Κλήμης Ρώμης

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Κλήμης Ρώμης
Clemens I.jpg
Ο Κλήμης Ρώμης
Γέννηση 1ος αιώνας
Κοίμηση 101, Ρώμη
Εορτασμός 24 Νοεμβρίου
Σημαντικές ημερομηνίες
Τίτλος Επίσκοπος, Αποστολικός Πατέρας


Ο Κλήμης Ρώμης ή Άγιος Κλήμης υπήρξε επίσκοπος Ρώμης και μία από σημαντικότερες προσωπικότητες της πρωτοχριστιανικής εκκλησίας. Σήμερα θεωρείται Αποστολικός πατέρας διότι μαθήτευσε δίπλα σε αποστόλους, αλλά και διότι θεωρήθηκε πως χειροτονήθηκε από αυτούς. Υπήρξε εκκλησιαστικός ηγέτης με σημαντικό κύρος, ενώ η γραμματεία του από πολύ νωρίς εξελήφθη από την εκκλησία ως ισαποστολικού κύρους, με αποτέλεσμα τα έργα του από μερικές εκκλησίες να τοποθετηθούν ακόμα και στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης[1]. Εκκλησιαστικοί συγγραφείς[2] μάλιστα ταύτιζαν τον Κλήμη, με το συνεργάτη του Αποστόλου Παύλου, που αποκαλείται με το ίδιο όνομα στην «Προς Φηλιππησσίους επιστολή»[3].

Ο βίος του

Για το βίο του Αγίου Κλήμεντος υπάρχουν πενιχρές και συγκεχυμένες πληροφορίες. Το πού και πότε γεννήθηκε δεν είναι γνωστό. Με βάση τη μαρτυρία των Κλημεντείων[4], κατεβλήθη η προσπάθεια να ταυτιστεί με το γόνο της τότε βασιλευούσης οικογένειας της Ρώμης, ύπατο Φλάβιο Κλήμεντα, ο οποίος φονεύτηκε από τον εξάδελφό του Δομιτιανό για έγκλημα αθεότητος, δηλαδή ως χριστιανός[5][6]. Κάτι τέτοιο όμως φαίνεται απίθανο διότι αφενός «αν συνέβαινε τούτο, αι σοβαραί χριστιανικαί πηγαί δε θα το ηγνόουν» και αφετέρου «ο επίσκοπος επέζησε του διωγμού του Δομιτιανού»[7]. Βάση της δαψιλούς στην επιστολή χρήσεως της Παλαιάς Διαθήκης, εικάζεται πως πιθανώς ήταν Ιουδαϊκής καταγωγής[8], αν και κάτι τέτοιο δε δύναται να επιβεβαιωθεί.

Θεωρείται ο πρώτος Αποστολικός Πατέρας και ταυτίζεται από εκκλησιαστικούς συγγραφείς προς το μαθητή του Αποστόλου Παύλου, που κατονομάζεται Κλήμης στην «Προς Φιλιππησίους Επιστολή». Ο Ειρηναίος Λουγδούνου διασώζει αορίστως πως ήταν μαθητής των αποστόλων, αλλά πως υπήρξε και ο τρίτος Επίσκοπος Ρώμης[9], που διαδέχθηκε τον Ανέγκλητο Ρώμης. Υποστηρίζεται επίσης πως υπήρξε μαθητής του Λίνου, θεωρούμενου πρώτου επισκόπου Ρώμης, επίσης μαθητή του Αποστόλου Παύλου[10]. Ο Τερτυλλιανός μας αναφέρει πως χειροτονήθηκε από τον Απόστολο Πέτρο και πως ήταν ο πρώτος επίσκοπος Ρώμης[11], κάτι που όμως ελέγχεται για την αξιοπιστία του[12]. Οι πληροφορίες περί της σειράς επισκοπείας του είναι γενικώς συγκεχυμένες. Έτσι υποστηρίζεται η άποψη πως είναι ο δεύτερος επίσκοπος Ρώμης μετά το Λίνο[13][14], πως είναι πρώτος επίσκοπος Ρώμης, διότι οι άλλοι δύο θεωρούμενοι επίσκοποι ήταν απλοί επίτροποι στην περιοδεία του Αποστόλου Πέτρου[15], αλλά και πως υπήρξε ο πρώτος και ο τρίτος επίσκοπος Ρώμης, αφού αρχικώς είχε παραιτηθεί της θέσεώς του, χάρη ομονοίας στην τοπική εκκλησία[16]. Πιθανώς βέβαια όλη αυτή η σύγχηση να προκλήθηκε, λόγω του μη σαφούς διαχωρισμού των ρόλων πρεσβυτέρου και επισκόπου κατά την αποστολική εποχή και μέχρι το θάνατό τους[17].

Εν πάση περιπτώσει, ο Κλήμης Ρώμης υπήρξε αδιαμφισβήτητα η πλέον σημαντική φυσιογνωμία στην εκκλησία της Ρώμης κατά την μεταποστολική περίοδο. Διετέλεσε επίσκοπος από το 12ο έτος της βασιλείας του Δομιτιανού, μέχρι και του τρίτο έτος βασιλείας του Τραϊανού[18], δηλαδή μεταξύ των ετών 92 και 101. Η μαρτυρία μάλιστα κρίνεται αξιόπιστη αφού μαρτυρείται και από τον Ερμά[19]. Ο ίδιος φέρεται από κάποιες πηγές πως μαρτύρησε, αν και οι πληροφορίες φαίνεται να προέρχονται από μεταγενέστερες πηγές του δ΄ αιώνος. Σύμφωνα με αυτές ο Κλήμεντας είχε εξορισθεί στην Χερσώνα, όπου μαρτυρικώς παρέδωσε τη ζωή του, αφού ερρίφθη στη θάλασσα με κρεμάμενη άγκυρα στον τράχηλό του[20]. Όμως παραμένει απορίας άξιον πως ο Ειρηναίος δεν αναφέρει κάτι παρόμοιο, αλλά και οτι οι επισκοπικοί κατάλογοί του φέρουν μόνο επίσκοπο μάρτυρα μέχρι του Ελευθέρου επισκόπου Ρώμης τον Τελέσφρο[21], τη στιγμή που ο Ευσέβιος μας πληροφορεί πως ο Κλήμης απεβίωσε φυσικώς[22]. Η μνήμη του τιμάται στις 24 Νοεμβρίου.

Η διδασκαλία του

Ο Κλήμης στη θεολογία του αρχικώς τονίζει πως οι εκκλησιαστικοί θεσμοί δεν αντλούν την δύναμή τους από το λαό, αλλά από το Θεό. Πηγή της αληθείας είναι Αυτός, ο οποίος διαμέσου του Ιησού και των Αποστόλων κατέστησε τους κληρικούς στην εκκλησία του. Έτσι προτάσσει αφενός το θείο χαρακτήρα των εκκλησιαστικών αξιωμάτων, αλλά και την αποστολική διαδοχή, αρχές που «παρέμειναν θεμελιώδεις στο Κανονικό Δίκαιο»[23]. Μέσα από τις επιστολές του ο Κλήμης, καταδεικνύει την φυσική τάξη και αρμονία που υπάρχει στην πλάση, μια αρμονία που όλα γίνονται με μέτρο από το Δημιουργό, ενώ ταυτόχρονα την αντιπαραβάλει προς την κοινωνία των ανθρώπων, η οποία πρέπει να διέπεται από τις ίδιες αρχές.

Ο Κλήμης μέσω της επιστολής του κρίνει πως αρχή και ρίζα και του κακού είναι το συναίσθημα της ζήλειας, αφού λόγω της ζήλειας διαπράχθησαν όλα τα εγκλήματα της ιστορίας[24]. Γι'αυτό καταβάλει προσπάθεια να θέσει στη βάση της θεραπείας των ψυχών την αγάπη, όπου παραθέτει και ύμνο[25], παράλληλα προς αυτόν του Παύλου. Ταυτόχρονα όμως δεν παραλείπει να τονίσει την ανάγκη της μετανοίας[26], έτσι ώστε μέσω της πίστεως να επέλθει ή «αθάνατη γνώσις», που είναι καρπός της πίστεως[27]. Η σωτηρία προκύπτει σε μια αξεδιάλυτη ενότητα στη ροή της ιστορίας από την εποχή του Αδάμ, μέσα στην οποία ο ιστορικός χώρος δράσης του άσαρκου Λόγου δεν είναι μόνο ο Ισραήλ, αλλά και οι εθνικοί, έστω και σε μικρότερη κλίμακα[28]. Ο Χριστός περιγράφεται με χριστολογική ορολογία παρόμοια με του Αποστόλου Παύλου της «Προς Εβραίους Επιστολής». Ο Θεός πάλι κατά τον Κλήμη είναι ύψιστος, σοφός δημιουργός, δεσπότης του κόσμου, ενώ ιδιαίτερο βάρος αποδίδει στο γεγονός της ανάστασης. Η εκκλησία για τον Κλήμη αντιπαραβάλλεται με δύο μορφές. Αυτή της πόλεως και του κράτους[29], τη στιγμή που προτάσσει την αναγκαία ενότητα των μελών του σώματός της[30], στα πρότυπα μιας ιδανικής πολιτείας.

Η χαρακτηριστική αυτή επιστολή του Κλήμεντος, που παρέχονται οι πληροφορίες για τη διδασκαλία του, είναι η «Προς Κορινθίους» επιστολή του, που αποστέλλεται στην οικεία εκκλησία, λόγω της προσπάθειας κάποιων χριστιανών να αντικαταστήσουν τους χειροτονημένους κληρικούς με άλλους της αρεσκείας τους. Η προβληματική αυτή αναπτύσσεται στην εποχή του, καθώς φαίνεται πως «κάποιοι αμφέβαλλαν για το αν οι πράξεις των μονίμων λειτουργών ήσαν τόσο έγκυρες, όσο και οι πράξεις των χαρισματούχων»[31], δηλαδή του μονίμου ιερατείου προς τους Αποστόλους και τους Προφήτες. Ο Κλήμης αναλαμβάνει να ξεκαθαρίσει πως η ιδιότητα των κληρικών πηγάζει από το Θεό και όχι από ην ανθρώπινη θέληση, διότι άλλωστε αυτούς τους κληρικούς τους κατέστησαν άξιους οι ίδιοι οι χαρισματούχοι φορείς της ιεροσύνης. Ο ίδιος έτσι προτάσσει υπακοή, ταπεινοφροσύνη, υποταγή, δικαιοσύνη και αγνότητα, διότι ο σκοπός της εκκλησίας είναι η ειρήνη και η ομόνοια. Η επιστολή αυτή σε αυτό το σημείο γίνεται μάλιστα πολύ σημαντική διότι προτάσσεται ο φορέας της ιεροσύνης, που παρότι δεν απαντάται άμεσα το ζήτημα της Αποστολικής διαδοχής, ζήτημα το οποίο θα ξεκαθαρίσει λίγα έτη αργότερα ο Ιγνάτιος, φέρει μια πρώτη φάση προτάσεως της αποστολικής διαδοχής και του κύρους των χειροτονιών.

Δείτε επίσης

Υποσημειώσεις

  1. Η Προς Κορινθίους Επιστολή εξελήφθη στον Αλεξανδρινό κώδικα της βίβλου, ενώ η Συριακή εκκλησία θεώρησε την επιστολή μέρος της Αγίας Γραφής
  2. Ωριγένης, Ευσέβιος Καισαρείας κ.α.
  3. Προς Φιλιππησίους 4, 3
  4. recognitiones 7, 8
  5. Σουητώνιος, Domitianus 15
  6. Ρωμ. Ιστορία 67, 14
  7. Παν. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 359»
  8. ενθ.αν.
  9. Έλεγχος Γ΄, 3, 3
  10. Αποστόλου Παύλου, «Α΄ προς Τιμόθεον επιστολή», 4, 21
  11. De praescr. haeret. XXXII, 2
  12. Στ. Παπδόπουλος, «Πατρολογία», σελίς 160
  13. Αυγουστίνου, Epistola 53
  14. Οπτάτου Μιλέβης, De schismate Donatistorum 22
  15. Κατάλογος Δαμάσου
  16. Επιφανείου, Πανάριον, 27, 6
  17. Παν. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 359»
  18. Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλ. Ιστορία, 3, 15
  19. Όρασις 2, 4, 3
  20. Μαρτύριο του Αγίου Κλήμεντα 18-25
  21. Έλεγχος 3, 3, 3
  22. Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλ. Ιστορία, 3, 34
  23. Ιω. Ζηζιούλας, «Ελληνισμός και Χριστιανισμός», σελίς 178
  24. Προς Κορινθίους 9, 1
  25. ενθ.αν. 49, 2-5
  26. ενθ.αν. 57, 1
  27. ενθ.αν. 34, 6
  28. ενθ. αν. 55, 1
  29. ενθ.αν. 24, 25
  30. ενθ.αν. 37, 5
  31. Στυλιανός Παπαδόπουλος, «Πατρολογία», Τόμος Α΄, σελίς 160

Βιβλιογραφία

  • Ιω. Ζηζιούλα, «Ελληνισμός και Χριστιανισμός», Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2003
  • Στυλιανός Παπαδόπουλος, «Πατρολογία», Τόμος Α΄, Αθήνα 2000.
  • Παναγιώτη Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Β΄, Εκδόσεις Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005