Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Βυζαντινή Αυτοκρατορία

27 bytes αφαιρέθηκαν, 21:20, 13 Μαρτίου 2008
καμία σύνοψη επεξεργασίας
Η Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να ονομαστεί "Βυζαντινή Αυτοκρατορία". Αν χρειαζόταν ιδιαίτερο όνομα, καλύτερα θα μπορούσαμε να ονομάσουμε την Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης "Αυτοκρατορία Ρωμαίων" από το ελληνικό "Βασιλεία Ρωμαίων".
 == Το υπερφυλετικό έθνος των Χριστιανών Ρωμαίων Η φυλετική σύνθεση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ==
Το «Βυζάντιο», παρ' όλες τις ανθρώπινες ατέλειες και αμαρτίες, νοείται ως μία «Μεγάλη Εκκλησία», μέσα στην οποία προσκομίζεται συνεχώς η ανθρώπινη αμαρτία - αποτυχία, για να μεταμορφωθεί, με τη μετάνοια και την άκτιστη χάρη, σε ζωή εν Χριστώ. Βυζαντινολόγοι, όπως ο Στ. Ράνσιμαν (Βυζαντινή θεοκρατία, Αθήνα 1982) μπόρεσαν να δουν έτσι το «Βυζάντιο», ερμηνεύοντας το «εκ των ένδον» και όχι με τα φραγκολατινικά κριτήρια της αλλοτριωμένης χριστιανικότητας και ελληνικότητας.
Οι λαοί της Ρωμανίας / Βυζαντίου, ανάλογα με το βαθμό ορθοδοξοποιήσεώς τους, υπερβαίνοντας το κριτήριο της καταγωγής, εντάσσονταν σε μια άλλη ενότητα, στο εκκλησιαστικό σώμα. Η εκκλησιαστική δε ενότητα επιβίωσε αδιατάρακτα στις σχέσεις των Ορθοδόξων ως το 19ο αιώνα και την έξαρση των εθνι(κι)σμών.
 === Ήταν το "Βυζαντινό" κράτος ΘεοκρατικόΘεοκρατία ή εκκλησιαστική πολιτεία; ===
Για να αποφύγουμε τη σύγχυση την οποία προκαλεί η έλλειψη ορισμού της θεοκρατίας στους περισσότερους συγγραφείς, προτείνουμε τέσσερα κριτήρια με τα όποια μπορεί να ελεγχθεί η ύπαρξη καί ο βαθμός θεοκρατίας σε ένα κράτος:
Με κίνδυνο να γίνουμε κουραστικοί θα ξαναπούμε ότι, δυστυχώς, πέφτουμε συχνά στο λάθος να ταυτίζουμε το σκοταδιστικό θεοκρατικό δυτικό μεσαίωνα με την αντίστοιχη εποχή του «Βυζαντίου». Όπως είδαμε, όμως, οι διαφορές ήταν τεράστιες και πολύ ουσιαστικές. Η αμορφωσιά, η ανελευθερία, η θρησκευτική καταπίεση που έφτασε ως την Ιερή Εξέταση, οι στρατοκράτες επίσκοποι που οδηγούσαν τάγματα μοναχών σε μάχες, όλα αυτά είναι άγνωστα στον τόπο μας και στον πολιτισμό μας. Έτσι εξηγείται, κατά ένα μέρος, και η πεισματική αντίσταση των Ρωμηών στις προσπάθειες εκδυτικισμού τους την οποία παρατηρούμε από το 1204 μέχρι σήμερα.
Υπάρχουν και άλλες όψεις του πολιτιστικού χάσματος ανάμεσα σε Ρωμηούς και Δυτικούς προς εξέταση κατά το μεσαίωνα, εποχή η οποία συχνά αποκαλείται «σκοτεινή» για όλη την Ευρώπη. Όπως θα διαπιστώσουμε, αν με τον όρο «Ευρώπη» εννοούμε μόνο τη δυτική, τότε ο χαρακτηρισμός «σκοτεινή» είναι απόλυτα σωστός. Αν όμως περιλαμβάνουμε και τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, το «Βυζάντιο», τότε πέφτουμε οι ίδιοι θύματα του σκοταδιστικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού της Δύσης. '''Υποσημειώσεις''' <ref>1 Είναι αξιοπρόσεκτο ότι τα δύο μοναδικά αντικληρικαλιστικά ρεύματα που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα είναι απλές «μεταφράσεις» δυτικών ρευμάτων, χωρίς καμιά επαφή με την ελληνική πραγματικότητα. Το ένα είναι ο φιλελεύθερος διαφωτισμός όπως εκφράστηκε, για παράδειγμα, από τον ανώνυμο συγγραφέα της «Ελληνικής Νομαρχίας» και το άλλο ο μαρξισμός. Ο πρώτος είναι τόσο ξεκομμένος από την ελληνική πραγματικότητα ώστε να μιλάει για «τάγματα» ιερέων