παρθένος: παρά Χριστώ η ούσα πόρνη, γαμουμένη, παρθένος γέγονεν"''<ref>''PG'' 52,402.</ref>.<br />
<br />
====Η σημασία της Παρθενίας της ''Θεοτόκου''====<br />
[[Image:Ierosolimitissa.jpg|left|230px|thumb|Η Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα.]]<br />
Μέχρι τον ερχομό του [[Μεσσίας|Μεσσία]], ''"η Βίβλος δεν είχε αποδώσει θρησκευτική σημασία στην παρθενία"''<ref>"Μαρία", ''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'' (μτφρ. από τα Γαλλικά με εποπτεία Σάββα Αγουρίδη, Σταύρου Βαρτανιάν), Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980, στ. 629.</ref>. Στην περίπτωση όμως του [[Χριστός|Χριστού]], ο θεάνθρωπος δεν ''"έρχεται να συμπληρώσει τη γραμμή των «υιών της απώλειας», αλλ' έρχεται ως «Υιός Θεού»...«καρπός» της «δυνάμεως του Υψίστου»...Ο Ιησούς Χριστός δεν είναι καρπός και γέννημα του πρώτου Αδάμ και του πεπτωκότος ανθρώπου. Έρχεται στην ιστορία ως ο «δεύτερος και έσχατος Αδάμ» και γίνεται «γενάρχης» και «πρωτότοκος» μιας νέας ανθρωπότητας, ενός νέου εσχατολογικού «γένους», εκείνου του λαού του Θεού και της Εκκλησίας"''<ref>Πατρώνος Π. Γεώργιος, ''Η Ιστορική Πορεία του Ιησού'', Δόμος, Αθήνα 1991, σελ. 95.</ref>. Ταυτόχρονα, η ονομασία ''Αειπάρθενος'' ''"σημαίνει ασφαλώς κάτι πολύ περισσότερο από την απλή περιγραφή μιας «φυσιολογικής» καταστάσεως. Δεν αναφέρεται μόνο στην εκ Παρθένου γέννησι. Δεν συνεπάγεται μονάχα αποκλεισμό οποιασδήποτε μεταγενέστερης συζυγικής επικοινωνίας (που θα ήταν εντελώς ακατανόητη, αν πραγματικά πιστεύουμε στην εκ Παρθένου γέννησι και στη θεότητα του Ιησού). Αποκλείει πρώτ' απ' όλα κάθε «ερωτική» περιπλοκή, οποιεσδήποτε αισθησιακές και ατομικές επιθυμίες και πάθη, οποιοδήποτε περισπασμό της καρδίας και του νου...είναι η ελευθερία από τα πάθη, η αληθινή «απάθεια»...η ουσία της πνευματικής ζωής"''<ref>Φλορόφσκυ, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 135.</ref>. Όπως γράφει ο αγ. [[Ιωάννης Δαμασκηνός|Ιωάννης ο Δαμασκηνός]] ''"την ψυχή της κυβερνούσε μόνο ο Θεός...εφύλασσε πάντα την παρθενία του νου, της ψυχής και του σώματος: «και νου και ψυχή και σώματι αειπαρθενεύουσαν»"''<ref>Φλορόφσκυ, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 136.</ref>. <br />
<br />
Στο ζήτημα της σωματικής ''αειπαρθενίας'' της ''θεοτόκου'' (το οποίο ασφαλώς σχετίζεται και με την καθολική αειπαρθενία της, αλλά έχει και [[Χριστολογία|Χριστολογικές]] προεκτάσεις), τρεις είναι οι παράμετροι με τις οποίες ασχολήθηκε η πατερική διδασκαλία, αυτές που εύστοχα διατυπώνει ο ιερός [[Αυγουστίνος]]: η ''Μαρία'', ''"virgo concepit, virgo peperit, virgo permansit (=Παρθένος συνέλαβε, Παρθένος έτεκε, Παρθένος έμεινε)"''<ref>Τρεμπέλας, ''Δογματική...'', Β', ό.π., σελ. 211.</ref>.<br />
<br />
====Περί της, προ του τόκου, Παρθενίας της ''Θεοτόκου''====<br />
Στην [[Καινή Διαθήκη]], ''"το γεγονός της παρθενίας της Μαρίας στη σύλληψη του Ιησού βεβαιώνεται από το Μτ 1,18-23 και το Λκ 1,26-38"'' όπως και από το ''"Ιω 1,13: «αυτόν που ούτε αίμα ούτε σάρκα, αλλά ο Θεός εγέννησε»"''<ref>''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'', ό.π., στ. 628.</ref>. Ο [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|Ματθαίος]] μάλιστα, βλέπει ''"την παρθενική σύλληψη του Ιησού ως την εκπλήρωση της προφητείας του Ησ 7,14 (σύμφωνα με τους [[Μετάφραση των Εβδομήκοντα|Ο΄]])"''<ref>''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'', στο ίδιο, στ. 629.</ref>, ενώ ο [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκάς]] ''"αποδίδει μεγάλη σημασία στην παρθενία της Μαρίας, όπως και σ' όλο του το έργο ενδιαφέρεται για την εγκράτεια (Λκ 2,36- 14,26. 18,29) και για την παρθενία (Πραξ 21,9)"''<ref>''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'', ό.π.</ref>. Ταυτόχρονα, επιβεβαιώνεται ''"η παρθενία της Μαρίας τη στιγμή του Ευαγγελισμού...από την αντίρρηση που απευθύνει στον άγγελο, όταν της αναγγέλλει ότι θα γίνει η μητέρα του Μεσσία: «Πως έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;» (Λκ 1,34). Η έκφραση «γνωρίζω άνδρα» είναι πράγματι συνήθης στη Βίβλο προκειμένου για τις συζυγικές σχέσεις"'', και η κατάσταση αυτή ισχύει, παρ' όλο που ''"σύμφωνα με το παλαιστινιακό έθιμο, ο γάμος...πρέπει να είχε προηγηθεί αρκετά πριν από την εγκατάσταση της στο σπίτι του συζύγου της (βλ Μτ 25,1-13)"''<ref>''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'', στο ίδιο.</ref>. Γενικά, εκτός των αιρετικών του 2ου αιώνα [[Εβιωνίτες|Εβιωνιτών (ή Εβιωναίων)]]<ref>"Εβιωναίοι", ''ΘΗΕ'', τόμ. 5 (1964), στ. 292.</ref>, του γνωστικού [[Κήρινθος|Κηρίνθου]] και του ειδωλολάτρη [[Κέλσος|Κέλσου]], ''"πάντες οι εκκλησιαστικοί συγγράφεις και Πατέρες διεκήρυξαν την προ του τόκου και κατά την σύλληψιν παρθενίαν της Θεοτόκου"'' η οποία συμπεριλήφθηκε σε όλα τα αρχαία [[Σύμβολο|σύμβολα]], καθώς και στο [[Σύμβολο των Αποστόλων]] και στο [[Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)|Σύμβολο της Νίκαιας]]<ref>Τρεμπέλας, ''Δογματική...'', Β', ό.π., σελ. 208.</ref>.<br />
<br />
====Περί της, κατά τον τόκο, Παρθενίας της ''Θεοτόκου''====<br />
Επί των ζητημάτων της διατήρησης της παρθενίας κατά τη διάρκεια αλλά και μετά τον θείο τοκετό, η αδιαίρετη Εκκλησία δεν προέβει ''"επισήμως"'' σε ''"λεπτομερείς δογματικούς καθορισμούς"''<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 671.</ref>, αν και στο λατινικό τμήμα της, η τοπική [[σύνοδος]] του Λατεράνου (649) ανακήρυξε σε δόγμα την ''"κατά και μετά τον θείον τόκον παρθενία"'' της Θεοτόκου<ref>''ΘΗΕ'', ό.π.</ref>. Αυτό, αν και είναι ορθό και διακηρύσσεται σαφώς ''"υπό της συνειδήσεως της ορθοδόξου οικουμενικής Εκκλησίας"'', εντούτοις θα πρέπει να επισημανθεί η μονομερής δράση της δύσης στα σημεία αυτά, η οποία συνεχίστηκε και αργότερα<ref>''ΘΗΕ'', στο ίδιο, στ. 672.</ref>. Πάντως, στην περίπτωση του [[Ιοβινιανός|Ιοβινιανού]], ο οποίος καταπολεμώντας τον [[Δοκητισμός|Δοκητισμό]] διακήρυσσε ότι η ''Θεοτόκος'' ''"ουχί και παρθένος εγέννησεν"''<ref>Τρεμπέλας, ''Δογματική...'', Β', ό.π., σελ. 209-210.</ref>, έδρασε o [[Αμβρόσιος Μεδιολάνων]] και σε σύνοδο του 390 στα Μεδιόλανα, κατέκρινε τον [[Ιοβινιανός|Ιοβινιανό]] υπονοώντας έτσι ότι η ''Μαρία'' παρέμεινε παρθένος και κατά τη γέννα<ref>Τρεμπέλας, ''Δογματική...'', Β', ό.π., σελ. 210.</ref>. Στο ίδιο ζήτημα, προσθέτει ο [[Ιωάννης Δαμασκηνός]]: ''"ώσπερ δε συλληφθείς'' [ο Κύριος] ''Παρθένον την συλλαβούσαν ετήρησεν, ούτω και τεχθείς, την αυτής παρθενίαν εφύλαξεν άτρωτον, μόνος διελθών δι' αυτής και κεκλεισμένην τηρήσας αυτήν...Ου γαρ αδύνατος ην και διά της πύλης διελθείν και ταύτης μη παραβλάψαι τα σήμαντρα"''<ref>''PG'' 94, 1161 ΑΒ.</ref>. <br />
<br />
Σαφής είναι όμως και η Ορθόδοξη ερμηνεία στην προφητεία του Ησαΐα (7,14), την οποία αναφέρει και ο [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|Ευαγγελιστής Ματθαίος]] (1,23): ''"Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν"''. Κατά την έκφραση αυτή επομένως ''"η τίκτουσα, θα είναι παρθένος και κατά την στιγμήν, την οποίαν θα τίκτη'' [=γεννά]"<ref>"Αειπαρθενία της Θεοτόκου", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 464.</ref>. Σχετικά με το ζήτημα αυτό, σημαντική είναι η πρώιμη μαρτυρία του [[Ιουστίνος|Ιουστίνου]] (†165), ο οποίος αναφερόμενος στην προφητεία του [[Ησαΐας|Ησαΐα]] (7,14) κάνει αναφορά στην παρθενία της Θεοτόκου<ref>"Αειπαρθενία της Θεοτόκου", ''ΘΗΕ'', ό.π.</ref> η οποία δεν αλλοιώθηκε κατά τον τόκο, και μιλά περί [[Χριστός|Χριστού]] ''"διά παρθένου γεννηθέντος"''<ref>Ιουστίνου, ''Διάλογος προς Τρύφωνα'', ''PG'' 6, 676.</ref>, λέγοντας ότι, αν ο Ιησούς είχε γεννηθεί όπως όλοι, τότε τι είδους ''σημείον'' θα ήταν αυτό;:<br />
<br />
:''"Καί τό Ιδού η παρθένος εν γαστρί λήψεται καί τέξεται υιόν εις τούτον προείρητο. ει γάρ μή εκ παρθένου ούτος, περί ού Ησαίας έλεγεν, έμελλε γεννάσθαι, εις όν τό άγιον πνεύμα εβόα· Ιδού κύριος αυτός ημίν δώσει σημείον· ιδού η παρθένος εν γαστρί λήψεται καί τέξεται υιόν; ει γάρ ομοίως τοίς άλλοις άπασι πρωτοτόκοις καί ούτος γεννάσθαι εκ συνουσίας έμελλε, τί καί ο θεός σημείον, ό μή πάσι τοίς πρωτοτόκοις κοινόν εστιν, έλεγε ποιείν; αλλ' όπερ εστίν αληθώς σημείον καί πιστόν τώ γένει τών ανθρώπων έμελλε γίνεσθαι, τούτ' έστι διά παρθενικής μήτρας τόν πρωτότοκον τών πάντων ποιημάτων σαρκοποιηθέντα αληθώς παιδίον γενέσθαι"''<ref>Ιουστίνου, ''Διάλογος προς Τρύφωνα'', ''PG'' 6, 673.</ref>.<br />
<br />
Συνεπώς, η [[Ιερά Παράδοση]] διδάσκει ότι ο [[Χριστός]] ''"δεν συνελήφθη με τη φυσική σύμπραξη του ανδρός, αλλά με την συνεργεία του παναγίου Πνεύματος. Με τη σύλληψη επομένως η Μαρία δεν έχασε την παρθενία της, όπως δεν την έχασε και με τη γέννηση του τόκου της"''<ref>Θεοδώρου, ''Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά'', ό.π., σελ. 115.</ref>.<br />
[[Image:PanagiaPantanassa.jpg|200px|right|thumb|''Παναγία η Παντάνασσα (βασίλισσα των πάντων)''. Χαραρακτηριστική επωνυμία για την αξία της Θεοτόκου μέσα στην ορθόδοξη παράδοση]]<br />
<br />
====Περί της, μετά τον τόκο, Παρθενίας της ''Θεοτόκου''====<br />
Σύμφωνα με τον Βασίλειο Στεφανίδη, ''"το αειπάρθενον της Θεοτόκου επεκράτησε την 4ην εκ]ρίδα"''<ref>Στεφανίδης Βασ. (Αρχιμ.), ''Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι σήμερον'', 6η έκδ. (ανατύπωση της β' έκδοσης του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 47, υποσημ. #6.</ref>, οπότε είχαν πλέον εκλείψει όλες οι σχετικές κακοδοξίες. Μια τέτοια περίπτωση ήταν του [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανού]], ο οποίος οδηγήθηκε σε υπερβολές ώστε να απαντήσει στο [[γνωστικισμός|γνωστικό]] περιβάλλον στο οποίο έδρασε, και προκειμένου να τονίσει την πραγματική και όχι φαινομενική γέννηση του [[Χριστός|Χριστού]], υποστήριξε ότι ''"η Μαρία μετά τόν τόκον αυτής απώλεσε την παρθενίαν της"''<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Ιστορία των Δογμάτων'', τόμ. 1ος, μέρος 2ον (Η ιστορία του δόγματος από της εποχής των Απολογητών μέχρι του 318 μ.Χ.), Γρηγόρης, Αθήνα, 1978, σελ. 228.</ref> και ναι μεν ''"παρθένος συνέλαβεν, αλλ' ουχί και παρθένος εγέννησεν"''<ref>Τρεμπέλας, Δογματική..., Β', ό.π., σελ. 210.</ref>. Αυτό ήταν ''"κατά τόν Τερτυλλιανό σπουδαίο επιχείρημα κατά των αντιλήψεων των Δοκητών. Ήταν επιβεβαίωση ότι ο Υιός του Θεού πέρασε από όλες τις διαδικασίες της ανθρώπινης γεννήσεως"''<ref>Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, 'Ιστορία Δογμάτων', τόμ. Α', Αθήνα 1998, σελ. 417.</ref>. Είναι όμως σαφές ότι πολύ πριν τον [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]], στα έργα του [[Ιγνάτιος ο Θεοφόρος|Ιγνατίου]], βρίσκουμε μαρτυρίες για την διατήρηση της παρθενίας της ''Θεοτόκου'' και κατά τον τόκο<ref>"Αειπαρθενία της Θεοτόκου", ΘΗΕ, τόμ. 1 (1962), στ. 468.</ref> και γίνεται λόγος για τον Ιησού ''"γεγενημένον αληθώς εκ Παρθένου"''<ref>Ιγνατίου, ''Επιστολή προς Σμυρναίους'', ''PG'' 5,708.</ref>. Ο [[Τερτυλλιανός]], υποστήριξε επίσης ότι οι αδελφοί του [[Χριστός|Ιησού]] ήταν παιδιά της ''Μαρίας''<ref>Στεφανίδης, ''Εκκλησιαστική Ιστορία...'', ό.π.</ref>. Για το ζήτημα όμως της γέννησης άλλων παιδιών από τη ''Μαρία'', μετά τον [[Χριστός|Ιησού]], ενδιαφέρουσα είναι η θέση που εκφράζει ο Ωριγένης, σύμφωνα με τον οποίο, καμμία απόδειξη, ούτε στήριγμα στη [[Αγία Γραφή|Γραφή]] έχουν όσοι το ισχυρίζονται:<br />
<br />
:''"Αλλ' ουδέ έχουσιν αυτήν αποδείξαι, ότι συνουσία εχρήσατο μετά την απότεξιν του σωτήρος· οι γαρ υιοί Ιωσήφ ουκ ήσαν από της Μαρίας, ουδέ έχει τις τούτο παραστήσαι από της γραφής"''<ref>Ωριγένους, ''Ομιλία ζ΄ στον Λουκά'', 44. Βλ. και ''ΘΗΕ'', τόμ. 1, στ. 469.</ref>.<br />
<br />
Είναι γεγονός ότι στα παράλληλα χωρία των ευαγγελίων (''Μτ. 13,54-58'', ''Μκ. 6,1-6'', ''Λκ. 4,16-30'', ''Ιω. 4,44''· ''6,42''), ''"καθώς επίσης και σε όλες τις άλλες αναφορές της Καινής Διαθήκης στους αδελφούς του Κυρίου δεν έχουμε καμία απολύτως πληροφορία για την ακριβή συγγένεια μεταξύ τους"''<ref>Καρακόλης Κ. Χρήστος, ''Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις'', Αποστολική Διακονία, 2η έκδ., Αθήνα 2005, σελ. 51.</ref>.<br />
<br />
Θα πρέπει μάλιστα, να διευκρινιστεί και η διατύπωση του ''Βασ. Στεφανίδη'' επάνω στο θέμα, ο οποίος σημειώνει:<br />
<br />
:''"Περί τών αδελφών του Ιησού Χριστού διετυπώθησαν τρεις γνώμαι. α) Ήσαν πραγματικοί αδελφοί του Ιησού εκ γάμου της μητρός αυτών μετά του Ιωσήφ. Τούτο εδέχθη ο Τατιανός...ο Ηγήσιππος γράψας την ιδίαν εποχήν, δέχεται και αδελφούς και εξαδέλφους του Ιησού (Ευσεβίου, Εκκλ. Ιστορία 2,23,4. 3,19 κ.εξ. 3,32,6. 4,22,4)...και ο Τερτυλλιανός..."''<ref>Στεφανίδης, ''Εκκλησιαστική Ιστορία...'', ό.π., σελ. 47, υποσημ. #6.</ref><br />
<br />
Εντάσσοντας εδώ ο συγγραφέας τον [[Ηγήσιππος|Ηγήσιππο]] στην υποκατηγορία ''"α)"'' περί ''πραγματικών αδελφών του Ιησού'', δημιουργεί την εντύπωση ότι ο [[Ηγήσιππος]] συμφωνεί με τον [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]] στους αναπόδεικτους (σύμφωνα με τον [[Ωριγένης|Ωριγένη]]) ισχυρισμούς περί άλλων τέκνων της ''Μαρίας''. Όμως, στην ''Εκκλησιαστική ιστορία'' του [[Ευσέβιος|Ευσεβίου]], ο [[Ηγήσιππος]] όχι μόνο δείχνει να διαφωνεί με τον [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανό]], αλλά δίνει και μαρτυρία περί του αντιθέτου και μάλιστα αρκετά νωρίς, περί τα μέσα του 2ου αιώνα, μερικές δεκαετίες πριν τον ''Τερτυλλιανό''. Συγκεκριμένα, από τα πιο πάνω εδάφια στα οποία παραπέμπει ο Β. Στεφανίδης, για "αδέλφια" του Ιησού γίνεται λόγος μόνο στα ''2,23,4'' και ''3,19'' κ.ε., ως εξής:<br />
<br />
:''"Διαδέχεται την εκκλησίαν μετά των Αποστόλων ο αδελφός του Κυρίου Ιάκωβος..."'' (''Εκκλ. Ιστορ.'' 2,23,4)<br />
<br />
το οποίο σημαίνει (μτφρ. ''Παν. Χρήστου''<ref>Ευσέβιος επίσκοπος Καισάρειας, άπαντα 1 (σειρά Ε.Π.Ε.), ''Εκκλησιαστική Ιστορία'' (βιβλία Α΄-Γ΄), Πατερικαί εκδ. 'Γρηγόριος ο Παλαμάς', Θεσσαλονίκη 1977, σελ. 231.</ref>):<br />
<br />
:''"Αναλαμβάνει την διοίκησιν της Εκκλησίας μετά των αποστόλων ο αδελφός του Κυρίου Ιάκωβος..."''.<br />
<br />
Η μαρτυρία όμως αυτή, θα πρέπει να συνδυαστεί με μια άλλη μαρτυρία του ''Ηγήσιππου'', ο οποίος λέει ''"κατά λέξιν"''<ref>Ευσεβίου, ''Εκκλ. Ιστορ.'' 3,19.</ref>:<br />
<br />
:''"Έτι δε περιήσαν οι από γένους του Κυρίου υιωνοί Ιούδα του κατά σάρκα λεγομένου αυτού αδελφού·"'' (''Εκκλ. Ιστορ.'' 3,20,1)<br />
<br />
το οποίο σημαίνει (μτφρ. Παν. Χρήστου<ref>Ευσέβιος, (σειρά Ε.Π.Ε.), ''Εκκλησιαστική Ιστορία'' (βιβλία Α΄-Γ΄), ό.π., σελ. 293.</ref>):<br />
<br />
:''"Επέζων ακόμη από την οικογένειαν του Κυρίου οι εγγονοί του Ιούδα, '''του λεγομένου''' κατά σάρκα αδελφού αυτού..."''.<br />
<br />
Η μαρτυρία αυτή είναι σημαντική γιατί σύμφωνα με τον [[Ηγήσιππος|Ηγήσιππο]], ο ''Ιούδας'' απλά ''λεγόταν'' ή αλλιώς, ''"εθεωρείτο κατά σάρκα αδελφός του Ιησού"''<ref>Μτφρ. του Παν. Χρήστου στη φράση: ''"τούτον δ' είναι αδελφόν κατά σάρκα του Σωτήρος"'' (Εκκλ. Ιστ. 3,19) στο: Ευσέβιος, (σειρά Ε.Π.Ε.), ''Εκκλησιαστική Ιστορία'' (βιβλία Α΄-Γ΄), ό.π., σελ. 293.</ref>. Σύμφωνα όμως με τα ''Ματθ. 13,55'' και ''Μαρκ. 6,3'', τα πλήθη έλεγαν ότι ο ''Ιάκωβος'' και ο ''Ιούδας'' είχαν την ίδια ακριβώς σχέση με τον Κύριο, και αυτή, σύμφωνα με τον [[Ηγήσιππος|Ηγήσιππο]], δεν ήταν σχέση ''κατά σάρκα'' αδελφών. <br />
<br />
Σημαντική άλλωστε είναι και η μαρτυρία του ίδιου του ''Ευσεβίου'' ο οποίος διαφωνεί με τις απόψεις περί του ''Ιακώβου'' ως πραγματικού τέκνου της ''Μαρίας'':<br />
<br />
:''"...τον κατ' αυτών όλεθρον υπερθεμένης, εν όσοις των Αποστόλων και των μαθητών πλείους Ιάκωβος τε αυτός ο τήδε πρώτος επίσκοπος, του Κυρίου χρηματίζων αδελφός, έτι τω βίω περιόντες..."'' (''Εκκλ. Ιστορ.'' 3,7,8)<br />
<br />
το οποίο σημαίνει (μτφρ. Παν. Χρήστου<ref>Ευσέβιος, (σειρά Ε.Π.Ε.), ''Εκκλησιαστική Ιστορία'' (βιβλία Α΄-Γ΄), ό.π., σελ. 273.</ref>):<br />
<br />
:''"...ανεβάλετο ο όλεθρός των κατά την διάρκειαν των οποίων πολλοί από τους Αποστόλους και μαθητάς, καθώς και ο Ιάκωβος ο πρώτος εκεί επίσκοπος, '''ο καλούμενος''' αδελφός του Κυρίου, έζων..."''.<br />
<br />
Η Ορθόδοξη παράδοση, ουδεμία αμφιβολία διατυπώνει και για την μετά τη γέννα διατήρηση της παρθενίας της ''Θεοτόκου'', θεωρώντας αδιανόητη την ύπαρξη συζυγικών σχέσεων, όταν ο [[Ιωσήφ]] και η ''Μαρία'' έχουν βιώσει τέτοιου μεγέθους θείες αποκαλύψεις. Πως θα ήταν δυνατό ''"ανδρός συνάφειαν να καταδεχθή"'' η ''Μαρία'', η το ''"θαύμα γνωρίσασα"'';<ref>Τρεμπέλας, ''Δογματική...'', Β', ό.π., σελ. 211.</ref>. Συμπυκνώνοντας την ορθόδοξη αντίληψη, ο [[Γρηγόριος Ναζιανζηνός|Γρηγόριος ο Θεολόγος]] λέει: ''"ως ούτε του τόκου την παρθενίαν λύσαντος, ούτε της παρθενίας τη τοιαύτη κυοφορία εμποδών γενομένης. Όπου γαρ πνεύμα σωτηρίας γεννάται...άχρηστα πάντως της σαρκός θελήματα"''<ref>''PG'' 46,396D-397A.</ref>. Μάλιστα, ενάντια στους Άραβες [[Aντιδικομαριανίτες]], μια αίρεση του 4ου αιώνα η οποία δεν αποδεχόταν το αειπάρθενο της ''Θεοτόκου'', καταφέρθηκαν έντονα οι [[Επιφάνιος Σαλαμίνος|Επιφάνιος]], [[Ιερώνυμος]], [[Αμβρόσιος Μεδιολάνων|Αμβρόσιος]] και [[Αυγουστίνος]]<ref>"Aντιδικομαριανίται", ''ΘΗΕ'', τόμ. 2 (1963), στ. 862-863.</ref>. Η σειρά των [[Πατρολογία|Πατέρων]] και [[Εκκλησιαστική γραμματολογία|εκκλησιαστικών συγγραφέων]] η οποία παρουσιάζει ως κοινή συνισταμένη τη διδασκαλία για το ''αειπάρθενο'' της ''Μαρίας'' είναι μακρά: καταρχάς, οι λεγόμενοι [[Αποστολικοί Πατέρες]] ''"δεν εκφράζονται διά την διατήρησιν της παρθενίας της Θεοτόκου μετά τόκον, αλλ' ούτε και διά το αντίθετον γίνεται η παραμικρά νύξις"'' ενώ θα μπορούσαμε να πούμε ότι από τον τρόπο με τον οποίο εκφράζονται για τη ''Θεοτόκο'' ''"νοείται το «Αειπάρθενος»"''<ref>"Αειπαρθενία της Θεοτόκου", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 469.</ref>. Από εκεί και πέρα οι [[Ωριγένης]] († 253/4), [[Γρηγόριος Θαυματουργός]] († 270), [[Αθανάσιος Αλεξανδρείας|Μέγας Αθανάσιος]] († 373), [[Δίδυμος ο Τυφλός]] († 398), [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος]] († 407), [[Επιφάνιος Σαλαμίνος]] († 404), [[Κύριλλος Αλεξανδρείας]] († 444) και πολλοί άλλοι, εκφράστηκαν υπέρ του μετά τόκον, ''αειπάρθενο'' της ''Θεοτόκου''<ref>"Αειπαρθενία της Θεοτόκου", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 469-470.</ref>.<br />
<br />
Εκτός όμως της σειράς των [[Πατρολογία|πατερικών]] διατυπώσεων, [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενική επικύρωση]] έλαβε το ''αειπάρθενον'':<br />
<br />
*α) Με την αναφορά: ''"ουκ αληθώς Θεοτόκον λέγει την αγίαν ένδοξον αειπάρθενον Μαρίαν"'' η οποία περιέχεται στον όρο πίστεως της [[Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος|Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου]] (553) και συγκεκριμένα στον έκτο αναθεματισμό κατά των "Τριών κεφαλαίων", δηλ. κατά των ετεροδοξιών του ''Θεοδώρου Μοψουεστίας'', του ''Θεοδωρήτου Κύρου'' και του ''Ίβα Εδέσσης''<ref>Καρμίρης Ιωάννης, ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Α΄, 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 194.</ref>.<br />
<br />
*β) Με την αναφορά: ''"την αυτόν ασπόρως τεκούσαν άχραντον αειπάρθενον, κυρίως και κατά αλήθειαν Θεοτόκον δοξάζοντες"'' την οποία βρίσκουμε στον α΄ κανόνα της [[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (κανόνες)|Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου]] (691). <br />
<br />
Εν κατακλείδι, θα λέγαμε ότι η πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον τόκο παρθενία της ''Θεοτόκου'', ή αλλιώς η ''αειπαρθενία'' αυτής, συστηματικά και πέρα πάσης αμφιβολίας διατυπώθηκε στην Ορθόδοξη διδασκαλία: ''"α) εις την Αγίαν Γραφήν, β) τους αποστολικούς Πατέρας, γ) τους μετέπειτα Πατέρας, δ) την Ορθόδοξον Υμνολογίαν και ε) τας αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων"''<ref>"Αειπαρθενία της Θεοτόκου", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 464. Στο άρθρο αυτό (στ. 464-472) ο Στυλιανός Παπαδόπουλος αναλύει σε βάθος όλα τα σχετικά επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα, και καταγράφει την πλήρη γραμμή της Ορθόδοξης Πατερικής και Υμνογραφικής Παράδοσης στο ζήτημα της ''Αειπαρθενίας''.</ref>.<br />
<br />
====Ο ''αλόχευτος τόκος'' της ''Θεοτόκου''====<br />
Με τον όρο ''αλόχευτος τόκος'', αναφερόμαστε στην διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σύμφωνα με την οποία, την ανώδυνη γέννα της ''Θεοτόκου'' δεν ακολούθησε φυσική λοχεία. Τίποτε ''"δεν γνώρισε η Μαρία από την παλαιά φυσική γέννηση, γιατί σαν μητέρα λειτουργούσε ως απαρχή στην ανακαινισμένη ανθρωπότητα, στους καινούργιους ρυθμούς στους οποίους μπήκε η φύση των ανθρώπων με την καινοφανή γέννηση του τόκου της"''<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Πιστεύω εις ένα Θεόν'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2007, σελ. 71.</ref>. Τoν ''αλόχευτον τόκον'', τον οποίο ψάλλει η Ορθόδοξη Εκκλησία<ref>Θεοδώρου, ό.π., σελ. 275.</ref>, βεβαιώνει η [[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος]] ([[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (κανόνες)|Καν. 79]]) η οποία μάλιστα ορίζει να αφορίζονται όσοι τιμούν τα λόχια της ''Θεοτόκου'':<br />
<br />
:''"Επειδή ομολογούμε ότι ο θείος Υιός της Παρθένου γεννήθηκε χωρίς λοχεία καθώς και ότι η σύλληψη του ήταν άσπορη και επειδή τα διακηρύσσουμε αυτά σ' όλο το ποίμνιο, όσους από άγνοια κάμνουν κάτι από αυτά που δεν πρέπει τους υποβάλλουμε σε διόρθωση. Γι' αυτό, επειδή κάποιοι ύστερα από τη μέρα της άγιας γέννησης του Χριστού του Θεού μας φαίνεται πως ψήνουν σιμιγδάλι και το μοιράζουν μεταξύ τους με το πρόσχημα τάχα της τιμής της λοχείας της άχραντης Παρθενομήτορος, ορίζουμε να μη γίνεται τίποτε τέτοιο από τους πιστούς. Γιατί αυτό δεν είναι τιμή για την Παρθένο, που γέννησε πάνω από τον ανθρώπινο νου και τη λογική τον αχώρητο στη σάρκα Λόγο, να ορίζουμε δηλαδή και να περιγράφουμε σε γενικές γραμμές τα σχετικά με τον ανέκφραστο τοκετό της σύμφωνα με τα κοινά και όσα συμβαίνουν σ' εμάς. Αν λοιπόν κανείς από τώρα και στο εξής συλληφθεί να κάνει κάτι τέτοιο, αν είναι κληρικός, να καθαιρείται, κι αν είναι λαϊκός, να αφορίζεται"''<ref>Πρόδρομος Ι. Ακανθόπουλος, ''Κώδικας Ιερών Κανόνων'' (Κείμενο - Ερμηνεία - Σχόλια)', έκδ. Γ', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 153.</ref>.<br />
<br />
Όπως σημειώνει ο [[Γρηγόριος Νύσσης]]: ''"Τούτου γαρ μόνου χωρίς λοχείας η γέννησις, ώσπερ και χωρίς γάμου η σύστασις. Ου γαρ εστιν επί της αφθόρου τε και απειρογάμου κυρίως το όνομα της λοχείας ειπείν διότι παρθενίας τε και λοχείας ασύμβατα εστι περί την αυτήν τα ονόματα"''<ref>''Εις τo Άσμ. των Ασμάτων'', ''PG'' 44,1053Α.</ref>.<br />
<br />
====Κακοδοξίες περί του ''Αειπάρθενου'' της ''Θεοτόκου''====<br />
Είναι γεγονός ότι ''"πολλές φορές...προτεσταντικές κοινότητες έδειξαν και πολεμική στάση απέναντι στους ρωμαιοκαθολικούς και τους ορθοδόξους, που τιμούν το πρόσωπο της Παναγίας, ως μητέρας του Κυρίου"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ο Προτεσταντισμός'', 3η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 56.</ref>. Αυτό βέβαια δεν συνέβαινε πάντα διότι αρχικά ''"η Μεταρρύθμιση ζούσε πιο σωστά τις συνέπειες του χριστολογικού δόγματος''.... [και] ''δεν απέρριψε την απόδοση τιμής στο πρόσωπο της Θεοτόκου. Απέρριψε βέβαια και αποδοκίμασε τη μαριολατρεία με όλες τις ακρότητες, που παρουσιάστηκαν στους κόλπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, υιοθέτησε όμως την πίστη της παραδόσεως και παρέμενε στη νέα Εκκλησία ζωντανή η συνήθεια να αποδίδεται η τιμή στο πρόσωπο της μητέρας του Κυρίου. Έτσι η πίστη στο πρόσωπο της Παναγίας Μαρίας, ως Θεοτόκου και Αειπαρθένου, διατηρείται, όπως καταφαίνεται στο τρίτο άρθρο της Αυγουστιαίας Ομολογίας<ref>''"Αι κύριαι γραμμαί και διδασκαλίαι της λουθηρείου θεολογίας περιελήφθησαν εις την Αυγουσταίαν ομολογίαν [...] καθώς και εις την Απολογίαν αυτής, έργον και ταύτην του Μελάχθωνος, όπως και εις τα Σμαλκαδικά άρθρα και τας δύο Κατηχήσεις του Λουθήρου, άτινα πάντα απετέλεσαν τα συμβολικά βιβλία των Λουθηρανών"'' (Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Εγκυκλοπαίδεια της θεολογίας. Πανεπιστημιακαί παραδόσεις αναθεωρηθείσαι'', έκδ. 5η, Ο Σωτήρ, Αθήναι 2000, σελ. 96).</ref> και το πρώτο μέρος των Σμαλκαλδικών άρθρων<ref>''"Η διδασκαλία, τα της λατρείας και οργανώσεως και το καθόλου πνεύμα της Λουθηρανικής Εκκλησίας περιέχονται εις τα επόμενα συμβολικά βιβλία αυτής: α) Τα τρία αρχαία οικουμενικά σύμβολα: Νικαίας—Κωνσταντινουπόλεως, Αποστολικόν και Αθανασιανόν, β) Μεγάλη και μικρά Κατήχησις του Λουθήρου (1529), γ) Αυγουσταία Ομολογία (Confessio Augustana, 1530), δ) Απολογία Αυγουσταίας Ομολογίας (Apologia Confessionis Augustanae, 1531), ε) Σμαλκαλδικά άρθρα (Articuli Smalcaldici, 1537), και στ) Τύπος συμφωνίας (Konkordienformel, 1577)"'' (''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 359).</ref>. Πάντως αργότερα η απόδοση τιμής στο πρόσωπο της Θεοτόκου ατόνησε μέσα στους κόλπους του Προτεσταντισμού"''<ref>Ματσούκας, ''Ο Προτεσταντισμός'', ό.π.</ref>.<br />
<br />
Κατά την εκδήλωση της προτεσταντικής πολεμικής, χρησιμοποιούνται συγκεκριμένες βιβλικές λέξεις ή φράσεις μεμονωμένες για να προσβάλλουν τη διδασκαλία του ''Αειπαρθένου'' της ''Θεοτόκου''<ref>Το μεγαλύτερο μέρος της επιχειρηματολογίας προέρχεται από το άρθρο: "Αειπαρθενία της Θεοτόκου", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 465-467.</ref>. Η επιμονή όμως στην κατά γράμμα ερμηνεία εδαφίων της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] από τους πολεμίους του ''Αειπάρθενου'' παρουσιάζει προβλήματα, αφού αν γίνει συνολικά αποδεκτή θα οδηγήσει σε απαράδεκτες ερμηνείες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα εδάφια: <br />
<br />
*''"Και επορεύοντο '''οι γονείς αυτού''' κατ' έτος εις Ιερουσαλήμ τη εορτή του Πάσχα"'' (''Λουκ. 2,41'') και,<br />
*''"ιδού '''ο πατήρ σου''' καγώ οδυνώμενοι εζητούμέν σε"'' (''Λουκ. 2,48'').<br />
<br />
Η [[Καινή Διαθήκη]] γράφει ότι ''γονέας'' και -με ομολογία μάλιστα της Μαρίας- ''πατέρας'' του [[Χριστός|Ιησού]], είναι ο [[Ιωσήφ]]. Όμως οι τίτλοι αυτοί δεν είναι πραγματικοί, δεν αναφέρονται σε εξ αίματος πατρότητα, αλλά αφορούν την κατά Νόμο σχέση του [[Ιωσήφ]] με τον [[Χριστός|Ιησού]]. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι αναφορές σε ''αδέλφια του Ιησού'' δεν είναι καθόλου αναγκαίο να αναφέρονται σε εξ αίματος σχέσεις, αλλά όπως ''"ο Ιωσήφ...καλείται γονεύς του κατά τόν νόμο...κατά τον νόμο και τα τέκνα του Ιωσήφ καλούνται αδελφοί του Χριστού"''<ref>Κόκορης Θ. Δημήτριος, ''Ορθοδοξία και Κακοδοξία'', τόμ. Γ΄, Αθήνα 1993, σελ. 18-19.</ref>. Αυτό το επιχείρημα συνεπικουρείται από το γεγονός ότι σε κάνενα σημείο της δεν κατανομάζει η [[Καινή Διαθήκη]] τα παιδιά αυτά ως τέκνα της ''Μαρίας''.<br />
<br />
Σε άλλες προσπάθειες εναντίωσης στο ''Αειπάρθενο'' χρησιμοποιούνται και τα εξής:<br />
<br />
'''''1)''''' ''"καί ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ού έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον"'' (''Ματθ. 1,25''). Βάσει του ''"έως ου"'' λέγεται ότι ο [[Ιωσήφ]] δεν είχε συζυγικές σχέσεις, μόνο μέχρι τη γέννηση του Ιησού.<br />
Στην πραγματικότητα, το ''"έως ου"'' χρησιμοποιείται για να δείξει αν κάτι συνέβη ή όχι, χωρίς να δηλώνει την οποιαδήποτε αλλαγή της καταστάσεως μετά το όριο αυτό, καταλήγοντας μάλιστα να έχει τη σημασία του ''"διηνεκώς"''. Για παράδειγμα, στο ''Β΄ Βασιλ. 6, 23'' αναφέρεται: ''"τη δε Μελχάλ ουκ εγίνετο παιδίον έως της ημέρας του αποθανείν αυτήν"'' και φυσικά, με το σκεπτικό των αρνητών της αειπαρθενίας της ''Θεοτόκου'' η Μελχάλ θα έπρεπε να τεκνοποιήσει μετά τον θάνατον της. Επίσης, στο ''Ματθ. 28,20'' γράφει: ''"ιδού εγώ μεθ' υμών ειμι πάσας τάς ημέρας έως τής συντελείας τού αιώνος"''. Μήπως αυτό θα σήμαινε ότι μετά, δεν θα βρίσκεται ο Κύριος μετά των μαθητών του; Παρόμοια [[Αγία Γραφή|Γραφικά]] χωρία υπάρχουν αρκετά.<br />
<br />
'''''2)''''' Στο παραπάνω χωρίο (''Ματθ. 1,25''), υπάρχει η λέξη ''"πρωτότοκος"'' και υποστηρίζεται ότι ο Ιησούς υπήρξε απλώς ο πρώτος που γεννήθηκε, αλλά στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλα παιδιά.<br />
Είναι γνωστό ότι, η λέξη ''"πρωτότοκος"'' στην [[Αγία Γραφή]] λαμβάνει ποκιλία ερμηνειών και δηλώνει είτε τον πρώτο γεννηθέντα μεταξύ αδελφών όπως στο ''Γεν. 35,23'', είτε τον μονογενή όπως στο ''Εβρ. 1,6'' (αφού ο Θεός δεν έχει υστερότοκα παιδιά), είτε τον εκλεκτό όπως στο ''Εβρ. 12,6''. Παρομοίως, στο ''Σοφ. Σολ. 7,1'', ο [[Αδάμ]] καλείται πρωτόπλαστος, χωρίς να υπάρχει δευτερόπλαστος, αφού είναι ο μόνος που πλάστηκε. Σημαντικότερο όλων είναι ότι ''"άπασα η παράδοσις ερμηνεύει τον «πρωτότοκον» όχι ως πρώτον μεταξύ πολλών, αλλ' ως τον μόνον, τον Μονογενή"''<ref>"Αειπαρθενία της Θεοτόκου", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 467.</ref>. Αξίζει να θυμίσουμε και πάλι το γεγονός ότι πουθενά η [[Καινή Διαθήκη]] δεν αναφέρεται σε ''παιδιά της Μαρίας'', ώστε να δεχθούμε ότι ο [[Χριστός|Ιησούς]] ήταν πρωτότοκος μεταξύ πολλών παιδιών της.<br />
[[Image:Sweet Kissing (with Angels).JPG|230px|left|thumb|Η Θεοτόκος (Γλυκοφιλούσα). Ένταση προκλήθηκε τον 5ο αιώνα, από τη διδασκαλία του Νεστορίου να μη θεωρείται η αειπάρθενος Μαρία, Θεοτόκος]]<br />
'''''3)''''' Κάποτε, τα ιερά κείμενα αποκαλούν τον Ιωσήφ ''"άνδρα της Μαρίας"'' (''Ματθ. 1, 16'') και την ''Μαρία'' ''"γυναίκα του Ιωσήφ"'' (''Ματθ. 1, 20'' και ''24''). Το ''"άνδρας"'' και ''"γυναίκα"'', από κάποιες αιρέσεις ερμηνεύεται με την έννοια ότι η ''Μαρία'', μετά τη γέννηση του Ιησού, γέννησε και άλλα τέκνα με τον Ιωσήφ ως άνδρα της.<br />
<br />
Στην πραγματικότητα, όπως βλέπουμε στα χωρία ''Αποκ. 21,2'' και ''Λουκ. 2,5'', στην [[Καινή Διαθήκη]] χρησιμοποιούνται το ''ανήρ'' και ''γυνή'' ακόμη και για τον χρόνο της μνηστείας, χωρίς να αναφέρονται σε συζυγική συνάφεια, οπότε καμμία βεβαιότητα γι αυτό δεν μπορούμε να έχουμε. Επίσης, μετά τον τοκετό, είναι εμφανής στην [[Αγία Γραφή]] η απόσταση μετάξύ ''Ιωσήφ'' και ''Μαρίας'' αφού αναφέρεται ότι ο ''Ιωσήφ'' ''"παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού"'' (''Ματθ. 2,14.21'') και όχι τη ''σύζυγό'' του.<br />
<br />
'''''4)''''' Το γνωστό πρόβλημα των αδελφών του Ιησού<ref>Εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, η επιχειρηματολογία προέρχεται από το: "Αδελφοί του Ιησού", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 391-395.</ref>.<br />
Από το εδάφιο ''Μάρκ. 6,3'', φαίνεται καθαρά ότι οι «αδελφοί» του Ιησού είναι τέσσερις, ο ''Ιάκωβος'', ο ''Ιωσής'' (Ιωσήφ), ο ''Ιούδας'' και ο ''Σίμων'', δύο από τους οποίους είναι οι συγγραφείς των ''Καθολικών Επιστολών'' της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] (ο [[Επιστολή Ιακώβου|Ιάκωβος]] και ο [[Επιστολή Ιούδα|Ιούδας]])<ref>Γλαβίνας Απόστολος, ''Οι Δώδεκα Απόστολοι'', εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1993, σελ. 109-110.</ref>. Οι «αδελφές» του [[Χριστός|Χριστού]], ''"πρέπει να ήταν περισσότερες από δύο και κατοικούσαν στη Ναζαρέτ, όπου είχαν παντρευτεί"''<ref>Γλαβίνας, ''...Απόστολοι'', ό.π., σελ. 111.</ref>.<br />
<br />
Το ζήτημα αυτό έχει δύο όψεις:<br />
#αν ο Ιησούς είναι όντως αδελφός, με την σημερινή έννοια, με τους άλλους από τον ίδιο πατέρα, δηλ. τον Ιωσήφ, ή <br />
#αν ο Ιησούς είναι όντως αδελφός, με την σημερινή έννοια, με τους άλλους από την ίδια μητέρα, δηλ. τη ''Μαρία'', το οποίο σημαίνει ότι η ''Θεοτόκος'' θα είχε συζυγικές σχέσεις με τον Ιωσήφ μετά τη γέννηση του θείου βρέφους.<br />
<br />
Ως προς το πρώτο, διαφαίνεται σαφώς από την [[Καινή Διαθήκη]] ότι ο Ιωσήφ δεν ήταν ο κοινός πατέρας όλων: προτού καν συζήσουν, η ''Μαρία'' βρέθηκε έγκυος με τη δύναμη του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] (''Ματθ. 1,18'') και ο Ιωσήφ δεν είχε συζυγικές σχέσεις μαζί της, ωσότου γέννησε γιο (''Ματθ. 1,25'', πρβλ. ''Λουκ. 1,34-35''). <br />
Εκτός αυτού:<br />
:*Ο [[Χριστός|Ιησούς]] δωδεκαετής, απέκρουσε, ότι είναι γιος του Ιωσήφ (''Λουκ. 2,49'').<br />
:*Ο Ιησούς διεκήρυσσε ως πατέρα του το θεό (''Ιω. 5,1-7'').<br />
:*Ο [[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον|Ιωάννης]] μαρτυρά για τον Ιησού ότι ''"ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός"'' (''Ιω. 1,14'').<br />
:*Επίσης, ο Ιωάννης, ο υιός Ζαχαρίου, μαρτυρά ότι ''"καγώ εώρακα και μεμαρτύρηκα ότι ούτος εστιν ο υιος του θεού"'' (''Ιω. 1,33'').<br />
:*Ο [[Απόστολος Παύλος]] μαρτυρά για τον Χριστό ότι ''"ου κατά νόμον εντολής σαρκικής γέγονεν, αλλά κατά δύναμιν ζωής ακατάλυτου"'' (''Εβρ. 7,16'').<br />
:*Ο [[Απόστολος Πέτρος]] μαρτυρά για τον Ιησού ότι ''"εγνωρίσαμεν υμίν την του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δύναμιν και παρουσίαν, αλλ' επόπται γενηθέντες της εκείνου μεγαλειότητος...φωνής ενεχθείσης αυτώ τοιάσδε υπό της μεγαλοπρεπούς δόξης ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός...ταύτην την φωνήν ημείς ηκούσαμεν εξ ουρανού..."'' (''Β΄ Πέτρ. 1,16-18'').<br />
<br />
Ως προς το δεύτερο σκέλος, το οποίο σαφώς θίγει το ''αειπάρθενο'' της ''Θεοτόκου'', εκτός από το γεγονός που προαναφέρθηκε, ότι δηλ. στην [[Καινή Διαθήκη]] πουθενά δεν αναφέρονται παιδιά, ως τέκνα της ''Μαρίας'', από νωρίς τίθεται και το ερώτημα: εάν η ''Παρθένος'' είχε πράγματι και άλλα παιδιά, για ποιο λόγο ο αποθνήσκων επί του [[Σταυρός|σταυρού]] [[Χριστός|Ιησούς]] να εμπιστευτεί τη μητέρα του στον [[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον|Ιωάννη]] (''Ιω. 19,26-27''); Όπως αναφέρει ο Επιφάνιος ''"ει δε είχεν άνδρα, ει είχεν οίκον, ει είχε τέκνα, εις τα ίδια ανεχώρει, ου προς τον αλλότριον"''<ref>''PG'' 42,716Α.</ref>. Και βέβαια, μια σειρά από εδάφια δείχνει πως όλοι οι ευαγγελιστές γνώριζαν το δέσιμο μεταξύ των ''αδελφών'' του [[Χριστός|Ιησού]] και της ''Μαρίας'': στα ''Ματθ. 12,46'', ''Μαρκ. 3,31-32'', ''Λουκ. 8,19-20'', ''Ιωαν. 2,12'', η ''Θεοτόκος'' βρίσκεται συνέχεια μαζί τους. Κατά συνέπεια, δεν είναι καθόλου πειστικό το επιχείρημα ότι ο [[Χριστός|Κύριος]] παρέδωσε τη μητέρα Του στον [[Ευαγγελιστής Ιωάννης|Ιωάννη]] λόγω αδυναμίας ή αναξιότητας των ''αδελφών'' του να την προστατέψουν. <br />
<br />
Και βέβαια, μια σειρά άλλων αντεπιχειρημάτων έχει διατυπωθεί για το θέμα των ''"αδελφών του Ιησού"'' τους/τις οποίους/ες, ''"η ορθόδοξη ανατολική παράδοση δέχεται...ως παιδιά του Ιωσήφ από προηγούμενο γάμο"''<ref>''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'', ό.π., στ. 630, υποσημ. #1.</ref>:<br />
<br />
:*Οι ίδιοι οι αδελφοί του Ιησού ''"ουδέ...επίστευον εις αυτόν"'' (''Ιω. 17,3-5'').<br />
:*Ο ''Ιάκωβος'' ξεκινά την επιστολή του ως εξής: ''"Ιάκωβος, θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού δούλος"'' (''Ιακ. 1,1''). Αν ήταν πράγματι αδελφός του Ιησού, εκτός ότι θα ήταν ανέκαθεν πιστός, θα έγραφε ότι είναι αδελφός του Χριστού ώστε να δώσει κύρος στα λεγόμενά του.<br />
:*Το ίδιο ισχύει και για τον Ιούδα ο οποίος ξεκινά γράφοντας: ''"Ιούδας, Ιησού Χριστού δούλος, αδελφός δε Ιακώβου"'', και για να προσδώση κύρος στον εαυτό του, επικαλείται την ιδιότητά του ως αδελφός του Ιακώβου, και δεν αναφέρει ότι είναι αδελφός του Ιησού.<br />
:*Στην [[Καινή Διαθήκη]], η λέξη ''αδελφός'' εκτός από την κυριολεκτική ή στενή, έχει και τις εξής έννοιες: α) την ευρύτερη, δηλ. αναφέρεται γενικά σε συγγένεια, φυσική ή νομική και β) την ευρύτατη, δηλ. μεταφορικά, όπου ως βάση θέτεται η ψυχική και πνευματική συγγένεια, με την οποία λ.χ. και οι Χριστιανοί καλούνται μεταξύ τους αδελφοί (βλ. ''Ματθ. 28,10'' και ''Ιωάν. 20,17'')<ref>Γλαβίνας, ''...Απόστολοι'', ό.π., σελ. 110.</ref>.<br />
:*Στην ορθόδοξη παράδοση γίνεται αντιληπτό ότι η αιρετική αυτή διδασκαλία των [[Αρειανισμός|Αρειανών]] και των [[Ευνομιανοί|Ευνομιανών]], την οποία ακολουθούν και σύγχρονοι προτεστάντες, είναι εντελώς παράδοξη: ακόμη και όταν ο ''Λουκάς'' μας λέει ότι ο [[Ιωσήφ]] και η ''Μαρία'' δεν κατάλαβαν όσα ο δωδεκαετής ''Ιησούς'' τους είπε (''Λουκ. 2,48''), διότι πράγματι, από τα λόγια του αγγέλου κατά τον ευαγγελισμό, ότι το παιδί ''"θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου"'' (''Λουκ. 1,32''), δεν ήταν δυνατό να κατανοήσει η ''Μαρία'' την φυσική θεϊκή υιότητα του [[Χριστός|Χριστού]]<ref>Βλ. Τρεμπέλας, ''...εις το Κατά Λουκάν...'', ό.π., σελ. 121.</ref>, παραμένει γεγονός ότι η ''Παρθένος'' αξιώνεται μεγίστης τιμής από τον Θεό ώστε να φέρει στον κόσμο ένα παιδί με τη συνέργεια του ίδιου του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]], πράγμα που δημιουργεί αντίφαση με την άποψη ότι η ''Μαρία'' και ο [[Ιωσήφ]] επέστρεψαν σε μια αμέριμνη συζυγική καθημερινότητα, σαν να μην έχουν ουδεμία συναίσθηση των θαυμαστών γεγονότων<ref>Δαμαλάς Νικόλαος, ''Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην'', τόμ. Α΄, εν Αθήναις 1876, σελ. 493.</ref>.<br />
<br />
'''''5)''''' Ως προς το ζήτημα των ''αδελφών του Ιησού'', συχνά γίνεται επίκληση του στίχου 9, από τον 68ο ''Ψαλμό'', ως απόδειξη για το ομομήτριο αυτών και του ''Κυρίου'': ''"Αποξενώθηκα απ' τ' αδέρφια μου κι αλλοφερμένος έγινα για της μητέρας μου τους γιους"''<ref>Ψαλμός 69 [68]: ''Η Αγία Γραφή'' (Παλαιά και Καινή Διαθήκη), Μετάφραση από τα πρωτότυπα κείμενα, Βιβλική Εταιρεία, Αθήνα 1997, σελ. 845.</ref>. Στην πραγματικότητα όμως, αυτός ο ομόφωνα ομολογούμενος ως ''Μεσσιανικός'' ψαλμός, κατά γράμμα και ιστορικά εφαρμόζεται επί του βασιλιά [[Δαβίδ]], ενώ εξαιτίας δυσκολιών που παρουσιάζει δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι ''"είναι όλος ο ψαλμός Μεσσιανικός παρά μόνο μερικοί στίχοι του"''<ref>Κόκορης Θ. Δημήτριος, ''Ο Χριστός όπως τον είδαν οι Προφήται'', Αθήνα 2005, σελ. 262.</ref>. Από τα γνωστά, ''"προβληματικά"'' εδάφια, ξεχωρίζουν:<br />
<br />
*στ. 6: ''"Θεέ, ξέρεις εσύ την αφροσύνη μου· κι η ενοχή μου δε σου είναι κρυφή"''<ref>Ψαλμός 69 [68]: ''Η Αγία Γραφή'' (Παλαιά και Καινή Διαθήκη), ό.π.</ref>.<br />
<br />
*στ. 25: ''"Άδειασε την οργή σου πάνω τους· κι ο άγριος θυμός σου ας τους βρει"''<ref>Ψαλμός 69 [68]: ''Η Αγία Γραφή'' (Παλαιά και Καινή Διαθήκη), στο ίδιο.</ref> (ο ήρωας του ψαλμού εκφράζεται με οργή και επιζητεί την τιμωρία των έχθρων του, τους οποίους και καταράται, όμως ο Μεσσίας [[Χριστός]] όχι μόνο δεν καταράται, αλλά συγχωρεί τους εχθρούς του: ''Ματθ. 5,4''. ''Λουκ. 23,34'').<br />
<br />
Κατά συνέπεια, ως προς τον στίχο 9, ο [[Δαβίδ]] είναι αυτός που ομολογεί ότι ''"αισθάνεται λύπη και πίκρα γιατί περιφρονήθηκε και από αυτά τα ομομήτρια αδέλφια του ακόμη"'' ενώ η εφαρμογή του στίχου στον [[Χριστός|Χριστό]], μπορεί να γίνει μόνο ως προς τα δεδομένα που δεν συγκρούονται με το σύνολο της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], όπως αυτά περιγράφονται στα ''Ιωαν.1,11'', ''Ρωμ. 9,5'', ''Ιωαν. 7,3-5'' κ.ά.<ref>Βλ. Κόκορης, ''Ο Χριστός όπως τον είδαν οι Προφήται'', ό.π., σελ. 263-265.</ref>.<br />
<br />
'''''6)''''' Πάλι ως προς το ζήτημα των ''αδελφών του Ιησού'', συχνά χρησιμοποιείται ως αντεπιχείρημα προς το ''Αειπάρθενο'' η απουσία αναφοράς στα παιδιά του [[Ιωσήφ]] κατά τη διήγηση της μετάβασης στη [[Βηθλεέμ]] για την απογραφή του [[Κυρήνιος|Κυρηνίου]] (''Λουκ. 2,4-5''). Αυτή όμως η κατά γράμμα εξέταση του εδαφίου, λειτουργεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και ενάντια σε εκείνους που μιλούν για παιδιά της ''Μαρίας'' από τον [[Ιωσήφ]]: για ποιον λόγο δεν αναφέρονται τα παιδιά που υποτίθεται γέννησε η ''Μαρία'' από τον ''Ιωσήφ'', στη διήγηση της επιστροφής από την ''Αίγυπτο'' (''Ματθ. 2,19-21''), όταν σύμφωνα με τους μελετητές, το χρονικό διάστημα παραμονής εκεί μπορεί να ήταν από 2 έως και 10 χρόνια<ref>Πατρώνος Π. Γεώργιος, ''Η Ιστορική Πορεία του Ιησού'', Δόμος, Αθήνα 1991, σελ. 178.</ref> και άρα υπήρχε αρκετός καιρός για να γεννηθούν ομομήτρια αδέλφια του ''Ιησού''; Επιπλέον, με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ενάντια στον ισχυρισμό περί ομομήτριων αδελφών του ''Ιησού'', η απουσία αναφοράς σε αυτούς στη διήγηση της μετάβασης του δωδεκαετούς ''Ιησού'' στον Ναό της Ιερουσαλήμ (''Λουκ. 2,41-52'').<br />
<br />
'''''7)''''' Ένα ακόμη επιχείρημα με το οποίο η προτεσταντική θεολογία επιχειρεί να δείξει ότι αποτελεί πλάνη η διδασκαλία για την αειπαρθενία της Θεοτόκου σχετίζεται με την κριτική του κειμένου της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]]<ref>Βλ. Γεωργόπουλος Βασίλειος, "Η σύγχρονη προτεσταντική κριτική για την Αειπαρθενία της Θεοτόκου" στο περιοδ. ''Εφημέριος'', τεύχ. 7-8 (2002), Αθήνα, Λιβάνης, σελ. 28-30.</ref>. Σύμφωνα με το επιχείρημα αυτό, το φρόνημα της εκκλησίας για την αειπαρθενία της Θεοτόκου έχει θεμελιωθεί σε μια εσφαλμένη μετάφραση του εδαφίου ''Ησ. 7,14'' από τους [[Μετάφραση των Εβδομήκοντα|Εβδομήκοντα μεταφραστές]]. Ισχυρίζονται ότι το εβραϊκό πρωτότυπο κείμενο του [[Ησαΐας|Ησαΐα]] έχει τη λέξη ''"almah"''=νεάνις και όχι ''"Bethula"''= παρθένος, που μετέφρασαν οι εβδομήκοντα. Έτσι, επηρεάστηκαν, υποτίθεται, οι Ευαγγελιστές [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|Ματθαίος]] και [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκάς]], οι οποίοι έδωσαν στο εδάφιο προφητικό περιεχόμενο, ενώ το ''Ησ. 7,14'' δεν είχε κάτι τέτοιο.<br />
<br />
Το επιχείρημα αυτό δεν είναι νέο, αλλά είναι επανάληψη της αρχαίας ιουδαϊκής αντιχριστιανικής απολογητικής στην προσπάθειά της να πλήξει το πρόσωπο του [[Χριστός|Χριστού]], ότι δεν ήταν ο [[Μεσσίας]]. Για το επιχείρημα αυτό υπήρξε πολυεπίπεδη και σφαιρική αναίρεση από πλήθος [[Πατρολογία|Πατέρων]] και [[Εκκλησιαστική γραμματολογία|εκκλησιαστικών]] συγγραφέων.<br />
<br />
Για την αναίρεσή του θα μπορούσαν να ειπωθούν τα εξής: <br />
<br />
#Το κείμενο των ''εβδομήκοντα'' είναι κατά οκτώ αιώνες αρχαιότερο του εβραϊκού, και εκτός ότι δεν είναι πάντα βέβαιο ότι το [[Μασοριτικό κείμενο]] αντιπροσωπεύει πάντα την ορθότερη γραφή, επιπλεόν, επειδή δημιουργήθηκε σε εποχή μετά Χριστόν, θα μπορούσε να αλλοιωθεί για ιουδαϊκούς, απολογητικούς σκοπούς<ref>Τσαγγαλίδης Ιωάννης, ''Ιουστίνος ο Μάρτυς και Φιλόσοφος ως ερμηνευτής της Παλ. Διαθήκης'' (διδακτ. διατριβή), Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 92.</ref>. Μάλιστα, ο ''Ιωάννης ο Χρυσόστομος'' επισημαίνει ότι περισσότερη εμπιστοσύνη θα έπρεπε να έχουμε στους ''εβδομήκοντα'' ιουδαίους, επειδή απέδωσαν το εδάφιο με το ''παρθένος'' σε εποχή προ Χριστού και έτσι δεν είχαν λόγο να αλλοιώσουν το κείμενο<ref>Στο Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Υπόμνημα εις το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον'', 4η έκδ., 'Ο Σωτήρ', Αθήνα 1989, σελ. 38β.</ref>.<br />
#Ακόμη όμως κι αν η γραφή ''νεανίς'' είναι ορθή, σύμφωνα με το λεξικό ''Theological Wordbook of the Old Testament'' ''"δεν υπάρχει καμία περίπτωση όπου μπορεί να αποδειχθεί πως το almah υποδεικνύει μια νέα γυναίκα που δεν είναι παρθένος"''<ref>Στο πρωτότυπο: ''"There is no instance where it can be proved that ˓almâ designates a young woman who is not a virgin"'' (Harris, R. Laird, Robert Laird Harris, Gleason Leonard Archer, and Bruce K. Waltke, ''Theological Wordbook of the Old Testament'', Chicago: Moody Press, c1980, σελ. 672).</ref>. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ''"οι έννοιες των λέξεων "almah" και "bethulah" [παρθένος] δεν αντίκεινται μεταξύ τους. Όπως χαρακτηριστικά παρατηρεί ο Oswalt 'ήταν αξιωματικό για την εβραϊκή κοινωνία ότι η νεάνις ήταν και παρθένος'...Είναι άλλωστε γνωστό ότι η αντίθετη περίπτωση επέσειε την τιμωρία του λιθοβολισμού"''<ref>Παπαρνάκης Γ. Αθανάσιος, ''Ο Μέγας Αθανάσιος ως ερμηνευτής της Παλαιάς Διαθήκης'' (διδακτ. διατριβή), Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 231, υποσημ. #136.</ref>.<br />
#Παραγνωρίζεται ''"σκανδαλωδώς"'' η σημασία της λέξης ''"σημείον"'' σε σχέση με το ιστορικό πλαίσιο της προφητείας του ''Ησ. 7,14''. Το εδάφιο αυτό δίνεται ως ''"σημείον"'' το έτος 733 στο βασιλιά Άχαζ για να μη ζητήσει τη βοήθεια των Ασσυρίων, όπως σκεπτόταν, ενάντια στους Βασιλείς Φακεέ και Ρασείν. Ως σημείο δεν μπορεί να θεωρηθεί το σύνηθες και το δεδομένο [Θεοδ. Κύρου, PG 81,276D], ότι έγκυος γυναίκα θα γεννήσει γιο. Δεν υπάρχει λόγος να ονομαστεί ''"σημείον"'' μια φυσική διαδικασία γέννησης. ''"Ο δε Εζεκίας, ο υιός του Άχαζ, δεν έχει επίσης κανένα από τα γνωρίσματα της συνάφειας της προφητείας Ησ. 7,14-16"''<ref>Γεωργόπουλος, "Η σύγχρονη προτεσταντική κριτική...", ό.π., σελ. 29β.</ref>. Κατ' αυτόν τον τρόπο, στη λέξη ''"σημείον"'' εστιάζουν την προσοχή τους οι περισσότεροι Πατέρες της Εκκλησίας (π.χ. Ευθ. Ζιγαβηνός, Θεοφύλακτος)<ref>Τρεμπέλας, ''Υπόμνημα εις το Κατά Ματθαίον...'', ό.π.</ref>. Επίσης, ο ''Αθαν. Χαστούπης'' στη μετάφραση του διορθωμένου εβραϊκού κειμένου διατηρεί τη λέξη ''παρθένος'', αφού θεωρεί πως οι ''εβδομήκοντα'' ορθά ερμήνευσαν το νόημα του εβραϊκού κειμένου και μετέφρασαν ''"η παρθένος"'', ''"διότι μόνον αυτό ήτο δυνατόν να εννοεί ως σημείον ο θεός εις την προκειμένη προφητεία"''<ref>Παράθεση του Αθ. Χαστούπη στο Τσαγγαλίδης, ''Ιουστίνος ο Μάρτυς...'', ό.π.</ref>.<br />
#Όσον αφορά τη σχέση γεγονότος και προφητείας, θα πρέπει να ειπωθεί ότι ο [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον|Ματθαίος]] γνώριζε και δεχόταν ως πραγματική την υπερφυσική γέννηση του [[Χριστός|Χριστού]]. Έτσι, πρώτα έλαβε χώρα το γεγονός αυτό και μετά συνδέθηκε με την προφητεία του ''Ησ. 7,14'' και όχι το αντίστροφο<ref>Τρεμπέλας, ''Υπόμνημα εις το Κατά Ματθαίον...'', ό.π., σελ. 38α.</ref>. Και αυτό ορθά έγινε επειδή και ο [[Ησαΐας]] όπως και ο [[Μιχαίας]] (''5,2-4'') αναφέρονται στην ίδια περί [[Μεσσίας|Μεσσία]] πίστη<ref>Τρεμπέλας, ''Υπόμνημα εις το Κατά Ματθαίον...'', στο ίδιο.</ref>.<br />
#Οι προσπάθειες να συνδεθεί η προφητεία είτε με κάποιο παιδί του προφήτη ''Ησαΐα'' είτε με παιδί του ''Άχαζ'' πέφτουν στο κενό καθώς ουδέποτε, κανείς άλλος εκτός από τον [[Χριστός|Ιησού Χριστό]] δεν παρουσίασε τα χαρακτηριστικά των στίχων 14-16<ref>Βλ. σχετικά Δαμαλάς, ''Ερμηνεία...'', τόμ. Β΄, ό.π., σελ. 218-219.</ref>: α) ούτε την εκ παρθένου γέννηση, σε αντίθεση με τον [[Χριστός|Χριστό]] που γεννήθηκε εκ της αειπαρθένου Μαρίας όπως μαρτυρά η [[Καινή Διαθήκη]], β) ούτε την κλήση του ως [[Εμμανουήλ]] που σημαίνει ''"μεθ' ημών ο Θεός"'', εκτός από την Κύριο που ''"εγένετο μεθ' ημών...διά της...κοινωνίας της σαρκός και του αίματος ημών (Εβρ. β,14)"''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 5 (1964), στ. 679.</ref>, γ) ούτε την αναμαρτησία, εξαιτίας της γνώσης και της προαίρεσης που θα έχει, να απορρίπτει το κακό και να επιλέγει το αγαθό, πριν ακόμη έλθει σε ηλικία να τα ξεχωρίζει. Όπως σημειώνει ο ''Μ. Βασίλειος'': ''"Ο Έμμανουήλ εν τη του νηπίου καταστάσει υπάρχων, διά την ενοικούσαν αυτώ δύναμιν της αγαθότητος προ της κατά την ηλικίαν τελειώσεως απειθήσει μεν πονηρία, εκλέξεται δε το αγαθόν."''<ref>''Ερμηνεία εις τον Ησαΐα'', ''PG'' 30,465B.</ref>. Η ''"υπερφυσική"'' αναμαρτησία μάλιστα, αποτελεί μέρος του ''"σημείου"''<ref>Απόδοση του Ησ. 7,16: ''"...επαναλαμβάνω, πριν ακόμη το παιδίον κατανόηση και είναι εις θέσιν να διακρίνη μεταξύ αγαθού και κακού, θα απειθή εις κάθε πονηρίαν, διά να εκλέγη και προτιμά πάντοτε το αγαθόν. Η υπερφυσική γέννησις και αρετή του παιδιού θα είναι το σημείον..."'' (Κολιτσάρας Θ. Ιωάννης, ''Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Εβδομήκοντα'', τόμ. 5, ''Η Ζωή'', 3η έκδ., Αθήνα 1991, σελ. 32).</ref> που θα δώσει ο Θεός και ο ίδιος ο [[Ησαΐας]] αναφέρεται στο ''"αναμάρτητον του Μεσσίου"'' στο εδάφιο 53,9<ref>Βέλλας Βασίλειος, ''Θρησκευτικαί προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης'', τόμ. Α΄, 2η έκδ., Αθήναι 1957, σελ. 292, υποσημ. #1.</ref>: ''"ότι ανομίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τώ στόματι αυτού"''. Επίσης, ακόμη κι αν δεχτούμε ότι ο [[Ησαΐας]] νόμισε ότι η προφητεία θα εκπληρωθεί πολύ κοντά στην εποχή του, αυτό θα μπορούσε να συμβεί από την συνήθη για τους προφήτες άγνοια, του ακριβούς χρόνου εκπλήρωσης των προφητειών<ref>Δαμαλάς, ''Ερμηνεία...'', τόμ. Β΄, ό.π., σελ. 219.</ref>.<br />
<br />
'''''8)''''' Τέλος, σε προτεσταντικές απόψεις ενάντια στο ''Αειπάρθενο'', οι οποίες συνδέονται με το ''Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου'', σχετικές απαντήσεις δίδονται στα [[Θεοτόκος#Οι πληροφορίες των απόκρυφων χριστιανικών κειμένων για την Παναγία|εισαγωγικά περί των "αποκρύφων" διηγήσεων για την Θεοτόκο]].<br />
<br />
===Καινοτομίες των Ρωμαιοκαθολικών για τη ''Θεοτόκο'' και η θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας===<br />
Όπως προείπαμε, αν και σε κάποια ζητήματα που αφορούσαν την ''Θεοτόκο'', η αδιαίρετη Εκκλησία δεν προέβει ''"επισήμως"'' σε ''"λεπτομερείς δογματικούς καθορισμούς"''<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 671.</ref>, στο λατινικό τμήμα της, η τοπική [[σύνοδος]] του Λατεράνου (649) ανακήρυξε σε δόγμα την ''"κατά και μετά τον θείον τόκον παρθενία"'' της Θεοτόκου<ref>''ΘΗΕ'', ό.π.</ref>, γεγονός το οποίο δείχνει μια προσπάθεια μονομερούς<ref>Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] δεν υπάρχει ξεχωριστή ''"Θεοτοκολογία"'' ή ''"Μαριολογία"'' (Ματσούκας, ''Δογματική...'', Β΄, ό.π., σελ. 295.</ref> ανάπτυξης ''Μαριολογίας'' από τους δυτικούς, η οποία συνεχίστηκε και αργότερα, οδηγώντας την λατινική εκκλησία σε επικύρωση διδασκαλιών χωρίς [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενική]] μαρτυρία<ref>''ΘΗΕ'', στο ίδιο, στ. 672.</ref>.<br />
<br />
====Το περί ''ασπίλου συλλήψεως'' δόγμα====<br />
Με απλά λόγια, το δόγμα αυτό της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (''"ανακηρύχτηκε ως δόγμα από τον Πάπα Πίο Θ΄ τό 1854"''<ref>Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), ''Η Ορθόδοξη Εκκλησία'' (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 410.</ref>), μολονότι μερικές φορές συγχέεται λανθασμένα με το ''αειπάρθενο'' της ''Θεοτόκου''<ref>Φούγιας Γ. Μεθόδιος (Μητροπολίτης Πισιδίας), ''Ορθοδοξία Ρωμαιοκαθολικισμός & Αγγλικανισμός'' (μτφρ. από τη β' Αγγλική έκδοση), Λιβάνης, Αθήνα 1996, σελ. 296.</ref>, στην πραγματικότητα υποστηρίζει τα εξής: ότι κατά τη σύλληψη της στην κοιλία της μητέρας της, η ''Μαρία'', είχε ειδικά απαλλαγεί με θεϊκή παρέμβαση από την κληρονομιά του προπατορικού αμαρτήματος στο οποίο, ως ανθρώπινο ον, διαφορετικά θα υπέκειτο. Ήταν δηλαδή σαν, γι' αυτήν ειδικά, να μην είχε συμβεί η [[Πτώση]]. Σ' αυτή την άποψη, οι Ορθόδοξοι απαντούν ''"ότι παρόμοιο δόγμα δεν μπορεί να αποδειχθεί από την [[Αγία Γραφή|Γραφή]] ή την [[Ιερά Παράδοση|Παράδοση]] και ότι επιπλέον αντιφάσκει προς τη διδασκαλία, που διδάσκεται από ολόκληρη την Εκκλησία, ότι οι συνέπειες της Πτώσεως επηρεάζουν ολόκληρο το ανθρώπινο γένος"''<ref>Φούγιας, ''Ορθοδοξία...'', ό.π.</ref>. Όπως διατυπώνει στην απάντησή της, η ''"Εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος του 1895 προς τον Πάπαν Λέοντα ΙΓ΄"'', από τα διάφορα καινοφανή διδάγματα, μεταξύ των οποίων και η διδασκαλία για ''"την άσπιλον σύλληψιν της αειπαρθένου...αποδεικνύεται...ότι η ανατολική και ορθόδοξος καθολική του Χριστού Εκκλησία κρατεί τα αρχαιοπαράδοτα δόγματα, κοινώς τότε εν τε τη Ανατολή και τη Δύσει ομολογούμενα, και ότι η Δυτική διέστρεψεν αυτά διά ποικίλων νεωτερισμών"''<ref>Καρμίρης Ιωάννης, ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Β', Αθήνα 1953, σελ. 935.</ref>. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία υφίσταται η πίστη στην ''"άφθορον σύλληψιν"'' του [[Χριστός|Χριστού]] και όχι στην '''"άσπιλον σύλληψιν"'' της ''Θεοτόκου''<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά'', 3η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 121.</ref>.<br />
<br />
Ασφαλώς, το δόγμα αυτό σχετίζεται, κατά ένα μέρος, με τον βαθμό αναμαρτησίας της ''Θεοτόκου''. Πράγματι, η ''Μαρία'' υπήρξε η πρώτη η οποία πραγμάτωσε όλες τις ιδιότητες της αγιότητας<ref>''Ιωάν. Χρυσ.'', ''PG'' 49,296. 303. 318. ''Eπιφάν.'', ''PG'' 42, 713D. 725Β.</ref>. Κατ' αυτό τον τρόπο αποδίδεται στη ''Θεοτόκο'' και σταθεροποιείται γι αυτήν η προσωνυμία ''Παναγία'' ή και ''αγιωτέρα των αγίων'', όπως αναγνωρίζουν οι [[Πατρολογία|Πατέρες]] της [[Ιερά Παράδοση|Παραδόσεως]]<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 673.</ref>. Όσο όμως κι αν θεωρούν σημαντικό τον πλήρη εξαγνισμό της ''Μαρίας'' προκειμένου να πραγματοποιηθεί το ''"μυστήριον της σαρκώσεως του Λόγου"'', εν τούτοις, διδάσκουν ότι το [[Άγιο Πνεύμα]] ''"επενήργησε και το μυστήριον του κατά πάντα αγιασμού αυτής...αλλά πάντες τον εξαγνισμόν τούτον...θεωρούν γενόμενον μετά την γέννησιν αυτής και δη κατά τον Ευαγγελισμόν"''<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), ό.π.</ref>, σε αντίθεση με τις απόψεις των δυτικών [[Σχολαστικισμός|σχολαστικών]] και κυρίως του [[Θωμάς Ακινάτης|Θωμά Ακινάτη]] (13ος αι.) ο οποίος πλησίαζε προς το περιεχόμενο του δόγματος της ''ασπίλου συλλήψεως''<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 674.</ref>. Στην πραγματικότητα, η δυτική θεολογική λογική ''"επέβαλε την άρση αυτής της ενοχής"'' του [[Προπατορικό Αμάρτημα|προπατορικού αμαρτήματος]], ''"για να είναι η Μαρία αμέτοχη, σε τούτο το ρύπο και την ενοχή, ώστε να μπορέσει να γίνει άξιο όργανο της θείας πρόνοιας. Ωστόσο η ορθόδοξη θεολογία δεν έχει κανένα παρόμοιο πρόβλημα, μια και δεν δέχεται καμιά κληρονομική ένοχη στους απογόνους του Αδάμ, παρά μονάχα την κληρονόμηση της αρρώστιας, της φθοράς και του θανάτου"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', τόμ. Β', ό.π., σελ. 296.</ref>. Όλοι οι αρχαίοι Πατέρες και Διδάσκαλοι, δεν έπαυαν να διδάσκουν ότι η ''Μαρία'' ''"συγκαταλέγεται και μεταξύ των ανθρώπων, των κληρονομησάντων ελλείψεις και αδυναμίας από της πτώσεως...από της οποίας μόνος απηλλαγμένος, επομένως δε και όλως αμέτοχος των συνεπειών ταύτης, τυγχάνει ο...σαρκωθείς και ενανθρωπήσας Κύριος, Σωτήρ πάντων των ανθρώπων"''<ref>"Μαρία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), ό.π.</ref>.<br />
<br />
====Τo δόγμα της ''Μεταστάσεως'' της ''Θεoτόκoυ''====<br />
[[Image:Dormition.jpg|thumb|right|Η κοίμηση της Θεοτόκου]]<br />
Η διδασκαλία αυτή (''"θεσπίστηκε το 1950 με επίσημη διακήρυξη του πάπα Πίου IB΄"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', τόμ. Β', ό.π., σελ. 296.</ref>) ''"αποτελεί νεόκοπο δόγμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας"'', σύμφωνα με το οποίο, ''"η Θεοτόκος δεν πέθανε φυσικώς, αλλ' όταν πλησίαζε το τέλος της ζωής της, ο Θεός τη μετέστησε ένσωμη στη θεία Βασιλεία του"'', για την [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξη]] όμως [[Ιερά Παράδοση|Παράδοση]], η διδασκαλία αυτή ''"είναι σωστή στην ιδέα της ένσωμης μεταστάσεως, εσφαλμένη δε, ως προς το στοιχείο του θανάτου της Θεομήτορος, το οποίο αρνείται"''<ref>Θεοδώρου, ''...Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά'', ό.π., σελ. 121-122.</ref>. Οι Ορθόδοξοι δέχονται ''"—αν και όχι ενιαίως— τη μετάσταση της Θεοτόκου, της οποίας όμως προηγήθη ο σωματικός θάνατος"'' τον οποίο εορτάζουν ''"ως «Κοίμησιν» αυτής στις 15 Αυγούστου"''<ref>Θεοδώρου, ''...Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά'', ό.π., σελ. 122.</ref>. Αυτό όμως το δόγμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας για το πρόσωπο της Θεοτόκου, δηλαδή η ενσώματη μετάσταση της, ''"δεν έχει ουσιαστική ομοιότητα με τη σχετική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πρώτα πρώτα τούτο το δόγμα είναι φυσική συνέπεια και συνέχεια της άσπιλης σύλληψης, ενώ στην ορθόδοξη πράξη δεν υπάρχει πουθενά τέτοιος δεσμός. Εφόσον, κατά τη ρωμαιοκαθολική θεολογία, η Θεοτόκος ήταν απαλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα, κατ' αναπότρεπτη αναγκαιότητα δεν μπορούσε ο θάνατος να ασκήσει πάνω της τη διαλυτική του δύναμη"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', τόμ. Β', ό.π., σελ. 297.</ref>. Το στοιχείο όμως του θανάτου του σώματος της ''Θεοτόκου'', είναι πολύ σημαντικό για την ορθόδοξη θεώρηση της μεταστάσεως: ''"το να δεχτεί κανείς ότι η Θεοτόκος δεν πέθανε —όπως κάνουν οι Ρωμαιοκαθολικοί— είναι σαν να την αποκόπτει από την ιστορικότητα της και τη φυσική της συνέχεια στη φύση του Αδάμ. Αυτό όμως πλήττει την αλήθεια της και την αυθεντική θέση που κατέχει στο λυτρωτικό κύκλο του αχράντου Τόκου της"''<ref>Θεοδώρου, ''...Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά'', ό.π., σελ. 122.</ref>.<br />
<br />
==Οι πληροφορίες των απόκρυφων χριστιανικών κειμένων για την Παναγία==<br />
===Εισαγωγικά===<br />
Όταν στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] αναφερόμαστε σε πληροφορίες οι οποίες αντλούνται από [[Απόκρυφα]] κείμενα, δεν θα πρέπει να δημιουργείται σύγχυση, ότι, δήθεν, αυτές κομίζουν ειδήσεις που μπορεί να βρίσκονται εκτός των ορίων της [[Ιερά Παράδοση|Παράδοσης]] της εκκλησιαστικής κοινότητας. Καταρχάς, η ''Ορθόδοξη Εκκλησία'' είναι αντίθετη στην [[Προτεσταντισμός|προτεσταντική]] εμμονή στη μοναδικότητα της [[Αγία Γραφή|Αγίας Γραφής]] ως πηγή [[Θεολογία|Θεολογίας]], από τη στιγμή που και η ίδια η [[Καινή Διαθήκη]] μας βεβαιώνει για το αντίθετο: πληθώρα εδαφίων διδάσκουν την ισοτιμία ''Γραφής'' και [[Ιερά Παράδοση|προφορικής Ιεράς Παραδόσεως]] (''Β΄ Θεσ. 2:15''. ''Α΄ Κορ. 11:2.23''.''15,3''. ''Α΄ Τιμ. 6:20''. ''Α΄ Θεσ. 4:1.2'' κ.ά.). Αυτό σημαίνει ότι μια ενιαία διδασκαλία ''Γραφής'' και ''Παραδόσεως'', διαφυλάσσεται στην καθοδηγούμενη από το [[Άγιο Πνεύμα]] Εκκλησία, και για την καθαρότητά της από αιρετικά στοιχεία μας βεβαιώνει η ''Ομοφωνία'' στην αποδοχή της (''βλ. περισσότερα στο κύριο άρθρο [[Ιερά Παράδοση]]'').<br />
<br />
Κατά συνέπεια, κάθε πληροφορία η οποία βρίσκεται εκτός κοινότητας, και δεν πληροί τα παραπάνω κριτήρια, η εκκλησία την θεωρεί ''ύποπτη'' και περιέχουσα ''"υπερβολές, προερχόμενες από αιρετικούς κ.ά."''<ref>Κορακίδης Σ. Αλεξάνδρος, ''Αγιότητα και Μαρτύριο - Η Αγιολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας'', εκδ. Νεκτ. Παναγόπουλος, Αθήνα 2000, σελ. 94</ref>. Είναι όμως γεγονός, ότι σε [[απόκρυφα]] βιβλία είναι δυνατόν να ''"ανευρίσκει κανείς και αναφορές ή διηγήσεις, που κατά παράδοση ανταποκρίνονται στα ιστορικά δεδομένα προσώπων και πραγμάτων"''<ref>Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, ''Πατρολογία'', τόμ. Α΄, έκδ. 4η, Αθήνα 2000, σελ. 203.</ref> ή να ''"ενσωματώνουν πρωτοχριστιανικές παραδόσεις"''<ref>"Πληροφορίες αποκρύφων για την Παναγία", στο Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, ''Βιβλικές Μελέτες Γ΄'' (ΒΒ #28), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 264.</ref> με σημαντικό ''"θεολογικό συμβολικό περιεχόμενο"'' και ''"βαθύτερη σωτηριολογική σημασία"''<ref>Τσάμης Γ. Δημητρίος, ''Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 66.</ref>, οι οποίες εκφράστηκαν μέσω εορτολογικών, υμνολογικών ή άλλης ''"διά των καλών τεχνών εκδηλώσεως της εκκλησιαστικής συνειδήσεως"''<ref>''ΘHE'', τόμ. 8 (1966), στ. 649.</ref>. <br />
<br />
Για το ορθόδοξο περιεχόμενό των επιμέρους διηγήσεων και τη γνησιότητά τους, ''"εχέγγυον...αποτελεί αυτή αύτη η εκκλησιαστική συνείδησις"''<ref>''ΘHE'', ό.π., στ. 650.</ref> αφού, πάντα οι [[Πατρολογία|Πατέρες]] της Εκκλησίας σε Ανατολή και Δύση, συνιστούσαν επαγρύπνηση έναντι ''"των απόκρυφων καινοδιαθηκικών συγγραφών και...προφύλαξιν από των δι' αυτών μεταδιδομένων (Κυρίλλ. Ιεροσολ., PG 33, 496. Μεγ. Αθανασ., PG 26, 1436.1440. Ιερών., PL 23, 201. 26, 88. Ιννοκεντ. Α΄, PL 20, 502)"''<ref>''ΘHE'', στο ίδιο.</ref>, ενώ, και ο ίδιος ''"ο καθορισμός (το κλείσιμο) του Κανόνα της ΚΔ"'' αποτελούσε εκτός άλλων, και ''"αντίδραση της Εκκλησίας στην πληθωρική απόκρυφη γραμματεία"''<ref>Παπαδόπουλος, ''Πατρολογία'', ό.π., σελ. 201.</ref>. Είναι δεδομένο ότι, ακόμη κι αν περιείχε διηγήσεις που επηρέασαν την εικονογραφία και υμνολογία της εκκλησίας<ref>Καραβιδόπουλος, ''Βιβλικές Μελέτες Γ΄'', ό.π., σελ. 265.</ref>, τελικά, καμία αναγνώριση [[Βιβλικός κανόνας|κανονικότητας]] δεν καθιερώθηκε, για κανένα ''απόκρυφο'' βιβλίο, και είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα το [[Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου]], το οποίο βρίσκουμε στους καταλόγους των αρχαίων αιρεσιολόγων να μνημονεύεται σαφώς ως [[απόκρυφα|απόκρυφο]]<ref>Χρήστου Παναγιώτης, ''Ελληνική Πατρολογία'', τόμ. Β΄-Περίοδος Διωγμών, 3η έκδ., Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005 (c1978), σελ. 205.</ref>.<br />
<br />
===Οι σημαντικότερες διηγήσεις===<br />
Τα [[απόκρυφα]] που περιέχουν τις περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα παιδικά χρόνια, τη ζωή και την κοίμηση της ''Θεοτόκου'' είναι<ref>Εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, οι πληροφορίες που ακολουθούν, βρίσκονται στο: Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, "Οι πληροφορίες των απόκρυφων χριστιανικών κειμένων για την Πανάγια", στο ''Βιβλικές Μελέτες Γ΄'' (Βιβλική Βιβλιοθήκη #28), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 260-281.</ref>:<br />
<br />
*[[Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου]]<br />
Το κείμενο αυτό είναι το ''"αρχαιότερο και σημαντικότερο'' [και] ''προέρχεται από το δεύτερο μισό του 2ου αιώνα, πιθανώς από την Αίγυπτο"''<ref>Καραβιδόπουλος, ''Βιβλικές Μελέτες Γ΄'', ό.π., σελ. 265.</ref>. Σκοπός του βιβλίου είναι η διακήρυξη της ηθικής υπεροχής της ''Θεοτόκου'', και στο κείμενο περιγράφεται η γέννηση και ο βίος της ''Μαρίας'' μέχρι την παραλαβή της από τον [[Ιωσήφ]], και η γέννηση του [[Χριστός|Χριστού]] βάσει των [[Καινή Διαθήκη|κανονικών ευαγγελίων]] με πολλές προσθήκες, αλλά και με ''"προφανή επιδίωξιν την καταπολέμησιν των άρνητών αυτής, ως ήσαν τότε οι ανήκοντες εις μίαν των μερίδων των Εβιωναίων"''<ref>Χρήστου, ''...Πατρολογία'', Β΄, ό.π., σελ. 235-236.</ref>.<br />
<br />
Μερικές από τις υμνογραφικές, εικονογραφικές και συναξαρικές παραδόσεις σχετικά με τη ζωή της ''Παναγίας'' που περιέχει το κείμενο αυτό, είναι<ref>Βλ. αναλυτικά στο Καραβιδόπουλος, ''Βιβλικές Μελέτες Γ΄'', ό.π., σελ. 266-269.</ref>:<br />
<font style="font-family: Palatino Linotype"><br />
:*Η ατεκνία των γονέων της ''Μαρίας'', του [[Ιωακείμ και Άννα|Ιωακείμ και της Άννας]] (από εδώ παραλήφθηκαν τα ονόματα των γονέων της ''Θεοτόκου'')<ref>Χρήστου, ''...Πατρολογία'', Β΄, ό.π., σελ. 237.</ref>.<br />
:*Η πληροφορία από άγγελο Κυρίου ότι θα αποκτήσουν παιδί.<br />
:*Η γέννηση της ''Μαρίας''.<br />
:*Τα πρώτα βήματα της ''Παναγίας'' σε ηλικία έξι μηνών που ενέπνευσαν την παράσταση της ''"Επταβηματίζουσας"''.<br />
:*Η προσφορά της ''Παναγίας'' από τους γονείς της στο Ναό (''"Εισόδια της Θεοτόκου"'').<br />
:*Διηγήσεις σχετικές με τη μνηστεία της ''Παναγίας''.<br />
:*Άγγελος Κυρίου ευαγγελίζεται τη ''Μαρία'', ενώ βρίσκεται στο φρέαρ με το σταμνί της (''"Ευαγγελισμός παρά το φρέαρ"'').</font><br />
<br />
κ.ά.<br />
<br />
*[[Ευαγγέλιο Ψευδο-Ματθαίου]]<br />
Ένα άλλο απόκρυφο κείμενο που μας πληροφορεί για τη ζωή της ''Παναγίας'' είναι το ''Ευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου'', που πιθανόν συντάχθηκε κατά τον 8° ή 9° αιώνα στα λατινικά, αντλεί όμως στοιχεία από το [[Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου]] και από άλλα προγενέστερα του απόκρυφα κείμενα<ref>Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, ''Απόκρυφα Χριστιανικά Κείμενα'' (Βιβλική Βιβλιοθήκη #13), τόμ. Α΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 91-92.</ref>.<br />
<br />
Από το κείμενο αυτό προέρχονται:<br />
<font style="font-family: Palatino Linotype"><br />
:*Διηγήσεις σχετικές με την προσήλωση της ''Παναγίας'' στην προσευχή κατά την παιδική της ηλικία.<br />
:*Εγκώμια σχετικά με τον χαρακτήρα της.<br />
:*Διηγήσεις σχετικά με τη γέννηση του [[Χριστός|Χριστού]].<br />
:*Διηγήσεις σχετικά με τη φυγή στην Αίγυπτο.</font><br />
<br />
Εκτός αυτών, ένα πλήθος χειρογράφων σε διάφορες αρχαίες γλώσσες, εξιστορούν το επίγειο τέλος της ''Παναγίας'', την κοίμηση και μετάσταση της και συχνά η εικονογραφία αντλεί από τα κείμενα αυτά.<br />
<br />
Οι σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις [[Βιβλικός κανόνας|κανονικές]] και τις [[απόκρυφα|απόκρυφες]] διηγήσεις είναι:<br />
#Στα [[Ευαγγέλιο|Ευαγγέλια]] της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] το πρόσωπο της ''Παναγίας'' μνημονεύεται πάντα σε σχέση με τον [[Χριστός|Ιησού Χριστό]], ενώ στα [[απόκρυφα]] παρέχονται πληροφορίες για τη ζωή της Παναγίας, όχι κατ' ανάγκη σε σχέση με τον Υιό της.<br />
#Οι διηγήσεις των [[Ευαγγέλιο|Ευαγγελίων]] διακρίνονται για τη λιτότητα τους ενώ οι διηγήσεις των ''απόκρυφων'' καταφεύγουν συχνά σε εντυπωσιακές περιγραφές και λυρικές εξάρσεις.<br />
#Τα [[απόκρυφα]], συγκρινόμενα προς τα [[Καινή Διαθήκη|Καινοδιαθηκικά]] κείμενα, υπολείπονται σαφώς από πλευράς θεολογικής εμβάθυνσης.<br />
<br />
==Αγιολογία==<br />
===Γενικά===<br />
Εφόσον με την ανθρώπινη φύση του Υιού του θεού μεταδίδεται η θεία χάρη στους Χριστιανούς, η ''Θεοτόκος'' γίνεται η ''Παναγία'' μητέρα τους και η γέφυρα η ''"μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν"''<ref>Α΄στάση Χαιρετισμών, ''Μέγας και Ιερός Συνέκδημος Ορθοδόξου Χριστιανού'', έκδ. ΙΓ΄, Παπαδημητρίου, Αθήνα 2001, σελ. 107.</ref>. Αυτή μιμούνται πνευματικά οι [[Χριστιανισμός|Χριστιανοί]], όταν με την πίστη τους και τη θεία χάρη, γεννιέται στις ψυχές τους μυστικά ο [[Χριστός]], και με τον τρόπο αυτό, διά της ''Θεοτόκου'' συμμετέχουν βιωματικά στην ''εν Χριστώ'' σωτηρία τους, αφού παίρνουν, πνευματικά, τη θέση της ''Παναγίας'' και προσφέρονται για να γεννηθεί και να μορφωθεί στην ύπαρξη τους ο [[Χριστός]]<ref>Για όλη την παράγραφο, βλ. Τσάμης, ''Αγιολογία...'', ό.π., σελ. 57-63.</ref>.<br />
<br />
Η ''Θεοτόκος'', έχοντας θνητή φύση, κοιμήθηκε ''εν Χριστώ'', τάφηκε και μετέβη με το σώμα της στη Βασιλεία του θεού. Από εκεί προσεύχεται προς τον [[Χριστός|Χριστό]], τον μόνο μεσίτη μεταξύ θεού και ανθρώπων, για τη σωτηρία του πληρώματος της Εκκλησίας. Η Παναγία είναι η ''Δέσποινα του κόσμου''<ref>Μικρός Παρακλητικός Κανών, ''...Συνέκδημος...'', ό.π., σελ. 65.</ref>, και εξαιτίας της υπεροχής της από τους αγγέλους, χαιρετίζεται ως ''"τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξότερα ασυγκρίτως των Σεραφείμ"''<ref>Μεγαλυνάριο, Μικρός Παρακλητικός Κανών, ''...Συνέκδημος...'', ό.π., σελ. 68.</ref>. <br />
<br />
Η Εκκλησία, ως έκφραση ευχαριστίας αποδίδει στη ''Θεοτόκο'' τιμητική προσκύνηση και μέσω αυτής λατρεύει τον χορηγό της σωτηρίας Θεό, δεδομένου ότι τα ιδιώματα και χαρίσματα της ''Παναγίας'' αποδίδονται σ' αυτήν ως θεομήτορα και πάντοτε σε σχέση με τον απ' αυτήν γεννηθέντα κατά σάρκα Θεό και Σωτήρα ''Χριστό''. Γι' αυτό στις εικονογραφικές παραστάσεις σχεδόν πάντα εικονίζεται με τον Υιό της, από τον οποίον είναι αδιαχώριστη, και εκφράζει την υπέρλογη ενανθρώπηση του θείου Λόγου. Όμως, μόνο στην [[Αγία Τριάδα]] οφείλεται λατρεία, ενώ στη Θεοτόκο αποδίδεται μόνο τιμή και σεβασμός. Οι [[Πατρολογία|Πατέρες]] είναι σαφείς σε αυτό. Όπως χαρακτηριστικά παρατηρεί ο άγιος [[Επιφάνιος Σαλαμίνας]]:<br />
<br />
:''"Εν τιμή έστω Μαρία, ο δε Πατήρ και Υιός και άγιον Πνεύμα προσκυνείσθω, την Μαρίαν μηδείς προσκυνείτω"''<ref>''PG'' 42,752Α.</ref>.<br />
<br />
Επίσης, ο [[Ιωάννης ο Δαμασκηνός]] ξεκαθαρίζει:<br />
<br />
:''"Θεός έστι το λατρευόμενον''...[την δε] ''μητέρα θεού τιμώμεν και σέβομεν''...''ου θεάν ταύτην φημίζοντες άπαγε, της ελληνικής τερθρείας τα τοιαύτα μηθεύματα"''<ref>''PG'' 96,744ΑB.</ref>.<br />
<br />
Η Παναγία ασφαλώς, δεν έχει ανάγκη από τα δικά μας εγκώμια, αλλά με το τρόπο αυτό, βοηθείται η δική μας πρόθεση, αγάπη και αγαθή προαίρεση. Αφότου ο άγγελος αποκάλεσε τη ''Μαρία'' ''"κεχαριτωμένη"'' και στη συνέχεια η [[Ελισάβετ]] ''"ευλογημένη εν γυναιξί"'', υμνήθηκε ως η ''"σωτηρίας ημίν πρόξενος"'' και ως ''"τον του κόσμου Λυτρωτήν Λόγον γεννήσασα"''<ref>Παπαδόπουλος, ''Αγιολογία'', ό.π., σελ. 92.</ref>. <br />
<br />
Όπως σημειώνει ο [[Ιωάννης ο Δαμασκηνός]]:<br />
:''"Τι μπορεί να 'ναι πιο γλυκό από τη Μητέρα του Θεού;"''<ref>''PG'' 96,753C.</ref>.<br />
<br />
Αυτή η ευλάβεια των ορθοδόξων προς τη ''Θεοτόκο'' δεν φαίνεται μόνο από την επίκληση της για βοήθεια και συμπαράσταση, αλλά και από το πλήθος των εκκλησιαστικών ύμνων για τις πολλές εορτές και πανηγύρεις προς τιμή της που αφορούν θαύματα, εύρεση εικόνων και εγκαινισμούς ναών<ref>Τσάμης, ''Αγιολογία...'', ό.π., σελ. 57.</ref>.<br />
<br />
===Εορτές===<br />
{|border="2" cellpadding="4" cellspacing="0" style="margin: 1em 1em 1em 0; background: #f9f9f9; border: 1px #aaa solid; border-collapse: collapse; font-size: 95%;"<br />
|-<br />
!<font style="font-family: Trebuchet MS"><big>Όνομα εορτής</big><ref>Το εορτολόγιο που ακολουθεί προέρχεται από το αλφαβητικό ευρετήριο αγίων (''Πανάγιον'') που υπάρχει στο: ''Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας'', τόμ. ΙΔ΄-Πεντηκοστάριον, έκδ. 5η, Αθήναι 1990, σελ. 551. Η βιβλιογραφία από την οποία συλλέχθηκαν οι πληροφορίες για κάθε γιορτή αναφέρεται ξεχωριστά στις υποσημειώσεις.</ref>!!<font style="font-family: Trebuchet MS"><big>Ημερομηνία</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Θαύμα της Θεοτόκου στη μονή Μιασηνών'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Σεπτεμβρίου 1''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Εορτάζεται ανάμνηση του θαύματος κατά το οποίο, η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Μονής των ''Μιασηνών'', ρίχτηκε στη λίμνη Ζαγουρού για να μη τη σπιλώσουν οι [[Εικονομαχία|Εικονομάχοι]] και μετά πολλά χρόνια, εμφανίστηκε απείραχτη, μέσα από τα νερά της λίμνης με θαυματουργικό τρόπο.||align="center"|'''Στίχοι από το [[Μηναία|Μηναίο]] Σεπτεμβρίου''':<br> ''"Αυθαιρέτως άνεισιν άγρα τις ξένη, // Λίμνης βυθού πάντιμος εικών Παρθένου.<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Το Γενέσιο της Θεοτόκου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Σεπτεμβρίου 8''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η πρωταρχική πηγή για όσα γνωρίζουμε σχετικά με τη γέννηση της ''Παναγίας'' είναι το [[Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου]]. Ο Ιωακείμ και η Άννα, με εμπιστοσύνη και ελπίδα, ικέτευαν προσευχόμενοι το Θεό να τους χαρίσει παιδί, και την ελπίδα τους ο Θεός την έκανε πραγματικότητα<ref>Τσολακίδης Δ. Χρήστος, ''Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας'', έκδ. 2η, εκδ. Χ.Δ. Τσολακίδη, Αθήνα 2001, σελ. 796.</ref>. Τη σχετική με τη γέννηση της διήγηση, εμπλούτισαν οι [[Εκκλησιαστική γραμματολογία|εκκλησιαστικοί συγγραφείς]] με επεξηγήσεις, θεολογικούς σχολιασμούς και ρητορικές αναπτύξεις. Από τον 5ο αιώνα, η εορτή της γεννήσεως της Θεοτόκου συγκαταλέγεται στις μεγάλες Θεομητορικές εορτές. Η πρώτη πληροφορία για τον εορτασμό της απαντά σε [[Κοντάκιο]] του [[Ρωμανός ο Μελωδός|Ρωμανού του Μελωδού]], που γράφηκε τον 6ο αιώνα<ref>Τσάμης Γ. Δημητρίος, ''Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 64.</ref>.||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Σεπτεμβρίου''':<br>''"Πάσας αληθώς, Άννα, νικάς μητέρας, // Μήτηρ έως άν σή γένηται θυγάτηρ. // Εξάγαγε πρός φώς Θεομήτορα ογδόη Άννα."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Θαύμα της Θεοτόκου στον Ι.Ν. Μυρτιδίων εν Κυθήροις'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Σεπτεμβρίου 24''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Την ημέρα αυτή εορτάζεται ένα θαύμα της αγίας εικόνας της Παναγίας της Μυρτιδιώτισας, το οποίο έλαβε χώρα στον Ιερό Ναό των Μυρτιδίων στό νησί Κύθηρα, όπου θεραπεύτηκε ένας παράλυτος<ref>Τσολακίδης, ''Αγιολόγιο...'', ό.π., σελ. 851.</ref>.||align="center"|'''Απολυτίκιον ήχος δ΄'''<ref>Τσολακίδης, ''Αγιολόγιο...'', στο ίδιο.</ref>:<br>''"Ως κρήνη ακένωτος, των παρά σοι αγαθών, Εικών σου η πάνσεπτος, τοις Κυθηρίοις Αγνή, εδόθη κραυγάζουσι· χαίρε η προστασία, πάντων των δεομένων· χαίρε η σωτηρία, των τιμώντων σε πόθω· χαίρε η τω παραλύτω, την ίασιν βραβεύουσα."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Τα Εισόδια της Θεοτόκου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Νοεμβρίου 21''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Την ημέρα αυτή, η [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] εορτάζει την ''"εν τω ναώ"'' είσοδο της ''"Θεομήτορος"''. Πρόκειται για το γεγονός όπου, μετά τη συμπλήρωση του τρίτου έτους της, η ''Μαρία'' οδηγήθηκε από τους γονείς της στον ναό, όπου και την αφιέρωσαν. Στο ''ναό του Σολομώντα'' παρέμεινε επί δώδεκα χρόνια, έως τη μνηστεία της<ref>Παπαδόπουλος, ''Αγιολογία'', ό.π., σελ. 94.</ref>. Πληροφορίες για την τέλεση της εορτής αυτής στην [[Κωνσταντινούπολη]] υπάρχουν από την 8ο αιώνα και φαίνεται ότι θεσπίσθηκε στα ''Ιεροσόλυμα'' κατά τον εγκαινιασμό του ναού της ''Αγίας Θεοτόκου Μαρίας'' στις 21 Νοεμβρίου του 543, ο οποίος ανεγέρθηκε από τον ''Ιουστινιανό Α΄'' στη νότια πλευρά του ναού του Σολομώντα<ref>Τσάμης, ''Αγιολογία...'', ό.π., σελ. 67.</ref>.||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Νοεμβρίου''':<br>''"Ένδον τρέφει σε Γαβριήλ ναού, Κόρη, // Ήξει δέ μικρόν καί τό Χαίρέ σοι λέξων. // Βη ιερόν Μαρίη τέμενος παρά εικάδι πρώτη."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Η Σύλληψη της Θεοτόκου από την αγία Άννα'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Δεκεμβρίου 9''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η Σύλληψη της Θεοτόκου από τη μητέρα της αγία ''Άννα'' συγκαταλέγεται στις μεγάλες θεομητορικές εορτές (''Σύλληψη'', ''Γενέθλιον'', ''Εισόδια'', ''Ευαγγελισμός'', ''Κοίμηση'') και μαρτυρίες για τον εορτασμό της σώζονται κυρίως από τον 8ο αιώνα, ενώ τον 12ο αιώνα επί ''Μανουήλ Κομνηνού'' η εορτή προσέλαβε επίσημο κρατικό χαρακτήρα<ref>Τσάμης, ''Αγιολογία...'', ό.π., σελ. 63.</ref>.||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Δεκεμβρίου''':<br>''"Ουχ ώσπερ Εύα και συ τίκτεις εν λύπαις. // Χαράν γαρ Άννα ένδον κοιλίας φέρεις. // Τη δ' ενάτη Μαρίην Θεομήτορα σύλλαβεν' Άννα."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Δεκεμβρίου 26''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η λέξη ''Σύναξη'' (από το ρήμα ''συνάγω'' = συναθροίζω), στην ορολογία της Ορθόδοξης [[Λειτουργική|Λειτουργικής]], σημαίνει τη συγκέντρωση των πιστών σε κάποιον ιερό τόπο, συνήθως τον ναό, προς απόδοση τιμής σε κάποιο ιερό πρόσωπο<ref>"Σύναξις", ''ΘΗΈ'', τόμ. 11 (1967), στ. 556.</ref>. Την επόμενη ημέρα από την εορτή της Γεννήσεως του Χριστού (25 Δεκεμβρίου) η [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] εορτάζει τη ''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου'' (26 Δεκεμβρίου) τιμώντας την μητέρα του Κυρίου<ref>Τσάμης, ''Αγιολογία...'', ό.π., σελ. 74.</ref>.||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Δεκεμβρίου''':<br>''"Λεχώ άμωμον ανδρός μή γνούσαν λέχος, // Δώροις αμώμοις δεξιούμαι τοίς λόγοις. // Mολπήν αγνοτάτη λεχοί εικάδι έκτη αείδω."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Η Φυγή στην Αίγυπτο της υπεραγίας Θεοτόκου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Δεκεμβρίου 26''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Την ημέρα αυτή, η [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] εορτάζει την ανάμνηση της φυγής της αγίας οικογένειας στην Αίγυπτο. Όταν οι μάγοι προσκύνησαν το [[Χριστός|Χριστό]], αναχώρησαν για την πατρίδα τους, χωρίς να περάσουν από το βασιλιά Ηρώδη. Τότε άγγελος Κυρίου φάνηκε σε όνειρο στον [[Ιωσήφ]] και του είπε να πάρει το παιδί με τη μητέρα του και να φύγει στην Αίγυπτο. Και έμειναν εκεί, μέχρι που πέθανε ο Ηρώδης, και επαληθεύθηκε έτσι η ρήση του προφήτη [[Ωσηέ]]: ''"εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου"'' (''Ωσ. 11,1'') (''βλ. και [http://el.orthodoxwiki.org/%CE%98%CE%B5%CE%BF%CF%84%CF%8C%CE%BA%CE%BF%CF%82#.CE.97_.CF.86.CF.85.CE.B3.CE.AE_.CF.83.CF.84.CE.B7.CE.BD_.CE.91.CE.AF.CE.B3.CF.85.CF.80.CF.84.CE.BF_.CE.BA.CE.B1.CE.B9_.CE.B5.CF.80.CE.B9.CF.83.CF.84.CF.81.CE.BF.CF.86.CE.AE_.CF.83.CF.84.CE.B7_.CE.9D.CE.B1.CE.B6.CE.B1.CF.81.CE.AD.CF.84 εδώ] για περισσότερα'').||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Δεκεμβρίου''':<br>''"Ήκοντα πρός σέ, τόν πάλαι πλήξαντά σε, // Αίγυπτε φρίττε, καί Θεόν τούτον φρόνει."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Η Υπαπαντή'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Φεβρουαρίου 2''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Σύμφωνα με τις διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου, ο [[Ιωσήφ]] και η ''Θεοτόκος'', σαράντα ημέρες μετά τη γέννηση του [[Χριστός|Ιησού]] πήγαν στον ναό του Σολομώντα για να αφιερώσουν στο Θεό το πρωτότοκο αγόρι τους και να προσφέρουν τη θυσία που επιβαλόταν προ του νομικού καθαρισμού από τον ιερέα, της γυναίκας που είχε γεννήσει αρσενικό παιδί. Στον περίβολο του Ναού τους συνάντησε ο [[Συμεών]] και η ''Άννα'', που ήταν προφήτης, οι οποίοι αναγνώρισαν τον ''Ιησού'' ως Λυτρωτή. Η [[Ορθόδοξη Εκκλησία]], την ημέρα αυτή εορτάζει την προϋπάντηση (υπαπαντή) του ''Ιησού'' από τον Συμεών. Η ''Υπαπαντή'' ήταν γνωστή στα Ιεροσόλυμα ήδη από το 384 και εορταζόταν στις 14 Φεβρουαρίου, δηλαδή 40 ημέρες μετά την εορτή των Επιφανειών (6 Ιανουαρίου), κατά την οποία στην Ανατολή μέχρι τον 4ο αι. συνεορτάζονταν η Γέννηση και η Βάπτιση του Χριστού<ref>Τσάμης, ''Αγιολογία...'', ό.π., σελ. 79.</ref>.||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Φεβρουαρίου''':<br>''"Κόλπους Πατρός τυπούσι τού σού, Χριστέ μου, // Τού Συμεών αι χείρες, αι φέρουσί σε. // Δέξατο δευτερίη Χριστόν Συμεών παρά Νηώ."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Ο [[Ευαγγελισμός της Θεοτόκου]]'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Μαρτίου 25''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η μοναδική θεομητορική γιορτή που η υπόθεση της είναι παρμένη από την [[Καινή Διαθήκη]] (''Λουκ. 1,26-38'')<ref>Παπαδόπουλος, ''Αγιολογία'', ό.π., σελ. 95. Από το ίδιο και οι πληροφορίες που ακολουθούν.</ref>. Ο χρόνος εισαγωγής της στο εορτολόγιο της Εκκλησίας δεν είναι δυνατό να καθορισθεί. Πάντως το γεγονός ότι η Αγία Ελένη έκτισε βασιλική στη [[Ναζαρέτ]] στον κατά παράδοση οίκο όπου δέχθηκε η Θεοτόκος τον ευαγγελισμό, πρέπει να επέδρασε στη σύσταση τοπικής γιορτής. Συμβαίνει και εδώ το ίδιο φαινόμενο με τις άλλες θεομητορικές γιορτές. Οι τοπικές γιορτές στους χώρους όπου διαδραματίστηκαν τα διάφορα γεγονότα της ζωής της Θεοτόκου διαδίδονται με την πάροδο του χρόνου σ' όλο το χριστιανικό κόσμο. Η πρώτη μαρτυρία περί του εορτασμού του Ευαγγελισμού συναντάται στο ''Πασχάλιο Χρονικό''<ref>''"Ανώνυμον χρονικόν αρχόμενον από κτίσεως κόσμου και φθάνον...μέχρι του 629. Εγράφη ολίγον μετά την χρονολογίαν αυτήν...Ο συγγραφεύς του πρέπει να ήτο κληρικός"'' (Καραγιαννόπουλος Ιωάννης, ''Πηγαί της Βυζαντινής Ιστορίας'', 5η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 186-187).</ref> (624).||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Μαρτίου''':<br>''"Ήγγειλεν Υιόν Άγγελος τή Παρθένω, // Πατρός μεγίστης Βουλής μέγαν. // Γήθεο τή Μαρίη έφατ' Άγγελος εικάδι πέμπτη."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Μεταφορά της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Απριλίου 12''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η εορτή αυτή αποτελεί ενθύμηση της μετακόμισης της [[Τίμια Ζώνη|Τίμιας Ζώνης]] της ''Θεοτόκου'', η οποία έγινε από την επισκοπή Ζήλα (στην Καππαδοκία) στην Κωνσταντινούπολη το έτος 942, όταν βασιλείς ήταν οι Κων/νος και Ρωμανός οι Προφυρογέννητοι. Κατόπιν εναποτέθηκε στην ''αγία σωρό'' (ειδική θήκη) των Χαλκοπρατείων στις 12 Απριλίου<ref>Τσολακίδης, ''Αγιολόγιο...'', ό.π., σελ. 342.</ref>. Τμήμα της ''Τίμιας Ζώνης'' βρίσκεται σήμερα στην [[Ιερά Μονή Βατοπαιδίου|Μονή Βατοπαιδίου]] στο [[Άγιο Όρος]], δώρο του Σέρβου ηγεμόνα Λαζάρου (1371 -1389)<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 11 (1967), στ. 768.</ref>.||align="center"|'''Από το συναξάρι στο Μηναίο Απριλίου''':<br>''"Τη αυτή ημέρα, εν έτει εξακισχιλιοστώ τετρακοσιοστώ πεντηκοστώ, ανεκομίσθη η τιμία Ζώνη της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου από της επισκοπής Ζήλας επί την βασιλίδα των πόλεων, επί Κωνσταντίνου και Ρωμανού, των Πορφυρογεννήτων, μετά δε ταύτα, ύστερον μετετέθη εν τη αγία σορώ των Xαλκοπρατείων, κατά την τριακοστήν πρώτην του Αυγούστου μηνός."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Οι Χαιρετισμοί'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Τις πρώτες πέντε εβδομάδες της Μ. Τεσσαρακοστής''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">[[Χαιρετισμοί]] είναι μια καθιερωμένη ονομασία για την ακολουθία του [[Ακάθιστος ύμνος|Ακάθιστου ύμνου]], η οποία προήλθε από τα αλλεπάλληλα ''"Χαίρε"'' που περιλαμβάνει<ref>"Ακάθιστος", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 1164.</ref>. Στο σύνολό του, ο ''Ακάθιστος ύμνος'' περιλαμβάνει 24 [[Οίκος|οίκους]] (λειτουργικά άσματα που συνήθως ακολουθούν αλφαβητική ακροστιχίδα<ref>Βεργωτής Γεώργιος, ''Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων'', 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 163.</ref>) οι οποίοι ψάλλονται τμηματικά σε διάρκεια 5 εβδομάδων ως εξής: καταρχάς 4 ακολουθίες, από 6 οίκους την κάθε φορά, κι έπειτα άλλη μία ακολουθία όπου ψάλλεται ολόκληρος ο ''Ακάθιστος'', και με τους 24 ''οίκους''<ref>"Ακάθιστος", ''ΘΗΕ'', ό.π.</ref>. Το περιεχόμενό των ''Χαιρετισμών'' είναι ιστορικό (''Ευαγγελισμός'', επίσκεψη στην ''Ελισάβετ'', προσκύνηση των ποιμένων, ''Υπαπαντή'' κ.ά.) αλλά και Θεολογικό-Δογματικό, με βασικό θέμα την ενανθρωπηση του [[Χριστός|Κυρίου ημών Ιησού Χριστού]] και την Σωτηρία<ref>"Ακάθιστος", ''ΘΗΕ'', ό.π., στ. 1147.</ref>.||'''Χαιρετισμοί, απόσπασμα από τη στάση Δ΄''':<br>''"Χαίρε, ύψος δυσανάβατον ανθρωπίνοις λογισμοίς,<br>χαίρε, βάθος δυσθεώρητον καί Αγγέλων οφθαλμοίς.<br>Χαίρε, ότι υπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,<br>χαίρε, ότι βαστάζεις τόν βαστάζοντα πάντα.<br>Χαίρε, αστήρ εμφαίνων τόν Ήλιον,<br>χαίρε, γαστήρ ενθέου σαρκώσεως.<br>Χαίρε, δι' ής νεουργείται η κτίσις,<br>χαίρε, δι' ής βρεφουργείται Κτίστης.<br>Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Εγκαίνια του Ναού της Θεοτόκου ''Παντανάσσης'' στο Νησί της ''Αγίας Γλυκερίας'''''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Μαΐου 13''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Το μικρό νησί της ''Αγίας Γλυκερίας'' κείται προ του Νικητιάτου, δηλαδή προ της σημερινής πόλεως των ''Τούζλων''. Η μονή σωζόταν το 1158 καθώς αναφέρεται σε χρυσόβουλλο επικύρωσης κτημάτων<ref>Γεδεών Μανουήλ, ''Βυζαντινόν Εορτολόγιον. Μνήμαι των από του Δ' μέχρι του ΙΕ' αιώνος εορταζομένων αγίων'', εν Κωνσταντινουπόλει 1899, σελ. 181α.</ref> της από τον αυτοκράτορα ''Μανουήλ Κομνηνό''<ref>''Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας'' (επιμ. Αγαθαγγέλου επισκ. Φαναρίου), τόμ. 5ος - Μάιος, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 212.</ref>. ||align="center"|'''Από τον συναξαριστή<ref>''Συναξαριστής...'', ό.π.</ref> μηνός Μαΐου''':<br>''"Τη αυτή ημέρα, τα εγκαίνια του εν τη νήσω της Αγίας Γλυκερίας σεβασμίου καί θείου ναού της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, της Παντανάσσης."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου στο Σωσθένειο'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Ιουνίου 8''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στο Σωσθένειο (ή Στενία ή Στενή)<ref>Νικόδημος Αγιορείτης, ''Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού'', τόμ. Β', Αθήνησι 1868, σελ. 192 και υποσημ. #1. Δεν δίδονται περισσότερες πληροφορίες.</ref>.||align="center"|'''Από το συναξάρι στο Μηναίο Ιουνίου''':<br>''"Τή αυτή ημέρα, τελείται η σύναξις τής υπεραγίας Θεοτόκου εν τώ Σωσθενείω."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου εν τω "Άδειν"'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Ιουνίου 11''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Κατά τη σύναξη αυτή εορτάζεται η παράδοση από τον [[Αρχάγγελος Γαβριήλ|Αρχάγγελο Γαβριήλ]] του ύμνου ''"Άξιον εστιν"'' με θαυματουργικό τρόπο σε κάποιο κελί της ''Μονής Παντοκράτορος'' του [[Άγιο Όρος|Αγίου Όρους]]. Σύμφωνα με αγιορειτική παράδοση, ο αρχάγγελος Γαβριήλ ''"παρουσιασθείς εν σχήματι μοναχού"'' φιλοξενήθηκε από άλλο μοναχό στο [[Άγιο Όρος]] και κατά την ψαλμωδία μέσα στο ναό, έψαλλε το''"Άξιον εστιν ως αληθώς, μακαρίζειν σε, την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών"'' και είπε κατόπιν ''"ούτω να ψάλλετε και εσείς και όλοι οι ορθόδοξοι"'' και χάθηκε. Από τότε, το κελί το οποίο φιλοξένησε τον ''Γαβριήλ'' ονομάσθηκε ''"Άδειν"'' που σημαίνει ''"ψάλλειν"''<ref>"Άξιον εστιν", ''ΘΗΕ'', τόμ. 2 (1963), στ. 1015-1016.</ref>.||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Ιουνίου''':<br>''"Ή σας Γαβριήλ πρίν τό Χαίρε τή Κόρη. // Άδεις δέ καί νύν, Αξιόν σε υμνέειν."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου εν τοις Μαρανακίου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Ιουνίου 15''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">(Χωρίς περισσότερες πληροφορίες).||align="center"|'''Από το συναξάρι στο Μηναίο Ιουνίου''':<br>''"Τή αυτή ημέρα...η σύναξις της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου πέραν εν τοίς Μαρανακίου."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου της "Οδηγήτριας"'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Ιουνίου 20''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">(Χωρίς περισσότερες πληροφορίες).||align="center"|(Δεν αναφέρεται στο Μηναίο αλλά μόνο στον Μέγα Συναξαριστή<ref>''Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας'', τόμ. ΙΔ΄-Πεντηκοστάριον, έκδ. 5η, Αθήναι 1990, σελ. 551.</ref>.<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Η κατάθεση της τιμίας Έσθητος'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Ιουλίου 2''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η εορτή αυτή είναι μία εκ των αναφερομένων στα θεομητορικά άμφια, η οποία θεσπίσθηκε το 860. Όταν ήταν αυτοκράτορας ο ''Λέων Α΄'' ο ''Θράξ'' (457-474), έφτασε από τα Ιεροσόλυμα η Τίμια εσθήτα (=γυναικείο ένδυμα) της Υπεραγίας Θεοτόκου η οποία κατατέθηκε στο ναό των ''Βλαχερνών'', μέσα σε χρυσή λάρνακα, όμως ο ναός κάηκε το 1070, ανοικοδομήθηκε, και κάηκε ξανά στα 1434<ref>"Τιμίας εσθήτος εορτή", ''ΘΗΕ'', τόμ. 11 (1967), στ. 767-768.</ref>.||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Ιουλίου''':<br>''"Χιτών μέν Υιού Χριστοφρουροίς δημίοις. // Εσθής δέ Μητρός χριστοφρουρήτω πόλει. // Δευτερίη κατέθεντο σορώ Εσθήτα Πανάγνου."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου της "Γαλακτοτροφούσας"'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Ιουλίου 3''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η εικόνα της Παναγίας της Γαλακτοτροφούσας, σύμφωνα με προφορικές παραδόσεις, βρισκόταν στη [[Λαύρα]] του [[Όσιος|Οσίου]] ''Σάββα του Ηγιασμένου''. Πριν αυτός πεθάνει, είπε ότι κάποτε θα επισκεφθεί τη Λαύρα κάποιο βασιλοπαίδι, Σάββας ονομαζόμενος και αυτός και ζήτησε να του δοθεί η εικόνα αυτή ως ευλογία. όταν τον 13ο αιώνα, επισκέφθηκε τη Λαύρα ο Άγιος ''Σάββας ο Σέρβος'', πήρε την εικόνα και τη μετέφερε στη [[Ιερά Μονή Χιλανδαρίου]], στο [[Άγιος Όρος]]. Σήμερα βρίσκεται σε εκκλησία των [[Καρυές|Καρυών]] του Αγίου Όρους (που υπόκειται στη ''Μονή Χιλανδαρίου'') και είναι τοποθετημένη στο δεξιό μέρος του τέμπλου, όπου κανονικά θα έπρεπε να ήταν ο [[Χριστός]] που βρίσκεται στο αριστερό μέρος του τέμπλου<ref>Τσολακίδης, ''Αγιολόγιο...'', ό.π., σελ. 592-593.</ref>.||align="center"|(Δεν αναφέρεται στο Μηναίο αλλά μόνο στον Μέγα Συναξαριστή<ref>''Ο Μέγας Συναξαριστής...'', ΙΔ΄, ό.π.</ref>.<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου εν τοις Αρματίου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Ιουλίου 21''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Εορτή, μνήμης εγκαινίων του Ναού<ref>Γεδεών, ''...Εορτολόγιον'', ό.π., , σελ. 156α.</ref> που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 3 (1963), στ. 166.</ref>.||align="center"|'''Από το συναξάρι στο Μηναίο Ιουλίου''':<br>''"Τη αυτή ημέρα...η Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου εν ταίς Αρματίου."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου πέραν εν τω Πηγαδίω πλησίον του νέου Εμβόλου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Ιουλίου 26''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">(Χωρίς περισσότερες πληροφορίες).||align="center"|(Δεν αναφέρεται στο Μηναίο αλλά μόνο στον Μέγα Συναξαριστή<ref>''Ο Μέγας Συναξαριστής...'', ΙΔ΄, σελ. 551.</ref>.<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Η Κοίμηση της Θεοτόκου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Αυγούστου 15''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Όπως είναι γνωστό, επάνω από το [[Σταυρός|Σταυρό]] ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την ''Παναγία'' μητέρα του παρέλαβε ο [[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον|Ιωάννης ο Ευαγγελιστής]] στο σπίτι του (''Ιω. 19,26-27''). Σύμφωνα με την παράδοση, όταν ήλθε η στιγμή να τελειώσει η επίγεια ζωή της ''Θεοτόκου'', άγγελος Κυρίου της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πρίν, εκείνη χάρηκε και πήγε να προσευχηθεί [[Όρος των Ελαιών]], όπου συνήθιζε να προσεύχεται και ο Υιός της. Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα, μετά όμως τρεις ημέρες άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η ''Παναγία'' αναστήθηκε σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς<ref>Τσολακίδης, ''Αγιολόγιο...'', ό.π., σελ. 767.</ref>. Η γιορτή της ''Κοιμήσεως'' ή ''Μεταστάσεως'' της ''Θεοτόκου'' συστήθηκε στα Ιεροσόλυμα κατά τις αρχές του 5ου αιώνα. Αργότερα το κέντρο εορτασμού μετατέθηκε στη [[Γεθσημανή]], στό χώρο όπου βρισκόταν ο τάφος της ''Παναγίας''. Κατά τον 6ο αιώνα ο εορτασμός είχε διαδωθεί στη ''Συρία'' ενώ στα τέλη του ίδιου αιώνα ο αυτοκράτορας ''Μαυρίκιος'' επέβαλε τον εορτασμό σ' ολόκληρη την αυτοκρατορία κατά την 15η Αυγούστου. Στις αρχές του 7ου αιώνα διαδόθηκε στη Δύση.<ref>Παπαδόπουλος, ''Αγιολογία'', ό.π., σελ. 96.</ref>||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Αυγούστου''':<br>''"Ου θαύμα θνήσκειν κοσμοσώτειραν Κόρην, // Του κοσμοπλάστου σαρκικώς τεθνηκότος. // Ζη αεί Θεομήτωρ, καν δεκάτη θάνε πέμπτη."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου εν τοις Αρματίου'''</big>||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Αυγούστου 17''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Βλ. εορτή στις 21 Ιουλίου.||align="center"|(Δεν αναφέρεται στο Μηναίο αλλά μόνο στον Μέγα Συναξαριστή<ref>''Ο Μέγας Συναξαριστής...'', ΙΔ΄, ό.π.</ref>.<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Σύναξη της υπεραγίας Θεοτόκου εν τω Πυρσώ της Ευρυτανίας'''||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Αυγούστου 22''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η σύναξη αυτή, αφορά την εικόνα της Παναγίας της ''Προυσιώτισσας'' η οποία λέγεται ότι την ζωγράφισε ο [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Ευαγγελιστής Λουκάς]] καί ήλθε από την ''Προύσα'' της ''Μ. Ασίας'' στα χρόνια της εικονομαχίας. Στο δρόμο για την Ελλάδα η εικόνα χάθηκε και κατόπιν αποκαλύφθηκε θαυματουργικά σ' ένα βοσκό, με μια στήλη φωτός σαν πυρσός, το μέρος όπου ήταν κρυμμένη<ref>Τσολακίδης, ''Αγιολόγιο...'', ό.π., σελ. 743-744.</ref>.||align="center"|(Δεν αναφέρεται στο Μηναίο αλλά μόνο στον Μέγα Συναξαριστή<ref>''Ο Μέγας Συναξαριστής...'', ΙΔ΄, ό.π., σελ. 551.</ref>.<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Η κατάθεση της τιμίας Ζώνης'''||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Αυγούστου 31''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Η ανάκτηση της τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου, άλλοι λένε ότι έγινε από το βασιλιά ''Αρκάδιο'' και άλλοι από το γιο του Θεοδόσιο τον Β΄. Η μεταφορά έγινε από την [[Ιερουσαλήμ]] στην [[Κωνσταντινούπολη]] και την τοποθέτησαν σε μια χρυσή θήκη, που ονομάσθηκε ''αγία σωρός''. Όταν πέρασαν 410 χρόνια, ο βασιλιάς Λέων ο Σοφός άνοιξε την ''αγία σωρό'' και αφού προσευχήθηκαν άπλωσε την [[Τίμια Ζώνη]] επάνω στη βασίλισσα σύζυγο του ''Ζωή'' και εκείνη ελευθερώθηκε από δαιμόνιο<ref>Τσολακίδης, ''Αγιολόγιο...'', ό.π., σελ. 767.</ref>. Το γεγονός αυτό, ήταν και η αιτία για την καθιέρωση της γιορτής και σημαντικοί υμνογράφοι της Εκκλησίας έγραψαν εγκωμιαστικούς λόγους<ref>"Τίμιας ζώνης εορτή", ''ΘΗΕ'', τόμ. 3 (1963), στ. 166.</ref>.||align="center"|'''Στίχοι από το Μηναίο Αυγούστου''':<br>''"Χρυσήν κορωνίδ' οία, σεμνή Παρθένε, // Τω τού χρόνου τίθημι σήν Ζώνην τέλει. // θέντο σορώ Ζώνην πρώτη Πανάγνου Τριακοστή."''<br />
|-<br />
|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>'''Ανακαίνιση Ναού της Θεοτόκου εν τω Νεωρίω'''||align="center"|<font style="font-family: Palatino Linotype"><big>''Αυγούστου 31''</big><br />
|-<br />
|<font style="font-family: Verdana">Ο ανακαινισθείς ναός της ''Θεοτόκου'' στο Νεώριο, ήταν κτήμα του πατρικίου Αντωνίου και βρισκόταν μέσα στην αυλή τού σπιτιού του. Κατά την αναπαλαίωση στον ναό γίνονταν πολλά θαύματα σε πολλούς που προσέρχονταν σ' αυτόν με πίστη. Όταν πέθανε ο πατρίκιος ''Αντώνιος'', ο ναός εγκαταλείφθηκε και ερήμωσε. Όταν ο βασιλιάς Ρωμανός Α΄ Λεκαπηνός ετοιμαζόταν να τον γκρεμίσει, ο επιστάτης της κατεδαφίσεως του ναού εμποδίστηκε με οπτασία της Θεοτόκου. Τότε αποφασίστηκε να ανακαινισθεί ο ναός και με χρυσόβουλο εξασφαλίστηκε ετήσια χορήγηση για τη συντήρηση του<ref>Τσολακίδης, ''Αγιολόγιο...'', ό.π., σελ. 743-744.</ref>.||align="center"|'''Από το συναξάρι στο Μηναίο Αυγούστου''':<br>''"Τή αυτή ημέρα, μνήμη τής ανακαινίσεως τού ναού τής Υπεραγίας Θεοτόκου εν τώ Νεωρίω."''<br />
|-<br />
|}<br />
<br />
==Εικονογραφία==<br />
Στη χριστιανική τέχνη, τις αρχαιότερες απεικονίσεις της ''αειπαρθένου Μαρίας'' τις συναντάμε σε τοιχογραφίες των ρωμαϊκών κατακομβών. Κυρίως όμως μετά τη [[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο]] (431) διαμορφώνεται σταδιακά η θεομητορική εικονογραφία. Τα σπουδαιότερα θέματα και οι σημαντικότεροι εικονογραφικοί τύποι της Θεομήτορος είναι<ref>Για την ενότητα αυτή, βλ.: "Μαρία" > "Εικονογραφία", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 685-707.</ref>:<br />
<br />
*<font style="font-family: Trebuchet MS">'''Η ''Θεοτόκος'' μόνη ή με το θείο Βρέφος εικονίζεται ως:'''</font><br />
::α) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Δεομένη''':</font> η ''Παρθένος Μαρία'' εικονίζεται όρθια, με τα χέρια σε υψωμένα σε δέηση.<br />
<br />
::β) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Πλατυτέρα''':</font> στο ''ιερό βήμα'' των ναών, άλλοτε όρθια, ολόσωμη, με το θείο βρέφος στην αγκαλιά, άλλοτε καθήμενη σε θρόνο, με τον [[Χριστός|Χριστό]] ως παιδί στα γόνατα ή και ως βρεφοκρατούσα.<br />
<br />
::γ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Οδηγήτρια''':</font> η ''Θεοτόκος'' όρθια (εικονίζεται το άνω ήμισυ του σώματος), βρεφοκρατούσα και ελαφρά στραμμένη αριστερά, φέρει τον [[Χριστός|Χριστό]] με το αριστερό της χέρι και υψώνει το δεξί. Τα πρόσωπα τους δεν εφάπτονται.<br />
<br />
::δ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Ελεούσα ή Γλυκοφιλούσα''':</font> η ''Θεοτόκος'' εικονίζεται θωπευομένη και γλυκοφιλουμένη από τον μικρό [[Χριστός|Χριστό]] τον οποίον φέρει γέρνοντας το κεφάλι της προς το μάγουλό Του.<br />
<br />
::ε) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Γαλακτοτροφούσα''':</font> η ''Παρθένος'' φέρει το Θείο Βρέφος το οποίο θηλάζει. Ο τύπος αυτός απαντά από τον 2ο αιώνα σε [[κατακόμβες]] της Ρώμης.<br />
<br />
::στ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Παναγία του Πάθους (''Αμόλυντος'')''':</font> η ''Παναγία'' με το αριστερό χέρι κρατά τον [[Χριστός|Χριστό]] ενώ με το δεξί υποβαστάζει τα χέρια του. Ο [[Χριστός]] στρέφει το κεφάλι αριστερά και κοιτά τον αρχάγγελο ''Γαβριήλ'' ο οποίος κρατάει τον [[Σταυρός|Σταυρό]], ενώ στα δεξιά της εικόνας ο αρχάγγελος ''Μιχαήλ'' φέρει τα σύμβολα του Πάθους, δηλ. τη λόγχη και το σπόγγο.<br />
<br />
::ζ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Νικοποιός''':</font> η ''Θεομήτωρ'' εικονίζεται (σε προτομή), φέρουσα τον μικρό ''Χριστό''. Η έκφρασή της είναι αυστηρή και μεγαλοπρεπής.<br />
<br />
::η) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η αγία Σκέπη''':</font> η ''Θεοτόκος'' εικονίζεται εκτείνουσα, ως σκέπη και προστασία των πιστών, το πέπλο της. Συχνά, υπεράνω της ''Θεοτόκου'' εικονίζονται δύο άγγελοι οι οποίοι εκτείνουν το ένδυμα.<br />
<br />
::θ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος η βασίλισσα''':</font> η ''Παναγία'' κατά την παράσταση αυτή φέρει στέμμα και είναι ενδεδυμένη βασιλική στολή, κάθεται σε θρόνο και έχει στα γόνατα της τον [[Χριστός|Χριστό]].<br />
<br />
<br />
*<font style="font-family: Trebuchet MS">'''Η ''Θεοτόκος'' σε παραστάσεις του βίου του ''Χριστού'':'''</font><br />
::α) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος στη Γέννηση του Χριστού''':</font> στην παράσταση αυτή, η ''Θεοτόκος'' εικονίζεται είτε δίπλα στη φάτνη, είτε ημικατακλινόμενη, είτε γονυπετής και σπανιώτερα, θηλάζουσα.<br />
<br />
::β) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος στην Προσκύνηση των Μάγων''':</font> η ''Παναγία'' εικονίζεται καθήμενη σε θρόνο, φέρει στα γόνατά της το παιδί και δέχεται τους μάγους οι οποίοι προσφέρουν τα δώρα.<br />
<br />
::γ)<font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος στην Υπαπαντή''':</font> η ''Θεοτόκος'' φέρει στα χέρια της το παιδί το οποίο ετοιμάζεται να δεχθεί ο [[Συμεών]].<br />
<br />
::δ)<font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος κατά τη Φυγή στην Αίγυπτο''':</font> η ''Θεοτόκος'', καθισμένη σε λευκό όνο, έχει στην αγκαλιά της το παιδί ενώ προπορεύεται ο γιος του [[Ιωσήφ]], Ιάκωβος, και ακολουθεί ο [[Ιωσήφ]] έχοντας ράβδο στον ώμο.<br />
<br />
::ε)<font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος στη Σταύρωση''':</font> η ''Θεοτόκος'' εικονίζεται μόνη στα δεξιά του ''Εσταυρωμένου'' έχοντας το αριστερό χέρι στο μάγουλο και το δεξί μπροστά από το στήθος''"κοσμίως φέρουσα το πάθος"''.<br />
<br />
::ζ)<font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος στην Αποκαθήλωση''':</font> η ''Παναγία'' εικονίζεται συνήθως δεξιά του Αποκαθηλουμένου, και άλλοτε ασπάζεται το ένα χέρι του, άλλοτε τα δύο.<br />
<br />
::η)<font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος στον Επιτάφιο θρήνο''':</font> στην παράσταση αυτή η ''Θεοτόκος'' εναγκαλίζεται με βαθύ πόνο το ξαπλωμένο σώμα του Κυρίου.<br />
<br />
::θ)<font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Θεοτόκος στην Ανάληψη''':</font> η ''Παρθένος'' εικονίζεται ανάμεσα στους [[Απόστολος|Αποστόλους]] με υψωμένα τα χέρια.<br />
<br />
<br />
*<font style="font-family: Trebuchet MS">'''Η ''Θεοτόκος'' σε παραστάσεις του βίου της:'''</font><br />
::α) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Το Γενέσιο της Θεοτόκου Μαρίας''':</font> η ''Παρθένος'' εικονίζεται ως βρέφος, λουόμενο σε λεκάνη από δύο γυναίκες.<br />
<br />
::β) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Κολακεία της Θεοτόκου''':</font> η μικρή ''Παρθένος'' κρατείται τρυφερά άλλοτε από τον πατέρα και άλλοτε από τη μητέρα της.<br />
<br />
::γ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Τα επτά πρώτα βήματα της Θεοτόκου (Επταβηματίζουσα)''':</font> η ''Θεοτόκος'' εικονίζεται ως παιδί και κάνει τα πρώτα της επτά βήματα κατευθυνόμενη προς την αγκαλιά της μητέρα της.<br />
<br />
::δ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η ευλογία της Θεοτόκου από τους ιερείς''':</font> η μικρή ''Παρθένος'' οδηγείται προς τους ιερείς, από τον ένα ή και τους δύο γονείς της.<br />
<br />
::ε) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Τα Εισόδια της Θεοτόκου''':</font> η ''Θεοτόκος'' εικονίζεται τριετής, να οδηγείται στο Ναό από τους γονείς της συνοδευόμενη από λαμπαδηφόρους παρθένους ενώ την υποδέχεται ο αρχιερέας Ζαχαρίας. Κάποτε, τα ''Εισόδια'' εικονίζονται από περισσότερες αγιογραφίες οι οποίες παρουσιάζουν το θέμα σε διαδοχικές σκηνές.<br />
<br />
::στ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Ο Ευαγγελισμός παρά το φρέαρ''':</font> η ''Θεοτόκος'' φέρει στάμνα και στέκεται κοντά σε πηγάδι ενώ υπεράνω της ίπταται άγγελος.<br />
<br />
::ζ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου''':</font> η ''Θεοτόκος'' άλλοτε εικονίζεται όρθια, εκφράζοντας με κλίση του κεφαλιού την υποταγή στο θέλημα του θεού και άλλοτε δείχνει την ταραχή της και τη σκέψη ''"ποταπός είη ο ασπασμός"''.<br />
<br />
::η) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Ο ασπασμός της Θεοτόκου και της Ελισάβετ''':</font> η ''Θεοτόκος'' και η [[Ελισάβετ]] εναγκαλίζονται έξω από την είσοδο του οίκου του ''Ζαχαρία''.<br />
<br />
::θ) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Οι υποψίες του Ιωσήφ για την Παρθένο''':</font> η ''Θεοτόκος'' στέκεται απέναντι στον θλιμένο, εξ αιτίας της εγκυμοσύνης της, [[Ιωσήφ]]. Άλλοτε, ο [[Ιωσήφ]] εικονίζεται κοιμώμενος, ενώ άγγελος εξηγεί στο όνειρό του τα γεγονότα, τη στιγμή που η ''Θεοτόκος'' εικονίζεται θλιμένη, καθισμένη σε θρόνο.<br />
<br />
::ι) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Το ταξίδι στη Βηθλεέμ''':</font> η ''Θεοτόκος'' μεταβαίνει με τον [[Ιωσήφ]] στη [[Βηθλεέμ]] για την απογραφή, καθισμένη σε λευκό όνο ενώ προπορεύεται ο γιος του [[Ιωσήφ]], Ιάκωβος κρατώντας το ζώο από το χαλινάρι, και ακολουθεί ο [[Ιωσήφ]].<br />
<br />
::ια) <font style="font-family: Palatino Linotype">'''Η Κοίμηση της Θεοτόκου''':</font> η ''θεομήτωρ'' εικονίζεται νεκρή, ξαπλωμένη σε φέρετρο ενώ γύρω της στέκονται βαθιά θλιμμένοι οι Απόστολοι. Στο μέσο της σύνθεσης και πάνω από το φέρετρο εικονίζεται ο [[Χριστός]] κρατώντας στα χέρια του την ψυχή της με μορφή σπαργανωμένου βρέφους. Συχνή είναι και η απεικόνιση της απόκρυφης διήγησης όπου ο εβραίος ''Ιεφωνίας'' επιχειρεί την ανατροπή του φερέτρου, οπότε άγγελος Κυρίου απέκοψε από τους ώμους τα χέρια του.<br />
<br />
==Επίθετα==<br />
Η υμνογραφία, η τέχνη, η λατρεία και ο θρησκευτικός βίος στο σύνολό του, δημιούργησαν την ανάγκη να αποδοθούν στη ''Θεοτόκο'' διάφορα επίθετα<ref>Πηγή για την ενότητα αυτή: "Μαρία" > "Τα επίθετα", ''ΘΗΕ'', τόμ. 8 (1966), στ. 709-713.</ref>, πολλά από τα οποία είναι ιδιαίτερα εκφραστικά, και παρουσιάζουν με χαρακτηριστικό τρόπο την εφευρετικότητα του πιστού άνθρωπου και του γλωσσοπλάστη λαού. Είναι σαφές ότι η κατάνυξη δεν περιορίζεται στον προικισμένο υμνωδό ή τον εμπνευσμένο ποιητή, αλλά διακρίνει και το ανώνυμο πλήθος, τον πιστό λαό. Η τόσο αγαπητή μορφή της ''Παναγίας'', η οποία στις λειτουργικές εκδηλώσεις βιώνεται ως πιστή και σεμνή κόρη ή ως μητέρα που αγαπά αλλά και πονά σε εκείνες της συγκλονιστικές στιγμές της [[Σταυρός|Σταύρωσης]], είναι αγία μορφή, με ύψιστη δεκτικότητα της θείας χάρης, υπακοή στη θεία βούληση, αγνότητα και πίστη, χαρίσματα που την αξίωσαν να προσδώσει την ανθρώπινη φύση στον αΐδιο [[Χριστός|Λόγο]] του Θεού. Η ''Θεοτόκος'', για τον πιστό, είναι πρόσωπο εμπιστοσύνης, μετριάζει τον πόνο, διαλύει τη θλίψη, παρηγορεί, μεσολαβεί, βοηθά. <br />
<br />
*Ο λαός προσδίδει στην ''Παναγία'' από τους ναούς της, τη θέση τους, τον τρόπο κατασκευής τους κ.λπ., πασίγνωστα επίθετα όπως ''Καστρινή'', ''Χρυσοκαστρίτισσα'', ''Ακρωτηριανή'', ''Πυργιανή'', ''Αμπελιώτισσα'', ''Θαλασσινή'', ''Θολοσκέπαστη'', ''Θεόχτιστη'', ''Κρεμαστή'', ''Σπηλιανή'', ''Πλατανιώτισσα'' κ.λπ.<br />
<br />
*Ο ποιητής, γεμάτος ψυχική ευλαβεία, με αφορμή τον βίο της ''Θεοτόκου'', την κοσμεί προσφωνόντας την ''αειπάρθενο'', ''άμωμο'', ''άμεμπτη'', ''σεμνή'', ''άχραντη'', ''άσπιλη'', ''υπέρλαμπρη'', ''αμάραντο ρόδο'', ''ιερό καταφύγιο'', ''βάθος αμέτρητο''.<br />
<br />
*Από τα θαύματα και τις διαφόρες ιδιότητες της, η ''Παναγία'' ονομάστηκε από λόγιους και λαό ''Γοργοεπήκοος'', ''Ελεούσα'', ''Γιάτρισσα'', ''Παρηγορίτισσα'', ''Πονολύτρια''.<br />
<br />
*Ο [[Αγιογραφία|αγιογράφος]] πάλι, απεικονίζει τους παραδεδομένους τύπους της ''Βρεφοκρατούσας'', ''Γλυκοφιλούσας'', ''Γαλακτοτροφούσας'', ''Πλατυτέρας'', ''Ζωοδόχου Πηγής'', ''Οδηγητρίας'', ''Ελεούσας'' κ.λπ.<br />
<br />
*Πολλά είναι και τα εγκωμιαστικά επίθετα που απονέμουν στη ''Θεοτόκο'' έπαινο, θαυμασμό και βαθύτατο σεβασμό: ''Ηλιόκαλη'', ''Χρυσοπηγή'', ''Χρυσοσπηλιώτισσα'', ''Αναφωνήτρια'', ''Γερόντισσα'', ''Δέσποινα'', ''Κυρά'', ''Παντάνασσα'', ''Χιλιαρμενίτισσα'' και πολλά άλλα.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Δείτε επίσης==<br />
*[[Ευαγγελισμός της Θεοτόκου]]<br />
*[[Ιησούς Χριστός]]<br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
*«Αειπαρθενία της Θεοτόκου», , ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'', τόμ. 1, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1962, στ. 469-470.<br />
*Θεοδώρου Ανδρέας, «''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά''», 3η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 119-125.<br />
*Θεοδώρου Ανδρέας, «''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά''», 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 112-119.<br />
*«Θεομητορικαί εορταί», ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'', τόμ. 6, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 274-276.<br />
*«Θεοτόκος», εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 27, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.<br />
*«Θεοτόκος», ''e-δομή'' (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ''ΔΟΜΗ''), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].<br />
*[[Ιωάννης Δαμασκηνός|Ιωάννου Δαμασκηνού]], «''Η Θεοτόκος''» (μτφρ. Μάινας κ.ά., κείμενο-εισαγωγή-σχόλια: Αθανάσιος Γέφτιτς), Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1995.<br />
*Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «''Οι πληροφορίες των απόκρυφων χριστιανικών κειμένων για την Παναγία''», στο ''Βιβλικές Μελέτες Γ΄'' (Βιβλική Βιβλιοθήκη #28), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004 (σελ. 260-281).<br />
*«Μαρία η Θεοτόκος», εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 40, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.<br />
*«Μαρία η Θεοτόκος», Κολιτσάρας Θ. Ιωάννης, ''Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν της Αγίας Γραφής'', 'Η Ζωή', 2η έκδ., Αθήναι 1998, σελ. 219-222.<br />
*«Μαρία», ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'', τόμ. 8, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1966, στ. 649-722.<br />
*«Μαρία», ''Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας'' (μτφρ. από τα Γαλλικά με εποπτεία Σάββα Αγουρίδη, Σταύρου Βαρτανιάν), Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980, στ. 627-633.<br />
*«Παναγία», ''e-δομή'' (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ''ΔΟΜΗ''), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].<br />
*Παπαδόπουλος Αντώνιος, «''Αγιολογία''», τόμ. Ι - Θέματα γενικά, ειδικά και εορτολογίου, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 91-96.<br />
*Πατρώνος Π. Γεώργιος, «''Η Ιστορική Πορεία του Ιησού''», Δόμος, Αθήνα 1991, σελ. 89-119.<br />
*Ροπς Ντανιέλ, «''Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού''» (μτφρ. Έλλης Αγγέλου), 2η έκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 1990.<br />
*Τρεμπέλας Ν. Παν., «''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας''», τόμ. Β', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 204-216.<br />
*Τσάμης Γ. Δημητρίος, «''Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας''», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 57-92.<br />
*Φίλης Χαρ. Λουκάς, «''Η Αξία των Καταλόγων του Γενεαλογικού Δένδρου του Ιησού Χριστού''», Αθήνα 1978, σελ. 19-23.<br />
*Φλορόφσκυ Γεώργιος, «''Η αειπάρθενος μητέρα του Θεού''», στο ''Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας'', 2η έκδ., Άρτος Ζωής, Αθήνα 1989 (σελ. 125-139).<br />
<br />
[[Κατηγορία:Θεολογία]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Θ]]<br />
[[Κατηγορία:Δογματική|Θ]]<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Θ]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Θ]]<br />
<br />
{{Αξιόλογο Άρθρο}}<br />
<br />
[[ar:والدة الإله]]<br />
[[bg:Богородица]]<br />
[[en:Theotokos]]<br />
[[es:Theotokos]]<br />
[[fr:Marie la Mère de Dieu]]<br />
[[mk:Пресвета Богородица]]<br />
[[pt:Mãe de Deus]]<br />
[[ro:Maica Domnului]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9C%CE%AC%CE%BE%CE%B9%CE%BC%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%9F%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B7%CF%84%CE%AE%CF%82&diff=20843Μάξιμος ο Ομολογητής2020-05-14T22:40:51Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>Ο '''Μάξιμος Ομολογητής''' (580 ''Κωνσταντινούπολη'' - 662 ''Λαζική, Πόντος'') αποτελεί μία από τις σημαντικότερες ιστορικές και εκκλησιαστικές<ref>Κατα τον Andrew Louth στο σχετικό βιβλίο του για τον Μάξιμο Ομολογητή τον χαρακτηρίζει ως τον σπουδαιότερο θεολόγο της Βυζαντινής περιόδου [http://books.google.tg/books/about/Maximus_the_Confessor.html?hl=fr&id=DEpOMmY51_MC]</ref><ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, τ. Ε', σελ. 266 ''"Είναι δύσκολο να ευρεθή άλλος θεολόγος που να επηρέασε περισότερον την πορείαν της ελληνικής ορθοδόξου θεολογίας από αυτόν"''</ref> προσωπικότητες της βυζαντινής περιόδου. Κατά τον πολιτικό του βίο διετέλεσε στέλεχος υψηλά ιστάμενων κρατικών διοικητικών θέσεων και αργότερα [[Μοναχός]]. Ως μοναχός υπήρξε η κεντρική προσωπικότητα που πρωτοστάτησε στην εκκλησιαστική έριδα του [[Μονοθελητισμός|μονοθελητισμού]], η οποία είχε σαφείς πολιτικές, πολιτειακές και γεωπολιτικές προεκτάσεις<ref>Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί...αιώνα, σελ. 332</ref>, καθώς η θεολογία του υπήρξε ο πυρήνας της αντίδρασης στις βασιλικές επιδιώξεις για ένα θεολογικό συμβιβασμό μεταξύ [[Ορθόδοξη Εκκλησία|ορθοδόξων καθολικών]] και [[Μονοφυσιτισμός|μονοφυσιτών]]<ref>Νίκος Ματσούκας, Κόσμος...Μάξιμο Ομολογητή,σελ 20-21</ref>. Παράλληλα εξέφρασε με μεστό τρόπο τη διδασκαλία των προηγούμενων [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενικών συνόδων]], αναδεικνύοντας τον ως την εξέχουσα εκκλησιαστική προσωπικότητα της εποχής του, στοιχείο που τον οδήγησε και στο προσωπικό του μαρτύριο και εξορία. Το θεολογικό, φιλοσοφικό και συγγραφικό του έργο σήμερα εκτιμάται για την αρτιότητα και την ιδιαιτερότητα του, ως ένα εξαίσιο δείγμα υψηλής θεολογίας με σημαντική χρήση φιλοσοφικών όρων και μεθόδων<ref>Π, Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 278</ref>, που δεν αφήνει ασυγκίνητους για την ποιότητά του, τους σημαντικότερους θεολόγους, ερευνητές και φιλοσόφους της εποχής μας.<br />
<br />
Ο Μάξιμος συναριθμείτε στους [[Άγιος|Αγίους]] της Ορθόδοξης Εκκλησίας και εορτάζεται [[Πρότυπο:21 Ιανουάριος|21 Ιανουαρίου]].<br />
{{Άγιος<br />
| Όνομα = Μάξιμος ο Ομολογητής<br />
| Εικόνα = [[Image:Maximus.jpg|160px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο άγιος Μάξιμος<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = 580 μ.Χ. Κωνσταντινούπολη<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = 662 μ.Χ. Λαζική, Πόντος<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = [[Πρότυπο:21 Ιανουάριος|21 Ιανουαρίου]]<br />
| Ημερομηνίες = <br />
| Τίτλος = [[Μοναχός]], [[Ομολογητής|Ομολογητής]]<br />
}}<br />
==Ο βίος του==<br />
===Νεανικά χρόνια και πρώιμος μοναστικός βίος===<br />
<br />
Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τον βίο του Μάξιμου κατά την νεανική περίοδο της ζωή του. Τις όποιες πληροφορίες τις αντλούμε κατά βάση από κάποιο ανώνυμο βιογράφο του<ref>PG 90,57-110</ref> και τέσσερα έτερα αποσπασματικά βιογραφικά κείμενα<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, τ. Ε', σελ. 266</ref>. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 580μ.Χ. και υπήρξε γόνος επιφανούς<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 327</ref> οικογένειας, η οποία φέρεται να του παρείχε σπουδαία εγκύκλια<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 327: "''αυτό σημαίνει ότι η εκπαίδευσή του θα διήρκησε απο το 6ο ή 7ο έτος της ηλικίας τους εως το 21ο και περιελάμβανε γραμματική, κλασσική φιλολογία, ρητορική και φιλοσοφία (συμπεριλαμβανομένων αριθμητικής, μουσικής, γεωμετρίας, αστρονομίας, μουσικής, ηθικής, δογματικής, μεταφυσικής) και επίσης πρέπει να συμπεριελάμβανε την πρώτη επαφή με τον Αριστοτέλη και τους νεοπλατωνικούς (μέσω υπομνημάτων του Πρόκλου και του Ιάμβλιχου)''"</ref> και θεολογική παιδεία<ref>Νίκος Ματσούκας, ο.π., σελ. 17</ref>. Σύντομα ανήλθε στην κρατική διοικητική θέση του πρώτου υπογραφέα των βασιλικών υπομνημάτων (αρχιγραμματέας)<ref>Εις τον βίον και άθλησιν του οσίου Πατρός Ομολογητού Μαξίμου PG 90, 72 A</ref>, πλησίον του Αυτοκράτορα Ηράκλειου. Σύμφωνα με το βιογράφο του ο Μάξιμος διακρινόταν για την σύνεση και την ικανότητα να λαμβάνει αποφασιστικές και γρήγορες αποφάσεις<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 329</ref>, αποτέλεσμα που τον οδήγησε στην θέση αυτή. Το κλίμα όμως του παλατιού όσο και των διοικητικών καθηκόντων, φαίνεται πως τελικά δε τον γοήτευσε και στράφηκε προς το μοναχικό βίο.<br />
<br />
Εκάρη μοναχός στη μονή της Χρυσουπόλεως<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 328</ref>, στην ασιατική πλευρά της Κωνσταντινουπόλεως, κοντά στο φιλοσοφικό και πνευματικό κέντρο της εποχής, την Χαλκηδόνα. Εκεί δεν επιζήτησε κάποιο ιερατικό βαθμό, ενώ δεν είναι βέβαιο και αν ανήλθε στην θέση του ηγουμένου<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 327</ref>. Παρέμεινε στο μοναστήρι περί τα 10 έτη, διακρινόμενος για το ασκητικό του φρόνημα όπως μαθαίνουμε από τις περιγραφές των ασκητικών επιδόσεών του<ref>PG 90, 72</ref> καθώς και για το πνεύμα του και τη σοφία του ανάμεσα στους μοναχούς. Συντεταγμένο συγγραφικό έργο αυτή την εποχή δεν έχουμε<ref>Νίκος Ματσούκας, ο.π., σελ. 18</ref>, παρατηρώντας όμως την επιστολογραφία του και ιδίως με τον Ιωάννη Κουβικουλάριο, αντιλαμβανόμαστε πως δεν εξέλειπαν οι επαφές με την Αυλή αυτή την περίοδο<ref>Νίκος Ματσούκας, ο.π., σελ. 17</ref>. Κατά το 624 υποχρεώνεται να μετακινηθεί από το μοναστήρι, εξ αιτίας των Περσικών επιδρομών. Η περιπλάνησή του θα διαρκέσει αρκετά χρόνια μέχρι να καταλήξει στη Ρώμη όπου θα οργανώσει το συντεταγμένο αγώνα κατά του [[Μονοθελητισμός|μονοθελητισμού]]. Έτσι θα περάσει από την Κύζικο, την Κρήτη, την Κύπρο, ίσως την Αλεξάνδρεια<ref>PΒλ. Φειδά, ο.π., σελ. 742</ref> και την Καρθαγένη και σε όλο αυτό το διάστημα θα γνωρίσει και θα μελετήσει σε βάθος τη θεολογία του μονοθελητισμού η οποία προσπαθεί να επιβληθεί στην Ορθόδοξη Καθολική εκκλησία, με βασιλικό επικάλυμμα.<br />
<br />
===Δύση και αντίδραση στον μονοθελητισμό===<br />
====Το ιστορικό πλαίσιο====<br />
Κατά τα τέλη του 6ου αιώνα το [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|βυζαντινό κράτος]] βρισκόταν σε δυσχερή γεωπολιτική θέση. Οι επιθέσεις των Περσών καθώς και η διαρκώς αυξανόμενη άνοδος τον Αράβων, είχαν θέσει σε κίνδυνο ζωτικά τμήματα της Αυτοκρατορίας. Συνάμα σημαντικές διασπαστικές τάσεις προέρχονταν από το εσωτερικό, καθώς η [[Μονοφυσιτισμός|μονοφυσιτική]] έριδα είχε αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια του μίσους ισχυρής πλειοψηφίας κατοίκων των νότιων και ανατολικών επαρχιών σε βάρος της κεντρικής διοίκησης του κράτους<ref>Βλ. Φειδάς, Εκκλ. Ιστορία, Α', σελ. 731</ref>. Μία σειρά αυτοκρατόρων από τον [[Ιουστινιανός|Ιουστινιανό]] και μετά αντιλαμβάνονται πως ο προσεταιρισμός των αραβικών λαών θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση των κεκτημένων του κράτους, με αποτέλεσμα τη χρήση της εκκλησιαστικής πολιτικής ως μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού<ref>Ν. Ματσούκας, ο.π., σελ. 15</ref>. Άλλωστε το μίσος αυτό υποδαυλιζόταν επιπρόσθετα από την κρατική στήριξη στις αποφάσεις της [[Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Δ' Οικουμενικής Συνόδου]]. Οι περιοχές της Συρίας, της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου, ήταν και οι περιοχές οι οποίες είχαν περισσότερο αγκαλιάσει το μονοφυσιτισμό, ενώ παράλληλα ήσαν και οι περιοχές που είχαν πληγεί περισσότερο από τις αποφάσεις της κεντρικής διοίκησης του κράτους. Αυτό είχε επιφέρει αυξανόμενη δυσφορία, σε σημείο οι Περσικές ή αραβικές επιθέσεις στις περιοχές αυτές να αντιμετωπίζονται είτε με απάθεια από την τοπικό πληθυσμό, είτε σε άλλες περιπτώσεις παρέχοντας στήριξη προς τους αντίστοιχους μονοφυσίτες ηγέτες<ref>Βλ. Φειδάς, Εκκλ. Ιστορία, Α', σελ. 732</ref>. <br />
<br />
Η συντεταγμένη βασιλική προσπάθεια στα χρόνια του Μάξιμου εντοπίζεται στο ζήτημα της ενώσεως της εκκλησίας με τους μονοφυσίτες των περιοχών αυτών, υπό τον τον θεολογικό όρο της μίας ενέργειας και μίας θέλησης στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Σύμφωνα με τον όρο της Χαλκηδόνας, ο Ιησούς Χριστός είχε δύο φύσεις ασύγχυτες και άτρεπτες μεν, σε κοινωνία δε, στην [[υπόσταση]] του ενός [[Πρόσωπο|προσώπου]]. Παρεπόμενη θεολογική συνέπεια ήταν πως κάθε φύση ενεργεί και θέλει. Τώρα η προσπάθεια, υπό τον κρατικό μανδύα που διακαώς επιθυμεί μια συμβιβαστική λύση, επικεντρώνεται στην αποσαφήνιση των όρων της μίας ενέργειας και θέλησης του προσώπου του Ιησού<ref>Βλ. Φειδάς, Εκκλ. Ιστορία, Α', σελ. 733 κεξ</ref>, παρακάμπτοντας τρόπον τινά το ζήτημα της άμεσης ένωσης των φύσεων ([[ουσία]]) και των συνεπειών της<ref>PG 91, 352</ref> το οποίο προσδιοριζόταν από τη διασάφηση αυτή.<br />
<br />
Τελικώς δια μέσου της χρόνιας διαρκούς διπλωματικής προσπάθειας του πατριάρχη [[Σέργιος Κωνσταντινούπολης|Σεργίου]], η λεγόμενη "Εκθεση" αποβαίνει το αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης με τους μετριοπαθείς μονοφυσίτες, με τους οποίους επιτυγχάνει σε πρώτη φάση σύγκλιση ([[Θεοδοσιανοί|Θεοδοσιανούς]], 630), την οποία επικυρώνει με συνοδική απόφαση (την επονομαζόμενη "Ψήφο")<ref>Βλ. Φειδάς, Εκκλ. Ιστορία, Α', σελ. 734</ref>. Ο Σέργιος, ο οποίος βρίσκεται σε αγαστή συνεργασία με τον [[Ηράκλειος|Ηράκλειο]], επιτυγχάνει επίσης να πείσει και τους έτερους Πατριάρχες και ιδίως τον [[Ονώριος Ρώμης|Ονώριο]] Ρώμης, φροντίζοντας να ξεπεράσει το σκόπελο του μονοενεργητισμού του οποίου υπήρξε υπέρμαχος, με την θεολογία της μίας θελήσεως στην υπόσταση του Λόγου<ref>Βλ. Φειδάς, Εκκλ. Ιστορία, Α', σελ. 735</ref>. Έτσι τα 5 πατριαρχεία ευθυγραμμίζονται υπό την Κωνσταντινουπολίτικη ενδημούσα σύνοδο (638) παρά τις έντονες διαφωνίες που είχαν εν τω μεταξύ εκφραστεί από τον Σωφρόνιο Ιεροσολύμων<ref>Ν. Ματσούκας, ο.π., σελ. 16</ref>, ο οποίος είχε πεθάνει. Ο θάνατος όμως των πατριαρχών Ιεροσολύμων, Κωνσταντινουπόλεως και Ρώμης παράλληλα με την απώλεια των επαρχιών στις οποίες είχαν καταφύγει οι υπέρμαχοι των δογμάτων της Χαλκηδόνας, δεν επέτρεψε την αυτοκρατορική καταστολή των αντιδράσεων, με αποτέλεσμα η υποβόσκουσα εκκλησιαστική τάση της θεολογίας των δύο θελήσεων να αντιδράσει και να έλθει δυναμικά στο προσκήνιο με ηγέτη το Μάξιμο<ref>PΒλ. Φειδά, ο.π., σελ. 746</ref>.<br />
<br />
====Η αντίδραση και ο ρόλος του Μάξιμου====<br />
<br />
Ο Μάξιμος τελικά οδηγείται στη Δύση. Αίτιο της μετακίνησης αυτής σύμφωνα με το βιογράφο του, είναι πως εκεί διείδε πρόσφορο έδαφος για τον αγώνα ενάντια στην κακοδοξία<ref>Εις τον βίον και άθλησιν του οσίου Πατρός Ομολογητού Μαξίμου PG 90, 76 A</ref>. Κατά μία άλλη άποψη όμως απλώς θεώρησε επικίνδυνη την επιστροφή στην Κύζικο την οποία φαίνεται να επιθυμούσε<ref>ΘΗΕ, τ.8ος, σελ. 615</ref>. Έτσι εγκαινιάζει τον αγώνα ενάντια στο μονοενεργετισμό και το μονοθελητισμό και συναγωνιστής σε αυτή τη προσπάθεια θα αποβεί ο Σωφρόνιος, μετέπειτα πατριάρχης Ιεροσολύμων, τον οποίο γνώρισε στην Καρθαγένη (Καρχηδόνα) το 632, όπου υπήρξε ο ηγέτης του εκεί μοναστικού κινήματος. Οι δύο τους (εκφράζεται σχετική αμφιβολία για τον Μάξιμο<ref>PΒλ. Φειδά, ο.π., σελ. 742</ref>) θα μεταβούν τελικά στην Αλεξάνδρεια (633) όπου θα θελήσουν να ενημερωθούν πιο αναλυτικά για το περιεχόμενο της σχετικής δοξασίας. Ο Μάξιμος εν προκειμένω φαίνεται να μην ακολουθεί όμως τη σκληρή γραμμή γραμμή του Σωφρόνιου καθότι λαμβάνοντας υπόψιν του την συνοδική απόφαση της Ψήφου (634), φαίνεται να επαινεί τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ζητώντας απλώς πρόσθετες εξηγήσεις<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, τ. Ε', σελ. 268</ref>. Ίσως όμως ο ίδιος απλώς κλιμακώνει με διάφορες μεθοδεύσεις τον αγώνα του<ref>Ν. Ματσούκας, ο.π., σελ. 20</ref>, κερδίζοντας χρόνο για να διατρανώσει αποτελεσματικά<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, τ. Ε', σελ. 268</ref> την ευθεία αντίθεσή του στο θεολογούμενο του μονοθελητισμού, το οποίο θεωρεί πως είναι ξένο προς την βιβλική διδασκαλία και ενάντια στις αποφάσεις της πρότερης πατερικής περιόδου. Ο Μάξιμος βρίσκει τελικά καταφύγιο στη Βόρεια Αφρική, μακριά από την βασιλική εποπτεία, καθώς ο αγώνας του επιπρόσθετα αποκτά έντονα αντι-[[Καισαροπαπισμός|καισαροπαπικό]] χαρακτήρα<ref>Ν. Ματσούκας, ο.π., σελ. 21</ref><ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, τ. Ε', σελ. 269</ref>. Η πρόσβασή τελικά στη Ρώμη θα γίνει το 646, αλλά είναι βέβαιο πως από το 638 και μετά, όπου η ''"Έκθεση"'' προσυπογράφεται από τον Ηράκλειο, ο αγώνας του βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη κάτι που γίνεται εμφανές και από το εκτεταμένο συγγραφικό του έργο<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, τ. Ε', σελ. 269</ref>. Η Έκθεση στην ουσία επιχειρεί με συμβιβαστικό τρόπο να αμβλύνει τους Χαλκηδόνιους όρους, οι οποίοι δεν άρεσαν στους μονοφυσιτικούς κύκλους και ομολογεί πως στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, υπάρχει ενέργεια τόσο στην ανθρώπινη όσο και τη θεϊκή φύση, αλλά στην υπόσταση του Λόγου παρουσιάζεται μόνο ένα θέλημα. <br />
<br />
Ο Μάξιμος, ο οποίος πλέον είναι ο ηγέτης της Χαλκηδόνιας θεολογίας και ο άνθρωπος που επηρεάζει όσο κανένας τα πράγματα, απορρίπτει την έκθεση και με δεινή θεολογική επιχειρηματολογία, πείθει για ορισμένο χρονικό διάστημα και τον πατριάρχη Πύρρο Κωνσταντινουπόλεως<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 330</ref>, πως η έννοια του μονοθελητισμού είναι αιρετική απόκλιση. Πείθει δε αργότερα τον Πάπα Ρώμης, Μαρτίνο να συνέλθει Σύνοδος (Λατερανό, 649), που καταδικάζει το μονοθελητισμό και αποκόπτει κοινωνία με τις εκκλησίες οι οποίες υποστηρίζουν την Έκθεση του Αυτοκράτορα Ηράκλειου. Κατά αυτή την περίοδο έχουμε δύο σημαντικές αλλαγές. Η πρώτη αφορά τα πλήθη των Ελλήνων τα οποία εγκαταστάθηκαν στη Δύση και ιδίως τη Ρώμη εξ αιτίας της επέλασης των Αράβων, με αποτέλεσμα ο παπικός θώκος να περιέλθει σε ελληνομαθείς επισκόπους<ref>ΘΗΕ, τ.8ος, σελ. 616</ref> και η ανέλιξη του Κωνσταντος Β' στο βασιλικό θρόνο. Ο Κώνστας το 648 θα επιχειρήσει να επιβάλλει σε μια πρώτη προσπάθεια για ειρήνευση στο εσωτερικό της εκκλησίας το λεγόμενο Τύπο (που προσυπογράφηκε και από τον Σέργιο), με την έκδοση διατάγματος, που αποσκοπεί στην απαγόρευση της χρήσης των όρων ενεργείας και θελήσεως στο εν λόγο ζήτημα. Παράλληλα απαιτεί και την υποχρεωτική πίστη στο νέο όρο, πράγμα το οποίο όμως δεν επέφερε κάποιο αποτέλεσμα. Η μη συμμόρφωση του Πάπα Μαρτινου και του Μάξιμου επέφερε πλέον τις διώξεις τους και το μαρτύριο τους. Η σύλληψή του συνέβη το 653 όπου φυλακίστηκε στην Κωνσταντινούπολη και η δίκη του διενεργήθηκε το 655, υπό την κατηγορία του εχθρού και εγκληματία του κράτους και του ανατροπέα της εκκλησιαστικής και πολιτειακής ειρήνης. Η δίκη του, όχι άδικα, θα χαρακτηριστεί ως φονική και θυελλώδης<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 332</ref> και πρακτικά της διασώζονται μέχρι και σήμερα. <br />
<br />
Μέσα από τη δίκη γίνεται φανερό πως η πολιτική δίωξη δεν αποτελούσε κάποιου είδους επίφαση. Αντίθετα οι υπερασπιστές της ενωτικής σύνθεσης με τους μονοφυσίτες και ιδίως οι κοσμικοί άρχοντες είχαν ιδιαίτερα ερεθιστεί από τη συμπεριφορά του και ιδίως από την πνευματική ανεξαρτησία και αδιάλλακτη άρνηση των αυτοκρατορικών διαταγμάτων. Ο Μάξιμος αμετακίνητος κατηγορεί την πολιτεία για ανάμιξη στην εκκλησιαστική τάξη <re>''"είναι έργο των ιερέων και όχι των Αυτοκρατόρων να ορίσουν τα σωτηριώδη δόγματα της καθολικής εκκλησίας"''</ref> με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε εξορία σε πρώτη φάση στη Βιζύη της Θράκης<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 332-333</ref>. Οι διαβουλεύσεις όμως δεν έπαψαν. Η εκκλησιαστική ειρήνευση και η επιτυχία των αυτοκρατορικών επιδιώξεων είναι φανερό πλέον πως περνούσαν από την συμφιλίωση και αλλαγή στάσης του. Έτσι οδηγείται το 656 ενώπιον επισκοπικού δικαστηρίου, χωρίς όμως να επιτευχθεί το θεμιτό αποτέλεσμα. Έτσι μετακινείται στο Ρήγιο όπου οι διαβουλεύσεις συνεχίζονται. Ο ίδιος αμετακίνητος εξορίζεται ακόμα πιο μακριά στη Θράκη. Το 662 τον οδηγούν μαζί με το μαθητή του Αναστάσιο σε σύνοδο επισκόπων στην Κων/πολη, όπου καταλήγει σε αιματηρό μαρτύριο για τον Μάξιμο, με αμφίβολη όμως την παραδοσιακή περιγραφή της αποκοπής του δεξιού του χεριού και της γλώσσας του και εξορίζεται στη Λαζική του Πόντου. Τελικώς υποκύπτει από τις κακουχίες στις 13 Αυγούστου το 662.<br />
<br />
====Μετά θάνατον====<br />
<br />
Το μαρτύριο του Μάξιμου προκάλεσε στη Βυζαντινή κοινωνία μεγάλη εντύπωση. Χαρακτηριστικές είναι οι ιστορίες της λαϊκής και εκκλησιαστικής παραδόσεως που μαρτυρούν το δέος για την προσωπικότητά του<ref>Επι παραδεγμάτι η παράδοση περί της αναφύτρωσης των μελών τα οποία αποκόπηκαν</ref>. Οι ιστορίες αποτελούν δείγμα της επίδρασης που είχε αφήσει στον ορθόδοξο κόσμο<ref>Ν. Ματσούκας, ο.π., σελ. 22</ref>. Μετά την οριστική καταδίκη του μονοθελητισμού από την ΣΤ' Οικουμενική Σύνοδο, όπου το έργο του υπήρξε θεμέλιο της απόφασης της συνόδου τιμήθηκε ως Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μάρτυρας, μεγάλος διδάσκαλος και κήρυκας των ορθών δογμάτων. Εκτιμήθηκε επίσης ως φιλόσοφος, μυστικός και ασκητής<ref>Γ.Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 334</ref>. Τα βιβλία του μάλιστα αποτέλεσαν τα αγαπημένα αναγνώσματα λαϊκών και μοναχών.<br />
<br />
==Το συγγραφικό του έργο==<br />
<br />
Ο Μάξιμος το συγγραφικό του έργο το ξεκίνησε αργά, αλλά παρόλα αυτά αναδείχθηκε γόνιμος και πολυγραφότατος<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 617</ref>. Το έργο του γενικώς είναι δυσνόητο και δυσανάγνωσντο (το παρατηρεί και ο Μέγας Φώτιος), γεμάτο αλληγορίες και ρητορικά σχήματα, εμπεριέχοντας συχνά συμπυκνωμένη γνώση, η οποία απαιτεί μια εσωτερική πρόσβαση στο σύστημα και τον κόσμο του. Παράλληλα είναι μεθοδικός ως προς τη διαίρεση του, στοιχείο το οποίο καλύπτει μέρος της δυσκολίας της κατανοήσεως<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 617</ref>, υποδιαιρώντας το έργο του σε μικρά θέματα (κεφάλαια) και με τη μορφή προτροπών, μακρυγορώντας πολύ σπάνια και εξ ανάγκης<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 335</ref>. Μέσα από τη εργογραφία του επίσης γίνεται φανερό πως προτιμά να εμβαθύνει παρά να πλατειάζει, εισερχόμενος στον πυρήνα του θέματος, με τη πολύ γνωστή σε αυτόν διαλεκτική μέθοδο. <br />
<br />
Ο ίδιος μέσω του έργου του χαρακτηρίζεται ως πολυμαθής και πολυμερής συγγραφέας, με βαθιά θεολογική και φιλοσοφική κατάρτιση<ref>Ν. Ματσούκας, ο.π., σελ. 23</ref>, που καλύπτει όλους τους θεολογικούς κλάδους συλλέγοντας προσεκτικώς τις απόψεις της παράδοσης, διασαφηνίζοντας και διευκρινίζοντας πολλά ενδιαφέροντα και φλέγοντα ζητήματα<ref>Π.Χρήστου, ο.π., σελ. 270</ref>. Η θεολογία του μάλιστα, επηρέασε όσο κανενός άλλου τη μεταγενέστερη σκέψη και βυζαντινή φιλολογία<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 335</ref>. Η παράδοση στην περίπτωση του ζωντανεύει δημιουργικά και βιωματικά, επηρεασμένη ιδιαίτερα από του Καππαδόκες και δη το [[Γρηγόριος Νύσσης|Γρηγόριο Νύσσης]], αλλά και τον ασκητισμό του Ευαγρίου Ποντικού και Διονυσίου Αρεοπαγίτη (corpus). Στην ουσία ο ίδιος όμως κινείται στο δρόμο των Αλεξανδρινών πατέρων, γι αυτό και θεωρείται συνεχιστής τους<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 335</ref>.<br />
<br />
Το έργο του Μάξιμου διαχωρίζεται σε έξι (6) κατηγορίες. α) ερμηνευτικά των γραφών, β) ερμηνευτικά των πατέρων, γ) δογματικά-αντιρρητικά, δ) επιστολές, ε) λειτουργιολογικά-πνευματικά, στ) μυστικά-ασκητικά<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 617-619</ref><ref>Π.Χρήστου, ο.π., σελ. 270</ref>. Κυριότερα έργα του είναι οι απορίες, Ερωτήσεις και αποκρίσεις προς Θαλάσσιον, Πεύσεις και αποκρίσεις, η επιστολή προς Θεόπεμπτον σχολαστικόν, τέσσερις εκατοντάδες κεφάλαια περί αγάπης, ασκητικός λόγος, μυσταγωγία, το οποίο εκτιμάται σήμερα για τη φιλολογική και θεολογική του επιρροή στους μετέπειτα συγγραφείς και τα δογματικά και αντιρρητικά του έργα, τα οποία μας δίνουν πλήρη εικόνα της δογματικής του σκέψης και θεολογίας. Τέλος σε ότι αφορά το έργο του, υπάρχουν ακόμα ανέκδοτα έργα του<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 335</ref>, αλλά και πολλά συμπιλήματα ή ψευδεπίγραφα<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 619</ref>.<br />
<br />
==Η θεολογία του==<br />
===Θεολογία-Τριαδολογία-Ανθρωπος===<br />
<br />
Η θεολογία του Μάξιμου χαρακτηρίζεται ως αποκαλυπτική, δηλαδή ως η θεολογία που εδράζει στην [[Θεία Αποκάλυψη]] και αποτελεί τη διαδασκαλία στην οποία στηρίχτηκαν ήδη οι πρώτοι [[απολογητές]] μόλις κατά το 2ο αιώνα και ιδίως αργότερα οι [[Καππαδόκες]] και Αλεξανδρινοί πατέρες<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ.340</ref>. Παράλληλα η θεολογική καινοτομία του έγκειται στην ερμηνεία της θεολογίας, υπό το διαρκές πρίσμα της Χριστολογίας. Γι αυτό και το μυστήριο της τριάδος στο σύστημα του Μάξιμου γνωρίζεται μέσω του Λόγου. Ο Θεός είναι τριάδα και συνάμα μονάδα. Τα πρόσωπα αποτελούν ετερότητες, αλλά αδιάσπαστα ενωμένες σε μία μονάδα, χωρίς καμία συγχώνευση ή μίξη. Ταυτόχρονα ενεργούν και επιθυμούν πάντοτε το ίδιο πράγμα. Ο Λόγος αυτός επίσης, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, είναι ο ίδιος Λόγος ο οποίος ενδημούσε στους Πατριάρχες και τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης<ref>Ν. Ματσούκας, Κόσμος...Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 248</ref>, ο ίδιος Λόγος ο οποίος ενσαρκώθηκε γι τη σωτηρία του κόσμου. <br />
<br />
Ο κόσμος είναι μία αποκάλυψη, όπου βασίζετε στη θέληση και τη σκέψη του Θεού, μία θέληση που αποτελεί στοιχείο της ίδιας της ύπαρξής Του<ref>Π, Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 278</ref>. Έτσι η αποκάλυψη γίνεται πάντοτε δια μέσου του Λόγου όπου κέντρο της και προαιώνια βουλή της είναι η [[ενσάρκωση]], η οποία δεν αποτελεί απλώς μεταπτωτικό σχέδιο του Θεού, αλλά βρίσκεται πάντοτε στην προαιώνια βουλή του, ανεξάρτητα από το γεγονός αυτό. Η αποκάλυψη του κόσμου, δηλαδή η αποκάλυψη της δημιουργίας, είναι ο λόγος της ενσάρκωσης και όχι η πτώση των πρωτοπλάστων<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 339</ref>. Ο Λόγος είχε εξ αρχής το σκοπό να ενωθεί με τη σάρκα της ανθρωπότητας για να την θεώσει<ref>G 91, 1305-1308</ref>. Η θέωση αυτή πραγματοποιείται στη κτιστή πραγματικότητα, η οποία είναι ριζικά διάφορη από τα Θεό. Δεν είναι αιώνια, αλλά βρισκόταν στην προαιώνια βουλή Του, ως Λόγοι των όντων. Οι λόγοι αυτοί, τα παραδείγματα, τα πρότυπα, αποτελούν μια δυναμική πραγματικότητα, η οποία δεν αποτελεί απλώς την έννοια, το περίγραμμα, το νόμο, αλλά κυρίως τη διαμορφούσα αρχή του ανθρώπου. Ο Άνθρωπος με τη σειρά του έχει κομβικό ρόλο μέσα στη κτίση. Είναι το κέντρο της δημιουργίας που περικλείει δυνητικά όλες τις θείες δυνατότητες και αποτελεί εικόνα του Λόγου. Είναι ένας μικρός κόσμος, μέσα στο κόσμο που καλείται να θεωθεί. Η υπόλοιπη κτιστή δημιουργία δημιουργήθηκε για χάρη του. <br />
<br />
Ο Μάξιμος στη ζήτημα της θείας [[Ουσία|ουσίας]] είναι πιστός ακόλουθος της πατερικής θεολογίας, επηρεασμένος ιδιαίτερα από τον [[Ευάγριος Ποντικός|Ευάγριο]] και τον [[ψευδο-Διονύσιος Αρεοπαγίτης|Αρεοπαγίτη]]. Η θεία ουσία είναι απρόσιτη στη γνωστική ιδιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και ο ανθρώπινος νους είναι δυνατόν να έλθει σε γνώση του Θεού μόνο μέσω των ενεργειών Του<ref>Π.Χρήστου, ο.π., σελ. 279</ref>, εισάγοντας τελικά την [[Αποφατική θεολογία|αποφατική]] θεώρηση της ουσίας του θεού. Η μόνη γνώση η οποία μπορεί να κατακτηθεί, πραγματοποιείται δια μέσου της έκστασης, η οποία είναι η υψηλότερη βαθμίδα της θεώσεως - η [[μυστική θεολογία]]. Ο φυσικός νους δηλαδή κατά τον Μάξιμο αδυνατεί να φτάσει στη θεολογία, γι αυτό και απαιτείται η συνεργία του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]], το οποίο ικανώνει το νου να υπερβεί το φυσικό και να ενταχθεί σε μία νέα σφαίρα, που ανώτατη βαθμίδα της είναι η [[έκσταση]] και η [[όραση του θεού]]. Είναι μια κίνηση του Θεού προς τον άνθρωπο, αλλά και του ανθρώπου προς το Θεό. Ο νους σε αυτή τη περίσταση δε καταργείται και δεν αφανίζεται, αντίθετα, εξυψώνεται, διευρύνεται, μεταμορφώνεται<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 343</ref>. Στο σημείο αυτό ανυψώνεται ο νους και η ύπαρξη εκτός της κτιστής σφαίρας και ανέρχεται στην όραση του Θεού, εγκαταλείποντας το εγώ. Εισέρχεται στο στάδιο της αγάπης<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 345</ref> και οδηγείται στην τελική βαθμίδα της θεώσεως και της διαρκούς τελείωσης. Είναι η στιγμή που υπαρκτικά και δίχως την εξάλειψη της προσωπικής ύπαρξης ή εγκατάλειψης των χωροχρονικών και κτιστών δεδομένων, ο νους του Χριστού, εγκατοικεί όχι κατουσίαν, αλλά φωτίζοντας τον ανθρώπινο νου.<br />
<br />
Στο σύστημα του Μάξιμου παρατηρούμε απαντήσεις σε πολλά λεπτά θεολογικά ζητήματα. Η [[ψυχή]] του ανθρώπου εν προκειμένω παραμένει κατά χάρη άφθαρτη, ενώ κατέχει ικανότητες παρόμοιες των αγγέλων στα πλαίσια τη θεώσεως. Παράλληλη δημιουργείται τη στιγμή της συλλήψεως<ref>Φλόροφσκι, ο.π., σελ. 355</ref>. Ο άνθρωπος επίσης αποτελεί μία ενιαία οντότητα, πάρα τη διαφορότητα ψυχής και σώματος. Ο λόγος της διάσπασης είναι η αμαρτία. Στην Εδέμ οι πρωτόπλαστοι είχαν το ίδιο καθήκον με αυτό που ο άνθρωπος έχει και σήμερα. Το σκοπό της τελείωσης. Αυτό το οποίο άλλαξε, είναι ότι χάθηκε η αρχική μακαριότητα μέσα στην οποία πλάστηκαν και πλέον η εκπλήρωση του σκοπού εκκινά από άλλη βάση. Γι αυτό το σκοπό, ο Λόγος σαρκούται και η κάθοδος του είναι που οδηγεί στην ανύψωση του ανθρώπου και τελικά τη θέωση. Η [[Θεία Οικονομία]] είναι ανεξάρτητη από την ανθρώπινη ελευθερία, γι αυτό και η σάρκωση δε θα πρέπει να θεωρείται απλώς απολυτρωτικό έργο, καθώς μπορεί η ιστορία εξελίσσεται μέσα σε ένα πεπτοκώτα κόσμο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι σε αντίθετη περίπτωση δε θα σαρκωνόταν ο Λόγος. Η σάρκωση είναι το κεντρικό μυστήριο της πορείας της θεώσεως του ανθρώπου ανεξάρτητα από την ιστορική τροπή. Αυτό δεικνύει ότι η σάρκωση αποτελεί ένα μυστήριο πολύ βαθύτερο από το μυστήριο της λυτρώσεως<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 357</ref>.<br />
<br />
===Χριστολογία - Δυοφυσική και δυοθελητική θεολογία===<br />
<br />
Η σάρκωση του λόγου κατά τον Μάξιμο είναι το μυστήριο της προαιώνιας βουλής του Θεού και το σχέδιο εξαγιασμού της ανθρώπινης φύσης. Η ίδια αποβαίνει λύτρωση, μία λύτρωση που οφείλει το γεγονός της στην ολοκλήρωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Γι αυτό ο Λόγος προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση ακέραιη και αμόλυντη από τις συνέπειες της πτώσης. Λαμβάνει την ανθρώπινη φύση, όπως οι πρωτόπλαστοι και αυτό συμβαίνει ένεκα της θέλησης του και όχι της φυσικής αναγκαιότητας. Το θέλημα της φύσεως Του, κατά το Μάξιμο, δε γνωρίζει διαφθορά και δεν αντιμάχεται ή περιβάλλεται από τα ανθρώπινα πάθη. Η θέληση της ανθρώπινης φύσεως του, είναι εναρμονισμένη με το Θείο θέλημα, γιατί η ανθρώπινη φύση δημιουργήθηκε κατ εικόνα του Λόγου. <br />
<br />
Εδώ ο Μάξιμος επιμένει, πως πρώτιστα η πτώση είναι διαφθορά της θελήσεως και πως η υποστατική ένωση διορθώνει τη θέληση<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ.. 361-362</ref>. Για το σκοπό αυτό Θεός Λόγος προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση η οποία είναι πλήρης και ακέραια<ref>PG 91, 156</ref>, με το δικό της θέλημα και τη δική της ελευθερία, πράγμα που αποκλείει οποιαδήποτε σύγχυση, μίξη ή εξαφάνισή της. Ο άνθρωπος μετά την ενσάρκωση, οδηγείται δια της θεώσεως σε μία νέα ιδιαίτερη μορφή υπάρξεως. Η ύπαρξη αυτή, η κατ εικόνα και ομοίωση πλέον, κινείται στο δρόμο της ίδιας της ύπαρξης του δημιουργού, με αποτέλεσμα η ανθρώπινη φύση στην υπόσταση του Ιησού, να θέλει και να επιθυμεί την αχώριστη και εναρμονισμένη με το Θεό κοινωνία και άρα να μιμείται την ίδια τη θεία ζωή<ref>Φλορόφσκι, ο.π., 365</ref>. Το θέλημα του Θεού, οι θείες δηλαδή ενέργειες διορθώνουν και διαμορφώνουν το θέλημα του ανθρώπου, δίχως αυτό να αίρει την ανθρώπινη ιδιαιτερότητα ή να εξαφανίζει την ανθρώπινη φύση σε όλες τις εκφράσεις της ή εκφάνσεις της.<br />
<br />
Κατά τη μονοεργητική έριδα, οι μονοθελητές δέχονταν κατά βάση πως είναι δυνατό, εφόσον μιλάμε για ένα πρόσωπο, τον Ιησού Χριστό, να μιλάμε για μία θέληση και μια βούληση. Σε άλλη περίπτωση, κινδυνεύει σοβαρά η ενότητα του προσώπου. Ο Μάξιμος σε αυτό το σημείο εντοπίζει το πρόβλημα της θεολογικής σκέψης των μονοφυσιτών και παράλληλα την υποβόσκουσα παρεπόμενη θεολογική προοπτική. Αφενός μήπως όταν αναφέρουμε μία θέληση στο πρόσωπο του Χριστού εννοείτε απορρόφηση της ανθρώπινης θέλησης και άρα και κατάργηση της φύσεως με έμμεσο τρόπο ή μήπως εννοείται μία σύνθετη, τρίτη θέληση, σύνθετη των δύο φύσεων. Σε ότι αφορά το δεύτερο στοιχείο το απορρίπτει άμεσα καθώς το όλο είναι αδύνατο να είναι ένα έτερο πράγμα από το συστατικό των φύσεων τους ή μία νέα πηγή θελήσεως, διάφορη από τις θελήσεις της φύσης που βρίσκονται στην υπόσταση του προσώπου. Εφόσον ο Λόγος προσλαμβάνει σάρκα, για τη μόνη θέληση που θα μπορούσαμε να μιλήσουμε είναι θέληση του Θεού Λόγου, σύμφωνα με το Μάξιμο. Σε αντίθετη περίπτωση θα οδηγούσε άμεσα στο δοκητικό μονοφυσιτισμό, ο οποίος κατά τη Χαλκηδόνα είχε απορριφθεί, καθώς απομειώνει τη σωτηρία της ανθρώπινης ύπαρξης, δια μέσου της ενώσεώς τους ή της φαινομενικής ύπαρξης της<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 368</ref>. Η θέληση λοιπόν είναι αξίωμα των λογικών όντων που δύνανται να την ασκήσουν ξεπερνώντας το φυσικό θέλημα το οποίο υποκύπτουν τα μη λογικά όντα. <br />
<br />
Ο προβληματισμός πλέον που αναπτύχθηκε ήταν στο κατά πόσο η φύση είναι πραγματικά ελεύθερη και ουδόλως αναγκάζεται από τη φυσική αναγκαιότητα. Ο Μάξιμος εδώ στρέφει προς τα αλλού το ζήτημα και συνεχίζει με μεγαλύτερη πληρότητα την αλεξανδρινή θεολογία των [[Αθανάσιος Αλεξανδρείας|Αθανασίου]] και [[Κύριλλος Αλεξανδρείας|Κυρίλλου]]. Αναρωτιέται αρχικά αν η θεϊκή φύση γνωρίζει αναγκαιότητα (μήπως αυτή η φύση τον αναγκάζει να είναι αγαθός;), απαντώντας πως στα όντα η φύση προσδιορίζει τους στόχους και τα έργα της ελευθερίας, αλλά δε τα προσδιορίζει. Η επιλογή και η ελευθερία είναι δείγμα της θέλησης. Έτσι διαχωρίζει φυσική θέληση και γνώμη<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 369</ref>. <br />
<br />
Η γνήσια ελευθερία είναι η έλξη της ψυχής προς το Θεό, όχι μία υποχρεωτική κατάσταση, αλλά μία ορμή αγάπης. Όπως ο Θεός, ο οποίος θέλει και ενεργεί σε πλήρη ελευθερία και μακριά από οποιαδήποτε αναγκαιότητα, δίχως να ταλαντεύεται για το θέλημά Του αυτό. Η φθορά της θελήσεως, είναι αποτέλεσμα της πτώσης, αποτέλεσμα της αμαρτίας και έχει ως τελικό αποτέλεσμα το διχασμό της θέλησης. Ο Θεός τελικώς δια της υποστατικής ενώσεως, που διατηρεί και τις δύο φύσεις ακέραιες όπως και τις δύο θελήσεις Του<ref>Διάλογος προς Πυρρον PG 91, 337</ref>, θεραπεύει θέληση και γνώμη, που αποτέλεσαν την πρωταρχική αιτία της πτώσεως. Στην περίπτωση του όμως δεν υπάρχουν αμφιταλαντεύσεις. Γι αυτό και το φυσικό θέλημα της ανθρωπότητας στην υπόσταση του Λόγου, κινείται φυσικά στο να θέλει και αυτή όσα ο Λόγος επιθυμεί. Η σάρκα στην ένωση αυτή βρίσκει την πραγματική φύση και εκφράζει την πραγματική θέλησή της, δίχως καμία ανάμιξη. Παράλληλα δεν υπάρχει ανάγκη να εξαλειφθεί κατά κανένα λόγο το γνωμικό θέλημα αφού αυτό αποτελεί στοιχείο της υποστάσεως<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 278</ref>. <br />
<br />
Τελικά ο Ιησούς προσλαμβάνει όλες τις αδυναμίες της ανθρώπινης ύπαρξης. Η πείνα, η δίψα, ο πόνος που είναι συνέπειες της μεταπτωτικής φύσης (αδιάβλητα πάθη). Οι πράξεις αυτές γίνονται με ελεύθερη βούληση του Λόγου. Τελικά προσλαμβάνει την αμαρτία της φύσεως και την απολυτρώνει εκπληρώνοντας το θέλημα του Θεού, αποκαθιστώντας την εικόνα του Θεού στον άνθρωπο.<br />
<br />
===Ο δρόμος προς τη σωτηρία===<br />
<br />
Στη σκέψη του Μάξιμου, σχετικά με τη σχέση Θεού - κόσμου - ανθρώπου, υπάρχει πάντοτε η ριζική διαφορά άκτιστου και κτιστού, δηλαδή δημιουργού και δημιουργημάτων. Ο Θεός ως προς την ουσία του, αλλά και τη βούληση και θέλησή είναι παντελώς διάφορος ως προς την ουσία με τα δημιουργήματά του και άκτιστος. Τόσο η βούληση δηλαδή, όσο και η ενέργεια ανήκουν στην κατηγορία των αυθύπαρκτων και άχρονων δεδομένων. Οτιδήποτε άλλο είναι δημιούργημα, άρα κτιστό και υπόκειται στο νόμο της φθοράς της τρεπτότητας<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 279</ref>. Ο άνθρωπος ως λογικό δημιούργημα όμως δημιουργήθηκε ως εικόνα του Λόγου. Ελεύθερος και αυτεξούσιος. Αυτεξούσιος σημαίνει πως έχει θέληση και η θέληση αυτή είναι τρεπτή με αποτέλεσμα να τον οδηγήσει στην πτώση. Άρα η αμαρτία είναι κατεξοχήν διαστροφή και εσφαλμένη θέληση. Το κακό είναι απομάκρυνση από το Θεό (Ων) και αποτελεί στροφή προς την ανυπαρξία (μη Ων). Έτσι και το πάθος είναι αρρώστια της θέλησης, απώλεια και περιορισμός της ελευθερίας, ανικανότητα του λογικού να ελέγχει τις δυνάμεις τις ψυχής και τελικά υποταγή στις ζωώδεις και στοιχειώδεις δυνάμεις της φύσης του. Ο άνθρωπος περνά στην άγνοια και μέσω αυτής στη λήθη του θεού. Αλλά η ελευθερία αυτή δεν εξαφανίζεται, απλά ατονεί γι αυτό και υπάρχει πάντοτε η δύναμη της βούλησης να επιστρέψει. <br />
<br />
Στην επιστροφή αυτή ο Χριστός απαλλάσσει τον άνθρωπο και τον ελευθερώνει, αποδεχόμενος δημιουργικά την κίνηση αυτή. Η απελευθέρωση αυτή απαιτεί αγώνα και δοκιμασία. Ο Χριστός έρχεται να θεραπεύσει τη φύση του ανθρώπου, αλλά η βούληση έχει ένα αγωνιστικό δρόμο για να θεραπευτεί και πάντοτε δια των μυστηρίων<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 376-7</ref>. Όταν ενεργήσει η χάρις, τότε ανυψώνει τη φύση του ανθρώπου πάνω από το φυσικό της μέτρο. Την προκαλεί ξεπεράσει τον ίδιο της τον εαυτό, αλλά αυτό γίνεται δίχως επιβολή και βία, προκύπτει μέσα από την οικεία αναζήτηση και την προσωπική ευαισθησία ώστε να αφυπνιστεί η ελευθερία και να ζωογονηθεί η βούληση. Στόχος είναι η ένωση με το Χριστό, η εγκατοίκηση εντός ημών και τα μυστήρια μαζί με τη δοκιμασία, είναι ο μόνος δρόμος για το σκοπό αυτό κατά το Μάξιμο. Η δοκιμασία είναι αγώνας κατά των παθών. Είναι η μετάθεση της θέλησης από το κατώτερο στο ανώτερο, από το γήινο στο θείο. Το γήινο βεβαία στο Μάξιμο δεν είναι εξ ορισμού κακό. Κακό όμως είναι όταν δε δηλώνει το αόρατο, το πνευματικό. Όταν δεν ανάγει τον άνθρωπο στο δημιουργό. Τότε γίνεται εφάμαρτο και επικίνδυνο<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 378</ref>. Η προσκόλληση στην κτιστή πραγματικότητα οδηγεί στο πάθος και τελικά τον περιορισμό της ελευθερίας. Παράλληλα τον οδηγεί στην εσφαλμένη χρήση της.<br />
<br />
Τρεις είναι οι πυλώνες και οι πόλοι της αμαρτίας κατά το Μάξιμο. Υπερηφάνεια, μίσος και άγνοια, τέρψη και δόξα αντίστοιχα<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 379</ref>. Παράλληλα ο δαιμονικός κόσμος ο οποίος προσπαθεί να δελεάσει τις ψυχές και να τις αποκοιμίσει, εισβάλλοντας στην ψυχή εικόνες αισθησιακές προς επίτευξη των στόχων του. Αλλά η νίκη ανήκει στη βούληση του ανθρώπου και τη δική του εκλογή. Κατά τη δοκιμασία αυτή ο άνθρωπος πρέπει να οργανώσει τη ψυχή του. Θα πρέπει πρώτα δια της άσκησης να εκριζώσει και μεταμορφώσει τα πάθη του έτσι ώστε να επέλθει η κάθαρση, που είναι το πρώτο στάδιο της θέωσης. Έτσι ο νους γίνεται ηγεμονικός, υπερνικά τις κατώτερες αισθήσεις, εγκρατεύει από την φιληδονία και την επιθυμία. Άλλοτε οφείλει να υπερνικά και το ακούσιο πάθος, το οποίο συμβαίνει κατά την αποκοπή των παθών. Η θλίψη δηλαδή που επακολουθεί κατά τη μη τέλεση των παθών αυτών. <br />
<br />
Ακόμα πιο δύσκολη είναι η νίκη κατά της οργής ή του μίσους. Απαιτεί ακόμα μεγαλύτερη δοκιμασία και άσκηση. Εδώ απαιτείται νίκη κατά των σκέψεων και των λογισμών. Και η νίκη αυτή επιτυγχάνεται ανατρέποντας το αρνητικό περιεχόμενο των σκέψεων αυτών σε θετικό. Τελικά οδηγείται στην απάθεια, η οποία δεν σκοπεύει μόνο στην αποκοπή των παθών, αλλά και την καλλιέργεια της θετικής στάσης των καλών λογισμών. Όταν επέλθει η απάθεια και η γνώση πλέον, επέρχεται η αγάπη, που είναι η απόλυτη ελευθερία. Η ασκητική πράξη είναι η εξόντωση της υπερηφάνειας που οδηγεί στην αγάπη. Η αγάπη είναι η υπερνίκηση οποιασδήποτε γήινης έλξης και η αφιέρωση του νου στο Θεό. Τελικά οδηγεί στη γνώση και τη φυσική θεωρία. Θεωρία στο Μάξιμο από την άλλη είναι η γνώση εν τω Λόγο η θέαση του κόσμου πια, δια του Θεού. Ο άνθρωπος αναγνωρίζει τις θείες ενέργειες. Το τελικό στάδιο είναι η όραση του Θεού. Η συνάντηση με Αυτόν, η πρόγευση της Θείας μακαριότητας. Αυτό είναι το επίπεδο της καθαράς προσευχής<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 383</ref>. Εκεί γνωρίζει την υπερούσια τριάδα, μέσα στην ίδια την πλάση και ανανεώνεται κατά την εικόνα της.<br />
<br />
Η θεολογία της μελλούσης ζωής για το Μάξιμο ακολουθεί τη θεολογία του Γρηγορίου Νύσσης και μέσω αυτού του Ωριγένη. Οι προϋποθέσεις του βέβαια, και ιδίως το δόγμα των δύο θελήσεων, τον οδηγεί συχνά μακριά από το δρόμο τους. Ο Θεός κατά Μάξιμο εν πρώτοις θα αποκαταστήσει τη φύση όλων των ανθρώπων. Αλλά αυτή η ανακαίνιση, δε σημαίνει παράλληλα ότι η θέληση θα μεταλλαχτεί η θα βιασθεί. Η ατομική θέληση και ελευθερία του έκαστου προσώπου δεν γίνεται να παραβιαστεί και να μεταλλαχτεί και αυτό το γνωρίζουμε, διότι το να αναγνωρίζεις το καλό δε σημαίνει απαραίτητα πως το πράττεις. Ο Λόγος την ημέρα της κρίσεως θα αποτελέσει διαφωτιστικό πυρ, ενώ για τους ασεβείς καιουσα φλόγα. Ο Θεός θα αγκαλιάσει όλη τη δημιουργία, όλη την ανθρωπότητα τόσο το καλό όσο και το κακό. Αλλά το μέτρο της μετοχής θα εξαρτηθεί από το βαθμό της δοκιμασίας καθενός. Εδώ παρατηρούμε πως ο Μάξιμος μιλάει για δύο ενώσεις. Την ένωση κατά χάρη, που αφορά τους πάντες και την θέωση κατά χάρη που αφορά τους δικαίους. Όσοι δε βρεθούν μέσα στις ζωοποιητική χάρη του θεού, δεν είναι επειδή ο Θεός κάτι τέτοιο το επιθυμεί, αλλά επειδή οι ίδιοι δε θα επιθυμήσουν τη σωτηρία αυτή. Ο Θεός θα αποκαταστήσει η φύση τους, ίσως δε και τις ψυχικές τους δυνάμεις, σε σημείο να αναγνωρίζουν το Θεό ή ακόμα και να απολέσουν της μνήμη της αμαρτίας τους. Αλλά αυτοί, οι οποίοι έζησαν με επιθυμίες μακριά από την πραγματική τους φύση και άρα του θεραπευμένου θελήματος, εκείνη την ημέρα θα βασανίζονται γιατί ανέβαλαν τη μετάνοιά τους, θα βασανίζονται από τη συνείδηση της παράλογου οδού που πήραν. Αυτό, διότι η μακαριότητα αυτή αποτελεί μία ελεύθερη πλήρη εναρμόνιση του θελήματος του ανθρώπου, με το θείο θέλημα, μέσα από τη μεταμόρφωση και το φωτισμό της ίδια της θελήσεως <ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 387</ref>.<br />
<br />
===Εκκλησία===<br />
<br />
Η εκκλησία σύμφωνα με το Μάξιμο αποτελεί το μέσο γνωριμίας και συνειδητής μετοχής των λογικών όντων στη ύπαρξη του<ref>Ν. Ματσούκας, Κόσμος...Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 219</ref>. Για αυτό και κατά το Μάξιμο ταυτόχρονα με τη δημιουργία ο Θεός χτίζει και την εκκλησία, που αποτελεί και δική Του εικόνα. Η κτίση δηλαδή, νοερή και ορατή αποτελεί την εκκλησία, που είναι η συνεκτική δύναμη των πάντων. Ως εικόνα του Θεού, ιδιότητές της είναι η ενότητα, η λογικότητα, η κινητικότητα, η κοινωνικότητα. Το σύμπαν ολόκληρο, αισθητό και νοητό αποτελεί ένα οργανισμό με ολότητα, όπου καρδία του είναι η εκκλησία, εξ αιτίας των ιδιοτήτων αυτών.<br />
<br />
Ο Μάξιμος, για να περιγράψει την εκκλησία χρησιμοποιεί αρκετούς παραλληλισμούς. Δεν αποτελεί για τα Μάξιμο η εκκλησία κάτι το στατικό, το ταυτισμένο ή το απομονωμένο σε και δεδομένα κλειστά περιγράμματα<ref>Ν. Ματσούκας, Κόσμος...Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 230</ref>. Γι αυτό η εκκλησία μπορεί να είναι εικόνα τόσο του θεού, όσο και του σύμπαντος κόσμου, του ίδιου του αισθητού κόσμου, αλλά και του ανθρώπου ή μόνο της ψυχής του. Η εκκλησία παράλληλα ως ψυχή έχει το ιερατείο, νου το ιερό θυσιαστήριο και σώμα το ναό, στοιχεία τα οποία βρίσκονται σε μία άρρηκτη ενότητα<ref>Ν. Ματσούκας, Κόσμος...Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 226</ref>. Η ενότητα αυτή δε καταργεί την διάκριση, αλλά και η διάκριση, στα πλαίσια κλήρου και λαού δε νοείται σε μία σχέση ανωτερότητας και κατωτερότητας ή κυριαρχικότητας<ref>Ν. Ματσούκας, Κόσμος...Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 237</ref>, αλλά διαφοροποίησης της οργανικής ενότητας που είναι ο κόσμος<ref>Ν. Ματσούκας, Κόσμος...Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 224</ref>.<br />
<br />
Η εκκλησία σύμφωνα με το Μάξιμο αποτελεί ένα μυστήριο μέσα στη φυσική και ιστορική πραγματικότητα το οποίο ως σκοπό έχει να επιτελέσει μια συγκεκριμένη αποστολή. Αφενός μεν τη βαθμιαία εξαφάνιση του κακού μέσα στον κόσμο και αφετέρου την τελείωση των λογικών και νοερών όντων. Σκοπός δηλαδή είναι η κοινωνία των όντων με το Θεό, δια μέσου τη συμφιλίωσης και της συνάντησης κτιστής δημιουργίας και του Θεού-δημιουργού<ref>Ν. Ματσούκας, Κόσμος...Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 234</ref>. Η ίδια όμως ως ιστορική έκφανση, παρομοιάζεται ως μια πόλη. Μια πόλη, όπου άνθρωπος καλείται σε μία πορεία οποία διέρχεται από τα στάδια της αρετής, της γνώσης και τελικά της μυστικής θεολογίας. Η θεραπεία είναι το μέσο ανάβασης, και τα μυστήρια το φάρμακο και ελιξίριο της ζωής αυτής.<br />
<br />
==Αναφορές==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:3; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Χρήσιμοι σύνδεσμοι==<br />
<br />
* [http://www.oodegr.co/oode/dogma/kosmologia/kosmologia_maximou_1.htm Άνθρωπος και κόσμος στη θεολογία του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού. Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα]<br />
<br />
* [http://myriobiblos.gr/texts/greek/maximos/index.htm Πρωτότυπα έργα Μαξίμου Ομολογητού]<br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
*Νίκος Ματσούκας, "''Κόσμος, Κοινωνία, Άνθρωπος κατά το Μάξιμο Ομολογητή''", Γρηγόρης, Αθήνα 1980.<br />
*Γεώργιος Φλορόφσκι, "''Οι Βυζαντινοί πατέρες του 6ου-7ου-8ου αιώνα''", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.<br />
*Βλάσσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία τ. Α', Διήγηση, Αθήνα 2002.<br />
*Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, τ. Ε', Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2006.<br />
*ΘΗΕ, λήμμα Μάξιμος Ομολογητής, τ. 8ος, σελ. 614-623, Μαρτίνος, Αθήνα 1964.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Μ]]<br />
[[Κατηγορία:Πατρολογία|Μ]]<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Ομολογητές|Μ]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς|Μ]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Πατέρες|Μ]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Μ]]<br />
[[Κατηγορία:6ος αιώνας|Ι]]<br />
<br />
[[ar:مكسيموس المعترف]]<br />
[[en:Maximus the Confessor]]<br />
[[fr:Maxime le Confesseur]]<br />
[[mk:Преподобен Максим Исповедник]]<br />
[[pt:Máximo, o Confessor]]<br />
[[ro:Maxim Mărturisitorul]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9B%CE%BF%CF%85%CE%BA%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82_%CE%BF_%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BF%CF%87%CE%B5%CF%8D%CF%82&diff=20842Λουκιανός ο Αντιοχεύς2020-05-14T22:35:14Z<p>EGobi: +ar</p>
<hr />
<div>Ο '''Λουκιανός Αντιοχείας''' (235-312), γνωστός και ως '''Λουκιανός ο Αποσυνάγωγος''' ή '''Άγιος Λουκιανός''', υπήρξε [[πρεσβύτερος]], [[θεολόγος]], διδάσκαλος και συγγραφέας κατά το 4ο αιώνα και έδρασε στην περιοχή της ''Αντιόχειας''. Γεννήθηκε στα ''Σαμόσατα'' και ίδρυσε μια από τις σπουδαιότερες σχολές θεολογίας, τη λεγόμενη και [[Αντιοχειανή Θεολογική Σχολή|Αντιοχειανή]].<br />
<br />
==Ο βίος του==<br />
<br />
Ο Λουκιανός γεννήθηκε το 235 στα Σαμόσατα της ''Μικράς Ασίας''. Μεγάλωσε στην πόλη ''Έδεσσα Μικράς Ασίας'' και έλαβε αρχική μόρφωση στη σχολή του Μακάριου. Υπήρξε μαθητής του [[Παύλος Σαμοσατεύς|Παύλου Σαμοσατέα]] και διάδοχός του στη Αντιοχειανή σχολή, με αποτέλεσμα ο αρχιεπίσκοπος ''Αλεξανδρείας'' [[Αλέξανδρος Α΄|Αλέξανδρος]] να τον κατηγορήσει ως ''"δυναμικό [[Μοναρχιανισμός|Μοναρχιανό]]"''. <br />
<br />
Ο ''Λουκιανός'' επανίδρυσε τη [[Θεολογική Σχολή της Αντιόχειας]], με νέο περιεχόμενο και τρόπο διδασκαλίας. Εν συνεχεία χειροτονήθηκε και [[Πρεσβύτερος|πρεσβύτερος]]. Παρά την κατηγορία του [[επίσκοπος|επισκόπου]] Αλεξανδρείας για [[Μοναρχιανισμός|Μοναρχιανισμό]], σήμερα γνωρίζουμε πως δεν ευσταθεί και αυτό διότι ο Λουκιανός δε φαίνεται με βάση τη γραμματεία που διασώζεται να αποδέχεται και να ταυτίζεται με τις απόψεις του ''Παύλου Σαμοσατέα'', παρότι υπήρξε μαθητής και διάδοχός του στη σχολή, και ενώ επέτρεπε τη διδασκαλία του. Λόγω των κατηγοριών αυτών καθαιρέθηκε και παρέμεινε εκτός συναγωγής (αποσυνάγωγος) επί τριών επισκόπων Αντιοχείας<ref>Δόμνος, Τίμαιος και Κύριλλος</ref> μέχρι την αποκατάστασή του. Αυτό συνέβη διότι για οικονομικούς ή άλλους λόγους εξάρτησης δίστασε να αποκηρύξει τον Παύλο παρότι είχε καθαιρεθεί εκκλησιαστικά, αλλά όχι και νομικά (αφού για τις αρχές αναγνωριζόταν μόνο αυτός ως νόμιμος, λόγω της Ζηνοβίας). Αυτή η επαμφοτερίζουσα στάση τον κατέστησε ύποπτο και τελικά του επεβλήθη ποινή ακοινωνησίας το 272. Όμως γρήγορα αποκαταστάθηκε επί [[Κύριλλος Α΄ Αντιοχείας|Κυρίλου του Α΄ Αντιοχείας]] ή [[Τυραννίων Αντιοχείας|Τυραννίωνα Αντιοχείας]].<br />
<br />
Επί διωγμών του Αυτοκράτορος ''Μαξιμίνου'' συνελήφθη και εστάλη στη ''Νικομήδεια''. Ο θάνατός του επήλθε στις 7 Ιανουαρίου του 312 όταν συνελήφθη υπό το διωγμό του ''Μαξιμίνου''. Ο τρόπος του θανάτου, ακόμα και σήμερα δεν έχει εξακριβωθεί. Κάποιοι θεολόγοι υποστηρίζουν ότι πέθανε από ασιτία, αλλά το πιθανότερο είναι να αποκεφαλίστηκε. Θεωρείται [[Άγιος|άγιος]] και εορτάζεται από την [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] στις [[:Πρότυπο:15 Οκτωβρίου|15 Οκτωβρίου]], ενώ από την [[Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία]] στις [[:Πρότυπο:7 Ιανουάριος|7 Ιανουαρίου]].<br />
<br />
==Το έργο του και οι απόψεις του==<br />
<br />
Ο Λουκιανός περιγράφεται ως άνθρωπος ασκητικός, ενώ κατά τον Ευσέβιο ''"ανήρ τα πάντα άριστος, βίω τε εγκρατεί και τοις ιεροίς μαθήμασι συγκεκροτημένος"''. Υπήρξε άριστος γνώστης της [[Εβραϊκή γλώσσα|εβραϊκής γλώσσας]], ασχολήθηκε με τη ερμηνεία της [[Αγία Γραφή|Αγίας Γραφής]] και εκπόνησε κριτική αναθεώρηση του κειμένου της, κατά βάση φιλολογικού χαρακτήρα, η οποία και διαδόθηκε στην ''Αντιόχεια'' και την ''Κωνσταντινούπολη'', λόγω της εισαγωγής της από τον ιερό [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος|Χρυσόστομο]]. Από το έργο του αυτό διασώθηκαν μόνο πενιχρές ειδήσεις. Ο ίδιος επίσης θεωρείται εισηγητής της "ιστορικογραμματικής" ερμηνευτικής μεθόδου.<br />
<br />
Πολλοί τον κατηγόρησαν, ότι ασπάστηκε τις απόψεις του ''Παύλου Σαμοσατέα'', ο ίδιος όμως δε φαίνεται να ανέπτυξε σαφή τριαδολογία και χριστολογία, αν και ήταν σαφώς επηρεασμένος από τις αντιλήψεις του [[Ωριγένης|Ωριγένη]], με αποτέλεσμα να μη δέχεται την προσωπική υπόσταση του Λόγου. Ο Λουκιανός, με βάση πάντα [[Ωριγένης|Ωριγενιστικές]] αντιλήψεις που ασπαζόταν, είχε προβεί και σε άλλες τοποθετήσεις περί του ''Λόγου'', όπως ότι ο Λόγος δεν ήταν ενωμένος κατά την ουσία με το Θεό, δεχόταν ''"εκ προκοπής"'' θέωση του Χριστού, ενώ ίσως διέκρινε το Λόγο του Πατέρα (προφορικό) από τον Λόγο του Υιού. Ο Λουκιανός επίσης φέρεται να είχε εκπονήσει σύμβολο το οποίο καλούσε τον Λόγο εικόνα απαράλλακτη της ουσίας και της δυνάμεως του Πατρός<ref>Μεγάλου Αθανασίου, Περι συνόδων 25</ref>. Ο ''Boularand'' αρνήθηκε την προέλευση του συμβόλου από τον Λουκιανό, καθώς η έρευνα έχει καταλήξει πως στη σημερινή του μορφή είναι μεταγενέστερο.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references/></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
* Βλάσιος Φειδάς, «''Εκκλησιαστική Ιστορία''», Τόμος Α΄, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002.<br />
* Μπαλάνος Δημήτριος, «''Εκκλησιαστική Ιστορία''», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών 7, 1932.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Λ]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες|Λ]]<br />
[[Κατηγορία:Θεολόγοι|Λ]]<br />
<br />
[[ar:لوقيانوس الأنطاكي]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%91%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AF%CE%BD%CE%B1,_%CE%91%CE%B3%CE%AF%CE%B1&diff=20841Αικατερίνα, Αγία2020-05-14T22:29:35Z<p>EGobi: +ar,fr,mk,ro</p>
<hr />
<div>[[Image:Catherine of Alexandria.jpg|right|frame|Εικόνα της Αγίας]]<br />
Η '''Αικατερίνα ή Αικατερίνη''' η μεγαλομάρτυρας, αποτελεί Αγία της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Εκκλησίας]], η οποία έζησε στην περιοχή της Αιγύπτου, κατά τον 4ο αιώνα. Σε ότι αφορά τις ιστορικές μαρτυρίες, έχουν γίνει σχετικά έρευνες, καθώς η αγία αγνοείται από τις αρχαίες πηγές μέχρι και τον 9ο αιώνα. Το βέβαιο είναι πως οι ερευνητές μέχρι σήμερα δεν έχουν ρίξει φως στην προκειμένη περίπτωση. Για την Αγία Αικατερίνη γνωστά σήμερα είναι τέσσερα μαρτύρια γραμμένα στην Ελληνική. Του [[Συμεών ο μεταφραστής|Συμεών του μεταφραστού]], του Αθανασίου ταχυγράφου και δύο ανωνύμων. Επίσης υπάρχουν και άλλα τόσο τη λατινική, όσο και στην αραβική. Στον Ευσέβιο επίσης βρίσκουμε μία μαρτυρία κατά την οποία παρατηρούμε πως κάποια γυναίκα στην περιοχή της Αλεξάνδρειας, υπερνίκησε χάρη στην παιδεία, τη σωφροσύνη και τη μόρφωση τον αυτοκράτορα Μαξιμίνο και παρότι ήταν πρόθυμος να τη σκοτώσει, τελικά την εξόρισε<ref>Εκκλ. Ιστορία 8, 14</ref>. Σύμφωνα λοιπόν με τον ''Asemani'' , η γυναίκα αυτή είναι η Αγία Αικατερίνα. Ο Βαρόνιος υποθέτει πως ύστερα επέστρεψε και μαρτύρησε, το δε όνομα Δωροθέα, που αποδίδει ο [[Ρουφίνος]] στην ανώνυμη μάρτυρα του άνωθεν χωρίου, αποτελεί το πραγματικό της όνομα, καθώς το Αικατερίνα είναι συμβολικό [Αικατερίνα=αεί-καθαρίνα=η αιώνια αγνή]<ref>ΘΗΕ, τ. 1, σελ. 1037</ref>.<br />
<br />
Από εκεί και πέρα σύμφωνα με τα συναξάρια η Αγία γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια. Η ίδια σπούδασε και διακρίθηκε σε όλες τις επιστήμες της εποχής, ενώ ήταν επίσης όμορφη και ευσεβής χριστιανή. Στην περιοχή της Αλεξάνδρειας είχε μάλιστα γίνει ιδιαίτερα γνωστή με αποτέλεσμα ο έπαρχος να θελήσει να την αποσπάσει από το χριστιανισμό, φέρνοντάς τη σε συζήτηση με φιλοσόφους, οι οποίοι θα αποδείκνυαν το σαθρό της [[Πίστη|πίστεώς]] της. Έτσι συναντήθηκε με 50 φιλοσόφους και όχι μόνο δε μετεστράφη, αλλά τους προσέλκυσε στο χριστιανισμό. Ο Αυτοκράτορας τότε οργισθείς τους αποκεφάλισε. Εν συνεχεία φυλακίστηκε, αλλά εκεί η ίδια συνεχίζοντας το έργο της, οδήγησε τη σύζυγο του Μαξιμίνου και μερικούς φύλακες επίσης στο χριστιανισμό. Τότε ο Μαξιμίνος διέταξε να την βασανίσουν με φρικτά βασανιστήρια τα οποία πολλά από αυτά απέφυγε θαυματουργικώς. Τελικά διατάχτηκε να την αποκεφαλίσουν. Η μνήμη της εορτάζεται στις [[Πρότυπο:25 Νοέμβριος|25 Νοεμβρίου]]. Τα λείψανά της Αγίας ευρέθησαν κατά τον 8ο αιώνα από χριστιανούς Αιγυπτίους και μεταφέρθηκαν στην ιερά Μονή Σινά.<br />
<br />
===Η ταύτιση με την [[Υπατία]]===<br />
<br />
Σύμφωνα με παραδόσεις εξερχόμενες από τη Λαοδίκεια<ref>Σύμφωνα με έρευνα του Β. Μυρσιλίδου το 1897, ο οποίος βρήκε ναό πλησίον της πόλεως Denisli, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στην Αγία Υπατία και πανηγύριζε την 25η Νοεμβρίου</ref>, η Αικατερίνη ήταν το ίδιο πρόσωπο με τη φιλόσοφο [[Υπατία]]. Κατ αυτή τη θεώρηση, επειδή υπάρχουν φανερές εξωτερικές ομοιότητες μεταξύ της ιδίας και της Αικατερίνης, όπως ότι είχε γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια, μετείχε και αυτή των φιλοσόφων μαθημάτων, ξεχώριζε για τις γνώσεις της, την παιδεία της, τη σοφία της, διήγαγε παρθενικό βίο, ταυτίζονται. Σύμφωνα με το Σωκράτη ιστορικό, η Υπατία δολοφονήθηκε από εξαγριωμένο όχλο χριστιανών μοναχών, πιθανώς όμως για πολιτικούς λόγους. Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι η ίδια είχε μαθητές χριστιανούς, όπως ο [[Συνέσιος]], ο οποίος την αποκαλεί θεοφιλεστάτην αδελφήν και φιλόσοφον<ref>PG 66, 1321</ref>. Σύμφωνα με λοιπόν την παράδοση από τη Λαοδίκεια, συνέβησαν τα εξής γεγονότα. Μετά το θάνατο της Υπατίας ο Ορέστης συμφιλιώθηκε με τον Κύριλλο Αλεξανδρείας, ο οποίος στις 25 Νοεμβρίου συνεκάλεσε σύνοδο, κατά την οποία εμφανίστηκε επιστολή όπου η Υπατία εκδήλωνε τη θέληση να γίνει χριστιανή. Έτσι συνεφωνήθη να τιμηθεί ως Αγία, αλλάζοντας το όνομα σε Αικατερίνη για να μην επέλθει αντίδραση από τους μοναχούς της περιοχής<ref>ΘΗΕ, τ. 1, σελ. 1039-1040</ref>.<br />
<br />
== Υποσημειώσεις ==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001. <br />
*Λήμμα Αικατερίνη, ΘΗΕ, Μαρτίνος, Αθήνα, 1962-1968.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Α]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες|Α]]<br />
[[Κατηγορία:4ος αιώνας|Α]]<br />
<br />
[[ar:كاترينا الإسكندرانية]]<br />
[[en:Catherine of Alexandria]]<br />
[[fr:Catherine d'Alexandrie]]<br />
[[mk:Света великомаченичка Екатерина]]<br />
[[ro:Ecaterina din Alexandria]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CF%8D%CE%BA%CE%B1%CF%81%CF%80%CE%BF%CF%82_%CE%A3%CE%BC%CF%8D%CF%81%CE%BD%CE%B7%CF%82&diff=20840Πολύκαρπος Σμύρνης2020-05-14T22:17:26Z<p>EGobi: +ar,pt</p>
<hr />
<div>{{Άγιος<br />
| Όνομα = Πολύκαρπος Σμύρνης<br />
| Εικόνα = [[Image:Polycarp.jpg|150px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο Άγιος Πολύκαρπος Σμύρνης<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = άγνωστο<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = 167/168, ''Σμύρνη''<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = [[:Πρότυπο: 23 Φεβρουάριος|23 Φεβρουαρίου]]<br />
| Ημερομηνίες = <br />
| Τίτλος = [[Επίσκοπος]], [[Αποστολικοί Πατέρες|Αποστολικός Πατέρας]]<br />
}}<br />
Ο '''Άγιος Πολύκαρπος''' ή '''Πολύκαρπος Σμύρνης''', είναι [[Άγιος]] και [[μάρτυρας]] της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθοδόξου Εκκλησίας]]. Αποτελεί μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες που ανέδειξε η πρωτοχριστιανική Εκκλησία καθώς υπήρξε [[επίσκοπος]] στην πόλη της Σμύρνης, αλλά και γιατί μαζί με τον [[Ιγνάτιος Αντιοχείας|Ιγνάτιο Αντιοχείας]] αποτέλεσαν τον ισχυρό πυρήνα έκφρασης της αποστολικής παραδόσεως της εποχής. Οι πληροφορίες για τη ζωή του και του δράση του είναι περιορισμένες και προέρχονται κυρίως από επιστολές και το μαθητή και συνεχιστή του έργου του, [[Ειρηναίος Λουγδούνου|Ειρηναίο Λουγδούνου]].<br />
<br />
==Ο βίος του==<br />
Το πότε και που ακριβώς γεννήθηκε ο ''Άγιος Πολύκαρπος'' δεν είναι γνωστό. Γνωρίζουμε όμως πως υπηρέτησε, διέμεινε και συνδέθηκε στενά με τη πόλη της Σμύρνης. Ο ίδιος καταστάθηκε μεταξύ των [[Αποστολικοί Πατέρες|Αποστολικών Πατέρων]], διότι γνώρισε τους [[Απόστολοι|Αποστόλους]], μαθήτευσε δίπλα στον ''Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο''<ref>Ειρηναίου Λουγδούνου, Έλεγχος, 3, 3, 4</ref>, ενώ σύμφωνα με τον Τερτυλλιανό<ref>Τερτυλλιανός, De praescriptione haereticum 32</ref> χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον ίδιο, κάτι που όμως δε φαίνεται να είναι ακριβές λόγω των χρονολογικών δεδομένων<ref>Π. Χρήστου, «''Ελληνική Πατρολογία''», Τόμος Β΄,σελίς 437</ref>. Το έργο που διετέλεσε ήταν πραγματικά πολύ σπουδαίο, διότι σε μία εποχή «''που η εκκλησία γνώρισε στους κόλπους της πλήθος διδασκάλων, οι οποίοι εξέφραζαν αμφίβολη και όχι πάντως γνήσια αποστολική παράδοση...υπήρξε ο κατεξοχήν φορέας της γνήσιας αποστολικής παραδόσεως''»<ref>Στ. Παπαδόπουλος, «''Πατρολογία''», Τόμος Α΄, σελίς 181</ref>. Η δράση του υπήρξε πολυποίκιλη, αλλά η σημαντικότητά της έγκειται στον ευρύ αντιαιρετικό του αγώνα. Χαρακτηριστικά ο Ειρηναίος εξαίροντας το έργο του Πολυκάρπου, μας αναφέρει μεγάλη επιστροφή πιστών από τις [[Αίρεση|αιρέσεις]] των [[Γνωστικισμός|Γνωστικών]], του [[Μαρκίων|Μαρκίωνος]] και του [[Βαλεντίνος|Βαλεντίνου]]. Ο ίδιος συνδέθηκε έντονα με την έτερη μεγάλη προσωπικότητα της Εκκλησίας της Μικράς Ασίας, τον Ιγνάτιο Αντιοχείας, από τον οποίο γνωρίζουμε πως δέχθηκε και προσωπική επιστολή. Η σημαντικότητα της παρουσίας του στην Εκκλησία αλλά και η αποστολικότητα του φρονήματος του Πολύκαρπου διαφάνηκε και από την ειρηνευτική αποστολή στην οποία εξέλαβε μέρος, ώστε να επιλύσει το ολοένα διογκούμενο πρόβλημα για την εποχή, της ημερομηνίας εορτασμού του [[Πάσχα]].<br />
<br />
Η επιτυχία του έργου του Πολυκάρπου δεν πέρασε απαρατήρητη, προκαλώντας τελικά τη μήνη των αντιπάλων του. Η αφορμή του μαρτυρίου του δόθηκε από ενέργειες ομάδας Φρυγών ζηλωτών, οι οποίοι παρεκίνησαν ομάδα χριστιανών να προσέλθουν στον ανθύπατο και να δηλώσουν άνευ λόγου την ιδιότητά τους, κάτι που με βάση του νόμους της εποχής θα διωκόταν με θάνατο<ref>Ήσαν προφανώς Μοντανιστές</ref>. Οι χριστιανοί αυτοί εξετελέσθησαν, αλλά ταυτοχρόνως το πλήθος της περιοχής ζήτησε και τη εξεύρεση και θανάτωση του Πολύκαρπου. Μετά από αναζήτηση των διωκτικών αρχών, τελικά ανευρέθη ο Πολύκαρπος στο κτήμα του προσευχόμενος και οδηγήθηκε ενώπιον του ανθυπάτου και εν συνεχεία στο στάδιο της Σμύρνης, όπου μαρτυρικώς και δια πυρός, μαρτύρησε. Ο Πολύκαρπος βρισκόταν σε μεγάλη ηλικία, αλλά η πλήρης εξακρίβωση της ηλικίας του δε δύναται να επιβεβαιωθεί καθώς η αναφορά στο «''[[Μαρτύριον Πολυκάρπου]]''», ότι υπηρέτησε την εκκλησία για 86 έτη<ref>μαρτύριον Πολυκάρπου, 9</ref>, δεν είναι γνωστό με ποιο σημείο αναφοράς τοποθετείται, δηλαδή αν αυτά τα έτη είναι τα έτη από τη γέννησή του ή τη [[Βάπτισμα|βάπτισή]] του.<br />
<br />
Κατά το μαρτυρολόγιο, το συμβάν έλαβε χώρα στις 23 Φεβρουαρίου, ημέρα Σάββατο, επί υπατίας ''Στατίου Κοδράτου''. Η παράδοση τοποθετεί το θάνατό του στο έτος 155/156, αλλά μετά πρόσφατες αναθεωρήσεις πιο πιθανά έτη θεωρούνται τα 167/168, ενώ έχει προταθεί και το έτος 177. Η μνήμη του εορτάζεται από την ορθόδοξη εκκλησία στις [[:Πρότυπο: 23 Φεβρουάριος|23 Φεβρουαρίου]], ενώ στην Δύση στις 26 Ιανουαρίου.<br />
<br />
==Δείτε επίσης==<br />
<br />
* [[Αποστολικοί Πατέρες]]<br />
* [[Επιστολή προς Φιλιππησίους Αγίου Πολυκάρπου Σμύρνης]]<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
*Στυλιανός Παπαδόπουλος, «''Πατρολογία''», Τόμος Α΄, Αθήνα 2000.<br />
*Παναγιώτη Χρήστου, «''Ελληνική Πατρολογία''», Τόμος Β΄, Εκδόσεις Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005<br />
<br />
<br />
{{Αποστολικοί Πατέρες}}<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Επίσκοποι|Π]]<br />
[[κατηγορία:Μάρτυρες|Π]]<br />
[[κατηγορία:Αποστολικοί Πατέρες|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Πατέρες|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Π]]<br />
[[Κατηγορία:2ος αιώνας|Π]]<br />
<br />
[[ar:بوليكربوس أسقف أزمير]]<br />
[[en:Polycarp of Smyrna]]<br />
[[pt:Policarpo de Esmirna]]<br />
[[ro:Policarp al Smirnei]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%91%CF%80%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CF%82_%CE%A3%CE%AF%CE%BC%CF%89%CE%BD&diff=20839Απόστολος Σίμων2020-05-08T22:54:31Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>{{Άγιος<br />
| Όνομα = Απόστολος Σίμων<br />
| Εικόνα = [[Image:Simon the Zealot.JPG|150px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο Απόστολος Σίμων ο Ζηλωτής (Κανανίτης)<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = άγνωστο<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = άγνωστο<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = [[Πρότυπο:10 Μαΐου|10 Μαΐου]]<br />
| Ημερομηνίες = 49 μ.Χ. Αποστολική Σύνοδος<br />
| Τίτλος = [[Απόστολος]]<br />
}}<br />
Ο '''Απόστολος Σίμων''', ο αποκαλούμενος και Ζηλωτής, υπήρξε μαθητής του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]] και [[Απόστολοι|απόστολος]]. Η θέση του στο μαθητικό κύκλο αναφέρεται από όλους τους ευαγγελιστές<ref>Ματθαίος (10, 4). Μάρκος (3, 8). Λουκάς (6, 15). Ιωάννης (21, 2)</ref>, καθώς και στις [[Πράξεις των Αποστόλων]] (1, 13). Οι πληροφορίες που έχουμε για το βίο του είναι μηδαμινές και ουσιαστικά περιορίζονται σε έμμεσες προσπάθειες των ερευνητών με βάση τις μαρτυρίες της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]].<br />
<br />
Ο Σίμωνας, όπως προαναφέρθηκε, αποκαλείτο Ζηλωτής, αλλά και Κανανίτης και Καναναίος. Με βάση τη δεύτερη προσφώνηση έγιναν εικασίες ότι ο μαθητής αυτός προφανώς κατάγεται από την Κανά ή ακόμα και από τη Χαναάν. Και στις δύο περιπτώσεις όμως, που ακόμα και μέχρι σήμερα υπάρχουν ερευνητές που τις υποστηρίζουν, υπάρχει λάθος<ref>Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, σελ. 127-128</ref>, παρότι στη λειτουργική άποψη της ορθόδοξης εκκλησίας επικράτησε να προβάλλεται αυτή η θέση (της καταγωγής εκ Κανά)<ref>Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, σελ. 127</ref>. Αφενός αν ο Σίμωνας προερχόταν από την Κανά θα λεγόταν Καναίος ή Κανίτης, αφετέρου το Κανανίτης δεν προέρχεται από κοινή ρίζα με το Χαναναίος. Η πραγματικότητα βρίσκεται στην ιδιότητα του Ζηλωτή. Η λέξη Καναναίος ή Κανανίτης παράγεται από τη βιβλική λέξη ''Kanana'', που σημαίνει ζήλος, ζέση και έτσι εκεί βρίσκεται το πραγματικό αίτιο της προσφώνησης του Αποστόλου, ως Κανανίτης.<br />
<br />
Ζήτημα ερεύνης, το οποίο όμως δεν έχει καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, έχει γίνει και η ιδιότητα του ζηλωτή. Οι ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης δε έχουν έρθει σε κάποια συμφωνία, ενώ οι απόψεις που προκρίνονται για την ιδιότητά του αυτή είναι:<br />
*ότι ο Σίμων ανήκε -τουλάχιστον πριν εισέλθει στο μαθητικό κύκλο- στο κίνημα των ζηλωτών<br />
*ότι ο Σίμων αποκλήθηκε ζηλωτής ένεκα της θέρμης και του ζήλου που επιδείκνυε ως μαθητής<br />
*ότι ανήκε στους ευσεβείς Ιουδαίους που έδειχναν ιδιαίτερο ζήλο για το μωσαϊκό νόμο και φρόντιζαν με ιδιαίτερη ευλάβεια την τήρηση των λατρευτικών διατάξεων<br />
<br />
Σε κάθε περίπτωση η έννοια του ζηλωτή δηλώνει τον ένθερμο ακόλουθο. <br />
<br />
Ο μνήμη του Αποστόλου εορτάζεται στις [[Πρότυπο:10 Μαΐου|10 Μαΐου]], ενώ κατά τη λειτουργική πράξη, λόγω της φαινομενικής καταγωγής του από την Κανά (που ανωτέρω αποδείχτηκε πως είναι λανθασμένη), συνδέεται με τον [[Απόστολο Ναθαναήλ]], που όντως καταγόταν από την Κανά. Σύμφωνα επίσης με αστήρικτες υποθέσεις ταυτίζεται με το γαμπρό του γάμου της Κανά<ref>Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, σελ. 129</ref>. Τέλος κατά την παράδοση ο Σίμωνας κήρυξε το ευαγγέλιο στην Περσία, την Αίγυπτο ακόμα και τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι το που πραγματικά κήρυξε δεν μπορεί να προσδιοριστεί<ref>[http://www.newadvent.org/cathen/13796b.htm Λήμα: Άγιος Σίμων, ο Απόστολος] από Καθολική εγκυκλοπαίδεια: ''"Where he actually preached the Gospel is uncertain. Almost all the lands of the then known world, even as far as Britain, have been mentioned;"''</ref>. Σύμφωνα με τις ίδιες παραδόσεις υπέστη [[Σταυρός|σταυρικό]] θάνατο<ref>ο.π.</ref>.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
*Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, Τέρτιος, Κατερίνη 1993.<br />
<br />
<br />
{{Απόστολοι}}<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Σίμων]]<br />
[[Κατηγορία:Απόστολοι|Σ]]<br />
[[Κατηγορία:12 Απόστολοι|Σ]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες|Σ]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Σ]]<br />
<br />
[[ar:سمعان الرسول]]<br />
[[en:Apostle Simon]]<br />
[[fr:Simon le Zélote]]<br />
[[pt:Apóstolo Simão]]<br />
[[ro:Apostolul Simon]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%93%CE%B5%CF%8E%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82,_%CE%86%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82&diff=20838Γεώργιος, Άγιος2020-04-23T02:55:56Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>[[Image:George.jpg|right|thumb|150px|Ο Άγιος Γεώργιος ο τροπαιοφόρος]]<br />
Ο '''Άγιος Γεώργιος''', ο ''τροπαιοφόρος'' είναι [[Άγιος]] και [[μάρτυρας]] της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθοδόξου Εκκλησίας]]. Έζησε κατά τον 3ο και 4ο αιώνα στην περιοχή της Καππαδοκίας και υπήρξε αξιωματικός του Ρωμαϊκού στρατού. Παρέδωσε τελικώς μαρτυρικώς τη ζωή του, όταν ομολόγησε τη θρησκευτική του ταυτότητα. Οι πηγές που έχουμε περί του βίου του, προέρχονται από [[Συναξάρι|συναξάρια]].<br />
<br />
Ο Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε περί το 275<ref>Χ. Τσολακίδης, Αγιολόγιο..., σελ. 376</ref> με 280<ref>Ε. Λέκκος, Ο Άγιος Γεώργιος, σελ. 5</ref> στην Καππαδοκία από χριστιανούς γονείς<ref>Ο πατέρας του ήταν ειδωλολάτρης που προς το τέλος της ζωής του ασπάστηκε το χριστιανισμό. Η μητέρα του Πολυχρονία ήταν χριστιανή. Τον ανέθρεψε μάλιστα από την παιδική του ηλικία χριστιανικά</ref>. Καταγόταν από πλούσια και ευγενή οικογένεια, καθώς ο πατέρας του Γερόντιος ήταν συγκλητικός στρατηλάτης<ref>Ο Γερόντιος μάλιστα παρέδωσε τη ζωή του μαρτυρικά (Χ. Τσολακίδης, Αγιολόγιο..., σελ. 376)</ref>. Για τα παιδικά του χρόνια γνωρίζουμε λίγα πράγματα. Γνωρίζουμε όμως ότι στην ηλικία των 18 ετών κατατάχτηκε στο ρωμαϊκό στρατό, όπου διακρίθηκε για τις επιδόσεις του και πιο συγκεκριμένα το έτος 297 όταν οι Ρωμαίοι επιτέθηκαν στον Βασιλιά της Περσίας Ναρσή. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού ήταν να λάβει σε νεαρή ηλικία τον τίτλο του κόμητος σε τάγμα αυτοκρατορικής φρουράς<ref>ο.π.</ref>. Το 302 ο Γεώργιος θα διακριθεί και πάλι όταν ο τετράρχης Γαλέριος επιτέθηκε εναντίον των Περσών. Την ίδια χρονιά ο Διοκλητιανός θα κηρύξει γενικό διωγμό ενάντια στους χριστιανούς.<br />
<br />
Κατά την εποχή του διωγμού ο Γεώργιος αποκαλύπτεται πως ήταν χριστιανός. Έτσι καλείται ενώπιον του Αυτοκράτορα, όπου ομολογεί την πίστη του και ελέγχει την απάτη των ειδώλων. Για το λόγο αυτό οδηγείται σε μία σειρά φρικτών βασανιστηρίων, αλλά και θαυμάτων που οδήγησαν πολλούς ειδωλολάτρες στην [[εκκλησία]]. Τελικά τον αποκεφάλισαν, καθώς προσευχόταν, κοντά στη Λύδδα (Διόσπολις) της Παλαιστίνης<ref>[http://www.newadvent.org/cathen/06453a.htm Catolic Encyclopedia "Saint George]</ref>. Η μνήμη του τιμάται στις [[Πρότυπο:23 Απρίλιος|23 Απριλίου]]. Σε περίπτωση όμως που η εορτή συμπέσει με την [[Μεγάλη Εβδομάδα]], η εορτή μετακινείται την πρώτη Δευτέρα μετά το [[Πάσχα]] (Δευτέρα της Διακαινησίμου).<br />
<br />
Σε ότι αφορά τον ιστορικό Γεώργιο το μόνο το οποίο μπορούμε με ακρίβεια να ισχυριστούμε είναι ότι μαρτύρησε κοντά ή στην πόλη της Λύδδας, λίγο πριν τη βασιλεία του Μεγάλου Κωνσταντίνου<ref>[http://www.newadvent.org/cathen/06453a.htm Catholic encyclopedia "St. George"]</ref>. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως οι υπόλοιπες πληροφορίες είναι λανθασμένες, αλλά υπό το πρίσμα των ιστορικών διασταυρώσεων είναι δύσκολο να εξακριβωθούν<ref>Σε κάθε περίπτωση δε μιλάμε για το μαρτύριο, αλλά για τα υπόλοιπα στοιχεία. Για την περίπτωση του μαρτυρίου μπορείτε να διαβάσετε το λήμμα [[Συναξάρι]]</ref>. Η υπόθεση πάντως που υποστηρίχθηκε από μερικούς ιστορικούς, όπως τον ''E. Gibbon'', πως ο Άγιος Γεώργιος ταυτίζεται με τον αρειανό επίσκοπο της Καππαδοκίας, Γεώργιο τον Καππαδόκη, αντίπαλο του [[Αθανάσιος Αλεξανδρείας|Μεγάλου του Αθανασίου]], δε φαίνεται να ευσταθεί ούτε μπορεί να εξακριβωθεί κατά τον καθηγητή ''J.B.Burry'', καθώς τίποτα δεν έχει λεχθεί σχετικά με αυτό<ref>ο.π.</ref>. Άλλωστε η ιστορία του Αγίου Γεωργίου είναι πιο αρχαία από αυτή του Γεωργίου του Καππαδόκη<ref>Υπήρξε επίσκοπος Αλεξανδρείας μεταξύ 356-361</ref>.<br />
<br />
==Εικονογραφία και λαογραφία==<br />
<br />
Τον Άγιο Γεώργιο το συναντάμε κυρίως σε δύο αγιογραφικές παραστάσεις. Η πρώτη είναι η κατ ενώπιον παράσταση, όπου ο Άγιος στέκεται όρθιος και ενδεδυμένος με στρατιωτική στολή κρατάει δόρυ ή [[Σταυρός|σταυρό]] και ασπίδα, ενώ έχει και το ξίφος του. Επίσης είναι νέος και δε φέρει γένια. Η δεύτερη και συχνότερη είναι ως έφιππος σε λευκό άλογο. Η αγιογραφία αυτή εμφανίστηκε πρώτη φορά σε μοναστήρια της Αιγύπτου τον 5ο αιώνα<ref>Παν. Λέκκος, ενθ.αν., σελ. 33</ref>. Αργότερα κατά το 12ο αιώνα, με αφορμή ένα συναξάρι, σύμφωνα με το οποίο ο Άγιος εφόνευσε ένα δράκοντα ο οποίος απειλούσε την κόρη του βασιλιά Σιλβίου, διαμορφώθηκε η έφιππη παράστασή του όπου με μακρύ δόρυ θανατώνει ένα δράκοντα. Η αγιογραφία αυτή πιθανώς ως σκοπό είχε να δηλώσει τη νίκη του χριστιανισμού έναντι της ειδωλολατρίας και του [[Κακό|κακού]], ίσως όμως και να δεικνύει τον Αυτοκράτορα Διοκλητιανό, ο οποίος αποκαλείτο σε κάποια κείμενα μερικές φορές ως ''"ο Βύθιος Δράκος"''<ref>[http://www.newadvent.org/cathen/06453a.htm Catolic Encyclopedia "Saint George]</ref>. Σίγουρα πάντως ο συμβολισμός αυτός είναι ιδιαίτερα σκοτεινός προς εμάς.<br />
<br />
Ο Άγιος Γεώργιος αποτελεί επίσης ένα από τους πλέον δημοφιλείς αγίους της Ορθόδοξης εκκλησίας. Γι αυτό και η τιμή του είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε όλους τους Βαλκανικούς λαούς, τους Παλαιστίνιους, τους Πολωνούς, τους Αρμένιους και τους Συρίους ακόμα δε και στους μουσουλμάνους<ref>ο.π., σελ. 3</ref>. Ο Άγιος μάλιστα σε μερικές Γερμανικές περιοχές ταυτίστηκε με παλαιές γερμανικές θεότητες όπως ο ''Wodan'' και ''Donar''. Κατά τη βυζαντινή περίοδο η μορφή του κοσμούσε τα φλάμπουρα των στρατηγών, ενώ η μορφή του απεικονιζόταν και σε νομίσματα. Σήμερα είναι προστάτης τους Πεζικού του ελληνικού στρατού, αλλά και του Βουλγαρικού, καθώς και ο προστάτης Άγιος της Αγγλίας.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Ευαγγέλου Λέκκου, ''"Άγιος Γεώργιος"'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα.<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001.<br />
<br />
[[κατηγορία:Άγιοι|Γ]]<br />
[[κατηγορία:Μάρτυρες|Γ]]<br />
[[Κατηγορία:4ος αιώνας|Γ]]<br />
<br />
[[en:George the Trophy-bearer]]<br />
[[fr:Georges le Tropéophore]]<br />
[[pt:Jorge, o Vitorioso]]<br />
[[ro:Gheorghe purtătorul de biruinţă]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%98%CE%B5%CF%8C%CE%B4%CF%89%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%A4%CE%AE%CF%81%CF%89%CE%BD&diff=20836Θεόδωρος ο Τήρων2020-02-20T23:23:45Z<p>EGobi: +en,pt,ro</p>
<hr />
<div>[[Image:Theodore the Soldier.jpg|200px|thumb|right|Ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων]]<br />
O '''Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων''' ή ''Θεόδωρος Αμασείας'' είναι άγιος της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθοδόξου Εκκλησίας]]. Έδρασε στα χρόνια των αυτοκρατόρων ''Μαξιμιανού'' και ''Μαξιμίνου Β΄'' (286-305μ.Χ και 307- 313μ.Χ.) και ονομάστηκε Τήρων λόγω της ένταξής του στο σώμα των νεοσυλλέκτων της Ρωμαϊκής λεγεώνας (''tiro'' στα λατινικά σημαίνει νεοσύλλεκτος). Η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Φεβρουαρίου.<br />
<br />
==Ο βίος του==<br />
<br />
===Νεανική ηλικία===<br />
<br />
Δεν γνωρίζουμε πολλά για τα νεανικά χρόνια του Αγίου. Γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε στην ''Αμάσεια'', πόλη κτισμένη κοντά στον ''Ίρι'' ποταμό της προς Πόντου ''Καππαδοκίας''. Ιδιαίτερη πατρίδα του ήταν το χωριό '''Χουμιάλα'''. Την εποχή που ο [[Διοκλητιανός]] επιχειρούσε με έδρα τη [[Νικομήδεια]] την αναδιοργάνωση του κράτους διενήργησε διωγμούς με αποτέλεσμα πολλοί Χριστιανοί να εγκαταλείπουν την περιοχή της [[Αμάσεια|Αμάσειας]], να γίνονται κρυπτοχριστιανοί, να πιστεύουν στα είδωλα ή αν δεν μεταστρέφονταν να βασανίζονται ένεκα της πίστεως τους. Αλλά και ο ''Λικίνιος'' παρότι αρχικά τήρησε το σύμφωνο της [[Ανεξιθρησκεία|Ανεξιθρησκείας]] εν συνεχεία άρχισε διωγμούς κατά των Χριστιανών. Έτσι ο Θεόδωρος, διαμόρφωσε την άποψη, πως ο Χριστιανός έπρεπε να δίνει τη ζωή του για την πίστη του και να μην τη κρύβει.<br />
<br />
Τους λόγους που οδήγησαν τον Θεόδωρο να καταταγεί στο στρατό δεν τους γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε όμως πως σύντομα ξεχώρισε στην λεγεώνα για την ανδρεία του. Αφορμή να γίνει γνωστός για τη ανδρεία του στάθηκε η βοήθεια που έδωσε σε κάποια πλούσια γυναίκα και τους κατοίκους μίας περιοχής εξαιτίας ενός γιγάντιου φιδιού<ref>Η ιστορία του φιδιού πολλές φορές αποτελεί «ανθρωπομορφική» έκφραση, δηλαδή μια αληθινή ιστορία η οποία είναι συγκαλυμμένη με μυθικό περιεχόμενο, για ευκολότερη κατανόηση του πνευματικού νοήματος.</ref> το οποίο τους τρομοκρατούσε. Έτσι προσευχόμενος έψαξε το φίδι και όταν το συνάντησε εκτόξευσε εναντίον του ακόντιο, τραυματίζοντας το θανάσιμα.<br />
<br />
===Ομολογία της θρησκευτικής του ταυτότητας===<br />
<br />
Την εποχή του Θεοδώρου είχε αρχίσει να εφαρμόζεται το διάταγμα των ''Διοκλητιανού'' περί θυσιών στους εθνικούς Θεούς και λατρείας του Αυτοκράτορα. Ο Θεόδωρος ως χριστιανός όμως αρνήθηκε να λάβει μέρος σε αυτές. Ο ''Βρύγκας'' ως επικεφαλής του τάγματός του τον κάλεσε σε απολογία και τότε ομολόγησε πως είναι Χριστιανός. Ο ''Βρύγγας'' βλέποντας ότι οι προσπάθειές του να τον μεταπείσει αποτύγχαναν, του έδωσε χρόνο να το ξανασκεφτεί. Ο ίδιος τον χρόνο που είχε τον χρησιμοποίησε για να ενισχύσει τους Χριστιανούς του τάγματος, ώστε να μην αλλαξοπιστήσουν ή φοβηθούν από τα βασανιστήρια που ανέμενε να περάσει, μετά τη δεύτερη ακρόαση. Όμως δεν έμεινε μόνο σε αυτό. Ο ίδιος κατέστρεψε το ξύλινο είδωλο της Θεάς Ρέας που βρισκόταν στο ναό της πόλης. Ο ''Κρονίδης'', ένας υπηρέτης του ναού, είδε το σκηνικό και το διεμήνυσε στον τοπικό άρχοντα ''Πόπλιο''. Ο Θεόδωρος αμέσως κλήθηκε σε απολογία για τη μεγάλη ασέβεια. Ο Θεόδωρος απολογήθηκε πως το έκανε θέλοντας να διαπιστώσει αν όντως η θεά ήταν αληθινή. Αυτό που διαπίστωσε όμως ήταν ότι πρόκειται περί ενός απλού αψύχου πράγματος.<br />
<br />
===Το μαρτύριο του Θεοδώρου===<br />
<br />
Μετά τα γεγονότα αυτά ο τοπικός άρχοντας αμέσως διέταξε να τον μαστιγώσουν. Τον έφερε πάλι μπροστά του λέγοντας πως αν ασπασθεί τον θεό του όλα θα τελειώσουν. Ο Θεόδωρος άμεσα διεμήνυσε τη σταθερότητα της πίστης του και πως δεν φοβάται να μαρτυρήσει επειδή δεν είναι δειλός. Έτσι έδωσε εντολή να τον ρίξουν στη φυλακή χωρίς τροφή και νερό. Το βράδυ όμως ο [[Χριστός]] εμφανίστηκε μπροστά του δίνοντας του τη δύναμη, ενώ [[Άγγελος|άγγελοι]], έψαλλαν μέσα από το κελί του, με αποτέλεσμα οι φύλακες να νομίσουν πως φίλοι του Θεοδώρου πήγαν να τον βοηθήσουν να δραπετεύσει. Ο Πόπλιος τελικώς θέλησε να του ξαναδώσει μια ευκαιρία, όμως ο Θεόδωρος ήταν ανένδοτος. Έτσι διέταξε να τον κρεμάσουν με ανάποδη φορά και να κόψουν τις σάρκες του με κοφτερά σίδερα, ένα ιδιαίτερα γνωστό για την εποχή βασανιστήριο. Η προσπάθεια που κατέβαλαν από το βασανιστήριο απέτυχε. Ο Θεόδωρος δεν έσπασε και αντ'αυτού ο παρευρισκόμενος λαός έπαιρνε δύναμη από τη θάρρος και την αντοχή του Θεοδώρου. Βλέποντας αυτό ο Πόπλιος διέταξε να τον ρίξουν στο καμίνι, όπου και θανατώθηκε. Η ημερομηνία της κοίμησής του, ήταν [[17 Φεβρουαρίου]].<br />
<br />
==Το δια κολλύβων θαύμα==<br />
<br />
Όταν ανέβηκε στον θρόνο ο [[Ιουλιανός ο Παραβάτης]], πραγματοποίησε μεγάλο διωγμό κατά των χριστιανών. Γνωρίζοντας το τυπικό των χριστιανών για τη νηστεία και θέλοντας να ταλαιπωρήσει ακόμα περισσότερο τους Χριστιανούς κάλεσε τον έπαρχο της [[Κωνσταντινούπολη|Κωνσταντινούπολης]] και του είπε να αποσύρει από την πόλη τα τρόφιμα που ήταν νηστίσιμα, υποχρεώνοντας τους χριστιανούς είτε να μη νηστεύσουν, είτε να μείνουν νηστικοί. Έτσι και έγινε. Τότε σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση εμφανίστηκε μπροστά στον [[Ευδόξιος|Ευδόξιο]] ([[360]]-[[370]]μ.Χ.), ο Θεόδωρος ο Τήρων και του είπε «''σύναξε το ποίμνιο του Χριστού και δώσε εντολή, κανένας Χριστιανός να μην αγοράσει τίποτα από όσα πουλιούνται διότι όσα πωλούνται στην αγορά είναι μιασμένα αφού με εντολή του βασιλιά έχουν μιανθεί από αίμα ειδωλόθυτων ζώων, και αναπλήρωσε τις ελλείψεις αυτών, χορηγώντας κόλλυβα''». Έτσι οι κάτοικοι της Πόλης όλη την εβδομάδα έφαγαν κόλλυβα. Από τότε μέχρι και σήμερα εορτάζεται την πρώτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής το θαύμα αυτό.<br />
<br />
==Εορτή==<br />
<br />
*17 Φεβρουαρίου, κοίμηση<br />
*Α΄ Σάββατο μεγάλης Τεσσαρακοστής, Δια Κολλύβων Θαύμα<br />
<br />
==Αγιογραφία==<br />
<br />
Ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων εμφανίζεται σε τεσσάρων ειδών μορφές σε αγιογραφίες. Είτε μόνος με στρατιωτική στολή, είτε αντιμετωπίζοντας ένα φίδι-δράκο και μαζί με τον Άγιο Θεόδωρο τον Στρατηλάτη όρθιοι ή πάνω σε άλογα. Πάντα φέρει στρατιωτική στολή.<br />
<br />
==Σημειώσεις==<br />
<references /><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
* «'''Βίος και Παρακλητικός Κανών Αγίων Θεοδώρων'''» - Ευαγγέλου Π. Λέκκου<br>Εκδόσεις Σαΐτης, 2007.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Θεόδωρος]]<br />
[[Κατηγορία:4ος αιώνας|Θ]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες|Θ]]<br />
<br />
[[en:Theodore the Tyro]]<br />
[[pt:Teodoro, o Recruta]]<br />
[[ro:Teodor Tiron]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%91%CE%BD%CF%84%CF%8E%CE%BD%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%9C%CE%AD%CE%B3%CE%B1%CF%82&diff=20835Αντώνιος ο Μέγας2020-01-17T20:32:09Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>{{Άγιος<br />
| Όνομα = Αντώνιος ο Μέγας<br />
| Εικόνα = [[Image:Anthony the Great.jpg|130px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο Μέγας Αντώνιος<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = 251<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = 356<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = [[Πρότυπο:17 Ιανουάριος|17 Ιανουαρίου]]<br />
| Ημερομηνίες = <br />
| Τίτλος = [[Μοναχισμός|Μοναχός]]<br />
}}<br />
Ο '''Αντώνιος ο μέγας''', αποτελεί [[Όσιος|Όσιο]] της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Εκκλησίας]], ο οποίος έζησε κατά τον 3ο και 4ο αιώνα στην περιοχή της Αιγύπτου. Υπήρξε ο θεμελιωτής του μοναχισμού, καθώς θεωρήθηκε ο αντιπροσωπευτικότερος τύπος του ασκητικού φρονήματος, χωρίς όμως να αποτελεί τον πρώτο μοναχό, όπως εσφαλμένα πολλοί εκτιμούν<ref>ΘΗΕ, σελ. 965</ref>. Αποκλήθηκε και Πατριάρχης της ερήμου, καθώς διαβίωσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην έρημο, όπου εκοιμήθη σε ηλικία μεγαλύτερη των 100 ετών, το 356. Το βίο του θεωρείται πως τον συνέγραψε ο προσωπικός του φίλος [[Αθανάσιος Αλεξανδρείας|Μέγας Αθανάσιος]], αν και είναι μία άποψη που αμφισβητείται, χωρίς όμως και να μπορεί να αποκλειστεί ως ενδεχόμενο<ref>Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντιοί..., σελ. 166</ref>.<br />
<br />
==Βίος==<br />
<br />
Ο Μέγας Αντώνιος γεννήθηκε σε ένα χωριό της Μέσης Αιγύπτου στα Ανατολικά του Ποταμού Νείλου, στις παρυφές της ερήμου που ονομαζόταν Κόμα, το 251<ref>ΘΗΕ, σελ. 697</ref>. Ο ίδιος ήταν αυτόχθονας κάτοικος<ref>Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί και Ασκητικοί Πατέρες, σελ. 168</ref>, ενώ δε γνώριζε επαρκώς την ελληνική γλώσσα<ref>ΘΗΕ, ο.π.</ref>. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια, δίχως να λάβει κάποια εγκύκλια μόρφωση καθώς δεν του άρεσαν ιδαίτερα τα γράμματα, έλαβε όμως χριστιανική παιδεία από την παιδική του ηλικία. Έτσι όταν οι γονείς του το 270 εκοιμήθηκαν, τότε εκποίησε όλη την περιουσία του σε φτωχούς και οδήγησε την αδελφή του σε παρθενώνα, καθώς ο ίδιος είχε αποφασίσει να διάγει ασκητικό βίο. Πλέον αφιερώνεται στην προσευχή και για 15 έτη διαμένει σε οικία του στα περίχωρα της Ηρακλεοπόλεως, αλλά και μέσα σε τάφο. Αργότερα διαβαίνει το Νείλο και οδηγείται στα όρη της Λιβυκής ερήμου, στο Πισπίρ, το οποίο διέθετε πηγή και κάποια ερείπια προγενέστερου πολιτισμού. Εκεί διέμεινε περί τα 20 έτη, όπου σύμφωνα με τον Άγιο Αθανάσιο προόδευσε κατά την αρετή, τη στιγμή που πολλοί διέρχονταν ζητώντας να συνασκηθούν και να συμμονάσουν μαζί του. Ο βίος του ήταν άκρως ασκητικός. Συνήθως έτρωγε ανά δύο ή τέσσερις ημέρες λίγο άρτο και έπινε ύδωρ μία με δύο φορές ημερησίως, ενώ το ένδυμα το οποίο φορούσε σε όλη του ζωή ήταν ένας τρίχινος μανδύας, όπου στο εξωτερικό του έφερε δέρμα. Ο ίδιος μάλιστα δεν πλύθηκε ή λούστηκε ποτέ<ref>ο.π., σελ. 968</ref>.<br />
<br />
Κατά το διωγμό του Μαξιμίνου το 311 ο Αντώνιος προσέρχεται στην Αλεξάνδρεια με σκοπό να μαρτυρήσει, κάτι που όμως δε συνέβη. Εκεί διακρίνεται όμως για τον έντονο ασκητικό του βίο, δίνοντας συμβουλές και συμπαραστεκόμενος στους δικαζόμενους και φυλακισμένους μάρτυρες του χριστιανισμού. Μετά το διωγμό πολλοί ασκητές άρχισαν να μιμούνται το βίο του Αγίου Αντωνίου, με αποτέλεσμα να τον ακολουθήσουν κατά την επιστροφή του στην έρημο. Έτσι το αναχωρητήριό του γίνεται πόλος έλξης για πολλούς πιστούς, με αποτέλεσμα, αφενός να μη βρίσκει ησυχία, αφετέρου να ελλοχεύει ο κίνδυνος της κομπορρημοσύνης. Έτσι φεύγει κρυφώς, οδηγούμενος στην έρημο κοντά στην Ερυθρά θάλασσα, στο όρος Κολζίμ, όπου σήμερα βρίσκεται η μεγάλη κοπτική μονή του Αγίου Αντωνίου. Εκεί ο Αντώνιος πλέον ανήλθε σε υψηλό πνευματικό επίπεδο, αλλά σύντομα οι αδελφοί του από το Πισπίρ τον ανακάλυψαν. Το 338 υποχρεώνεται να επιστρέψει στη Αλεξάνδρεια, αφού είχε ξεσπάσει η [[Αρειανισμός|αρειανική]] έριδα, καθώς του ζητήθηκε. Συναντά τον Μέγα Αθανάσιο, οποίος μόλις είχε επιστρέψει από εξορία, και προκαλεί το θαυμασμό με τη σοφία και το βίο του. Έτσι και επέστρεψε στο Κολζίμ, εγκαταλείποντάς το πια μόλις μια φορά μέχρι το τέλος της ζωής του, που επήλθε σε ηλικία 105 ετών. Σύμφωνα μάλιστα με το βιογράφο του διατηρούσε τις σωματικές του δυνάμεις μέχρι το τέλος του. Το λείψανό του αρχικώς δεν ετάφη, αλλά ο ίδιος μετά θάνατον εμφανίστηκε και ζήτησε να ταφεί σε άγνωστο μέρος, ζητώντας μόνο να δοθούν οι μηλωτές του (δέρμα προβάτου), στο Μέγα Αθανάσιο και τον [[Σεραπίων Θμουέως|Σεραπίωνα Θμουέως]]. Η διαθήκη του ήταν οι αδελφοί του να ζουν παντελώς χωρισμένοι από τους αρειανιστές και τους [[Μελιτιανισμός|Μελιτιανούς]], αλλά και σε διαρκή επαγρύπνηση από τους πειρασμούς του διαβόλου<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 969</ref>.<br />
<br />
Σε ότι αφορά το χαρακτήρα, στο Μέγα Αντώνιο διακρίνεται η χριστιανική φυσιολογία και θεραπευτική. Είναι χαρακτηριστικό πως σύμφωνα με τις περιγραφές των μοναχών της εποχής, παρά την διαμονή του σε απόλυτη απομόνωση για 20 έτη στην έρημο και την υπέρμετρα σκληρή άσκηση, ο ίδιος εμφανίστηκε απόλυτα φυσιολογικός τόσο κατά πνεύμα όσο και τα την όψη. Ηταν απόλυτα ήρεμος και βρισκόταν σε απόλυτα λογική κατάσταση. Δεν ήταν θλιμμένος ή κατηφής, ούτε όμως κατεχόταν από γέλωτα ή ευφραινόταν από την τεράστια αποδοχή που του επιφύλασσε ο κόσμος. Έπραττε δε διαρκώς [[Θαύμα|θαύματα]], αλλά τα θεωρούσε ήσσονος σημασίας καθώς η αγάπη ανέφερε, ήταν πολύ σημαντικότερη<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 179</ref>. Στη ζωή του ήταν πάντοτε ιδιαίτερα διακριτικός, ανεκτικός στη διάθεση, ταπεινός στο φρόνημα. Υποτασσόταν στους κληρικούς, ακόμα και αν δεν είχαν φτάσει στα ύψη της θεωρίας του. Ήταν πάντοτε αυτάρκης και ολιγαρκής, ενώ η αυτοπειθαρχία και ο αυτοέλεγχος ήσαν πράγματι στο πρόσωπό του ανυπέρβλητες. [[Νηστεία]], [[προσευχή]] και [[αγρυπνία]] αποτελούσαν το μοναστικό του κανόνα, ενώ η ταπεινοφροσύνη του ήταν τόση, που δε δίσταζε κι από νέους μοναχούς να μαθαίνει πράγματα και να διδάσκεται<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 972</ref>.<br />
<br />
==Στιγμιότυπα από το βίο του Αγίου==<br />
<br />
Ο Άγιος Αντώνιος έδειχνε από μικρή ηλικία απομονωτικές τάσεις, ενώ ως παιδί ήταν ιδιαίτερα υπάκουος<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 169</ref>. Μετά το θάνατο το γονιών του συναντιέται ευρύτερα με το μήνυμα της [[Αγία Γραφή|Αγίας Γραφής]], της οποίας φαίνεται να είναι εξαιρετικός γνώστης, έχοντάς τη αποστηθίσει. Είναι γεγονός πως μέσα από το βίο του Αγίου Αντωνίου διασώζεται η έμφαση την προφορική παράδοση, η οποία σήμερα έχει εξαφανιστεί εξ αιτίας της αφθονίας σε χαρτί και της δυνατότητας εκτύπωσης, πράγμα που όμως δε συνέβαινε στην εποχή του. Η κοινωνία που μεγάλωσε ο Αντώνιος, είναι κοινωνία η οποία αναπτύχθηκε και άκμασε, όπως και πολλές άλλες, βασισμένες στον προφορικό λόγο<ref>ο.π., σελ. 171</ref>. <br />
<br />
Σύντομα ο Αντώνιος θέλησε να μονάσει. Εδώ πλέον βλέπουμε πως ήδη υπήρχε κάποιος κανόνας άσκησης, αφού αφενός η αδελφή του εισάγεται σε κάποιο χριστιανικό παρθεναγωγείο, αφετέρου ο ίδιος ψάχνει να βρει μονή στην έρημο για να εισαχθεί<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 170</ref>. Έτσι και ξεκινά η διήγηση του βιβλίου και των δοκιμασιών του Αντωνίου, ενάντια στις διαβολικές δυνάμεις. Ο ίδιος μάλιστα αποκαλύπτει πως ο διάβολος αντιτίθεται σθεναρά τη μοναχική ζωή, φέρνοντας πολλούς λογισμούς στον άνθρωπο, ειδικά λογισμούς τρυφής του εγκόσμιου βίου. Ο Αντώνιος αναφέρει επίσης πως η πρώτη και μεγαλύτερη μάχη που δίνει ο μοναχός, ο οποίος είναι προφανές ότι δίνει κάποιο όρκο με σκοπό να μη περιπέσει σε αμαρτήματα που θα ανακόψουν την τελείωσή του, που είναι και ο μοναδικός σκοπός του, είναι τα αμαρτήματα της σαρκός. Δηλαδή οι λογισμοί λαγνείας και σεξουαλικών τάσεων, από τις οποίες είχε οικειοθελώς αυτοπαραιτηθεί. Μέχρι και ο διάβολος αναφέρει ο Αντώνιος κάποτε εμφανίστηκε ως γυναίκα για να επιτύχει το στόχο του. Ο ίδιος όμως στο έργο του μιλάει διαρκώς για τη συνεργάσιμη ενέργεια του Θεού, η οποία συνάμα με τη θέληση του ανθρώπου βοηθά τον άνθρωπο να ξεπεράσει αυτές τις δαιμονικές επιρροές. Όπως αναφέρει ο συγγραφέας του βιβλίου του: <br />
<br />
''"Αυτή ήταν η πρώτη πάλη του Αντωνίου κατά του διαβόλου ή μάλλον αυτή η νίκη ήταν του Σωτήρος εν τω Αντωνίω"'',<br />
<br />
φράση στην οποία συνοψίζεται κατά το Γ. Φλορόφσκι η θεμελιώδης κατανόηση της πνευματικής δοκιμασίας στην Ανατολική και Βυζαντινή ασκητική και μοναστική σκέψη<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 174</ref>. Ο ίδιος όμως δε σταματά εκεί. Παρά τη νίκη αυτή, συνεχίζει σκληρότερο ασκητικό αγώνα. Σκοπός να εφαρμόσει το ευαγγελικό παράδειγμα του [[Απόστολος Παύλος|Αποστόλου Παύλου]] ''"διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι."''(''Β΄ Κορινθίους 12, 10''), καθώς η [[ψυχή]] του ανθρώπου τότε υγιαίνει.<br />
<br />
Οι δοκιμασίες δε σταματούν ποτέ για τον χριστιανό. Για το Μέγα Αντώνιο η άσκηση και νήψη (σημαίνει επαγρύπνηση) είναι δεδομένα πράγματα στη μοναστική ζωή, μέχρι το τέλος του βίου. Έτσι κάποτε τα δαιμόνια, όταν πια είχε μεταφέρει τη ζωή του στον τάφο, τον ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου. Ο ίδιος όμως αφού ανάρρωσε επέστρεψε πίσω στο τάφο όπου εδέχθη την επίθεση, έχοντας [[πίστη]] στο Θεό, ότι πια δεν θα τον ξαναενοχλήσουν. Εκεί ακριβώς εμφανίζεται η διαλογική θεολογία της ορθόδοξης εκκλησίας. Ο Αντώνιος καθώς αναρρώνει από την επίθεση προσεύχεται και μιλά στον Κύριο, γιατί δεν εμφανίστηκε να σταματήσει του πόνους του και ο Κύριος απαντά, πως περίμενε να δει το αγώνισμά του. Και αφού άντεξε, ποτέ πια δε θα είναι μόνος. Έτσι εμφανίζεται ένας ζωντανός διάλογος, παρόμοιος με τους διαλόγους της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]], του Θεού με τον [[Ιωνάς|Ιωνά]], με το [[Μωυσής|Μωϋσή]].<br />
<br />
==Συγγράμματα==<br />
<br />
Ιδιαίτερες συλλογές και συγγραμμάτων δε συνέταξε ο Μέγας Αντώνιος. Διατηρούσε όμως αλληλογραφία με μοναχούς, αυτοκράτορες κι ανθρώπους με υψηλά αξιώματα. Τα συγγράμματα αυτά γράφηκαν στην κοπτική και σήμερα δε διασώζονται<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 189</ref>. Υπάρχουν όμως επιστολές που απευθύνονται σε αιγυπτιακά μοναστήρια, επιστολές πους τις αναφέρει ο Ιερώνυμος και έχουν φτάσει ως εμάς, σε ύστερες λατινικές μεταφράσεις. Η πρώτη εξ αυτών σώζεται και στα συριακά, ενώ η έβδομη στα κοπτικά, όπως και το πρώτο μέρος της πέμπτης και το τέλος της έκτης. Το κείμενο που καλείται ως κανόνας του Αγίου Αντωνίου δεν είναι γνήσιο και αποτελεί συμπίλημα διαφόρων συγγραφών. Είναι επίσης γνωστό ότι έκανε κηρύγματα και ομιλίες και παρότι πολλές του έχουν αποδοθεί, όλες είναι νόθες.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001. <br />
*Λήμμα Αντώνιος ο Μέγας, ΘΗΕ, τόμος 2ος, Αθήνα, 1962-1968.<br />
*Γεώργιος Φλορόφσκι, ''"Οι Βυζαντινοί Ασκητικοί και πνευματικοί Πατέρες"'', Πουρναράς, Θεσσσαλονίκη 2006.<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Α]]<br />
[[Κατηγορία:4ος αιώνας|Α]] <br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Α]]<br />
<br />
[[ar:أنطونيوس الكبير]]<br />
[[en:Anthony the Great]]<br />
[[mk:Свети Антониј Велики]]<br />
[[pt:Antão, o Grande]]<br />
[[ro:Antonie cel Mare]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%91%CF%80%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CF%82_%CE%A0%CE%B1%CF%8D%CE%BB%CE%BF%CF%82&diff=20834Απόστολος Παύλος2020-01-14T21:46:05Z<p>EGobi: better sorting for categories</p>
<hr />
<div>Ο '''Απόστολος Παύλος''' ([[Ταρσός]], [[Κιλικία]] αρχές 1ου αι. (5-15 μ.Χ.) – [[Ρώμη]] 66-68; μ.Χ.), συγγραφέας των μισών περίπου από τα βιβλία της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], αναγνωρίσθηκε ως ισαπόστολος και άγιος, και ήταν μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της πρώιμης εποχής του [[Χριστιανισμός|χριστιανισμού]], υποστηρικτής της παγκοσμιότητας της διδασκαλίας του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού]]. Για τον λόγο αυτό πήρε το όνομα ''"Απόστολος των εθνών"'' και των εθνικών, εκείνων δηλαδή που δεν ανήκουν στον λαό και στη θρησκεία των Εβραίων.<br />
<br />
Λεγόταν και ''Σαύλος'' (Σαούλ) (βλ. ''Πράξ. 7:58'', ''8:1'' κ.ά.) κατα τη γνωστή τότε συνήθεια των Ιουδαίων της διασποράς να φέρουν εκτός από το ιουδαϊκό όνομα και ένα ομόηχο ελληνικό ή ρωμαϊκό.<br />
{{Άγιος<br />
| Όνομα = Απόστολος Παύλος<br />
| Εικόνα = [[Image:Apostle Paul.JPG|100px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο Απόστολος Παύλος σε στάση δέησης<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = 5-15 μ. Χ., ''Ταρσός, Κιλικίας''<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = 66-68 μ.Χ., ''Ρώμη ''<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = [[Πρότυπο:29 Ιουνίου|29 Ιουνίου]]: Αποστόλων Πέτρου και Παύλου<br />
| Ημερομηνίες = Μεταστροφή 34<br>''Πρώτη περιοδεία'' 44-45<br>''Δεύτερη περιοδεία'' 49-52<br>''Τρίτη περιοδεία'' 53-57<br>''Τετάρτη περιοδεία'' 63-65<br />
| Τίτλος = [[Απόστολος]]<br />
}}<br />
==Καταγωγή και παιδεία==<br />
<br />
Εκτός από την [[Καινή Διαθήκη]], δεν υπάρχουν άλλες αξιόπιστες πηγές για τον βίο του Παύλου. Μέσα από διάφορα χωρία, είναι δυνατόν να εξάγουμε συμπέρασμα για το περίγραμμα του βίου του Αποστόλου Παύλου πριν από τη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό:<br />
<br />
:''"Άνθρωπος ειμί Ιουδαίος Ταρσεύς"'' ('''''Πράξ. 21:39'''''), ''"γεγεννημένος εν Ταρσώ της Κιλικίας, ανατεθραμμένος δε εν τη πόλει ταύτη (Ιερουσαλήμ) παρά τους πόδας Γαμαλιήλ, πεπαιδευμένος κατά ακρίβειαν του πατρώου νόμου, ζηλωτής υπάρχων του Θεού"'' ('''''Πράξ. 22:3'''''), ''"ω λατρεύω από προγόνων εν καθαρά συνειδήσει"'' ('''''Β' Τιμ. 1:3''''').<br><br />
:''"Περιτομή οκταήμερος, εκ γένους Ισραήλ, φυλής Βενιαμίν, Εβραίος εξ Εβραίων"'', ''"Φαρισαίος υιός Φαρισαίου"'', ''"κατά ζήλον διώκων την εκκλησίαν, κατά δικαιοσύνην την εν νόμω γενόμενος άμεμπτος"'' ('''''Φιλιπ. 3:5.6, Πράξ. 23:6''''', πρβλ. και '''''Β' Κορ. 11:22''''', '''''Ρωμ. 11:1''''').<br><br />
:''"Και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων"'' ('''''Γαλ. 1:14''''').<br><br />
:Και ''"την βίωσίν μου την εκ νεότητος την απ' αρχής γενομένην εν τω έθνει μου εν Ιεροσολύμοις ίσασι πάντες Ιουδαίοι, προγινώσκοντές με άνωθεν, ότι κατά την ακριβεστάτην αίρεσιν της ημετέρας θρησκείας έζησα Φαρισαίος"'' ('''''Πράξ. 26:4.5''''') και ''"ότι καθ' υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και επόρθουν αυτήν"'' ('''''Γαλ. 1:13''''').<br><br />
:Επιπλέον, λέει, Ρωμαίος ''"εγώ δε και γεγέννημαι"'' ('''''Πράξ. 22:28'''''), καθώς κληρονόμησε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη από τον πατέρα του.<br />
<br />
Έτσι, ο Απόστολος Παύλος, όπως ο ίδιος λέει, γεννήθηκε στην [[Ταρσό]] της [[Κιλικία]]ς, από γονείς [[Ιουδαίοι|Ιουδαίους]] της φυλής Βενιαμίν (''Ρωμ. 16:1, Φιλιππ. 3:5''). Ο πατέρας του ήταν [[Ρώμη|Ρωμαίος]] πολίτης το οποίο μπορεί να σημαίνει ότι προερχόταν από τα ανώτερα στρώματα του πληθυσμού της Κιλικίας και ίσως ήταν [[Φαρισαίος]] ως προς τις θρησκευτικές προτιμήσεις.<br />
<br />
Αν λάβουμε υπόψη ότι στο ''Πράξ. 7:58'', κατά τον λιθοβολισμό του πρωτομάρτυρα διακόνου ''Στεφάνου'', αναφέρεται ως ''"νεανίας"'', ενώ στην ''Φιλήμ. 9'' η οποία γράφτηκε περί το τέλος του 61 με αρχές του 62 μ.Χ. (ή έστω στα 52-55 μ.Χ.), αυτοαποκαλείται ''"πρεσβύτης"'', είναι δυνατόν να υπολογίσουμε ότι το έτος γέννησής του ήταν κάπου ανάμεσα στο 5-15 μ.Χ.<br />
<br />
Το εβραϊκό όνομα του αποστόλου, ήταν ''Σαούλ'' (Σαύλος) αλλά για τους συμπολίτες του εκτός της [[Συναγωγή|Συναγωγής]] ήταν ο Παύλος (''Paulus''). <br />
<br />
Η εκπαίδευση και η ανατροφή του υπήρξε αυστηρά ραββινική και εβραϊκή. Η κοινή [[Εβραϊκή γλώσσα|Εβραϊκή]] ήταν η γλώσσα που μιλούσαν στο σπίτι του και γι αυτό μετέπειτα στην Ιερουσαλήμ μιλά ''"τη Εβραΐδι διαλέκτω"'' (''Πράξ. 22:2''). Αλλά και οι παραθέσεις που κάνει στις επιστολές του, μολονότι βασίζονται στην [[μετάφραση των Εβδομήκοντα]], δείχνουν γνώση και του Εβραϊκού κειμένου, άρα και της αρχαίας Εβραϊκής.<br />
<br />
Από το χωρίο ''Πράξ. 23:16'' (''"ακούσας δέ ο υιός τής αδελφής Παύλου [...]"''), μαθαίνουμε περί ενός ανιψιού του Παύλου, γιου της αδελφής του. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ίσως η αδελφή του ήταν εγκατεστημένη στην [[Ιερουσαλήμ]] και έτσι είχε έναν επιπλέον λόγο να μεταβεί εκεί όπου έγινε τελικά μαθητής του [[Γαμαλιήλ]].<br />
<br />
Καθώς μαθήτευσε κοντά στον σημαντικό αυτό διδάσκαλο, έγινε κάτοχος, όσο λίγοι, της Ιουδαϊκής θεολογίας, ενώ το ύφος του, η θεολογική του μέθοδος και η χρήση της [[Αγία Γραφή|Γραφής]] παρουσιάζουν τον Παύλο ως αυστηρό αλλά και αγνό, [[Ραββίνος|ραββίνο]], γνώστη όλων των επίμαχων ζητημάτων του ιουδαϊκού ''Νόμου'' και ικανό χειριστή της ραββινικής διαλεκτικής. Ο ίδιος ομολογεί αργότερα ότι υπήρξε πολύ επιμελής και μάλιστα ''"περισσότερος ζηλωτής των πατρικών παραδόσεων"'' και διέπρεπε μεταξύ των συνομηλίκων (''Γαλ. 1:14'', ''Πράξ. 26:4''). Αναφερόταν συχνά στα προνόμια και τη θεία κλήση του Ισραήλ (''Ρωμ. 3:1.2'', ''9:4.5'', ''15:8'') και αρκετά νωρίς απόκτησε βαθιά συνείδηση της διαφοράς ανάμεσα στον ιουδαϊκό και τον εθνικό κόσμο, ενώ απόκτησε αντίληψη για τη σημασία του Νόμου για τη ζωή του Ισραηλίτη και την απολύτρωση του Ισραήλ.<br />
<br />
Όλα αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι ο Απόστολος Παύλος δεν γνώριζε τη θρησκευτικότητα και τη θρησκεία των εθνικών, ή τη [[Μυθολογία]] τους και τις δημόσιες θρησκευτικές γιορτές του ελληνορωμαϊκοϋ κόσμου. <br />
<br />
Ο [[Στράβων]] μας πληροφορεί ότι η Ταρσός στα χρόνια του Παύλου ήταν ανώτερη από την [[Αθήνα]] και την [[Αλεξάνδρεια]] στα γράμματα, και ήταν έδρα πολλών [[Στωικοί φιλόσοφοι|στωικών]] φιλοσόφων. Στην πόλη αυτή ο Παύλος διδάχθηκε την ελληνική γλώσσα και ήρθε σε επαφή με τη σκέψη και τη ζωή του ελληνισμού.<br />
<br />
Αν και δεν είναι δυνατόν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για την γνώση του επάνω στους εθνικούς ποιητές, εντούτοις υπάρχουν 3 αποσπάσματα τα οποία ο ίδιος παραθέτει:<br />
<br />
:* ''"φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί"'' (''Α' Κορ. 15:33''), στίχος από τη Θαΐδα του [[Μένανδρος|Μενάνδρου]], του Αθηναίου κωμικού ποιητή του 3ου αιώνα π.Χ.<br />
<br />
:* ''"Κρήτες αεί ψεύσται, κακά θηρία, γαστέρες αργαί"'' (''Τίτ. 1:12''), χωρίο που πιθανόν προέρχεται από το ''"Περί χρησμών"'' απολεσθέν σύγγραμμα του [[Επιμενίδης|Επιμενίδη]] (7ος π.Χ. αιώνας) και επανέλαβε αργότερα ο [[Καλλίμαχος]] (3ος π.Χ. αιώνας) στον ύμνο του προς τον [[Δίας|Δία]].<br />
<br />
:* ''"Του γαρ και γένος εσμέν"'' (''Πράξ. 17:28''), τμήμα από στίχο που έγραψε ο [[Άρατος]] ο Σολεύς από την Κιλικία (3ος π.Χ. αιώνας).<br />
<br />
Είναι πάντως πιθανό, οι δύο πρώτες παραθέσεις να είχαν τον χαρακτήρα [[παροιμία]]ς στην εποχή του Παύλου. Η τρίτη παράθεση όμως, είναι δυνατόν να αποτελέσει τεκμήριο κάποιας, περιορισμένης έστω, γνώσης των "θύραθεν" ποιητών. Επιπλέον όμως, καθώς ο Παύλος μαθήτευσε στον [[Γαμαλιήλ]] για τον οποίο το [[Ταλμούδ]] αναφέρει ότι ήταν γνώστης της ελληνικής φιλολογίας, και καθώς ο Παύλος μετά τη στροφή του προς το Χριστιανισμό επέστρεψε στην Ταρσό (''Πράξ. 9:30'', ''11:25'', ''Γαλ. 1:21''), σε αυτή την περίοδο μπορεί να απέκτησε κάποιες γνώσεις επάνω στην ελληνική φιλολογία και φιλοσοφία.<br />
<br />
Εκτός από τη θεωρητική μόρφωση που έλαβε, έμαθε και την τέχνη του σκηνοποιού ώστε να εξασφαλίζει τα προς το ζην με ένα χειρωνακτικό επάγγελμα όπως και οι περισσότεροι ραββίνοι. Πιθανόν δηλ. να έπλεκε ύφασμα που χρησίμευε για σκηνοποιία καθώς η Ταρσός όπως και όλη η Κιλικία, όπως μαρτυρά ο λατινικός όρος '''Cilicium''' (=ύφασμα από τρίχα κατσίκας), ήταν τόπος κατασκευής τέτοιων υφασμάτων.<br />
<br />
==Εξωτερική περιγραφή==<br />
<br />
Όπως ο ίδιος ο Παύλος αναφέρει, ενώ τα πλήθη αναγνώριζαν το μέγεθος και τις ικανότητες του πνεύματός του:<br />
<br />
:''"ότι αι μέν επιστολαί, φησί, βαρείαι καί ισχυραί"'' ('''''Β' Κορ. 10:10''''') και ''"ην ο ηγούμενος του λόγου"'' ('''''Πράξ. 14:2'''''), <br />
<br />
εν τούτοις η εξωτερική του εμφάνιση υπολείπετο:<br />
<br />
:''"η δέ παρουσία του σώματος ασθενής"'' ('''''Β' Κορ. 10:10''''')<br />
<br />
Ώς προς τη σωματική υγεία του αποστόλου, έχουμε τις εξής αναφορές:<br />
<br />
* ''"εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί"'' ('''''Β' Κορ. 12:7''''')<br />
* ''"η γάρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται"'' ('''''Β' Κορ. 12:9''''') και <br />
* ''"οίδατε δέ ότι δι' ασθένειαν τής σαρκός ευηγγελισάμην υμίν τό πρότερον"'' ('''''Γαλ. 4:13''''').<br />
<br />
Η ασθένειά του πρέπει να ήταν μάλλον επώδυνη ώστε ο απόστολος να παραδεχθεί:<br />
<br />
:''"Περί τούτου τρίς παρεκάλεσα τον Κύριον διά να απομακρυνθή απ' εμού"'' ('''''Β' Κορ. 12:8''''')<br />
<br />
Κάποιοι υποστήριξαν πως ίσως ο "σκόλοψ" να σχετίζεται με χρόνια ασθένεια των ματιών, στηρίζοντας την εικασία τους στο:<br />
<br />
:''"ότι ει δυνατόν τούς οφθαλμούς υμών εξορύξαντες άν εδώκατέ μοι"'' ('''''Γαλ. 4:15''''')<br />
<br />
Άλλοι πάλι αναζήτησαν την ασθένειά του ανάμεσα σε εκείνες που ήταν δυνατό να δημιουργούν αποστροφή προς τρίτους (π.χ. δερματικά έλκη και πυόρροια), στηριγμένοι στο:<br />
<br />
:''"καί τόν πειρασμόν μου τόν εν τή σαρκί μου ουκ εξουθενήσατε ουδέ εξεπτύσατε"'' ('''''Γαλ. 4:14''''')<br />
<br />
Είναι όμως γενονός ότι τα στηρίγματα για μια σοβαρή διερεύνηση του προβλήματος του Παύλου είναι μάλλον ασθενή.<br />
<br />
Ένα άλλο ζήτημα που έθεσαν διάφοροι ερευνητές ήδη από τους αρχαίους χρόνους ήταν το θέμα της αγαμίας του Παύλου. Ο ''Κλήμης ο Αλεξανδρείας'' και ο [[Ευσέβιος]] υποστήριξαν ότι ο Παύλος είχε παντρευτεί και ίσως ήταν σε χηρεία, στηριγμένοι στα '''''Α' Κορ. 7:7-8''''':<br />
<br />
:''"θέλω δέ πάντας ανθρώπους είναι ως καί εμαυτόν• αλλ' έκαστος ίδιον χάρισμα έχει εκ Θεού, ός μέν ούτως, ός δέ ούτως. Λέγω δέ τοίς αγάμοις καί ταίς χήραις, καλόν αυτοίς εστιν εάν μείνωσιν ως καγώ."''<br />
<br />
Πάντως η έκφραση ''"έκαστος ίδιον χάρισμα έχει"'' ταιριάζει περισσότερο σε άγαμο παρά σε κάποιον που βρισκόταν σε χηρεία.<br />
<br />
==Ο Παύλος ως διώκτης του Χριστιανισμού==<br />
<br />
Ούτε οι επιστολές, ούτε οι ''Πράξεις'' μας βεβαιώνουν ότι ο Παύλος είχε συναντήσει τον Ιησού κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του. Η δήλωση στο '''''Β' Κορ. 5:16''':<br />
<br />
:''"ει δέ καί εγνώκαμεν κατά σάρκα Χριστόν αλλά νύν ουκέτι γινώσκομεν"''<br />
<br />
δεν φαίνεται να στηρίζει μια τέτοια άποψη. Οι ερμηνείες που έχουν δοθεί επάνω στο χωρίο αυτό είναι αρκετές. Για τη λύση της αναφοράς ''"εγνώκαμεν κατά σάρκα [...] αλλά νύν ουκέτι γινώσκομεν"'', έχουν προταθεί τα εξής:<br />
<br />
* Είτε αναφέρεται στο ''"εγνώκαμεν"'' το παθητό σώμα του Χριστού το οποίο πλέον δεν είναι έτσι στον Χριστό ως Σωτήρα (ανθρωπότητα-θεότητα, για τους Χριστιανούς που δέχονται ως Θεό τον Ιησού Χριστό)<br />
* Είτε αναφέρεται ο Παύλος στα προ της μεταστροφής του γεγονότα, οπότε αναγνώριζε τον Σωτήρα μόνο ως ''Ιησού Ναζωραίο'' και όχι ως Χριστό.<br />
* Είτε αποδοκιμάζει τη λαναθασμένη πίστη ότι ο Χριστός ήταν σωτήρας μόνο του Ισραήλ λόγω της "κατά σάρκα" συγγένειας με τους ιουδαίους, ενώ δεν θα έπρεπε να είναι έτσι.<br />
<br />
Ξεκινώντας πάντως από το γεγονός ότι αναφέρει, όχι '''"Ιησούν"''' αλλά '''"Χριστόν"''', κάνει πιθανότερο η αναφορά αυτή να γίνεται στο πρόσωπο του Χριστού ως Σωτήρα και όχι ως ανθρώπου τον οποίο γνώρισε σε κάποια κατ' ιδίαν συνάντηση.<br />
<br />
Πάντως αυτό δεν σημαίνει και απουσία του Παύλου από τα Ιεροσόλυμα κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]] (το 30-33 μ.Χ.). Αντιθέτως, κατά το διάστημα αυτό, ο ''"νεανίας"'' Παύλος (''Πράξ. 7:58'') βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, όπου είχε συνάψει στενές σχέσεις με την ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία και μάλιστα με τον ίδιο τον αρχιερέα - πρόεδρο του Μεγάλου Ιουδαϊκού Συνεδρίου (''Πράξ. 9:1''), λαμβάνοντας ενεργό ρόλο στο διωγμό εναντίον των ιουδαίων χριστιανών. <br />
<br />
:Τον μετά μανίας διωγμό των χριστιανών από τον Παύλο ομολογεί ο ίδιος (''Γαλ. 1:13'', ''Α'Κορ. 15:9'', ''Φιλιπ. 3:5'' εξ.), ενώ το επιβεβαιώνει και ο Λουκάς στις ''Πράξεις'' (''8:3'', ''9:1-2'', ''26:9-11''), ο οποίος μάλιστα αναφέρει ότι δεν αρκέσθηκε μόνο στο διωγμό των χριστιανών της Ιουδαίας, αλλά ζήτησε την άδεια και την βοήθεια του αρχιερέα, για να μεταβεί στη Δαμασκό με σκοπό να συλλάβει και τους εκεί μεταστραφέντες ιουδαίους και να τους οδηγήσει στην Ιερουσαλήμ ώστε να δικασθούν και να τιμωρηθούν (''Πράξ. 9:1-2''). <br />
<br />
Το μίσος του Παύλου εναντίον των ομοεθνών του χριστιανών πήγαζε, αφ' ενός μεν από τον μέχρι φανατισμού ζήλο του υπέρ της ιουδαϊκής θρησκείας (''Φιλιπ. 3:5-6'', ''Πράξ. 26:4'' εξ., ''Γαλ. 1:13'' εξ.) αφ' ετέρου δε από την αγάπη του προς το ιουδαϊκό έθνος, το οποίο είχε επιλεγεί από τον Θεό να επιτέλεσει σπουδαίο έργο στην ιστορία της [[Θεία οικονομία|Θείας Οικονομίας]] (''Ρωμ. 9-11''). Επιπλέον, σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι ο Ιησούς είχε καταδικασθεί σε [[Σταυρός|σταυρικό]] θάνατο ως σφετεριστής του μεσσιανικού αξιώματος, ενώ κατέλυσε διάφορες διατάξεις του μωσαϊκού νόμου και προέβλεψε την καταστροφή του ναού.<br />
<br />
==Χρονολογικός πίνακας==<br />
<br />
{|border="2" cellpadding="4" cellspacing="0" style="margin: 1em 1em 1em 0; background: #f9f9f9; border: 1px #aaa solid; border-collapse: collapse; font-size: 95%;" <br />
|-<br />
!Γεγονός!!Χρόνος<br />
|-<br />
|'''Μεταστροφή στη Δαμασκό'''||''34 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Παραμονή στην Αραβία'''||''35-37 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Απόδραση από τη Δαμασκό επί Αρέτα Δ''''||''37-38 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Πρώτη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα'''||''τέλος 37-αρχές 38 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Δεύτερη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα την εποχή του λιμού'''||''τέλος 43-αρχές 44 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Πρώτη αποστολική περιοδεία:''' Αντιόχεια, Σελεύκεια, Κύπρος, Πέργη Παμφυλίας, Αντιόχεια Πισιδίας, Ικόνιο, Λύστρα, Δέρβη Λυκαονίας, Λύστρα, Ικόνιο, Αντιόχεια Πισιδίας, Πέργη Παμφυλίας, Αττάλεια, Αντιόχεια Συρίας||''αρχές 44-τέλος 45 μ.Χ.'' (κατ' άλλους 46-48 μ.Χ.)<br />
|-<br />
|'''Συνάντηση και αντίθεση Παύλου και Πέτρου στην Αντιόχεια'''||''τέλος 45 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Ιεραποστολική δράση Παύλου και Βαρνάβα στην Αντιόχεια''' (''Πράξ. 14:28'')||''46-48 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Τρίτη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα - Αποστολική Σύνοδος'''||''48 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Δεύτερη αποστολική περιοδεία:''' Αντιόχεια, περιοχές Συρίας και Κιλικίας, Δέρβη, Λύστρα, Φρυγία, Γαλατία, Μυσία, Τρωάδα, Σαμοθράκη, Νεάπολη, Φίλιπποι, Αμφίπολη, Απολλωνιάδα, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Αθήνα, Κόρινθος, Έφεσος, Καισαρεία, Ιεροσόλυμα, Αντιόχεια||''49-52 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Τετάρτη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα'''||''52 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Τρίτη αποστολική περιοδεία:''' Αντιόχεια, Γαλατία, δυτική Βιθυνία, Φρυγία, Έφεσος (3ετής παραμονή), Τρωάδα, Μακεδονία, Δαλματία, Κόρινθος, Φίλιπποι, Τρωάδα, Άσσος, Μιτυλήνη, Σάμος, Μίλητος, Κως, Ρόδος, Πάταρα, Τύρος, Πτολεμαΐδα, Καισαρεία, Ιεροσόλυμα||''52 ή 53-57 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Πέμπτη ανάβαση στα Ιεροσόλυμα - Σύλληψη'''||''μέσα 57 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Φυλάκιση στην Καισάρεια Παλαιστίνης'''||''μέσα 57 - 59 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Αναχώρηση για τη Ρώμη'''||''Τέλη 59 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Άφιξη στη Ρώμη'''||''αρχές 60 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Φυλάκιση στη Ρώμη ''"ιδίω μισθώματι"'''''||''60-μέσα 62 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Τετάρτη Αποστολική περιοδεία:''' Ρώμη, Ν. Γαλλία, Ισπανία, Ρώμη, Κρήτη, Έφεσος, Μακεδονία (Φιλίππους), Νικόπολη, Δαλματία, Μακεδονία (Φιλίππους), Τρωάδα - '''Δεύτερη σύλληψη από τις ρωμαϊκές αρχές επί Νέρωνα'''||''63 - 65 ή 66 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Μεταφορά στη Ρώμη, δεύτερη φυλάκιση'''||''66 μ.Χ.''<br />
|-<br />
|'''Μαρτύριο Παύλου'''||''66-68 μ.Χ.''<br />
|}<br />
<br />
==Μεταστροφή στο Χριστιανισμό==<br />
<br />
Για το γεγονός της μεταστροφής του Παύλου προς το Χριστιανισμό, εκτός από τις αναφορές στις επιστολές (''Γαλάτ. 1:13'' εξ., ''Α' Κορ. 11:1'', ''15:8'', ''Φιλιππ. 3:12'', ''Έφεσ. 3:3''), υπάρχουν και τρεις παράλληλες διηγήσεις στις ''Πράξεις'' (''9:1-29'', ''22:3-21'', ''26:9-21''). <br />
<br />
Σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες που μάλλον έχουν πηγή τον ίδιο τον Παύλο, έγινε χριστιανός όχι από την πειθώ κάποιου [[Απόστολοι|Αποστόλου]] ή κήρυκα της νέας πίστης, αλλ' απ' ευθείας, από τον ίδιο τον [[Ιησούς Χριστός|Χριστό]] ο οποίος τον κάλεσε στο ευαγγελικό έργο και στο αποστολικό αξίωμα. <br />
<br />
Ο ίδιος ομολογεί (''Γαλ. 1:15'') ότι, ο Θεός τον προόριζε για απόστολο του [[Ευαγγέλιο|Ευαγγελίου]] ''"εκ κοιλίας μητρός του"'', και μετέτρεψε το ζήλο του για τον ''Νόμο'', σε ζήλο για τη διάδοση του Ευαγγελίου. <br />
<br />
Στην [[Επιστολή προς Γαλάτες|Προς Γαλάτες]] Επιστολή του ο Παύλος επιβεβαιώνει την εντύπωση που δημιουργείται από το αντίστοιχο χωρίο στις [[Πράξεις των Αποστόλων]], ότι δηλαδή μεταστράφηκε έπειτα από μία εμφάνιση του Χριστού καθ' οδόν προς την [[Δαμασκός|Δαμασκό]]. Η δική του αφήγηση είναι πραγματικά σύντομη: <br />
<br />
::''"ότε δε ευδόκησεν ο Θεός, ο άφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού, αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν έμοί ίνα εύαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν"'' (''Γαλ. 1:15-16'').<br />
<br />
Η περιγραφή του γεγονότος αυτού γίνεται με εκτενέστερο τρόπο στα τρία σημεία των ''Πράξεων'' που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Αν και είναι αδύνατον να διασαφηνιστεί τι ακριβώς συνέβει, επίκεντρο του γεγονότος ήταν ασφαλώς το όραμα του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού]] ''εν δόξη''. Αυτό έπεισε τον Παύλο ότι ο Ιησούς ''ανέστη εκ νεκρών'' και ''ανελήφθη'' ως Κύριος στους ουρανούς. Ήταν επίσης απόδειξη για τον Παύλο ότι κακώς είχε σταυρωθεί και κατά συνέπειαν δεν ίσχυε η κατά τον Νόμο κατάρα του Θεού.<br />
<br />
:::'''Το γεγονός της μεταστροφής''' '''''Πράξ. 9:3-18'''''<br />
<br />
::'''3.''' ''Και καθώς πορευόταν, πλησίαζε στη Δαμασκό, και ξαφνικά άστραψε γύρω του φως από τον ουρανό•''<br />
::'''4.''' ''και πέφτοντας κάτω στη γη, άκουσε μια φωνή να του λέει: Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις;''<br />
::'''5.''' ''Και είπε: Ποιος είσαι, Κύριε; Και ο Κύριος είπε: Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις•''<br />
::'''6.''' ''Εκείνος δε τρέμοντας, και ενώ έγινε έκθαμβος, είπε: Κύριε, τι θέλεις να κάνω; Και ο Κύριος του είπε: Σήκω, και μπες μέσα στην πόλη, και θα σου λαληθεί τι πρέπει να κάνεις.''<br />
<br />
:::'''[...]'''<br />
<br />
::'''8.''' ''Και ο Σαύλος σηκώθηκε από τη γη• και είχε ανοιχτά μάτια του, όμως δεν έβλεπε κανέναν• και χειραγωγώντας τον, τον έφεραν μέσα στη Δαμασκό.''<br />
<br />
:::'''[...]'''<br />
<br />
::'''10.''' ''Υπήρχε δε κάποιος μαθητής στη Δαμασκό, που ονομαζόταν Ανανίας [...]''<br />
<br />
:::'''[...]'''<br />
<br />
::'''13.''' ''Και ο Ανανίας αποκρίθηκε: Κύριε, από πολλούς άκουσα γι' αυτόν τον άνδρα, όσα κακά έκανε στους αγίους σου στην Ιερουσαλήμ•''<br />
::'''14.''' ''κι εδώ έχει εξουσία από τους αρχιερείς να δέσει όλους όσους επικαλούνται το όνομά σου.''<br />
::'''15.''' ''Και ο Κύριος του είπε: Πήγαινε, δεδομένου ότι αυτός είναι ένα εκλεκτό σκεύος σε μένα, για να βαστάξει το όνομά μου μπροστά σε έθνη και βασιλιάδες, και τους γιους Ισραήλ•''<br />
<br />
:::'''[...]'''<br />
<br />
::'''17.''' ''Και ο Ανανίας πήγε και μπήκε μέσα στο σπίτι• και αφού έβαλε επάνω του τα χέρια, είπε: Σαούλ, αδελφέ, ο Κύριος, ο Ιησούς που φάνηκε σε σένα στον δρόμο, στον οποίο ερχόσουν, με απέστειλε για να ξαναδείς, και να γίνεις πλήρης Πνεύματος Αγίου.'' <br />
::'''18.''' ''Κι αμέσως έπεσαν από τα μάτια του κάτι σαν λέπια, και ξαναείδε αμέσως• και καθώς σηκώθηκε, βαπτίστηκε.''<br />
<br />
Η κλήση του Παύλου από τον Χριστό έγινε στην πλέον απρόσμενη στιγμή της ζωής του, κατά την εποχή που εδίωκε την [[Εκκλησία]]. Για το λόγο αυτό είναι δύσκολο να βρεθούν ορθολογικές αιτίες που να στηρίζουν τη μεταστροφή του αποστόλου. Ασφαλώς, στα κείμενα της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] οι [[Ιουδαίος|Ιουδαίοι]] όπως ο Παύλος, δικαίως θεωρούνται περισσότερο προετοιμασμένοι για την αποδοχή του Ευαγγελίου από τους εθνικούς. Κι όμως, αυτοί ήταν που [[Σταύρωση|σταύρωσαν]] τον [[Μεσσίας|Μεσσία]] και δίωξαν τους [[Απόστολοι|Αποστόλους]] ενώ και οι εθνικοί δεν υστέρησαν καθόλου σε διωγμούς κατά της Εκκλησίας. Είναι έτσι δύσκολο να στηριχτεί η μεταστροφή του Παύλου σε μια σταδιακή προετοιμασία του κόσμου για το Ευαγγέλιο, σε μια εποχή μάλιστα, που ο Παύλος μιλά για ''"έχθρα"'' του κόσμου απέναντί του.<br />
<br />
:Μετά το γεγονός της κλήσης του, ο Παύλος οδηγήθηκε στη [[Δαμασκός|Δαμασκό]] και στο σπίτι του Ανανία, ο οποίος ειδοποιήθηκε από τον Χριστό και θεράπευσε τον Παύλο από την τύφλωσή του. Ακολούθησε η βάπτιση του από τον Ανανία και κατόπιν ξεκινά η ιεραποστολική δράση του. <br />
<br />
===Ασυμφωνίες των διηγήσεων της μεταστροφής===<br />
<br />
Στο ''Α' Κορ. 9:1'' ο Παύλος δηλώνει ότι ''"Ιησούν τον κύριον ημών εώρακα"'', αλλά στο ''Πράξ. 9:3-4'' ο Λουκάς αναφέρει ότι είδε μόνο φως και άκουσε τη φωνή του, γεγονός που για κάποιους εγείρει θέμα αξιοπιστίας της διηγήσεως. Από την άλλη, το άκουσμα της φωνής σε συνδυασμό με το υπέρκοσμο φως (''Πράξ. 26:13'') θα μπορούσε, ίσως, να δημιουργήσει την αίσθηση του ''"εώρακα"''.<br />
<br />
Επίσης το ιεραποστολικό έργο του Παύλου στην παραπάνω διήγηση ορίζεται καί προς τους εθνικούς καί προς τους ιουδαίους, ενώ στο ''Πράξ. 26:17'' και ''Γαλ. 1:16'', το έργο του περιορίζεται μόνον μεταξύ των εθνικών. Για κάποιους το γεγονός αυτό προκάλεσε δυσπιστία σχετικά με την αξιοπιστία των διηγήσεων. Εξετάζοντας βέβαια τα λεγόμενα στα εδάφια ''Πράξ. 13:46-47'', ''17:4-5'' και ''18:6'' (π.χ. ''"αφού ξετίναξε τα ιμάτιά του, τους είπε: Το αίμα σας επάνω στο κεφάλι σας• εγώ είμαι καθαρός• από τώρα και στο εξής θα πάω στα έθνη."'') συμπεραίνουμε πως το νόημα είναι ότι αφού οι ιουδαίοι, ως εθνικό σύνολο, απέρριψαν το Ευαγγέλιο, οι εθνικοί παραμένουν πλέον οι μόνοι ακροατές του αποστολικού κηρύγματος.<br />
<br />
===Η εμφάνιση του Χριστού στον Παύλο===<br />
<br />
Ασφαλώς τα ζητήματα πίστης σε θαύματα δεν μπορούν να βρουν λύση ανάμεσα σε ανθρώπους που τα αποδέχονται και σε εκείνους που δεν τα αποδέχονται. Στην προσπάθεια πάντως να εξηγηθεί αυτό που είδε ο Παύλος στο δρόμο για τη Δαμασκό, δεν υπάρχει άλλο δρόμος παρά να μελετήσουμε τις εσωτερικές μαρτυρίες του κειμένου.<br />
<br />
Έτσι, το επιχείρημα ότι ο Παύλος είδε κάποια εσωτερική οπτασία, ο ίδιος δεν το αποδέχεται. Για εκείνον δεν επρόκειτο για μια υποκειμενική αντίληψη, αλλά για γεγονός ιστορικό και αντικειμενικό και αυτό συνάγεται από τα χαρακτηριστικά και τη σημασία, τα οποία αποδίδει σε αυτό. Διακρίνει την εμφάνιση εκείνη από άλλες αποκαλύψεις και οπτασίες που του συνέβησαν, ακόμα και από αυτή την αρπαγή του μέχρι τον τρίτο ουρανό, για την οποία αμφιβάλλει, αν ήταν με το σώμα ή χωρίς αυτό (''Β' Κορ. 12:2''). Και είναι βέβαιος ότι στο δρόμο για τη Δαμασκό υπήρξε σωματική εμφάνιση του αναστημένου Χριστού αφού την συναριθμεί με τις υπόλοιπες που έγιναν στους αποστόλους πριν από την [[Ανάληψη]] (''Α' Κορ. 15:5-8'').<br />
<br />
==Στο αποστολικό έργο==<br />
<br />
Μετά τη μεταστροφή του, τη βάπτιση και την κατήχησή του από τον Ανανία στη Δαμασκό, ο Παύλος ''"ευθέως εν ταις συναγωγαίς εκήρυσσεν τον Ιησούν ότι ούτος εστίν ο υιός του Θεού"'' (''Πράξ. 9:20''), πράγμα το οποίο προκάλεσε την έντονη αντίδραση των ιουδαίων της Δαμασκού, οι οποίοι μετά ''"ικανάς ημέρας [...] συνεβουλεύσαντο ανελείν αυτόν"'' (στ. ''23''). Οι ιουδαίοι χριστιανοί όμως φυγάδευσαν τον Παύλο. Δεν επιστρέφει τότε στην Ιερουσαλήμ, αλλ' αναχωρεί για την Αραβία και το βασίλειο των Ναβαταίων, νότια της Δαμασκού, πιθανώς δια λόγους ασφαλείας, και κατόπιν επέστρεψε στη Δαμασκό, όπου άσκησε το αποστολικό του έργο για τρία χρόνια. <br />
<br />
Σύμφωνα με τις ''Πράξεις'', η εχθρότητα των Ιουδαίων τον ανάγκασε να εγκατάλειψει την πόλη (''9:23-25''), αν και στην περίπτωση αυτή, στη δίωξή του έλαβε ενεργά μέρος και ο εθνάρχης [[Αρέτας]] (ή ''Αρέθας''), βασιλιάς των Ναβαταίων (''Β' Κόρ. 11:32-33''). <br />
<br />
Μετά την τριετή παραμονή του στην περιοχή της Δαμασκού, ο Παύλος έρχεται στην [[Ιερουσαλήμ]] για να γνωρίσει τον [[Απόστολος Πέτρος|Πέτρο]] (''Γαλάτ. 1:18''). Εκεί συναντά και τον Ιάκωβο, ''"τον αδελφόν του Κυρίου"''. Οι ''Πράξεις'' επίσης μας πληροφορούν ότι ο Βαρνάβας συνόδευσε τον Παύλο κατά τη γνωριμία του με τους χριστιανικούς κύκλους της Ιερουσαλήμ, επείδή όπως ήταν φυσικό, υπήρχαν επιφυλάξεις για τον νέο προσήλυτο. <br />
<br />
Σε 15 ημέρες εγκαταλείπει την Ιερουσαλήμ, αφού η γενική επιφυλακτικότητα κυρίως εκ μέρους των ελληνιστών, ιουδαίων χριστιανών, τους οποίους καταδίωξε πριν από τη μεταστροφή του ο Παύλος, ανάγκασε τους χριστιανούς των Ιεροσολύμων να τον φυγαδεύσουν, και πιθανόν μέσω της Καισάρειας, επιστρέφει στην πατρίδα του την [[Ταρσός|Ταρσό]] οπού και έμεινε (''Πράξ. 9:26-30''). Πράγματι, ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να φανταστεί ποια έκπληξη θα δημιούργησε στο συγγενικό του περιβάλλον αυτή η τεράστια αλλαγή του Παύλου, ο οποίος πήγε στην Ιερουσαλήμ για να σπουδάσει και επέστρεψε ως χριστιανός.<br />
<br />
Δυστυχώς, η περίοδος δράσης του Αποστόλου ''"εις τα κλίματα της Συρίας και Κιλικίας"'' (''Γαλάτ. 1:21'') μας είναι τελείως άγνωστη. <br />
<br />
Αργότερα στην Ταρσό, τον αναζήτησε ο Βαρνάβας και τον έφερε στην [[Αντιόχεια]] για να ενίσχυσει το έργο της εκεί Εκκλησίας. Οι ''Πράξεις'' (''11:30'', ''12:25'') μνημονεύουν ένα ταξίδι του Παύλου και του Βαρνάβα στα Ιεροσόλυμα προκειμένου να φέρουν βοήθεια από την Εκκλησίας της Αντιόχειας προς τους χριστιανούς της Ιουδαίας, κατά την περίοδο του λιμού που ''"εγένετο επί Κλαυδίου Καίσαρος"''. <br />
<br />
Σε μια λειτουργική σύναξη στην Αντιόχεια, ο Βαρνάβας και ο Παύλος ''"αφωρίσθησαν"'' και ''"απελύθησαν"'' από τη χριστιανική κοινότητα για ένα σημαντικό αποστολικό έργο μεταξύ των εθνικών.<br />
<br />
==Η πρώτη αποστολική περιοδεία==<br />
<br />
Τα γεγονότα της πρώτης αποστολικής περιοδείας που αποτελεί την πρώτη μεγάλη εξόρμηση του χριστιανισμού έξω από τα όρια της Παλαιστίνης, περιλαμβάνονται στα κεφ. 13 και 14 των ''Πράξεων των Αποστόλων'' και περιγράφουν πώς ο Παύλος και ο [[Απόστολος Βαρνάβας]], συνοδευόμενοι από τον ''ανεψιό'' του Βαρνάβα, [[Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον#Η παράδοση του Ευαγγελίου και του Ευαγγελιστή|Ιωάννη-Μάρκο]] (ο συγγραφέας του ''Κατά Μάρκον Ευαγγελίου''), ξεκινούν για την δύσκολη αποστολή. Στην Πέργη, ο Ιωάννης Μάρκος, για άγνωστους λόγους εγκατέλειψε την περιοδεία.<br />
<br />
Το ταξίδι αυτό αρχίζει από την Αντιόχεια και περιλαμβάνει την Κύπρο, την Πέργη της Παμφυλίας, την Αντιόχεια της Πισιδίας και πόλεις της Λυκαονίας (ή Νότιας Γαλατίας), όπως το Ικόνιο, τα Λύστρα και τη Δέρβη. Μάλιστα στην περιοχή της Γαλατίας, οι κοινότητες που ιδρύονται περιλαμβάνουν χριστιανούς εξ Ιουδαίων και εξ εθνικών, οι οποίοι αρχικά συνυπάρχουν και συζούν αρμονικά, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.<br />
<br />
Η μέθοδος που ακολούθησαν ήταν να απευθύνονται πρώτα στους Ιουδαίους στις συναγωγές. Όπως ήταν φυσικό, οι ομιλίες άρχιζαν πάντοτε από την [[Παλαιά Διαθήκη]] και τονιζόταν ότι οι προφητείες για την έλευση του Μεσσία πραγματοποιήθηκαν πλέον στο πρόσωπο του Ιησού, τον οποίο όμως η ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία των Ιεροσολύμων παρεξήγησε και καταδίκασε σε [[Σταυρός|σταυρικό]] θάνατο με τη συνεργασία των ρωμαίων. Όμως ο Χριστός αναστήθηκε, εμφανίστηκε στους μαθητές του, και τους έδωσε εντολή να κηρύξουν τα γεγονότα αυτά σε όλα τα έθνη, ξεκινώντας από τους ιουδαίους. <br />
<br />
Μετά από την εχθρότητα που συνάντησαν από μέρους των ιουδαίων, στράφηκαν προς τους εθνικούς, συνήθως μέσω των εθνικών που ήταν προσύλητοι στον Ιουδαϊσμό. Σε όλη την πορεία του ο Παύλος είχε αρκετούς συνεργάτες που προέρχονταν από Ελληνικές πόλεις ή ήταν ελληνιστές Ιουδαίοι:<br />
<br />
* ο Τιμόθεος, από μητέρα ''"Ιουδαία πιστή"'' και Έλληνα πατέρα (''Πράξ. 16:1'')<br />
* ο Τίτος, πιθανώς Έλληνας της Αντιόχειας (''Γαλ. 2:3'')<br />
* ο Τρόφιμος (''Πράξ. 21:29'')<br />
* ο Φιλήμων (''Φιλήμ. 1'')<br />
* ο Σώπατρος (''Πράξ. 20:4'') ή Σωσίπατρος (''Ρωμ. 16:20'')<br />
* ο Γάιος (''Πράξ. 19:29'')<br />
* ο Αρίσταρχος (''Πράξ. 19:29'')<br />
* ο Σεκούνδος (''Πράξ. 20:4'')<br />
* ο Ονήσιμος (''Φιλήμ. 10'')<br />
* ο Στεφανάς (''Α' Κορ. 1:16'')<br />
* ο Επαφρόδιτος, (''Φιλ. 2:25'')<br />
<br />
και φυσικά ο Ευαγγελιστής [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκάς]] (''Κολ. 4:24'').<br />
<br />
Αν και δεν έγινε δυνατό να δημιουργηθούν πολλές κοινότητες κατά το πρότυπο της Εκκλησίας της Αντιόχειας, όπου η πλειοψηφία των πιστών ήταν ιουδαίοι, δημιουργήθηκαν όμως χριστιανικές κοινότητες αποτελούμενες κατά το μεγαλύτερο μέρος από εθνικούς. Από την άποψη αυτή, η περιοδεία στέφθηκε από επιτυχία. Πολλές Εκκλησίες οργανώθηκαν (''Πράξ. 14:23''), αν και αυτό έγινε κάτω από διωγμούς και αρκετούς κινδύνους των Αποστόλων (''Β' Τιμ. 3:11''). <br />
<br />
Ασφαλώς, η δημιουργία Εκκλησιών με τη συμμετοχή πολλών εθνικών αποτελεί σπουδαία επιτυχία της αποστολής του Παύλου, αποτέλεσε όμως και αιτία αναταραχής από την μεριά κάποιων ιουδαϊζόντων, οι οποίοι απαιτούσαν από τους εξ εθνών προσήλυτους να [[Περιτομή|περιτέμνονται]] πριν ενταχθούν στην Εκκλησία.<br />
<br />
Αυτή η αναταραχή οδήγησε στην πρώτη ''Αποστολική Σύνοδο''.<br />
<br />
===Η Αποστολική Σύνοδος===<br />
<br />
Μετά την αποστολή του Βαρνάβα και του Παύλου από την εκκλησία της Αντιόχειας στην πρώτη αποστολική περιοδεία, επέστρεψαν και πάλι στο Ιεραποστολικό τους κέντρο την Αντιόχεια και αφού συγκέντρωσαν την εκκλησία, τους διηγήθηκαν όσα έκανε ο Θεός μ' αυτούς και ότι άνοιξε και στους εθνικούς την πόρτα της πίστεως. <br />
<br />
:Ο Παύλος και ο [[Απόστολος Βαρνάβας|Βαρνάβας]] παρέμειναν στην Αντιόχεια για αρκετό καιρό με τους άλλους χριστιανούς (''Πράξ. 13:1 - 14,28''). Αυτή την περίοδο ήρθαν από την Ιουδαία στην Αντιόχεια μερικοί χριστιανοί που δίδασκαν τους πιστούς πως αν δεν περιτέμνονται, όπως ακριβώς προστάζει ο νόμος του Μωυσή, δεν μπορούν να σωθούν. Μια τέτοια διδασκαλία των ιουδαϊζόντων προκάλεσε την αντίδραση του Παύλου και του Βαρνάβα και έτσι δημιουργήθηκε αναστάτωση και συζήτηση μεγάλη ανάμεσα στις δύο μερίδες. <br />
<br />
Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης ήταν να ανέβουν ο Παύλος και ο Βαρνάβας και μερικοί άλλοι από τους χριστιανούς της Αντιόχειας στα [[Ιεροσόλυμα]], για να λύσουν το ζήτημα που δημιουργήθηκε με τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους:<br />
<br />
:''"γενομένης δε στάσεως και ζητήσεως ουκ ολίγης τω Παύλω και τω Βαρνάβα προς αυτούς, έταξαν αναβαίνειν Παύλον και Βαρναβάν και τινας άλλους εξ αυτών προς τους αποστόλους και πρεσβυτέρους εις Ιερουσαλήμ περί του ζητήματος τούτου"'' (''Πράξ. 15:2''). <br />
<br />
Αναχώρησαν έτσι από την εκκλησία της Αντιόχειας και όταν έφθασαν στην Ιερουσαλήμ ''"παρεδέχθησαν από της εκκλησίας και των αποστόλων και των πρεσβυτέρων"'' (''Πράξ. 15:4''), και μετά την υποδοχή, συγκροτήθηκε η ''Σύνοδος των Ιεροσολύμων'', η γνωστή ως '''Αποστολική Σύνοδος'''.<br />
<br />
Σημαντικά πρόσωπα στη συζήτηση της Συνόδου ήταν οι [[Απόστολος Πέτρος|Πέτρος]], [[Απόστολος Βαρνάβας|Βαρνάβας]], Παύλος και [[Απόστολος Ιάκωβος|Ιάκωβος]]. Στην [[Επιστολή προς Γαλάτες|προς Γαλατάς επιστολή]] (''2:1-14''), ο Παύλος μάλιστα αναφέρεται στις κατ' ιδίαν διαβουλεύσεις που είχε με τους [[Απόστολοι|αποστόλους]], όπου τόνισε την απ' ευθείας κλήση του στο αποστολικό αξίωμα από τον Χριστό και τόνισε ότι ''"ουδέ Τίτος ο σύν εμοί, Έλλην ών, ηναγκάσθη περιτμηθήναι"''.<br />
<br />
Ο πρόδεδρος της Συνόδου, Ιάκωβος (ο ''Αδελφόθεος''), συμφωνώντας με τους Πέτρο, Βαρνάβα και Παύλο, και βασισμένος στην προφητεία [[Βιβλίο Αμώς|Αμώς]] ''9:11-12'', πρότεινε ''"μη παρενοχλείν τοις από των εθνών επιστρέφουσιν επί τον Θεόν"'' (''Πράξ. 15:19'') και τη λήψη σχετικής αποφάσεως. Η απόφαση της Συνόδου συνιστά να μην επιβληθεί κανένα άλλο βάρος στους εξ εθνών χριστιανούς παρά:<br />
<br />
:''"απέχεσθαι ειδωλοθύτων καί αίματος καί πνικτού καί πορνείας"'' (''Πράξ. 15:28-29'')<br />
<br />
Αποφασίστηκε να διαβιβάσουν την απόφαση με επιστολή στους εξ εθνών χριστιανούς της Αντιόχειας, της Συρίας και της Κιλικίας, και η μεταφορά της ανατέθηκε ''"τώ Παύλω καί Βαρνάβα, Ιούδαν τον επικαλούμενον Βαρσαββάν καί Σίλαν, άνδρας ηγουμένους εν τοίς αδελφοίς"'' (''Πράξ. 15:22''), από τους οποίους οι δύο τελευταίοι είχαν εντολή να μεταφέρουν όσα συζητήθηκαν και ''"διά λόγου"'' (''Πράξ. 15:27'').<br />
<br />
==Η δεύτερη αποστολική περιοδεία==<br />
<br />
H δεύτερη περιοδεία του Παύλου, πραγματοποιείται μετά την Αποστολική Σύνοδο και συμπίπτει με τη νέα εποχή που αρχίζει στις σχέσεις Ελληνισμού και [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμού]]. Αρχίζει από την Αντιόχεια με τη συνοδεία του Σίλα και όχι του [[Απόστολος Βαρνάβας|Βαρνάβα]] τη φορά αυτή, ο οποίος με τον ανεψιό του Ιωάννη Μάρκο αναλαμβάνει νέα αποστολή στην [[Κύπρος|Κύπρο]]. <br />
<br />
Μετά από επίσκεψη στις Εκκλησίες της Λυκαονίας με την προσθήκη στη συνοδεία του [[Απόστολος Τιμόθεος|Τιμοθέου]], που τον παραλαμβάνει στα Λύστρα, πηγαίνει στη Φρυγία και στη Γαλατική χώρα και στη συνέχεια στην Τρωάδα, από όπου ύστερα από ένα όραμα έρχεται στη [[Μακεδονία]]:<br />
<br />
:''"Και στον Παύλο φάνηκε κατά τη νύχτα ένα όραμα: Ένας άνδρας Μακεδόνας στεκόταν όρθιος, παρακαλώντας τον και λέγοντας: Διάβα στη Μακεδονία, και βοήθησέ μας."'' (''Πράξ. 16:9'') <br />
<br />
Στο σημείο αυτό προστίθεται στη συνοδεία και ο [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκάς]], ο οποίος στη διήγηση των [[Πράξεις των ΑΠοστόλων|Πράξεων]] περιγράφει από το σημείο αυτό και εξής τα γεγονότα σε πρώτο πρόσωπο πληθυντικού αριθμού (τα λεγόμενα [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον#Η παράδοση και το περιεχόμενο του Ευαγγελίου|ημείς εδάφια]] των [[Πράξεις των Αποστόλων|Πράξεων]]). <br />
<br />
Καθώς ο Παύλος ήθελε να ιδρύσει Εκκλησίες σε μεγάλα κέντρα επιρροής, σχεδίαζε να επισκεφθεί την Έφεσο, εμποδίστηκε όμως ''"από το Άγιο Πνεύμα"''. Έτσι κατευθύνθηκε προς τις μεγάλες πόλεις της Βιθυνίας στον Βορρά. Πιθανώς οι εξ εθνών Εκκλησίες της βόρειας Γαλατίας, στις οποίες απηύθυνε την [[Επιστολή προς Γαλάτες|Προς Γαλατάς Επιστολή]], να ιδρύθηκαν καθ' οδόν. Τα σχέδια του εμποδίστηκαν άλλη μία φορά και κατευθύνθηκε βορειοανατολικά προς την Τρωάδα, από την οποία, έπειτα από ένα όραμα, πέρασε διά θαλάσσης στην Μακεδονία.<br />
<br />
Ο Παύλος φτάνει δια μέσου της Αμφιπόλεως και της Απολλωνίας στη [[Θεσσαλονίκη]], την οποία αναγκάζεται λόγω των διωγμών να εγκατάλειψει γρήγορα, για να μεταβεί στη [[Βέροια]] (όπου μένει για μικρό χρονικό διάστημα, πάλι για τους ίδιους λόγους). Ίδρυσε όμως τις Εκκλησίες των Φιλίππων, της Θεσσαλονίκης και της Βέροιας και έτσι, στους Φιλίππους της [[Μακεδονία]]ς ιδρύεται η πρώτη επί ευρωπαϊκού εδάφους [[Εκκλησία]] που, όπως φαίνεται από τις επιστολές του Παύλου, του είναι ιδιαίτερα προσφιλής.<br />
<br />
Κατόπιν, από τη Βέροια αναγκάστηκε να φύγει για την [[Αθήνα]]. Ο συγγραφέας των ''Πράξεων'' παραθέτει ομιλία του Παύλου στην [[Πνύκα]] και αναφέρει δύο ονόματα, τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη και τη Δάμαρι μεταξύ των πενιχρών καρπών της επισκέψεως αυτής. H ιεραποστολική δράση του Παύλου στην Αθήνα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιτυχία. Το αντίθετο θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς. Ο Λουκάς έχει συνείδηση των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν εκεί και των δυσχερειών που περικλείει το θέμα Ευαγγέλιο - Ελληνισμός. Γενικά παρατηρεί, ότι οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν τον Παύλο με [[Σκεπτικισμός|σκεπτικισμό]] και με τη φράση ''"ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου"''. Το κήρυγμα περί της αναστάσεως των νεκρών φαίνεται να υπήρξε, κατά τον Λουκά, η κύρια πέτρα του σκανδάλου για τους Αθηναίους [[Φιλοσοφία|φιλοσόφους]]. Στην ομιλία του όπως παραδίδεται στις Πράξεις, ο Παύλος προσπάθησε να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός ακροατηρίου με φιλοσοφική παιδεία, τελικά όμως, στην Αθήνα δεν ιδρύθηκε Εκκλησία.<br />
<br />
Ο επόμενος σταθμός της περιοδείας είναι η εμπορική πόλη της [[Κόρινθος|Κορίνθου]] όπου γνώρισε τον [[Ακύλας και Πρίσκιλλα|Ακύλα]] και την [[Ακύλας και Πρίσκιλλα|Πρίσκιλλα]], ένα ανδρόγυνο Εβραίων, οι οποίοι ήταν επίσης σκηνοποιοί. Είχαν φθάσει πρόσφατα στην Κόρινθο από την [[Ρώμη]], έπειτα από ένα διάταγμα του αυτοκράτορα Κλαυδίου, με το οποίο απελάθηκαν οι Εβραίοι από την πρωτεύουσα. Στην Κόρινθο ο Παύλος παρέμεινε ενάμιση χρόνο κοντά στους Ακύλα και Πρίσκιλλα και έγραψε τις δύο [[επιστολές προς Θεσσαλονικείς]]. <br />
<br />
Στις Πράξεις αναφέρεται ένα επεισόδιο, κατά το οποίο ο Παύλος παρουσιάστηκε στον ανθύπατο Γαλλίωνα. Το στοιχείο αυτό είναι σημαντικό για την χρονολόγηση του βίου του Παύλου, διότι βάσει μιας επιγραφής, η οποία ανακαλύφθηκε στους [[Δελφοί|Δελφούς]], ο Γαλλίων ανέλαβε αυτό το αξίωμα το [[51]] μ.Χ.<br />
<br />
Από την Κόρινθο μαζί με τον [[Ακύλας|Ακύλα]] και την Πρίσκιλλα φεύγουν για την Έφεσο, από την οποία επισκέπτεται την Καισαρεία της [[Παλαιστίνη]]ς και ίσως για λίγο και τα Ιεροσόλυμα, για να ξαναγυρίσει στην [[Αντιόχεια]], όπου δεν μένει πολύ και ούτε επανέρχεται.<br />
<br />
==Η τρίτη αποστολική περιοδεία==<br />
<br />
Ο Παύλος την εποχή αυτή είχε πλέον ιδρύσει Εκκλησίες στην Μικρά Ασία και στην Ελλάδα με ένα σημαντικό κέντρο στην Κόρινθο και είχε αρχίσει να εργάζεται στην επίσης σημαντική Έφεσο. Ακολούθησε μια περίοδος σταθεροποίησης.<br />
<br />
Μετά την επιστροφή του στην Αντιόχεια και αφού παρέμεινε εκεί ένα διάστημα, ο Παύλος έφυγε για τη Γαλατική χώρα και τη Φρυγία για να στηρίξει τις εκκλησίες που είχε ιδρύσει κατά την προηγούμενη περιοδεία του. Κατόπιν, περιόδευσε στη δυτική περιοχή της Βιθυνίας και κατέληξε στην Έφεσο, το ορμητήριο της τρίτης περιοδείας του, στην οποία έφτασε διά ξηράς μέσω της περιοχής της Φρυγίας. Την εποχή αυτή πρέπει να ίδρυσε Εκκλησίες στις Κολοσσές, στην Ιεράπολη και στην Λαοδίκεια.<br />
<br />
Από την Έφεσο, ο Παύλος επισκέπτεται τη Μικρά Ασία και την Ελλάδα. Κατά το διάστημα αυτό γράφονται πιθανώτατα στην Έφεσο, όπου φυλακίζεται ο Παύλος, όλες ή μερικές από τις λεγόμενες "επιστολές της αιχμαλωσίας" (προς Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα, Εφεσίους), αν και η παράδοση τις τοποθετεί στο χρονικό διάστημα της φυλακίσεως του Παύλου στη Ρώμη μετά μια πενταετία.<br />
<br />
Για όλη την περιοδο αυτή οι ''Πράξεις'' δίνουν ελλιπείς πληροφορίες, τις οποίες τελικά αντλούμε από τις επιστολές του Παύλου. Για παράδειγμα, δεν αναφέρονται στις ''Πράξεις'' οι κίνδυνοι που πέρασε ο Παύλος και μαρτυρούνται στα ''Α' Κορ. 15:32'' ή ''Β' Κορ. 1:8-10'' και η σωτηρία του από βέβαιο θάνατο με την αυτοθυσία των [[Ακύλας και Πρίσκιλλα|Ακύλα και Πρίσκιλλας]] (''Ρωμ. 16:3-4''). Τα περιστατικά που περιγράφονται (''"εθηριομάχησα"'', ''"το απάκριμα του θανάτου"'', ''"τον εαυτών τράχηλον υπέθηκαν"'') ίσως σημαίνουν σημαίνουν, μία ή και δύο φυλακίσεις του Παύλου στην Έφεσο.<br />
<br />
Αναφέρονται πάντως κάποια σημαντικά γεγονότα όπως η ύπαρξη κάποιων αιρέσεων στην Έφεσο, όπως οι αγνοούντες το [[Άγιο Πνεύμα]] πρώην οπαδοί του [[Ιωάννης βαπτιστής|Ιωάννη του Βαπτιστή]] (''Πράξ. 19:2''), οι ιουδαίοι που έκαναν εξορκισμούς στο όνομα του Ιησού (''19:13''), όπως και μια αναταραχή που προκλήθηκε από κάποιον αργυροχόο που λεγόταν Δημήτριος, επειδή πολλοί μεταστρέφονταν από τα κυρήγματα του Παύλου και έτσι υπήρχε κίνδυνος να μείνουν χωρίς δουλειά οι τεχνίτες που ζούσαν από τις πωλήσεις ομοιωμάτων του ναού της Άρτεμης στην Έφεσο (''Πράξ. 19:23-41'').<br />
<br />
Από τη δραστηριότητα του Παύλου κατά το διάστημα της περιοδείας αυτής ξεχωρίζουν οι σχέσεις του με την Εκκλησία της Κορίνθου, που προκαλούν τα επανειλημμένα του ταξίδια εκεί και την αλληλογραφία (Α και Β επιστολές προς Κορινθίους). <br />
<br />
Η αλληλογραφία του με την Κόρινθο αποκαλύπτει τις μεγάλες δυσκολίες οι οποίες μπορούσαν να ανακύψουν. Ο Παύλος είχε την πρόθεση να κηρύξει στην Τρωάδα, αλλά είχε τόση αγωνία για την Κόρινθο, ώστε έφυγε για την Μακεδονία, ελπίζοντας να συναντηθεί με τον Τίτο κατά την επιστροφή του. Τον συναντά τελικά μάλλον στους Φιλίππους καθώς εκείνος επέστρεφε φέρνοντας καλά νέα και ότι η επιστολή είχε θετικά αποτελέσματα. Με αισθήματα μεγάλης ανακούφισης ο Παύλος έγραψε την Β' επιστολή προς Κορινθίους η οποία διαπνέεται από το θέμα της συμφιλίωσης. Ένα άλλο θέμα της [[Επιστολές προς Κορινθίους|Β' προς Κορινθίους]] είναι ο έρανος για τους φτωχούς της Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ ως ένα δώρο το οποίο ο Παύλος θεωρούσε σύμβολο τής ενότητας μεταξύ τών εξ Ιουδαίων και των εξ εθνών Εκκλησιών. Ήταν άλλωστε πραγματικότητα, το συνεχιζόμενο πρόβλημα που δημιουργούσε μια ομάδα η οποία υποστήριζε πως οι εξ εθνών χριστιανοί της Γαλατίας έπρεπε να περιτμηθούν και να τηρούν τον Νόμο. Το πρόβλημα αυτό προβάλλεται στην [[Επιστολή προς Γαλάτες|Προς Γαλατάς Επιστολή]].<br />
<br />
Από τις προϋποθέσεις και το περιεχόμενο των επιστολών ''προς Κορινθίους'', διαφαίνεται η φύση των προβλημάτων που προκάλεσε στον εκεί Ελληνισμό το κήρυγμα του Χριστιανισμού. Η ατομοκρατία που χαρακτηρίζει τους Έλληνες στην ιστορική τους ζωή δημιουργεί προβλήματα στην ενότητα της Εκκλησίας της Κορίνθου με τις διαιρέσεις πού παρουσιάζονται εκεί. Η ροπή προς τη "γνώση" και τη "σοφία" συνδυασμένη με την ατομοκρατία υποχρεώνει τον Παύλο να τονίσει τη "μωρία του σταυρού", να αντιπαράταξει στην ανθρωποκεντρική ελληνική σοφία τη "σοφία του Θεού" και να θέσει την αγάπη που "οικοδομεί" παραπάνω από τη γνώση που "φυσιοί".<br />
<br />
Όλα αυτά μαζί με μια ηθική εμπνευσμένη από την ιδέα του "σώματος", στην εκκλησιολογική του σημασία, και της αναστάσεως των νεκρών απηχούν την πρώτη προσπάθεια του Χριστιανισμού να προσαρμόσει τον Ελληνισμό σε μια θρησκεία ιουδαϊκής προελεύσεως και τις δυσκολίες πού είχε η προσπάθεια αυτή.<br />
<br />
Κατά το χρονικό αυτό διάστημα και μάλιστα κατά την τρίτη επίσκεψη του Παύλου στην Κόρινθο όπου έμεινε τρεις μήνες, γράφεται και η [[Επιστολή προς Ρωμαίους|Προς Ρωμαίους επιστολή]], ένα βαθύτατα θεολογικό κείμενο, που αποκαλύπτει μεταξύ άλλων την τοποθέτηση του Παύλου στο ζήτημα της ακριβούς θέσεως των εθνικών στον κορμό του Χριστιανισμού. Από την άποψη αυτή το κείμενο ενδιαφέρει άμεσα τη σχέση Χριστιανισμού και Ελληνισμού στους πρώτους χρόνους. Ίσως ο Παύλος επεδίωκε να δημιουργήσει κάποιο έρισμα που θα του επέτρεπε να χρησιμοποίηση τη Ρώμη ως βάση για μια εξόρμηση προς δυσμάς.<br />
<br />
Κατόπιν και ενώ είχε σκοπό να αναχωρήσει με πλοίο για την Ιερουσαλήμ, την τελευταία στιγμή αποκαλύφθηκε σχέδιο δολοφονίας του Παύλου, από τους Ιουδαίους και έτσι αποφασίσθηκε η μετάβαση στην Ιερουσαλήμ ''"διά Μακεδονίας"'' (''Πράξ. 20:3''). Πριν φτάσει στην Ιερουσαλήμ έμεινε μερικές ημέρες στην Καισάρεια όπου κάποιος προφήτης που λεγόταν ''Άγαβος'', προέβλεψε τη σύλληψη του Παύλου στα Ιεροσόλυμα, όπου τελικά πήγε ο Παύλος συνοδευόμενος από χριστιανούς της Καισάρειας και έτσι έληξε η τρίτη αποστολική περιοδεία.<br />
<br />
==Η τελευταία επίσκεψη στα Ιεροσόλυμα και η πρώτη φυλάκιση στη Ρώμη==<br />
<br />
Ο λόγος για τον οποίο ο Παύλος επέμεινε να πάει στην Ιερουσαλήμ εκθέτωντας τον εαυτό του σε θανάσιμο κίνδυνο δεν είναι γνωστός. Σίγουρα όμως θα πρέπει να ήταν μεγάλης σπουδαιότητας, για να κάνει αυτό το ταξίδι την εποχή που κατάστρωνε μεγαλόπνοο σχέδιο για επίσκεψη στη [[Ισπανία]] (''Ρωμ. 15:24'') και ενώ γνώριζε τις διαστάσεις που είχε λάβει η επιθετικότητα των ιουδαίων (''Πράξ. 20:3'').<br />
<br />
Τελικά, αυτό που φοβόταν και άφηνε να εννοηθεί στο τέλος της [[Επιστολή προς Ρωμαίους|Προς Ρωμαίους Επιστολής]] συνέβη και η περιπέτειά του κατέληξε στη σύλληψη και φυλάκισή του στην Καισάρεια και κατόπιν στη μεταφορά του στη Ρώμη. <br />
<br />
Η αρχή των συμβάντων έγινε με την εμφάνιση του Παύλου στο Ναό των [[Ιερουσαλήμ|Ιεροσολύμων]] η οποία ξεσήκωσε σφοδρές αντιδράσεις από τη μεριά των Ιουδαίων (''Πράξ. 21:27'' εξ.) οι οποίοι του επιτέθηκαν και τον ξυλοκόπησαν κατηγορώντας τον ότι δίδακε ενάντια στον ιουδαϊκό λαό και τον μωσαϊκό Νόμο.<br />
<br />
Τελικά, και ενώ κινδύνευε σοβαρά η ζωή του, συνελήφθη (εν μέρει για να σωθεί η ζωή του από τον όχλο καθώς ήταν Ρωμαίος πολίτης) και τελικά διασώθηκε με τον τρόπο αυτό από τη ρωμαϊκή φρουρά της πόλης. Πριν την είσοδό τους στο στρατόπεδο, ο Παύλος παρακάλεσε το χιλίαρχο να του επιτρέψει να μιλήσει στο πλήθος. Τα αιτημά του έγινε δεκτό οπότε ο απόστολος αναφέρθηκε στην καταγωγή του, στον [[Γαμαλιήλ]], στην αφοσίωσή του προς την πατρώα θρησκεία, τη μεταστροφή του και την εντολή του Χριστού να κηρύξει το [[ευαγγέλιο]] (''Πράξ. 21:37'' εξ.). Όμως οι ιουδαίοι αρνούνταν να ακούσουν περισσότερα και ζητούσαν τη θανάτωσή του, οπότε ο διοικητής μετέφερε τον Παύλο στο στρατόπεδο όπου ήταν ασφαλής ώστε την επόμενη ημέρα να μεταφερθεί προ του Μεγάλου Συνεδρίου για να απολογηθεί.<br />
<br />
Μπροστά στο Συνέδριο, ο Παύλος επανέλαβε όσα είχε πει στο πλήθος την προηγούμενη ημέρα αλλά τα λεγόμενά του έφεραν αναταραχή και ο Παύλος επέστρεψε και πάλι στο στρατόπεδο.<br />
<br />
Στο μεταξύ, ο ανεψιός του Παύλου έμαθε πως υπήρχε σχέδιο εξόντωσης του αποστόλου. Έτσι οργανώθηκε η μεταφορά του και με συνοδεία ισχυρής φρουράς οδηγήθηκε στην Καισάρεια, στην έδρα του ρωμαίου Επιτρόπου της Ιουδαίας, Φήλικα (''Πράξ. 23:12-35''). Εκεί κρατήθηκε ο Παύλος με την εντολή όμως να του παρασχεθεί άνεση και άδεια να βλέπει τους δικούς του ανθρώπους.<br />
<br />
Τελικά έμεινε φυλακισμένος στην [[Καισάρεια]] επί 2 χρόνια, οπότε τον Φήλικα διαδέχθηκε ο Επίτροπος Φήστος (''Πράξ. 24:27''). Οι ιουδαίοι προσπάθησαν να πείσουν τον Φήστο να στείλει τον Παύλο στα Ιεροσόλυμα, με την κρυφή σκέψη να τους είναι πιο εύκολο να τον εξοντώσουν. Ο Φήστος διέταξε νέα δίκη του Παύλου, όπου παραβρέθηκαν εκπρόσωποι της ιουδαϊκής ηγεσίας. Καθώς ο Παύλος κατάλαβε πως σκοπός του Φήστου ήταν να ικανοποιήσει τους ιουδαίους, επικαλέσθηκε το δικαίωμα της εφέσεως που είχε κάθε ρωμαίος πολίτης ώστε να δικασθεί στη Ρώμη.<br />
<br />
Αναχώρησε τελικά για τη [[Ρώμη]] στα τέλη του φθινοπώρου. Ένα ναυάγιο όμως ανάγκασε τους επιβάτες να παραμείνουν επί τρεις μήνες στην Μάλτα, με αποτέλεσμα να φθάσουν στη Ρώμη την άνοιξη. Τις λεπτομέρειες του ταξιδιού προς τη Ρώμη, μας δίνουν οι ''Πράξεις'' στα κεφ. 27-28. Στη Ρώμη, έμεινε με ελαφρά δεσμά επί δύο χρόνια σε κατοικία ''"εν ιδίω μισθώματι"'', με φύλαξη στρατιώτη, περιμένοντας την εκδίκαση της υποθέσεώς του. Εξακολουθούσε όμως να κυρήττει στους επισκέπτες του για τη βασιλεία του θεού ''"μετά πάσης παρρησίας ακωλύτως"'' (''Πράξ. 28:30-31'').<br />
<br />
Σε αυτό το σημείο τελειώνει και η διήγηση των [[Πράξεις των αποστόλων|Πράξεων]], χωρίς ο [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον|Λουκάς]] να μας πληροφορεί για την έκβαση της φυλακίσεως του αποστόλου. Μένουν έτσι τα γεγονότα που περιγράφονται στις ''Ποιμαντικές επιστολές'' ώστε να εξαχθούν τα συμπεράσματα για το βίο του Παύλου από το τέλος των ''Πράξεων'' και μετά.<br />
<br />
==Η τέταρτη αποστολική περιοδεία και το μαρτύριο του Παύλου==<br />
<br />
Είναι αλήθεια ότι τα γεγονότα της ζωής του Παύλου μετά την πρώτη φυλάκισή του στη Ρώμη, είναι αρκετά δύσκολο να καθοριστούν, σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο από τα μέχρι τότε συμβάντα. Για τους περισσότερους ερευνητές πάντως, οι ευνοϊκές συνθήκες διαβίωσης του υπόδικου Παύλου στη Ρώμη, προδικάζουν και την έκβαση της φυλάκισής του η οποία, το πιθανότερο, έληξε με την αθώωση και την αποφυλάκισή του, όπως άλλωστε δέχεται και η αρχαία εκκλησιαστική παράδοση. <br />
<br />
Έτσι, η επιθυμία του Παύλου να επισκεφθεί και να κηρύξει στην Ισπανία (''Ρωμ. 15:24-28'') ήταν πλέον δυνατό να πραγματοποιηθεί. Έτσι, ο Παύλος και οι συνεργάτες του περιόδευσαν στο νότιο τμήμα της, καθώς και στο νότιο τμήμα της Γαλατίας και μετά επέστρεψαν στη Ρώμη. <br />
<br />
Η αισιοδοξία που εκφράζεται στις επιστολές προς Φιλιππησίους, Φιλήμονα και Εβραίους καθώς και οι υποσχέσεις που δίδονται προς τους παραλήπτες τους ότι σύντομα θα τους επισκεφθεί (''Φιλιπ. 2:19-24'', ''Φιλήμ. 22'', ''Εβρ. 13:23''), δηλώνουν ότι ο Παύλος επιθυμούσε να μεταβεί και πάλι στην Ανατολή για να συνάντησει αγαπημένα του πρόσωπα, να στηρίξει τις εκκλησίες που είχε ιδρύσει και να επιλύσει τα προβλήματά τους.<br />
<br />
Μετά την επιστροφή του από την Ισπανία, ο Παύλος δεν παρέμεινε για πολύ στη Ρώμη αλλά αναχώρησε με προορισμό την Ιερουσαλήμ. Φθάνοντας όμως στην Κρήτη, ο ίδιος και οι συνεργάτες του πληροφορήθηκαν ότι η κατάσταση στην Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ δεν ήταν καλή, αλλά επικρατούσε αναρχία μετά τον ξαφνικό θάνατο του Επιτρόπου Φήστου. Πράγματι, ο ιστορικός [[Ιώσηπος]] μας πληροφορεί γι αυτό το γεγονός, το οποίο δημιούργησε κενό ρωμαϊκής εξουσίας για πολλούς μήνες. Έτσι, γράφει ο Ιώσηπος, ο νέος επίτροπος, Αλβίνος, όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του βρήκε την Ιουδαία σε κατάσταση αταξίας. Με δεδομένη την κατάσταση αυτή, ο Παύλος έκρινε πως δεν ήταν κατάλληλη η στιγμή για μια επίσκεψη στην περιοχή. Βέβαια η εξέλιξη των γεγονότων ήταν τέτοια που δεν θα κατάφερνε ποτέ πια να επισκεφθεί την Ιερουσαλήμ.<br />
<br />
Σύμφωνα με τις ''Ποιμαντικές Επιστολές'' (Α' και Β' Τιμ. και Τίτ.) ο Παύλος έκανε ένα ακόμη ταξίδι στην Ανατολή και συγκεκριμένα στην Μ. Ασία, την [[Κρήτη]], τη [[Μακεδονία]] και την περιοχή του Ιλλυρικού, ενώ κατά τη ''Β' Τιμ.'' καταλήγει και πάλι στη Ρώμη όπου φυλακίζεται για δεύτερη φορά. Οι συνθήκες όμως αυτή τη φορά ήταν τελείως διαφορετικές αφού ο Παύλος μπήκε στη φυλακή (''Β'Τιμ. 2:9''). Πάντως του επιτράπηκε να δέχεται επισκέψεις φίλων και συνεργατών, όπως π.χ. του Ονησιφόρου (''Β' Τιμ. 1:16-18''), του Ευβούλου, του Λίνου, του Πούδη, της Κλαυδίας και άλλων (4:21), αλλά και του Λουκά καί του Τυχικού (4:11-12). <br />
<br />
Από τη φυλακή αυτή έγραψε τη ''Β' προς Τιμόθεον επιστολή'' (''Β'Τιμ. 4:21''), η οποία αποτελεί το κύκνειο άσμα του, αφού η δεύτερη αυτή φυλάκιση κατέληξε στο μαρτυρικό του θάνατο. Η αγωνιώδης έκκληση του Παύλου προς τον Τιμόθεο, που βρισκόταν στην Έφεσο (''Β'Τιμ. 4:9-21''), ώστε να πάει στη Ρώμη και να τον συναντήσει, δείχνει πως ο απόστολος δεν μαρτύρησε αμέσως μετά τη μεταφορά του στη Ρώμη, αλλά αφού πρώτα πέρασε μερικούς μήνες στη φυλακή, και μετά από κανονική δίκη ως ρωμαίος πολίτης.<br />
<br />
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Παύλος αποκεφαλίσθηκε χωρίς προηγουμένως να βασανισθεί, καθώς ο νόμος απαγόρευε τους βασανισμούς για τους ρωμαίους πολίτες. Με τον τρόπο αυτό, έληξε η πολυτάραχη αποστολική πορεία του Παύλου, μιας κατά γενική ομολογία, από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες στην ιστορία της Εκκλησίας.<br />
<br />
==Η Θεολογία του Παύλου==<br />
<br />
Όλοι σχεδόν οι ερευνητές που ασχολήθηκαν με τον Παύλο, επιδίωξαν να βρουν τις πηγές της σκέψης του και να ανακαλύψουν την προέλευση των διατυπώσεων της διδασκαλίας του, ακολουθώντας τρεις ερμηνευτικούς δρόμους: <br />
<br />
;1. ''Η σχολή της υπερφυσικής ερμηνείας'' : Η σχολή αυτή αποδέχεται ότι ο Παύλος έκανε λόγο περί του Χριστού ως Θεού, όπως το αποδέχεται η [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξη]] και [[Ρωμαιοκαθολική εκκλησία]].<br />
;2. ''Η φιλελεύθερη σχολή'' : Σε αυτήν είναι διαδεδομένες οι φυσικές ερμηνείες της θεολογίας του Παύλου και απορρίπτεται το υπερφυσικό. Ο Ιησούς Χριστός θεωρείται ένα σημαντικό ιστορικό πρόσωπο, και η εμπειρία του Παύλου που οδήγησε στη μεταστροφή του ήταν μία ψευδαίσθηση. Αρνούμενοι τη θεότητα του Χριστού, αποδέχονται ότι ο Ιησούς δεν ζήτησε να πιστέψουν σε αυτόν, αλλά στο Θεό.<br />
;3. ''Η ριζοσπαστική σχολή'' : Οι οπαδοί της σχολής αυτής αποδέχονται ότι ο Παύλος υπήρξε ο δεύτερος ιδρυτής του Χριστιανισμού και δεν ήταν μαθητής και ακόλουθος της διδασκαλίας του Χριστού.<br />
<br />
Τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι έρευνες για τις επιρροές του Παύλου είναι τόσα όσα και τα φιλοσοφικά ή θεολογικά ρεύματα με τα οποία ο Παύλος ήρθε σε επαφή: <br />
<br />
* Ο Ελληνιστικός κόσμος<br />
* Ο Ιουδαϊκός κόσμος και η [[Παλαιά Διαθήκη]]<br />
* Η πρώτη Χριστιανική Εκκλησία<br />
* Η προσωπική του εμπειρία από το βίωμα της μεταστροφής του προς τον [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμό]].<br />
<br />
Ένα πολύ σημαντικό ζήτημα είναι το εξής:<br />
<br />
:Ο δανεισμός όρων και εκφράσεων του ελληνιστικού κόσμου, που πράγματι χρησιμοποιεί ο απόστολος για να διατυπώσει τη διδασκαλία του, σημαίνει ταυτόχρονα και υιοθέτηση ελληνιστικών ιδεών; Μπορεί να αποδειχθεί κάτι τέτοιο;<br />
<br />
Οι όροι που επεσήμαναν οι μελετητές πως μοιάζουν ελληνιστικοί, αναφέρονται είτε σε θεολογικά θέματα:<br />
<br />
:''Υιός του Θεού'', ''Κύριος'', ''Πλήρωμα της Θεότητας'', ''Εικόνα Θεού'', ''Σωτήρ'' κ.λπ.<br />
<br />
είτε σε ανθρωπολογικά ζητήματα:<br />
<br />
:''Σώμα'', ''Ψυχή'', ''Νους'', ''Συνείδηση'', ''Καρδιά'', ''Σαρξ'', ''Πνεύμα'' κ.λπ.<br />
<br />
Έπρεπε έτσι να διερευνηθεί κατά πόσο οι όροι αυτοί διατήρησαν την σημασία που είχαν πριν τη χρήση τους από τον Παύλο ή αν προσέλαβαν κάποια νέα, ''Παύλεια'', έννοια.<br />
<br />
Το γενικό πλαίσιο των επιχειρημάτων που διατυπώνουν οι υπέρμαχοι της ελληνιστικής μορφής της διδασκαλίας του Παύλου είναι ότι οι όροι αυτοί διατήρησαν την προηγούμενη έννοιά τους καθώς:<br />
<br />
* Ο Παύλος μιλούσε την Ελληνική γλώσσα και ανήκε στη διασπορά, και<br />
* Έδρασε σε μια περιοχή, όπου οι ''Μυστηριακές Θρησκείες'', τα [[Γνωστικισμός|Γνωστικά συστήματα]] ανθούσαν, όπως και οι φιλοσοφίες των [[Στωικισμός|Στωικών]], των [[Επικούριοι|Επικούριων]] κ.λπ.<br />
<br />
Διατυπώνουν την υπόθεση μιας σημαντικής ελληνιστικής επιρροής στο σχήμα '''''Σαρξ-Πνεύμα''''', την οποία προσέλαβε ο Παύλος κατά την περιοδεία του ως απαραίτητη για τη διάδοση του Χριστιανικού μηνύματος στα έθνη. Επίσης διαπιστώνουν την επιρροή του ελληνιστικού μυστικισμού σε ιδέες που προβάλουν την αντίληψη της μεταμόρφωσης και της θεοποίησης του ανθρώπου, ως αποτέλεσμα της επελεύσεως του θείου πνεύματος, μια θεώρηση που απέχει πολύ από τις ιουδαϊκές αντιλήψεις.<br />
<br />
Στον αντίποδα αυτών των απόψεων, εκείνοι που θεωρούν δεδομένη είτε την ιουδαϊκή επίδραση, είτε την πρωτοτυπία των διδασκαλιών του Παύλου, ισχυρίζονται ότι, τουλάχιστο τα Γνωστικά κείμενα, είναι μεταχριστιανικής προέλευσης και έχουν υποστεί την επίδραση χριστιανικών πηγών. Ως αρχικό σημείο κατανόησης του Παύλου θέτουν την [[Εσχατολογία]] του και το περιβάλλον του, δηλ. τον ιουδαϊσμό και την πρώτη [[Εκκλησία]].<br />
<br />
:Ο απόστολος, όντως, χρησιμοποιεί χωρία, γεγονότα και όρους από την Παλαιά Διαθήκη, τα οποία μεταφέρει στη νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε. Οι προφητείες και οι προσδοκίες της Π.Δ. εκπληρώνονται στο πρόσωπο του Χριστού και την εγκαθίδρυση της Εκκλησίας. Για τον Παύλο οι διάφορες φάσεις της ζωής του Χριστού, και ειδικά ο θάνατος του, η ταφή, και η Ανάστασή του, λαμβάνουν χώρα "κατά τας Γραφάς", ενώ διάφορα γεγονότα της [[Αγία Γραφή|Βίβλου]] ερμηνεύονται τυπολογικά από τον ίδιο.<br />
<br />
Ασφαλώς, η άποψη ότι ο Παύλος θεωρούσε τον Χριστιανισμό ως συνέχεια της Ιουδαϊκής θρησκείας δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή. Ο Παύλος έδωσε μια παγκοσμιότητα στη Χριστιανική θρησκεία, άγνωστη στον Ιουδαϊσμό, και αρκετές θέσεις του μέσα στις επιστολές έρχονται σε αντίθεση προς το πνεύμα του Νόμου και της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και των ιουδαϊκών αποκαλύψεων. Στις ιουδαϊκές αποκαλύψεις δεν υπάρχει διδασκαλία περί της συμμετοχής του [[Μεσσίας|Μεσσία]] στη δημιουργία, μια ιδέα, που βρίσκουμε συχνά στον Παύλο (''Α' Κορ. 8:6'', ''Κολ. 1:16''), ούτε βρίσκονται ίχνη εξιλαστήριου και αντιπροσωπευτικού θανάτου του Μεσσία.<br />
<br />
Αυτό όμως δεν σημαίνει και πρόσληψη της ελληνιστικής σκέψης. Αντίθετα, η πεποίθησή του ότι ο Χριστιανισμός είναι μια νέα θρησκεία, τον κράτησε μακριά από το γράμμα του ''"Νόμου"'' αλλά και από το μυθολογικό πλαίσιο των ελληνιστικών θρησκειών.<br />
<br />
Για το λόγο αυτό, η σωτηρία του Παύλου είναι πρακτικής μορφής, και απαιτεί πίστη. Στο θέμα αυτό η ελληνική επίδραση δεν μπορεί παρά να είναι μόνο φραστική-επιφανειακή. Η Παύλεια ''Σωτηρία'' είναι απαλλαγή από την αμαρτία και επιτυγχάνεται με το βάπτισμα (''Τίτ. 3:5''), τη χάρη του θεού (''Εφεσ. 2:5'', και με την πίστη του ατόμου (''Εφεσ. 2:8''). <br />
<br />
:Αντιθέτως, στο ελληνιστικό περιβάλλον, π.χ. ο Αντίγονος Α' ή ο Πτολεμαίος Α', εξαιτίας της σωτηρίας κάποιας πόλης, ονομάστηκαν ''"Σωτήρες"''. Το ίδιο έγινε αργότερα με Ρωμαίους ανώτατους λειτουργούς και μάλιστα με τον αυτοκράτορα που παρουσιάζεται σαν σωτήρας του κόσμου, που εισάγει μια νέα σωτήρια εποχή για όλη την ανθρωπότητα. Επίσης, με την όλο και εντονώτερη αναζήτηση της σωτηρίας από το άτομο, κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, ''Σωτήρες'' ονομάζονταν και εκείνοι που, σαν τον [[Επίκουρος|Επίκουρο]], με τη διδασκαλία τους υπόσχονταν την εσωτερική απελευθέρωση.<br />
<br />
Όσο για τους όρους '''πνεύμα, ψυχή, σαρξ''', ο Παύλος έδειχνε να εξαρτάται από την [[μετάφραση των εβδομήκοντα]] καθώς με τον όρο '''πνεύμα''' αποδίδει το εβραϊκό '''''ruah''''', εμπλουτισμένο με τη Χριστιανική, προσωπική του πείρα. Ο Παύλος χρησιμοποιεί τον όρο ''"πνεύμα"'' για να δηλώσει το ανθρώπινο πνεύμα, αυτό που ο Έλληνας θα ονόμαζε ''"ψυχή"''.<br />
<br />
Όμως στον Παύλο (πρβλ. ''Α' Κορ. 15:44'' εξ.) ο "ψυχικός" άνθρωπος είναι ο άνθρωπος χωρίς το Πνεύμα Θεού, ο άνθρωπος της λογικής και της φυσικής θρησκείας, σε αντίθεση με τον "πνευματικό" άνθρωπο.<br />
<br />
Αλλά και σε άλλα ζητήματα, όπως είναι το ''"υιός θεού"'', βλέπουμε πως οι ελληνιστικοί ''"υιοί θεού"'' δεν υψώθηκαν στη θεότητα μέσω της ευσέβειας και της πίστεως, ούτε από τη δύναμη της πίστης μιας κοινότητας, αλλά ανακηρύχθηκαν έτσι είτε από αυτοκρατορικά διατάγματα, είτε από δική τους αξίωση. <br />
<br />
Επίσης, στις ελληνιστικές θεότητες υπάρχει μια πλήρη μεταμόρφωση της ανθρώπινης φύσης μέσα στο Θείο ώστε τίποτε δεν απομένει από τον αρχικό άνθρωπο πέρα από την εξωτερική εμφάνιση. Στον Παύλο όμως η ανθρώπινη ύπαρξη του Χριστού τονίζεται ενάντια σε κάθε [[Δοκητισμός|Δοκητική]] πεποίθηση (''Ρωμ. 1:3'', ''Α' Κορ. 15:3-4'', ''Γαλ. 4:4'', ''Ρωμ. 8:3-4'', ''Α'. Τιμ. 3:16'', ''Β' Κορ. 5:15'', ''Τίτ. 2:14'').<br />
<br />
:Έτσι, ο χριστιανισμός του Παύλου έμεινε πιστός στη βιβλική ιστορική προοπτική της ιστορίας και είναι δύσκολο να συνδεθεί η διδασκαλία του με κάποιο μυστικιστικό, υπερβατικό σωτηριολογικό μύθο, όπως συμβαίνει στις Μυστηριακές Θρησκείες και στο [[Γνωστικισμός|Γνωστικισμό]], όπου, μετά την απόρριψη της ιστορίας και της παράδοσης, η θρησκευτική φαντασία δούλεψε ελεύθερα μέσα στο χώρο του άγνωστου μεταφυσικού. <br />
<br />
Στον Παύλο, το υπερβατικό [[Χριστολογία|χριστολογικό]] δόγμα σχετίζεται, σε κάθε σημείο του, όχι μόνο ουσιαστικά μ' αυτό που ήταν ο ιστορικός [[Ιησούς Χριστός|Ιησούς]] αλλά και με τη συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα των χρόνων εκείνων. <br />
<br />
Εχουν γραφεί πολλές μελέτες για διατυπωθούν απόψεις περί μιας επανίδρυσης του χριστιανισμού από τον Παύλο επειδή η μεσσιανική [[εσχατολογία]] των [[Ευαγγέλιο|Ευαγγελίων]] οδηγείται σε μια επεξεργασμένη και εξελιγμένη χριστολογία. Ο [[Χριστιανισμός]] όμως δεν μπορούσε να μείνει αδιάφορος μπροστά στην πραγματικότητα της εποχής που ήταν η καταπίεση της Ρώμης, όπως εκφράζονταν ιδίως στην αυτοκρατορική λατρεία, και στη μάταιη προσπάθεια του ιουδαϊκού επαναστατικού μεσσιανικού κινήματος να βρει διέξοδο. <br />
<br />
Το όλο ζήτημα φαίνεται να παραμένει [[Βίβλος|βιβλικό]] και [[Ιουδαϊσμός|ιουδαϊκό]] μέχρι τέλους: στόχος είναι παντού ο νέος κόσμος του Θεού, η καινή κτίση, η κυριαρχία του Θεού πάνω στον κόσμο, η βασιλεία του Θεού. Απλώς, για την Εκκλησία, ήρθε η κατάλληλη στιγμή για να αποκαλυφθούν όσα ήταν αληθινά:<br />
<br />
* Η θεολογία του Παύλου απαντά στην Γνωστική κοσμολογία με τη συμμετοχή του Χριστού στη δημιουργία του κόσμου. Δεν χωρίζει η δημιουργία από τη σωτηρία. Ο Σωτήρας του κόσμου είναι ο αγαθός και καλοπροαίρετος Δημιουργός και όχι ο απολυταρχικός Καίσαρας.<br />
* Η σύνδεση της προΰπαρξης του Ιησού με μεγάλους σταθμούς στην ιστορία του Ισραήλ, εκτός των άλλων, τονίζει και τα εξής: η εμφάνιση του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]] δεν είναι κάτι πρωτοφανές στην ιερή ιστορία αλλά μια πράξη που έχει σωτηριολογικά πρηγούμενα στην ιστορία τού λαού του Θεού.<br />
* Η κένωση και ταπείνωση του Χριστού ταυτίζει τον θείο κόσμο με τους καταδυναστευμένους και καταπιεσμένους. Η "εξουσία" του Χριστού δεν μοιάζει με την εξουσία του Καίσαρα αφού είναι διάκονος και βασιλεύει με τη διακονία της αγάπης<br />
* Η επάνοδος του Χριστού εκτός άλλων θα αποτελέσει και την τελική νίκη κατά των εχθρών της ανθρωπότητας ένας από τους οποίους είναι και ο θάνατος που σε όλη την ιουδαϊκή Αποκαλυπτική φιλολογία είναι ταυτόσημος προς την καταπίεση, τα βάσανα και την απόγνωση του λαού του Θεού από τους διάφορους κατακτητές.<br />
<br />
Η [[Εκκλησία]] δέχεται ότι δεν είναι δυνατόν να διαχωριστεί το υπερφυσικό από την ίδια την πορεία της. Ισχυρίζεται ότι ο απόστολος Παύλος είπε για τον Χριστό πράγματα, πέρα (και όχι αντίθετα) από τους λόγους, που ο ίδιος ο Χριστός είπε για τον εαυτό του και από όσα οι Ευαγγελιστές έγραψαν για τον Χριστό. Επίσης πιστεύει ότι για να λεχθεί κάτι γνήσιο και ορθό πέρα από τους ευαγγελικούς λόγους και πάνω από τις ανθρώπινες νοητικές δυνάμεις, είναι απαραίτητη η προσωπική μετοχή στον Χριστό. Οι διαβεβαιώσεις ''"ζώ δε ούκέτι έγώ, ζή δέ έν έμοί Χριστός"'' και ''"δοκώ δέ κάγώ πνεύμα Θεού έχειν"'' δείχνουν την πεποίθηση της Εκκλησίας ότι μόνο βιώνοντας την αλήθεια μπορεί κανείς να μιλήσει γι αυτήν.<br />
<br />
Σχετικά με τη γλώσσα του Παύλου, ο Χριστιανισμός αποδέχεται ασφαλώς τη χρήση της εποχικής γλώσσας, ισχυρίζεται όμως ότι γίνεται με σαφή συνείδηση ότι δεν υπάρχει αναλογία ή αντιστοιχία μεταξύ του εγγενούς περιεχομένου των παραπάνω [[Φιλοσοφία|φιλοσοφικών]] όρων και της αλήθειας, που επιθυμούσαν με αυτούς να δηλώσουν. <br />
<br />
Για το λόγο αυτό έπρεπε να εξηγηθεί ότι η βασιλεία του Θεού δεν είναι κοσμική βασιλεία, όπως την κατανοούσαν οι Εβραίοι και οι Ρωμαίοι, ότι η μακαριότητα είναι κάτι άλλο και δεν έχει σχέση με τρίτο ή πέμπτο όροφο του ουρανού, ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από το μηδέν και ο άνθρωπος κατ' εικόνα Θεού και δεν είναι ο άνθρωπος ''"γένος"'' του Θεού, όπως το εννοούσαν οι [[Στωικισμός|στωικοί]].<br />
<br />
Παρά τη γνωριμία του με την ελληνική παιδεία, οι ρίζες της ζωής και της σκέψεως του Παύλου παραμένουν πάντοτε εβραϊκές. Αν αντιπαραβάλλουμε τη σκέψη του με εκείνη ενός άλλου ελληνιστή Ιουδαίου, του Φίλωνα, θα δούμε πως ο τελευταίος, ενώ παραμένει ένας ευσεβής και πιστός Ιουδαίος, προβαίνει στην ερμηνεία της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]] με σχήματα [[Πλάτωνας|πλατωνικά]] και μετα-πλατωνικά, τα οποία αποδέχεται ως απόλυτη αλήθεια. <br />
<br />
Ο Παύλος δεν ακολουθεί τον ίδιο δρόμο. Η όλη θρησκευτική του τοποθέτηση είναι βασικά εβραϊκή, αφού εκεί βρίσκονται πραγματικά οι ρίζες του. Από την άποψη αυτή ότι και αν γνωρίζει ή χρησιμοποιεί από τον μη ιουδαϊκό κόσμο, δεν είναι ικανό να αλλοιώσει ουσιαστικά τη θρησκευτική νοοτροπία του. <br />
<br />
Ένα γεγονός και μόνο είναι αυτό που φαίνεται να αλλοιώνει πραγματικά τη σκέψη του: η συνάντησή του με τον [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστό]], που δεν είναι μόνο ''"μωρία"'' για τους Έλληνες, αλλά και ''"σκάνδαλο"'' για τους Ιουδαίους. Ο Παύλος κατανοείται καλύτερα μόνον ως πρωτότυπος στοχαστής, που δίνει τόσο στις εβραϊκές όσο και στις ελληνικές κατηγορίες και λέξεις νέο περιεχόμενο και σημασία, εμπνευσμένα από το γεγονός του Χριστού και την εμπειρία της Εκκλησίας. Η θεώρηση του κόσμου και της ιστορίας γίνεται πλέον από τη σκοπιά του αναστημένου Χριστού και τον οδηγεί σε μια αναθεώρηση της ελληνικής ''"σοφίας"''.<br />
<br />
==Οι Επιστολές==<br />
<br />
Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι τα πρώτα γραπτά μνημεία της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] και αποτελούν έργα περιστασιακά, γράφτηκαν δηλαδή για να απαντήσουν σε διάφορα ερωτήματα που έθεταν οι νεοϊδρυθείσες εκκλησίες στον απόστολο. Κατά τη συγγραφή των επιστολών του ακολουθεί ο Παύλος τους ισχύοντες κανόνες της ελληνικής επιστολογραφίας (προοίμιο που περιέχει τον αποστολέα, παραλήπτη και χαιρετισμό - ανάπτυξη του θέματος - τελικοί χαιρετισμοί) και προσθέτει στο τέλος ιδιόχειρο χαιρετισμό προς δήλωση της γνησιότητας της επιστολής (''Ρωμ. 16:22'', ''Α' Κορ. 16:21'', ''Γαλ. 6:11'', ''Κολ. 4:18'', ''Β' Θεσ. 3:17'', ''Φιλ. 19'').<br />
<br />
Η διάταξη των επιστολών του Παύλου στον κανόνα της Καινής Διαθήκης έγινε ανάλογα με την έκταση τους. Πρώτη δηλ. τοποθετήθηκε η προς Ρωμαίους, που είναι η μεγαλύτερη (16 κεφάλαια) και τελευταία η προς Φιλήμονα (25 στίχοι): <br />
<br />
*[[Προς Ρωμαίους]]<br />
*[[Προς Κορινθίους Α']]<br />
*[[Προς Κορινθίους Β']]<br />
*[[Προς Γαλάτας]]<br />
*[[Προς Εφεσίους]]<br />
*[[Προς Φιλιππησίους]]<br />
*[[Προς Κολοσσαείς]]<br />
*[[Προς Θεσσαλονικείς Α']]<br />
*[[Προς Θεσσαλονικείς Β']]<br />
*[[Προς Τιμόθεον Α']]<br />
*[[Προς Τιμόθεον Β']]<br />
*[[Προς Τίτον]]<br />
*[[Προς Φιλήμονα]]<br />
*[[Προς Εβραίους]] (η επιστολή αυτή, συνήθως ακολουθεί μετά από την ομάδα των 13 επιστολών του Παύλου)<br />
<br />
Οι 14 παύλειες επιστολές, για τις οποίες οι [[Πράξεις των Αποστόλων]] δίνουν ένα πολύτιμο ιστορικό πλαίσιο, αποτελούν ένα μεγάλο τμήμα της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]]. Οι επιστολές αυτές σημαδεύουν το αποστολικό έργο του Παύλου στην "ειδωλολατρική" γη. <br />
<br />
Η χρονολογική τοποθέτηση των επιστολών του Παύλου στη διάρκεια της ζωής και της ιεραποστολικής του δράσης είναι δυνατή από τις πληροφορίες των ίδιων των επιστολών σε συνδυαομό προς αντίστοιχες πληροφορίες των Πράξεων ή από τη συσχέτιση τους με γεγονότα της ιστορίας:<br />
<br />
* Οι επιστολές προς Θεσσαλονικείς, γράφτηκαν στην Κόρινθο περίπου από το 50-52 μ.Χ σύμφωνα με τους υπολογισμούς των μελετητών.<br />
* Η [[Προς Φιλιππησίους]] επιστολή γράφτηκε στην Έφεσο γύρω στο 52-56, ενώ κατ' άλλους στη Ρώμη γύρω στό 60-62 μ.Χ.<br />
* Η [[Προς Γαλάτας]] επιστολή γράφτηκε στην Έφεσο κάπου ανάμεσα στο 52 έως το 55 μ.Χ.<br />
* Οι επιστολές επιστολές προς Κορινθίους, γράφτηκαν, η '''"Α'"''' στην Έφεσο (ομοφωνία απόψεων) και '''"Β'"''' στη [[Μακεδονία]] ή στους [[Φίλιπποι|Φιλίππους]] ή στην [[Έφεσος|Έφεσο]], από το 55-57 μ.Χ.<br />
* Η [[Προς Ρωμαίους]] επιστολή γράφτηκε στην Κόρινθο το 57 μ.Χ. <br />
* Η [[Προς Κολοσσαείς]] επιστολή γράφτηκε στην Έφεσο κατά το 52-55 ή στη Ρώμη το 60-62 μ.Χ.<br />
* Η [[Προς Φιλήμονα]] επιστολή γράφτηκε στην Έφεσο κατά το 52-55 ή στη Ρώμη το 60-62 μ.Χ.<br />
* Η [[Προς Εφεσίους]] επιστολή γράφτηκε στην Έφεσο το 54-55 ή στη Ρώμη το 60-62 μ.Χ.<br />
* Οι επιστολές προς Τιμόθεο, γράφτηκαν, η '''"Α'"''' στη Μακεδονία ή στη Νικόπολη το 63-64, και η '''"Β'"''' στη Ρώμη το 65-67 μ.Χ.<br />
* Η [[Προς Τίτον]] επιστολή, γράφτηκε στους [[Φίλιπποι|Φιλίππους]] το 63-64 μ.Χ.<br />
<br />
Τα τρία τελευταία κείμενα, θέτουν και ένα φιλολογικό πρόβλημα: προϋποθέτουν τουλάχιστο τη χρήση ενός γραμματέα, που τους έδωσε τη σφραγίδα του δικού του ύφους παρ' όλη την εξάρτηση από τη σκέψη του Παύλου. <br />
<br />
Η περίπτωση της προς [[Προς Εβραίους]] επιστολής είναι διαφορετική. Αν και η αρχαία παράδοση τη συνδέει πάντα με το παύλειο σύνολο, ο συντάκτης της έχει μια φιλολογική προσωπικότητα και μια πρωτοτυπία σκέψεως καθαρά διάφορες από τις αντίστοιχες του Παύλου. Ωστόσο το κείμενο πρέπει να είναι προγενέστερο του 70 μ.Χ., γιατί φαίνεται ότι αγνοεί την καταστροφή της [[Ιερουσαλήμ]] και το τέλος της λατρείας του ναού και ίσως γράφτηκε στη [[Ρώμη]].<br />
<br />
Οι επιστολές του Παύλου μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ανάλογα με τους παραλήπτες τους ως εξής: <br />
<br />
* Επιστολές που απευθύνονται σε μια συγκεκριμένη εκκλησία (''Α'-Β' Κορ'', ''Α'-Β' Θεσ'', ''Φιλιπ.'', ''Κολ.'')<br />
* Επιστολές που απευθύνονται σε μια ομάδα εκκλησιών και ονομάζονται ''"εγκύκλιες επιστολές"'' (''Εφεσ.'', και ίσως η ''Ρωμ.'')<br />
* Επιστολές που απευθύνονται σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο (''Α'-Β'Τιμ'', ''Τιτ.'', ''Φιλημ''). <br />
* Επιστολές γράφτηκαν τον καιρό που ο Παύλος ήταν φυλακισμένος: Αυτές είναι οι 4 ''"επιστολές της αιχμαλωσίας"'' (''Εφεσ.'', ''Φιλ.'', ''Κολ.'', ''Φιλημ.'') και η ''Β' Τιμ''. <br />
* Οι τρεις επιστολές ''Α'- Β' Τιμ.'' και ''Τίτ.'' που απευθύνονται σε ποιμένες των εκκλησιών ονομάζονται από το 18ο αιώνα και ύστερα ''"Ποιμαντικές"''.<br />
<br />
===Η αυθεντικότητα των ''Ποιμαντικών Επιστολών''===<br />
<br />
Σύμφωνα με την επιγραφή τους οι ποιμαντικές επιστολές συνεγράφησαν από τον ίδιο τον Παύλο και αυτό δέχεται και η αρχαία παράδοση. Παρόλ' αυτά, κατά τους νεώτερους χρόνους, σοβαροί ερευνητές αμφισβήτησαν τη γνησιότητά τους, είτε συνολικά είτε εν μέρη. Οι διάφορες απόψεις συνοψίζονται ως εξής:<br />
<br />
* Αμφισβήτηση της ''Α' προς Τιμόθεον'' για την οποία προτείνεται η λύση της κατασκευής της με βάση τις γνήσιες ''Β' προς Τιμόθεον'' και ''προς Τίτον'' επιστολές.<br />
* Απόρριψη της γνησιότητας όλων των ''ποιμαντικών επιστολών'', τοποθετώντας τη συγγραφή τους στην τρίτη δεκαετία του 2ου αι. μ.Χ. ή και αργότερα. <br />
* Αναγνώριση στο κείμενο της ''Β' προς Τιμόθεον'', αποσπασμάτων από γνήσιες επιστολές του Παύλου.<br />
* Αναγνώριση, κατά βάση, της γνησιότητας όλων των ''ποιμαντικών επιστολών'', αλλά με την ύπαρξη προσθηκών από άλλες γνήσιες επιστολές του Παύλου.<br />
* Αναγνώριση των ''ποιμαντικών επιστολών'' ως γνήσιες, με την προσθήκη παρεμβολών από τους παραλήπτες προφορικών λόγων του Παύλου που αρχικά θα γράφονταν στα περιθώρια των χειρογράφων.<br />
* Αναγνώριση, κατά βάση, της γνησιότητας των ''ποιμαντικών επιστολών'' με ενσωμάτωση από τον ίδιο τον Παύλο τμημάτων από κείμενα που ανάγονται στον ελληνιστικό Ιουδαϊσμό.<br />
<br />
Σήμερα, το σύνολο σχεδόν των ερευνητών υποστηρίζουν τη γνησιότητα των ''ποιμαντικών επιστολών'', κυρίως με τη μορφή της ''"θεωρίας του γραφέως"''. Αυτό σημαίνει πως αν ληφθούν υπόψη:<br />
<br />
* η δεύτερη και αυστηρότερη αιχμαλωσία του Παύλου στη φυλακή<br />
* οι συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων στις φυλακές της Ρώμης<br />
* ο συνωστισμός που επικρατούσε<br />
* οι κακές συνθήκες φωτισμού κ.λπ.,<br />
<br />
είναι μάλλον απίθανο να έγραψε ο ίδιος τόσο μεγάλες επιστολές χωρίς τη βοήθεια κάποιου γραφέα ο οποίος ανέλαβε το καθήκον αυτό βάση οδηγιών που λάμβανε από τον ίδιο τον Παύλο. <br />
<br />
Αυτό σημαίνει ότι, συνέτασσε λιγότερο ή περισσότερο ελεύθερα το κείμενο, με βάση τις οδηγίες του αποστόλου, φέρνοντας εις πέρας ένα έργο επίπονο και μακροχρόνιο, το οποίο είναι φυσικό να απέκτησε εν μέρη το προσωπικό ύφος του γραφέα. Έτσι εξηγούνται οι παρεκκλίσεις γλώσσας και ύφους που συναντάμε στις επιστολές. Τέλος, έγινε δεκτό ότι το κείμενο πρέπει να το ενέκρινε, να το διόρθωνε και να το υπέγραφε ο ίδιος ο Παύλος και με τον τρόπο αυτό ερμηνεύεται η ομοιότητα με το παύλειο ύφος.<br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
* David Noel Freedman, ''The Anchor Bible Dictionary'', (New York: Doubleday, 1996, c1992), τόμος 5, σελ. 186, λήμμα: ''Paul''.<br />
* Walter A. Elwell and Barry J. Beitzel, ''Baker Encyclopedia of the Bible'', (Baker Book House, 1988), σελ. 1621, λήμμα: ''Paul, The Apostle''.<br />
* Allen C. Myers, ''The Eerdmans Bible Dictionary'', (Rev., augm. translation of: Bijbelse encyclopedie. Rev. ed. 1975.; Grand Rapids, Mich.: Eerdmans, 1987), σελ. 803, λήμμα: ''Paul''.<br />
* D. R. W. Wood et al., ''New Bible Dictionary'', (InterVarsity Press, 1996, c1982, c1962), σελ. 880, λήμμα: ''Paul''.<br />
* Gerald F. Hawthorne et al., ''Dictionary of Paul and His Letters'', (Downers Grove, Ill.: InterVarsity Press, 1993), σελ. 692, λήμμα: ''PAUL IN EARLY CHURCH TRADITION''<br />
* Αγουρίδης Σ., ''Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην'', Γρηγόρης, 1991, σελ. 197-225<br />
* Βούλγαρης Χρ., ''Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην'' Τόμος Α', Αθήνα, 2003, σελ. 348-394<br />
* Καραβιδόπουλος Ι., ''Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη'', Πουρναράς, 1998, σελ. 261-272 <br />
* Τρεμπέλα Π.Ν., ''Υπόμνημα εις τας επιστολάς της Κ. Διαθήκης'', Τόμος Α', "Ο Σωτήρ", 1983, σελ. 19-25<br />
<br />
{{Αξιόλογο Άρθρο}}<br />
<br />
{{DEFAULTSORT:Παύλος}}<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι]]<br />
[[Κατηγορία:Απόστολοι]]<br />
[[Κατηγορία:12 Απόστολοι]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Πατέρες]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας]]<br />
<br />
[[ar:بولس الرسول]]<br />
[[fr:Apôtre Paul]]<br />
[[en:Apostle Paul]]<br />
[[ro:Apostolul Pavel]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A4%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%AE_%CE%9C%CE%AC%CF%81%CF%84%CF%85%CF%82&diff=20832Τατιανή Μάρτυς2020-01-11T22:17:05Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>Η '''Αγία Τατιανή''' είναι μάρτυρας της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθοδόξου Εκκλησίας]]. Καταγόταν από πλούσια και περίφημη οικογένεια της ''Ρώμης''. Ο πατέρας της είχε διατελέσει τρείς φορές ύπατος. Η ''Αγία'' ήταν κατά την τάξη και το επάγγελμα ''Διακόνισσα'' της ''Εκκλησίας''. Κατά τους χρόνους που αυτοκράτορας της ''Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας'' ήταν ο ''Αλέξανδρος Σεβήρος'' και συγκεκριμένα το έτος 218<ref>Κατ' άλλους το 202 επί ''Σεπτίμιου Σεβήρου'' ή το 222 - 235</ref>, συνελήφθη με την κατηγορία ότι ήταν Χριστιανή και οδηγήθηκε στον βασιλέα. Την οδήγησαν σε κάποιον ειδωλολατρικό ναό όπου εκεί μπροστά στον βασιλέα δια προσευχής, γκρέμισε τα είδωλα. Τότε την κτύπησαν στο πρόσωπο και με σιδερένια αιχμηρά αντικείμενα τις έσχισαν τα βλέφαρα. Έπειτα την κρέμασαν την κατέσχισαν στο σώμα, και της ξύρισαν το κεφάλι για να την ντροπιάσουν. Τέλος την έριξαν στη φωτιά και εν συνεχεία στα άγρια θηρία για να την καταβροχθίσουν. Εκείνη όμως φυλάχθηκε θαυματουργικώς αβλαβής. Μετά από όλα αυτά την αποκεφάλισαν. Η μνήμη της εορτάζεται στις [[:Πρότυπο: 12 Ιανουάριος|12 Ιανουαρίου]].<br />
<br />
==Στίχοι==<br />
<div lang="grc" class="polytonic" style="font-family: Verdana, Arial, Helvetica, sans-serif;"><br />
Τῆς πάντα λαμπρᾶς Τατιανῆς τῇ κάρᾳ, <br />
<br />
Λαμπρὸν προεξένησε τὸ ξίφος στέφος. <br />
<br />
Τῇ δυοκαιδεκάτῃ Τατιανῆς αὐχένα κέρσαν. <br />
<br />
</div><br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
* [[Νικόδημος Αγιορείτης|Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου]], «''Συναξαριστής των Δώδεκα μηνών του Ενιαυτού''» ,Τόμος Β' σελίδα 57, Έκδόσεις ''Δόμος''<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Τ]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες|Τ]]<br />
[[Κατηγορία:Συναξαριστής|Τ]]<br />
[[Κατηγορία:3ος αιώνας|Τ]]<br />
<br />
[[en:Tatiana of Rome]]<br />
[[pt:Tatiana de Roma]]<br />
[[ro:Tatiana Romana]]<br />
<br />
{{Συναξάρι}}</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:%CE%95%CE%BF%CF%81%CF%84%CE%B1%CE%AF&diff=20831Κατηγορία:Εορταί2020-01-06T02:23:31Z<p>EGobi: +mk</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Κατηγορίες|Ε]]<br />
<br />
[[en:Category:Feasts]]<br />
[[es:Categoría:Fiestas]]<br />
[[fr:Catégorie:Fêtes]]<br />
[[mk:Категорија:Празници]]<br />
[[pt:Categoria:Festas]]<br />
[[ro:Categorie:Sărbători]]<br />
[[ru:Категория:Праздники]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:%CE%95%CE%BF%CF%81%CF%84%CE%B1%CE%AF&diff=20830Κατηγορία:Εορταί2020-01-06T02:10:01Z<p>EGobi: +pt,-sr</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Κατηγορίες|Ε]]<br />
<br />
[[en:Category:Feasts]]<br />
[[es:Categoría:Fiestas]]<br />
[[fr:Catégorie:Fêtes]]<br />
[[pt:Categoria:Festas]]<br />
[[ro:Categorie:Sărbători]]<br />
[[ru:Категория:Праздники]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9C%CE%B9%CF%87%CE%B1%CE%AF%CE%B1%CF%82&diff=20829Μιχαίας2020-01-04T23:05:15Z<p>EGobi: added image, +en,pt,ro</p>
<hr />
<div>{{επέκταση}}<br />
[[File:Micah-prophet.jpg|thumb|Μιχαίας.]]<br />
Ο '''Μιχαίας''' είναι ένα από τα βιβλία του [[Βιβλικός κανόνας|κανόνα]] της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]]. Στον [[Βιβλικός κανόνας#Ο Ιουδαϊκός κανόνας με τα βιβλία χωρισμένα σε 39|ιουδαϊκό κανόνα]] συναριθμείται με τον τίτλο ''Μιχαίας'' μεταξύ των βιβλίων της ομάδας των ''"Προφητών"'' και ειδικότερα στην υποομάδα των ''"Μεταγενεστέρων Προφητών"'', ενώ στον αντίστοιχο [[Βιβλικός κανόνας#Ο Ελληνικός ή Αλεξανδρινός Κανόνας|ελληνικό κανόνα]] εντάσσεται στη συλλογή των [[Προφητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης|Προφητικών Βιβλίων]].<br />
<br />
==Εισαγωγικά==<br />
<br />
==Συγγραφέας, τόπος, χρόνος==<br />
<br />
==Διάγραμμα περιεχομένου==<br />
Το περιεχόμενο του βιβλίου αποτελείται από 7 κεφάλαια:<br />
<br />
* ''1:1'': Επιγραφή.<br />
* ''1:2-3:12'': Προαγγελία της τιμωρίας της Σαμάρειας και της Ιερουσαλήμ.<br />
* ''4:1-5:14'': Λόγοι παρηγοριάς για τη μέλλουσα σωτηρία με το Μεσσία, του οποίου προφητεύει τη γέννηση στη Βηθλεέμ.<br />
* ''6:1-7:20'': Έλεγχος και θρήνος λόγω αποστασίας και διαφθοράς, αποκατάσταση μέσω του Μεσσία εξ αιτίας της αγάπης του Θεού.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size: 85%"><references/></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
* Αγουρίδης Σάββας, ''Ιστορία της Θρησκείας του Ισραήλ'', Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995<br />
* Καλαντζάκης Ε. Σταύρος, ''Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2006<br />
* Μπρατσιώτης Ι. Παναγιώτης, ''Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην'', Αθήνα 1993 (c1936)<br />
* Χαστούπης Π. Αθανάσιος, ''Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην'', εκδ. Πανεπιστημίου Αθηνών, 1986<br />
* David Noel Freedman, ''The Anchor Bible Dictionary'', New York: Doubleday, 1992<br />
* Gleason Leonard Archer, ''A Survey of Old Testament Introduction'', 3η έκδ., Moody Press, 1998<br />
* James Luther Mays et al., ''Harper's Bible Commentary'', San Francisco: Harper & Row, 1988<br />
* John Barton and John Muddiman, ''Oxford Bible Commentary'', New York: Oxford University Press, 2001<br />
<br />
<br />
{{Παλαιά Διαθήκη}}<br />
==Βλέπε επίσης==<br />
* [[Αγία Γραφή]]<br />
* [[Παλαιά Διαθήκη]]<br />
* [[Βιβλικός κανόνας]]<br />
<br />
[[Κατηγορία:Αγία Γραφή]]<br />
[[Κατηγορία:Παλαιά Διαθήκη]]<br />
<br />
[[en:Micah]]<br />
[[pt:Profeta Miqueias]]<br />
[[ro:Miheia]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CE%B3%CE%BD%CE%AC%CF%84%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%98%CE%B5%CE%BF%CF%86%CF%8C%CF%81%CE%BF%CF%82&diff=20828Ιγνάτιος ο Θεοφόρος2019-12-20T18:47:58Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>{{Άγιος<br />
| Όνομα = Ιγνάτιος Αντιοχείας<br />
| Εικόνα = [[Image:Ignatius.jpg|180px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο άγιος Ιγνάτιος ο θεοφόρος<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = άγνωστο<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = πιθ. 113 μ.Χ. (107-118)<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = [[Πρότυπο:20 Δεκέμβριος|20 Δεκεμβρίου]]<br />
| Ημερομηνίες = 70 Επίσκοπος Αντιοχείας<br>113 Σύλληψη από Ρωμαίους<br />
| Τίτλος = [[Αποστολικοί Πατέρες|Αποστολικός Πατέρας]], [[Επίσκοπος]]<br />
}}<br />
Ο '''Ιγνάτιος ο Θεοφόρος''' ή '''Ιγνάτιος Αντιοχείας''' (;-περ. 113), αποτελεί μία από τις σημαντικότερες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, που έδρασε στα τέλη του πρώτου, με αρχές του δευτέρου αιώνα. Αποκαλείται [[Αποστολικοί Πατέρες|Αποστολικός πατήρ]] της εκκλησίας και διετέλεσε δεύτερος [[επίσκοπος]] Αντιοχείας. Η επιστολογραφία του αποτελεί σπουδαίο ιστορικό εύρημα για το χριστιανισμό, καθώς μας διασώζει τον ιστορικό τρόπο μετάβασης της αδιάκοπης αποστολικής διαδοχής από τους [[Απόστολοι|αποστόλους]] στους [[Επίσκοπος|επισκόπους]], ενώ διασώζουν και σημαντικά ιστορικά στοιχεία των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων. Τελικώς παρέδωσε τη ζωή του μαρτυρικώς στη Ρώμη επί Αυτοκράτορος Τραϊανού.<br />
<br />
==Ο βίος του==<br />
<br />
Η ζωή του Αγίου Ιγνατίου είναι άγνωστη προς εμάς. Παρά τη μακρά δράση του, στο προσκήνιο της ιστορίας εμφανίζεται μόλις μερικές εβδομάδες πριν το μαρτυρικό του θάνατο<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Β΄, σελ. 408</ref>. Έτσι για το βίο του γνωρίζουμε μόνο ότι διασώζεται στις επιστολές του, οδηγούμενος προς τη Ρώμη, λίγο πριν το θάνατό του<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 177</ref>. Που και πότε γεννήθηκε δεν είναι γνωστό. Το περιβάλλον που μορφώθηκε πρέπει να ήταν ελληνικό, όπως μαρτυρούν οι επιστολές του<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 177</ref>, αν και υπετέθη πως ίσως είχε λατινογενή προέλευση, καθώς το όνομα Ιγνάτιος προέρχεται από τη λατινική λέξη ''Ignis'' που αποδίδεται στα ελληνικά ως πυρ (φωτιά). Το όνομα αυτό, συνάμα με αρκετές λατινικές εκφράσεις που υπάρχουν στις επιστολές του, οδήγησε μερικούς ερευνητές να υποθέσουν λατινική καταγωγή, αλλά κάτι τέτοιο δε δύναται να εξακριβωθεί, καθώς αφενός οι λατινικές λέξεις υπάγονται στη στρατιωτική ορολογία, την οποία έμαθε από την παραμονή του ως αιχμάλωτος, αφετέρου το όνομα είναι πιθανό να το απέκτησε την εποχή που έλαβε Ρωμαϊκή υπηκοότητα<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Β΄, σελ. 408</ref>. <br />
<br />
Ο Ιγνάτιος αυτοαποκλήθηκε θεοφόρος<ref>Ιγνατίου, Προς Εφεσίους ΒΕΠΕΣ 2, σελ. 264</ref>. Ο λόγος της ονομασίας αυτής παραμένει μέχρι σήμερα ανεξακρίβωτος. Η παράδοση διέσωσε δύο πιθανές εκδοχές για το όνομα αυτό, που όμως από την ιστορική πραγματικότητα απορρίπτονται<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Β΄, σελ. 40</ref>. Κατά την πρώτη, μετά το θάνατό του βρέθηκε στο στήθος του γραμμένο το όνομα του Χριστού, κατά τη δεύτερη πως ήταν το παιδί που αγκάλιασε ο Ιησούς παρουσιάζοντάς το ενώπιον των μαθητών ως παράδειγμα αθωότητος<ref>Συμεών Μεταφραστού, Μαρτύριον Ιγνατίου 1</ref>. Με βάση τη δεύτερη αιτιολογία μάλιστα έγινε προσπάθεια να οριοθετηθεί η περίοδος που γεννήθηκε. Το πιθανότερο αίτιο αυτής της ονομασίας είναι ο εκκλησιαστικός βίος που διήγαγε, καθώς ο ίδιος μέσω των επιστολών του αναφέρει ως θεοφόρους, αγιοφόρους, χριστοφόρους όλους τους χριστιανούς<ref>Ν. Νικολαΐδης, Αποστολικοί πατέρες, σελ. 175</ref>.<br />
<br />
Ο Ιγνάτιος δε φαίνεται να είχε λάβει συστηματική μόρφωση, αλλά διακρίνεται μία αυτοδιδακτική ικανότητα η οποία είχε καλλιεργηθεί με τη συναναστροφή με πεπαιδευμένους ανθρώπους, όπως διακρίνεται στις επιστολές του<ref>Χ. Κρικώνης, Αποστολικοί Πατέρες Α΄, σελ. 113</ref>. Άλλωστε η Αντιόχεια στην εποχή του ήταν ένα πολιτιστικό χωνευτήρι, στο οποίο είχε τη δυνατότητα να γνωρίσει τα φιλοσοφικά και θρησκευτικά ρεύματα της εποχής του<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 177</ref>. Η γνωριμία του με τους αποστόλους θεωρείται βεβαία<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 177</ref>. Κατά τον [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος|ιερό Χρυσόστομο]] είχε συναναστραφεί τους αποστόλους<ref>Εις Ιγνάτιον 1</ref>, ενώ ο [[Ευσέβιος Καισαρείας|Ευσέβιος]] τον θέλει ακροατή του [[Ιωάννης ο θεολόγος|Ευαγγελιστή Ιωάννη]]<ref>Ευσέβιος, Χρονικόν εις έτος 2122</ref>. Σύμφωνα με τον [[Ωριγένης|Ωριγένη]] επίσης υπήρξε ο δεύτερος επίσκοπος Αντιοχείας, μετά τον [[Απόστολος Πέτρος|Απόστολο Πέτρο]]<ref>Ωριγένους, Ομιλία 6 εις Λουκάν PG 13, 1818, 15</ref>, ενώ κατά τον Ευσέβιο, που είναι και ορθός, ήταν διάδοχος του Ευόδου και προκάτοχος του Ήρωνος<ref>Ευσεβίου Εκκλ. Ιστορία, 3, 22</ref>. Κατά τον Ευσέβιο μάλιστα η επισκοπεία του τοποθετείται μεταξύ του πρώτου έτους του Βεσπασιανού και του δέκατου του Τραϊανού, δηλαδή μεταξύ 70 και 107. Το κύρος του και η φήμη του φαίνεται πως επεκτεινόταν πέρα από τα όρια της επισκοπής του<ref>Χ. Κρικώνης, Αποστολικοί Πατέρες Α΄, σελ. 113</ref> και ο σεβασμός που επιδεικνυόταν προς το πρόσωπό του είναι κάτι που μας επιβάλλει να τον θεωρήσουμε επίσκοπο οικουμενικού κύρους<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 177</ref>.<br />
<br />
Τελικά συνελήφθη από τος ρωμαϊκές αρχές μεταξύ 107 και 118 και καταδικάστηκε σε θάνατο<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Β΄, σελ. 409</ref>. Η σύλληψη συνέβη πιθανώς κατά διάρκεια του διωγμού του 112-113 στη Μικρά Ασία, κάτι που συμφωνεί και το αντιοχειανό μαρτυρολόγιο<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Β΄, σελ. 410</ref>. Η δίκη συνέβη στην Αντιόχεια και η καταδίκη αφορούσε θανάτωση δια θηρίων. Η απόφαση μεταφοράς στη Ρώμη εικάζεται πως στόχο είχε τη θυσία ενός γνωστού χριστιανού ηγέτη στο κοινό της Ρώμης, συνάμα με τον παραδειγματισμό προς νουθεσία των λαών της Μικράς Ασίας και της Ελλάδας, οι οποίοι εμφανίζονταν προθυμότεροι για τη μεταστροφή τους στο χριστιανισμό. Ο Ιγνάτιος μέχρι να φτάσει στη Ρώμη, πορεύθηκε για αρκετό καιρό, συνοδεία στρατιωτών που αποκαλούντο "λεοπάρδοι" (πιθανώς ανήκουσα σε λεγεώνα φέρων τέτοιο όνομα<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Β΄, σελ. 411</ref>), οι οποίοι και του φέρονταν βάναυσα. Κατά την πορεία του, σε ενδιάμεσους σταθμούς, απεσταλμένοι εκκλησιών παρίσταντο στον Ιγνάτιο και λάμβαναν τις επιστολές του, για να δεχτούν συμβουλές. Τελικώς μαρτύρησε στις 20 Δεκεμβρίου στη Ρώμη. Τα οστά του μεταφέρθηκαν από τη Ρώμη στην Αντιόχεια, αλλά επανήλθαν και πάλι στη Ρώμη.<br />
<br />
===Η συνεισφορά του===<br />
<br />
Ο Ιγνάτιος θεωρείται ως ο πρώτος μεγάλος θεολόγος μετά τους Αποστόλους. Χάρη σε αυτόν θα λέγαμε πως η εκκλησία προχωρά στη θεμελίωσή της, όχι πλέον περιστασιακά και πρακτικά, αλλά θεολογικά (αν και όχι συστηματικά)<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 174</ref>. Ο Ιγνάτιος μέσα από την αμεσότητα και τη βεβαιότητα των λόγων του βοηθά την εκκλησία, που σε πολλές περιπτώσεις ερωτοτροπούσε με τον ηθικισμό και την αρετολογία, να ξεπεράσει αυτήν την προοπτική. Ταυτόχρονα η μάχη που έδωσε ενάντια στις προσμίξεις και τις αλλοιώσεις του αποστολικού μηνύματος από τον ιουδαϊσμό και το [[Δοκητισμός|Δοκητισμό]], χρησιμοποιώντας μάλιστα τη γλώσσα τους<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 174</ref>, βοήθησε την Εκκλησία να υπερνικήσει και να ξεπεράσει το κλίμα μέσα στο οποίο ανέπνεε, δημιουργώντας μία εκκλησιαστική θεολογία σαφώς διαχωρισμένη από τις μήτρες της αίρεσης.<br />
<br />
Η θεολογία του αποτελεί συνέχεια της αποστολικής διδαχής<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 174</ref> και συνίσταται από τρεις βασικούς πυλώνες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τα προβλήματα των εκκλησιών της εποχής. Τη θεολογία του Επισκόπου, της ενότητος της εκκλησίας και της ευχαριστίας. Η θεολογία του μάλιστα θα αποτελέσει πρότυπο στη συνέχεια της εκκλησιαστικής πραγματικότητος, αφού αφενός εξαρτάται από το φωτισμό και τη καθοδήγηση που παρέχει ο Θεός, αφετέρου επισημαίνει διαρκώς την αποκαλυπτική παρουσία του Θεού στην κτίση<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 176</ref>. Τελικά το έργο του κρίνεται ως ένα πολύ τολμηρό και σπουδαίο βήμα στην πορεία του εκκλησιαστικού βίου, αφού παρέχει τη σαφή ιεραρχική οργάνωση της εκκλησίας, τη θεολογία της ενότητος, η οποία μειώνει την ένταση της ταχείας έλευσης του Κυρίου και ποιεί την Αγία Γραφή κύρια πηγή των εκκλησιαστικών συγγραφέων, δίνοντας ιδιαίτερη βάση στη χριστολογία.<br />
<br />
== Η επιστολογραφία του Αγίου Ιγνατίου ==<br />
<br />
===Εισαγωγή===<br />
<br />
Οι επιστολές που φέρουν το όνομα του Αγίου Ιγνατίου δε συμφωνούν μεταξύ τους ούτε κατά τον αριθμό, ούτε κατά το κείμενο<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 414</ref>. Έτσι διασώθηκαν τέσσερις παραλλαγές:<br />
*''Η εκτενής'', η οποία περιλαμβάνει 13 επιστολές και διασώζονται στον κώδικα ''Monac. 394'' του 11ου αιώνος, στα ελληνικά και τον κώδικα 54 του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου, στα λατινικά σε αρχαία μετάφραση<br />
*''Η μικτή'', η οποία περιέχει και αυτή 13, έξι εξ αυτών όπως στις εκτενείς<ref>Μαρίας προς Ιγνάτιον, Ιγνατίου Προς Μαρίαν, Προς Ταρσείς, Προς Φιλληπησίους, Προς Αντιοχείς, Προς Ήρωνα</ref> και των υπολοίπων επτά σε συντομότερο κείμενο. Διασώζεται στα Ελληνικά στον κώδικα ''Mediceus Laur. 57, 7'' του 11ου αιώνος. Ο κώδικας βρίσκεται σε κακή κατάσταση με αποτέλεσμα να εκλείπουν μερικά σημεία από την ''"Προς Ταρσείς"'' και ολόκληρες οι Προς Αντιοχείς, Φιλιππησίους, Ρωμαίους και Ήρωνα. Υπάρχουν επίσης και λατινική μαι αρμενική μετάφραση<br />
*''Η βραχεία'', η οποία διασώζει μόλις τρεις επιστολές<br />
*''Η λατινική'', η οποία περιλαμβάνει τέσσερις ακόμα επιστολές, επιπρόσθετα στις 12 της μικτής.<br />
<br />
Η εκτύπωση των επιστολών το 1489 και το 1555, προκάλεσαν διχασμό των κριτικών, σχετικά με τη γνησιότητα των επιστολών. Η ένταση αυτή υπήρξε κυρίως μεταξύ των Ρωμαιοκαθολικών και των προτεσταντών καθότι η σπουδαιότητα της αξιοπιστίας των επιστολών ήταν πολύ σημαντική. Στις επιστολές αυτές διακυβευόταν η αρχαιότητα του θεσμού τους επισκόπου. Οι καθηγητές Zahn, Funk, Lightfoot και Harnack κατά τα τέλη του 19ου αιώνος κατοχύρωσαν τελικά τη γνησιότητα των επτά σύντομων επιστολών της μικτής παραλλαγής<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 415</ref>.<br />
<br />
===Οι γνήσιες επιστολές του Ιγνατίου===<br />
<br />
Οι επιστολές που συνέγραψε ο Ιγνάτιος, συντάχθηκαν λίγο πριν το τέλος της ζωής του και ήταν αυτές που χάρισαν την εξαιρετική τιμή που λαμβάνει μέσα στην εκκλησιαστική παράδοση και τη συνείδηση των χριστιανών. Χαρακτηρίζονται ως φιλολογικά και θεολογικά μνημεία, κάτι που μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως ο ίδιος ήταν ικανός συγγραφέας και πως είχε εμπειρία πάνω στο αντικείμενο<ref>Στ. Παπαδόπουλος Α΄, Πατρολογία, σελ. 178</ref>. <br />
<br />
Οι επιστολές αυτές εκφράζουν το πολυσχιδές πνεύμα του Ιγνατίου, την πρωτοτυπία της σκέψης του και της έκφρασής του<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 178</ref>. Ο λόγος του είναι άλλοτε λυρικός, άλλοτε δραματικός, αλλού αρμονικός, παρουσιάζοντας σε μερικά σημεία ελαττώματα και ασυνέχειες. Το ύφος του θεωρείται διαυγές, που κατά περιπτώσεις μετατρέπεται σε σκοτεινό, ένεκα των Συριακών καταβολών του και του αυθορμητισμού που τον διέπει<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 178</ref>. Χρησιμοποιεί ρητορικά σχήματα και κυρίως τη δεύτερη ασιανική σοφιστική, αλλά και το στωικισμό. Οι τεχνικές αυτές γίνονται οχήματα, για να εκφράσει τις νουθεσίες του προς τις εκκλησίες, με αγάπη και τρυφερότητα<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Α΄, σελ. 179</ref>, με ταπεινοφροσύνη, σταθερή και αμετακίνητη πίστη στο Χριστό.<br />
<br />
Ο Ιγνάτιος συνέταξε 7 γνήσιες επιστολές, οι οποίες ήταν οι: ''[[Προς Εφεσίους Επιστολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου|Προς Εφεσίους]]'', ''[[Προς Μαγνησιείς Επιστολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου|Προς Μαγνησιείς]]'', ''[[Προς Τραλλιανούς Επιστολή Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου|Προς Τραλλιανούς]]'', ''[[Προς Ρωμαίους Επιστολή Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου|Προς Ρωμαίους]]'', ''[[Προς Φιλαδελφείς Επιστολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου|Προς Φιλαδελφείς]]'', ''[[Προς Σμυρναίους Επιστολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου|Προς Σμυρναίους]]'', ''[[Προς Πολύκαρπον Επιστολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου|Προς Πολύκαρπον]]''. Κύρια ζητήματα που πραγματεύεται είναι η ενότητα των πιστών και κατ επέκτασιν της εκκλησίας, ο θεσμός του επισκόπου, οι αιρετικές διδασκαλίες και ο ενάρετος βίος των πιστών.<br />
<br />
Σε ότι αφορά τη γνησιότητα των επιστολών του Ιγνατίου, όπως ήδη αναφέρθηκε, κατά τα τέλη του 19ου αιώνα οι θεολόγοι Zahn, Funk, Lightfoot και Harnack ακολουθώντας τον Pearson αποφάνθηκαν τελικώς πως οι επτά αυτές επιστολές που βρίσκονται στη μικτή παραλλαγή είναι γνήσιες. Παρόλα αυτά μερικοί ερευνητές όπως οι Βολταίρος, ο Ρενάν, ο Weijenborg είχαν διατυπώσει αντίθετες απόψεις. Οι απόψεις αυτές όμως φαίνονται μεμονωμένες, ενώ παραβλέπουν και μερικά σοβαρά ιστορικά στοιχεία<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 415-416</ref>. <br />
<br />
Για να μπορέσουν να εντοπίσουν ποιες ήταν γνήσιες και αν τελικώς υπήρξαν τέτοιες, οι εν λόγω θεολόγοι συγκέντρωσαν αρχεία της [[Πατρολογία|πατερικής γραμματολογίας]] όπως του [[Ειρηναίος Λυών|Ειρηναίου]], του [[Ωριγένης|Ωριγένη]], του Ευσεβίου, του [[Θεοδώρητος Κύρου|Θεοδώρητου Κύρου]], του [[Κύριλλος Αλεξανδρείας|Κυρίλλου Αλεξανδρείας]] κ.α. και τα συνέκριναν με τους κώδικες. Από την έρευνα αποκαλύφθηκε πως οι συνοπτικές επιστολές της μικτής παραλλαγής είχαν αποτελέσει την αρχική συλλογή<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 416</ref>.<br />
<br />
===Οι νόθες επιστολές===<br />
<br />
Από τις νόθες επιστολές, οι τέσσερις, της λατινικής παραλλαγής δεν παρουσιάζουν κάποιο ενδιαφέρον. Αντιθέτως όμως με τις έξι της μικτής παραλλαγής. Όλοι σχεδόν σήμερα οι ερευνητές συμφωνούν πως ο πλαστογράφος διαχειρίζεται τον εξελιγμένο [[Μοναρχιανισμός|μοναρχιανισμό]] και [[Γνωστικισμός|γνωστικισμό]], ενώ είχε επιρροές από το δοκητισμό και τον Ιουδαϊσμό<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 430</ref>.<br />
<br />
Ο συγγραφέας ανήκει στην εποχή του δ΄ αιώνος, ενώ μερικοί ερευνητές θεωρούν πως ήταν κοινωνός [[Αρειανισμός|αρειανικών]] ή [[Απολλιναρισμός|απολλιναριστικών]] απόψεων, με κάτι τέτοιο να μη βρίσκει επαρκή στηρίγματα, καθώς παρουσιάζονται απόψεις που δεν απηχούν αρειανικές ή απολλιναριστικές δογματικές αντιλήψεις<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 430</ref>. Σύμφωνα με τους ερευνητές<ref>D. Hagedorn, Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Β΄, σελ. 435</ref> ο χαλκευτής των Ιγνατιανών επιστολών, είναι ο άνθρωπος ο οποίος συνέταξε τις Αποστολικές διαταγές. Έτσι μελετητές, αντιπαραβάλλοντας τα κείμενα των Αποστολικών διαταγών, θεωρούν βέβαιο ότι τα συνέταξε ο ίδιος καθώς υπάρχουν πολλές ομοιότητες<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Β΄, σελ. 435</ref>. Σύμφωνα μάλιστα με τον D. Hagedorn, πιθανός δημιουργός των δύο αυτών κειμένων είναι ο [[Ιουλιανός ο νεοαρειανός]]<ref>Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Β΄, σελ. 441</ref>.<br />
<br />
Τα νόθα κείμενα επίσης δύναται να διαχωριστούν σε δύο κομμάτια. Στον πυρήνα των γνήσιων επιστολών και στα παρεμβαλλόμενα. Στην έρευνα λοιπόν που διεξήχθη, συγκρίνοντας τα κομμάτια των νόθων με αυτά των γνήσιων, απεκαλύφθη τελικά πως η αρχική συλλογή (Συλλογή της Σμύρνης) συγκροτήθηκε αυτόματα, ενώ το υλικό των έξι νόθων διακρίνεται από αυτό και φιλολογικώς<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 432</ref>.<br />
<br />
==Διδασκαλία==<br />
<br />
===Εισαγωγή===<br />
<br />
Οι Αποστολικοί πατέρες απεύθυναν τις επιστολές τους σε ομόπιστους χριστιανούς. Το γεγονός αυτός προσδιορίζει τη διδασκαλία τους γύρω από την εκκλησιαστική θεολογία<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, σελ. 169</ref>. <br />
<br />
Κεντρικό σημείο στη διδασκαλία του Ιγνατίου είναι ο Χριστός, ο οποίος είναι κεφαλή της εκκλησίας. Σε ότι αφορά τη χριστολογία, ακολουθεί τον Παύλο, ενώ σε ότι αφορά τη θεολογία της προϋπάρξεως του Λόγου, τον Ιωάννη<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 420</ref>. Η οικειότητά του με την [[Καινή Διαθήκη]] είναι ευδιάκριτη μέσα από τα κείμενά του. Στις επιστολές όμως δε συναντάμε κατά γράμμα αναφορές. Κάτι τέτοιο όμως είναι λογικό, αφού οι επιστολές εγράφησαν κατά την αιχμαλωσία του, γι αυτό και οι αναφορές είναι από μνήμης<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία Β΄, σελ. 420</ref>. Υπάρχουν επίσης και αποσπάσματα από απόκρυφα ευαγγέλια, καθώς και άλλα τεμάχια που προέρχονται από τη λειτουργική πράξη της εκκλησίας.<br />
<br />
Ο Άγιος Ιγνάτιος επίσης είναι αρκετά σκληρός προς τους αιρετικούς. Φαίνεται πως την εποχή του ταλάνιζαν ιδιαίτερα δύο σημαντικά προβλήματα. Ο δοκητισμός και ο Ιουδαϊσμός. Η περίπτωση μάλιστα του [[Δοκητισμός|Δοκητισμού]] αντιμετωπίζεται ήδη από το [[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον]]. Οι αιρετικοί κατά τον Ιγνάτιο διασπούν την ενότητα της εκκλησίας. Οι [[δοκητές]] για παράδειγμα αρνούνται τον πραγματικό θάνατο του Ιησού και ουσιαστικά την αληθινή σάρκωση του Υιού. Όσοι λοιπόν εμμένουν στην αίρεση αρνούνται το Χριστό και τελικά θα τους αρνηθεί και Αυτός. Συνέπεια αυτού θα είναι η κατάσταση του αιώνιου πνευματικού θανάτου, διότι η άρνηση στην εκκλησία είναι άρνηση του Χριστού και αποκοπή από το ζωοφόρο σώμα Του, αφού δίχως ''"(Χριστό) το αληθινόν ζην ουκ έχομεν"''<ref>Προς Τραλλιανούς 9, 2</ref> καθώς Αυτός ''"εστίν αρχή ζωής και τέλους"''<ref>Προς Εφεσίους 14, 1</ref>.<br />
<br />
===Θεολογία===<br />
<br />
Η πίστη των Αποστολικών πατέρων στην [[Αγία Τριάδα]], δεν είναι προϊόν προσωπικού στοχασμού, αλλά πίστη που έχει δεχθεί ο πιστός στην Εκκλησία με το [[Βάπτισμα|Βάπτισμά]] του<ref>J. Lebreton, Histoire du Dogme de la Trinite. Des origines au concile de Nicee II, Paris 1928, σελ. XIII</ref>. Στον Ιγνάτιο μάλιστα ανευρίσκουμε το μοναδικό αποστολικό πατέρα στον οποίο απαντάται η Αγία Τριάδα<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, σελ. 423</ref>. Ο Θεός λοιπόν για τον Ιγνάτιο είναι Ένας και ενιαίος<ref>Προς Μαγνησιείς 8, 2: ''"Εις Θεός εστίν, ο φανερώσας εαυτόν δια Ιησού Χριστού"''</ref>. Είναι υπερβατικός και ο δημιουργός της εκκλησίας. Η εκκλησία κατά τον Ιγνάτιο είναι ''"του Θεού Πατρός και του ηγαπημένου Ιησού...εν αμώμω Πνεύματι"''<ref>Προς Σμυρναίους, Πρόλογος</ref> και είναι οικοδόμημα του [[Θεός Πατήρ|Θεού Πατρός]]. Οι πιστοί αποτελούν τους λίθους της εκκλησίας και ο [[σταυρός]] του Ιησού τη ''"μηχανή"'' με την οποία οι λίθοι (πιστοί), αναφέρονται στα ύψη της οικοδομής. Το [[Άγιο Πνεύμα]] είναι το ''"σχοινί"'' για την αναφορά των λίθων<ref>Προς Εφεσίους 9, 1. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 171</ref>. Γίνεται λοιπόν φανερό, πως κατά τον Ιγνάτιο, ολόκληρη η τριάδα ενεργεί, παρά τη διάκριση των προσώπων<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, σελ. 423</ref>. <br />
<br />
Ο Ιησούς κατά τον Ιγνάτιο, είναι ο Υιός και Λόγος του θεού<ref>Προς Μαγνησιείς 8, 2</ref>, ο οποίος προήλθε από τη σιγή, για να ευαρεστήσει Αυτόν που τον απέστειλε. Η έκφραση μάλιστα ''"από σιγής προελθών"'' δηλώνει την απόσταση η οποία χωρίζει τη θεότητα, από την κτιστή πραγματικότητα<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 173</ref>. Γι αυτό και το μόνο που αρμόζει για την υπόστασή του είναι η σιγή, καθώς ο ανθρώπινος νους δε μπορεί να προσπελάσει αυτή την πραγματικότητα, όπως άλλωστε και το φαινόμενο της σάρκωσεως του Υιού το οποίο επίσης ''"εν ησυχία Θεού επράχθη"''<ref>Προς Εφεσίους 19, 1</ref>. Έτσι γίνεται φανερό πως η αποφατικότητα του Ιγνατίου διευρύνεται και στο μυστήριο της σαρκώσεως. Ο Ιησούς λοιπόν είναι ανόμοιος από την κτιστή πραγματικότητα και σκοπό είχε να φέρει τη νέα αΐδια ζωή<ref>Προς Εφεσίους 19, 2</ref>. Είναι τέλειος Θεός και προεξαγγέλθηκε από τους προφήτες<ref>Προς Μαγνησιείς 8, 2</ref>. Φανέρωσε δε τη σοφία Του σε όσους θεμελίωσαν την αμετακίνητη πίστη τους στην αγάπη του αίματός του<ref>Προς Σμυρναίους 1, 1</ref>. Γι αυτό είναι ο Θεός της Εκκλησίας<ref>Προς Εφεσίους, Πρόλογος</ref>, χαρακτηρίζοντας μάλιστα το πάθος του, πάθος Θεού<ref>Προς Ρωμαίους 6, 3</ref> και τον άρτο και τον οίνο της [[Θεία Ευχαριστία|Θείας Ευχαριστίας]], σώμα και αίμα Θεού<ref>ο.π. 7, 3</ref>. <br />
<br />
Το Άγιο Πνεύμα παρέχει τη κοινή ζωή της αγάπης. Αυτή η ζωή εννοείται μόνο ''"εν Υιώ και Πατρί και εν Πνεύματι"''<ref>Προς Μαγνησιείς 13, 1</ref>. Η απαρχή της ζωής αυτής είναι γίνεται με τη σάρκωση, ενώ το Άγιο Πνεύμα τη σφραγίζει. Η [[Θεοτόκος]] μάλιστα κυοφόρησε τον Ιησού, με τη συνεργία του Αγίου Πνεύματος<ref>Προς Εφεσίους 18, 2</ref>.<br />
<br />
====Χριστολογία====<br />
<br />
Οι Αποστολικοί Πατέρες για την προΰπαρξη του Υιού και τη θεότητά του παρέχουν ικανές μαρτυρίες<ref>Κ. Σκουτέρης, Ενθ.αν., σελ. 171</ref>. Κύριος σκοπός των χριστολογικών αναφορών είναι να στηρίξουν τους πιστούς για το έργο που επιτελεί το γεγονός της σαρκώσεως και συνάμα η προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι δοκητικές πλάνες<ref>Ν. Νικολαΐδης, Αποστολικοί Πατέρες, σελ. 389</ref>.<br />
<br />
Η χριστολογία δε του Ιγνατίου εντυπωσιάζει. Και εντυπωσιάζει, διότι αναφέρεται με σαφήνεια στις δύο φύσεις του Χριστού, παρά την εποχή της συγγραφής των έργων του. Αναφέρει χαρακτηριστικά: <br />
<br />
:''"Εις ιατρός εστί, σαρκικός τε και πνευματικός, γεννητός και αγέννητος, εν σαρκί γενόμενος θεός, εν θανάτω ζωή αληθινή, και εκ Μαρίας και εκ Θεού, πρώτον παθητός και τότε απαθής, Ιησούς Χριστός ο Κύριος ημών"''<ref>Προς Εφεσίους 7, 2</ref>,<br />
<br />
:''"Τον υπέρ καιρόν προσδόκα, τον άχρονον, τον αόρατον, τον δι ημάς ορατόν, τον αψηλάφητον, τον απαθή, τον δι υμάς υπομείναντα"''<ref>Προς Σμυρναίους 5, 2</ref>.<br />
<br />
:''"...τον αφ ενός Πατρός προελθόντα και εις ένα και χωρήσαντα"''<ref>Προς Μαγνησιείς 7, 2</ref>.<br />
<br />
Είναι χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα περιεκτικά τα χωρία αυτά, καθώς αναφέρονται στις δύο φύσεις του Χριστού, στον τρόπο σαρκώσεως, στην αντίδοση των ιδιωμάτων των δύο φύσεων<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των δογμάτων Α΄, σελ. 176</ref> και στην ενότητα και διαφορότητα Πατρός και Υιού. Επιπρόσθετα απευθυνόμενος προς τον Πολύκαρπο, ερμηνεύει την πραγματικότητα της θείας φύσης του Χριστού, τις ιδιότητές της και την αλήθεια της ανθρωπότητάς του και τις ιδιαιτερότητές της<ref>Ν. Νικολαΐδης, Αποστολικοί Πατέρες, σελ. 411</ref>. <br />
<br />
Είναι χαρακτηριστικό επίσης, πως για τον Ιγνάτιο οποιαδήποτε απο-θεοποίηση του Χριστού αποθεμελιώνει τη χριστιανική πίστη, ενώ με αυτόν τον τρόπο καταδικάζει και τη δοκητική πλάνη που αμφισβητούσε την πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης του Ιησού. Θεότητα λοιπόν και ανθρωπότητα ενυπάρχουν στο ένα πρόσωπο του Ιησού. Γι αυτό και ο Χριστός ''"παρα τω πατρί ην και εν τέλει εφάνη"''<ref>Προς Μαγνησιείς 6, 1</ref>, ενώ συνάμα είναι υιός ανθρώπου και υιός Θεού<ref>Προς Εφεσίους 20, 2</ref>. Ο Χριστός ήλθε για να φέρει την καινή ζωή και τη σωτηρία, ενώ θεωρεί πως Ιουδαϊσμός και λόγοι του Ιησού, βρίσκονται σε πλήρη αντιδιαστολή<ref>Προς Μαγνησιείς 10, 3</ref>.<br />
<br />
===Εκκλησιολογία===<br />
====Άνθρωπος και εκκλησία====<br />
<br />
Κατά τον Ιγνάτιο η επιδίωξη του ανθρώπου είναι η απόκτηση ενός είδους ζωής, τελειότερης μορφής. Σκοπός δηλαδή είναι η κατάκτηση της αληθινής ζωής. Το σύστημα των θείων ενεργειών και της ανθρώπινης προς αυτές ανταπόκρισης, οδηγεί στην κατάκτηση της αιωνίου ζωής. Ο Χριστός λοιπόν ενανθρωπήστηκε για αυτό ακριβώς το λόγο. Για να φέρει σε πραγματική επαφή την ανθρώπινη φύση με τη θεία. Ο Ιησούς ήλθε για να φέρει σωτηρία στο ανθρώπινο γένος<ref>Προς Εφεσίους 18, 1</ref>, κάτι που επετεύχθη με την σταυρική Του θυσία και την ανάστασή Του. Ο θάνατος πλέον καταργείται και οδηγεί τον άνθρωπο στην αιώνιο ζωή.<br />
<br />
Η νέα κατάσταση που έφερε ο Χριστός, εγκαινιάζεται από την εκκλησία Του. Αυτή περιλαμβάνει όσους πιστεύουν σε αυτή ορθά. Η κεφαλή της εκκλησίας είναι ο Χριστός, και όποιος αληθινά βιώνει την εμπειρία της, είναι πραγματικά ενωμένος με αυτή. Άλλωστε όπου βρίσκεται Χριστός, εκεί βρίσκεται και η πραγματική εκκλησία<ref>Προς Σμυρναίους 8, 2</ref>. Οι πιστοί μετά το βάπτισμα γίνονται μέλη του σώματος του Χριστού, όπου η συμφωνία και σύμπνοια είναι εκδηλώσεις της φυσικής της καταστάσεως. Η ενότητα μάλιστα της εκκλησίας αποτελεί απαραίτητο θεμέλιο για την σχέση των πιστών με το Θεό<ref>Προς Εφεσίους 4, 1-2</ref>. Οι συναθροίσεις της είναι ένα από τα βασικότερα σημεία της ζωής της νέας κοινότητας. Η τέλεση δε των μυστηρίων διοχετεύει τη χάρη του θεού η οποία καθαιρεί τις δαιμονικές δυνάμεις και αποτελούν φάρμακο αθανασίας<ref>Προς Εφεσίους 20, 2</ref>. Οι [[Αίρεση|αιρέσεις]] αντιθέτως επιφέρουν διάσπαση της ενότητας, οπότε οι αιρετικοί δε δύναται να βρουν σωτηρία, αφού στερούνται του πραγματικού άρτου της ζωής.<br />
<br />
Η εκκλησία λοιπόν κατά τον Ιγνάτιο είναι ευλογημένη, προορισμένη προ αιώνων, αξιομακάριστος, αγία, εκλεκτή και αξιόθεος<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 187</ref>. Η περιγραφή που κάνει για την εκκλησία ο Άγιος Ιγνάτιος μας δίνει την ξεκάθαρη εικόνα μιας εκκλησίας που είναι ο συνεχιστής του ίδιου του Χριστού. Συνεχίζει το απολυτρωτικό του έργο και αποτελεί την ορατή απόδειξη της αδιάκοπης παρουσίας Του στον κόσμο<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 187</ref>. Η εκκλησία κατέχει ολόκληρη τη χάρη του Θεού και παρέχει στους πιστούς την αλήθεια του ευαγγελίου. Η εκκλησία μάλιστα δεν αποτελεί απλώς το έργο του Θεού, αλλά υπάρχει αϊδίως στη βουλή Του, μία άποψη που ασπάζονται και οι [[Κλήμης Ρώμης]] και ο [[Ποιμήν του Ερμά|Ποιμένας του Ερμά]]<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 187</ref>. Η εκκλησία είναι ένα ζωντανό μέλος το οποίο βρισκεται σε ακατάλυτη ενότητα και πληρότητα και αποτελεί ζωντανό σώμα. Η ενότητα αυτή αφείλεται στον Ιησού Χριστό που είναι το θεμέλιο και η κεφαλή της εκκλησίας. <br />
<br />
Στην εκκλησία δεν υπάρχει ίδιον και αυτονομημένα άτομα, αλλά μία εσωτερική σύμπνοια και συμφωνία. Έτσι αποτελεί ''"μία προσευχή, μία δέησις, ένας νους, μία ελπίς εν αγάπη, εν τη χαρά αμώμω, ο εστίν Ιησούς Χριστός, ου άμεινον ουδέν εστίν. Πάντες ως εις ένα ναόν συντρέχουν Θεού, ως επί εν θυσιαστήριον, επί ένα Ιησούν Χριστόν, τον αφ ενός Πατρός προελθόντα και εις ένα όντα και χωρήσαντα"''<ref>Προς Μαγνησιείς 7, 1-2</ref>. Η ενότητα αυτή όμως έχει τον εξωτερικό, ιστορικό και ορατό της τύπο. Αυτός είναι η συμφωνία επισκόπου, πρεσβυτέρου και πιστών. Ο επίσκοπος δε, είναι το σύμβολο και η οδός της ενότητας<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 192</ref>, είναι η δύναμη εκείνη που έχει τη χαρισματική ευθύνη της συνοχής και της συγκρότησης του σώματος<ref>Προς Φιλαδελφείς 9, 1</ref>. Αυτό συμβαίνει διότι αυτός είναι ο οικονόμος των μυστηρίων. Η πληρότητα της ζωής και η αγάπη μέσα στην εκκλησία εκφράζεται με την [[Θεία Ευχαριστία]], διότι η εκκλησία είναι η συνέχεια του Κυριακού Δείπνου<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων Α΄, σελ. 194</ref>. Εξού και η εκκλησία κατά το θεοφόρο αυτό πατέρα σημαίνεται και πραγματώνεται στο ευχαριστιακό Δείπνο.<br />
<br />
====Επίσκοπος====<br />
<br />
Συντηρητές της ενότητας είναι οι γνήσιοι εκκλησιαστικοί άρχοντες, οι φύλακες της παρακαταθήκης του Χριστού και οι συνεχιστές του έργου του. Εδώ βρίσκεται και η σπουδαία ιστορική μαρτυρία από τον Ιγνάτιο, ο οποίος μας μεταφέρει πως ήδη στην εποχή είχε αρχίσει η οριστική μετάβαση στο θεσμό του επισκόπου<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, σελ. 426</ref>. Ο επίσκοπος, αναφέρει ο Ιγνάτιος, είναι εικόνα του Θεού<ref>Προς Μαγνησιείς 6, 1</ref> και όπου βρίσκεται, είναι σα να βρίσκεται ο Χριστός και μαζί του όλη η καθολική εκκλησία<ref>Προς Σμυρναίους 8, 2</ref>. Ο επίσκοπος λοιπόν είναι εις τύπο Θεού, διότι από το Θεό αντλεί το κύρος του και την εξουσία του. Η σχέση αυτή μάλιστα λειτουργεί κατά το άρρητο σχήμα της προέλευσης του Υιού και Λόγου από τον Πατέρα<ref>Προς Μαγνησιείς 7, 1</ref>. Έτσι λοιπόν όπως ο Υιός έχει την ίδια γνώμη με τον πατέρα και τον υπακούει, κατ αυτόν τον τρόπο το πλήρωμα της εκκλησίας πρέπει να έχει την ίδια υπακοή ώστε να υπάρχει η μία ενότητα. Ο τύπος φυσικά αυτός συνάδει με τη λειτουργική ιδιότητα του επισκόπου και ιδίως κατά την ευχαριστιακή σύναξη<ref>ο.π. 7</ref>, που είναι το κατ εξοχήν μέσο για τη διαφύλαξη της ενότητας των μελών της εκκλησίας μεταξύ τους και με το Θεό. Η ιδιότητα όμως αυτή του επισκόπου δεν είναι άνευ όρων. Πρέπει να πάντοτε να βρίσκεται σε συνάρτηση με την ορθή ομολογία πίστεως, όπως για παράδειγμα των δύο φύσεων του Χριστού<ref>Ν. Νικολαΐδης, Οι Αποστολικοί Πατέρες, σελ. 191</ref>.<br />
<br />
Ο επίσκοπος ως βεβαιότητα και σημείο αναφοράς της εκκλησιαστικής κοινότητας κατανοείται από τον Ιγνάτιο, ως διασφαλιστής της ταυτότητας της διδασκαλίας και της πίστεως στο εκκλησιαστικό σώμα<ref>Κ. Σκουτέρης, ενθ.αν., σελ. 192</ref>. Σκοπός του ρόλου του είναι η διασφάλιση της αυθεντικότητας της διδασκαλίας. Οι πιστοί μάλιστα αγκιστρώνονται στο εκκλησιαστικό σώμα, μη δυνάμενοι να πλανηθούν όταν είναι ''"αχώριστοι Θεού Ιησού Χριστού και του επισκόπου και των διαταγμάτων των αποστόλων"''. Τα σχίσματα τελικά διασπούν την ενότητα της εκκλησίας, αλλά δύναται να θεραπευτούν στο περί των επισκόπων συνέδριο. Η σύμπνοια δηλαδή των τοπικών εκκλησιών είναι ο βασικός δείκτης της αρμονικής συνύπαρξης του λαού. Έτσι η ορθοδοξία των τοπικών εκκλησιών είναι ο δείκτης και του ορθού φρονήματος του εκάστοτε επισκόπου της τοπικής εκκλησίας.<br />
<br />
Σε αυτό το σημείο πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην έννοια της υπακοής που προτρέπει ο Ιγνάτιος. Η υπακοή αυτή δεν εννοείται ως δουλικότητα, καθώς ο τύπος της λειτουργίας της σχετίζεται με το πνεύμα το υπακοής του Υιού με το Πατέρα<ref>Ν. Νικολαΐδης, ενθ.αν., σελ. 436-437</ref>. Έτσι λαμβάνει την κατά ''θεόν ομοήθειαν'', προβάλλοντας την άρρητη προέλευση και ένωση του Υιού με το Πατέρα. Παρόλα αυτά δε θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί πως στο σύστημα του Ιγνατίου υπάρχει μία έξαρση και προβολή του επισκοπικού ρόλου. Η αντίληψη του Ιγνατίου δεν εκφράζει προσωπικές αντιλήψεις όπως διαφαίνεται, αλλά είναι έκφραση και διερμηνεία της υπάρχουσας πίστης της εκκλησίας στο θεσμό και το ρόλο του επισκόπου<ref>Ν. Νικολαΐδης, ενθ.αν., σελ. 447</ref>. Οι εκφράσεις ταπεινότητας άλλωστε που διατυπώνει για το πρόσωπό του αλλά και η υπαγόρευση όλων αυτών των δεδομένων προς ένα αντιστοίχου θεσμού πρόσωπο, τον Πολύκαρπο, δείχνει πως οι αναφορές του αποτελούν διευκρινιστική αναφορά του προσώπου προς το θεσμό και το αξίωμα<ref>Ν. Νικολαΐδης, ενθ.αν., σελ. 448</ref>. Βασική πάντα παράμετρος είναι και η διαφύλαξη της ενότητας, από τις ποικιλώνυμες διασπαστικές προκλήσεις.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
== Βιβλιογραφία ==<br />
<br />
*Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, ''"Πατρολογία"'', τομ. Α΄ και Β΄, Αθήνα 2000.<br />
*Χρήστου Παναγιώτης, ''"Ελληνική Πατρολογία"'', τόμ. Β΄, Κυρομάνος, Αθήνα 2005 (c1976).<br />
*Νικολαΐδης Ι. Νίκος, ''"Αποστολικοί Πατέρες, Γραμματολογική και Θεολογική προσέγγιση"'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2002.<br />
*Κρικώνης Χρήστος, ''"Αποστολικοί Πατέρες"'', τ. Α΄, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1995.<br />
*Σκουτέρης Κωνσταντίνος, ''"Ιστορία των Δογμάτων"'', τ. Α΄, Αθήνα 1998.<br />
<br />
<br />
{{Αποστολικοί Πατέρες}}<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Πατρολογία|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Επίσκοποι|Ι]]<br />
[[κατηγορία:Αποστολικοί Πατέρες|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Πατέρες|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ι]]<br />
[[Κατηγορία:2ος αιώνας|Ι]]<br />
<br />
[[ar:إغناطيوس النوراني]]<br />
[[bg:Игнатий Богоносец]]<br />
[[en:Ignatius of Antioch]]<br />
[[fr:Ignace d'Antioche]]<br />
[[pt:Inácio de Antioquia]]<br />
[[ro:Ignatie Teoforul]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CF%83%CE%B1%CE%AC%CE%BA%CE%B9%CE%BF%CF%82,_%CE%86%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82&diff=20827Ισαάκιος, Άγιος2019-08-03T23:38:52Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>[[Image:0530isaacdalmatian.jpg|right|thumb|200px|Άγιος Ισαάκιος]]<br />
Ο [[Όσιος]] '''Ισαάκιος''', ιδρυτής της Μονής των Δαλματών, έζησε στα μέσα του 4ου αιώνα και έδρασε κυρίως στην [[Κωνσταντινούπολη]]. Ως μοναχός, κατά την παράδοση, επέκρινε δημόσια τον αυτοκράτορα Ουάλη για την προτίμησή του προς την αίρεση του [[Αρειανισμός|Αρειανισμού]] και γι' αυτό φυλακίστηκε. Έγινε γνωστός όταν προέβλεψε το θάνατο του αιρετικού αυτοκράτορα και γι' αυτό ο διάδοχός του Θεοδόσιος τον απελευθέρωσε, αποκατέστησε την Ορθοδοξία και απαγόρευσε τον Αρειανισμό. <br />
<br />
Η προφητεία αυτή έγινε ευρέως γνωστή και αύξησε τη φήμη του οσίου, με αποτέλεσμα, όταν ετοιμάστηκε να φύγει προς την Ανατολή, κόσμος πολύς τον παρακάλεσε να μείνει στην [[Κωνσταντινούπολη]], όπου του έχτισαν ένα μικρό κελί για να μείνει. Εξαιτίας όμως της ακτινοβολίας της αγιότητάς του, συγκεντρώθηκε πλήθος μοναχών, και με τη συνδρομή αρχόντων και λαού, ιδρύθηκε η πρώτη Μονή στην ''Πόλη'', η γνωστή ως [[Μονή των Δαλματών]]. Εκεί έζησε το υπόλοιπο της ζωής του και πέθανε ''"την κοίμησιν αυτού προγνωρίσας εκ θεού"''<ref>Νικόδημος Αγιορείτης, ''Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού'', τόμ. Β', Αθήνησι 1868, σελ. 175Β.</ref>. Η κοίμηση του Ισαακίου, αν και προσδιοριζόταν στις [[:Πρότυπο: 30 Μαΐου|30 Μαΐου]] του 383, από τη νεώτερη έρευνα, τοποθετείται πολύ αργότερα, μάλλον περί το 424 ή 425.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size: 85%"><references/></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
*"Όσιος Ισαάκιος", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'', τόμ. 6, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 1006-1007.<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Ισαάκιος]]<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί|Ισαάκιος]]<br />
[[Κατηγορία:5ος αιώνας|Ι]]<br />
<br />
[[en:Isaac the Confessor]]<br />
[[pt:Isaque de Dalmácia]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A3%CF%84%CE%AD%CF%86%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%BC%CE%AC%CF%81%CF%84%CF%85%CF%81%CE%B1%CF%82&diff=20826Στέφανος ο πρωτομάρτυρας2019-08-03T01:05:08Z<p>EGobi: +pt,ro</p>
<hr />
<div>[[Image:Stephen the Protomartyr.jpg|right|thumb|Ο Άγιος Στέφανος]]<br />
Ο '''Άγιος Στέφανος''', αποτελεί τον πρωτομάρτυρα του χριστιανισμού. Έζησε στα χρόνια του [[Χριστός|Ιησού Χριστού]], ακολουθώντας τον πιθανώς ως μαθητής, ενώ τέλεσε και [[Διάκονος]] της [[Εκκλησία|εκκλησίας]] Του. Τελικώς παρέδωσε μαρτυρικώς τη ζωή του όταν λιθοβολήθηκε από Εβραϊκό όχλο. Οι πληροφορίες σχετικά με το βίο του Αγίου είναι ελάχιστες και περιέχονται στο βιβλίο της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], [[Πράξεις των Αποστόλων]].<br />
<br />
==Ο βίος του==<br />
<br />
Το πότε και που γεννήθηκε ο πρωτομάρτυρας Στέφανος, δε γίνεται γνωστό μέσα από τις Πράξεις των Αποστόλων. Η πρώτη αναφορά που γίνεται προς το πρόσωπό του είναι κατά την εκλογή των διακόνων (''Πράξεις 6, 1-7''). Σύμφωνα με την Αγιογραφική περιγραφή, εξ αιτίας της αύξησης των μαθητών, οι Ελληνόφωνοι πιστοί άρχισαν να διαμαρτύρονται πως οι χήρες τους δε δέχονταν την αρμόζουσα προσοχή κατά τη διανομή των τροφίμων. Έτσι οι [[Απόστολοι]] σύναξαν όλους τους μαθητές, με σκοπό να εκλέξουν ανάμεσά τους επτά βοηθούς<ref>Διάκονος σημαίνει βοηθός</ref>, ώστε να πραγματοποιούν το έργο της διανομής. Ένας από τους εκλεγέντες ήταν και ο Στέφανος. Ο Στέφανος όμως εκτός της αποστολής που του είχε ανατεθεί έβρισκε χρόνο να κηρύσσει και το θείο Λόγο, ενώ πραγματοποιούσε και [[Θαύμα|θαύματα]]. <br />
<br />
Οι Ιουδαίοι σύντομα συκοφάντησαν τον Στέφανο ότι βλασφήμησε το [[Μωυσής|Μωυσή]] και το Θεό με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στο Συνέδριο προς Απολογία (''Πράξεις 6, 11''). Ο Στέφανος τότε έλεγξε με σκληρούς λόγους τους [[Φαρισαίοι|Φαρισαίους]], κατηγορώντας τους για την υποκρισία τους, συνάμα δε έπραξε και μία θαρραλέα ομολογία πίστεως. Οι σύνεδροι τελικά τον εξέβαλαν τη συναγωγής και έτσι θανατώθηκε δια λιθοβολισμού από φανατισμένο όχλο (''Πράξεις 8:1''). Ο Στέφανος λίγο πριν το τέλος ζήτησε από το Θεό να συγχωρήσει τους διώκτες του.<br />
<br />
Τον νεκρό πλέον Στέφανο τον έθαψαν και τον θρήνησαν (Πράξεις 8, 2), ενώ μετά το θάνατό του ακολούθησε διωγμός. Κατά την παράδοση το λειψανό του μεταφέρθηκε από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο στην Κωνσταντινούπολη. Η μνήμη του εορτάζεται στις [[Πρότυπο:27 Δεκέμβριος|27 Δεκεμβρίου]], η εύρεσις των λειψάνων του στις [[Πρότυπο:15 Σεπτέμβριος|15 Σεπτεμβρίου]], ενώ η ανακομιδή των λειψάνων του στις [[Πρότυπο:2 Αύγουστος|2 Αυγούστου]].<br />
<br />
==Η εμφάνισή του στην πρωτοχριστιανική γραμματεία==<br />
<br />
Ο Άγιος Στέφανος δεν αναφέρεται σε κάποιο άλλο βιβλίο της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]]. Το ίδιο συμβαίνει και στους [[Αποστολικοί Πατέρες|Αποστολικούς Πατέρες]] και τους [[Απολογητές]]. Την πρώτη μαρτυρία του τη βρίσκουμε στην αίρεση των [[Νικολαΐτες|Νικολαϊτών]], οι οποίοι τον θεωρούσαν ως προστάτη Άγιό τους<ref>Ευσέβιος Καισαρείας, Εκκλ. Ιστορία, 5.2.5</ref>. Ο [[Ειρηναίος Λουγδούνου|Ειρηναίος της Λυών]] αναφέρει ότι ήταν ο πρωτοδιάκονος και κλήθηκε από τους Αποστόλους να διδάσκει το θείο νόμο, φτάνοντας τελικά στην τελείωση μέσω του μαρτυρίου<ref>Adv. Haer. 3.12.10-3.12.13-4.15.1</ref>. Ο [[Τερτυλλιανός]] επίσης αναφέρει τον Στέφανο, τοποθετώντας δίπλα στον [[Ησαΐας, προφήτης|προφήτη Ησαΐα]]<ref>De patientia 14.1</ref>. Αργότερα ο [[Εφραίμ ο Σύρος|Εφραίμ ο Σύρος]] σε ένα εξηγητικό του έργο πάνω στις Πράξεις, μας αναφέρει για πρώτη φορά εξωγραφική πληροφορία καθώς μας αναφέρει πως ήταν στενός φίλος του [[Γαμαλιήλ]]<ref>F. Conybear, The commentary of Ephrem in Acts, McMillan,London 1926, σελ. 373-409</ref>. Από τον 4ο αιώνα και μετά έχουμε αρκετές αναφορές, όπως από το [[Δίδυμος ο Τυφλός|Δίδυμο Τυφλό]], τον [[Γρηγόριο Νύσσης|Γρηγόριο Νύσσης]], τον [[Αστέριος Αμάσειας|Αστέριο Αμασείας]]. Κατά τον 5ο έχουμε επίσης τον [[Ησύχιος Ιερουσαλήμ|Ησύχιο Ιερουσαλήμ]], τον [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος|Ιωάννη τον Χρυσόστομο]] κ.α. Επιπρόσθετες όμως εξωγραφικές μαρτυρίες δε βρίσκονται σε όλους αυτούς πατέρες. Προφανώς η καταστροφή της Ιερουσαλήμ (132-135) για δεύτερη φορά, δεν επέτρεψε να διασωθούν προφορικές παραδόσεις<ref>François Bovon, ''"The Dossier on Stephen, the First Martyr"'', The Harvard Theological Review, σελ. 290</ref>. Ο Αυγουστίνος πάντως σε μερικές ομιλίες του αναφέρει πολλά θαύματα από τον Άγιο Στέφανο, μέσω των λειψάνων του<ref>Sermo 322</ref>.<br />
<br />
==Αγιογράφηση==<br />
<br />
Κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο ο Στέφανος αγιογραφείται ως νεαρός διάκονος, φορώντας ωμοφόριο και ιερατικό χιτώνα. Σε παλαιότερες αναπαραστάσεις όμως φορά απλά ένα ιερατικό χιτώνα για διάκονο της ύστερης αρχαιότητας. Σε μία από τις αρχαιότερες αναπαραστάσεις στο Σαν Λορέντζο της Ρώμης με το βιβλίο του Ευαγγελίου, αργότερα εμφανίζεται σε αναπαραστάσεις με βράχο στο κεφάλι του, σαν σύμβολο της κατάληξής του. Στη Δύση πολλές φορές απεικονίζεται μαζί με ένα ακόμα διάκονο και μάρτυρα, τον Άγιο Λαυρέντιο της Ρώμης (+258).<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Ευαγγέλου Λέκκου, ''"Άγιος Στέφανος"'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα.<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001.<br />
*François Bovon, ''"The Dossier on Stephen, the First Martyr"'', The Harvard Theological Review, Vol. 96, No. 3 (Jul., 2003), Cambridge University Press on behalf of the Harvard Divinity School.<br />
<br />
[[κατηγορία:Άγιοι|Σ]]<br />
[[κατηγορία:Μάρτυρες|Σ]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Σ]]<br />
<br />
[[en:Apostle Stephen the Protomartyr]]<br />
[[pt:Apóstolo Estêvão]]<br />
[[ro:Apostolul Ștefan (Întâiul-mucenic)]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:70_%CE%91%CF%80%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B9&diff=20825Κατηγορία:70 Απόστολοι2019-07-31T01:19:09Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Απόστολοι]]<br />
<br />
[[pt:Categoria:Setenta apóstolos]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CE%AE%CE%BC%CF%89%CE%BD,_%CE%86%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82&diff=20824Παντελεήμων, Άγιος2019-07-28T00:00:53Z<p>EGobi: +en,es,mk,pt</p>
<hr />
<div>[[Image:Panteleimon.jpg|120px|right|thumb|Η εικόνα του Αγίου]]<br />
Ο '''Άγιος Παντελεήμων''', είναι Άγιος της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Εκκλησίας]], που έδρασε στα τέλη του 3ου αιώνα. Έζησε στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και παρέδωσε μαρτυρικώς τη ζωή του.<br />
<br />
Ο Άγιος Παντελεήμων γεννήθηκε περί τα μέσα του 3ου αιώνα στη Νικομήδεια της Βιθυνίας. Το πραγματικό του όνομα ήταν Παντολέων<ref>Ευαγγέλου Λέκκου, ''"Άγιος Παντελεήμων"'', σελ. 9</ref> και προερχόταν από εύπορη οικογένεια της πόλης. Ο πατέρας του ήταν εθνικός, ενώ η μητέρα του είχε ασπαστεί το χριστιανισμό. Ο Παντολέων απέκτησε από μικρή ηλικία καλή εγκύκλια παιδεία και όταν την ολοκλήρωσε σπούδασε την ιατρική, διακρινόμενος όμως και για την ρητορεία του<ref>Migne E.Π. 115, 448D</ref>. Οι σχέσεις μάλιστα της οικογένειάς του με το παλάτι ήταν πολύ καλές και σύντομα θα τον έφερναν ως γιατρό στην αυλή του Αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Ο ίδιος τελικά όμως ασπάστηκε το χριστιανισμό. Η μεταστροφή αυτή συνέβη μετά από γνωριμία με κάποιο ιερέα Ερμόλαο, την εποχή ενός διωγμού κατά των χριστιανών. Λίγο αργότερα θα [[Βάπτισμα|βαπτιστεί]] χριστιανός μυστικά και θα προσπαθήσει να πείσει τον πατέρα του να γίνει κι αυτός, όπως και συνέβη.<br />
<br />
Ο πατέρας του μετά από λίγο διάστημα πάθανε με αποτέλεσμα να γίνει κάτοχος μεγάλης περιουσίας. Τότε εκποιεί την περιουσία του για να βοηθήσει τους φτωχούς και προσφέρει τις ιατρικές υπηρεσίες του χωρίς χρέωση σε όποιο δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθει. Η πρακτική του αυτή όμως ώθησε πολλούς ιατρούς να τον καταγγείλουν και να υποδείξουν στα ανάκτορα πως είναι χριστιανός. Έτσι συνελήφθη και οδηγήθηκε στον Αυτοκράτορα. Εκεί κλήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα για να αφεθεί ελεύθερος. Ο ίδιος όμως αρνήθηκε, λέγοντας πως δε θα θυσιάσει σε ψεύτικους Θεούς. Τότε μπροστά του έστειλαν ένα παράλυτο, ώστε να τον θεραπεύσει, είτε αυτός, είτε οι ιερείς των ανακτόρων για να φανεί ποιος είναι ο αληθινός Θεός. Ο Άγιος Παντελεήμων θεράπευσε τον παράλυτο, κάτι που προξένησε μεγάλη κατάπληξη. Παρόλα αυτά ο Αυτοκράτορας θέλησε και πάλι να τον μεταπείσει.<br />
<br />
Ο Παντελεήμων αρνήθηκε και οδηγήθηκε στο μαρτύριο. Άλλοτε έκαιγαν το σώμα του με πυρσούς, άλλοτε τον μαστίγωναν και άλλοτε του έριχναν καυτό λάδι. Σε πολλές από τις περιπτώσεις όμως τα μαρτύρια δεν του προξενούσαν πόνο. Έτσι, για να τον θανατώσουν τον έριξαν στα θηρία, αυτά όμως δεν τον έβλαψαν. Τελικά αποφασίστηκε να τον αποκεφαλίσουν.<br />
<br />
Η μνήμη του εορτάζεται στις [[Πρότυπο:27 Ιουλίου|27Ιουλίου]].<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Ευαγγέλου Λέκκου, ''"Άγιος Παντελεήμων"'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα.<br />
<br />
[[κατηγορία:Άγιοι|Π]]<br />
[[κατηγορία:Μάρτυρες|Π]]<br />
[[Κατηγορία:3ος αιώνας|Π]]<br />
<br />
{{Συναξάρι}}<br />
<br />
[[en:Panteleimon]]<br />
[[es:Pantaleimon]]<br />
[[mk:Свети великомаченик Пантелејмон]]<br />
[[pt:Pantelimão, o Médico]]<br />
[[ro:Pantelimon]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CE%B1%CF%81%CE%B1%CF%83%CE%BA%CE%B5%CF%85%CE%AE,_%CE%91%CE%B3%CE%AF%CE%B1&diff=20823Παρασκευή, Αγία2019-07-27T01:48:18Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>[[Image:Paraskevi.jpg|200px|thumb|right|Παρασκευή η Οσιομάρτυς]]<br />
'''Αγία Παρασκευή''' ή '''Παρασκευή η Οσιομάρτυς''' ή '''Παρασκευή η Παρθενομάρτυς''' ή '''Παρασκευή Αθληφόρος''' είναι Αγία της Ορθοδόξου και Καθολικής εκκλησίας και θεωρείται προστάτιδα των ματιών. Έζησε στη ''Ρώμη'' κατά το 2ο αιώνα και υπέστη μαρτυρικό θάνατο επί ημερών Αυτοκράτορος ''Μάρκου Αυρηλίου''.<br />
<br />
==Ο βίος της==<br />
<br />
H ''Αγία Παρασκευή'' γεννήθηκε σε ένα προάστιο της ''Ρώμης'' επί Αυτοκρατορίας ''Αδριανού''. Γονείς της ήταν ο ''Αγαθόνικος'' και η ''Πολιτεία'', που ήσαν θεοσεβούμενοι Χριστιανοί και οικονομικά εύποροι. Για πολλά χρόνια δεν μπορούσαν να αποκτήσουν παιδί και τελικά απέκτησαν την ''Παρασκευή'', μετά από πολλά χρόνια θερμής προσευχής. Η ''Αγία Παρασκευή'' μάλιστα γεννήθηκε ημέρα Παρασκευή και έτσι αποφάσισαν να της δώσουν το όνομα της ημέρας που γεννήθηκε. Η ανατροφή της από μικρή ηλικία έγινε με βάση Χριστιανικά πρότυπα. Έτσι από μικρή ηλικία έδειξε ιδιαίτερη κλίση προς το λόγο του [[Ευαγγέλιο|ευαγγελίου]] και ξεχώριζε για τον ενάρετο βίο της. Παρότι το παρουσιαστικό της ήταν ιδιαίτερα θελκτικό και πολλοί εύποροι της εποχής είχαν ζητήσει την όμορφη Παρασκευή σε γάμο, αυτή αρνείτο, προτιμούσε την διακονία των γονιών της και των γειτόνων της, την προσήλωση στην προσευχή και τη μελέτη των Γραφών. Με το πέρασμα μάλιστα των ετών απέκτησε και σημαντική βιβλική κατάρτιση.<br />
<br />
Σε ηλικία 20 ετών, η ''Αγία Παρασκευή'' έχασε τον πατέρα της. Αυτό στάθηκε σημαντικός παράγοντας στην εξέλιξη της πορείας της διότι πλέον ήταν μόνη και με αρκετά χρήματα ώστε να πραγματοποιήσει φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο που ποθούσε. Έτσι εκποιεί όλη της την περιουσία σε φτωχούς και αφιερώνει το χρόνο της στην ανακούφιση των ασθενών. Δίνεται ολοκληρωτικά στην ιεραποστολή, διδάσκει σε σπίτια γυναίκες, μικρά παιδιά, διακονεί αδυνάτους, σπεύδει για τις ανάγκες τις εκκλησίας της ''Ρώμης''. Μάλιστα με τον καιρό επέκτεινε τη δράση και σε γειτονικά χωρία και εκκλησίες. Πλησίαζε ιδίως νέες γυναίκες, προκαλούσε συζητήσεις, ομιλούσε για το Χριστό, το παράδειγμά Του. Γρήγορα όμως έφτασε στα αυτιά του ''Αυτοκράτορα Αντωνίνου'' οι δραστηριότητες της Παρασκευής, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί ενώπιόν του. Η σεμνή και όμορφη εμφάνιση της στον Αυτοκράτορα μάλιστα λέγεται πως τον εντυπωσίασε. Αλλά και η σύνεσή της, το θάρρος της και η διαύγεια πνεύματος έγιναν αντιληπτά από τον Αντωνίνο, ο οποίος δεν ήθελε να εφαρμόσει τα μέτρα του Ρωμαϊκού νόμου σε βάρος της, όπως ορίζονταν για τους Χριστιανούς. Δοκίμασε πολλές μεθόδους ιδιαίτερα κολακευτικές για γυναίκα, αλλά τελικά έμεινε αμετακίνητη στη θέση της.<br />
<br />
Η ''Παρασκευή'' τελικά συνελήφθη και οδηγήθηκε σε τιμωρία βασανισμού μέχρι να ομολογήσει την αποστροφή της από το χριστιανισμό. Αρχικά της έθεσαν μια πυρακτωμένη περικεφαλαία στην κεφαλή της. Εν συνεχεία και αφού δε λύγισε, ρίχτηκε στην απομόνωση. Μια οπισθοχώρηση άλλωστε θα σήμαινε μεγάλη νίκη του Αυτοκράτορος και πλήγμα ιδιαίτερα στο γυναικείο Χριστιανικό πληθυσμό που θα έβλεπε τη θερμότερη εκπρόσωπό της να αλλαξοπιστεί. Αυτή όμως αντί να λυγίσει, θεώρησε εξαιρετικό χρόνο την απομόνωση για προσευχή. Μάλιστα το βράδυ άγγελος Κυρίου ενεφανίσθη ενώπιόν της και την ελευθέρωσε από τα δεσμά της. Η ''Παρασκευή'' ενώπιον του Αυτοκράτορα πλέον πάλι, έμεινε σταθερή, ο ''Αντωνίνος'' κατάλαβε πλέον το μάταιο της προσπάθειάς του και διέταξε σε βασανισμό μέχρι θανάτου. Έτσι την οδήγησαν ενώπιον ενός καζανιού που περιείχε καυτό λάδι. Όμως εδώ αναφέρεται από τον βιογράφο της μέγα σημείο. Πως ενώ εισήχθη στο θερμό λάδι, παρέμενε ανέπαφη. Όταν το άκουσε ο ''Αντωνίνος'' δεν πίστεψε σε κάτι τέτοιο και θέλησε ο ίδιος να διαπιστώσει το αληθές, όμως πλησιάζοντας το λέβητα τα μάτια του βλάφτηκαν, όταν η ''Παρασκευή'' του έριξε λίγο λάδι στα μάτια, με αποτέλεσμα να τυφλωθεί. Η ''Παρασκευή'' όμως με θαυματουργικό τρόπο θεράπευσε τα μάτια του. Έτσι μέχρι και σήμερα θεωρείται προστάτης των ματιών. Μετά το γεγονός ο ''Αντωνίνος'' άφησε ελεύθερη την ''Παρασκευή''. Μάλιστα από το γεγονός αυτό και έπειτα ο ''Αντωνίνος'' διατήρησε θετική για τη εποχή στάση για τους χριστιανούς και για αυτό του δόθηκε το προσωνύμιο «''Ευσεβής''». Έτσι η ''Παρασκευή'' επέστρεψε στο έργο της κάτι που έδωσε πολύ δύναμη στη χριστιανική κοινότητα, ιδίως δε στις γυναίκες που στο πρόσωπό της έβλεπαν ένα σπουδαίο στήριγμα.<br />
<br />
Όμως σύντομα τον ''Αντωνίνο'' διαδέχθηκε ο ''Μάρκος Αυρήλιος''. Μέσα στους πρώτους χριστιανούς που συνέλαβε ήταν και η ''Παρασκευή''. Ο ίδιος, έδωσε εντολή σε δύο έπαρχους να τη βασανίσουν. Ο ένας ονομαζόταν ''Ασκληπιός'', ήταν αυτός που την έριξε σε χώρο που φυλάσσονταν φίδια, τα οποία όμως πέθαναν όταν την πλησίασαν. Ο ''Ασκληπιός'' ταράχτηκε, πιθανώς να γνώριζε και αυτά που οι χριστιανοί μεταξύ τους συζητούσαν ή ακόμα να ήξερε τα λεγόμενα για την ίδια τη ''Παρασκευή''. Μετά τα γενόμενα ανέλαβε δράση ο έτερος έπαρχος ονόματι ''Ταράσιος''. Αυτός όμως της απέκοψε την κεφαλήν και έτσι βρήκε τέλος η ζωή της Αγίας και μεγαλομάρτυρος Παρασκευής. Χριστιανοί περιμάζεψαν το λείψανό της και εν καιρώ το τοποθέτησαν στη βάση του θυσιαστηρίου. Η μνήμη της εορτάζεται στις [[:Πρότυπο: 26 Ιουλίου|26 Ιουλίου]].<br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
* Μητροπολίτης Κεντρώας Αφρικής κ.κ.Ιγνάτιος, «''Η Αγία Παρασκευή''»,Εκδόσεις «''Ο Σωτήρ''», Αθήνα, 2005.<br />
<br />
[[en:Paraskevi]]<br />
[[pt:Parasqueva de Roma]]<br />
[[ro:Parascheva Romana]]<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Παρασκευή η Oσιομάρτυς]]<br />
[[Κατηγορία:2ος αιώνας|Π]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%86%CE%BD%CE%BD%CE%B1,_%CE%91%CE%B3%CE%AF%CE%B1&diff=20822Άννα, Αγία2019-07-25T23:40:40Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>[[image:Joachimanna.jpg|right|thumb|Οι δίκαιοι Ιωακείμ και Άννα, κρατώντας στην αγκαλιά του τη Θεοτόκο Μαρία]]<br />
Η '''Αγία Άννα''' είναι η μητέρα της [[Παναγία|Θεοτόκου Μαρίας]]. Το όνομά της δεν κατονομάζεται στο βιβλίο της [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]] και οι όποιες πληροφορίες σχετικά με τη ζωή της προκύπτουν από τα [[απόκρυφα]] κείμενα τα οποία διασώθηκαν<ref>Κυρίως το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ιακώβου και το βιβλίο περί νηπιότητος του Σωτήρος</ref>. Η Εκκλησία δέχεται τα γεγραμμένα σε αυτά ως αληθή γεγονότα, καθώς περιέχουν πολλά αληθή στοιχεία<ref>ΘΗΕ, τ. 2, σελ. 834</ref>. <br />
<br />
Σύμφωνα με τις περιγραφές, καταγόταν από τη φυλή του Λευί και ο πατέρας της ήταν ο ιερέας Ματθάν. Η μητέρα της ονομαζόταν και αυτή Μαρία και είχε δύο αδελφές, την Μαρία και τη Σοβήν. Η Αγία Άννα είχε νυμφευτεί τον δίκαιο [[Ιωακείμ ο δίκαιος|Ιωακείμ]], όπου τελικά αξιώθηκαν να αποκτήσουν ένα παιδί, μετά από πολλές θλίψεις και προσευχές, εξ αιτίας του ότι δεν είχαν είχαν αποκτήσει παιδί, κάτι που για την εποχή τους αποτελούσε όνειδος. Τελικά [[άγγελος]] Κυρίου, αποκάλυψε στην Αγία Άννα, ότι θα αποκτήσει κόρη, όντς σε ηλικία 70 ετών. Αυτή ήταν η Υπεραγία Θεοτόκος, που έμελλε να φέρει στον κόσμο τον θεάνθρωπο Χριστό, ο οποίος ήταν ο προφητευμένος από την [[Παλαιά Διαθήκη]], [[Χριστός|Υιός του Θεού]]. <br />
<br />
Η Αγία Άννα μεγάλωσε τη Μαρία, που ήταν μοναχοκόρη της, μέσα σε κλίμα θρησκευτικής κατανύξεως, αφού την είχε αφιερώσει στο Θεό. Έζησε βίο μέσα σε [[νηστεία]] και [[προσευχή]] και παρέδωσε τελικά ειρηνικά το πνεύμα της, σε ηλικία 83 ετών. Η κοίμηση της Αγίας Άννας, τιμάται στις [[Πρότυπο:25 Ιουλίου|25 Ιουλίου]], ενώ επίσης εορτάζεται στις [[Πρότυπο:8 Δεκέμβριος|8 Δεκεμβρίου]], όπου τιμάται η σύλληψή της, αλλά και στις [[Πρότυπο:9 Σεπτέμβριος|9 Σεπτεμβρίου]], μαζί με τον άνδρα της Ιωακείμ.<br />
<br />
== Υποσημειώσεις ==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001. <br />
*Λήμμα Άννα, ΘΗΕ, Μαρτίνος, Αθήνα, 1962-1968.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Α]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Α]]<br />
<br />
[[en:Joachim and Anna]]<br />
[[fr:Joachim et Anne]]<br />
[[pt:Ana, a Mãe de Maria]]<br />
[[ro:Ioachim şi Ana]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%99%CE%B7%CF%83%CE%BF%CF%8D%CF%82_%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CF%8C%CF%82&diff=20821Ιησούς Χριστός2019-07-21T19:40:34Z<p>EGobi: +pt,ru</p>
<hr />
<div>Ο Κύριος ημών '''Ιησούς Χριστός''', είναι ο Υιός και [[Λόγος]] του [[Θεός|Θεού]], το δεύτερο πρόσωπο της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]], που σαρκώθηκε, ως τέλειος άνθρωπος, όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, και ως [[Θεάνθρωπος]], με το Πάθος και την Ανάστασή του έσωσε το ανθρώπινο γένος από την [[αμαρτία]], τη φθορά και τον πνευματικό θάνατο. Το νόημα της [[Σωτηρία|Σωτηρίας]] αυτής ''"δεν ήταν άλλο από το ότι η στενή κοινωνία μεταξύ Θεού και ανθρώπου αποκαταστάθηκε"''<ref>Φλορόφσκυ Γεώργιος, ''Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας'', 2η έκδ., Άρτος Ζωής, Αθήνα 1989, σελ. 33.</ref>. Κορυφαίο γεγονός στο λυτρωτικό έργο του Χριστού είναι η [[Ανάσταση]] Του, χωρίς την οποία ακυρώνεται η χριστιανική πίστη εξ ολοκλήρου: ''"ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις υμών"'' (''Α' Κορ. 15:14'')<ref>Μπέγζος Μάριος, ''Εισαγωγή στη Θρησκειολογία'', Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2006, σελ. 106.</ref>.<br />
[[Image:Hagia Sophia Christ.jpg|thumb|right|210px|Ο Ιησούς Χριστός]]<br />
*Το ελληνικό όνομα ''Ιησούς'' (λατ.:Jesus) αποδίδει το εβραϊκό ''Jeshua'', συντετμημένη μορφή του ονόματος ''Jehoshua''. H λέξη αυτή αποτελείται από το θείο όνομα ''Yahweh'' ([[Γιαχβέ]]) στη συντομευμένη μορφή του ''Yah''-''Yeho'' και από το ''shua'', και συνολικά σημαίνει ''"ο [[Γιαχβέ]] είναι σωτηρία"''.<br />
<br />
*Ο όρος ''Χριστός'' προέρχεται από το ''χρίω'', και είναι αντίστοιχος προς το εβραϊκό ''Masiah'' ([[Μεσσίας]]), με έννοια, γενικά, της χρίσεως κάποιου για υψηλό θρησκευτικο-κοινωνικό λειτούργημα: ιερέα, προφήτη ή βασιλέα<ref>"Χριστός Ιησούς", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 195.</ref>.<br />
<br />
==Σύνοψη της Ορθοδόξου πίστεως για τον Ιησού Χριστό<ref>Βλ. Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Β', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 39-41.</ref>==<br />
{{ΟρθόδοξοςΧριστιανισμός}}<br />
===Στην Παλαιά Διαθήκη===<br />
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός προεξαγγέλεται στην [[Παλαιά Διαθήκη]] από τους [[Προφήτης|Προφήτες]], ως [[Μεσσίας]] Χριστός, υιός [[Δαβίδ]] και [[Υιός ανθρώπου]], κεχρισμένος Προφήτης, Βασιλέας και Αιώνιος Αρχιερέας, τονίζεται η θεία καταγωγή του και το μέγιστο έργο της σωτηρίας πάντων των ανθρώπων. Στις θεοφάνειες της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]], ο Χριστός, ως άσαρκος Λόγος, φανερώνει την [[Αγία Τριάδα]]<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Β', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 61.</ref> και για τους [[Πατρολογία|Πατέρες]] της Εκκλησίας, ο Ιησούς Χριστός είναι [[Γιαχβέ]]<ref>Σωτηρόπουλος Νικόλαος, ''Ο Ιησούς Γιαχβέ'', 2η έκδ., εκδ. 'Ο Σταυρός', Αθήνα 1988, σελ. 35.</ref>, ταυτόχρονα είναι ''ο'' Γιαχβέ<ref>Ό.π..</ref> ή ακριβέστερα ''"ο Ιησούς Χριστός είνε ο Γιαχβέ Υιός"''<ref>Στο ίδιο, σελ. 33.</ref> ή αλλιώς ο Γιαχβέ-Λόγος<ref>Ματσούκας, ''Δογματική ...'', Β', ό.π., σελ. 69 (υποσημ. #29).</ref>, δηλ. ''"ο Χριστός είναι Γιαχβέ και αυτός, ως ο Πατήρ του"''<ref>Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), ''Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον'', Αθήνα 2002, σελ. 207</ref>.<br />
<br />
===Στην Καινή Διαθήκη===<br />
Παρουσιάζεται στην [[Καινή Διαθήκη]] ως έχων το θείο μεγαλείο του Λυτρωτή και κηρύσσεται από τον ίδιο τον Πατέρα ως ο ''Υιός αυτού ο αγαπητός'', τοποθετείται υπεράνω του [[Μωϋσής|Μωϋσή]] και του [[Προφήτης Ηλίας|Ηλία]], προσφωνείται από τον [[Δαβίδ]] Κύριος, εμφανίζεται υπεράνω των Προφητών και των Αγγέλων, ως υπέρτατος Νομοθέτης και Κριτής, κάτοχος υψίστων εξουσιών. Ζητά οι οπαδοί του να βαπτίζονται στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.<br />
<br />
Βεβαιώνει ότι γνωρίζει τον Πατέρα και ο Πατέρας γνωρίζει Εκείνον και προαναγγέλλει ότι θα έλθη καθήμενος εκ δεξιών του Θεού. Αυτός είναι ''"ο μονογενής Υιός ο ων εις τον κόλπον του Πατρός"'', ο ''"ελθών εκ του ουρανού εις την γην"'' και συγχρόνως ''"ων εν τω ουρανώ"'' ''"πριν Αβραάμ γενέσθαι"''. Αυτός και ο Πατέρας είναι ένα. Όπως βεβαιώνει ο [[Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον|Ευαγγελιστής Ιωάννης]], ο Υιός υπήρχε πριν γίνει ο κόσμος, ως ο συναΐδιος του Πατρός Λόγος και ως Θεός τέλειος, ως το Α καί τό Ω, ως η αρχή και το τέλος του παντός. <br />
<br />
Ο [[Απόστολος Παύλος]] Τον χαρακτηρίζει ως ''τον όντα επί πάντων Θεόν'', ως τον πρωτότοκο, τον γεννηθέντα από τον Πατέρα προ πάσης της κτίσεως, ως ''εν μορφή Θεού υπάρχοντα'' και κενώσαντα εαυτόν, ώστε να εισέλθει στο πεδίο της ζωής και να λάβει ''μορφή δούλου'', ως Εκείνον που εξαγόρασε με το αίμα Του, αίμα Θεού, την [[Εκκλησία]], και ως εκείνον που μέσω αυτού τα πάντα δημιουργήθηκαν.<br />
<br />
====Ο Ιησούς Χριστός ως ''"ο Θεός"'' στην Καινή Διαθήκη====<br />
Σύμφωνα με την [[Καινή Διαθήκη]] όπως ερμηνεύτηκε από την Εκκλησία, ο ''Ιησούς Χριστός'' διακηρύσσεται σαφέστατα ως «''Θεός''» αλλά και ως «''ο Θεός''» (με άρθρο), όπως για παράδειγμα στην [[Προς Τίτον]] επιστολή: <br />
<br />
:«''Προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης '''του μεγάλου Θεού και Σωτήρος''' ημών Ιησού Χριστού''» (Τίτ. 2,13).<br />
<br />
Όπως σημειώνει ο καθ. ''Γεώργιος Γαλίτης'', στο εδάφιο αυτό «''δεν νοούνται δύο πρόσωπα, ο Θεός και ο Χριστός'' [...] ''αλλά ένα, ο Χριστός, όπως συμπεραίνεται από το ένα και μόνο άρθρο που χρησιμοποιείται''»<ref>Γαλίτης Γεώργιος, «''Η Προς Τίτον Επιστολή του Αποστόλου Παύλου''», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 284.</ref>. Κατά συνέπεια, οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι το εδάφιο μιλάει για ένα μόνο πρόσωπο, τον ''Χριστό'', όπως ακριβώς κατανοούμε ένα μόνο πρόσωπο, τον [[Θεός Πατήρ|Πατέρα]], όταν διαβάζουμε εδάφια όπως τα παρακάτω που χρησιμοποιούν ένα μόνο άρθρο:<br />
<br />
:«''τον Θεόν και Πατέρα''» (Ρωμ. 15,6), «''τω Θεώ και Πατρί''» (Α΄ Κορ. 15,24), «''ο Θεός και Πατήρ''» (Β' Κορ. 1,3), «''ο Θεός και Πατήρ''» (Β' Κορ. 11,31), «''του Θεού και Πατρός''» (Γαλ. 1,4), «''τω Θεώ και Πατρί''» (Εφ. 5,20), «''Τω δε Θεώ και Πατρί''» (Φιλ. 4,20), «''του Θεού και Πατρός''» (Α' Θεσ. 1,3), «''ο Θεός και Πατήρ''» (Α' Θεσ. 3,11), «''του Θεού και Πατρός''» (Α' Θεσ. 3,13), «''τω Θεώ και Πατρί''» (Αποκ. 1,6).<br />
<br />
Εκτός αυτού όμως, «''πάντοτε '''στην Κ. Διαθήκη γίνεται λόγος για δεύτερη παρουσία και επιφάνεια του Χριστού, και όχι του Θεού και του Χριστού''' [...] Στον στίχο αυτό οι Πατέρες είδαν να κηρύττεται η θεότητα του Χριστού και η ισότητά του προς τον Πατέρα»<ref>Γαλίτης Γεώργιος, «''Η Προς Τίτον Επιστολή''...», ό.π., σελ. 285.</ref>.<br />
<br />
Αναλόγου περιεχομένου εδάφια που μαρτυρούν τη θεότητα του ''Χριστού'' είναι επίσης:<br />
<br />
#«''Και Θεός ην ο Λόγος''» (Ιω. 1,1).<br />
#«''Καί απεκρίθη Θωμάς...Ο Κύριός μου καί ο Θεός μου''» (Ιω. 20,28). Μάλιστα, ο ''Ιησούς'' εδώ δεν αρνείται την προσφώνηση του [[Απόστολος Θωμάς|Θωμά]] αλλά απλώς απαντά: «''Ότι εώρακάς με, πεπίστευκας''».<br />
#«''Την εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού ήν περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος''» (Πράξ. 20,28). Εδώ, ο «''Κύριος και Θεός''» που γνωρίζουμε ότι μάτωσε, είναι ο ''Χριστός'' κατά τη [[Σταυρός|Σταύρωση]].<br />
#«''Ο χριστός το κατά σάρκα, ο ών επί πάντων Θεός ευλογητός εις τους αιώνας''» (Ρωμ. 9,5).<br />
#«''Ος εν μορφή Θεού υπάρχων, ουχ αρπαγμόν ηγήσατο τό είναι ίσα Θεώ''» (Φιλ. 2,6).<br />
#«''Ότι εν αυτώ κατοικεί παν το Πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς''» (Κολ. 2,9).<br />
#«''Κατά την χάριν του Θεού ημών και Κυρίου Ιησού Χριστού''» (Β' Θεσ. 1,12).<br />
#«''Προς δε τον Υιόν, "Ο θρόνος σου, ο Θεός, εις τον αιώνα τού αιώνος"''» (Εβρ. 1,8).<br />
#«''Εν δικαιοσύνη του Θεού ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού''» (Β' Πέτρ. 1,1).<br />
#«''Έλυεν τό σάββατον...ίσον εαυτόν ποιών τω θεώ''» (Ιω. 5,18). Το εδάφιο αυτό φανερώνει ότι τη διακήρυξη ισοθεΐας του Ιησού την αντιλαμβάνονταν και στο περιβάλλον του.<br />
#«''Εγώ και ο πατήρ έν εσμεν''» (Ιω. 10,30). Μάλιστα, στο άκουσμα των λόγων αυτών, οι Ιουδαίοι αντιλαμβάνονται διακήρυξη ισοθεΐας, και ετοιμάζονται να επιτεθούν στον Χριστό, λέγοντας: «''συ...ποιείς σεαυτόν θεόν''» (Ιω. 10,33).<br />
<br />
===Στην Ιερά Παράδοση===<br />
Όλη η αλήθεια για τον Χριστό, την οποία μαρτύρησε και ομολόγησε και ο ίδιος έχοντας πλήρη συνείδηση αυτής, διακηρύχθηκε από τους συγγραφείς της ''Καινής Διαθήκης'', κληροδοτήθηκε στην Εκκλησία εξ αρχής και μεταδόθηκε μέσω των [[Άγιος|Αγίων]], των [[Μάρτυρας|Μαρτύρων]], των [[Αποστολικοί Πατέρες|Αποστολικών Πατέρων]], των [[Απολογητές|Απολογητών]] και των επόμενων εκκλησιαστικών συγγραφέων και [[Πατρολογία|Πατέρων]]. Έτσι, ''"σύμπασα η αρχαία Εκκλησία"'', η ''Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία'', ομολογεί και κηρύττει διαμέσου των αιώνων και χωρίς διακοπή, Ιησού Χριστό Υιό του Θεού Μονογενή, ομοούσιο και συναΐδιο του Πατρός, πολύ πριν από την [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος|πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας]]. Και αυτό συμβαίνει επειδή ''"ό,τι υπάρχει ως αλήθεια στην Εκκλησία"'' υφίσταται ίδιο και απαράλαχτο ''"από τον Α' αιώνα μέχρι σήμερα"'', αφού ''"κάθε αποκεκαλυμμένη διδασκαλία είναι έργο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου"'', σωτηρία που ''"συντελείται αυθεντικά σε όλες τις εποχές"''. Άρα δεν είναι δυνατόν να δεχτούμε ότι η πίστη της Εκκλησίας υπόκειται σε οποιαδήποτε βελτίωση ή αύξηση με την πάροδο του χρόνου ή ότι με το πέρασμα του χρόνου ''"προστίθενται και νέαι αλήθειαι μη υπάρχουσαι πρότερον εν τη Εκκλησία"''<ref>Μουτσούλας Ηλίας, ''Εισαγωγή εις την Πατρολογίαν'' (σημειώσεις πανεπιστημιακών παραδόσεων), 2η έκδ., Αθήναι 1983, σελ. 24.</ref>, και κατά συνέπεια, κάθε δογματική διατύπωση και διδασκαλία των [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενικών Συνόδων]] ''"...ουχί μεταβολή εστίν εκ του χείρονος προς το βέλτιον, αλλά συμπλήρωσις του λείποντος κατά την προσθήκην της γνώσεως"''<ref>Μ. Βασιλείου, ''Προς Ευστάθιον'', PG 32, 829Β.</ref>. Για παράδειγμα, ''"η λέξις «ομοούσιος» δεν υπάρχει εις την Αγίαν Γραφήν ούτε εις τας πρώτας ομολογίας πίστεως. Ποίος όμως δύναται να ισχυρισθή ότι η πρώτη Εκκλησία αμφέβαλλε περί της θεότητος του Κυρίου; Ο Μέγας Αθανάσιος εις το «Περί της εν Νικαία Συνόδου» έργον του αναγράφει: «''εγώ μεν γαρ την αιτίαν και την διάνοιαν, καθ' ην η σύνοδος το εκ της ουσίας και το ομοούσιον συμφώνως τοις εκ των Γραφών και του Σωτήρος ειρημένοις και όσοι πρό αυτών εξέθεντο πατέρες και έγραψαν διηγησάμην''» (ΒΕΠ 31, 169)"''<ref>Μουτσούλας, ''Εισαγωγή...'', ό.π., σελ. 24-25.</ref>.<br />
<br />
===Χριστολογία<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 93-96. / Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Β', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 277-292. / Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, ''Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Α', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999 (c1973), σελ. 180-181.</ref>===<br />
[[Image:Pantokrator of Sinai.jpg|thumb|left|210px|Ο Ιησούς Χριστός<br><small>Aπεικόνιση εγκαυστικής τέχνης</small>]]<br />
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός υπάρχει με δύο φύσεις -ως τέλειος Άνθρωπος (απόλυτα αναμάρτητος) και τέλειος Θεός- και ένα πρόσωπο, αυτό του αΐδιου Λόγου, του μονογενούς Υιού του Θεού, του γεννηθέντα αχρόνως από την ουσία του Πατρός. Η ένωση των δύο φύσεων έγινε στη μήτρα της [[Παναγία|Παναγίας Παρθένου]], όπου η δύναμη του Θεού εμόρφωσε το έμβρυο, με το οποίο ενώθηκε αμέσως ο Λόγος του Θεού, χωρίς η ανθρώπινη φύση να υπάρξει στη ζωή έστω και μία χρονική στιγμή εκτός ενώσεως, ως πρόσωπο ξεχωριστό. Πρόσωπο (ή Υπόσταση) υπήρξε μόνο ένα (μία), αυτό του Λόγου του Θεού (γι αυτό η ένωση των φύσεων ονομάζεται ''"Υποστατική"''), ενώ οι δύο φύσεις δεν επηρέασαν διόλου η μία την ποιότητα της άλλης, και παρέμειναν πλήρεις χωρίς στο εξής ν' αποχωρίζονται η μία από την άλλη. Έτσι, η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει ότι, οι δύο φύσεις ενώθηκαν ''"ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως"''. <br />
<br />
Ο Χριστός είχε δύο φυσικά θελήματα και δύο ενέργειες. Ήθελε και ενεργούσε ενιαία και ως άνθρωπος και ως Θεός χωρίς η μία του ενέργεια να αντιτίθεται προς την άλλη. Μάλιστα, το ανθρώπινο θέλημα, χωρίς να αντιμάχεται και να εναντιώνεται, είναι αυτό που υποτάσσεται στο θείο, κατά τον τρόπο που εξαιτίας της ''Υποστατικής'' ενώσεως, η ανθρώπινη φύση ενωμένη με τη θεία, θεώθηκε.<br />
<br />
Από την ένωση των δύο φύσεων του Χριστού προκύπτει η έννοια της ''"αντιδόσεως των ιδιωμάτων"'', δηλ. η αναφορά όλων των ιδιοτήτων, ενεργειών και ονομάτων της θεότητας και της ανθρωπότητας, στο ένα πρόσωπο, του σαρκωμένου Λόγου. Αυτό σημαίνει ότι κάθε ιδιότητα και ενέργεια, είτε ανθρώπινη, είτε Θεία, και όλα τα ονόματα, τα Θεία και τα ανθρώπινα, αποδίδονται στον Χριστό ή το Λόγο, εφ' όσον ο Χριστός και ο Λόγος είναι ένα και το αυτό κατά την υπόσταση. Για παράδειγμα, τα ονόματα Προφήτης και Ιερεύς αφορούν την ανθρώπινη φύση, όμως εξαιτίας της ''αντιδόσεως των ιδιωμάτων'', αποδίδονται στον Λόγο. Έτσι και ο ''Κύριος της Δόξης'', εφόσον κατά τη σάρκωση έγινε ''Χριστός'', αναδρομικά, το όνομα Χριστός αναφέρεται και στον Θεό-Λόγο, των ''Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ'' της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς Διαθήκης]].<br />
<br />
Σχετικά με τον όρο [[Θεοτόκος]] που αποτελεί συνοπτική εκφορά του χριστολογικού δόγματος, η Ορθόδοξη Θεολογία δέχεται ότι η [[Παναγία]] γέννησε, όχι ασφαλώς τη θεία φύση του Χριστού, αλλά το Θεό ''"σαρκί"'', τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο. Οι δύο σαφείς και ξεχωριστές γεννήσεις του Χριστού, μία ως αΐδιος Υιός του Θεού και μία ως Υιός της Παρθένου δεν σημαίνουν ότι είχε και δύο υιότητες (εκδοχή του [[Νεστοριανισμός|Νεστοριανισμού]]). Δεν ήταν Υιός Θεού και Υιός της Παρθένου ξεχωριστά, αφού αυτό θα σήμαινε ότι είχε δύο πρόσωπα. Ο Χριστός είχε ένα και μόνο πρόσωπο, στο οποίο πρέπει μία λατρεία και μία προσκύνηση.<br />
<br />
==Ο Ιησούς Χριστός σύμφωνα με την Αγία Γραφή είναι...<ref>Τσιάκος Ηλίας, ''Θεματολογικό Ευρετήριο της Αγίας Γραφής'', έκδ. 2η αναθεωρημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2005, σελ. 399-404.</ref>==<br />
<div style="font-family: Palatino Linotype; font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Άγιος, άμωμος: ''Μάρκ. 1:24. Λουκ. 1:35, 4:34. Πράξ. 3:14, 4:30. Eβρ. 5:14. Α' Πέτρ. 1:19. Α' Ιωάν. 2:20, 3:3. Αποκ. 3:7.''<br />
*Άμπελος: ''Ιωάν. 15:1, 5.''<br />
*Άνθρωπος (έχει φυσικά και αδιάβλητα πάθη<ref>Δηλαδή, πάθη ανεπίληπτα, για τα οποία δεν μπορεί να διαβληθεί, να κατηγορηθεί: πείνα, δίψα κ.λπ..</ref>): ''Ματθ. 4:2, 13:55-56, 19:17, 21:18, 26:37, 39, 42, 27:46. Μάρκ. 3:5, 6:3, 8:34, 10:18, 11:12, 14:33-36. Ιωάν. 8:14, 12:27, 13:21. Ρωμ. 5:15. Α' Κορ. 15:47-49. Εβρ. 5:7.''<br />
*Όσιος: ''Εβρ. 7:26.''<br />
*Α και Ω: ''Κολ. 1:16-17. Αποκ. 22:13.''<br />
*Αΐδιος | αιώνιος | άναρχος | άχρονος: ''Λουκ. 1:33. Ιωάν. 1:15, 27, 17:5. Κολ. 1:16. Εβρ. 1:2, 7:3. Αποκ. 1:17-18.''<br />
*(Εκείνος που) Αίρει τας αμαρτίας: ''Ιωάν. 1:29.''<br />
*Αδάμ νέος: ''Ρωμ. 5:12 κ.ε. Α' Κορ. 15:45.''<br />
*Αθάνατος: ''Ιωάν. 14:19. Πράξ. 2:24, 13:34-37. Ρωμ. 6:9-10.''<br />
*Αλήθεια: ''Ιωάν. 14:6.''<br />
*Αμνός: ''Ιερ. 11:19. Ιωάν. 1:29, 36. Πράξ. 8:32. Α' Πέτρ. 1:19. Αποκ. 5:6, 12.''<br />
*Ανάσταση: ''Ιωάν. 11:25-26. Ρωμ. 6:9.''<br />
*Αναλλοίωτος: ''Εβρ. 13:8.''<br />
*Αναμάρτητος: ''Ησ. 53:9. Ιωάν. 8:46. Β' Κορ. 5:21. Εβρ. 4:15, 7:26. Α' Πέτρ. 2:22. Α' Ιωάν. 3:5.''<br />
*Ανατολή: ''Ζαχ. 3:8, 6:12-13. Ησ. 41:2. Ιερ. 23:5. Λουκ. 1:8.''<br />
*Αξιόπιστος: ''Β' Τιμ. 2:13.''<br />
*(Εκείνος που) Απέθανε υπέρ ημών: ''Γαλ. 2:20. Εφ. 5:2. Α' Θεσ. 5:10. Τίτ. 2:14.''<br />
*(Εκείνος που) Απέθανε υπέρ πάντων: ''Ρωμ. 8:32. Β' Κορ. 5:14-15. Α' Τιμ. 2:6.''<br />
*(Εκείνος που) Απέθανε υπέρ της Εκκλησίας: ''Εφ. 5:25-27.''<br />
*(Εκείνος που) Απέθανε υπέρ των αδυνάτων: ''Α' Κορ. 8:11.''<br />
*(Εκείνος που) Απέθανε υπέρ τών αμαρτιών ημών: ''Γαλ. 1:4.''<br />
*Αρχή: ''Κολ. 1:18. Αποκ. 3:14, 22:13.''<br />
*Αρχηγός ζωής: ''Πράξ. 3:15.''<br />
*Αρχηγός πίστεως: ''Εβρ. 12:2.''<br />
*Αρχηγός σωτηρίας: ''Εβρ. 2:10.''<br />
*Αρχηγός: ''Πράξ. 5:31:<br />
*Αρχιερεύς: ''Ζαχ. 5:13. Α' Κορ. 15:24. Εβρ. 2:17, 3:1-2, 4:14-16, 5:1-9, 7:23-28.''<br />
*Βασιλεύς: ''Ησ. 9:7. Ιερ. 23:5. Λουκ. 1:32-33. Ιωάν. 18:33-37. Α' Κορ. 15:24-25. Εβρ.1:8. Αποκ. 17:14.''<br />
*Δημιουργός: ''Ιωάν. 1:3, 10. Α' Κορ. 8:6. Εφ. 3:9. Κολ. 1:16. Εβρ. 1:2. Αποκ. 1:14.''<br />
*(Εκείνος που) Δι' αυτού τα πάντα: ''Ιωάν. 1:3. Α' Κορ. 8:6. Κολ. 1:16.''<br />
*Διδάσκαλος, καθηγητής: ''Ματθ. 7:28-29, 23:8,10. Μάρκ. 1:21-22, 6:2, 11:18. Λουκ. 4:22, 32. Ιωάν. 7:46, 13:13-14.''<br />
*Δικαίωσις| αγιασμός| απολύτρωσις των πιστών: ''Α' Κορ. 1:30.''<br />
*Δικαιοσύνη: ''Ψαλ. 84:12.''<br />
*Δύναμις Θεού: ''Α' Κορ. 1:24.''<br />
*Εικών Θεού: ''Β' Κορ. 4:4. Φιλ. 2:6. Κολ. 1:15. Εβρ. 1:3.''<br />
*Ειρήνη| ειρηνοποιός: ''Ησ. 9:6. Ίεζ. λδ' 29 ¦ Λουκ. 2:14. Κολ. 1:20. Εβρ. 2:14.''<br />
*Εκ γυναικός: ''Γαλ. 4:4.''<br />
*Εκ σπέρματος Δαβίδ: ''Ιωάν. 7:42. Πράξ. 13:23. Ρωμ. 1:3. Β' Τιμ. 2:8. Αποκ. 5:5.''<br />
*Εκλεκτός | ηγιασμένος του Πατρός: ''Λουκ. 23:35. Ιωάν. 10:36.''<br />
*Ελεήμων: ''Εβρ. 2:17.''<br />
*Ελευθερωτής: ''Ιωάν. 8:36-37.''<br />
*Ελπίς εθνών: ''Ησ. 11:10. Ματθ. 12:21. Ρωμ. 15:12.''<br />
*Εμμανουήλ: ''Ματθ. 1:23.''<br />
*Εν ομοιώματι ανθρώπων: ''Φιλ. 2:7.''<br />
*Επουράνιος: ''Α' Κορ. 15:47-49.''<br />
*(Εκείνος που) Ζει: ''Β' Κορ. 13:4.''<br />
*Ζωή | ζων | ζωοδότης: ''Ιωάν. 1:4, 5:21,26, 6:33-35, 50-51, 11:25, 14:6. Πράξ. 3:15. Α' Κορ. 15:22,45. Κολ. 3:4. Β' Τιμ. 1:10. Α' Ιωάν. 1:1-2, 5:11-12, 20. Αποκ. 1:17-18, 4:9-10.''<br />
*Θαυματοποιός: ''Ματθ. 12:38-39, 16:1-4. Μάρκ. 8:11-13. Λουκ. 11:16, 23:8. Ιωάν. 2:18- 6:30-31. Α' Κορ. 1:22.''<br />
*Θεός και ''o'' Θεός: ''Ιωάν. 1:1, 5:18, 10:33, 20:28. Πράξ. 20:28. Ρωμ. 9:5. Φιλ. 2:6. Κολ. 2:9. Β' Θεσ. 1:12. Τίτ. 2:13. Εβρ. 1:8. Β' Πέτρ. 1:1.''<br />
*(Εκείνος που) Κάτέβηκε στον άδη: ''Πράξ. 2:31. Α' Πέτρ. 3:19-20, 4:6.''<br />
*Καρδιογνώστης: ''Ματθ. 9:4. Μάρκ. 2:8. Λουκ. 5:22, 6:8. Ιωάν. 1:48, 2:24-25. Α' Κορ. 4:5.''<br />
*(Εκείνος που) Κατήργησε τον θάνατο: ''Β' Τιμ. 1:10.''<br />
*Κεφαλή της Εκκλησίας: ''Ματθ. 21:42. Α' Κορ. 11:3. Εφ. 1:22, 4:12,15-16· 5:23. Κολ. 1:18, 2:10, 18-19.''<br />
*Κριτής: ''Ματθ. 16:27, 25:31-46. Λουκ. 21:36. Ιωάν. 3:17-18, 5:22-27, 30, 8:15-16, 12:47-48. Πράξ. 10:42, 17:31. Ρωμ. 2:16, 14:10. Α' Κορ. 4:4-5. Β' Κορ. 5:10. 2:Τιμ. 4:1,8. Αποκ. 22:12.''<br />
*Κυβερνήτης: ''Κολ. 1:17. Εβρ. 1:3.''<br />
*Κύριος: ''Ματθ. 2:2, 22:41-45. Μάρκ. 12:36-37. Λουκ. 19:38, 20:42, 23:2-3. Ιωάν. 13:13-14. Πράξ. 2:36, 10:36. Ρωμ. 1:4, 4:24, 5:1, 21, 10:12. Β' Κορ. 4:5. Εφ. 3:11. Κολ. 2:6, 3:24. Α' Θεσ. 1:1, 3:11,13. Α' Τιμ. 1:2. Β' Τιμ. 1:2. Αποκ. 17:14, 19:16.''<br />
*Λόγος: ''Ιωάν. 1:1-5. Α' Ιωάν. 1:1-2, 2:13-14. Αποκ. 19:13.''<br />
*Μεσίτης: ''Α' Τιμ. 2:5. Εβρ. 8:6, 9:15, 12:24.''<br />
*Μεσσίας: ''Μιχ. 5:1-2. Ζαχ. 3:8, 6:12-13, 9:9-10. Μαλ. 4:1-6. Ησ. 11:1-10, 17:7. Ιεζ. 21:27, Δαν. 9:24-27. Ματθ. 11:2-6. Μάρκ. 1:24. Λουκ. 7:19-23. Ιωάν. 1:42, 4:25-26, 13:19. Πράξ. 3:20-21. Γαλ. 3:16-19. Α' Τιμ. 3:16.''<br />
*(Εκείνος που) Μετά την Ανάσταση κατέστη άφθαρτος και αθάνατος: ''Πράξ. 13:34.''<br />
*Νικητής του κόσμου: ''Ιωάν. 16:33.''<br />
*Νυμφίος: ''Ματθ. 9:15. Μάρκ. 2:19-20. Λουκ. 5:34-35. Ιων. 3:29. Β' Κορ. 11:2.''<br />
*Οδός: ''Ιωάν. 14:4-6.''<br />
*Παντογνώστης: ''Ιωάν. 21:17.''<br />
*Πηγή ζωής: ''Ιωάν. 6:57.''<br />
*(Εκείνος που) Πληροί τα πάντα: ''Εφ. 1:23.''<br />
*Ποιμήν: ''Μιχ. 5:3-8. Ιεζ. 34:23-25. Ματθ. 2:6, κς' 31. Μάρκ. 14:27. Λουκ. 15:1-7. Ιων. 10:6-11, 14-18, 26-28, 21:15-17. Εβρ. 13:20. Α' Πέτρ. 2:25, 5:4. Αποκ. 12:5, 19:15.''<br />
*Πράος: ''Ζαχ. 9:9. Ματθ. 11:29, 12:19, 21:5. Β' Κορ. 10:1.''<br />
*Προσκυνητός: ''Φιλ. 2:10.''<br />
*Προφήτης (ο): Ματθ. 21:11. Λουκ. 24:19. Ιωάν. 4:19, 6:14, 7:40-53, 9:17. Πράξ. 3:22-23, 7:37.''<br />
*Σημείον αντιλεγόμενον: ''Ματθ. 10:21-22, 34-38. Μάρκ. 13:12-13. Λουκ. 2:34' 11:30, 12:49-53. Ιωάν. 7:11-13, 40-52, 9:16. Πράξ. 14:4-5, 18:24-29. Ρωμ. 9:32-33. Α' Κορ. 1:18, 22-24. Β' Κορ. 2:15-17. Α' Πέτρ. 2:6-8.''<br />
*Σκάνδαλον: ''Ματθ. 13:57. Λουκ. 2:34. Ρωμ. 9:33. Α' Κορ. 1:23. Γαλ. 5:11. Α' Πέτρ. 2:7.''<br />
*Σοφία: ''Α' Κορ. 1:24, 30.''<br />
*Σωτήρ: ''Ματθ. 1:21. Λουκ. 2:11. Ιωάν. 3:17, 4:42. Πράξ. 4:12' 5:31, 13:23,26-27. Εφ. 1:7. Φιλ. 3:20. Α' Τιμ. 1:15, 2:6. Β' Τιμ. 1:10. Τίτ. 1:4, 3:6. Β' Πέτρ. 1:2,11, 2:20, 3:2,18.''<br />
*Σύνθρονος τω Πατρί: ''Πράξ. 7:56. Ρωμ. 8:34. Εφ. 1:20. Κολ. 3:1. Εβρ. 1:3, 8:1, 10:12, 12:2. Α' Πέτρ. 3:22. Αποκ. 5:13.''<br />
*Τέκτων: ''Ματθ. 13:55. Μάρκ. 6:3.''<br />
*Τέλειος: ''Εφ. 3:8.''<br />
*Ταπεινός: ''Ματθ. 11:29, 20:28, 21:3-5. Φιλ. 2:7-8.''<br />
*Το παν: ''Κολ. 3:11.''<br />
*Υιός Θεού: ''Ματθ. 3:17, 12:18-21· 14:33. Μάρκ. 1:1, 3:11, 14:61-62, 15:39. Λουκ. 1:32, 3:22, 4:41, 9:35, 20:41-44. Ιωάν. 1:14, 18, 34, 50, 3:16-18, 34-35, 5:36-37, 6:69, 11:25, 20:31. Πράξ. 3:13, 4:30, 8:37, 9:20, 13:33. Ρωμ. 1:3-4, 8:32, 15:6. Α' Κορ. 1:9, 3:23. Β' Κορ. 1:3,19. Γαλ. 1:16, 2:20, 3:4-6. Κολ. 1:13-15. Α' Θεσ. 1:10. Εβρ. 1:4-13, 3:6, 4:14, 6:6. Α' Ιωάν. 1:3-4,7, 2:22-23, 3:8,23, 4:9-10,14-15, 5:5-6, 9-13,20. Β' Ιωάν. 3. Αποκ. 1:13-16.''<br />
*Υιός ανθρωπου: ''Δαν. 7:13-14. Ματθ. 8:20, 17:9,12, 22, 20:28. Μάρκ. 8:31, 13:26, 14:21. Λουκ. 5:24, 7:34, 9:22, 12:8, 19:10, 21:27, Ιωάν. 1:52, 3:13-15, 4:6, 5:27, 12:34, 13:31. Πράξ. 7:55-56. Κολ. 2:9. Α' Τιμ. 2:5. Εβρ. 4:15.''<br />
*Χορηγός ζωής καί αφθαρσίας: ''Β' :Τιμ. 1:10.''<br />
*Χρηστός: ''Α' Πέτρ. 2:3.''<br />
*Χριστός (κεχρισμένος): ''Πράξ. 2:36, 10:38.''</div><br />
<br />
==Σύνοψη του επίγειου Βίου του Ιησού Χριστού<ref>Βλ. λήμμα: "Jesus Christ", ''Britannica Elementary Library'' της ''Encyclopædia Britannica 2006 Ultimate Reference Suite'' [DVD-ROM].</ref>==<br />
[[Image:Paralytic .jpg|250px|right|thumb|Το θαύμα του Παραλύτου]]<br />
Για τα γεγονότα της γέννησης του Ιησού Χριστού, οι πληροφορίες προέρχονται κυρίως από τα τέσσερα [[Ευαγγέλιο|Ευαγγέλια]], τα κείμενα δηλ., που ονομάστηκαν έτσι επειδή περιείχαν το χαρμόσυνο μήνυμα της γέννησης του Ιησού Χριστού, του Μεσσία και Σωτήρα. Τα τέσσερα Ευαγγέλια μαζί με άλλα 23 κείμενα-βιβλία που αναφέρονται στη ζωή και διδασκαλία του Ιησού και τη ζωή της πρώτης χριστιανικής κοινότητας, ονομάστηκαν [[Καινή Διαθήκη]].<br />
<br />
Σύμφωνα με την ''Καινή Διαθήκη'', ο [[αρχάγγελος Γαβριήλ]] επισκέφθηκε την μέλουσα μητέρα του Ιησού, τη [[Θεοτόκος|Θεοτόκο Μαρία]] και της είπε ότι θα φέρει στον κόσμο ένα ξεχωριστό παιδί, που θα ήταν ο ''Υιός του Θεού'', και μάλιστα με έναν ξεχωριστό τρόπο αφού θα ερχόταν στον κόσμο όχι με τη συμβολή ανδρός, αλλά με την θαυματουργή δύναμη του Θεού και την έλευση του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]].<br />
<br />
Έτσι, ο Ιησούς γεννήθηκε περίπου το 6 π.Χ. στη [[Βηθλεέμ]], μια πόλη της Παλαιστίνης. Κατόπιν, η [[Παναγία]] και ο σύζυγός της [[Ιωσήφ]], ένας πιστός άνθρωπος, μαραγκός στο επάγγελμα, πήραν τον Ιησού στην φτωχική κωμόπολη [[Ναζαρέτ]] και Εκείνος μεγάλωνε με τους γονείς του στη Ναζαρέτ ασκώντας το επάγγελμα του ξυλουργού όπως κι ο Ιωσήφ.<br />
<br />
Ο [[Ιωάννης ο Πρόδρομος|Ιωάννης ο Βαπτιστής ή Πρόδρομος]], είχε ξεκινήσει μια προσπάθεια να προετοιμάσει τον κόσμο για τον ερχομό του Μεσσία. Όταν ο Ιησούς ήταν περίπου 30 ετών, ο Ιωάννης τον βάπτισε μέσα στον [[Ιορδάνης|Ιορδάνη]] ποταμό καθώς αναγνώρισε στο πρόσωπό του τον αναμενόμενο Μεσσία. Όχι πολύ αργότερα από το γεγονός αυτό, ο Ιησούς ξεχώρισε μια ομάδα 12 πιστών μαθητών οι οποίοι θα τον βοηθούσαν να διαδώσει το μήνυμά της Σωτηρίας. Ο Ιησούς κήρυξε στον κόσμο της υπαίθρου, στους ναούς και στις πόλεις και μίλησε για την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχει άνθρωπος στο Θεό, δίδαξε τη συγχώρεση, την υιοθέτηση μιας στάσης ζωής που να αγκαλιάζει με αγάπη τον συνάνθρωπο και την οριστική λύτρωση του ανθρώπου από το κακό, την φθορά και τον θάνατο με την συμμετοχή του στην "Βασιλεία του θεού", στην αιώνια ζωή που συνεχίζεται μετά τον φυσικό θάνατο. Η διδασκαλία του, έκανε τον Ιησού σύντομα γνωστό και η φήμη του εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα, όχι μόνο στο βορρά και στις περιοχές της Γαλιλαίας άλλα και στο νότο με τα αστικά κέντρα και ιδιαίτερα στην ιερή πόλη του Ιουδαϊσμού, στα Ιεροσόλυμα. Τα Ευαγγέλια περιγράφουν και τα πολλά και διάφορα θαύματα που έκανε ο Ιησούς όπως η ανάσταση νεκρών και η θεραπεία αρρώστων, ώστε να πιστέψουν οι άνθρωποι στο Ευαγγέλιο. <br />
<br />
Το μήνυμα του Ιησού είχε μεγάλη επίδραση στους ακροατές του και πολλοί από αυτούς πίστεψαν ότι πράγματι αυτός ήταν ο Μεσσίας. Άλλοι πάλι θεώρησαν ότι απλά ήρθε να προετοιμάσει τον ερχομό του πραγματικού Μεσσία ενώ κάποιοι είπαν πως ήταν κάποιος παλιός προφήτης που ήρθε και πάλι στη γη για να διδάξει. Μια ομάδα Εβραίων θρησκευτικών ηγετών κατηγόρησε τον Ιησού επειδή τα Σάββατα, την ιερή ημέρα ανάπαυσης των Ιουδαίων, συνέχιζε την διδασκαλία του. Επίσης κάποιοι από αυτούς δυσανασχετούσαν επειδή ο Ιησούς πλησίαζε με καλοσύνη ανθρώπους που θεωρούνταν ανάξιοι και ασεβείς. Μια μερίδα από τους Εβραίους ηγέτες ανησύχησε μήπως αυτός, που πολλοί νόμιζαν για Μεσσία, ξεκινήσει κάποια εξέγερση ενάντια στους Ρωμαίους και έτσι υπάρξει αναταραχή. Έτσι, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πρέπει να θανατώσουν τον Ιησού και άρχισαν να ψάχνουν για οπαδούς του που θα ήταν πρόθυμοι να τον προδώσουν. Και βρήκαν τον μαθητή του Ιησού τον Ιούδα. <br />
[[Image:Crucifixion.jpg|250px|right|thumb|Το εκούσιο πάθος]]<br />
Τα Ευαγγέλια μας περιγράφουν πως ο Ιησούς γνώριζε ότι έπρεπε να προετοιμαστεί για το τέλος του. Πριν αυτό έλθει, ο Ιησούς Χριστός μάζεψε τους αποστόλους μαζί για ένα τελευταίο γεύμα, που είναι γνωστό ως [[Μυστικός Δείπνος]]. Εκεί εξήγησε στους μαθητές του ότι ο θάνατός του ήταν απαραίτητος επειδή θα καθιέρωνε μια νέα σχέση ανάμεσα στον Θεό και τους ανθρώπους. Πήρε το ψωμί και το κρασί από το τραπέζι, προσευχήθηκε και σε μια συγκινητική ατμόσφαιρα αποχαιρετισμού το μοίρασε στους αποστόλους του. Οι Χριστιανοί, σε ανάμνηση του γεγονότος αυτού έχουν καθιερώσει την λατρευτική τελετή της [[Θεία Ευχαριστία|Θείας Ευχαριστίας]].<br />
<br />
Μετά από το δείπνο, ο Ιησούς και οι απόστολοι πήγαν στο [[Όρος των Ελαιών]], ένα λόφο στην ανατολική πλευρά της [[Ιερουσαλήμ]], και στον κήπο της [[Γεσθημανή|Γεσθημανής]]. Σε αυτόν τον κήπο, ο μαθητής του Ιησού, [[Ιούδας Ισκαριώτης]], έφερε τους στρατιώτες για να συλλάβουν τον Ιησού. Αυτοί τον οδήγησαν μπροστά στους ηγέτες των Ιουδαίων, οι οποίοι πραγματοποίησαν μια σύντομη δίκη και τον καταδίκασαν σε θάνατο. Οι νόμοι όριζαν πως για να πραγματοποιηθεί μια θανατική ποινή θα έπρεπε να εγκριθεί από τον ρωμαϊκό κυβερνήτη της Ιουδαίας, [[Πιλάτος|Πόντιο Πιλάτο]]. Εκείνος, προσπάθησε να αθωώσει τον Ιησού καθώς δεν έβρισκε κάτι επιλήψιμο ενάντιά του. Μετά όμως από την απαίτηση του συγκεντρωμένου πλήθους, ο Πιλάτος καταδίκασε τον Ιησού σε θάνατο επάνω σε [[Σταυρός|σταυρό]]. Το βράδυ, πιστοί του Ιησού πήραν το νεκρό σώμα του και το τοποθέτησαν σε έναν τάφο, μετά όμως από τρεις ημέρες είχε εξαφανιστεί από εκεί και ο Ιησούς εμφανιζόταν κατά διαστήματα σε πολλούς από τους μαθητές του. Μετά το γεγονός αυτό της [[Ανάσταση|Ανάστασής]] του, πέρασε ακόμα 40 ημέρες στη γη και μετά [[Ανάληψη|Αναλήφθηκε]] δηλ. ανέβηκε προς τον ουρανό.<br />
<br />
Αν και η [[Βίβλος]] της αρχικής χριστιανικής κοινότητας αμέσως μετά το θάνατο του Ιησού εξακολούθησε να είναι η [[Παλαιά Διαθήκη]], σύντομα μετά το θάνατο και την [[ανάσταση]] Του, άρχισε να συμβαίνει κάτι εντυπωσιακό. Τα ''"λόγια του Ιησού"'' άρχισαν να θεωρούνται στο ίδιο επίπεδο με το λόγο του Θεού στην Π.Δ.:<br />
<br />
:«''Έχετε ακούσει την εντολή που δόθηκε παλιά στους προγόνους να μην κάνεις φόνο, κι' οποίος κάνει φόνο πρέπει να δικαστεί από το τοπικό δικαστήριο. '''Εγώ όμως σας λέω''' πως ακόμα κι' οποίος οργίζεται εναντίον του αδελφού του πρέπει να δικαστεί από το τοπικό δικαστήριο''»<ref>''Ματθ. 5, 21-22.''</ref>.<br />
<br />
Αυτή η ''"κανονικοποίηση"'' των λόγων του Ιησού από τη Ναζαρέτ, είναι φυσικό να προκαλεί το θαυμασμό, ο οποίος αν και έχει αμβλυνθεί με το πέρασμα των αιώνων, παραμένει όμως, ως γεγονός, εντυπωσιακό, ιδιαίτερα αν συνειδητοποιήσει κανείς το πόσο σύντομα μετά το θάνατο του Ιησού, συνέβη<ref>Marrow B. Stanley, ''Τα λόγια του Ιησού στα Ευαγγέλια'', (μτφρ. Α. Αγουρίδη) (Βασικές Αγιογραφικές Μελέτες #9), Άρτος Ζωής, ΑΘήνα 1986, σελ. 16-17.</ref>, με αποτέλεσμα, οι μαθητές και απόστολοί να διδάσκουν το μήνυμά Σωτηρίας του Λυτρωτή κατορθώνοντας, να το εξαπλώσουν στην τότε οικουμένη, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.<br />
<br />
==Ο βίος του Ιησού Χριστού, όπως εκτίθεται στα Ευαγγέλια<ref>Μουστάκης Βασίλειος, ''Λεξικό της Αγίας Γραφής'', Αθήναι 1955, σελ. 202-206.</ref>==<br />
<div style="font-family: Palatino Linotype; font-size:95%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><br />
*Ο Λόγος γίνεται σαρξ (''Ιωάν. 1:1-18'').<br />
*Οι γενεαλογικοί κατάλογοι των προπατόρων του Ιησού (''Ματθ. 1:2-17''. ''Λουκ. 3:32-38'').<br />
*Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου από τον αρχάγγελο Γαβριήλ (''Λουκ. 1:26-38'').<br />
*Ο μνήστωρ Ιωσήφ μπροστά στο μυστήριο της θείας σαρκώσεως (''Ματθ. 1:18-25. Λουκ. 2:1-7'').<br />
*Η Γέννηση και η προσκύνηση των ποιμένων (''Λουκ. 2:8-29'').<br />
*Η περιτομή και η Υπαπαντή (''Λουκ. 2:21-40'').<br />
*Η προσκύνηση των μάγων (''Ματθ. 2:1-12'').<br />
*Η φυγή στην Αίγυπτο και η επιστροφή στη Ναζαρέτ (''Ματθ. 2:13-23'').<br />
*Ο Ίησούς δωδεκαετής στα Ιεροσόλυμα, κατά το Πάσχα (''Λουκ. 2:41-52'').<br />
*Η Βάπτιση (''Ματθ. 3:13-17. Μάρκ. 1:9-11. Λουκ. 3:21'' κ.ε.).<br />
*Οι πειρασμοί στην έρημο (''Ματθ. 4:1-11. Μάρκ. 1:12'' κ.ε. ''Λουκ. 4:1-13'').<br />
*Η κλήση των πρώτων μαθητών (''Ιωάν. 1:19-51'').<br />
*Το πρώτο θαύμα στην Κανά (''Ιωάν. 2:1-12'').<br />
*Η εκκαθάριση του Ναού (''Ιωάν. 2:13-25'').<br />
*Η επίσκεψη του Νικόδημου (''Ιωάν. 3:1-21'').<br />
*Οι βαπτίσεις του Ιησού στην Ιουδαία (''Ιωάν. 3:22-36'').<br />
*Η διδασκαλία του στη Συχάρ της Σαμάρειας (''Ιωάν. 4:1-42'').<br />
*Επιστροφή στη Γαλιλαία (''Ιωάν. 4:43-54'').<br />
*Η πρώτη αποδοκιμασία του από τους Ναζαρηνούς (''Λουκ. 4:16-30'').<br />
*Εγκατάστασή του στην Καπερναούμ (''Ματθ. 4:13-16. Λουκ. 4:31'').<br />
*Κλήση του Πέτρου, του Ανδρέα, του Ιακώβου και του Ιωάννου στο αποστολικό αξίωμα (''Ματθ. 4:18-22. Μάρκ. 1:16-20. Λουκ. 5:1-11'').<br />
*Διδασκαλία του στη συναγωγή (''Μάρκ. 1:21 κ.ε. Λουκ. 4:31 κ.ε.'').<br />
*Εκδίωξη δαιμονίων (''Ματθ. 8:14-17. Μάρκ. 1:23-34. Λουκ. 4:33-41'').<br />
*Κήρυγμα σε διάφορα μέρη της Γαλιλαίας (''Ματθ. 4:23-25. Μάρκ. 1:35-39. Λουκ. 4:42-44'').<br />
*Εξάπλωση της φήμης του (''Ματθ. 8:2-4. Μάρκ. 1:40-45. Λουκ. 5:12-16'').<br />
*Ίαση του παραλυτικού και άφεσητων αμαρτιών (''Ματθ. 9:1-8. Μάρκ. 2:1-12. Λουκ. 5:17-26'').<br />
*Κλήση του Ματθαίου στο αποστολικό αξίωμα. Κατηγορία ότι συγχρωτίζεται αμαρτωλούς (''Ματθ. 9:9-13. Μάρκ. 2:13-17. Λουκ. 5:27-32'').<br />
*Κατηγορία για τη στάσι του απέναντι της νηστείας (''Ματθ. 9:14 - 17. Μάρκ. 2:18-22. Λουκ. 5:33-39'').<br />
*Κατηγορία ότι ασεβεί στο Σάββατο (''Ματθ. 12:1 - 14. 3:1-6. Λουκ. 6:1-11. Ιωάν. 5:1 -18'').<br />
*Εξάπλωση γενική της φήμης του (''Ματθ. 4:21, 2δ, 14:15-21. Μάρκ. 3:7-12. Λουκ. 6:17-19'').<br />
*Εντολές στους δώδεκα (''Ματθ. 10:1-4. Μάρκ. 3:13-19. Λουκ. 6:12 - 19'').<br />
*Η επί του Όρους Ομιλία (''Ματθ. 5:1-8:1. Λουκ. 6:20-49'').<br />
*Η πίστη του Ρωμαίου εκατοντάρχου (''Ματθ. 8:5-13. Λουκ. 7:1-10'').<br />
*Ο λαός για τον Ιησού (''Λουκ. 7:11-17'').<br />
*Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής για τον Ιησού (''Ματθ. 11:2-30. Λουκ. 7:18-35'').<br />
*Η αμαρτωλή και ο Φαρισαίος (''Λουκ. 7:36-50'').<br />
*Οι γυναίκες της Γαλιλαίας (''Λουκ. 8:1-3'').<br />
*Η περί συνεργία του διαβόλου κατηγορία (''Μάρκ. 3:20-30'').<br />
*Οι θρησκευτικοί ηγέτες (''Ματθ. 12:22-45. Μάρκ. 3:22-30. Λουκ. 11:14-32'').<br />
*Σχετικά με ποιους συνδέεται (''Ματθ. 12:46-50. Μάρκ. 3:31-35. Λουκ. 8:19-21'').<br />
*Οι παραβολές της βασιλείας (''Ματθ. 13:1-53. Μάρκ. 4:1-34. Λουκ. 8:4-18'').<br />
<br />
''Η πίστη μέσα στην κατά Χριστό ζωή'':<br />
*α) η κατάπαυση της θύελλας (''Ματθ. 8:18-27. Μάρκ. 4:35-41. Λουκ. 8:22-25'').<br />
*β) Ο γαδαρηνός δαιμονιζόμενος (''Ματθ. 8:28-34. Μάρκ. 5:1-20. Λουκ. 8:26-39'').<br />
*γ) η θυγατέρα του Ιαείρου και η αιμορροούσα γυναίκα (''Ματθ. 9:18-26. Μάρκ. 5:21-43. Λουκ. 8:40-50'').<br />
*δ) οι δύο τυφλοί και ο κωφός δαιμονιζόμενος (''Ματθ. 9:27-34'').<br />
<br />
<br />
*Η δεύτερη αποδοκιμασία του Ιησού από τους κατοίκους της Ναζαρέτ (''Ματθ. 13:54-58. Μάρκ. 6:1-β'').<br />
*Καθοδήγηση στους δώδεκα μαθητές (''Ματθ. 9:36-11:1. Μάρκ. 6:7-13. Λουκ. 9:1-6'').<br />
*Αναφορές των μαθητών στον Ιησού (''Μάρκ. 6:30 κ έξ. Λουκ. 9:10'').<br />
*Διδασκαλία και χορτασμός του πλήθους (''Ματθ. 14:13-21. Μάρκ. 6:32-46. Λουκ. 9:10-17. Ιωάν. 6:1-15'').<br />
*Άρνηση του Ιησού να γίνη βασιλέας, περπάτημα στα ύδατα κι επιστροφή στη Γεννησαρέτ (''Ματθ. 14:22-36. Μάρκ. 6:45-56. Ιωάν. 6:15-24'').<br />
*Διδαχή για τον άρτο της ζωής (''Ιωάν. 6:25-71'').<br />
*Καταδίκη της παραδόσεως των πρεσβυτέρων (''Ματθ. 15:1-20. Μάρκ. 7:1-23'').<br />
*Κήρυγμα ως τα όρια της Τύρου και της Σιδώνος, ίαση της θυγατράς της Συροφοινίκισσας (''Ματθ. 15:21-28. Μάρκ. 7:24-30'').<br />
*Στη Δεκάπολη. Ίαση του κωφαλάλου (''Ματθ' 15:29-31. Μάρκ. 7:31-37'').<br />
*Χορτασμός των τετρακισχιλίων, αναχώρηση για τη Δαλμανουθά (''Ματθ. 15:32-39. Μάρκ. 8:1-10'').<br />
*Ομιλία κατά των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων (''Ματθ. 16:1 -12. Μάρκ. 8:11-21'').<br />
*Διάβαση από την περιφέρεια της Καισαρείας του Φιλίππου (''Ματθ. 16:13. Μάρκ. 8:27'').<br />
*Η ομολογία του Πέτρου (''Ματθ. 16:14-20. Μάρκ. 8:28-30. Λουκ. 9:18-20'').<br />
*Πρώτη πρόρρηση για τα πάθος και την Ανάστασι (''Ματθ. 16:21-28. Μάρκ. 8:31-9:1. Λουκ. 9:21-27'').<br />
*Η Μεταμόρφωση (''Ματθ. 17:1-13. Μάρκ. 9:2-13. Λουκ. 9:28-36'').<br />
*Ίαση του επιληπτικού παιδός (''Ματθ. 17:14-21. Μάρκ. 9:14-29. Λουκ. 9:37-43'').<br />
*Δεύτερη πρόρρηση του Πάθους και της Αναστάσεως (''Ματθ. 17:22 κ.ε. Μάρκ. 9:30-32. Λουκ. 9:43-45'').<br />
*Επιστροφή στην Καπερναούμ. Ο φόρος του διδράχμου (''Ματθ. 17:24-27'').<br />
*Διδαχή για την ταπεινοφροσύνη κ.λ.π. (''Ματθ. ιη'. Μάρκ. 9:33-50. Λουκ. 9:46-50'').<br />
*Στα Ιεροσόλυμα, κατά την εορτή της Σκηνοπηγίας, συνάντηση με τους αντιπάλους του (''Ιωάν. 7:1-52'').<br />
*Διαξιφισμοί με τους Ιουδαίους, στον Ναό (''Ιωάν. 8:12-59'').<br />
*Ίαση του εκ γενετής τυφλού (''Ιωάν. 9:1-41'').<br />
*Ομιλία για το ποίμνιο και τους ποιμένες (''Ιωάν. 10:1-21'').<br />
*Στην εορτή των εγκαινίων, στα Ιεροσόλυμα (''Ιωάν. 10:22-42'').<br />
*Αναχώρηση από τη Γαλιλαία για το κήρυγμα πέραν του Ιορδάνη (''Ματθ. 19:1'' κ.ε. ''Μάρκ. 10:1. Λουκ. 9:51-62'').<br />
*Η αποστολή των εβδομήκοντα μαθητών (''Λουκ. 10:1-24'').<br />
*Λόγοι για τον γάμο και το διαζύγιο (''Ματθ' 19:3-12. Μάρκ. 10:2-12'').<br />
*Η ευλογία των μικρών παιδιών (''Ματθ. 19:13-15. Μάρκ. 10:13-15. Λουκ. 18:15-17'').<br />
*Οι πλούσιοι και η βασιλεία των ουρανών (''Ματθ. 19:16-30. Μάρκ. 10:17-31. Λουκ.18:18-30'').<br />
*Οι εργάτες του αμπελώνα (''Ματθ. 20:1-16'').<br />
*Τρίτη πρόρρηση του θανάτου και της αναστάσεως του (''Ματθ. 20:17-19. Μάρκ.10:32-34. Λουκ. 18:31-34'').<br />
*Ταπεινοφροσύνη και χριστιανική δόξα (''Ματθ. 20:20-28. Μάρκ. 10:35-45. Λουκ. 22:24-27'').<br />
*Ο τυφλός της Ιεριχούς (''Μα:θ. 20:29-34. Μάρκ. 10:46 - 52. Λουκ. 18:35-43'').<br />
*Η μετάνοια του Ζακχαίου (''Λουκ. 19:1-10'').<br />
*Η έγερση του Λαζάρου, στη Βηθανία (''Ιωάν. 11:1-44'').<br />
*Οι εχθροί του προετοιμάζουν τον θάνατο του (''Ιωάν. 11:45-53'').<br />
*Δείπνος πρός τιμή του, στη Βηθανία (''Ιωάν. 12:1-11'').<br />
*Θριαμβευτική είσοδος στα Ιεροσόλυμα (''Ματθ. 21:1 - 11. Μάρκ. 11:1-11. Λουκ.19:29-44. Ιωάν. 12:12-19'').<br />
*Ξήρανση της άκαρπου συκής (''Ματθ. 21:18-22. Μάρκ. 11:12-14, 20-25'').<br />
*Εκκαθάριση του Ναού (''Ματθ. 21:12-17. Μάρκ. 11:15-19. Λουκ. 19:45-48'').<br />
*Ιερείς, Γραμματείς και Πρεσβύτεροι διαμφισβητούν την εξουσία του Ιησού (''Ματθ. 21:23-27. Μάρκ. 11:27-33. Λουκ. 20:1-8'').<br />
<br />
<br />
''Οι παραβολές για την απιστία του Ισραήλ'':<br />
*α) η παραβολή των δύο υιών (''Ματθ. 21:28-32'').<br />
*β) η παραβολή των κακών γεωργών (''Ματθ. 21:33 - 46. Μάρκ. 12:1-12.Λουκ. 20:9-19'').<br />
*γ) η παραβολή των κεκλημένων στον δείπνο (''Ματθ. 22:1-14'').<br />
<br />
<br />
*Συζήτηση με τους φαρισαίους για τον φόρο στόν Καίσαρα (''Ματθ. 22:15-22. Μάρκ.12:13-17 Λουκ. 20:20-26'').<br />
*Οι Σαδδουκαίοι και η ανάσταση των νεκρών (''Ματθ. 22:23-33. Μάρκ. 12:18-27. Λουκ. 20:27-38'').<br />
*Ο Γραμματεύς και η μεγίστη εντολή (''Ματθ. 22:34-40. Μάρκ. 12:28-34. Λουκ. 20:39'' κ.ε.).<br />
*Ο Ιησούς ρωτά για τον Μεσσία (''Ματθ. 22:41-46. Μάρκ. 12:35-37. Λουκ. 20:41-44'').<br />
*Τα ουαί εναντίον των Γραμματέων και των Φαρισαίων (''Ματθ. 23:1 - 39. Μάρκ. 12:38-40. Λουκ. 20:45-47'').<br />
*Ο οβολός της χήρας (''Μάρκ. 12:41-44. Λουκ. 21:1-4'').<br />
*Οι Έλληνες ζητούν να γνωρίσουν τον Ιησού (''Ιωάν. 12:20-36'').<br />
*Οι Ιουδαίοι τον αποκηρύττουν (''Ιωάν. 12:37-50'').<br />
*Συζήτηση για το ποιος είναι (''Ματθ. 24:1-51. Μάρκ. 13:1 - 37. Λουκ. 21:5-38'').<br />
*Η παραβολή των δέκα παρθένων (''Ματθ. 25:1-13'').<br />
*Η παραβολή των ταλάντων (''Ματθ. 25:14-30'').<br />
*Λόγια για την επερχόμενη κρίση (''Ματθ. 25:31-46'').<br />
*Ο Ιούδας κινείται κατά του Διδασκάλου (''Ματθ. 26:1-5, 14, 16. Μάρκ. 14:1'' κ.ε., ''10'' κ.ε. ''Λουκ. 22:1-6'').<br />
*Η προετοιμασία για το Πάσχα (''Ματθ. 26:17 -19. Μάρκ. 14:12-16. Λουκ. 22:7-13'').<br />
*Ο Νιπτήρ (''Ιωάν. 13:1-20'').<br />
*Ο Μυστικός Δείπνος και ο προδότης (''Ματθ. 26:20 - 25. Μάρκ. 14:17-21. Ιωάν. 13:21-35'').<br />
*Η θεία ευχαριστία (''Ματθ. 26:26-29. Μάρκ. 14:22-25. Λουκ. 22:14-23'').<br />
*Υποσχέσεις του Πέτρου, ότι δεν θα παρατήσει τον διδάσκαλο (''Ματθ. 26:30-35. Μάρκ. 14:26 -31. Λουκ. 22:31-38. Ιωάν. 13:36-38'').<br />
*Αποχαιρετιστήριος ομιλία στους μαθητές (''Ιωάν. 14-16'').<br />
*Η Δεσποτική προσευχή (''Ιωάν. 17'').<br />
*Η αγωνία στη Γεθσημανή (''Ματθ. 26:36-46. Μάρκ. 14:32-42. Λουκ. 22:40-46. Ιωάν. 18:1'').<br />
*Η σύλληψη (''Ματθ. 26:46-56. Μάρκ. 14:43-52. Λουκ. 22:47-53. Ιωάν. 18:2-12'').<br />
<br />
<br />
''Η δίκη του Ιησού στις ιουδαϊκές εξουσίες'':<br />
*α) μπροστά στον Άννα (''Ιωάν. 18:13,19-24'').<br />
*β) μπροστά στον Καϊάφα (''Ματθ. 26:57-67. Μάρκ. 14:53-65. Λουκ. 22:54. Ιωάν. 18:2'').<br />
*γ) στο Συνέδριο (''Ματθ. 27:1. Μάρκ. 15:1. Λουκ. 22:66-71'').<br />
*Η άρνηση του Πέτρου (''Ματθ. 26:69-75. Μάρκ. 14:66-72. Λουκ. 22:55-62. Ιωάν. 18:15-18, 25-27'').<br />
<br />
<br />
''Η δίκη του στις κοσμικές εξουσίες'':<br />
*α) μπροστά στον Πιλάτο (''Ματθ 27:2, 11-14. Μάρκ. 15:2-5. Λουκ. 23:1-5. Ιωάν. 18:28-38'').<br />
*β) μπροστά στον Ηρώδη (''Λουκ. 23:6-12'').<br />
*γ) μπροστά στον Πιλάτο πάλι (''Ματθ. 27:15-26. Μάρκ. 15:6-15. Λουκ. 23:13-25. Ιωάν. 18:38-40'').<br />
<br />
<br />
*Περιπαίζεται από τους στρατιώτες (''Ματθ. 27:27-31. Μάρκ. 15:16-20. Ιωάν. 19:2'').<br />
*Η απόφαση της σταυρώσεως (''Ιωάν. 19:16'').<br />
*Η πορεία προς τον Γολγοθά (''Ματθ. 27:32. Μάρκ. 15:21. Λουκ. 23:26-32. Ιωάν. 19:17'').<br />
*Η σταύρωση (''Ματθ. 27:33-44. Μάρκ. 15:22-32. Λουκ. 23:33. Ιωάν. 19:18-24'').<br />
<br />
''Οι επτά λόγοι του Σταυρού'':<br />
*α) «Πάτερ, άφες αυτοίς...» (''Λουκ. 23:24'')<br />
*β) «Σήμερον...μετ' εμού εν τω παραδείσω» (''Λουκ. 23:39-43'').<br />
*γ) «Γύναι...Ο υιός σου» (''Ιωάν. 19:25-27'').<br />
*δ) «θεέ μου...ινατί...» (''Ματθ. 27:46. Μάρκ. 15:33-39'').<br />
*ε) «Διψώ» (''Ιωάν. 19:28'' κ.ε.).<br />
*στ) «Τετέλεσται» (''Ιωάν. 19:30'').<br />
*ζ) «Πάτερ, εις χείρας σου...» (''Λουκ. 23:44-49'').<br />
<br />
<br />
[[Image:Pascha.jpg|200px|right|thumb|Η Ανάσταση]]<br />
*Η ταφή (''Ματθ. 27:57-61. Μάρκ. 15:42-47. Λουκ. 23:50 - 56. Ιωάν. 19:38-42'').<br />
*Η φύλαξη του τάφου από την κουστωδία (''Ματθ. 27:63-66'').<br />
*Ο ανεωγμένος τάφος κι ο αναστάς Χριστός (''Ματθ. 28:1-10. Μάρκ. 16:1-8. Λουκ. 24:1-12. Ιωάν. 20:1-10'').<br />
*Η εμφάνιση του Χριστού στο Εμμαούς (''Λουκ. 24:13-35'').<br />
*Η εμφάνισή του στην Ιερουσαλήμ (''Λουκ. 24:36-43. Ιωάν. 20:19-25'').<br />
<br />
<br />
''Οι κατοπινές εμφανίσεις του'':<br />
*α) στους μαθητές και στον Θωμά (''Ιωάν. 20:26-29'').<br />
*β) στους επτά μαθητές, στη λίμνη (''Ιωάν. 21:1-23'').<br />
*γ) στούς ένδεκα μαθητές, σ' ένα βουνό της Γαλιλαίας (''Ματθ. 28:16-20'').<br />
*δ) στην Ανάληψη (''Λουκ. 24:50-53'').</div><br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
[[Κατηγορία:Θεολογία]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ι]]<br />
<br />
[[en:Jesus Christ]]<br />
[[es:Jesucristo]]<br />
[[fr:Jésus Christ]]<br />
[[mk:Господ Исус Христос]]<br />
[[pt:Jesus Cristo]]<br />
[[ro:Iisus Hristos]]<br />
[[ru:Иисус Христос]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:%CE%A4%CE%AC%CE%BE%CE%B7_%CF%84%CF%89%CE%BD_%CE%A0%CF%81%CE%BF%CF%86%CE%B7%CF%84%CF%8E%CE%BD&diff=20820Κατηγορία:Τάξη των Προφητών2019-07-21T00:34:56Z<p>EGobi: +pt,ro</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Άνθρωποι|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Κλήρος|Π]]<br />
<br />
[[en:Category:Prophets]]<br />
[[pt:Categoria:Profetas]]<br />
[[ro:Categorie:Prooroci]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%91%CE%B9%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82_%CE%9C%CE%AC%CF%81%CF%84%CF%85%CF%81%CE%B1%CF%82&diff=20819Αιμιλιανός Μάρτυρας2019-07-19T01:39:46Z<p>EGobi: +pt,ro</p>
<hr />
<div>Ο '''Άγιος Αιμιλιανός''' είναι [[μάρτυρας]] της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθοδόξου Εκκλησίας]]. Η καταγωγή του ήταν από το ''Δορόστολον''<ref>''"...είναι πόλη Μοισίας της εν τη Θράκη."'' ([[Νικόδημος Αγιορείτης|Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου]], «''Συναξαριστής των Δώδεκα μηνών του Ενιαυτού''», Έκδόσεις Δόμος, Αθήνα 2005 τόμος Γ, σελ. 348)</ref> και ήταν δούλος ενός ειδωλολάτρη. Κατά τους χρόνους που Αυτοκράτορας της ''Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας'' ήταν ο ''Ιουλιανός ο Παραβάτης'' και ''βικάριος''<ref>Διοικητής της Θράκης</ref> ο ''Καπετωλίνος'', και συγκεκριμένα το έτος 361, μπήκε ο ''Άγιος'' μέσα σε έναν ειδωλολατρικό ναό και με ένα σφυρί συνέτριψε όλα τα είδωλα. Μετά από αυτό, οι αρχές της πόλεως συνέλαβαν πολλούς και τους βασάνιζαν για να βρούνε ποιός έκανε αυτήν την πράξη. Τότε ο ''Άγιος'', παρουσιάστηκε μόνος του και ομολόγησε ότι αυτός κατέστρεψε τα είδωλα. Ταυτόχρονα έλεγξε και τον ''βικάριο'' για την πίστη του στους ψεύτικους θεούς. Τότε τον μαστίγωσαν και τον έριξαν στην πυρά. Ο ''Άγιος Αιμιλιανός'' παρέδωσε το πνεύμα παραμένοντας όμως το σώμα του άκαυστο<ref>"Περί του Αγίου Αιμιλιανού τούτου γράφει ο Θεοδώρητος, εν βιβλίω τρίτω, κεφάλ. έκτο της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, ταύτα ''«Εν Δοροστόλω, πόλις δε αύτη της Θράκης επίσημος, Αιμιλιανός ο νικηφόρος αγωνιστής, υπό Καπετωλίνου του της Θράκης απάσης άρχοντος, παρεδόθη πυρά.»'' Σημειώσαι, ότι εν τη Μεγίστη Λαύρα σώζεται το Μαρτύριον τούτου ελληνικόν, ου η αρχή ''«Βασιλεύοντος του ασεβεστάτου Ιουλιανού»''. ([[Νικόδημος Αγιορείτης|Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου]], «''Συναξαριστής των Δώδεκα μηνών του Ενιαυτού''», Έκδόσεις Δόμος, Αθήνα 2005 τόμος Γ, σελ. 349)</ref>. Η μνήμη του εορτάζεται στις [[:Πρότυπο: 18 Ιουλίου|18 Ιουλίου]].<br />
<br />
==Στίχοι==<br />
<div lang="grc" class="polytonic" style="font-family: Verdana, Arial, Helvetica, sans-serif;"><br />
Αιμιλιανός ανθράκων βληθείς μέσον.<br />
<br />
Ον Ησαΐας είδεν άνθρακα βλέπει.<br />
<br />
Ογδοάτη δεκάτη καύσαν πυρί Αιμιλιανόν.<br />
<br />
</div><br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
* [[Νικόδημος Αγιορείτης|Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου]], «''Συναξαριστής των Δώδεκα μηνών του Ενιαυτού''» , Έκδόσεις ''Δόμος''<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Α]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες|Α]]<br />
[[Κατηγορία:Συναξαριστής|Α]]<br />
[[Κατηγορία:4ος αιώνας|Α]]<br />
{{Συναξάρι}}<br />
<br />
[[pt:Emiliano de Doróstoro]]<br />
[[ro:Emilian de la Durostor]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:%CE%98%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1&diff=20818Κατηγορία:Θεολογία2019-07-13T03:43:24Z<p>EGobi: -el</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Κατηγορίες]]<br />
<br />
[[en:Category:Theology]]<br />
[[es:Categoría:Teología]]<br />
[[fr:Catégorie:Théologie]]<br />
[[pt:Categoria:Teologia]]<br />
[[ro:Categorie:Teologie]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:%CE%98%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1&diff=20817Κατηγορία:Θεολογία2019-07-13T03:42:39Z<p>EGobi: +el,en,es,fr,pt,ro</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Κατηγορίες]]<br />
<br />
[[el:Κατηγορία:Θεολογία]]<br />
[[en:Category:Theology]]<br />
[[es:Categoría:Teología]]<br />
[[fr:Catégorie:Théologie]]<br />
[[pt:Categoria:Teologia]]<br />
[[ro:Categorie:Teologie]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%94%CE%84_%CE%9F%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%A3%CF%8D%CE%BD%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CF%82&diff=20816Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος2019-07-13T01:48:21Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>'''Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος''' ή '''Σύνοδος της Χαλκηδόνας''', αποκαλείται η [[Εκκλησιαστική Σύνοδος|εκκλησιαστική σύνοδος]] που διενεργήθηκε στο ομώνυμο προάστιο της Κωνσταντινούπολης, το 451. Συνεκλήθη από τους αυτοκράτορες ''Μαρκιανό'' και ''Πουλχερία'', προήδρευσαν οι παπικοί αντιπρόσωποι και ο ''Κωνσταντινουπόλεως Ανατόλιος'' και ως κύριο στόχο είχε «''την καταδίκη της αντιθέτου προς το [[νεστοριανισμός|νεστοριανισμό]] αιρέσεως του [[μονοφυσιτισμός|μονοφυσιτισμού]]''»<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 157</ref>.<br />
<br />
Οι χριστολογικές τάσεις των δύο μεγάλων θεολογικών σχολών παρά τη σημαντική συμφωνία στα πλαίσια του «''Όρου των Διαλλαγών''» συνέχιζαν να κινούνται προς αποκλίνουσες κατευθύνσεις. Άλλωστε «''η ασάφεια του Όρου των Διαλλαγών ήταν συνέπεια των διαφορετικών προϋποθέσεων των δύο θεολογικών παραδόσεων, καθώς η επιλεκτική ορολογία του προσφερόταν για ποικίλες θεολογικές αξιολογήσεις''»<ref>Βλασσίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 620</ref>, τη στιγμή που βασικό πρόβλημα παρέμενε η σύγχυση των όρων ''πρόσωπο'' και ''υπόσταση''. Η ''Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος'' μετά από μια ταραχώδη περίοδο ήρθε ως το αναγκαίο επιστέγασμα της διασφάλισης της καθολικής πλειοψηφίας του σώματος των μελών της εκκλησίας ως προς την απόρριψη κάθε μονοφυσιτικής ή ακραίας δυοφυσιτικής ορολογίας, την επικύρωση στην πίστη του [[Σύμβολο της Πίστεως|συμβόλου της Πίστεως]] τόσο της Νίκαιας, όσο και της [[Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)|Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης]], τη θέσπιση του διοικητικού καταστατικού κανόνα της ορθοδόξου εκκλησίας σύμφωνα με το λεγόμενο μητροπολιτικό σύστημα και την οριστική επίλυση του χριστολογικού ζητήματος, το οποίο για περισσότερο από 80 έτη βρέθηκε στο προσκήνιο της θεολογικής διαμάχης στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.<br />
{{Οικουμενική σύνοδος<br />
|Όνομα_συνόδου=Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος <br />
|Ημερομηνία_συνοδου=451<br />
|Τόπος=Χαλκηδόνα Κωνσταντινουπόλεως<br />
|Αποδεκτή_από=[[Ορθόδοξη Εκκλησία]], [[Καθολική εκκλησία]], [[Αγγλικανική εκκλησία]], [[Λουθηρανισμός]].<br />
|Προηγούμενη=[[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος (Έφεσος)]]<br />
|Επόμενη=[[Ε΄ Οικουμενική Συνόδος|Ε΄ Οικουμενική Συνόδος (Β΄ Κωνσταντινούπολης)]]<br />
|Συγκλήθηκε_από=[[Μαρκιανός]] και [[Πουλχερία]]<br />
|Προήδρευσε=[[Ανατόλιος Κωνσταντινουπόλεως]], αντιπρόσωποι του Πάπα<br />
|Συμμετοχή=Περίπου 630 [[Επίσκοπος|επίσκοποι]].<br />
|Λόγοι_σύγκλησης=[[Νεστοριανισμός]],<br>[[Μονοφυσιτισμός]]<br>Υπόσταση [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]]<br>Διοκητική οργάνωση της Εκκλησίας}}<br />
== Η πορεία προς τη σύνοδο ==<br />
<br />
===Εισαγωγή===<br />
<br />
Κατά τη [[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο]] αντιμετωπίστηκε συνοδικώς για πρώτη φορά από το σύνολο του εκκλησιαστικού πληρώματος, το πρόβλημα της φύσεως και της ενώσεως θεϊκής και ανθρωπίνης φύσεως, στο πρόσωπο του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]]. Σε αυτή τη σύνοδο η κύρια προσπάθεια των συνοδικών πατέρων ήταν ο ορισμός μιας κοινής θεολογικής διατύπωσης του ''χριστολογικού δόγματος'', διότι οι δύο μεγάλες θεολογικές παραδόσεις, απέκλιναν με βάση τη θεολογική τους προσέγγιση στο ζήτημα της ενώσεως του Λόγου με την ανθρώπινη φύση. Το πρώτο έναυσμα όμως είχε δοθεί από τον ''Απολλινάριο'', ένα σεβαστό [[Επίσκοπος|επίσκοπο]] της εκκλησίας, που είχε διεξάγει σημαντικό αγώνα κατά του [[Αρειανισμός|Αρειανισμού]]. Οι θέσεις του ''Απολλινάριου'' στην προσπάθεια αναίρεσης του ''Αρειανισμού'', δε παρέμειναν στα συνήθως αυστηρά πλαίσια της ''τριαδολογίας'', αλλά επεκτάθηκαν και σε άλλα ζητήματα της αιρετικής διδασκαλίας του Αρείου, όπως τη χριστολογία του, η οποία πέρα από την υποστήριξη της κτιστότητας τού Υιού και την κατωτερότητά του, κερμάτιζε και την ανθρωπότητα τού Ιησού, αφού δε δεχόταν ψυχή στην ενωθείσα υπόστασή Του. Ο ''Απολλινάριος'', όμως στην προσπάθεια αυτή, διατύπωσε την θέση πως ο [[Ιησούς Χριστός|Ιησούς]] έχει μεν ψυχή, αλλά κατά το πλατωνικό τριμερές πρότυπο, όχι ''λογική ψυχή'', που τη θέση της κατέλαβε ο Λόγος. Η εκκλησία καταδίκασε την διδασκαλία αυτή, αντιμετωπίζοντας με ιδιαίτερη ευαισθησία το σεβάσμιο πρόσωπό του, το οποίο δε δέχθηκε προσωπικό αναθεματισμό. Ο [[Απολλιναρισμός]] όμως διετέλεσε τον πρόδρομο του ''μονοφυσιτισμού'', δηλαδή της ακριβώς αντίθετης χριστολογικής προσέγγισης ως προς το νεστοριανισμό στο ζήτημα της εκκλησιαστικής χριστολογίας, αφού δεχόταν πως εφόσον υπάρχουν δύο φύσεις, θα έπρεπε αντιστοίχως να υπάρχουν και δύο πρόσωπα και εφόσον κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, ανθρώπινη φύση αφομοιώθηκε (όχι όμως και απαλείφθηκε) από τη θεϊκή.<br />
<br />
=== Οι λόγοι και το ιστορικό της σύγκλησης ===<br />
<br />
Ο «''Όρος των Διαλλαγών''», μετά την ''Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο'' είναι βέβαιο πως μπορεί να ικανοποίησε τις μετριοπαθείς προσεγγίσεις των θεολογικών σχολών, κάτι τέτοιο όμως δε συνέβη και με τις ακραίες τάσεις, οι οποίες θεωρούσαν τον όρο ως έκπτωση. Η αρχή μάλιστα δόθηκε από τους ''Αντιοχειανούς θεολόγους'', οι οποίοι παρερμήνευαν συστηματικά των «''Όρο των Διαλλαγών''» με βάση τα δεδομένα της θεολογίας τους, αφετέρου επανέφεραν στο προσκήνιο τα έργα του ''Θεοδώρου Μοψουεστίας'' και του ''Διοδώρου Ταρσού'' για να ακυρώσουν την απαγόρευση των έργων του ''Νεστορίου'', που μάλιστα εξέφραζε μετριοπαθέστερες απόψεις από ότι ο Θεόδωρος και ο Διόδωρος<ref>Βλασσίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 594</ref>. Τα νέα αυτά έφτασαν και στον [[Κύριλλος Αλεξανδρείας|Κύριλλο]], ο οποίος προσπάθησε να αναιρέσει αυτή τη θεολογία<ref>PG 77, 344-345</ref>, ενώ υπήρξε και μεγάλη κινητικότητα σε επίπεδο κορυφής, για να σταματήσει η επιρροή του έργου των δύο θεολόγων στην περιοχή της ''Μ. Ασίας'' και γενικότερα της Ανατολής. Οι Αντιοχειανοί πλέον πρόσαπταν στον ''Κύριλλο'' αιρετικές δοξασίες, οι οποίες δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, γι αυτό και ο ίδιος χωρίς δυσκολία τις καταδίκαζε<ref>PG 77, 225</ref>. Ο ίδιος δε, θεωρούσε πως στόχο είχαν να τον διασύρουν προσωπικά, συνάμα με τη θεολογία του και πως αυτές οι διδασκαλίες τού αποδίδονταν λόγω «τ''ης προπετείας της εν Εφέσσω καθ ημών γενομένοις ευρυσιολογείν τοιαύτα τινά ινά μη δοκείν μάτην κεκίνησθαι, ελέγχει γαρ αυτούς το σύνειδος''»<ref>PG 77, 289</ref>. Μάλιστα αποδεικνύεται από σειρά επιστολών του Κυρίλλου, πως οι Αντιοχειανοί είχαν υπερβεί «''κάθε έννοια θρησκευτικού φανατισμού και έφθαναν πολλές φορές σε απαράδεκτες διώξεις κάθε αντιφρονούντος''»<ref>Βλασσίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 594</ref>. Έτσι ο θάνατος των ''Κυρίλλου Αλεξανδρείας'' (444), ''Πρόκλου Κωνσταντινουπόλεως'' (446) και ''Ιωάννη Αντιοχείας'' (442) και η αντικατάστασή τους, επανέφερε στο προσκήνιο με μεγαλύτερη ένταση τις ακραίες τάσεις των δύο πλευρών.<br />
<br />
Οι κινήσεις όμως των αντιοχειανών θεολόγων δεν άφησε αδιάφορους τους αντινεστοριανούς, οι οποίοι με πρωτεργάτη τον ''Ευτυχή'', ένα αρχιμανδρίτη μοναχό από στην Κωνσταντινούπολη συνεργάτη του ''Κυρίλλου'' στον αγώνα κατά του ''Νεστορίου'', αντέδρασαν στην αντιοχειανή επιθετικότητα. Η επιρροή του Ευτυχή ήταν ιδιαίτερα μεγάλη μέσα στο παλάτι, ενώ οι μονοφυσιτικές τάσεις στην Ανατολή ενισχύθηκαν περαιτέρω με την άνοδο στο επισκοπικό αξίωμα του ''Διοσκόρου'' στην ''Αλεξάνδρεια'', ο οποίος στήριζε μονοφυσιτικές απόψεις, έστω και όχι σε ακραίο επίπεδο. Ο Ευτυχής όμως υποστήριζε ακραίες μονοφυσιτικές τάσεις στην προσπάθεια να αντικρούσει τους αντιοχειανούς και θεολογούσε πως «''τας γαρ δύο φύσεις της θεότητος και της ανθρωπότητος μετά την ένωσιν συγκραθήναι και εις μίαν αποτελεσθήναι φύσιν''», ενώ εξέφραζε πως στη θεότητα προσαρμόζονταν και τα πάθη<ref>Ζωναράς και Βαλσάμων, ΡΠΣ ΙΙ, 216</ref>. Έτσι ομολογούσε «''εκ δύο φύσεων γεγένησθαι τον Κύριον ημών προ της ενώσεως, μετά δε την ένωσιν μία φύσιν ομολογώ''»<ref>Mansi, Sacrorum Conciliorum nova et amplissima Collectio (MCC) VI, 744. HAC II, 165. SAC II 1, 1 σελίς 143 ()</ref>. Μια τέτοια διδασκαλία φυσικά ερχόταν σε αντίθεση με τη διδασκαλία της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία δε δεχόταν ούτε σύγχυση, ούτε τροπή. Ο Ευτυχής δε, προχωρούσε ακόμα περισσότερο, αφού πέρα από την αποδοχή της απορρόφησης της ανθρωπίνης φύσεως από την θεϊκή, δε δεχόταν και το ομοούσιο της ανθρωπότητος του Ιησού προς την ανθρώπινη φύση, αφού μπορεί να είναι ανθρώπινο, αλλά όχι «''ομοούσιον ημίν, επειδή είδα αυτόν θεόν ημών''»<ref> Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 159</ref>. Η υπόθεση αυτή προφανώς προερχόταν από τη μη διάκριση «''μεταξύ φύσεως και προσώπου''», αφού «''αμφότεροι (Ευτυχής και Νεστόριος) εταύτιζον τας δύο ταύτας έννοιας, φρονούντες ότι φύσιν και πρόσωπον είναι αχώριστα''»<ref> Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 159</ref>. Όπως όμως και στην περίπτωση του ''Νεστοριανισμού'', όπου και το θεολογικό αισθητήριο των αλεξανδρινών θεολόγων λειτούργησε προς την κατάδειξη των εσφαλμένων θεολογικών προτάσεων, έτσι τώρα αντιστοίχως κλήθηκαν οι αντιοχειανοί θεολόγοι να καταδείξουν πως αυτή η θεολογική πρόταση δε συμβιβάζετε προς τη θεολογία του Κυρίλλου και της ''Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου''. Άμεσα λοιπόν ο ''Δόμνος Αντιοχείας'' κατήγγειλε τις απόψεις του ''Ευτυχή'', ενώ ο [[Θεοδώρητος Κύρου]] ανέλαβε τη θεολογική αναίρεσή του<ref> Με το έργο Ερανιστής. PG 83, 28-317</ref>. Στην ''Κωνσταντινούπολη'' μάλιστα σύνοδος, το Νοέμβρη του 448, αναθεμάτισε τις απόψεις του ''Ευτυχή'', ο οποίος όμως δεν εξέλαβε σοβαρά τις αποφάσεις αυτές και ουδέποτε εφάρμοσε τα πρακτικά της συνόδου.<br />
<br />
Μετά τα γεγονότα αυτά, η διαμάχη έλαβε οικουμενικές διαστάσεις. Το ζήτημα έφτασε μέχρι τη ''Ρώμη'', όπου ο [[Πάπας Λέων]] δεν έδειξε να συμμερίζεται τις απόψεις του Ευτυχή και αντ’αυτού, εξέδωσε δογματικό Τόμο, υποστηρίζοντας τις δυοφυσιτικές απόψεις, των ''Δόμνου Αντιοχείας'', ''Φλαβιανού Κωνσταντινουπόλεως'' και της θεολογίας του «''Όρου των Διαλλαγών''»<ref>T.H.Bindley-F.W.Green μν.ε.σ.159 εξ.</ref>. Ο Αυτοκράτορας όμως ''Θεοδόσιος Β΄'', ήταν δυσαρεστημένος από την αξίωση καταδίκης του ''Ευτυχή'' (και ιδίως ο ''Χρυσάφιος'', ευνούχος και πρωθυπουργός της Αυτοκρατορίας), αλλά και λόγω της απόρριψης της ''Πουλχερίας'' να καρή από την τοπική εκκλησία στη θέση της διακόνισσας, και έτσι συγκάλεσε σύνοδο με «''αποκρυπτώμενον σκοπόν της αθωώσεως του Ευτυχούς και της καταδίκης του Φλαβιανού''»<ref>SAC II, 1, 1 σελίς 35</ref>. Η σύνοδος αυτή συνεκλήθη στην ''Έφεσο το 449'' και τα γεγονότα τα οποία συνέβησαν εντός αυτής καθώς και οι αποφάσεις που ελήφθησαν της απέδωσαν το όνομα «''ληστρική''» (''latrocinium Ephesinum''). Διεξήχθη δε μέσω πρωτοφανούς βίας και επικύρωσε τη Μονοφυσιτική ορολογία, του Ευτυχή καθαιρώντας τους αντιφρονούντες επισκόπους, αποστέλλοντας δε μερικούς στην εξορία. Όταν μαθεύτηκαν τα γενόμενα στη σύνοδο της Εφέσου «''εσημειώθη πανταχού γενική κατακραυγή και εξέγερσις κατά των βιαιοτήτων και των εσπευσμένων και αδίκων και πεπλανημένων αποφάσεων αυτής''»<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 167</ref>. Έτσι άμεσα προτάθηκε η ακύρωση αυτής και διενέργεια νέας αυτή τη φορά [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενικής Συνόδου]], η απόφαση της οποίας πάρθηκε σε σύνοδο της Ρώμης, το 449.<br />
<br />
== Η σύνοδος ==<br />
<br />
===Σύγκληση και σύνθεση της Συνόδου===<br />
<br />
Η σύνοδος συγκλήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 451. Μετά από το καθολικό αίτημα των μελών της εκκλησίας οι νέοι αυτοκράτορες ''Μαρκιανός'' και ''Πουλχερία'' αποφάσισαν να ικανοποιήσουν τα αίτημα της εκκλησίας ώστε να επιλυθεί το παρατεινόμενο και διογκούμενο πρόβλημα της χριστολογικής έριδας. Η σύνοδος τελικώς συγκροτήθηκε στην ''Κωνσταντινούπολη'' και συγκεκριμένα στο ναό της ''Αγίας Ευφημίας''<ref>Ευάγριος, εκκλ. Ιστορία ΙΙ, 3</ref>, στο προάστιο της πόλεως που αποκαλείτο ''Χαλκηδόνα''. Το προσκλητήριο παραδόθηκε στους επισκόπους προς συγκρότηση της συνόδου για τη ''Νίκαια της Βιθυνίας'' στις 1 Σεπτεμβρίου του 451 αρχικώς, λόγω όμως «''της απασχολήσεως του αυτοκράτορος εις πολεμικάς προπαρασκευάς, ως και διαφόρων μηχανορραφιών του Διοσκόρου, διετάχθη η μεταφορά της έδρας''»<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 168</ref>, με αποτέλεσμα η σύνοδος να καθυστερήσει ένα και πλέον μήνα.<br />
<br />
Η σύνοδος της Χαλκηδόνος αποτέλεσε τη μεγαλύτερη σε συμμετοχή ''Οικουμενική Σύνοδο'' αφού συμμετείχαν σε αυτή περίπου 630 επίσκοποι<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 156</ref>, αν και έχει εκφραστεί η άποψη ότι σε κάθε συνεδρία είναι πιθανό να μην παρευρίσκοντο περισσότεροι από 350<ref>Das Conzil von Chalkedon, Geschichte und Gegenwart, I, II, III, Wurzburg 1951 - 1954 </ref>. Προεδρεύοντες της συνόδου ήταν ο ''Ανατόλιος'' επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και οι παπικοί αντιπρόσωποι, ενώ σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν για την τάξη της συνόδου οι αυτοκρατορικοί αντιπρόσωποι. Ο ''Πάπας Λεόντιος'' δεν παρευρέθη στη σύνοδο επικαλούμενος την ανάγκη παρουσίας του στην Ιταλία λόγω των επιδρομών του Αττίλα<ref>Ιωάννης Καλογήρου, Ιστορία των Δογμάτων, Τόμος Β΄, σελίς 250</ref>. Κυριότερες προσωπικότητες της συνόδου ήταν [[Μάξιμος Αντιοχείας]], ''Ιουβενάλιος Ιεροσολύμων'', οι ''Πασχασίνος'', ''Λουκέντιος'' και ''Ιουλιανός'', αντιπρόσωποι του Πάπα Ρώμης στη σύνοδο, ο ''Δορυλαίου Ευσέβιος'' και ο [[Θεοδώρητος Κύρου]].<br />
<br />
===Οι διεργασίες της Συνόδου===<br />
<br />
==== Το έργο της συνόδου ====<br />
<br />
Η σύνοδος κατά την πρώτη συνεδρία κήρυξε τη «''Ληστρική''» σύνοδο της Εφέσου ως παράνομη και καταδίκασε άμεσα το ''Διόσκορο'' για τα πεπραγμένα του κατά τη διάρκεια της Ληστρικής συνόδου. Επίσης καταδίκασε τον Ευτυχή και τις απόψεις του, ενώ αποκατέστησε τους αναθεματισμένους επισκόπους της «''Ληστρικής''» συνόδου. Ταυτόχρονα δικαίωσε και το ''Φλαβιανό Κωνσταντινουπόλεως'', αφού έκανε δεκτό το δογματικό χριστολογικό όρο που είχε αποδώσει στον Αυτοκράτορα ''Θεοδόσιο Β΄''. Μετά την αποκατάσταση της τάξης η σύνοδος προέβη στο κανονικό και δογματικό της έργο. Βάση του δογματικού όρου υπήρξε αναμφισβητήτως ο «''Όρος των Διαλλαγών''» καθώς και «''η χριστολογική διδασκαλία των Αλεξανδρινών θεολόγων και μάλιστα του Κυρίλλου Αλεξανδρείας της των Αντιοχέων και ιδιαίτατα του Θεοδώρητου, και της των δυτικών, ως απετυπώθη από τη επιστολή Λέοντος προς τον Φλαβιανόν''»<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 168</ref>. Σε αυτή τη φάση μάλιστα μετά τη μεγάλη νίκη της Αλεξανδρινής θεολογίας στη Γ΄ Οικουμενική σύνοδο θα λέγαμε πως παρατηρήθηκε μεγάλη νίκη των αντιοχειανών θεολόγων<ref>ενθ.αν. 169</ref>.<br />
<br />
Η ''σύνοδος της Χαλκηδόνας'' οριστικά απέρριψε πως ο [[Ιησούς Χριστός]] είναι «''ψιλός''» άνθρωπος και πως ο Λόγος απλώς εγκατοίκησε στο σώμα του Ιησού και πως η ένωσή Του ήταν απλώς ηθική και εν απλή συνάφεια (Νεστοριανισμός). Ταυτόχρονα τώρα απέκλεισε σύγκραση, σύγχυση ή τροπή των δύο φύσεων καθώς και την περίπτωση της μη ομοουσιότητας του σώματος του Χριστού προς την ανθρώπινη φύση και το πάθος της θεϊκής υποστάσεως (μονοφυσιτισμός). Διακήρυξε δε πως ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος θεός και τέλειος άνθρωπος, ομοούσιος καθεκάστη φύση προς το Θεό και τον άνθρωπο, πως η ένωση τελέσθη αδιαιρέτως και αχωρίστως (νεστοριανισμός), ασυγχήτως και ατρέπτως (μονοφυσιτισμός) σε μία υπόσταση. «''Η δογματική αυτή διατύπωση, βασισθείσα επί της Αγίας Γραφής και της προηγηθείσης δογματικής παραδόσεως και εξελίξεως εν τη εκκλησία, αποτελεί επιτυχή και ορθόδοξον σύνθεσιν ένθεν μεν της νεστοριανικής διαιρέσεως του ενός χριστού και των δύο φύσεων αυτού, ετερώθεν δε της μονοφυστικής ενώσεως του ενός Χριστού και των δύο εν Χριστώ φύσεων''»<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 168</ref>. Επιπρόσθετα εκηρώθησαν τα σύμβολα των Α΄, Β΄ και Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ενώ συντελέσθη και ιδιαίτερα σημαντικό κανονικό έργο, το οποίο αποδίδεται σε 30 κανόνες με ιδιαίτερη βάση σε διοικητικά ζητήματα.<br />
<br />
====Το χρονικό της Συνόδου====<br />
<br />
Για τη σύνοδο αυτή διασώζονται ογκώδη και λεπτομερή πρακτικά, τα οποία περιέχουν έγγραφα της συνόδου, ομιλίες, συζητήσεις, ακόμα και ανταλλασσόμενες επιστολές και έγγραφα μεταξύ των επισκόπων. Μάλιστα διασώζοντα τρεις συλλογές στην ελληνική γλώσσα οι οποίες περιέχουν τα γεγονότα της συνόδου και μας δίνουν ξεκάθαρη εικόνα περί των συμβάντων και πεπραγμένων της συνόδου.<br />
<br />
Η σύνοδος στις αρχικές συνεδρίες της λειτούργησε ως ανώτερο συνοδικό δικαστήριο. Κατηγορούμενοι ήσαν οι ''Διόσκορος Αλεξανδρείας'', αλλά και οι ''Ιουβενάλιος Ιεροσολύμων'', ''Θαλάσσιος Καισαρείας'' κ.α. Ο ''Διόσκορος'' μάλιστα αρχικώς τοποθετήθηκε στη θέση του κριτή και όχι του κατηγορούμενου, κάτι το οποίο προκάλεσε τη έκρηξη του ''Πασχασίνου'', ο οποίος απείλησε με αποχώρηση από τη σύνοδο. Τελικώς ο ''Διόσκορος'' τοποθετήθηκε στη θέση του κατηγορούμενου, ενώ κύριος κατήγορός του αναδείχθηκε ο ''Ευσέβιος Δορυλαίου''. Η είσοδος όμως στο χώρο του ''Θεοδώρητου Κύρου'', προκάλεσε νέες εντάσεις από τη μεριά των Αλεξανδρινών. Θεωρούσαν το Θεοδώρητο πολέμιο του ''Κυρίλλου'' και αξίωσαν την άμεση αποχώρησή του από τη σύνοδο. Οι αυτοκρατορικοί αντιπρόσωποι επαναφέροντας την τάξη, προέταξαν το ζήτημα της ανάγνωσης των εγγράφων του Αυτοκράτορα Θεοδοσίου, ο ''Διόσκορος'' όμως μεταβίβασε την όποια ευθύνη από το πρόσωπό του στον ''Ιουβενάλιο'' και το ''Θαλάσσιο'', με έντονη αντίδραση από τους προαναφερθέντες, οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι προέβησαν στις όποιες ενέργειες εν μέσω βίας και εντόνων πιέσεων<ref>Mansi, VI, 590 κεξ</ref>. Κατά την ανάγνωση της δογματικής επιστολής του ''Κυρίλλου'' προς τον ''Ιωάννη Αντιοχείας'', πάντες στην αίθουσα διακήρυξαν τη συμφωνία τους στην πίστη του ''Κυρίλλου'' και αποδοκίμασαν τις απόψεις του ''Ευτυχή''<ref>Mansi, VI, 674 κεξ</ref>. Σε αυτό το σημείο οι κυριότεροι συνεργάτες του Διοσκόρου, ο ''Ιουβενάλιος Ιεροσολύμων'' μαζί με τον ''Πέτρο Κορίνθου'' αλλά και την πλειονότητα των επισκόπων του ''Α. Ιλλυρικού'' και της ''Αιγύπτου'', απεδέχθησαν την ορθοδοξία του ''Κυρίλλου'' και του ''Φλαβιανού'', ουσιαστικά εγκαταλείποντας τον, αν και ο ίδιος παρέμενε σταθερά πεπεισμένος για την ορθή καταδίκη του Φλαβιανού<ref>Mansi, VI, 678-680 κεξ</ref>.<br />
<br />
Η πρόταση μετά το τέλος του κατηγορητηρίου ήταν αποπομπή όλων των εμπλεκομένων επισκόπων στην καταδίκη του Φλαβιανού, στη «''Ληστρική''» σύνοδο της ''Εφέσου'', παρά την ηπιότερη προσέγγιση των ελλαδικών επισκόπων<ref>Mansi, VI, 902-936 κεξ</ref>. Η εκδικητική διάθεση όμως των παπικών αντιπροσώπων για τον αναθεματισμό του Πάπα Λέοντα και η ευνόητη εμπάθεια των Αντιοχειανών εναρμονίστηκαν με τις βεβιασμένες και ακραίες επιλογές των αυτοκρατορικών αντιπροσώπων<ref>Βλασσίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 645</ref> με αποτέλεσμα την κρίση των εξαρχόντων της «''Ληστρικής''» Συνόδου και την αποχώρησή τους από τη σύνοδο. Το ζήτημα έτσι πλέον εισήλθε στο δογματικό Όρο της συνόδου. Αρχικά παρατηρήθηκε διστακτικότητα στην καταγραφή συγκεκριμένου δογματικού όρου, κάτι που επιδείκνυε διάθεση να τεθεί ως βάση ο ''Τόμος Λέοντος''<ref>Mansi, VI, 953 κεξ</ref>. Οι ελλαδικοί όμως επίσκοποι είχαν σαφείς επιφυλάξεις σε κάποιες διατυπώσεις οι οποίες άφηναν περιθώρια νεστοριανικών ερμηνειών<ref>Mansi, VI, 953 κεξ</ref>. Η προσπάθεια του ''Αετίου'' να καταδείξει ότι επίμαχες φράσεις συνταυτίζονται με τη διδασκαλία του Κυρίλλου, μάλλον δεν έπεισε και γι αυτό δόθηκε προθεσμία 5 ημερών μέχρι την απόφαση υπογραφής του Τόμου, προς τους συγκεκριμένους επισκόπους<ref>Mansi, VI, 974 κεξ</ref>. Στη τρίτη συνεδρία στις 13 Οκτωβρίου, κλήθηκε ο Διόσκορος σε τελική απολογία. Ο ίδιος δεν παρέστη<ref>Mansi, VI, 1038 κεξ</ref> και έτσι καταδικάστηκε και καθαιρέθηκε, μια απόφαση η οποία περιορίστηκε σε μόνο αίτιο τη μη απολογία του ενώπιον της συνόδου<ref>Mansi, VI, 1094 κεξ</ref>. Ο ίδιος ''Διόσκορος'' ποτέ δεν ταυτιζόταν με τις ακραίες απόψεις του Ευτυχή, καθώς παρέμενε πιστά προσηλωμένος με τις απόψεις του Κυρίλλου, η αποδοχή όμως των απόψεών του προφανώς προήλθε «''από τη συγκάλυψη των αιρετικών δοξασιών στην Ομολογία πίστεως, την οποία υπέβαλλε προς το Διόσκορο και τη σύνοδο της Εφέσου''»<ref>Βλασσίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 647</ref>. Οι εναπομείναντες επίσκοποι Αιγύπτου, παρότι συμφώνησαν με τη σύνοδο, ζήτησαν να μην υπογράψουν την πράξη, με πρόσχημα τον καταστατικό κανόνα της Αιγυπτιακής διοικήσεως, η οποία του υποχρέωνε να ακολουθούν μόνο τις αποφάσεις του επισκόπου τους. Έτσι ζήτησαν να τις προσυπογράψουν μετά την εκλογή νέου επισκόπου, καθώς ερμηνεύοντας το κλίμα που επικρατούσε στη δικαιοδοσία τους, πίστευαν πως μία τέτοια κίνηση θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή τους<ref>Mansi, VIΙ, 53-60 κεξ</ref>. Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό από τους υπολοίπους, με αποτέλεσμα τις τραγικές εξελίξεις μετά το πέρας της συνόδου στην Αίγυπτο.<br />
<br />
Βάση τελικώς του δογματικού όρου της συνόδου τέθηκαν τα σύμβολα των [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος|Α΄]] και [[Β΄ Οικουμενική Σύνοδος|Β΄ Οικουμενικών Συνόδων]], οι επιστολές του ''Κυρίλλου'' προς τον ''Ιωάννη Αντιοχείας'' και ο ''Τόμος του Πάπα Ρώμης Λέοντος''. Έτσι στην Πέμπτη συνεδρία τέθηκε το θέμα του Όρου. Μερικοί ανατολικοί επίσκοποι έθεσαν πάλι το ζήτημα της αποδοχής του Τόμου Λέοντος, οι επιφυλάξεις όμως ήταν αρκετές με αποτέλεσμα ήδη μια επιτροπή να έχει ξεκινήσει τη διαδικασία σύνταξης ενός κοινά αποδεκτού όρου<ref>Mansi, VIΙ, 99 κεξ</ref>. Για το γεγονός δυσφόρησαν έντονα οι παπικοί εκπρόσωποι που απείλησαν εκ νέου με αποχώρηση, αλλά η σθεναρή αντίσταση από τους ελλαδικούς και επισκόπους και του Ανατολίου, δεν άφηνε περιθώρια για επιβολή του Τόμου. Η διαφωνία προφανώς προήλθε από την διατύπωση περί της φύσης του Χριστού. Έτσι οι ελλαδικοί επίσκοποι πρότειναν τον όρο «''εκ δύο φύσεων''» το οποίο άφηνε περιθώρια για μία φύση μετά την ένωση, ώστε να μην περιπέσουν σε νεστοριανή ερμηνεία, οι δε παπικοί αντιπρόσωποι «''εν δύο φύσεσιν''», το οποίο απέκλειε κάθε μονοφυσιτική. Η ασάφεια τελικά φαίνεται να παρέμεινε και μετά τη σύνοδο, αφού το ελληνικό πρωτότυπο διασώζει τελικά τον πρώτο όρο, ενώ η λατινική μετάφραση το δεύτερο, αλλά είναι προφανές ότι κατά την συνεδρία επικράτησε σαφώς ο όρος «''εν δύο φύσεσι''»<ref>Ιωάννης Καλογήρου, Ιστορία των Δογμάτων, Τόμος Β΄, σελίς 255</ref>. Έτσι στην έκτη συνεδρία στις 25 Οκτωβρίου του 451, παρουσία των Αυτοκρατόρων ''Μαρκιανού'' και ''Πουλχερίας'', υπογράφηκε μέσα σε πανηγυρικό κλίμα ο όρος της συνόδου από όλα τα μέλη της εκκλησίας<ref>Mansi, VIΙ, 129 κεξ</ref>, ενώ προαναγγέλθηκε το έργο κατά τις επόμενες συνεδρίες για την επίλυση κανονικών ζητημάτων<ref>Mansi, VIΙ, 170 κεξ</ref>. Οι συνεδρίες της συνόδου ήταν πιθανώς 17<ref>SAC, τ. IΙ, 1, 1 σελίς 55</ref> και κήρυξε περάτωση εργασιών στις 1 Νοεμβρίου του ιδίου έτους.<br />
<br />
==Το Δογματικό έργο της συνόδου==<br />
<br />
=== Εισαγωγή ===<br />
<br />
Οι πατέρες της συνόδου μετά από μακρές διαβουλεύσεις κατέληξαν σε ένα δογματικό όρο ο οποίος θα μπορούσε «''να χαρακτηρισθεί ως ένα κείμενο θεολογικού συμβιβασμού τόσο για τον αποκλεισμό οιασδήποτε δυνατότητας μονοφυσιτικής ερμηνείας της χριστολογίας του Κυρίλλου, όσο και για την οριστική καταδίκη του Ευτυχιανισμού ή του αμιγούς μονοφυσιτισμού''»<ref>Βλασσίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 650</ref>. Η καινοτομία δε του όρου θα χαρακτηριζόταν η έννοια «''εν δύο φύσεσιν''», η οποία όμως με μια πιο προσεκτική προσέγγιση δεν απείχε από την δογματική διδασκαλία των επιστολών του Κυρίλλου, αφού αφενός στόχος ήταν ο αποκλεισμός της δυοφυσιτικής ορολογίας του νεστοριανισμού, αφετέρου η μονοφυσιτική έννοια του όρου αν συνοδευόταν από την διευκρίνιση της ομοουσιότητας της ανθρωπότητας του Χριστού προς την ανθρώπινη φύση, θα οδηγούσε σε μια ορθή δογματικά προσέγγιση. Στόχος της συνόδου ήταν να αποκόψει τις ακραίες θεολογικές τάσεις, αφού η προβληματική εν προκειμένω παρέμενε στην θεμελίωση των όρων πρόσωπο και φύση, οι οποίοι δεν είχαν αποχρωματισθεί κατά το παράδειγμα των αποσαφηνίσεων των ''Καππαδοκών'' πατέρων και παρέμεναν σταθερά προς μια φιλοσοφική ερμηνεία. <br />
<br />
Έτσι επί τη βάση της υποστατικής ενώσεως των δύο φύσεων του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]], κατέστη δυνατή η ερμηνεία του μυστηρίου της ενανθρωπήσεως, αποσυνδέοντας την άρρηκτη φιλοσοφική σχέση φύσεως και προσώπου. Έτσι ο Λόγος ήταν αυτός που προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, κατέχοντας δύο πλήρεις και τέλειες φύσεις, μη δεχόμενες τροπή και ''σύγχυση'', ''σύγκραση'' ή ''φυρμό'', ''αδιαίρετες'' και ''αχώριστες'', έχοντας ανθρώπινη φύση ομοούσια τοις ανθρώποις κατά την ανθρωπότητα και ομοούσια με το Θεό κατά τη θεότητα, γεννηθέντα προ των αιώνων εκ του Πατρός κατά τη θεότητα, εν χρόνω δε κατά την ανθρωπότητα και διασώζοντας τις ιδιότητες εκάστης φύσεως σε ένα πρόσωπο και μία υπόσταση συντρεχούσης<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 169</ref>. Έτσι η Δ΄ οικουμενική Σύνοδος διετύπωσε «''θετικώς και ολοκληρωμένον πλέον το χριστολογικό δόγμα... εν συνεχείαν και συμφωνίαν με τριαδικόν δόγμα, το θεσπισθέν υπό των πρώτων δύο οικουμενικών συνόδων''»<ref>ενθ.αν. 170</ref>, διατυπώνοντας την αλήθεια αυτή «''βασισθείσα επί της Αγίας Γραφής και προηγηθείσης δογματικής παραδόσεως''»<ref>ενθ.αν. 169</ref>.<br />
<br />
=== Ο Όρος της συνόδου ===<br />
<br />
====Κατευθύνσεις και στόχοι του Όρου της Χαλκηδόνας====<br />
[[Image:Leo.jpg|230px|right|thumb|Πάπας Λέοντας Α΄ (ο Μέγας)<br><small>O Τόμος του αποτέλεσε βάση του δογματικού όρου</small>]]<br />
Ο «''Όρος της Χαλκηδόνας''», «''αποτέλεσε μια αναθεώρηση του Όρου των Διαλλαγών''»<ref>Γεώργιος Φλορόσφσκι, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 5ου αιώνα, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007, σελίς 540</ref>, κάτι άλλωστε που επιτασσόταν από τη διττή ερμηνεία του όρου, ένθεν και ένθεν. Έτσι στόχος αποβαίνει η αντίκρουση και των δύο τάσεων σε ένα όρο, εξού και αναγιγνώσκοντας τον «''Όρο της Χαλκηδόνας''», γίνεται άμεσα αντιληπτή η φόρμουλα της συνενώσεως προς τον όρο της [[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου]]<ref>Γεώργιος Φλορόσφσκι, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 5ου αιώνα, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007, σελίς 541</ref>. Όμως τώρα αντί «''δύο γαρ φύσεων ένωσις γέγονε''», δηλώνεται «''εν δύο φύσεσι''». Η έντονη συζήτηση μάλιστα περί του όρου που περιγράφηκε ανωτέρω, ήταν και η αναγκαία προσθήκη, ώστε να αντιμετωπιστεί το νέο πρόβλημα του μονοφυσιτισμού, και οι όποιες αντιδράσεις δύσκολα θα επέβαλλαν ένα λιγότερο σαφή προσδιορισμό. <br />
<br />
Αναμφισβήτητα στόχος της συνόδου ήταν και ο υπερτονισμός της ενότητος και της ταυτότητος του προσώπου του Χριστού. Αυτό αποκαλύπτεται μέσα από το κείμενο το οποίο προτάσσει τρεις φορές την έκφραση «''τον έναν και τον αυτόν''». Στόχος σταθερά παρέμενε η αναίρεση μιας διπλής πεπλανημένης θεωρήσεως της περί Χριστού ενώσεως, τόσο κατά του Νεστοριανισμού όσο και του Μονοφυσιτισμού. Η προσπάθεια αυτή όμως έπρεπε να είναι αρκετά προσεκτική καθότι η προβολή της απορρόφησης της ανθρωπίνης φύσεως του Χριστού και η πρόταση της θεότητας, οπωσδήποτε ήταν μια συμπαθής διδασκαλία, ιδίως δε στα μάτια όσων συνειδητά απέρριπταν το νεστοριανισμό. Έτσι χρησιμοποιεί φράσεις οι οποίες όχι μόνο επιλύουν το ορατό πρόβλημα που επίκειται από το μονοφυσιτισμό, αλλά και του προδρόμου αυτού, ''απολιναρισμό''. Η φράση «''τον αυτόν εκ ψυχής λογική και σώματος''», προς αυτή την κατεύθυνση άλλωστε κινείται και σε συνδυασμό με την έκφραση «''δύο φύσεσιν ασυγχήτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως''», δεν αφήνει περιθώρια για νέες ερμηνείες προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Αποτέλεσμα έτσι του όρου και βασική επιδίωξη των συναθροισθέντων πατέρων ήταν να καταδικάσει τις [[Αίρεση|αιρέσεις]], να αποσαφηνίσει το χριστολογικό δόγμα, ιδίως δε τους όρους. Έτσι ενώ η υπόσταση είναι το ιδιαίτερο, η φύση είναι το κοινό. Η φύση, δε μπορεί να νοηθεί χωρίς υπόσταση, κάθε όμως υπόσταση μπορεί να αποτελείται από περισσότερες από μία φύσεις.<br />
<br />
Έτσι ο «''Όρος της Χαλκηδόνας''» παρέμενε σε μια στερεά [[Αγία Γραφή|αγιογραφική]] θεμελίωση διακηρύσσοντας το «''Χριστολογικό δόγμα ως και επ αυτής οργανικώς επιστηριζόμενην πραγματικήν σύνθεσιν, και ούχι απλώς εξωτερικόν συμβιβασμόν των θετικών στοιχείων εκ της προηγηθήσεις μακράς εκκλησιαστικής και θεολογικής παραδόσεως''»<ref>Ιωάννης Καλογήρου, Ιστορία των Δογμάτων, Τόμος Β΄, σελίς 264</ref>. Γι αυτό και η χρήση των τεσσάρων εννοιών αρνητικής μορφής, στόχο έχουν να αποκλείσουν ορισμένες συγκεκριμένες δυνατότητες και ταυτόχρονα να εγκλείσουν μια εσωτερική περιοχή, η οποία η ίδια δεν αναλύεται»<ref>Ιωάννης Καλογήρου, Ιστορία των Δογμάτων, Τόμος Β΄, σελίς 264, Παρμένο από σχόλιο του Δογματολόγου Alfred Adam</ref>.<br />
<br />
====Τα κείμενα<ref>Μαρτζέλος Γεώργιος, ''Γένεση και Πηγές του Όρου της Χαλκηδόνας'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 235-239.</ref>====<br />
<br />
{| {{Prettytable}}<br />
|-<br />
!Πίνακας Α':<br>''Έκθεσις Πίστεως των Διαλλαγών (433)''<br />
!Πίνακας Β'1:<br>''Ομολογία Πίστεως Φλαβιανού<br>α) στην Ενδημούσα Σύνοδο (448)''<br />
!Πίνακας Β'2:<br>''Ομολογία Πίστεως Φλαβιανού<br>β) στην Επιστολή του στον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β' (449)''<br />
!Πίνακας Γ':<br>''Ομολογία Πίστεως Βασιλείου Σελευκείας (448)''<br />
!Πίνακας Δ':<br>''Αρχικός Όρος'' <br />
!Πίνακας Ε':<br><font color="blue">''Τελικός Όρος''</font><br />
|-<br />
|align="left"|1. Ομολογούμεν τοιγαρούν τον κύριον ημών Ιησούν Χριστόν,<br />
|align="left"|1. Εφρονήσαμεν αεί και φρονούμεν,<br />
|align="left"|1. Κηρύττομεν τον κύριον ημών Ιησούν Χριστόν,<br />
|align="left"|1. Αποδεχόμεθα τοίνυν πάντα τα παρ’ αυτού (''ενν. του Κυρίλλου'') γεγραμμένα και επεσταλμένα<br />
|align="left"|1. Επόμενοι τοίνυν τοις αγίοις πατράσιν<br />
|align="left"|1. Επόμενοι τοίνυν τοις αγίοις πατράσιν<br />
|-<br />
|align="left"|2. τον υιόν του Θεού τον μονογενή,<br />
|align="left"|2. ως ότιπερ ο κύριος ημών Ιησούς Χριστός<br />
|align="left"|2. προ αιώνων μεν εκ θεού πατρός ανάρχως γεννηθέντα κατά την θεότητα,<br />
|align="left"|2. ως αληθή και της ευσέβειας εχόμενα<br />
|align="left"|2. ένα και τον αυτόν ομολογείν υιόν<br />
|align="left"|2. ένα και τον αυτόν ομολογείν υιόν<br />
|-<br />
|align="left"|3. θεόν τέλειον και άνθρωπον τέλειον<br />
|align="left"|3. ο υιός τού θεού ο μονογενής,<br />
|align="left"|3. επ’ εσχάτων δε των ήμερων τον αυτόν<br />
|align="left"|3. και προσκυνούμεν τον ένα κύριον ημών Ιησούν Χριστόν<br />
|align="left"|3. τον κύριον ημών Ιησούν Χριστόν<br />
|align="left"|3. τον κύριον ημών Ιησούν Χριστόν<br />
|-<br />
|align="left"|4. εκ ψυχής λογικής και σώματος,<br />
|align="left"|4. θεός τέλειος και άνθρωπος τέλειος<br />
|align="left"|4. δι’ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν<br />
|align="left"|4. εν δύο φύσεσι γνωριζόμενον.<br />
|align="left"|4. συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν,<br />
|align="left"|4. συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν,<br />
|-<br />
|align="left"|5. προ αιώνων μεν εκ του πατρός γεννηθέντα κατά την θεότητα,<br />
|align="left"|5. εκ ψυχής λογικής και σώματος,<br />
|align="left"|5. εκ Μαρίας της παρθένου κατά την ανθρωπότητα,<br />
|align="left"|5. Την μεν γαρ είχεν εν εαυτώ προαιώνιον<br />
|align="left"|5. θεόν τέλειον και άνθρωπον τέλειον τον αυτόν<br />
|align="left"|5. τέλειον τον αυτόν εν θεότητι<br />
|-<br />
|align="left"|6. επ’ έσχατου δε των ήμερων τον αυτόν<br />
|align="left"|6. προ αιώνων μεν εκ του πατρός ανάρχως γεννηθείς κατά την θεότητα,<br />
|align="left"|6. θεόν τέλειον και άνθρωπον τέλειον τον αυτόν<br />
|align="left"|6. ως ων απαύγασμα της του πατρός δόξης,<br />
|align="left"|6. εκ ψυχής λογικής και σώματος,<br />
|align="left"|6. και τέλειον τον αυτόν εν ανθρωπότητι,<br />
|-<br />
|align="left"|7. δι’ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν<br />
|align="left"|7. επί τέλει δε και εν υστέροις καιροίς ο αυτός<br />
|align="left"|7. εν προσλήψει ψυχής λογικής και σώματος,<br />
|align="left"|7. την δε ως εκ μητρός δι’ ημάς γεννηθείς<br />
|align="left"|7. ομοούσιον τω πατρί κατά την θεότητα<br />
|align="left"|7. θεόν αληθώς και άνθρωπον αληθώς τον αυτόν<br />
|-<br />
|align="left"|8. εκ Μαρίας της παρθένου κατά την ανθρωπότητα,<br />
|align="left"|8. δι’ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν<br />
|align="left"|8. ομοούσιον τω πατρί κατά την θεότητα<br />
|align="left"|8. λαβών εξ αυτής ήνωσεν εαυτώ καθ’ υπόστασιν<br />
|align="left"|8. και ομοούσιον ημίν τον αυτόν κατά την ανθρωπότητα,<br />
|align="left"|8. εκ ψυχής λογικής και σώματος,<br />
|-<br />
|align="left"|9. ομοούσιον τω πατρί τον αυτόν κατά την θεότητα<br />
|align="left"|9. εκ Μαρίας της παρθένου γεννηθείς κατά την ανθρωπότητα,<br />
|align="left"|9. και ομοούσιον τη μητρί τον αυτόν κατά την ανθρωπότητα. <br />
|align="left"|9. και κεχρημάτικεν ο τέλειος θεός και υιός του θεού<br />
|align="left"|9. κατά πάντα όμοιον ημίν χωρίς αμαρτίας,<br />
|align="left"|9. ομοούσιον τω πατρί κατά την θεότητα<br />
|-<br />
|align="left"|10. και όμοούσιον ημίν κατά την ανθρωπότητα•<br />
|align="left"|10. ομοούσιος τω πατρί κατά την θεότητα<br />
|align="left"|10. Και γαρ εκ δύο φύσεων (ομολογούντες) τον Χριστόν μετά την σάρκωσιν την εκ της αγίας παρθένου και ενανθρώπησιν,<br />
|align="left"|10. και τέλειος άνθρωπος και υιός ανθρώπου,<br />
|align="left"|10. προ αιώνων μεν εκ του πατρός γεννηθέντα κατά την θεότητα,<br />
|align="left"|10. και ομοούσιον ημίν τον αυτόν κατά την ανθρωπότητα,<br />
|-<br />
|align="left"|11. δύο γαρ φύσεων ένωσις γέγονεν<br />
|align="left"|11. και ομοούσιος τη μητρί κατά την ανθρωπότητα.<br />
|align="left"|11. εν μια υποστάσει και εν ενί προσώπω<br />
|align="left"|11. πάντας ημάς σώσαι βουληθείς<br />
|align="left"|11. επ’ εσχάτων δε των ημερών τον αυτόν<br />
|align="left"|11. κατά πάντα όμοιον ημίν χωρίς αμαρτίας,<br />
|-<br />
|align="left"|12. δι’ ο ένα Χριστόν, ένα υιόν, ένα κύριον ομολογούμεν.<br />
|align="left"|12. Και γαρ εκ δύο φύσεων ομολογούμεν τον Χριστόν είναι μετά την ενανθρώπησιν,<br />
|align="left"|12. ένα Χριστόν, ένα υιόν, ένα κύριον ομολογούμεν.<br />
|align="left"|12. εν τω γενέσθαι κατά πάντα ημίν παραπλήσιος πλην αμαρτίας.<br />
|align="left"|12. δι' ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν<br />
|align="left"|12. προ αιώνων μεν εκ του πατρός γεννηθέντα κατά την θεότητα,<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|13. εν μια υποστάσει και ενί προσώπω<br />
|align="left"|13. Και μίαν μεν του θεού λόγου φύσιν,<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|13. εκ Μαρίας της παρθένου κατά την ανθρωπότητα,<br />
|align="left"|13. επ’ εσχάτων δε των ημερών τον αυτόν<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|14. ένα Χριστόν, ένα υιόν, ένα κύριον ομολογούντες. <br />
|align="left"|14. σεσαρκωμένην μέντοι και ενανθρωπήσασαν λέγειν ουκ αρνούμεθα<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|14. ένα και τον αυτόν Χριστόν υιόν κύριον μονογενή,<br />
|align="left"|14. δι' ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|15. διά το εξ αμφοίν ένα και τον αυτόν είναι κύριον ημών Ιησούν τον Χριστόν.<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|15. εκ δύο φύσεων νοούμενον,<br />
|align="left"|15. εκ Μαρίας της παρθένου κατά την ανθρωπότητα,<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|16. ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης δια την ένωσιν,<br />
|align="left"|16. ένα και τον αυτόν Χριστόν υιόν κύριον μονογενή,<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|17. αποτελεσασών δε μάλλον τον ένα κύριον και Χριστόν και υιόν<br />
|align="left"|17. εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως ατρέπτως αδιαιρέτως αχωρίστως γνωριζόμενον,<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|18. θεότητας τε και ανθρωπότητος<br />
|align="left"|18. ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης δια την ένωσιν,<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|19. δια της αφράστου και απορρήτου προς ενότητα συνδρομής,<br />
|align="left"|19. σωζόμενης δε μάλλον της ιδιότητος εκατέρας φύσεως<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|20. ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον,<br />
|align="left"|20. και εις εν πρόσωπον και μίαν υπόστασιν συντρεχούσης,<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|21. αλλ’ ένα και τον αυτόν υιόν μονογενή<br />
|align="left"|21. ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον,<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|22. θεόν λόγον κύριον Ιησούν Χριστόν,<br />
|align="left"|22. αλλ’ ένα και τον αυτόν υιόν μονογενή<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|23. καθάπερ άνωθεν οι Προφήται περί αυτού<br />
|align="left"|23. θεόν λόγον κύριον Ιησούν Χριστόν,<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|24. και αυτός ημάς Ιησούς Χριστός εξεπαίδευσεν<br />
|align="left"|24. καθάπερ άνωθεν οι Προφήται περί αυτού<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|25. και το των πατέρων ημίν παραδέδωκε Σύμβολον. <br />
|align="left"|25. και αυτός ημάς Ιησούς Χριστός εξεπαίδευσεν<br />
|-<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|<br />
|align="left"|26. και το των πατέρων ημίν παραδέδωκε Σύμβολον. <br />
|}<br />
<br />
==Το Κανονικό έργο της συνόδου==<br />
<br />
===Εισαγωγή===<br />
<br />
Η ''Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος'' εξέδωσε 30 κανόνες. Όπως γίνεται αντιληπτό το κανονικό έργο της συνόδου ήταν ευρύ και επεκτάθηκε σε διαφόρων ειδών εκκλησιαστικά ζητήματα. Κυριότερο δε ζήτημα το οποίο ρυθμίστηκε από κανονικό έργο της συνόδου ήταν οι διοικητική οργάνωση των μεγάλων μητροπολιτικών κέντρων. Έτσι το [[Οικουμενικό Πατριαρχείο|Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως]] διατήρησε τα πρώτα [[Πρεσβεία τιμής των Εκκλησιών|Πρεσβεία Τιμής]] στην ανατολή αναβαθμιζόμενο ως προς τη συνολική ιεράρχηση αφού θεσπίστηκε να διατηρεί ισαξίως τα πρεσβεία τιμής με την ''πρεσβυτέρα Ρώμη'', ο [[Πατριάρχης]] αναγνωρίστηκε ως τελεσίδικος διαιτητής μεταξύ [[επίσκοπος|επισκόπων]] και μητροπολιτών, ενώ για πρώτη φορά δόθηκε διοικητική δικαιοδοσία στην εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία προσήρτησε τις περιοχές του ''Πόντου'', της ''Θράκης'' και της ''Ασιανής''. Οι αντιπρόσωποι του Πάπα κατά την ψήφιση αυτού του κανόνος απήσχαν<ref>Π. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Γ΄, σελίς 49</ref>. Ταυτόχρονα θεσπίστηκε η αυτοδιοίκηση κάθε εκκλησίας, η οποία θα διοικείται εκ της τοπικής συνόδου των επισκόπων σε κάθε τοπική εκκλησία δια προεδρίας του οικείου μητροπολίτη, ενώ υποβιβάστηκε στην Πέμπτη θέση των ''πρεσβειών τιμής'' το [[Πατριαρχείο Αλεξανδρείας]]. Επίσης ρυθμίστηκαν και ζητήματα δογματικοσυμβολικού χαρακτήρα όπως η κύρωση των κανόνων των προηγουμένων συνόδων και των δογματικών συμβόλων τους αλλά και επιμέρους ζητήματα κοινωνικού και εκκλησιαστικού χαρακτήρος όπως το ζήτημα των μικτών γάμων και περί των συνόδων.<br />
<br />
===Συνοπτική ερμηνεία κυριοτέρων κανόνων===<br />
''Για το πλήρες κείμενο των Ιερών Κανόνων, βλ. λήμμα [[Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος (κανόνες)]]''.<br />
<br />
'''Κανόνας Α΄''': Επικυρώνει τις Α΄, Β΄ και Γ΄ Οικουμενικές Συνόδους τους κανόνες και τους δογματικούς όρους αυτών.<br><br />
'''Κανόνας Β΄''': Ρυθμίζει τις απαιτούμενες ενέργειες περί συμμετοχής στον κλήρο, καθαιρεί δε όποιους δια χρημάτων χειροτονούν ή ωφελούνται ως χρισμένοι.<br><br />
'''Κανόνας Γ΄''': Ορίζει τους κληρικούς να απέχουν από οποιαδήποτε εργασία για λόγους κέρδους, ειδάλλως καθαιρούνται.<br><br />
'''Κανόνας Δ΄''': Ορίζει κανείς μοναχός να μη μένει εκτός της σκήτης του, εκτός αν αυτό επιτρέπεται από τον επίσκοπο της δικαιοδοσίας του και να μη εμπλέκεται σε καμία κοσμική λειτουργία.<br><br />
'''Κανόνας Ζ΄''': Καθαιρεί όποιο μέλος του ανωτέρου κλήρου αναλαμβάνει στρατιωτικά αξιώματα ή κοσμική εξουσία με σκοπό το κέρδος.<br><br />
'''Κανόνας Θ΄''': Ορίζει τον επίσκοπο ως κριτή μεταξύ διαμάχης δύο κληρικών<br><br />
'''Κανόνας Ι΄''': Απαγορεύει κληρικούς να τοποθετούνται σε δύο διαφορετικές τοπικές εκκλησίες.<br><br />
'''Κανόνας ΙΓ΄''': Ορίζει πως οι κληρικοί δε θα μη λειτουργούν σε άλλη πόλη, χωρίς να έχουν συστατικές επιστολές.<br><br />
'''Κανόνας ΙΔ΄''': Ορίζει πως τα μέλη του κατώτερου κλήρου, μπορούν να παντρεύονται και μετά τη χειροθεσία και κανονίζει περιπτώσεις περί παρανόμων γάμων, ετεροδόξων γυναικών αυτών και αλλοδόξων τέκνων τους.<br><br />
'''Κανόνας ΙΕ΄''': Ορίζει οι διακόνισσες να αναλαμβάνουν καθήκοντα μετά το πέρα του 40ου έτους της ηλικίας του.<br><br />
'''Κανόνας ΙΗ΄''': Κληρικοί που συνωμοτούν και συμμετέχουν σε φατρίες με δόλιο σκοπό, καθαιρούνται.<br><br />
'''Κανόνας ΚΑ΄''': Κατηγορίες κατά κληρικών που άπτονται ζητημάτων εκκλησιαστικών ή εγκληματικών (όχι χρηματικών) θα πρέπει να εξετάζονται, πρωτού εκδοθεί απόφαση.<br><br />
'''Κανόνας ΚΔ΄''': Ορίζει ότι όποιος χώρος χρησιμοποιήθηκε ως μοναστήρι, έκτοτε ποτέ να μη χρησιμοποιηθεί για κανένα άλλο σκοπό. Όποιος περιπέσει σε τέτοιο παράπτωμα καθαιρείται.<br><br />
'''Κανόνας ΚΣΤ΄''': Ορίζει πως κάθε επισκοπή οφείλει να έχει οικονόμο και πως αυτός πρέπει να είναι κληρικός και όχι λαϊκός.<br><br />
'''Κανόνας ΚΖ΄''': Επιτιμά όποιον κληρικό ή λαϊκό αρπάζει γυναίκα ένεκα οποιαδήποτε δικαιολογίας.<br><br />
'''Κανόνας ΚΗ΄''': Ορίζει την εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως να έχει ισοδύναμα πρεσβεία τιμής με τη Ρώμη και της αποδίδει επισκοπική δικαιοδοσία στη Θράκη, τον Πόντο και τη Ασιανή.<br><br />
'''Κανόνας ΚΘ΄''': Απαγορεύει τον υποβιβασμό επισκόπου σε βαθμό πρεσβυτέρου, εφόσον δε συντρέχει κανένα εκκλησιαστικό ή ποινικό κώλυμα. Εν τοιαύτη περιπτώσει όμως καθαιρείται αλλά όχι υποβιβάζεται.<br><br />
'''Κανόνας Λ΄''': Υποβιβάζει την επισκοπή Αλεξανδρείας στην πέμπτη θέση των πρεσβειών τιμής, λόγω του έντονου φόβου ετεροδοξίας από πλειάδα τοπικών επισκόπων.<br />
<br />
==Συμπεράσματα==<br />
<br />
Η καταδίκη των [[Μονοφυσιτισμός|μονοφυσιτισμού]] και η επικύρωση της καταδίκης του [[νεστοριανισμός|Νεστοριανισμού]] ακολουθήθηκε από νομικό διάταγμα εκδίωξης αυτών από τη ''Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία''. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να καταφύγουν οι μονοφυσίτες σε περιοχές τις Νοτιοανατολικής Μ. Ασίας και κυρίως στην ''Αίγυπτο'', όπου παρέμεναν πολύ ισχυρές οι μονοφυσιτικές επιρροές. Οι μονοφυσίτες τελικώς αποκόπηκαν από την εκκλησία δημιουργώντας νέες εκκλησίες όπως την ''Αρμενική'', την ''Ιακωβιτική στη Συρία'', τη ''Κοπτική στην Αίγυπτο'', αλλά και μεταγενεστέρως την ''Αιθιοπική ή Αβησσυνιακή''. Το ζήτημα της χριστολογικής διαμάχης οπωσδήποτε μετά τη σύνοδο αμβλύνθηκε στα πλαίσια της εκκλησίας και της αυτοκρατορίας, αλλά συζητήσεις επί του θέματος συνεχίστηκαν μέχρι και τον 7ο αιώνα, απασχολώντας και τις δύο επόμενες οικουμενικές συνόδους.<br />
<br />
Η σπουδαιότητα όμως της συνόδου έγκειται στην οριστική διαμόρφωση του χριστολογικού δόγματος ή οποία έλαβε θέση δίπλα στην ''Α΄ και Β΄ Οικουμενική σύνοδο'', οι οποίες διαμόρφωσαν το τριαδολογικό δόγμα, συμπληρώνοντας κατά το παράδειγμα των ''Α΄ και Β΄ Οικουμενικών Συνόδων'', τη ''Γ΄ Οικουμενική''. Ταυτόχρονα «''κλείνει μια επώδυνη φάση των χριστολογικών ερίδων και των θεολογικών ζυμώσεων αφού ο όρος της συνόδου σφραγίζει έντονα της διακήρυξη της ορθόδοξης πίστης από το ένα μέρος, και καταδικάζει κατηγορηματικά τις αιρέσεις του Απολιναρίου, του Νεστορίου και του Ευτυχή''»<ref>Ν. Ματσούκας, «''Δογματική και Συμβολική Θεολογία''», Τόμος Β΄, σελίς 257</ref>. Πέραν όμως τούτου «''επικύρωσε τους θεολογικούς όρους πρόσωπο, υπόσταση, φύση και ουσία και επέδειξε την αρραγή συνέχεια της ορθόδοξης θεολογίας που έχει ως βάση τη χαρισματική διάσταση και την ιστορικότητα της παράδοσης από την εποχή του περιούσιου λαού''»<ref>ενθ.αν.</ref>.<br />
<br />
Πέρα όμως από οποιαδήποτε άλλη προϋπόθεση η σύνοδος της Χαλκηδόνας διατηρεί και διασώζει το'' σωτηριολογικό δόγμα'', που είναι η βάση της εκκλησίας και αυτό διότι «''ουσιαστική ένωση των δύο φύσεων του Χριστού και διατήρηση της ετερότητάς τους σημαίνουν ότι η θεότητα παρέχει τον αγιασμό και την αφθαρσία στην κτιστή ανθρώπινη φύση''»<ref>ενθ.αν. 266</ref>. Ταυτόχρονα διατηρώντας την ετερότητα και αφήνοντας άθικτη τη διαφοροποίηση των φύσεων, αποκλείει την ''ειδωλολατρία'', δηλαδή την προσκύνηση του ανθρώπου και οδηγεί την εκκλησία μακριά από αδιέξοδο ή την άρνηση της σωτηρίας, διότι σε αντίθετη περίπτωση κανένα εχέγγυο δε θα δινόταν από την [[ανάσταση]]<ref>Θεοδώρητος Κύρου, «Αιρετικής κακομυθίας επιτομή, 4, 13.PG 83, 437, AB »</ref>. Κάτι τέτοιο άλλωστε κρίνεται αυτονόητο «''γιατί οι προϋποθέσεις των χριστολογικών αιρέσεων δεν εξασφαλίζουν τη θεραπεία της κτιστής ανθρώπινης φύσης, ενώ το δόγμα της Χαλκηδόνας είναι ο μόνος εγγυητής''»<ref>Ν. Ματσούκας, «Δογματική και Συμβολική Θεολογία», Τόμος Β΄, σελίς 267</ref>.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references/></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
<br />
* Ιωάννη Καρμίρη, «''Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας''», Τόμος Α΄, Αθήνα 1960.<br />
* Βλασίου Φειδά, «''Εκκλησιαστική Ιστορία''», Τόμος Α΄, Αθήνα, 2002.<br />
* Παναγιώτη Χρήστου, «''Ελληνική Πατρολογία''», Τόμος Γ΄, Εκδόσεις Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005.<br />
* Νίκου Ματσούκα, «''Δογματική και συμβολική Θεολογία''», Τόμος Β΄, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007.<br />
* Ιωάννη Καλογήρου, «''Ιστορία των Δογμάτων''», Τόμος Β΄, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη,1985<br />
* [[Γεώργιος Φλορόφσκι]], «''Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 5ου αιώνα''», Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007<br />
* [[Νικόδημος ο Αγιορείτης|Νικοδήμου Αγιορείτου]], [[Πηδάλιον]], Εκδόσεις Αστέρος, Αθήνα, 1993<br />
<br />
<br />
{{Αξιόλογο Άρθρο}}<br />
<br />
<br />
{{Οικουμενικές Σύνοδοι}}<br />
<br />
[[Κατηγορία:Οικουμενικές Σύνοδοι]]<br />
[[Κατηγορία:Σύνοδοι]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστική Ιστορία]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ο]]<br />
<br />
[[ar:المجمع المسكوني الرابع]]<br />
[[en:Fourth Ecumenical Council]]<br />
[[mk:Четврти вселенски собор]]<br />
[[pt:Quarto Concílio Ecumênico]]<br />
[[ro:Sinodul IV Ecumenic]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:4%CE%BF%CF%82_%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B1%CF%82&diff=20815Κατηγορία:4ος αιώνας2019-07-12T03:31:46Z<p>EGobi: +en,pt</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Αιώνας θανάτου προσωπικοτήτων]]<br />
<br />
[[en:Category:4th-century saints]]<br />
[[pt:Categoria:Santos do século IV]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:%CE%91%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B1%CF%82_%CE%B8%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%84%CE%BF%CF%85_%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%89%CF%80%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%84%CE%AE%CF%84%CF%89%CE%BD&diff=20814Κατηγορία:Αιώνας θανάτου προσωπικοτήτων2019-07-11T00:29:10Z<p>EGobi: +en,pt</p>
<hr />
<div>Στην κατηγορία αυτή μπορείτε να δείτε σε ποιο αιώνα εκοιμήθησαν οι [[:κατηγορία:Άνθρωποι|προσωπικότητες]], που αναφέρονται στο εγχείρημα. Πολλές φορές η κοίμηση, δε σημαίνει πως απαραίτητα, έδρασαν κυρίως σε αυτόν τον αιώνα. Για περισσότερες λεπτομέρειες διαβάστε τα άρθρα.<br />
<br />
[[Κατηγορία:Κατηγορίες]]<br />
<br />
[[en:Category:Saints by century]]<br />
[[pt:Categoria:Santos por século]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:11%CE%BF%CF%82_%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B1%CF%82&diff=20813Κατηγορία:11ος αιώνας2019-07-11T00:26:38Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Αιώνας θανάτου προσωπικοτήτων]]<br />
<br />
[[en:Category:11th-century saints]]<br />
[[pt:Categoria:Santos do século XI]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%A0%CF%81%CE%BF%CE%BA%CF%8C%CF%80%CE%B9%CE%BF%CF%82,_%CE%86%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82&diff=20812Προκόπιος, Άγιος2019-07-09T00:06:25Z<p>EGobi: +pt,ro</p>
<hr />
<div>Ο '''Άγιος Προκόπιος''' είναι [[μάρτυρας]] της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθοδόξου Εκκλησίας]]. Γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα, όπου έδρασε, και παρέδωσε μαρτυρικώς της ζωή του κατά τις αρχές του 4ου αιώνα στη Σκυθόπολη. Ο βίος προέρχεται από δύο πηγές. Η πρώτη βρίσκεται σε κάποιο μαρτυρολόγιο του [[Ευσέβιος Καισαρείας|Ευσεβίου Καισαρείας]], ενώ οι υπόλοιπες προέρχονται από μεταγενέστερα συναξάρια. Οι διαφορές μάλιστα που προκύπτουν είναι ουσιαστικές.<br />
<br />
==Ευσέβιος Καισαρείας==<br />
<br />
Σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας, ο Προκόπιος ήταν [[αναγνώστης]] και μεταφραστής της Συριακής γλώσσας. Γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα, αλλά έδρασε στη Σκυθόπολη, όπου διακονούσε τρεις ενορίες. Είχε μάλιστα το χάρισμα να εκδιώκει δαιμόνια. Κάποια στιγμή κατά τη μεταφορά του από τη Σκυθόπολη στη Καισάρεια της Παλαιστίνης, συνελήφθη με τη συνοδεία του, από διώκτες του Αυτοκράτορα Διοκλητιανού, με αποτέλεσμα να τον αποκεφαλίσουν.<br />
<br />
==Νεότερα Συναξάρια==<br />
<br />
Σύμφωνα με νεότερα [[Συναξάρι|συναξάρια]], ο Προκόπιος<ref>Το πατρονυμικό του ήταν Νεανίας</ref> γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ από πατέρα χριστιανό (Χριστόφορος) και μητέρα ειδωλολάτρισσα (Θεοδοσία). Κατά την ενηλικίωσή του, εξ αιτίας της υψηλής κοινωνικής θέσης που είχε η οικογένειά του, πήγε στην Αντιόχεια μετά από κλήση του Διοκλητιανού, για να αναλάβει τα καθήκοντα του Δούκα<ref>Ο Δούκας ήταν ο ανώτατος στρατιωτικός βαθμός</ref> της Αλεξάνδρειας της Συρίας. Ο Αυτοκράτορας εκεί κάλεσε το Νεανία και του ανέθεσε το διωγμό των χριστιανών. Τη νύκτα όμως που ταξίδευε προς την Αλεξάνδρεια με σκοπό να αναλάβει τα καθήκοντά του, άκουσε φωνή Κυρίου, που τον καλούσε στο χριστιανισμό. <br />
<br />
Στο σημείο αυτό εγείρεται διχογνωμία. Σύμφωνα με κάποια συναξάρια προχώρησε προς την Αλεξάνδρεια, όπου συνάντησε τον τοπικό [[Επίσκοπος|επίσκοπο]], όπου και τελικά τον έπεισε για την αλήθεια του [[Χριστός|Χριστού]], με αποτέλεσμα να [[Βάπτισμα|βαπτιστεί]]. Για το λόγο αυτό, αρνήθηκε να εκτελέσει τα καθήκοντά του και παραιτήθηκε, παρότι είχε επιτύχει σημαντικές νίκες κατά των Αγαρηνών<ref>Ε. Λέκκος, Αγιολόγιο..., σελ. 52-53</ref>. Κατά μία άλλη άποψη, μετά το όραμα πήγε προς τη Σκυθόπολη και από εκεί στα Ιεροσόλυμα, όπου κατατρόπωσε τους Αγαρηνούς (Σαρακηνούς), αφιερώνοντας τη νίκη του στον Ιησού<ref>Γ. Μεταλληνός,Ο Άγιος Προκόπιος (ΘΗΕ), στ. 614-616</ref>. Η μητέρα του όμως που διαφωνούσε και με την [[πίστη]] του πατέρα του, ο οποίος είχε και αυτός μεταστραφεί στο χριστιανισμό, τον κατήγγειλε στις αρχές, με αποτέλεσμα να συλληφθεί από τον ηγεμόνα της Καισαρείας Ουλβιανό και να βασανιστεί. Η ίδια τελικά βλέποντας την υπομονή στα μαρτύρια που υποβλήθηκε ο γιος της, μεταστράφηκε στο χριστιανισμό και βαπτίστηκε την επόμενη νύχτα. Αποκεφαλίστηκε δε μία ημέρα μετά, μαζί με άλλες δώδεκα γυναίκες εξ αιτίας της πίστης της. Όπως μαρτυρικώς παρέδωσε τη ζωή της η Θεοδοσία, έτσι τελικά παρέδωσε τη ζωή του και ο Προκόπιος περί το 303, υπό του νέου τοπικού άρχοντα του Φλαβιανού. Η μνήμη του εορτάζεται στις [[Πρότυπο:8 Ιουλίου|8 Ιουλίου]].<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
==Πηγές==<br />
<br />
*Ευαγγέλου Λέκκου, ''"Στρατιωτικοί μεγαλομάρτυρες"'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα.<br />
*Τσολακίδης Χρήστος, ''"Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας"'', Χ.Δ. Τσολακίδης, Αθήνα 2001.<br />
*Μεταλληνός Γιώργος, ''"Προκόπιος, ο Μεγαλομάρτυς"'', ΘΗΕ, τόμ. 10 (1967), στ. 614-616.<br />
<br />
[[κατηγορία:Άγιοι|Π]]<br />
[[κατηγορία:Μάρτυρες|Π]]<br />
[[Κατηγορία:4ος αιώνας|Π]]<br />
<br />
[[pt:Procópio de Cesareia]]<br />
[[ro:Procopie]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:10%CE%BF%CF%82_%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B1%CF%82&diff=20811Κατηγορία:10ος αιώνας2019-07-06T02:28:03Z<p>EGobi: </p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Αιώνας θανάτου προσωπικοτήτων]]<br />
<br />
[[en:Category:10th-century saints]]<br />
[[pt:Categoria:Santos do século X]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%91%CE%B8%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%91%CE%B8%CF%89%CE%BD%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82&diff=20810Αθανάσιος ο Αθωνίτης2019-07-06T02:22:12Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>[[Image:Athanasios-the-Athonite.jpg|thumb|right|150px|Αθανάσιος ο Αθωνίτης]]Ο [[Όσιος]] '''Αθανάσιος ο Αθωνίτης''' είναι μια σημαντική [[Ασκητισμός|ασκητική]] και πνευματική μορφή του ορθόδοξου [[Μοναχισμός|μοναχισμού]], ''"Καθηγητής της Ερήμου"'', μέλος της χορείας ''"των ασκητικών Πατέρων της Ανατολικής Εκκλησίας"''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 509.</ref>, αναδιοργανωτής της [[Άθως|Αθωνικής]] μοναστικής πολιτείας ([[Άγιο Όρος]])<ref>"Αθανάσιος Αθωνίτης", εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 3, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].</ref> και ιδρυτής της [[Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας|Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας]]. <br />
<br />
Γεννήθηκε στην [[Τραπεζούντα]] το 930 από γονείς ευσεβείς, οι οποίοι, έχοντας προλάβει να τον βαπτίσουν, δίνοντας του το όνομα ''Αβραάμιος'', πέθαναν όταν ήταν ακόμη μικρός, με αποτέλεσμα να περάσει υπό την προστασία μιας ευσεβούς μοναχής. Κατόπιν, σε ηλικία επτά ετών ανέλαβε την κηδεμονία του ένας συγγενής του, στρατηγός, ο οποίος του παρείχε όλα τα απαραίτητα αλλά και τη μόρφωσή του. Καθώς μεγάλωνε, ήταν φανερό ότι αν και είχε όλα τα μέσα που θα του προσέφεραν μια άνετη ζωή, ο ''Αθανάσιος'' προτιμούσε την ''"ασκητική κακοπαθεία"'' ζώντας σαν [[Μοναχισμός|Μοναχός]]. Έχοντας κλίση στα γράμματα, δέχτηκε να γίνει δάσκαλος στην [[Κωνσταντινούπολη]], αρχίζοντας σταδιακά να αποκτά φήμη για τη σοφία αλλά και την αγιότητα του βίου του<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 510.</ref>.<br />
<br />
Στην ''Κωνσταντινούπολη'' γνώρισε τον ονομαστό κοινοβιάρχη ''Μιχαήλ Μαλεΐνο'', που ήταν θείος του στρατηγού και μετέπειτα αυτοκράτορα ''Νικηφόρου Φωκά'' και μόναζε σε μονή του όρους ''Κυμινά'' της ''Βιθυνίας''. Η γνωριμία αυτή ήταν αποφασιστική για τον ''Αβραάμιο'', που αποφάσισε να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο και να μονάσει κοντά στον ''Μιχαήλ Μαλεΐνο'', από τον οποίο έλαβε τη μοναχική κουρά και ονομάστηκε ''Αθανάσιος''<ref>"Αθανάσιος Αθωνίτης", εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 3, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].</ref>.<br />
<br />
Κατά το διάστημα αυτό, γνωρίζει και συνδέεται με φιλία με τον ''Νικηφόρο Φωκά'' και τον αδελφό του ''Λέοντα Φωκά'', των οποίων αργότερα έγινε ο πνευματικός οδηγός. Τότε, ο ''Νικηφόρος'' αποκάλυψε στον ''Αθανάσιο'' την επιθυμία του να μονάσει, γεγονός ιδιαίτερης σημασίας για τα μεταγενέστερα γεγονότα.<br />
<br />
Κάποια στιγμή, ο ''Αθανάσιος'', επιθυμώντας μια πιο ήσυχη και ασκητική ζωή, παίρνει την ευλογία του γέροντά του ''Μιχαήλ'', και αναχωρεί για το [[Άγιο Όρος]] χωρίς να αποκαλύψει σε κανέναν την ταυτότητά του. Εκεί ο ''Αθανάσιος'' θαύμαζε την ασκητικότητα και τις στερήσεις των γερόντων, όμως στην ''Κων/πολη'' υπήρξε αναστάτωση εξαιτίας της αναχώρησης του. Ο ''Νικηφόρος Φωκάς'' είχε υποψιαστεί ότι ο πνευματικός του βρισκόταν στον ''Αθω'' και τελικά ο αδελφός του ''Λέοντας'' τον βρήκε κοντά σε έναν γέροντα ασκητή. Τότε, οι αθωνίτες ανακάλυψαν ότι έμενε κοντά τους ένα σημαντικό πνευματικό πρόσωπο και παρακάλεσαν τον ''Αθανάσιο'' να μεσολαβήσει για την ανέγερση ναού. Πράγματι, ο ''Λέοντας'' με την παράκληση του ''Αθανασίου'', βοήθησε για την ανέγερση της περίφημης ''Βασιλικής'' του ''Πρωτάτου'' των [[Καρυές|Καρυών]].<br />
<br />
Κατόπιν, ο ''Αθανάσιος'' συνόδευσε τον ''Νικηφόρο Φωκά'' στη νικηφόρα εκστρατεία εναντίον των ''Σαρακηνών'' της Κρήτης (961) και συμφώνησε μαζί του για την ανέγερση κοινοβιακής μονής στον [[Άθως|Άθω]], όπου θα ασκήτευε και ο ίδιος αλλά και ο ''Νικηφόρος''. Για το έργο αυτό ωστόσο, συνάντησε τις αντιδράσεις αθωνιτών ασκητών, οι οποίοι θεωρούσαν ότι ο ''Αθανάσιος'' με το μεγαλοπρεπές αυτό έργο εισήγαγε καινοτομίες<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 513.</ref>.<br />
<br />
Ενώ το έργο προχωρούσε, ξαφνικά ο ''Αθανάσιος'' μαθαίνει ότι ο ''Νικηφόρος Φωκάς'' ανέβηκε στον θρόνο της αυτοκρατορίας, και το γεγονός αυτό τον λύπησε πολύ. Έστειλε επιτιμιτικά γράμματα στον νέο βασιλιά για το γεγονός ότι αθέτησε την υπόσχεση του να μονάσει, άφησε την συνέχιση του έργου στην αδελφότητα που είχε αρχίσει να σχηματίζεται, και αναχώρησε από το [[Άγιο Όρος]]. Ο ''Νικηφόρος'', μετανιωμένος και πικραμένος από το γεγονός ότι αθέτησε την υπόσχεσή του και ήταν η αιτία για την αναχώρηση του πνευματικού του πατέρα, τον αναζήτησε. Μετά από τις αμοιβαίες εξηγήσεις που δόθηκαν κατά τη συνάντηση τους στην ''Κωνσταντινούπολη'', και αφού ο ''Νικηφόρος'' τον διαβεβαίωσε ότι μετά από κάποιο διάστημα θα τον ακολουθούσε στο [[Άγιο Όρος]], ο ''Αθανάσιος'' τον συγχώρεσε και επέστρεψε για να συνεχίση την αποπεράτωση του έργου.<br />
<br />
Δυστυχώς, μετά τη δολοφονία του ''Νικηφόρου Φωκά'' (969), αθωνίτες ασκητές κατήγγειλαν τον ''Αθανάσιο'' στον νέο αυτοκράτορα ''Ιωάννη Τσιμισκή'' (969-976) ότι με τα κτίσματα που δημιούργησε κατέλυσε ''"τους αρχαίους τύπους και τα έθιμα"''. Ο ''Ιωάννης Τσιμισκής'' κάλεσε σε απολογία τον ''Αθανάσιο'', αλλά πείστηκε για το επιτελούμενο πνευματικό έργο και επανέλαβε τις δωρεές τού προκατόχου του, ανέθεσε στον ηγούμενο της [[Μονή Στουδίου|μονής Στουδίου]] να συντάξει [[Τυπικό]], το οποίο κυρώθηκε το έτος 972 και είναι γνωστό με την ονομασία ''"Τράγος"'', από το δέρμα τράγου πάνω στο οποίο γράφτηκε. Το ''Τυπικό'' αυτό φυλάσσεται σήμερα στο αρχείο της ''Ιεράς Κοινότητας''.<br />
<br />
Το έργο που είχε αναλάβει ο ''Αθανάσιος'' είχε πια τελειώσει. Ο Θεός, φανέρωσε στον όσιο ότι ήταν η ώρα της αναχώρησής του από την εδώ ζωή και του αποκάλυψε και τον τρόπο του θανάτου του. Ο ''Αθανάσιος'', μάζεψε την αδελφότητα, τους κατήχησε, και αφού τους φανέρωσε με αινιγματικό τρόπο τον ερχομό του τέλους, έλαβε τη [[Θεία Κοινωνία]] και ανέβηκε με τη συνοδεία έξι μαθητών του στην κόγχη του [[Ιερό|ιερού]] του καθολικού Ναού για να επιθεωρήσει τις εργασίες που είχαν γίνει. Το κτίσμα τότε υποχώρησε, και ο άγιος με τους μαθητές του βρέθηκε κάτω από τα ερείπια<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 514.</ref>.<br />
<br />
Στον άγιο ''Αθανάσιο'' αναγνωρίζεται η δημιουργία του οργανωμένου μοναχισμού στο [[Άγιο Όρος]] αλλά και η μεγάλη πνευματική του ακτινοβολία η οποία συντέλεσε στο να γίνει η [[Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας]] ο πυρήνας της ίδρυσης των λοιπών μονών του [[Άθως|Άθω]]. Μάλιστα, είναι τόσο ριζωμένη η βεβαιότητα ότι η ύπαρξη του ''Αγίου Όρους'' συνδέεται άρρηκτα με τη μεγάλη μορφή του οσίου ''Αθανασίου του Αθωνίτη'', ώστε θεωρήθηκε απαραίτητο, με τον εορτασμό της χιλιετηρίδας από την ίδρυση της [[Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας|Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας]] το 1963, να συνεορτασθεί και η χιλιετηρίδα από την οργάνωση του Ορθόδοξου μοναχισμού στον ''Άθω''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 515.</ref>.<br />
<br />
Η μνήμη του οσίου εορτάζεται την 5η Ιουλίου.<br />
<br />
'''Απολυτίκιο''' (Ήχος γ΄. ''Την ωραιότητα'')<br />
:''Την εν σαρκί ζωήν σου κατεπλάγησαν, Αγγέλων τάγματα'',<br><br />
:''πως μετά σώματος, προς αοράτους συμπλοκάς, εχώρησας''<br><br />
:''αοίδιμε, και κατετραυμάτισας, των δαιμόνων τας φάλαγγας''.<br><br />
:''Όθεν Αθανάσιε, ο Χριστός σε ημείψατο πλουσίαις δωρεαίς''.<br><br />
:''Διό Πάτερ πρέσβευε, σωθήναι τας ψυχάς ημών''.<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<div style="font-size: 85%"><references/></div><br />
<br />
==Βιβλιογραφία==<br />
*"Αθανάσιος Αθωνίτης", εγκυκλοπαίδεια ''Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα'', τόμ. 3, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].<br />
*"Αθανάσιος Αθωνίτης", ''ΘΗΕ'', τόμ. 1 (1962), στ. 509-515.<br />
*Ευστρατιάδης Σωφρόνιος (Μητρ. Λεοντοπόλεως), ''Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1935, σελ. 14-15.<br />
*Τσολακίδης Δ. Χρήστος, ''Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας'', έκδ. 2η, εκδ. Χ.Δ. Τσολακίδη, Αθήνα 2001, σελ. 597.<br />
<br />
<br />
[[Κατηγορία:Μοναχοί|Α]]<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Α]]<br />
[[Κατηγορία:10ος αιώνας|Α]]<br />
[[Κατηγορία:Όσιοι|Αθανάσιος ο Αθωνίτης]]<br />
<br />
[[en:Athanasius of Athos]]<br />
[[pt:Atanásio do Monte Athos]]<br />
[[ro:Atanasie Athonitul]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:12_%CE%91%CF%80%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B9&diff=20809Κατηγορία:12 Απόστολοι2019-06-29T22:25:04Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Απόστολοι]]<br />
<br />
[[pt:Categoria:Doze apóstolos]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1:%CE%91%CF%80%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B9&diff=20808Κατηγορία:Απόστολοι2019-06-29T22:21:06Z<p>EGobi: +pt</p>
<hr />
<div>[[Κατηγορία:Άνθρωποι]]<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι]]<br />
<br />
[[fr:Catégorie:Apôtres]]<br />
[[pt:Categoria:Apóstolos]]<br />
[[ro:Categorie:Apostoli]]</div>EGobihttps://el.orthodoxwiki.org/index.php?title=%CE%91%CF%80%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CF%82_%CE%A0%CE%AD%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%82&diff=20807Απόστολος Πέτρος2019-06-29T21:21:15Z<p>EGobi: +ar,pt</p>
<hr />
<div>{{Άγιος<br />
| Όνομα = Απόστολος Πέτρος<br />
| Εικόνα = [[Image:Apostle Peter.jpg|100px]]<br />
| Όνομα Εικόνας = Ο Απόστολος Πέτρος<br />
| ΗμερομηνίαΓέννησης = περ. 1 μ.Χ., [[Βηθσαϊδά]]<br />
| ΗμερομηνίαΚοίμησης = περ. 64 μ.Χ., ''Ρώμη''<br />
| ΗμερομηνίαΕορτής = [[Πρότυπο:29 Ιουνίου|29 Ιουνίου]]<br />
| Ημερομηνίες = 49 μ.Χ. Αποστολική Σύνοδος<br />
| Τίτλος = [[Απόστολος]]<br />
}}<br />
Ο '''Απόστολος Πέτρος''' ή '''Άγιος Πέτρος''', ήταν ένας εκ των [[Απόστολοι|12 μαθητών]] του Ιησού Χριστού. Ιουδαίος στην καταγωγή, από την περιοχή της Γαλιλαίας, αναδείχτηκε ως η πλέον εμβληματική μορφή των δώδεκα μαθητών του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]], που διακρινόταν για την ειλικρίνεια, τον αυθορμητισμό και την αφοσίωσή του. Μετά την [[Ανάσταση]] του Ιησού Χριστού, ανέλαβε σημαντική δράση για τη διάδοση του [[Ευαγγέλιο|ευαγγελικού]] μηνύματος, δρώντας κυρίως στην περιοχή της Ιουδαίας. Είναι δύσκολο σήμερα να ταυτοποιηθεί η χρονική παρουσία του στη Ρώμη (πιθανώς μετά το 55) καθώς δεν έχουμε σαφείς πηγές για την πορεία του και το μαρτύριό του. Ήταν συγγραφέας δύο επιστολών, ενώ είναι και το κεντρικό πρόσωπο γύρω από το οποίο η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία θέλησε να θεμελιώσει το [[παπικό πρωτείο]].<br />
==Ο βίος του==<br />
===Καταγωγή και βίος πριν την κλήση===<br />
Ο Απόστολος Πέτρος γεννήθηκε στη [[Βηθσαϊδά]] (''Ιω. 1, 45''), κοντά στη λίμνη Γεννησαρέτ. Αδερφός του ήταν ο πρωτόκλητος [[Απόστολος Ανδρέας|Ανδρέας]], που από κοινού και μαζί με τους υιούς του [[Ζεβεδαίος|Ζεβεδαίου]], [[Απόστολος Ιάκωβος|Απόστολο Ιάκωβο]] και [[Ευαγγελιστής Ιωάννης|Ευαγγελιστή Ιωάννη]], ασκούσαν το επάγγελμα του ψαρά (''Ματθ. 4, 18''). Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιωάννης ή Ιωνάς (''Ιω. 1, 43. 21, 15-17''), ενώ ο ίδιος αναφέρεται ως Σίμωνας (''Ματθ. 10, 2, Μαρκ. 3, 16''), Συμεών (''Πράξεις 15, 14'') αλλά και Κηφάς, που σημαίνει Πέτρα (''Α΄ Κορινθίους 1, 12. Γαλάτας 1, 18''). Ο [[Απόστολος Ματθαίος|Ματθαίος]] ονομάζει το Σίμωνα γιο του Ιωνά (''Βαριωνά''), αν και κατά μία άποψη, που ακόμα δεν έχει σταθερή βάση, η ονομασία αυτή σημαίνει τρομοκράτης<ref>Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, σελ. 58</ref>. Το όνομα Ιωνάς, πιθανώς να είναι σύντμηση και απλογραφία του Ιωάννης<ref>Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, σελ. 58</ref>. <br />
<br />
Ο Απόστολος Πέτρος κατοικούσε στην Καπερναούμ (''Ματθ. 5, 14. Μαρκ. 1, 21'') από όπου καταγόταν η γυναίκα του. Στην Καπερναούμ εγκαταστάθηκε μετά το γάμο του. Για τη γυναίκα του δεν αναφέρεται κάτι σχετικό στην [[Καινή Διαθήκη]] αν και είναι γνωστό ότι ήταν έγγαμος, γιατί ο Χριστός θεράπευσε την πεθερά του (''Ματθ. 8, 14-15. Λουκ. 4, 38-39''). Είναι πιθανό η σύζυγος του να μη ζούσε όταν τον κάλεσε ο Χριστός στο αποστολικό αξίωμα<ref>Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, σελ. 58</ref>. Μάλιστα αργότερα, στις ιεραποστολικές του περιοδείες, είχε μαζί του και μια [[Χριστιανισμός|χριστιανή]] αδελφή για να τον υπηρετεί (''Α΄ Κορινθίους 9, 5'').<br />
<br />
Το γεγονός ότι ασκούσε το επάγγελμα του ψαρά αλλά και το γεγονός ότι τα μέλη του Συνεδρίου αποκάλεσαν αυτόν - όπως και τον Ιωάννη - ''"αγράμματους και απλοϊκούς"'' (''[[Πράξεις των Αποστόλων|Πράξεις]] 4, 13'') δείχνουν ότι δεν είχε φοιτήσει σε ραβινική σχολή. Είναι πιθανό όμως να ήταν μαθητής του [[Ιωάννης ο Πρόδρομος|Ιωάννη του Προδρόμου]]. Η κλήση του στο αποστολικό αξίωμα έγινε σταδιακά. Πρώτα τον παρουσίασε στο Χριστό, ο αδελφός του [[Απόστολος Ανδρέας|Ανδρέας]] (''Ιω. 1, 42''), ενώ προφανώς ήταν παρών στο γάμο της [[Κανά]], όπου αμέσως μετά εγκαταστάθηκε με τον Ιησού και τους άλλους μαθητές στην Καπερναούμ (''Ιω. 2, 1-12''). Την κλήση του αναφέρουν οι τρεις [[Συνοπτικά Ευαγγέλια|Συνοπτικοί Ευαγγελιστές]]. Αναφέρεται πάντοτε μεταξύ των μαθητών στους καταλόγους της Καινής Διαθήκης και αποτελούσε, μαζί με τους αδελφούς Ιάκωβο και Ιωάννη, τον πιο στενό κύκλο των μαθητών, λαμβάνοντας πρωτεύουσα θέση στον Αποστολικό κύκλο<ref>Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, σελ. 59</ref>.<br />
<br />
===Μετονομασία===<br />
Στην [[Καινή Διαθήκη]] δε φαίνεται καθαρά πότε ο [[Ιησούς Χριστός|Ιησούς]] ονόμασε το Σίμωνα Κηφά, δηλ. βράχο, πέτρα, που αποδίδεται στην Ελληνική ως ''"Πέτρος"''. Κατά το Ματθαίο (''16, 18'') η μετονομασία αυτή συνδέεται με την ομολογία του Πέτρου στην Καισάρεια του Φιλίππου. Κατά το Μάρκο (''3, 16'') και το Λουκά (''6, 14'',) η αλλαγή αυτή του ονόματος του από Σίμωνα σε Πέτρο, μνημονεύεται στην αρχή του καταλόγου των [[Απόστολοι|δώδεκα]], όταν δηλ. συγκροτήθηκε και ολοκληρώθηκε από τον Ιησού η ομάδα των δώδεκα. Ο Ιωάννης (''1, 42'') γράφει πως όταν για πρώτη φορά ο Σίμων συναντήθηκε με τον Ιησού, στον οποίο τον παρουσίασε ο αδελφός του Ανδρέας, ο Ιησούς του είπε ότι θα ονομαστεί Κηφάς, που σημαίνει Πέτρος.<br />
<br />
===Ο Απόστολος Πέτρος μέσα από την Καινή Διαθήκη και μέχρι την ανάληψη του Κυρίου===<br />
<br />
Ο Απόστολος Πέτρος, μέσα από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, διαφαίνεται πως κατείχε πρωτεύοντα ρόλο. Ο χαρακτήρας του διαφαίνεται ενθουσιώδης, ορμητικός, ενεργητικός και γεμάτος αυτοπεποίθηση, αναλαμβάνοντας διαρκώς πρωτοβουλίες. Συνάμα όμως επεδείκνυε και ένα ευμετάβλητο και ασταθή χαρακτήρα. Ο ίδιος παρέμενε πάντοτε ειλικρινής και αφοσιωμένος στο Χριστό, εμφάνιζε όμως μερικές φορές εξάρσεις, που τις καταπράυνε γρήγορα γιατί εξ αιτίας τους έχανε το θάρρος του.<br />
<br />
Παρατηρώντας μερικά στιγμιότυπα της ζωής του Πέτρου, βρισκόμαστε στην Καπερναούμ όπου ο Χριστός αναφέρει στους ακροατές του, ότι για να έχουν ζωή αιώνιο πρέπει να τρώγουν το Σώμα Του και να πίνουν το Αίμα Του. Εκείνοι δεν αντιλήφθηκαν το μήνυμά Του και σκανδαλιζόμενοι έφυγαν. Ρωτώντας ο Κύριος τους Δώδεκα μαθητές Του, εάν θέλουν και αυτοί να φύγουν, ο Πέτρος απάντησε αμέσως ''"Κύριε, σε ποιόν να πάμε; Έχεις λόγια ζωής αιωνίου και εμείς πιστεύσαμε και γνωρίσαμε ότι συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος"''. Μετά από προτροπή του Ιησού, ο Πέτρος βάδισε στη θάλασσα (''Ματθ. 14, 28-32''). Επίσης μετά από προτροπή του Ιησού, ψάρεψε ένα ψάρι που είχε στην κοιλιά του ένα νόμισμα, για να πληρώσει τον φόρο στους Ρωμαίους (''Ματθ. 17, 24-27'').<br />
<br />
Στην Καισάρεια του Φιλίππου, λίγο πριν από το πάθος, ο Χριστός υπέβαλε στους μαθητές του την ερώτηση ποια γνώμη είχαν οι άνθρωποι για Εκείνον. Ο Πέτρος απάντησε ότι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας, ο Υιός του αληθινού Θεού (''Ματθ. 16, 13-16''). Τότε ο Ιησούς απεκάλεσε τον Πέτρο μακάριο, επειδή δέχθηκε την αποκάλυψη όχι από άνθρωπο, αλλά από τον Ίδιο τον Θεό. Του είπε πώς σε αυτή την πέτρα, δηλαδή στην ομολογία ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού, θα οικοδομήσει την Εκκλησία Του, της οποίας ''"πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν"''. Στη συνέχεια ζήτησε από τους μαθητές Του να κρατήσουν κρυφό ότι αυτός είναι ο Μεσσίας, και τους φανέρωσε ότι θα μεταβεί στα Ιεροσόλυμα, όπου θα σταυρωθεί και θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα. Ο Πέτρος πήρε το Χριστό ιδιαιτέρως και προσπάθησε να τον αποτρέψει από από την πορεία του προς το Πάθος. Ο Χριστός όμως τον επιτίμησε αυστηρά (''"Ύπαγε οπίσω μου σατανά" Ματθ. 16,23'').<br />
<br />
Ο Πέτρος, μαζί με τους Ιωάννη και Ιάκωβο, ήταν παρών στη [[Μεταμόρφωση]] του Κυρίου στο Όρος Θαβώρ (''Ματθ. ιζ', 1-8, Μάρκ. θ', 2-8, Λουκ. θ', 28-36''). Όταν ο Χριστός, λίγο πριν το πάθος Του, το βράδυ του Μυστικού Δείπνου, έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του, ο Πέτρος αρνήθηκε. Ο Χριστός απευθυνόμενος προς αυτόν του είπε πως ''"εάν δεν δεχθής να σού πλύνω τα πόδια δεν μπορείς να μένης κοντά μου"''. Τότε ο Απόστολος Πέτρος απάντησε, ''"Τότε Κύριε μη μου πλύνεις μόνον τα πόδια, αλλά και τα χέρια και το κεφάλι"''(''Ιωάν. 13, 5-10''). Το ίδιο βράδυ φαίνεται να διακατέχεται από έντονη αγωνία για να μάθει ποιος είναι ο προδότης του Ιησού (''Ιωάν. 13, 24''), ενώ διαμαρτύρεται διότι ο Ιησούς του είπε πως εκεί που οδεύει, δεν μπορεί ο ίδιος ακόμα να τον ακολουθήσει. Ο Πέτρος υπόσχεται στον Κύριο ότι είναι έτοιμος να θυσιάσει τη ζωή του γι' αυτόν (''Ιωάν. 13, 36-37· πρβλ. Ματθ. 26, 33. Μάρκ. 14, 29''). Ο Κύριος όμως προφητικά του προανήγγειλε ότι θα τον αρνιόταν τρεις φορές.<br />
<br />
Όταν ο Ιησούς προσευχήθηκε στον κήπο της Γεθσημανή και γυρίζοντας κοντά στους μαθητές του, τους βρήκε να κοιμούνται, πρώτα απευθύνθηκε στον Πέτρο (''Μάρκ. 14, 37''), ενώ τη στιγμή που Τον συνελάμβαναν, ο Πέτρος με μαχαίρι έκοψε το αυτί ενός από τους δούλους του αρχιερέα. Ο Χριστός τον επετίμησε θεραπεύοντας τον Μάλχο (''Ματθ. 26, 51. Μάρκ. 14, 47. Λουκ. 22, 50. Ιωάν. 18, 10''). Κατά τη σύλληψη του Ιησού, ο Πέτρος τον ακολούθησε μέχρι την αυλή του αρχιερέα (''Ματθ. 26, 58. Μάρκ. 14, 54. Λουκ. 22, 54. Ιωάν. 18, 15-16''). Στη συνέχεια ο Πέτρος Τον αρνείται τρεις φορές με όρκο. Αφού αλέκτωρ ελάλησε τρις, θυμήθηκε τον λόγο του Χριστού που του είχε προαναγγείλει αυτή την πτώση, και μετανιώνοντας, έκλαψε πικρά. Ο Χριστός μετά την Ανάστασή Του, τον ρώτησε τρεις φορές εάν τον αγαπά, και του έδωσε την εντολή να ποιμαίνει τα λογικά Του πρόβατα, αποκαθιστώντας τον στο αποστολικό αξίωμα.<br />
<br />
===Μετά την Ανάληψη===<br />
<br />
Οι ειδήσεις για την ιστορία του Πέτρου μετά την Ανάληψη δεν είναι πολλές. Γι αυτό και δε μπορούμε να έχουμε ένα διάγραμμα της πορείας του και κανένα σταθερό σημείο για μια σωστή χρονολόγηση. Στην ιστορία της πρώτης Εκκλησίας, ο Πέτρος πρωτοστατεί στην πρώτη διοικητικού χαρακτήρα πράξη των Αποστόλων, όταν υπέδειξε σε κοινή σύναξη των πιστών να εκλέξουν τον αντικαταστάτη του [[Ιούδας Ισκαριώτης|Ιούδα του Ισκαριώτη]] (''Πρ. 1, 13-26''). Την ημέρα της [[Πεντηκοστή|Πεντηκοστής]] πάλι ο Πέτρος σηκώθηκε μαζί με τους άλλους έντεκα Αποστόλους και μίλησε προς το συγκεντρωμένο πλήθος ώστε να πιστέψουν και να βαπτιστούν 3.000 άνθρωποι (''Πρ. 2, 14-41''). Στη συνέχεια θεράπευσε κάποιο χωλό στο Ναό, όντας με τον Ιωάννη (''Πρ. 3, 1-11''), ενώ μίλησε για δεύτερη φορά προς το πλήθος (''Πρ. 2, 12-26''). Αυτή η πράξη του, είχε σα συνέπεια να οδηγηθεί με τον Ιωάννη στο συνέδριο. Εκεί μίλησε με παρρησία (''Πρ. 4, 1-12''), λέγοντας ότι δεν μπορούσε να μη μιλήσει γι' αυτά που είδε και άκουσε (''Πρ. 4, 20''). Οι Ιουδαίοι και μάλιστα οι [[Σαδδουκαίοι]] τον συνέλαβαν για δεύτερη φορά μαζί με τον Ιωάννη και τους φυλάκισαν, για να αποφυλακιστούν όμως με θαυμαστό τρόπο (''Πρ. 5, 17-42'').<br />
<br />
Γεγονότα, όπως η θανατική τιμωρία του Ανανία και της συζύγου του Σαπφείρας (''Πρ. 5, 1-11'') και τα θαύματα που έκανε και με τη σκιά του ακόμη (''Πρ. 5, 15-16'') μεγάλωσαν πολύ τη φήμη του Αποστόλου Πέτρου. Μαζί με τον Ιωάννη στάλθηκαν αργότερα από τους Αποστόλους στη Σαμάρεια όταν άκουσαν ότι εκεί διαδόθηκε ο λόγος του Θεού (''Πρ. 8, 14''). Στη Σαμάρεια συναντήθηκε ο Πέτρος με το Σίμωνα το μάγο (''Πρ. 8, 18-24''), ενώ μαζί με τον Ιωάννη κήρυξαν το λόγο του Θεού σε πολλά χωριά της (''Πρ. 8, 25''). Με κέντρο τα Ιεροσόλυμα, πολλές φορές μετέβαινε σε περιοδείες και επισκεπτόταν τις πλησιόχωρες Εκκλησίες (''Πρ. 9, 32''), γι αυτό και μαζί με τον [[Ιάκωβος ο αδελφόθεος|αδελφόθεο Ιάκωβο]] και τον Ιωάννη θεωρούνταν οι ''"στύλοι» της Εκκλησίας"'' (''Γαλ. 2, 9''). Σε μια περιοδεία θεράπευσε στη Λύδδα τον παραλυτικό Αινέα (''Πρ. 9, 32-34'') και στην Ιόππη ανέστησε την Ταβιθά ή Δορκάδα (''Πρ. 9, 36-42''). Πάντως στις περιοχές αυτές προϋπήρχαν Χριστιανοί και δεν είναι ο Πέτρος ο πρώτος ιεραπόστολος των περιοχών αυτών (''πρβλ. Πρ. 9, 32''). Εκτός αυτού ο Πέτρος φαίνεται ότι είχε σημαντικά αποτελέσματα στη Λύδδα και Σάρωνα (''Πρ. 9, 35''). Στην Ιόππη ο Πέτρος έμεινε αρκετές ημέρες (''Πρ. 9, 43'') και στην Καισαρεία, όπου πορεύτηκε με θεία εντολή, κατήχησε και βάπτισε τον εκατόνταρχο Κορνήλιο και όλους τους δικούς του (''Πρ. 10, 1-48'').<br />
<br />
Όταν γύρισε στα Ιεροσόλυμα εξιστόρησε τα γεγονότα με τον Κορνήλιο και έδωσε απάντηση στους χριστιανούς εκ περιτομής, που δυσαρεστήθηκαν γιατί βάπτισε τον εκατόνταρχο Κορνήλιο (''Πρ. 11, 1-17''). Το 42 ή 44 ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄ τον συνέλαβε μετά τη θανάτωση του Αποστόλου Ιακώβου και αφού είδε ότι αυτή η πράξη άρεσε στους Ιουδαίους, θέλησε να τον θανατώσει. Ο Θεός όμως τον έσωσε με θαυμαστό τρόπο. Ο Πέτρος πήγε στο σπίτι της Μαρίας, της μητέρας του Μάρκου (''Πρ. 12, 1-17'') και από εκεί πορεύτηκε σ' άλλον τόπο (''Πρ. 12, 17''). Στη συνέχεια ο Πέτρος λαμβάνει μέρος στην Αποστολική Σύνοδο, το 49 στα Ιεροσόλυμα, όπου διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο μαζί με τον Παύλο, τον αδελφόθεο Ιάκωβο και το Βαρνάβα (''Πρ. 15, 14. Γαλ. 2, 7-8''). Τάσσεται με σθένος υπέρ της ελευθερίας των Εθνικοχριστιανών σε σχέση με την περιτομή και τις διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου, υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν υποχρεωμένοι οι εξ Εθνικών Χριστιανοί να συμμορφώνονται με αυτές γιατί και οι Εθνικοί, όπως και οι Ιουδαίοι, σώζονται μόνον με την πίστη στο Χριστό (''Πρ. 15, 1-29''). Αργότερα συναντιέται στην Αντιόχεια με τον Παύλο, ο οποίος τον έψεξε γιατί έκανε παραχωρήσεις στους ιουδαΐζοντες σε βάρος των εξ Εθνικών Χριστιανών (''Γαλ. 2, 11-21'').<br />
<br />
Το κήρυγμα του Πέτρου περιορίστηκε κυρίως στους [[Εβραίοι|Εβραίους]] και μάλιστα στην Παλαιστίνη. Ο [[Ευσέβιος Καισαρείας]], που χρησιμοποιεί στην περίπτωση αυτή τον [[Ωριγένης|Ωριγένη]], αναφέρει ότι ο Πέτρος κήρυξε το [[Ευαγγέλιο]] στους [[Ιουδαίοι|Ιουδαίους]] της διασποράς, στον Πόντο, τη Γαλατία, τη Βιθυνία, την Καππαδοκία και την Ασία<ref>Εκκλησιαστική Ιστορία, 3,1. 4,2</ref>.<br />
<br />
===Εικασίες για ζηλωτική ιδιότητα===<br />
<br />
Από το γεγονός ότι ο Πέτρος έφερε μαχαίρι και απέκοψε το αυτί του Μάλχου τη νύχτα της σύλληψης του Ιησού, κάποιοι υπέθεσαν ότι ο Πέτρος ήταν αναρχικός Σικάριος (τρομοκράτης) του ομίλου των Ζηλωτών, οι οποίοι αντιστέκονταν ενεργητικά στη ρωμαϊκή εξουσία. Στον όμιλο αυτό ήταν ο Σίμων ο Ζηλωτής και πιθανόν και ο [[Ιούδας ο Ισκαριώτης]]. Η άποψη αυτή ενισχύεται και από την πιθανότητα η λέξη ''"Βαριωνάς"'' να μην σημαίνει ''"γιος του Ιωνά"'' αλλά ''"τρομοκράτης"''. Πάντως αυτή η ερμηνεία δεν μπορεί να υποστηριχτεί με σιγουριά<ref>Απόστολος Γλαβίνας, Οι Δώδεκα Απόστολοι, σελ. 58</ref>.<br />
<br />
===Απόστολος Πέτρος και Ρώμη===<br />
<br />
Οι Ρωμαιοκαθολικοί πιστεύουν ότι ο Πέτρος υπήρξε ο πρώτος [[Πάπας]], δηλ. [[Επίσκοπος]] Ρώμης, υποστηρίζοντας το ''"[[παπικό πρωτείο|Πρωτείο του Πάπα]]"'' στο υποτιθέμενο πρωτείο του Πέτρου έναντι των άλλων Αποστόλων. Αυτό το θεμελιώνουν από τα λόγια του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού]] στο [[Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο|Ευαγγέλιο του Ματθαίου]]: ''"Εσύ είσαι Πέτρος και πάνω σ'αυτήν την Πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου..."''. <br />
<br />
Η άποψη ότι ο Απόστολος Πέτρος είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης στηρίζεται κυρίως στις λεγόμενες [[Ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις]], μια συλλογή κειμένων αγνώστου συγγραφέα, που έγινε στη Γαλλία κατά τον 9ο αιώνα μ. Χ.. Πρόκειται για νόθα κείμενα που αποβλέπουν στην ενίσχυση της παπικής εξουσίας. Στην Καινή Διαθήκη ([[Πράξεις των Αποστόλων]], στις επιστολές [[Προς Γαλάτας]], [[Προς Κορινθίους Α΄]], [[Προς Ρωμαίους]], καθώς και στις λεγόμενες [[επιστολές της αιχμαλωσίας]]), δε βρίσκουμε ιστορικές μαρτυρίες για επίσκεψη του Πέτρου στη Ρώμη<ref>Βλ. σχετικό άρθρο του Στεργίου Ν. Σάκκου, Ομ. Καθηγητού Πανεπιστημίου<br />
στην εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος» Να 1678-1680. (23/2/2007, 2/3/2007 και 9/3/2007). [http://www.oodegr.com/oode/papismos/dogma/petros_rwmi1.htm]</ref>. Κάτι τέτοιο είναι πολύ σημαντικό διότι ο Πέτρος δε φαίνεται να είχε επισκεφτεί τη Ρώμη μέχρι τουλάχιστον το 55, τη στιγμή που ψευδο-Ισιδώρειες διατάξεις τον αναφέρουν ως επίσκοπο για 25 περίπου έτη και μέχρι το θάνατό του, δηλαδή αρκετά πριν από το 50, ενώ και οι επιστολές του δε φαίνεται να απευθύνονται προς τους Ρωμαίους.<br />
<br />
Η ιστορική έρευνα σήμερα καταλήγει πως ο Πέτρος δεν είναι ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης, όπου ο Χριστιανισμός δεν κηρύχτηκε από τους Αποστόλους, γιατί κανένας δεν φαίνεται να πήγε στη Ρώμη για να κηρύξει το Ευαγγέλιο. Στη Ρώμη ο Χριστιανισμός κηρύχτηκε από άγνωστους Χριστιανούς, οι οποίοι προφανώς άκουσαν τον Πέτρο στα Ιεροσόλυμα την ημέρα της Πεντηκοστής (''Πρ. 2, 10'') και κάποιους ακόμα που είχαν διδαχθεί το χριστιανισμό από τον Παύλο στις διάφορες πόλεις, όπου κήρυξε<ref>Βλ. Α. Α. Γκλαβίνα, Οι δώδεκα Απόστολοι, εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη, 1993, σελ. 57-67: "Χριστιανοί στη Ρώμη υπήρχαν ήδη πριν από το διάταγμα του Κλαυδίου (Πρ. 18, 2), το 50. ... Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι ο Παύλος στο 16 κεφάλαιο της Επιστολής του προς τους Ρωμαίους στέλνει πλήθος ασπασμών σε πιστούς μιας πόλης στην οποία δεν κήρυξε ακόμη και οι οποίοι ήταν γνωστοί του και συνδέονταν μαζί του...Ο Απόστολος Παύλος, που συνήθιζε να κηρύττει εκεί όπου δεν είχε ακόμη ακουστεί το όνομα του Χριστού, γιατί δεν ήθελε να οικοδομεί πάνω σε ξένα θεμέλια (Ρωμ. 15, 20), ομολογεί ότι θέλει να κηρύξει στη Ρώμη (''Ρωμ. 1, 15'') την επιθυμία του αυτή αναφέρουν και οι Πράξεις των Αποστόλων (19, 21. 23, 11). Αυτό σημαίνει ότι μέχρι τη στιγμή εκείνη, που γράφει προς τους Ρωμαίους (56), κανένας Απόστολος δεν πέρασε από τη Ρώμη."</ref>.<br />
Επίσης, ο Απόστολος Πέτρος δεν υπήρξε ο πρώτος Πάπας της Ρώμης, αφού σύμφωνα με τους διασωθέντες επισκοπικούς καταλόγους, αλλά και τις ιστορικές μαρτυρίες εκκλησιαστικών συγγραφέων, ως πρώτος Επίσκοπος της Ρώμης ουδέποτε αναφέρεται ο Πέτρος, αλλά ο Λίνος, άλλοτε δε, αν και εσφαλμένως υπό του [[Τερτυλλιανός|Τερτυλλιανού]], ο [[Κλήμης Ρώμης|Κλήμεντας Ρώμης]].<br />
<br />
:Βλέπε: ''[[Παπικό πρωτείο]], [[Πρεσβεία τιμής των Εκκλησιών]]''.<br />
<br />
===Μαρτυρικός θάνατος===<br />
<br />
Πιστεύεται ότι ο Πέτρος μαρτύρησε στις 13 Οκτωβρίου του 64 μ.Χ. στο Ιπποδρόμιο του [[Νέρων|Νέρωνα]] στη [[Ρώμη]]. Έρευνες<ref>Lietzmann Petrus et Paulus in Rom,Berlin,1937,238</ref> που έχουν γίνει στις κατακόμβες της Ρώμης θεωρείται ότι έχουν ανακαλύψει τον τάφο του Αποστόλου, ο οποίος βρίσκεται στις κρύπτες κάτω από τη [[Βασιλική του Αγίου Πέτρου]] στη [[Ρώμη]], αν και υπάρχουν και αντίθετες απόψεις<ref>Ch.Guignotte, K. Heussi</ref>. Επίσης θεωρείται ότι έχουν ανακαλυφθεί και οι αλυσίδες με τις οποίες ήταν δεμένος στη φυλακή του Μαμερτίνου στη βασιλική Σαν Πιέτρο ιν Βίνκολι.<br />
<br />
==Επιστολές==<br />
<br />
Ο Απόστολος Πέτρος έγραψε δύο [[Καθολικές Επιστολές]], οι οποίες δεν είναι μεγάλες σε έκταση, είναι όμως πλούσιες σε θεολογικές και φιλοσοφικές ιδέες. Η Α' επιστολή Πέτρου αναφέρεται κυρίως στον εξαγνισμό και την υπακοή. Στο χωρίο 1:9 διαφαίνεται πως κατά τον Απόστολο, δεν είναι η αρχή της πίστεως ή η πίστη γενικά που φέρνει ως αποτέλεσμα τη σωτηρία, αλλά το ''"τέλος της πίστεως"'' που επιτυγχάνει τη σωτηρία. Η πορεία της αυξήσεως στην πνευματική ζωή τονίζεται στο χωρίο 2:2 όπου πως πρέπει ο πιστοί να αυξηθούν για να φτάσουν στη σωτηρία"'' («ίνα … αυξηθήτε εις σωτηρίαν»), ενώ στο χωρίο 2:11 γίνεται λόγος για τον «πόλεμο» που διεξάγεται ανάμεσα στις σαρκικές επιθυμίες και τον άνθρωπο.<br />
<br />
Κεντρικό θέμα της B΄ επιστολής αποτελεί η εσχατολογία, η οποία αναπτύσσεται στην επιστολή εξαιτίας της εμφάνισης στην κοινότητα χριστιανών που αμφισβητούσαν τον ερχομό του Κυρίου, την πρόνοια του Θεού για τον κόσμο και την εξάρτηση του κόσμου από τον δημιουργό Θεό. <br />
<br />
Στο χωρίο 1:4 της Β' επιστολής Πέτρου βλέπουμε ότι οι υποσχέσεις που μας έχει δώσει ο Θεός είναι μεγάλες και πολύτιμες· η δε διαφθορά μέσα στον κόσμο υπάρχει λόγω των κακών επιθυμιών. Οι άνθρωποι όμως μπορούν να αποφύγουν τη διαφθορά αλλά και να γίνουν μέτοχοι ή κοινωνοί της Θείας φύσεως -μια ιδέα που αναπτύσσεται στην Αρχαία Εκκλησία και στην Ανατολική Ορθόδοξη σκέψη-, θέτοντας έτσι το θεμέλιο για το δόγμα της θεώσεως. Παράλληλα στο χωρίο 1:10 της Β' επιστολής Πέτρου μνημονεύεται η «κλήση» και η «εκλογή». Ο Χριστιανός προτρέπεται να δείχνει «προθυμία» για να κάνει ακριβώς αυτή την «κλήση και εκλογή» σταθερή («βεβαίαν»). Κατά το χωρίο 2:20-22 η απομάκρυνση από την «οδό της δικαιοσύνης» δεν είναι μόνο πιθανή, αλλά πραγματικά συμβαίνει· κι' αυτή είναι κάτι χειρότερο από του να μην είχε κανείς γνωρίσει καθόλου την «οδό της δικαιοσύνης»<ref>Γεωργίου Φλορόφσκι, "Οι Βυζαντινοί Ασκητικοί και Πνευματικοί Πατέρες". (Μετάφραση Παναγιώτη Κ. Πάλλη. Εκδόσεις Πουρναρά. Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 73-76, 81).</ref>.<br />
<br />
H Β Πέτρου επιστολή χαρακτηρίζεται και ως «αντιαιρετική», γιατί δίνει μία κατοχυρωμένη απάντηση στους αμφισβητίες της ορθής πίστης. Συνάμα έχει και «απολογητική» διάθεση, αφού αναπτύσσει την πίστη της χριστιανικής κοινότητας χρησιμοποιώντας επιχειρήματα που απαντούν τόσο στην ιουδαϊκή και την ευρύτερη χριστιανική παράδοση όσο και στη θύραθεν γραμματεία<ref>Ατματζίδης, Χαράλαμπος Γ., "Η εσχατολογία στη Β' Επιστολή Πέτρου", Εκδόσεις Πουρναρά, 2005</ref>.<br />
<br />
==Διαβάστε επίσης==<br />
<br />
*''[http://kaini.diathiki.arxaia.googlepages.com/epistoles_petrou Οι δύο καθολικές επιστολές του Αποστόλου Πέτρου]''<br />
<br />
==Υποσημειώσεις==<br />
<br />
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div><br />
<br />
<br />
{{Απόστολοι}}<br />
<br />
[[Κατηγορία:Άγιοι|Πέτρος]]<br />
[[Κατηγορία:Απόστολοι|Π]]<br />
[[Κατηγορία:12 Απόστολοι|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Μάρτυρες|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστικοί Πατέρες|Π]]<br />
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Π]]<br />
[[Κατηγορία:1ος αιώνας|Π]]<br />
<br />
[[ar:بطرس الرسول]]<br />
[[en:Apostle Peter]]<br />
[[fr:Apôtre Pierre]]<br />
[[pt:Apóstolo Pedro]]<br />
[[ro:Apostolul Petru]]</div>EGobi