και αρχιμανδριτών, θεσμό άγνωστο στον τόπο μας (αλλά πολύ διαδεδομένο στη Δύση...). Ο κορυφαίος ερευνητής (και ενθουσιώδης υπέρμαχος) του νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο Κ. Θ. Δημαράς, δέχεται ότι «πρέπει να μην αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να πρόκειται για συγγραφέα στερημένο από ελληνική σχολική εκπαίδευση» (βλ. Κ. Θ. Δημαράς, 1977,σ. 48). Από την άλλη, ο μαρξισμός, με τα δύσκαμπτα ιδεολογικά σχήματα που βασίζονταν αποκλειστικά στη δυτική εμπειρία, προσπάθησε να ξεπεράσει τις συνεχείς «δυσκολίες» που συναντούσε στην ερμηνεία της ελληνικής κοινωνίας καταφεύγοντας στην «ιδεολογική σύγχυση της ελληνικής άρχουσας τάξης» ή στην «εσφαλμένη συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης». Θα χρειαζόταν ασφαλώς μια πληρέστερη μελέτη σχετικά με την παντελή άγνοια της ελληνικής ιδιαιτερότητας από αυτά τα δυο ρεύματα.
2 Βλ. Buckler,σ. 309.
7 Βλ. Buckler (1986),σ. 310.
8 Βλ. Lemerle (1983), σ. 89-90.</ref>
== Τα μοναστήρια στη Ρωμανία ==
Μπορεί πράγματι να πιστοποιηθεί ότι στο πέρασμα των αιώνων η μοναστηριακή περιουσία στο Βυζάντιο γινόταν όλο και μεγαλύτερη. Αλλά σε ό,τι αφορά την οικονομική ζημιά, διαπιστώνουμε μια αντίφαση. Από τη μια μεριά οι μελετητές τονίζουν, ίσως με το δίκιο τους, την απληστία ορισμένων μοναστηριών, που πολλαπλασίαζαν την έγγεια ιδιοκτησία τους με κάθε μέσο, και από την άλλη δηλώνουν ότι τα μοναστήρια παραμελούσαν τη γη τόσο πολύ ώστε άλλοτε εύφορα εδάφη μετατρέπονταν σε ερημότοπους. Έτσι, σύμφωνα με τους παραπάνω μελετητές, τα μοναστήρια οδήγησαν τη γεωργία στην καταστροφή. Θεωρητικά, βέβαια, μπορούμε να φανταστούμε ότι μαζεύει κανείς οικόπεδα και κτήματα μόνο για να τα μαζέψει, για να τα κατέχει, χωρίς να ενδιαφέρεται να τα καλλιεργήσει. Αν όμως κοιτάξουμε τα επίσημα έγγραφα, θα δούμε καθαρά ότι μαζί με τη γή το μοναστήρι αποκτούσε και τους ανθρώπους που την καλλιεργούσαν ώς εκείνη τη στιγμή, ως ιδιοκτήτες της ή, ακόμη συχνότερα, ως πάροικοι ενός άλλου κυρίου. Η απόκτηση μιας τέτοιας έκτασης γης έφερνε στο μοναστήρι, αυτόματα,και την εργατική δύναμη των πάροικων, επομένως το προϊόν της γής. Και από τα έγγραφα που προαναφέραμε προκύπτει σαφέστατα ότι τα μοναστήρια δεν ήταν διατεθειμένα να αδιαφορήσουν γι’ αυτό το προϊόν ή, ακόμη περισσότερο, να παραιτηθούν από αυτό το όφελος των παροίκων. Τα μοναστήρια ήξεραν τη δουλειά τους, και το πλεόνασμα του προϊόντος κατέληγε σίγουρα στην αγορά, δηλαδή έμπαινε στο οικονομικό κύκλωμα της Αυτοκρατορίας. (οπ. π. , σ. 315). Δεν υπάρχει λόγος να υποθέσουμε ότι η αποδοτικότητα των μοναστηριακών γαιών ήταν μικρότερη ή ότι ωφελούσε λιγότερο τη γενική κυκλοφορία των αγαθών από όσο η αποδοτικότητα των γαιών που ανήκαν σε προνοιαρίους και άλλους μεγαλοκτήμονες. Οπωσδήποτε, δεν είναι δυνατόν να πιστέψουμε πως η οικτρή οικονομική κατάσταση το Βυζαντίου στα ύστερα χρόνια οφείλεται αποκλειστικά, ή έστω κατά κύριο λόγο, στα μοναστήρια. Από τον 12ο αιώνα, αλλά προπαντός τον 13ο, η Βενετία και άλλες εμπορικές πόλεις της Ιταλίας, αποσπούσαν από τους αυτοκράτορες τόσα προνόμια, ώστε ακόμα και η απαλλοτρίωση ολόκληρης της μοναστηριακής περιουσίας δεν θα μπορούσε να καλλιτερέψει πολύ την κατάσταση (οπ. π. , σ. 315)
 
 
 
== Βιβλιογραφία ==
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης